Δημόσια οικονομικά και εκπαιδευτικές δαπάνες την περίοδο 1833-1842 Κωνσταντίνος Καρακαλπάκης- Καρράς



Σχετικά έγγραφα
5. Η αρχή της δημοσιότητας του προϋπολογισμού εξυπηρετεί: α) στην ενημέρωση β) στη διαφάνεια γ) στον εκδημοκρατισμό δ) σε όλα τα παραπάνω

Τεράστια η αύξηση της φορολογίας στους ελεύθερους επαγγελματίες

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΔΗΜΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΙΙ (ΕΠΑ.Λ.) ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 7,8,9,10

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΣΥΝΟΨΗ. Αναθέτουσα Αρχή Ινστιτούτο Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων. Ανάδοχος TMS Α.Ε. ΟΡΚΩΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη

ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ. Αγροτική Πολιτική 8 ου Εξαμήνου ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ & ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΑΝΤΙΔΗΜΑΡΧΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΘΗΝΑΣ ΓΛΥΚΑ ΧΑΡΒΑΛΑΚΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ 2016

Κεφάλαιο 15. Οι δηµόσιες δαπάνες και ηχρηµατοδότησή τους

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

γ) την ποιοτική σύνθεση του πληθυσμού με βάση την οποία αναλαμβάνονται υποχρεώσεις δημοσίων δαπανών G.

Προτάσεις σε σχέση με τη φορολογική ρύθμιση συνταξιοδοτικών σχεδίων

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΕΝΤΕΚΑ (11) ΣΕΛΙΔΕΣ

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ.: ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων του Γενικού και του Εσπερινού Γενικού Λυκείου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Μητροπόλεως 12-14, 10563, Αθήνα. Τηλ.: , Fax: ,

To Έλλειμμα του Προϋπολογισμού ως Δείκτης της Ασκούμενης Δημοσιονομικής Πολιτικής

Σύνοψη και προοπτικές για το μέλλον

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ «Η

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΤΑ ΝΕΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΠΩΣ ΕΧΟΥΝ ΕΠΗΡΕΑΣΕΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2ο Σ/Λ & Πολλαπλής Επιλογής Αντικείμενο μελέτης της μακροοικονομίας είναι (μεταξύ άλλων) η:

Στις παρακάτω προτάσεις να γράψετε στο τετράδιό σας τον αριθμό της πρότασης και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση.

Σημείωμα για το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής για τον μηχανισμό στήριξης από την Ευρωζώνη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο 2/5/2010

Αλλάζουμε τη Διοίκηση μετά από 4 δεκαετίες. Αθήνα, Οκτώβριος 2014

Ομιλία Υπουργού Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη 13 ο Economist Cyprus Summit 2 Νοεμβρίου 2017, Λευκωσία

Έκθεση Ανάλυσης Φορολογικών Δαπανών

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2008

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

'Ολα τα σκληρά νέα μέτρα για την διάσωση της οικονομίας, και τα ποσά που θα εξοικονομηθούν από αυτά.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Βασικές Χρηματοοικονομικές έννοιες

Δομή του δημοσίου χρέους στην Ελλάδα Σύνθεση και διάρκεια λήξης

Απουσία Φορολογικών Κινήτρων στην Ελλάδα για την Προσέλκυση Επενδύσεων

Μνημόνια και πολιτικές φαρμάκου


Από τον καθηγητή Γεώργιο Αγαπητό, πρώην υπηρ. Υπουργό Οικονομικών

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική.! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΦΠΑ στην ιδιωτική εκπαίδευση

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ ΜΑΙΟΣ 2012

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL B8-0565/1. Τροπολογία. Marco Zanni, André Elissen, Stanisław Żółtek εξ ονόματος της Ομάδας ENF

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ ΜΑΡΤΙΟΣ 2013 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ: ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Tαχ.Δ/νση : Σταδίου 27 Ταχ.Κώδικας : ΑΘΗΝΑ. Αθήνα 19 Ιανουαρίου Αριθμ. Πρωτ. οικ.

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

{ Μοναρχία. Κωνσταντίνος-Ιωάννης Δημητρόπουλος

1.1 Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (Α.Ε.Π.) - Καθαρό Εθνικό Προϊόν

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Τειχισμένο, κέντρο διοίκησης. Ο τρόπος άσκησης της εξουσίας και ο βαθμός συμμετοχής των πολιτών. Κώμες & καλλιεργήσιμες εκτάσεις

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Δημοσιονομικά στοιχεία για την περίοδο

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ


ΣΟΙΧΕΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΚΤΒΕΡΝΗΗ ΜΗΝΙΑΙΟ ΔΕΛΣΙΟ ΙΑΝΟΤΑΡΙΟ 2013

ΚΕΦ.2: Η οργάνωση της οικονομίας

ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΕΝΩΤΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ

Η Ψήφος στους Έλληνες της Διασποράς

«Η φορολόγηση της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα Αναπτυξιακές προοπτικές και κίνητρα επενδύσεων» Νίκος Σγουρινάκης

Α1. Να δώσετε το περιεχόμενο των όρων που ακολουθούν: γ. Εκλεκτικοί Μονάδες 15


ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Οικονομικά του Τουρισμού & του Πολιτισμού

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

(Πολιτική. Οικονομία ΙΙ) Τμήμα ΜΙΘΕ. Καθηγητής Σπύρος Βλιάμος. Αρχές Οικονομικής ΙΙ. 14/6/2011Εαρινό Εξάμηνο (Πολιτική Οικονομία ΙΙ) 1

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

Σκάλκος: 18 εμβληματικά έργα ύψους 2,98 δισ. ευρώ στο τρέχον ΕΣΠΑ

Ενημερωτικό δελτίο 1 ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ Η ΕΕ ΕΝΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ;

ΠΟΛ.: * ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 87. Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 2000 Αριθμ.Πρωτ.: /1742/ΔΕ-Α

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

Ομιλία κ. Οδυσσέα Κυριακόπουλου. στην εκδήλωση του Economia Business Tank. και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. με θέμα :

Made in Greece: τι σημαίνει το Ελληνικό προϊόν για τους καταναλωτές και την εθνική οικονομία. Γεώργιος Μπάλτας Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Προς Αθήνα, 20 Δεκεμβρίου 2012

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Εισαγωγή στο δημοσιονομικό δίκαιο

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ Γ.Δ. ΙΟΒΕ Κου ΓΙΑΝΝΗ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑ Στην συζήτηση εκδήλωση με θέμα: «ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ 2011+»

Θέμα: Ομιλία του Αναπληρωτή Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Γιώργου Κουτρουμάνη, στο 2 ο Συνέδριο Κοινωνικής Ασφάλισης του Economist

Ο όρος «Χρηματοδότηση» περιλαμβάνει δύο οικονομικές δραστηριότητες.

ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τομέας Απασχόλησης & Κοινωνικής Προστασίας ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ (Ο.Ε.Κ.) 24 Φεβρουαρίου 2009

ΕΝΩΣΗ ΝΟΜΑΡΧΙΑΚΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ ΟΜΙΛΙΑ ΜΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΣY.ΡΙΖ.Α.

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Βρισκόμαστε σήμερα εδώ για να μιλήσουμε για μία εθνική υπόθεση, την αξιοποίηση του Ορυκτού Πλούτου της χώρας μας.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝ ΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ημερομηνία: Κυριακή, 12 Φεβρουαρίου 2012

ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Ημερίδα Κώδικας Φορολογίας Εισοδήµατος

Κώστας Μεγήρ (Yale) Υλικό από το κεφάλαιο:

Δελτίο τύπου. Το 2016 η ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας

Transcript:

Δημόσια οικονομικά και εκπαιδευτικές δαπάνες την περίοδο 1833-1842 Κωνσταντίνος Καρακαλπάκης- Καρράς Οι δημοσιονομικές ανισορροπίες αποτέλεσαν, χωρίς να είναι ελληνική ιδιαιτερότητα, ένα από τα κεντρικά προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία στη διάρκεια του 19 ου αιώνα. Αυτά τα δημοσιονομικά προβλήματα άφησαν τα ίχνη τους τόσο στο πεδίο της οικονομίας, μέσω των επιδράσεων που άσκησαν στους μηχανισμούς διαμόρφωσης της αποταμίευσης και των επενδύσεων, όσο και στο πεδίο της εγχώριας πολιτικής ζωής και των διεθνών σχέσεων και δεν είναι άσχετα από τις διαδικασίες συγκρότησης του ελληνικού κράτους, τις οποίες και σαφώς αντανακλούν 1. Τα προβλήματα φαίνεται να ξεκινούν από τον τρόπο που εδραιώθηκε, το 1833, το ελληνικό δημόσιο λογιστικό σύστημα, βάσει του οποίου καταρτιζόταν οι προϋπολογισμοί του κράτους, όπως και η λειτουργία ελέγχων των απολογισμών 2. Ο κρατικός προϋπολογισμός είναι διαφορετικός από το δημόσιο απολογισμό, στον οποίο εμφανίζονται τα αποτελέσματα της εκτελέσεως των εσόδων και των εξόδων του κράτους, ορισμένου παρελθόντος οικονομικού έτους, ώστε να γίνει ο απαραίτητος κοινοβουλευτικός έλεγχος, όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού 3. Τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του νεοελληνικού κράτους η Αντιβασιλεία «δεν μπορούσε να ανεχτεί» τη δημοσιότητα της οικονομικής διαχείρισης και συνεπώς το δημόσιο λογιστικό σύστημα που συγκρότησαν οι Βαυαροί δεν περιελάμβανε ούτε τη δημοσιοποίηση, ούτε τον έλεγχο, προϋπολογιστικό ή διαχειριστικό, της δημοσιονομικής διαχείρισης 4. Η ευθύνη κατάρτισης των προϋπολογισμών, την περίοδο της μοναρχίας του Όθωνα, ανήκε αποκλειστικά στην εκτελεστική εξουσία. Ο ρόλος της Γραμματείας των Οικονομικών ήταν καθοριστικός, αλλά ορισμένες Γραμματείες, όπως των Στρατιωτικών, είχαν σχετική αυτονομία και διαχειρίζονταν τις δαπάνες τους χωρίς εξάρτηση από τη Γραμματεία των Οικονομικών. Ο προϋπολογισμός, δηλαδή, συμπεριλάμβανε τις δαπάνες κατά Γραμματεία, καθώς και δαπάνες που δεν εντάσσονταν σε κάποια Γραμματεία, όπως τις δαπάνες των κοινοβουλευτικών σωμάτων 5. Συνεπώς, ενώ οι προϋπολογισμοί, έπρεπε να διέπονται από τις αρχές του ενιαίου και του καθολικού, ώστε να δίνουν τη δυνατότητα πλήρους ελέγχου στη νομοθετική εξουσία, στην πράξη δεν εφαρμόστηκαν οι αρχές αυτές, αφού με τη δημιουργία των διαφόρων ειδικών ταμείων και υπηρεσιών αλλά και Ν.Π.Δ.Δ. αποκρύπτονταν μεγάλο τμήμα των εσόδων και των εξόδων 6 Επειδή δεν λειτουργούσε η Βουλή, ώστε να γίνεται ο απαραίτητος κοινοβουλευτικός έλεγχος, από το 1835 ο προϋπολογισμός και ο οικονομικός νόμος που τον συνόδευε κατατίθενται στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έλεγχο 7. Ωστόσο, ο πρώτος προϋπολογισμός που δημοσιεύτηκε ήταν εκείνος του 1836, ενώ ταυτόχρονα δημοσιεύτηκαν και οι απολογισμοί των ετών 1833, 1834 και 1835 8. Στη συνέχεια οι προϋπολογισμοί δημοσιεύονταν άτακτα και με μεγάλη χρονική 1 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, στο Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΝ 19 ο ΑΙΩΝΑ, επιμέλεια, Κ. Κωστής, Σ. Πετμεζάς, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006, σ. 295, 300. 2 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους (1830-1939), αδημοσίευτη εργασία, Αθήνα 1999, σ. 16-27. 3 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 9. 4 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 21, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 5 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 16-17. 6 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 18. 7 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 17, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 8 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 1 1

