Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 1. ΤΑ ΛΗΜΜΑΤΑ 2. Η ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ 3. Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ



Σχετικά έγγραφα
ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ

Η γλώσσα της Κ.Δ. είναι η «κοινή» ελληνιστική, δηλαδή η δημώδης και η γλώσσα που ομιλείτο από τον 3 ο αι. π.χ. μέχρι τον 3 ο αι. μ.χ.

Ψηφίδες για τη Νεοελληνική Γλώσσα

Γλώσσα και Κοινωνία. Ενότητα 12: Γλωσσικός δανεισμός

Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. 5η Ενότητα: Συζητώντας για την εργασία και το επάγγελμα ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Εισαγωγικά κείμενα

Σχετικά με τη διδακτική προσέγγιση του γλωσσικού δανεισμού

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

Μεθοδολογία 2014 (για το Σεμινάριο Όπερες του Μότσαρτ)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ Γενικών προδιαγραφών και κριτηρίων αξιολόγησης εκπαιδευτικού υλικού (Παράρτηµα Τόµος Γ τεύχος γ )

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2007 ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΥΠΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΘΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΑΤΑΛΑ Α ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Δεκτές είναι μόνο οι λέξεις της νέας Eλληνικής γλώσσας που υπάρχουν στα ισχύοντα βοηθήματα-λεξικά τα οποία είναι τα εξής (1) :

Λεξικός δανεισμός και ειδικά λεξιλόγια Πρόταση για διαθεματική διδασκαλία

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στις τάξεις Γ & Δ

Ιωάννης 1[α ]:1 και το οριστικό άρθρο «ο» --- Θεός ή κάποιος θεός;

Ενότητα 1 : Το ταξίδι των λέξεων στον χρόνο

Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι Εισαγωγή

ΛΕΞΙΛΟΓΙΚΟ ΒΟΗΘΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΩΣ ΔΕΥΤΕΡΗ/ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

9. δουλείαν ( 19): Τι θεωρεί «δουλείαν» στο κείµενο ο ηµοσθένης; Είναι εύστοχος ο χαρακτηρισµός του; Να απαντήσετε τεκµηριωµένα.

ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΥΡΙΩΣ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΩΣΤΑΛΕΞΙ Του Αντιστρατήγου ε.α. Παναγιώτου Πανταζή

Γιατί μας ενδιαφέρει η ιστορία της γλωσσολογικής σκέψης;

Αιτιολογική έκθεση. µεγάλων δυσκολιών που η κρίση έχει δηµιουργήσει στον εκδοτικό χώρο και στους

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ (ΒΟΛΟΣ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΠΡΟΣ : ΚΟΙΝ.: Ι. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ

Πληροφορίες τμημάτων & επιπέδων _v.1. Πληροφορίες τμημάτων & επιπέδων. τηλέφωνα επικοινωνίας: & info@valores.

Ο Πλίνιος μάλιστα γράφει ότι η Κρήτη ήταν η πατρίδα δύο δένδρων με μεγάλη ιατρική χρησιμότητα του κρητικού πεύκου και του κρητικού κυπαρισσιού, από

Γιατί µελετούµε την Ιστορία µιας γλώσσας; Για να τη γνωρίζουµε καλύτερα Για να µάθουµε στοιχεία για τον πολιτισµό της

Για την εξέταση των Αρχαίων Ελληνικών ως μαθήματος Προσανατολισμού, ισχύουν τα εξής:

Πώς γράφεται μια προπτυχιακή εργασία στην Ιστορία της Τέχνης. Σχεδιάγραμμα. Γενικές οδηγίες

Διάγραμμα αναλυτικής διόρθωσης ελεύθερης γραπτής έκφρασης (έκθεσης)

Γλωσσική επιμέλεια: επιλογή ή αναγκαιότητα; Άννα Ιορδανίδου

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Ο 19ος αιώνας Είδαμε ότι πρώτοι ιστορικο-συγκριτικοί επιστήμονες είχαν στόχο να εξηγήσουν τις ομοιότητες που παρατηρούσαν ανάμεσα στις γλώσσες. Είδαμε

Θησαυρού της Ελληνικής Γλώσσας του Ινστιτούτου Επεξεργασίας Λόγου (

Στόχος του βιβλίου αυτού είναι να κατακτήσουν οι μικροί μαθητές

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Η ύλη για τις εξετάσεις υποτροφιών: (για οποιαδήποτε διευκρίνιση μπορείτε να απευθύνεστε στις γραμματείες των φροντιστηρίων).

Β τάξη. Κειµενικοί στόχοι Λεξικογραµµατικοί στόχοι Γραπτά µηνύµατα του περιβάλλοντος

Α. Ερωτήσεις Σωστού - Λάθους

Σελίδα 1 από 13. [Υπεύθυνος εκπαιδευτικός: Λάζαρος (Άρης) Λαζαρίδης ΠΕ02, φιλόλογος]

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ

Τι είναι το αρχείο Γεωργακά;

<5,0 5,0 6,9 7 7,9 8 8,9 9-10

4. Η Καινή Διαθήκη Β : Οι Επιστολές και η Αποκάλυψη

Το αντικείμενο [τα βασικά]

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Φροντιστήρια "ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ" 1. Οδηγίες για την αξιολόγηση των φιλολογικών μαθημάτων στο Γυμνάσιο

ΔΙΑΛΕΞΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο

ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. ο εκπαιδευτικός) Προσέγγιση: ολική και αναλυτικοσυνθετική

Η ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΡΟΕΡΓΑΣΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Περίληψη (Abstract),(

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί


ΑN-NAJAH NATIONALUNIVERSITY NABLUS

Η βιβλιοθήκη της Ι.Μ. Ευαγγελισμού της Θεοτόκου

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ. 5η ΕΝΟΤΗΤΑ: Περίοδοι διδασκαλίας: 7

1. Να μεταφραστεί το τμήμα: Παῦσαι, πρὶν ὀργῆς εἰσορᾷς θεούς; Μονάδες 30

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΡΙΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΚΑΙ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ. ΤΑΞΙΝΟΜΙΚΟ και ΤΑΞΙΘΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

1. Να μεταφραστεί το τμήμα: Ὦ κοινὸν αὐτάδελφον τῶν ἐχθρῶν κακά; Μονάδες 30

ΜΑΘΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΙΙ: ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ, ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΗ

Συγγραφή Επιστημονικής Εργασίας (ΨΧ126) Η μορφοποίηση της επιστημονικής εργασίας: το σύστημα (στυλ) ΑΡΑ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΕΤΗΣΙΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Γ ΤΑΞΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq ςwωψerβνtyuσiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπσπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghσj

Ενότητα 3 η - ΦΥΣΗ. Σήμερα (αρνητικά):

ΓΛΩΣΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ:

ΔΕ3. Η Καινή Διαθήκη Α: Τα Ευαγγέλια και οι Πράξεις των Αποστόλων

10 Μύθοι για τη γλώσσα

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

Mία πρόταση για το μάθημα των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο

ヤ Διδασκαλία της Γλώσσας στη Δ τάξη

186 Γλώσσας Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνειων Χωρών Θράκης (Κομοτηνή)

ΘΕΜΑ 126ο: Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 3,

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τετάρτη, 24 Φεβρουάριος :31 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 25 Φεβρουάριος :40

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΟΝΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Το Μάθημα της Γλώσσας στο Δημοτικό του Κολλεγίου Αθηνών

Δρ Άντρη Καμένου ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΙ ΥΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΕΠΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΥΛΥΚΟ - ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ

::: Γενικά :::.. Η περίληψη είναι ένας τρόπος συνοπτικής απόδοσης ενός κειμένου. Με αυτήν επιδιώκεται:

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Θέµατα Μορφολογίας της Νέας Ελληνικής Ι. Κώστας Δ. Ντίνας Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας

1. Να μεταφραστεί το τμήμα: Καὶ νιν καλεῖτ τοῦτ ἔχων ἅπαντ ἔχω. Μονάδες 30

ΠΛΑΝΗΤΕΣ ΕΝΤΟΣ ΚΑΙ ΕΚΤΟΣ ΟΜΑΔΑΣ (Τετράβιβλος, βιβλίο 1ο, κεφ. 7, σελ , Περί ημερινών και νυκτερινών ).

Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Ασκήσεις ετυμολογίας.

ΜΑΘΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ ΓΛΩΣΣΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Ι: ΕΥΡΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΦΡΙΚΗ

Οι πικρές αλήθειες της γλώσσας μου

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ - ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ -

Transcript:

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 1. ΤΑ ΛΗΜΜΑΤΑ Το Ετυμολογικό Λεξικό περιέχει ολόκληρο το βασικό λεξιλόγιο τής Νέας Ελληνικής. Κάθε λέξη τού λεξικού, ό,τι ονομάζεται λήμμα, είναι διαρθρωμένη έτσι ώστε να γίνεται φανερή η σύνδεσή της με λέξεις τής ίδιας ετυμολογικής οικογένειας (οι οποίες κατά κανόνα αποτελούν χωριστά λήμματα, π.χ. λεχώνα, λέσχη, λόχμη, λόχος) και με τα άμεσα παράγωγα ή σύνθετά της (τα οποία κατά κανόνα καταχωρίζονται στο ετυμολογικό πεδίο, π.χ. λίπος: λιπαίνω, λίπανση, λιπαντής, λιπαντικός, λιπίδιο, λιπαρός, λίπωμα λιποαναρρόφηση, λιπο-διάλυση, λιπο-κύτταρο κ.ά.). Υπάρχουν χωριστά λήμματα για τα κυριότερα γραμματι κά και λεξικά προθέματα (π.χ. α- στερητικό, έ- συλλαβική αύξηση, ημι- λεξικό πρόθεμα, αλεξι- λεξικό πρόθεμα), καθώς επίσης για τα παραγωγικά τέρματα και τα λεξικά επιθήματα (π.χ. -ανός, -ικός, -ένιος, -ώδης, -ών -ούσα -όν), εκτός από εκείνα που εντάσσονται στο ετυμολογικό πεδίο τής λέξης από την οποία προέρχονται (π.χ. τα λεξικά επιθήματα -λέγω, -λόγος είναι εντεταγμένα στο λήμμα λέγω). Ενώ κα τά κανόνα δεν λημματογραφούνται κύρια ονόματα ή τοπωνύμια, έχουν εξαιρεθεί μερικές περιπτώσεις κατά τις οποίες το κύριο όνομα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και έχει δώσει πολλά παράγωγα και σύνθετα (π.χ. Ελλάδα, Αθηνά, Γαλλία, Κρήτη, Κύπρος). Επίσης, δεν ετυμολογούνται στερεότυπες φράσεις εκτός ορισμένων εξαιρετικών περιπτώσεων (π.χ. μέτρον άριστον στο λ. μέτρο). 2. Η ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ Η τεκμηρίωση τής ετυμολογικής προέλευσης αποτελεί έναν από τους δυσκολότερους και πλέον εξειδικευμένους τομείς στην ιστορική γλωσσολογία. Σε αυτό το λεξικό έχουν ληφθεί υπ όψιν στον με γαλύτερο δυνατό βαθμό όλες οι διατυπωμένες ετυμολογικές προτάσεις από τα λεξικογραφικά έργα και από την επιστημονική βιβλιογραφία (ελληνική και ξένη). Οι λέξεις για τις οποίες δεν υπάρχει ασφαλής ετυμολογική αναγωγή περιέχουν πάντοτε κάποια διατύπωση που το δηλώνει αναφέρεται ρητά ότι η προέλευση είναι πιθανή, αβέβαιη ή άγνωστη. Σε ορισμένες δύσκολες περιπτώσεις δεν είναι ασυνήθιστο να καταχωρίζονται δύο ή και περισσότερες ετυμολογικές προτάσεις, ο αναγνώστης πρέπει όμως να έχει υπ όψιν του ότι οι εν λόγω εκδοχές δεν μπορούν να είναι όλες σωστές και ότι ενδεχομένως νέα στοι χεία ή καλύτερα επιχειρήματα θα ευνοήσουν τελικά μόνο μία πρόταση. Αν και έχουμε συμβουλευτεί την εγκυρότερη βιβλιογραφία, αποφύγαμε (όπως συμβαίνει σε όλα τα αντίστοιχα λεξικά) να σημειώσουμε ποιος επιστήμονας έχει υιοθετήσει συγκεκριμένη ετυμολογική πρό ταση, πράγμα που θα επέβαλλε σχεδόν για κάθε λέξη παραπομπή σε επιστημονικά βιβλία, μελέτες, άρ θρα κ.λπ., και αυτό θα επιβάρυνε το λεξικό, καθιστώντας το δύσχρηστο ή και απωθητικό για τον μέσο αναγνώστη. 3. Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ Βασική πληροφορία στην ιστορία των λέξεων είναι η αξιόπιστη χρονική τοποθέτηση τής παρουσίας τους στη γλώσσα. Χρησιμοποιήθηκαν όλες οι διαθέσιμες λεξικογραφικές πηγές, προκειμένου να εξακρι βωθεί η παλαιότερη εμφάνιση κάθε λέξης στην Ελληνική. Τον ρόλο αυτόν επιτελούν οι χαρακτηρισμοί αρχαίο, ελληνιστικό, μεσαιωνικό, λόγιο, οι οποίοι προηγούνται (συντομογραφημένοι) κάθε λήμματος, ακόμη και όσων καταχωρίζονται στο ετυμολογικό πεδίο. Όταν απουσιάζει οποιαδήποτε τέτοια ένδειξη, τότε η λέξη είναι νεοελληνική, γεγονός που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ένδειξη σε ένα νεοελληνικό λεξικό όπως το παρόν. Οι προαναφερθείσες ενδείξεις έχουν το ακόλουθο περιεχόμενο: α) Αρχαίο: Από την αρχαιότητα ώς τον 4ο αιώνα π.χ. (συμβατικά ώς και τον Αριστοτέλη). Στις αρ

