ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Έννοια. Η αποδοχή της κληρονομίας αποτελεί δικαίωμα του κληρονόμου, άρα δεν

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Κατεύθυνση Πολιτικής Ποινικής Δικαιοσύνης

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΟΡΜΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ, ΠΡΥΜΝΟΔΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΙΜΕΝΙΣΜΟΥ ΣΚΑΦΩΝ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. (ΛΙΜΑΝΙΑ κ.λπ.) ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΛΙΜΕΝΙΚΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΣΕΠ 2000 ΑΣΕΠ 2000 Εμπορική Τράπεζα 1983 Υπουργείο Κοιν. Υπηρ. 1983

Αποδεικτικές Διαδικασίες και Μαθηματική Επαγωγή.

ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Διδάσκων : Πομπιέρη Βασιλεία, Δικηγόρος, LLM UCL

2. Κατάθεσε κάποιος στην Εθνική Τράπεζα 4800 με επιτόκιο 3%. Μετά από πόσο χρόνο θα πάρει τόκο 60 ; α) 90 ημέρες β) 1,5 έτη γ) 5 μήνες δ) 24 μήνες

Άσκηση του δικαιώματος σημαίνει την εξουσία του δικαιούχου να ενεργήσει για την

Επιμέλεια : Πομπιέρη Βασιλεία, Δικηγόρος, LLM UCL

ΘΕΜΑ: Διαφορές εσωτερικού εξωτερικού δανεισμού. Η διαχρονική κατανομή του βάρους από το δημόσιο δανεισμό.

ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

Ας υποθέσουμε ότι ο παίκτης Ι διαλέγει πρώτος την τυχαιοποιημένη στρατηγική (x 1, x 2 ), x 1, x2 0,

- 1 - Ποιοι κερδίζουν από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών; Γιατί η άμεση ανταλλαγή αγαθών, ορισμένες φορές, είναι δύσκολο να

ΣΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του αποκτά πρόσβαση στο περιβάλλον του ιατρού που παρέχει η εφαρμογή.

Για να καταρτιστεί έγκυρα μια δικαιοπραξία απαιτούνται οι εξής προϋποθέσεις:

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

ΣΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ. Με την πιστοποίηση του έχει πρόσβαση στο περιβάλλον του φαρμακείου που παρέχει η εφαρμογή.

Αναγνώριση Προτύπων. Σήμερα! Λόγος Πιθανοφάνειας Πιθανότητα Λάθους Κόστος Ρίσκο Bayes Ελάχιστη πιθανότητα λάθους για πολλές κλάσεις

ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: Διοικητικής Δικαιοσύνης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ. Εαρινό Εξάμηνο

ΘΕΜΑ: Διευκρινήσεις για τη χορήγηση αδειών στους δημοσίους υπαλλήλους βάσει του νέου Υπαλληλικού Κώδικα.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

Ευρωπαϊκά παράγωγα Ευρωπαϊκά δικαιώματα

HY 280. θεμελιακές έννοιες της επιστήμης του υπολογισμού ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ. Γεώργιος Φρ.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑ. Μορφές δημόσιου δανεισμού. Σύνταξη: Παπαδόπουλος Θεοχάρης, Οικονομολόγος, MSc, PhD Candidate

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

Οι γέφυρες του ποταμού... Pregel (Konigsberg)

Ημέρα 4 η (α) Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης. (β) Η απόλυτη υπεραξία. Αγορά και πώληση της εργασιακής δύναμης

ΚΛΑΔΟΣ: ΠΕ11 ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΕΚΠΑ, ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΝΑΥΤΙΛΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 22η. ΘΕΜΑ: Απαλλαγή από ΦΜΑ λόγω απόκτησης α κατοικίας για ρυθμισθέντες χώρους με το ν.4014/2011

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΗΣ 31 ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016

ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Κατεύθυνση Διοικητικής Δικαιοσύνης

Μονάδες α. Να γράψετε στο τετράδιό σας τον παρακάτω πίνακα σωστά συµπληρωµένο.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ. ΟΜΙΛΗΤΗΣ Υπαστυνόμος Α ΡΑΓΚΟΣ Κωνσταντίνος

ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΗ ΚΡΗΤΗ

{ i f i == 0 and p > 0

Α) Ανάλογα με τη φύση των κονδυλίων που περιλαμβάνουν οι προϋπολογισμοί διακρίνονται σε:

ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑΣ. του Δικαστή Akua Kuenyehia, Προεδρεύοντος Δικαστή της Δικαστή Anita Ušacka της Δικαστή Sylvia Steneir

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΕΥΘΥΓΡΑΜΜΗ ΟΜΑΛΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΡΙΩΡΗ ΓΡΑΠΤΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ A ΛΥΚΕΙΟΥ. Ονοματεπώνυμο Τμήμα

Θεσσαλονίκη Αρ.Πρωτ.354, 355. Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

23/2/07 Sleep out Πλατεία Κλαυθμώνος

του συνεργάτη μας Λογιστή Α Τάξεως Γεωργίου Μακρίδη 1. Ποιο από τα παρακάτω δεν περιλαμβάνεται στο Πραγματικό Παθητικό

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ. ΘΕΜΑ 1ο

Σχέσεις και ιδιότητές τους

Θεσσαλονίκη Αρ.πρωτ.662. Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης

Συμβόλαια γάμου στους παπύρους της Αιγύπτου

Κατεύθυνση Πολιτικής Ποινικής Δικαιοσύνης

Αθήνα, 29 Νοεμβρίου 2006 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΤΟΠ. ΑΥΤ/ΣΗΣ Δ/ΝΣΗ ΟΡΓ. & ΛΕΙΤ. ΟΤΑ TMHMA ΟΡΓ & ΛΕΙΤ.

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΚΑΣΤΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΤΗΣΙΩΝ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΤΜΗΜΑ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ ΧΟΡΩΔΙΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑΣ. Ενώπιον: της Δικαστή Sanji Mmasenono Monageng, Προεδρεύουσας Δικαστή της Δικαστή Sylvia Steiner του Δικαστή Cuno Tarfusser

Ημέρα 3 η. (α) Aπό την εργασιακή διαδικασία στη διαδικασία παραγωγής (β) Αξία του προϊόντος και αξία της εργασιακής δύναμης

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2014 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΜΑΙΟΣ 2011 Επιμέλεια : Βασίλειος Σταματόπουλος, Δικηγόρος, Δ.Μ.Σ., Υπ. ΔΝ

Εξαναγκασμένες ταλαντώσεις, Ιδιοτιμές με πολλαπλότητα, Εκθετικά πινάκων. 9 Απριλίου 2013, Βόλος

ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΥΠΟΧΛΩΡΙΩΔΟΥΣ ΝΑΤΡΙΟΥ

Δ Ι Α Κ Ρ Ι Τ Α Μ Α Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Α. 1η σειρά ασκήσεων

Για τις απαντήσεις απευθυνθείτε στο 1

ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ Κείµενο από το πρωτότυπο ( )

Ταξινόμηση των μοντέλων διασποράς ατμοσφαιρικών ρύπων βασισμένη σε μαθηματικά κριτήρια.

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Πρώτη Γραπτή Εργασία. Εισαγωγή στους υπολογιστές Μαθηματικά

ΘΕΜΑ: Aποτελεσματικότητα της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε μια ανοικτή οικονομία

2 Η ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑ Α ΦΥΣΙΚΗΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Β ΤΑΞΗ ΚΕΙΜΕΝΟ. Πέµπτη 19 Νοεµβρίου Αγαπητή Κίττυ,

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΠΡΟΧΕΙΡΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΥΛΙΚΩΝ ΚΑΘΑΡΙΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΚΗΡΥΣΣΕΙ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. Η συγκεκριμένη εφαρμογή της λειτουργίας για τη λήψη φορολογικής ενημερότητας βρίσκεται στην αρχική σελίδα της ιστοσελίδας της Γ.Γ.Π.Σ.

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ (ΔΕΥΑΛ) ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ

Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις περιόδου από 1 η Ιανουαρίου έως 31 η Μαρτίου 2011 ΣΕΛΙΔΑ 1

Εισαγωγικά. 1.1 Η σ-αλγεβρα ως πληροφορία

ΜΑΘΗΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ Ε Π Ε Ι Γ Ο Ν /ΝΣΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

«ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ»

ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ. Άσκηση με θέμα τη μεγιστοποίηση της χρησιμότητας του καταναλωτή

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ

Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις περιόδου από 1 η Ιανουαρίου έως 31 η Μαρτίου 2012 ΣΕΛΙΔΑ 1

Αναγνώριση Προτύπων. Σημερινό Μάθημα

1. Σε περίπτωση κατά την οποία η τιμή ενός αγαθού μειωθεί κατά 2% και η ζητούμενη

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 30 ΜΑΪΟΥ 2000 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΧΗΜΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΕΞΙ (6)

Γιάννης Ι. Πασσάς. Γλώσσα. Οι λειτουργίες της γλώσσας Η γλωσσική 4εταβολή και ο δανεισ4ός

Projects για το εργαστήριο. των Βάσεων Δεδομένων

Προτεινόμενα θέματα στο μάθημα. Αρχές Οικονομικής Θεωρίας ΟΜΑΔΑ Α. Στις προτάσεις από Α.1. μέχρι και Α10 να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της

Εγκύκλιος Ε.Φ.Ο.Τ. 2013/1

ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΔΙΚΑΣΙΑΣ. της Δικαστή Sylvia Steiner, Προεδρεύοντος Δικαστή της Δικαστή Sanji Mmasenono Monageng του Δικαστή Cuno Tarfuser

Γενικό Λύκειο Μαραθοκάμπου Σάμου. Άλγεβρα Β λυκείου. 13 Οκτώβρη 2016

ΑΝΑΡΤΗΤΕΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΝΟΤΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Πάρος 19/11/2008 ΝΟΜΟΣ ΚΥΚΛΑΔΩΝ Αρ.Πρωτ.: ΔΗΜΟΣ ΠΑΡΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

Transcript:

ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΛΥΕΤΑΙ ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΔΑΚΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΑ: ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ (ΠΕΤΤΥ) ΜΑΖΟΥ Πρακτικό 1 Ο Α, Έλληνας και μόνιμος κάτοικος Γαλλίας, ενάγει τον Β, Βέλγο και κάτοικο Γαλλίας, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με αίτημα να του αποδώσει 16.434,34 (5.600.000 δρχ.), από δάνειο που είχε συναφθεί στην Αθήνα κατά τη διάρκεια των θερινών τους διακοπών και το οποίο είχε συμφωνηθεί να εκπληρωθεί στο Παρίσι της Γαλλίας. Ερωτάται: α) Υφίσταται διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων; β) Τι θα συνέβαινε, αν ο Α ήταν κάτοικος Αθηνών και το δάνειο είχε καταρτιστεί στη Γαλλία, αλλά δεν είχε συμφωνηθεί ο τόπος εκπλήρωσης; γ) Αν είχε συμφωνηθεί ο τόπος εκπλήρωσης το Παρίσι και τόπος κατάρτισης επίσης το Παρίσι, θα μπορούσε ο Α να εναγάγει τον Β στην Αθήνα στην υποθετική περίπτωση που ο τελευταίος είχε ένα ακίνητο στην Αθήνα; Πρακτικό 2 Ο Αλέκος άσκησε αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εναντίον του Βαγγέλη με το αίτημα να αναγνωριστεί ως κύριος ενός διαμερίσματος τριών δωματίων, το οποίο βρίσκεται 1

