ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΜΩΝ Α, Α1 & ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2013-2014 ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Σχετικά έγγραφα
Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

Εισαγωγή στο Δίκαιο και Συνταγματικό Δίκαιο

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

ΕΙΔΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ "ΠΡΟΣΒΑΣΗ"

Συνταγματικό Δίκαιο Ασκήσεις

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 9 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων

ΟΙ ΑΡΜΟ ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Κεφάλαιο 2. Το σύστημα των πηγών του δικαίου

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Άρθρο 1. Μορφή του πολιτεύματος * Άρθρο 2. Πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

9. Έννοια του κράτους Στοιχεία του κράτους Μορφές κρατών Αρχές του σύγχρονου κράτους... 17

Εισαγωγή στο Δίκαιο και Συνταγματικό Δίκαιο

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 11 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

ΝΟΜΙΚΕΣ ΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΗΘΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Νομική βάση Περιγραφή Διαδικαστικά στοιχεία 1

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΩΣ ΣΥΝΕΠΕΙΑ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΙΚΑΙΟΥ

Διακρίσεις ελέγχου της συνταγματικότητα των νόμων

Κατάλογος των νομικών βάσεων που προβλέπουν τη συνήθη νομοθετική διαδικασία στη Συνθήκη της Λισαβόνας 1

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

1 η Γραπτή Εργασία. Διοίκηση Επιχειρήσεων και Οργανισμών ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΧΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 4: Πηγές του Δικαίου

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

Συμμετοχικές Διαδικασίες και Τοπική διακυβέρνηση

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΒΟΥΛΗΣ Αριθμ. Πρωτ.:. S L Q J... Ημερομ. \ z q a 5 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Συνθήκη της Λισαβόνας

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΛΕΞΗ 1 ΣΟΦΙΑ ΜΑΡΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΥΛΗ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών Δημοσίου Δικαίου Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

θέμα: Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ Α. Εισαγωγή -λόγοι δημιουργίας ΑΔΑ -οι ΑΔΑ πριν τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001

Ενότητα 3 η : Τι είναι το Σύνταγμα Έννοια, διακρίσεις και λειτουργίες

Δικαίωμα στην εκπαίδευση. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. 4. Ποια από τις ακόλουθες πράξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν απαιτείται να φέρει και την υπογραφή του αρμόδιου Υπουργού :

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Περιγραφή του ισχύοντος συστήµατος οριοθέτησης αρµοδιοτήτων µεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών µελών

Οι πηγές του Δικαίου υπό το ισχύον Σύνταγμα. 1. Έννοια «πηγές του Δικαίου» και η ιεράρχησή τους

ΔΕΟ 24 Δημόσια διοίκηση και πολιτική. Τόμος 2 ος : Η διάρθρωση του Ελληνικού κράτους. Η Ελληνική Δημόσια Διοίκηση

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΠΙΝΑΚΑΣ ΜΕ ΨΗΦΟΥΣ ΑΝΑ ΔΙΑΤΑΞΗ ΣΤΗ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ 14 Ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΔΙΑΤΑΞΗ ΝΑΙ ΟΧΙ ΠΑΡΩΝ ΣΥΝΟΛΟ. (κατάργηση παραγράφου)

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Δημόσια νομικά πρόσωπα

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΟΝΑΣ Του Μιχάλη Φεφέ, Μέλους ΣΕΠ ΔΕΟ 10 του ΕΑΠ

Περιεχόμενα. Χουρδάκης Ευστράτιος Σελίδα 1

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4010, 8/7/2005.Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΣΠΙΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2005

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο έκθεσης Alexandra Thein (PE v01-00)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 1: Κράτος Δικαίου 1

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ. Άρθρο 78 Σωµατείο

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΙΣΑΒΟΝΑΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ»

Οι συνθήκες του Μάαστριχτ και του Άμστερνταμ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΘΕΜΕΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2010/2292(REG)

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (Αριθ. 7)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο

ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΜΙΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Transcript:

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΟΜΩΝ Α, Α1 & ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ 2013-2014 Απαντήσεις Και Ανάλυση Βασικών Εννοιών- Σημαντικών Θεμάτων- Επιλογή Από Εργασίες Και Θέματα Εξετάσεων ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ Σελίδα 1 από 17

1. Ποια είναι η έννοια και ποιες οι πηγές και τα γνωρίσματα του δικαίου; Το δημόσιο δίκαιο το διακρίνουμε από το ιδιωτικό με την έννοια ότι συνδέεται με κανόνες που ρυθμίζουν τη σχέση κράτους πολίτη, κανόνες που αφορούν τη σχέση της δημόσιας διοίκησης με τους διοικούμενους, καθώς και την οργάνωση και λειτουργία της δημόσιας διοίκησης. Αντίθετα οι κανόνες του ιδιωτικού δικαίου δεσμεύουν τους ιδιώτες μεταξύ τους, στις μεταξύ τους σχέσεις. Οι κανόνες του δημοσίου σε αντίθεση με τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου έχουν δεσμευτικό, αναγκαστικό χαρακτήρα και όχι ενδοτικό, δεν μπορούν δηλαδή να γίνουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο της συμβατικής ελευθερίας, όπως συμβαίνει στις ιδιωτικές σχέσεις και γι αυτό πρόκειται για κανόνες επιτακτικούς, δημόσιας τάξης. Το δημόσιο δίκαιο απαρτίζεται από διάφορους κλάδους δικαίου, όπως το συνταγματικό δίκαιο, το διοικητικό δίκαιο, το φορολογικό δίκαιο, το δημοσιονομικό δίκαιο, το δημοσιοϋπαλληλικό δίκαιο, το δίκαιο περιβάλλοντος, το δίκαιο παιδείας και χωροταξίας. Ωστόσο η παραπάνω διάκριση δεν είναι απόλυτα στεγανή. Στις μέρες μας εκδηλώνονται δύο φαινομενικά αντίρροπες τάσης: της ιδιωτικοποίησης του κράτους και του δημόσιου δικαίου και της δημοσιοποίησης του ιδιωτικού δικαίου. Με τον όρο πηγές του δημοσίου δικαίου αναφερόμαστε στις δικαιϊκές εκείνες πράξεις οι οποίες αφορούν την οργάνωση της δημόσιας διοίκησης, καθώς και τις σχέσεις της με τον πολίτη. Οι πηγές αυτές εκκινώντας από το τυπικό Σύνταγμα, στο σύνολό τους, συντάσσουν μια πυραμίδα δικαίου στην οποία η κάθε μια διαθέτει την δική της ιεραρχημένη θέση. Η ιεραρχία αυτή είναι απαραίτητη, τόσο για να αποφεύγουμε τις συγκρούσεις μεταξύ των κανόνων δικαίου, όσο και για να διαπιστώνουμε την νομιμότητά τους, αφού κάθε πηγή του δικαίου οφείλει να τελεί σε αρμονία με τις ιεραρχικά ανώτερές της. Σελίδα 2 από 17

