Κτηνιατρική Εξωτικών & Άγριων Ζώων



Σχετικά έγγραφα
Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια

Ανατομία και μορφολογία πτηνού

«ΜΑΙΕΥΤΙΚΑ» ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΣΤΗ ΘΗΛΥΚΗ ΓΑΤΑ. Μαρία Μαλιδάκη, Χαράλαμπος Ν. Βερβερίδης Κτηνιατρική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Φυσιολογία της Άσκησης Εισαγωγή. Παναγιώτης Κανέλλος Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, PhD Υπότροφος ΤΕΙ Κρήτης

ΓΕΝΙΚΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΜΟΜΕΤΡΗΣΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΥΠΕΡΘΕΡΜΙΑ ΠΥΡΕΤΟΣ ΥΠΟΘΕΡΜΙΑ. Λ.Β. Αθανασίου Παθολογική Κλινική, Τμήμα Κτηνιατρικής, Π.Θ.

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΦΡΟΛΙΘΙΑΣΗ

Α Μέρος (από 2) Οστά του Κορμού (Σπονδυλική Στήλης, Θώρακα, Κρανίου)

Υπέρκλαση Τετράποδα (Tetrapoda) Αμφίβια Ερπετά Πτηνά Θηλαστικά

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΗ ΝΕΦΡΟΥ. Λειτουργία των νεφρών. Συμπτώματα της χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΚΤΙΝΟΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ Από το σημείο στη διάγνωση

Υπάρχουν κάποια συμπτώματα που τις περισσότερες φορές δηλώνουν κάποια σοβαρή νόσο.

Δυσκοίλιο, θεωρούμε ένα άτομο όταν εμφανίζει δύο τουλάχιστον από τα παρακάτω προβλήματα για 3 ή περισσότερους μήνες:

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΡΔΙΑ

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Κεφάλαιο 5 «Στήριξη και Κίνηση»

Νεανική Δερματομυοσίτιδα

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΠΑΛ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΝΑΤΟΜΙΑ

Στις απορίες μας απαντά ο κος Θεμιστοκλής Σ. Ευκαρπίδης, Γενικός Χειρουργός

Α ΤΑΞΗ Τ.Ε.Ε. ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

Ο σακχαρώδης διαβήτης ( ΣΔ ) είναι το κλινικό σύνδρομο που οφείλεται. είτε σε έλλειψη ινσουλίνης λόγω μείωσης η παύσης παραγωγής (σακχαρώδης

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑ -ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ

Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία Δυσλειτουργία στην ένωση του κρανίου με τον κορμό στο νεογέννητο μωρό (Ατλαντό-Ινιακή Δυσλειτουργία)

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΙΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΛΟΙΜΩΔΗΣ ΒΡΟΓΧΙΤΙΔΑ (INFECTIOUS BRONCHITIS)

Πρόκειται για 4 μικρούς αδένες στο μέγεθος "φακής" που βρίσκονται πίσω από το θυρεοειδή αδένα. Οι αδένες αυτοί παράγουν μια ορμόνη που λέγεται


ΟΥΡΟΛΟΙΜΩΞΕΙΣ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ & ΤΗΣ ΓΑΤΑΣ Λ.Β.Α. 1

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

Όταν χρειάζεται ρύθμιση της ποσότητας των χορηγούμενων υγρών του ασθενή. Όταν θέλουμε να προλάβουμε την υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος

5. Στήριξη και κίνηση

ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

Έλεγχος της λειτουργίας της εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος

5.4 Το μυοσκελετικό σύστημα του ανθρώπου ΜΙΚΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

Εξωτερική µορφολογία και εσωτερική οργάνωση οστεϊχθύος. Συστηµατική κατάταξη

ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ. Οι ρυθμιστές του οργανισμού

ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΙΙ

Το μυϊκό σύστημα αποτελείται από τους μύες. Ο αριθμός των μυών του μυϊκού συστήματος ανέρχεται στους 637. Οι μύες είναι όργανα για τη σωματική

Νεώτερα δεδομένα στη Νόσο της Κατώτερης Ουροφόρου Οδού της Γάτας (FLUTD)

Εργαστήριο Ανατοµίας Ιατρική Σχολή Πανεπιστήµιο Αθηνών

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Πεπτικός σωλήνας Κύρια λειτουργία του είναι η εξασφάλιση του διαρκούς ανεφοδιασμού του οργανισμού με νερό, ηλεκτρολύτες και θρεπτικά συστατικά.

Βασικές Αρχές Κλινικής Εξέτασης. Σπύρος Δαμάσκος

ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

ΥΔΡΟΚΕΦΑΛΟΣ ΣΕ ΕΝΗΛΙΚΕΣ

ΩΡΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΙΑΤΡΙΚΗ ΖΩΩΝ ΣΥΝΤΡΟΦΙΑΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ 15/9/2014. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΠΟ ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ ΣΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ Κύτταρα και ιστοί Όργανα και συστήματα οργάνων

Μιχαήλ Νικ. Πατσίκας

ΓΡΑΠΤΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2018

4. ΛΕΜΦΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. περιλαμβάνονται ο σπλήνας και ο θύμος αδένας (εικ.4.1). Το λεμφικό σύστημα είναι πολύ σημαντικό γιατί:


1. ΑΠΟ ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ ΣΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ

Βιολογία Α Λυκείου Κεφ. 3. Κυκλοφορικό Σύστημα. Καρδιά Αιμοφόρα αγγεία Η κυκλοφορία του αίματος Αίμα

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΓΟΝΟΡΡΟΙΑ

ΤΑΞΗ: B ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:. ΤΜΗΜΑ: ΑΡ. Να προσέξετε την εμφάνιση του γραπτού σας και να γράψετε με μελάνι μπλε ή μαύρο.

Επείγοντα προβλήματα στην Παιδιατρική Γαστρεντερολογία: Αιμορραγία πεπτικού. Μαρία Φωτουλάκη Καθηγήτρια Παιδιατρικής Γαστρεντερολογίας

Τα οφέλη της λαπαροσκοπικής χολοκυστεκτομής στην πράξη - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Δευτέρα, 27 Δεκέμβριος :17

περιβάλλοντος. 6. Εξειδικεύσεις 14. Σε υπόλοιπων ζώων. σύστημα των σπονδυλωτών.

Κεφάλαιο 5 ο ΠΕΠΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΑΡΙΑ Κ. ΣΗΦΑΚΗ ΑΝΑΤΟΜΙΑ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΙΙ 1

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ

10/4/2013. Οδοντικός τύπος του κουνελιού

11. ΕΝΔΟΚΡΙΝΕΙΣ ΑΔΕΝΕΣ

ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΚΙΝΟΥ: ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΤΡΟΠΟ ΖΩΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΗ

ΜΙΚΡΟΑΝΑΛΥΣΗ ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ Α.Ε. ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΩΝ

ΑΝΑΤΟΜΙΑ Ι. Εισαγωγή στην Ανατομία Π.Χ «Η φύση του σώματος είναι η αρχή της ιατρικής επιστήμης» Ιπποκράτης. Ανά----- τομή

Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΜΑΛΟΥΝΤΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΙΟΥ 2017

Γράφει: Μιλτιάδης Μαρκάτος, Πνευμονολόγος

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΛΟΙΜΩΔΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ. Συνήθης ηλικία ζώων που εκδηλώνουν τη νόσο. 2-5 εβδομάδων

