INTERNANTIONAL SCHOOL OF ATHENS ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Κεφαλληνού Λουκία 24/4/2012
Μ. Καραγάτσης Αθήνα 1908-1960 Το μπουρίνι
Γραμματολογικά στοιχεία Ζωή Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1908 και πέθανε το 1960 Φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημήτρη Ροδόπουλου Διηγηματογράφος και μυθιστοριογράφος, από τους πολυγραφότερους Έλληνες λογοτέχνες Έργα Μυθιστορήματα Χίμαιρα Ο κοτσάμπασης του καστρόπυργου Ο μεγάλος ύπνος Αίμα χαμένο και κερδισμένο Ο αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος Τα στερνά του Μίχαλου κ.α. Διηγήματα Το συναξάρι των αμαρτωλών Λιτανεία των ασεβών Νυχτερινή ιστορία κ.α. Κριτική Ο Καραγάτσης παρουσιάζει με γνώση και ρεαλισμό την ασφυκτική ζωή της επαρχιακής κοινωνίας και αποκαλύπτει πολλές καθημερινές όψεις της. Ο θεσσαλικός κάμπος, που τον περιγράφει με εντυπωσιακή δύναμη, γίνεται ένα τεράστιο νατουραλιστικό σκηνικό, κατάλληλο να πλαισιώσει τους μύθους του. Κείμενο Θέμα και περιεχόμενο Θέμα του αποσπάσματος είναι η στυγνή εκμετάλλευση της εργασίας και η προσβολή της τιμής ενός κολίγα από ένα μεγαλοτσιφλικά. Το περιεχόμενο είναι κοινωνικό. Σχολιασμός Ο Χατζηθωμάς και ο Γκουντής Ο βίος και η πολιτεία του Χατζηθωμά στοιχειοθετούν το πορτρέτο ενός τυπικού εκπροσώπου των τσιφλικάδων. Συγκεκριμένα: Ακολουθεί τις αρχές και τον τρόπο ζωής της Αγγλίας. Είναι πλούσιος και έχει αριστοκρατικές ασχολίες. Ζει σε ένα σπίτι με ανέσεις και υπηρετικό προσωπικό. Αγαπάει την καλοπέραση και τις ωραίες γυναίκες.
Είναι στυγνός εργοδότης και νοιάζεται μόνο για το συμφέρον του. Εκμεταλλεύεται τους κολίγες και είναι ανάλγητος μπροστά στη δυστυχία τους. Είναι αδίστακτος και χωρίς ηθικούς φραγμούς, θεωρώντας ότι έχει δικαίωμα ακόμα και στα μέλη των οικογενειών των κολίγων. Προσπαθεί να προξενήσει εντύπωση με ένα διπλωματικό ελιγμό φιλανθρωπίας και μεγαλοψυχίας, μόνο και μόνο για να αποκτήσει αυτό που θέλει. Ύστερα από την παρουσίαση της συνολικής εικόνας των κολίγων, ο συγγραφέας εισάγει το κεντρικό πρόσωπο, τον Γκουντή. Μέσα από τη στάση του και τη συμπεριφορά του ολοκληρώνεται ο χαρακτηριστικός τύπος του κολίγα. Ο Γκουντής: Βρίσκεται στα όρια της έσχατης φτώχειας. Χαιρετάει με τεμενά τον αφέντη και περιμένει σιωπηλός, να του μιλήσει πρώτος ο αφέντης. Έχει κατεβασμένα τα μάτια μπροστά στον αφέντη και νιώθει αμηχανία. Πήρε σοδειά ελάχιστη, που δε φτάνει για την επιβίωση των μελών της οικογένειάς του. Είναι εξαρτημένος από τις διαθέσεις του αφέντη, ταπεινώνεται και εξευτελίζεται μπροστά του, εκλιπαρώντας τον να του πάρει λιγότερο μερτικό. Αντιμετωπίζει μοιρολατρικά την κατάστασή του- φταίει ο Θεός. Δε διανοείται να αντιδράσει δυναμικά ούτε όταν βλέπει την κατάφωρη αδικία του επιστάτη- διαμαρτύρεται συγκρατημένα, αλλά αμέσως μετά σκύβει το κεφάλι και λουφάζει. Μαλώνει με το γιο του, που τόλμησε να απειλήσει τον επιστάτη. Υποδέχεται τον αφέντη με τεμενάδες και, αντί να παραπονεθεί για την απάτη του επιστάτη, εκθέτει και μειώνει το γιο του. Σκύβει να φιλήσει το χέρι του αφέντη του. Υποχρεώνεται να δώσει την κόρη του στην υπηρεσία του αφέντη και αυτό δείχνει ότι δεν ορίζει ούτε τα μέλη της οικογένειάς του. Οι γυναίκες του αποσπάσματος Στο απόσπασμα ο συγγραφέας παρουσιάζει τρεις γυναίκες: Η Φραντζέσκα ερωμένη του Χατζηθωμά, είναι ο χαρακτηριστικός τύπος της γυναίκας ελευθερίων ηθών, που ακολουθεί έναν άντρα για τα χρήματά του και για την πολυτελή ζωή του. Έχει για προσόντα της την ομορφιά και την προκλητική της εμφάνιση. Δεν εργάζεται και περνάει την ώρα της ράθυμα και νωχελικά, καπνίζοντας και πίνοντας. Είναι απελευθερωμένη από οποιαδήποτε κοινωνική σύμβαση, ανεξάρτητη και χειραφετημένη. Η Γκουντίνα είναι η σκλάβα του κάμπου αλλά και του άντρα της, και η ζωή της αποτελεί μια σειρά από υποχρεώσεις: χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα, δουλεύει στα χωράφια και παράλληλα υπηρετεί την οικογένειά της. Είναι