2. Σε τι συνίσταται η πυραμίδα του δικαίου, η οποία αποτελείται από τις πηγές του και ποια είναι η ιεραρχική τους θέση; Με τον όρο πηγές του δημοσίου δικαίου αναφερόμαστε στις δικαιϊκές εκείνες πράξεις οι οποίες αφορούν την οργάνωση της δημόσιας διοίκησης, καθώς και τις σχέσεις της με τον πολίτη. Οι πηγές αυτές εκκινώντας από το τυπικό Σύνταγμα, στο σύνολό τους, συντάσσουν μια πυραμίδα δικαίου στην οποία η κάθε μια διαθέτει την δική της ιεραρχημένη θέση. Η ιεραρχία αυτή είναι απαραίτητη, τόσο για να αποφεύγουμε τις συγκρούσεις μεταξύ των κανόνων δικαίου, όσο και για να διαπιστώνουμε την νομιμότητά τους, αφού κάθε πηγή του δικαίου οφείλει να τελεί σε αρμονία με τις ιεραρχικά ανώτερές της. Στην υψηλότερη θέση βρίσκεται το τυπικό Σύνταγμα, το οποίο όταν έχει αυστηρό χαρακτήρα, όπως το ελληνικό υπερέχει από κάθε άλλη πηγή δικαίου. Σχηματικά την πυραμίδα αποτελούν: Το Σύνταγμα Το Διεθνές δίκαιο και το δίκαιο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Ο τυπικός νόμος και ο κανονισμός της Βουλής Ο ουσιαστικός νόμος οι κανονιστικές πράξεις της διοίκησης Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου Τα εκτελεστικά προεδρικά διατάγματα Οι ατομικές πράξης της δημόσιας διοίκησης Η νομολογία παρά την μεγάλη της σημασία για την ερμηνεία και την εφαρμογή του Συνταγματικού δικαίου δεν αποτελεί πηγή του δικαίου. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η ειδική αρμοδιότητα του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 100 1, εδ. ε Σ, το οποίο έχει την δυνατότητα όταν διαπιστώνει αντίθεση στις αποφάσεις δύο εκ των ανώτατων δικαστηρίων της χώρας (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ελεγκτικό Συνέδριο και Άρειος Πάγος) πάνω στην συνταγματικότητα διάταξης τυπικού νόμου, να την κηρύσσει, εφόσον επιβεβαιώσει την αντισυνταγματικότητά της ως ανίσχυρη. Σελίδα 3 από 17

3. Τι είναι το Σύνταγμα; Η βασικότερη πηγή του δημοσίου δικαίου είναι το ίδιο το Σύνταγμα, το κείμενο δηλαδή εκείνο με το οποίο ρυθμίζεται αφενός η οργάνωση του κράτους, την άσκηση δηλαδή της κρατικής εξουσίας και των αρμοδιοτήτων των οργάνων του κράτους αλλά και γενικότερα η κοινωνική συμβίωση των πολιτών μέσα από τις θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες απορρέουν από την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους. Η αυξημένη τυπική ισχύς του, πηγάζει από την δυσκολία μεταβολής του, η οποία διαφοροποιείται από εκείνην με την οποία μεταβάλλονται οι κοινοί νόμοι, και του εξασφαλίζει την ανώτερη θέση στην πυραμίδα των πηγών του δικαίου. Τμήμα του συνταγματικού κειμένου αποτελούν και οι ισοδύναμες προς αυτό, ερμηνευτικές δηλώσεις, οι οποίες τίθενται είτε από τον συντακτικό είτε από τον αναθεωρητικό νομοθέτη και ερμηνεύουν αυθεντικά το Σύνταγμα. Τον όρο Σύνταγμα εισήγαγε στην ελληνική γλώσσα και στην ελληνική νομική ορολογία ο λόγιος Αδαμάντιος Κοραής, αποδίδοντας τον λατινικής προέλευσης όρο Constitution. Η λέξη αυτή εντοπίζεται επίσης σε ρωμαϊκά αλλά και αρχαία ελληνικά κείμενα του Αριστοτέλη και του Ισοκράτη. Η λέξη Σύνταγμα αποδίδει με απλότητα της δυο στιγμές ενός πολιτεύματος. Της σύνταξης του μέσα από ένα συνταγματικό κείμενο και στη συνέχεια βάση αυτού της συντεταγμένης λειτουργίας του. Το Σύνταγμα αποτελεί τον θεμελιώδη νόμο ενός κράτους. Πρόκειται για έναν νόμο ιδιότυπο, με πανηγυρικό και ελλειπτικό χαρακτήρα αλλά δεσμευτικό και υποχρεωτικό ως προς το περιεχόμενό του. Μέσω του Συντάγματος ρυθμίζεται αφενός η οργάνωση του κράτους, η άσκηση δηλαδή της κρατικής εξουσίας και των αρμοδιοτήτων των οργάνων του κράτους αλλά και γενικότερα η κοινωνική συμβίωση των πολιτών, μέσα από τις θεμελιώδεις αρχές οι οποίες απορρέουν από την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους. Τα Συντάγματα αναπτύσσουν μια σειρά από λειτουργίες με από τις οποίες καθίσταται ευχερέστερη η κρατικά οργανωμένη κοινωνική συμβίωση. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι: α) Η οργανωτική, β) η εγγυητική, γ) η νομιμοποιητική και δ) η συμβολική ή ενοποιητική λειτουργία του. Σελίδα 4 από 17