Δρ. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΟΥΖΟΥΡΗΣ ΓΕΝΙΚΟΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ

Θέμα 2 Ο Τι είναι οι ιστοί και τι τα όργανα σε έναν οργανισμό; Δώστε από ένα παράδειγμα. Θέμα 3 Ο

ΥΔΡΟΚΗΛΗ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΧΕΟΥ - ΥΔΡΟΚΗΛΗ - ΚΙΡΣΟΚΗΛΗ - ΣΥΣΤΡΟΦΗ ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΝΟΥ - ΚΥΣΤΗ ΕΠΙΔΙΔΥΜΙΔΑΣ - ΣΠΕΡΜΑΤΟΚΥΣΤΗ - ΚΥΣΤΕΣ ΟΣΧΕΟΥ

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΑΙΜΟΡΡΟΙΔΕΣ

ΥΠΟΘΕΡΜΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΥΠΟΘΕΡΜΙΑΣ

ΟΠΙΣΘΙΟ ΚΟΙΛΙΑΚΟ ΤΟΙΧΩΜΑ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

Στοιχειώδεις παθολογικές μεταβολές του Γεννητικού Συστήματος

ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 5: ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΟΛΟΓΙΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΙΔΙΟΠΑΘΗΣ ΦΛΕΓΜΟΝΩΔΗΣ ΝΟΣΟΣ ΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ

ΡΑΧΗ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος

ΨΕΥΔΟΠΑΝΩΛΗ (NEWCASTLE DISEASE)

σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου επί τουλάχιστον 3

ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ

Γράφει: Αλεξία Θωμοπούλου MSc, Διατροφολόγος- Κλινική Διαιτολόγος, Ειδική στον καρκίνο

Κλινική εξέταση. Πλήρης κλινική εξέταση Πολλά περιστατικά δεν είναι νευρολογικά

Έρευνες έχουν δείξει ότι λήψη ψηλής ποσότητας σύνθετων υδατανθράκων πριν την

ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΑΚΟΠΗ ΣΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ 1. 31/3/2011 Bogdan Raitsiou M.D 1

ΦΥΛΛΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΧΡΗΣΗΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ A ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Πρόταση για την ενσωμάτωση ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ. στη διδασκαλία διαφορετικών ενοτήτων

συκώτι (ήπαρ) στομάχι χοληδόχος κύστη πάγκρεας δωδεκαδάκτυλο έντερο

ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

ΩΤΟΡΙΝΟΛΑΡΥΓΓΟΛΟΓΙΚΆ ΠΡΟΒΛΉΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΆΔΥΣΗ

Οι ιδιοκτήτες αυτών των υπέροχων αιλουροειδών τις περισσότερες φορες. αγνοούν κάποιους βασικούς κανόνες που πρέπει να διέπουν την διατροφη

ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΘΡΕΠΤΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ 18: ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΗ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΟΥΡΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ

Οικογενησ Μεσογειακοσ Πυρετοσ

ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2014

Γράφει: Τσαπακίδης Ιωάννης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός

Transcript:

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Κτηνιατρική Σχολή Κτηνιατρική Εξωτικών & Άγριων Ζώων Πανεπιστημιακές Παραδόσεις Αναστασία Θ. Κομνηνού Επίκουρη Καθηγήτρια Κλινική Ζώων Συντροφιάς Κτηνιατρικής Σχολής, Α.Π.Θ.

1 I Περιεχόμενα I.ΕΡΠΕΤΑ Σελ 2 Εισαγωγή σελ 2 Στοιχεία ανατομίας, φυσιολογίας, διαχείρισης και διατροφής σελ 2 Συγκράτηση σελ. 11 Βασικές αρχές κλινικής εξέτασης σελ 13 Αιμοληψία-Λήψη παθολογικών υλικών σελ 15 Απεικονιστική εξέταση σελ 17 Θεραπευτικοί χειρισμοί σελ 18 Αναισθησία σελ 21. Σαύρες σελ 23 Φίδια σελ 40 Χελώνες σελ 53 II. ΘΗΛΑΣΤΙΚΑ Α. ΤΡΩΚΤΙΚΑ σελ 66 1. Μικρά τρωκτικά σελ 66 Κρικητός σελ 66 Σκίουρος σελ 82 2. Ινδικό Χοιρίδιο σελ 88 Β. ΠΡΩΤΕΥΟΝΤΑ σελ 101 III.ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ 119 σελ 120

2 Ι. ΕΡΠΕΤΑ Εισαγωγή Κατά τη διάρκεια της Μεσοζωικής Περιόδου την «Εποχή των Ερπετών» κυριαρχούσαν 17 τάξεις ερπετών. Κατά την Ιουρασική Εποχή (208-146 εκατομ. χρόνια) και Κρητιδική Εποχή (146-65 εκατομ. χρόνια) ζούσαν γιγάντιοι δεινόσαυροι (10-24 m) και άλλα μικρότερα ερπετά που επικρατούσαν στην ξηρά, στο νερό και στον αέρα. Οι δεινόσαυροι εξαφανίστηκαν στο τέλος της Κρητιδικής Εποχής και επέζησαν μόνο οι πιο προσαρμοσμένες μορφές από τις οποίες προήλθαν οι εξελικτικοί απόγονοι τους, τα σημερινά ερπετά. Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης απέκτησαν ποικίλα χαρακτηριστικά και ιδιότητες ανάλογα με το περιβάλλον διαβίωσής τους (χερσαία, υδρόβια, ημι-υδρόβια). Στα ερπετά ανήκουν οι Τάξεις Squamata/Φολιδωτά (σαύρες, φίδια), Crocodylia /Κροκοδείλια (αλιγάτορες, κροκόδειλοι, κάιμαν), Chelonia/Χελώνια (χελώνες χερσαίες, υδρόβιες γλυκού και θαλάσσιου νερού) και Rhynchocephalia/ Ρυγχοκέφαλα (τουατάρα). 1. Στοιχεία ανατομίας, φυσιολογίας, διαχείρισης και διατροφής. Εικόνα 1.Δέρμα σαλαμάνδρας, σαύρας και φιδιού (O Shea & Halliday, Reptiles and Amphibians, 2001). Το δέρμα των ερπετών είναι σκληρό και δεν φέρει γενικά αδένες (υπάρχουν μόνο μοσχοφόροι αδένες). Είναι σκεπασμένο με επιδερμικά λέπια, τις φολίδες, που καλύπτουν η κάθε μία μέρος της επόμενης (εικ. 1) και εκδύονται περιοδικά. Στα φίδια και τις σαύρες εκδύεται περιοδικά ολόκληρο το δέρμα ή τμήμα του. Αντίθετα οι φολίδες των χελωνών δεν εκδύονται (όπως και των κροκοδείλων), αλλά καλύπτουν τις οστέινες πλάκες του κελύφους (χέλυο και πλάστρον).

