Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, Περίληψη : Στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας τα μνημειακά λουτρικά συγκροτήματα χτίζονται από τα τέλη του 1ου και κυρίως κατά το 2ο αιώνα και συνδυάζουν τις παλιότερες αρχές του ελληνικού γυμνασίου με τις νέες ανάγκες των ρωμαϊκών θερμών. Παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία κατόψεων και η κατηγοριοποίησή τους οργανώνεται με βάση τις ομοιότητες που παρατηρούνται στα επιμέρους χαρακτηριστικά του αρχιτεκτονικού τους σχεδίου. Χρονολόγηση ύστερος 1ος και 2ος αι. μ.χ. Γεωγραφικός Εντοπισμός Μικρά Ασία 1. Εισαγωγή Το λουτρό κατείχε ιδιαίτερη θέση στη ζωή των αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμαίων, όπως μαρτυρούν οι πολυπληθείς αναφορές της αρχαίας γραμματείας και η πληθώρα των ερειπίων λουτρικών εγκαταστάσεων που μας σώζονται από τον αρχαίο ελληνορωμαϊκό κόσμο. Εγκαταστάσεις που διέθεταν ζεστό και κρύο νερό γνωρίζουμε ότι υπήρχαν ήδη από τους Προϊστορικούς χρόνους, 1 ενώ δημόσια λουτρά, τα βαλανεία, μαρτυρούνται τουλάχιστον από τα μέσα του 5ου αι. π.χ. 2 Ευρεία διάδοση γνώρισαν τα λουτρά κατά την Ελληνιστική περίοδο (330-30 π.χ.), είτε ως τμήμα του γυμνασίου είτε ως ανεξάρτητο δημόσιο οικοδόμημα. 2. Ρωμαϊκές θέρμες Στα Πρώιμα Αυτοκρατορικά χρόνια αναπτύχθηκε ένας ιδιαίτερος τύπος μνημείου προορισμένου για την τέλεση θερμών λουτρών, οι θέρμες. Επρόκειτο για μνημειακά οικοδομήματα, δημόσια ή ιδιωτικά, που περιλάμβαναν μεγάλες αίθουσες λουτρών συμμετρικά διατεταγμένες και συνδέονταν κατά κανόνα με έναν υπαίθριο χώρο για τη διεξαγωγή γυμναστικών ασκήσεων. Ο τύπος αυτός μνημείου γρήγορα διαδόθηκε σε ολόκληρη την έκταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και άκμασε καθ όλη τη διάρκεια των Αυτοκρατορικών χρόνων. Αποτελεί έναν από τους πιο αντιπροσωπευτικούς τύπους μνημείων της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. 3. Ιστορία της έρευνας Πρώτος μελέτησε τις ρωμαϊκές θέρμες και τις κατηγοριοποίησε, με κριτήριο τη μορφή του αρχιτεκτονικού τους σχεδίου, ο D. Krencker το 1929. Η έρευνα των αρχαίων λουτρικών εγκαταστάσεων συστηματοποιήθηκε, ωστόσο, μόλις τις δύο τελευταίες δεκαετίες, οπότε δημοσιεύτηκε σημαντικός αριθμός μονογραφιών και άρθρων που μελετούν την αρχιτεκτονική τους μορφή και αντιμετωπίζουν ζητήματα σχετικά με τη λειτουργία τους. 3 Ουσιαστική υπήρξε η συμβολή της International Association for the Study of Ancient Baths, που ιδρύθηκε το 1992, η έκδοση των Βalnearia, όπου βρίσκονται συγκεντρωμένες οι σχετικές δημοσιεύσεις από το 1992 έως το 1997 και η δημιουργία ιστοσελίδας. 4 Σήμερα διαθέτουμε επαρκή όγκο πληροφοριών σχετικά με την ονομασία και τη λειτουργία των επιμέρους χώρων των ρωμαϊκών θερμών που μας επιτρέπει να ανασυνθέσουμε σε γενικές γραμμές τη διαδικασία του λουτρού. 4. Αίθουσες λουτρού και βοηθητικοί χώροι των ρωμαϊκών θερμών Αρχικά οι επισκέπτες γδύνονταν στο αποδυτήριον(apodyterium), το οποίο διέθετε κατά μήκος των τοίχων του πάγκους και ερμάρια, χτισμένα ή ξύλινα (loculi), για την τοποθέτηση των ενδυμάτων. Με τη φύλαξη των ρούχων επιφορτίζονταν οι δούλοι που συχνά συνόδευαν τους κυρίους τους στο λουτρό. Ένας υπαίθριος χώρος, η παλαίστρα, η οποία αποτελούνταν από μια Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 1/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, μεγάλη τετράγωνη αυλή (atrium) που περιβαλλόταν από στοές (portici), πρόσφερε τη δυνατότητα