ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΙΧΘΥΟΛΟΓΙΑΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΠΡΟΒΑΤΟ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΩΝ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ ΦΥΛΗΣ ΣΕΡΡΩΝ «Ο ΣΤΡΥΜΩΝ»

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Η ΑΙΓΟΤΡΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Βιολογική προβατοτροφία

την γαλακτοπαραγωγική ικανότητα των µηρυκαστικών»

Εκτροφή Μηρυκαστικών

Η αύξηση της γαλακτοπαραγωγής Η μείωση του κόστους παραγωγής Η αύξηση της κερδοφορίας. Κατάλληλο ζωϊκό κεφάλαιο

Φριζάρτα ΠΡΟΒΑΤΟ ΦΥΛΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 2014 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΖΩΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Εισαγωγή στη Ζωοτεχνία

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Ένωση Φυλής Χολστάιν Έλλάδας. Μηλιούδης Σταμάτης Διευθυντής ΕΦΧΕ

Εισαγωγή στη Ζωοτεχνία

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ: ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Α. Κομινάκης 1 και Γ. Αντωνάκος 2 1

Επενδύσεις στον Πρωτογενή Τομέα

Α. ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΜΕΤΡΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΛΤΙΟ ΜΕΤΡΟΥ 5.1 «ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Κ.Π.Σ. Γ Κ.Π.Σ.

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΤΕΛΟΣ 1ΗΣ ΑΠΟ 4 ΣΕΛΙ ΕΣ

συντελεστής κληρονομικότητας (coefficient of heritability) Η 2 h 2

Εκτροφή Μηρυκαστικών

Αξιοποίηση της βλάστησης των ορεινών βοσκοτόπων

Προβατοστάσιο Γ.Π.Α.-1

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑΣ ΣΤΟ ΝΈΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Indigenous breeds sheep and goats in Greece

Διαχείριση αναπαραγωγής σε βουβαλοτροφικές εκµεταλλεύσεις

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΗΜΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΓΕΛΑΔΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Βελτίωση των προβάτων της φυλής Χίου Σχεδιασμός του βελτιωτικού στόχου ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΒΟΥΒΑΛΟΣ

Ποιοι γενότυποι και για ποιο σύστημα εκτροφής; Γεώργιος Ε. Βαλεργάκης, Λέκτορας Εργαστήριο Ζωοτεχνίας, Κτηνιατρική Σχολή Θεσσαλονίκης

Η αλήθεια για το γάλα

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Αριθμός 59 Ο ΠΕΡΙ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2001

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΕΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗΣ ΖΩΟΤΕΧΝΙΑΣ 2. ΠΡΟΒΑΤΟΣΤΑΣΙΟ

Βελτίωση των προβάτων της φυλής Χίου Σχεδιασμός του βελτιωτικού στόχου

Γαλακτοκομία. Ενότητα 6: Παράγοντες που Επιδρούν στην Ποσότητα και τη Σύσταση του Παραγόμενου Γάλακτος, 1ΔΩ

Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

ΙΚΤΥΟ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Βελτίωση των προβάτων της φυλής Χίου Σχεδιασμός του βελτιωτικού στόχου

Η επίτευξη γενετικής προόδου με τη διενέργεια διασταυρώσεων βασίζεται στην επιλογή: του κατάλληλου σχεδίου συνδυασμού των πληθυσμών.

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 228/5

Γαλακτοκομία. Ενότητα 6: Παράγοντες που Επιδρούν στην Ποσότητα και τη Σύσταση του Παραγόμενου Γάλακτος, 1ΔΩ

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Η ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ

ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΛΙΒΑΔΙΑ

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΑΔΑ: 4ΑΛΨ46ΨΧΞΧ-Ν ΑΔΑ:

Λίγα λόγια για τη Φάρμα

Γιδοτροφία, ο αναδυόμενος κλάδος της ελληνικής κτηνοτροφίας: αποτελέσματα από το ερευνητικό πρόγραμμα SOLID

Μάθημα ΖΩΟΤΕΧΝΙΑ. Ποσοτικά χαρακτηριστικά των αγροτικών ζώων με οικονομική σημασία

ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΣΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Στοιχεία εισαγωγών και κατανάλωσης)

ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ» Ποσοστό στη.. του Μέτρου. Ποσό (σε ΕΥΡΩ)

Protecure και Endosan. Protecure. Endosan

Περίληψη ΑΠΕΚΤΗΣΑΝ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ΜΕ ΣΦΡΑΓΙΔΑ ΒΡΥΞΕΛΛΩΝ»

Πετυχημένη η εκδήλωση της ΔΕΛΤΑ στο Πλατύ (φώτο)

Το αιγοπρόβατο, η αγορά κρέατος, το παρόν και το μέλλον. Γιτσας Ελευθέριος Πρόεδρος ΕΔΟΚ

ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

Έρευνα για την παραγωγή και τις εξαγωγές λευκού τυριού στη Βουλγαρία

ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΤΡΟΦΗ ΒΟΟΕΙΔΩΝ

Επιστολή προς τους κτηνοτρόφους...

Κτηνοτροφία Ορεινών Περιοχών & Κοινωνική Επιχειρηματικότητα ΚΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ, ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ, ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & Γ. Δ. Σ. Αθήνα, 31/01/2014 ΑΡΜΟΔΙΑ Δ/ΝΣΗ: ΑΜΕΣΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ Αριθ. Πρωτ.: ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΣ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΖΩΟΤΕΧΝΙΑ. Ποσοτικά χαρακτηριστικά των αγροτικών ζώων με οικονομική σημασία

AfiMilk. Εργαλεία διαχείρισης για τη μεγιστοποίηση της παραγωγικότητας και την αύξηση των κερδών στην γαλακτοπαραγωγική μονάδα

Ασφαλή τρόφιμα Τρόφιμα με αξία Ποιότητα Ζωής

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΜΕΡΙΜΝΑ ΕΛΛΑ ΟΣ Α.Ε.

Διατροφή Μηρυκαστικών Ζώων

Εισαγωγή στη Ζωοτεχνία

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΑΓΟΡΑΣ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ...3. Εισαγωγή...3. Εγχώρια παραγωγή τυροκομικών...3. Καταναλωτικές προτιμήσεις...4. Δίκτυα διανομής...

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 06/04/2017

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 15/6/2017

Η ΑΓΟΡΑ ΕΛΑΙΟΛΑ ΟΥ & ΕΛΙΩΝ ΣΤΗΝ ΤΥΝΗΣΙΑ

Forage 4 Climate 4 ετών

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΠΕ


Ιωσήφ Μπιζέλης Αν. Καθηγητής Γ.Π.Α.

χώρα εκτροφής Η Γαλλία διαθέτει 13 εκ. εκτάρια χορτολιβαδικές εκτάσεις, τις µεγαλύτερες στην Ευρώπη, που αποτελούν βάση διατροφής για τα βοοειδή.

ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ

8 Αιγοπροβατοτροφία. ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ: ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΕΚΤΡΟΦΗΣ Γενικά: η έννοια του "συστήματος εκτροφής" Εκτατικά συστήματα εκτροφής...

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Γεωργίας και Ανάπτυξης της Υπαίθρου

6/12/2010 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Παραγωγή Παραγωγή--Εισπράξεις Εισπράξεις Λοιπές Δαπάνες Λοιπές Δαπάνες συνολική παραγωγή γάλακτος λίτρα 0,9, ευρώ ρ ανά λίτρο παρά ρ γοντ

Η κτηνοτροφία στο Εθνικό Πάρκο Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης, Κομοτηνή, 20/11/2015 Ο Ελληνικός βούβαλος και οι προοπτικές της βουβαλοτροφίας

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Τα Βασικά Χαρακτηριστικά του Ελληνικού Πρωτογενούς Τομέα

Έρευνα και Ανάλυση Παρατηρητήριο Ανταγωνιστικότητας ΕΛΛΑ Α 2002: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Η Κτηνοτροφία σήμερα: προβλήματα & προοπτικές

Φυσικοί πληθυσμοί: Επιλογή καθαρών σειρών Μαζική επιλογή

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Ηέννοιατωναγροτικών προϊόντων ΝΤΟΥΜΗΠ. Α.

Εκτροφή μηρυκαστικών ζώων

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΜΕΑΣ ΖΩΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ, ΙΧΘΥΟΛΟΓΙΑΣ, ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΖΩΟΤΕΧΝΙΑΣ ΖΩΙΤΣΑ ΜΠΑΣ ΑΓΙΑΝΝΗ ΓΕΩΠΟΝΟΣ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΒΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α: ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2006

ΖΩΙΤΣΑ ΜΠΑΣ ΑΓΙΑΝΝΗ ΓΕΩΠΟΝΟΣ ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΒΑΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α: ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΒΑΤΙΝΩΝ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΧΙΟΥ Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗ ΙΑΤΡΙΒΗ Υποβλήθηκε στην Κτηνιατρική Σχολή Τοµέας Ζωικής Παραγωγής, Ιχθυολογίας, Οικολογίας και Προστασίας του Περιβάλλοντος Εργαστήριο Ζωοτεχνίας Τριµελής Συµβουλευτική Επιτροπή: Μπάνος Γεώργιος, Καθηγητής, Επιβλέπων Ζυγογιάννης ηµήτριος, Καθηγητής, Μέλος Τριµελούς Συµβουλευτικής Επιτροπής Αρσένος Γεώργιος, Επικ. Καθηγητής, Μέλος Τριµελούς Συµβουλευτικής Επιτροπής Εξεταστική Επιτροπή: Μπάνος Γεώργιος, Καθηγητής Ζυγογιάννης ηµήτριος, Καθηγητής Γιαννακόπουλος Αθανάσιος, Καθηγητής Χατζηµηνάογλου Ιωάννης, Καθηγητής Άµπας Ζαφείρης, Επικ. Καθηγητής Βαλεργάκης Γεώργιος, Λέκτορας Φορτοµάρης Πασχάλης, Λέκτορας