18 Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ χαίες λέξεις ο αναγνώστης θα βρει, όπου υπάρχουν πηγές, τον αντίστοιχο τύπο από τη Μυκηναϊκή, που αποτελεί την πρωιμότερη μαρτυρημένη μορφή τής ελληνικής γλώσσας έως τις γραπτές πηγές σε αλφα βητική γραφή. Ας σημειωθεί επ ευκαιρία ότι έχει καθιερωθεί στην επιστημονική βιβλιογραφία να μετα γράφονται τα μυκηναϊκά συλλαβογράμματα φωνητικώς με λατινικούς χαρακτήρες και αυτό ακολουθή θηκε στο παρόν λεξικό ωστόσο, δίδεται κατά κανόνα παραπλεύρως ο ίδιος τύπος στην αλφαβητική Ελ ληνική (π.χ. μυκ. re-u-ko: λευκός mu-jo-me-no: μυομένῳ, δοτ. ενικού μετοχής). β) Ελληνιστικό: Από το τέλος τού 4ου αιώνα π.χ. ώς και τον 6ο αιώνα μ.χ. (συμβατικά ώς και τον Ιουστινιανό). Σε μερικές περιπτώσεις, όταν χρειάστηκε να αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα σε λέξη ή ση μασία τού 5ου ή 6ου αιώνα, έχουμε χρησιμοποιήσει επίσης την ειδικότερη ένδειξη όψιμο ελληνιστικό. γ) Μεσαιωνικό: Από τον 7ο αιώνα μ.χ. ώς το 1669 (πτώση τού Χάνδακα Ηρακλείου Κρήτης συμβατικό όριο λήξεως τής μεσαιωνικής γραμματείας). Περιλαμβάνει τόσο τη λόγια όσο και τη δημώδη γραμματεία. δ) Λόγιο: Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στους λόγιους νεολογισμούς. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να πρόκειται για επαναφορά αρχαίων λέξεων με νέα σημασία (π.χ. πολιτισμός, ταχυδρόμος, υπουργός), πράγμα που σημειώνεται στο λήμμα. Ωστόσο, οι περισσότερες λόγιες λέξεις πλάστηκαν για να καλύψουν νέες ανάγκες και συχνά αποδίδουν ξένους όρους, ελληνογενείς και μη. Με τη βοήθεια των διαθέσιμων πηγών καταβλήθηκε προσπάθεια να προσδιοριστεί, κατά το δυνατόν, η παλαιότερη γνωστή μαρτυρία αυτών των λέξεων μπορεί, όμως, να αποδειχθεί με την εξέλιξη τής έρευνας ότι ορισμένοι τύποι (που έχουν χρονολογηθεί με βάση τη Συναγωγή Νέων Λέξεων τού Στεφ. Κουμανούδη) είναι ακόμη παλαιότε ροι. Ο χρονικός προσδιορισμός των νεολογισμών δίδεται δίπλα στον χαρακτηρισμό λόγιο εντός ορθο γωνίων αγκυλών (π.χ. πλοίαρχος, λόγ. [1836]). Ας σημειωθεί επίσης ότι ο χαρακτηρισμός λόγιο αφορά στην προέλευση μιας λέξεως και όχι κατ ανάγκη στη χρήση της από τους σημερινούς ομιλητές. Αρχαία μνεία: Στις λέξεις που χαρακτηρίζονται αρχαίες δίδεται συνήθως αμέσως μετά τον λεξικό τύπο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από κείμενο τής Αρχαιότητας, το οποίο εμφανίζει τον εν λόγω τύ πο σε μία από τις αρχαιότερες σωζόμενες γραπτές χρήσεις του. Η πληροφορία αυτή τίθεται εντός ορ θογωνίων αγκυλών και αναφέρει τον αιώνα στον οποίο ήδη εμφανίζεται η λέξη, ενώ τις περισσότερες φορές μνημονεύεται ο συγγραφέας, καθώς και το κείμενο από το οποίο έχει ληφθεί το σχετικό παράθε μα (π.χ. αρχ. μέτρον [ήδη ομηρικό, Ὀδ. δ 668: πρὶν ἥβης μέτρον ἱκέσθαι] αρχ. περιφρονῶ (-έω) [ήδη τον 5ο αι. π.χ., πβ. Θουκ. Ἱστ. 1.25.4: ]). Η ένδειξη τού αιώνα είναι συμβατική και ακολουθεί τη χρονολό γηση των συγγραφέων σύμφωνα με το σύστημα του (τόσο ως προς την έκ έκ έκ έκ έκ έκ έκ δοση όσο και ως προς την παραπομπή), κατά το οποίο οι συγγραφείς ταξινομούνται με κριτήριο το πό τε έγραψαν το πρώτο τους έργο. Όταν η λέξη απαντά τον ίδιο αιώνα σε πολλούς συγγραφείς, αναφέρε ται συνήθως ο σημαντικότερος (π.χ. [ήδη τον 5ο αι. π.χ. στον Ηρόδοτο]). Πρέπει, τέλος, να τονιστεί ότι η αρχαιότερη μνεία που παρατίθεται εδώ δεν εμφανίζει κατ ανάγκην την αρχική σημασία τής λέξης. 4. Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΗΜΜΑΤΟΣ Το λήμμα τού λεξικού έχει συνταχθεί με την ακόλουθη διάρθρωση: 1. Ερμήνευμα. Δίδεται ως πρώτη πληροφορία, όπου κρίθηκε αναγκαίο. 2. Μορφολογικό τμήμα: Προηγείται η συντομογραφία ΕΤΥΜ., εκτός αν απουσιάζουν όλα τα άλλα πε δία. 3. Σημασιολογικό τμήμα: Προηγείται η συντομογραφία ΣΗΜΑΣ. 4. Ετυμολογικό πεδίο: Προηγείται η συντομογραφία ΕΤΥΜ. ΠΕΔΙΟ. 5. Σχόλιο: Σκιασμένο κείμενο με τίτλο κατηγορίας σχολίου και θέμα. Μόνο το πεδίο 2 είναι απαραίτητο σε κάθε λήμμα. Λέξεις χωρίς εκτενή ετυμολογική ιστορία και χω ρίς παράγωγα ή σύνθετα κατά κανόνα έχουν μόνο μορφολογικό τμήμα.