σωματικής άσκησης πριν από την τέλεση του λουτρού. Υπήρχαν τρεις διαφορετικοί χώροι λούσεως: α) Το frigidarium, μια ορθογώνια αίθουσα για το ψυχρό λουτρό, η οποία διέθετε συνήθως ορθογώνιες ή ημικυκλικές κόγχες συμμετρικά ανοιγμένες στους τοίχους. Σε αυτές βρίσκονταν μικρές δεξαμενές με κρουνούς από όπου έρεε κρύο νερό β) το tepidarium, μια συνήθως μικρότερη αίθουσα για το χλιαρό λουτρό, που λειτουργούσε ως το μεταβατικό στάδιο από το ψυχρό στο θερμό λουτρό ή και το αντίστροφο και γ) το caldarium, η αίθουσα του ζεστού λουτρού. Η αίθουσα αυτή ήταν ορθογώνια ή κυκλική και διέθετε ημικυκλικές ή ορθογώνιες κόγχες, στις οποίες τοποθετούνταν μία ή περισσότερες λεκάνες με ζεστό νερό (alvei). Στον ίδιο χώρο συχνά υπήρχε μια κυκλική, αβαθής λεκάνη πάνω σε πόδιο ή βάση (labrum) με κρύο νερό, όπου μπορούσαν να δροσιστούν οι λουόμενοι κατά τη διάρκεια του θερμού λουτρού τους. Κάποιες φορές με το caldarium συνδεόταν ένας μικρότερος χώρος, το laconicum ή sudatorium, ο οποίος προοριζόταν για ξηρή εφίδρωση και παρουσίαζε στα πρωιμότερα κτήρια συχνά κυκλική και στα οψιμότερα συνήθως ορθογώνια ή τετράγωνη μορφή. 5 Οι θερμοί χώροι ήταν προσανατολισμένοι συνήθως στη νότια ή στη νοτιοδυτική πλευρά των κτηρίων, ώστε να εκμεταλλεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το φυσικό φως και την ηλιακή θερμότητα κατά τις απογευματινές ώρες. 6 Στα μεγαλύτερα συγκροτήματα υπήρχε και εξωτερική πισίνα για κολύμπι (natatio) ή μεγάλες κρήνες, τα νυμφαία. Εκτός από τις κυρίως αίθουσες του λουτρού, γνωρίζουμε ότι υπήρχαν διάφοροι βοηθητικοί χώροι, συνήθως μικρότερα δωμάτια, όπως το αλειπτήριον (aleipterion), όπου οι επισκέπτες αλείφονταν με λάδι πριν από τη γυμναστική άσκηση, το destrictarium, στο οποίο γινόταν η απόξεση του λίπους μετά την εκγύμναση, καθώς και το μυρωτήριον (unctorium). Οι θέρμες διέθεταν ακόμα ευρύχωρες αίθουσες προορισμένες για ποικίλες λειτουργίες, όπως χώρους ειδικά διαμορφωμένους για τη λατρεία του αυτοκράτορα και των θεών, βιβλιοθήκες, αίθουσες συγκέντρωσης και διδασκαλίας. Στα υπόγεια των κτηρίων ανοίγονταν βοηθητικοί διάδρομοι, όπου κυκλοφορούσαν οι δούλοι, προκειμένου να διεκπεραιώσουν τις διάφορες εργασίες. Σε συγκροτήματα θερμών ανήκαν συχνά και τα δημόσια αφοδευτήρια (latrinae), αποκαλούμενα στους Ρωμαϊκούς χρόνους και βεσπασιανές, από αντίδραση για τους φόρους που είχε επιβάλει για τη χρήση τους ο αυτοκράτορας Βεσπασιανός (69-79). Κατά μήκος των τοίχων των δωματίων αυτών υπήρχε ένα μαρμάρινο θρανίο με ειδικά κυκλικά ανοίγματα (sella pertusa). Ακριβώς κάτω από αυτό βρισκόταν ο συλλεκτήριος υπόνομος με τρεχούμενο νερό από τις θέρμες, και στο δάπεδο ένα αποχετευτικό αυλάκι για την απομάκρυνση των ακάθαρτων νερών. 7 Στη διαδικασία του λουτρού φαίνεται ότι είχε καθιερωθεί μια συγκεκριμένη σειρά που ακολουθούσαν οι λουόμενοι, την οποία ωστόσο δε γνωρίζουμε με βεβαιότητα. Πάντως, ο γιατρός του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου, ο Γαληνός (129-199), απευθυνόμενος σε ασθενείς τούς συνιστά μια πορεία από το θερμό προς το ψυχρό λουτρό. 