Προτάσεις πολιτών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με ειδικές ανάγκες Μανωλοπούλου Χρυσή Πανεπιστήμιο Θράκης Δαβάζογλου Αγγελική Πανεπιστήμιο Θράκης Κόκκινος Κωνσταντίνος Μ. Πανεπιστήμιο Θράκης Εισαγωγή Τα τελευταία χρόνια η ένταξη Aτόμων με Eιδικές Ανάγκες (ΑμΕΑ) σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής, σχολικής, επαγγελματικής και κοινωνικής αποτελεί πεδίο συνάντησης του επιστημονικού προβληματισμού και του πολιτικού διαλόγου. Στο επίκεντρο των συζητήσεων, ως βασικοί άξονες του ζητήματος, αναδεικνύονται το νομοθετικό πλαίσιο για την εκπαίδευση των ΑμΕΑ, η κατανομή πόρων καθώς και η παροχή υπηρεσιών πρόνοιας για την επίλυση των δυσχερειών που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους. Σε κάθε περίπτωση οι πρωτοβουλίες που απαιτούνται για τη θέσπιση και την εφαρμογή κριτηρίων προώθησης της ενταξιακής πολιτικής, οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις των πολιτών θα πρέπει να συνεκτιμώνται ως μηχανισμός κοινωνικής αξιολόγησης στον έλεγχο των αλλαγών. Συχνά οι τάσεις που διαφαίνονται και τα πρότυπα που κυριαρχούν αναφορικά με τις ανθρώπινες αξίες και την ποιότητα ζωής εκφράζουν τα όρια ανεκτικότητας, την ευαισθησία, το επιθυμητό, το αναγκαίο και το εφικτό στην προσέγγιση της διαφορετικότητας. Κατά συνέπεια η διερεύνηση και η καταγραφή της θέσης των πολιτών σε σχέση με τις πολυεπίπεδες διαστάσεις της ένταξης παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τον τρόπο και το βαθμό κατανόησης και αποδοχής των ΑμΕΑ. Έμμεσα σηματοδοτεί τις απαιτούμενες παρεμβάσεις για τη διαμόρφωση συνθηκών, οι οποίες σε κοινωνικό τουλάχιστον επίπεδο περιορίζουν τις πρακτικές του διαχωρισμού, της περιθωριοποίησης ή/και του αποκλεισμού. Παρά το ότι η «κοινή γνώμη» αποτελεί μια δυναμική παράμετρο στον προσανατολισμό των φορέων της δημόσιας διοίκησης για τη διαμόρφωση ενός μοντέλου ποιοτικής ζωής υπέρ των ΑμΕΑ, εντούτοις δε φαίνεται να έχει απασχολήσει τους ερευνητές. Τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή βιβλιογραφία καταγράφονται πλήθος ερευνητικών ευρημάτων για μια ποικιλία θεμάτων που αφορούν στην ένταξη πλην του συγκεκριμένου. Κατά συνέπεια, η παρούσα έρευνα επιχειρεί να καλύψει μέρος του ερευνητικού αυτού κενού και να συνεισφέρει στην εξαγωγή αξιοποιήσιμων συμπερασμάτων. Εκπαιδευτική και κοινωνική ένταξη - θεωρητικές προσεγγίσεις και πολιτικές δράσεις Σύμφωνα με βιβλιογραφικές αναφορές, το εννοιολογικό περιεχόμενο της ένταξης και της ενσωμάτωσης συχνά ταυτίζεται και παραπέμπει σε πρακτικές συνεκπαίδευσης ή «συμπεριληπτικής εκπαίδευσης» ή «εκπαίδευσης του μη αποκλεισμού» (Ζώνιου Σιδέρη, 2004α). Ουσιαστικά πρόκειται για περιγραφικούς όρους που σημασιοδοτούν την ανάπτυξη διαύλων για επαρκή και ελεύθερη επικοινωνία καθώς και τη διαμόρφωση περιβαλλοντικών συστημάτων που αξιώνουν τη συνύπαρξη και την κοινή ανθρώπινη δράση. Μια σύντομη ανασκόπηση σε ιστορικά γεγονότα και νομοθετικές πράξεις καταδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο η ελληνική κοινωνία στάθηκε απέναντι στα άτομα με ειδικές ανάγκες. Έτσι, κατά το πρώτο μισό του 20 ου αιώνα η ιδιωτική πρωτοβουλία έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αντιμετώπιση κυρίως των «σωματικώς 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 491
αναπήρων». Η ιατρική προσέγγιση της αναπηρίας βασισμένη στο μοντέλο της παθολογίας του ατόμου προσδίδει στο έργο των φιλανθρωπικών οργανώσεων, των ασύλων και των ιδρυμάτων έντονο προστατευτισμό με προνοιακή κατεύθυνση και μη ενταξιακό χαρακτήρα (Στασινός, 2001). Τις δεκαετίες 1960-80, ενώ στο διεθνή χώρο ισχυροποιείται το κίνημα των αναπήρων και των γονέων ατόμων με ειδικές ανάγκες και παράλληλα καταβάλλονται οι πρώτες προσπάθειες για την ανάπτυξη προγραμμάτων έγκαιρης παρέμβασης, στην Ελλάδα δεν παρατηρείται ανάλογη κινητοποίηση. Το ιατρικό μοντέλο εξακολουθεί να κυριαρχεί στην αξιολόγηση της απόκλισης και των ειδικών αναγκών μέχρι τη δεκαετία του 80, αποδυναμώνοντας τη φιλοσοφία και την πρακτική της ένταξης. Παρά την εγρήγορση των Η.Π.Α. και της Ευρώπης για τη νομοθετική κατοχύρωση της ένταξης των ΑμΕΑ στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης και την ανάπτυξη εναλλακτικών μοντέλων υποστήριξής τους (οικολογικό, κοινωνικό και ανθρωπολογικό), στη χώρα μας η οργανική θεώρηση της αναπηρίας συνεχίζει να υφίσταται διαιωνίζοντας αναχρονιστικές αντιλήψεις. Η θεραπευτική της αποκατάσταση, μοναδικός ίσως στόχος της ιδιωτικής και της μόλις αναδυόμενης κρατικής μέριμνας, διατηρεί αμετάβλητες τις παραδοσιακές αντιλήψεις που ανάγουν το μειονέκτημα, την ανικανότητα και το ελάττωμα σε κριτήρια διαχωρισμού, κατηγοριοποίησης και περιθωριοποίησης. Οι τάσεις αυτές αντικατοπτρίζονται στην έντονη, σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες, κινητικότητα του Κράτους την περίοδο που ακολουθεί. Το 1981 ψηφίστηκε ο πρώτος αυτοτελής νόμος για την Ειδική Αγωγή (ν.1143/31-3-81) ο οποίος εισήγαγε το δυαδικό σύστημα εκπαίδευσης προβλέποντας διαφορετικές ρυθμίσεις για τα «αποκλίνοντα εκ του φυσιολογικού άτομα». Από την κατεστημένη νοοτροπία της ελληνικής πολιτείας σε αντίθεση με τις διεθνείς εξελίξεις, διαφαίνονται η αποστασιοποίηση της και η απουσία ενδιαφέροντος για τη δημιουργία προοπτικών ένταξης των ΑμΕΑ (Λαμπροπούλου & Παντελιάδου, 2000). Οι μεταρρυθμίσεις στις δεκαετίες που ακολούθησαν μετέβαλαν το καθεστώς του εξοστρακισμού που εκμηδένιζε τη συμμετοχή των ΑμΕΑ, ως κοινωνικών όντων, στο δημόσιο βίο, σε προθέσεις και πρακτικές οι οποίες δημιούργησαν νέα