Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Εργατική τάξη και μεσαίες τάξεις: ταξική θέση και ταξική τοποθέτηση Γιάννης Μηλιός, Γιώργος Οικονομάκης

Σχετικά έγγραφα
Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Η ταξική διάρθρωση και η θέση της εργατικής τάξης στην ελληνική κοινωνία

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Mea culpa (?) Γιώργος Η. Οικονομάκης

Η Ταξική Διάρθρωση της Ελληνικής Κοινωνίας

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Σκέψεις πάνω στον θεωρητικό προσδιορισμό της εργατικής τάξης Γιώργος Η. Οικονομάκης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ζητήματα (κριτικής της) Πολιτικής Οικονομίας Γιώργος Οικονομάκης

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΑΣΤΩΝ: ΕΝΙΑΙΑ ΤΑΞΗ Η ΔΥΟ ΔΙΑΚΡΙΤΑ ΤΑΞΙΚΑ ΣΥΝΟΛΑ; 1

Πολιτική και Ταξική Ανάλυση. Επιμέλεια: Άννα Κουμανταράκη

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ιστορικοί τρόποι παραγωγής, Καπιταλιστικό σύστημα και Γεωργία Γιώργος Οικονομάκης

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ: ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 1 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ. Εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό κατά τον 20 ο αιώνα

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Η ελληνική οικονοµία ως µια αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας & η επιλογή της δυστοπίας

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οικιακή εργασία και πραγματικό ωρομίσθιο των εργαζομένων Γιώργος Σταμάτης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

V/ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ανάλυση των τάξεων και Αριστερά Γιάννης Μαύρης

Οικονομική Κοινωνιολογία

Διεθνής συνάντηση Η ΕΥΡΩΠΗ ΣΕ ΚΡΙΣΗ, RProject, 4/11/2016: Για μια στρατηγική υπέρ της εργασίας μέσα στην κρίση

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

ΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΙ

Μαρξιστική θεωρία του κράτους. Γ. Τσίρμπας

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

22/2/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Επιστήμη Διοίκησης Επιχειρήσεων. Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης;

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Η Κοινωνική ιάρθρωση: ιαστρωµάτωση, Κινητικότητα, Μετάταξη

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

Η μεταβολή της κοινωνικής διαστρωμάτωσης στην Ελλάδα της κρίσης ( )

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

e-seminars Διοικώ 1 Επαγγελματική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

3.2 Η εμπειρική προσέγγιση της προσφοράς εργασίας - Η επίδραση της ζήτησης επί της προσφοράς εργασίας

Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Πρώτη ενότητα: «Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»

«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

Τάσεις, χαρακτηριστικά, προοπτικές και υποδοχή από την εκπαιδευτική κοινότητα ΣΤΡΟΓΓΥΛΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 5 ο Συνέδριο EduPolicies Αθήνα, Σεπτέμβριος 2014

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

Μέθοδοι Έρευνας. Ενότητα 2.7: Τα συμπεράσματα. Βύρων Κοτζαμάνης ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

«ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕς, ΠΟΛΙΤΙΚΕς ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕς ΔΙΑΣΤΑΣΕΙς»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

Ηγεσία και Διοικηση. Management και Ηγεσία

Περί της έννοιας της άρνησης στη διαλεκτική*

Σχέδιο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της [ ]

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΣΗ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Συρρικνώνεται η εργατική τάξη; Μέγεθος, έκταση και δυναμική της εργατικής τάξης στην Ελλάδα

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

Η Οικονομική Βιωσιμότητα της γεωργίας

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ MANAGEMENT

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Για την έννοια του συλλογικού εργάτη Ηλίας Ιωακείμογλου

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Νίκος Παπαγεωργίου, Σταυρούλα Χριστοδουλάκου

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων.