3 Ο σκελετός αποτελείται από ποικίλο αριθμό σπονδύλων οι οποίοι είναι σαφώς διαφοροποιημένοι (εικ.2) σε κάποια είδη ερπετών (σαύρες και κροκόδειλοι) ενώ στα είδη που δεν έχουν άκρα (φίδια και μερικές σαύρες) δεν είναι διαφοροποιημένοι. Εικόνα 2. Σκελετός σαύρας Το πεπτικό σύστημα είναι καλά ανεπτυγμένο. Τα φίδια και οι σαύρες έχουν εύθραυστα και καλά σχηματισμένα δόντια, ενώ οι χελώνες αντί για δόντια έχουν ένα κεράτινο και καλά ανεπτυγμένο ράμφος όμοιο με αυτό των πτηνών. Η άνω και κάτω γνάθος είναι ιδιαίτερα κινητές στα φίδια και ακίνητες στις χελώνες. Η γλώσσα έχει διάφορα σχήματα και κινητικότητα ανάλογα με τις ανάγκες της διατροφής του κάθε είδους. Ο οισοφάγος είναι ιδιαίτερα μυώδης και το στομάχι καλά ανεπτυγμένο. Σε μερικά είδη υπάρχει πρόλοβος (κροκόδειλος). Επιπλέον υπάρχει πάγκρεας, χοληδόχος κύστη, λεπτό και παχύ έντερο. Η κλοάκη αποτελεί την κοινή κοιλότητα κατάληξης του γαστρεντερικού (κόλον), ουροποιητικού (ουρητήρες) και γεννητικού (ωαγωγού) συστήματος και φέρει κοπροδαίο και ουροδαίο. Η μάσηση είναι ελάχιστη και η τροφή στα περισσότερα ερπετά καταπίνεται αμέσως. Η πρωτεολυτική δράση του σιέλου και του δηλητηρίου που παράγεται από τους τροποποιημένους σιελογόνους αδένες βοηθάει στη λειτουργία της πέψης. Η καρδιά σε όλα τα είδη των ερπετών πλην των κροκοδείλων, φέρει δύο κόλπους και μία κοιλία η οποία δεν έχει ολοκληρωμένο διάφραγμα αλλά χωρίζεται με ένα σύστημα διαφραγμάτων σε τρεις επιμέρους θαλάμους (αρτηριακό, πνευμονικό, φλεβικό). Έτσι το οξυγονωμένο και μη οξυγονωμένο αίμα στα είδη αυτά δεν αναμιγνύεται. Αυτό γίνεται μόνο όταν η πνευμονική πίεση ανέρχεται π.χ. κατά την κατάδυση των υδρόβιων χελωνών για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Στους κροκόδειλους υπάρχει σαφής διαχωρισμός 2 κοιλιών (δύο θάλαμοι), από ένα τέλεια διαμορφωμένο διάφραγμα, οι οποίες επικοινωνούν μεταξύ τους με το τρήμα του Panizza. Παρόλα αυτά η ανάμειξη του αίματος είναι ελάχιστη. Ο καρδιακή συχνότητα δεν είναι σταθερή και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως θερμοκρασία, πέψη, κ.α.

4 Εικόνα 3. Ανατομία σαύρας (Ultimate Visual Dictionary 1994). Το αναπνευστικό σύστημα αποτελείται από φάρυγγα, λάρυγγα, γλωττίδα, τραχεία, βρόγχους και πνεύμονες. Η δομή των πνευμόνων εξελικτικά είναι ενδιάμεση μεταξύ των αμφιβίων και θηλαστικών. Σε μερικές σαύρες συναντώνται και αεροφόροι σάκοι όπως στα πτηνά. Οι κροκόδειλοι έχουν πιο ανεπτυγμένη δομή πνευμόνων, ενώ σε μερικά φίδια ή σαύρες είναι περιορισμένος ή λείπει εντελώς ο ένας πνεύμονας (ο δεξιός είναι λειτουργικός και ο αριστερός είναι αεροφόρος σάκος που λειτουργεί σαν αποθήκη αέρα). Υπάρχει ένα ατελές μη λειτουργικό διάφραγμα. Όλα τα ερπετά αναπνέουν με πνεύμονες. Η αναπνοή είναι ενεργητική και επιτυγχάνεται με την έκπτυξη του θωρακικού τοιχώματος από τους μεσοπλεύριους μυς, με την κίνηση των πρόσθιων άκρων και τη σύσπαση των λείων μυικών ινών των πνευμόνων. Μερικά ερπετά, όπως οι υδρόβιες χελώνες (Trionychidae) και μερικά είδη υδρόβιων φιδιών αναπνέουν και με τον φάρυγγα ή το δέρμα (φαρυγγικοεπιδερμική αναπνοή). Σε μερικές χερσαίες ή υδρόβιες χελώνες γίνεται και ανταλλαγή αερίων μέσα από μια βοηθητική κύστη της κλοάκης (κλοακική αναπνοή) ή η αναπνοή είναι ακόμη και αναερόβια. Το ουροποιητικό σύστημα αποτελείται από δύο νεφρούς και δύο ουρητήρες, οι οποίοι εκβάλλουν στην κλοάκη. Μερικά είδη ερπετών (εκτός από τα φίδια, τους κροκόδειλους και μερικές σαύρες) έχουν και ουροδόχο κύστη στο ενήλικο στάδιο. Τα περισσότερα υδρόβια ερπετά απεκκρίνουν με το ούρο τους αμμωνία, ουρία και ουρικό οξύ. Τα χερσαία ερπετά απεκκρίνουν κυρίως ουρικό οξύ. Οι θαλάσσιες χελώνες απεκκρίνουν σχεδόν αποκλειστικά αμμωνία ή ουρία, ενώ οι ημι-υδρόβιες χελώνες αμμωνία, ουρία και ουρικό οξύ. Οι κροκόδειλοι απεκκρίνουν αμμωνία και ουρία. Το ούρο δεν αποτελεί δείκτη λειτουργίας του νεφρού, όπως συμβαίνει στα θηλαστικά. Τα ερπετά διαθέτουν ένα νεφρικό πυλαίο σύστημα, το οποίο επιτρέπει

5 στο αίμα που προέρχεται από την περιφέρεια (οπίσθια άκρα) να διέρχεται απευθείας από τους νεφρούς μέσω αναστόμωσης. Εικόνα 4. Ανατομία φιδιού ( Manual of Reptiles, BSAVA 1992). Το νευρικό σύστημα αποτελείται από τον εγκέφαλο (ημισφαίρια), τους οπτικούς λοβούς, την παρεγκεφαλίδα και τον νωτιαίο σωλήνα ο οποίος είναι διαφορετικός από αυτόν των θηλαστικών και επεκτείνεται μέχρι την ουρά. Ο νωτιαίος σωλήνας διαθέτει μεγάλο βαθμό αυτονομίας από τον εγκέφαλο, διατηρώντας ανεξάρτητα τα κέντρα της κίνησης. Οι οφθαλμοί καλύπτονται από κινητά ή ακίνητα βλέφαρα (φίδια και μερικά είδη σαυρών). Μερικά είδη έχουν και νηκτική μεμβράνη. Η ανατομική δομή του βολβού μοιάζει με αυτή των θηλαστικών. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι η παρουσία «οσταρίων» στον σκληρό χιτώνα όλων των ερπετών εκτός από τα φίδια. Μερικά είδη (σαύρες) έχουν και «τρίτο μάτι» ή «βρεγματικό μάτι», στην οροφή της κεφαλής, το οποίο θεωρείται ένας πρωτόγονος οφθαλμός πού παίζει θερμορυθμιστικό και ορμονικό ρόλο. Στα φίδια τα βλέφαρα «αντικαθίστανται» από έναν διαφανή υμένα που αποτελεί συνέχεια της επιδερμίδας, την «επικερατοειδική μεμβράνη» (spectacle)..

