ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ - ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ... 2 1 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ... 2 2 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ... 4



Σχετικά έγγραφα
ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ. Δρ Βαγγέλης Τσουκάτος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 6 Μέθοδοι Αντασφάλισης σε οµαδικές ασφαλίσεις (Group Business) Παραδείγµατα... 10

Κ Α Λ Η Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!!

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

2. Στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης οι εισφορές καταβάλλονται :

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2010 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Κ Α Λ Η Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!

Β E ln { 1+0,8i. 17. H συνάρτηση κόστους ασφαλιστικής επιχείρησης Α είναι f(t)=500t για

Κ Α Λ Η Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 66/

Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!!!

Ασφάλιση Περιουσίας & Αστικής Ευθύνης

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2011 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ 12 ΙΟΥΛΙΟΥ 2011

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

«Βασικές Αρχές Ασφάλισης Ζημιών»

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2011 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ 12 ΙΟΥΛΙΟΥ 2011

Αριθμ. Πρωτ.: 1407 ΕΞ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ & ΕΛΕΓΧΩΝ Ν.Π.Δ.Δ. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΣΛΟΤ)

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2014 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ 18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2014

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

Εγκύκλιος αριθ Κανονισµός Πωλήσεων 2012

4.1 Ζήτηση για Ασφάλιση. Πλήρη κάλυψη.

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

ΚΛΑ ΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΕΤΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΤΟΥΣ 2007 ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΛΗΡΩΜΑΤΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

Κατευθυντήριες γραμμές για τα όρια των συμβάσεων

ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΟ : GL/ ΚΩ ΙΚΟΣ :

Γιατί ν ασφαλιστώ; Τι είναι και πως λειτουργεί η ασφάλιση;

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ειδικές παραμέτρους για κάθε επιχείρηση

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Ασφαλιστικά Μαθηµατικά Συνοπτικές σηµειώσεις

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ

«ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΣΤΙΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ»

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΞΑΓΩΓΙΚΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ. Ταυτότητα Ο.Α.Ε.Π.

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΤΟΥΣ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΙΔΙΩΤΙΚΟ ΣΥΜΦΩΝΗΤΙΚΟ

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΤΟΥΣ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΥ

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2010 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ 9 ΙΟΥΛΙΟΥ 2010

Η ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΛΕΟΝ ΦΥΛΟ ΑΜΕΣΕΣ & ΕΜΜΕΣΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΚΛΑΔΟΣ ΥΓΕΙΑΣ

ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΨΥΧΗΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΤΟΥΣ

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ ΑΠΟ ΠΡΩΤΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΕΤΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΑ ΕΤΗΣΙΑ % ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ (ΣΕ ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ) 28,5 28,9 28,9

Σελίδα 1 από 16 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΜΠΟΡΙΟΥ) ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟ ΟΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 2011

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ ΚΛΑ ΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ 7: ΜΕΤΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ ΕΤΗΣΙΑ ΜΕΤΑΒΟΛΗ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΤΥΠΟ ΕΚΘΕΣΗΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. (iii) ln(0.5) = , (iv) e =


Περιγραφή εργασιών για τη σύνταξη οικονομικών καταστάσεων της εμπορικής επιχείρησης

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 65/

Συλλογή Στατιστικών Στοιχείων Ασφαλίσεων Περιουσίας Ερωτηματολόγιο για το έτος 2016

Υποβολή στατιστικών στοιχείων Σκαφών Αναψυχής έτους 2016

Αριθμοδείκτες Επισκόπηση της Ασφαλιστικής Αγοράς με τη χρήση Δεικτών. Υπηρεσία Μελετών και Στατιστικής. Δεκέμβριος 2012 Οικονομικές Μελέτες 40

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 68/

Κ Α Λ Η Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!!

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ ΑΠΟ ΠΡΩΤΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΕΤΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΑ ΕΤΗΣΙΑ % ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΡΩΝ (ΣΕ ΕΚΑΤ. ΕΥΡΩ) 28,5 28,9 28,9

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις μεθόδους καθορισμού των μεριδίων αγοράς για υποβολή πληροφοριών

Κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή ρυθμίσεων αντασφαλιστικών εκχωρήσεων στην υποενότητα ασφαλιστικού κινδύνου στον κλάδο ζημιών

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Χρηματοοικονομική ασφάλεια & περιβαλλοντική ευθύνη: η εφαρμογή του άρθρου 57 του Ν. 4042/2012

Επισκόπηση με Αριθμοδείκτες 2009

Προς τις Ασφαλιστικές Εταιρίες - Μέλη της Ένωσης Αθήνα, 8 Φεβρουαρίου 2016

A ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0,00 Β EΞΟΔΑ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΚΑΙ ΑΫΛΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ,97. Έξοδα Εγκατάστασης και Αϋλα Στοιχεία ,34

ERGO ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΖΗΜΙΩΝ 30/6/2015 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ A ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0,00

ERGO ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΖΩΗΣ 30/6/2014 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ A ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0,00

A ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0,00. Οφειλόμενο Κεφάλαιο (από το οποίο έχει κληθεί να καταβληθεί στις επόμενες χρήσεις ποσό σε Ευρώ) 0,00

31987L0343. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Συλλογή Στατιστικών Στοιχείων Κλάδου Μεταφερομένων Εμπορευμάτων Ερωτηματολόγιο για το έτος 2016

Οικονομικά Αποτελέσματα Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων 2011

Ο Κίνδυνος και η ιοικητική του Κινδύνου

A ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 0,00. Οφειλόμενο Κεφάλαιο (από το οποίο έχει κληθεί να καταβληθεί στις επόμενες χρήσεις ποσό σε Ευρώ) 0,00

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΖΩΗΣ 30 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2019 F3W2.PR09 ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!!!! F3W2.PR09 1/14

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΕ ΤΥΠΟ ΕΚΘΕΣΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ Αναφέρετε ποιους παράγοντες θα πρέπει να λαµβάνει υπόψη ένας ασφαλιστής αξιολογώντας ένα κίνδυνο ασφάλισης

ΔΕΙΓΜΑ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΟΥ FX LINK 1. ΑΣΦΑΛΙΣΤΗΡΙΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την υποενότητα καταστροφικού κινδύνου στον κλάδο ασφάλισης ασθενείας

Συνολικά Ποσά ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ : ΕΥΡΩΠΗ ΑΕΓΑ ΑΡ.Μ.Α.Ε : 12856/05/Β/86/36 ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗ ΑΕΓΑ

ΙΑΚΗΡΥΞΗ Ν/ 50130/ ΦΥΛΑΞΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ε ΡΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΡΗΤΗΣ ΤΗΣ Ν ΣΥΜΒΑΣΗ Ν/

Οικονομικά Αποτελέσματα Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων 2013

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 67/

Έντυπο Επιπλέον Ασφάλισης

Επισκόπηση με Αριθμοδείκτες

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

ΕΠΩΝΥΜΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ :MALAYAN INSURANCE COMPANY INC. ΑΡ.Μ.Α.Ε : 12993/05/B/86/173