Ζωίτσα Μπασδαγιάννη Α.Π.Θ. Τίτλος ιδακτορικής ιατριβής ISBN «Η έγκριση της παρούσας ιδακτορικής ιατριβής από την Κτηνιατρική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωµών της συγγραφέως» (Ν. 5343/1932, άρθρο 202, παρ. 2)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α 6 H ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α 6 1. Γενικά 6 2. Το πρόβατο της φυλής Χίου 8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β 12 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ 12 1 Γενικά 12 2 Στάδια προγράµµατος γενετικής βελτίωσης 12 2.1 Καθορισµός του βελτιωτικού στόχου 12 2.2 Προσδιορισµός και µέτρηση χαρακτηριστικών που σχετίζονται µε το βελτιωτικό στόχο 13 2.3 Εκτίµηση γενετικών ή κληροδοτικών αξιών (γενετική αξιολόγηση) 14 2.4 Επιλογή 14 2.5 Σχεδιασµένες συζεύξεις 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ 16 ΕΛΕΓΧΟΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ 16 1 Γενικά 16 2 Σηµασία του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής 17 3 Μέθοδοι ελέγχου γαλακτοπαραγωγής 18 3.1 Γενικά 18 3.2 Επίσηµη τυπική µέθοδος (Α4) 18 3.3 Εναλλακτικές µέθοδοι 19 4 Εφαρµογή του ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής στις προβατίνες 22 4.1 Γενικά 23 4.2 ιεξαγωγή του πρώτου ελέγχου 23 4.3 Συχνότητα των ελέγχων 23 4.4 Λήξη των ελέγχων 24 5 Εκτίµηση της ποσότητας του παραγόµενου γάλακτος 24 5.1 Εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής 24 5.2 Εκτίµηση της συνολικής ποσότητας του παραγόµενου γάλακτος κατά τη διάρκεια της γαλακτικής περιόδου 28 6 Τυπική γαλακτική περίοδος 29 ΜΕΡΟΣ ΕΥΤΕΡΟ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΡΕΥΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 32 ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΒΗΣ 32 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε 32 ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟ ΟΙ 32 1 Στοιχεία γαλακτοµετρήσεων 32 2 Εκτίµηση της ηµερήσιας και συνολικής γαλακτοπαραγωγής. 33 2.1 ηµιουργία αρχείων δεδοµένων για τη στατιστική ανάλυση των στοιχείων 34 i

2.2 Στατιστική ανάλυση 35 2.2.1 Εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ή βραδινούς, µόνο, ελέγχους 35 2.2.2 Εκτίµηση της συνολικής γαλακτοπαραγωγής της γαλακτικής περιόδου 38 2.3 Κριτήρια για την αξιολόγηση των αποτελεσµάτων 41 2.3.1 Αξιολόγηση της εκτίµησης της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής 41 2.3.2 Αξιολόγηση της εκτίµησης της συνολικής γαλακτοπαραγωγής κατά τη γαλακτική περίοδο 42 3 Προσδιορισµός της τυπικής γαλακτικής περιόδου 43 3.1 Στατιστική ανάλυση 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ 52 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 52 1 Εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής 52 2 Εκτίµηση της συνολικής γαλακτοπαραγωγής της γαλακτικής περιόδου 57 3 Προσδιορισµός της τυπικής γαλακτικής περιόδου 62 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ 70 ΣΥΖΗΤΗΣΗ 70 1 Εκτίµηση της ηµερήσιας και της συνολικής γαλακτοπαραγωγής 70 2 Προσδιορισµός της τυπικής γαλακτικής περιόδου 77 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η 82 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ 82 ΠΕΡΙΛΗΨΗ 84 SUMMARY 88 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 91 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 103 1 ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΑΝΑΓΩΓΗΣ 103 1.1 Συντελεστές για τον υπολογισµό της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ελέγχους στο αρχείο Α3460 103 1.2 Συντελεστές για τον υπολογισµό της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από βραδινούς ελέγχους στο αρχείο Α3460 109 ii

Στη Σοφία & τον Παναγιώτη iii

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η Ελλάδα είναι µία χώρα µε µεγάλη παράδοση στην εκτροφή των µικρών µηρυκαστικών. Η προβατοτροφία και η γιδοτροφία στηρίχθηκαν στους άφθονους, ποσοτικά, φυσικούς πόρους και προσαρµόστηκαν, µε το πέρασµα των χρόνων, στις ιδιαίτερες κλιµατολογικές και εδαφολογικές συνθήκες της χώρας. Η κύρια κατεύθυνση της προβατοτροφίας στην Ελλάδα είναι η γαλακτοπαραγωγή, ενώ η παραγωγή κρέατος - κυρίως µε τη µορφή των σφαγίων του τύπου "αµνός γάλακτος" - θεωρείται ως ένα δευτερεύον προϊόν της εκτροφής προβάτων. Από τα εγχώρια ελληνικά πρόβατα που εκτρέφονται στη χώρα µας, ξεχωρίζουν ιδιαίτερα εκείνα της φυλής Χίου, τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο, αφού παρουσιάζουν υψηλή γαλακτοπαραγωγή και υψηλό δείκτη πολυδυµίας. Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά επηρεάζουν αποφασιστικά την παραγωγικότητα και την οικονοµικότητα µίας εκτροφής προβάτων. Η ιδιαίτερη σηµασία της φυλής αναγνωρίστηκε ήδη από τη δεκαετία του 1980, όταν δηµιουργήθηκε το γενεαλογικό βιβλίο, όπου καταγράφονται όλα τα καθαρόαιµα άτοµα της φυλής, στα οποία παράλληλα εφαρµόζεται και το πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης. Η εφαρµογή του προγράµµατος γενετικής βελτίωσης στα πρόβατα της φυλής Χίου βασίστηκε αρχικά στην χρηµατοδότηση του Υπουργείου Γεωργίας (σήµερα Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων), η αποκλειστική αυτή χρηµατοδότηση συνεχίστηκε µέχρι το έτος 2000. Από το 2003 υπήρξε επανέναρξη του Προγράµµατος το οποίο υλοποιείται, τόσο µε τη βοήθεια επιδότησης από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων, όσο και µε οικονοµική συνεισφορά των παραγωγών που συµµετέχουν στο πρόγραµµα. Εντούτοις, οι επιδοτήσεις προβλέπεται ότι θα σταµατήσουν στο άµεσο µέλλον και κατά συνέπεια οι παραγωγοί θα πρέπει να είναι έτοιµοι να συνεχίσουν την εφαρµογή του προγράµµατος αποκλειστικά µε δική τους χρηµατοδότηση. Αυτό προϋποθέτει την κατανόηση από τους παραγωγούς των πλεονεκτηµάτων ενός τέτοιου προγράµµατος, καθώς και την ελαχιστοποίηση του λειτουργικού κόστους εφαρµογής του. Επισηµαίνεται ότι ο κυριότερος παράγοντας κόστους σε ένα πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης είναι το κόστος του ελέγχου των αποδόσεων. Ο έλεγχος των αποδόσεων των ζώων αφορά στη

συστηµατική συλλογή και καταγραφή στοιχείων για τις αποδόσεις των ζώων (π.χ. ποσότητα παραγόµενου γάλακτος, κρέατος) και τη γενεαλογία τους. Η παρούσα διατριβή πραγµατοποιήθηκε µε στόχο να συµβάλει στην προώθηση της γενετικής βελτίωσης των προβάτων της φυλής Χίου στην Ελλάδα, µελετώντας τις δυνατότητες αξιοποίησης στοιχείων των επίσηµων ηµερήσιων ελέγχων γαλακτοπαραγωγής, µε σκοπό i) την απλοποίηση του ελέγχου των αποδόσεων, µε την εφαρµογή πιο οικονοµικών µεθόδων και ii) τον προσδιορισµό και την αξιολόγηση µίας επιθυµητής τυπικής γαλακτικής περιόδου. Η διατριβή αυτή αποτελείται από δύο µέρη. Στο πρώτο µέρος γίνεται ανασκόπηση της σχετικής µε το θέµα ελληνικής και διεθνούς βιβλιογραφίας. Στο δεύτερο µέρος, το οποίο αποτελεί την παρούσα έρευνα, µελετάται η εφαρµογή απλοποιηµένων µεθόδων ελέγχου των αποδόσεων, ως εναλλακτική πρόταση µείωσης του κόστους ελέγχου. Συγκεκριµένα, γίνεται περιγραφή της µεθοδολογίας που αναπτύχθηκε για την εκτίµηση της ηµερήσιας και της συνολικής γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ή βραδινούς, µόνο, ελέγχους. Επίσης, γίνεται προσδιορισµός και αξιολόγηση µίας τυπικής γαλακτικής περιόδου µε ιδιότητες που να την καθιστούν χρήσιµη και αξιόπιστη στην εφαρµογή της, έτσι ώστε να µπορεί να χρησιµοποιηθεί για την αντικειµενικότερη σύγκριση των προβατινών της φυλής Χίου. Η διατριβή πραγµατοποιήθηκε στο Εργαστήριο Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής του Αριστοτέλειου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης κάτω από την καθοδήγηση του Καθηγητή κ. Γεώργιου Μπάνου, στον οποίο επιθυµώ και από τη θέση αυτή να εκφράσω τις θερµότερες ευχαριστίες µου, τόσο για την πολύτιµη βοήθειά του, όσο και για το χρόνο που διέθεσε για την ολοκλήρωσή της. Ευχαριστώ επίσης, τα άλλα δύο µέλη της Συµβουλευτικής Επιτροπής, τον Καθηγητή κ. ηµήτριο Ζυγογιάννη ( ιευθυντή του 2 ου Τοµέα και Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας κατά την εκπόνηση της διδακτορικής διατριβής) και τον Επικ. Καθηγητή κ. Γεώργιο Αρσένο, για τις εποικοδοµητικές υποδείξεις τους. Θερµές ευχαριστίες οφείλω επίσης, στο Ίδρυµα Κρατικών Υποτροφιών (Ι.Κ.Υ.), του οποίου υπήρξα υπότροφη, καθώς και στο Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης 2

Νέας Μεσηµβρίας και τον Αγροτικό Συνεταιρισµό Προβατοτρόφων Φυλής Χίου «ΜΑΚΕ ΟΝΙΑ» για τη διάθεση των στοιχείων. Για τη στατιστική ανάλυση των στοιχείων χρησιµοποιήθηκαν τα πακέτα RRGibbs (Karin Meyer) και PEST (Groeneveld and Kovac). Τέλος ευχαριστώ την οικογένειά µου για τη συµπαράσταση και την ενθάρρυνση τόσο κατά τη διάρκεια των σπουδών µου, όσο και κατά την εκπόνηση της παρούσας διατριβής. Ιδιαίτερα ένα µεγάλο ευχαριστώ στο σύζυγό µου Παναγιώτη Καφετζή για την υποµονή του και στην κόρη µου Σοφία που σ αυτή την πολύ τρυφερή ηλικία της έλλειπα πολλές φορές. 3