4. Αναλύστε τις σημαντικότερες λειτουργίες με τις οποίες καθίσταται ευχερέστερη η κρατικά οργανωμένη κοινωνική συμβίωση Οι σημαντικότερες από αυτές είναι: α) Η οργανωτική, β) η εγγυητική, γ) η νομιμοποιητική και δ) η συμβολική ή ενοποιητική λειτουργία του. Ειδικότερα, η οργανωτική λειτουργία του Συντάγματος επιτελείται διότι το Σύνταγμα καταρχήν οργανώνει και επιμερίζει την κρατική εξουσία, προβλέπει δηλαδή τα όργανα που εκφράζουν τη βούλησή της (π.χ. Βουλή, Υπουργικό Συμβούλιο), τις διαδικασίες συγκρότησης και λειτουργίας τους (πχ. διαδικασία εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας) καθώς και τις μεταξύ τους σχέσεις. Με τον τρόπο αυτό θεσμοποιεί και εξορθολογίζει την εξουσία, σταθεροποιώντας την άσκησή της. Η εγγυητική λειτουργία του Συντάγματος είναι εξίσου σημαντική με την οργανωτική και αναφέρεται στην κατοχύρωση των συνταγματικών δικαιωμάτων, τα οποία εγγυώνται την προστασία του πολίτη έναντι της κρατικής εξουσίας αλλά και έναντι των ιδιωτών. Η νομιμοποιητική λειτουργία του Συντάγματος συμπληρώνει τις δύο προηγούμενες λειτουργίες διευκολύνοντας την αποδοχή από τους εξουσιαζόμενους της συνταγματικά οργανωμένης και περιορισμένης εξουσίας των συνταγματικών οργάνων. Έτσι για παράδειγμα, ακόμη και όσοι διαφωνούν με το περιεχόμενο ενός νόμου ο οποίος ψηφίζεται από την Βουλή αισθάνονται υποχρεωμένοι να συμμορφωθούν με τις επιταγές του, επειδή ακριβώς ο νόμος αυτός ψηφίστηκε από την Βουλή με την συνταγματικά προβλεπόμενη διαδικασία. Επιπλέον παρέχονται από το Σύνταγμα δυνατότητες ειρηνικής επίλυσης των ενδεχόμενων αντιδράσεων στον νόμο αυτό μέσω για παράδειγμα του ελέγχου της συνταγματικότητάς του στα δικαστήρια. Η νομιμοποιητική λειτουργία του Συντάγματος στην ουσία εξασφαλίζει την νομιμοποίηση του τρόπου με τον οποίο η εξουσία ασκεί τα καθήκοντά της και την ειρηνική επίλυση των διαφορών που αναπτύσσονται ανάμεσα σε αυτή και τους πολίτες. Η συμβολική ή ενοποιητική λειτουργία του Συντάγματος, παραπέμπει στο γεγονός ότι το γραπτό και τυπικό Σύνταγμα, μεταξύ άλλων αποτελεί ένα από τα σύμβολα της έννομης τάξης (όπως για παράδειγμα η σημαία, ή ο Σελίδα 5 από 17

εθνικός ύμνος) και της ενότητάς της. Δεν είναι τυχαίο ότι στις μέρες μας δεν υπάρχει κράτος που να μην διαθέτει Σύνταγμα, ακόμη κι αν το πολίτευμα του δεν είναι δημοκρατικό, ενώ πάντως ένα κράτος για να ανακηρύξει διεθνώς την ανεξαρτησία του υιοθετεί οπωσδήποτε ένα συνταγματικής περιωπής κείμενο. Περαιτέρω, το Σύνταγμα επιτελεί μια ενοποιητική λειτουργία στο βαθμό που συμπυκνώνει όλες τις θεμελιακές αξίες που γίνονται κοινά αποδεκτές από το σύνολο μιας κοινωνίας, αποτυπώνοντας την πολιτική της ενότητα. 5. Ποιες είναι οι βασικότερες διακρίσεις του Συντάγματος; Οι διακρίσεις του Συντάγματος Γραπτό και άγραφο Με κριτήριο τη μορφή του διακρίνουμε το Σύνταγμα σε γραπτό και άγραφο. Γραπτό ονομάζουμε το Σύνταγμα το οποίο κατοχυρώνεται ως σύστημα θεμελιωδών κανόνων δικαίου στο πλαίσιο ενός ενιαίου κωδικοποιημένου κειμένου. Τα γραπτά Συντάγματα αποτελούν αποτέλεσμα της ανόδου της αστικής τάξης και αποτέλεσαν αρχικά τη διαρρύθμιση των δικαιωμάτων της απέναντι στον μονάρχη. Στη σημερινή εποχή δεν νοείται κράτος χωρίς γραπτό Σύνταγμα. Βασικό χαρακτηριστικό των γραπτών Συνταγμάτων είναι ο τυπικός και αυστηρός τους χαρακτήρας ο οποίος συνεπάγεται την υπεροχή τους έναντι των κοινών νόμων. Αντίστοιχα, το γραπτό Σύνταγμα διακρίνεται από το άγραφο ως προς το ότι δεν βρίσκεται ρητά κατοχυρωμένο και κωδικοποιημένο σε ένα ενιαίο κείμενο αλλά προκύπτει μέσα από αρχές, οι οποίες έχουν κατοχυρωθεί από το συνταγματικό έθιμο ή την συνταγματική πρακτική. Τα άγραφα Συντάγματα είναι συνήθως ευέλικτα και ευπροσάρμοστα στις κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές. Βασικά τους χαρακτηριστικά είναι ο ουσιαστικός και ήπιος χαρακτήρας τους, ο οποίος επιτρέπει την τροποποίησή τους ακόμη και με κοινό νόμο εκθέτοντάς τα συχνά στις ευκαιριακές επιδιώξεις των εκάστοτε κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών. Χαρακτηριστικό και μοναδικό παράδειγμα άγραφου Συντάγματος αποτελεί αυτό της Μεγάλης Βρετανίας. Σελίδα 6 από 17

