«ΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ ΚΑΙ Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ»



Σχετικά έγγραφα
Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ: Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. ΤΟ ΕΝΙΑΙΟ ΝΟΜΙΣΜΑ. Δρ Νικόλαος Λυμούρης

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με την υιοθέτηση του ευρώ από τη Λιθουανία την 1η Ιανουαρίου 2015

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με την υιοθέτηση του ευρώ από τη Λετονία την 1η Ιανουαρίου 2014

Τα όργανα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης

Το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα και το Ευρώ

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1466/97 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 18 Οκτωβρίου 1996) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 10ης Οκτωβρίου 2005

Ευρωπαϊκή Οικονομία. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης.

Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου σχετικά µε τον οριστικό χαρακτήρα του διακανονισµού και τη σύσταση ασφαλειών

Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Σύστηµα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 15ης Ιανουαρίου 2007

Επίσηµη Εφηµερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (2001/914/ΕΚ)

A8-0219/

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την καθιέρωση του ευρώ /* COM/96/0499 ΤΕΛΙΚΟ - CNS 96/0250 */

European Monetary System. Θεµέλια του Συστήµατος 1: Ενιαίο νόµισµα, Δοµή δύο ταχυτήτων, Ανεξαρτησία των ΕΣΚΤ και ΕΚΤ, συνοχή µε την ΕΕ

Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Νοµικό πλαίσιο, σκοποί, αρµοδιότητες και βασικές εργασίες

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ του Συµβουλίου

ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ZHTHMATA ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΣΟΤΙΜΙΩΝ ΤΩΝ

Κωδικοποιηµένο ΚΕΙΜΕΝΟ

ECB-PUBLIC ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 15ης Φεβρουαρίου σχετικά με τους λογαριασμούς πληρωμών (CON/2017/2)

ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ 1

Πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης

8. Οι άριστες νομισματικές περιοχές και η ευρωπαϊκή εμπειρία

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

(Υποβλήθηκε από την Επιτροπή σύµφωνα µε το άρθρο 189 Α παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ)

Το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα. Από το Διμεταλλισμό στο Ευρώ. Καθ. Γ. Αλογοσκούφης, Διεθνής Οικονομική,

Άρθρο 117. (πρώην άρθρο 4 της ΣΕΚ)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση του κανονισµού (ΕΚ) αριθ. 974/98 αναφορικά µε την εισαγωγή του ευρώ στην Εσθονία

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 17ης Ιουνίου 2004

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 13 Ιουνίου 2016 (OR. en)

Οι διακυβερνητικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων

Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ)

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. με σκοπό να τερματιστεί η κατάσταση υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος στο Ηνωμένο Βασίλειο

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ. Βρυξέλλες, 27 Μαΐου 2013

Βασικά Χαρακτηριστικά

Ο Κανονισμός 1175/2011

ΙΙ. ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

RESTREINT UE. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ)

Η Επιλογή Νομισματικού Καθεστώτος σε Ανοικτές Οικονομίες. Σταθερές Ισοτιμίες, Κυμαινόμενες Ισοτιμίες ή Ενιαίο Νόμισμα

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την κατάργηση της απόφασης 2010/401/ΕΕ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Κύπρο

COM(2000)274-EL τελικό

11256/12 IKS/nm DG G1A

Οι διακυβερνητικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 27ης Ιανουαρίου 2006

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ. Άρθρο 310

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα. Από το Διμεταλλισμό στο Ευρώ

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ EΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 11ης Ιουλίου 2006

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την κατάργηση της απόφασης 2009/415/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Ελλάδα

(β)): ). ο Thomas Wieser.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 14 Ιανουαρίου 2013 (OR. en) 16977/12 ιοργανικός φάκελος: 2012/0298 (APP) FISC 183 ECOFIN 1000 OC 699

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων της Δανίας για το 2014

Ουσιαστικοί κανόνες της ΟΝΕ

ΔΟΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

ΠΡΟΣΧΕ ΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

Σύσταση για ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Δ. Κ. ΜΑΡΟΥΛΗΣ Διευθυντής Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών Alpha Bank. H Ελληνική Εμπειρία ως Οδηγός για την Κύπρο

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 974/98 όσον αφορά την εισαγωγή του ευρώ στη Λετονία

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0383/7. Τροπολογία. Marco Valli, Rolandas Paksas εξ ονόματος της Ομάδας EFDD

Ευρωπαϊκή Οικονομία. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. Έγγραφο θέσης

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Ομιλία κ. Nicolette Kressl Υφυπουργού Οικονομικών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας

Το πλαίσιο δημοσιονομικών πολιτικών της ΕΕ

Ερωτήσεις-Απαντήσεις για το Ευρώ

Η Επιλογή Νομισματικού Καθεστώτος σε Ανοικτές Οικονομίες

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

11554/16 ROD/alf,ech DGG 1A

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 19 Σεπτεμβρίου 2017 (OR. en)

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Η δύναμη της Ενιαίας Αγοράς

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. Σχετικά με τη σύσταση Εθνικών Συμβουλίων Ανταγωνιστικότητας εντός της ζώνης του ευρώ

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΩΝ ΒΑΣΙΚΏΝ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΕΝΟΠΟΙΗΣΗΣ (ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΡΕΠΟΡΤΑΖ)

Πρόταση Ο ΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

[ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ- ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΕΝ ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ]

Δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας

IMF Survey. Ο μεταρρυθμισμένος δανεισμός του ΝΤ λειτούργησε καλά στην κρίση

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. ΕΚΔΙΔΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΤΕΥΧΟΣ αρ.

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΟΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, ιεχοντας υπόψη:

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΝΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ

ΓΝΩΜΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 22ας Φεβρουαρίου 2006

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. για την κατάρτιση και διαβίβαση στοιχείων για το τριµηνιαίο δηµόσιο χρέος

Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή στη µακροοικονοµική

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

Transcript:

Αριστοτέλειο Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης Σχολή Νοµικών, Οικονοµικών και Πολιτικών Επιστηµών Τµήµα Πολιτικών Επιστηµών Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Σπουδών Κατεύθυνση Πολιτικής Ανάλυσης ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ ΚΑΙ Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ» Μαρκογιαννάκης Απόστολος Επιβλέπων καθηγητής: Γιώργος ουράκης Μέλη τριµελούς επιτροπής: Γιάννης Παπαγεωργίου Νίκος Βαρσακέλης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009 1

ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), γνωστή και ως Συνθήκη του Μάαστριχτ, καθόρισε το χρονοδιάγραµµα ολοκλήρωσης της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ένωσης (ΟΝΕ), καθώς και το θεσµικό πλαίσιο για την άσκηση της µακροοικονοµικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η νοµισµατική πολιτική πέρασε από την δικαιοδοσία των κρατών µελών στον νεοσυσταθέντα ανεξάρτητο υπερεθνικό οργανισµό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), που ανέλαβε την ευθύνη άσκησης ενιαίας νοµισµατικής πολιτικής. Αντίθετα, η δηµοσιονοµική πολιτική παρέµεινε στην δικαιοδοσία των κρατών µελών, αλλά ασκείται µε βάση προκαθορισµένους κανόνες που θέτει το Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), το αρµόδιο όργανο για το συντονισµό και την επιτήρηση των εθνικών δηµοσιονοµικών πολιτικών. Η διπλωµατική αυτή εργασία έχει δυο στόχους. Πρώτον, να διερευνήσει τις διάφορες πτυχές της ευρωπαϊκής νοµισµατικής και δηµοσιονοµικής πολιτικής στα πλαίσια των δυο αυτών θεσµών της ΟΝΕ (ΕΚΤ, ΣΣΑ). εύτερον, να αξιολογήσει τη νοµισµατική και δηµοσιονοµική πολιτική που άσκησε η ΕΕ για την αντιµετώπιση της σηµερινής παγκόσµιας οικονοµικής κρίσης, σε αντιπαράθεση µε τις αντίστοιχες πολιτικές των ΗΠΑ. 2

