ΕΚΘΕΣΗ ΕΞΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΙΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΑΝΟΦΥΤΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΟΡΕΣΤΙΙΔΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005 Μετά από πρόσκληση του Δημάρχου κ. Τοτονίδη Νίκο προς το Τοπικό Τμήμα Βόρειας Ελλάδας (ΤΟ.Τ.Β.Ε.) της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας για την εξερεύνηση σπηλαίου στη περιοχή του χωριού Καστανόφυτου, πραγματοποιήθηκε οργανωμένη αποστολή στις 11 Αυγούστου 2005. Η υπό την καθοδήγηση της Επικ. Καθηγήτριας Ευαγγελία Τσουκαλά (Α.Π.Θ.), ομάδα εξερεύνησης αποτελείτο από τον γεωλόγο Λαζαρίδη Γεώργιο, τον σπηλαιοερευνητή Μακρίδη Βασίλειο και τους φοιτητές Γεωλογίας Πέννο Χρήστο και Πολυδωρόπουλο Κώστα. Περιγραφή Η ομάδα εξερεύνησε το σπήλαιο του Καστανόφυτου σε μήκος περίπου 250-300 μέτρων επί συγκεκριμένης διεύθυνσης, διαπιστώνοντας πως πρόκειται για τμήμα υπόγειου ποταμού (παρουσιάζει χαρακτηριστική ανάπτυξη σε μήκος, δυσανάλογα με το ύψος και το πλάτος του), ο οποίος παρουσιάζει μικρή ροή νερού στο εσωτερικό του, τουλάχιστον κατά την περίοδο εξερεύνησης. Δεν αποκλείεται στο τέλος του χειμώνα και την άνοιξη η ροή να είναι σημαντική όπως φαίνεται και από την απομάκρυνση ορισμένων οργανικών υλικών από χώρους του σπηλαίου ή σφηνωμένα οργανικά υλικά (ξύλα) σε δυσπρόσιτα σημεία και σε ύψος από το δάπεδο, όπου η απόθεσή τους φαίνεται να συνέβη σε φάσεις πλημμύρας του σπηλαίου από νερά. Η εξερεύνηση ξεκίνησε από τις εισόδους που μας υπέδειξε ο κ. Μιχάλης Δημητριάδης, όπου το σπήλαιο παρουσιάζεται διευρυμένο από καταπτώσεις τμημάτων της οροφής, οι οποίες οδήγησαν και στη δημιουργία των δύο εισόδων. Ακολουθήθηκε πορεία προς τα κατάντη του υπόγειου ποταμού όπου σταδιακά οι διαστάσεις του σπηλαίου μικραίνουν. Κατά διαστήματα μεσολαβούν αρκετά ευρύχωροι θάλαμοι. Στο πιο απομακρυσμένο τμήμα του σπηλαίου η προσπέλαση διακόπτεται λόγω εντατικής απόθεσης ιζημάτων που φράσσουν το μοναδικό πέρασμα. Το δάπεδο το σπηλαίου καλύπτεται εξ ολοκλήρου από ιζήματα (κυρίως άμμους), τα οποία κατά θέσεις παρουσιάζονται ελαφρώς συμπαγοποιημένα λόγω εμποτισμού τους από το νερό (πλούσιο σε ανθρακικό ασβέστιο και άλατα) της σταγονοροής από την οροφή του σπηλαίου. Το ίδιο νερό δημιουργεί τον διάκοσμο των σπηλαίων με την απόθεση σπηλαιοθεμάτων, δηλαδή σταλακτιτών, σταλαγμιτών και πλήθους άλλων μορφών. Ωστόσο ενώ η παρουσία σταγονοροής είναι εμφανής στο σπήλαιο σημειώνεται η απουσία του αναμενόμενου διακόσμου. Αυτό συμβαίνει λόγω του σταδίου εξέλιξης του σπηλαίου, όπου η διαδικασίες διεύρυνσής του εξελίσσονται. Από προκαταρκτικές παρατηρήσεις επί των πετρωμάτων που φιλοξενούν το σπήλαιο, φαίνεται να παρουσιάζει ιδιαιτερότητα, όντας διανοιγμένο σε κάποιου τύπου ψαμμιτικό ασβεστόλιθο σε αντίθεση με τα περισσότερα σπήλαια που σχηματίζονται σε μάρμαρα ή αμιγή ασβεστόλιθο. Επιπλέον παρατηρήθηκαν κάποια αργιλικά στρώματα στη βάση του σπηλαίου (στις πλευρές των τοιχωμάτων) που μοιάζουν να αποτελούν έναν κατώτερο ορίζοντα-όριο της καρστικής διάβρωσης και όχι ιζήματα του υπόγειου ποταμού, αν και επιβάλλεται διερεύνηση του θέματος.