Ήπιο και αυστηρό Με κριτήριο τον τρόπο αναθεώρησης τους, και ειδικότερα την ευκολία ή δυσκολία του τα Συντάγματα τα διακρίνουμε σε ήπια και αυστηρά. Έτσι, ήπιο ονομάζουμε το Σύνταγμα του οποίου οι κανόνες τροποποιούνται με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία παραγωγής νόμων. Ήπια ή ελαστικά Συντάγματα είναι κυρίως τα άγραφα ή εθιμικά και βασικό τους χαρακτηριστικό είναι ότι διαθέτουν τυπική ισχύ ισοδύναμη των κοινών νόμων. Τα Συντάγματα αυτά ως εκ τούτου, μπορούν να καταργηθούν ρητά ή και σιωπηρά από απλό νόμο. Ένα από τα βασικότερα προσόντα τους είναι η ελαστικότητα που διαθέτουν απέναντι στις κοινωνικοπολιτικές μεταβολές. Η ελαστικότητα αυτή ωστόσο, συχνά τα αφήνει έκθετα απέναντι στις διαθέσεις της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήπιου Συντάγματος είναι αυτού της Βαϊμάρης του οποίου οι διαρκείς τροποποιήσεις, είχαν ως αποτέλεσμα την σταδιακή κατάλυση της δημοκρατίας και την άνοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Αντίθετα αυστηρό ονομάζουμε το Σύνταγμα του οποίου η διαδικασία μεταβολής είναι διαφορετική από αυτήν με την οποία μεταβάλλονται οι κοινοί νόμοι και το οποίο μεταβάλλεται μόνον από ειδικό όργανο και με ειδική διαδικασία την οποία προβλέπει το ίδιο. Συνήθως σε κάποια από τις διατάξεις του, όπως στην διάταξη του άρθρου 110 του ελληνικού Συντάγματος, επιβάλλει κάποια συγκεκριμένα όρια προϋποθέσεις για την μεταβολή του. Τα όρια αυτά μπορεί να είναι: α) ουσιαστικά, όταν απαγορεύουν την μεταβολή συγκεκριμένων διατάξεων του, β) χρονικά, όταν απαγορεύουν την τροποποίησή του πριν από την παρέλευση κάποιου χρονικού διαστήματος, γ) διαδικαστικά, μέσα από την υιοθέτηση ειδικών διαδικασιών πχ. αυξημένων πλειοψηφιών και ειδικού οργάνου πχ. αναθεωρητική Βουλή για την αναθεώρησή τους. Τα δυο βασικά χαρακτηριστικά των αυστηρών Συνταγμάτων είναι ότι διαθέτουν τυπική ισχύ ανώτερη των κοινών νόμων και ότι συνεπάγονται των έλεγχο της συνταγματικότητας της κοινής νομοθεσίας. Αυστηρά είναι συνήθως τα τυπικά και γραπτά Συντάγματα. Σελίδα 7 από 17

6. Τι αφορά η Αναθεωρητική Λειτουργία; Αναλύστε. Διακρίνεται η πρωτογενής συντακτική εξουσία από τη δευτερογενή, που ονομάζεται και αναθεωρητική λειτουργία, η οποία είναι μία συντεταγμένη κρατική λειτουργία, δηλ. που προβλέπεται από το ισχύον Σύνταγμα, ασκείται σύμφωνα με τους όρους του και τις προδιαγράφει και αντικείμενό της είναι η τροποποίηση, κατάργηση, αντικατάσταση, προσθήκη, αυθεντική ερμηνεία συνταγματικών διατάξεων. Η αναθεωρητική λειτουργία, εξορισμού, έχει μερικό χαρακτήρα, διότι η ολική αναθεώρηση του Συντάγματος ισοδυναμεί με άσκηση πρωτογενούς συντακτικής εξουσίας. Η λειτουργία αυτή, ως μία διαδικασία προβλεπόμενη από το Σύνταγμα, ελέγχεται, όσον αφορά την τήρηση του τύπου και της ουσίας της από τα δικαστήρια. Το ελληνικό Σύνταγμα θέτει τα όρια της αναθεωρητικής λειτουργίας με δύο τρόπους: - ο πρώτο είναι ο αφηρημένος, κατά τον οποίο ορίζεται ότι δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση οι διατάξεις που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος. Αυτές, από τη θεωρία του Συνταγματικού Δικαίου, προσδιορίζονται, ενδεικτικά, ως εξής: η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, ο δημοκρατικός τρόπος ανάδειξης της Βουλής, οι νομοθετικές και ελεγκτικές αρμοδιότητές της, το αιρετό του αρχηγού του κράτους, ο αποκλεισμός του προεδρικού πολιτεύματος, οι διατάξεις που εξασφαλίζουν την πολιτική συμμετοχή, η ελευθερία ίδρυσης και λειτουργιάς πολιτικών κομμάτων, η διασφάλιση του κοινωνικού κράτους δικαίου. - ο δεύτερος είναι ο συγκεκριμένος, κατά τον οποίο απαριθμούνται συγκεκριμένες διατάξεις που δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση. Ο διατάξεις αυτές είναι εκείνες που θεσπίζουν: το σεβασμό και την προστασία της αξίας του ανθρώπου, την ισότητα των πολιτών, την εισδοχή μόνον Ελλήνων πολιτών στις δημόσιες υπηρεσίες, την απαγόρευση αναγνώρισης τίτλων ευγένειας ή διακρίσεων, την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, την ελεύθερη συμμετοχή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, το απαραβίαστο της προσωπικής ελευθερίας, και της θρησκευτικής συνείδησης, την αρχή της διάκρισης των λειτουργιών. Η διαδικασία της αναθεώρησης προβλέπεται από το ίδιο το Σύνταγμα και έχει ως εξής: αποκλειστικά αρμόδιο όργανο είναι η Βουλή, χωρίς τη σύμπραξη ούτε του Προέδρου της Δημοκρατίας, ούτε της Κυβέρνησης. Σελίδα 8 από 17