καθυστέρηση, μέχρι τη μεταβολή του 1843, όπου η Βουλή απέκτησε το δικαίωμα ψήφισης των προϋπολογισμών και άρχισε από το 1845 η τακτική δημοσίευσή τους 9. Επομένως, το διάστημα της περιόδου 1833-1842 η νομοθετική εξουσία δεν απεφάνθη επί της καλής διαχειρίσεως των εσόδων και εξόδων του κράτους. Τα κατά καιρούς υποβληθέντα νομοσχέδια περί κυρώσεως των απολογισμών δεν επικυρώνονταν από τη νομοθετική εξουσία 10. Και αργότερα, όμως, οι απολογισμοί συζητούνται πολλές φορές ατελέσφορα στα νομοθετικά σώματα. Το Ελεγκτικό Συνέδριο, για παράδειγμα, δεν δημοσίευε καθόλου ή δημοσίευε συνοπτικές δηλώσεις και εκθέσεις προς τον ανώτατο άρχοντα σχετικά με τους απολογισμούς. Επίσης, οι εκάστοτε κυβερνήσεις μόνο επί του απεικονιζόμενου στον προϋπολογισμό των εσόδων και εξόδων προγραμματισμού υπόκειντο στον έλεγχο της Βουλής και όχι στον πολύ ουσιαστικότερο έλεγχο της πραγματικής διαχείρισης, η οποία φαινόταν στους απολογισμούς 11. Η εικόνα που φαίνεται από τα δεδομένα αυτά ήταν ότι η εκτελεστική εξουσία κυριαρχούσε απόλυτα στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών. Οι μεγάλες χρονικές καθυστερήσεις στη δημοσίευση, την κατάθεση και επικύρωση των απολογισμών δείχνουν μια διαστρέβλωση της λειτουργίας του πολιτεύματος, αφού η εκτελεστική εξουσία διαχειριζόταν το δημόσιο χρήμα, σε μεγάλο βαθμό, ανεξέλεγκτα 12. Εκτός από την αναποτελεσματικότητα στη δημοσιονομική διαχείριση, διαδεδομένη είναι και η άποψη ότι έχουμε να κάνουμε με έναν υπερτροφικό κρατικό μηχανισμό 13. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι το ελληνικό κράτος είχε διπλάσιες δημόσιες δαπάνες, προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, σε σύγκριση με τα άλλα δυτικοευρωπαϊκά και νοτιοευρωπαϊκά κράτη 14. Αν λάβουμε, όμως, υπ όψιν μας ότι στις δημόσιες δαπάνες περιλαμβάνεται και η υπηρεσία του δημοσίου χρέους, τότε η διαφορά με τα άλλα κράτη δεν είναι εντυπωσιακή 15. Σε ένα μικρό από κάθε άποψη κράτος, όπως ήταν το ελληνικό βασίλειο, οι στοιχειώδεις κρατικές υποδομές ασφαλώς απαιτούσαν πολύ μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες, αναλογικά τουλάχιστον, σε σύγκριση με τα μεγάλα κράτη. Οι επιλογές διοικητικής οργάνωσης των Βαυαρών θεωρήθηκαν και ήταν ιδιαίτερα δαπανηρές, όσο και πολυτελείς. Η αδυναμία οικονομιών κλίμακας στην κρατική συγκρότηση ήταν ένας βασικός λόγος να παρουσιάζεται το φαινόμενο του «μεγάλου» μεγέθους του ελληνικού κράτους, όπως το παράδειγμα της διοικητικής διαίρεσης του κράτους, που χωρίς αμφιβολία ξεπερνούσε τις ανάγκες του μικρού βασιλείου 16. Πρόκειται για μια μεταβλητή (οι κρατικές δαπάνες) που μας κατευθύνει, προς την άποψη ότι η 2 9 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 21, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 10 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 21. 11 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 24. 12 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 23-24. 13 Κ. Τσουκαλάς, Κοινωνική ανάπτυξη και κράτος. Η συγκρότηση του δημόσιου χώρου στην Ελλάδα, Αθήνα 1984, σ. 86. 14 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 62, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 295. 15 Ο Κ. Κωστής υποστηρίζει ότι οι εκτιμήσεις για έναν υπερτροφικό κρατικό μηχανισμό στηρίζονται σε ορισμένους αποσπασματικούς και εξαιρετικά αβέβαιους υπολογισμούς για τη διείσδυση του κράτους στην οικονομία σε συγκρίσεις με άλλες χώρες. Το ελληνικό κράτος παρουσιάζεται πιο «μεγάλο» σε σύγκριση με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη της εποχής, χωρίς ωστόσο η διαφορά να είναι τόσο εντυπωσιακή. Από τη μια το δημόσιο χρέος το οποίο ενσωματώνεται στις δημόσιες δαπάνες, από την άλλη ο μη εκχρηματισμένος τομέας, ο οποίος δεν συμπεριλαμβάνεται στις εκτιμήσεις του ΑΕΠ ήταν πολύ σημαντικός στην Ελλάδα σε όλη τη διάρκεια του 19 ου αιώνα, ιδιαίτερα στις απαρχές, απ ότι στις χώρες της; Δυτικής Ευρώπης. Βλ. σχετ. Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 295. 16 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 62-64, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 296. 2