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4402,

ΤΕΥΧΟΣ Ε ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ. Παροχή Υπηρεσιών: Μελέτη, Επίβλεψη, Αδειοδότηση Δομικών Έργων σε Υ/Σ ΥΤ/ΜΤ αρμοδιότητας ΔΕΔΔΗΕ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΚΙΝΗΤΡΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΤΟΥΣ 2015

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

ο περί Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμος του 2012

ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΚΑΛΥΨΕΩΝ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ

Transcript:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ - ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ... 2 1 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ... 2 2 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ... 4 2.1 ΠΡΟΕΡΑΙΤΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (FACULTATIVE REINSURANCE)...4 2.2 ΣΥΜΒΑΣΗ (TREATY)...5 2.3 ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (PROPORTIONAL REINSURANCE)...6 2.3.1 Ειδικότερα για την Quota Share... 6 2.3.2 Ειδικότερα για την Surplus Reinsurance:... 8 3 ΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)... 17 3.1 ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ ( EXCESS of LOSS )...17 3.1.1 Ειδικότερα για την Excess of Loss... 18 3.2 ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΣΥΝΟΛΟΥ ΖΗΜΙΩΝ (AGGREGATE EXCESS of LOSS)...20 3.3 ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ (CATASTROPHE EXCESS of LOSS)...21 3.4 ΟΡΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ...21 3.5 ΑΝΑΝΕΩΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΙΣΧΥ...22 3.6 ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ EXCESS of LOSS ΑΝΤΑΣΦΑΛΕΙΑΣ...24 3.7 ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ STOP LOSS...25 4 Η ΕΠΙ ΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΟΡΙΖΕΤΑΙ Η ΙΑ ΟΧΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ... 27 5 ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ για τον ΕΚΧΩΡΟΥΝΤΑ ΤΟΝ ΚΙΝ ΥΝΟ... 30

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ - ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ Τα δύο εµπλεκόµενα µέρη στην αντασφάλιση είναι όπως παρακάτω: Ο ασφαλιστής ο οποίος παραχωρεί προς αντασφάλιση τον κίνδυνο, (εκχωρητής cedant ) Ο αντασφαλιστής στον οποίο εκχωρείται κοµµάτι του κινδύνου 1 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ Με τον όρο συνασφάλιση ορίζουµε την διαδικασία σύµφωνα προς την οποία ο ασφαλισµένος συνάπτει ταυτόχρονα συµβόλαια µε πέραν του ενός ασφαλιστές (διάγραµµα 1) ιάγραµµα 1: Συνασφάλιση Α (ασφαλισµένος) Συνασφαλιστές Χ Υ Ζ Εάν συµβεί µία ζηµιά ο ασφαλισµένος θα καλυφθεί ταυτόχρονα από τον Χ, Υ, Ζ. Κάθε ασφαλιστής είναι υπεύθυνος µόνο για το τµήµα της ζηµιάς που του αναλογεί (βάσει συµβολαίου). Η αντασφάλιση περιγράφεται από το παρακάτω διάγραµµα: ιάγραµµα 2: Αντaσφάλιση Α (ασφαλισµένος) Χ (ασφαλιστής) Ψ (αντασφαλιστής) Ζ (αναδροµική εκχώρηση) 2 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ - ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ

Ο ασφαλισµένος, Α (insured), έχει απευθείας συµβόλαιο µε τον ασφαλιστή Χ. Όταν συµβεί η ζηµιά ο Α καλύπτεται από τον Χ (direct writer). Ο Χ θα ζητήσει κάλυψη τµήµατος του κινδύνου από τον Ψ (reinsurer), (βάσει της µεταξύ τους υπογεγραµµένης συµφωνίας), ο οποίος µε την σειρά του θα ζητήσει να καλυφθεί από τον Ζ (retrocessionaire), (εφόσον έχει αναδροµικά εκχωρήσει τµήµα του κινδύνου). 3 ΣΥΝΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ

2 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ 2.1 ΠΡΟΕΡΑΙΤΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (FACULTATIVE REINSURANCE) Όταν κάθε ένας κίνδυνος για τον οποίο χρειάζεται αντασφάλιση προτείνεται ξεχωριστά στον αντασφαλιστή ο κίνδυνος λέγεται ότι προσφέρεται προαιρετικά. εν υπάρχει κάποια υποχρέωση ούτε από την πλευρά αυτού που εκχωρεί τον κίνδυνο να προσφέρει την συγκεκριµένη εργασία, ούτε από τον αντασφαλιστή να τον αποδεχτεί. Κάθε περίπτωση δηλαδή τέτοιου είδους αντασφάλισης συνίσταται από τους δικούς της όρους και συνθήκες τους οποίους ο αντασφαλιστής θεωρώντας ότι µπορούν να εφαρµοστούν για τον εξεταζόµενο κίνδυνο είναι ελεύθερος να τους παραθέσει. Μειονεκτήµατα: α) Είναι χρονοβόρα και απαιτεί κόστος. β) εν υπάρχει βεβαιότητα ότι η αναγκαία κάλυψη θα µπορεί να είναι διαθέσιµη όταν χρειάζεται. γ) Ακόµα και όταν η κάλυψη διατίθεται το κόστος και οι όροι σύµβασης µπορεί να είναι µη αποδεκτοί. δ) Ο ασφαλιστής µπορεί να µην είναι σε θέση να αναλάβει έναν µεγάλο κίνδυνο µέχρις ότου βρει αντασφαλιστή. Γεγονός, που εµποδίζει τον ασφαλιστή να αποδέχεται αυτόµατα την προσφερόµενη δουλειά και σαν συνέπεια ελαττώνει την θέση του στην αγορά. 4 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

2.2 ΣΥΜΒΑΣΗ (TREATY) Είναι µια συµφωνία µεταξύ αυτού που εκχωρεί τµήµα του κινδύνου και αυτού που τον αναλαµβάνει, βάσει της οποίας ο εκχωρητής συµφωνεί να διαθέτει συγκεκριµένες εργασίες στον αντασφαλιστή, και ο αντασφαλιστής υποχρεούται να τις αποδεχθεί. Γενικά µία σύµβαση θα πρέπει να περιλαµβάνει: 1. Το χρονικό διάστηµα που διαρκεί. 2. Τις περιοχές στις οποίες περιορίζεται 3. Κατηγορία καλυπτοµένων εργασιών. 4. Εξαιρέσεις (από την κάλυψη) 5. Ιδία κράτηση (retention) από την εταιρία που εκχωρεί τον κίνδυνο 6. Την κάλυψη που αυτόµατα παρέχεται από τον αντασφαλιστή 7. Συµφωνία πληρωµής των ασφαλίστρων. 8. Παραχωρούµενες προµήθειες. 9. Υπερπροµήθειες (εάν υπάρχουν) και µέθοδος υπολογισµού αυτών. 10. Συµφωνία πληρωµής της ζηµιάς, συµπεριλαµβανοµένων και ειδικών συµφωνιών για µεγάλες ζηµιές. 11. Απόδοση και διευθέτηση λογαριασµών. 12. Νοµισµατική ρήτρα (εάν πλέον του ενός νοµίσµατα λαµβάνουν χώρα). 13. Πρόσβαση του αντασφαλιστή στην πλήρη ανάλυση του κινδύνου. 14. Λήξη σύµβασης (περίοδος αναγγελίας, κ.λ.π.) 15. Ρήτρα διαιτησίας σε περίπτωση που προκύψουν διαφωνίες. 5 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