8 5. Τυπολογία των ρωμαϊκών θερμών Η οργάνωση των κύριων αιθουσών των ρωμαϊκών θερμών διακρινόταν από συμμετρία, η οποία εξυπηρετούσε τη λειτουργικότητα του κτηρίου. Με βάση τον τρόπο οργάνωσης των θερμαινόμενων (tepidarium, caldarium) και των ψυχρών χώρων (frigidarium), ο D. Krencker διέκρινε τις μεγάλες ρωμαϊκές θέρμες σε τρεις κύριους αρχιτεκτονικούς τύπους: α) ο λεγόμενος τύπος εν σειρά, όπου οι αίθουσες του λουτρού τοποθετούνται στη σειρά κατά μήκος ενός κεντρικού άξονα, έτσι ώστε οι επισκέπτες να ακολουθούν μια ευθεία πορεία από το αποδυτήριο προς το caldarium και αντίστροφα, β) ο δακτυλιόσχημος τύπος, όπου οι αίθουσες οργανώνονται σε σχήμα δακτυλίου εξαναγκάζοντας το λουόμενο σε υποχρεωτική πορεία από το frigidarium προς το caldarium και γ) ο αυτοκρατορικός τύπος (που διαφοροποιείται σε μεγάλο και μικρό αυτοκρατορικό), όπου οι αίθουσες λουτρού αναπτύσσονται κατά μήκος ενός άξονα στο κέντρο του κτηρίου, ενώ εκατέρωθέν τους οργανώνονται συμμετρικά οι βοηθητικοί χώροι. Στον τελευταίο τύπο, που είναι ο πιο σύνθετος και εντυπωσιακός, ανήκουν οι μεγάλες αυτοκρατορικές θέρμες της Ρώμης. 9 6. Μνημειακά λουτρικά συγκροτήματα της Μικράς Ασίας Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 2/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, Στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας τα μνημειακά συγκροτήματα θερμών λουτρών που χτίστηκαν ήδη από τους Πρώιμους Αυτοκρατορικούς χρόνους εμπνεύστηκαν από τις ρωμαϊκές θέρμες της Δύσης. Διέθεταν αίθουσες και επιμέρους χώρους με ανάλογες λειτουργίες και συγκρίνονταν σε μέγεθος και πολυτέλεια με αυτές. Παρουσίαζαν, ωστόσο, συχνά πρωτοτυπία ως προς τη γενική σύνθεση των κατόψεών τους και ανέπτυξαν ιδιαίτερους αρχιτεκτονικούς τύπους. Η διαφοροποίησή τους από τις θέρμες της Ρώμης και των δυτικών επαρχιών οφείλεται εν μέρει στις διαφορετικές τοπικές παραδόσεις ως προς τη χρήση των οικοδομικών υλικών και την επιλογή των κατασκευαστικών τεχνικών, αλλά και στο ότι η λειτουργία του λουτρού ήταν στον ελληνικό πολιτισμό άμεσα συνυφασμένη με αυτή του γυμνασίου. Στους Ελληνιστικούς χρόνους δωμάτια λουτρού περιλαμβάνονταν κατά κανόνα στα γυμνάσια. Τα θερμά λουτρά που ιδρύθηκαν για πρώτη φορά κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους σύμφωνα με τα πρότυπα της Δύσης εντάχθηκαν αρχικά στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις των γυμνασίων των μικρασιατικών πόλεων και αλληλεξαρτώνταν ως προς τη λειτουργία τους με αυτά (π.χ. στην Πέργαμο) ή χτίστηκαν ως αυτόνομα οικοδομήματα, σε άμεση ωστόσο επαφή με το γυμνάσιο (π.χ. τα Λουτρά του Βιργιλίου Κάπιτου στη Μίλητο) ή το στάδιο της πόλης (π.χ. τα Λουτρά του Βεδίου στην Έφεσο, της Φαυστίνας στη Μίλητο, τα λουτρά στη Λαοδίκεια κ.ά.). 10 Τα λουτρικά αυτά συγκροτήματα του μικρασιατικού χώρου, που από τον 1ο αιώνα συνδύαζαν ένα μέρος των λειτουργιών του ελληνιστικού γυμνασίου με το νέο είδος των θερμών του ρωμαϊκού κόσμου περιγράφονται στη σύγχρονη βιβλιογραφία ειδικότερα ως λουτρά-γυμνάσια. 7. Τυπολογία των μνημειακών λουτρικών εγκαταστάσεων στη Μικρά Ασία Τα κτήρια αυτά, που παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία κατόψεων, διέκρινε ο F. Yegül με κριτήριο το είδος της αρχιτεκτονικής σύνθεσης και τη συμμετρική οργάνωση των επιμέρους χώρων τους σε τρεις τύπους. Στον πρώτο τύπο οι αίθουσες του θερμού και αυτές του ψυχρού λουτρού οργανώνονται σε δύο επιμήκεις, παράλληλες μεταξύ τους, ζώνες κατά μήκος της πλευράς μιας παλαίστρας. Τα πιο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα του πρώτου τύπου βρίσκονται στην κοιλάδα του Μαιάνδρου. Πρόκειται για τα Λουτρά του Λιμανιού στην Έφεσο και τα Λουτρά στη Λαοδίκεια και στην Τερμησσό. Στα κτήρια αυτά διατάσσονται σε μια εξωτερική ζώνη οι θερμαινόμενες αίθουσες με το caldarium τοποθετημένο σε κεντρική θέση, ενώ σε μια εσωτερική αναπτύσσονται μεγαλύτερες, επιμήκεις αίθουσες για το ψυχρό λουτρό (frigidarium) ή και μικρότεροι βοηθητικοί χώροι. Η τοποθέτηση της ζώνης των δωματίων του ψυχρού λουτρού ανάμεσα στις θερμαινόμενες αίθουσες και τον υπαίθριο χώρο της παλαίστρας σκοπό είχε την καλύτερη μόνωση των πρώτων. Ομοιότητες με τον πρώτο τύπο ως προς την αρχιτεκτονική τους σύνθεση παρουσιάζουν τα Λουτρά της Αφροδισιάδος και της Ιεραπόλεως στην Καρία, όπως επίσης τα δύο Λουτρά στη Μαγνησία του Μαιάνδρου και τα εντυπωσιακά μεγάλα σε διαστάσεις Λουτρά του Καρακάλλα στην Άγκυρα, τα οποία εμπνέονται από τον αυτοκρατορικό τύπο των θερμών της πρωτεύουσας. 11 Ο δεύτερος αρχιτεκτονικός τύπος χαρακτηρίζεται από τρεις επιμήκεις αίθουσες, μεγάλων διαστάσεων, που αναπτύσσονται σε σχήμα Π στις τρεις πλευρές του ορθογώνιου συγκροτήματος και περιβάλλουν τα δωμάτια των λουτρών. 12 Το caldarium, το tepidarium και το frigidarium αναπτύσσονται πάνω σε έναν κεντρικό άξονα, εκατέρωθεν του οποίου διατάσσονται συμμετρικά τα μικρότερα επιμέρους δωμάτια. Ο επισκέπτης έμπαινε από την παλαίστρα αρχικά στις επιμήκεις αίθουσες, από όπου είχε τη δυνατότητα είτε να περάσει μέσω των βοηθητικών χώρων κατευθείαν στο caldarium είτε να φτάσει μέχρι την τελευταία επιμήκη αίθουσα και από εκεί να κατευθυνθεί αντίστροφα από το ψυχρό προς το θερμό λουτρό. Η πλαισίωση των χώρων του λουτρού από τις ευρύχωρες επιμήκεις αίθουσες εξυπηρετούσε τη μόνωσή τους. Σε αυτό τον τύπο ανήκουν τα Ανατολικά Λουτρά 13 και τα Λουτρά του Θεάτρου 14 στην Έφεσο, καθώς και τα Λουτρά στην Αλεξάνδρεια Τρωάδα. 15 Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 3/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, Ο τρίτος τύπος συνδυάζει χαρακτηριστικά των δύο προηγούμενων. Οι ευρύχωρες επιμήκεις αίθουσες τοποθετούνται σε αυτή την περίπτωση ανάμεσα στην παλαίστρα και στους κυρίως χώρους του λουτρού, λειτουργώντας ως ζώνη μόνωσης, ανάλογη με αυτή των ψυχρών αιθουσών στον πρώτο τύπο. Κατ αυτό τον τύπο έχουν χτιστεί τα Λουτρά του Βηδίου στην Έφεσο, καθώς και αυτά στις Σάρδεις και στους Αιζανούς. 16 Εκτός από τα λουτρά που χαρακτηρίζονται από τις συμμετρικές δομές του αρχιτεκτονικού τους σχεδίου και κατατάσσονται σε έναν από τους παραπάνω τρεις τύπους, υπάρχει ένας αριθμός κτηρίων που παρουσιάζει ασυμμετρία στη διάταξη των αιθουσών, η οποία οφείλεται συνήθως στις ιδιαίτερες συνθήκες και τους περιορισμούς που υπαγορεύονταν από τη διαθέσιμη προς οικοδόμηση έκταση. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λουτρά που προστέθηκαν στο ελληνιστικό γυμνάσιο στο Πέργαμον κατά τους Αυτοκρατορικούς χρόνους, τα Λουτρά της Σχολαστικίας στην Έφεσο και τα Λουτρά της Φαυστίνας στη Μίλητο. Παράλληλα με τα μεγάλα λουτρικά συγκροτήματα λειτουργούσαν και μικρότερα λουτρά με απλούστερα αρχιτεκτονικά σχέδια, τα οποία δε διέθεταν απαραίτητα παλαίστρα. Στις μικρότερες επαρχιακές πόλεις, όπως π.χ. στις ορεινές περιοχές της νότιας και της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας (στη Λυκία, στην Πισιδία, στην Παμφυλία και στην Κιλικία), τα λουτρά παρουσιάζουν συνήθως ταπεινότερα σχέδια. 