ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕ ΕΞΕΣΑΕΙ Γ ΣΑΞΗ ΗΜΕΡΗΙΟΤ ΓΕΝΙΚΟΤ ΛΤΚΕΙΟΤ ΔΕΤΣΕΡΑ 25 ΜΑΪΟΤ 2015 - ΕΞΕΣΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΣΙΚΗ ΚΑΣΕΤΘΤΝΗ Διδαγμένο κείμενο Πλάτωνος Πρωταγόρας (322a-d) Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις ὅτ οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται δὲ ὧδε εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω»; «Ἐπὶ πάντας», ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν καὶ νόμον γε θὲς παρ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως».
Α1. Από το παραπάνω κείμενο να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του αποσπάσματος: «Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι... φιλίας συναγωγοί». Β1.«Ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας»: Να ερμηνεύσετε τη φράση. Β2. «Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι... μετεχόντων»: Από ποιες φάσεις διέρχεται η προσπάθεια των ανθρώπων να δημιουργήσουν πολιτικά οργανωμένες κοινωνίες, σύμφωνα με το απόσπασμα; Β3. Με βάση το απόσπασμα «οὐ γὰρ ἂν γένοιντο... ὡς νόσον πόλεως» του πρωτότυπου κειμένου και το μεταφρασμένο απόσπασμα που ακολουθεί, να δικαιολογήσετε την επιβολή της θανατικής ποινής σε όσους δεν μετέχουν στην πολιτική αρετή, παρόλο που ο Δίας την είχε δωρίσει σε όλους. Πλάτωνος Πρωταγόρας (326e) Ότι το πράγμα αυτό 1 το θεωρούν διδακτό και στο ιδιωτικό και στο δημόσιο επίπεδο, το αποδείξαμε ήδη. Ενώ όμως είναι το πράγμα αυτό διδακτό, αφού είναι κάτι που μπορεί να φροντίσει και να καλλιεργήσει κανείς, αυτοί διδάσκουν στους γιους τους τα άλλα, των οποίων η άγνοια δεν πρόκειται να επιφέρει ως ποινή τον θάνατο, αυτό όμως, την αρετή, που εάν τα αγόρια δεν τη μάθουν και δεν τη φροντίσουν, μπορεί να υποστούν ως ποινή και τον θάνατο και την εξορία και τη δήμευση της περιουσίας εκτός από τη θανάτωση και, με μια λέξη, τη συνολική καταστροφή του οἴκου τους, αυτή δεν τη διδάσκουν και δεν τη φροντίζουν με κάθε δυνατή επιμέλεια! 1 την αρετή Β4. Να γράψετε στο τετράδιό σας, δίπλα στο γράμμα που αντιστοιχεί σε καθεμιά από τις παρακάτω θέσεις, τη λέξη ωστό, αν είναι σωστή, ή τη λέξη Λάθος, αν είναι λανθασμένη: α. Η δίκη και καταδίκη του Σωκράτη ήταν πολιτική δίωξη. β. Ο Πλάτων με τα ταξίδια του στη Σικελία κατάφερε να εφαρμόσει το πολιτικό του όραμα. γ. Ο Πλάτων ανέλαβε πολιτικά αξιώματα στην Αθήνα. δ. Οι λογοτεχνικές ικανότητες του Πλάτωνα αποτυπώνονται στον «Πρωταγόρα». ε. Στον διάλογο «Πρωταγόρας» ο Σωκράτης και ο Πρωταγόρας συμφώνησαν ότι η αρετή είναι διδακτή. Β5. Να βρείτε στο παραπάνω διδαγμένο κείμενο μία ετυμολογικά συγγενή λέξη, απλή ή σύνθετη, για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις της αρχαίας ελληνικής: λοχαγός, ἀγαλλίασις, θρέψις, βαθμίς, ἄφιξις, ὀχυρός, διάδημα, νεογνός, ὀλέθριος, δεισιδαίμων.