στον πρώτο όροφο πολυκατοικίας στην οδό Ασκληπιού αρ. 157 στην Αθήνα, και να καταδικαστεί ο εναγόμενος να του το αποδώσει. Στη συζήτηση της αγωγής, ο δικαστής παρατήρησε ότι προδήλως υπάρχει έλλειψη υλικής αρμοδιότητας, αφού η αξία του επιδίκου ακινήτου δεν μπορεί παρά να είναι μεγαλύτερη από 46.955,245 ευρώ (16.000.000 δραχμές). Ωστόσο, ο εναγόμενος Βασίλης ομολόγησε ότι η αξία του διαμερίσματος δεν υπερβαίνει τα 10.711,67 ευρώ (3.650.000 δραχμές), ενώ αρνήθηκε την ιστορική βάση της αγωγής και ζήτησε την απόρριψη της ως αβάσιμης. Ερωτάται: Τί θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 3 Ο Α, κάτοικος Πατρών όταν ζούσε, πεθαίνοντας στις 15/1/1989 στην Πάτρα, άφησε με διαθήκη μοναδικούς κληρονόμους, τους γιους του, Β και Γ, κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου σε τρία α κίνητα, που βρίσκονται στις περιφέρειες των νόμων Κορίνθου, Λάρισας και Θεσσαλονίκης. Ο Β, λίγο καιρό μετά την αποδοχή της κληρονομιάς του Α, άσκησε αγωγή διανομής κατά του Γ, με αίτημα τη λύση της μεταξύ στους κοινωνίας και τη διανομή του κληρονομιαίου ακινήτου, που βρίσκεται στην Κόρινθο, και του οποίου η αξία ανέρχεται σε 52.824,65 (18.000.000 δραχμές). Ερωτάται: α) Ποιο το καθ ύλην αρμόδιο δικαστήριο; β) Ποιο το κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για την επίλυση της παρούσας διαφοράς; γ) Αν ο Β ζητούσε τη διανομή και των τριών ακινήτων ποιο το κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο; Πρακτικό 4 Ο Α άσκησε κατά των Β και Γ, κατοίκων, αντίστοιχα, Αθηνών και Θεσσαλονίκης, αγωγή διεκδικητική, με αίτημα την απόδοση σε αυτόν του ακινήτου του, που βρίσκεται στη Λάρισα και η αξία του οποίου ανέρχεται σε 58.694,06 (20.000.000 δραχμές). Την αγωγή ο Α την άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Κατά τη συζήτηση της αγωγής, οι Β και Γ παρέστησαν νόμιμα και αρνήθηκαν την ιστορική βάση της αγωγής. Το δικαστήριο δέχθηκε την αγωγή του Α. Οι Β και Γ άσκησαν έφεση, με την οποία παραπονούντο ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ήταν υλικά και τοπικά αναρμόδιο. Ερωτάται: 1) Είναι βάσιμοι οι λόγοι έφεσης των Β και Γ; 2) Ποιο θα ήταν το καθ ύλην αρμόδιο δικαστήριο, στην περίπτωση που οι Β και Γ διατάρασσαν το δικαίωμα της κυριότητας του Α, εισερχόμενοι μέσα στο ακίνητο του καθημερινά και προξενώντας ζημιές στα δένδρα του. Πρακτικό 5 Ο Α, νόμιμα ορισμένος διαχειριστής της πολυκατοικίας που βρίσκεται στην οδό Σόλωνος 408 στην Αθήνα, άσκησε αγωγή εναντίον του Β, μισθωτή του Δ1 διαμερίσματος του 4ου ορόφου της παραπάνω πολυκατοικίας, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με αίτημα να καταδικαστεί να πληρώσει 528,25 (180.000 δρχ.), για οφειλόμενα κοινόχρηστα 18 μηνών (18x29,35 (10.000 δραχμές) το μήνα). Στη συζήτηση της αγωγής, ο B προέβαλε την ένσταση της υλικής αναρμοδιότητας του δικαστηρίου. Ερωτάται: Είναι βάσιμος ο σχετικός ισχυρισμός του Β; Πρακτικό 6 2

Ο Α άσκησε αγωγή κατά του Β, με αίτημα να καταδικαστεί ο τελευταίος να του καταβάλει 5282,47 ευρώ (3.500.000 δραχμές), ως υπόλοιπο τιμήματος από την πώληση ενός αυτοκινήτου. Η αγωγή ασκήθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και η συζήτηση της προσδιορίστηκε για τις 15/1/2000. Κατά την ημέρα της δικασίμου, ο ενάγων Α περιόρισε με τις προτάσεις του το αίτημα της αγωγής του από 5282,47 (3.500.000 δραχμές) σε 10.271,46 (1.800.000 δραχμές). Ερωτάται: Ποιο είναι το καθ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για να δικάσει την παραπάνω διαφορά, μετά τον περιορισμό του αιτήματος; Πρακτικό 7 Ο Α, κάτοικος Χαλκίδας, άσκησε αγωγή κατά της ομόρρυθμης οικοδομικής εταιρείας με την επωνυμία «Β, Γ ΟΕ» στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Χαλκίδας, με το αίτημα να καταδικαστεί η ε ναγόμενη να του καταβάλει 49.889,95 (17.000.000 δραχμές), ως αποζημίωση για την αμέλεια των υπαλλήλων της και των άλλων προσώπων που είχε ορίσει ως υπεύθυνους κατά την ανέγερση πολυώροφης οικοδομής του στη Χαλκίδα, και, ειδικότερα, επειδή, κατά παράβαση των κανόνων της επιστήμης και τέχνης, δεν είχε πάρει τα απαραίτητα προφυλακτικά μέτρα κατά την εκτέλεση των εκσκαφών στο οικόπεδο, στο οποίο ανήγειρε την πολυώροφη οικοδομή, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει, ο μεσημβρινός τείχος της δικής του παρακείμενης οικίας και να υποστεί ισόποση ζημιά. Κατά τη συζήτηση της αγωγής, η εναγόμενη εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το δικαστήριο είναι τοπικά αναρμόδιο, καθώς η έδρα της, σύμφωνα με το νόμιμα δημοσιευμένο καταστατικό της, βρισκόταν στην Αθήνα. Ο ενάγων Α, ζήτησε να απορριφθεί ο ισχυρισμός της «Β, Γ ΟΕ», για το λόγο ότι, αν και βρίσκεται η καταστατική της έδρα στην Αθήνα, παρ όλα αυτά δεν ασκεί εκεί (στην Αθήνα) καμιά επιχειρηματική ή άλλη δραστηριότητα, την οποία αναπτύσσει για πολλά χρόνια με ανεγέρσεις οικοδομών στην Χαλκίδα. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 8 Ο Α άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών αγωγή κατά του Β, κατοίκου Αθηνών, με την οποία ζήτησε να ακυρωθεί η προς τον εναγόμενο πώληση ακινήτου του, που βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, γιατί η κατάρτισή της έγινε μετά από παράνομη απειλή. Κατά τη συζήτηση της αγωγής, ο Β ισχυρίσθηκε ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών είναι κατά τόπο αναρμόδιο. Ερωτάται: Είναι παραδεκτός ο ισχυρισμός του εναγομένου; Ποιος φέρει το βάρος της απόδειξης του σχετικού ισχυρισμό του Β; Πρακτικό 9 Η Α, κάτοικος Αθηνών, ασκεί κατά του Β, κατοίκου Θεσσαλονίκης, αγωγή διατροφής, για το λόγο ότι ήταν υπαίτιος της διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης τους. Την αγωγή διατροφής η Α την άσκησε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Ο Β, κατά τη συζήτηση της αγωγής, προέβαλε την ένσταση της τοπικής αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, ισχυριζόμενος ότι τόσο η κατοικία του όσο και η τελευταία κοινή διαμονή τους ως συζύγων ήταν η Θεσσαλονίκη. Ερωτάται: Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 10 Ο Α άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λάρισας αγωγή διανομής κατά του Β για τρία ακίνητα, που βρίσκονται στη Λάρισα, Ηράκλειο και Λαμία. Ορθά; Αιτιολογήστε την απάντηση. 3

Πρακτικό 11 Το αυτοκίνητο του Α συγκρούεται με το αυτοκίνητό του Β στη συμβολή των οδών Ασκληπιού και Σκουφά στην Αθήνα. Από την σύγκρουση αυτή επήλθαν σοβαρές ζημιές και στα δύο αυτοκίνητα. Ο Α ασκεί αγωγή αποζημίωσης στο Ειρηνοδικείο Αθηνών κατά του Β με αίτημα να καταδικαστεί ο Β, να καταβάλει 5869,41 (2.000.000 δραχμές), για το λόγο ότι ήταν αποκλειστικά υπαίτιος (Β) του ατυχήματος. Μετά από λίγο καιρό, και ενώ εκκρεμούσε η αγωγή του Α, ο Β άσκησε αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, αιτούμενος αποζημίωση ύψους 13.206,16 ευρώ (4.500.000 δρχ) για τις υλικές ζημιές, που προξενήθηκαν από υπαιτιότητα του Α στο αυτοκίνητό του. Ερωτάται: Μπορεί το Ειρηνοδικείο να εκδικάσει την αγωγή του Β κατά του Α; B. Πρακτικό 12 Ο Α άσκησε αγωγή στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών κατά του ταμείου επικουρικής α σφάλισης των υπαλλήλων της ΕΡΤ ισχυριζόμενος, ότι ο πατέρας του (Β) ήταν υποχρεωτικά α σφαλισμένος στο εναγόμενο ταμείο μέχρι της 10 Ιανουαρίου 2001. Τότε απεχώρησε από την υ πηρεσία με παραίτηση μετά από συμπλήρωση 28 χρόνων συνολικής υπηρεσίας συνεπώς απέκτησε το δικαίωμα να λάβει από το ταμείο, εκτός από το τακτικό περιοδικό βοήθημα και εφάπαξ χρηματικό βοήθημα, το οποίο μετά την αφαίρεση των οφειλών του ανέρχεται στο ποσό των 29.347,03 (10.000.000 Δραχμές). Το δικαίωμα αυτό μετά το θάνατο του δίκαιου πατέρα του, που επήλθε στις 15 Απριλίου 2001, μεταβιβάστηκε σε αυτόν (τον ενάγοντα) με την εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή. Με βάση το ιστορικό αυτό ζήτησε ο Α, να υποχρεωθεί το εναγόμενο ταμείο να καταβάλει σε αυτόν το προαναφερόμενο υπόλοιπο του εφάπαξ χρηματικού βοηθήματος. Κατά τη συζήτηση της αγωγής το εναγόμενο ταμείο αρνήθηκε την ιστορική βάση της αγωγής. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 13 Ο Α άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αγωγή κατά του Β ζητώντας να καταδικαστεί ο τελευταίος να του αποδώσει το μεταχειρισμένο αυτοκίνητο του αξίας 44.460,75 ευρώ (15.150.000 Δραχμές), που του είχε πωλήσει με σύμβαση τον Ιανουάριο του 2002 και την οποία αρνιόταν ο Β να εκπληρώσει. Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ο Β ισχυρίστηκε: α) ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο είναι καθ ύλην αναρμόδιο να δικάσει την εν λόγω αγωγή, γιατί τώρα που συζητείται αυτή η αξία του αυτοκινήτου έχει μειωθεί κατά 586,94 (200.000 δραχμές) και κατά συνέπεια καθ ύλην αρμοδιότητα έχει πλέον το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, β) σε κάθε περίπτωση το δικαστήριο οφείλει να διατάξει αποδείξεις για την αξία του αυτοκινήτου. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 14 Ο Α ασκεί αγωγή κατά του Β κατοίκου Αθηνών ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Α θηνών και ζητά να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της σύμβασης που κατάρτισαν για τη μεταβίβαση κυριότητας ακινήτου που βρίσκεται στην περιοχή Καλαβρύτων (ΑΚ 179). Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ο Β αντέτεινε, ότι κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Καλαβρύτων και όχι των Αθηνών. α) Είναι βάσιμος ο ισχυρισμός αυτός του Β; 4