δεδομένα για την ισότιμη αποδοχή και τη δίκαιη αντιμετώπισή τους (Δαβάζογλου, 1999). Οι νόμοι 1566/85 και 2817/2000 αποτελούν πολιτικές απόπειρες για τη διαμόρφωση μιας άλλης σχέσης των ΑμΕΑ με τους θεσμούς, καθώς και συνθηκών που ευνοούν την πρόσβασή τους στον κοινωνικό ιστό. Αν και έχει ασκηθεί έντονη κριτική για τις αδυναμίες και τα κενά των παραπάνω νόμων, είναι γενικά αποδεκτό ότι λειτούργησαν ως εφαλτήριο για τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου του Κράτους και τη μετάβαση από τη θεραπευτική παιδαγωγική στην παιδαγωγική της ένταξης (Δαβάζογλου, 2002 Σούλης, 2002). Στην κατεύθυνση αυτή συνέβαλαν ουσιαστικά διεθνείς προτάσεις και αποφάσεις όπως: η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων το 1948, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του παιδιού το 1959, το Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και των Υπουργών Παιδείας το 1990, και η Διακήρυξη της Σαλαμάνκα (UNESCO, 1994). Στην περίοδο που διανύουμε, η βούληση της παγκόσμιας κοινότητας αποσκοπεί στην υλοποίηση δράσεων που εμπεδώνουν την κοινωνική συνοχή και ευαισθησία όσον 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 492
αφορά στην αναγνώριση της ισότητας. Οι δράσεις αυτές στοχεύουν στην πλήρη ένταξη των ΑμΕΑ στους τομείς της βασικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, της υγείας, της οικονομίας και του πολιτισμού, έτσι ώστε να προωθείται δια βίου η προσωπική τους ανάπτυξη και η διαμόρφωση της συλλογικής ταυτότητας. Οι δύο αυτές παράμετροι ερμηνεύουν τους επικρατούντες μηχανισμούς αλληλεγγύης, καθώς επίσης την ηθική δέσμευση κάθε πολίτη ως ατόμου και μέλους του κοινωνικού συνόλου στην αποδοχή των ΑμΕΑ. Η αναγνώριση του δικαιώματος στη διαφορά και συνακόλουθα η ένταξη του διαφορετικού «άλλου» αποτελεί ποιοτικό χαρακτηριστικό της ατομικής και κοινωνικής ζωής. Η ποιότητα όμως αυτή τίθεται σε αμφισβήτηση όταν ο διαθέσιμος χώρος για αυτοπραγμάτωση μέσω της ελεύθερης και ισότιμης συμμετοχής περιορίζει ή/και απαγορεύει τη συνάντηση ανάμεσα στα «υγιή» και μη, μέλη της κοινωνίας. Συνεπώς ως αφετηριακές προϋποθέσεις της ένταξης ορίζονται ο συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο οι πολίτες πρώτον την αντιλαμβάνονται και δεύτερον αποφασίζουν για το πώς θα τη διεκδικήσουν. Με βάση τις παραπάνω θέσεις, η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στη χαρτογράφηση των προτάσεων των πολιτών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Επιπλέον, μελετάται ο ρόλος των δημογραφικών χαρακτηριστικών (φύλο, ηλικία, περιοχή διαμονής) και η επίδραση της παρουσίας ατόμου με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια, στις προτάσεις του δείγματος. Μέθοδος Δείγμα Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται σ αυτό το άρθρο συλλέχθηκαν από 297 άτομα 1, από τα οποία 106 (36.3%) ήταν άνδρες και 186 (63.7%) γυναίκες. Ως προς την ηλικιακή κατανομή, 113 (38.6%) από τους συμμετέχοντες ήταν μεταξύ 18 έως 25 ετών, 83 (28.3%) από 26 έως 35 ετών και 97 (33.1%) από 36 ετών και άνω. Από το σύνολο των συμμετεχόντων, 246 (89.1%) δήλωσαν ότι δεν έχουν ΑμΕΑ στην οικογένειά τους, ενώ 30 (10.9%) ότι έχουν. Τέλος, ως προς την περιοχή διαμονής, οι 138 (52.3%) κατοικούν στη Βόρεια Ελλάδα (Θράκη: 86, Μακεδονία: 52), οι 85 (32.2%) στην Κεντρική Ελλάδα (Θεσσαλία: 18, Στερεά Ελλάδα & Εύβοια: 38, Αττική: 29) και οι 41 (15.5%) στην Πελοπόννησο (Πίνακας 1). Πίνακας 1. Ποσοστιαία κατανομή του δείγματος ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά. ΦΥΛΟ f (%) ΠΕΡΙΟΧΗ f (%) ΗΛΙΚΙΑ f (%) ΑΜΕΑ στην Οικογένεια f (%) Άνδρες 106 138 113 30 Βόρ. Ελλάδα 18-25 ΝΑΙ (35.7) (46.5) (38) (10.1) Γυναίκες 186 85 83 246 Κεντρ. Ελλάδα 26-35 ΟΧΙ (62.6) (28.6) (27.9) (82.8) Πελοπόννησος 41 35 και 97 (13.8) άνω (32.7) Σύνολο 292 264 293 276 Σύνολο Σύνολο Σύνολο (98.3) (88.9) (98.7) (92.9) Απούσες 5 (1.7) Απούσες τιμές 33 Απούσες 4 (1.3) Απούσες 21 1 Το συνολικό δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 975 πολίτες. Τα ευρήματα που παρουσιάζονται εδώ αφορούν μόνο σε όσους απάντησαν σε μια από τις ανοικτού τύπου ερωτήσεις του ερωτηματολογίου, όπως αναλυτικά περιγράφεται στην επόμενη ενότητα. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 493
τιμές (11.1) τιμές τιμές (7.1) Ερευνητικό εργαλείο και διαδικασία συλλογής δεδομένων Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ανώνυμο ερωτηματολόγιο, το οποίο κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της παρούσας έρευνας και περιλάμβανε ερωτήσεις κλειστού και ανοικτού τύπου. Στην παρούσα έρευνα παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από την ανάλυση των απαντήσεων των συμμετεχόντων στην ανοιχτή ερώτηση «Τι πιστεύετε ότι μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των ατόμων με ειδικές ανάγκες;». Επιπλέον, το ερωτηματολόγιο περιείχε ερωτήσεις για τη συλλογή δημογραφικών πληροφοριών όπως το φύλο, η ηλικία και η περιοχή διαμονής, καθώς και μια ερώτηση που αφορούσε στο αν έχουν άτομο με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια τους. Η επιλογή του δείγματος έγινε με βάση τη δυνατότητα πρόσβασης και την εθελοντική συμμετοχή των πολιτών κατόπιν ενημέρωσής τους. Τα ερωτηματολόγια δόθηκαν κατ ιδίαν στους συμμετέχοντες αφού αρχικά ενημερώθηκαν προφορικά για το σκοπό, τους στόχους, το περιεχόμενο της έρευνας, καθώς και για τον τρόπο συμπλήρωσης του ερωτηματολογίου, όπου χρειαζόταν. Αποτελέσματα Στην πρώτη φάση της ανάλυσης των δεδομένων, οι απαντήσεις των συμμετεχόντων εξετάστηκαν στο σύνολό τους και ταξινομήθηκαν σε διακριτές κατηγορίες με κριτήριο κατηγοριοποίησης το περιεχόμενο των δηλώσεων προτάσεων, το οποίο αρχικά ελέγχθηκε ως προς τη σαφήνεια και την κατανόηση. Η διαμόρφωση των κατηγοριών στηρίχθηκε στη διαθέσιμη ελληνική και ξένη βιβλιογραφία. Ως μονάδα των συμφραζομένων θεωρήθηκε το γενικό θέμα που αναπτυσσόταν στις δηλώσεις - προτάσεις των συμμετεχόντων (Κυριαζή, 1999). Επιπλέον, δηλώσεις που αντανακλούσαν στάσεις και όχι προτάσεις δεν περιλήφθηκαν στην τελική κατηγοριοποίηση. Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της κωδικοποίησης, η ονοματολογία και το περιεχόμενο των προτάσεων κάθε κατηγορίας, πραγματοποιήθηκε η αξιολόγησή τους από δύο ανεξάρτητους κριτές, οι οποίοι βρέθηκε να συμφωνούν. Όσες προτάσεις δεν ανταποκρίνονταν στο περιεχόμενο των κατηγοριών, θεωρήθηκαν αταξινόμητες και δεν συμπεριλήφθηκαν σε περαιτέρω αναλύσεις. Στη συνέχεια οι απαντήσεις κωδικοποιήθηκαν, ποσοτικοποιήθηκαν και ακολούθησε η στατιστική τους επεξεργασία με τη βοήθεια του Στατιστικού Πακέτου για τις Κοινωνικές Επιστήμες, SPSS 13.0. Οι κατηγορίες που προέκυψαν, καθώς και η πιο αντιπροσωπευτική πρόταση από κάθε κατηγορία, είναι οι εξής: Μείωση των προκαταλήψεων αποδοχή: «Να μην κλείνονται σε ιδρύματα, να μην στιγματίζονται, να αποφεύγονται οι ταμπέλες γιατί και αυτά έχουν την δυνατότητα εκπαίδευσης, άθλησης, εργασίας». Ευαισθητοποίηση και ενημέρωση πολιτών: «Ευαισθητοποίηση και ενημέρωση μέσα από την οικογένεια, το σχολείο, τα ΜΜΕ, με σχετικές εκπομπές». Ευαισθητοποίηση φορέων: «Θα πρέπει να ευαισθητοποιηθούν πρώτα οι κρατικοί φορείς, θέτοντας νόμους και μέτρα και μετά ολόκληρη η Πολιτεία να βελτιώσει τη ζωή των ατόμων αυτών». 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 494
Βελτίωση συνθηκών διαβίωσης: «Ειδικές διαβάσεις στους δρόμους, ασανσέρ σε όλα τα σχολεία και τις δημόσιες υπηρεσίες για να διευκολύνεται η προσπέλαση τους». Βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής: «Καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί, ενημέρωση με σεμινάρια για τα καινούργια αποτελέσματα επιστημονικών ερευνών, ώστε να συμβάλουν ουσιαστικά στην εκπαίδευση των ατόμων αυτών». Υποστήριξη της οικογένειας με ΑμΕΑ: «Οι γονείς χρειάζονται ψυχολογική υποστήριξη και κάποια ειδικά σεμινάρια για τον τρόπο ζωής των παιδιών τους» Αύξηση δαπανών για τα ΑμΕΑ: «Κρατικές επιχορηγήσεις, περισσότερα χρήματα για την εκπαίδευση, επίδομα σύνταξης». Επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση: «Δημιουργία Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης». Νομοθετικές ρυθμίσεις: «Νόμοι για την προάσπιση αυτών των ατόμων». Ένταξη σε κανονικά σχολεία: «Μαθήματα σε κανονικές τάξεις και όχι σε ειδικά σχολεία, αλλά όμως με ειδικευμένους δασκάλους». Ιατρική περίθαλψη: «Δημιουργία χώρων ιατρικής περίθαλψης και εξειδικευμένες ιατρικές μονάδες». Στη συνέχεια, οι κατηγορίες των προτάσεων ιεραρχήθηκαν με βάση τη συχνότητα δήλωσης της κάθε κατηγορίας (Πίνακας 2). Πίνακας 2. Ποσοστιαία κατανομή των κατηγοριών των προτάσεων στο σύνολο του δείγματος Κατηγορία f (%) 1. Μείωση των προκαταλήψεων- αποδοχή 106 (35.7) 2. Ευαισθητοποίηση και ενημέρωση πολιτών 73 (24.6) 3. Ευαισθητοποίηση φορέων 56 (18.9) 4. Βελτίωση συνθηκών διαβίωσης 45 (15.2) 5. Βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής 24 (8.1) 6. Υποστήριξη οικογένειας με ΑμΕΑ 20 (6.7) 7. Αύξηση δαπανών ΑμΕΑ 16 (5.4) 8. Επαγγελματική κατάρτιση - αποκατάσταση 11 (3.7) 9. Νομοθετικές ρυθμίσεις 5 (1.7) 10. Ένταξη σε κανονικά σχολεία 4 (1.3) 11. Ιατρική περίθαλψη 4 (1.3) Όπως προκύπτει από τον Πίνακα 2, το μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων προκρίνει τη μείωση των προκαταλήψεων για τα ΑμΕΑ και την αποδοχή τους από την κοινωνία (35.7%), με την ευαισθητοποίηση και την ενημέρωση των πολιτών (24.6%) και των φορέων (18.9%) να ακολουθούν. Ποσοστό 15.2% των πολιτών προτείνει τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ΑμΕΑ και 8.1% τη βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής. Πολλοί λιγότεροι είναι αυτοί που προτείνουν την υποστήριξη της οικογένειας των ΑμΕΑ (6.7%), την αύξηση των δαπανών για τα άτομα αυτά (5.4%), καθώς και την επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση τους (3.7%). Τέλος, ελάχιστοι (1.7%) προτείνουν νομοθετικές ρυθμίσεις για την υποστήριξη των ΑμΕΑ, ενώ εξίσου ελάχιστοι είναι και αυτοί που προτείνουν για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής, την ένταξη σε κανονικά σχολεία (1.3%) και την ιατρική περίθαλψη των ΑμΕΑ. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 495
Ο Πίνακας 3 παρουσιάζει τη συχνότητα και την ποσοστιαία κατανομή των κατηγοριών των προτάσεων σε σχέση με το φύλο, την ηλικία, την περιοχή διαμονής και την ύπαρξη ή μη ΑμΕΑ στην οικογένεια. Από τον Πίνακα 3 προκύπτουν τα εξής: Σε σχέση με το φύλο, ενδιαφέρον αποτελεί το εύρημα σύμφωνα με το οποίο περισσότερες γυναίκες σε σχέση με άνδρες προτείνουν τη μείωση των προκαταλήψεων και την αποδοχή των ΑμΕΑ από την κοινωνία (37.1%), την ευαισθητοποίηση πολιτών (23.1%) και φορέων (17.2%), τη βελτίωση συνθηκών διαβίωσης (16.7%) και της ειδικής αγωγής (9.7%) καθώς και την υποστήριξη της οικογένειας των ΑμΕΑ (8.1%). Αντίθετα, περισσότεροι συγκριτικά άνδρες πρότειναν αύξηση δαπανών για τα ΑμΕΑ (7.6%). Σημειώνεται, ότι θέματα που αφορούν στην επαγγελματική κατάρτιση των ΑμΕΑ (3.4%), στις νομοθετικές ρυθμίσεις (2%), στην ένταξη τους σε κανονικά σχολεία (1.4%) και στην ιατρική περίθαλψη (1.4%) προτείνονται σε μικρότερο ποσοστό τόσο από τους άνδρες όσο και