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 19 4.1. ΕΡΜΗΝΕΥΜΑ (σύντομη σημασιολογική πληροφορία) Σε μερικά λιγότερο γνωστά στη σημασία τους λήμματα δίδεται σύντομη εξήγηση εντός εισαγωγικών δίπλα στην κεφαλή τού λήμματος. Το ερμήνευμα συνήθως περιορίζεται σε ένα ή δύο συνώνυμα, σπανι ότερα δε σε πολύ σύντομο ορισμό (π.χ. μηλωτή «προβιά», ωδίνες «επώδυνες συσπάσεις τής μήτρας κα τά τον τοκετό»). Ερμήνευμα δίδεται επίσης όπου χρειάζεται να διακριθούν δύο ομόηχα λήμματα (π.χ. καρπός 1 «φρούτο», καρπός 2 «τμήμα τού χεριού»). 4.2. ΤΟ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Περιέχει την εξέλιξη τής μορφής (του τύπου) τής λέξεως από την παλαιότερη παρουσία της μέχρι σήμερα και ερμηνεύει τα ενδιάμεσα στάδια και τις μεταβολές της. Οι λέξεις τής Αρχαίας Ελληνικής δεν χαρακτηρίζονται απλώς αρχαίες, αλλά δίδεται η ετυμολογική ανάλυση τής ίδιας τής αρχαίας λέξης με αναγωγή στην ινδοευρωπαϊκή της ρίζα, όπως έχει υποθετικά επανασυντεθεί από τα εγκυρότερα ειδικά λεξικογραφικά έργα (η ρίζα σημειώνεται, όπως και κάθε αμάρτυρος τύπος, με αστερίσκο, π.χ. Ι.Ε. *ak- «οξύς, αιχμηρός»). Επιπλέον, παρουσιάζεται η στενή σχέση τής ελληνικής λέξης με ομόρριζα άλλων ιν δοευρωπαϊκών γλωσσών. Τη σχέση αυτή, για να είναι πιο προσιτή στον αναγνώστη, προτιμήσαμε να την αναδείξουμε με παραδείγματα και παράλληλους τύπους κυρίως από γλώσσες πιο οικείες, όπως η Λατι νική, η Αγγλική, η Γαλλική, η Ισπανική και η Γερμανική. Ωστόσο, δεν λείπουν τεκμηριωμένες συνδέσεις με ομόρριζες λέξεις άλλων λιγότερο γνωστών ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, όπως η Αρχαία Ινδική (Σαν σκριτική), η Χεττιτική, η Αρμενική, η Αλβανική, οι σλαβικές και οι κελτικές γλώσσες κ.λπ. π.χ. πάγος: αρχ. < θ. παγ-, που ανάγεται σε Ι.Ε. *pag- / *pak- «στερεώνω, δένω, σταθεροποιώ» λατ. pa-n-gō «πήζω, στερεώνω», com-pactus «συμπαγής» (> γαλλ. compact), pagina «κληματαριά» «στήλη γραφής» «σελίδα» (> γαλλ. page, ισπ. página, πβ. κ. αγγλ. page), pactum «συνθήκη (δηλ. εδραιωμένη συμφωνία)», pax, -cis «συνθήκη ειρήνης ειρήνη» (> γαλλ. paix, ισπ. paz, ιταλ. pace, πβ. κ. αγγλ. peace), αρχ. γερμ. *fanh-a- «πιάνω, παγιδεύω» (> γερμ. fangen, ολλ. vangen, σουηδ. få) αρχ. ἅ-παξ (βλ.λ.), ρ. πήγ-νυ-μι «μπήγω, πήζω» (βλ.λ. πήζω), παγ-ίς (-ίδα), πάσσαλος (< *πακ-yαλος, βλ.λ.), πάχ-νη, πάγ-ιος. Σπουδαίο ρόλο στην ετυμολογία έχει επίσης η μορφολογική ανάλυση. Επιδιώξαμε, όσο ήταν εφικτό, να εξηγήσουμε με σύντομο και εποπτικό τρόπο τον σχηματισμό των λέξεων, διακρίνοντας το θέμα από το παραγωγικό τέρμα, ενώ ερμηνεύουμε τυχόν μεταπλασμούς των τύπων, αναλογικές αλλαγές και πα ρετυμολογικές επιδράσεις που ενδέχεται να οδήγησαν στη συγκεκριμένη τελική μορφή τής λέξης. Επί σης παραθέτουμε συχνά παράλληλους τύπους, οι οποίοι έχουν σχηματιστεί με το ίδιο παραγωγικό τέρ μα, ώστε να φαίνεται σαφέστερα η δομή τής λέξης. π.χ. περνώ: < μεσν. περνῶ, μεταπλ. τύπος τού αρχ. περῶ (-άω) (ίδια σημ., < πέρα, βλ.λ.), με βάση το θ. τού αορ. ἐ-πέρασ-α κατά το σχήμα γυρίζω γύρισα γυρνώ (πβ. κέρασα κερνώ, γέρασα γερνώ, ξέρασα ξερνώ). Σημαντικά παράγωγα αποτελούν οι λ. (αρχ.) πέρα-σις και (μεσν.) πέρασ-μα (βλ.λ.). π.χ. ρόπαλο: < αρχ. ῥόπαλον [ήδη ομηρικό] < θ. ῥοπ- (με επίθημα -αλο-, πβ. κ. αρχ. κρότ-αλον, πέταλον), μεταπτωτ. βαθμίδα τού θ. που απαντά στο ρ. ῥέπω (βλ.λ.). 4.3. ΤΟ ΣΗΜΑΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Σε όλα τα κύρια λήμματα, καθώς και στα σημαντικότερα υποτεταγμένα (παράγωγα και σύνθετα), δί δεται επαρκής διαχρονική πληροφόρηση για τις σημασίες των λέξεων. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι σημασίες αυτές παρουσιάζονται με παραδείγματα από κείμενα που τις τεκμηριώνουν, πράγμα που αποτελεί ουσιαστική συνεισφορά και ένα από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματα τού λεξικού. Μερικές φορές κρίθηκε απαραίτητο να εξηγηθεί η σημασιολογική μεταβολή ή και να παρουσιαστεί το ιστορικό βάθος μιας γνωστής νεοελληνικής σημασίας. Αρκετές λέξεις συνεχούς παρουσίας από την Αρχαιότητα

20 Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ μέχρι σήμερα έχουν αποκτήσει στη Νέα Ελληνική επιπρόσθετες σημασίες αποδίδοντας ξένους όρους πρόκειται για τα λεγόμενα σημασιολογικά δάνεια, τα οποία σημειώνονται ρητά. Εντούτοις, ο αναγνώστης θα πρέπει να γνωρίζει ότι η διαδοχή των διαφόρων σημασιών σε αυτό το τμήμα τού λεξικού δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι η νεότερη σημασία προήλθε απευθείας από την προ ηγούμενη, διότι η λέξη μπορεί να έχει υποστεί άλλες ενδιάμεσες σημασιολογικές μεταβολές ή επιδρά σεις. Ακόμη, στο σημασιολογικό τμήμα παρουσιάζονται μόνον οι κύριες σημασίες τής λέξεως και όχι ολόκληρο το πεδίο σημασιών που κάλυψε στο πέρασμα τού χρόνου. Επιπλέον, η παράθεση διαφόρων σημασιολογικών σταδίων, η οποία δείχνει την εποχή τής εμφάνισής τους, δεν υποδηλώνει οπωσδήπο τε ότι οι παλαιότερες σημασίες έχουν αντικατασταθεί από τις νεότερες και έχουν εκλείψει, διότι συχνά συνυπάρχουν με αυτές ακόμη και στη σύγχρονη εποχή. Τέλος, σημασιολογικές πληροφορίες είναι ενσω ματωμένες σε πολλά λήμματα, για τα οποία δεν κρίθηκε απαραίτητο να έχουν ξεχωριστό σημασιολογι κό τμήμα. π.χ. πρόσωπο: Εκτός από την αρχική κοινή σημ. «εμπρός μέρος τού κεφαλιού, όψη», η λ. απέκτησε κατά την Αρχαιότητα τη σημ. «προσωπείο, προσωπίδα» και δήλωνε τους προσωπιδοφόρους ηθο ποιούς ή κωμαστές (πβ. Δημοσθ. Περὶ παραπρ. 287.8: ὃς ἐν ταῖς πομπαῖς ἄνευ τοῦ προσώπου κωμάζει). Ως εκ τούτου, κατά την ελληνιστική εποχή η λ. αναφερόταν επίσης στους χαρακτήρες θεατρι κών ή λογοτεχνικών έργων (πβ. Πολυβ. Ἱστ. 8.11.5: οὐδεὶς ἂν ἐπέσχε σὺν καιρῷ ποιήσασθαι μετάβασιν ἐπὶ τὸ τῆς Ἑλλάδος ὄνομα καὶ πρόσωπον) και κατέληξε στη σημ. «άνθρωπος, άτομο» (Κ.Δ. Ιούδα 16: καὶ τὸ στόμα αὐτῶν λαλεῖ ὑπέρογκα, θαυμάζοντες πρόσωπα ὠφελείας χάριν). Στους μεταγενέστε ρους γραμματικούς πρωτοαπαντά επίσης η χρήση τής λ. πρόσωπον ως γραμματικού όρου (πβ. Απολλων. Δυσκ. Περὶ ἀντων. 2.1,1.11: θέματα δὲ ἴδια κατὰ ἀριθμὸν καὶ πρόσωπον καὶ πτῶσιν). 4.4. ΤΟ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΔΙΟ Τα παράγωγα και σύνθετα κάθε λήμματος υποτάσσονται στο κύριο λήμμα και περιλαμβάνονται στο ετυμολογικό πεδίο, το οποίο ακολουθεί το σημασιολογικό τμήμα. Δίδονται σύντομες πληροφορίες για τη χρονολόγηση και τον σχηματισμό των παραγώγων και των συνθέτων, ενώ σε ορισμένα αξιοσημείωτα υποτεταγμένα λήμματα (υπολήμματα) παρέχονται επίσης αναλυτικές σημασιολογικές πληροφορίες. Οι σύνθετες λέξεις παρουσιάζονται χωρισμένες στα συστατικά τους μέρη, ενώ τα παράγωγα ενδολήμματα καταχωρίζονται με ευδιάκριτο το θέμα από το παραγωγικό τέρμα. Επί παραδείγματι, στο ετυμολογικό πεδίο τού λήμματος πόλεμος έχουν ενταχθεί τα παράγωγα πολεμ-ικός, πολέμ-ιος, πολεμ-ώ, πολεμ-ίστρα, καθώς και τα σύνθετα από πολεμο- (π.χ. πολεμο-χαρής, πολεμο-κάπηλος, πολεμο-παθής) και σε -πόλεμος (π.χ. εμ-πόλεμος, φιλο-πόλεμος, εμπειρο-πόλεμος), -πολεμώ (-πολέμηση) (π.χ. κατα-πολεμώ, κατα-πολέμηση). Μερικές λέξεις που χρειάστηκε να ενταχθούν στο ετυμολογικό πεδίο για λόγους συστηματικότητας (δηλ. για να φανεί η διάρθρωση τής λεξιλογικής οικογένειας) αποτέλεσαν επίσης χωριστά λήμματα, εφό σον η ετυμολογική τους ιστορία παρείχε σοβαρό λόγο για αυτό. π.χ. πόλεμος ΕΤΥΜ. ΠΕΔΙΟ πολεμικός < αρχ. πολεμ-ικός [ήδη τον 5ο αι. π.χ., πβ. Θουκ. Ἱστ. 2.43.4: καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους (Επιτάφιος)] πολέμιος < αρχ. πολέμ-ιος «εχθρός, εχθρικός» [ήδη στον Αισχύλο, 6ος/5ος αι. π.χ., πβ. Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβ. 416: εἴργειν τεκούσῃ μητρὶ πολέμιον δόρυ] πολεμώ < αρχ. πολεμ-ῶ (-έω) [πιθ. ήδη τον 6ο αι. π.χ. στον Ιππώνακτα] πολεμιστής < αρχ. πολεμισ-τής [ήδη ομηρικό, πβ. Ἰλ. Ε 571: Αἰνείας δ οὐ μεῖνε θοός περ ἐὼν πολεμιστὴς] < ρ. πολεμ-ίζω / πτολεμ-ίζω «πολεμώ» < π(τ)όλεμ(ος) + παραγ. τέρμα -ίζω πολεμίστρα < μεσν. πολεμίσ-τρα < πολεμισ- (< αρχ. πολεμίζω) + παραγ. τέρμα -τρα.