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

ΚΘΑ ΙΙ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

Προβλήματα εφαρμογής των ρυθμίσεων του Ν 4387/2016 για. την παράλληλη ασφάλιση 1

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ζητήματα (κριτικής της) Πολιτικής Οικονομίας Γιώργος Οικονομάκης

ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ κ. ΦΟΥΤΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΕ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ &ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΤΕ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Η έννοια της αλλοτρίωσης στον Μαρξ: βάζοντας στο επίκεντρο τα Χειρόγραφα του

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Κεφαλαίου

1. H ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες η ύπαιθρος κατέχει εξέχουσα θέση στον πολιτισµό της χώρας και στην ψυχή των κατοίκων της,

Φυσική ανεργία φ σ υ ικό ό π ο π σ ο οσ ο τό τ ό α νε ν ργί γ ας

ΜΕΣΩ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΩΝ όπως Οι µορφές οργάνωσης της εργασίας Έννοιες των επαγγελµάτων Οι βιοµηχανικές ή εργασιακές σχέσεις Η εργασιακή διαδικα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[ ]

ΤΜΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΟΝΟΜΙΑΣ &

Στάσεις και αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στους μετανάστες

Transcript:

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΤΑΞΗ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΕΣ ΤΑΞΕΙΣ: ΤΑΞΙΚΗ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΤΑΞΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ(Μια κριτική προσέγγιση στη θεωρία των κοινωνικών τάξεων του Νίκου Πουλαντζά)των Γιάννη Μηλιού και Γιώργου Οικονομάκη Περίληψη Μέσω μιας κριτικής επανανάγνωσης της μαρξιστικής θεωρίας των τάξεων, επιχειρούμε μια επανεξέταση των ορίων μεταξύ της εργατικής τάξης και των μεσαίων κοινωνικών τάξεων, εστιάζοντας την ανάλυσή μας στην ταξική ταυτότητα των τελευταίων, ιδίως σε αναφορά με το ερώτημα της δομικής ταξικής τους θέσης και της ταξικής τους τοποθέτησης. Σε αυτό το πλαίσιο ανακεφαλαιώνουμε τα επιχειρήματα της προσέγγισης του Νίκου Πουλαντζά σχετικά με το θεωρητικό ερώτημα του ταξικού προσδιορισμού των μεσαίων τάξεων, σύμφωνα με τα οποία όλες οι βασικές κατηγορίες (τμήματα) των μεσαίων τάξεων είναι στενά συνδεδεμένες στην ίδια κοινωνική τάξη, τη μικροαστική, και τα υποβάλλουμε σε κριτική, υποστηρίζοντας ότι θα ήταν ορθότερο να ιδωθούν τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων όχι ως τμήματα της ίδιας τάξης αλλά ως διακριτές κοινωνικές τάξεις: η μεσαία αστική (ή μεσοαστική) τάξη, η παραδοσιακή μικροαστική τάξη και η νέα μικροαστική τάξη. Από την άποψη μιας τέτοιας προβληματικής αμφισβητούμε τον τρόπο με τον οποίο ο Πουλαντζάς χρησιμοποιεί την έννοια των «κατάλληλων αποτελεσμάτων» για να ερμηνεύσει την ιδεολογική και πολιτική ταξική τοποθέτηση των μεσαίων κοινωνικών τάξεων. 1. Εισαγωγή Θα ξεκινήσουμε από μια παρατήρηση του Νίκου Πουλαντζά (1975: 323), την οποία θεωρούμε εξαιρετικά εύστοχη: «Ο ταξικός χαρακτηρισμός της μικροαστικής τάξης είναι πραγματικά η λυδία λίθος της μαρξιστικής θεωρίας για τις τάξεις». Για να θέσουμε το ίδιο ζήτημα με έναν διαφορετικό τρόπο, οι περισσότερες από τις δυσκολίες ή τα ανεπίλυτα θέματα αναφορικά με την ταξική ανάλυση στις σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες συνδέονται με τη δυσκολία της ταξικής ανάλυσης της μικροαστικής τάξης και γενικότερα των μεσαίων κοινωνικών τάξεων. Για να θέσουμε μόνο δυο προβλήματα σχετικά με τα όσα σκοπεύουμε να εξετάσουμε στην ανάλυσή μας: α) Το ερώτημα του ταξικού προσδιορισμού των μεσαίων τάξεων συνδέεται αποφασιστικά με το ερώτημα του ταξικού προσδιορισμού τόσο της καπιταλιστικής (αστικής) όσο και της εργατικής τάξης. β) Όσον αφορά τη μικροαστική τάξη/τις μεσαίες τάξεις και ακολουθώντας τη διατύπωση του G. Labica (1986: 639), το πρόβλημα μπορεί να τεθεί ως εξής: «Τάξη ή κοινωνικό στρώμα; Μία ή πολλές;» Όσον αφορά τη δομή του άρθρου μας, αρχικά προτιθέμεθα, στην ενότητα 2, να διατυπώσουμε μερικές θέσεις αναφορικά με την ταξική θέση της εργατικής τάξης και των μεσαίων κοινωνικών τάξεων, ακολουθώντας μια ταξική θεωρία η οποία αντιλαμβάνεται τις κοινωνικές τάξεις ως «κοινωνικές πρακτικές», δηλαδή ως ανταγωνιστικές σχέσεις (που διαμεσολαβούνται από τα άτομα) στο πεδίο της ταξικής πάλης. 2 Θα προχωρήσουμε στη συνέχεια, στην 3η ενότητα, σε μια σύνοψη των σχετικών επιχειρημάτων του Νίκου Πουλαντζά, σύμφωνα με τα οποία αφ ενός τόσο οι μικροί επιχειρηματίες οι οποίοι εκμεταλλεύονται μισθωτή Σελίδα 1 / 28

