Ciné Μεσόγειος Δήμος Βόλου Εξωραϊστική (5 η χρονιά*****) Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη 5-6-7 Ιουλίου 2011 (9:30 μ.μ.) Όταν θέλω να σφυρίξω, σφυρίζω (Eu Cand Vreau Sa Fluier, Fluier) Ρουμανία, Σουηδία (2010) Σκηνοθεσία: Φλορίν Σέρμπαν Σενάριο: Φλορίν Σέρμπαν, Καταλίν Μιτουλέσκου (από το ομώνυμο θεατρικό έργο της Αντρέεα Βαλεάν) Πρωταγωνιστούν: Γκεόργκε Πιστερεάνου, Άντα Κοντεέσκου, Μιχάι Κονσταντίν, Κλάρα Βόντα, Λαουρέντιου Μπανέσκου (94 ) Αργυρή Άρκτος (Μεγάλο Βραβείο Επιτροπής) και Ειδικό Βραβείο Άλφρεντ Μπάουερ στο 60 ο Φεστιβάλ Βερολίνου (2010), 1ο Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Φεστιβάλ Τρανσυλβανίας (2010), Βραβείο Kαλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας στα Φεστιβάλ Στοκχόλμης και Δαμασκού (2010), Επίσημη Συμμετοχή για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης (2011) Ο Σίλβιου είναι 18 χρονών. Τα τελευταία 4 χρόνια βρίσκεται έγκλειστος στο Κέντρο Κράτησης Ανηλίκων. Απομένουν μόνο 5 ημέρες για να αφεθεί ελεύθερος, όταν η μάνα του εμφανίζεται μετά από απουσία χρόνων για να πάρει μαζί της στην Ιταλία τον μικρό του αδερφό, που ο Σίλβιου έχει μεγαλώσει σαν γιο του. Παράλληλα, στη ζωή του Σίλβιου, εμφανίζεται η Άννα, μία όμορφη συνομήλικη του που εργάζεται σαν κοινωνική λειτουργός. Με έντονα συναισθήματα να τον κατακλύζουν και τον χρόνο να μετράει αντίστροφα, ο Σίλβιου οδηγείται σταδιακά στα άκρα... Την τελευταία πενταετία μια σειρά ρουμάνων κινηματογραφιστών γυρίζει τον ένα φιλμ-δυναμίτη μετά το άλλο, σχηματίζοντας ένα ρεύμα που κάποιοι αποκαλούν «ρουμάνικο νέο κύμα». Έχοντας μεγαλώσει οι περισσότεροι υπό το καθεστώς Τσαουσέσκου, γυρίζουν ταινίες σε μια μεταβατική περίοδο, όπου το κοινωνικό περιβάλλον φέρνει ως κοινό στοιχείο των ταινιών τους ένα σύστημα (σωματικής και πνευματικής) καταστολής, μέσα στο οποίο οι ήρωες
τους καλούνται να λύσουν το πρόβλημά τους. Το κλειδί της επιτυχίας όμως είναι ότι οι θεματικές τους δεν περιορίζονται εντός των εθνικών συνόρων τους, αλλά αφορούν ένα ευρύτερο κοινό, έξω από αυτά. Το σινεμά του Σέρμπαν είναι λιτό, διεισδυτικό και άκρως ενδιαφέρον, ενώ ο ίδιος αναδεικνύεται σε άξιο εκπρόσωπο του σύγχρονου ρουμανικού σινεμά. Η συγκλονιστική ερμηνεία του 18χρονου ερασιτέχνη Πιστερεάνου δίκαια βραβεύθηκε σε Διεθνή Φεστιβάλ. ΚΡΙΤΙΚΕΣ Με δάφνες από την βράβευσή του στο φετινό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μας έρχεται το πολύ δυνατό αυτό φιλμ, άξιος εκπρόσωπος του υπαρξιακού ρεαλισμού και της μεστής μινιμαλιστικής προσέγγισης του ρουμανικου νέου κύματος. Η Ρουμανία (όπως, πλέον, ακούγεται ψιθυριστά και για την χώρα μας, πρόσφατα), μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρονια σε μια πληθώρα άρτιων ταινιών με θέματα μέσα από την κοινωνική εγχώρια πραγματικότητα, αλλοτινή και τωρινή. Το υπόγειο στυλιζάρισμα άλλωστε πάντα εντυπωσιάζει, πέρα από τα όρια, με ένα ουσιαστικό βλέμμα που μετατρέπει αυτή την γενιά σε αιχμηρούς ανατόμους, έτοιμους να τα πουν έξω από τα δόντια και χωρίς επιφυλάξεις. Ο Σίλβιου είναι ένας νεαρός κρατούμενος ο οποίος μετά από τέσσερα χρονια φυλάκισης σε αγροτικές φυλακες, ετοιμάζεται να διανύσει τις τελευταίες δυό εβδομάδες της ποινής του. Εκεί όμως που φαίνεται πως, τελικά, αυτή η δοκιμασία τελειώνει, εμφανίζεται το παρελθόν του στην μορφή του μικρού του αδερφού και της μητέρας του - που τους είχε εγκαταλείψει και τώρα ζητά ξανά μερίδιο από τη ζωή τους - για να "ανατινάξει" κυριολεκτικά αυτές τις τελευταίες ημέρες του εγκλεισμού. Παράλληλα, ο έρωτας γεμίζει τον νεαρό κρατούμενο για μια νεαρή φοιτήτρια που κάνει μια πτυχιακή εργασία με συνεντεύξεις στην φυλακή. Πως θα πάνε τα πράγματα; Μην περιμένετε εύκολες λύσεις! Εδώ έχουμε μια σχολή κινηματογράφου, η οποία χρησιμοποιεί στο έπακρο την ερμηνευτική και κινηματογραφική αφαίρεση, για να απογειώσει με τις εικόνες μια ιστορία γύρω από την ελευθερία και τον εγκλεισμό, αλλά και γύρω από την εσωτερική δύναμη που μπορεί να δώσει σε μια επιλογή, υπαρξιακό χαρακτήρα. Το φιλμ παρακολουθείται με μοναδικό ενδιαφέρον λεπτό προς λεπτό και κορυφώνεται με κομμένη την ανάσα! του Γιάννη Ραουζαίου (giannis.raouzaios@myfilm.gr) «Το σενάριο καταφέρνει να αποδώσει με επιτυχία τις εντάσεις μέσα στο Κέντρο Κράτησης των Ανηλίκων, δίνοντας μία φρέσκια οπτική στα παιχνίδια δύναμης, εντός των φυλακών». Variety
«Οι ερασιτέχνες ηθοποιοί, ανήλικοι κρατούμενοι οι περισσότεροι, δίνουν βαθιά ειλικρινείς ερμηνείες ζωής». ScreenDaily «Έξοχο! Μια αξιομνημόνευτη στιγμή στην ιστορία του νέου κύματος του ρουμάνικου κινηματογράφου». Dan Fainaru, Screen Ienternational Ο τίτλος της ρουμανικής ταινίας, «Όταν θέλω να σφυρίξω, σφυρίζω», εμφορείται από τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση ενός «Νέου Κύματος» που άλλαξε άρδην το σινεμά της Ρουμανίας εδώ και μερικά χρόνια. Χαρακτηριστικό δείγμα αυτών των αλλαγών ήταν η ταινία του Κριστιάν Μουνγκίου «4 μήνες, 3 εβδομάδες και 2 ημέρες», η οποία διαδραματίζεται λίγο πριν από την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Η Ρουμανία του Τσαουσέσκου και της Σεκιουριτάτε είναι ένα μακρινό παρελθόν στο σημερινό «Όταν θέλω να σφυρίξω, σφυρίζω» του πρωτοεμφανιζόμενου Φλορίν Σέρμπαν. Οι εικόνες του αποτυπώνουν έμμεσα την αγωνία μιας απορρυθμισμένης κοινωνίας μετά το hangover της ελευθερίας. Ο ήρωας του Σέρμπαν, ο 18χρονος Σίλβιου, είναι στο τέλος της εφηβείας του, παράλληλα εκτίει τις τελευταίες ημέρες της ποινής του σε μια φυλακή ανηλίκων, που κράτησε τέσσερα χρόνια. Δεν θα μάθουμε γιατί πέρασε την εφηβεία του στη φυλακή η αφήγηση διαγράφει μια τροχιά από τον ρεαλισμό προς την αλληγορία. Δεν θα μάθουμε επίσης τίποτα γι αυτό που τού επιφυλάσσει το μέλλον. Η ταινία ανοίγει με μια εικόνα, η οποία θα μπορούσε να είναι και το τέλος (ο Σίλβιου με χειροπέδες έξω από το γραφείο (;) του διευθυντή των φυλακών). Κλείνει με ένα στατικό γενικό πλάνο (σαν κι αυτά που εισάγουν