ελληνική οικονομία εξαρτάται σε μεγαλύτερο βαθμό από τη δημόσια οικονομία και κατά συνέπεια από την κρατική πολιτική 17. Τα θέματα διαχείρισης των εσόδων και των εξόδων 18 του ελληνικού κράτους αλλά και το πρόβλημα επάρκειας των εσόδων για την κάλυψη των εξόδων, τέθηκαν επανειλημμένα και με ιδιαίτερη τραχύτητα στην ελληνική πολιτική σκηνή, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων και εθνικών οικονομικών 19. Τα πρώτα πέντε χρόνια της βασιλείας του Όθωνα τα έσοδα παρουσίαζαν σοβαρή υστέρηση έναντι των εξόδων. Το 1833 τα έσοδα αντιπροσώπευαν μόλις το 61% των εξόδων. Το 1834 παρ όλο που σημειώθηκε αύξηση σε σχέση με τα έσοδα της προηγούμενης χρονιάς κατά 31%, αντιπροσώπευαν μόλις το 37% των εσόδων του 1834. Τις τρεις επόμενες χρονιές τα ελλείμματα ήταν σημαντικά μικρότερα. Η λύση του δανεισμού που προκρίθηκε στην υστέρηση αυτή των εσόδων έναντι των εξόδων, προσέθεσε νέα βάρη στα δάνεια της ανεξαρτησίας και δημιούργησε στη συνέχεια μαζί με το μεγάλο ύψος των στρατιωτικών δαπανών το δημοσιονομικό πρόβλημα του νεοελληνικού κράτους 20. Η επίδραση που άσκησε το δάνειο των 60.000.000 φράγκων του 1832 21 το οποίο διαχειρίστηκε η Αντιβασιλεία εξαντλείται ήδη από το 1835. Με βάση το δάνειο αυτό συγκροτήθηκαν οι πρώτες κρατικές υποδομές στην Ελλάδα 22. Το ελληνικό κράτος ουδέποτε μπόρεσε να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του από το εν λόγω δάνειο σύμφωνα με τις συμβατικές του δεσμεύσεις. Μέχρι το 1843, η υπηρεσία του δανείου γινόταν, αν και με πολλές δυσκολίες, από τη χρονιά αυτή και με την ανατροπή της απόλυτης μοναρχίας, η εξυπηρέτηση του δανείου διακόπηκε. Η αθέτηση των υποχρεώσεων εκ μέρους του ελληνικού κράτους αποτέλεσε συχνά το έναυσμα και ακόμα συχνότερα το πρόσχημα για συνεχείς παρεμβάσεις στη ζωή του ελληνικού βασιλείου. Υπό τις συνθήκες αυτές δεν είναι συμπτωματικό που το ελληνικό κράτος βρίσκεται αποκλεισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, γεγονός που πολλοί συγγραφείς της εποχής θεωρούσαν ως ένα βασικό στοιχείο της ελληνικής κακοδαιμονίας και βασικό αίτιο της φτώχειας του ελληνικού βασιλείου 23. 3 17 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 62. 18 Η έννοια του ισοζυγίου του προϋπολογισμού είναι η υφιστάμενη σχέση μεταξύ των δημοσίων εσόδων, εξαιρουμένων των εσόδων από τη σύναψη δανείων και την εκποίηση δημόσιας περιουσίας, προς τα δημόσια έξοδα εξαιρουμένων των εξόδων για την παροχή ή εξόφληση δανείων καθώς και για το τυχόν αποθεματικό. Αν τα δημόσια έσοδα είναι μεγαλύτερα από τα έξοδα τότε έχουμε πλεόνασμα και ο προϋπολογισμός είναι πλεονασματικός. Στην αντίθετη περίπτωση είναι ελλειμματικός. Βλ. σχετ. Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 58. 19 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 57. 20 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 58. 21 Γ.Β. Δερτιλής, Ιστορία του Ελληνικού Κράτους, 1830-1920, Α τόμος, β έκδοση, Εστία, Αθήνα 2005, σ. 122-124. 22 Ήδη στη διάρκεια του αγώνα της Ανεξαρτησίας η Ελλάδα είχε συνάψει δύο δάνεια στα 1824 και 1825 προκειμένου να υποστηρίξει οικονομικά την πολεμική της προσπάθεια. Τα δάνεια αυτά έπαψαν να εξυπηρετούνται το 1827. Σύμφωνα με τους όρους του δανείου του 1833, η τιμή της έκδοσής του ήταν 94% της ονομαστικής τιμής του, το επιτόκιο 5% και το χρεολύσιο 1% με ορίζοντα απόσβεσης τα 36 χρόνια. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, εκδόθηκαν 57 εκατομμύρια φράγκα τα οποία αντιστοιχούσαν σε 63 εκατομμύρια δραχμές. Η διάθεση και διαχείριση του δανείου ήταν τέτοια που ελάχιστα ωφέλησε την ελληνική οικονομία αντιθέτως, δε, έδωσε λαβή για πλειάδα διπλωματικών και μη επεμβάσεων στην πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας. Απέμεινε επομένως για το ελληνικό κράτος μόνο η εγχώρια αγορά για την άντληση δανειακών κεφαλαίων, μια πηγή που ο Όθωνας χρησιμοποίησε με μεγάλη περίσκεψη κυρίως για να καλύψει τις ταμειακές ανάγκες που ενδεχομένως προέκυπταν. Ωστόσο, με τη μεταπολίτευση τα δεδομένα άλλαξαν άρδην. Το κράτος στράφηκε στα τέλη του 1862 προς τον εσωτερικό τραπεζικό δανεισμό, που είχε και αυτός όμως τα όριά του. Βλ. σχετ. Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 317. 23 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 318. 3

Μεγάλη ευθύνη, επίσης, για τη δημοσιονομική αν όχι για την οικονομική καχεξία του ελληνικού κράτους, αποδίδεται και στη φορολογική πολιτική της εποχής 24. Η άμεση αγροτική φορολογία προσέφερε σε όλη τη διάρκεια της περιόδου που εξετάζουμε το μεγαλύτερο μέρος των τακτικών δημοσίων εσόδων 25. Η συμβολή της όμως δεν υπήρξε σταθερή, αλλά γνώρισε μεταβολές. Στην αρχή συνεισέφερε περισσότερο από το 80% των τακτικών εσόδων και μετά έπεσε 26. Συγκεκριμένα, στις αρχές το 65% των φορολογικών εσόδων προέρχονταν από άμεσους φόρους επί της εγγείου παραγωγής, ενώ το 35% από έμμεσους φόρους κυρίως τους τελωνειακούς δασμούς 27. Πράγματι, τα δημόσια έσοδα κατά τη διάρκεια της οθωνικής περιόδου δείχνουν να προέρχονται από ένα σκληρό φορολογικό σύστημα, που πέτυχε να διατηρηθεί για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς όμως να είναι σε θέση να προσφέρει υψηλότερα εισοδήματα, όταν οι δημόσιες δαπάνες άρχισαν να διογκώνονται. Στα χρόνια αυτά είναι φανερό ότι οι δημόσιες δαπάνες προσδιορίζονται από τα έσοδα του κράτους 28. Στη συνέχεια η πτωτική τάση της σχέσης των δημοσίων δαπανών προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ήταν εμφανής υποδεικνύοντας την προφανή αδυναμία στήριξης του πρώτου κρατικού μορφώματος, έτσι όπως το είχαν συλλάβει οι Βαυαροί 29. Από τα αποτελέσματα της εκτέλεσης των προϋπολογισμών η πρώτη περίοδος δείχνει να είναι ισορροπημένη και συνολικά αφήνει ένα πλεόνασμα 30, το οποίο στην πραγματικότητα θα πρέπει είναι μεγαλύτερο αν αγνοήσουμε την υπηρεσία του δημοσίου χρέους. Από αυτή την άποψη δικαιολογούνται, αν και είναι μακρά της αλήθειας, οι ισχυρισμοί που διατυπώθηκαν για τη «νοικοκυροσύνη» του καθεστώτος 31. Γενικά, το ελληνικό κράτος κατά την πρώτη οθωνική περίοδο πάσχει από έλλειψη δυναμικής και βρίσκεται εγκλωβισμένο σε ένα φορολογικό σύστημα, οικονομικά ατελέσφορο 32, το οποίο δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει καμία κρατική πρωτοβουλία, αν υποθέσουμε βεβαίως πως υπήρχε η βούληση για τέτοιες πρωτοβουλίες. Ενδεχομένως, θα ήταν πιο σωστό να κάνουμε λόγο για ένα δημοσιονομικό σύστημα που απέβλεπε στην υποστήριξη του οθωνικού 33 καθεστώτος. 4 24 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 307. Λεπτομέρειες για την εξέλιξη της έγγειας φορολογίας και τις βασικές αρχές του φορολογικού συστήματος της πρώτης περιόδου 1828-1844, βλ. σχετ. Σ. Πετμεζάς, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ. Η περιφερειακή διάσταση, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2003, σ. 57-91. 25 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι; Φόροι και εξουσία στο Νεοελληνικό Κράτος, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993, σ. 26. 26 Βλ. σχετ. Γ.Β. Δερτιλής, «Φορολογία, Κοινωνικές τάξεις, Πολιτική (1830-1980)», Θέματα Νεοελληνικής Ιστορίας (18 ος 20 ος αιώνας), εισαγωγή επιμέλεια Γ.Β. Δερτιλής, Κ. Κωστής, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα Κομοτηνή 1991, σ. 273-286, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 308, Σ. Πετμεζάς, Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ό.π., σ. 57. 27 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 309. 28 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 315. 29 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 297. 30 Σοβαρό ρόλο στη διαμόρφωση του δημοσιονομικού προβλήματος έπαιξαν και διαχειριστικές παράμετροι, όπως η έλλειψη εσόδων από το αναξιοποίητο ταμειακό πλεόνασμα, που δημιούργησαν τα δάνεια στα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα. Στη συνέχεια, η διαχείριση των δημοσίων οικονομικών κινείται σε ασφυκτικά πλαίσια, αφού το αθροιστικό ποσοστό των πληρωμών των στρατιωτικών πολεμικών δαπανών και των πληρωμών των δαπανών εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, κυμαίνεται μεταξύ 44% και 89% του συνόλου των δαπανών. Όπως είναι φυσικό, σ αυτά τα πλαίσια τα περιθώρια για δημόσιες επενδύσεις και γενικότερα για αναπτυξιακές δαπάνες στενεύουν ασφυκτικά. Βλ. σχετ. Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 58-59. 31 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 298. 32 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 40. 33 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 325-326. 4