2.3 ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (PROPORTIONAL REINSURANCE) Σύµφωνα προς την αναλογική αντασφάλιση, ο αντασφαλιστής καλύπτει µια συµφωνηµένη αναλογία για κάθε κίνδυνο. Η συγκεκριµένη αναλογία είναι δυνατόν να εφαρµόζεται σε κάθε κίνδυνο που αναγράφεται στην σύµβαση. Στην περίπτωση αυτή έχουµε την λεγόµενη Αντασφάλιση κατ Αναλογία (Quota Share). Εναλλακτικά, κάτω από την σύµβαση, το ποσοστό της αναλογίας µπορεί να διαφέρει ανάµεσα σε κάθε κίνδυνο και σε αυτή την περίπτωση έχουµε την Πλεονάζουσα Αντασφάλιση (Surplus Reinsurance). Η αναλογική αντασφάλιση εφαρµόζεται από τον ασφαλιστή (Direct Writer) σαν µέσο προκειµένου να αναλάβει κίνδυνο µεγαλύτερο από αυτόν που αναλαµβάνει συνήθως. Το γεγονός αυτό ωστόσο δεν τον προστατεύει από κατ εξαίρεση µεγάλες ζηµιές (30% µιας τεράστιας ζηµιάς, αποτελεί ένα τεράστιο κόστος). Οι γενικές αρχές µιας αναλογικής αντασφάλισης είναι: α) Ο αντασφαλιστής καλύπτει αναλογικά ένα τµήµα του κινδύνου ο οποίος καλύπτεται βάσει του συµβολαίου που εκδίδεται από τον ασφαλιστή. β) Στον αντασφαλιστή αποδίδεται (από τον Direct Writer) η ίδια αναλογία ασφαλίστρου από αυτό το οποίο λαµβάνεται από τον ασφαλισµένο. γ) Ο αντασφαλιστής αποδίδει στον ασφαλιστή, για κάθε ποσό ζηµιάς που πληρώνει, το αντίστοιχο ποσοστό του ποσού της ζηµιάς. 2.3.1 Ειδικότερα για την Quota Share Clean - Cut Treaties (Αυστηρά Καθορισµένες Συµβάσεις): Αρκετές Quota Share συµβάσεις λήγουν ή καθορίζεται να λήγουν στο τέλος της οικονοµικής χρήσης, αντί να ισχύουν καθ όλο το έτος της σύµβασης και έως ότου εκπνεύσουν όλες οι υποχρεώσεις που προκύπτουν κάτω από την σύµβαση. Σε µία τέτοια περίπτωση, ο αντασφαλιστής θα πληρώσει στον ασφαλιστή εφάπαξ ποσό επαρκές 6 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