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 21 ΣΥΝΘ. πολεμο-: πολεμο-χαρής (μεσν.), πολεμό-χαρος, πολεμο-κάπηλος (απόδ. ξέν. όρου), πολεμο-παθής κ.ά. -πολεμώ: κατα-πολεμώ, συμ-πολεμώ (συμπολεμιστής) -πόλεμος: (επίθ.) α-πόλεμος, εμ-πόλεμος, φιλο-πόλεμος, ετοιμο-πόλεμος, εμπειρο-πόλεμος, απειροπόλεμος (ουσ.) χιονο-πόλεμος, μαξιλαρο-πόλεμος, πετρο-πόλεμος, μεσο-πόλεμος, ανταρτο-πόλεμος, χαρτο-πόλεμος, κλεφτο-πόλεμος κ.ά. -πολέμηση: κατα-πολέμηση. 4.5. ΣΧΟΛΙΑΣΜΕΝΑ ΛΗΜΜΑΤΑ Το Ετυμολογικό Λεξικό τής Νέας Ελληνικής είναι σχεδιασμένο έτσι ώστε να λύνει απορίες ή ερωτή ματα των αναγνωστών σχετικά με την ιστορία των λέξεων, ορισμένους σημαντικούς σταθμούς της, κα θώς και θέματα σχετικά με τύπους, δομές, γραφές ή σημασίες με αξιοπρόσεκτο ιστορικό βάθος. Πολλές τέτοιες πληροφορίες περιέχονται επίσης στα σχόλια, τα οποία δίδονται στο τέλος μερικών λημμάτων εντός σκιασμένου πλαισίου. Το σχόλιο περιέχει στην κεφαλή του τον τίτλο τής κατηγορίας στην οποία ανήκει και κατόπιν το θέμα του, το οποίο δηλώνει ειδικότερα τις λέξεις για τις οποίες γίνεται λόγος. Κάθε σχόλιο τού λεξικού ανήκει σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες: α) Από την ιστορία τής λέξης: Παρουσιάζονται ενδιαφέρουσες ιστορίες λέξεων ή λεξιλογικών οικογενειών. Συχνά οι ιστορίες αυτές φέρνουν στην επιφάνεια απροσδόκητες συνδέσεις με σύγχρονες χρήσεις ή σημασίες, καθώς και παράλληλες διαδρομές λέξεων από άλλες γλώσσες. π.χ. πατάτα: Η πατάτα προέρχεται από τη Ν. Αμερική. Οι Ισπανοί κατακτητές έφεραν στην Ευρώπη το φυτό του οποίου οι καρποί αποτελούσαν βασική τροφή των Ίνκας και μαζί με αυτό την ονομασία patata, με την οποία τη γνωρίζουμε σήμερα. Ωστόσο, πριν καθιερωθεί η λ. πατάτα στα Ελληνικά, το φυτό και ο καρπός του είχε ονομαστεί από τους λογίους ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα γεώμηλον, δηλ. «μήλο της γης», αποδίδοντας έτσι στα Ελληνικά τη γαλλική ονομασία του φυτού pomme de terre. ( ) β) Από την ίδια ρίζα: Σχολιάζονται ομόρριζες λέξεις τής Ελληνικής και άλλων συγγενών γλωσσών, οι οποίες ανάγονται σε κοινή ινδοευρωπαϊκή ρίζα. Οι ελληνικές λέξεις δίδονται ταξινομημένες σύμφω να με τις μεταπτωτικές βαθμίδες τής ρίζας, ώστε ο σχηματισμός τους να είναι εμφανέστερος στον ανα γνώστη. π.χ. πολύς: Αρκετές λέξεις που σχετίζονται με την πληθώρα και την αφθονία έχουν την αφετηρία τους στην Ι.Ε. ρίζα *pela- / *pelə- «γεμίζω, πληρώ» και συγκεκριμένα από τη μεταπτωτική βαθμίδα *plē- «γεμάτος, πλήρης», η οποία συναντάται σε πολλές ελληνικές λέξεις. Συγκεκριμένα: 1) από θέμα πλη- (μεταπτωτική βαθμίδα *plē-): αρχ. πλῆ-θος, πλή-ρης, ρήμα πί-μ-πλη-μι «γεμί ζω» (αναδιπλασιασμένος τύπος από το ρήμα σχηματίστηκε το ουσ. πλή(σ)-μη «φάση μέγιστου ύψους τής παλίρροιας» και το παράγωγό του πλησμ-ονή, καθώς και τα ουσ. πλημ(μ)-ύρα, πλημ(μ)-υρίς, -ίδος), πλέ-ον (ουδέτερο τού επιθέτου πλείων / πλέων, -ονος < *πλή-j-ων, με βράχυνση), πλε-ῖστος (< *πλή-ιστος, με βράχυνση). 2) από θέμα πολ- (μεταπτωτική βαθμίδα *pol-): αρχ. πολ-ύς. Στην ίδια ετυμολογική οικογένεια συναντούμε αρκετά ομόρριζα που σημαίνουν, κατά κανόνα, «πο λύς», όπως τα επίθετα που προέρχονται από το λατ. plenus (από όπου γαλλ. plein, ισπ. lleno, ιταλ. pieno) και από το αρχ. γερμ. *fulla- (από όπου γερμ. voll, αγγλ. full, ολλ. vol). γ) Σημασιολογική παρατήρηση: Σχολιάζονται ενδιαφέρουσες σημασιολογικές μεταβολές και σταθμοί στην ιστορία των σημασιών, καθώς και συνώνυμα που παρουσιάζουν παράλληλη ή αντίρροπη πορεία.