6 Εικόνα 5. Ανατομία χελώνας (Ultimate Visual Dictionary 1994). Στα φίδια απουσιάζουν το μέσο ούς και η τυμπανική μεμβράνη, έτσι δεν ακούν ήχους αλλά είναι ευαίσθητα στις δονήσεις που προέρχονται από το έδαφος. Οι σαύρες και οι κροκόδειλοι έχουν καλά ανεπτυγμένο μέσο ούς και τυμπανική μεμβράνη. Τα οσφρητικά όργανα είναι καλά ανεπτυγμένα στα περισσότερα ερπετά. Στις σαύρες και στα φίδια συναντάται το όργανο του Jacobson (συνδυασμός οσφρητικογευστικού οργάνου) στην οροφή της στοματικής κοιλότητας. Μεταδίδει χημικά ερεθίσματα στον εγκέφαλο. Σε μερικά φίδια παρατηρούνται δύο αισθητήρια βοθρία, μεταξύ των οφθαλμών και των ρινικών οπών, τα οποία είναι ευαίσθητα στις υπέρυθρες ακτινοβολίες. Το αναπαραγωγικό σύστημα του αρσενικού αποτελείται από δύο κοιλιακούς όρχεις και όργανο σύζευξης, το πέος, το οποίο είναι απλό (κροκόδειλοι και μερικές χελώνες) ή διπλό (σαύρες, φίδια). Τα θηλυκά ερπετά έχουν δύο ωοθήκες, και δύο ωαγωγούς (2 μοίρες). Κατά τη σύζευξη το πέος εισέρχεται μέσα στην κλοάκη του θηλυκού. Σε μερικά είδη το σπέρμα είναι δυνατόν να διατηρηθεί για χρόνια μέσα στο γεννητικό σύστημα του θηλυκού, πριν από τη γονιμοποίηση των ωαρίων (δριμύτερα κλίματα).

7 Συνθήκες διατήρησης σε αιχμαλωσία Τα ερπετά, ακόμη και αυτά του ιδίου γένους, παρουσιάζουν ποικίλη συμπεριφορά και έχουν διαφορετικές διατροφικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις. Απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση των ζώων αυτών σε αιχμαλωσία, είναι η γνώση των ιδιαιτεροτήτων τους, πράγμα το οποίο δεν είναι πάντοτε εφικτό, λόγω του μεγάλου αριθμού και της ποικιλομορφίας των ειδών. Οι βασικές όμως αρχές διαχείρισης σε γενικές γραμμές είναι οι ίδιες. Εγκατάσταση. Τα ερπετά ζουν κυρίως στις θερμές περιοχές και πολύ λίγα ζουν στις ψυχρότερες περιοχές των εύκρατων ζωνών, ενώ δεν συναντώνται καθόλου στις πολικές ζώνες. Σε αιχμαλωσία διατηρούνται σε ειδικά κλουβιά (ενυδρεία, τεράρια). Οι διαστάσεις του χώρου εγκατάστασής τους είναι ανάλογες πάντα με το μέγεθος και το είδος του κάθε ζώου. Ο εμπλουτισμός των κλουβιών με εξαρτήματα ανάλογα με τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε είδους, θεωρείται απαραίτητος. Έτσι, ερπετά που ζουν σε ύψος απαιτούν ξύλα ή φυσικά φυτά ή δένδρα (φίδια ή σαύρες), ενώ τα χερσαία απαιτούν εκτεταμένο δάπεδο (άμμο, ή υπόστρωμα από εφημερίδες ή άμμο υγιεινής, alfalfa pellets). Επιπλέον, η παρουσία περιοχής απομόνωσης (πύθωνες) είναι σημαντική για την καλή φυσική κατάσταση του ζώου. Υδρόβια και ημι-υδρόβια είδη απαιτούν «λίμνες» με νερό διαφόρου βάθους και μια περιοχή χερσαία με χαλίκι (υδρόβιες χελώνες). Θερμοκρασία. Όλα τα ερπετά είναι εξώθερμα και ο μεταβολισμός τους εξαρτάται ή ρυθμίζεται από τις αλλαγές της θερμοκρασίας. Πολλά είδη ερπετών αντέχουν μεγάλες διακυμάνσεις στη θερμοκρασία, αλλά πάντα μέσα στο όρια αυτά υπάρχει ένα ιδανικό εύρος στο οποίο οι φυσιολογικές λειτουργίες τους είναι οι ιδανικές. Το εύρος αυτό ποικίλει ανάμεσα στα διάφορα είδη. H Ιδανική Θερμοκρασία Σώματος/ΙΘΣ (Preferred Body Temperature/PBT) είναι το ιδανικό εύρος της θερμοκρασίας του σώματος ενός ερπετού, στο οποίο ο μεταβολικός του ρυθμός είναι ο ιδανικός (η πέψη και τα πεπτικά ένζυμα λειτουργούν φυσιολογικά). Προτιμώμενη Ιδανική Ζώνη Θερμοκρασίας/ΠΙΘΖ (Preferred Optimum Temperature/POTZ) είναι το εύρος της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος στο οποίο ένα ερπετό είναι ικανό να διατηρήσει την θερμοκρασία του σώματος του ιδανική (ιγκουάνα 24 ο -38 ο C, πύθωνες 24 ο -33 ο C, χερσαίες χελώνες 21 ο -33 ο C, ημι-υδρόβιες χελώνες 27 ο -30 ο C). Έτσι, είναι απαραίτητη η παροχή θέρμανσης μέσα στην εγκατάσταση με θερμαινόμενο δάπεδο, ηλεκτρικές πλάκες ή υπέρυθρες λάμπες, ώστε να διατηρείται η θερμοκρασία του περιβάλλοντος μέσα στα φυσιολογικά για το είδος όρια. Η θερμοκρασία αυτή δεν

8 πρέπει να ξεπερνάει την Ιδανική Θερμοκρασία Σώματος και να πέφτει κάτω από το κατώτατο όριο της Προτιμώμενης Ιδανικής Ζώνης Θερμοκρασίας. Αυτό επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση θερμοστατών μέσα στην εγκατάσταση. Στη φύση τα ερπετά όταν βρίσκονται σε δυσμενείς συνθήκες θερμοκρασίας πέφτουν σε χειμερία νάρκη. Η Χειμερία νάρκη είναι η κατάσταση εκείνη στην οποία ένα ερπετό, μετά από πτώση της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος κάτω από την ΠΙΘΖ, δεν μπορεί να διατηρήσει την θερμοκρασία του σώματός του ιδανική (ΙΘΣ) και προβαίνει σε φυσιολογικές αλλαγές, δηλαδή ο μεταβολισμός του πέφτει σε τέτοιο σημείο, ώστε να διατηρείται η ζωή του μόνο και η απώλεια ενέργειας να είναι η ελάχιστη δυνατή. Η λειτουργία αυτή συναντάται σε όλα τα ερπετά που ζουν σε εύκρατες ζώνες. Η επιβίωση τους εξαρτάται από τα αποθέματα ενέργειας που είχαν πριν από τη χειμερία νάρκη. Η διάρκεια της χειμερίας νάρκης ποικίλει ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες και το είδος. Αντίθετα η θερινή νάρκη είναι μια κατάσταση «φυσιολογικού κώματος» στην οποία βρίσκεται ένα ερπετό όταν εκτίθεται σε θερμοκρασίες πάνω από την ΠΙΘΖ και η ΙΘΣ έχει ξεπεραστεί. Εάν η θερμοκρασία του σώματος του ερπετού συνεχίσει να ανεβαίνει τότε κινδυνεύει να πεθάνει. Κατά κανόνα ερπετά τα οποία δεν προορίζονται για γεννήτορες δεν είναι απαραίτητο να πέφτουν σε χειμερία νάρκη (σαύρες και φίδια), ιδιαίτερα μάλιστα όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος τους παραμένει μέσα στην ΠΙΘΖ. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι χερσαίες χελώνες μπορεί να πέσουν σε χειμερία νάρκη εφόσον υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Ο φωτισμός παρέχεται με σωληνοειδείς λάμπες φθορίου για την αποφυγή εγκαυμάτων. Σε μερικά είδη συνιστάται η παρουσία λάμπας υπεριώδους φωτός (UV- B 290-320 nm), η οποία είναι απαραίτητη για τη σύνθεση της βιταμίνης D 3. Επιπλέον, η απευθείας έκθεση στο ηλιακό φως μπορεί να αποβεί χρήσιμη, λαμβάνοντας πάντα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης (κίνδυνος υπερθερμίας και εγκαυμάτων). Πολλά φυτοφάγα και εντομοφάγα ερπετά απαιτούν υπεριώδη ακτινοβολία (280-215 nm) για να συνθέσουν βιταμίνη D 3. Σε συνθήκες αιχμαλωσίας η παροχή υπεριώδους ακτινοβολίας επιτυγχάνεται με τη χρήση ειδικών λαμπών UV για 8-10 ώρες ημερησίως. Η υπερβολική και συνεχής έκθεση όμως είναι δυνατόν να προκαλέσει διαταραχές της λειτουργίας της επίφυσης με συνέπεια την ανορεξία και σχετικές βλάβες.