β) Τί θα αποφάσιζε το δικαστήριο ως προς την κατά τόπο αρμοδιότητα του, αν ο Α με βάση σύμβαση αγοραπωλησίας (ΑΚ 513) είχε ασκήσει ως αγοραστής κατά του Β πωλητή αγωγή για μεταβίβαση κυριότητας και παράδοση του ακινήτου; Πρακτικό 15 Ο Α ασκεί αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης κατά του Β, κατοίκου Κομοτηνής, κληρονόμου του Γ, κατοίκου επίσης Κομοτηνής όσο ζούσε, με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλει 17.608,22 (6.000.000 δραχμές), τα οποία ο Γ, πατέρας του εναγομένου Β, δικηγόρος Καβάλας, τα είχε εισπράξει ως αμοιβή, για να χειρισθεί υπόθεση του (του Α) ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καβάλας, που τελικά δεν διεκπεραίωσε ποτέ. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος Β ισχυρίστηκε, ότι ο πατέρας του Γ ποτέ δεν πήρε τα χρήματα που ε πικαλείται ο ενάγων Α. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 16 Οι Α, Β και Γ είναι κληρονόμοι ή εκ διαθήκης του Κ, κατοίκου εν ζωή Αθηνών, ο οποίος τους άφησε την τεράστια ακίνητη περιουσία του, αποτελούμενη από τέσσερα διαμερίσματα που βρίσκονται στην Αθήνα, οκτώ οικόπεδα που βρίσκονται στην Εκάλη και ένα οικόπεδο που βρίσκεται στην Κομοτηνή. Ο Α ασκεί κατά των Β και Γ ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης αγωγή διανομής του ακινήτου που βρίσκεται στην Κομοτηνή. Κατά τη συζήτηση οι Β και Γ πρότειναν την ένσταση της κατά τρόπο αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, ισχυριζόμενοι ότι κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για ακίνητα που ανήκουν στην κληρονομία είναι σύμφωνα με το άρθρο 30 ΚΠολΔ αποκλειστικά και μόνο το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου είχε την κατοικία του στη ζωή ο κληρονομούμενος. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 17 Ο Α ενάγει τον Β κάτοικο Κορίνθου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών προκειμένου να καταδικαστεί ο τελευταίος να του αποδώσει 8217,17 (2.800.000 δραχμές) από σύμβαση δανείου, η οποία είχε καταρτιστεί στην Κόρινθο όπου θα ήταν και αποδοτέο το δάνειο. Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο ο Β παρέστη και η συζήτηση διεξήχθη αντιμωλία των διαδίκων. Το δικαστήριο έκρινε με την απόφαση του, ότι είναι κατά τόπο αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κορίνθου. 1) Σε ποιες διατάξεις του ΚΠολΔ στήριξε την απόφασή του το δικαστήριο; 2) Ποια θα πρέπει να ήταν η απόφαση του δικαστηρίου στην περίπτωση που στο δανειστικό συμβόλαιο οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει, ότι «όλες οι διαφορές που θα προκύψουν από αυτή τη σύμβαση θα επιλύονται από τα δικαστήρια των Αθηνών»; Θα άλλαζε η απάντησή σας, αν α πλώς είχαν συμφωνήσει, ότι στο εξής οποιεσδήποτε διαφορές από τις μεταξύ τους σχέσεις θα επιλύονται από τα δικαστήρια των Αθηνών; 3) Ο μπορούσαν οι παραπάνω διάδικοι να είχαν συμφωνήσει στο δανειστικό σύμβολο, ότι «κάθε διαφορά που θα προκύψει στο μέλλον από τη σύμβαση αυτή θα επιλύεται ως προς το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας από τα δικαστήρια της Αθήνας»; 4) Ποια θα ήταν η απόφαση του δικαστηρίου, αν οι διάδικοι είχαν συμφωνήσει, ότι «κάθε διαφορά που θα προκύψει από τη σύμβαση αυτή θα επιλύεται μόνο από Πολυμελές Πρωτοδικείο»; Πρακτικό 18 Ο Α Έλληνας μετανάστης στη Γερμανία δανείστηκε από τον Β επίσης Έλληνα εκεί μετανάστη το ποσό των 58.694,06 (20.000.000 δραχμές) αποδοτέο μετά από ένα εξάμηνο στο Μόναχο, 5

τόπο μόνιμης διαμονής και των δύο. Ο Α ό μως μετά την παρέλευση του εξαμήνου δεν απέδωσε το δάνειο στον Β και ο τελευταίος ερχόμενος το καλοκαίρι στην Ελλάδα επισκέφθηκε συγγενή του δικηγόρο τον οποίο και διόρισε πληρεξούσιό του, προκειμένου να ασκήσει αγωγή απόδοσης του δανείου κατά του Α. α) Έχει ελληνικό δικαστήριο δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή; Τι θα αποφάσιζε το ελληνικό δικαστήριο, αν ο Β ισχυριζόταν κατά τη συζήτηση, ότι το εν λόγω δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει την αγωγή του, επειδή ο Α έχει την ελληνική ιθαγένεια; β) Τι θα αποφάσιζε το ελληνικό δικαστήριο, αν στο δανειστικό συμβόλαιο είχαν συμφωνήσει ο Α και ο Β ότι: «Αποκλειστικά αρμόδιο για την επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς προκύψει από αυτή τη σύμβαση θα είναι τα ελληνικά δικαστήρια». Πρακτικό 19 Ο Δ Πρόεδρος Πρωτοδικών Αθηνών είχε μετάσχει ως επιδιαιτητής στη σύνθεση του τριμελούς διαιτητικού δικαστηρίου, που έκρινε τη διαφορά που προέκυψε από σύμβαση εργολαβικού κατασκευής πολυκατοικίας με αντιπαροχή μεταξύ του εργολάβου Α και του οικοπεδούχου Β. Κατά της διαιτητικής αυτής απόφασης άσκησε αργότερα νομότυπα ο Α αγωγή ακύρωσης ενώπιον του Εφετείου Αθηνών. Στη σύνθεση του δικαστηρίου αυτού μετέχει ως δικαστής και ο νεοπροαχθείς στο βαθμό του Εφέτη Πρόεδρος Πρωτοδικών Δ. 1) Σχετικά με τη συμμετοχή του στη σύνθεση του δικαστηρίου σε ποια ενέργεια οφείλει να προβεί ο Δ; 2) Αν ήσαστε δικηγόρος του Α, τι θα προτείνατε και με ποιο τρόπο στο δικαστήριο; 3) Θα άλλάζε η απάντηση, αν ο Δ και πάλι συμμετείχε στη σύνθεση του Εφετείου, και είχε αγοράσει από τους οικοπεδούχους με προσύμφωνο, στο οποίο είχε συμβληθεί εκ τρίτου ο Α ένα διαμέρισμα, και το διατακτικό της διοικητικής απόφασης διέταζε τον εργολάβο Α να επιδιορθώσει με δικά του έξοδα τις κατασκευαστικές ατέλειες της πολυκατοικίας; Πρακτικό 20 Ο Α, 15ετής ανήλικος, με τη γενική συναίνεση των γονέων του προσελήφθη ως υπάλληλος στην επιχείρηση του Β. Επειδή ο Β καθυστερεί να του καταβάλει τους μισθούς τεσσάρων μηνών, ο Α ασκεί αγωγή κατά του τελευταίου για να καταδικαστεί να τους καταβάλει. Στο δικαστήριο ο Β ισχυρίστηκε, ότι η αγωγή του Α πρέπει να απορριφθεί, γιατί δεν έχει την ικανότητα δικαστικής παράστασης αφού είναι ανήλικος. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 21 Ο Α άσκησε αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Καλαμάτας εναντίον του Κοινού Ταμείου Εισπράξεων Λεωφορείων (ΚΤΕΛ) Μεσσηνίας με την ακόλουθη βάση: Ότι έχει προσληφθεί από το εναγόμενο ΚΤΕΛ με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ως εισπράκτορας υπεραστικών λεωφορείων με τα λεωφορεία αυτά κάνει τη διαδρομή Αθήνα Καλαμάτα Αθήνα δύο φορές κάθε επτά ημέρες, διανυκτερεύοντας έτσι στην Καλαμάτα δύο βραδιές την εβδομάδα. Ότι για κάθε διανυκτέρευση του στην Καλαμάτα δικαιούται να πάρει επίδομα ίσο με το ένα εικοστό πέμπτο των μηνιαίων αποδοχών του, γιατί τόπος της μόνιμης επαγγελματικής κατοικίας του δεν είναι η Καλαμάτα, όπου διανυκτερεύει, αλλά η Αθήνα. Και, τέλος, ότι το ΚΤΕΛ Μεσσηνίας αρνείται να του καταβάλει αυτό το επίδομα, με τον ισχυρισμό ότι η μόνιμη επαγγελματική του κατοικία, ο τόπος δηλαδή όπου παρέχει τις υπηρεσίες του δεν είναι η Αθήνα, αλλά Καλαμάτα. Με βάση λοιπόν αυτά τα πραγματικά περιστατικά, ο Α ζήτησε από το δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η μόνιμη επαγγελματική κατοικία του είναι στην Αθήνα. Στη συζήτηση της αγωγής το 6

εναγόμενο ΚΤΕΛ ζήτησε την απόρριψη της ως ουσιαστικά αβάσιμης. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 22 Οι Α και Β προσβλήθηκαν με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ως εργάτες από τις ανώνυμες τεχνικές εταιρείες Ε και Ρ αντίστοιχα, που έχουν την έδρα τους στην Αθήνα και οι οποίες είχαν συστήσει μεταξύ τους κοινοπραξία. Οι εργοδότριες εταιρείες όμως καθυστερούν να τους καταβάλουν τους μισθούς τεσσάρων μηνών, που ανέρχονται για μεν τον Α στο ποσό των 4402 (1.500.000 δραχμές), για δε τον Β στο ποσό των 5282 (1.800.000 δραχμές), ήτοι συνολικά 9684 (2.300.000 δραχμές), και για το λόγο αυτό ασκούν μαζί αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών κατά της κοινοπραξίας, με αίτημα την καταδίκη της τελευταίας να τους καταβάλλει τα παραπάνω ποσά. Στην πρώτη συζήτηση στο ακροατήριο ο δικηγόρος της κοινοπραξίας ισχυρίστηκε: α) ότι το Ειρηνοδικείο είναι καθ ύλην αναρμόδιο να δικάσει την αγωγή των Α και Β, β) ότι η αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη για το λόγο ότι η κοινοπραξία δεν έχει νομική προσωπικότητα και συνεπώς δεν έχει την ικανότητα διαδίκου. Είναι βάσιμοι οι ισχυρισμοί του δικηγόρου της κοινοπραξίας; Πρακτικό 23 Ο Α έχει ένα ακίνητο, το οποίο στερείται την αναγκαία δίοδο προς το δρόμο. Επειδή λοιπόν οι γείτονες του Β και Γ, συγκύριοι του γειτονικού ακινήτου, αρνούνται να του επιτρέψουν να περνάει μέσα από το δικό τους ακίνητο ώστε να φθάσει στο δρόμο, άσκησε αγωγή ζητώντας από το δικαστήριο να υποχρεώσει αυτό τους γείτονές του να του δώσουν τη δίοδο έναντι ανάλογης α ποζημίωσης (ΑΚ 1012). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την οριστική του απόφαση έκανε δεκτή την αγωγή ως ουσιαστικά βάσιμη. Οι Β και Γ άσκησαν στη συνέχεια έφεση για το λόγο ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα τις αποδείξεις. Τη συζήτηση του ένδικου αυτού μέσου επέσπευσε ο εφεσίβλητος Α, ο οποίος όμως κάλεσε σε αυτή μόνο τον Β. Κατά τη συζήτηση της έφεσης ο εκκαλών Β ζήτησε να γίνει δεκτή η έφεσή του, να εξαφανιστεί η πρωτόδικη α πόφαση και να απορριφθεί στη συνέχεια η αγωγή, ενώ ο εφεσίβλητος Α ζήτησε να απορριφθεί η έφεση. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 24 Ο Α ανέθεσε στην κατασκευαστική ομόρρυθμη εταιρεία Ε την κατασκευή μιας πολυκατοικίας σε οικόπεδο της αποκλειστικής του κυριότητας. Μετά την αποπεράτωση της πολυκατοικίας, ο Α διαπίστωσε ότι έλειπαν οι περισσότερες από τις συμφωνημένες ιδιότητες. Για το λόγο αυτό άσκησε αγωγή κατά της εταιρίας και κατά το ομόρρυθμων εταίρων της Β, Γ και Δ ζητώντας α ποζημίωση για πλημμελή εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων τους, ισχυριζόμενος ότι οι ελλείψεις του έργου οφείλονται σε υπαιτιότητα του εργολάβου (ΑΚ 690). Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας Β σιώπησε ως προς την ιστορική βάση της αγωγής, ενώ ο ομόρρυθμος εταίρος Γ την ομολόγησε. Ο εταίρος Δ δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο. Ποια είναι η επιρροή της ομολογίας του Γ ως προς τη δικονομική θέση της εταιρίας Ε που σιώπησε και του εταίρου Δ που δεν εμφανίστηκε, ενώ είχε κλητευθεί νόμιμα; Πρακτικό 25 Οι Α, Β, Γ και Δ κληρονόμησαν με ιδιόγραφη διαθήκη από τον πατέρα τους ένα ακίνητο που βρίσκεται στο Βόλο, αξίας 70.433 (24.000.000 δραχμές). Επειδή όμως δεν συμφωνούσαν για το πως θα γίνει η διανομή του, ο Α άσκησε αγωγή διανομής στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Βόλου την οποία απηύθυνε κατά των άλλων συγκυρίων. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο Β ισχυρίστηκε ότι 7

