Οι καρποπτώσεις των δένδρων ροδακινιάς και οι σχέσεις των µε τα ανόργανα θρεπτικά στοιχεία.κ. Στυλιανίδης, Επ. /ντής Ινστιτούτου Φυλλοβόλων ένδρων. Εγνατία 5, 59100 Βέροια Εισαγωγή Οι καρποπτώσεις των φυλλοβόλων καρποφόρων δένδρων, αποτελούν ένα σοβαρό πρόβληµα διεθνώς. Πραγµατοποιήθηκαν πολλές και σοβαρές έρευνες διεθνώς σε διάφορα είδη δένδρων και συνεχίζονται ακόµη και σήµερα. Από τις έρευνες αυτές προέκυψε ότι τα αίτια των καρποπτώσεων είναι πολλά, αλλά ο βαθµός αντοχής µιας ποικιλίας στην καρπόπτωση, προκαθορίζεται από γενετικούς παράγοντες, οι οποίοι όµως κάτω από την επίδραση πλείστων άλλων παραγόντων εντείνονται ή αµβλύνονται σε µεγάλο βαθµό. Οι κλιµατικές συνθήκες γενικά, είναι ένας από τους σοβαρότερους παράγοντες. Η ανεπάρκεια, ή η περίσσεια, ορισµένων ι- δίως θρεπτικών στοιχείων στα οποία και θα αναφερθούµε, είναι επίσης ένας σοβαρός παράγοντας. Τα στοιχεία που θα αναφερθούν, δεν εξήχθησαν από πειραµατικές εργασίες, αλλά από παρατηρήσεις και από στοιχεία ανάλυσης φύλλων. Οι καρποπτώσεις εκδηλώνονται σε διάφορα στάδια αυξήσεως του καρπού, από την καρπόδεση έως τη συγκοµιδή. Οι καρποπτώσεις που εκδηλώνονται έως την πτώση του Ιουνίου, χαρακτηρίζονται ως πρώιµες καρποπτώσεις και µετά τον Ιούνιο ως όψιµες. Από τις όψιµες καρποπτώσεις, ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτές που εκδηλώνονται λίγο πριν και κατά τη συγκοµιδή. 1
Γενετικοί παράγοντες Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η αντοχή, η τάση για καρπόπτωση µιας ποικιλίας, προκαθορίζονται από γενετικούς παράγοντες. Υπάρχουν ποικιλίες οι οποίες παρουσιάζουν µεγάλη αντοχή σε αντίξοες συνθήκες και δεν καρπορροούν και άλλες που ακόµη και σε συνθήκες οµαλές, παρουσιάζουν έντονες καρποπτώσεις σε διάφορα στάδια αύξησης του καρπού. Τρεις επιτραπέζιες ποικιλίες ροδακινιάς που καλλιεργήθηκαν στη χώρα µας, παρουσιάζαν τόσο έντονες καρποπτώσεις του Ιουνίου, ώστε οι δυο απ αυτές αποσύρθηκαν από την καλλιέργεια. Ήταν οι ποικιλίες «Κοντόνια» και «Golden Jubilee. Η πρώτη τη δεκαετία 1950 και η δεύτερη τη δεκαετία 1960. Μια τρίτη ποικιλία νεκταρινιάς, η Stark red gold, µε µικρότερη τάση καρπόπτωσης υφίσταται ακόµη στην καλλιέργεια και η καρπόπτωσή της αντιµετωπίζεται µε την εφαρµογή του αραιώµατος µετά την καρπόπτωση. Συνέβαλε και το µακρό κλάδευµα που εφαρµόζεται τώρα, ενώ στις δυο άλλες ποικιλίες εφαρµοζόταν το βραχύ κλάδευµα. Στις συµπύρηνες κονσερβοποιήσιµες ποικιλιές, οι καρποπτώσεις που αποτελούν σοβαρό πρόβληµα, είναι αυτές που εκδηλώνονται λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της συγκοµιδής. υο ποικιλίες, οι ο- ποίες στις ΗΠΑ καλλιεργήθηκαν επί µακρόν, στη χώρα µας λόγω έ- ντονων καρποπτώσεων αποσύρθηκαν από την καλλιέργεια. Ήταν οι ποικιλίες Halford και Starn. Την ίδια εποχή ωρίµασης µε την Hafford, η ποικιλία Everts δεν παρουσιάζει καρπόπτωση. Οι καρποπτώσεις κοντά στη συγκοµιδή, ωθούν τους παραγωγόυς στην πρόωρη συγκοµιδή, µε συνέπεια την υποβάθµιση της ποιότητας της κοµπόστας. Έτσι η 2