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΕΡΙΛΗΨΗ...2 ΕΙΣΑΓΩΓΗ..7 ΜΕΡΟΣ Α Η ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ 1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ...11 1.1 Η ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΤΑ ΤΗ ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΣΤΑ ΙΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΤΗΣ.12 1.1.1 Τα κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ...15 1.1.2 Το Τρίτο στάδιο και ολοκλήρωση της ΟΝΕ...17 1.2 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ...20 2 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Η ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΟΝΕ ΩΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΑΡΜΟ ΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ (ΕΚΤ)..22 2.1 Η BUNDESBANK ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΗΣ EKΤ.22 2.2 Η ΕΚΤ ΠΥΡΗΝΑΣ ΤΟΥ ΕΣΚΤ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΥΡΩΣΥΤΗΜΑΤΟΣ...25 2.3 Ο ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟΥ ΣΤΟΧΟΥ ΤΗΣ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ...30 2.4 Η ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΙΑΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΤ...34 2.4.1 Η ανεξαρτησία της ΕΚΤ απέναντι στην πολιτική εξουσία...34 2.4.2 Η αρχή της διαφάνειας...37 3

2.5 ΕΚΤ ΚΑΙ ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΩΝ ΗΠΑ (FED): ΜΙΑ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ..38 2.5.1 Ο βαθµός ανεξαρτησίας των δυο ιδρυµάτων..38 2.5.2 Περιεχόµενο της νοµισµατικής πολιτικής 40 2.6.ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΚΤ 41 2.7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ... 46 3 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Η ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΤΗΣ ΟΝΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΣΣΑ)....49 3.1 ΤΑ ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ ΚΑΙ ΤΟ ΣΣΑ...50 3.2 Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΣΑ ΤΟ 2005...55 3.3 ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΣΑ...58 3.4 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ 63 ΜΕΡΟΣ Β ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Η ΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ 2008...65 4.1 ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ.65 4.2 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ...72 5 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ: Η ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΗΠΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΕ 74 5.1 ΟΙ ΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΕ ΙΟ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ...74 5.1.1 Πληθωριστικός ή αντιπληθωριστικός κίνδυνος;...75 4

5.1.2 Η υπερεκτίµηση του πληθωριστικού κινδύνου από την ΕΚΤ και τα ανορθόδοξα µέτρα νοµισµατικής επέκτασης (quantitative easing) της FED.76 5.2 Η ΙΑΣΤΑΣΗ ΑΠΟΨΕΩΝ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ......81 5.2.1 Η παρεµβατική αντίδραση των ΗΠΑ...82 5.2.2 Η ήπια αντίδραση της ΕΕ και το αδιέξοδο της δηµοσιονοµικής πολιτικής της ΟΝΕ.86 5.2.3 Οι αδύναµοι κρίκοι της Ευρωζώνης 91 5.2.4 Η κρίση των αναδυόµενων οικονοµιών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης...99 5.3 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ...101 6 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΕΓΓΕΝΕΙΣ Α ΥΝΑΜΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΟΝΕ.104 6.1 Η ΚΡΙΣΗ ΑΝΕ ΕΙΞΕ ΤΙΣ ΕΓΓΕΝΕΙΣ Α ΥΝΑΜΙΕΣ ΤΗΣ ΟΝΕ.104 6.2 ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ...106 6.2.1 Η συγκρότηση οικονοµικής διακυβέρνησης επείγει..106 6.2.2 Η αναδιαµόρφωση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος...111 6.3 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ 114 ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ...117 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 120 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...126 5

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΣΥΝΤΟΜΕΥΣΕΩΝ ARRB American Recovery and Reinvestment Bill ECU Ευρωπαϊκή Νοµισµατική Μονάδα (European Currency Unit) FED Οµοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα (Federal Reserve System) ERM Μηχανισµός Συναλλαγµατικών Ισοτιµιών (Exchange Rate Mechanism) ΝΤ ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο ΥΕ ιαδικασία Υπερβολικού Ελλείµµατος EE (EU) Ευρωπαϊκή Ένωση (European Union) ΕΕΠ Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη ΕθνΚΤ Εθνικές Κεντρικές Τράπεζες ΕΚΤ (ECB) Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (European Central Bank) Εν ΤΚ Εναρµονισµένος είκτης Τιµών Καταναλωτή ΕΝΕ (EMU) Ευρωπαϊκή Νοµισµατική Ένωση (European Monetary Union) ΕΝΙ Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Ίδρυµα ΕΝΣ (ECU) Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Σύστηµα (European Currency Union) ΕΣΚΤ (ESCB) Ευρωπαϊκό Σύστηµα Κεντρικών Τραπεζών (European System of Central Bank) ΕΣΥΕ Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος ΜΣΙ Μηχανισµός Συναλλαγµατικών Ισοτιµιών Ο Ε Οικονοµική και ηµοσιονοµική Επιτροπή ΟΝΕ Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση ΟΟΣΑ(OECD) Οργανισµός για την Οικονοµική Συνεργασία και Ανάπτυξη (Organization for Economic Co-Operation and Development) ΣΣΑ Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης 6

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Την 1 η Ιανουαρίου 2009 συµπληρώθηκαν δέκα χρόνια από την στιγµή που η Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση (ΟΝΕ) 1 έγινε πραγµατικότητα και το ευρώ µπήκε στη ζωή των ευρωπαίων πολιτών. Η ΟΝΕ αποτέλεσε το τρίτο κατά σειρά ορόσηµο από τη δηµιουργία της ΕΕ. Είχαν προηγηθεί η τελωνειακή ένωση το 1968 που άνοιξε το δρόµο για το ελεύθερο εµπόριο των αγαθών και η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (ΕΕΠ) το 1985 που δηµιούργησε τις προϋποθέσεις για την εµβάθυνση και ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς µε συγκεκριµένο χρονικό ορίζοντα το 1992. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ, γνωστή και ως Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, σηµατοδότησε την αρχή της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ένωσης και καθόρισε το θεσµικό πλαίσιο, το χρονοδιάγραµµα αλλά και τις προϋποθέσεις συµµετοχής των κρατών µελών της ΕΕ στην ΟΝΕ. Όσον αφορά τη νοµισµατική πολιτική, έθεσε τις κατευθυντήριες γραµµές άσκησής της, παραχωρώντας όλες τις αρµοδιότητες της στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ένα νεοϊδρυθέν πανευρωπαϊκό όργανο µε έδρα την Φρανκφούρτη. Αναφορικά µε την δηµοσιονοµική πολιτική, σε αντίθεση µε την νοµισµατική, δεν όρισε κάποιο αρµόδιο φορέα υπεύθυνο για την άσκησή της, δίνοντας έτσι στις κυβερνήσεις των κρατών µελών και τα οικονοµικά υπουργεία τους την ευχέρεια να χαράζουν την δική τους δηµοσιονοµική πολιτική. Μια δηµοσιονοµική πολιτική, όµως, που έπρεπε να συµβαδίζει µε τα δηµοσιονοµικά κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ για το δηµοσιονοµικό έλλειµµα και το δηµόσιο χρέος και που περιορίστηκε, αργότερα, σε µεγάλο βαθµό µε τη θέσπιση του Συµφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Η συµπλήρωση δέκα ετών από τη δηµιουργία της ΟΝΕ βρήκε την Ευρωπαϊκή Ένωση στη δίνη µιας παγκόσµιας χρηµατοοικονοµικής κρίσης, που κατά κοινή οµολογία ήταν η µεγαλύτερη οικονοµική κρίση της µεταπολεµικής περιόδου. Στις 9 Αυγούστου 2009 συµπληρώθηκαν δυο χρόνια από την «έκρηξη» της χρηµατοπιστωτικής φούσκας στις ΗΠΑ που είχε σαν αποτέλεσµα την κατάρρευση µεγάλων χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων. Η κρίση πέρασε γρήγορα από το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα στην πραγµατική οικονοµία της Αµερικής και σαν 1 Ως Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση (ΟΝΕ) νοείται η διαδικασία που αποβλέπει στην εναρµόνιση των οικονοµικών και νοµισµατικών πολιτικών των κρατών µελών της Ε.Ε., µε στόχο την εφαρµογή ενιαίου νοµίσµατος, του ευρώ. 7