Ο πίνακας 34 των δημοσίων δαπανών σε τρέχουσες τιμές τη δεκαετία 1833-1842, και ο πίνακας των ποσοστών επί του μέσου όρου, μας δείχνει αρχικά μέσω των οικονομικών μεγεθών τις προθέσεις και τις προτεραιότητες της κυβέρνησης. Κατά την πρώτη δεκαετία οι στρατιωτικές δαπάνες έφταναν κατά μέσο όρο στα 9.444.683 εκ. δρχ. και σε ποσοστό 49,6% επί του μ.ο. των συνολικών δαπανών. Αφορούσαν κυρίως επισκευές φρουρίων, εξοπλισμό και δημιουργία βασικών στρατιωτικών υποδομών 35. Οι δαπάνες δημοσίου χρέους έφταναν κατά μέσο όρο στα 4.934.017 εκ. δρχ. και σε ποσοστό 25,9% επί του μ.ό. των συνολικών δαπανών. Γενικά οι δαπάνες αυτές παρουσιάζουν αυξητική τάση ως το τέλος του αιώνα και μαρτυρούν τις σημαντικές δημοσιονομικές δυσχέρειες του ελληνικού κράτους 36. Οι αμοιβές προσωπικού δεν ήταν υπερβολικές και έφταναν κατά μέσο όρο τα 2.956.705 εκ. δρχ. και σε ποσοστό 15,5% επί του μ.ο. των συνολικών δαπανών. Η εικόνα των αμοιβών προσωπικού δεν ενισχύει την άποψη περί κράτους εργοδότη διότι εκτός του ότι δεν ήταν υπερβολικές, η συνεχής τους αύξηση οφειλόταν κυρίως στη διεύρυνση της συμμετοχής των αμοιβών που αφορούσαν τη στρατιωτική οργάνωση της χώρας. Μπορεί στα χρόνια του Όθωνα να καταγράφονται υψηλές τιμές, αλλά στη συνέχεια ακολουθούν φθίνουσα τάση. Η εικόνα αυτή δεν αλλάζει, ακόμα και αν λάβουμε υπ όψη μας και τις συντάξεις και τις κοινωνικές δαπάνες 37. Δαπάνες για δημόσια έργα την πρώτη δεκαετία δεν εμφανίζονται καθόλου, θεωρούνται, όμως, ασήμαντες και αργότερα μέχρι το 1883, όπου τα ποσοστά αρχίζουν να γίνονται υπολογίσιμα 38. Οι δαπάνες του ανωτάτου άρχοντα στα χρόνια του Όθωνα ξεκινούν από ιδιαίτερα υψηλό σημείο. Τη δεκαετία 1833-1842 ο μέσος όρος των εξόδων σε τρέχουσες τιμές έφτανε το 1.103.600 δρχ. και σε ποσοστό το 5,8% του συνόλου των δαπανών 39. Το εν λόγω μέγεθος υπογραμμίζει τους άφθονους δημόσιους πόρους που διέθετε και μπορούσε να χρησιμοποιήσει για αποκλειστικά δικό του λογαριασμό ο βασιλιάς. Ο Όθωνας είχε κατηγορηθεί επανειλημμένως για τη δυσανάλογη σε σύγκριση με τις δυνατότητες του βασιλείου του πολυτελή διαβίωσή του, σύμβολο της οποίας υπήρξε η κατασκευή του βασιλικού ανακτόρου. Εκ των υστέρων φαίνεται ότι οι κατηγορίες αυτές δεν εστερούντο βάσεως. Οι δαπάνες του ανωτάτου άρχοντα μειώνονται μόνο με την άφιξη του Γεωργίου Α και ακολουθούν φθίνουσα πορεία μέχρι το τέλος του αιώνα 40. Σε αντιδιαστολή με τις άλλες δαπάνες τη μικρότερη διακύμανση παρουσιάζει το κονδύλι της εκπαίδευσης. Τη δεκαετία 1833-1842 ο μέσος όρος των δαπανών σε τρέχουσες τιμές έφτανε τις 558.544 δρχ. και σε ποσοστό 2,9% του συνόλου των δαπανών 41, για ανέλθει στο 5% κατά τη δεκαετία που προηγήθηκε των βαλκανικών 5 34 Βλ. τέλος άρθρου, σελ. 9 35 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 301. 36 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 71-80. 37 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 307. 38 Πρέπει, όμως, να έχουμε υπ όψη μας ότι ένα σημαντικό μέρος των δαπανών οδοποιίας επί παραδείγματι ή ακόμα και κατασκευή γεφυρών και άλλων δημοσίων έργων πραγματοποιείτο μέσω των δημοτικών προϋπολογισμών και με δαπάνες που δεν περιλαμβάνονταν στους απολογισμούς του κράτους. Επίσης, κατά την πρώτη δεκαετία πραγματοποιήθηκαν σειρά έργων για τη στοιχειώδη συγκρότηση των κρατικών υποδομών από το βαυαρικό μηχανικό και το στρατό, και τα οποία επίσης δεν περιλαμβάνονται στα δημόσια έργα. Βλ. σχετ. Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 301-302. 39 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 178, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 302-306. 40 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 302-306. 41 Ο Κ. Κωστής επισημαίνει ότι οι δαπάνες της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης καταβάλλονταν από τους δήμους, και με αυτό το δεδομένο διαφοροποιείται σημαντικά το σύνολο των κρατικών δαπανών στον τομέα αυτό σε απόλυτα μεγέθη, χωρίς ωστόσο να αλλάζει σημαντικά και η βαρύτητά του. Βλ. σχετ. Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 302. Σημειώνεται, όμως, ότι την πρώτη δεκαετία το κράτος 5