εργασία όσο και οι αυτοαπασχολούμενοι παραγωγοί που δεν είναι «φορείς» της όποιας σχέσης εκμετάλλευσης συγχωνεύονται στην επονομαζόμενη παραδοσιακή μικροαστική τάξη και αφ ετέρου οι δυο βασικές κατηγορίες (τμήματα) της μικροαστικής τάξης (παραδοσιακή και νέα) εντάσσονται στην ίδια τάξη, τη μικροαστική. Σε ό,τι θα ακολουθήσει θα υποβάλουμε αυτά τα επιχειρήματα σε κριτική (ή τουλάχιστον θα θέσουμε ορισμένες αμφιβολίες και ερωτήματα αναφορικά με αυτά). Ειδικότερα, θα αμφισβητήσουμε κατ αρχάς τα κριτήρια και τις θέσεις του Πουλαντζά από την άποψη των (δομικών) ταξικών θέσεων. Εστιάζοντας, στη συνέχεια, στην ταξική θέση και ταξική τοποθέτηση των μεσαίων τάξεων, 3 θα υποστηρίξουμε, αντιθέτως, ότι είναι πιο ορθό να ιδωθούν τα δύο μικροαστικά υποσύνολα όχι ως τμήματα της ίδιας τάξης αλλά ως διακριτές κοινωνικές τάξεις, οι οποίες, επιπροσθέτως, θα πρέπει να διακριθούν από τους μικρούς επιχειρηματίες, οι οποίοι συνιστούν μια χωριστή κοινωνική τάξη, τη «μεσαία αστική τάξη» (ή «μεσοαστική τάξη»). Τέλος, στον επίλογο θα κωδικοποιήσουμε τα συμπεράσματά μας. 2. Μια μαρξιστική προσέγγιση: η εργατική τάξη και οι μεσαίες τάξεις 2.1. Η έννοια του τρόπου παραγωγής και οι κοινωνικές τάξεις Παίρνουμε ως αφετηριακό σημείο μας τη θέση «ότι ο τρόπος παραγωγής αναφέρεται αποκλειστικά στον πυρήνα των ταξικών σχέσεων, όχι στις ταξικές σχέσεις ως τέτοιες» (Milios 2000: 295). Σε έναν δεδομένο κοινωνικό σχηματισμό, ο οποίος «έχει μια ειδική ιστορία, κουλτούρα, οικονομία και πολιτική οργάνωση» (Goodman and Redclift 1982: 59), μπορούν να συνυπάρχουν περισσότεροι τρόποι παραγωγής και επομένως να μορφοποιείται ένας σύνθετος ταξικός σχηματισμός. Έτσι, η ταξική ανάλυση μιας κοινωνίας εκκινεί από την ανάλυση των διαφορετικών τρόπων παραγωγής. Οι συνάρθρωση διαφορετικών τρόπων παραγωγής πραγματοποιείται πάντα υπό την κυριαρχία ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής. Το πεδίο αυτής της συνάρθρωσης, όταν πρόκειται για την κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, είναι η σφαίρα της κυκλοφορίας (βλ. Οικονομάκης 2000). Ακολουθώντας κριτικά εννοιολογικούς προσδιορισμούς της «αλτουσεριανής σχολής», 4 υποστηρίζουμε ότι οι σχέσεις παραγωγής μπορούν να γίνουν αντιληπτές ως η σύνθεση των σχέσεων κυριότητας, κατοχής και χρήσης των μέσων παραγωγής. Η χρήση των μέσων παραγωγής ορίζεται ως η αποκλειστική εκτέλεση της λειτουργίας της εργασίας, όπου λειτουργία της εργασίας σημαίνει συμμετοχή ενός ατόμου ή ενός συλλογικού παράγοντα στη διαδικασία της εργασίας με σκοπό την παραγωγή αξιών χρήσης (βλ. π.χ. Carchedi 1977: 66). Η κυριότητα ως οικονομική σχέση συνίσταται στην εξουσία επί των μέσων, των αντικειμένων και των αποτελεσμάτων της παραγωγικής διαδικασίας. Σε διάκριση από την τυπική-νομική κυριότητα, η κυριότητα ως (πραγματική) οικονομική σχέση προϋποθέτει την κατοχή των μέσων παραγωγής, δηλαδή τη διοίκηση (διεύθυνση) της παραγωγικής διαδικασίας, τη δυνατότητα να τίθενται τα μέσα παραγωγής σε λειτουργία και την οικειοποίηση αποτελεσμάτων εκ της χρήσης των μέσων παραγωγής. Με άλλα λόγια, η κυριότητα ως οικονομική σχέση υφίσταται σε σχέση ομολογίας (σύμπτωσης-αντιστοιχίας) με τη σχέση κατοχής (διοίκησης). 5 Σε περίπτωση μη ομολογίας (μη σύμπτωσης και μη αντιστοιχίας), η κυριότητα δεν είναι μια οικονομική αλλά είναι (ή μπορεί να είναι) μια εντελώς τυπική ή νομική σχέση (βλ. σχετικά και Οικονομάκης 2005). 6 Ένας «καθαρός» τρόπος παραγωγής 7 αναφέρεται στον ιδιαίτερο/ειδικό (και ιστορικώς μεταβλητό στις μορφές υλοποίησής του) συνδυασμό των τριών αυτών σχέσεων. Αυτός ο ιδιαίτερος συνδυασμός (δηλαδή η οικονομική δομή ενός τρόπου παραγωγής) συνιστά (συνθέτει) τη «μήτρα» ενός τρόπου παραγωγής και καθορίζει ποιο από Σελίδα 2 / 28