από τις γυναίκες του δείγματος. Ο έλεγχος στατιστικής σημαντικότητας της σχέσης του φύλου και των προτάσεων των συμμετεχόντων με την ανάλυση χ 2, δεν έδειξε καμία στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στο φύλο και την κατηγορία των προτάσεων. Ως προς την ηλικία των συμμετεχόντων παρατηρείται πως οι νεότεροι σε ηλικία πρότειναν τη μείωση των προκαταλήψεων και την αποδοχή των ΑμΕΑ (41.6%), αντίθετα από τους μεγαλύτερους σε ηλικία (26-35 ετών: 32.5%, 36 και άνω: 30.9%). Επίσης, ανεξάρτητα από την ηλικία λιγότεροι ήταν αυτοί που πρότειναν τη βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής (8.2%), την υποστήριξη των οικογενειών των ΑμΕΑ (6.8%), καθώς και την επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάστασή τους (3.8%). Τέλος, την αύξηση δαπανών πρότειναν σε μεγαλύτερο ποσοστό (10.8%) άτομα ηλικίας μεταξύ 26-35 ετών, ενώ η πρόταση για ιατρική περίθαλψη διατυπώθηκε μόνο από άτομα ηλικίας μεταξύ 26-35 ετών (1,2%) και 36 και άνω (2.1%). Για τον έλεγχο της στατιστικής σημαντικότητας της σχέσης της ηλικίας και των προτάσεων των συμμετεχόντων εφαρμόστηκε η ανάλυση χ 2. Από την ανάλυση προέκυψε στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στην ηλικία και την κατηγορία: υποστήριξη οικογένειας (χ 2 = 6.21, β.ε. = 2, p =.04). Οι ηλικίες 18-25 ετών και 36 και άνω είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να δηλώσουν τη συγκεκριμένη κατηγορία. Ως προς την περιοχή διαμονής, χαρακτηριστικό είναι το εύρημα ότι στις προτάσεις των συμμετεχόντων προκρίνονται η μείωση των προκαταλήψεων (Κεντρική Ελλάδα: 42.4%, Βόρεια Ελλάδα: 35.5%, Πελοπόννησος: 31.7%), η ευαισθητοποίηση των πολιτών (Βόρεια Ελλάδα: 31.2%, Πελοπόννησος: 22%, Κεντρική Ελλάδα: 15.3%) και η ευαισθητοποίηση των φορέων (Κεντρική Ελλάδα: 20%, Βόρεια Ελλάδα: 18.8%, Πελοπόννησος: 17.1%). Επίσης, αξίζει να σημειωθεί, πως οι συμμετέχοντες που κατοικούν στην Πελοπόννησο δεν έκαναν καμία πρόταση που να εμπίπτει στις κατηγορίες σχετικά με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που αφορούν τα ΑμΕΑ, την ιατρική περίθαλψη και την ένταξη τους σε κανονικά σχολεία. Ο έλεγχος στατιστικής σημαντικότητας της σχέσης της περιοχής διαμονής και των προτάσεων των συμμετεχόντων με την ανάλυση χ 2, δεν έδειξε καμία στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στις μεταβλητές αυτές. Σε σχέση με την ύπαρξη ή μη ΑμΕΑ στο οικογενειακό περιβάλλον, όσοι από τους συμμετέχοντες δήλωσαν ότι δεν έχουν άτομα με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 496
τους, πρότειναν μείωση των προκαταλήψεων απέναντι στα ΑμΕΑ (37%), ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των πολιτών (24.4%), ευαισθητοποίηση των φορέων (19.5%) και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ΑμΕΑ (14.7%), προτάσεις που δείχνουν την πρόθεση της κοινωνίας γενικότερα για μείωση των προκαταλήψεων και την ευαισθητοποίηση του πληθυσμού απέναντι στα ΑμΕΑ. Χαρακτηριστικό, επίσης, είναι πως τα άτομα που έχουν ΑμΕΑ στην οικογένειά τους δεν έκαναν καμία δήλωση στην κατηγορία επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση. Ελάχιστοι, επίσης, από τους ίδιους έκαναν δηλώσεις στις κατηγορίες που αφορούν την ένταξη σε κανονικά σχολεία (3.3%), τις νομοθετικές ρυθμίσεις (1.2%) και την ιατρική περίθαλψη (1.2%). Τέλος, από την ανάλυση δεν προέκυψε καμία στατιστικά σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στην ύπαρξη ΑμΕΑ στην οικογένεια και τις κατηγορίες προτάσεων. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 497
Πίνακας 3. Συχνότητες και ποσοστά των κατηγοριών των προτάσεων των συμμετεχόντων σε σχέση με τα δημογραφικά τους χαρακτηριστικά ΦΥΛΟ f (%) ΗΛΙΚΙΑ f (%) ΠΕΡΙΟΧΗ f (%) ΑΜΕΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ f (%) Α Γ 18-25 26-35 36 και άνω Βόρεια Κεντρική Πελοπόννησος ΝΑΙ ΟΧΙ Ελλάδα Ελλάδα 1. Μείωση των προκαταλήψεων αποδοχή 35 (12) 69 (23.6) 47 (16) 27 (9.2) 30 (10.2) 49 (18.6) 36 (13.6) 13 (4.9) 9 (3.3) 91 (33) 2. Ευαισθητοποίηση και ενημέρωση πολιτών 29 (9.9) 43 (14.7) 23 (7.8) 21 (7.2) 29 (9.9) 43 (16.3) 13 (4.9) 9 (3.4) 6 (2.2) 60 (21.7) 3. Ευαισθητοποίηση φορέων 23 (7.9) 32 (11) 21 (7.2) 16 (5.5) 18 (6.1) 26 (9.8) 17 (6.4) 7 (2.7) 5 (1.8) 48 (17.4) 4. Βελτίωση συνθηκών διαβίωσης 13 (4.5) 31 (10.7) 18 (6.2) 13 (4.5) 12 (4.1) 26 (9.9) 14 (5.3) 2 (0.8) 5 (1.8) 36(13.1) 5. Βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής 6 (2.1) 18 (6.2) 8 (2.7) 7 (2.4) 9 (3.1) 9 (3.4) 7 (2.7) 6 (2.3) 4 (1.4) 19 (6.9) 6. Υποστήριξη της οικογένειας με ΑμΕΑ 5 (1.7) 15 (5.2) 9 (3.1) 1 (0.3) 10 (3.4) 11 (4.2) 2 (0.8) 5 (1.9) 2 (0.7) 16 (5.8) 7. Αύξηση δαπανών για τα ΑμΕΑ 8 (2.7) 8 (2.7) 3 (1) 9 (3.1) 4 (1.4) 4 (1.5) 6 (2.3) 2 (0.8) 2 (0.7) 14 (5.1) 8. Επαγγελματική κατάρτιση 5 (1.7) 5 (1.7) 4 (1.4) 3 (1) 4 (1.4) 8 (3) 2 (0.8) 1 (0.4) 0 (0) 11 (4) 9. Νομοθετικές ρυθμίσεις 2 (0.7) 3 (1) 3 (1) 2 (0.7) 0 (0) 2 (0.8) 3 (1.1) 0 (0) 2 (0.7) 3 (1.1) 10. Ένταξη σε κανονικά σχολεία 2 (0.7) 2 (0.7) 2 (0.7) 1 (0.3) 1 (0.3) 1 (0.4) 3 (1.1) 0 (0) 1 (0.4) 2 (0.7) 11. Ιατρική περίθαλψη 2 (0.7) 2 (0.7) 0 (0) 1 (0.3) 2 (0.7) 2 (0.8) 1 (0.4) 0 (0) 1 (0.4) 3 (1.1) Σημείωση: το άθροισμα των συχνοτήτων είναι μικρότερο από το συνολικό αριθμό των συμμετεχόντων 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 498