μια τρομοκρατημένη γυναίκα, που δέχεται μοιρολατρικά την περιφρονητική συμπεριφορά του άντρα της και βουβαίνεται μπροστά στην αυταρχικότητά του. Η Ζωγράφω δεν έχει καμία δράση στο αφήγημα. Στέκει αμήχανη και φοβισμένη μπροστά στον αφέντη και δεν έχει δική της θέληση. Ο Χατζηθωμάς τη ζητάει για υπηρέτρια από τον πατέρα της, που την ορίζει, αδιαφορώντας για τη δική της γνώμη. Η ζωή των κολίγων μέσα από τις αντιθέσεις Στην προσπάθειά του να παραστήσει ζωηρότερα την αθλιότητα της ζωής των κολίγων, ο συγγραφέας την αντιπαραθέτει με έναν κόσμο διαμετρικά αντίθετο, χρησιμοποιώντας αντιθέσεις, από τις οποίες οι πιο χαρακτηριστικές είναι οι ακόλουθες: Το πλούσιο κονάκι του Χατζηθωμά αντιτίθεται με το μίζερο κιουτσέκι με τους καπνισμένους τοίχους του Γκουντή. Ο Χατζηθωμάς είναι λεβεντάνθρωπος, πενηντάρης, διατηρημένος εξαίσια από την υγιεινή ζωή και τον αθλητισμό των Αγγλοσαξόνων, ενώ οι κολίγες είναι καμπουριασμένοι και κακοντυμένοι. Η όμορφη Φραντζέσκα, με τη νωχελική και προκλητική θωριά, έρχεται σε αντίθεση με την τρομοκρατημένη και καταπιεσμένη Γκουντίνα. Ο θρασύς επιστάτης αντιτίθεται με τον καταπιεσμένο Γκουντή. Ο τσιφλικάς φορούσε σετακρούτα φρεσκοσιδερωμένη, κάσκα ολόλευκη, γάντια κρεμ, ενώ ο Γκουντής, φτωχοντυμένος, λύγιζε το κορμί του ως τη γη. Η προσήμανση της τελικής έκβασης Στο τέλος του έργου εμφανίζεται ο Χατζηθωμάς, ο οποίος δηλώνει ότι ανταποκρίνεται στο αίτημα του Γκουντή και θα πάρει φέτος από τη σοδειά λιγότερα απ όσα δικαιούται. Παράλληλα, όμως, ανακοινώνει απερίφραστα και κυνικά ότι, ως αντάλλαγμα, θα πάρει την κόρη του κολίγα στο κονάκι του για υπηρέτρια. Αυτή η έκβαση προσημαίνεται με τα λόγια που έχει πει ο Γκουντής για την κόρη του, όταν διεκτραγωδούσε την οικογενειακή του κατάσταση στο Χατζηθωμά και με την αόριστη απάντηση του τσιφλικά. Φαίνεται ότι ο αδίστακτος τσιφλικάς σχεδίασε από την αρχή τον τρόπο με τον οποίο θα ικανοποιούσε το αίτημα του κολίγα. Τα νατουραλιστικά στοιχεία του διηγήματος Το κείμενο είναι δείγμα νατουραλιστικής γραφής και υπάρχουν σε αυτό πολλά σχετικά γνωρίσματα, που τα διακρίνουμε στους ανθρώπινους τύπους, στις περιγραφές και στους διαλόγους; Οι ανθρώπινοι τύποι αποδίδονται με ρεαλισμό και τη συμπεριφορά τους τη καθορίζει το περιβάλλον, οι συνθήκες της ζωής τους, η κοινωνική τους θέση, οι ανάγκες και τα συμφέροντά τους. Έτσι, ο Γκουντής συμπεριφέρεται με δουλοπρέπεια και μοιρολατρία, επειδή έχει ανάγκη τον τσιφλικά και τον
φοβάται. Ο επιστάτης αδικεί με θράσος τον κολίγα, επειδή ενεργεί στο όνομα του πανίσχυρου τσιφλικά, ο οποίος με τη σειρά του εκμεταλλεύεται τη δυστυχία του κολίγα αδίσταχτα και χωρίς ηθικούς φραγμούς: είναι ο πανίσχυρος αφέντης, που δεν έχει να λογοδοτήσει σε κανέναν. Οι περιγραφές καταγράφουν πιστά την πραγματικότητα, επιμένοντας στην άθλια πλευρά της. Έτσι, αποδίδονται με ζωηρότερα χρώματα: ο βαρύς μόχθος των κολίγων του κάμπου, το καταθλιπτικό περιβάλλον στο οποίο κατοικούν, η λιτότατη τροφή τους, η φτωχική τους ένδυση, οι άθλιες συνθήκες της εργασίας και γενικά, της ζωής τους. Τέλος, στοιχείο νατουραλισμού θα μπορούσε να θεωρηθεί η χρήση στους διαλόγους της ιδιωματικής γλώσσας των χωρικών του θεσσαλικού κάμπου.