Γ. Αδίδακτο κείμενο Θουκυδίδου Ἱστορίαι Α. 15. 1-2 (εκδ. Teubner) Τά μὲν οὖν ναυτικὰ τῶν Ἑλλήνων τοιαῦτα ἦν, τά τε παλαιὰ καὶ τὰ ὕστερον γενόμενα. ἰσχὺν δὲ περιεποιήσαντο ὅμως οὐκ ἐλαχίστην οἱ προσσχόντες αὐτοῖς χρημάτων τε προσόδῳ καὶ ἄλλων ἀρχῇ ἐπιπλέοντες γὰρ τὰς νήσους κατεστρέφοντο, καὶ μάλιστα ὅσοι μὴ διαρκῆ εἶχον χώραν. κατὰ γῆν δὲ πόλεμος, ὅθεν τισὶ καὶ δύναμις παρεγένετο, οὐδεὶς ξυνέστη πάντες δὲ ἦσαν, ὅσοι καὶ ἐγένοντο, πρὸς ὁμόρους τοὺς σφετέρους ἑκάστοις, καὶ ἐκδήμους στρατείας πολὺ ἀπὸ τῆς ἑαυτῶν ἐπ ἄλλων καταστροφῇ οὐκ ἐξῇσαν οἱ Ἕλληνες. οὐ γὰρ ξυνειστήκεσαν πρὸς τὰς μεγίστας πόλεις ὑπήκοοι, οὐδ αὖ αὐτοὶ ἀπὸ τῆς ἴσης κοινὰς στρατείας ἐποιοῦντο *<+. ἐξῇσαν στρατείας = έκαναν εκστρατείες Γ1. Να γράψετε στο τετράδιό σας τη μετάφραση του κειμένου. Μονάδες 20 Γ2. Να γράψετε τους ζητούμενους τύπους για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις του κειμένου: ἦν : το τρίτο ενικό πρόσωπο οριστικής μέλλοντα ἐλαχίστην : τη δοτική πληθυντικού του συγκριτικού βαθμού στο ίδιο γένος προσσχόντες : το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο υποτακτικής του ίδιου χρόνου στην ίδια φωνή ἐπιπλέοντες : το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο προστακτικής του ίδιου χρόνου στην ίδια φωνή κατεστρέφοντο : το τρίτο ενικό πρόσωπο προστακτικής παρακειμένου στην ίδια φωνή μάλιστα : τον θετικό βαθμό διαρκῆ : την κλητική ενικού του αρσενικού γένους ἐκδήμους : τη δοτική πληθυντικού του θηλυκού γένους οὐδείς : τη γενική ενικού του θηλυκού γένους ἐξῇσαν : το απαρέμφατο του αορίστου β. Γ3.α. Να γίνει πλήρης συντακτική αναγνώριση των παρακάτω τύπων: τὰ ναυτικά, αὐτοῖς, ἄλλων (το πρώτο στο κείμενο), ἐπὶ καταστροφῇ, ὑπήκοοι. μονάδες 5 Γ3.β. «ἰσχὺν δὲ περιεποιήσαντο ὅμως οὐκ ἐλαχίστην οἱ προσσχόντες αὐτοῖς»: Να μεταφέρετε την παραπάνω πρόταση στον πλάγιο λόγο με όλους τους δυνατούς τρόπους, με εξάρτηση από τη φράση: «Ἅπαντες γιγνώσκουσι». μονάδες 5
ΠΡΟΣΕΙΝΟΜΕΝΕ ΑΠΑΝΣΗΕΙ ΘΕΜΑΣΩΝ Α1. Με αυτά, λοιπόν, τα μέσα εφοδιασμένοι οι άνθρωποι κατοικούσαν στην αρχή διασκορπισμένοι, πόλεις όμως δεν υπήρχαν αφανίζονταν, λοιπόν, από τα θηρία, γιατί ήταν από κάθε άποψη πιο αδύναμοι από αυτά και οι τεχνικές γνώσεις ήταν βέβαια ικανοποιητικός βοηθός τους για την ανεύρεση της τροφής, ανεπαρκής όμως για τον πόλεμο με τα θηρία γιατί δεν κατείχαν ακόμη την πολιτική τέχνη, μέρος της οποίας είναι η πολεμική τέχνη επιδίωκαν, λοιπόν, να συγκεντρώνονται (ή : να συναθροίζονται) και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις κάθε φορά, λοιπόν, που συγκεντρώνονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλον, επειδή δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη, με αποτέλεσμα να διασκορπίζονται και να αφανίζονται. Ο Δίας, λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας μήπως χαθεί εντελώς, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους το σεβασμό και τη δικαιοσύνη, για να εξασφαλίζουν την τάξη στις πόλεις και να αποτελούν συνεκτικούς δεσμούς φιλίας (ανάμεσα στους ανθρώπους). Β1. Με την έντεχνο