η διαθήκη είναι άκυρη, αφού είναι γεμάτη από διαγραφές και ξύσματα (ΑΚ 1721 εδάφ. δ). Ο συγκύριος Γ ισχυρίστηκε ότι η διαθήκη είναι άκυρη, όχι γιατί υπάρχουν διαγραφές και ξύσματα όπως αναληθώς ισχυρίστηκε ο Β, αλλά γιατί ο πατέρας τους ήταν ανίκανος να συντάξει διαθήκη, αφού κατά τον κρίσιμο χρόνο της σύνταξης δεν είχε τη χρήση του λογικού λόγω πνευματικής ασθένειας (ΑΚ 1719 αριθμ. 4). Τέλος ο Δ ισχυρίστηκε, ότι η διαθήκη του πατέρα τους είναι καθ όλα έγκυρη, γιατί δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια οι ισχυρισμοί των αδελφών του είναι όμως καθ ύλην αναρμόδιο το Πολυμελές Πρωτοδικείο να δικάσει την αγωγή. Και τούτο, γιατί το ιδανικό μερίδιο του ενάγοντος έχει αξία 17.608,25 (6.000.000 δραχμές ) (70.433,00:4 Ευρώ (24.000.000:4) Και γιʹ αυτό η αγωγή έπρεπε να ασκηθεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο και μάλιστα στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, αφού και οι τρεις εναγόμενοι συγκύριοι (Β, Γ και Δ) είναι κάτοικοι Αθηνών. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 26 Ο Α σύζυγός της Β σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα. Επειδή ο εργοδότης του Α αρνείτο να ικανοποιήσει τις νόμιμες αξιώσεις της Β από το θανατηφόρο αυτό ατύχημα, η Β ανέθεσε στο δικηγόρο της Γ να ασκήσει τη σχετική αγωγή, με αίτημα να καταδικαστεί ο εργοδότης να της πληρώσει 14.674 (5.000.000 δραχμές). Συμφώνησαν μάλιστα η Β και ο Γ, ως αμοιβή του τελευταίου, ποσοστό 10 % επί του ποσού που θα επιδικαστεί στην Β. Η αγωγή έγινε δεκτή, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, για ποσό 13.206 (4.500.000 δραχμές). Όταν λοιπόν ο δικηγόρος Γ ζήτησε τη συμφωνημένη αμοιβή του, συνάντησε την αντίρρησή της Β, η οποία ισχυριζόταν ότι, σύμφωνα με τη ρύθμιση του άρθρου 92.4 του Κώδικα περί Δικηγόρων, η οποία κατά την άποψή της Β αναφέρεται και σε συμφωνίες για τη διεξαγωγή δίκης για αξιώσεις δικαιούχων από θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα, η συμφωνία τους για να είναι έγκυρη έπρεπε να έχει καταρτιστεί εγγράφως και να έχει γνωστοποιηθεί στο δικηγορικό σύλλογο του Γ. Ο Γ λοιπόν άσκησε αγωγή εναντίον της Β με αίτημα να καταδικαστεί να του πληρώσει την αμοιβή που συμφωνήθηκε. Στη δίκη άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του ενάγοντα Γ ο συνάδελφός του δικηγόρος Δ, ο οποίος είχε ακριβώς μια τέτοια περίπτωση και πρόκειται για αυτό σε λίγο καιρό να ασκήσει παρόμοια αγωγή εναντίον του πελάτη του Ε. Είναι επιτρεπτή η εν προκειμένω η άσκηση της πρόσθετης παρέμβασης του Δ υπέρ του ενάγοντος Γ; Πρακτικό 27 Ο Α άσκησε στο Ειρηνοδικείο διεκδικητική αγωγή εναντίον του Β με αίτημα να αναγνωριστεί η κυριότητά του σε ένα μικρό αγροτικό τεμάχιο αξίας 950.000 δρχ. και στη συνέχεια να του αποδοθεί. Στη δίκη, εκτός από τους δύο διαδίκους Α και Β, εμφανίστηκε και άσκησε πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του Α ο Γ, ο οποίος πριν από λίγο καιρό είχε πωλήσει στον Α το επίδικο αγροτεμάχιο. Ο Β αντέτεινε ότι απαραδέκτως ασκεί την πρόσθετη παρέμβαση του ο Γ, αφού δεν έχει τηρηθεί η προδικασία που αξιώνουν οι διατάξεις των άρθρων 81.1 και 215 ΚΠολΔ δηλαδή η κατάθεση ιδιαίτερου δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου και η κοινοποίησή του σε όλους τους διαδίκους. Είναι βάσιμος ο ισχυρισμός αυτός του Β; Πρακτικό 28 Ο Α ασχολούμενος με την επισκευή κτιρίων ανέλαβε να επισκευάσει ένα ακίνητο του Β. Προκειμένου λοιπόν να εκπληρώσει την παροχή του αυτή ο Α ανέθεσε στον Γ, στο πλαίσιο υφιστάμενης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας που τον συνέδεε με αυτόν, μέρος των απαιτούμενων εργασιών. Κατά την εκτέλεση των εργασιών αυτών ο Γ από υπαιτιότητα του προξένησε σοβαρές ζημίες στο επισκευαζόμενο κτίριο. Για το λόγο αυτό ο Β άσκησε αγωγή εναντίον του Α ζητώντας να αποζημιωθεί από αυτόν για τις ζημιές που προξένησε στο ακίνητο ο βοηθός εκπλήρωσης Γ 8

(ΑΚ 334.1). Ο Α προσεπικάλεσε στη δίκη τον Γ, χωρίς να επικαλείται στο δικόγραφο της προσεπίκλησης την έννομη σχέση που τον συνέδεε με τον Γ και χωρίς να ενώσει με την προσεπίκληση και παρεμπίπτουσα αγωγή κατά του Γ για αποζημίωσή του. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο προσεπικαλούμενος Γ δεν εμφανίστηκε, ενώ ο ενάγων Β επεσήμανε στο δικαστήριο, ότι ο προσεπικαλών Α δεν επικαλείται κάποια έννομη σχέση που τον συνδέει με τον προσεπικαλούμενο Γ αλλά ισχυρίζεται απλώς ότι αποκλειστικά υπαίτιος της ζημίας του Β είναι ο Γ, ενώ εξάλλου δεν έχει σωρεύσει ο Α και παρεμπίπτουσα αγωγή για αποζημίωση εναντίον του Γ. Είναι βάσιμη η επισήμανση αυτή του Β; Με την προϋπόθεση ότι η προσεπίκληση του Γ έχει ασκηθεί σύμφωνα με το νόμο, ποιές είναι οι δικονομικές συνέπειες της μη παρέμβασης στη δική του Γ; Πρακτικό 29 Ο Α, δικηγόρος, άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών τρεις αγωγές εναντίον του Β, πελάτη του, με αίτημα να καταδικασθεί ο τελευταίος να του καταβάλει, αντίστοιχα, 2641, 2788 και 587 (900.000, 950.000 και 200.000 δραχμές), ποσά που αποτελούν την αμοιβή του για το χειρισμό τριών υποθέσεων του Β ενώπιον του Ειρηνοδικείου και Πταισματοδικείου Αθηνών. Κατά τη συζήτηση καθεμιάς από τις αγωγές αυτές, οι οποίες είχαν προσδιορισθεί από τον Α να εκδικαστούν στην ίδια δικάσιμο, και μάλιστα η μία αμέσως μετά την άλλη, ο εναγόμενος ισχυρίστηκε ότι ο ενάγων διεξάγει κακόπιστα τις δικές. Και αυτό, γιατί ενώ θα μπορούσε να είχε σωρεύσει και τις τρεις αγωγές σε ένα δικόγραφο, (αυτός) άσκησε τρεις χωριστές αγωγές, προφανώς για να τον επιβαρύνει με τη δικαστική δαπάνη περισσότερων δικών. Με βάση λοιπόν αυτών τον ι σχυρισμό ζήτησε την απόρριψη κάθε μιας αγωγής ως απαράδεκτης. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 30 Ο Σ άσκησε αγωγή απόδοσης μισθίου κατά του Β ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την οποία το δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμη. Ο Α την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης άσκησε νέα, ίδια με την προηγούμενη, αγωγή ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε να δικαστεί μετά από δύο μήνες. Στην πρώτη συζήτηση της νέας αγωγής, ο Β πρότεινε την ένσταση εκκρεμοδικίας (ας σημειωθεί, ότι η απορριπτική απόφαση δεν επιδόθηκε στον Α από τον Β). Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 31 Ο Α ασκεί αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά του Β με την οποία ζητά να καταδικαστεί ο τελευταίος να του αποδώσει το στερεοφωνικό, του οποίου είχε παραχωρήσει τη χρήση δυνάμει σύμβασης χρησιδανείου, αξίας 8070 ευρώ (2.750.000 δραχμές). Δικάσιμος για τη συζήτηση της αγωγής ορίστηκε η 20/1/2001. Την 1/1/2001 ο Α πωλεί στον Γ το επίδικο στερεοφωνικό. Κατά την ως άνω συζήτηση στο ακροατήριο ο Β ισχυρίστηκε, ότι ο Α δεν νομιμοποιείται πλέον ενεργητικά και για το λόγο αυτό θα πρέπει η αγωγή του να απορριφθεί. 1) Τι θα πρέπει να αποφασίσει το δικαστήριο για τον ισχυρισμό αυτόν του Β; Τι θα αποφάσιζε το δικαστήριο αν από την αποδεικτική διαδικασία προέκυπτε, ότι ο Α ευθύς εξ αρχής δεν ήταν κύριος του στερεοφωνικού; 2) Ποιες δυνατότητες έχει ο Γ να συμμετάσχει στην εν λόγω δίκη; Πρακτικό 32 Ο Α, Έλληνας μετανάστης στη Γερμανία, άσκησε αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου του Μονάχου κατά του επίσης Έλληνα μετανάστη Β, με αίτημα να καταδικαστεί ο τελευταίος να του αποδώσει το δάνειο που είχαν συνάψει στην Αθήνα και ήταν κατά τη συμφωνία τους αποδοτέο 9

στο Μόναχο. Ο Α σύντομα διαπίστωσε, ότι στη Γερμανία ο δικαστικός του αγώνας κατά του Β θα του κόστιζε πολύ περισσότερο απʹ ό,τι στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό άσκησε και ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών νέα, ίδια με την προηγούμενη, αγωγή κατά του Β, η ο ποία προσδιορίστηκε να δικαστεί νωρίτερα από αυτή στα γερμανικά δικαστήρια. Στη συζήτηση στο ελληνικό δικαστήριο ο Β πρότεινε προφορικά την ένσταση εκκρεμοδικίας και ο Α αντέτεινε, ότι η προβολή του εν λόγω ισχυρισμού από τον Β είναι ενόψει του άρθρου 269 ΚΠολΔ απαράδεκτη. Τι θα αποφασίσει το Πολυμελές Πρωτοδικείο; Πρακτικό 33 Ο Α ασκεί ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το επίδικο ακίνητο, διεκδικητική αγωγή ακινήτου κατά του Β, στηρίζοντας την κυριότητα του επί του ακινήτου σε παράγωγη κτήση. 1) Ποιά πραγματικά περιστατικά πρέπει να αποτελέσουν την ιστορική βάση της αγωγής; 2) Μετά την κατάθεση της αγωγής στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηλείας σε ποιές ενέργειες οφείλει να προβεί ο Α, για το παραδεκτό της ασκήσεως και συζητήσεως της; 3) Ενόψει του αναγκαστικού περιεχομένου της αγωγής κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, ποιες ελλείψεις θα την χαρακτήριζαν ως απαράδεκτη, νόμω αβάσιμη ή αόριστη; 4) Θα μπορούσε ο Α με τις προτάσεις της πρώτης συζήτησης να ισχυρισθεί ότι απέκτησε την κυριότητα ο δυνάμει παράγωγης κτήσης, αλλά λόγω χρησικτησίας; 5) Θα μπορούσε με τις παραπάνω προτάσεις της πρώτης συζήτησης να περιορίσει το αίτημα της αγωγής του, μόνο στην αναγνώριση της κυριότητας επί του ακινήτου; Πρακτικό 34 Ο Σ άσκησε αγωγή απόδοσης μισθίου κατά του Β ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την οποία το δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμη. Ο Α την επόμενη της δημοσίευσης της απόφασης άσκησε νέα, ίδια με την προηγούμενη, αγωγή ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου, η οποία προσδιορίστηκε να δικαστεί μετά από δύο μήνες. Στην πρώτη συζήτηση της νέας αγωγής, ο Β πρότεινε την ένσταση εκκρεμοδικίας (ας σημειωθεί, ότι η απορριπτική απόφαση δεν επιδόθηκε στον Α από τον Β). Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 35 Ο Α ασκεί αγωγή κατά του Β κατοίκου Πατρών ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αίτημα να αναγνωριστεί η ακυρότητα του πωλητήριου συμβολαίου που είχαν συνάψει στην Πάτρα, με το οποίο φέρεται ότι πώλησε στον Β ένα μηχάνημα αξίας 7.337 ευρώ (2.500.000 δρχ), γιατί η σύμβαση αυτή έγινε εικονικά χωρίς πρόθεση μεταβίβασης της κυριότητας. Στη συζήτηση στο ακροατήριο ο εναγόμενος παρέστη και ισχυρίσθηκε ότι: α) αφενός, συνομολογεί την καθ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου και β), αφετέρου ότι κάτω από την πώληση καλύπτεται σύμβαση χρησιδανείου του μηχανήματος και την οποία επιθυμούσαν τα μέρη. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 36 Ο Α, Έλληνας μετανάστης Γερμανία, άσκησε αγωγή ενώπιον του Πρωτοδικείου του Μονάχου κατά του επίσης Έλληνα μετανάστη Β, με αίτημα να καταδικαστεί ο τελευταίος να του αποδώσει το δάνειο που είχαν συνάψει στην Αθήνα και ήταν κατά τη συμφωνία τους αποδοτέο στο Μόναχο. Ο Α σύντομα διαπίστωσε, ότι στη Γερμανία ο δικαστικός του αγώνας κατά του Β θα του κόστιζε πολύ περισσότερα απʹ ό,τι στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό άσκησε και ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών νέα, ίδια με την προηγούμενη, αγωγή κατά του Β, η οποία 10