ντόµινο συµπαρέσυρε το σύνολο σχεδόν της παγκόσµιας οικονοµίας. Τα στατιστικά στοιχεία που καταγράφονται παρουσιάζουν µε το πλέον ξεκάθαρο τρόπο τους σοβαρούς τριγµούς που έχει υποστεί η οικονοµία µε την εκτίναξη της ανεργίας, την κάθετη πτώση του ρυθµού ανάπτυξης, την εµφάνιση αρνητικού ρυθµού πληθωρισµού κλπ. Αναλυτές και οικονοµολόγοι κάνουν λόγο για τη µεγαλύτερη κρίση µετά το τέλος του Β Παγκοσµίου Πολέµου και το κραχ της δεκαετίας του 30 ενώ συγκρίνουν τη σηµερινή ύφεση µε τη Μεγάλη Ύφεση του Μεσοπολέµου. Αντιµέτωπη µε την µεγαλύτερη πρόκληση της σχετικά σύντοµης ιστορίας της, η ΟΝΕ είναι φυσικό να διέρχεται µια περίοδο σοβαρής δοκιµασίας, καθώς η δεινή οικονοµική κρίση έφερε στην επιφάνεια πολλές από τις εγγενείς αδυναµίες της. Ωστόσο, αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες πρέπει να αντιµετωπίσουν την κρίση όχι µόνον ως απειλή, αλλά και ως µια πρώτης τάξεως ευκαιρία για ουσιαστική αναµόρφωση της ΕΚΤ και του ΣΣΑ, κάτι που θα αποτελέσει εφαλτήριο για µια πιο ισχυρή Ένωση την εποµένη της κρίσης. Στο πλαίσιο αυτό η παρούσα διπλωµατική εργασία επιδιώκει δυο στόχους. Πρώτον, να διερευνήσει τις διάφορες πτυχές της ευρωπαϊκής νοµισµατικής και δηµοσιονοµικής πολιτικής στα πλαίσια των δυο θεσµών της ΟΝΕ (ΕΚΤ, ΣΣΑ). εύτερον, να αξιολογήσει τη νοµισµατική και δηµοσιονοµική πολιτική που άσκησε η ΕΕ για την αντιµετώπιση της σηµερινής παγκόσµιας οικονοµικής κρίσης, σε αντιπαράθεση µε τις αντίστοιχες πολιτικές των ΗΠΑ. Η εργασία είναι χωρισµένη σε τρεις ενότητες. Στην πρώτη ενότητα γίνεται µια εκτενής παρουσίαση της έως τώρα µακροοικονοµικής πολιτικής της Ένωσης µέσα από την διερεύνηση των θεσµικών διατάξεων της Συνθήκης, την κριτική αξιολόγηση των δυο κύριων µέσων άσκησης µακροοικονοµικής πολιτικής, δηλαδή της ΕΚΤ σε επίπεδο νοµισµατικής πολιτικής και του Συµφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης σε επίπεδο δηµοσιονοµικής πολιτικής, και τη σύγκριση αυτών των πολιτικών µε τις αντίστοιχες πολιτικές των ΗΠΑ. Επιπλέον, στο ίδιο πλαίσιο παρατίθενται οι κύριες ενστάσεις και οι εναλλακτικές προτάσεις που έχουν εκφρασθεί κατά καιρούς για την πολιτική των δυο ευρωπαϊκών µακροοικονοµικών θεσµών, της ΕΚΤ και του ΣΣΑ. Η πρώτη ενότητα χωρίζεται σε τρία κεφάλαια. Στο πρώτο εξετάζονται και παρουσιάζονται: α) το θεσµικό πλαίσιο και οι κύριες διατάξεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ αναφορικά µε την µακροοικονοµική πολιτική της ΕΕ, δηλαδή ο κυρίαρχος ρόλος της ΕΚΤ στην άσκηση της νοµισµατικής πολιτικής, καθώς και ο τρόπος 8

άσκησης της δηµοσιονοµικής πολιτικής από τις εθνικές κυβερνήσεις των κρατών µελών στο περιοριστικό πλαίσιο των δηµοσιονοµικών κριτηρίων του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος και του δηµόσιου χρέους και αργότερα του ΣΣΑ, β) το χρονοδιάγραµµα των τριών σταδίων ως την πλήρη οικονοµική και νοµισµατική ενοποίηση και την κυκλοφορία του ευρώ, ως νοµίσµατος, το 2002 και γ) οι προϋποθέσεις συµµετοχής των κρατών µελών της ΕΕ στην ΟΝΕ, τα γνωστά δηλαδή σε όλους µας κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύονται οι βασικοί άξονες της νοµισµατικής πολιτικής της ΕΕ και της ΕΚΤ. Πιο συγκεκριµένα, εξετάζονται οι λόγοι που οδήγησαν τους ευρωπαίους ηγέτες στην υιοθέτηση του γερµανικού προτύπου ως βάση δηµιουργίας της ΕΚΤ και παρουσιάζεται το θεσµικό πλαίσιο λειτουργίας του ΕΣΚΤ. Επίσης, διερευνάται και αναλύεται ο ποσοτικός ορισµός της σταθερότητας των τιµών, ως πρωταρχικός στόχος της ΕΚΤ. ιασαφηνίζονται, ακόµα, οι όροι της ανεξαρτησίας και της διαφάνειας της ΕΚΤ που εµπεριέχονται στο θεσµικό πλαίσιο της Συνθήκης του Μάαστριχτ και στο Καταστατικό του ΕΣΚΤ και διερευνάται η ιδιαίτερη σηµασία τους για την λειτουργία και τον τρόπο άσκησης της νοµισµατικής πολιτικής της ΕΚΤ. Τέλος, παρουσιάζεται µια συγκριτική ανάλυση ανάµεσα στην ΕΚΤ και την οµοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, την FED, ως προς το περιεχόµενο της πολιτικής τους και το βαθµό ανεξαρτησίας τους. Το δεύτερο κεφάλαιο ολοκληρώνεται µε την κριτική αξιολόγηση της νοµισµατικής πολιτικής της ΕΚΤ. Στο επόµενο κεφάλαιο γίνεται µια εκτενής διερεύνηση της δηµοσιονοµικής πολιτικής της ΕΕ στο πλαίσιο των δηµοσιονοµικών κανόνων της Συνθήκης του Μάαστριχτ και κυρίως του µεταγενέστερου ΣΣΑ. Παρουσιάζεται το θεσµικό πλαίσιο του ΣΣΑ και εξετάζεται η ισχύς των κανόνων του και ο βαθµός αποδοχής και τήρησης του από τα κράτη µέλη. Στη συνέχεια αναφέρονται οι λόγοι που οδήγησαν στην αναθεώρησή του, το 2005 αλλά και οι αλλαγές που έγιναν. Τέλος, εξετάζονται τόσο τα οφέλη από την εφαρµογή του, όσο και οι αρνητικές κριτικές που του έχουν ασκηθεί κατά διαστήµατα και βάσει των οποίων έχει τεθεί το ζήτηµα µιας νέας αναθεώρησής του ή ουσιαστικής κατάργησής του. Ακολούθως, στη δεύτερη ενότητα εξετάζεται η νοµισµατική και δηµοσιονοµική πολιτική της ΕΕ στο πλαίσιο της πρόσφατης χρηµατοοικονοµικής κρίσης, σε σύγκριση 9