road movies ή περιπέτειες φυγής), στο οποίο όμως δεν φαίνεται ούτε ο δρόμος ούτε η προοπτική του. Οι τίτλοι του τέλους πέφτουν μαζί με ένα λαϊκό τραγούδι, ιδιαίτερα μελωδικό και ρυθμικό, σαν σχόλιο για έναν έρωτα που τέλειωσε πριν καν αρχίσει και για την ευτυχία, που είναι μάλλον ανέφικτη. ΚΡΙΤΙΚΗ CINEMANEWS ( Γιάννης Βασιλείου ) Ο Σίλβιου είναι μόλις 18 χρονών. Τα τελευταία 4 χρόνια βρίσκεται έγκλειστος στο Κέντρο Κράτησης Ανηλίκων, ενώ του απομένουν μόνο πέντε ημέρες για να αφεθεί ελεύθερος. Οι πέντε όμως αυτές ημέρες μοιάζουν με έναν ατέλειωτο εφιάλτη, όταν η μητέρα του εμφανίζεται μετά από απουσία χρόνων για να πάρει μαζί της στην Ιταλία τον μικρό του αδερφό, που ο Σίλβιου έχει μεγαλώσει σαν γιο του. Παράλληλα, στη ζωή του Σίλβιου, εμφανίζεται η Άννα, μία όμορφη συνομήλική του που εργάζεται σαν κοινωνική λειτουργός. Με έντονα συναισθήματα να τον κατακλύζουν και τον χρόνο να κυλάει αντίστροφα, ο Σίλβιου οδηγείται σταδιακά στα άκρα... Εδώ και 5 χρόνια μια σειρά ρουμάνων κινηματογραφιστών γυρίζει τον ένα φιλμικό δυναμίτη μετά τον άλλο, συστήνοντας ένα ρεύμα που κάποιοι αποκαλούν ρουμάνικο «νέο κύμα». Έχοντας μεγαλώσει οι περισσότεροι υπό το καθεστώς Τσαουσέσκου, γυρίζουν ταινίες σε μια μεταβατική περίοδο για την χώρα, η οποία προσπαθεί να ενταχθεί ομαλά στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
δίχως να έχουν εξαλειφθεί εντελώς, όπως φαίνεται, τα κατάλοιπά ενός σκληροπυρηνικά αστυνομικού κράτους. Ως εκ τούτου κοινό στοιχείο των ταινιών τους είναι ένα σύστημα (υλικής και πνευματικής) καταστολής, υπό τα πλαίσια του οποίου οι ήρωες τους καλούνται να λύσουν το πρόβλημα που παρουσιάζεται μπροστά τους - που αποτελεί και κινητήριο μοχλό της πλοκής. Το κλειδί της επιτυχίας όμως είναι ότι οι θεματικές τους δεν περιορίζονται εντός των συνόρων της ρουμανικής επικράτειας, αλλά αφορούν ένα ευρύτερο κοινό, έξω από αυτά. Ο ήρωας μας, ο 18χρονος Σίλβιου, περνά τις τελευταίες του μέρες σε ένα αναμορφωτήριο ανηλίκων, ένα σωφρονιστικό ίδρυμα, όπου ο σωφρονισμός είναι συνώνυμος του... κολασμού. Δεν ξέρουμε τι έχει κάνει και βρίσκεται εκεί, είναι πιθανότατα κάτι κακό, αλλά η ευγενική του φύση και η χαμηλότονη συμπεριφορά του αποκλείουν το ενδεχόμενο να είναι κάτι εξαιρετικά κακό. Σε κάθε περίπτωση βρίσκεται εκεί για να αναμορφωθεί, να λάβει δηλαδή ένα νέο σύστημα γνώσεων και αξιών, μακριά από εκείνο που τον οδήγησε στην παραβατική συμπεριφορά, ώστε να «εξανθρωπιστεί» και να επανενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο. Μέσα από τη συναναστροφή του με τους υπαλλήλους του αναμορφωτηρίου και με τους άλλους τροφίμους, ο Σίλβιου μορφώνεται. Βλέπει παραπτώματα ήσσονος σημασίας να τιμωρούνται δυσανάλογα, με τρόπο ιδιαίτερα βάναυσο. Μαθαίνει ότι η ευγένεια είναι αδυναμία. Μαθαίνει ότι για να πάρεις εκείνο που θέλεις, ακόμα κι αν το δικαιούσαι, ακόμα κι αν είναι κάτι μικρό κι ασήμαντο, πρέπει να το διεκδικήσεις με τη βία. Μαθαίνει ότι η