πολέμων 42. Επομένως, είναι φανερό ότι το ενδιαφέρον του ελληνικού κράτους για την εκπαίδευση, όπως αυτό μπορεί να εκφραστεί από τη σχέση των εκπαιδευτικών δαπανών προς το σύνολο των δημοσίων δαπανών, ήταν από τις απαρχές και καθ όλη τη διάρκεια της περιόδου ως τις αρχές του 20 ου αιώνα, πολύ περιορισμένο 43. Σύμφωνα με τα παραπάνω οικονομικά μεγέθη παρατηρούμε ότι τρία μόλις κονδύλια δαπανών δημόσιο χρέος, στρατιωτικές δαπάνες και έξοδα ανωτάτου άρχοντα απορροφούσαν το 82% του συνόλου των δημοσίων δαπανών 44. Είναι φανερό λοιπόν το αδιαφοροποίητο της κρατικής δραστηριότητας και ο κεντρικός ρόλος που διατηρούσε στο σύστημα αυτό ο βασιλιάς, καθώς οι στρατιωτικές δαπάνες της περιόδου αυτής αφορούσαν την εμπέδωση και τη σταθεροποίηση του καθεστώτος, που σ αυτό συνέβαλε και το δάνειο, ώστε να χρηματοδοτηθεί ο μηχανισμός που θα του επέτρεπε να κυβερνήσει χωρίς προβλήματα 45. Συνοπτικά, την πρώτη δεκαετία 1833-1842, οι δύο βασικές ανάγκες της συγκρότησης του κράτους και της ανασυγκρότησης της αγοράς καθόρισαν την οικονομική πολιτική και το χειρισμό της από την κεντρική εξουσία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν υπήρχαν πολλές επιλογές 46. Τόσο ο Καποδίστριας, όσο και ο Όθωνας κυριάρχησαν απόλυτα και χωρίς έλεγχο στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών. Προκειμένου να εφοδιάσουν το μονίμως αδειανό ταμείο, ήταν εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να φορολογήσουν οτιδήποτε μπορούσε να φορολογηθεί, σε μια οικονομία σχεδόν αποκλειστικά αγροτική 47. Αυτό ήταν, επίσης, λογικό για ένα πρωτόγονο δημοσιονομικό σύστημα, αλλά και επιβεβλημένο για την ίδια την ανασυγκρότηση της αγοράς 48. Μέχρι το 1843 δεν παρουσιάστηκαν ουσιαστικές εκσυγχρονιστικές κινήσεις στη διαχείριση της δημόσιας οικονομίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν εκσυγχρονιστικές αντιλήψεις και εκσυγχρονιστές, ούτε ότι αυτές οι δυνάμεις δεν έπαιξαν ρόλο στις μεταρρυθμίσεις του οικονομικού συστήματος. Οι μεταρρυθμίσεις που οι εκσυγχρονιστές επιθυμούσαν και επεδίωκαν δεν ήταν οπωσδήποτε αυτές που τελικά προέκυψαν. Το σύστημα που αργότερα προέκυψε ούτε σύγχρονο με την εποχή είχε αυξημένη συμμετοχή στη σύσταση και λειτουργία των σχολείων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ από το 1840 και μετά φαίνεται η ευθύνη να περνάει στους δήμους. Ωστόσο, και στα δύο στάδια οι δαπάνες κυμαίνονται στα ίδια επίπεδα. Οι δήμοι συνέχισαν να στερούνται οικονομικών πόρων για μπορούν να ανταποκρίνονται στην ανάγκη σύστασης και λειτουργίας σχολείων, ενώ η Γραμματεία των Εσωτερικών δεν περιελάμβανε στους προϋπολογισμούς των δήμων το συγκεκριμένο κονδύλι, που είχε υποσχεθεί, για τα σχολεία. 42 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 195-201, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 302-306. 43 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 302. 44 Α. Αντωνίου, (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους, ό.π., σ. 62-64, 69-79, 82-95, 178-187, Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 45 Δεν θα ήταν υπερβολικό να πει κανείς ότι επί Όθωνα και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα τα δημόσια οικονομικά του ελληνικού βασιλείου ήταν στην ουσία τα οικονομικά του βασιλικού οίκου. Βλ. σχετ. Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά, ό.π., σ. 306. 46 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 25. 47 Φορολογήθηκαν οι εισαγωγές, οι εξαγωγές, τα καταναλωτικά αγαθά, οι πρώτες ύλες, αλλά η κυριότερη πηγή εσόδων ήταν βεβαίως η γη, η αγροτική παραγωγή. Βλ. σχετ. Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 25. 48 Από τη μια οι πρόσοδοι των χωρικών ήταν πολύ προσιτές για τον φοροεισπράκτορα απ ότι το φευγαλέο αστικό εισόδημα και από την άλλη ο πόλεμος δεν είχε καταστρέψει εντελώς την εντόνως αυτοκαταναλωτική οικονομία της υπαίθρου, είχε όμως παραλύσει την αγοραία οικονομία των πόλεων. Από το 1843 και μετά το καθεστώς της βαριάς και μακραίωνης φορολόγησης των αγροτικών στρωμάτων ανατρέπεται. Η ανατροπή αυτή συμπίπτει με την ανατροπή της απολυταρχίας και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Οι φοροεισπρακτικές προτεραιότητες ήλθαν σύντομα σε αντίθεση με την εξίσου επιτακτική ανάγκη της κεντρικής εξουσίας να προσελκύσει την υποστήριξη των χωρικών. Σε λίγες δεκαετίες θα απαλλαγούν ουσιαστικά από την άμεση φορολογία οι αγρότες, θα διατηρηθεί υποφορολόγηση των ανωτέρων τάξεων και θα διογκωθούν οι έμμεσοι φόροι που επιβάλλουν αναλογικά μεγαλύτερο βάρος στα χαμηλά εισοδήματα. Από το 1922και μετά θα αυξηθεί η άμεση φορολόγηση των μισθωτών. Βλ. σχετ. Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 22-25. 6 6