9 Οι απαιτήσεις υγρασίας ποικίλουν ανάλογα με το είδος, και είναι 50%-70% για τα περισσότερα είδη. Η ρύθμιση της υγρασίας επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση συσκευών εφύγρανσης ή με συχνούς ψεκασμούς. Η ισορροπημένη διατροφή είναι απαραίτητη για τα ερπετά που ζουν σε αιχμαλωσία. Τα διατροφικά νοσήματα είναι ιδιαίτερα συχνά και συνήθως οφείλονται σε ακατάλληλη διατροφή. Οι διατροφικές συνήθειες και ανάγκες σχετίζονται με το είδος, την ηλικία, το μέγεθος, τη θρεπτική και αναπαραγωγική κατάσταση του ζώου καθώς επίσης και την εποχή. Σε σχέση με τα ενδόθερμα, τα ερπετά έχουν χαμηλότερο μεταβολικό ρυθμό και έτσι απαιτούν για τη διατήρηση του βάρους τους γεύματα χαμηλότερων θερμίδων/kg ΣΒ. Η θερμοκρασία, η υγρασία, η φωτοπεριοδικότητα και η ποιότητα του φωτός, επηρεάζουν τη συχνότητα και την ποσότητα πρόσληψης της τροφής. Η τροφή πρέπει να είναι ισορροπημένη και να περιέχει βιταμίνη D 3 και Ca /P σε αναλογία 1.5/1. Ο τρόπος παρουσίασης της τροφής είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικός και σχετίζεται με τις ιδιαίτερες συνήθειες του κάθε ερπετού. Η τροφή πρέπει να καταναλώνεται μέσα σε 30'-40', ενώ πρέπει να δίνεται παραπάνω χρόνος σε ζώα νευρικά, άρρωστα ή σε ζώα που μόλις έχουν αφιχθεί. Τα φίδια είναι σαρκοφάγα και καταπίνουν την τροφή αμάσητη. Οι σαύρες είναι φυτοφάγες ή εντομοφάγες ή σαρκοφάγες ή παμφάγες. Οι χερσαίες χελώνες είναι κυρίως χορτοφάγες, ενώ οι ημιυδρόβιες και οι υδρόβιες είναι παμφάγες ή σαρκοφάγες, ενώ κάποια είδη σε νεαρή ηλικία είναι σαρκοφάγα και όταν ενηλικιωθούν χορτοφάγα. Οι κροκόδειλοι είναι σαρκοφάγοι. Το νερό πρέπει να είναι πάντα διαθέσιμο σαν πόσιμο ή για λουτρό. Διαχωρισμός φύλου και αναπαραγωγή. Στα ερπετά σεξουαλικός διμορφισμός συναντάται μόνο σε λίγα είδη π.χ. στον Chameleo jacksoni. Η εξωτερική μορφολογία μπορεί να είναι χαρακτηριστική του φύλου, για τη διαπίστωση του όμως είναι πολλές φορές απαραίτητη η σύγκριση με άλλα είδη του ίδιου φύλου, η παρατήρηση σύζευξης και η φυσική εξέταση. Η διαπίστωση του φύλου στις χελώνες μπορεί να βασιστεί στην εξέταση της ουράς. Στα αρσενικά η ουρά είναι συνήθως μακρύτερη και φαρδύτερη στη βάση από ότι στα θηλυκά και η κλοάκη του θηλυκού είναι πιο κοντά στη βάση της ουράς από ότι η κλοάκη του αρσενικού. Σε μερικά είδη τα αρσενικά έχουν μεγαλύτερα νύχια από τα θηλυκά, όπως οι χελώνες Trachemys scripta elegans και μερικές θαλάσσιες χελώνες. Η ίριδα σε μια ενήλικη αρσενική χερσαία χελώνα Terrapina carolina είναι συνήθως κόκκινη ενώ σε μια θηλυκή συνήθως καφέ. Τα αρσενικά είναι κατά κανόνα

10 μικρότερα και ελαφρύτερα από τα θηλυκά σε κάποια είδη, ενώ συμβαίνει το αντίθετο σε άλλα. Οι ενήλικες αρσενικές χελώνες έχουν τις περισσότερες φορές μια κοίλανση στο πλάστρο (κοιλιακή επιφάνεια του κελύφους) σε αντίθεση με τις θηλυκές στις οποίες το πλάστρο είναι επίπεδο. Οι αρσενικές σαύρες είναι μεγαλύτερες και δυνατότερες από τις θηλυκές και γίνονται πιο πολύχρωμες κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής περιόδου. Τα περιπρωκτικά, πρωκτικά και μηριαία φύματα είναι συνήθως πιο ανεπτυγμένα και περισσότερα σε αριθμό στα αρσενικά (εικ.6). Επιπλέον αυτά έχουν διπλό πέος που βρίσκεται ελαφρώς πιο πίσω από την κλοάκη, το οποίο είναι ορατό σαν περιοχή ελαφρώς υπηγερμένη. Ο πιο ασφαλής τρόπος όμως διαπίστωσης του φύλου είναι η αναζήτηση του πέους μετά από εκστροφή του θύλακα της «ακροποσθίας». Εικόνα 6. Μηριαία φύματα αρσενικού Iguana iguana. Στα φίδια, ο πιο αξιόπιστος τρόπος διαπίστωσης του φύλου είναι η εξέταση του πέους ή του κόλπου με τη βοήθεια βύσματος, το οποίο εισέρχεται μέσα στον θύλακα της «ακροποσθίας» και προωθείται προς τα πίσω. Το βύσμα στα αρσενικά εισέρχεται συνήθως μέχρι 8-16 υπουραίες φολίδες ενώ στα θηλυκά μόνο 2-6. Η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή λόγω του κινδύνου πρόκλησης βλάβης του ευπαθούς πέους. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να διαπιστωθεί το φύλο και στις σαύρες. Η αναπαραγωγική περίοδος ποικίλει και εξαρτάται από τις κλιματολογικές συνθήκες όπως η θερμοκρασία, η φωτοπεριοδικότητα, η υγρασία και η τροφή. Πολλά αρσενικά κατά την αναπαραγωγική περίοδο αλλάζουν χρώμα ή κάνουν σεξουαλικές προσαρμογές. Η συνουσία είναι «πραγματική» ενώ λίγα είδη κάνουν παρθενογένεση. Τα ερπετά είναι ωοτόκα, ωοζωοτόκα ή ζωοτόκα (δριμύτερα κλίματα). Μερικά είδη κάνουν φωλιές όπου κλωσούν, θάβουν (χελώνες) ή φυλάσσουν (κροκόδειλοι) τα