7. Ποιες είναι οι θεμελιώδεις αρχές του Συντάγματος; Ο θεμελιώδης χαρακτήρας μιας αρχής προκύπτει είτε επειδή το ίδιο το Σύνταγμα το ορίζει, προβλέποντας ότι η διάταξη που την καθιερώνει δεν υπόκειται σε αναθεώρηση, είτε επειδή το περιεχόμενό της συνδέεται ουσιαστικά με το θεσμικό πλαίσιο που το Σύνταγμα εγκαθιδρύει. Οι αρχές αυτές είναι οι εξής: α. Η δημοκρατική αρχή β. Η αντιπροσωπευτική αρχή γ. Η κοινοβουλευτική αρχή δ. Η αρχή της διάκρισης των λειτουργιών ε. Η αρχή του πολυκομματισμού στ. Η αρχή της «προεδρευομένης» Δημοκρατίας ζ. Η αρχή του κράτους δικαίου και του κοινωνικού κράτους 8. Σε τι αναφέρεται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος; Στην πυραμίδα των οργάνων του Κράτους η Βουλή είναι ανώτερη από την Κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση χρειάζεται την εμπιστοσύνη της Βουλής, την οποία όμως μπορεί να διαλύσει με Προεδρικό Διάταγμα. Η Βουλή μπορεί να ανατρέψει την Κυβέρνηση ή μεμονωμένους υπουργούς με την πρόταση δυσπιστίας. Η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί το μοναδικό μέσω κοινοβουλευτικού ελέγχου με κύρωση. Το Σύνταγμα ρυθμίζει λεπτομερώς την διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης ή δυσπιστίας της Κυβέρνησης. Υπάρχουν όμως και άλλα μέσα κοινοβουλευτικού ελέγχου χωρίς κύρωση όπως οι επίκαιρες ερωτήσεις, οι επερωτήσεις, οι αιτήσεις κατάθεσης εγγράφων, οι επίκαιρες επερωτήσεις. Σελίδα 9 από 17

9. Ποια όργανα ασκούν την νομοθετική και ποια την εκτελεστική λειτουργία α. στο πλαίσιο της ελληνικής και β. της ενωσιακής έννομης τάξης γ. και με ποιες διαδικασίες; α. Σύμφωνα με το αρ. 26 η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση (Κοϊμτζόγλου / Τσιμάρα, 15). Τη νομοθετική πρωτοβουλία έχουν η Βουλή και η Κυβέρνηση (στην πράξη κυρίως η Κυβέρνηση). β. Τη νομοθετική πρωτοβουλία έχει η Επιτροπή, η οποία σε δύο τομείς διαθέτει οιονεί νομοθετική αρμοδιότητα (Παπαδοπούλου, σ. 62). Τη νομοθετική λειτουργία ασκούν το Συμβούλιο (Παπαδοπούλου, σελ. 53+57) και το Κοινοβούλιο. (Βλ. Παπαδοπούλου, σελ. 57). Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, εισήχθη ο θεσμός της νομοθετικής πρωτοβουλίας των πολιτών, βάσει της οποίας εφόσον συγκεντρωθούν τουλάχιστον ένα εκατομμύριο πολίτες, υπήκοοι σημαντικού αριθμού κρατών μελών, μπορούν να ζητήσουν από την Επιτροπή να υποβάλει πρόταση στους τομείς αρμοδιότητας της Ένωσης (Φεφές, σελ. 4). Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, η διαδικασία συναπόφασης (που μετονομάστηκε «συνήθης νομοθετική διαδικασία») επεκτείνεται σε πολλούς νέους τομείς. Αυτό σημαίνει ότι το Κοινοβούλιο αποκτά ουσιαστική νομοθετική εξουσία σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο σε ορισμένους τομείς στους οποίους μέχρι σήμερα δεν συμμετείχε ή είχε απλά συμβουλευτικό ρόλο. Μεταξύ αυτών των τομέων είναι η νόμιμη μετανάστευση, η δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις (Eurojust, πρόληψη του εγκλήματος, εναρμόνιση των κανόνων για τον καθορισμό των ποινικών αδικημάτων και των κυρώσεων), η αστυνομική συνεργασία (Ευρωπόλ), και ορισμένες διατάξεις που αφορούν την κοινή εμπορική πολιτική και την κοινή γεωργική πολιτική. Με τον τρόπο αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρεμβαίνει στην κατάρτιση του συνόλου σχεδόν των νομοθετικών πράξεων. Τέλος, η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει ότι απαιτείται σύμφωνη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για όλες τις διεθνείς συμφωνίες σε τομείς που εμπίπτουν στη συνήθη νομοθετική διαδικασία (Φεφές, Σημειώσεις για Λισαβόνα, σελ. 2-3). Την εκτελεστική αρμοδιότητα στην ΕΕ ασκεί η Επιτροπή (Παπαδοπούλου, σελ. 63). Σελίδα 10 από 17