22 Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ π.χ. συκοφάντης: Δεν είναι εξακριβωμένο πώς προέκυψε η ήδη αρχ. σημασία «αυτός που κατηγο ρεί ψευδώς, που διαβάλλει» τού συνθέτου συκοφάντης. Από την ελληνιστική εποχή διαδίδονταν διάφορες εκδοχές, περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς. Ο γραμματικός Ζηνόδωρος (2ος αι. π.χ.) μνημονεύει την άποψη ότι συκοφάντης χαρακτηριζόταν αυτός που πρώτος φανέρωνε πότε ωρίμα ζαν τα σύκα, τα οποία θεωρούνταν επιθυμητή τροφή (κυρ. οι συκόπιτες, αρχ. σύκων πλάκες). Ο ίδιος καταγράφει όμως και τη γνωστή εκδοχή (την υιοθετούν επίσης ο Πλούταρχος και ο Αθήναιος, 1ος 2ος αι. μ.χ., καθώς και λεξικογράφοι τού Μεσαίωνα), ότι συκοφάντης χαρακτηριζόταν εκείνος που κατήγγελλε όσους εισήγαν παρανόμως σύκα στην αρχαία Αθήνα, παραβιάζοντας σχετικό ψήφισμα τον καιρό τού λοιμού δεν έχει βρεθεί, ωστόσο, ψήφισμα με αυτή τη διάταξη σε κείμενο τής Αρχαι ότητας. Ίσως ισχύει η απλούστερη εκδοχή, την οποία δέχονται αρκετοί μελετητές: συκοφάντης απε καλείτο απλώς εκείνος που φανέρωνε σύκα κρυμμένα στα ρούχα κάποιου πράξη ασήμαντη και κατέληξε να σημαίνει εκείνον «που κατηγορεί άλλους για ασήμαντες μικροκλοπές», συνεπώς εκεί νον «που κατηγορεί ψευδώς». δ) Ιστορική παρατήρηση: Σχολιάζονται οι ιδιαίτερες ιστορικές συνθήκες αρχαίες ή πρόσφατες που οδήγησαν στον σχηματισμό μιας λέξεως. Σε ορισμένα λήμματα δίδονται συγκεκριμένες αξιόπιστες πληροφορίες για εκείνον που έπλασε κάποιον όρο, καθώς και για τις περιστάσεις που συνδέονται με τη διάδοσή του. π.χ. γενοκτονία: Ο όρος genocide «γενοκτονία» πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην Αγγλική από τον Πολωνό δικηγόρο (εβραϊκής καταγωγής) Rafał Lamkin το 1944 στο βιβλίο του Axis Rule ule ule in ccu- ccu- ccu- Occupied Europe («Η εξουσία τού Άξονα στην κατεχόμενη Ευρώπη»), το οποίο εξέδωσε στην Ουάσιν ccu- ccu- ccu- γκτον έχοντας προλάβει να διαφύγει εκεί από το 1941. Ο νέος όρος εξασφάλισε ιδιαίτερη διάδοση, ιδίως αφότου δημοσιεύθηκε στις 21/10/1945 στην εφημερίδα τού Λονδίνου Sunday Times. Εκεί έδινε τον ακόλουθο ορισμό: By genocide we mean the destruction of a nation or of an ethnic group «Ως γενοκτονία εννοούμε την καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνικής ομάδας». Ο όρος χρησιμο ποιήθηκε επίσης κατά τη δίκη των ναζιστών εγκληματιών πολέμου στη Νυρεμβέργη. ε) Ορθογραφία: Εφόσον η ορθογραφία τής Νέας Ελληνικής είναι ιστορική, η γραφή των λέξεων επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από την ετυμολογική τους προέλευση. Σχολιάζονται όλες οι λέξεις των οποίων αμφισβητείται η ορθή γραφή, εξηγείται δε ποια γραφή θεωρείται προτιμότερη από την οπτική γωνία τής επιστημονικής ετυμολογίας εντούτοις, καταγράφεται πάντοτε και η διαφορετική γραφή, είτε επειδή έχει επικρατήσει στη χρήση είτε διότι υπαγορεύεται από την ισχύουσα σχολική γραμματική. Ο αναγνώστης, ωστόσο, μπορεί να αναζητεί τη λέξη με οποιαδήποτε συνηθισμένη γραφή της, από όπου παραπέμπεται στη γραφή με την οποία έχει καταχωριστεί στο λεξικό. π.χ. πιτσυλίζω: Εφόσον προέρχεται από το ελνστ. πιτυλίζω, γράφεται προφανώς με -υ-: πιτσυλίζω. Η γραφή πιτσιλίζω τής σχολικής γραμματικής οφείλεται σε απλοποίηση. π.χ. στειλειάρι: Η λέξη παραδίδεται γραμμένη με δύο διαδοχικά -ει- (μεσν. στειλειάριον) και, ως εκ τούτου, η γραφή στειλιάρι (με -ει-ι-) δεν έχει ιστορική βάση. Προέρχεται από το ελνστ. στειλει(ός) με υποκοριστικό επίθημα -άριον. στ) Σχηματισμός: Σχολιάζονται τύποι ή δομές με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως ο μορφολογικός σχηματισμός ενός όρου, τα σύνθετα που προέρχονται από αυτόν και επίσης η εξάπλωσή του σε ξένες γλώσσες. π.χ. αίρω: Οι οικογένειες των αρχ. ρημάτων αἴρω και αἱρῶ, -οῦμαι διαφέρουν στον σχηματισμό των χρόνων και των παραγώγων. Ως αποτέλεσμα, το ρήμα αἴρω ακολουθεί το σχήμα εξ-αίρω, εξήρα, εξ-ηρμένος (πβ. επ-ηρμένος) έξ-αρση, ενώ το αἱρῶ έχει εντελώς διαφορετική μορφολογία: εξ-αιρώ, εξ-αίρεσα εξ-αίρεση αφ-ηρημένος. Ας σημειωθεί ότι επειδή το ρ. αἱρῶ δασύνεται στην αρχαία γλώσσα, μετατρέπει το ληκτικό κ, π, τ τού α συνθετικού στον αντίστοιχο δασύ φθόγγο χ, φ, θ: αφ-αιρώ, καθ-αίρεση. ζ) Γραμματική παρατήρηση: Σχολιάζονται ορισμένα γραμματικά φαινόμενα τής Νέας Ελληνικής υπό το φως τής ιστορίας των λέξεων. π.χ. μιγάς: Τα ουσ. μιγάς, νομάς, φυγάς σχηματίζουν τις πλάγιες πτώσεις τού ενικού αριθμού με