και µε την αντίστοιχη µακροοικονοµική πολιτική των ΗΠΑ. Επίσης, διερευνώνται µια σειρά από ερωτήµατα που προκύπτουν σ αυτή την έκτατη οικονοµική συγκυρία. Ερωτήµατα που σχετίζονται: α) µε τον τρόπο αντίδρασης της ΕΕ και κατ επέκταση της ΕΚΤ στις νέες συνθήκες που δηµιουργήθηκαν µετά την εξάπλωση της κρίσης στην ευρωπαϊκή ήπειρο, β) τα δηµοσιονοµικά µέτρα που υιοθετήθηκαν από τις κυβερνήσεις των κρατών µελών στην προσπάθεια τους να αντιµετωπιστούν οι συνέπειες της κρίσης, γ) την επάρκεια ή όχι του ΣΣΑ, δ) τις εγγενείς αδυναµίες της ΟΝΕ, που ανέδειξε µε έκδηλο τρόπο η τρέχουσα χρηµατοοικονοµική κρίση, και ε) τις προτάσεις που διατυπώθηκαν την περίοδο αυτή µε σκοπό την αναδιαµόρφωση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος και την ενίσχυση της δηµοσιονοµικής πολιτικής της ΕΕ. Η δεύτερη ενότητα είναι χωρισµένη σε τρία κεφάλαια. Στο τέταρτο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται µια συνοπτική επισκόπηση της πρόσφατης χρηµατοοικονοµικής κρίσης. Πιο συγκεκριµένα, εξετάζονται τα αίτια και οι επιπτώσεις της χρηµατοπιστωτικής κρίσης στην παγκόσµια οικονοµία (κυρίως στις ΗΠΑ και την ΕΕ) και το νεοδιαµορφωθέν οικονοµικό σκηνικό. Στο πέµπτο κεφάλαιο διερευνώνται οι τρόποι αντίδρασης της ΕΕ και της Αµερικής για την αντιµετώπιση της οικονοµικής κρίσης. Εξετάζονται δηλαδή τα µέτρα που υιοθετήθηκαν και η πολιτική που ακολούθησαν τόσο σε επίπεδο νοµισµατικής πολιτικής, όσο και δηµοσιονοµικής, µε στόχο την ταχύτερη δυνατή έξοδο από την κρίση και την αντιµετώπιση όλων των δεινών που προκάλεσε. Στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο αναδεικνύονται όλες οι εγγενείς αδυναµίες της ΟΝΕ, που µε αφορµή την κρίση ήρθαν στην επιφάνεια και εξετάζονται οι προτάσεις για τον τρόπο αντιµετώπισης τους. Προτάσεις που συγκλίνουν σε δυο σηµεία: πρώτον, στην επιτατική ανάγκη εφαρµογής µιας ενιαίας δηµοσιονοµικής πολιτικής µε τη συγκρότηση ενός οργάνου οικονοµικής διακυβέρνησης και δεύτερον, στην αυστηρότερη ρύθµιση του χρηµατοπιστωτικού συστήµατος. Τέλος, στην τρίτη και τελευταία ενότητα συνοψίζονται εν είδει επιλόγου τα αποτελέσµατα της διπλωµατικής εργασίας και παρατίθενται τα συµπεράσµατα στα οποία κατέληξε βάσει της ανάλυσης που προηγήθηκε στα 6 κεφάλαιά της. 10

ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Η ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ 1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ Η Συνθήκη του Μάαστριχτ υπογράφτηκε στις 7 Σεπτεµβρίου του 1992 στην οµώνυµη πόλη Μάαστριχτ. Αποτέλεσε το επιστέγασµα µιας σειράς προσπαθειών και σταδιακών βηµάτων που είχαν προηγηθεί για τη µετάβαση σε ένα περιβάλλον οικονοµικής και νοµισµατικής ενοποίησης που αποτελούσε επαναλαµβανόµενη φιλοδοξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το τέλος της δεκαετίας του 60. Πρόδροµο της Συνθήκης αποτέλεσε η έκθεση της Επιτροπής Μελέτης της οικονοµικής και νοµισµατικής ένωσης, γνωστής και ως «έκθεσης Jacques Delor 2». Η έκθεση Delor υποβλήθηκε τον Απρίλιο του 1989 και όριζε ως στόχο της νοµισµατικής ένωσης την πλήρη απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, την πλήρη ολοκλήρωση των χρηµατοοικονοµικών αγορών, την αµετάκλητη µετατρεψιµότητα των νοµισµάτων, το ανέκκλητο κλείδωµα των ισοτιµιών και τη πιθανή αντικατάσταση των εθνικών νοµισµάτων µε ένα ενιαίο νόµισµα. Η έκθεση ανέφερε ότι αυτό θα µπορούσε να επιτευχθεί σε τρία στάδια, ξεκινώντας από τον στενότερο οικονοµικό και νοµισµατικό συντονισµό και καταλήγοντας σε ένα ενιαίο νόµισµα µε ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και κανόνες που θα διέπουν το ύψος και τη χρηµατοδότηση των εθνικών δηµοσιονοµικών ελλειµµάτων. Με βάση την έκθεση Delors, το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Μαδρίτης, τον Ιούνιο του 1989, αποφάσισε να προχωρήσει στο πρώτο στάδιο της ΟΝΕ τον Ιούλιο του 1990. Με τη σειρά του το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο του Στρασβούργου, το 1989, ζήτησε τη σύγκληση διακυβερνητικής διάσκεψης προκειµένου να καθοριστούν οι αναγκαίες αναθεωρήσεις της Συνθήκης για τη µετάβαση στο δεύτερο και τρίτο στάδιο 2 Ζακ Ντελόρ : Εργάστηκε στην Τράπεζα της Γαλλίας, υπήρξε καθηγητής στο Πανεπιστήµιο του Παρισιού και ευρωβουλευτής. Τη χρονική περίοδο 1969-1972 ήταν Σύµβουλος του γκωλικού Γάλλου πρωθυπουργού Σαµπάν - Ντελµάς. Στη συνέχεια προσχώρησε στο Σοσιαλιστικό Κόµµα. Το 1981 έγινε Υπουργός Οικονοµικών υπό το Μιτεράν. Είναι από τους πρωτεργάτες του σχεδίου της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αξιόλογος οικονοµολόγος µε εκµοντερνιστικές τάσεις. Εργάζεται συνεχώς και έχει αποκτήσει µεγάλο κύρος, επιρροή και δύναµη. Από το 1985 µέχρι το 1995 διετέλεσε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 11

και την υλοποίηση της ΟΝΕ. Με λίγα λόγια δηλαδή, η έκθεση Delors «έθεσε σε γενικές γραµµές τις βάσεις για την προώθηση µιας συνθήκης που θα προέβλεπε την εγκαθίδρυση µιας νοµισµατικής ένωσης στην Ευρώπη» 3. Μια τέτοια συνθήκη ήταν η συνθήκη του Μάαστριχτ, η οποία θα καθόριζε το θεσµικό πλαίσιο, το χρονοδιάγραµµα αλλά και τις προϋποθέσεις συµµετοχής των κρατών µελών της ΕΕ σε µια νοµισµατική και οικονοµική ένωση. Οι περίοδοι ενεργοποίησης, που προβλέπονταν στην έκθεση Delors επικυρώθηκαν και καθορίστηκαν από τη συνθήκη του Μάαστριχτ η οποία τέθηκε σε εφαρµογή την 1 η Νοεµβρίου του 1993. Η Συνθήκη προσδιόρισε τρία στάδια προκειµένου να επιτευχθεί η νοµισµατική Ένωση, κατά τη διάρκεια των οποίων θα διαµορφώνονταν το θεσµικό πλαίσιο της ΟΝΕ και θα πραγµατοποιούταν οι απαιτούµενες διεργασίες για την ολοκλήρωση της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ένωσης. 1.1 Η ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΤΗΣ ΟΝΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΙΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ 3 ΣΤΑ ΙΩΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ ΤΗΣ Το πρώτο στάδιο που είχε, ήδη, αρχίσει την 1 η Ιουλίου 1990, συγχρόνως µε την εφαρµογή της οδηγίας για την ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων, σήµανε στην πραγµατικότητα την εκκίνηση της όλης διαδικασίας. Αυτή η φάση είχε σαν βασικούς στόχους την επίτευξη µιας πιο µεγάλης σύγκλισης µεταξύ των οικονοµικών πολιτικών και µιας πιο στενής συνεργασίας µεταξύ των κεντρικών τραπεζών, συµπεριλαµβανόµενης της µεγαλύτερης συνοχής µεταξύ των νοµισµατικών πρακτικών στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Νοµισµατικού Συστήµατος (ΕΝΣ) 4. Σύµφωνα µε το άρθρο 118 της Συνθήκης, η σύνθεση του καλαθιού του ECU πάγωσε την 1η Νοεµβρίου 1993, ηµεροµηνία που τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη του Mάαστριχτ. Το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο της Μαδρίτης, των 15 και 16 εκεµβρίου 1995 αποφάσισε ότι από την έναρξη του τρίτου σταδίου το όνοµα του ενιαίου νοµίσµατος θα είναι «ευρώ» 3 Μούσης, Ν. (1995). Ευρωπαϊκή Ένωση : θεσµοί και πολιτικές. Αθήνα : Παπαζήση, σελ.54 4 Ευρωπαϊκό νοµισµατικό σύστηµα (ΕΝΣ): Σύστηµα διαχείρισης των νοµισµατικών διακυµάνσεων, που ιδρύθηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα το 1979, αντικαθιστώντας το «φίδι στη σήραγγα». Το Φίδι στη σήραγγα αποτελούσε έναν µηχανισµό διαχείρισης νοµισµατικών διακυµάνσεων έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, ο οποίος ιδρύθηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα το 1972. Το «φίδι» αναφέρεται στα νοµίσµατα, ενώ η «σήραγγα» αντιπροσωπεύει το δολάριο ΗΠΑ. 12

