Εισήγηση στην εκδήλωση του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Ν. Λάρισας µε θέµα : «Το νέο θεσµικό πλαίσιο για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισµούς» Κυρίες και Κύριοι, Αγαπητοί φίλοι και συνάδελφοι Α. ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ Ένα από τα θέµατα που αναφέρονται στον τοµέα της αρχιτεκτονικής και απασχολούν τα συλλογικά όργανα των Αρχιτεκτόνων αφορά τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισµούς. Η συζήτηση σχετικά µε το θεσµικό πλαίσιο και την ενδεχόµενη βελτίωσή του γίνεται σε ένα δυσµενές περιβάλλον αφού οι φορείς του ηµοσίου ουδόλως απασχολούνται µε την έννοια της αρχιτεκτονικής µε τη σηµασία που έχει ένα κτίριο δηµοσίου χαρακτήρα για τον αστικό χώρο και για τους πολίτες. Ουδόλως προβληµατίζονται για τη χρήση του θεσµού των αρχιτεκτονικών διαγωνισµών σε έργα πολεοδοµικού ή αρχιτεκτονικού χαρακτήρα αρκούµενοι στην υλοποίηση «τεχνικού έργου» αµφίβολης ποιότητας και αισθητικής. «Τα εργαλεία» για την υλοποίηση των έργων δηµοσίου χαρακτήρα συνίστανται στην : Καταστρατήγηση των διατάξεων του Ν. 716/77 και την απευθείας ανάθεση µελετών Απευθείας ανάθεση µελετών δια µέσου των «ερευνητικών προγραµµάτων» Απίστευτη εφαρµογή του συστήµατος της µελετοκατασκευής. Παραγωγή έργων δηµοσίου χαρακτήρα µε τυποποιηµένες διαδικασίες και ανεπαρκείς µελέτες. Σε αυτό το περιβάλλον η προκήρυξη διαγωνισµών µε το σταγονόµετρο, αποτελεί τη φυσιολογική εξέλιξη, για την οποία ελάχιστη ευθύνη έχει το ισχύον θεσµικό πλαίσιο και η σχετική Υπουργική Απόφαση. Η µη διενέργεια αρχιτεκτονικών διαγωνισµών πιστοποιεί απλώς την ανεπάρκεια των φορέων του δηµοσίου, οι οποίοι δε συγκινούνται από τις «θεωρίες περί την αρχιτεκτονική» έχοντας θεµελιώσει την αντίληψη πως καλώς πράττουν, δηµιουργώντας ωστόσο έναν αστικό χώρο οµοιόµορφο, χωρίς άποψη, χωρίς ενδιαφέρον, µε εργαλεία τα παραπάνω αναφερθέντα συνεπικουρούµενα από τον ΓΟΚ και την
2 πανσπερµία των πάσης φύσεως τεχνικών, που τα φτιάχνουν και τα σφραγίζουν όλα «γρήγορα, αποτελεσµατικά και οικονοµικά». Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Θεσ/νίκης µε αφορµή τα «ερευνητικά» απευθυνόµενος στον Υπουργό ΠΕΧΩ Ε σηµείωνε πρόσφατα πως «... η κατάσταση πρέπει να αντιµετωπιστεί µε δραστικό τρόπο και το Υπουργείο οφείλει να σχεδιάσει τη διαδικασία, τη µέθοδο των παρεµβάσεων του και να αναζωογονήσει, µε συγκεκριµένες ενέργειες, το υπάρχον µελετητικό δυναµικό» και µε αφορµή τα σχολικά κτίρια απευθυνόµενος στο Νοµάρχη τόνιζε πως «... πρέπει να σταµατήσει η διαδικασία της µελετοκατασκευής και να υλοποιηθεί ένα σχέδιο για την εκπόνηση άρτιων µελετών, για την προώθηση - προβολή αρχιτεκτονικών ιδεών, την αποκόλληση από παρωχηµένα πρότυπα» και υπενθύµιζε πως «... η γραφειοκρατικοποίηση των δηµοσίων διαδικασιών επαληθεύει τη φθίνουσα πορεία των δηµοσίων παρεµβάσεων...». Σε άλλη περίπτωση απευθυνόµενος σε αρµοδίους φορείς της πόλης σηµείωνε πως οι επιλύσεις βασικών κοµβικών θεµάτων ( αεροδρόµιο - λιµάνι - σιδηροδροµικός σταθµός ) αντιµετωπίζονται ως µικροέργα µελετοκατασκευής αντί να µετατραπούν σε αρένα αρχιτεκτονικού προβληµατισµού και διαγωνισµών δηµιουργώντας προϋποθέσεις στρατηγικού σχεδιασµού για το Πολεοδοµικό Συγκρότηµα της Θεσ/νίκης. Όπως γίνεται φανερό από τα παραπάνω ενδεικτικά παραδείγµατα, των οποίων ουκ έστιν αριθµός, το βασικό πρόβληµα συνίσταται στην αδυναµία βαθύτερης κατανόησης του θεσµού των αρχιτεκτονικών διαγωνισµών από τους φορείς, των οποίων οι συµπεριφορές θα είναι αντίστοιχες και όταν βρεθούν ενώπιον ενός βελτιωµένου θεσµικού πλαισίου. Εποµένως το κύριο για τον κλάδο των αρχιτεκτόνων είναι η συντονισµένη παρέµβασή του για την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής δηµιουργίας, την προβολή του έργου των αρχιτεκτόνων της χώρας, τη διοργάνωση πανελλαδικών δράσεων για την αρχιτεκτονική ( εκθέσεις, εκδηλώσεις διαλόγου ), τη συστηµατοποιηµένη παρέµβαση στα ΜΜΕ και τον Τύπο, ώστε τόσο οι φορείς του ηµοσίου, όσο και οι πολίτες να κατανοήσουν µε σαφήνεια πως το αρχιτεκτονικό έργο επιδρά αποφασιστικά για τη βελτίωση του αστικού χώρου, αποτελεί ένα στοιχείο σήµανσης, δηµιουργεί µια δυναµική και διαµορφώνει µιαν άλλη αισθητική στον πολίτη και στην πόλη.