σοφία και τη φωτιά που πήρε ο άνθρωπος ως δώρα από τον Προμηθέα πέτυχε να δημιουργήσει πολιτισμό, να μεταβάλει την όψη της φύσης και να θέσει τις φυσικές δυνάμεις στην υπηρεσία των ανθρώπινων αναγκών, ως δημιουργός-θεός. Ειδικότερα, επειδή ο άνθρωπος έλαβε μέρος στη θεϊκή φύση, δημιούργησε θρησκεία («ἐνόμισε θεούς»), γλώσσα («φωνὴ καὶ... τῇ τέχνῃ»), υλικοτεχνικό πολιτισμό («οἰκήσεις... τροφάς ηὕρετο») και έκανε αποτυχημένη απόπειρα δημιουργίας πόλεων. Η δύναμη της φωτιάς αποτελούσε αποκλειστικό κτήμα των θεών, ένα από τα μυστικά της θεϊκής δύναμης, που κατόρθωσε να οικειοποιηθεί ο άνθρωπος κι έτσι να αποκτήσει συμμετοχή στη θεϊκή φύση και να γίνει και ο ίδιος δημιουργός. Η φωτιά αποτελεί το θεϊκό μερίδιο («θείας μοίρας») που είχαν την τύχη, χάρη στην παρέμβαση του Προμηθέα, να λάβουν οι άνθρωποι. Είναι θεϊκό: α) γιατί το κατείχαν μέχρι τότε μόνον οι θεοί, β) γιατί οι άνθρωποι το απέκτησαν με θεϊκή παρέμβαση του Προμηθέα, γ) γιατί, επιτρέποντας στον άνθρωπο να αναπτύξει πολιτισμό, του επέτρεψε, κατά συνέπεια, να γνωρίσει την ύπαρξη των θεών («ἐνόμισε θεοὺς»). Η πρώτη κι άμεση συνέπεια του δώρου της φωτιάς, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, είναι ακριβώς η εμφάνιση της θρησκείας. Με την εμφάνιση της θρησκείας δημιουργήθηκαν κοινωνίες αλλά χωρίς πολιτική αρετή. Έτσι, ο Δίας μοίρασε την αιδώ και τη δίκη για να συγκρατήσει και να ενισχύσει την κοινωνική δομή. Οι άνθρωποι λοιπόν απέκτησαν-διδάχθηκαν την πολιτική αρετή από τους θεούς. Β2. Ο άνθρωπος, εξαιτίας του Προμηθέα, έχει φτάσει στο επίπεδο του έλλογου όντος και προσπαθεί να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο των θηρίων και να δημιουργήσει πολιτική κοινωνία. Στην αρχή οι άνθρωποι κατοικούσαν διασκορπισμένοι («ᾤκουν σποράδην»). Κινδύνευαν όμως από τα θηρία, τα οποία δεν μπορούσαν να τα αντιμετωπίσουν εξαιτίας της έλλειψης σωματικών δυνατοτήτων σε σχέση με αυτά και της πολεμικής τέχνης, προϋπόθεση της οποίας ήταν η πολιτική οργάνωση. Έτσι, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αυτούς τους κινδύνους, αναγκάζονται να συγκεντρωθούν και να συγκροτήσουν τις πρώτες μορφές κοινωνίας. Η ανάγκη αυτή ενεργοποιεί την ανθρώπινη ευρηματικότητα, η οποία εκδηλώνεται άμεσα και
πρωτόγονα με την πράξη της αθροιστικής συνύπαρξης των ανθρώπων για την αντιμετώπιση του κινδύνου από τα άγρια ζώα. Συγκεκριμένα στο απόσπασμα «ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις ὅτ οὖν ἁθροισθεῖεν» ο Πρωταγόρας κάνει λόγο για μια πρώτη προσπάθεια δημιουργίας πόλεων, τάσης συνύπαρξης χωρίς όμως οργάνωση και αποκατάσταση λειτουργικών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη αυτών των πρώτων κοινωνικών συνυπάρξεων, όπως φαίνεται από την επανάληψη του ρήματος «ἁθροίζω». Αυτό υπήρξε χρονοβόρο, όπως δηλώνει η χρήση του ρήματος «ἐζήτουν». Επιπλέον, η κατασκευαστική ικανότητα του ανθρώπου («κτίζοντες πόλεις») προβάλλεται πάλι και ως τρόπος σωτηρίας αλλά και ως αποτέλεσμα στην εμφάνιση των πόλεων η οποία προηγείται χρονικά σε σχέση με τους