του ήταν ούτε οικονομικά αποδοτικό ούτε κοινωνικά δίκαιο ούτε ιδεολογικά παραδεκτό, εφ όσον κατέλυε μονίμως την αρχή της ισονομίας, παραβιάζοντας θεμελιωδώς συνταγματικές επιταγές. Έτσι, αυτό που εισέφεραν οι εκσυγχρονιστικές δυνάμεις ήταν να περιοριστούν τα αρνητικά χαρακτηριστικά των μεταρρυθμίσεων και να αυξηθούν τα ορθολογικά και αποδοτικά τους στοιχεία 49. Ο Γ. Β. Δερτιλής σημειώνει ότι αυτό οφείλεται σε πολιτικούς λόγους 50. Οι δυνατότητες του κράτους να ασκήσει πολιτική ως αυθύπαρκτος και αυτόνομος οργανισμός εξαρτώνται από την ισχύ του κατά την ιστορική περίοδο που εξετάζεται. Το ελληνικό κράτος από την αρχή μέχρι τα τέλη του 19 ου αιώνα παρέμεινε αδύναμο: δεν ήταν ένας ισχυρός οργανισμός. Δεν είχε πραγματική αυτονομία και ήταν πολύ περισσότερο ένα πεδίο διαπραγματεύσεων και συγκρούσεων. Μόνο τον 20 ο αιώνα η τερατώδης ανάπτυξη του κράτους συμβαδίζει με την αυτονόμησή και την ισχυροποίησή του 51. Πράγματι, στην αρχή το κράτος μέσω της φορολογίας ασκούσε και την οικονομική του πολιτική, έστω υποτυπώδη. Η «πολιτική τάξη» που κυριαρχούσε πάνω στο κράτος και οι εκάστοτε κυβερνήσεις οδηγήθηκαν στις μεταρρυθμίσεις όχι τόσο από ορθολογική επιδίωξη να εκσυγχρονίσουν τα δημόσια οικονομικά, αλλά κυρίως από την ανάγκη να εξασφαλίσουν τη συναίνεση 52. Πράγματι, τις πρώτες δεκαετίες της Ανεξαρτησίας οι πολιτικές αρχηγεσίες λειτούργησαν, στη διαχείριση των οικονομικών, με σχετική αυτονομία από τις άλλες κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις 53. Χρησιμοποίησαν το νεοπαγές ελληνικό κράτος για να διατηρήσουν τον κεντρικό τους ρόλο και να σταθεροποιήσουν το καθεστώς. Ταυτόχρονα χρησιμοποίησαν το κράτος ως πεδίο διαπραγμάτευσης των μεταρρυθμίσεων αλλά και ως μηχανισμό κατανομής του κόστους και των ωφελημάτων τους 54. 49 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 45-46. 50 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 48. 51 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 50. 52 Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν ακόμα γίνουν οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις προς τη μείωση των φόρων, η αγροτική παραγωγή δεν έδειχνε τάσεις μείωσης, αλλά αυξανόταν συνεχώς. Ένας πραγματικός εκσυγχρονισμός του συστήματος, επομένως, ακόμα και αν σχεδιαζόταν με τα στενότερα τεχνοκρατικά κριτήρια, θα έτεινε να συλλάβει τη νέα φορολογητέα ύλη την οποία γεννούσε η συνεχής αυτή αύξηση της παραγωγής των εμπορευματικών καλλιεργειών. Ένα εξάλλου οι αρχές επιθυμούσαν να αμβλύνουν τη στενότητα των κριτηρίων αυτών, θα μπορούσαν να προστατεύσουν τους φτωχότερους χωρικούς αυξάνοντας απλώς τα αφορολόγητα όρια που ήδη υπήρχαν και να επιβαρύνουν περισσότερο τους μεγαλοκτηματίες. Παρ όλα αυτά οι κυβερνήσεις έπραξαν διαφορετικά μειώνοντας τους αγροτικούς φόρους συνεχώς, αδιακρίτως και μέχρι μηδενισμού. Η ειδική διακριτική πολιτική που υποτίθεται ότι ασκούσε κατά περίπτωση το κράτος ισοπεδωνόταν εντελώς και γινόταν μια πολιτική γενικής φοροαπαλλαγής. Το κριτήριο ήταν γενικό, κοινό στις περισσότερες περιπτώσεις, σχεδόν κυρίαρχο: η πολιτική σκοπιμότητα. Η μεταστροφή προς τη συνεχώς ηπιότερη φορολόγηση των αγροτικών στρωμάτων συνέπεσε με την εγκαθίδρυση του αντιπροσωπευτικού κοινοβουλευτικού συστήματος και της καθολικής ψηφοφορίας. Το σύστημα εκμίσθωσης φόρων κατέρρευσε σε λίγες δεκαετίες και το φορολογικό σύστημα εκσυγχρονίστηκε μόνο βαθμιαίως, μερικώς και με καθυστέρηση στις τεχνικές του κυρίως πλευρές, παρά τις επί μέρους μεταρρυθμίσεις του. Έτσι, η ορθολογική μεν, αλλά θεωρητική raison d Etat υπέκυψε στο κομματικό συμφέρον, αντικαθιστώντας το παλιό καθεστώς με ένα σύστημα οικονομικά ατελέσφορο. Βλ. σχετ. Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 46, 48, 49, 51. 53 Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 51. 54 Παράλληλα αυτές οι διαπραγματεύσεις και κατανομές συντελούν με τη σειρά τους στην περαιτέρω συγκρότηση ενός κράτους, που γίνεται συνεχώς συγκεντρωτικότερο και συνεπώς πιο ελέγξιμο από την ίδια την πολιτική τάξη. Ωστόσο, οι δύο αυτές διαδικασίες διαπλέκονται με μια τρίτη: με τον πρώιμο εκδημοκρατισμό του καθεστώτος. Η τριπλή αυτή αλληλεπίδραση ενισχύει εκάστοτε τις μεταρρυθμιστικές τάσεις και διαδικασίες και ολοκληρώνονται ως τον Μεσοπόλεμο. Μέσα σε αυτό το κλίμα γεννάται λοιπόν και ενηλικιώνεται η ελληνική δημοκρατία. Μέσα σε αυτό σπείρονται τα σπέρματα των μελλοντικών μεταβολών και «στρεβλώσεών της». Σε αυτό το κλίμα αναπτύσσεται και περιορίζεται η ελληνική οικονομία. Σε αυτό, τέλος, διαμορφώνονται μερικά από τα βασικά και συχνά αντιφατικά στοιχεία της νεοελληνικής πολιτικής και κοινωνικής ιδεολογίας ισότητα και κοινωνική κινητικότητα, κρατισμός, αλλά και ατομισμός. Βλ. σχετ. Γ.Β. Δερτιλής, Ατελέσφοροι ή Τελεσφόροι;, ό.π., σ. 52. 7 7