3 Αυτές λοιπόν οι δράσεις κρίνονται απαραίτητες, καθόσον έτσι θα αντιτάξουµε βιώσιµα µέτρα σε ένα περιβάλλον και έναν κοινωνικό περίγυρο που έχει επιβάλλει τη φτηνή παραγωγή και την αναζήτηση της έκφρασης σχεδόν ολοκληρωτικά σε λειτουργικά - δευτερεύοντα στοιχεία, όπου η αρχιτεκτονική δεν αποτελεί καν κριτήριο. Αυτά τα ελάχιστα µέτρα ίσως είναι πιο αποτελεσµατικά και από τη λήψη διοικητικών µέτρων για «αναγκαστική» εφαρµογή θεσµών που δεν κατανοούνται από τους αρµοδίους. Β. ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ Το θέµα όµως της τροποποίησης του ισχύοντος θεσµικού πλαισίου έχει τεθεί. Προσπάθειες ετών από φορείς και συναδέλφους έχουν αποτυπωθεί στο πόρισµα της ΟΕ των ΣΑ ΑΣ - ΤΕΕ το οποίο χρονολογείται από το Μάη του 91. Το σχέδιο δε της Υπουργικής Απόφασης στηρίζεται σε αυτό το πόρισµα. Και σήµερα ακόµα θεωρώ πως είναι απαραίτητο όλα τα σχετικά υλικά να δηµοσιευτούν ως ΕΝΘΕΤΟ στο Ε του ΤΕΕ και να αποτελέσουν αντικείµενο διαλόγου µε συγκεκριµένο χρονικό ορίζοντα, όπου οι συνάδελφοι θα εκφράσουν τις απόψεις τους και οι αρχιτεκτονικοί σύλλογοι θα διατυπώσουν τις θέσεις τους. Επαναλαµβάνω πως η µη προκήρυξη αρχιτεκτονικών διαγωνισµών, δεν οφείλεται πρωτίστως στις ενδεχόµενες ανεπάρκειες του ισχύοντος θεσµικού πλαισίου. Παρά ταύτα, η βελτίωση, ο εκσυγχρονισµός και η ανανέωσή του αποτελεί καλή ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνηµα του θεσµού. Ο προβληµατισµός όµως πρέπει να ανιχνεύσει αυτές ακριβώς τις αιτίες της µη προκήρυξης διαγωνισµών και το σκεπτικό της όλης απόφασης να λάβει υπόψη τις σηµερινές πραγµατικότητες, τις ιδιοµορφίες στην παραγωγή του τεχνικού έργου. Με βάση λοιπόν το σχέδιο της Υπουργικής Απόφασης καταθέτω ορισµένες σκέψεις και επισηµάνσεις : Η διεύρυνση του αντικειµένου, η σωστή σύνταξη της διακήρυξης και η δηµιουργία ενός µηχανισµού απλού και επαρκούς για τον έλεγχο - έγκριση της διακήρυξης πρέπει να αποτελέσουν στοιχεία της απόφασης. Η διαχείριση όλης της ύλης των αρχιτεκτονικών διαγωνισµών ήτοι :
4 η δηµοσίευση των πραχτικών, η εκδήλωση παρουσίασης των βραβείων, η δηµόσια συζήτηση, η έκδοση του καταλόγου µε τις συµµετοχές η προβολή των αποτελεσµάτων στα αρχιτεκτονικά περιοδικά, στα ΜΜΕ και τον Τύπο η δηµιουργία αρχείου ( βιβλίο καταχώρησης, στοιχεία του διαγωνισµού, προκήρυξη, κριτές, βραβεία, αριθµός συµµετοχών κ.λ.π. ) πρέπει να ανατεθεί στην Πανελλήνια Ένωση Αρχιτεκτόνων και τους αρχιτεκτονικούς συλλόγους της χώρας, οι οποίοι σε συνεργασία µε τον αγωνοθέτη, θα υλοποιούν τα παραπάνω. Γι αυτό είναι αναγκαία η ενίσχυσή της από το ΥΠΕΧΩ Ε, η δηµιουργία αποτελεσµατικού και αντιγραφειοκρατικού µηχανισµού, η θέσπιση παραβόλου για την έγκριση της διακήρυξης, ώστε µε πληρότητα ο κλάδος των αρχιτεκτόνων να αναλάβει κατ ουσίαν ο