αξιοπρέπεια του άλλου είναι μια έννοια, που καταστρατηγείται μπρος στην ικανοποίηση της προσωπικής επιθυμίας. Κι έτσι, όταν αναγκάζεται εκ των περιστάσεων να περάσει από την αδράνεια στην δράση, «αναμορφωμένος» πια, αναπαράγει όσα έμαθε. Είναι εμφανές που θέλει να καταλήξει ο Σέρμπαν, ωστόσο μπρος στον απώτερο στόχο θυσιάζει κάτι από την συνέπεια και την αληθοφάνεια του χαρακτήρα του σε πρώτο στάδιο και της ταινίας του σε δεύτερο, μιας και η τελευταία είναι στημένη εξ ολοκλήρου πάνω στο πρόσωπο του Σίλβιου, με την κάμερα να τον ακολουθεί διαρκώς. Το σινεμά του Σέρμπαν είναι λιτό, διεισδυτικό και άκρως ενδιαφέρον, ενώ ο ίδιος αναδεικνύεται σε άξιο εκπρόσωπο του σύγχρονου ρουμανικού σινεμά. Διαφορές & Ομοιότητες Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο ομότιτλο θεατρικό έργο της θεατρικής συγγραφέα Αντρέεα Βαλεράν (Andreea Valean), που έκανε πρεμιέρα σε μεγάλες θεατρικές σκηνές της Ρουμανίας το 1998, με μεγάλη εμπορική επιτυχία. Ο Καταλίν Μιτουλέσκου, εμπνευσμένος από την επιτυχημένη απήχηση του έργου στο κοινό έγραψε ένα προσχέδιο εκείνη την περίοδο, αλλά το άφησε στην άκρη για 10 χρόνια. Όταν ο Φλορίν Σέρμπαν βρισκόταν ακόμη στη Νέα Υόρκη και σπούδαζε στο Κολούμπια, ο Μιτουλέσκου του έστειλε το προσχέδιο εκείνο ζητώντας τη γνώμη του. Ο Σερμπάν ενθουσιάστηκε. Δε μπορούσε να το βγάλει από το μυαλό του. Αυτό σήμανε το ξεκίνημα της κοινής συνεργασίας τους. Ο Σέρμπαν δούλεψε το προσχέδιο για ενάμιση χρόνο επιφέροντας διάφορες αλλαγές στο πρωτότυπο κείμενο. Οι καθοριστικές αλλαγές όμως οριστικοποιήθηκαν κατά την επίσκεψη του Σέρμπαν στις αναμορφωτικές φυλακές. Το διάστημα που δούλεψε με τους
ανήλικους κρατούμενους μπήκε στη διαδικασία να τους γνωρίσει, να κατανοήσει τις πράξεις τους και να δει με τα ίδια του τα μάτια, τις συνέπειες αυτών των πράξεων στο περιβάλλον και τις οικογένειες τους έξω και πίσω από τους τοίχους των φυλακών. Οι σεναριογράφοι της ταινίας, κατά τη διασκευή του θεατρικού έργου, άλλα στοιχεία τα διατήρησαν αναλλοίωτα, άλλα τα διαφοροποίησαν ή τα αφαίρεσαν και άλλα στοιχεία που δεν υπήρχαν στο πρωτότυπο θεατρικό κείμενο προστέθηκαν για να εξυπηρετήσουν την πλοκή, όπως αυτή θα ξετυλιγόταν στο πανί. Ο τίτλος παρέμεινε ο ίδιος. Όπως ακριβώς και το γενικότερο πνεύμα, που αντανακλάται στον τίτλο. Η συμπεριφορά δηλαδή των κρατουμένων, που όταν θέλουν να σφυρίξουν, σφυρίζουν, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν συμβιβάζονται και κάνουν αυτό που θέλουν αδιαφορώντας για το κόστος ή τις συνέπειες. Αυτή την επιθετική και κάπως παιδική συμπεριφορά υιοθετούν όλοι οι χαρακτήρες τόσο στο θεατρικό κείμενο όσο και στο σενάριο της ταινίας. Η απαγωγή της Άννας, της κοινωνικής λειτουργού, υπάρχει επίσης στο αρχικό κείμενο. Η μόνη διαφορά από το πρωτότυπο κείμενο, είναι οι χαρακτήρες της μητέρας και του αδερφού του Σίλβιου, που έχουν επινοηθεί και προστεθεί από τους σεναριογράφους για εξυπηρέτηση της πλοκής. Η ιδέα του Σέρμπαν