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο άνθρωπος, πριν ακόµη συνειδητοποιήσει ότι τα διάφορα χαρακτηριστικά των ζώων που εξηµέρωσε και άρχισε να εκµεταλλεύεται κληρονοµούνται, επέλεγε τα πιο παραγωγικά ζώα και τα διατηρούσε για περισσότερο χρόνο από τα άλλα. Όπως προκύπτει από περιγραφές του Αριστοτέλη (384-322 π.χ.) οι αρχαίοι Έλληνες εφάρµοζαν την επιλογή στα εκτρεφόµενα κατοικίδια ζώα, στοχεύοντας στη δηµιουργία υγιών ατόµων µε ισχυρή ιδιοσυγκρασία και ικανών να προσαρµόζονται στις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περιοχής. Η συστηµατική εφαρµογή της επιλογής των ζώων άρχισε στην Αγγλία τον 18 ου αιώνα, όπου ταλαντούχοι κτηνοτρόφοι όπως ο Robert Bakewell και οι αδελφοί Collins έγιναν επιτυχηµένοι επιχειρηµατίες συνδυάζοντας παρατηρητικότητα και κρίση στην εκτροφή των ζώων τους (Simm, 1998). Σήµερα, η επιλογή και η γενετική βελτίωση των παραγωγικών ζώων βασίζονται κατά κύριο λόγο στη θεωρία της ποσοτικής γενετικής, ενώ ο προσδιορισµός των επιθυµητών γενοτύπων γίνεται µε την εκτίµηση των γενετικών αξιών των ζώων αυτών (Lush, 1945, Simm, 1998). Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της γενετικής βελτίωσης είναι η ακριβής καταγραφή στοιχείων της παραγωγής των ζώων (έλεγχος των αποδόσεων), καθώς η επιλογή των καλύτερων ζώων ως γεννήτορες, στηρίζεται κατεξοχήν στις αποδόσεις των ιδίων και των συγγενών τους (Ρογδάκης, 1991, Χατζηµηνάογλου και συνεργ., 1989). Στην Ελλάδα, από τους σηµαντικότερους κλάδους της κτηνοτροφίας είναι η προβατοτροφία, µε την οποία απασχολούνται περίπου 128.000 οικογένειες, ενώ η ακαθάριστη οικονοµική της αξία αποτελεί το 29% της συνολικής αξίας της ζωικής παραγωγής (Katsaounis, 1992, Ε.Σ.Υ.Ε., 2005, Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων, 2005). Η περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου, εξαρτάται σε σηµαντικό βαθµό από την αναβάθµιση του ζωικού κεφαλαίου µε την εφαρµογή ενός ολοκληρωµένου προγράµµατος γενετικής βελτίωσης. Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σηµασία για τη 4

δηµιουργία γενοτύπων µε υψηλότερη γαλακτοπαραγωγή από αυτή των ήδη εκτρεφόµενων προβατινών, το σύνολο των οποίων, δεν µπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες της σύγχρονης προβατοτροφίας. Ιδιαίτερη σηµασία για τη δηµιουργία προβατινών µε υψηλή γαλακτοπαραγωγή αποτελεί η αυξανόµενη ζήτηση των προϊόντων τους, η οποία αναµένεται να αυξηθεί περαιτέρω µε τη διεύρυνση των διεθνών αγορών µετά την κατοχύρωση της Φέτας ως Προϊόν Ονοµασίας Προέλευσης (ΕΛ.Ο.Γ., 2006). Μία από τις πλέον παραγωγικές ελληνικές φυλές προβάτων είναι εκείνη της Χίου, µε υψηλές αποδόσεις όσον αφορά στη γαλακτοπαραγωγή και στην πολυδυµία, και µεγάλη διάδοση τα τελευταία χρόνια στον ελλαδικό χώρο για τη δηµιουργία πολλών σύγχρονων εκτροφών. Η φυλή έχει αποτελέσει αντικείµενο µελέτης πολλών ερευνητών, τόσο για τα παραγωγικά (Mavrogenis et al., 1980, Mavrogenis and Louka, 1980, Mavrogenis, 1988, Boyazoglu 1991, Γαβριηλίδης και συνεργ., 1995, Ploumi et al., 1998, Ligda et al., 2000, Mavrogenis and Papachristoforou, 2000, Kominakis et. al., 2002, Ligda et al., 2003, Basdagianni et al., 2005), όσο και για τα αναπαραγωγικά της χαρακτηριστικά (Boscos et al., 2002, Banos and Avdi, 2003, Avdi et al., 2003). Παρόλα αυτά δεν έχει γίνει συστηµατική µελέτη των µεθόδων συλλογής και καταγραφής των στοιχείων που αφορούν στις αποδόσεις των προβατινών. Στόχος της παρούσας διατριβής είναι να συµβάλει στην προώθηση της γενετικής βελτίωσης του προβάτου της φυλής Χίου στην Ελλάδα µελετώντας τις δυνατότητες αξιοποίησης των στοιχείων από τους επίσηµους ηµερησίους ελέγχους γαλακτοπαραγωγής των προβατινών της φυλής Χίου, συµβάλλοντας στην απλοποίηση και στην ευρύτερη εφαρµογή του προγράµµατος ελέγχου των αποδόσεων. 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α H ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α 1. Γενικά Η προβατοτροφία στην Ελλάδα αποτελεί από τα αρχαία χρόνια τον πιο σπουδαίο κλάδο της ελληνικής κτηνοτροφίας. Σήµερα, σύµφωνα µε στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων, το ποσοστό συµµετοχής της, µαζί µε τη γιδοτροφία, στην ακαθάριστη αξία της ζωικής παραγωγής ανέρχεται στο 43% και στην αντίστοιχη της συνολικής γεωργικής παραγωγής περίπου στο 13%. Κύρια παραγωγική κατεύθυνση των ελληνικών φυλών προβάτων είναι η γαλακτοπαραγωγή και δευτερευόντως, η κρεοπαραγωγή και η εριοπαραγωγή (Zygoyiannis et al., 1997, Ζυγογιάννης, 1999). Η ελληνική προβατοτροφία συγκροτείται κατά 98% από εγχώρια πρόβατα, ενώ το υπόλοιπο 2% από µιγάδες µε κριάρια της φυλής Frisian και Lacaune (Ζυγογιάννης, 1999). Η ενασχόληση νέων ανθρώπων τα τελευταία χρόνια µε την προβατοτροφία είχε ως αποτέλεσµα τη µετάβαση, σε σηµαντικό βαθµό από την παραδοσιακά εκτατική εκτροφή των προβάτων σε συστήµατα περισσότερο εντατικά. Αυτή η µετάβαση οδήγησε στην ανάπτυξη της επιχειρηµατικής προβατοτροφίας µε εκσυγχρονισµό των ήδη υπαρχουσών προβατοτροφικών εκτροφών, καθώς και στη δηµιουργία νέων σύγχρονων εκτροφών που είναι εφάµιλλες µε εκείνες άλλων χωρών του εξωτερικού µε προηγµένη τεχνογνωσία στην εκτροφή γαλακτοπαραγωγών προβάτων (π.χ. Γαλλία). Η αλλαγή του χαρακτήρα πολλών εκτροφών σε καθαρά επιχειρηµατικό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι πολλές και µικρές εκτροφές αντικαθίστανται σταδιακά από λίγες και µεγάλες (10,3% των εκτροφών είχαν πάνω από 200 ζώα το 1998 έναντι 5,9% το 1985) (Χατζηµηνάογλου 2001). Ο πληθυσµός των προβάτων στην Ελλάδα ανέρχεται σήµερα σε περίπου 9.000.000 ζώα (FAO, 2005). Η ετήσια παραγωγή πρόβειου γάλακτος και κρέατος είναι 700.000 και 82.000 τόνοι αντίστοιχα (FAO, 2005). Η χώρα µας είναι δεύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε παραγωγή πρόβειου γάλακτος µε ποσοστό 29,6 % της 6

συνολικής γαλακτοπαραγωγής. Πρώτη είναι η Ιταλία (34,7% ), ενώ την Ελλάδα ακολουθούν η Ισπανία και η Γαλλία µε 16,9% και 11,2% αντίστοιχα (FAO, 2005). Το µεγαλύτερο ποσοστό (περίπου 90%) του πρόβειου γάλακτος τυροκοµείται µε βασικότερο προϊόν τη Φέτα. Η θετική για τη χώρα µας απόφαση του ικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 25 ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά µε την υπόθεση της Φέτας ως προϊόν Προστατευόµενης Ονοµασίας Προέλευσης, αλλά και η δηµοσιότητα την οποία έλαβε το θέµα, δηµιουργεί ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό περιβάλλον για το προϊόν, προσφέροντας µία σηµαντική ευκαιρία για την ενίσχυση του κλάδου και την αύξηση των εξαγωγών. Παρ' όλα αυτά, η παραγωγή της Φέτας σήµερα είναι περίπου ισόποση της κατανάλωσης στη χώρα µας. Η τρέχουσα παραγωγή δεν επαρκεί για την κάλυψη της αυξανόµενης διεθνούς ζήτησης. Για αυτό το λόγο, απαιτείται αύξηση του παραγόµενου πρόβειου γάλακτος και ο εκσυγχρονισµός του µεταποιητικού δυναµικού (ΕΛ.Ο.Γ., 2006). Με δεδοµένο το γεγονός ότι δεν υπάρχει ακόµη ποσόστωση στο πρόβειο γάλα, καθώς και ότι τα προϊόντα του πρόβειου γάλακτος γίνονται ανάρπαστα παρά τις υψηλές τιµές τους, άλλες χώρες µε παράδοση στη γαλακτοπαραγωγό προβατοτροφία (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία) εντείνουν τις προσπάθειες για την ενίσχυση του κλάδου. Επιπλέον, χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης (π.χ. Γερµανία, Ηνωµένο Βασίλειο, Ολλανδία) έχουν ήδη αρχίσει να προσανατολίζονται στην αλλαγή των συστηµάτων εκτροφής των προβάτων από την παραγωγή κρέατος και ερίου στην παραγωγή γάλακτος. Λαµβάνοντας υπόψη ότι οι χώρες αυτές είναι πλούσιες και καλά οργανωµένες στον τοµέα της κτηνοτροφίας, είναι πιθανόν να µπορέσουν σύντοµα να ανταγωνιστούν τις µεσογειακές χώρες στο χώρο της γαλακτοπαραγωγού προβατοτροφίας (Shepherd World Forum, 2005). Σε αυτές τις νέες συνθήκες ανταγωνισµού που διαµορφώνονται, η Ελλάδα θα πρέπει να δράσει γρήγορα αν επιθυµεί να διατηρήσει και να αυξήσει το µερίδιό της σε προϊόντα που βασίζονται στο πρόβειο γάλα στην ευρωπαϊκή και την παγκόσµια αγορά. Αυτό µπορεί να επιτευχθεί µε την αύξηση των αποδόσεων των εκτρεφόµενων ζώων, η οποία βασίζεται, τόσο στην ισορροπηµένη διατροφή και τη σωστή διαχείριση των ποιµνίων, όσο και στην εφαρµογή των κατάλληλων προγραµµάτων γενετικής βελτίωσης. 7