προσδιορίστηκε να δικαστεί νωρίτερα από αυτή στα γερμανικά δικαστήρια. Στη συζήτηση στο ελληνικό δικαστήριο ο Β πρότεινε προφορικά την ένσταση εκκρεμοδικίας και ο Α αντέτεινε, ότι η προβολή του εν λόγω ισχυρισμού από τον Β είναι ενόψει του άρθρου 269 ΚΠολΔ απαράδεκτη. Τί θα αποφασίσει το Πολυμελές Πρωτοδικείο; Πρακτικό 37 Ο Α άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου αγωγή κατά του Β με αίτημα, να καταδικασθεί ο τελευταίος να το καταβάλει 7.337 (2.500.000 δρχ), που αντιστοιχούν στο μίσθωμα ενός γεωργικού μηχανήματος που του είχε μισθώσει για ένα εξάμηνο. 1)Τι θα αποφάσιζε το δικαστήριο, αν ο Β ισχυριζόταν, «σιγά να μην είχα εγώ ανάγκη αυτό το παλιομηχάνημα». 2) Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, θεωρείστε ότι ο Α θεμελίωσε την αγωγή του σε σύμβαση χρησιδανείου (άρθρο 810 ΑΚ) και παρόλα αυτά ζητά να καταδικαστεί ο Β να του καταβάλει το παραπάνω ποσό. Τι θα πρέπει να αποφασίσει το δικαστήριο, αν ο Β, α) κατά τη συζήτηση δηλώσει, ότι οφείλει στον Α 7.337 (2.500.000 δρχ) και β) αν ο Β ομολογήσει την κατάρτιση του χρησιδανείου, αλλά αρνείται ότι οφείλει από αυτό το λόγο τα 7.337 (2.500.000 δρχ). Πρακτικό 38 Ο Α ασκεί αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών κατά του Β με αίτημα, να καταδικαστεί ο τελευταίος να το καταβάλει 2.201 (750.000 δρχ), που αντιστοιχούν στο υπόλοιπο τιμήματος σύμβασης πώλησης ενός αυτοκινήτου. Παράλληλα ο Β έχει απαίτηση κατά του Α για ποσό 7.043 (2.400.000 δρχ) ως αποζημίωση από αδικοπραξία. 1) Πώς μπορεί ο Β να ασκήσει την απαίτηση που έχει κατά του Α στην δίκη ενώπιον του Ειρηνοδικείου; 2) Θεωρείστε ότι η απαίτηση του Β ανέρχεται στο ποσό των 200.000 Δρχ και ότι ο Β την ασκεί με ανταγωγή. Ο Α ισχυρίζεται στο δικαστήριο, ότι δεν μπορεί να συνεκδικαστεί η ανταγωγή του Β με την αγωγή του, γιατί σύμφωνα με το άρθρο 268.3 ΚΠολΔ δεν υπάρχει ταυτότητα διαδικασίας, αφού η ανταγωγή του Β θα πρέπει να εκδικαστεί με τις διατάξεις το μικροδιαφορών (άρθρα 467 472 ΚΠολΔ).Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; 3) Αν η ανταπαίτησή του, ύψους 7043 (2.400.000 δρχ), ο Β την ασκήσει με ανταγωγή με τις προτάσεις συζήτησης, τις οποίες καταθέτει οκτώ πλήρεις εργάσιμες ημέρες πριν την δικάσιμο στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου, τι θα πρέπει να αποφασίσει τότε το δικαστήριο; Πρακτικό 39 Τα αυτοκίνητα των Α και Β συγκρούστηκαν από υπαιτιότητα του Β. Από τη σύγκρουση αυτή το αυτοκίνητό του Α έπαθε ζημίες ύψους 7.336,76 (2.500.000 δρχ), ενώ ο ίδιος υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες. Η υπόθεση έφτασε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο, το οποίο μετά την ακροαματική διαδικασία έκρινε ένοχο τον Β και τον καταδίκασε σε φυλάκιση 8 μηνών. Μετά το αμετάκλητο της ποινικής απόφασης ο Α άσκησε αγωγή εναντίον του Β στο Μονομελές Πρωτοδικείο, με αίτημα, αφενός να καταδικασθεί να τον αποζημιώσει για τις ζημιές που έπαθε το αυτοκίνητό του και, αφετέρου, να τον ικανοποιήσει για την ηθική βλάβη που έπαθε από το ατύχημα. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος αμφισβήτησε τις συνθήκες του ατυχήματος, ενώ παράλληλα αρνήθηκε την υπαιτιότητα του. Ο ενάγων με τη σειρά του επικαλέστηκε την αμετάκλητη ποινική απόφαση, σημειώνοντας ότι όλα αυτά τα ζητήματα κρίθηκαν ήδη δεσμευτικά και για τα πολιτικά δικαστήρια από το ποινικό δικαστήριο. Είναι βάσιμος ο ισχυρισμός του ενάγοντος; 11

Πρακτικό 40 Ο Α υπέβαλε αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (πρβλ. ΚΠολΔ 905. 4), με αίτημα να διαγνωστεί η δεσμευτικότητα της αμετάκλητης απόφασης διαζυγίου που εξέδωσε το Πρωτοδικείο της Βαρκελώνης. Κατά τη συζήτηση της αίτησης η Β, γυναίκα του Α, υποστήριξε ότι δεν πρέπει να αναγνωριστεί το δεδικασμένο αυτής της αλλοδαπής απόφασης διαζυγίου, αφού δεν έχει καθόλου αιτιολογίες και μετά το ιστορικό της διαφοράς καταλήγει κατευθείαν στο διαπλαστικό διατακτικό, ενώ εξάλλου ο γάμος λύθηκε για συνεχή διάσταση των συζύγων για χρόνο μικρότερο από εκείνον που ορίζει το ελληνικό δίκαιο. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 41 Ο Α άσκησε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο αγωγή εναντίον του Β με αίτημα την ακύρωση της αγοραπωλησίας ενός ακινήτου που κατάρτισαν, για το λόγο ότι τούτη η δικαιοπραξία έγινε από πλάνη (ΑΚ 140). Η αγωγή αυτή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη. Μετά την τελεσιδικία της απορριπτικής απόφασης ο Α άσκησε νέα αγωγή στο ίδιο δικαστήριο εναντίον του Β και ζήτησε πάλι την ακύρωση της ίδιας αγοραπωλησίας, για το λόγο τώρα ότι εξαναγκάστηκε στη σύναψη τούτης της δικαιοπραξίας με απειλή που ασκήθηκε παράνομα και αντίθετα προς τα χρηστά ήθη από τον Β (ΑΚ 150). Ο εναγόμενος Β ζήτησε να απορριφθεί η νέα αγωγή ως απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου της προηγούμενης απόφασης. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 42 Ο Α αγόρασε ένα μηχάνημα για το εργοστάσιο που επρόκειτο να κατασκευάσει και επειδή δεν είχε χώρο να το αποθηκεύσει κατάρτισε μια σύμβαση παρακαταθήκης (ΑΚ 822) με τον Β, ο οποίος ανέλαβε να προφυλάξει για ένα χρόνο, έως ότου κατασκευασθεί το εργοστάσιο. Όταν πέρασε το χρονικό αυτό διάστημα ο θεματοφύλακας Β αρνείτο να αποδώσει το μηχάνημα και για το λόγο αυτό ο Α άσκησε εναντίον του διεκδικητική αγωγή. Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Β εκποίησε το μηχάνημα στο καλόπιστο Γ. Μετά την τελεσιδικία της απόφασης που έκανε δεκτή την αγωγή, ο Α απευθύνθηκε στον Β και του ζήτησε να του αποδώσει τώρα πια το μηχάνημα. Τότε λοιπόν πληροφορήθηκε για πρώτη φορά, ότι τα μηχανήματα το είχε αποκτήσει ο Γ. Απευθύνθηκε λοιπόν σε αυτόν και τους ζήτησε να του ζήτησε να του αποδώσει εκείνος το μηχάνημα, με τη διευκρίνιση ότι υποχρεώνεται σε απόδοση σύμφωνα με το άρθρο 919 ΚΠολΔ, αφού δεσμεύεται κατά το άρθρο 325 αρ. 2 ΚΠολΔ από το δεδικασμένο της απόφασης που έκρινε τη διεκδικητική αγωγή, μιας και έγινε διάδοχος του αντιδίκου του όσο διαρκούσε η δίκη. Υπάρχει στη συγκεκριμένη περίπτωση πραγματικά δέσμευση του Γ από το δεδικασμένο της απόφασης μεταξύ Α και Β; Πρακτικό 43 Η Α και ο Β σύζυγος και γιος, αντίστοιχα, του Γ άσκησαν αγωγή κατά του Δ με αίτημα την καταδίκη του τελευταίου, να καταβάλει στον καθένα από αυτούς μηνιαία χρηματική παροχή 50.000 δρχ., ως αποζημίωση για τη στέρηση της διατροφής την οποία υπέστησαν από τη θανάτωση του Γ από υπαιτιότητα του Δ, αφού ο Γ ήταν υπόχρεος σύμφωνα με το νόμο να τους διατρέφει. Με την οριστική πρωτοβάθμια απόφαση επιδικάσθηκε το αιτούμενο ποσό σε καθένα από τους ενάγοντες, αφού κρίθηκε, μεταξύ των άλλων, ότι ο θανατωθείς κατά το ατύχημα είχε ηλικία 50 ετών και ότι αυτός λόγω της ηλικίας του, της καλής κατάστασης της υγείας του και των εν γένει συνθηκών διαβίωσής με μεγάλη πιθανότητα και κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων θα ζούσε ακόμη επί μία εικοσαετία από το ατύχημα. Μετά την τελεσιδικία της α πόφασης ο Δ άσκησε μεταρρυθμιστική αγωγή επιδιώκοντας νέο, μικρότερης διάρκειας, καθορι 12