8. Τοιχοδομία Για το χτίσιμο των τοίχων, ιδιαίτερα των προσόψεων, χρησιμοποιούνταν συνήθως ορθογώνια συστήματα λιθοδομίας (opus quadratum), δηλαδή ορθοκανονικά λαξευμένοι λίθοι μεγάλων ή μικρότερων διαστάσεων (συνήθως τοπικοί πωρόλιθοι ή ασβεστόλιθοι), οι οποίοι τοποθετούνταν εναλλάξ φορμηδόν και παρά μήκος. Οπτοί πλίνθοι (τούβλα) χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των υποκαύστων, ενώ τουλάχιστον στους Πρωιμότερους Αυτοκρατορικούς χρόνους περιορισμένη ήταν η χρήση τους στις θολωτές στέγες, αντίθετα με τις συνήθειες της Δύσης. Τέτοιοι πλίνθοι αντικαθιστούσαν τους λίθους στα υψηλότερα σημεία της ανωδομής, όπου υπήρχαν καμπύλοι τοίχοι και τοξωτές κατασκευές, κυρίως από το 2ο αιώνα (opus testaceum). Για μικρότερων διαστάσεων θόλους χρησιμοποιήθηκε και ένα τοπικό είδος τσιμέντου (opus caementicium). 17 Οι τοίχοι επικαλύπτονταν εξωτερικά με διαδοχικά στρώματα κονιάματος. Πάνω σε αυτό στερεωνόταν με τη βοήθεια σιδερένιων συνδέσμων η ορθομαρμάρωση. Οι μεγάλες κεντρικές αίθουσες του λουτρού, όπως και κάποιοι μικρότεροι βοηθητικοί χώροι, ήταν συνήθως στεγασμένες με θόλους. Για το φωτισμό των αιθουσών αυτών υπήρχαν φεγγίτες και μεγάλα παράθυρα, στα ανοίγματα των οποίων τοποθετούνταν, από τα μέσα περίπου του 1ου αιώνα, τζάμια. 18 9. Συστήματα ύδρευσης, αποχέτευσης και θέρμανσης Τα κτήρια υδροδοτούνταν από υδραγωγεία ή δεξαμενές, μέσω μολύβδινων και πήλινων αγωγών, που κατέληγαν στις αίθουσες λουτρών σε υδρορροές, από όπου έτρεχε το νερό στους λουτήρες. Η αποχέτευση των χώρων βασιζόταν συνήθως σε ένα σύστημα μικρότερων πήλινων αποχετευτικών αγωγών που κατέληγαν σε μεγαλύτερους κεντρικούς αγωγούς. Τη θέρμανση των αιθουσών εξασφάλιζε ένα σύστημα κυκλοφορίας θερμού αέρα στον πυρήνα των τοίχων και σε χαμηλούς υπόγειους χώρους (υπόκαυστα) που υπήρχαν ακριβώς κάτω από τα δάπεδα. Τα δάπεδα στηρίζονταν σε πλινθόκτιστους (λιγότερο συχνά λιθόκτιστους) πεσσίσκους(suspensurae), χτισμένους πολύ κοντά ο ένας στον άλλο. Η διάταξη των πεσσίσκων επέτρεπε τη διέλευση του θερμού αέρα που ζέσταινε το δάπεδο. Ο θερμός αέρας παραγόταν από την καύση ξύλων σε ειδικά διαμορφωμένη κάμινο στη μια άκρη της αίθουσας, το προπνίγειο (praefurnium). Τέτοια δάπεδα διέθεταν οι αίθουσες των θερμών λουτρών, το tepidarium και το caldarium. Τα δάπεδα αποκτούσαν κάποιες φορές τόσο μεγάλες θερμοκρασίες (υπολογίζεται περ. από 50 έως 60 βαθμοί Κελσίου), ώστε οι λουόμενοι μπορούσαν να περπατήσουν σε αυτά μόνο με ξύλινες παντόφλες ή σανδάλια. Με παρόμοιο τρόπο περνούσε ο θερμός αέρας και μέσα από πήλινους σωλήνες (tubuli), οι οποίοι ήταν κάθετα εντοιχισμένοι μέσα στους κενούς πυρήνες των τοίχων. Σύμφωνα με τον Πλίνιο (NH ΙX.168), το υπόκαυστο αποτελεί εφεύρεση κάποιου Caius Sergius Orata, είναι ωστόσο πολύ πιθανό, όπως δείχνει η ελληνική προέλευση της λέξης, το σύστημα αυτό να χρησιμοποιούνταν σε μια αρχική μορφή ήδη παλιότερα στον ελληνικό χώρο και Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 4/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, να βρήκε εφαρμογή στις ρωμαϊκές Θέρμες. 19 10. Διάκοσμος Σχετικά με το διάκοσμο των μεγαλόπρεπων αυτών κτηρίων διαθέτουμε τη μαρτυρία των αρχαίων γραπτών πηγών, αλλά και τα ίδια τα αρχαιολογικά ευρήματα. Για την επένδυση των τοίχων των εσωτερικών χώρων χρησιμοποιούνταν διάφορα είδη χρωματιστών μαρμάρων. Οι μεγαλύτερες αίθουσες διέθεταν πολύχρωμα μωσαϊκά δάπεδα από λίθινες και γυάλινες ψηφίδες με διακοσμητικά μοτίβα ή θέματα που συχνά σχετίζονταν με τη ζωή στο νερό, όπως ήταν οι θαλάσσιοι θίασοι. Την εικόνα συμπλήρωναν γλυπτά έργα, όπως αγάλματα θεών, ιδίως αυτών που σχετίζονταν με την υγιεινή (Ασκληπιός και Υγεία), αλλά και θεοτήτων του νερού. Επίσης υπήρχαν αγάλματα ηρώων ή ανδριάντες αυτοκρατόρων και άλλων επώνυμων ανδρών. Τα αγάλματα ήταν στημένα στις αίθουσες συγκεντρώσεων και λουτρού (κυρίως στο frigidarium), πάνω σε βάσεις ή σε ειδικές κόγχες που ανοίγονταν στους τοίχους. Με ανάγλυφες μορφές και διακοσμητικά στοιχεία κοσμούνταν συχνά και τα αρχιτεκτονικά μέλη των κτηρίων. 