Συζήτηση Από την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας προέκυψε ότι οι επικρατέστερες κατηγορίες των προτάσεων των πολιτών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ΑμΕΑ είναι η μείωση των προκαταλήψεων και η αποδοχή των ΑμΕΑ από την κοινωνία, η ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των πολιτών, η ευαισθητοποίηση των διαφόρων φορέων, καθώς και η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ΑμΕΑ. Συγκεκριμένα, στην κατηγορία των προτάσεων που αφορούσαν στη μείωση των προκαταλήψεων και στην αποδοχή των ΑμΕΑ από την κοινωνία, οι συμμετέχοντες δήλωσαν, μεταξύ άλλων, την αποδοχή της διαφορετικότητας, τη συναναστροφή και την υποστήριξη των ΑμΕΑ ως τρόπους που θα συνεισέφεραν προς την κατεύθυνση αυτή. Η διατύπωση της συγκεκριμένης κατηγορίας προτάσεων από το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος, αναδεικνύει την κοινωνική ευθύνη στην αποδοχή της διαφοράς και τη σπουδαιότητά της στην επίτευξη αλλαγών μέσα από την εξοικείωση με το διαφορετικό (Roll, 1998 Ράπτης, Τσομπανίδης & Φατούρου, 2000). Είναι κοινά αποδεκτό, πως την τελευταία εικοσαετία παρατηρείται μείωση των προκαταλήψεων απέναντι στα ΑμΕΑ, γεγονός που επιβεβαιώνει τη βελτίωση της θέσης τους μέσα στην κοινωνία. Εντούτοις όμως, το άτομο με ειδικές ανάγκες συχνά στιγματίζεται, περιθωριοποιείται και αντιμετωπίζεται ως μη υγιές μέλος της κοινωνίας (Ainscow, 1995 Porter, 1997 Rose, 2000 Goffman, 2003 Ζώνιου- Σιδέρη, 2004β). Οι προκαταλήψεις λειτουργούν ως επιβραδυντικοί παράγοντες και αναστέλλουν τις κοινωνικές αλλαγές. Η άγνοια και ο φόβος τις ενισχύουν σε βάρος της κοινωνικής συνοχής, μέσα στην οποία θα πρέπει να είναι αναμενόμενες οι αντιθέσεις και οι αποκλίσεις από το θεωρούμενο ως «φυσιολογικό». Στην κατηγορία των προτάσεων ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των πολιτών, ανάμεσα σε άλλες, προτάθηκε η υλοποίηση δράσεων που τεκμηριώνουν το συνεχές και όχι προσωρινό ενδιαφέρον της κοινωνίας με πρωτοβουλία του σχολείου (προβολή video και slides), των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των αρμόδιων υπηρεσιών. Στο πλαίσιο της ίδιας κατηγορίας, προτείνεται και η ένταξη ειδικών μαθημάτων στο αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου, έτσι ώστε οι τυπικά αναπτυσσόμενοι μαθητές να κατανοήσουν τις ιδιαιτερότητες των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Ο Κυπριωτάκης (1997), υποστηρίζει την εισαγωγή μαθήματος σε σχολεία Μέσης και Ανώτερης Βαθμίδας με αντικείμενο τα «Άτομα με Ειδικές Ανάγκες» που θα εστιάζει στους τρόπους παροχής υποστηρικτικής βοήθειας, στην κοινωνικοποίηση και στην ένταξή τους. Σε άλλη συγκριτική μελέτη η οποία πραγματοποιήθηκε σε δείγμα μαθητών που φοιτούσαν σε Δημόσια Σχολεία της Αθήνας και της Βιέννης προκειμένου να καταγραφούν οι στάσεις τους απέναντι στα ΑμΕΑ και τα προβλήματά τους, διαπιστώθηκε ότι οι Έλληνες μαθητές ήταν λιγότερο ενημερωμένοι ως προς τα επιμέρους θέματα στα οποία κλήθηκαν να απαντήσουν, γεγονός που υπαγορεύει την ανάγκη για περισσότερη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών στη χώρα μας (Βοζίκη, 2005). Η συνεχής ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου πρέπει να αποτελεί διαρκή προτεραιότητα κάθε ευνομούμενης πολιτείας, ώστε η διαφορετικότητα να γίνει κατανοητή και αποδεκτή, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς. Στο πλαίσιο της ολιστικής θεώρησης της αναπηρίας, χρειάζεται να ληφθεί μέριμνα για αξιόπιστη διαφώτιση της κοινής γνώμης. Η συλλογική δράση των πολιτών θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ισχυρή πηγή πίεσης για την ενεργοποίηση των 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 499
μηχανισμών που αποφασίζουν για τους ποσοτικούς και ποιοτικούς όρους διαβίωσης των ΑμΕΑ και των οικογενειών τους. Αντίθετα όμως, συχνά διαπιστώνεται ότι ακόμα και η σύγχρονη κοινωνία παραμένει ανέτοιμη να απαλλαγεί από προκαταλήψεις, να αποενοχοποιήσει τους πολίτες και να διεκδικήσει την ανθρώπινη ευημερία ως αυτονόητο δικαίωμα όλων των μελών της. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι φορές που στην καθημερινή πρακτική διαφαίνονται αντιλήψεις και στάσεις που δεν συνηγορούν υπέρ της πρόσβασης και της ποιότητας στην κοινωνική ζωή. Έτσι, αρκετές φορές παρατηρείται το φαινόμενο οι ίδιοι οι πολίτες μέσω απερίσκεπτων ενεργειών και υποτιμητικών συνηθειών (όπως, π.χ. παρκάρισμα σε ράμπα πεζοδρομίου) να περιορίζουν την αυτονομία των ΑμΕΑ και συνεπώς από μόνοι τους να αναιρούν τις θεωρητικές περί ένταξης προθέσεις τους και προτάσεις για δράσεις. Στην κατηγορία προτάσεων για την ευαισθητοποίηση του κράτους οι συμμετέχοντες ανέδειξαν τον καταλυτικό ρόλο των αρμόδιων φορέων στην αποτελεσματική διαχείριση μιας σειράς ζητημάτων που απασχολούν τα ΑμΕΑ. Θέματα που τίθενται σε προτεραιότητα αφορούν στην επαγγελματική τους αποκατάσταση και στην ανάπτυξη υπηρεσιών στο πλαίσιο της τοπικής αυτοδιοίκησης, για την ψυχοκοινωνική υποστήριξή τους και την ικανοποίηση των μεταβαλλόμενων με την πάροδο του χρόνου αναγκών τους. Η ελληνική κοινωνία φαίνεται πως επενδύει πρώτιστα στον κρατικό μηχανισμό θεωρώντας ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία και η άτυπη κοινωνική υποστήριξη των ΑμΕΑ δεν υποκαθιστούν την ευθύνη της πολιτείας για ασφαλείς θεσμικές δικλείδες. Η επόμενη κατηγορία προτάσεων αφορά στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ΑμΕΑ. Οι συμμετέχοντες πρόκριναν την παροχή μέσων τεχνολογικής υποστήριξης από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς και άλλους συναρμόδιους κρατικούς φορείς. Παρόμοια, η αναβάθμιση της ζωής των ΑμΕΑ σύμφωνα με άλλους ερευνητές συναρτάται από τη δυνατότητα που τους παρέχεται να χρησιμοποιούν σύγχρονο και κατάλληλο τεχνολογικό εξοπλισμό (Πρώιμος, 1997 