10. Πώς γίνεται ο έλεγχος της συνταγματικότητας ενός νόμου; Ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων αποτελεί την θεμελιωδέστερη εγγύηση της καθημερινής και διαρκούς προστασίας του πολιτεύματος. Στο πολίτευμά μας ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων ξεκίνησε μέσα από την νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα (1892, 1893), ενώ σήμερα κατοχυρώνεται και συνταγματικά στο άρθρο 93 4 Σ. Ο έλεγχος της συνταγματικότητας συνδέεται με την αρχή του κράτους δικαίου την οποία ολοκληρώνει και υλοποιεί. Ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων στηρίζει στο νομικό μας σύστημα την νομιμοποίησή του στην ύπαρξη αυστηρού, γραπτού και τυπικού Συντάγματος το οποίο διαθέτει αυξημένη σε σχέση με τον κοινό νόμο τυπική ισχύ. Ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων διασφαλίζει την υπεροχή του Συντάγματος σε δύο επίπεδα: α) σε ένα τυπικό, το οποίο αφορά την τήρηση των διαδικαστικών κανόνων που θέτει το Σύνταγμα για την παραγωγή των κοινών νόμων, και β) σε ένα ουσιαστικό που αφορά την μη αντίθεση του περιεχομένου των νόμων αυτών προς τις συνταγματικές διατάξεις. Θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι ο έλεγχος της συνταγματικότητας των νόμων, αφορά πρωτίστως τους τυπικούς νόμους που εκδίδει η Βουλή, αφού οι ουσιαστικοί νόμοι υφίστανται έλεγχο νομιμότητάς και όχι κατ ακριβολογία συνταγματικότητας τους. Ο έλεγχος της συνταγματικότητας διακρίνεται σε προληπτικό, ο οποίος διενεργείται πριν από την δημοσίευση και θέση σε ισχύ του νόμου και κατασταλτικό έλεγχο, ο οποίος ακολουθεί την δημοσίευση του νόμου. Ο προληπτικός έλεγχος ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και από το Κοινοβούλιο. Έτσι, ο Πρόεδρος μπορεί μέσα από την άσκηση του δικαιώματος αναπομπής να ελέγξει την ουσιαστική συνταγματικότητα ενός νόμου (άρθρο 42 Σ). Και το ίδιο το Κοινοβούλιο μπορεί όμως να ελέγξει την συνταγματικότητα ενός νόμου, μέσα από την διενέργεια κοινοβουλευτικού ελέγχου. Το κοινοβούλιο μάλιστα έχει την δυνατότητα να ελέγξει το ίδιο αν τηρήθηκε όχι μόνον η ουσιαστική συνταγματικότητα αλλά και η τυπική εσωτερική συνταγματικότητα του νόμου, οι διαδικασίες εκείνες δηλαδή που αφορούν τα interna corporis του κοινοβουλίου, και που σύμφωνα με την αρχή της αυτονομίας του ελέγχονται μόνο από το ίδιο. Σελίδα 11 από 17

11. Τι είναι το Σωματείο; Σωματείο είναι ένωση 20 τουλάχιστον προσώπων για την επιδίωξη σκοπού ΜΗ κερδοσκοπικού. Μη κερδοσκοπικός σκοπός δεν είναι μόνον ο ιδεολογικός, καλλιτεχνικός κλπ αλλά και ο οικονομικός σκοπός (π.χ επαγγελματικά σωματεία). Ο σκοπός του σωματείου δεν πρέπει να αντίκειται στο νόμο και στα χρηστά ήθη. Για να συσταθεί χρειάζεται: Α. Έγγραφη συστατική πράξη υπογεγραμμένη από τουλάχιστον 20 πρόσωπα Β. Καταστατικό Γ. Αίτηση στο Μονομελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας της έδρας του σωματείου Δ. Έκδοση απόφασης κατόπιν ελέγχου της νομιμότητας από το Δικαστήριο δεδομένου ότι πρόκειται για το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και απαγορεύεται έλεγχος σκοπιμότητας. Ε. Εγγραφή στο βιβλίο των σωματείων στο Πρωτοδικείο μόλις η δικαστική απόφαση καταστεί τελεσίδικη. Από την εγγραφή αυτή το σωματείο αποκτά νομική προσωπικότητα. Όργανα του σωματείου: α) η Διοίκηση (μονομελής ή πολυμελής) β) η Συνέλευση των μελών. Η Συνέλευση έχει την εποπτεία και τον έλεγχο των οργάνων της Διοίκησης και μπορεί να τα παύει, εγκρίνει τον ισολογισμό, αποφασίζει για την μεταβολή του σκοπού του σωματείου, την τροποποίηση του καταστατικού κ.λ.π. γ) Πειθαρχικό Συμβούλιο, εφόσον προβλέπεται από το καταστατικό. Η ιδιότητα μέλους του σωματείου δεν μεταβιβάζεται και δεν κληρονομείται. Παύει σε περίπτωση θανάτου του μέλους, με την αποβολή του μέλους, την αποχώρηση του μέλους, εξαιτίας ειδικών λόγων που αναφέρονται στο Καταστατικό (π.χ λόγω αλλαγής επαγγέλματος) ή με τη διάλυση του σωματείου. Διάλυση του σωματείου: i) Αυτοδικαίως όταν προβλέπεται από το καταστατικό ή όταν τα μέλη του σωματείου μείνουν λιγότερα από 10. Σελίδα 12 από 17

ii) Με απόφαση της Συνέλευσης των μελών iii)με τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του σωματείου μετά από αίτηση της διοίκησης του σωματείου ή του 1/5 των μελών του Η περιουσία του σωματείου που διαλύεται δεν διανέμεται ποτέ στα μέλη του. Μετά τη διάλυση ακολουθεί η εκκαθάριση. 12. Τι είναι το Ίδρυμα; Ίδρυμα είναι σύνολο περιουσίας που τάχθηκε, με ιδρυτική πράξη, για την εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού. Για να συσταθεί χρειάζεται: Α. Ιδρυτική πράξη που μπορεί να γίνει είτε εν ζωή με συμβολαιογραφική πράξη είτε με διαθήκη και πρέπει να περιέχει το σκοπό του ιδρύματος, την περιούσια που αφιερώνεται για το ίδρυμα. Β. Ο οργανισμός του ιδρύματος με τον οποίο καθορίζονται ο σκοπός, η επωνυμία, η έδρα και η διοίκησή του. Γ. Η έκδοση Προεδρικού Διατάγματος που να εγκρίνει τη σύστασή του, μετά από έλεγχο της νομιμότητας και της σκοπιμότητας της δημιουργίας του ιδρύματος. Το ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα μόλις δημοσιευθεί στο ΦΕΚ το Προεδρικό Διάταγμα της σύστασής του. 13. Πώς συνδέονται οι έννοιες «έννομη σχέση, το δικαίωμα και η αξίωση; Έννομη σχέση είναι κάθε βιοτική σχέση, που ρυθμίζεται από το δίκαιο και παράγει αποτελέσματα. Δικαίωμα είναι η εξουσία που παρέχει το δίκαιο σε ένα πρόσωπο για την ικανοποίηση ενός βιοτικού του συμφέροντος που κρίνεται άξιο προστασίας. Κατά κανόνα, σε κάθε δικαίωμα ορισμένου ανθρώπου αντιστοιχεί ορισμένη υποχρέωση κάποιου άλλου. Αξίωση είναι το δικαίωμα να απαιτήσει κάποιος από άλλον να πράξει ή να παραλείψει κάτι π.χ. η αξίωση του Ψ να εισπράξει εμπρόθεσμα τους τόκους δανείου που έχει χορηγήσει στον Χ, η αξίωση να μην χρησιμοποιεί άλλος το διακριτικό σήμα των προϊόντων της επιχείρησης του. Προφανώς, η έννοια της αξίωσης πηγάζει (αλλά δεν ταυτίζεται) από αυτήν του δικαιώματος. Το δικαίωμα είναι ευρύτερη έννοια από την αξίωση. Από ένα δικαίωμα μπορεί να απορρέουν μία ή περισσότερες αξιώσεις ή και καμία, όπως συμβαίνει με τα διαπλαστικά δικαιώματα. Το δικαίωμα υπόκειται σε αποσβεστική ή αποκλειστική προθεσμία ενώ η αξίωση παραγράφεται. Σελίδα 13 από 17