(euro), όνοµα το οποίο συµβολίζει την Ευρώπη και το οποίο πρέπει να είναι το ίδιο σε όλες τις επίσηµες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαµβανοµένης υπόψη της ύπαρξης διαφορετικών αλφαβήτων, δηλαδή του λατινικού και του ελληνικού. Το δεύτερο στάδιο της οικονοµικής και νοµισµατικής ένωσης άρχισε την 1η Ιανουαρίου 1994 και τερµατίστηκε στις 31 εκεµβρίου 1998. Η φάση αυτή χαρακτηρίζεται ως ενδιάµεση µεταβατική φάση και αποβλέπει στην εξασφάλιση της οικονοµικής σύγκλισης των κρατών µελών πριν από την τελική Τρίτη φάση. Από την 1 η Ιανουαρίου 1994 οι οικονοµικές πολιτικές συντονίζονται σε κοινοτικό επίπεδο. Προκειµένου να εξασφαλιστεί στενότερος συντονισµός των οικονοµικών πολιτικών και συνεχής σύγκλιση των οικονοµικών επιδόσεων των κρατών µελών, το Συµβούλιο, βάσει εκθέσεων που υποβάλλει η Επιτροπή, παρακολουθεί τις οικονοµικές εξελίξεις και προβαίνει τακτικά σε συνολική αξιολόγηση. Για τους σκοπούς αυτής της πολυµερούς εποπτείας τα κράτη µέλη ενηµερώνουν την Επιτροπή για τα σηµαντικά µέτρα που λαµβάνουν στο τοµέα της οικονοµικής τους πολιτικής. Την έναρξη του εύτερου Σταδίου της ΟΝΕ σηµατοδότησε η ίδρυση Ευρωπαϊκού Νοµισµατικού Ιδρύµατος (ΕΝΙ) την 1η Ιανουαρίου 1994. Το ΕΝΙ, µε έδρα τη Φρανκφούρτη, αποτέλεσε τον πρόδροµο του ΕΣΚΤ και είχε δύο κύρια καθήκοντα: πρώτον, να ενισχύσει τη συνεργασία µεταξύ των κεντρικών τραπεζών και το συντονισµό των νοµισµατικών πολιτικών, και δεύτερον, να αναλάβει τις αναγκαίες προετοιµασίες για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Συστήµατος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ), για την άσκηση της ενιαίας νοµισµατικής πολιτικής και για τη δηµιουργία ενιαίου νοµίσµατος στο τρίτο στάδιο. Το ΕΝΙ ολοκλήρωσε τα καθήκοντά του, µε την ίδρυση της ΕΚΤ την 1η Ιουνίου 1998. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα επέβαλλε, επίσης, στα κράτη µέλη να αποφεύγουν τα υπερβολικά δηµοσιονοµικά ελλείµµατα και να θέσουν σε κίνηση τη διαδικασία για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, έτσι ώστε η µελλοντική νοµισµατική ένωση να συγκεντρώνει κράτη µε υγιή δηµοσιονοµική διαχείριση. 13

Ο κανονισµός 3605/93 5 διευκρινίζει τους ορισµούς που αναφέρονται στη «διαδικασία για τα υπερβολικά ελλείµµατα ( ΥΕ)», συµπεριλαµβανοµένου του ορισµού του δηµοσίου χρέους, και θεσπίζει κανόνες σύµφωνα µε τους οποίους τα κράτη µέλη πρέπει να γνωστοποιούν τα σχετικά στοιχεία στην Επιτροπή, η οποία εκτελεί χρέη στατιστικής αρχής σχετικά µε τη ΥΕ. Προκειµένου να συµπληρώσει και να προσδιορίσει τις δηµοσιονοµικές διατάξεις της Συνθήκης που αφορούσαν την ΟΝΕ, το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο ενέκρινε, τον Ιούνιο του 1997, το Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Στα πλαίσια της διαδικασίας για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, η Συνθήκη απαγορεύει σε αυτές να παρέχουν στις κυβερνήσεις τη δυνατότητα υπεραναλήψεων ή οποιουδήποτε άλλου είδους πιστωτικές διευκολύνσεις καθώς επίσης και να αγοράζουν απευθείας από τον εκδότη τους τίτλους του δηµοσίου. Παράλληλα µε την απαγόρευση της άµεσης νοµισµατικής χρηµατοδότησης των δηµοσίων ελλειµµάτων και για να υποχρεώσει τις δηµόσιες αρχές να δανείζονται µε βάση τους νόµους της αγοράς, η Συνθήκη ορίζει ότι απαγορεύεται κάθε µέτρο που θεσπίζει προνοµιακή πρόσβαση των δηµοσίων αρχών στα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα, εφόσον δεν υπαγορεύεται από λόγους προληπτικής εποπτείας. H Συνθήκη επιδιώκει, έτσι, να θεσµοποιήσει ένα είδος δηµοσιονοµικού ελέγχου από την ίδια την αγορά. Γι' αυτόν τον σκοπό, ο κανονισµός 3604/93 6 ορίζει τους όρους «προνοµιακή πρόσβαση» 7, 5 Κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συµβουλίου, της 22ας Νοεµβρίου 1993, σχετικά µε την εφαρµογή του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείµµατος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας [Επίσηµη Εφηµερίδα L 332 της 31.12.1993]. Βλ. αναλυτικά http://eur-lex.europa.eu 6 Κανονισµός (ΕΚ) αριθ. 3604/93 του Συµβουλίου της 13ης εκεµβρίου 1993 για τον προσδιορισµό των εννοιών που είναι αναγκαίες για την εφαρµογή της απαγόρευσης της προνοµιακής πρόσβασης που αναφέρονται στο άρθρο 104 Α, παράγραφος 1, της συνθήκης [Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. L 332 της 31/12/1993 σ. 0004 0006] Βλ. αναλυτικά http://eur-lex.europa.eu 7 «Για τους σκοπούς του άρθρου 104 Α της συνθήκης, ως "µέτρο που θεσπίζει προνοµιακή πρόσβαση" νοείται κάθε νοµοθετικό ή κανονιστικό µέτρο ή κάθε πράξη αναγκαστικού χαρακτήρα που θεσπίζεται στο πλαίσιο της άσκησης της δηµόσιας εξουσίας, και: - υποχρεώνει τα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα να αποκτούν ή να κατέχουν απαιτήσεις έναντι των θεσµικών οργάνων ή οργανισµών της Κοινότητας, των κεντρικών κυβερνήσεων, των περιφερειακών, τοπικών ή άλλων δηµόσιων αρχών, άλλων δηµόσιων οργανισµών ή επιχειρήσεων των κρατών µελών, αναφεροµένων στο εξής ως "δηµόσιος τοµέας", ή - χορηγεί φορολογικά πλεονεκτήµατα από τα οποία µπορούν να επωφεληθούν µόνον τα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα, ή παρέχει χρηµατοπιστωτικά πλεονεκτήµατα µη σύµφωνα µε τις αρχές της οικονοµίας της αγοράς, προκειµένου να ευνοήσει την απόκτηση ή την κατοχή τέτοιων απαιτήσεων από αυτά τα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα». Βλ. σχετικά Οπ. 14

«χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα» 8, «λόγοι προληπτικής εποπτείας» 9, και «δηµόσιες επιχειρήσεις» 10. 1.1.1 Τα κριτήρια της Συνθήκης του Μάαστριχτ Ενόψει του περάσµατος προς το τρίτο στάδιο, η Συνθήκη απαιτούσε την επίτευξη υψηλού βαθµού σταθερής σύγκλισης βάσει µιας σειράς νοµισµατικών και δηµοσιονοµικών προυποθέσεων, των λεγόµενων κριτηρίων σύγκλισης. Τα κριτήρια αυτά, γνωστά ως κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ, αναφέρονται στην παράγραφο 109I παράγραφος 1 της Συνθήκης και αποτελούν τη βάση για την επιλογή των χωρών που θα δικαιούνται ένταξη στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ. Πιο αναλυτικά τα κριτήρια αυτά είναι τα εξής: Ο µέσος όρος του πληθωρισµού της χώρας για τους τελευταίους 12 µήνες (µε βάση τον εναρµονισµένο δείκτη τιµών καταναλωτή) δεν πρέπει να υπερβαίνει περισσότερο από 1,5 εκατοστιαίες µονάδες το µέσο όρο πληθωρισµού των τριών χωρών µελών της ΕΕ µε τις καλύτερες επιδόσεις, από την άποψη της σταθερότητας των τιµών. Με το κριτήριο του πληθωρισµού «επιδιώκεται να διασφαλιστεί η σταθερότητα των τιµών, ώστε ο ρυθµός πληθωρισµού κάθε χώρας µέλους να µην αποκλίνει απ την σχετική τάση του αντίστοιχου ευρωπαϊκού, ο οποίος καθορίζεται από τις χώρες µε την 8 «Για τους σκοπούς του άρθρου 104 Α της συνθήκης, ως "χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα" νοούνται: - τα πιστωτικά ιδρύµατα κατά την έννοια του άρθρου 1 πρώτη περίπτωση της οδηγίας 77/780/ΕΟΚ (4), - οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ (5), - οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) της οδηγίας 92/96/ΕΟΚ (6), - οι ΟΣΕΚΑ κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 85/611/ΕΟΚ (7), - οι επιχειρήσεις επενδύσεων κατά την έννοια του άρθρου 1 σηµείο 2 της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ (8), - οι άλλες επιχειρήσεις ή οργανισµοί που έχουν δραστηριότητα ανάλογη µε εκείνη των επιχειρήσεων που αναφέρουν τα προηγούµενα εδάφια ή η κύρια δραστηριότητα των οποίων είναι η απόκτηση χρηµατοοικονοµικών στοιχείων ενεργητικού ή η µετατροπή χρηµατοοικονοµικών απαιτήσεων». Αξίζει να σηµειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δεν συµπεριλαµβάνονται στα "χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα" που ορίζονται στην παράγραφο 1. Βλ. σχετικά Οπ. 9 «Για τους σκοπούς του άρθρου 104 Α της συνθήκης, ως "λόγοι προληπτικής εποπτείας" νοούνται οι λόγοι που θεµελιώνουν τις εθνικές, νοµοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή διοικητικές πράξεις που εκδίδονται βάσει του κοινοτικού δικαίου ή εναρµονίζονται µε αυτό, και οι οποίες αποσκοπούν στην προώθηση της σταθερότητας των χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων µε στόχο την ενίσχυση της σταθερότητας του όλου χρηµατοπιστωτικού συστήµατος και την προστασία των πελατών των εν λόγω χρηµατοπιστωτικών ιδρυµάτων». Βλ. σχετικά Οπ. 10 «Για τους σκοπούς του άρθρου 104 Α της συνθήκης, ως "δηµόσια επιχείρηση" νοείται κάθε επιχείρηση στην οποία το ηµόσιο ή άλλος τοπικός ή περιφερειακός φορέας δύναται να ασκήσει άµεσα ή έµµεσα δεσπόζουσα επιρροή λόγω κυριότητας, οικονοµικής συµµετοχής ή δυνάµει διατάξεων που διέπουν την επιχείρηση». 15

καλύτερη επίδοση στον τοµέα αυτόν» 11. Το κριτήριο αυτό συµβάλλει στη συνοχή της Νοµισµατικής Ένωσης, δεδοµένου ότι οι µεγάλες αποκλίσεις στα επίπεδα πληθωρισµού των διαφόρων χωρών της, θα απειλούσαν την ανταγωνιστικότητα των οικονοµιών τους, µε αρνητικές συνέπειες και προβλήµατα στη λειτουργία και συνοχή της Ένωσης. Επίτευξη δηµοσιονοµικής κατάστασης χωρίς υπερβολικό δηµοσιονοµικό έλλειµµα, πράγµα που σηµαίνει ότι το δηµόσιο έλλειµµα δεν πρέπει να ξεπερνάει το 3% του AEΠ και ότι το συνολικό δηµόσιο χρέος δεν πρέπει να ξεπερνάει το 60% του AEΠ. «Με τα δηµοσιονοµικά κριτήρια του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος και του χρέους, επιδιώκεται η παρεµπόδιση των χωρών της Νοµισµατικής Ένωσης να υποσκάψουν και καταστήσουν αδύναµη την ασκούµενη νοµισµατική πολιτική από την ΕΚΤ, µέσω επεκτατικής δηµοσιονοµικής πολιτικής» 12. Η αύξηση των ελλειµµάτων µιας χώρας, µπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στη σταθερότητα που έχει επιτευχθεί σε άλλες χώρες. Σταθερή σύγκλιση αντανακλώµενη στα επίπεδα των µακροπρόθεσµων επιτοκίων. Ο µέσος όρος του ονοµαστικού µακροπρόθεσµου επιτοκίου (δηλαδή της απόδοσης του δεκαετούς κυβερνητικού χρεογράφου) για τους τελευταίους 12 µήνες δεν πρέπει να υπερβαίνει περισσότερο από 2 εκατοστιαίες µονάδες το µέσο όρο των επιτοκίων των τριών χωρών µε τις καλύτερες επιδόσεις, από την άποψη της σταθερότητας των τιµών. «Τα χαµηλά επιτόκια είναι αποτέλεσµα και ένδειξη µακροχρόνιας νοµισµατικής σταθερότητας και σύγκλισης, η οποία συνδέεται µε το προηγούµενο κριτήριο του πληθωρισµού». 13 Η νοµισµατική σταθερότητα οδηγεί σε χαµηλά πραγµατικά επιτόκια, γεγονός που σηµαίνει ότι στην συγκεκριµένη χώρα, δεν επιβάλλεται απ την αγορά σηµαντικό κόστος από τον κίνδυνο διασφάλισης απέναντι σε νοµισµατικές διαταραχές. Η επίτευξη του κριτηρίου που είναι δείγµα αξιοπιστίας της οικονοµικής πολιτικής της συγκεκριµένης χώρας στην αγορά, είναι απαραίτητη έτσι ώστε η είσοδος της στην 11 Γεωργακόπουλος, Θ., Τσακαλώτος, Α. (1996). Οικονοµικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αθήνα: Σταµούλης, σελ.133 12 Οπ., σελ. 134 13 Οπ.σελ133 16