20 11. Χρονολόγηση Tα πρωιμότερα λουτρά στη Μικρά Ασία, όπως τα Δυτικά Λουτρά στην Πέργαμο (περ. μέσα 1ου αιώνα) και τα Λουτρά του Βιργιλίου Κάπιτου στη Μίλητο (47-52), εντάσσονται στο συγκρότημα του ελληνιστικού γυμνασίου της πόλης ή χτίζονται σε άμεση επαφή με αυτό. Στα Λουτρά του Λιμανιού στην Έφεσο, της εποχής του αυτοκράτορα Δομιτιανού (80-90), παρατηρείται για πρώτη φορά στις Ανατολικές Επαρχίες η συμμετρική διευθέτηση των αιθουσών σε δύο παράλληλες ζώνες θερμού και ψυχρού λουτρού (πρώτος αρχιτεκτονικός τύπος κατά Yegul). Μόλις στον επόμενο αιώνα, στα χρόνια που τη διοίκηση της αυτοκρατορίας ανέλαβε ο Αδριανός, χτίζονται τα υπόλοιπα παραδείγματα και οι παραλλαγές αυτού του τύπου στην Αφροδισιάδα, την Ιεράπολη και τη Λαοδίκεια, ενώ στα μέσα του 2ου αιώνα χρονολογούνται και τα δύο Λουτρά στη Μαγνησία του Μαιάνδρου. Λουτρά που χαρακτηρίζονται στην κάτοψή τους από τις τρεις επιμήκεις αίθουσες σε σχήμα Π (δεύτερος κατά Yegul τύπος) μας σώζονται από τα μέσα του 2ου αιώνα στην Έφεσο (Λουτρά του Θεάτρου και Ανατολικά Λουτρά), όπου πιθανόν αναπτύχθηκε για πρώτη φορά ο τύπος αυτός. Την ίδια εποχή περίπου χτίζονται και τα Λουτρά στην Αλεξάνδρεια Τρωάδα που παρουσιάζουν παρόμοιο σχέδιο. Η ίδρυση των λουτρών που αντιπροσωπεύουν τον τρίτο και τελευταίο κατά Yegul τύπο (Λουτρά του Βεδίου στην Έφεσο, καθώς και αυτά στις Σάρδεις και στους Αιζανούς) τοποθετείται κυρίως στο 2ο αιώνα, μας σώζεται ωστόσο και ένα πρωιμότερο παράδειγμα του τύπου των μέσων του 1ου αιώνα, τα Λουτρά Hume-I Tepe στη Μίλητο. Τα λουτρά στις πόλεις της Μικράς Ασίας παρουσιάζουν ήδη από τα μέσα περίπου του 1ου αιώνα, όταν πρωτοεμφανίζονται στον ανατολικό χώρο, ποικιλομορφία στον αρχιτεκτονικό τους σχεδιασμό. Ιδιαίτερη ακμή γνωρίζουν κατά τη διάρκεια του 2ου αιώνα, οπότε χρονολογείται η ίδρυση των περισσότερων από αυτά. Ευρέως, ωστόσο, εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται τα λουτρά και κατά τους δύο επόμενους αιώνες, όπως φανερώνουν οι επάλληλες επισκευές και αναμορφώσεις που διαπιστώνονται στα παλιότερα κτήρια (π.χ. Λουτρά της Σχολαστικίας στην Έφεσο κ.ά.), αλλά και η ίδρυση νέων κτηρίων. 12. Λειτουργία Υπήρχαν ειδικοί κανόνες για κάθε λουτρό, σύμφωνα με τους οποίους ορίζονταν οι ώρες και οι συνθήκες λειτουργίας του. 21 Τα λουτρά στην Αρχαιότητα λειτουργούσαν όχι μόνο ως χώροι καθαριότητας, υγιεινής και περιποίησης του σώματος, αλλά και ως κέντρα άθλησης, συναναστροφής και ψυχαγωγίας. 22 Υπήρχαν ακόμη αίθουσες κατάλληλα διαμορφωμένες για τη λατρεία των θεών και των αυτοκρατόρων. 23 Στον υπαίθριο χώρο και τις στοές της παλαίστρας των λουτρικών συγκροτημάτων στις πόλεις της Μικράς Ασίας μεταφέρονται έως ένα βαθμό και οι λειτουργίες του ελληνιστικού γυμνασίου ως κέντρου παροχής σωματικής και πνευματικής αγωγής. 24 Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 5/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, 1. Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 22 κ.ε. 2. Η παλιότερη αναφορά στις πηγές γίνεται για ένα λουτρό των μέσων του 5ου αι. π.χ. στην Ολυμπία, ωστόσο αρχιτεκτονικά λείψανα δημόσιων λουτρών μάς σώζονται μόλις από τον 4ο αι. π.