Μέσα σε αυτό το κλίμα της αναποτελεσματικής δημοσιονομικής διαχείρισης, της οικονομικής καχεξίας και της αδυναμίας δυναμικών μεταρρυθμίσεων οι οικονομικές επιλογές των Βαυαρών θεωρήθηκαν ιδιαίτερα δαπανηρές και πολυτελείς. Οι επιλογές αυτές συμπίεσαν τις εκπαιδευτικές δαπάνες στο ελάχιστο, όπως δείχνουν τα στοιχεία καθ όλη την περίοδο αλλά και μέχρι τις αρχές του 20 ου αιώνα. Το ενδιαφέρον του ελληνικού κράτους για την πρωτοβάθμια κυρίως εκπαίδευση 55 αποδεικνύεται πολύ περιορισμένο και εκφράζεται από τη σχέση των εκπαιδευτικών δαπανών (2,9%) προς το σύνολο των δημοσίων δαπανών. Αν και μέχρι το 1840 παρουσιάζεται αυξημένη η ευθύνη του κράτους στη σύσταση και λειτουργία των σχολείων, οι εκπαιδευτικές δαπάνες παραμένουν ελάχιστες. Περιορίζεται στους μισθούς εν μέρει μόνο των δασκάλων και σε ελάχιστες κατασκευές και επισκευές κτηρίων, όπως επίσης και άλλων δαπανών για την εκπαίδευση (βιβλία, εποπτικά υλικά, κ.τ.λ.). Αντίθετα οι δήμοι πιέζονταν να συνεισφέρουν όσο το δυνατόν πιο πολλά χρήματα για τη σύσταση και συντήρηση των σχολείων, χωρίς να μπορούν να ανταποκριθούν στην υποχρέωση αυτή. Από το 1840 και μετά, όταν τα σχολεία πέρασαν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους στην ευθύνη των δήμων και πάλι το κράτος δεν ανταποκρίθηκε στην οικονομική τους βοήθεια, αφήνοντας σχολεία χωρίς δασκάλους, με κτηριακές ελλείψεις, λειτουργικά προβλήματα και ελάχιστο εποπτικό υλικό για τους μαθητές. 8 55 Η δευτεροβάθμια και η τριτοβάθμια εκπαίδευση είχε από την αρχή τεθεί κάτω από την πλήρη προστασία του κράτους. 8

Πίνακας δημοσίων δαπανών σε τρέχουσες τιμές κατά Υπουργείο και λογαριασμών εκτός της περίοδο 1833-1842 56. 9 Δαπάνες σε τρέχουσες τιμές κατά Υπουργείο 1833 1834 1835 1836 1837 1838 1839 1840 1841 1842 και λογαριασμοί εκτός Διαχ. Δανείου Ροδσχίλ 1.604.987,45 359.264,28 Χρέος εξωτερικό 372.266,66 15.580.821,22 3.606.996,16 2.752.579,93 3.400.496,78 3.795.829,72 3.710.023,95 4.605.526,20 4.802.157,90 4.126.200,20 Βασιλική χορηγία 1.692.967,57 1.152.067,16 1.171.227,20 1.000.000,00 1.000.000,00 1.000.000,00 1.000.000,00 1.000.000,00 1.000.000,00 1.000.000,00 Συμβούλιο Επικρατείας 30.636,57 74.633,91 197.808,52 212.032,43 203.429,67 192.484,89 183.635,63 190.392,32 197.813,25 Συντάξεις 172.515,70 239.329,79 253.424,50 289.021,79 387.493,29 361.387,41 357.976,73 372.174,92 415.666,28 426.031,92 Χρέος εξωτερικό 158.148,80 9.412,00 157.213,16 103.750,27 98.477,15 47.778,75 32.198,84 12.556,28 2.023,25 1.460,72 Υπουργείο Εξωτερικών 284.517,31 517.759,61 499.636,40 446.069,57 422.285,16 371.823,71 336.077,72 338.501,35 352.729,44 331.812,46 Υπουργείο Δικαιοσύνης 97.194,52 240.741,03 450.657,46 527.027,36 567.137,32 683.481,54 758.198,46 782.814,83 818.023,54 946.737,16 Υπουργείο Εσωτερικών 523.285,64 1.107.327,23 926.974,12 1.172.052,33 1.238.677,70 988.615,60 1.127.854,45 1.015.247,85 894.191,38 883.289,26 Υπουργείο Στρατιωτικών 7.746.677,82 9.002.622,03 6.386.988,84 6.656.062,45 6.505.330,18 5.502.214,75 5.436.525,22 5.322.059,54 5.061.897,02 5.400.743,43 Υπουργείο Ναυτικών 775.408,48 2.204.340,27 2.218.300,68 1.925.247,56 2.626.542,32 1.652.911,03 1.665.170,64 1.619.278,11 1.484.002,44 1.526.992,88 Υπ. Εκκλ.-Δ. Εκπ/σεως 115.502,34 386.637,94 450.163,83 549.537,96 647.788,60 729.111,66 690.570,13 687.755,05 652.591,37 675.781,72 Υπουργείο Οικονομικών 124.297,34 210.779,35 283.989,77 388.602,21 441.993,41 445.951,37 439.665,15 465.041,80 458.080,16 461.528,18 Διοικήσεως & Επιστ. 684.956,60 795.097,93 1.100.637,94 1.086.837,13 1.148.557,90 1.131.272,96 1.114.505,51 1.286.500,90 1.434.379,13 1.501.323,80 Διάφορες πληρωμές 607.220,93 474.132,72 434.321,91 332.082,75 1.254.883,62 208.352,57 413.699,39 147.159,24 322.287,69 295.977,06 ΣΥΝΟΛΟ 14.959.947,16 32.310.969,13 18.015.165,88 17.426.679,83 19.951.695,86 17.125.160,74 17.274.951,08 17.838.252,17 17.884.421,92 17.775.692,04 Πίνακας ποσοστών επί του μ.ο. των δημοσίων δαπανών κατά κατηγορία 1833-1842 57. Δημόσιες δαπάνες Δημόσιο Στρατιωτικές Αμοιβές Δαπάνες ανωτάτου Περίοδος Εκπαίδευση (Μ.Ο.) χρέος δαπάνες προσωπικού άρχοντα 1833-1842 19.056.693 25,9% 49,6% 2,9% 15,5% 5,8% 56 Α. Αντωνίου (υπεύθυνος έρευνας), Δημόσιες δαπάνες του νεοελληνικού κράτους (1830-1939), αδημοσίευτη εργασία, Αθήνα 1999, σ. 195-201. 57 Κ. Κωστής, Δημόσια οικονομικά στο Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΝ 19 ο ΑΙΩΝΑ, επιμέλεια, Κ. Κωστής, Σ. Πετμεζάς, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006, σ. 305. 9