ΟΝΕ, να αποτελεί παράγοντα σταθερότητας και όχι πηγή διαταραχών για τις άλλες χώρες που συµµετέχουν σ αυτήν. Τέλος, απαιτείται η τήρηση των κανονικών περιθωρίων διακύµανσης που προβλέπει ο Μηχανισµός Συναλλαγµατικών Ισοτιµιών (ΜΣΙ) 14 επί δύο τουλάχιστον χρόνια, χωρίς σοβαρή ένταση και ειδικότερα χωρίς υποτίµηση έναντι του ευρώ ή του νοµίσµατος άλλου κράτους µέλους της ΕΕ. Προϋποθέτει συµµετοχή και παραµονή στο ΜΣΙ ΙΙ κατά δυο τουλάχιστον έτη πριν την εξέταση του αιτήµατος ένταξης στη ΟΝΕ και περιθώρια διακύµανσης του νοµίσµατος γύρω από τις διµερείς κεντρικές ισοτιµίες που ήταν +_ 2,25% µε παρέκκλιση το +_6% το οποίο τελικά έγινε +_15%. Με το κριτήριο της σταθερότητας των συναλλαγµατικών ισορροπιών, «εµποδίζεται η χρησιµοποίηση µε καταχρηστικό τρόπο της συναλλαγµατικής ισοτιµίας ενός νοµίσµατος για τεχνητές διορθώσεις της ανταγωνιστικότητας µιας οικονοµίας σε βάρος άλλων οικονοµιών» 15. Στη περίπτωση αυτή η χώρα αποκλείεται από την είσοδο στη ΟΝΕ. Η σταθερότητα των συναλλαγµατικών ισοτιµιών που θα αντανακλά την εµπιστοσύνη των χρηµαταγορών βραχυχρόνια, επιβάλλεται για την είσοδο στην ΟΝΕ παρόλο που τα στενά όρια διακύµανσης µετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ, απ το +_2.25% διακυµάνθηκαν στο +_15%. Τα κριτήρια σύγκλισης µπορούν να διαχωρισθούν σε δυο κατηγορίες. Πρώτον, στα κριτήρια που αφορούν την νοµισµατική πολιτική και είναι : α) η τιµή του πληθωρισµού, β) η τιµή του µακρόχρονου επιτοκίου και γ) η τιµή του συναλλάγµατος. εύτερον, στα δηµοσιονοµικά κριτήρια που αφορούν που αφορούν: α) το δηµόσιο χρέος και β) το έλλειµµα του προυπολογισµού. 1.1.2 Το Τρίτο στάδιο και η ολοκλήρωση της ΟΝΕ Ακολουθώντας τη διαδικασία και το χρονοδιάγραµµα που όριζε η Συνθήκη, το Συµβούλιο, κρίνοντας µετά από σύσταση της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Νοµισµατικού Ιδρύµατος, σύµφωνα µε το άρθρο 109 Ι (νέο Άρθρο 121 ΣΕΚ), 14 Μηχανισµός συναλλαγµατικών ισοτιµιών (ΜΣΙ): Λειτουργία του ευρωπαϊκού νοµισµατικού συστήµατος, όπου τα µέλη του ΕΝΣ συµφώνησαν να διατηρούν τις σχετικές τιµές των νοµισµάτων τους σε στενά πλαίσια σε σχέση µε το ECU. Ο ΜΣΙ αντικαταστάθηκε κατά την εισαγωγή του ευρώ το 1999, µε τον ΜΣΙ II, όπου τα νοµίσµατα των κρατών µελών της ΕΕ συνδέονται µε το ευρώ µε περιθώριο διακύµανσης ±15%. 15 Οπ. Γεωργακόπουλος, Θ., Τσακαλώτος, Α. (1996), σελ133-134 17

συµπέρανε ότι ένδεκα κράτη µέλη πληρούσαν τους απαραίτητους όρους για την υιοθέτηση του ενιαίου νοµίσµατος την 1η Ιανουαρίου 1999. Τα κράτη αυτά ήταν το Βέλγιο, η Γερµανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, το Λουξεµβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία. Τον Ιούλιο του 2000, το Συµβούλιο διαπίστωσε ότι και η Ελλάδα πληρούσε τα κριτήρια σύγκλισης και µπορούσε εποµένως να υιοθετήσει το ενιαίο νόµισµα. Το Συµβούλιο είχε ήδη διαπιστώσει ότι η Σουηδία 16 δεν πληρούσε τους απαραίτητους όρους για την υιοθέτηση του ενιαίου νοµίσµατος, γιατί δεν συµµετείχε στο Ευρωπαϊκό Νοµισµατικό Σύστηµα. εν εξέτασε εάν το Ηνωµένο Βασίλειο 17 και η ανία 18 ικανοποιούσαν τους όρους δεδοµένου ότι, σύµφωνα µε τις σχετικές διατάξεις της Συνθήκης, το Ηνωµένο Βασίλειο είχε κοινοποιήσει στο Συµβούλιο ότι δεν είχε την πρόθεση να περάσει στην τρίτη φάση της οικονοµικής και νοµισµατικής ένωσης την 1η Ιανουαρίου 1999 και ότι η ανία είχε κοινοποιήσει στο Συµβούλιο ότι δεν θα συµµετείχε στη τρίτη φάση της ΟΝΕ. Επίσης, διευκρινίστηκε ότι τα κράτη µέλη τα οποία δεν πληρούν στην αρχή τις απαραίτητες προϋποθέσεις, θα συµµετέχουν πλήρως σε όλες τις διαδικασίες (πολυµερούς εποπτείας, δηµοσιονοµικής πειθαρχίας, κλπ), οι οποίες θα στοχεύουν στη διευκόλυνση της µελλοντικής ένταξής τους στην τρίτη φάση. Από την 1η Ιανουαρίου 1999 η ευθύνη για την άσκηση νοµισµατικής πολιτικής εκχωρήθηκε από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των 11 κρατών µελών της ΕΕ στην Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) η οποία απέκτησε την αποκλειστική ευθύνη για την άσκηση της νοµισµατικής πολιτικής στη 16 Στην αξιολόγηση της, το Μάρτιο του 1998, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Σουηδία δεν πληρούσε τα κριτήρια σύγκλισης για την υιοθέτηση του ευρώ για δυο λόγους: η νοµοθεσία της η οποία ρυθµίζει την εθνική κεντρική τράπεζα δε ήταν συµβατή µε τη Συνθήκη και το νόµισµα της δεν απέδειξε την απαιτούµενη σταθερότητα κατά την προηγούµενη διετία. Συνεπώς το Συµβούλιο αποφάσισε ότι η Σουηδία δεν πληρεί τους αναγκαίους όρους για την υιοθέτηση του ευρώ το 1999. το Σεπτέµβριο του 2003 οι πολίτες της Σουηδίας αποφάσισαν ότι δεν επιθυµούν να υιοθετήσουν το ευρώ( δηµοψήφισµα στις 14/9/03: 55,9% είπαν «όχι» στην ένταξη της Σουηδίας στην ΟΝΕ, 42% είπαν «ναι» και 2,1 % ήταν «λευκά/ άκυρα»). Βλ. Μπιτζένης, Α. (2009). Παγκοσµιοποίηση, Πολυεθνικές Επενδύσεις & Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση στο Νέο Παγκόσµιο Οικονοµικό Σύστηµα. Αθήνα: Σταµούλης, σελ.439-440 17 Το Ηνωµένο Βασίλειο και η ανία διαπραγµατεύτηκαν ειδικά πρωτόκολλα που προσαρτώνται στη Συνθήκη του Μάαστριχτ( αντίστοιχα αριθ.11 και 12) µέσω τω οποίων θα γνωστοποιήσουν στο Συµβούλιο κατά πόσον προτίθενται να µεταβούν στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ προτού το Συµβούλιο προβεί σε αξιολόγηση της ικανότητας των κρατών µελών να το πράξουν. Αµφότερες άσκησαν το δικαίωµα τους περί µη συµµετοχής και γνωστοποίησαν στο Συµβούλιο ότι δε θα συµµετάσχουν στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ το 1999, Συνεπώς, στις 3 Μαΐου 1998 το Συµβούλιο δεν προέβη σε αξιολόγηση του κατά πόσον το Ηνωµένο Βασίλειο και η ανία πληρούν τα οικονοµικά κριτήρια σύγκλισης. Το Ηνωµένο Βασίλειο και η ανία µπορούν να αλλάξουν την απόφασή τους οποιαδήποτε στιγµή µετά την έναρξη του τρίτου σταδίου και να γνωστοποιήσουν στο Συµβούλιο ότι προτίθενται να συµµετάσχουν στο ευρώ. Τότε το Συµβούλιο θα αποφασίσει, σύµφωνα µε τα άρθρο 109Κ παράγραφος 2 της Συνθήκης, εάν πληρούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υιοθέτηση του ευρώ. Βλ. σχετικά Οπ., σελ. 439 18 Οπ. 18