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 23 μία επιπλέον συλλαβή: μιγάδ-ος / -α, νομάδ-ος / -α, φυγάδ-ος / -α. Κατ αναλογίαν προς άλλα ουσ. σε -άς (μεσν. ή τουρκ. αρχής, π.χ. φαγ-άς, κιμ-άς, βραχν-άς, μπελ-άς) ακούονται και γράφονται κατά καιρούς οι τύποι του μιγά, του φυγά, τον νομά. Ας σημειωθεί ότι η γενική πτώση τού θηλ. σχηματί ζεται πάντοτε σε -ος: της μιγάδος, της φυγάδος. η) Συντακτική παρατήρηση: Σχολιάζονται μερικές συντακτικές δομές τής Νέας Ελληνικής, που ερμηνεύονται από την ιστορία των λέξεων. π.χ. ανάρπαστος: Το (σπάνιο στην αρχαία γλώσσα) ρηματικό επίθ. ανάρπαστος χρησιμοποιείται στη Νέα Ελληνική μόνο ως συμπλήρωμα (κατηγορούμενο) του ρ. γίνομαι (έγινε / θα γίνει ανάρπαστος). Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή η σύνταξη είναι συχνότατη στη γλώσσα ήδη από τους ελληνιστι κούς χρόνους (πβ. Θεοφρ. Περὶ εὐσεβ. 3.9: ἀνάρπαστοι κατ ἐκεῖνον ἐγένοντο τὸν χρόνον Πλουτ. Παραμ. Ἀπολλ. 116C: τοὺς θεοὺς ἐπικαλεῖσθαι ἀνάρπαστον αὐτὴν γενέσθαι Λουκιαν. Ὑπερφ. 2.17: ἀνάρπαστον γεγονέναι πρὸς τοῦ ἀετοῦ), ενώ κυριαρχεί και στα μεσαιωνικά κείμενα (πβ. Ιωάν. Σκυλ. Σύνοψ. Ἱστ. 3.9: καὶ εὐθὺς ἀνάρπαστοι οἵ τε ἐπίσκοποι καὶ ὁ Διογένης γίνονται Μιχ. Κριτοβ. Ἱστ. 4.12: μὴ εὐθὺς ἀνάρπαστοι γένωνται). θ) Διαλεκτικοί τύποι: Σχολιάζονται λέξεις που είναι ευρέως διαδεδομένες στις διαλέκτους και στα ιδιώματα τής Νέας Ελληνικής. Οι ιδιωματικοί αυτοί τύποι συχνά διασώζουν μορφές τής λέξεως που δεν είναι πλέον εύχρηστες στη Νεοελληνική Κοινή ή παρουσιάζουν ενδιαφέροντες αρχαϊσμούς. π.χ. βάτραχος: Το αρχ. ουσ. βάτραχος συναντάται ήδη από την Αρχαιότητα με ποικίλους τύπους εξαιτίας τής διαλεκτικής διαφοροποίησης. Οι κοινότερες μορφές του είναι βότραχος / βρόταχος, βάθρακος, βράταχος, ενώ από παρασύνδεση με άλλες λέξεις σχηματίστηκαν επίσης οι τύποι βρούχετος, βύρθακος, βρύτιχος, βλίταχος. Η ποικίλη παράδοση τής λέξεως διατηρήθηκε στη Μεσαιωνική Ελλη νική και διασώθηκε κατά μεγάλο μέρος στις νεοελληνικές διαλέκτους. Μερικοί χαρακτηριστικοί δια λεκτικοί τύποι είναι οι εξής: αφορδακός, βορθακός (Κρήτη), βαθρακός, βοτράχα, φορδάκα (Πόντος), βόρτακος (Κύπρος), βρούθακο (Κάτω Ιταλ.), φορτακά, μουρθακό (Τσακονιά) κ.ά. ι) Ομόηχα: Σχολιάζονται λέξεις που συμπίπτουν πλήρως ή μερικώς ως προς την προφορά, αλλά έχουν διαφορετική ετυμολογική προέλευση και ίσως ορθογραφία. π.χ. βαλβίδα: Δύο λέξεις που δεν συνδέονται ετυμολογικά συνέπεσαν στη μορφή βαλβίδα. Η βαλβίδα 1 «σημείο ρίψεως (σε αγώνισμα)» προέρχεται από το αρχ. βαλβίς, -ίδος και δεν σχετίζεται με τη βαλβίδα 2 «ρυθμιστικός μηχανισμός τής καρδιάς», που προέρχεται από το γαλλ. valve. Παρόμοιες περιπτώσεις απόλυτης ομωνυμίας, οι οποίες δεν είναι συχνές στη γλώσσα, συναντούμε επίσης στις λ. καρπός, πόντος, βεντέτα (βλ. αντίστοιχα λήμματα). ια) Παρετυμολογία: Σχολιάζονται σχηματισμοί λέξεων που οφείλονται σε λαϊκή ετυμολογία ή πα ρετυμολογία, δηλ. σε συνδέσεις που δεν έχουν σχέση με την αληθή προέλευση μιας λέξης και οφείλο νται, κατά κανόνα, σε εμπειρικές παρασυνδέσεις με λέξεις που παρουσιάζουν κάποια ομοιότητα ή είναι οικειότερες στους ομιλητές. π.χ. πολυκλινική: Η γερμ. λέξη Poliklinik είχε αρχικώς τη σημασία «νοσοκομείο τής πόλης» (απεκα λείτο επίσης Stadtklinik) και δήλωνε επιπλέον τον χώρο όπου τα έξοδα περιθάλψεως αναλάμβανε η πόλη. Σε άλλες γλώσσες, όπως και στα Ελληνικά, η λ. παρετυμολογήθηκε προς το επίθ. πολύς (κα τά τα σύνθετα από πολυ-), με αποτέλεσμα να γραφτεί πολυκλινική (αντί πολικλινική). Παραπομπή σε σχόλιο: Εφόσον οι λέξεις τις οποίες πραγματεύεται το σχόλιο είναι λήμματα ή εν δολήμματα στο λεξικό, υπάρχει στο τέλος τού λήμματος η ένδειξη ΣΧΟΛΙΟ λ., η οποία δηλώνει ότι για τη συγκεκριμένη λέξη γίνεται ιδιαίτερος λόγος στο σχόλιο τού λήμματος όπου παραπέμπεται ο ανα γνώστης. π.χ. προΐσταμαι ΣΧΟΛΙΟ λ. ίσταμαι. π.χ. πρωτεύουσα ΣΧΟΛΙΟ λ. κεφάλαιο.