2. Το πρόβατο της φυλής Χίου Τα πρόβατα της φυλής Χίου, είναι πλατύουρα, γαλακτοπαραγωγικής κατεύθυνσης, και κατάγονται από το οµώνυµο νησί. Πιστεύεται ότι η φυλή προέκυψε από διασταυρώσεις εγχώριων οµοιόµαλλων λεπτόουρων προβάτων µε µικρασιατικά αναµικτόµαλλα πλατύουρα ( ηµητριάδης, 1957, Mason, 1967, Brooke and Ryder, 1978, Zervas et al., 1988, Ζυγογιάννης, 1999, Χατζηµηνάογλου 2001). Στατιστικά δεδοµένα (Αιγαίον, 1935) αναφέρουν ότι στο νησί εκτρέφονταν το 1935, περίπου 13.000 πρόβατα φυλής Χίου. Σήµερα τα πρόβατα της φυλής που εκτρέφονται στο νησί αριθµούν λιγότερα από 300 ( ιεύθυνση Γεωργίας Νοµού Χίου, προσωπική επικοινωνία). Τα ζώα αυτά εκτρέφονται κυρίως ως οικόσιτα για την κάλυψη οικογενειακών αναγκών σε γάλα και τυρί, καθώς και για τη διατήρηση του εδάφους, όπου καλλιεργούνται δέντρα µαστίχας, καθαρού από ανεπιθύµητη βλάστηση. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών, η φυλή επεκτάθηκε και σε άλλα µέρη της Ελλάδας. Λόγω της γεωγραφικής θέσης του πρώτου πυρήνα και των πειραµατικών ποιµνίων γεννητόρων, το µεγαλύτερο µέρος του πληθυσµού της φυλής (10.000) κατέληξε να εκτρέφεται σήµερα στην Κεντρική Μακεδονία (Αγροτικός Συνεταιρισµός Προβατοτρόφων Φυλής Χίου «Μακεδονία», 2005). Τα πρόβατα της φυλής Χίου είναι µεγαλόσωµα. Ο χρωµατισµός του σώµατος είναι λευκός, αλλά το κεφάλι, τα άκρα, η κοιλιακή χώρα, το όσχεο και ο µαστός, είναι εξολοκλήρου µαύρα ή φέρουν µαύρες κηλίδες διαφορετικής έκτασης (Εικόνες 1 & 2). Τα κριάρια φέρουν αναπτυγµένα, ισχυρά, ελικοειδή και µαύρα κέρατα. Το επιρρίνιο είναι ελαφρά κυρτό. Τα αυτιά, σχετικά µεγάλα, κατευθύνονται προς τα πλάγια και κάµπτονται ελαφρά προς τα κάτω. Η ουρά έχει σχήµα κώνου και πλάτος στη βάση της περίπου 9 cm. Το χαρακτηριστικό αυτό, όµως, παρουσιάζει µεγάλη παραλλακτικότητα. Η ουρά στα πρόβατα της φυλής Χίου είναι πλατιά µόνο στο ανώτερο τµήµα της, ενώ το κατώτερο είναι, αναλογικά, λεπτό και σχηµατίζει µια ανοικτή έλικα. Το πλάτος της ουράς ποικίλλει ανάλογα µε την ποσότητα υποδόριου λίπους που έχει εναποτεθεί. Η πλατιά ουρά αποτελεί µειονέκτηµα, καθώς δυσκολεύει την οχεία και το άρµεγµα, ενώ αποτελεί ανεπιθύµητο τεµάχιο του σφαγίου. Για το λόγο αυτό οι περισσότεροι εκτροφείς κόβουν την ουρά των αρνιών λίγες ηµέρες µετά τη γέννηση τους. Ο µαστός των προβατινών είναι, κατά κανόνα, πολύ αναπτυγµένος, 8

συχνά όµως κρεµασµένος και µε µικρές θηλές. Το κεφάλι, τα άκρα και τα κάτω τµήµατα του τραχήλου και του κορµού είναι γυµνά, ενώ η ποιότητα του µαλλιού, που καλύπτει το υπόλοιπο σώµα, ποικίλλει από αδρά οµοιόµαλλο µέχρι αναµικτόµαλλο. Παραλλακτικότητα παρουσιάζει, επίσης, η πυκνότητα του πόκου των πλοκάµων (Ζυγογιάννης, 1999). Εικόνα 1 Κριάρι φυλής Χίου Εικόνα 2 Προβατίνα φυλής Χίου Οι ζυγούρες της φυλής Χίου παρουσιάζουν πρώιµη γενετήσια ωριµότητα και µπορούν να γονιµοποιηθούν από την ηλικία των 8 µηνών. Η άνοιστρη περίοδος είναι πολύ µικρή και, στα σωστά διατρεφόµενα ποίµνια, η πραγµατοποίηση 3 τοκετών ανά διετία είναι συνηθισµένο φαινόµενο. Ο δείκτης πολυδυµίας φθάνει περίπου το 2 και η συχνότητα γέννησης τρίδυµων αρνιών είναι αρκετά υψηλή (Ζυγογιάννης, 1999, Αγροτικός Συνεταιρισµός Προβατοτρόφων Φυλής Χίου «Μακεδονία», 2005). Η καταγραφόµενη γαλακτοπαραγωγή των προβατινών κατά την πρώτη γαλακτική τους περίοδο κυµαίνεται από 180 ως 250 χλγ., ενώ στις επόµενες γαλακτικές περιόδους από 220 ως 450 χλγ., ανάλογα µε το σύστηµα εκτροφής. Η µέση διάρκεια της γαλακτικής περιόδου είναι 200 (±35) ηµέρες (Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων (Κ.Γ.Β.Ζ.) Νέας Μεσήµβριας, 2005, Αγροτικός Συνεταιρισµός Προβατοτρόφων Φυλής Χίου «Μακεδονία», 2005). Η ποσότητα παραγόµενου κρέατος είναι σηµαντική. Το Σ.Β. των κριαριών ανέρχεται κατά µέσο όρο σε 75 χλγ. και εκείνο των προβατινών σε 50 χλγ. Τα µονόδυµα αρνιά στη γέννηση έχουν Σ.Β. 4,5 χλγ. και τα δίδυµα 4 χλγ.. Η µέση ηµερήσια αύξηση (Μ.Η.Α.) σε περίοδο γαλουχίας 8 εβδοµάδων ανέρχεται, αντίστοιχα, σε 240 και σε 215 γρµ.. Τα εντατικά παχυνόµενα αρσενικά αρνιά αποκτούν Σ.Β. 30 χλγ. σε ηλικία 114 ηµερών (Μ.Η.Α. = 9

245 γρµ.). Τα αποδιδόµενα σφάγια, όµως, είναι πολύ παχιά και δεν έχουν καλή σωµατική διάπλαση (Ζυγογιάννης, 1999). Τέλος η εριοπαραγωγή φτάνει κατά κουρά τα 1,5-2,2 χλγ. µαλλιού κλάσης CD/D (Ζυγογιάννης, 1999). Το πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης των προβάτων της φυλής Χίου άρχισε το 1985 σε πληθυσµό 934 προβατινών που κατανέµονταν σε 13 εκτροφές. Μέχρι το 1996 ο αριθµός των εκτροφών που συµµετείχαν στο πρόγραµµα παρέµενε µικρός, 8 µε 13 εκτροφές (Πίνακας 1). Τα επόµενα χρόνια παρατηρήθηκε µία σηµαντική αύξηση του αριθµού των εκτροφών που συµµετείχαν στο πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης. Η αύξηση αυτή ήταν αποτέλεσµα κυρίως της χρηµατοδότησης από την Ε.Ε. στο πλαίσιο του 2 ου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (Κ.Π.Σ.) και της ίδρυσης του Αγροτικού Συνεταιρισµού Προβατοτρόφων Φυλής Χίου «Μακεδονία». Πίνακας 1. Αποτελέσµατα του προγράµµατος ελέγχου των αποδόσεων προβατινών της φυλής Χίου Έτος Αριθµός εκτροφών Αριθµός ζώων Μέση Γαλακτοπαραγωγή (χλγ.) ιάρκεια γαλακτικής περιόδου (ηµέρες) είκτης πολυδυµίας 1985 13 934 168 188 1,70 1986 13 893 176 176 1,79 1987 16 1.004 181 195 1,71 1988 11 1.216 173 174 1,79 1989 11 1.205 163 176 1,73 1990 11 1.170 292 173 1,81 1991 11 1.346 225 196 2,00 1992 11 1.100 204 179 1,75 1993 11 1.127 220 187 1,90 1994 11 1.178 225 196 1,79 1995 11 1.889 285 194 1,80 1996 8 695 225 176 2,00 1997 11 1.235 264 184 1,71 1998 48 4.974 236 178 1,78 1999 70 9.775 244 228 1,73 2000 78 11.378 230 202 1,79 2004 43 9.012 302 200 1,87 Το πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης διακόπηκε το 2000 µε τη λήξη του 2 ου Κ.Π.Σ., για να αρχίσει και πάλι το 2003, µε µερική χρηµατοδότηση του συνεταιρισµού µέσω του «Ολοκληρωµένου προγράµµατος υπηρεσιών στήριξης των κτηνοτρόφων της ελληνικής υπαίθρου για την παραγωγή και χρησιµοποίηση του κατάλληλου για την κάθε περιοχή ζωικού αναπαραγωγικού κεφαλαίου», στα πλαίσια του Μέτρου 5.1 του Επιχειρησιακού Προγράµµατος (Ε.Π.) «Αγροτική Ανάπτυξη- Ανασυγκρότηση της υπαίθρου 2000-2006». Η πορεία και τα αποτελέσµατα του 10