14. Τι είναι η δικαιοπραξία; Οι πράξεις που ενδιαφέρουν το δίκαιο χωρίζονται σε δίκαιες και άδικες πράξεις. Τις δίκαιες τις επιτρέπει το δίκαιο και έχουν έννομα αποτελέσματα ενώ οι άδικες απαγορεύονται από το δίκαιο και έχουν δυσμενείς συνέπειες για εκείνον που τις έπραξε. Δικαιοπραξία είναι η δήλωση βούλησης που κατευθύνεται στην παραγωγή ηθελημένου εννόμου αποτελέσματος. Απαραίτητα, λοιπόν, στοιχεία της δικαιοπραξίας είναι: α) η δήλωση βούλησης β) ηθελημένα αποτελέσματα. Ενδεχομένως να απαιτείται και η συνδρομή άλλων γεγονότων όπως π.χ στη σύμβαση δανείου που εκτός από τη δήλωση βούλησης του δανειστή και του οφειλέτη απαιτείται και η παράδοση του δανειζομένου ποσού. Πράξεις που δεν συνιστούν δικαιοπραξία είναι οι υλικές πράξεις (π.χ συγγραφή ενός βιβλίου) και οι οιονεί δικαιοπραξίες που αν και περιέχουν δήλωση βούλησης τα αποτελέσματα, ηθελημένα ή μη, επέρχονται από το νόμο. 15. Τι είναι η Αρχή της Υπεροχής του Κοινοτικού Δικαίου; Η ευρωπαϊκή έννομη τάξη δεν είναι ανεξάρτητη από την εθνική, κι αυτό γιατί η ίδια η Ε.Ε. δεν διαθέτει εκείνους τους μηχανισμούς για την εφαρμογή του δικαίου της, αλλά νομοδοτεί και αποφασίζει με βάση τις εθνικές, τις δικαστικές και τις διοικητικές αρχές. Κατ επέκταση η υπεροχή του κοινοτικού δικαίου αναγνωρίζεται από τα εθνικά δικαστήρια. Άλλωστε, από την ίδια την κύρωση των Συνθηκών (ΕΚ & ΕΕ) από τα εθνικά όργανα ανάγεται και η αποδοχή της κοινοτικής έννομης τάξης έναντι της εθνικής, στους τομείς που επαφίενται στο πρωτογενές ή και το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο. Με λίγα λόγια, το κοινοτικό δίκαιο επιφέροντας προστασία στα θεμελιώδη δικαιώματα με την άμεση ισχύ του παρέχει στους ιδιώτες δυνατότητα προάσπισης τους, με την πρόσβαση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Αξίζει να σημειωθεί ότι ο σεβασμός του ΔΕΕ για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και σε εθνικό επίπεδο αποτελεί και η διαβεβαίωση του ίδιου ότι : «το ΔΕΕ δε θα μπορούσε να αποδεχθεί μέτρα ασυμβίβαστα με τα αναγνωρισμένα και εγγυημένα από τα Συντάγματα των κρατών μελών θεμελιώδη δικαιώματα». Η ανάγκη για δικαστική προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε κοινοτικό επίπεδο γεννήθηκε από την αυτονόητη υποχρέωση του κοινοτικού νομοθέτη να εξασφαλίσει την ομοιομορφία, την ενότητα αλλά και την αποτελεσματική εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, με παράλληλο σεβασμό των εθνικών αρμοδιοτήτων. Σελίδα 14 από 17