θεσμούς της και τον άυλο πολιτισμό της που ακολουθεί. Επομένως, η τάση κοινωνικής συνύπαρξης δεν εκδηλώνεται από εσωτερική αναγκαιότητα του ανθρώπου, αλλά από την εξωτερική αναγκαιότητα που επιβάλλει η φυσική υπεροχή των άγριων θηρίων. Αποτέλεσμα της πρώτης κοινωνικής εκδήλωσης των ανθρώπων ήταν η εμφάνιση ενός πρόσθετου κινδύνου αφανισμού τους. Λόγω της έλλειψης πολιτικής οργάνωσης οι άνθρωποι άρχισαν να αδικούν ο ένας τον άλλον («ἠδίκουν ἀλλήλους») και να αλληλοσκοτώνονται, με αποτέλεσμα να βρεθούν και πάλι στην ίδια κατάσταση («ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι διεφθείροντο»). Η επιστροφή τους στην προηγούμενη κατάσταση τους εξέθετε στον κίνδυνο των θηρίων, ενώ η συνύπαρξή τους τούς εξέθετε στον κίνδυνο της αλληλοεξόντωσής τους. Μέχρι το σημείο αυτό είναι φανερό ότι το ανθρώπινο είδος βρίσκεται πάλι αντιμέτωπο με την ανάγκη της επιβίωσής του. Στη συνέχεια, ο Πρωταγόρας παρουσιάζει τον Δία να ανησυχεί για τη δύσκολη θέση των ανθρώπων και να δείχνει το ενδιαφέρον του στέλνοντας τον Ερμή να τους δώσει την αιδώ και τη δίκη. Έτσι, φροντίζει για την πολιτισμένη συμβίωσή τους σε οργανωμένη πια πολιτική κοινωνία. Β3. Επειδή ο Δίας δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την καθολικότητα της πολιτικής αρετής, καθώς αυτή δεν ήταν μέρος της αρχικής φύσης αλλά δόθηκε στους ανθρώπους σε μεταγενέστερο στάδιο από τη δημιουργία τους, διατάζει τον Ερμή να θεσπίσει έναν εξαιρετικά αυστηρό νόμο εκπορευόμενο από τον ίδιο, που ορίζει την ποινή του θανάτου για τον άνθρωπο που δεν μετέχει στην αιδώ και τη δίκη. Το γεγονός ότι κρίνεται σκόπιμη η θέσπιση ενός τέτοιου νόμου καταδεικνύει την αναγκαιότητα της καθολικής συμμετοχής των ανθρώπων στις συνιστώσες της πολιτικής αρετής, την αιδώ και τη δίκη. Οι απράγμονες απομακρύνονταιθανατώνονται από την πόλη ως επιβλαβείς γι αυτήν «ὡς νόσον πόλεως», εφόσον η συμμετοχή στα κοινά αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο μιας δημοκρατικής πολιτείας. Αξίζει να επισημανθεί η αντίφαση που δημιουργείται καθώς ο Δίας από τη μια μοιράζει την πολιτική αρετή σε όλους (καθολικότητα της πολιτικής αρετής), ενώ από την άλλη προβλέπει νόμο που ορίζει την ποινή του θανάτου σε περίπτωση μη συμμετοχής στην πολιτική αρετή, δηλαδή προβλέπει ότι ενδέχεται να μη συμμετέχουν όλοι σε αυτή. Η αντίφαση όμως αυτή αίρεται, αν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι, σύμφωνα με το μύθο, ο Δίας μοιράζει την πολιτική αρετή ως προς το δυνάμει σε όλους κι όχι ως προς το ενεργείᾳ. Ο πολίτης που δεν διαθέτει την αιδώ και τη δίκη είναι στοιχείο επικίνδυνο για τον κοινωνικό οργανισμό, κατά τον Πρωταγόρα, και πρέπει να αφανίζεται. Όποιος δηλαδή δεν κατέχει την πολιτική αρετή, αποτελεί νοσηρό στοιχείο της πόλης που έχει το δικαίωμα να τον τιμωρήσει, αφού πρώτα