προγράµµατος ελέγχου των αποδόσεων των προβατινών της φυλής Χίου φαίνονται στον Πίνακα 1 (Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Νέας Μεσήµβριας Θεσσαλονίκης, 2005). 11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΕΝΕΤΙΚΗΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ 1 Γενικά Γενετική βελτίωση σηµαίνει µεταβολή της γενοτυπικής σύνθεσης ενός πληθυσµού ζώων προς την επιθυµητή κατεύθυνση, όπως π.χ. η αύξηση συγκεκριµένων παραγωγικών ιδιοτήτων και η βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων, καθώς και άλλων χαρακτηριστικών µε οικονοµικό ενδιαφέρον (ανθεκτικότητα σε ασθένειες, αναπαραγωγή, διαχείριση, κλπ) (Simm, 1998). Η γενετική βελτίωση είναι µία διαδικασία που επιτελείται σε επίπεδο πληθυσµού ή φυλής. Ο στόχος της γενετικής βελτίωσης µίας φυλής επιτυγχάνεται µέσω της αµιγούς αναπαραγωγής. Η επιλογή και οι συζεύξεις γίνονται στον ευρύτερο πληθυσµό, περιορίζοντας το βαθµό της αιµοµιξίας σε όσο το δυνατό χαµηλότερα επίπεδα. Η επιλογή πραγµατοποιείται µε βάση τα αποτελέσµατα του ελέγχου των αποδόσεων και της εκτίµησης των γενετικών ή κληροδοτικών τιµών (Lush, 1945, Van Vleck, 1981, Falconer and Mackay, 1997, Simm, 1998). 2 Στάδια προγράµµατος γενετικής βελτίωσης Ένα πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης ολοκληρώνεται στα παρακάτω στάδια: 1 ο - καθορισµός του βελτιωτικού στόχου, 2 ο - προσδιορισµός και µέτρηση των χαρακτηριστικών που σχετίζονται µε το βελτιωτικό στόχο, 3 ο - εκτίµηση γενετικών ή κληροδοτικών αξιών (γενετική αξιολόγηση), 4 ο - επιλογή και 5 ο - σχεδιασµένες συζεύξεις (Simm, 1998). Τα στάδια αυτά περιγράφονται στη συνέχεια. 2.1 Καθορισµός του βελτιωτικού στόχου Η γενετική βελτίωση των ζώων ξεκινά µε τον καθορισµό ενός συγκεκριµένου βελτιωτικού στόχου. Ο στόχος αυτός είναι συνήθως µακροχρόνιος. Εντούτοις, θα πρέπει να µπορεί να αναπροσαρµοστεί ανάλογα µε τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς. Σε καµιά περίπτωση δεν θα πρέπει να εγκαταλειφθεί ή να αντικατασταθούν στο σύνολό τους τα χαρακτηριστικά που τον απαρτίζουν (Simm, 1998). Η επιλογή του κατάλληλου, κάθε φορά, στόχου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Οι 12

σπουδαιότεροι από αυτούς είναι: οι φυσικές συνθήκες της περιοχής (π.χ. κλίµα, έδαφος), οι οικονοµικοί παράγοντες (π.χ. οι τιµές των ζωοτροφών, το κόστος παραγωγής των παραγόµενων προϊόντων, η δυνατότητα και οι τιµές διάθεσής τους), οι συνθήκες της αγοράς, που οδηγούν στην παραγωγή προϊόντων προς µια συγκεκριµένη κατεύθυνση (π.χ. η ζήτηση άπαχου κρέατος ή γάλακτος συγκεκριµένης σύνθεσης), άλλοι παράγοντες (π.χ. οι γνώσεις του κτηνοτρόφου, οι ικανότητες του και οι προτιµήσεις του για ένα ορισµένο είδος ζώου και τύπου εκτροφής, οι παραδόσεις κλπ.). 2.2 Προσδιορισµός και µέτρηση χαρακτηριστικών που σχετίζονται µε το βελτιωτικό στόχο Για την επίτευξη του βελτιωτικού στόχου είναι απαραίτητο να προσδιοριστούν τα χαρακτηριστικά εκείνα που θα καταγραφούν, θα αξιολογηθούν και θα αξιοποιηθούν σε επίπεδο εκτροφής και πληθυσµού. Ιδανική περίπτωση είναι όταν τα χαρακτηριστικά αυτά συµπεριλαµβάνονται στο βελτιωτικό στόχο (π.χ. ο στόχος περιλαµβάνει την αύξηση της γαλακτοπαραγωγής και το χαρακτηριστικό µέτρησης είναι η ποσότητα του παραγόµενου γάλακτος). Υπάρχουν όµως περιπτώσεις όπου το χαρακτηριστικό του στόχου δεν είναι εύκολα µετρήσιµο. Τότε πρέπει να προσδιοριστεί κάποιο άλλο χαρακτηριστικό που να µετριέται εύκολα στην εκτροφή και να έχει υψηλή γενετική συσχέτιση µε το βελτιωτικό στόχο (π.χ. ο στόχος µπορεί να περιλαµβάνει µείωση της συχνότητας εµφάνισης των µαστίτιδων αλλά το χαρακτηριστικό µέτρησης να είναι ο αριθµός των σωµατικών κυττάρων στο γάλα, που σχετίζεται µε την παρουσία µαστίτιδων). Επιπλέον, τα χαρακτηριστικά αυτά θα πρέπει να έχουν υψηλό συντελεστή κληρονοµησιµότητας και γενετικής παραλλακτικότητας. Οι δύο αυτοί συντελεστές αναφέρονται στο πόσο διαφέρουν γενετικά τα ζώα µεταξύ τους καθώς και στο ποσοστό της γενετικής διακύµανσης που µεταβιβάζεται από τη µία γενιά στην άλλη. Η επιτυχία του σταδίου αυτού στηρίζεται κατά κύριο λόγο στη λειτουργία προγραµµάτων ελέγχου των αποδόσεων και συστηµατικής καταγραφής στοιχείων στις εκτροφές (Χατζηµηνάογλου και συνεργ., 1989, Ρογδάκης, 1991, Simm, 1998). 13

2.3 Εκτίµηση γενετικών ή κληροδοτικών αξιών (γενετική αξιολόγηση) Αφού συλλεχθούν τα απαραίτητα στοιχεία που αφορούν στα χαρακτηριστικά του βελτιωτικού στόχου ή σε σχετικά µε αυτόν χαρακτηριστικά, ακολουθεί η κατάλληλη στατιστική ανάλυση για την εκτίµηση της γενετικής αξίας του κάθε ζώου του πληθυσµού ή της φυλής ως προς το κάθε χαρακτηριστικό. Στη διαδικασία αυτή συνυπολογίζονται οι γενετικές συγγένειες µεταξύ των ζώων. Σε ορισµένες περιπτώσεις µπορεί να ληφθούν υπόψη και µοριακές πληροφορίες από δοκιµές DNA σε γονιδιακούς τόπους µε γνωστή επίδραση πάνω σε κάποια χαρακτηριστικά (Falconer and Mackay, 1997). 2.4 Επιλογή Στο στάδιο αυτό, επιλέγονται τα καλύτερα ζώα ως γεννήτορες της επόµενης γενεάς, µε βάση τις εκτιµούµενες γενετικές αξίες. Η επιτυχία της επιλογής µετριέται µε την πρόοδο της επιλογής, που δείχνει τη µέση υπεροχή των απογόνων σε σχέση µε το µέσο όρο της προηγούµενης γενεάς (Simm, 1998). Όταν ενδιαφέρει η βελτίωση περισσότερων του ενός χαρακτηριστικών, τότε προσδιορίζεται και η συνολική γενετική αξία των ζώων ως προς τα χαρακτηριστικά αυτά µε τη βοήθεια των δεικτών επιλογής. Η συνολική γενετική αξία αποτελεί γραµµική συνάρτηση των επιµέρους γενετικών αξιών των διαφόρων χαρακτηριστικών. Στη γραµµική αυτή συνάρτηση η γενετική αξία του κάθε χαρακτηριστικού σταθµίζεται ανάλογα µε την οικονοµική του σηµασία, το συντελεστή κληρονοµησιµότητας και τη γενετική του συσχέτιση µε τα άλλα χαρακτηριστικά (Falconer and Mackay, 1997). 2.5 Σχεδιασµένες συζεύξεις Το τελευταίο αυτό στάδιο ενός ολοκληρωµένου προγράµµατος γενετικής βελτίωσης αφορά στο σχεδιασµό του κατάλληλου σχήµατος συζεύξεων των γεννητόρων που επιλέχθηκαν στο στάδιο της επιλογής. Με τις σχεδιασµένες συζεύξεις καθορίζεται, ουσιαστικά, ο τρόπος µεταβίβασης του γενετικού υλικού στην επόµενη γενεά, έτσι ώστε να επιτευχθεί κατά το δυνατόν καλύτερα ο βελτιωτικός 14

στόχος και να αποφευχθεί ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιηθεί η αιµοµιξία (Simm, 1998). 15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΕΛΕΓΧΟΣ ΓΑΛΑΚΤΟΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΖΩΩΝ 1 Γενικά Με τον όρο «έλεγχος γαλακτοπαραγωγής» εννοούµε τη συστηµατική συλλογή και καταγραφή στοιχείων που αφορούν στη γαλακτοπαραγωγή των ζώων και τη γενεαλογία τους, καθώς και στις συνθήκες του περιβάλλοντος κάτω από τις οποίες έχουν πραγµατοποιηθεί οι αποδόσεις αυτές. Ο οργανωµένος έλεγχος γαλακτοπαραγωγής αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την υλοποίηση ενός ολοκληρωµένου προγράµµατος γενετικής βελτίωσης που αφορά στον προσδιορισµό και τη µέτρηση χαρακτηριστικών που σχετίζονται µε το βελτιωτικό στόχο (π.χ. αύξηση της ποσότητας και ποιότητας του γάλακτος). Όσο ακριβέστερος είναι ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής τόσο καλύτερα αποτελέσµατα αναµένονται από τα προγράµµατα γενετικής βελτίωσης (Ρογδάκης, 1991). Επιπλέον, ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής είναι ο κυριότερος παράγοντας που επηρεάζει το κόστος του προγράµµατος της γενετικής βελτίωσης, γι αυτό και η εφαρµογή του πρέπει να σχεδιάζεται προσεκτικά (Maria and Gabiña, 1992). Ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής των µηρυκαστικών άρχισε το 1813 στα βοοειδή των ΗΠΑ (ICAR, 2005). Ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής των προβάτων είναι λιγότερο ανεπτυγµένος από ό,τι στα βοοειδή, επειδή σε πολλές χώρες τα συστήµατα εκτροφής των προβάτων εξελίχτηκαν αργότερα από τα συστήµατα εκτροφής των αγελάδων. Από τις πρώτες χώρες που ανέπτυξαν και εφάρµοσαν ολοκληρωµένα προγράµµατα ελέγχου γαλακτοπαραγωγής και γενετικής βελτίωσης στα πρόβατα είναι το Ισραήλ και η Γαλλία (Ζέρβας, 1989, Χατζηµηνάογλου και συνεργ., 1989). Το υψηλό κόστος του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής των προβατινών, σε σχέση µε τις αποδόσεις τους, αποτελεί το µεγαλύτερο εµπόδιο για την ανάπτυξη των προγραµµάτων γενετικής βελτίωσης σε ευρεία κλίµακα. Οι Maria and Gabiña (1992) αναφέρουν ότι στα πρόβατα της φυλής Latxa, το κόστος του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής ανερχόταν στο 3,5% της ακαθάριστης προσόδου. Οι Flamant and Barillet (1982) υπολόγισαν το κόστος στο 4-5% για τα πρόβατα της φυλής Lacaune, ενώ το αντίστοιχο για τις αγελάδες ήταν περίπου 2%. 16

Ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής των προβάτων στην Ελλάδα, άρχισε να εφαρµόζεται το 1960 από τις κατά τόπους ιευθύνσεις Γεωργίας. Τα στοιχεία των µετρήσεων που συγκεντρώθηκαν όµως, ποτέ δεν έτυχαν συστηµατικής περαιτέρω επεξεργασίας, κυρίως λόγω έλλειψης εξειδικευµένου επιστηµονικού προσωπικού και της κατάλληλης υλικοτεχνικής υποδοµής. Το 1978 οργανώθηκε µία Κεντρική ιεύθυνση Γενετικής Βελτίωσης Ζώων και ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής των προβάτων άρχισε να συστηµατοποιείται (Παππάς και Βασιλείου, 1989). Σήµερα το πρόγραµµα γενετικής βελτίωσης των προβάτων εφαρµόζεται στις φυλές: Ζακύνθου (850 προβατίνες), Καραγκούνικο (7.365 προβατίνες), Κεφαλληνίας (2.200 προβατίνες), Κύµης (543 προβατίνες), Λέσβου (27.659 προβατίνες), Σερρών (7.388 προβατίνες), Σφακίων (7.689 προβατίνες), Φριζάρτα (1.522 προβατίνες) και Χίου (10.106 προβατίνες) (Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Νέας Μεσήµβριας Θεσσαλονίκης, 2005). Το πρόγραµµα εφαρµόζεται κυρίως από Αγροτικούς Συνεταιρισµούς που έχουν αναλάβει την ίδρυση και τήρηση των γενεαλογικών βιβλίων, καθώς και τη συγκέντρωση στοιχείων από τις εκτροφές. Το πρόγραµµα αυτό επιχορηγείται, εν µέρει, από την Ευρωπαϊκή Ένωση µέσω του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων. Ο ρόλος των Αγροτικών Συνεταιρισµών είναι πολύ σηµαντικός επειδή αποτελούν τον επίσηµο φορέα των παραγωγών για την εφαρµογή του ελέγχου των αποδόσεων, τη γενετική βελτίωση και την προώθηση των καθαρόαιµων φυλών προβάτων. 2 Σηµασία του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής Σε όλα τα είδη των γαλακτοπαραγωγών ζώων, ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής αποβλέπει στον προσδιορισµό και στην καταγραφή της ποσότητας και της ποιότητας της παραγωγής κάθε ζώου, σε συγκεκριµένο χρονικό διάστηµα. Η επιλογή των γεννητόρων της επόµενης γενεάς, δηλαδή ολόκληρο το πρόγραµµα της γενετικής βελτίωσης, στηρίζονται ουσιαστικά στην επεξεργασία της πληροφορίας αυτής. Ειδικά για τους υποψήφιους αρσενικούς γεννήτορες, στους οποίους δεν είναι δυνατή η άµεση καταγραφή ατοµικών αρχείων αποδόσεων, η αξιολόγηση και επιλογή βασίζονται στην καταγραφή των αποδόσεων των θυγατέρων και άλλων θηλυκών συγγενών τους. 17

Επιπλέον, τα ατοµικά δεδοµένα του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής διευκολύνουν τον προσδιορισµό και την αποµάκρυνση από την εκτροφή ζώων µε επίπεδο παραγωγής κάτω του επιθυµητού. Με τον τρόπο αυτό, η µέση παραγωγή στην εκτροφή αυξάνεται, έχοντας ως άµεση συνέπεια τη µείωση του κόστους παραγωγής του γάλακτος. Πρέπει να σηµειωθεί, επίσης, ότι η συστηµατική παρακολούθηση της πορείας των αποδόσεων σε επίπεδο εκτροφής µπορεί να βοηθήσει στον εντοπισµό πιθανών προβληµάτων σ αυτήν, τόσο στον τοµέα της διατροφής όσο και σε άλλους τοµείς (π.χ. αναπαραγωγή). Σε εθνικό επίπεδο, ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής είναι σηµαντικός επειδή µπορεί να οδηγήσει στην απόκτηση επίσηµων στοιχείων των αποδόσεων των εκτρεφόµενων ζώων κατά είδος και φυλή, στην εξαγωγή χρήσιµων δεικτών επιλογής και στην επίτευξη του αντικειµενικού στόχου του προγράµµατος γενετικής βελτίωσης και αναβάθµισης του ζωικού πληθυσµού της χώρας. 3 Μέθοδοι ελέγχου γαλακτοπαραγωγής 3.1 Γενικά Ο έλεγχος της γαλακτοπαραγωγής µπορεί να εφαρµοστεί είτε µε αποκλειστική ευθύνη των αρµόδιων φορέων, που για το σκοπό αυτό χρησιµοποιούν ειδικά εκπαιδευµένο προσωπικό (ελεγκτές γαλακτοπαραγωγής), είτε µε ευθύνη των ιδιοκτητών των κτηνοτροφικών εκτροφών, σε συνεργασία µε τους αρµόδιους φορείς και ακολουθώντας τις διεθνείς διατάξεις του κανονισµού ελέγχου των αποδόσεων. Σύµφωνα µε την ιεθνή Επιτροπή Ελέγχου των Αποδόσεων των Ζώων (International Committee for Animal Recording ICAR) η πρώτη περίπτωση στοιχειοθετεί επίσηµο έλεγχο της γαλακτοπαραγωγής και συµβολίζεται διεθνώς µε το γράµµα Α, ενώ η δεύτερη ανεπίσηµο έλεγχο και συµβολίζεται µε το γράµµα Β (ICAR, 2005). 3.2 Επίσηµη τυπική µέθοδος (Α4) Η βασική µέθοδος που εφαρµόζεται για τον έλεγχο της γαλακτοπαραγωγής είναι η επίσηµη τυπική µέθοδος (Α4), η οποία αφορά στη µέτρηση, µία φορά το µήνα, 18

του γάλακτος που παράγει το κάθε ζώο µέσα σε ένα εικοσιτετράωρο. Ο έλεγχος αρχίζει µε τη µέτρηση της ποσότητας του γάλακτος που παράγεται κατά το βραδινό άρµεγµα και τελειώνει µε τη µέτρηση της ποσότητας του γάλακτος που παράγεται κατά το πρωινό άρµεγµα της επόµενης ηµέρας. Η βραδινή µέτρηση χαρακτηρίζει και την ηµεροµηνία πραγµατοποίησης του ελέγχου. 3.3 Εναλλακτικές µέθοδοι Κάτω από την πίεση, όµως, για µείωση του κόστους εφαρµογής του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής, έχουν αναπτυχθεί διάφορες εναλλακτικές µέθοδοι προς αντικατάσταση της µεθόδου Α4. Οι µέθοδοι αυτές στηρίζονται, είτε στην αύξηση του χρονικού διαστήµατος µεταξύ διαδοχικών ελέγχων, οι οποίοι µπορούν να διενεργούνται ανά 36 (µέθοδος Α5) ή 42 (µέθοδος Α6) ηµέρες (Gifford, 1930, Bayley et al., 1952, Castle and Searle, 1961, Anderson et al., 1989), είτε στην καταγραφή των αποδόσεων του ενός µόνο από τα δύο αρµέγµατα του εικοσιτετραώρου (πρωινό ή βραδινό). Το τελευταίο λαµβάνει χώρα µε την εφαρµογή της εναλλακτικής (ΑΤ) ή της διορθωµένης (AC) µεθόδου (Porzio, 1953, McDaniel, 1969, Dickinson and McDaniel, 1970, Smith and Pearson, 1981, Barillet, 1985, Maria and Gabiña, 1992, Sanna et al., 1994, Barillet, 1997, Sanna et al., 1998, Drobnic et al., 2001, Astruc et al., 2005). Από µελέτες των Barillet (1985), Smith and Pearson (1981) και De la Fuente et al. (1997), έχει βρεθεί ότι η επαναληπτικότητα που εµφανίζεται µεταξύ της ποσότητας γάλακτος σε ένα άρµεγµα και της συνολικής ηµερήσιας ποσότητας είναι µεγαλύτερη από εκείνη µεταξύ δύο διαδοχικών ελέγχων γαλακτοπαραγωγής. Αυτό σηµαίνει ότι η ποσότητα του παραγόµενου γάλακτος σε ένα άρµεγµα µπορεί να είναι πιο ενδεικτική για τη συνολική ηµερήσια ποσότητα από ό,τι ένας πλήρης έλεγχος για τον επόµενο. Επιπλέον, σε σύγκριση µε την επίσηµη τυπική µέθοδο (Α4), η µείωση της ακρίβειας στον υπολογισµό της συνολικής γαλακτοπαραγωγής στη γαλακτική περίοδο είναι της τάξης του 1-2%, τόσο µε την εναλλακτική (ΑΤ), όσο και µε τη διορθωµένη (AC) µέθοδο (Sanna et al., 1994, Astruc and Barillet, 2005). Οι δύο αυτές διαπιστώσεις συνηγορούν στο να τυγχάνουν ευρύτερης αποδοχής, διεθνώς, οι δύο εναλλακτικές µέθοδοι (ΑΤ και AC), οι οποίες περιγράφονται µε λεπτοµέρεια στη συνέχεια. 19