χ. στον Πειραιά, την Ερέτρια και τα Υβλαία Μέγαρα, βλ. Ginouvès, R., Recherches sur le bain dans l antiquité greque (Paris 1962), σελ. 6 Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 23 κ.ε. 3. Μερικές από τις πιο σημαντικές μονογραφίες των τελευταίων χρόνων σχετικά με τις ρωμαϊκές θέρμες και με ζητήματα αναφορικά με τη λειτουργία τους είναι οι εξής: Les thermes romains, στο Actes de la table ronde organisée par l École française de Rome, Rome 11-12 Νovembre 1988 (CEFR 142, Rome 1991) Weber, M., Antike Badekultur (München 1996) Fagan, G.G., Bathing in Public in the Roman World (Ann Arbor 1999) Nielsen, I., Thermae et Balnea (Aarhus 1990) Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992). 4. Βλ. Δικτυογραφία 5. Βιτρούβιος, De Architectura V.10.5 Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 59 Nielsen, I., Thermae et Balnea (Aarhus 1990), σελ. 158 κ.ε. 6. Tην πρακτική αυτή περιγράφει ο Βιτρούβιος (De Architectura V.10.1). 7. Σε καλή κατάσταση σώζονται οι βεσπασιανές των Λουτρών της Σχολαστικίας στην Έφεσο, ενώ στο Λουτρό του Βεδίου στην ίδια πόλη κάποιες από τις θέσεις των αφοδευτηρίων φέρουν επιγραφές με τα ονόματα των χρηστών. 8. Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 54. 9. Μεγάλες θέρμες έχτισαν οι αυτοκράτορες Τίτος (81), Δομιτιανός (95), Τραϊανός (περ. 100), Κρακάλλας (217) και Διοκλητιανός (περ. 302). Κrencker, D. Krüger, E. Lehmann, H. Wachtler, H, Die Trierer Kaiserthermen I (Augsburg 1929). 10. Για αυτή την κατηγορία μνημείων βλ. Farrington, A., Imperial Bath Buildings in South West Asia Minor, στο Macready, S. Thompson, F.H. (επιμ.), Roman Architecture in the Greek World (London 1987), σελ. 50 59 Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 250 κ.ε. και 307 κ.ε. Nielsen, I., Thermae et Balnea (Aarhus 1990), σελ. 105 κ.ε. 11. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 273, εικ. 258 και σελ. 276, εικ. 341. 12. Οι επιμήκεις αυτές αίθουσες που αποτελούν τυπικό χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής των ρωμαϊκών θερμών αναφέρονται στη βιβλιογραφία με το συμβατικό όρο basilica thermarum (κυρίως για τις θέρμες της Ιταλίας και των δυτικών επαρχιών) ή με τον όρο ambulacrum, -a για τα λουτρά της Μικράς Ασίας. Βλ. σχετικά Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 414, 415 με σημ. 1. Nielsen, I., Thermae et Balnea (Aarhus 1990), σελ. 106. 13. Nielsen, I., Thermae et Balnea II. Catalogue and Plates (Aarhus 1990), σελ. 37: C298 Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 279 κ.ε., όπου βρίσκεται συγκεντρωμένη η προγενέστερη βιβλιογραφία. 14. Nielsen, I., Thermae et Balnea II. Catalogue and Plates (Aarhus 1990), σελ. 37: C300 Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 279 κ.ε., όπου βρίσκεται συγκεντρωμένη η προγενέστερη βιβλιογραφία. 15. Smith, A.C.G., The gymnasium at Alexandria Troas. Evidence for an outline reconstruction, AnatSt 29 (1979), σελ. 23-50. 16. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 270 κ.ε. 17. Οι καινούργιες αυτές κατασκευαστικές τεχνικές, όπως τα ψημένα τούβλα και το τσιμέντο, εισήχθησαν από την Ιταλία στην Ανατολή και εφαρμόστηκαν αρχικά σε οικοδομήματα, όπως τα Λουτρά, όπου αποδείχτηκαν ιδιαίτερα κατάλληλες για τις θολωτές στεγάσεις και τα υπόκαυστα. Χαρακτηριστικοί συνδυασμοί ορθογώνιας λιθοδομής και ψημένων τούβλων παρατηρούνται στα Λουτρά του Θεάτρου στην Έφεσο, στα Λουτρά στο γυμνάσιο της Περγάμου και σε αυτά στις Τράλλεις και την Άσπενδο, βλ. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 6/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, 266, εικ. 325 και σελ. 269, εικ. 331. 18. Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 51. 19. Το παλιότερο παράδειγμα θέρμανσης με υπόκαυστα βρέθηκε στην Ολυμπία και χρονολογείται περίπου το 100 π.χ., βλ. Weber, M., Antike Badekultur (München 1996), σελ. 47. 20. Από τα ωραιότερα παραδείγματα ανάγλυφων αρχιτεκτονικών μελών στις θέρμες της Μικράς Ασίας είναι τα κολοσσικά ανάγλυφα προσωπεία του Ηρακλή, της Μέδουσας, του Περσέα και του Μινώταυρου, τα οποία κοσμούσαν το θριγκό της Παλαίστρας των Θερμών του Αδριανού στην Αφροδισιάδα. 21. Πλήθος είναι οι φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες σχετικά με τη λειτουργία και τη σημασία των θερμών λουτρών για την αρχαία κοινωνία. Συγκεντρωμένες βρίσκονται στο Nielsen, I., Thermae et Balnea (Aarhus 1990), σελ. 195 208. 22. Για τη λειτουργία των λουτρών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βλ. Pasquinucci, M. (επιμ.), Τerme romane e vita quotidiana (Bologna 1987). 23. Τέτοιες αίθουσες διατηρούνται σε καλή σχετικά κατάσταση στα λουτρά στις Σάρδεις και στην Αφροδισιάδα. 24. Yegül, F., Baths and Bathing in Classical Antiquity (New York 1992), σελ. 307 κ.ε. Βιβλιογραφία : Brödner E., Die römischen Thermen und das antike Badewesen. Eine kulturhistorische Betrachtung, Darmstadt 1983 Brödner E., "Bemerkungen zu den hellenistischen Schwitzbädern", Bericht über die 32. Tagung für Ausgrabungswissenschaft und Bauforschung, vom 19-23 Mai 1982, Bonn 1984, Der Koldewey Gesellschaft, 45-47 Fagan G.G., Bathing in Public in the Roman World, Ann Arbor 1999 Manderscheid H., Bibliografie zum römischen Badewesen unter besonderer Berücksichtigung der öffentlichen Thermen, München 1988 Nielsen I., Thermae et Balnea. The Architecture and Cultural History of Roman Public Baths, Aarhus 1990 Weber M., Antike Badekultur, München 1996 Yegül F., Baths and Bathing in Classical Antiquity, New York 1992 Ginouvès R., Recherches sur le bain dans l antiquité greque, Paris 1962 École Française de Rome, Les thermes romains. Actes de la table ronde organisée par l École française de Rome, Rome 11-12 novembre 1988, Rome 1991, CEFR 142 Δικτυογραφία : Ancient Baths Resource Site Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 7/8
Για παραπομπή : Καζακίδη Ναταλία,, 2005, http://www3.la.psu.edu/cams/baths/bibliog/bibl.html Ancient Baths Resource Site http://www3.la.psu.edu/cams/baths/baths.html The Roman Baths http://homepage.usask.ca/~jrp638/coursenotes/baths.html Γλωσσάριo : βαλανείο, το Δημόσια λουτρά της Αρχαιότητας. Άκμασαν κυρίως κατά την Ελληνιστική περίοδο, αλλά συνέχισαν να λειτουργούν και μετά. Διέθεταν υπόκαυστα και δεξαμενές ζεστού νερού. βεσπασιανές, οι Δημόσιες εγκαταστάσεις υγιεινής σε κεντρικά σημεία μεγάλων πόλεων. υπόκαυστο, το Το κύριο σύστημα θέρμανσης των ρωμαϊκών λουτρών. Ετυμολογικά σημαίνει «κάμινος που ζεσταίνει από κάτω». Στα πλήρως αναπτυγμένα υπόκαυστα η στρώση του δαπέδου του δωματίου (suspensura) στηριζόταν σε στυλίσκους (pilae). Ο κενός χώρος του δαπέδου θερμαινόταν από την κυκλοφορία των καυτών αερίων που παρήγε μια εστία (praefurnium), η οποία τροφοδοτούνταν εξωτερικά. Ο ζεστός αέρας περνώντας μέσα από πλίνθινους σωλήνες (tubuli ή tubi) θέρμαινε και τους τοίχους. Δημιουργήθηκε στις 10/1/2017 Σελίδα 8/8