ζηµία από τις καρποπτώσεις αυτές είναι διπλή. Η υποβάθµιση µάλιστα της ποιότητας της κοµπόστας είναι πολύ πιο σοβαρή ζηµία. Οι γενετικοί παράγοντες βέβαια, προδιαθέτουν τις ποικιλίες να παρουσιάζουν καρπόπτωση. Όταν όµως υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, ενδογενείς ή εξωγενείς, τότε το φαινόµενο των καρποπτώσεων γίνεται πιο έντονο. Ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν τις καρποπτώσεις Από τους ενδογενείς παράγοντες, κρίθηκε σκόπιµο να εξετασθούν τα επίπεδα των διαφόρων θρεπτικών στοιχείων στα φύλλα. Προς το σκοπό αυτό, όπου εκδηλωνόταν καρπόπτωση, εκτός της επιτόπιας εξέτασης και τη λήψη πληροφοριών ελαµβάνετο δείγµα φύλλων, το οποίο απεστέλετο σε εργαστήριο προς ανάλυση. Από τη µελέτη των στοιχείων της ανάλυσης, τόσο στις επιτραπέζιες όσο και στις συµπύρηνες κονσερβοποιήσιµες ποικιλίες, διαπιστώθηκε ότι στις επιτραπέζιες ποικιλίες το υψηλό επίπεδο αζώτου ήταν το κυριότερο αίτιο των καρποπτώσεων. Σε µία µόνο περίπτωση το πολύ χαµηλό επίπεδο του καλίου ήταν το αίτιο της καρπόπτωσης. Το υψηλό επίπεδο του αζώτου συνοδευόταν τις περισσότερες φορές από χαµηλό επίπεδο ψευδαργύρου, λόγω προφανώς της ζωηρής βλάστησης που υπήρχε. Στις συµπύρηνες - κονσερβοποιήσιµες ποικιλίες, το πιο συχνό πρόβληµα, ήταν το χαµηλό επίπεδο καλίου. Η συχνότητα της ανεπάρκειας καλίου στις συµπύρηνες ποικιλίες, πρέπει να οφείλεται στο µεγαλύτερο φορτίο καρπών που φέρουν τα δένδρα σε σχέση µε τα δένδρα των επιτραπέζιων ποικιλιών. Το κλάδευµα στις συµπύρηνες - κονσερβοποιήσιµες ποικιλίες είναι λιγότερο αυστηρό. 3
Το αραίωµα των καρπών πραγµατοποιείται ένα περίπου µήνα µετά και είναι πολύ λιγότερο. Η πρόσληψη του καλίου από τα φύλλα των δένδρων στα οποία συγκεντρώνονται µεγάλες ποσότητες, είναι τόσο µεγαλύτερη, όσο πιο µεγάλος είναι ο αριθµός των καρπών. Για το λόγο αυτό τα συµπτώµατα ανεπάρκειας καλίου και κατά συνέπεια και οι καρποπτώσεις, εκδηλώνονται στις ποικιλίες που ωριµάζουν όψιµα. Οι τιµές επάρκειας του καλίου στα φύλλα, κυµαίνονται συνήθως από 1,5-3,0%. Σκόπιµο είναι να διατηρείται το κάλιο κοντά στα ανώτερα επίπεδα τιµών. Το κάλιο εκτός από τη χορήγησή του µέσω εδάφους, σκόπιµο είναι να δίδεται και µε ψεκασµούς, τόσο νωρίς την άνοιξη, όσο και όψιµα πριν εκδηλωθούν οι καρποπτώσεις. Κατάλληλο σκεύασµα για