ίδιος τη διαχείριση αντικειµένων που αφορούν την αρχιτεκτονική και την προβολή της αρχιτεκτονικής δηµιουργίας. Οι κριτές των Αρχιτεκτονικών Συλλόγων, πρέπει να ορίζονται µέσω επετηρίδας µε κλήρωση, ενώ αυτή πρέπει να ανανεώνεται ανά διετία µε δηµόσια πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Το Σ θα οφείλει να ελέγχει όλα τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα, ενώ οι εκπρόσωποι πρέπει να υποβάλλουν έκθεση για την επιτροπή και το έργο της. Για τις κατηγορίες των διαγωνισµών ως προς τη συµµετοχή και τη θέσπιση διαγωνισµού για ηλικία ως 40 ετών, µάλλον αποτελεί ένδειξη πίστης προς τους νέους παρά πεποίθηση πως θα λειτουργήσει στην πράξη. Το σηµαντικό είναι ο διαγωνισµός να διενεργείται σε πολλά επίπεδα, απλά, αποτελεσµατικά χωρίς περιττές γραφειοκρατίες και να µην επιβαρύνει υπέρογκα τον αγωνοθέτη. Από την άλλη πλευρά, εφόσον µιλάµε για αρχιτεκτονικούς διαγωνισµούς - ιδεών και προσχεδίων - ο κύριος στόχος είναι η προβολή της ιδέας, του αρχιτεκτονήµατος και όχι η παρουσίαση αναλυτικών µελετών σε όλες τις κατηγορίες µελετών. Αυτό σηµαίνει πως οι προσπάθειες για θεσµοθέτηση πλήρων οµάδων µελέτης, µε αυξηµένες απαιτήσεις για στατικά και Η/Μ, δε συνάδουν µε την έννοια του αρχιτεκτονικού διαγωνισµού.
5 Πρέπει τέλος οι αποζηµιώσεις για τα βραβεία να κατοχυρώνονται εξ αρχής, ενώ η διεύρυνση του αντικειµένου να αντιστοιχεί στις συγκεκριµένες ανάγκες χωρίς να συνάγεται το συµπέρασµα πως κάθε κατασκευή δηµοσίου χαρακτήρα πρέπει να γίνεται µέσω διαγωνισµού, γιατί θα λειτουργήσει αντίστροφα και βλαπτικά για το θεσµό. Με την ευκαιρία του διαλόγου για τους αρχιτεκτονικούς διαγωνισµούς θεωρώ επιβεβληµένη και αναγκαία την ανάληψη πρωτοβουλίας από την ΠΕΑ, ώστε άπαξ και µε ενιαίο τρόπο να γίνει η κωδικοποίηση, καταγραφή όλων των διαγωνισµών ανά περιφέρεια και να συσταθεί ένα πλήρες αρχείο. Η Ένωση σε συνεργασία µε το Επιστηµονικό Τµήµα Αρχιτεκτόνων του ΤΕΕ, µπορεί να ζητήσει τη σύσταση οµάδων Εργασίας ανά Περιφερειακό Τµήµα του ΤΕΕ, οι οποίες θα ολοκληρώσουν τάχιστα το έργο αυτό. Συµπερασµατικά, οι βελτιώσεις της προσδοκούµενης νέας Υπουργικής Απόφασης, πρέπει να διαπνέονται από απλότητα, σαφήνεια, οικονοµία στις δαπάνες και κυρίως και να µην επιχειρηθεί η «θεσµική κατοχύρωση» πως εφεξής όλα τα έργα θα γίνονται µε αρχιτεκτονικό διαγωνισµό γιατί αυτό θα αποβεί µοιραίο για τον ίδιο το θεσµό. Χρειάζεται επιχειρησιακό πνεύµα και θέληση για την αναζωογόνηση της αρχιτεκτονικής δηµιουργίας µε συνοδευτικές πολιτικές που οφείλουν να σχεδιάσουν η ΠΕΑ, οι Αρχιτεκτονικοί Σύλλογοι της χώρας και οι Αρχιτεκτονικές σχολές των Πανεπιστηµίων µας. Σας ευχαριστώ Θεσσαλονίκη, Φεβρουάριος 1997 Θανάσης Κων/νου Παππάς Πρόεδρος Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Θεσσαλονίκης