ζώνη του ευρώ. Οι διοικητές των κεντρικών τραπεζών των 11 αυτών κρατών ορίστηκε ότι θα είναι µέλη του Συµβουλίου της Ευρωπαϊκής Kεντρικής Τράπεζας. Στις διευρύνσεις που ακολούθησαν η Σλοβενία υιοθέτησε το ενιαίο νόµισµα την 1η Ιανουαρίου 2007, η Κύπρος και η Μάλτα την 1η Ιανουαρίου 2008 και η Σλοβακία, την 1η Ιανουαρίου 2009. Έκτοτε η ζώνη ευρώ περιλαµβάνει 16 κράτη µέλη. Με την υιοθέτηση του ενιαίου νοµίσµατος από τα κράτη µέλη, την 1η Ιανουαρίου 1999, άρχισε το τρίτο και τελικό στάδιο της ΟΝΕ. Η Τρίτη αυτή φάση σηµατοδοτεί την πραγµατική έναρξη της ΟΝΕ, η οποία πραγµατοποιείται µε τον αµετάκλητο καθορισµό των συναλλαγµατικών ισοτιµιών των νοµισµάτων των 11 κρατών µελών που συµµετείχαν αρχικά στη Νοµισµατική Ένωση και µε την άσκηση ενιαίας νοµισµατικής πολιτικής υπό την ευθύνη της ΕΚΤ. Την 1 η Ιανουαρίου του 2002, τέλος, το ευρώ αντικατέστησε τα εθνικά νοµίσµατα των κρατών µελών της ευρωζώνης, σηµατοδοτώντας έτσι την µεγαλύτερη νοµισµατική αλλαγή στην ιστορία και την πλήρη µετάβαση στην Νοµισµατική Ένωση. Με την ολοκλήρωση των τριών σταδίων της Οικονοµικής και Νοµισµατικής Ένωσης γίνεται αντιληπτό ότι η ΟΝΕ έχει συγκεκριµένο περιεχόµενο και κινείται στη βάση προκαθορισµένων συντονιστικών και συγκεντρωτικών διαδικασιών. Σε επίπεδο νοµισµατικής πολιτικής, µε την έναρξη της λειτουργίας της ΟΝΕ, «οι εθνικές κεντρικές τράπεζες και οι εθνικές κυβερνήσεις παραιτούνται της δυνατότητας τους για άσκηση αυτόνοµης νοµισµατικής και συναλλαγµατικής πολιτικής. Χάνουν στην ουσία δυο εργαλεία µακροοικονοµικής ρύθµισης και παρέµβασης στη διαµόρφωση οικονοµικών συνθηκών και αντιµετώπισης οικονοµικών κρίσεων των χωρών τους. Η άσκηση κοινής νοµισµατικής και συναλλαγµατικής πολιτικής, η διαχείριση των συναλλαγµατικών διαθέσιµων και η εξασφάλιση της οµαλής λειτουργίας των συστηµάτων πληρωµών στη ζώνη του ευρώ πέρασε στον έλεγχο της κεντρικής ευρωπαικής νοµισµατικής αρχής, δηλαδή του ΕΣΚΤ. Η νοµισµατική πολιτική στη ζώνη του ευρώ αποφασίζεται πλέον από την ΕΚΤ και εφαρµόζεται από την ίδια σε συνεργασία µε τις εθνικές κεντρικές τράπεζες» 19. Στην πράξη αυτό σηµαίνει ότι µια χώρα που εντάσσεται στην ΟΝΕ δεν µπορεί πλέον να αλλάξει την ισοτιµία του νοµίσµατος της µε ηθεληµένες υποτιµήσεις ή ανατιµήσεις. Της απαγορεύεται, επίσης, να καθορίζει την ποσότητα του νοµίσµατος που βρίσκεται σε κυκλοφορία. Η νοµισµατική και η συναλλαγµατική πολιτική δεν 19 Βλ. σχετικά Αργείτης, Γ. (2002). Παγκοσµιοποίηση ΟΝΕ και οικονοµική προσαρµογή. Αθήνα: αρδάνος, σελ. 46 19

σχεδιάζονται πλέον µε βάση τις εθνικές ιδιαιτερότητες αλλά τις πανευρωπαϊκές ανάγκες. Σε επίπεδο δηµοσιονοµικής πολιτικής, µε την θεσµοθέτηση του Συµφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, περιορίζεται σηµαντικά η αυτονοµία στην άσκηση της δηµοσιονοµικής πολιτικής. «τα κράτη µέλη δεσµεύονται να τηρούν τον µεσοπρόθεσµο στόχο για µια ισοσκελισµένη ή πλεονασµατική δηµοσιονοµική κατάσταση που θα προβλέπεται στα εθνικά προγράµµατα σταθερότητας και σύγκλισης: να διορθώνουν τα υπερβολικά ελλείµµατα το ταχύτερο δυνατόν µετά την εµφάνισή τους, να δηµοσιεύουν µε δική τους πρωτοβουλία τις συστάσεις που γίνονται και να µην επιδιώκουν τη δυνατότητα εξαίρεσης από τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείµµατος, εκτός αν βρίσκονται σε σοβαρή ύφεση χαρακτηριζόµενη από πτώση του πραγµατικού ΑΕΠ, τουλάχιστον κατά 0,75%» 20. Η δηµοσιονοµική πολιτική που παραµένει στην δική τους αρµοδιότητα πρέπει να πειθαρχεί στα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ και οφείλει «να ασκείται µε σκοπό να συµβάλλει στην υλοποίηση των στόχων της κοινότητας όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο 2 και στα πλαίσια των γενικών προσανατολισµών που αναφέρονται στο άρθρο 103(παράγραφος 2). Τα κράτη µέλη και η κοινότητα δρουν σύµφωνα µε την αρχή της οικονοµίας της ανοικτής αγοράς µε ελεύθερο ανταγωνισµό που ευνοεί την αποτελεσµατική κατανοµή των πόρων και σύµφωνα µε τις αρχές του άρθρου 3Α» 21 1.2 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ Η Συνθήκη του Μάαστριχτ αποτέλεσε το επιστέγασµα µιας σειράς προσπαθειών και σταδιακών βηµάτων που είχαν προηγηθεί µε στόχο την µετάβαση σε ένα περιβάλλον οικονοµικής και νοµισµατικής ενοποίησης, κινώντας τις απαραίτητες διαδικασίες για την ολοκλήρωση της ΟΝΕ. Πρώτον, όρισε το χρονοδιάγραµµα ολοκλήρωσης της ΟΝΕ σε τρία στάδια κατά τη διάρκεια των οποίων θα πραγµατοποιούνταν όλες οι απαραίτητες διεργασίες µετάβασης σε ένα νέο καθεστώς οικονοµικής και νοµισµατικής ολοκλήρωσης. Κατά τη διάρκεια των τριών σταδίων ορίστηκε το όνοµα του νέου κοινού ευρωπαικού νοµίσµατος, του ευρώ, που θα αντικαθιστούσε το ECU. 20 Βλ. σχετικά Μούσης, Ν. (2000). Εγχειρίδιο Ευρωπαικής πολιτικής. Αθήνα: Παπαζήση, σελ. 112 21 ΣΕΕ Μάαστριχτ 1992 άρθρο 102 Α βλ. ΣΕΕ [Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. C 191 της 29ης Ιουλίου 1992]. eur-lex.europa.eu/.../11992m.html 20