για να καλύψει το εκτιµούµενο κόστος των ζηµιών που εκκρεµούν. Ο αντασφαλιστής επίσης για την υπολειπόµενη περίοδο για την οποία οφείλεται να καλυφθεί ο κίνδυνος επιστρέφει το (σε αυτήν την περίοδο) αναλογούν τµήµα του ασφαλίστρου (µη δεδουλευµένο). Πολύ συχνά τα χρήµατα αυτά επιστρέφονται πίσω κατά την Quota Share σύµβαση µε τον αντασφαλιστή, προκειµένου να διασφαλίζεται η συνέχεια κάλυψης των υπολειπόµενων αυτών κινδύνων. Μία τέτοια µεταφορά (transfer) του κινδύνου από µία underwriting period (ασφαλιστική περίοδο) σε άλλη αναφέρεται σαν Μεταφορά Χαρτοφυλακίου. Σκοπός και Περιορισµοί της Quota Share: Η Quota Share χρησιµοποιείται ευρέως από τους ασφαλιστές προκειµένου: α) Να διαχέουν τον κίνδυνο β) Να αυξάνουν το χαρτοφυλάκιο κινδύνου γ) Να προωθούν εργασίες ανταποδοτικού χαρακτήρα. Μειονεκτήµατα: α) Εκχώρηση ίδιας αναλογίας σε οποιοδήποτε κίνδυνο χωρίς διάκριση. β) Εκχώρηση ίδιας αναλογίας σε κάθε κίνδυνο ανεξαρτήτως µεγέθους. Παράδειγµα: Ασφαλιστική Εταιρία Α συνάπτει Quota Share σύµβαση µε την Αντασφαλιστική Εταιρία Β. Βάσει της σύµβασης, αντασφαλίζεται ένα 60% του ποσού που ανακύπτει από την επέλευση του κινδύνου. Συγκεκριµένος κίνδυνος καλύπτεται για ποσό 75,000. Ο ασφαλισµένος πληρώνει ασφάλιστρο 750. Σε µεταγενέστερο χρόνο το συµβόλαιο γεννά ζηµιά ύψους: α) 100, ή β) 5,000 ή γ) 100,000. 1. Πώς κατανέµεται ο κίνδυνος στην συγκεκριµένη ασφάλιση; 2. Τι ποσό πρέπει να πληρωθεί από τις Α, Β αντίστοιχα σε κάθε µία από τις παραπάνω περιπτώσεις (α) (γ); 7 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Απάντηση: (1) Η Α κρατά το 40% του κινδύνου και του ασφαλίστρου. ηλαδή ποσά αντίστοιχα ίσα προς 30,000 και 300. Η Β αναλαµβάνει το 60% του κινδύνου και του ασφαλίστρου. ηλαδή ποσά αντίστοιχα ίσα προς 45,000 και 450. (2): Ο κίνδυνος, και εποµένως κάθε ποσό ζηµιάς, επιµερίζεται 40% - 60% Σαν αποτέλεσµα, το συνολικό ποσό ζηµιάς αποπληρώνεται από τις Α και Β όπως περιγράφεται στον παρακάτω πίνακα, (ποσά σε ): Περίπτωση Ποσό Πληρωµής Α Ποσό Πληρωµής Β Συνολικό Ποσό 40% * Ποσό Ζηµιάς 60% * Ποσό Ζηµιάς πληρωµής Α & Β (α) 40 60 100 (β) 2,000 3,000 5,000 (γ) 30,000 45,000 75,000 Παρατήρηση: Στην περίπτωση (γ) το ποσό περιορίζεται στο ασφαλισµένο κεφάλαιο. Ωστόσο, εάν υπάρχουν επιπλέον νοµικά κόστη, τότε αυτά θα πρέπει να κατανεµηθούν αντίστοιχα στην βάση του 40% - 60%. 2.3.2 Ειδικότερα για την Surplus Reinsurance: Καθορισµός του εκχωρούµενου ποσοστού αναλογίας Προκειµένου να καθαρίσουµε την αναλογία βάσει της οποίας εκχωρείται ο κίνδυνος, χρειάζεται να έχουµε µια ικανοποιητική αριθµητική µέτρηση του µεγέθους του κινδύνου. Έστω για παράδειγµα ότι το µέγεθος του κινδύνου ορίζεται βάσει του ασφαλισµένου κεφαλαίου. Η σύµβαση καθορίζει πλαίσιο µέσα στο οποίο ο Direct Writer µπορεί να επιλέξει, για κάθε κίνδυνο, το ποσό που επιθυµεί να κρατήσει (το ποσό της ιδίας κράτησης) και αυτό που εκχωρεί στον αντασφαλιστή. Η αναλογία του κινδύνου που εκχωρείται στον αντασφαλιστή χρησιµοποιείται στην συνέχεια (όπως στην Quota Share) για την κατανοµή του ασφαλίστρου και των ζηµιών που απορρέουν από αυτόν τον κίνδυνο. 8 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Στην σύµβαση εποµένως θα πρέπει να καθορίζονται : 1. Το µέγιστο ποσό ιδίας κράτησης από πλευράς του ασφαλιστή (έστω R) και 2. Η µέγιστη δυνατή κάλυψη από πλευράς του αντασφαλιστή. Η µέγιστη διαθέσιµη κάλυψη από πλευράς του αντασφαλιστή αποτυπώνεται στην σύµβαση σαν πολλαπλάσιο του R. Το πολλαπλάσιο αυτό είναι γνωστό ως επίπεδο κάλυψης (lines of cover). Έστω L αυτό το πολλαπλάσιο. Το µέγιστο µέγεθος κινδύνου που δύναται να εγγράψει και να θέσει στην σύµβαση ο ασφαλιστής θα είναι (1+L)* R. Με δεδοµένο ότι κάθε κίνδυνος φθάνει στο µέγιστο µέγεθός του, ο ασφαλιστής θα επιλέξει την κράτησης που επιθυµεί να κρατήσει (έστω r όπου r<=r). Συνεπώς η κάλυψη του αντασφαλιστή θα βασίζεται στο r. Εάν το ασφαλισµένο κεφάλαιο του κινδύνου ισούται προς S, το υπόλοιπο κοµµάτι της κάλυψης (S r) θα εκχωρηθεί στον αντασφαλιστή. ηλαδή θα χρειαστεί συνολικό επίπεδο κάλυψης ίσο προς (S-r) / r κάθε τµήµα του οποίου θα ισούται προς r. ηλαδή ίσο προς το ποσό ιδίας κράτησης του ασφαλιστή. Έστω k τα τµήµατα του επιπέδου κάλυψης, k < = L,(το k δεν είναι υποχρεωτικά κάποιος ακέραιος αριθµός, κλάσµα του τµήµατος µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να συµπληρώσει τον διατιθέµενο κίνδυνο στα όρια του L). Το ασφάλιστρο καθώς και οι ζηµιές που απορρέουν από αυτόν τον κίνδυνο θα κατανεµηθούν µεταξύ ασφαλιστή και αντασφαλιστή σε αναλογία 1:k. Η διαδικασία αυτή περιγράφεται όπως παρακάτω: 9 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Όρια Σύµβασης Ποσά χρησιµοποιούµενα από τον ασφαλιστή L lines of R R r k lines of r R r R Συνολικός κίνδυνος (1+L)*R r (1+k)*r Αναλογία Ασφαλιστή : Αντασφαλιστή 1 : L 1:k Συνεπώς εάν η σύµβαση καθορίζει R = 2 million, L = 5 τµήµατα στο επίπεδο κάλυψης, Ο µέγιστος κίνδυνος που µπορεί να εγγραφεί και να διατεθεί στην σύµβαση θα είναι: (1+5) * 2 million = 12 million Εάν ο κίνδυνος είναι µεγέθους 6 million ο ασφαλιστής έχει τις παρακάτω επιλογές: 1. Να έχει ως ιδία κράτηση το µέγιστο επιτρεπόµενο όριο 2 million και να θέσει το υπόλοιπο σε δύο τµήµατα του επιπέδου (κάθε ένα ίσο προς 2 million) 2. Να χρησιµοποιήσει τον µέγιστο αριθµό τµηµάτων κάλυψης (5) κάθε ένα ίσο προς 1 million, κρατώντας µόνο το 1 million στον λογαριασµό του. 3. ΝΑ υιοθετήσει κάθε ενδιάµεση προσέγγιση µεταξύ των δύο αυτών ορίων. Προκειµένου να προλάβει τον ασφαλιστή στο να εκχωρήσει ένα µεγάλο τµήµα του κινδύνου ο αντασφαλιστής συχνά επιβάλλει µία minimum ιδία κράτηση καθώς και ένα µέγιστο πολλαπλάσιο R. Αυτό σηµαίνει ότι το σύνολο των κινδύνων που εγγράφονται από τον ασφαλιστή και που είναι σε µέγεθος µικρότερο του καθορισµένου minimum καλύπτονται εξ ολοκλήρου από τον ασφαλιστή. Το επίπεδο συνεπώς που ορίζεται η minimum τιµή είναι 10 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