Τόλια, 1997). Στην κατηγορία υποστήριξη της οικογένειας των ΑμΕΑ επισημάνθηκε από τους συμμετέχοντες πως οι γονείς των παιδιών με ειδικές ανάγκες πρέπει να ενημερώνονται έγκαιρα και αξιόπιστα από διεπιστημονικό προσωπικό. Επίσης, να μετέχουν σε ειδικά σεμινάρια και να τους παρέχεται ψυχολογική υποστήριξη και συμβουλευτική καθοδήγηση. Πράγματι η ανάγκη των γονέων για συνεχή πληροφόρηση εκφράζει την αγωνία τους για το παρόν και το μέλλον του παιδιού τους. Όπως επιβεβαιώνεται από αρκετούς ερευνητές η παρέμβαση στην οικογένεια συμβάλλει στην επιτυχή διαχείριση της αναπηρίας και ενισχύει το γονεϊκό ρόλο στη διασφάλιση θετικών συνθηκών αλληλεπίδρασης σε επίπεδο ενδο - και έξω - οικογενειακού περιβάλλοντος (Κυπριωτάκης, 1998 Πολεμικός & Τσιμπιδάκη, 2002 Κοντοπούλου, 2001 Hodapp, 2003). Στην κατηγορία επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση των ΑμΕΑ, οι συμμετέχοντες πρότειναν την τοποθέτηση των ΑμΕΑ σε θέσεις εργασίας και πλαίσια ανάλογα με τη φύση της αναπηρίας τους, ώστε να μην αποκλείονται από την κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας. Η συγκεκριμένη θέση, ενισχύεται και από άλλες βιβλιογραφικές αναφορές σύμφωνα με τις οποίες η εργασία αποτελεί όχι μόνο 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 500
αναφαίρετο δικαίωμα των ΑμΕΑ, αλλά και μέσο για την προώθηση και διευκόλυνση της κοινωνικής τους αποδοχής και ένταξης (Σιδηροπούλου - Δημακάκου & Δημητρόπουλος, 2000 Σιδηροπούλου - Δημακάκου, 1997 Κογκίδου & Πανταζής, 1997 Δελλασούδας, 1997). Τέλος, παρατηρώντας την ποσοστιαία κατανομή των κατηγοριών των προτάσεων των πολιτών φαίνεται πως, ενώ, η πλειονότητα των συμμετεχόντων πρότεινε τη μείωση των προκαταλήψεων, την ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των πολιτών, καθώς και την ευαισθητοποίηση των αρμόδιων φορέων, εντούτοις η κατηγορία ένταξη σε κανονικά σχολεία δε βρέθηκε να αποτελεί μια από τις υποστηριζόμενες προτάσεις των πολιτών. Το εύρημα αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως ένδειξη είτε της γενικότερης άγνοιας για την ένταξη των ΑμΕΑ στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης, είτε της πρόθεσής τους να συνταχθούν κατά των προκαταλήψεων, αλλά μέχρι εκεί που η παρουσία των ΑμΕΑ δεν τους «ενοχλεί». Ανάλογος προβληματισμός προκύπτει και από την έρευνα των Μπεζεβέγκη, Καλαντζή - Αζίζι και Ζώνιου - Σιδέρη (1997), όπου διαπιστώθηκε πως οι γονείς των τυπικά αναπτυσσόμενων παιδιών, σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, ήταν δεκτικοί στη φροντίδα ενός παιδιού με ειδικές ανάγκες, αλλά επιφυλακτικοί στο ενδεχόμενο τα παιδιά τους να συμμετέχουν σε κοινές δραστηριότητες με ΑμΕΑ. Στην ίδια κατεύθυνση άλλοι ερευνητές επισημαίνουν τη σπουδαιότητα της εφαρμογής παρεμβατικών προγραμμάτων κοινωνικοποίησης, τα οποία, όπως υποστηρίζουν, προσδίδουν νόημα στο θεσμό της ένταξης μέσω της διαφοροποίησης της συμπεριφοράς των παιδιών χωρίς ειδικές ανάγκες ως προς τα παιδιά με ειδικές ανάγκες (Φτιάκα, κ.ά., 2007). Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί το εύρημα σχετικά με τις ελάχιστες προτάσεις που διατυπώθηκαν από τους συμμετέχοντες αναφορικά με τις κατηγορίες: βελτίωση των ειδικών σχολείων και της ειδικής αγωγής, υποστήριξη της οικογένειας, αύξηση δαπανών, νομοθετικές ρυθμίσεις και ιατρική περίθαλψη. Ταυτόχρονα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ερευνητική βιβλιογραφία προτάσσει την ανάγκη για εξυγίανση του συστήματος υπηρεσιών ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης - επαγγελματικής κατάρτισης, στρατηγικές υποστήριξης των εκπαιδευτικών, καθώς και για προγράμματα γονεϊκής εκπαίδευσης και συμβουλευτικής, αύξηση οικονομικών πόρων, πρόληψη, παροχή ιατρικής φροντίδας και εκσυγχρονισμό του νομοθετικού πλαισίου με απώτερο στόχο τη μείωση των ψυχολογικών και κοινωνικών συνεπειών της αναπηρίας (Callias, 1997 Πολεμικός & Τσιμπιδάκη, 2002 Φλουρής, 2006). Επιπλέον παρατηρήθηκε ότι καμία πρόταση δε θίγει ζητήματα μείζονος σημασίας, τα οποία βρίσκονται πλέον στην «καρδιά» των ερευνητικών μελετών καθώς συνιστούν παραμέτρους που, αναμφισβήτητα, ορίζουν την ποιότητα ζωής. Ενδεικτικά αναφέρονται οι παρεμβάσεις στον πολεοδομικό ιστό και ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός. Κατάλληλες προδιαγραφές περιορίζουν τη λειτουργικότητα της αναπηρίας και διευκολύνουν την προσπελασιμότητα των ΑμΕΑ στο δομημένο χώρο, π.χ. δημόσιες υπηρεσίες, υπουργεία, νοσοκομεία, σχολικά κτίρια καθώς και κτιριακές εγκαταστάσεις Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Σαχίνογλου & Κούκκος, 1997 Πρεσβέλου, 2006 Φύτρος & Πανταζοπούλου, 2007). Επίσης, δεν εντοπίστηκαν προτάσεις σχετικά με υποδομές ψυχαγωγίας και γενικότερα δημιουργικής διαχείρισης του ελεύθερου χρόνου αν και στοιχειοθετούν προϋποθέσεις κοινωνικοποίησης και ένταξης (Φελούκα, 2007 Μπαλή, 2007). Η διαπίστωση αυτή θέτει σοβαρά ερωτήματα για την επάρκεια και την ακρίβεια των γνώσεων των πολιτών σε επιμέρους θέματα που αφορούν στα ΑμΕΑ, καθώς και το βαθμό στον 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 501