προσπαθήσει να τον διορθώσει με όλα τα μέσα. Σήμερα, βέβαια, η θανάτωση θεωρείται σκληρό κι απάνθρωπο μέσο. Ο Δίας δεν μπορεί να διασφαλίσει την καθολικότητα των δύο αρετών στους ανθρώπους, εφόσον δεν αποτελούν μέρος της αρχικής τους φύσης. Πέρα από το μυθολογικό πλαίσιο, ο νόμος αυτός, η ποινή που επιβάλλεται από τον Δία, εκφράζει την αναγκαιότητα εφαρμογής των ηθικών κανόνων και της δικαιοσύνης. Εξάλλου, σε αυτό το συμπέρασμα οδηγήθηκε ο άνθρωπος με το πέρασμα του χρόνου και τις πικρές εμπειρίες του αφανισμού. Οι άνθρωποι είχαν την ικανότητα και τη νοημοσύνη να μαθαίνουν διάφορες τέχνες, αλλά συμπεριφέρονταν μεταξύ τους με αγριότητα και δεν μπορούσαν να συνεργαστούν, διότι η αρετή αυτή καθαυτή δεν ήταν στην αρχή μέρος της ανθρώπινης φύσης. Η ανθρώπινη φύση φέρει, όμως, μέσα της τη δυνατότητα για να εξελιχθεί ηθικά. Γι αυτό και είναι αναγκαία η διδασκαλία έτσι, η ύψιστη σημασία της αιδούς και της δίκης επιβεβαιώνει την πρωταγόρεια άποψη ότι όλοι πρέπει να μετέχουν στην αρετή. Στο μεταφρασμένο απόσπασμα ο Πρωταγόρας, έχοντας αφαιρέσει το μυθολογικό περίβλημα και έχοντας προχωρήσει στη λογική τεκμηρίωση της θέσης του, απαντά στο δεύτερο επιχείρημα του Σωκράτη ότι οι μεγάλοι πολιτικοί άνδρες δεν μπορούν και γι αυτό δε διδάσκουν στα παιδιά τους την πολιτική αρετή. B4. α. Σωστό β. Λάθος γ. Λάθος δ. Σωστό ε. Λάθος Β5. λοχαγός: ἄγοντα, συναγωγοί ἀγαλλίασις: ἀγάλματα θρέψις: τροφήν βαθμίς: βωμούς ἄφιξις: ἱκανή ὀχυρός: εἶχον, μετέσχε, μετεχόντων, μετέχειν διάδημα: ὑποδέσεις νεογνός: γένοιντο ὀλέθριος: ἀπόλοιτο δεισιδαίμων: δείσας Γ1. Οι ναυτικές υποθέσεις λοιπόν των Ελλήνων ήταν τέτοιες και αυτές που έγιναν κατά το παρελθόν και οι μετέπειτα. Αυτοί όμως οι οποίοι αφοσιώθηκαν σε αυτά απέκτησαν πολύ μεγάλη δύναμη και από την απόκτηση χρημάτων και από την κυριαρχία τους πάνω σε άλλους πλέοντας δηλαδή εναντίον των νησιών, άρχισαν να τα υποτάσσουν και κυρίως όσοι δεν είχαν επαρκή τόπο εγκατάστασης. Κανένας πόλεμος όμως στη στεριά, από τον οποίο να προστέθηκε δύναμη σε κάποιους, δεν πραγματοποιήθηκε όλοι όσοι έγιναν ήταν πόλεμοι προς τους γειτονικούς λαούς του καθενός και οι Έλληνες δεν έκαναν μακρινές εκστρατείες πολύ έξω απ τη χώρα τους με σκοπό την υποταγή των άλλων. Γιατί δεν είχαν συνασπιστεί ως υπήκοοι με τις πολύ μεγάλες πόλεις, ούτε πάλι αυτοί έκαναν κοινές εκστρατείες ως ισότιμα μέλη.
Γ2. ἔσται ἐλάττοσι πρόσσχωμεν ἐπιπλεῖτε κατεστράφθω μάλα διαρκές ἐκδήμοις οὐδεμιᾶς ἐξελθεῖν Γ3α. τά ναυτικά: υποκείμενο στο ρήμα «ἦν» (αττική σύνταξη). αὐτοῖς: αντικείμενο στη μετοχή «προσσχόντες». ἄλλων: ονοματικός ετερόπτωτος προσδιορισμός, γενική αντικειμενική στο «ἀρχῇ». ἐπί καταστροφῇ: εμπρόθετος επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού στο «οὐκ ἐξῇσαν». ὑπήκοοι: επιρρηματικό κατηγορούμενο του τρόπου που αναφέρεται στο εννοούμενο «Ἕλληνες» και εξαρτάται από το «οὐ ξυνειστήκεσαν». Γ3β. 1. Ειδική πρόταση: Ἅπαντες γιγνώσκουσι ὅτι ἰσχύν δέ περιεποιήσαντο ὅμως οὐκ ἐλαχίστην οἱ προσσχόντες αὐτοῖς. 2. Κατηγορηματική μετοχή: Ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δέ περιποιησαμένους ὅμως οὐκ ἐλαχίστην τους προσσχόντας αὐτοῖς. 3. Ειδικό απαρέμφατο (σπανιότερα): Ἅπαντες γιγνώσκουσι ἰσχύν δέ περιποιήσασθαι ὅμως οὐκ ἐλαχίστην τούς προσσχόντας αὐτοῖς.