α) Εναλλακτική µέθοδος (ΑΤ) Η εναλλακτική µέθοδος (ΑΤ), αφορά στη µέτρηση του παραγόµενου γάλακτος, εναλλακτικά, τον ένα µήνα µόνο στο βραδινό άρµεγµα και τον άλλο µήνα µόνο στο πρωινό άρµεγµα. Η συνολική ηµερήσια ποσότητα γάλακτος υπολογίζεται µε το διπλασιασµό της ποσότητας που µετρήθηκε στο ένα άρµεγµα. Η ηµέρα του ελέγχου (βραδινού ή πρωινού) χαρακτηρίζει την ηµεροµηνία πραγµατοποίησης του ελέγχου. β) ιορθωµένη µέθοδος (ΑC) Η διορθωµένη µέθοδος (ΑC), αφορά στη µέτρηση του παραγόµενου γάλακτος ενός µόνο αρµέγµατος µία φορά το µήνα, χωρίς την υποχρεωτική εναλλαγή µεταξύ πρωινού και βραδινού. Η ποσότητα του άλλου αρµέγµατος για την κάθε προβατίνα υπολογίζεται από το λόγο της συνολικής ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής του ποιµνίου προς τη συνολική γαλακτοπαραγωγή του ποιµνίου στο ελεγχόµενο άρµεγµα. Για παράδειγµα αν µια προβατίνα παράγει 1 χλγ. κατά τη διάρκεια του ελεγχόµενου αρµέγµατος και η παραγωγή του ποιµνίου είναι 400 χλγ. τότε η απόδοση της είναι το 0,25% της απόδοσης του ποιµνίου. Στο επόµενο άρµεγµα εάν το ποίµνιο παράγει συνολικά 350 χλγ. τότε η παραγωγή της προβατίνας εκτιµάται στα 875 γρµ.. Την ευρεία αποδοχή των µεθόδων ΑΤ και ΑC επιβεβαιώνει και η τελευταία έρευνα της οµάδας εργασίας της ICAR για τον έλεγχο αποδόσεων στα γαλακτοπαραγωγά πρόβατα (ICAR, 2005). Τα αποτελέσµατα της έρευνας έδειξαν ότι η απλοποίηση των µεθόδων ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής έχει διαδοθεί ταχύτατα και ευρέως µεταξύ των χωρών µελών της ICAR. Παρά το γεγονός ότι πριν από 15 χρόνια µόνο 2 χώρες χρησιµοποιούσαν απλουστευµένες µεθόδους ελέγχου των αποδόσεων, σήµερα οι µέθοδοι ΑΤ και ΑC εφαρµόζονται στο 96% των 1.050.000 ελεγχόµενων προβατινών σε 15 χώρες (Πίνακας 2) (Astruc et al., 2005). Η εφαρµογή απλουστευµένων µεθόδων ελέγχου των αποδόσεων είναι ένας αποτελεσµατικός τρόπος για να αυξηθεί ο πληθυσµός των ελεγχόµενων προβατινών, ιδιαίτερα σε χώρες µε µεγάλο πληθυσµό γαλακτοπαραγωγών προβάτων όπως είναι οι χώρες της Μεσογείου όπου, µε εξαίρεση τη Γαλλία, το ποσοστό του ελεγχόµενου πληθυσµού είναι µικρότερο από 9% (Πίνακας 2). Αξίζει όµως, να µνηµονευθεί η περίπτωση της Ιταλίας, όπου το 1997 ελέγχονταν 331.000 προβατίνες µε τη µέθοδο 20

Α4, αλλά µετά την εφαρµογή απλουστευµένων µεθόδων ελέγχου των αποδόσεων (AT και AC) ο αριθµός αυτός ανήλθε µέσα σε τέσσερα χρόνια σε 476.000 προβατίνες, αύξηση κατά 44% (ICAR, 2005). Πίνακας 2. Πληθυσµός γαλακτοπαραγωγών προβάτων, ποσοστό ελεγχόµενων προβατινών και µέθοδος ελέγχου των αποδόσεων σε 15 χώρες µέλη της ICAR κατά το έτος 2003 (ICAR, 2005) Χώρα Συνολικός πληθυσµός θηλυκών προβάτων Αριθµός ελεγχόµενων προβατινών Ποσοστό (%) στο σύνολο Μέθοδος ελέγχου των αποδόσεων* Κροατία 33.000 2.920 8,8 % Α4, Β4, ΑΤ Τσεχία 473 204 43,3 % Α4, ΑΤ Αγγλία -------- 692 ---------- Α4 Γαλλία 1.395.000 305.143 22,0 % AC Γερµανία 20.000 1.193 6,0 % A4, Β4, AT Ελλάδα 8.732.000 7.885 0,1 % A4 Ισραήλ 46.200 14.975 32,0 % B4, AC Ιταλία 6.150.500 478.992 7,8 % AT, AC Ολλανδία 4.000 1.156 29,0 % Α6, Β6 Πορτογαλία 110.000 24.242 22,0 % Α4, ΑΤ Σλοβακία 216.000 17.846 8,3 % AC Σλοβενία 6.300 1.704 27,0 % ΑΤ Ισπανία 2.361.000 188.197 8,0 % AT, AC Ελβετία 8.000 2.800 35,0 % Α4 Τυνησία 25.000 2.393 9,6 % Α4 *Α4 = Επίσηµη τυπική µέθοδος ελέγχου των αποδόσεων, µηνιαία µέτρηση δύο διαδοχικών αρµεγµάτων από επίσηµο ελεγκτή. ΑΤ = Εναλλακτική µέθοδος ελέγχου των αποδόσεων, µηνιαία µέτρηση εναλλάξ ενός από τα δυο αρµέγµατα από επίσηµο ελεγκτή. ΑC = ιορθωµένη µέθοδος ελέγχου των αποδόσεων, µηνιαία µέτρηση ενός από τα δυο αρµέγµατα από επίσηµο ελεγκτή χωρίς την υποχρέωση εναλλαγής µεταξύ των αρµεγµάτων. A6 = Μέτρηση δύο διαδοχικών αρµεγµάτων από επίσηµο ελεγκτή ανά 42 ηµέρες. B4 = Μηνιαία µέτρηση δύο διαδοχικών αρµεγµάτων από τον παραγωγό (Ανεπίσηµος έλεγχος) B6 = Μέτρηση δύο διαδοχικών αρµεγµάτων από τον παραγωγό ανά 42 ηµέρες. (Ανεπίσηµος έλεγχος) Στην Ελλάδα µε το µεγαλύτερο πληθυσµό γαλακτοπαραγωγών προβάτων ανάµεσα στα κράτη µέλη της ICAR, το 2003 ελέγχονταν µόνο 7.885 προβατίνες (ποσοστό στο σύνολο 0,1%) χρησιµοποιώντας την µέθοδο Α4 (Πίνακας 2). Σήµερα µε τη βοήθεια της επιδότησης από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίµων, όσο και µε την οικονοµική συνεισφορά των παραγωγών που συµµετέχουν στο πρόγραµµα ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής ο αριθµός των ελεγχόµενων προβατινών ανέρχεται σε 65.322 (ποσοστό στο σύνολο 0,7%) ποσοστό όµως που παραµένει ακόµη πάρα πολύ µικρό, (Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Νέας Μεσήµβριας Θεσσαλονίκης, 2005). Υπάρχουν συνεπώς µεγάλα περιθώρια βελτίωσης στον τοµέα αυτό. Η εφαρµογή απλουστευµένων µεθόδων ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής θα 21

συµβάλει αποφασιστικά στην αναβάθµιση των ελληνικών φυλών προβάτων προς όφελος της ελληνικής προβατοτροφίας και οικονοµίας. Η εφαρµογή της εναλλακτικής (ΑΤ) ή της διορθωµένης (AC) µεθόδου στον έλεγχο της γαλακτοπαραγωγής των προβατινών αντί της Α4, θεωρείται δόκιµη. Τα δυνητικά πλεονεκτήµατα των µεθόδων αυτών είναι: Αύξηση του αριθµού των ελεγχόµενων ζώων, καθώς περισσότερες εκτροφές µπορούν να ελεγχθούν από τον ίδιο ελεγκτή γαλακτοπαραγωγής σε ένα µήνα. Μείωση του κόστους του ελέγχου, που µπορεί να φτάσει µέχρι και 22% σε σχέση µε την µέθοδο Α4 (Maria and Gabiña, 1992). Μεγαλύτερη συµµετοχή των κριαριών στον απογονικό έλεγχο, µε αποτέλεσµα την αύξηση της γενετικής προόδου. Οι Ugarte et al. (1995) αναφέρουν αύξηση της γενετικής προόδου κατά 0,8-1,2% σε πρόβατα της φυλής Latxa και οι Barillet et al. (1993) κατά 2% και 0,3% στις φυλές Manech και Sarda, αντίστοιχα. Λιγότερες επισκέψεις των ελεγκτών γαλακτοπαραγωγής στην κάθε εκτροφή, κάτι που επηρεάζει λιγότερο αρνητικά τους ρυθµούς εργασιών των κτηνοτρόφων. Ικανοποιητική ακρίβεια στον υπολογισµό της συνολικής γαλακτοπαραγωγής σε σχέση µε τη µέθοδο Α4 (Sanna et al., 1994, Astruc et al., 2005). 4 Εφαρµογή του ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής στις προβατίνες Ο έλεγχος της γαλακτοπαραγωγής των προβατινών θα πρέπει να πραγµατοποιείται σύµφωνα µε τους κανονισµούς της ICAR (ICAR 2003, 2005). Για να θεωρηθεί σωστή η εφαρµογή του ελέγχου, ανεξάρτητα από τη µέθοδο που χρησιµοποιείται, θα πρέπει να ισχύουν ορισµένες προϋποθέσεις, οι οποίες περιγράφονται παρακάτω: 22

4.1 Γενικά Κατά την εφαρµογή του ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής σε µία εκτροφή, όλες οι αρµεγόµενες προβατίνες πρέπει να ελέγχονται. Ο έλεγχος της γαλακτοπαραγωγής αρχίζει µετά τον απογαλακτισµό των αρνιών (για την Ελλάδα συνήθως 42 ηµέρες µετά τον τοκετό). Ο υπολογισµός της ποσότητας του παραγόµενου γάλακτος γίνεται µε τη µέτρηση του βάρους ή του όγκου του. Ο συντελεστής µετατροπής των µονάδων βάρους (γρµ.) σε όγκο (χιλστ. του λίτρου) για το γάλα των προβατινών προκύπτει απευθείας από το ειδικό του βάρος (1,036). 4.2 ιεξαγωγή του πρώτου ελέγχου Σε επίπεδο εκτροφής, ο πρώτος έλεγχος της γαλακτοπαραγωγής πρέπει να γίνει µέσα σε 4-15 ηµέρες µετά την έναρξη του αρµέγµατος από τον κτηνοτρόφο. Για την κάθε προβατίνα, ο έλεγχος πρέπει να αρχίσει µέσα σε 35 ηµέρες από τον πλήρη απογαλακτισµό των αρνιών της, µε ένα επιπλέον περιθώριο 17 ηµερών, λαµβάνοντας υπόψη το ενδεχόµενο διεξαγωγής του αρµέγµατος των προβατινών του ποιµνίου σε οµάδες, καθώς και την περιοδικότητα των επισκέψεων των ελεγκτών γαλακτοπαραγωγής. Κατά συνέπεια, η µέγιστη διαφορά µεταξύ τοκετού και πρώτου ελέγχου της κάθε προβατίνας υπολογίζεται σε 94 ηµέρες (42+35+17=94). 4.3 Συχνότητα των ελέγχων Σε επίπεδο εκτροφής, ο µέσος όρος του χρονικού διαστήµατος µεταξύ δύο διαδοχικών ελέγχων της γαλακτοπαραγωγής είναι 30 ηµέρες µε κατώτερο διάστηµα τις 27 και ανώτερο τις 33 ηµέρες. Για το κάθε ζώο, το µέγιστο επιτρεπόµενο διάστηµα µεταξύ δύο διαδοχικών ελέγχων είναι οι 70 ηµέρες. Έτσι, υπάρχει ανοχή για την απώλεια ενός µηνιαίου ελέγχου, καθώς η µη διεξαγωγή ενός ελέγχου µπορεί να οφείλεται είτε σε προβλήµατα που ενδεχοµένως έχουν εµφανιστεί στην εκτροφή, είτε στο άτοµο που διενεργεί τον έλεγχο. Εάν το διάστηµα µεταξύ δύο διαδοχικών ελέγχων είναι µεγαλύτερο από 70 ηµέρες, η καταγραφή της γαλακτοπαραγωγής της συγκεκριµένης προβατίνας διακόπτεται. Ο ελάχιστος αριθµός αξιοποιήσιµων ελέγχων ανά προβατίνα 23