ήταν να επικεντρωθεί η κάμερα, στον Σίλβιου. Γι αυτό το λόγο, ο χαρακτήρας του εμφανίζεται αρκετά διαφοροποιημένος και πιο συμπαθητικός. Στο σενάριο, ο Σίλβιου είναι πιο ανθρώπινος, πιο εύθραστος δικαιολογώντας τις προθέσεις των πράξεων του. Με τον ίδιο τρόπο, και οι υπόλοιποι χαρακτήρες μέσα στη φυλακή, είναι λιγότερο δυναμικοί και επιθετικοί. Το τέλος της ταινίας, επίσης, δεν έχει σχέση με το πρωτότυπο κείμενο. ΦΛΟΡΙΝ ΣΕΡΜΠΑΝ (FLORIN ŞERBAN) Σκηνοθέτης Σεναριογράφος Ο Φλορίν Σέρμπαν γεννήθηκε στη Ρέσιτσα της Ρουμανίας το 1975. Σπούδασε φιλοσοφία, ερμηνευτική και θεωρία πολιτισμού στην Τρανσυλβανία και σκηνοθεσία Κινηματογράφου στην Ακαδημία Θεάτρου και Κινηματογράφου του Βουκουρεστίου (1998-2002). Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, δούλεψε ως ρεπόρτερ, έγραψε και σκηνοθέτησε μικρού μήκους ταινίες, διαφημιστικά και τηλεοπτικά σόου για μερικά από τα μεγαλύτερα εμπορικά τηλεοπτικά κανάλια της Ρουμανίας. Όταν έγινε δεκτός με υποτροφία από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια, για να συνεχίσει τις σπουδές του στον κινηματογράφο, εγκατέλειψε προσωρινά τη χώρα του για τη Νέα Υόρκη. Το 2008, αποφοίτησε και επέστρεψε στη Ρουμανία για να γυρίσει το IF I WANT TO WHISTLE, I WHISTLE, που είναι το σκηνοθετικό του ντεμπούτο σε ταινία μεγάλου μήκους. O Φλορίν Σέρμπαν υποκλίνεται στο σινεμά του Ρομπέρ Μπρεσόν και του Πέδρο Αλμοδόβαρ. Είναι γοητευμένος από τον κινηματογράφο του Νούρι Μπιλγκέ Τσεϊλάν, του Μπρούνο Ντυμόντ και του Κεν Λόουτς. «Περιμένω πως και πώς να γίνω μεγάλος σκηνοθέτης και να γυρίζω ταινίες όπως ο Γιαζουτζίρο Όζου, στο μεταξύ όμως θέλω να γυρίσω και ταινίες σαν τον «Μονομάχο», έχει δηλώσει με ενθουσιασμό για την ευρύτατη γκάμα των επιρροών του. ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ 2001 Mecano (μικρού μήκους), 2002 Jumatate de orass face dragoste cu cealalta jumatate/half of the City Makes Love with the Other Half (μικρού
μήκους), 2009 Emigrant (μικρού μήκους), 2010 Eu cănd vreau să fluier, fluier/if I Want to Whistle, I Whistle ΚΑΤΑΛΙΝ ΜΙΤΟΥΛΕΣΚΟΥ (CATALIN MITULESCU) Παραγωγός Σεναριογράφος Ο Καταλίν Μιτουλέσκου γεννήθηκε στο Βουκουρέστι τον Ιανουάριο του 1972. Μετά το τέλος των σπουδών του στις γεωλογικές επιστήμες, για τρία ολόκληρα χρόνια ταξίδεψε, έζησε και εργάστηκε στις χώρες Αυστρία, Ουγγαρία, Πολωνία και Ιταλία. Με την επιστροφή του στο Βουκουρέστι, αποφάσισε να παρακολουθήσει μαθήματα σκηνοθεσίας και γράφτηκε αμέσως στο πανεπιστήμιο UNATC. Από το 2001 μέχρι και σήμερα έχει σκηνοθετήσει μια σειρά από βραβευμένες διεθνώς μικρού μήκους ταινίες, διαφημιστικά και μουσικά βιντεοκλίπ. Το 2004, μαζί με τον αδερφό του Ντάνιελ, ίδρυσε την εταιρεία παραγωγής Strada Film, που έχει αναδειχθεί μέσα σε λίγα χρόνια μια από τις κορυφαίες στην Ρουμανία. ANDREEA VALEAN Θεατρική Συγγραφέας Η Andreea Valean είναι θεατρική συγγραφέας, σεναριογράφος και παραγωγός. Επίσης, είναι ιδρύτρια ενός νέου και