σηµαντικό για τον ασφαλιστή προκειµένου να φθάσει το αναγκαίο επίπεδο για την προστασία του λογαριασµού του. Αναµενόµενη Μέγιστη Ζηµιά (Expected Maximum Loss) Για συγκεκριµένες κατηγορίες ασφάλισης το ασφαλισµένο κεφάλαιο δεν αποτελεί σωστό µέγεθος µέτρησης του κινδύνου. Κίνδυνοι για παράδειγµα που αφορούν στις µεγάλες ιδιοκτησίες για την ασφάλιση των οποίων θεωρούµε ότι διαιρούνται σε ξεχωριστά οικήµατα (όπως οι µονάδες ενός εργοστασίου) και κάθε ένα από αυτά καλύπτεται µε υψηλό ποσό για τον κίνδυνο. Εάν για παράδειγµα ο κίνδυνος αυτός είναι η φωτιά είναι µάλλον απίθανο µια πυρκαγιά να καταστρέψει ολοσχερώς όλα τα οικήµατα. Για ανάλογες περιπτώσεις αντί για το ασφαλισµένο κεφάλαιο εκτιµούµε την αναµενόµενη µέγιστη ζηµιά η οποία µπορεί να οριστεί ως η εκτίµηση του µεγέθους της πλέον σοβαρής ζηµιάς από µοναδικό συµβάν που δικαιολογηµένα µπορεί να αντιµετωπιστεί στον οποιονδήποτε ασφαλίσιµο κίνδυνο. Είναι δυνατόν για παράδειγµα ασφάλιση για φωτιά να καλύπτει συγκρότηµα 6 πανοµοιότυπων κτισµάτων αξίας το καθένα 1,000,000 τα οποία βρίσκονται σε απόσταση το ένα από το άλλο µε τρόπο ώστε µόνον στην περίπτωση πυρκαγιάς να αναµένεται η ολοσχερής καταστροφή ενός µόνον οικήµατος. Το συνολικό ασφαλισµένο κεφάλαιο ισούται προς 6,000,000 αλλά η αναµενόµενη µέγιστη ζηµιά προς 1,000,000. ιευκρινίζεται ότι η αναµενόµενη µέγιστη ζηµιά χρησιµοποιείται ως µέγεθος ποσοτικοποίησης του κινδύνου προκειµένου να εκτιµηθεί η σωστή αναλογία ιδίας κράτησης / εκχώρησης του κινδύνου µεταξύ ασφαλιστή και αντασφαλιστή. εν οριοθετεί το ποσό που δύναται να πληρωθεί στην περίπτωση της ζηµιάς. 11 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Επιλογή του Επιπέδου Ιδίας Κράτησης Για το ποσό της ιδίας κράτησης, ο ασφαλιστής θα λάβει υπόψη του µια σειρά παράγοντες που δρουν είτε ανασταλτικά είτε θετικά στην επέλευση του κινδύνου. Παράδειγµα: Έστω ότι αντασφαλιστική σύµβαση για ασφάλιση πυρός υπόκειται στους παρακάτω όρους: Μέγιστη Ιδία Κράτηση: 1,000,000, Τµήµατα Επιπέδου Κάλυψης: 5 Μέγιστος Κίνδυνος που δύναται να εγγραφεί και να διατεθεί στην σύµβαση (1+5) * 1 = 6,000,000. Έστω ότι ο ασφαλιστής αναλαµβάνει κίνδυνο ποσού 12,000,000 µε Μέγιστη Αναµενόµενη Ζηµιά 3,000,000. Ο ασφαλιστής είναι δυνατόν να επιλέξει να κρατήσει 1,000,000 (βασισµένος στην Μέγιστη Αναµενόµενη Ζηµιά) και να εκχωρήσει 2 τµήµατα 1,000,000 το καθένα. ηλαδή η αναλογία ασφαλίστρων / ποσού ζηµιών θα ισούται προς 1: 2. 1. Στην περίπτωση ζηµιάς 600,000 (χαµηλότερη από ΜΑΖ) το ποσό θα κατανεµηθεί έτσι ώστε ο αντασφαλιστής να αποδώσει στον ασφαλιστή 400,000 (δηλ. τα 2/3 της ζηµιάς). 2. Στην περίπτωση ζηµιάς 4,500,000 το ποσό θα κατανεµηθεί έτσι ώστε ο αντασφαλιστής να αποδώσει στον ασφαλιστή 3,000,000. Σύµβαση Πλεονάσµατος εύτερου Επιπέδου (Second Surplus Treaty) Στην περίπτωση πολύ µεγάλων κινδύνων είναι δυνατόν να χρειαστεί πλέον της µιας αντασφάλιση σε άλλον αντασφαλιστή προκειµένου να χορηγηθεί αυτόµατα το τµήµα του κινδύνου που υπερβαίνει το όριο του πρώτου επιπέδου αντασφάλισης (First Surplus Treaty). Αντίστοιχα σε εξαιρετικά µεγάλους κινδύνους είναι δυνατόν να αναζητηθεί τρίτο, τέταρτο επίπεδο κ.λ.π.. 12 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Για τους κινδύνους στους οποίους περιλαµβάνονται δύο συµβάσεις η Second Surplus ενεργεί ταυτόχρονα µε την First Surplus. Το µέγεθος του τµήµατος της συνολικής κάλυψης κάτω από κάθε σύµβαση θα είναι το ίδιο βασισµένο στην ιδία κράτηση του ασφαλιστή. Η διαδικασία αυτή µπορεί να περιγραφεί όπως παρακάτω: Όρια Σύµβασης Ποσά χρησιµοποιούµενα από τον ασφαλιστή Second Surplus { L 2 lines of R First Surplus { L 1 lines of R } k 2 lines of R } L 1 lines of R Retention R Όπως παρατηρούµε η συνήθης πρακτική συνίσταται στην εξάντληση του ποσού βάσει της First Surplus πριν περάσουµε στην Second Surplus. Στην περίπτωση ζηµιάς, το κόστος θα κατανεµηθεί µεταξύ ασφαλιστή First Surplus αντασφαλιστή, Second Surplus αντασφαλιστή ανάλογα του αριθµού των τµηµάτων του συνολικού επιπέδου κάλυψης (στο παραπάνω παράδειγµα: 1:L 1 :k 2 ). Σκοπός της Surplus Το συγκεκριµένο είδος αντασφάλισης χρησιµοποιείται για εκείνη την κατηγορία των κινδύνων το µέγεθος των οποίων υπόκειται σε µεγάλη διασπορά (από εκείνη που είναι δυνατόν να εκτιµηθεί αρχικά). Σαν αποτέλεσµα είναι κατάλληλη για κατηγορίες κινδύνων σε χώρους που συνδέονται µε υψηλή κυριότητα (π.χ. Ναυτιλία, Αεροπορία). εν είναι 13 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