11 αυγά τους. Η συμπεριφορά τους στα νεογνά ποικίλλει. Μερικά είδη προστατεύουν τα νεαρά (πύθωνες, κροκόδειλοι) ενώ άλλα εγκαταλείπουν τα αυγά μετά τον τοκετό. Τα αυγά των ωοτόκων, όταν γεννούν σε αιχμαλωσία, πρέπει να απομακρύνονται για επώαση, η οποία επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση τους μέσα σε πλαστική σακούλα που περιέχει κατάλληλη ποσότητα υδρόφιλου υποστρώματος. 2. Συγκράτηση Η συγκράτηση του ερπετού έχει σαν στόχο την κλινική εξέταση, την λήψη παθολογικών υλικών, τη διαπίστωση φύλου, τη διατροφή διά της βίας κ.α. Στα ερπετά δεν πρέπει να συμπεριφερόμαστε όπως στα θηλαστικά ενώ καλό είναι να αποφεύγονται οι συχνοί χειρισμοί τους. Η μεταφορά τους πρέπει να γίνεται μέσα σε σκοτεινό και ασφαλές κλουβί ή σάκο. Ακόμη είναι απαραίτητη η λήψη ιδιαίτερων προληπτικών μέτρων τόσο για την προστασία του ζώου όσο και του εξεταστή, ιδιαίτερα μάλιστα όταν χειριζόμαστε ιοβόλα φίδια ή σαύρες. Η παρουσία 2-3 ατόμων κατά τη διάρκεια των χειρισμών είναι αρκετή καθώς επίσης και η παρουσία αντιοφικού ορρού (ιοβόλα φίδια). Επιπλέον τα ερπετά είναι φορείς διαφόρων ζωονόσων (Salmonella spp χελώνες/σαύρες, πεντάστομα/φίδια) και για αυτό η λήψη μέτρων προσωπικής υγιεινής είναι απαραίτητη. Οι χελώνες συγκρατώνται με τα δύο χέρια από το κέλυφος λίγο πίσω από το κεφάλι ή μπροστά από τα πίσω πόδια (εικ.7). Υπάρχουν είδη που είναι ιδιαίτερα επιθετικά και δαγκώνουν (υδρόβιες). Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η είσοδος των άκρων και της κεφαλής μέσα στο κέλυφος. Η σύλληψη της κεφαλής μπορεί να γίνει με μια τολιπολαβίδα και έλξη προς τα έξω. Στη συνέχεια η κεφαλή συγκρατείται με τον αντίχειρα και δάχτυλα, πίσω από το ινιακό οστούν Για τη σύλληψη των άκρων αρκεί να περιμένει κανείς να εξέλθουν μόνα τους από το κέλυφος. Διαφορετικά πιέζοντας τα οπίσθια άκρα προς την είσοδο του κελύφους πετυχαίνουμε την έξοδο των πρόσθιων άκρων και της κεφαλής. Είδη με μαλακό κέλυφος καλό είναι να χειρίζονται με γάντια.

12 Εικόνα 7. Συγκράτηση χελώνας Caretta caretta. Οι σαύρες είναι δυνατόν να δαγκώσουν, να τραυματίσουν με τα νύχια τους και να «μαστιγώσουν» με την ουρά τους. Η συγκράτηση γίνεται με τη λαβή του αυχένα από πάνω ή κάτω και των δύο πρόσθιων άκρων με το ένα χέρι έτσι ώστε να ελέγχεται η κίνηση της κεφαλής και των άκρων (εικ. 8), ενώ το άλλο ή το ίδιο χέρι υποστηρίζει το σώμα κοντά στη λεκάνη και σταθεροποιεί ταυτόχρονα τα πίσω άκρα. Οι σαύρες δεν πρέπει ποτέ να συλλαμβάνονται από την ουρά γιατί υπάρχει κίνδυνος αυτοτόμησης. Εικόνα 8. Συγκράτηση σαύρας. Στα φίδια, όπως και στις χελώνες η επιθετικότητα σχετίζεται με το είδος (εικ.9). Η συγκράτηση των ιοβόλων φιδιών διαφέρει από αυτή των σφικτήρων. Τα μη ιοβόλα φίδια μπορούν να συγκρατηθούν εύκολα με τον αντίχειρα και το μέσο δάκτυλο τοποθετημένο πίσω από το κεφάλι και το δείκτη στην κορυφή του κρανίου.

13 Το σώμα του φιδιού υποστηρίζεται από το άλλο χέρι, γύρω από το οποίο συνήθως και τυλίγεται (εικόνα 10). Τα δηλητηριώδη φίδια ακινητοποιούνται με ειδική ράβδο που φέρει στη βάση της ένα είδος άγκιστρου που καθηλώνει και ακινητοποιεί το κεφάλι. Στη συνέχεια συγκρατείται με τον τρόπο που περιγράφεται παραπάνω. Ειδικά διαμορφωμένοι σωλήνες είναι ιδιαιτέρα χρήσιμοι για την τοποθέτηση των φιδιών, έτσι ώστε το κεφάλι να βρίσκεται μέσα στο σωλήνα και να προεξέχει το υπόλοιπο σώμα. Οι μεγάλοι πύθωνες μερικές φορές μπορεί να είναι πιο επικίνδυνοι και από τα δηλητηριώδη φίδια. Η προσέγγιση σε αυτά γίνεται με προσοχή και η συγκράτηση απαιτεί μεγάλο αριθμό ατόμων. Εικόνα 9. Συγκράτηση φιδιού. Για την πιο λεπτομερή κλινική εξέταση και λήψη υλικών πολλές φορές κρίνεται απαραίτητα η χορήγηση γενικής αναισθησίας. 3. Βασικές αρχές κλινικής εξέτασης Οι βασικές αρχές της κλινικής εξέτασης και η χρήση των διαγνωστικών τεχνικών είναι οι ίδιες για όλα τα ερπετά. Πριν από τη κλινική εξέταση είναι απαραίτητη η λήψη λεπτομερούς ιστορικού, όπου διερευνάται το περιβάλλον διαβίωσης του ερπετού (θερμοκρασία, υγρασία, φωτοπεριοδικότητα), το είδος της τροφής και η συχνότητα των χειρισμών από τον ιδιοκτήτη. Η εξέταση ξεκινάει από το κεφάλι και καταλήγει στην ουρά.