οποίο κατανοούν το πολυδιάστατο της ένταξης και κατά συνέπεια το μέγεθος των ρυθμίσεων στις οποίες πρέπει να προβεί η πολιτεία. Η παρούσα έρευνα έχει μεθοδολογικούς περιορισμούς που δεν επιτρέπουν οποιαδήποτε αξίωση γενίκευσης των αποτελεσμάτων, δεδομένου ότι οι πολίτες που συμμετείχαν δεν αποτελούν δείγμα αντιπροσωπευτικό του γενικού πληθυσμού, αν και καταβλήθηκαν προσπάθειες για τη συγκέντρωση όσο το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού συμμετεχόντων. Παρόλα αυτά προέρχονται από τα περισσότερα μέρη της ελληνικής επικράτειας. Η συμμετοχή τους ήταν εθελοντική και στη βάση της διάθεσής τους να συμμετέχουν μετά από ενημέρωση. Συνεπώς η δειγματοληψία δεν ήταν συστηματική. Οι διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με το κοινωνικοοικονομικό τους επίπεδο, κρίθηκαν ελλιπείς και δεν αξιοποιήθηκαν στη μελέτη του τρόπου που διαφοροποιούν τις προτάσεις τους. Στην περίπτωση των επισκοπήσεων που απευθύνονται στο γενικό πληθυσμό, οποιαδήποτε προσπάθεια συλλογής περισσότερο ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, ενδεχομένως να αξιολογηθεί ως απειλή και να οδηγήσει στην απώλεια υποκειμένων. Εξάλλου, όπως αναφέρθηκε, όσοι συμπλήρωσαν την ανοιχτή αυτή ερώτηση, θεωρούμε, ότι είχαν τουλάχιστον το αναμενόμενο επίπεδο μόρφωσης. Παρ όλα αυτά διαπιστώθηκε αρκετή συνοχή στις απαντήσεις των πολιτών. Δεν πρέπει τέλος να διαφεύγει το γεγονός ότι η παρούσα έρευνα έρχεται να ρίξει φως σε μια ελάχιστα διερευνημένη περιοχή αναφορικά με το πως αντιλαμβάνονται οι πολίτες την ποιότητα ζωής των ΑμΕΑ. Συμπερασματικά, η συνισταμένη των προτάσεων που διατυπώθηκαν από τους συμμετέχοντες συνοψίζεται στο αίτημα για περαιτέρω συστηματική έρευνα στο πεδίο της ένταξης από την οπτική των πολιτών. Στη σύγχρονη κοινωνία της γνώσης, η νέα θεώρηση της ενταξιακής, εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής προϋποθέτει την επεξεργασία γενικευμένων υποθέσεων που μετουσιώνουν τις μεμονωμένες πληροφορίες σε αντικειμενική γνώση και τον κανόνα του νόμου σε στρατηγικό σχεδιασμό. Η μελέτη των παραμέτρων που διαμορφώνουν τις υποκειμενικές απόψεις για τις διαφορές, τις διακρίσεις, τον αποκλεισμό, την ισότητα και την ισονομία εκτιμάται ότι θα καταδείξει τους δείκτες που οριοθετούν την ποιότητα ζωής των ΑμΕΑ και διασφαλίζουν την προστασία των δικαιωμάτων τους. Επίσης, τα ευρήματα που θα προκύψουν από σχετικές έρευνες θα ανανεώσουν ή/και θα εμπλουτίσουν το πλαίσιο δράσης των κρατικών φορέων καθώς και των δημόσιων συλλογικών οργάνων με στόχους ρητά διατυπωμένους και προσανατολισμένους σε ενέργειες που συνάδουν με το προφίλ μιας δημοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας. Το σημαντικότερο όμως είναι, ότι η διάχυση των αποτελεσμάτων θα προβάλλει τις ατομικές και συλλογικές ευθύνες, τις οποίες τα κέντρα αποφάσεων οφείλουν να θέσουν στο επίκεντρο της συζήτησης για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ΑμΕΑ. Βιβλιογραφία Ξενόγλωσση Ainscow, M. (1995). Special needs through school improvement; school improvement through special needs. In C., Clark, A., Dyson & A., Millward, (Eds.) Towards Inclusive Schools? London: David Foulton. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 502
Porter, G. L. (1997). Critical elements for inclusive schools. In S. J., Pijl., C., J. W., Meijer, & S. Hegarty, (Eds.) Inclusive Education: A Global Agenda. London: Routledge. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 503
Ελληνόγλωσση Βοζίκη, Κ.- Θ. (2005). Αντιλήψεις μαθητών Δημοσίων Σχολείων της Αθήνας και της Βιέννης απέναντι στα άτομα με αναπηρία. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων, 10, 46-59. Callias, M. (1997). Δουλεύοντας με γονείς παιδιών με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.) Άτομα με ειδικές ανάγκες, 206-222. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Δαβάζογλου, Α. (1999). Η προετοιμασία των εκπαιδευτικών θεμελιώδες ζητούμενο για ισότιμη αποδοχή και δίκαιη αντιμετώπιση των μαθητών με ειδικές ανάγκες. Κίνητρο, 1, 27-33. Δαβάζογλου, Α. (2002). Από τη Θεραπευτική Παιδαγωγική στην Παιδαγωγική της Ένταξης: μια αναδρομή στην τελευταία πεντηκονταετία. Στο: Δ. Χατζηδήμου, Ε. Ταρατόρη & Μ. Κουγιουρούκη (Επιμ.), Η Εξέλιξη της Παιδαγωγικής Επιστήμης στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια, 65-82. Θεσσαλονίκη: Αφοι Κυριακίδη. Δελλασούδας, Λ. (1997). Ειδική επαγγελματική κατάρτιση; Προτάσεις για την αναβάθμιση της. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.) Άτομα με ειδικές ανάγκες, 206-222. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Ζώνιου-Σιδέρη, Α. (2004α). Η εξέλιξη της ειδικής εκπαίδευσης: από το ειδικό στο γενικό σχολείο. Στο Α. Ζώνιου- Σιδέρη (Επιμ.) Σύγχρονες Ενταξιακές προσεγγίσεις: Β Πράξη, 9-31. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Ζώνιου - Σιδέρη, Α. (2004β). Η αναγκαιότητα της ένταξης: προβληματισμοί και Προοπτικές. Στο Α. Ζώνιου- Σιδέρη (Επιμ.) Σύγχρονες Ενταξιακές προσεγγίσεις: Α Θεωρία, 29-53. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Hodapp, R. M. (2003). Αναπτυξιακές θεωρίες και αναπηρία. Αθήνα: Μεταίχμιο. Κογκίδου, Δ., & Πανταζής, Π. (1997). Μια βιογραφική προσέγγιση της φτώχειας των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καϊλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 883-890. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Κοντοπούλου, Μ. (2001). Συμβουλευτική γονέων στα πλαίσια της πρώιμης παρέμβασης: η συμβολή των εκπαιδευτικών. Στο Μ. Τζουριάδου (Επιμ.), Πρώιμη παρέμβαση. Σύγχρονες τάσεις και προοπτικές, 160-183. Θεσσαλονίκη: Προμηθέας. Κυπριωτάκης, A. (1997). Συνεκπαίδευση «ειδικών» και «κανονικών» παιδιών; (136 συγκεκριμένες περιπτώσεις «ειδικών παιδιών»). Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 778-788. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Κυπριωτάκης, A. (1998). Σχολική ένταξη: γενικές προϋποθέσεις και ο ειδικός ρόλος των γονιών. Στο Ε. Τάφα (Επιμ.) Συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς, 378-397. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 504