πρωτοπόρου ρεύματος στο θέατρο με τίτλο dramacum, που αποσκοπεί στο να φέρει σε επαφή νέους σκηνοθέτες με νέους θεατρικούς συγγραφείς, στο να μεταφράζονται τα ρουμάνικα έργα και σε άλλες γλώσσες και να ανεβαίνουν παραστάσεις νέων καινοτόμων και πειραματικών ρουμάνικων έργων. Μεταξύ των πολύ πετυχημένων παραστάσεων που έχει στο ενεργητικό της είναι το έργο When I Want to Whistle, I Whistle, που έκανε πρεμιέρα το 1998 στο Εθνικό Θέατρο Tirgu Mures. Η παράσταση περιόδευσε σε 7 θέατρα στη Ρουμανία με πρωτοφανή επιτυχία, ενώ παρουσιάστηκε στη ετήσια πολιτιστική εβδομάδα Μπιενάλε Μπον στη Βόννη τον Ιούνιο του 2000. Με την Strada Film, των αδερφών Μιτουλέσκου, έχει ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν, σε δύο μικρού μήκους ταινίες, που προβλήθηκαν στις Κάννες. Το 2004 ως σεναριογράφος της ταινίας Traffic που κέρδισε το βραβείο Palm d'or και το 2006 στην ταινία που προβλήθηκε στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» με τίτλο The Way I Spent the End of the Word, ως σεναριογράφος και συμπαραγωγός. ΓΚΕΟΡΓΚΕ ΠΙΣΤΕΡΕΑΝΟΥ (GEORGE PISTEREANU) Σίλβιου (Silviu) Ο Γκεόργκε Πιστερεάνου είναι ερασιτέχνης και πρωτοεμφανιζόμενος ηθοποιός. Γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1990 στο Βουκουρέστι. Κατά την διεξαγωγή των γυρισμάτων, ο Γκεόργκε πήγαινε ακόμη γυμνάσιο και το όνειρο του ήταν να γίνει μεγάλος μουσικός. Παρακολουθούσε για πολύ καιρό μαθήματα πιάνου και ήταν μέλος χορωδίας παιδικής όπερας. Ήθελε να σπουδάσει όπερα canto, μέχρι τη στιγμή που ένας καλός του φίλος τον ενθάρρυνε και έπεισε να παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής, παράλληλα με τη μουσική, πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί σε έναν ιδιαίτερα ταλαντούχο ηθοποιό. Δεν έπεσε έξω. Ο Γκεόργκε γράφτηκε στο τμήμα υποκριτικής του γυμνασίου Dinu Lipatti, όπου και τον ανακάλυψε ο Φλορίν Σέρμπαν. Σήμερα, ο Γκεόργκε είναι πρωτοετής φοιτητής στο Εθνικό Πανεπιστήμιο Θεάτρου και Κινηματογράφου του Βουκουρεστίου, ήδη προετοιμάζεται για τον επόμενο του ρόλο και νιώθει ευγνώμων για την
ευκαιρία που του δόθηκε: «Είναι πολύ σπουδαίο να κάνεις το ντεμπούτο σου κρατώντας τον κύριο πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια τόσο δυνατή ταινία». ΑΝΤΑ ΚΟΝΤΕΕΣΚΟΥ (ADA CONDEESCU) Άννα (Ana) Η Άντα Κοντεέσκου είναι μόλις 21 χρονών, γεννήθηκε στο Βουκουρέστι τον Ιούλιο του 1988 και σπουδάζει ακόμη στο τμήμα Θεάτρου και Κινηματογράφου στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της χώρας. Έχει παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής και χορού σε όλο τον κόσμο. Η συνεργασία της με τον Σέρμπαν υπήρξε καθοριστική για εκείνη. Μαζί έκαναν το ντεμπούτο τους στον κινηματογράφο, και επιπλέον τον θεωρεί μέντορα της, καθώς μέσα από τον ρόλο που της εμπιστεύτηκε ως κοινωνική λειτουργός, μεταμορφώθηκε ως ηθοποιός και ως άνθρωπος από την επαφή της με πραγματικές συνθήκες φυλακών και ανήλικους φυλακισμένους.