σμό της πιθανής διάρκειας της ζωής του θύματος. Οι εναγόμενοι στη νέα αυτή Α και Β ζήτησαν την απόρριψη της αγωγής. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 44 Ο Α, δικηγόρος, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης αγωγή κατά του Β, πρώην πελάτη του, με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλλει ως αποζημίωση το ποσό των 5.000.000 δρχ για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που του προξένησε, επειδή στις 12 Δεκεμβρίου 2000 περιέφερε στην κεντρική πλατεία της πόλης ένα μεγάλο πανό, στο ο ποίο είχε γράψει ότι «ο δικηγόρος Α είναι ένας μεγάλος χασοδίκης». Κατά τη συζήτηση της α γωγής στο δικαστήριο ο εναγόμενος Β αρνήθηκε όλους τους ισχυρισμούς του ενάγοντος, ενώ ο τελευταίος, για να αποδείξει τους κρίσιμους πραγματικούς ισχυρισμούς του, επικαλέστηκε και προσκόμισε αντίτυπα από όλες τις τοπικές εφημερίδες της Αλεξανδρούπολης, οι οποίες περιέγραφαν το γεγονός, έχοντας μάλιστα οι περισσότερες από αυτές και σχετικές φωτογραφίες. Είναι έγκυρο αποδεικτικό μέσο αυτές οι εφημερίδες και αν ναι σε ποια κατηγορία θα το εντάσσατε; Πρακτικό 45 Ο Α άσκησε αγωγή εναντίον του Β, κατοίκου Κορίνθου, στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλλει 8.217,17 (2.800.000 δρχ) που του οφείλει από δάνειο, το οποίο κατάρτισαν στην Κόρινθο. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος πρότεινε ένσταση για έλλειψη κατά τόπον αρμοδιότητας του δικαστηρίου, αφού και η κατοικία του είναι στην Κόρινθο, αλλά και η σύναψη του δανείου έγινε στην ίδια πόλη και όχι στην Αθήνα. Ο ενάγων αρνήθηκε τους ισχυρισμούς του εναγομένου. Ποιός έχει το βάρος της απόδειξης; Πρακτικό 46 Ο Α ασκεί αγωγή κατά του Β με αίτημα να διαγνωστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει το τίμημα των 5.869,41 (2.000.000 δρχ) από την πώληση ενός μηχανήματος που κατάρτισαν πριν από τέσσερα χρόνια. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος Β ισχυρίστηκε στο δικαστήριο, ότι πριν από τέσσερα χρόνια αυτός ήταν μόλις 9 χρόνων και συνεπώς ανίκανος προς δικαιοπραξία σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 128 αριθ. 1 και 130 ΑΚ. Τι ισχύει εδώ ως προς το βάρος της απόδειξης; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας και να αξιολογήσετε τον ενδεχόμενο ισχυρισμό εκ μέρους του ενάγοντος, ότι μπορεί ο Β κατά την κατάρτιση της πώλησης να ήταν πράγματι 9 χρόνων, όμως δεν ήταν ανίκανος προς δικαιοπραξία, γιατί από πολύ μικρό παιδί είναι εξαιρετικής ευφυΐας και συνεπώς ήξερε τι έκανε κατά την κατάρτιση της κρίσιμης σύμβασης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, ποιος διάδικος έχει το βάρος να αποδείξει και τι; Πρακτικό 47 Ο Α άσκησε αγωγή εναντίον του Β, με αίτημα να καταδικασθεί να του πληρώσει 35.216,43 (12.000.000 δρχ) που του οφείλει από τίμημα μηχανημάτων, τα οποία του είχε πωλήσει με πίστωση του τιμήματος. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο ενάγων ισχυρίσθηκε με τις προτάσεις του, ότι από τότε που το χρέος έγινε ληξιπρόθεσμο, είναι αλήθεια, πώς πέρασαν έξι χρόνια. Όμως δεν έχει παραγραφεί η αξίωση του, επειδή ο εναγόμενος πριν από τρία χρόνια είχε αναγνωρίσει το χρέος του με επιστολή που είχε στείλει στον αδελφό του. Ο εναγόμενος με τις προτάσεις του αρνήθηκε γενικά όλους τους ισχυρισμούς το ενάγοντος. Ποιος έχει το βάρος να αποδείξει και τι; 13

Πρακτικό 48 Ο Α άσκησε αγωγή εναντίον του Β, με αίτημα να αναγνωριστεί η ακυρότητα του αριθ. 1 / 1989 συμβολαίου του συμβολαιογράφου Αθηνών Γ, με το οποίο φέρεται ότι μεταβίβασε στον ε ναγόμενο λόγω πωλήσεως την ψιλή κυριότητα των στην αγωγή περιγραφόμενων κατά θέση και όρια οριζόντιων ιδιοκτησιών. Με την προσθήκη, ότι τούτη η σύμβαση έγινε χωρίς πρόθεση μεταβίβασης της κυριότητας για την αιτία αυτή, αλλά κατά το φαινόμενο μόνο, όπως κατά το φαινόμενο μόνο έγινε και η συμφωνία για το τίμημα, η οποία δεν είναι σπουδαία. Κατά την συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος ισχυρίστηκε με τις προτάσεις του, ότι υπό την αναφερόμενη στην αγωγή εικονική πώληση καλύπτεται έγκυρη δωρεά, την οποία ήθελαν οι συμβαλλόμενοι και τηρήθηκαν οι απαιτούμενοι όροι για τη σύσταση της. Μετά την αποδεικτική διαδικασία το δικαστήριο εξακολουθούσε να αμφιβάλλει, ως προς το αν οι διάδικοι κάτω από την εικονική πώληση ήθελαν πράγματι να καλύψουν έγκυρη δωρεά. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 49 Ο Α άσκησε αγωγή στο Πολυμελές Πρωτοδικείο εναντίον του Β με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλει το ποσό των 76.302,27 (26.000.000 δρχ) που του είχε δώσει, επειδή όπως ι σχυρίζεται η καταβολή έγινε γιατί τον εκβίαζε (πρβλ. ΑΚ 904, ανήθικη αιτία). α) Δημιουργείται εδώ βάρος απόδειξης ως προς κάποιον ισχυρισμό και ποιός διάδικος τον έχει; β) Τι ισχύει ως προς το βάρος της απόδειξης, αν ο εναγόμενος Β ισχυρισθεί, ότι δεν οφείλει να αποδώσει το ποσό αυτό, γιατί η ανηθικότητα της αιτίας αφορά και τον Α (πρβλ. ΑΚ 907 εδ. α ), δεδομένου ότι το ποσό αυτό του το κατέβαλε για να τελέσει εγκληματική πράξη κατά του σοβαρότερου ανταγωνιστή του. γ) Η διαβεβαίωση των μαρτύρων αναφορικά με τον ανήθικο χαρακτήρα της καταβολής έχει κάποια αποδεικτική αξία; Πρακτικό 50 Ο Α, οδηγώντας το αυτοκίνητό του με ταχύτητα 150 χιλ / ώρα και παραβιάζοντας πινακίδα που τον υποχρέωνε να σταματήσει, συγκρούστηκε με το αυτοκίνητο του Β. Από τη σύγκρουση αυτή ο Β τραυματίστηκε σοβαρά στα πόδια, ενώ προκλήθηκαν ζημιές στο αυτοκίνητο του ύψους 1.467,35 (500.000 δρχ). Για τις σωματικές βλάβες του Β ασκήθηκε ποινική δίωξη κατά του Α, ο οποίος καταδικάστηκε από το αρμόδιο τριμελές πλημμελειοδικείο σε φυλάκιση επτά μηνών. Στο δικαστήριο αυτό ο Α παραδέχτηκε ότι έτρεχε πράγματι με ταχύτητα 150 χιλ / ώρα και ότι δεν πρόσεξε τη σχετική απαγορευτική πινακίδα του STOP, επειδή εκείνη τη στιγμή συζητούσε με το συνοδηγό του. Στη συνέχεια ο Β άσκησε αγωγή κατά του Α ενώπιον του ειρηνοδικείου με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλλει 1467,35 (500.000 Δρχ) για τις ζημιές που του προκάλεσε στο αυτοκίνητό του. Τι επιρροή έχει κατά τη συζήτηση στο ειρηνοδικείο η δήλωση του Α στο ποινικό δικαστήριο, ότι όντως έτρεχε με ταχύτητα 150 χιλ / ώρα και ότι παραβίασε την απαγορευτική πινακίδα της τροχαίας; Πρακτικό 51 Ο Α ασκεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ροδόπης αγωγή κατά του Β για απόδοση δανείου ποσού 6.896,55 (2.350.000 δρχ), που είχαν καταρτίσει με ιδιωτικό έγγραφο. Κατά τη συζήτηση ο Β ισχυρίζεται, ότι έχει ήδη εξοφλήσει τον Α και μάλιστα για να το αποδείξει έχει καλέσει ως μάρτυρα τον Μ ο οποίος όταν έγινε η εξόφληση ήταν παρών. Μπορεί ο Β να εξετάσει μάρτυρες για να αποδείξει την εξόφληση; Πρακτικό 52 14

Ο Α πώλησε ένα ακίνητο που είχε στα Χανιά στον Β έναντι τιμήματος 87.041,09 (30.000.000 δρχ). Ακολούθησε διεκδικητική αγωγή του Γ εναντίον του Β που έγινε δεκτή και καταδικάστηκε ο εναγόμενος να αποδώσει το ακίνητο στον ενάγοντα. Ο Α, ύστερα από εξώδικο έγγραφο που πήρε από τον Β και του ζητούσε να του επιστρέψει το τίμημα των 88.041,09 (30.000.000 δρχ), επισκέφθηκε το δικηγόρο Δ και του ανέφερε, ότι το πραγματικό τίμημα που συμφωνήθηκε και καταβλήθηκε δεν ήταν 88.041,09 (30.000.000 δρχ), αλλά για λόγους που αφορούν τον ίδιο 2.934,7 (1.000.000 δρχ). Μοναδικό αποδεικτικό μέσο για την απόδειξη αυτού του ισχυρισμού έχει τον τότε δικηγόρο του Ε, ο οποίος έλαβε μέρος στις σχετικές διαπραγματεύσεις. Ο δικηγόρος Δ κατά τη μελέτη της υπόθεσης προβληματίζεται για το ζήτημα του επιτρεπτού εδώ της μαρτυρικής απόδειξης και μάλιστα με δικηγόρο, σε περίπτωση που τυχόν ασκηθεί αγωγή κατά του πελάτη του Α. Να εξεταστεί το ζήτημα που απασχολεί το δικηγόρο Δ. Πρακτικό 53 Η ανώνυμη εταιρία Α άσκησε αγωγή εναντίον του Β με αίτημα να καταδικαστεί να του καταβάλει το ποσό των 58.694,06 ευρώ (20.000.000 δρχ) το οποίο κατέβαλε, προκειμένου να αποκαταστήσει τις κακοτεχνίες που παρουσίασε η στέγη του εργοστασίου της, την οποία επισκεύασε ο εναγόμενος στο πλαίσιο σχετικής σύμβασης έργου. Κατά την αποδεικτική διαδικασία η ενάγουσα εταιρία, για να ανταποκριθεί στο αποδεικτικό βάρος της, επικαλέστηκε τη μαρτυρία του Γ, μετόχου αυτής. Πριν όμως από την εξέταση του μάρτυρα Γ, ο εναγόμενος ζήτησε από το δικαστήριο να εξαιρεθεί αυτός ( ο Γ) ως μάρτυρας, αφού ως μέτοχος της ενάγουσας εταιρίας έχει άμεσο συμφέρον να αποβεί η δίκη υπέρ αυτής. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 54 Ο Α φαρμακοποιός έδωσε από παραδρομή στην εκμισθώτρια του φαρμακείου του Β λάθος φάρμακο για τα μαλλιά της με αποτέλεσμα να υποστεί μεγάλη ζημιά το τριχωτό της κεφαλής της. Για το λόγο αυτό η τελευταία ασκεί αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου και ζητά αποζημίωση ύψους 8.804,11 (3.000.000 δρχ). Στη συζήτηση ο Α ισχυρίστηκε, ότι και το σωστό φάρμακο να της είχε δώσει πάλι το ίδιο αποτέλεσμα θα επήρχετο σε αυτή, επειδή πάσχει εδώ και χρόνια από την ασθένεια που καταστρέφει το τριχωτό της κεφαλής. Για να αποδείξει τον ι σχυρισμό του αυτό προτείνει να εξεταστεί ως μάρτυρας ο προσωπικός γιατρός της και γειτόνισσα της Δ. Παράλληλα ζητά να διεξαχθεί αυτοψία στην Β προκειμένου να διαπιστωθεί η έκταση της ζημιάς που υπέστη στο τριχωτό της κεφαλής της. Η Β αρνείται τη διεξαγωγή της αυτοψίας γιατί τώρα φοράει περούκα και αν τη βγάλει θα γίνει περίγελος. 1) Μπορεί να εξετασθεί ως μάρτυρας ο γιατρός της Β; 2) Μπορεί ο Α να ζητήσει ταυτόχρονα να διεξαχθεί απόδειξη και με μάρτυρες και με αυτοψία; 3) Πώς θα πρέπει να κρίνει το δικαστήριο την άρνηση της Β να διεξαχθεί αυτοψία; 4) Αν η Β θέλει να ασκήσει αγωγή απόδοσης του μισθίου κατά του Α, μπορεί με την σωρεύσει στο δικόγραφο της αγωγής της για την αποζημίωση; Πρακτικό 55 Η εταιρία Ε ζήτησε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών με αίτησή της να ανακληθεί η αριθ. 1 / 2002 απόφαση του ίδιου δικαστηρίου, με την οποία διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας της για να εξασφαλιστεί απαίτηση του καθού η αίτηση Α εναντίον της από πώληση μέχρι του ποσού των 22.010,27 (7.500.000 δρχ). Θεμέλιο της ανακλητικής αίτησης ήταν ο ισχυρισμός, ότι η εταιρία στη συζήτηση της (πρώτης) αίτησης, μετά την οποία διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας της, είχε κληθεί με θυροκόλληση της αίτησης στα γρα 15