14 Σαύρες. Εκτίμηση της διάθεσης (δραστηριότητα, κατάπτωση). Εκτίμηση του βάρους και μέτρηση του μήκους. Εκτίμηση του φύλου. Εξέταση των μυκτήρων για την παρουσία εκκρίματος (βλεννώδες, πυώδες). Έλεγχος της στοματικής κοιλότητας (έκκριμα, αποχρωματισμός, οίδημα) και των γνάθων (κινητικότητα, δυσμορφία, μαλάκυνση). Ψηλάφηση κολεμικής (κοιλιακής ) κοιλότητας. Εξέταση των άκρων για την παρουσία δυσμορφιών και καταγμάτων καθώς και της κίνησης (τέτανος). Εξέταση δέρματος (ελαστικότητα, αιμορραγίες, φλύκταινες, ουλές, παράσιτα). Εξέταση κλοάκης (οίδημα, ερύθημα, έκκριμα, διογκώσεις). Φίδια Εκτίμηση της διάθεσης (δραστηριότητα, κατάπτωση). Εκτίμηση του βάρους και μέτρηση του μήκους. Εκτίμηση του φύλου. Εξέταση των μυκτήρων για την παρουσία εκκρίματος (βλεννώδες, πυώδες). Εξέταση των οφθαλμών, της επικερατοειδικής μεμβράνης (ανωμαλίες, θολερότητες, παράσιτα). Έλεγχος της στοματικής κοιλότητας (έκκριμα, αποχρωματισμός, οίδημα, πετέχιες, νεκρωτικό υλικό). Εξέταση του σκελετού (ύπαρξη οστέινων προεξοχών). Εξέταση δέρματος (ελαστικότητα, απώλεια φολίδων, αιμορραγίες, φλύκταινες). Ψηλάφηση κολεμικής (κοιλιακής) κοιλότητας. Εξέταση κλοάκης (οίδημα, ερύθημα, έκκριμα, διογκώσεις). Χελώνες. Εκτίμηση του βάρους και μέτρηση του μήκους του κελύφους. Εκτίμηση του φύλου. Εκτίμηση της διάθεσης (δραστηριότητα/κατάπτωση). Εξέταση των μυκτήρων για την παρουσία εκκρίματος (βλεννώδους, πυώδους).

15 Εξέταση των βλεφάρων (ανοιχτά και όχι αποχρωματισμένα και οιδηματικά). Εξέταση των οφθαλμών (καθαροί και φωτεινοί). Εξέταση των τυμπανικών μεμβρανών (επιφάνεια επίπεδη ή ελαφρώς κυρτή). Εξέταση του ράμφους για την παρουσία δυσμορφιών και του στόματος για την παρουσία εκκρίματος, αποχρωματισμού, ξένων σωμάτων, νεκρωτικού υλικού. Εξέταση του λαιμού και των άκρων για τη παρουσία οιδημάτων και διογκώσεων (αποστήματα, κοκκιώματα, στεατίτιδα, νεοπλάσματα). Εξέταση των άκρων για την παρουσία δυσμορφιών και καταγμάτων. Εξέταση του δέρματος (χρώμα και κατάσταση). Εξέταση του κελύφους (δυσμορφίες, μαλάκυνση, αιμορραγίες). Εξέταση της κλοάκης (έκκριμα, πρόπτωση, οίδημα,). Εξέταση του αναπνευστικού συστήματος. Η εξέταση του αναπνευστικού συστήματος είναι κατά κανόνα η ίδια με αυτή των θηλαστικών. Η ακρόαση γίνεται με στηθοσκόπιο. Τυλίγουμε όμως το ερπετό με πετσέτα για αποφυγή παρασιτικών θορύβων από την τριβή με την επιφάνεια των φολίδων ή του κελύφους. Λήψη θερμοκρασίας και μέτρηση καρδιακής συχνότητας Η λήψη της θερμοκρασίας και η μέτρηση της καρδιακής συχνότητας είναι απαραίτητες για την εκτίμηση της γενικής κατάστασης του ερπετού, καθώς επίσης και πριν από την χορήγηση φαρμάκων και γενικής αναισθησίας. Η θερμοκρασία λαμβάνεται με κοινό ή ηλεκτρονικό θερμόμετρο που εισέρχεται στην κλοάκη και κυμαίνεται φυσιολογικά από 34 ο -36 ο C. Η φυσιολογική καρδιακή συχνότητα δεν είναι η ίδια σε όλα τα είδη. Υπολογίζεται με την εξίσωση ΚΡ= 34 x (Βάρος Kg) -0.25.. Η καρδιακή συχνότητα μετριέται με Doppler. 4. Αιμοληψία- Λήψη παθολογικών υλικών. Η λήψη αίματος και διαφόρων παθολογικών υλικών είναι απαραίτητη για τον έλεγχο της κατάστασης της υγείας του ερπετού καθώς επίσης και για τη διάγνωση διαφόρων νοσημάτων. Τα δείγματα τα οποία συλλέγονται είναι:

16 α. Αίμα, για αιματολογικές βιοχημικές και ορολογικές εξετάσεις Η συνολική ποσότητα του αίματος που συλλέγεται είναι ανάλογη με το μέγεθος και την κατάσταση της υγείας του ερπετού. Ο όγκος του αίματος σε ένα υγιές ερπετό είναι το 5%-8% του συνολικού βάρους του σώματός του και η ποσότητα του αίματος που μπορεί να ληφθεί είναι 10% του όγκου του αίματος. Η διατήρηση του αίματος γίνεται σε σωληνάκια λιθίου ή ηπαρίνης και είναι προτιμότερο το πλάσμα από τον ορό. Η εκτίμηση των «φυσιολογικών» και «παθολογικών» αιματολογικών και βιοχημικών παραμέτρων, δεν είναι πάντα εύκολη. Παρατηρούνται φυσιολογικές διακυμάνσεις τιμών μεταξύ των διαφόρων ειδών ενώ παρατηρούνται και εποχιακές φυσιολογικές διακυμάνσεις. Τα σημεία αιμοληψίας στις σαύρες είναι, o κοιλιακός φλεβώδης κόλπος/ventral venous sinus (στην κοιλιακή μέση γραμμή της ουράς μεταξύ των κοκκυγικών σπονδύλων εικ.10), η κοιλιακή κοίλη φλέβα/ventral vena cava (στη μέση γραμμή του κοιλιακού τοιχώματος) και η καρδιά (παρακέντηση της καρδιάς). Εικόνα 10. Λήψη αίματος από κοιλιακό φλεβώδη κόλπο σε ιγκουάνα (Exotic DVM, 5.4). Στα φίδια, αντίστοιχα σημεία είναι ο κοιλιακός φλεβώδης κόλπος/ventral venous sinus (στην κοιλιακή μέση γραμμή της ουράς), οι υπερώιες και υπογλώσσιες φλέβες (κάτω από γενική αναισθησία), η καρδιά (παρακέντηση της καρδιάς), η σφαγίτιδα (όπου απαιτείται εμπειρία), ενώ στις χελώνες είναι η καρδιά (μετά από διάνοιξη οπής στο κέλυφος), η σφαγίτιδα (όπου απαιτείται εμπειρία), η βραχιόνιος, η μηραία (στην έσω επιφάνεια του μηρού), η άνω κοκκυγική φλέβα/vena coccygea superior (στην ραχιαία επιφάνεια της μέσης γραμμής της ουράς, εικ.11), η πλάγια