ψεκασµούς είναι το νιτρικό κάλιο και ιδιαίτερα η κρυσταλλική του µορφή που είναι ευδιάλυτη. Πολλοί παραγωγοί δεν εφαρµόζουν σωστό αραίωµα καρπών και όταν διαπιστώσουν ότι οι καρποί δεν αυξάνονται κανονικά, σπεύδουν να εφαρµόσουν ισχυρές αζωτούχες λιπάνσεις για να υποβοηθήσουν τους καρπούς να πάρουν µέγεθος. Οι λιπάνσεις αυτές αυξάνουν τις καρποπτώσεις. Στα πλαίσια των ενδογενών παραγόντων θα αναφέρουµε το ρόλο που έπαιξε η κατάσταση των σπερµάτων, ύστερα από ένα ακραίο καιρικό φαινόµενο που συνέβη κατά τη διάρκεια του χειµώνα και της άνοιξης του 1990. Τα σπέρµατα (σπόροι) επιτελούν πολλές φυσιολογικές λειτουργίες. Συµβάλλουν µε τις φυτορυθµιστικές ουσίες που παράγουν στο να προκαλούν ερεθισµό των δένδρων για την τροφοδότηση των καρπών µε θρεπτικά στοιχεία και να αποτρέπεται η δηµιουργία αφοριστικού 4
ιστού και να ακολουθεί η πτώση του καρπού. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως στην ακτινιδιά, το µέγεθος των καρπών είναι σε στενή σχέση µε τον αριθµό των σπερµάτων, αλλά και το µέγεθος αυτών. Παράγοντες που επηρεάζουν το µέγεθος των σπερµάτων, όπως οι χαµηλές θερµοκρασίες, επηρεάζουν και το µέγεθος των καρπών. Ακόµη και µερικές ανωµαλίες της φυσιολογίας των καρπών, σχετίζονται µε τον αριθµό των σπερµάτων. Στα ροδάκινα, όπου υπάρχει µια µόνο σπερµοβλάστη και συνήθως, µόνο ένα σπέρµα, φαίνεται ότι η κατάσταση των σπερµάτων α- σκεί κάποια επίδραση στην σταθερότητα των καρπών επί του δένδρου. Κατά το έτος 1990 υπήρξε µια παρατεταµένη ανοµβρία, η οποία άρχισε από τον Ιανουάριο και έφθασε ως το τέλος Μαΐου (Ιανουάριος: 0 χιλ. Φεβρουάριος: 13χιλ. Μάρτιος: 14χιλ. Απρίλ. 43χιλ. Μάιος: 54χιλ. Σύνολο = 124χιλ.). Κατά το διάστηµα αυτό σε κανονικές συνθήκες το ύψος βροχής ξεπερνάει τα 300 χιλιοστά. Επακολούθησαν καρποπτώσεις κατά την αύξηση των καρπών, ιδίως κατά το στάδιο της συγκοµιδής. Αυτή η ανοµβρία, αµέσως ή εµµέσως, προκάλεσε µία συρρίκνωση των σπερµάτων. Η κατάσταση αυτή των σπερµάτων ίσως να συνέβαλε στην ένταση των καρποπτώσεων. Σε τέτοιες περιπτώσεις ακραίων καιρικών φαινοµένων, οι αρδεύσεις πρέπει να ξεκινούν νωρίς, ακόµη και από τον Απρίλιο, και να µην αναµένεται ο Ιούνιος για να µπουν τα νερά στα αυλάκια. Εξωγενείς παράγοντες Από τους εξωγενείς παράγοντες, τόσο στις πρώιµες όσο και στις όψιµες καρποπτώσεις, οι µεγάλες µεταπτώσεις των θερµοκρασιών, προκαλούν ένα stress στα δένδρα, µε συνέπεια τα δένδρα να αποβάλ- 5