Πέρα από την εξερεύνηση του σπηλαίου και τη συλλογή των παραπάνω στοιχείων, η αποστολή επισκέφθηκε μια πηγή σε λίγο χαμηλότερο υψόμετρο από αυτό του σπηλαίου και στην προέκταση της διεύθυνσης ανάπτυξής του. Η πηγή αυτή παρουσιάζει την ίδια μορφολογία με αυτή του σπηλαίου από την άποψη των πετρωμάτων στα οποία σχηματίζεται. Επίσης δυνατό ρεύμα αέρα εξέρχεται από το άνοιγμα της πηγής. Λαμβάνοντας υπόψη την κίνηση παρομοίου ρεύματος αέρα εντός του σπηλαίου και με κατεύθυνση προς την πηγή, την παρόμοια λιθολογία και τη θέση της, πιθανολογείται η σύνδεσή της με το σπήλαιο. Κατά την πορεία προς το χώρο της πηγής σημειώθηκε μια σειρά μικρών βυθισμάτων του αναγλύφου, τα οποία με βάση τη μορφολογία του σπηλαίου οφείλονται σε καταπτώσεις τμημάτων του. Η παρατήρηση αυτή οδηγεί εξ ίσου στην υπόθεση της σύνδεσης των δύο, δηλαδή πηγής και σπηλαίου. Συμπεράσματα Με βάση τα όσα διαπιστώθηκαν κατά την πρώτη αυτοψία, το σπήλαιο παρουσιάζει γεωλογικό και σπηλαιολογικό ενδιαφέρον, λόγω του τρόπου ανάπτυξής του, του είδους των πετρωμάτων του και την πιθανή σύνδεσή του με την πηγή. Ωστόσο τα έως τώρα δεδομένα δε δημιουργούν μια πλήρη εικόνα όλων των παραγόντων σε σχέση με τις συνθήκες του σπηλαίου, τη δημιουργία του αλλά ακόμη και την έκτασή του, εφόσον παραμένει κατά μεγάλο μέρος ακόμη ανεξερεύνητο. Ως συμπέρασμα κρίνεται πως το σπήλαιο χρήζει περαιτέρω μελέτης η οποία θα εμβαθύνει στα μείζονος σημασίας θέματα δημιουργίας εξέλιξης - και παρούσας κατάστασής του. Επιπλέον, κατά την πορεία της μελέτης επιβάλλεται η λεπτομερής χαρτογράφηση και φωτογράφηση του σπηλαίου, η παρατήρηση σε εποχιακή βάση με τρεις διαδοχικές αποστολές τουλάχιστον κατά την περίοδο του χειμώνα και της άνοιξης. Πρόταση Η ομάδα ερευνών του ΤΟ.Τ.Β.Ε. της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας είναι πρόθυμη να βοηθήσει τον Δήμο σας σε κάθε προσπάθεια σχετική με την ανάδειξη του σπηλαίου συμβάλλοντας τα μέγιστα στην πλήρη εξερεύνηση του σπηλαίου του Καστανόφυτου, τη δημιουργία σπηλαιολογικού χάρτη, φωτογραφικού αρχείου και τη συλλογή των σπηλαιολογικών και γεωλογικών δεδομένων που θα δώσουν σαφή εικόνα για το σπηλαίο και τη σπηλαιογένεση, που απαραιτήτως θα χρησιμοποιηθούν ως βάση σε περαιτέρω μελέτες αξιοποίησής του. Αναμένουμε τη συνέχιση της συνεργασία μας στις σπηλαιολογικές έρευνες στην περιοχή σας προς όφελος της τοπικής κοινωνίας και της επιστήμης. Με εκτίμηση Εκ μέρους της ομάδας αποστολής Γεώργιος Λαζαρίδης, γεωλόγος, σπηλαιολόγος 0κτώβριος 2005
Εικόνα από το εσωτερικό του σπηλαίου του Καστανόφυτου
Εικόνα από το εσωτερικό του σπηλαίου του Καστανόφυτου
Εικόνα από το διάκοσμο του σπηλαίου του Καστανόφυτου
Εικόνα από το εσωτερικό του σπηλαίου του Καστανόφυτου