που απαιτείται για τη εκτίµηση της συνολικής γαλακτοπαραγωγής της γαλακτικής περιόδου είναι τρεις έλεγχοι (ICAR, 2005). 4.4 Λήξη των ελέγχων Η περίοδος ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής για την εκτροφή τερµατίζεται όταν ο παραγωγός αρχίζει να αρµέγει τα ζώα του µόνο µία φορά την ηµέρα. Για την κάθε προβατίνα, ξεχωριστά, η περίοδος ελέγχου της γαλακτοπαραγωγής τερµατίζεται όταν η ηµερήσια γαλακτοπαραγωγή της είναι µικρότερη από 200 γρµ., ανεξάρτητα από τον αριθµό των ηµερήσιων αρµεγµάτων. 5 Εκτίµηση της ποσότητας του παραγόµενου γάλακτος 5.1 Εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής Η ακριβής εκτίµηση της ποσότητας του γάλακτος που παράγεται σε 24 ώρες (ηµερήσια γαλακτοπαραγωγή) αποτελεί σηµαντική πληροφορία, τόσο για την εκτίµηση της συνολικής γαλακτοπαραγωγής της γαλακτικής περιόδου και τη γενικότερη διαχείριση της εκτροφής, όσο και για τη γενετική αξιολόγηση των ζώων (Carriedo et al., 1995). Στην τελευταία περίπτωση µάλιστα, µετά την καθιέρωση των γραµµικών προτύπων ηµερησίων ελέγχων (Test Day Models) µε τα οποία εκτιµούµαι τη γενετική αξία των ζώων µε βάση την ηµερήσια γαλακτοπαραγωγή, η ακριβής εκτίµηση της καθίσταται ακόµα πιο απαραίτητη (Carta et al., 1995, Jamrozik and Schaeffer, 1997, Kettunen et al., 1998, Serrano et al., 2001, Horstick et al., 2002). Όταν ο έλεγχος γαλακτοπαραγωγής στηρίζεται στη µέθοδο Α4, η εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής γίνεται απευθείας µε την πρόσθεση της ποσότητας γάλακτος που παράγεται σε δύο συνεχόµενα αρµέγµατα (βραδινό και πρωινό). Όταν εφαρµόζεται η ΑΤ ή η AC µέθοδος, τότε η παραγωγή ενός µόνο από τα δύο αρµέγµατα του εικοσιτετραώρου είναι γνωστή, µε αποτέλεσµα, για την εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής να πρέπει να προβλεφθεί η ποσότητα γάλακτος που παράγεται στο άρµεγµα στο οποίο δεν γίνεται έλεγχος. Μέθοδοι εκτίµησης της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από ένα µόνο άρµεγµα έχουν µελετηθεί και αναπτυχθεί κυρίως για τις αγελάδες. Οι Schaeffer και Rennie 24

(1976) µελέτησαν τo διπλασιασµό ως µέθοδο εκτίµησης της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ή βραδινούς µόνο ελέγχους σε αγελάδες των φυλών Holstein και Jersey και βρήκαν ότι η εκτίµηση δεν είναι ακριβής. Οι ερευνητές αυτοί κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι για την ακριβή εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής, θα πρέπει η ποσότητα του γάλακτος που παράγεται στο άρµεγµα στο οποίο γίνεται έλεγχος να πολλαπλασιάζεται µε συντελεστές αναγωγής που θα εξαρτώνται από το χρονικό διάστηµα µεταξύ των δύο αρµεγµάτων. Οι Shook et al. (1980), υπολόγισαν συντελεστές αναγωγής για την εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής κατά την εφαρµογή της µεθόδου ΑΤ, εξετάζοντας πρωινούς και βραδινούς ελέγχους γαλακτοπαραγωγής από 966 γαλακτικές περιόδους αγελάδων Holstein, για τις οποίες το χρονικό διάστηµα µεταξύ των δύο αρµεγµάτων ήταν 9 ½ - 12 ώρες. Οι παραπάνω ερευνητές τόνισαν την επίδραση του χρονικού διαστήµατος µεταξύ των δύο διαδοχικών αρµεγµάτων ως το σηµαντικότερο παράγοντα για τον υπολογισµό των συντελεστών αναγωγής. Τη σηµασία της καταγραφής του χρόνου διεξαγωγής των αρµεγµάτων στη σωστή εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από ένα µόνο από τα δύο αρµέγµατα επιβεβαιώνει και η µελέτη των Smith and Pearson (1981). Το ίδιο έτος ο Wiggans (1981), µελετώντας 4.671 ελέγχους γαλακτοπαραγωγής σε αγελάδες όπου ο χρόνος πραγµατοποίησης των δύο αρµεγµάτων δεν ήταν γνωστός, πρότεινε να γίνεται εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής των αγελάδων πολλαπλασιάζοντας την πρωινή ή βραδινή ποσότητα γάλακτος µε το λόγο της συνολικής ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής της αγέλης προς τη συνολική ποσότητα γάλακτος που παρήγαγε η αγέλη κατά τη διάρκεια του ελέγχου γαλακτοπαραγωγής. Στη συνέχεια οι Hargrove and Gilbert (1984), Lee and Wardrop (1984), Delorenzo and Wiggans (1986) και Lee et al. (1995) πρότειναν τον υπολογισµό συντελεστών αναγωγής λαµβάνοντας υπόψη το χρονικό διάστηµα µεταξύ των δύο αρµεγµάτων και το στάδιο της γαλακτικής περιόδου. Οι Cassandro et al. (1995) υπολόγισαν συντελεστές αναγωγής για 7 χρονικά διαστήµατα µεταξύ των δύο αρµεγµάτων (9-15 ώρες) µέσω γραµµικής παλινδρόµησης. Οι συντελεστές αναγωγής υπολογίστηκαν µε γραµµική παλινδρόµηση του λόγου της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής προς τη γαλακτοπαραγωγή του ενός αρµέγµατος στο κάθε χρονικό διάστηµα. Η ηµερήσια γαλακτοπαραγωγή υπολογίστηκε µε τη χρήση των υπολογισθέντων συντελεστών αναγωγής, καθώς και µε το διπλασιασµό της 25

γαλακτοπαραγωγής στο ένα από τα δύο αρµέγµατα. Από τα αποτελέσµατα κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι οι συντελεστές αναγωγής υπερείχαν. Πρόσφατα, οι Liu et al.(2000), σύγκριναν έξι γραµµικά πρότυπα για την εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής κατά την εφαρµογή της µεθόδου ΑΤ. Κατέληξαν σε ένα πρότυπο γραµµικής παλινδρόµησης που περιλάµβανε τη γαλακτική περίοδο, το χρονικό διάστηµα µεταξύ των δύο αρµεγµάτων και το στάδιο της γαλακτικής περιόδου. Το ίδιο έτος, οι Schaeffer et al. (2000), χρησιµοποιώντας 3.857 ηµερήσιους έλεγχους γαλακτοπαραγωγής από 996 γαλακτοπαραγωγές αγελάδες που αρµεγόταν τρεις φορές την ηµέρα και 14.878 ηµερήσιους έλεγχους γαλακτοπαραγωγής από 2.394 αγελάδες που αρµέγονταν δύο φορές την ηµέρα, ανέπτυξαν ένα γραµµικό πρότυπο πολλαπλής παλινδρόµησης για την εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής. Οι συντελεστές αναγωγής που υπολογίστηκαν από το παραπάνω γραµµικό πρότυπο ήταν ενσωµατωµένοι σε 72 συνδυασµούς των παραγόντων: στάδιο της γαλακτικής περιόδου, γαλακτική περίοδος του ζώου και εποχή τοκετού. Σήµερα για την εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ή βραδινούς, µόνο, έλεγχους στα βοοειδή, λαµβάνονται υπόψη οι αποδόσεις των ζώων σε κάθε άρµεγµα, καθώς και οι παράγοντες που επηρεάζουν την ηµερήσια γαλακτοπαραγωγή (π.χ. αριθµός και στάδιο της γαλακτικής περιόδου, χρονικό διάστηµα µεταξύ δύο διαδοχικών αρµεγµάτων κλπ.) (ICAR, 2005). Από τη βιβλιογραφία προκύπτει ότι οι µελέτες που αναφέρονται στην εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής από πρωινούς ή βραδινούς, µόνο, ελέγχους στα πρόβατα είναι περιορισµένες. Οι Flamant and Barillet (1982) και Dimov (1998) χρησιµοποίησαν ως συντελεστή αναγωγής το λόγο της συνολικής ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής του ποιµνίου προς τη συνολική γαλακτοπαραγωγή του ποιµνίου στο ελεγχόµενο άρµεγµα, εφαρµόζοντας τη µέθοδο AC σε πρόβατα των φυλών Lacaune και Maritza αντίστοιχα. Ο συντελεστής αυτός πολλαπλασιάζεται µε την ποσότητα παραγόµενου γάλακτος κατά το ελεγχόµενο άρµεγµα, οδηγώντας στην εκτίµηση της ηµερήσιας γαλακτοπαραγωγής. εν λαµβάνει, όµως, υπόψη τους παράγοντες που µπορεί να επηρεάσουν τη γαλακτοπαραγωγή της κάθε προβατίνας 26