λουν ένα µικρό ή µεγάλο µέρος της καρποφορίας των. Η πνοή ισχυρών ανέµων, ιδίως θερµών και ξηρών, εκτός από τη µηχανική πτώση, προκαλούν έλλειψη νερού στα δένδρα, µε συνέπεια την πτώση καρπών. Στην περίπτωση αυτή, εκτός από τις συχνότερες αρδεύσεις που πρέπει να εφαρµόζονται, η επάρκεια καλίου στα φύλλα είναι απαραίτητη για τη ρύθµιση της διαπνοής, η οποία περιορίζει τις δυσµενείς επιδράσεις του ανέµου. Οι φυτορυθµιστικές ουσίες (ορµόνες) στην αντιµετώπιση των καρποπτώσεων Οι φυτορυθµιστικές ουσίες, χρησιµοποιήθηκαν στις ΗΠΑ πριν από πολλές δεκαετίες. Παραθέτουµε τα σχετικά συµπεράσµατα: Οι ψεκασµοί µε ρυθµιστικές ουσίες π.χ. NAΑ δεν φαίνονται τόσο αποτελεσµατικοί για την πρόληψη αυτή της πτώσης όσο είναι αποτελεσµατικοί για την ίδια περίπτωση στα µήλα. Το 2.4.5.-Τ ψεκαζόµενο κατά τη διάρκεια αναπτύξεως των ροδακίνων επισπεύδει τον χρωµατισµό και την ωρίµασή των. οκιµάστηκαν συγκεντρώσεις 10-40ppm (στα γιγατόκαρπα χρησιµοποιείται δόση 20ppm). Οι επεµβάσεις έγιναν από 6 έως 70 ηµέρες πριν την ωρίµαση. Οι ψεκασµοί επέσπευσαν την ωρίµαση, αλλά επέδρασαν δυσµενώς στο χρώµα, στο σχήµα, στο µέγεθος, στη συνεκτικότητα και στη γεύση του καρπού, συνήθως δε προξενούσαν ζηµία στο φύλλωµα. Όσο µεγαλύτερη η συγκέντρωση και όσο νωρίτερα γινόταν ο ψεκασµός, µετά την πτώση του Ιουνίου, τόσο κατά κανόνα επισπεύδετο η ωρίµαση και αυξάνονταν οι ανωµαλίες του καρπού. Κατά το έτος 1966 δοκιµάστηκε στην ποικιλία Elberta το ΝΑΑ σε συγκέντρωση 10ppm. Εκτός του ότι δεν υπήρξε κανένα θετικό αποτέλεσµα, προκλήθηκε σχάση καρπών. 6
Από την µακρά πείρα στη µελέτη των καρποπτώσεων στη µηλιά, αµυγδαλιά, ροδακινιά, διαπιστώσαµε ότι σπάνια επιτυγχάνεται πλήρης αντιµετώπισή των. Συνήθως επιτυγχάνεται ένας περιορισµός του ποσοστού καρπόπτωσης. Η χρήση ποικιλιών που λόγω των γενετικών τους παραγόντων δεν έχουν τάσεις καρπόπτωσης είναι ο πλέον ενδεδειγµένος τρόπος αντιµετώπισής των. Η χρήση ρυθµιστικών ουσιών (ορµονών) δεν επιτρέπεται σε όσους συµµετέχουν στα προγράµµατα ολοκληρωµένης διαχείρισης. 7
Βιβλιογραφία 1. Chandler W.H. 1966. Εγχειρίδιον ενδροκοµίας. Τόµος Α. Τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δένδρα. (Μετάφραση Λάζαρου- Καραµάνου). Εκδότης Μ. Γκιούρδας, Αθήνα, σελίδες 713. 2. Childers N.F. 1976 Modern Fruit Science Horticultural Publications. Rudgers University 3. Στυλιανίδης.Κ. 1976. Πειραµατική εφαρµογή αντιπτωτικών ουσιών εις την ποικιλίαν µηλέας Delicious Πεπραγµένα Α Συµποσίου Γεωτεχνικών Ερευνών Αθήναι. Υπηρεσία Γεωργικών Ερευνών Υπουργείου Γεωργίας. Σελίδες 817. 4. Στυλιανίδης.Κ. 1980. Εξέλιξη-Προβλήµατα-Προοπτικές των συ- µπυρήνων κονσερβοποιησίµων ροδακίνων στη χώρα µας. Οµιλία στην Επιστηµονική ηµερίδα του Ι.Φ.. της 6 ης Μαρτίου 1980. 5. Στυλιανίδης.Κ. Σιµώνης Α. Συργιαννίδης Γ.. 2002. Θρέψηλίπανση φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων. Εκδόσεις Σταµούλη, Σελίδες 675. 8