16. Τι είναι η Αρχή του Άμεσου Αποτελέσματος ή Άμεσης Ισχύος του Ευρωπαικού Δικαίου; Το Δίκαιο που απορρέει από τις Συνθήκες γεννά δικαιώματα και υποχρεώσεις για τα ίδια τα κράτη μέλη καθώς και για τους πολίτες τους. Το άμεσο αποτέλεσμα του κοινοτικού δικαίου ορίζει ότι ο κάθε ευρωπαίος πολίτης έχει τη δυνατότητα να ζητήσει από τον εθνικό δικαστή την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού δικαίου, ειδικά όταν αυτό αντικρούσει το εθνικό. Πιο αναλυτικά εφόσον ένα φυσικό πρόσωπο διαθέτει την ευρωπαϊκή ιθαγένεια ή κατοικεί σε κράτος-μέλος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει προσφυγή αφού αποδείξει ότι υπάρχει ειδικό έννομο συμφέρον. Η αμεσότητα του αποτελέσματος αφορά την περίπτωση όπου για τις πράξεις του ιδιώτη δεν απαιτείται η εκτελεστική πράξη εθνικής αρχής ή όταν η εν λόγω αρχή δεν διαθέτει διακριτική ευχέρεια ή εκτίμηση. Πιο αναλυτικά, η καθιέρωση της αρχής του άμεσου αποτελέσματος του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι του εθνικού καθιερώθηκε από την απόφαση Van Gend en Loos, του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ). Η απόφαση αναφερόταν στη δημιουργία υποχρεώσεων των πολιτών των κρατών μελών, όπως αυτές απορρέουν από τη συμμετοχή τους στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, ενώ παράλληλα ανέφερε ότι γεννιούνται και δικαιώματα υπέρ των ίδιων των ευρωπαίων πολιτών. Με την καθιέρωση της εν λόγω αρχής ένας πολίτης ή κάτοικος ευρωπαϊκού κράτους μπορεί να αναζητήσει τη δικαίωσή του στο ΔΕΚ (ΔΕΕ) ανεξάρτητα από τις διατάξεις που σχετίζονται με το ζήτημα που έχει ανακύψει σε εθνικό επίπεδο. Το άμεσο αποτέλεσμα μπορεί να είναι κάθετο αν αφορά νομικό ζήτημα μεταξύ πολιτών και κράτους, ή οριζόντιο αν αναφέρεται σε διαφορά μεταξύ ευρωπαίων ιδιωτών. Περαιτέρω, η ισχύς του άμεσου αποτελέσματος εξαρτάται και από τον τύπο της πράξης. Έτσι, ο κανονισμός έχει πάντα άμεσο αποτέλεσμα όπως ορίζει το άρθρο 288ΣυνθΕΚ. Η οδηγία μπορεί να επιφέρει μόνο κάθετο αποτέλεσμα και ισχύει μόνο εφόσον τα κράτη δεν έχουν υιοθετήσει την οδηγία εντός προθεσμίας 1. Η απόφαση μπορεί να έχει άμεσο αποτέλεσμα και μάλιστα κάθετο, ενώ οι γνώμες και οι συστάσεις δεν παράγουν άμεσο αποτέλεσμα εφόσον δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα και δε διαθέτουν νομική ισχύ. Κατ επέκταση το νοµικό αξίωµα της υπεροχής του κοινοτικού δικαίου γεννάται από την βασική επιδίωξη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος να επιφέρει την στενότερη ένωση των ευρωπαϊκών λαών. Στο πλαίσιο αυτό το όργανο το οποίο διασφαλίζει την τήρηση του δικαίου στα όρια που έχει θέσει η Ε.Ε. με τις συνθήκες είναι το ΔΕΕ (πρώην ΔΕΚ), το οποίο αποτελεί την ανώτατη δικαστική αρχή της Ένωσης. 1 Απόφαση 5/4/79 Ratti. Σελίδα 15 από 17

17. Ποιες είναι οι κυριότερες αρμοδιότητες της Ένωσης; Αποκλειστική είναι μία αρμοδιότητα όταν η Κοινότητα είναι η μόνη αρμόδια να ενεργήσει για τη ρύθμιση του συγκεκριμένου θέματος. Ως αποκλειστικές σημειώνονται οι ακόλουθες αρμοδιότητες: η τελωνειακή ένωση, η κοινή εμπορική πολιτική, οι διεθνείς μεταφορές μεταξύ Κρατών-μελών, η νομισματική πολιτική για τα κράτη της ευρωζώνης, η ρύθμιση του καθεστώτος των κοινοτικών υπαλλήλων, η διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής. Συντρέχουσα είναι μία αρμοδιότητα για την οποία τα Κράτη-Μέλη παραμένουν αρμόδια εφόσον η Κοινότητα δεν έχει λάβει μέτρα στο πεδίο αυτό. Από τη στιγμή που η Κοινότητα ενεργήσει τα Κράτη-Μέλη δεν μπορούν πλέον να ρυθμίσουν μονομερώς το πεδίο αυτό. Ως συντρέχουσες σημειώνονται ενδεικτικά οι ακόλουθες αρμοδιότητες: η αγροτική πολιτική, η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων, η κοινωνική πολιτική, θέματα περιβάλλοντος. Υποστηρικτική είναι η αρμοδιότητα για την οποία καταρχήν υπεύθυνα να δράσουν είναι τα Κράτη-Μέλη και η Κοινότητα μπορεί να λάβει μόνο μέτρα για το συντονισμό ή υποστήριξη αυτής της δράσης προκειμένου να επιτευχθούν οι κοινοί στόχοι. Ως υποστηρικτικές σημειώνονται οι ακόλουθες αρμοδιότητες: βιομηχανία, πολιτισμός, παιδεία και επαγγελματική κατάρτιση, νεολαία, αθλητισμός. Σιωπηρή αρμοδιότητα είναι αυτή που αναγνωρίζεται στην Κοινότητα για θέματα που δεν προβλέπεται μεν ρητά αρμοδιότητά της αλλά τα οποία θέματα βρίσκονται σε άμεση και αναγκαστική συνάφεια με εκείνα που προβλέπεται. Η σιωπηρή αρμοδιότητα καθιερώθηκε από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 18. Ποιες είναι οι 4 θεμελιώδεις ελευθερίες στα πλαίσια της Ε.Ε.; 1. Η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ Ελεύθερη κυκλοφορία απολαμβάνουν τα προϊόντα που προέρχονται από τα Κράτη-Μέλη αλλά και όσα προέρχονται από τρίτες χώρες και κυκλοφορούν ελεύθερα στα Κράτη-Μέλη. Θεωρούνται ότι προέρχονται από Κράτη-Μέλη όσα προϊόντα: Παράγονται ή κατασκευάζονται στο σύνολό τους σε Κράτος Μέλος Κατασκευάζονται σε δύο ή περισσότερες χώρες αλλά η τελευταία και οικονομικά ενδιαφέρουσα επεξεργασία τους γίνεται σε Κράτος-Μέλος. Αποτελούν ανταλλακτικά ή εξαρτήματα ενός κύριου εμπορεύματος που προέρχεται σύμφωνα με τα ανωτέρω- από Κράτος Μέλος. Σελίδα 16 από 17