Κυριαζή, Ν. (1999) Η κοινωνιολογική έρευνα. Κριτική επισκόπηση των μεθόδων και των τεχνικών. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Λαμπροπούλου, Β., & Παντελιάδου, Σ. (2000). Η ειδική Αγωγή στην Ελλάδα Κριτική θεώρηση. Στο Α. Κυπριωτάκης (Επιμ.), Πρακτικά Συνεδρίου Ειδικής Αγωγής, 156-170. Ρέθυμνο: Πανεπιστήμιο Κρήτης, Σχολή Επιστημών Αγωγής, Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης. Μπαλή, Β. (2007). Η Σημασία της Βιωματικής Εμπειρίας Μέσω του Παιχνιδιού στην Εκπαίδευση των Παιδιών με Μερική ή Ολική Απώλεια Όρασης. Στο Π. Ορφανός (Επιμ.), Η ειδική αγωγή στην κοινωνία της γνώσης, 327-336. Αθήνα: Γρηγόρης. Μπεζεβέγκης, Η., Καλαντζή-Αζίζι, Α., & Ζώνιου- Σιδέρη, Α. (1995). Απόψεις και στάσεις γονέων φυσιολογικών παιδιών απέναντι σε παιδιά με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.) Άτομα με ειδικές ανάγκες, 706-711. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Νόμος 2817/14.3.2000. Νόμος 1566/30.9.1985. Νόμος 1143/31.3.1981. Goffman, Ε. (2003) Στίγμα. Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια. Πολεμικός, Ν., & Τσιμπιδάκη, Α. (2002). Η οικογένεια με ειδικές ανάγκες ως σύστημα. Στο Ν. Πολεμικός, Μ. Καϊλα, & Φ. Καλαβάσης (Επιμ.), Εκπαιδευτική, οικογενειακή και πολιτική ψυχολογία, 325-334. Αθήνα: Ατραπός. Πρεσβέλου, Κ. (2006). Δικαίωμα στη διαφορετικότητα - Δικαίωμα στην ισότητα; Εξελικτικές τάσεις στη μελέτη και στις εφαρμογές της μειονεκτικότητας των ΑΜΕΑ. Στο Α. Β. Ρήγα (Επιμ.), Αντικαιάδας Αναπαραστάσεις και ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, 21-26. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Πρώιμος, Β. (1997). Η σύγχρονη τεχνολογία στην υπηρεσία των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 564-571. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Ράπτης, Π., Τσομπανίδης, Γ., & Φατούρου, Α. (2000). Αυτισμός: σχέσεις αλληλεπίδρασης αυτιστικών παιδιών με παιδιά του «κανονικού» σχολείου. Στο Α. Κυπριωτάκης, (Επιμ.), Τάσεις και προοπτικές Αγωγής και Εκπαίδευσης των Ατόμων με ειδικές Ανάγκες στην Ενωμένη Ευρώπη σήμερα, 503-517. Ρέθυμνο. Ρήγα, Α. Β. (1998). Κοινωνικές αναπαραστάσεις των εκπαιδευτικών για τη συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς ειδικές ανάγκες. Στο Ε. Τάφα (Επιμ.), Συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς, 260-294. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 505
Roll, D., (1998). Έχουν όλοι φίλους; Συνεκπαίδευση και κοινωνική ένταξη. Στο Ε. Τάφα (Επιμ.), Συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς προβλήματα μάθησης και συμπεριφοράς, 180-213. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Rose, R. (2000). Αξιολόγηση των προγραμμάτων ένταξης: Υπάρχει κάποια εμπειρική βάση που να μπορεί να στηρίξει την ενταξιακή πρακτική; Στο Α. Ζώνιου Σιδέρη (Επιμ.), Ένταξη: Ουτοπία ή Πραγματικότητα;, 275-300. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σαχίνογλου, Ι., & Κούκκος, Μ. (1997). Η προσπελασιμότητα βασική προϋπόθεση για την κοινωνική ένταξη των Α.Μ.Ε.Α. στην πόλη μας (Θεσσαλονίκη) Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 128-138. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σιδηροπούλου-Δημακάκου, Δ. (1997). Επαγγελματική καθοδήγηση και συμβουλευτική των γυναικών με ειδικές ανάγκες. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 197-205. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σιδηροπούλου-Δημακάκου, Δ., & Δημητρόπουλος, Α. (2000). Επαγγελματικός Προσανατολισμός Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες και Ατόμων που κινδυνεύουν από Κοινωνικό Αποκλεισμό. Στο Ζώνιου-Σιδέρη (Επιμ.) Άτομα με ειδικές ανάγκες και η ένταξη τους, 125-144. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σούλης, Σ. Γ. (2002). Παιδαγωγική της ένταξης. Αθήνα: Τυπωθήτω Γ. Δαρδανός. Στασινός, Δ. (2001). Η Ειδική Εκπαίδευση στην Ελλάδα. Αντιλήψεις, Θεσμοί και Πρακτικές Κράτος και Ιδιωτική Πρωτοβουλία (1906-1989). Αθήνα: Gutenberg. Τόλια, Ε. (1997). Εκπαιδευτική αξιολόγηση και παρέμβαση παιδιού με μαθησιακές δυσκολίες με νέα τεχνολογικά μέσα διδασκαλίας. Στο Μ. Καΐλα, Ν. Πολεμικός & Γ. Φιλίππου (Επιμ.), Άτομα με ειδικές ανάγκες, 591-596. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. UNESCO (1994). Διακήρυξη της Σαλαμάνκα και Πλαίσιο Δράσης για την Ειδική Αγωγή. Αθήνα: Ελληνική Εθνική επιτροπή για την UNESCO. Φελούκα, Β. (2007). Τα άτομα με κινητικές αναπηρίες και ο ελεύθερος χρόνος τους. Στο Π. Ορφανός (Επιμ.), Η ειδική αγωγή στην κοινωνία της γνώσης, 251-265. Αθήνα: Γρηγόρης. Φλουρής, Γ. Αναζητώντας την «εκπαιδευτική οικολογία» των παιδιών με ειδικές ανάγκες. Στο Α. Βλάχου, Μ. Καίλα & Β. Στρογγυλός (Επιμ.), Παιδιά με ειδικές ανάγκες Οικογένεια και Σχολείο, 117-142. Αθήνα: Ατραπός. Φτιάκα, Ε., Σοφοκλέους, Α., Νικολαϊδου, Μ. (2007). Η διαφοροποίηση στη συμπεριφορά των παιδιών χωρίς ειδικές ανάγκες ως προς τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, μετά από την εφαρμογή παρεμβατικού προγράμματος κοινωνικοποίησης. Νόημα στο θεσμό της ένταξης. Νέα Παιδεία, 123, 71-93. Φύτρος, Κ., & Πανταζοπούλου, Μ. (2007). Προσβασιμότητα για άτομα με ειδικές ανάγκες στο σχολικό εργαστήριο ως προϋπόθεση για την ένταξη των 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 506
ΑΜΕΑστη συνηθισμένη τάξη. Στο Π. Ορφανός (Επιμ.), Η ειδική αγωγή στην κοινωνία της γνώσης, 337-356. Αθήνα: Γρηγόρης. 10 o Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου 507