κατάλληλη για καλύψεις σε ατοµικό επίπεδο διότι σε αυτές, τόσο το ποσό της κάλυψης όσο και αυτό των ασφαλίστρων είναι χαµηλό συγκριτικά µε τους πόρους του ασφαλιστή. Το συγκεκριµένο είδος αντασφάλισης καθιστά ικανό τον ασφαλιστή να καλυτερεύσει σηµαντικά την εµπειρία τους τις κατηγορίες των µεγάλων κινδύνων προκειµένου να κρατά κινδύνους που επιφέρουν ζηµιές µικρής διασποράς και να εκχωρεί εκείνους που επιφέρουν ζηµιές µεγάλης διασποράς Είναι συνεπώς προτιµητέα από την Quota Share χωρίς όµως να συνυπολογίζεται ο υψηλότερος βαθµός δυσκολίας στην διαχείριση (από εκείνον της Quota Share ) καθώς θα πρέπει να υπάρχει ξεχωριστή πρόσβαση και καταγραφή στο ποσό κάθε κινδύνου που εκχωρείται. Παράδειγµα 1 Ασφαλιστική Εταιρία Α έχει Surplus σύµβαση µε αντασφαλιστική εταιρία Β, σύµφωνα προς την οποία: η µέγιστη κράτηση από την Α ισούται προς 100,000 ασφαλισµένο κεφάλαιο και ο αριθµός των τµηµάτων της συνολικής κάλυψης ισούται προς 10. Στην επέλευση κάποιου κινδύνου, η Α κρατά 50,000 του ασφαλισµένου κεφαλαίου. Το συνολικό ασφαλισµένο κεφάλαιο για τον κίνδυνο ισούται προς 400,000 και ο ασφαλισµένος πληρώνει ασφάλιστρο ίσο προς 2,000. 1. Πως κατανέµεται ο κίνδυνος µεταξύ Α και Β σ αυτή την περίπτωση; 2. Τι ποσό πρέπει να πληρώσουν οι Α και Β αντίστοιχα για ζηµιά α) 50, β) 5,000, γ) 240,000 ; 1) Ο ασφαλιστής κρατά 50,000. Συνεπώς στην σύµβαση ορίζεται ποσό ίσο προς 400,000 µείον 50,000 = 350,000. ηλαδή ο Β αναλαµβάνει 7 τµήµατα πλέον της ιδίας κράτησης. Άρα: Ο κίνδυνος κατανέµεται µε βάση την αναλογία 1:7 Ο Α έχει ιδία κράτηση ποσό ίσο προς 50,000 και εισπράττει ασφάλιστρο ίσο προς 250. Ο Β αναλαµβάνει ποσό ίσο προς 350,000 και εισπράττει ασφάλιστρο ίσο προς 1,750. 14 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Οι αποδιδόµενες, από τον Α και τον Β αντίστοιχα, αποζηµιώσεις περιγράφονται στον παρακάτω πίνακα, ποσά σε : Ποσό Ζηµιάς Αποδοτέα Αποζηµίωση Αποδοτέα Αποζηµίωση από τον Α από τον Β 50 6.25 43.75 5,000 625 4,375 240,000 30,000 210,000 Παράδειγµα 2 Ας υποθέσουµε ότι η εκτίµηση του κινδύνου στο παράδειγµα 1 βασίζεται στην Μέγιστη Αναµενόµενη Ζηµιά καθώς επίσης στο Ασφαλισµένο Κεφάλαιο. Έστω ότι ο κίνδυνος έχει ΜΑΖ ίση προς 120,000 και Ασφαλισµένο Κεφάλαιο ίσο προς 400,000. Στην σύµβαση θα ενσωµατωθεί η ΜΑΖ ως ιδία κράτηση έστω ίση προς 20,000. Ο ασφαλιστής επιθυµεί να κρατήσει 10,000. Πως κατανέµεται ο κίνδυνος µεταξύ Α και Β σ αυτή την περίπτωση; Απάντηση: Παρατηρούµε ότι το τµήµα του επιπέδου της συνολικής κάλυψης ισούται τώρα προς 10,000. Ο Α εάν θέλει µπορεί να επιλέξει έως 10 φορές το ποσό αυτό στην σύµβαση, το οποίο όµως είναι χαµηλότερο από την ΜΑΖ του κινδύνου. Ο Α δηλαδή είναι σε θέση να αποδεχθεί αυτόµατα µόνον τα 11/12 του κινδύνου. Συνεπώς ο Α ή θα πρέπει να αναζητήσει και άλλη σύµβαση (εφόσον ήδη υπάρχει µία), ή θα πρέπει να προβεί σε προαιρετική αντασφάλιση. Σε καµµία περίπτωση πάντως δεν µπορεί να κρατήσει το επιπλέον ποσό των 10,000 διότι κάτω από την Surplus σύµβαση έχει βεβαιώσει ως ιδία κράτηση το ποσό των 10,000 ΜΑΖ. Σηµειώνεται ότι τα όρια κάλυψης της σύµβασης δεν θέτουν κάποιο πρόβληµα σχετικά µε το ασφαλισµένο κεφάλαιο. Συνεπώς η ΜΑΖ κατανέµεται ως: Α 10,000 και Β 100,000 (10 φορές το ποσό των 10,000). Σε εκκρεµότητα: 10,000. 15 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Έστω δεύτερος αντασφαλιστής Β αναλαµβάνει το ποσό που εκκρεµεί. Τότε: Η ΜΑΖ των 120,000, το ασφαλισµένο κεφάλαιο των 400,000 τα ασφάλιστρα και οι ζηµιές που προκύπτουν µεταξύ των Α, Β και Β κατανέµονται όπως: 1:10:1. 16 ΕΙ Η ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

3 ΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE) Η αναλογική αντασφάλιση µπορεί να εφαρµοστεί προκειµένου να επιτευχθεί η διασπορά του κινδύνου και η κατ αναλογία ελάττωση του µεγέθους του κινδύνου που κρατείται από τον ασφαλιστή. Ωστόσο, δεν είναι η πλέον ικανοποιητική για περιπτώσεις πολύ µεγάλων κινδύνων, αφήνοντας σαν συνέπεια ακάλυπτο τον ασφαλιστή στην περίπτωση επέλευσης αυτών. Τέτοιοι κίνδυνοι για παράδειγµα είναι εκείνοι που εµπεριέχουν την κάλυψη της Αστικής Ευθύνης. Σε τέτοιες περιπτώσεις εφαρµόζεται η µη αναλογική αντασφάλιση η οποία διακρίνεται σε: 3.1 ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ ( EXCESS of LOSS ) Βάσει αυτής ο αντασφαλιστής συµφωνεί στην αποζηµίωση του ποσού της ζηµιάς που υπερβαίνει κάποιο συγκεκριµένο επίπεδο κόστους. Ο αντασφαλιστής είναι δυνατόν να καλύψει ολόκληρο το υπερβάλλον ποσό ή µέχρι κάποιο καθορισµένο ανώτατο όριο. Στην τελευταία περίπτωση, ο ασφαλιστής θα πρέπει να αγοράσει διάφορα επίπεδα κάλυψης από διαφορετικούς αντασφαλιστές ούτως ώστε να εξασφαλιστεί επαρκώς στην περίπτωση επέλευσης της ζηµιάς. Παράδειγµα: Ασφαλιστική εταιρία Α, έχει καλυφθεί για ζηµιές έως 500,000 βάσει των παρακάτω συµβάσεων: 1 η Σύµβαση (αντασφαλίστρια Β): 100,000 πέραν των 100,000. ηλαδή: Υπερβάλλον: 100,000, Ανώτατο Όριο 200,000 2 η Σύµβαση (αντασφαλίστρια Β ): 300,000 πέραν των 200,000. ηλαδή: Υπερβάλλον: 300,000, Ανώτατο Όριο 500,000 17 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

Πως αντιµετωπίζονται τα παρακάτω κόστη ζηµιών; α) 80,000, β) 180,000, γ) 280,000, δ) 580,000; Απάντηση: α) Το συνολικό κόστος καλύπτεται από την Α. β) Η Α καλύπτει 100,000 και η Β το υπερβάλλον. γ) Η Α καλύπτει 100,000, η Β 100,000 και η Β το υπερβάλλον. γ) Η Α καλύπτει 100,000, η Β 100,000 και η Β 300,000. Το υπερβάλλον οφείλει να το καλύψει η Α. 3.1.1 Ειδικότερα για την Excess of Loss Προκειµένου να καλυφθεί η αντασφαλίστρια από την αύξηση του ποσού της ζηµιάς λόγω πληθωρισµού απαιτεί την σύνδεση του ανώτατου ποσού της ιδίας κράτησης της ασφαλίστριας εταιρίας µε κάποιο δείκτη, συνήθως τον πληθωρισµό. Απαιτεί δηλαδή το ποσό της ιδίας κράτησης να αυξάνεται ετησίως βάσει γενικά αναγνωρισµένου δείκτη. ιαφορετικά, η αντασφαλίστρια υπόκειται στον κίνδυνο το συνολικό κόστος λόγω πληθωρισµού να προστεθεί στις ζηµιές που έχουν ήδη κόστος πέραν της ιδίας κράτησης και σε συνδυασµό και µε άλλες πιθανές ζηµιές, που έχουν και αυτές αυξηµένο κόστος λόγω πληθωρισµού, να φθάσει στο ανώτατο ποσό κάλυψης που ορίζεται στην σύµβαση. Το ανώτατο όριο κάλυψης µπορεί µε όµοιο τρόπο να συνδέεται µε τον αντίστοιχο δείκτη. Συνήθως η ασφαλίστρια εταιρία καλείται να πληρώσει επιπλέον ασφάλιστρο ως αποζηµίωση στην αντασφαλίστρια για τον προστιθέµενο κίνδυνο εάν το ποσό της ιδίας κράτησης δεν συνδέεται µε κάποιο δείκτη. Είναι βέβαια δυνατόν κάποιο από τα ποσά που ορίζονται στην σύµβαση να συνδέεται µε κάποιον δείκτη και κάποιο να παραµένει σταθερό. 18 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