17 κοκκυγική φλέβα (στις μεγαλόσωμες χελώνες), οφθαλμικός κόγχος, υποχέλιος κόλπος και τα νύχια (ανάμειξη με λέμφο). Εικόνα 11. Λήψη αίματος από την άνω κοκκυγική φλέβα σε χελώνα Caretta caretta. β. Υλικά βιοψίας για κυτταρολογική, ιστοπαθολογική εξέταση, ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, τοξικολογική εξέταση, προσδιορισμό ιχνοστοιχείων και βιταμινών. Η βιοψία του καλυπτήριου συστήματος είναι συχνή, όπου στις χελώνες λαμβάνεται τμήμα κελύφους, οστού ή δέρματος, στα φίδια φολίδες ή δέρμα και στις σαύρες δέρμα. Η βιοψία γαστρεντερικού συστήματος και λήψη δειγμάτων γίνεται μετά από γαστροσκόπηση. γ. Υλικό εκπλύσεων και εξίδρωμα για μικροβιολογική και κυτταρολογική εξέταση. Αναζήτηση ιών, αερόβιων/αναερόβιων βακτηριδίων και ειδικών βακτηριδίων (Mycoplasma spp, Chlamydia spp). δ. Κόπρανα για παρασιτολογική εξέταση. Η λήψη κοπράνων γίνεται με ελεύθερη συλλογή ή με έκπλυμα της κλοάκης. ε. Ούρα και εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Η λήψη ούρων από φίδια και κροκόδειλους δεν είναι δυνατή (απουσία ουροδόχου κύστης, ανάμιξη ούρων και κοπράνων στην κλοάκη) ενώ στις χελώνες είναι εύκολη (αυτόματη ούρηση κατά τη διάρκεια των χειρισμών). Εγκεφαλονωτιαίο υγρό συλλέγεται δύσκολα στα φίδια και στις σαύρες ενώ σχετικά εύκολα στις χελώνες και στους κροκόδειλους (μέση γραμμή κεφαλής πίσω από το ινιακό οστούν).

18 5. Απεικονιστική εξέταση Η απεικονιστική εξέταση είναι απαραίτητη μέθοδος εργαστηριακής διερεύνησης λόγω της ιδιαιτερότητας των ζώων αυτών και περιλαμβάνει την λήψη ακτινογραφιών, την υπερηχοτομογραφία, την αξονική και μαγνητική τομογραφία και την ενδοσκόπηση. 6. Θεραπευτικοί χειρισμοί Πριν από την ανάληψη οποιουδήποτε θεραπευτικού χειρισμού είναι απαραίτητος ο έλεγχος της θερμοκρασίας, η μέτρηση της καρδιακής συχνότητας και η εκτίμηση του μεγέθους του ζώου (βάρος, μήκος). Η θερμοκρασία του ζώου πρέπει να είναι η ΙΘΣ για την εφαρμογή οποιασδήποτε θεραπευτικής αγωγής, γιατί έτσι επιτυγχάνεται καλύτερη βιοδιαθεσιμότητα των φαρμάκων. Σε περίπτωση υποθερμίας είναι απαραίτητη η θέρμανση του ζώου. Η απόκτηση της ΙΘΣ πολλές φορές χρειάζεται αρκετές ημέρες για να επιτευχθεί. Η καρδιακή συχνότητα συνήθως επανέρχεται στο φυσιολογικό μετά την επίτευξη της ΙΘΣ. Αναφορικά με το βάρος, τα μικρότερα ζώα τείνουν να έχουν ταχύτερο μεταβολισμό και καλύτερη βιοδιαθεσιμότητα. Για τον λόγο αυτό η δόση/kg ΣΒ των φαρμάκων πρέπει να είναι υψηλότερη από εκείνη που χορηγείται σε μεγαλύτερα ζώα. Οι δόσεις αυτές είναι ανάλογες και με τις ενεργειακές ανάγκες του κάθε είδους, πράγμα που είναι σχετικά πολύπλοκο να υπολογιστεί κάθε φορά. Έτσι χρησιμοποιούνται οι «εμπειρικές» κατά προσέγγιση δόσεις. α. Χορήγηση υγρών. Η αφυδάτωση στα ερπετά είναι συνήθως αποτέλεσμα παρατεταμένης ανορεξίας ή αδυναμίας πρόσληψης νερού. Σε περιπτώσεις ήπιας αφυδάτωσης τα λουτρά σε χλιαρό νερό κατάλληλης θερμοκρασίας (27 ο -33 ο C) μπορεί να αποβούν ευεργετικά. Σε περιπτώσεις μεγαλύτερης αφυδάτωσης γίνεται παρεντερική χορήγηση υγρών αφού θερμανθούν (2%-5% του συνολικού βάρους ημερησίως). Υποδόρια χορήγηση υγρών γίνεται στις σαύρες, ενώ στα φίδια και τις χελώνες είναι σπάνια εφικτό (όχι υπέρτονα διαλύματα). Ενδοκολεμική χορήγηση, ανάλογη με την ενδοπεριτοναϊκή των θηλαστικών εφαρμόζεται συχνά. Στα φίδια πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους αεροφόρους σάκους (χορήγηση υγρών στο αριστερό και ουραίο τεταρτημόριο του σώματος). Στις χελώνες γίνεται και επικολεμική χορήγηση υγρών (κάτω από των ώμο και πάνω από το πλάστρο) καθώς επίσης και ενδοοστική στο βραχιόνιο ή το μηριαίο οστούν και στο κέλυφος. Ενδοφλέβια χορήγηση, όταν είναι εφικτή, γίνεται στα αντίστοιχα σημεία αιμοληψίας

19 (εικ. 12). Η πιο διαδεδομένη και εναλλακτική μέθοδος χορήγησης υγρών είναι από το στόμα με οισοφαγικό καθετήρα ή από το απευθυσμένο (όγκος χορηγούμενου υγρού 2% του βάρους του σώματος ή 20 ml/kg ΣΒ). Εικόνα 12. Ενδοφλέβια χορήγηση υγρών από την κεφαλική φλέβα σε ιγκουάνα [Mader D., Suppl Comped Contin Educ Pract Vet, Vol 20, 3(A), 1998.] β. Χορήγηση φαρμάκων. Η χορήγηση φαρμάκων από το στόμα (εικ.13) και μέσα στην τροφή είναι περιορισμένη στα ερπετά (παρατεταμένη ανορεξία), ενώ η από το στόμα και διά της βίας χορήγηση φαρμάκων με οισοφαγικό καθετήρα εφαρμόζεται συχνά. Πολλές φορές η μέθοδος αυτή γίνεται και κάτω από γενική αναισθησία. Η παρεντερική χορήγηση εφαρμόζεται συχνά, αρκεί τα σημεία έγχυσης να περιορίζονται στα πρόσθια τμήματα του σώματος του ζώου (προστασία νεφρών και καλή βιοδιαθεσιμότητα φαρμακευτικής ουσίας). Η ενδομυική ή υποδόρια έγχυση αποτελεί τη μέθοδο εκλογής. Σε μικρά ζώα πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον όγκο του φαρμάκου. Η ενδομυική χορήγηση καλό είναι να αποφεύγεται όταν χρησιμοποιούνται ερεθιστικά φάρμακα ενώ είναι σχετικά εύκολη με κατάλληλη συγκράτηση. Στα φίδια σημείο εκλογής είναι οι επιμήκεις ραχιαίοι μύες, κατά μήκος της άνω επιφάνειας της σπονδυλικής στήλης, ενώ στις χελώνες αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Η ενδοφλέβια έγχυση γίνεται στα αντίστοιχα σημεία αιμοληψίας.