φεία της που βρίσκονταν στη οδό Χρυσανθέμων 10. Για το λόγο αυτό είχε συνταχθεί σχετικά και η αριθ. 4.444 / 5.1.2002 έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή Β. Όμως, συνεχίζει η αιτούσα εταιρεία, ποτέ δεν έλαβε γνώση του επιδοθέντος δικογράφου, δεδομένου ότι από 1.12.2001 χρόνου δηλαδή προγενέστερου της θυροκόλλησης, είχε μεταφέρει τα γραφεία της στη νέα της διεύθυνση, στην οδό Ακακιών 20 και ακριβώς για αυτόν το λόγο δεν είχε εμφανιστεί κατά τη συζήτηση, μετά την οποία εκδόθηκε η αριθ. 1 / 2002 απόφαση. Ενόψει αυτών των λόγων λοιπόν ζητά την ανάκληση της προαναφερόμενης απόφασης σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 696 1 ΚπολΔ. Κατά τη συζήτηση της ανακλητικής αίτησης η εταιρία εξέτασε δύο μάρτυρες, οι οποίοι βεβαίωσαν, ότι πραγματικά αυτή είχε μεταφέρει τα γραφεία της από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2001 στην οδό Ακακιών 20, ενώ ο καθού Α ζήτησε την απόρριψη της, τον ισχυρισμό ότι η έκθεση επιδόσεις του δικαστικού επιμελητή είναι ένα δημόσιο έγγραφο που αποτελεί πλήρη απόδειξη για όλους ως προς όσα βεβαιώνονται σʹ αυτό επομένως και ως προς τη βεβαίωση, ότι το οίκημα στο οποίο θυροκολλήθηκε το επιδοθέν έγγραφο είναι όντως το πραγματικό γραφείο της καθής εταιρίας. Και σε κάθε περίπτωση η ανταπόδειξη του στοιχείου της διεύθυνσης των γραφείων της εταιρίας δε μπορεί να πραγματοποιηθεί με μάρτυρες, αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 393 2 ΚΠολΔ δεν επιτρέπεται η απόδειξη με μάρτυρες κατά του περιεχομένου εγγράφου. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 56 Ο A έχει αποκτήσει από δωρεά του θείου του Δ ένα ακίνητο στη Θεσσαλονίκη. Πριν προλάβει να παραλάβει το ακίνητο, ο Δ πεθαίνει και των κληρονομούν τα δύο του τέκνα Β και Γ, που σπεύδουν να περιφράξουν το ακίνητο, αποκλείοντας έτσι τον Α. Κατόπιν των γεγονότων αυτών ο Α ασκεί αγωγή κατά των Β και Γ, στα δικαστήρια της Αθήνας προκειμένου να καταδικαστούν να του παραδώσουν το ακίνητο. Έπραξε ορθά; Πρακτικό 57 Ο Α κάτοικος Αθηνών άσκησε αγωγή εναντίον της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «Β και Γ Ο.Ε» ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου Αθηνών με αίτημα να καταδικαστεί η εναγόμενη να του πλήρωσει 90.000 που του οφείλει ως αποζημίωση, διότι από αμέλεια των υπαλλήλων της που ήταν υπεύθυνοι για την ανέγερση πολυκατοικίας στην οδό Πηνελόπης 76, και ειδικότερα επειδή κατά παράβαση των κανόνων ασφαλείας δεν έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα κατά τη διάρκεια εκσκαφών στο οικόπεδο που ανεγειρόταν η πολυκατοικία, με αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο μεσημβρινός τοίχος της δικής του παρακείμενης οικίας και να υποστεί ισόποση ζημιά. Κατά τη συζήτηση της αγωγής στην οποία ήταν δικονομικά παρόντες και οι δύο διάδικοι, η εναγόμενη ισχυρίστηκε ότι το δικαστήριο είναι τοπικά αναρμόδιο, επειδή σύμφωνα με το καταστατικό που έχει δημοσιευθεί νομίμως στα βιβλία εταιριών του Πρωτοδικείου Πειραιά, η έδρα της βρίσκεται στον Πειραιά. Ο ενάγων ζήτησε την απόρριψη του ισχυρισμού ως απαράδεκτου και την εκδίκαση της αγωγής, επειδή η εναγόμενη, αν και όντως έχει την έδρα της στον Πειραιά, όμως εκεί δεν έχει καμί. α επιχειρηματική δραστηριότητα, την οποία εδώ και πολλά χρόνια α ναπτύσσει με κατασκευή πολυκατοικιών στην Αθήνα, όπου βρίσκονται τα γραφεία της και α ναπτύσσονται οι δραστηριότητες της. Ποια η απόφαση του δικαστηρίου; Πρακτικό 58 Οι Α,Β,Γ και Δ κληρονόμησαν με ιδιόγραφη διαθήκη από τον πατέρα τους ένα ακίνητο που βρίσκεται στο Βόλο αξίας 100.000. Επειδή όμως δεν συμφωνούσαν για τη διανομή του ο Α ά σκησε αγωγή διανομής στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Βόλου την οποία έστρεψε κατά των λοιπών συγκυριών. Είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Βόλου καθʹ ύλη και κατά τόπον αρμόδιο; 16

Πρακτικό 59 Ο Α Έλληνας, κάτοικος Θεσσαλονίκης εκμισθώνει διαμέρισμα το οποίο είχε στην κατοχή του στον Β, Ιταλό υπήκοο, ο οποίος αποτελεί μέρος της διπλωματικής αποστολής στην Ελλάδα. Ο Β εγκαθίσταται στο διαμέρισμα αλλά μετά την παρέλευση 4 μηνών, αρνείται να καταβάλει στον Α τα μισθώματα. Μπορεί ο Α να ενάγει τον Β στα ελληνικά δικαστήρια, για απόδοση του μισθίου, λόγω μη καταβολής οφειλομένων μισθωμάτων, από δυστροπία του Β; Πρακτικό 60 Ο Α Έλληνας μετανάστης στην Ολλανδία δανείστηκε από τον Β, επίσης Έλληνα εκεί μετανάστη 60.000, ποσό το οποίο έπρεπε να αποδοθεί μετά από 10 μήνες στο Άμστερνταμ, τόπο μόνιμης κατοικίας και των δύο. Ο Α όμως μετά το πέρας της προθεσμίας δεν επέστρεψε το δάνειο στον Β, ο οποίος ερχόμενος το καλοκαίρι στην Ελλάδα αποφάσισε να ασκήσει αγωγή στα Ελληνικά δικαστήρια για απόδοση του δανείου. Έχουν διεθνή δικαιοδοσία τα ελληνικά δικαστήρια προκειμένου για την εκδίκαση της συγκεκριμένης διαφοράς; Πρακτικό 61 Ο Δ δανειστής ασκεί αγωγή κατά των Ε και Ε1 συνεγγυητών δανείου, ζητώντας από αυτούς να του καταβάλουν δάνειο που ανερχόταν στο ποσό των 14.000. Ο Δ ασκεί την αγωγή του στο Μονομελές Πρωτοδικείο, ενώ κατά τη συζήτηση ο Ε ισχυρίζεται ότι αφού συνενάγεται με τον Ε1 αρμόδιο δικαστήριο είναι το ειρηνοδικείο. Ο Ε1 ισχυρίζεται το αυτό επειδή ούτως ή άλλως το είχαν συμφωνήσει με τη σύμβαση εγγυήσεως. Ερωτάται: 1. Είναι ορθοί οι ισχυρισμοί τους; 2. Στην υποθετική περίπτωση που πράγματι αρμόδιο ήταν το Ειρηνοδικείο αλλά οι Ε και Ε1 δεν είχαν προβάλει τη σχετική ένσταση θα μπορούσαν αργότερα να εφεσιβάλουν την απόφαση του Μ. Πρωτοδικείου για το λόγο αυτό; Πρακτικό 62 Κατά τη διάρκεια ηλεκτρικοσυγκολλήσεων στην περιοχή της Μάνης σε πυλώνα υψηλής τάσης από συνεργεία της Δ.Ε.Η., προκαλείται από σπινθήρες που έπεσαν σε ξερά χόρτα πυρκαγιά. Αποτέλεσμα αυτής ήταν η καταστροφή παρακείμενου αγροκτήματος. Ο Α κύριος του αγροκτήματος ασκεί αγωγή στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών που η Δ.Ε.Η. έχει την έδρα της και ζητά από ποσό 20.000. Στο δικαστήριο η Δ.Ε.Η. αμφισβήτησε την αρμοδιότητα του δικαστηρίου. Βάσιμα; Πρακτικό 63 Ο Α ασκεί αγωγή κατά του Β κατοίκου Θεσσαλονίκης ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών με αίτημα να αναγνωριστεί η ακυρότητα πωλητηρίου συμβολαίου που είχαν συνάψει στην Θεσσαλονίκη, στο οποίο εμφανίζεται ότι ο Β αγόρασε από τον Α ένα μηχάνημα αξίας 15.000, για το λόγο ότι η σύνδεση έγινε εικονικά χωρίς πρόθεση μεταβίβασης της κυριότητας, ενώ στην πραγματικότητα ήθελαν να συνάψουν σύμβαση χρησιδανείου. Κατά την εκδίκαση ο εναγόμενος εμφανίστηκε στο ακροατήριο όπου ισχυρίστηκε ότι συνομολογεί την καθ ύλην αρμοδιότητα του Ειρηνοδικείου. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 64 Ο Α κατέθεσε αγωγή κατά του Β, κατοίκου Αθηνών, στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών στις 15/10/2007 και η συζήτηση ορίστηκε για τις 8/7/2008. Το Νοέμβριο 2007 ο Β άλλαξε κατοικία 17