Όταν στην σύµβαση αναγράφονται δείκτες, στην περίπτωση κάποιου συµβάντος µια τυπική διαδικασία που ακολουθείται στην πράξη προκειµένου να κατανεµηθεί η ζηµιά µεταξύ της ασφαλίστριας και της αντασφαλίστριας εταιρίας είναι η παρακάτω: α) αποπληθωρίζουµε όλα τα ποσά φέρνοντάς τα στα αντίστοιχα επίπεδα κατά την σύναψη της σύµβασης. β) κατανέµουµε τα αποπληθωρισµένα ποσά µεταξύ ασφαλίστριας και αντασφαλίστριας. γ) εφαρµόζουµε την αύξηση του πληθωρισµού στα κατανεµηθέντα ποσά φέρνοντάς στα στην ηµεροµηνία της πληρωµής. Παράδειγµα: Έστω αντασφαλιστικές συµβάσεις: Κράτηση της ασφαλίστριας εταιρίας Α Ανώτατο ποσό κάλυψης 1 η Σύµβαση Β 100,000 (συνδεδεµένα µε δείκτη) 200,000 (συνδεδεµένα µε δείκτη) 2 η Σύµβαση Β 200,000 (συνδεδεµένα µε δείκτη) 500,000 (σταθερό) Ο δείκτης κατά την ηµεροµηνία σύναψης της σύµβασης ισούται προς 100. Έστω ότι η ζηµιά κλείνει από την ασφαλίστρια σε δύο στάδια όπως παρακάτω: 55,000 µε δείκτη 110 και επιπλέον 345,000 µε δείκτη 115. Αποπληθωρίζοντας τις πληρωµές έχουµε την παρακάτω κατανοµή της ζηµιάς: Πραγµατικό Ποσό είκτης Αρχικό Ποσό Επιµερισµός Α Β Β 55,000 110 50,000 50,000 - - 345,000 115 300,000 50,000 100,000 150,000 Εφαρµόζοντας τον πληθωρισµό στα παραπάνω ποσά έχουµε: Πληρωµή Α: 50,000 * 1.10 + 50,000 * 1.15 = 112,500 Πληρωµή Β: 0 * 1.10 + 100,000 * 1.15 = 115,000 19 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

Πληρωµή Β : 0 * 1.10 + 150,000 * 1.15 = 172,500 Συνολική Πληρωµή: 400,000 Σηµείωση: Σε πολλές περιπτώσεις η ασφαλίστρια επιθυµεί στην ίδια σύµβαση να αντασφαλίσει κάθε κίνδυνο, για το σύνολο των καλύψεων που αναγράφονται στην σύµβαση ή να καλύψει αθροιστικά σύνολο ζηµιών αιτία κοινού κινδύνου όπως οι προερχόµενες από µεγάλη φυσική καταστροφή. Σε τέτοια περίπτωση η Excess of Loss είναι γνωστή ως Risk Excess of Loss Ζηµιές που καλύπτονται σε τέτοια συνθήκη θέτουν σε αντιστοιχία κάθε µία ζηµιά µε τον κίνδυνο που την προκαλεί. Η αντασφαλίστρια κατά την σύναψη τέτοιων συνθηκών έχει δικαίωµα να θέσει ανώτατο όριο στο συνολικό αντασφαλιζόµενο ποσό εσωκλείοντας ρήτρα όπως: Η κάλυψη περιορίζεται στο επίπεδο των 100,000 που υπερβαίνει τα 100,000 και συνολικά στο επίπεδο των 1,000,000. Εναλλακτικά έχει το δικαίωµα να περιορίσει τον αριθµό των κινδύνων που επιθυµεί η ασφαλίστρια εταιρία. 3.2 ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΣΥΝΟΛΟΥ ΖΗΜΙΩΝ (AGGREGATE EXCESS of LOSS) Είναι δυνατόν, να λάβουν χώρα γεγονότα εξαιτίας των οποίων να προκληθούν ταυτόχρονα διάφοροι ασφαλίσιµοι κίνδυνοι ( µεγάλης έκτασης πυρκαγιά, έκρηξη, πολλαπλή σύγκρουση) οι οποίοι µπορεί να οδηγήσουν σε µία συνάθροιση ζηµιών για την ασφαλίστρια. Και ενώ το κόστος κάθε µίας είναι σε επίπεδα που η ασφαλίστρια είναι σε θέση να αντιµετωπίσει, το απαιτούµενο ποσό για να καλυφθεί το κόστος αυτών συνολικά απαιτεί ιδιαίτερα υψηλή εκταµίευση από αυτήν. Συνεπώς, η ασφαλίστρια χρειάζεται έναν διαφορετικό τύπο αντασφαλιστικής κάλυψης κάτω από την οποία όλες οι ζηµιές οι προερχόµενες από µοναδικό γεγονός λαµβάνονται ως σύνολο, µε στόχο πλέον την κάλυψη του συνόλου (κάτω από αυτήν την σύµβαση). 20 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

Η ουσιαστική διαφορά µεταξύ της Risk Excess of Loss και της Aggregate Excess of Loss αντασφαλιστικής σύµβασης βρίσκεται στον ορισµό που αποδίδεται στο γεγονός. Σύµφωνα προς την Aggregate Excess of Loss η ζηµιά περιλαµβάνει όλες εκείνες τις επιµέρους ζηµιές οι οποίες προκαλούνται από µοναδικό γεγονός συνήθως ξαφνικό και φανερά αναγνωρίσιµο. (στις περιπτώσεις όπου η χρονική διάρκεια του γεγονότος το καθιστά λιγότερο εύκολο στο να αναγνωριστεί χρειάζεται προσεκτική διατύπωση στον ορισµό αυτού κατά την σύναψη της σύµβασης). Όπως και στην Risk Excess of Loss στην σύµβαση είναι δυνατόν να τεθεί ανώτατο ποσό κάλυψης από την αντασφαλίστρια. Είναι επίσης δυνατόν να τεθεί ανώτατο όριο στο συνολικό ποσό που πρέπει να πληρωθεί σε ένα έτος από όλα τα γεγονότα, συνήθως περιορίζοντας τον αριθµό των ζηµιών που είναι δυνατόν να λάβουν χώρα. 3.3 ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΠΕΡΒΑΛΛΟΥΣΑΣ ΖΗΜΙΑΣ (CATASTROPHE EXCESS of LOSS) Στην πλέον ακραία περίπτωση ένα γεγονός µπορεί να είναι καταστροφικό προκαλώντας εκατοντάδες ακόµα και χιλιάδες απώλειες αιτία διαφορετικών ασφαλίσιµων κινδύνων. Τέτοια γεγονότα αποτελούν συνήθως τα ακραία φυσικά φαινόµενα όπως ο σεισµός, η πληµµύρα, η ανεµοθύελλα, η παγωνιά. Αποτελούν επίσης καταστάσεις προκαλούµενες από ανθρώπινο παράγοντα όπως η ελαττωµατική παραγωγή φαρµάκων, η µόλυνση από τοξικά απόβλητα. Τα τελευταία έχουν παρόµοιο αν όχι ακόµα µεγαλύτερο ενδεχόµενο κόστος. 3.4 ΟΡΙΣΜΟΣ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ Η βασική διαφορά µεταξύ της Catastrophe Excess of Loss και της Aggregate Excess of Loss έγκειται στο σηµαντικά υψηλότερο επίπεδο του συνολικού ποσού κάλυψης κάτω από 21 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