24 Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 5. ΕΤΥΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ Όπως σε κάθε γλώσσα, έτσι και στην Ελληνική, οι δάνειες λέξεις (τα δάνεια) είναι διαφόρων ειδών. Στο παρόν λεξικό ακολουθήσαμε την εξής τυπολογία ως προς τις κατηγορίες των δανείων: Δάνειο. Τα δάνεια, δηλ. λέξεις που προέρχονται από ξένες γλώσσες, ετυμολογούνται συστηματικά, προκειμένου να φανεί η εξέλιξη τής μορφής και της σημασίας τους. Στις περισσότερες περιπτώσεις δί δονται πληροφορίες για την ίδια την ξένη λέξη, ώστε να αποκαλυφθεί η ιστορική πορεία της. Με βάση την αρχή αυτή, για τα δάνεια που προέρχονται από τις ρομανικές γλώσσες (Γαλλική, Ισπανική, Ιταλική, Βενετσιάνικη ) σημειώνεται η αρχική λατινική λέξη, όσα προέρχονται από γερμανικές γλώσσες (Αγγλι κή, Γερμανική ) ανάγονται στον τευτονικό (πρωτογερμανικό) τύπο από τον οποίο εικάζεται ότι προήλ θαν, ενώ για τα τουρκικά δάνεια σημειώνεται, όπου ήταν εφικτό, αν τα ίδια προέρχονται από αραβική ή περσική λέξη. Ελληνογενής ξένος όρος: Λόγια λέξη σχηματισμένη σε ξένη γλώσσα (κυρίως Γαλλική, Αγγλική, Γερμανική ή Νεολατινική) από ελληνικά συστατικά στοιχεία. Συνήθως ο ελληνογενής ξένος όρος χρειά στηκε να προσαρμοστεί στο κλιτικό σύστημα τής Νέας Ελληνικής, οπότε χρησιμοποιήθηκε η φράση μεταφορά τού ελληνογενούς γαλλ. / αγγλ. / ιταλ. κ.λπ. Στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για επιστη μονικό όρο. π.χ. βαρόμετρο, μεταφορά τού ελληνογενούς γαλλ. baromètre π.χ. πολυκλινική, μεταφορά τού ελληνογενούς γαλλ. polyclinique Αντιδάνειο: Λαϊκό δάνειο (συνήθως λέξη τής καθημερινής γλώσσας) από ξένη γλώσσα (ως επί το πλείστον Ιταλική, Βενετσιάνικη ή Τουρκική), το οποίο έχει απώτερη ελληνική αρχή. Αντιδιαστέλλεται προς τον ελληνογενή ξένο όρο (βλ. ανωτέρω). π.χ. παλάβρα: αντιδάν., < ισπανοεβρ. (λαντίνο) palavra «φλυαρία, στόμφος» < ισπ. palabra «λέξη, λόγος» < υστλατ. parabola < αρχ. παραβολή, στην ελνστ. χρήση της για τις συμβολικές αφηγήσεις (παραβολές) τού Χριστού. π.χ. σόμπα: αντιδάν., < τουρκ. soba < ουγγρ. szoba < παλ. άνω γερμ. stuba «θερμάστρα» < μεσν. λατ. *extupa / *extufa (> γαλλ. étuve) < υστλατ. *ex-tufāre < λατ. ex- + *tufāre, το οποίο ανάγεται στο αρχ. τύφω «γεμίζω καπνό, ατμό» < τῦφος (βλ.λ.). Σημειώνεται ότι στις περιπτώσεις αντιδανείων αντίθετα προς την τακτική τής απλογράφησης που ακολουθείται από άλλους ήδη στο Λεξικό τής Νέας Ελληνικής Γλώσσας και φυσικά στο παρόν λεξικό, που από τη φύση του απεικονίζει την «αληθή» πρωτογενή μορφή τής λέξεως, υιοθετήσαμε την ετυμο λογική ορθογραφία (π.χ. ελιξήριο, τζύρος, τόννος). Μεταφραστικό δάνειο: Ακριβής απόδοση ξένης λέξεως, κατά την οποία ακολουθείται π.χ. ο σχη ματισμός τού ξένου όρου, η σειρά των συστατικών μερών του κ.λπ. π.χ. διαδίκτυο μεταφρ. δάνειο από αγγλ. Internet. π.χ. πρωθυπουργός μεταφρ. δάνειο από γαλλ. Premier Ministre. Απόδοση ξένου όρου: Απόδοση τού περιεχομένου ξένης λέξεως χωρίς ακριβή αντιστοιχία ή ισο δυναμία. π.χ. πρωτάθλημα απόδ. τού αγγλ. championship. π.χ. πυρίτιο απόδ. τού αγγλ. silicon Μεταφορά ξένου όρου: Άμεσο δάνειο τής Ελληνικής, γραμματικά προσαρμοσμένο, το οποίο έχει ενταχθεί σχετικώς πρόσφατα στο λεξιλόγιο τής Νέας Ελληνικής. Αντιδιαστέλλεται προς τη μεταφορά ελληνογενούς ξένου όρου (βλ. ανωτέρω). π.χ. πιτσούνι μεταφορά τού ιταλ. piccione «περιστέρι» π.χ. βαγόνι μεταφορά τού ιταλ. vagone

Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ 25 Ας σημειωθεί ότι στα απροσάρμοστα δάνεια, όταν δηλαδή η λέξη παραμένει άκλιτη στη Νέα Ελληνι κή, προχωρήσαμε σε ετυμολογική ανάλυση όπως και σε όλες τις υπόλοιπες λέξεις. 6. ΠΑΡΑΠΕΜΠΤΙΚΑ ΛΗΜΜΑΤΑ Προκειμένου ο αναγνώστης να έχει την πληρέστερη δυνατή εποπτεία τού υλικού, έχει ακολουθηθεί ένα σύστημα παραπομπών, το οποίο επιτρέπει τη σύνδεση των λημμάτων, υποδεικνύει πού μπορούν να βρεθούν περισσότερες πληροφορίες και εξοικονομεί χώρο. Οι κύριες παραπομπές, κατά τις οποίες ένα λήμμα κενό πληροφοριών οδηγεί σε άλλο, δηλώνονται με βέλος και έχουν το ακόλουθο περιεχόμενο: α) Δείχνουν ότι το λήμμα καταχωρίζεται με διαφορετική γραφή ή τύπο (π.χ. ξυνός ξινός, διβάνι ντιβάνι, ξιπόλυτος ξυπόλυτος). β) Το παραπεμπτικό λήμμα αποτελεί παράγωγο ή σύνθετο άλλου λήμματος και πρέπει να αναζητη θεί εκεί (συνήθως στο μορφολογικό τμήμα ή στο ετυμολογικό πεδίο του π.χ. εκταμιεύω ταμίας, σκέψη σκέπτομαι, -τροφος τρέφω). γ) Δίνουν σύντομη ετυμολογική πληροφορία σχετικά με την προέλευση ενός σύνθετου όρου, για τον οποίο δεν κρίθηκε σκόπιμο να έχει χωριστή αναφορά στο κύριο λήμμα (π.χ. επάργυρος άργυρος, ξυλοδαρμός ξύλο, δέρνω). 7. ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Στο ειδικό ένθετο τού λεξικού (έγχρωμες σελίδες) περιέχονται χρήσιμες πληροφορίες και εποπτικοί πίνακες, που διευκολύνουν τη χρήση τού λεξικού, ενώ αναδεικνύουν την περαιτέρω αξία των πορισμά των τής επιστημονικής ετυμολογίας. Σε αυτές ο αναγνώστης μπορεί να βρει τα ακόλουθα τμήματα: α) Γλωσσάριο: Ορισμοί, παραδείγματα και σχόλια για τους κυριότερους γλωσσολογικούς όρους που χρησιμοποιούνται στα ετυμολογικά λεξικά και ειδικότερα στο παρόν λεξικό. β) Πίνακες: Παρέχονται με εποπτικό και συνοπτικό τρόπο πληροφορίες που φανερώνουν διάφο ρες πτυχές τού λεξιλογίου τής Ελληνικής. Ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη περιλαμβάνονται εν δεικτικοί πίνακες λέξεων που προέρχονται από άλλες γλώσσες: Αντιδάνεια Ελληνογενείς ξένοι όροι Λέξεις από την Αγγλική Λέξεις από τη Γαλλική Λέξεις από την Τουρκική (ανεξάρτητα από τυχόν αραβική ή περσική απώτερη προέλευση) Λέξεις από την Ιτα λική Λέξεις από σλαβικές γλώσσες (π.χ. Ρωσική, Σερβοκροατική, Βουλγαρική) Λέξεις από την Αλβα νική. Στη δεύτερη περιλαμβάνονται πίνακες με διάφορα πληροφοριακά στοιχεία, τα οποία είναι χρήσιμα για την κατανόηση τής ιστορίας των ελληνικών λέξεων: Πίνακας ινδοευρωπαϊκών γλωσσών Πίνακας δασυνομένων λέξεων Πίνακας εξελληνισμένων ξένων λέξεων Πίνακας λέξεων που προέρχονται από κύρια ονόματα Ενδεικτικός πίνακας ινδοευρω παϊκών φθόγγων Πίνακας ομοήχων λέξεων Πίνακας κανόνων μονοτονικού και πολυτονικού συστή ματος Πίνακας περιόδων ιστορίας τής ελληνικής γλώσσας. Στο τέλος τού λεξικού καταχωρίζεται επίσης ενδεικτική βιβλιογραφία από το πλήθος των βιβλίων, μελετημάτων, άρθρων και λεξικών που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη σύνταξη τού παρόντος λεξικού.