από την Αθήνα στην Πάτρα. Αντίγραφο της αγωγής αυτής επιδόθηκε στον εναγόμενο στην Πάτρα στις 15/1/2008. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο εναγόμενος ισχυρίστηκε, ότι το δικαστήριο των Αθηνών είναι αναρμόδιο, διότι αυτός κατοικεί πλέον στην Πάτρα. Ερωτάται: 1. Τι θα αποφασίσει σχετικά το δικαστήριο; 2. Τι θα αποφάσιζε σχετικά το ίδιο δικαστήριο, αν η μεταβολή της κατοικίας του Β ήταν αντίστροφη δηλαδή από την Πάτρα στην Αθήνα και η επίδοση γινόταν κανονικά στην Αθήνα; Πρακτικό 65 Ο Γ άσκησε αγωγή στο Μ. Πρωτοδικείο Αθηνών εναντίον του Δ με το αίτημα να καταδικαστεί να του αποδώσει το περιγραφόμενο στην αγωγή του διαμέρισμα σε πολυκατοικία των Α θηνών, που του έχει εκμισθώσει, επειδή τους τελευταίους 8 μήνες από δυστροπία δεν του πληρώνει τα μισθώματα που του οφείλει. Τις παραμονές της δικασίμου έληξε ο συμβατικός χρόνος μίσθωσης, γεγονός που επικαλέστηκε ο Γ με τις έγγραφες προτάσεις του, με αίτημα να καταδικαστεί ο Δ να του αποδώσει το μίσθιο ήδη από αυτή τη νόμιμη αιτία. Τι θα αποφασίσει το δικαστήριο; Πρακτικό 66 Ο Γιώργος κάτοικος Αθήνας, και ο Κώστας κάτοικος Θεσσαλονίκης, έδωσαν εισαγωγικές ε ξετάσεις και πέτυχαν την εισαγωγή τους στη Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, όπου και ενεγράφησαν ως φοιτητές. Εγκαταστάθηκαν, λοιπόν, στον τόπο της έδρας του Πανεπιστημίου στην Κομοτηνή. όπου και παρακολούθησαν τα μαθήματα των δύο πρώτων εξαμήνων. Στη διάρκεια του δευτέρου εξαμήνου ο Γιώργος χρησιδάνεισε στον Κώστα τα βιβλία της Πολιτικής του Δικονομίας. Ο Κώστας όμως δεν τα επέστρεψε την ημερομηνία που είχαν συμφωνήσει. Μετά το πέρας του δευτέρου εξαμήνου και οι δύο φοιτητές πήραν μεταγραφή, ο Γιώργος στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ο Κώστας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ο δεύτερος των προαναφερομένων πηγαίνοντας στη Θεσσαλονίκη πήρε μαζί του και τα βιβλία Πολιτικής Δικονομίας που ανήκουν στο Γιώργο. Ο τελευταίος χρειάζεται πλέον τα βιβλία αυτά καθώς στο εξάμηνο που βρίσκεται διδάσκεται το μάθημα της Πολιτικής Δικονομίας και στο τέλος πρόκειται να εξεταστεί σε αυτό. Θέλει λοιπόν να πληροφορηθεί τι είδους αγωγή πρέπει να ασκήσει και ποιο είναι το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο στο οποίο θα πρέπει να καταφύγει έτσι ώστε να επιτύχει το σκοπό του. Αν θεωρήσουμε ότι είχε ασκήσει τη σχετική αγωγή στο αρμόδιο δικαστήριο της Κομοτηνής, είναι δυνατόν κατόπιν να ζητήσει παραπομπή στο αρμόδιο δικαστήριο της Θεσσαλονίκης επειδή του είναι πιο εύκολο να διεξάγει τη δίκη εκεί; Πρακτικό 67 Ο Α πούλησε στον Β μια μεζονέτα στην Πεντέλη. Ο Β κατέβαλε στον Α ολόκληρο το τίμημα που συμφωνήθηκε. Ο Α όμως δεν μεταβίβασε την κυριότητα ούτε προέβη σε παράδοση της έ παυλης στον Β παρότι ο τελευταίος τον είχε οχλήσει πολλάκις. Αναγκάστηκε λοιπόν ο τελευταίος να ασκήσει κατά του Α αγωγή, ζητώντας να καταδικαστεί αυτός να προβεί στην οφειλόμενη μεταβίβαση και σε παράδοση της έπαυλης. Όμως κατά τη διάρκεια της δίκης από πυρκαγιά που κατέκαψε την περιοχή η μεζονέτα καταστράφηκε ολοκληρωτικά. Ερωτάται: 1. Ασκεί η καταστροφή της έπαυλης κάποια επίδραση στην εκκρεμή δίκη και αν ναι ποια; 2. Τι πιστεύεται ότι πρέπει να κάνει σχετικά ο ενάγων αγοραστής; 18

3. Αν ο πωλητής ισχυρισθεί ότι δεν υπέχει καμία υποχρέωση εξαιτίας της αδυναμίας του να μεταβιβάσει την μεζονέτα, γεννάται σχετικά βάρος αποδείξεως και αν ναι ως προς τι και ποιος το φέρει; Πρακτικό 68 Οι Α και Β επιβιβάζονται σε όχημα Ταξί το οποίο οδηγεί ο οδηγός Τ και ιδιοκτήτης του είναι Ο ι. Στη διάρκεια της διαδρομής το ταξί από υπαιτιότητα του Τ εμπλέκεται σε τροχαίο ατύχημα από το οποίο τραυματίζονται οι δύο επιβάτες του Α και Β. Κατόπιν τούτου οι δύο τελευταίοι α σκούν αγωγή εναντίον των Ι και Τ με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης. Κατά τη συζήτηση της αγωγή από την πλευρά των εναγομένων παραστάθηκε μόνο ο Τ, ο οποίος και αρνήθηκε την αγωγή. Μετά το πέρας των αποδείξεων το δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή όσον αφορά τον Α ενώ για τη ζημιά του Β διέταξε συμπληρωματικές αποδείξεις. Ερωτάται: 1. Ποιος ο δικονομικός δεσμός μεταξύ των Α και Β, και των Τ και Ι και γιατί; 2. Μπορεί ο Ι να ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της απόφασης; 3. Είναι δυνατό να εξεταστεί ο Α ως μάρτυρας υπέρ του Β προκειμένου να βεβαιώσει την ζημία που υπέστη ο Β; Πρακτικό 69 Οι Β και Γ είναι συγκύριοι ενός ακινήτου. Ο Α είναι κύριος του γειτονικού ακινήτου και τους ασκεί αγωγή με την οποία ζητά 1) να του αναγνωριστεί δουλεία διόδου στο ακίνητο των Β και Γ και 2) να του επιδικάσει το δικαστήριο αποζημίωση από τη ζημία που του προκλήθηκε όταν οι εναγόμενοι τον παρεμπόδισαν να ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά του. Στην συζήτηση της αγωγής ο Β αρνήθηκε την αγωγή στο σύνολο, ενώ ο Γ αναγνώρισε το δικαίωμα δουλείας διόδου του ενάγοντος αρνήθηκε όμως ότι ο ενάγων έχει υποστεί ζημία. Ερωτάται: 1. Ποια η συνέπεια της δικονομικής συμπεριφοράς του Γ; 2. Είναι δυνατόν το δικαστήριο ως προς τα δύο αιτήματα της αγωγής να εκδώσει διαφορετικές αποφάσεις ως προς τους Β και Γ; 3. Στην περίπτωση που το δικαστήριο κάνει δεκτή την αγωγή ως προς το πρώτο αίτημα και ο Β ασκήσει έφεση ποια η συνέπεια ως προς τον Γ; Πρακτικό 70 Οι Α και Β είναι συγκύριοι ακινήτου. Ο Α ασκεί αγωγή διανομής κατά του Β. Ο Β με τη σειρά του προσεπικάλεσε στη δίκη τους Ζ και Η, από τους οποίους ο Ζ είχε δουλεία διόδου στο ακίνητο και ο Ε είχε εγγράψει υποθήκη προκειμένου να εξασφαλίσει απαίτηση που είχε κατά του Β. Ε ρωτάται: 1. Παραδεκτά προσεπικαλούνται οι Ζ και Η; 2. Στην περίπτωση που αποφασίσουν να παρέμβουν, ποια παρέμβαση θα ασκήσουν και γιατί; 3. Στην περίπτωση που αποφασίσουν να αδιαφορήσουν να αναφέρετε ποιες θα είναι οι συνέπειες της προσεπίκλησης; Πρακτικό 71 Η μεταφορική εταιρεία Μ ανέλαβε κατόπιν συμβάσεως με τον έμπορο Ε να του μεταφέρει εμπορεύματα. Η πρώτη όμως κατά τη διάρκεια της μεταφοράς και από υπαιτιότητά της κατέστρεψε ολοσχερώς τα εμπορεύματα του Ε. Κατόπιν τούτου ο Ε άσκησε αγωγή κατά της μεταφορικής Μ, ενώ η Μ από την πλευρά της προσεπικάλεσε στη δίκη τους Χ και Ο ετερόρρυθμο και 19

ομόρρυθμο εταίρο αντίστοιχα καθώς και την ασφαλιστική εταιρία Ω στην οποία η Μ είχε ασφαλιστεί για κάθε κίνδυνο. Ερωτάται: 1. Παραδεκτά προσεπικαλούνται οι Χ, Ο και Ω; 2. Ποια παρέμβαση θα ασκήσουν εάν θελήσουν να παρέμβουν; 3. Ποια η συνέπεια της προσεπίκλησης προς την Ω; Θα δίνατε διαφορετική απάντηση αν η Μ συνόδευε την προσεπίκληση με παρεμπίπτουσα αγωγή; Πρακτικό 72 Ο Δ δανειστής άσκησε αγωγή κατά του οφειλέτη Ο για απόδοση δανείου. Ο Ο με τις προτάσεις που κατέθεσε ισχυρίστηκε ότι η σύμβαση δανείου είχε καταρτιστεί αλλά κατόπιν ο Δ προέβη σε άφεση χρέους. Ο Δ αντικρούοντας τον ισχυρισμό του Ο αντέτεινε ότι η άφεση του χρέους που επικαλείται ο εναγόμενος ήταν εικονική αφού έγινε χάριν αστεϊσμού. Ερωτάται: 1. Πώς χαρακτηρίζετε δικονομικά τους ισχυρισμούς των διαδίκων; 2. Ποιος φέρει το βάρος απόδειξης; Πρακτικό 73 Ο Β νέμεται κακόπιστα ένα ακίνητο του Α που βρίσκεται στην Αθήνα. Κατόπιν τούτου ο Α ασκεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών αγωγή διεκδίκησης. Κατά τη συζήτηση της αγωγής ο μεν Β ισχυρίστηκε: 1) Το δικαστήριο δεν είναι καθ ύλην αρμόδιο και 2) Έχει γίνει κύριος του επίμαχου ακινήτου με χρησικτησία. Τι συνιστούν δικονομικά οι ισχυρισμοί του εναγομένου και πώς θα κατανεμηθεί το βάρος απόδειξης για τα ζητήματα που προέκυψαν; Πρακτικό 74 Ο Α επικαλούμενος τελεσίδικη απόφαση μεταξύ αυτού και της ετερόρρυθμης εταιρείας Ε, η οποία αναγνώρισε ότι η εναγόμενη όφειλε στον ενάγοντα ποσό ύψους 60.000, άσκησε αγωγή κατά του Β ετερόρρυθμου εταίρου, για καταβολή του ίδιου ποσού. Ο Β ισχυρίστηκε: α) ότι είχε αποβάλει την ιδιότητα του εταίρου ήδη προτού εκδοθεί η πρώτη απόφαση μεταξύ Α και Ε, β) ότι πάντως, όφειλε ακόμα να καταθέσει στην εταιρία 3.000 ως προς το οποίο και μόνο ευθυνόταν και γ) ότι εν πάση περιπτώσει η απόφαση μεταξύ Α και Ε ήταν προϊόν συμπαιγνίας. Τι συνιστούν οι ανωτέρω ισχυρισμοί; Πρακτικό 75 Ο Α προκειμένου να εξασφαλίσει τον υιό του Υ, που μόλις είχε ενηλικιωθεί συνήψε σύμβαση με την ασφαλιστική Ω με την οποία αναλάμβανε μετά το θάνατό του να καταβάλει ένα ποσό στον Υ. Εν συνεχεία η Ω αμφισβήτησε την εγκυρότητα αυτής της σύμβασης και ο Α με τη σειρά του άσκησε αγωγή κατά της Ω, όπου και αναγνωρίστηκε τελεσίδικα ότι η σύμβαση είναι έγκυρη. Μετά την τελεσιδικία αυτής της απόφασης ο Α πεθαίνει και ο Υ αξιώνει από την Ω την καταβολή του ποσού της σύμβασης, όμως η Ω και πάλι αμφισβήτησε το κύρος της σύμβασης που είχε συνάψει με τον Α, ενώ ο Υ αντέταξε την ύπαρξη δεδικασμένου. Ερωτάται: 1. Υπάρχει δεδικασμένο που μπορεί να επικαλεστεί υπέρ του ο Υ; 2. Αν η αγωγή του ενάγοντος κατά του εναγομένου για να ακυρωθεί μια σύμβαση απορριφθεί τελεσίδικα μπορεί ο ενάγων να επανέλθει με νέα αγωγή και το αυτό αίτημα; Πρακτικό 76 Ο Α ασκεί αγωγή διεκδίκησης κατά του Β, που νέμεται κακόπιστα ένα ακίνητο του Α, το έχει περιφράξει και το έχει εκμισθώσει μάλιστα στον Μ για μάντρα οικοδομικών υλικών. Ο Α αφού πέτυχε την τελεσίδικη καταδίκη του Β εξοπλίστηκε με απόγραφο και έδωσε εντολή στον δικα 20