την Catastrophe Excess of Loss. Το γεγονός επίσης που προκαλεί τον καταστροφικό κίνδυνο πρέπει να ορισθεί πολύ προσεκτικά καθώς δεν ενεργεί πάντα στιγµιαία και µπορεί να εξαπλώνεται σε ευρεία γεωγραφική περιοχή. Μια ισχυρή ανεµοθύελλα για παράδειγµα µπορεί να διαρκεί για αρκετές ηµέρες. Μπορεί ακόµα να µετριαστεί η έντασή της προκαλώντας επιπλέον κύµατα καταστροφής. Για τον λόγο αυτό, η αντασφαλίστρια συνήθως περιορίζει τις ζηµιές τις προκαλούµενες από ανεµοθύελλα στο σύνολο εκείνων που προκαλούνται στον συνεχή χρόνο των 72 ωρών. Ενώ τις ζηµιές που προκαλούνται από παγωνιά, τις περιορίζει αντίστοιχα στον συνεχή χρόνο των 96 ωρών. Κάθε τέτοια περίοδος αποκαλείται Ρήτρα Χρονικής Περιόδου (Hours Clause). Όταν τέτοιου είδους καταστάσεις συµβαίνουν επί µακρόν, η ασφαλίστρια εταιρία µπορεί να επιλέξει την µέγιστη δυνατή περίοδο κάλυψης. Όταν τέτοια γεγονότα παίρνουν µεγάλη έκταση η ασφαλίστρια εταιρία δύναται να αντασφαλιστεί για πέραν της µίας καταστροφική ζηµιάς κάτω από την σύµβαση, µολονότι οι επιλεγόµενες χρονικές περίοδοι πρέπει να ξεχωρίζουν σε καθορισµένα χρονικά διαστήµατα τα οποία ορίζονται στην σύµβαση. Για παράδειγµα τον Ιανουάριο του 1990 όταν ανεµοθύελλα έπληξε την Αγγλία και την Βόρεια Ευρώπη, πολλές ασφαλιστικές επιχειρήσεις ανέφεραν δύο ζηµιές, εξαιτίας της χρονικής περιόδου και της έκτασης όπου το φυσικό αυτό φαινόµενο έλαβε χώρα. Υπάρχει ωστόσο αυστηρά καθορισµένο όριο στον αριθµό των καταστροφικών ζηµιών που δύνανται να λάβουν χώρα κάτω από µία σύµβαση Catastrophe Excess of Loss. Συχνά, µόνον δύο τέτοια γεγονότα επιτρέπονται. 3.5 ΑΝΑΝΕΩΣΕΙΣ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΙΣΧΥ Για συγκεκριµένη κατηγορία καλύψεων, µία ζηµιά είναι δυνατόν να λήξει την προσφερόµενη κάλυψη την οποία εφόσον η ασφαλιστική επιχείρηση επιθυµεί δύναται να ανανεώσει καταβάλλοντας στην αντασφαλίστρια εταιρία επιπλέον ασφάλιστρο. 22 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)

Κατά τον ίδιο τρόπο, η ανατασφαλίστρια µπορεί να θέσει όριο στον αριθµό των ζηµιών (ή των ανανεώσεων) που δύνανται να λάβουν χώρα από την ασφαλίστρια σε µια Excess of Loss σύµβαση, ακόµα κι εάν χρησιµοποιούν τµήµα της συνολικής αξίας της κάλυψης που αρχικά είχε αποδοθεί. Ωστόσο, για κάποιες κατηγορίες κινδύνων, η αντασφαλίστρια µπορεί να θεωρηθεί αρκετά γενναιόδωρη. Για ένα πρώτο επίπεδο κάλυψης, η αντασφαλίστρια συνήθως προσφέρει απεριόριστο αριθµό ανανεώσεων (µε η χωρίς επιπλέον κόστος). Η εµπειρία τα τελευταία χρόνια, δείχνει ότι ο αριθµός των επιτρεπόµενων ανανεώσεων έχει σηµαντικά ελαττωθεί. Σαν αποτέλεσµα για τις Risk Excess of Loss καλύψεις συναντούµε συνήθως δύο µε τρεις επιτρεπόµενες ανανεώσεις µε πρόβλεψη έως δύο επαναλήψεις της ιδίας κάλυψης κάθε φορά στο ίδιο ποσό του αρχικού ασφαλίστρου. Για υψηλότερα επίπεδα κάλυψης (συµπεριλαµβανοµένης και της Aggregate Excess of Loss) η αντασφαλίστρια αναµένεται να αναλαµβάνει σχετικά µικρό αριθµό ζηµιών σε κάθε περίπτωση και να συναινεί σε αυστηρά περιορισµένο αριθµό ανανεώσεων µε επιπλέον ασφάλιστρο κατόπιν επελεύσεως της ζηµιάς στην ασφαλίστρια. Για την Catastrophic Excess of Loss, οι ανανεώσεις είναι περιορισµένες. Συχνά µόνον µία ζηµιά καλύπτεται ή κατά το µέγιστο δύο µε τρεις. Ανανέωση της κάλυψης µετά την πρώτη ζηµιά χρειάζεται πάντα πληρωµή επιπλέον ασφαλίστρου ακόµη και όταν µόνον τµήµα της αρχικά παρεχόµενης κάλυψης έχει εκπνεύσει από την πρώτη ζηµιά. Ο υπολογισµός του επιπλέον ασφαλίστρου διαφέρει σηµαντικά σε κάθε περίπτωση εξαιτίας της διαφορετικής φύσης του κινδύνου και της παρεχόµενης κάλυψης. Η ανανέωση είναι δυνατόν να υπολογιστεί αναλογικά σύµφωνα προς το κοµµάτι της κάλυψης που εκπνέει και της περιόδου της κάλυψης που αποµένει. Έστω για παράδειγµα µια σύµβαση Catastrophic Excess of Loss δίδει κάλυψη Excess of Loss για 40,000,000 µε Excess of Loss 10,000,000. Μία πληρωµή 10,000,000 λαµβάνει χώρα 23 UΜΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ (NON PROPORTIONAL REINSURANCE)