τα τρία συστατικά δομικά στοιχεία ενός ιστορικού τρόπου παραγωγής (οικονομικό, δικαιοπολιτικό ή ιδεολογικό) είναι κυρίαρχο, με το οικονομικό στοιχείο να διαδραματίζει σε όλες τις περιπτώσεις το ρόλο του καθοριστικού σε τελευταία ανάλυση στοιχείου. Από τη θέση ότι ο ιδιαίτερος συνδυασμός των σχέσεων κυριότητας, κατοχής και χρήσης συνιστά τη «μήτρα» ενός τρόπου παραγωγής προκύπτει ότι οι (διαφορετικές) κοινωνικές τάξεις σχηματίζονται εντός των (διαφορετικών) τρόπων παραγωγής ως αποτέλεσμα της «μήτρας» τους και ως «φορείς» αυτών των σχέσεων. Οι κοινωνικές τάξεις χαρακτηρίζονται συνεπώς, όπως υποστηρίζει ο Αλτουσέρ (2003: 428), από τις ταξικές θέσεις στις οποίες οι «φορείς» είναι «οι κάτοχοι». Ο Αλτουσέρ εδώ ακολουθεί την ανάλυση του Μαρξ, σύμφωνα με την οποία τα μέλη των κοινωνικών τάξεων δεν είναι παρά «απλώς ενσαρκώσεις, προσωποποιήσεις [ ] καθορισμένοι κοινωνικοί χαρακτήρες, που εγχαράσσει στα άτομα το κοινωνικό προτσές παραγωγής, είναι τα προϊόντα αυτών των καθορισμένων κοινωνικών σχέσεων παραγωγής» και ως τέτοιοι είναι οι «κύριοι παράγοντες» ενός τρόπου παραγωγής (Μαρξ 1978β: 1080). Ορίζουμε τις κοινωνικές τάξεις που συγκροτούνται εντός ενός τρόπου παραγωγής ως τους «φορείς» των σχέσεων που συνθέτουν τη «μήτρα» του, θεμελιώδεις κοινωνικές τάξεις αυτού του τρόπου παραγωγής (οι «κύριοι παράγοντες» ενός τρόπου παραγωγής, για να χρησιμοποιήσουμε τη μαρξική ορολογία). Κατά συνέπεια, ορίζουμε ως μη θεμελιώδεις 8 ή ίσως ορθότερα ως ενδιάμεσες κοινωνικές τάξεις εκείνες τις κοινωνικές ομάδες ενός τρόπου παραγωγής (εάν υπάρχουν) που δεν είναι «φορείς» συνθετουσών σχέσεων, δηλαδή τις τάξεις που δεν ενσαρκώνουν επαρκώς έναν διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου παραγωγής (βλ. Economakis 2005). Μια διαδικασία παραγωγής η οποία δεν συνεπάγεται (ή δεν συνεπιφέρει) την παραγωγή και απόσπαση στο εσωτερικό της υπερπροϊόντος συνιστά, σύμφωνα με τον Πουλαντζά (1982α), μια μορφή παραγωγής (διακρινόμενη από την έννοια του τρόπου παραγωγής η οποία προϋποθέτει σχέσεις εκμετάλλευσης, δηλαδή δύο κοινωνικές τάξεις: την τάξη των κυρίαρχων-εκμεταλλευομένων, στους οποίους ανήκουν τα μέσα παραγωγής και έτσι οικειοποιούνται υπερπροϊόν, και την τάξη των άμεσων παραγωγών, οι οποίοι είναι κυριαρχούμενοι και αποτελούν το αντικείμενο της εκμετάλλευσης). Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής (ΚΤΠ) και η καπιταλιστική ανάπτυξη μπορούν να συνυπάρχουν (και αυτός είναι ο κανόνας) με μη καπιταλιστικούς τρόπους ή μορφές παραγωγής. Ο ΚΤΠ και το σύστημα της καπιταλιστικής κυριαρχίας καπιταλισμός δεν είναι συνώνυμα ή ταυτόσημα. Επομένως οι τάξεις του ΚΤΠ δεν είναι οι μόνες τάξεις ενός καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού (βλ. π.χ. Gerstein 1989). Εντούτοις, εφόσον «οι δυο βασικές τάξεις κάθε κοινωνικού σχηματισμού, όπου και εμφανίζεται η κύρια αντίφαση, είναι οι τάξεις του κυρίαρχου σ αυτόν τον σχηματισμό τρόπου παραγωγής: στους καπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς [αυτές είναι] η αστική και η εργατική τάξη» (Πουλαντζάς 1982β: 28). Καπιταλιστές και εργάτες ενσαρκώνουν έναν διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο αυτού του τρόπου παραγωγής, δηλαδή είναι οι «κύριοι παράγοντές» του (βλ. σχετικά πιο αναλυτικά στη συνέχεια). Ένα θεωρητικό πρόβλημα ανακύπτει στο σημείο αυτό και αφορά το κατά πόσο είναι δόκιμο να θεωρήσουμε κοινωνική τάξη μια κοινωνική ομάδα (όπως π.χ. οι γαιοκτήμονες) η οποία δεν αντιστοιχεί σε έναν ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής (ή δεν συγκροτείται δομικά στο εσωτερικό του) εντός του καπιταλισμού. 9 Η απάντηση που δίνουμε στο ερώτημα αυτό είναι καταφατική, στον βαθμό που πρόκειται για το αποτέλεσμα ενός ταξικού προσδιορισμού με δομικά χαρακτηριστικά τα οποία αντανακλώνται με διακριτό τρόπο στην πάλη των τάξεων: με άλλα λόγια, εφόσον πρόκειται για τον προσδιορισμό μιας θέσης στο πλέγμα των εκμεταλλευτικών κοινωνικών σχέσεων που συνέχουν έναν κοινωνικό σχηματισμό, η οποία θέση συναρθρώνεται με συγκεκριμένο-διακριτό τρόπο με τη βασική αντίφαση του κοινωνικού σχηματισμού (αυτή που απορρέει από τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής) 10 και (ανα)παράγει ειδικά «κατάλληλα αποτελέσματα» 11 στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο του κοινωνικού σχηματισμού (σχετικά και Μηλιός 2002). Σελίδα 3 / 28

Αυτή η προσέγγιση δεν αποκλείει πάντως την ύπαρξη «οριακών» κοινωνικών στρωμάτων χωρίς ταξική ένταξη (π.χ., ενδεχομένως ο περιθωριακός πληθυσμός που ιστορικώς έχει περιγραφεί ως «λούμπεν προλεταριάτο» ή οι έμμισθοι υπηρέτες και υπηρέτριες που δεν ανταλλάσσουν την εργασιακή τους δύναμη με κεφάλαιο αλλά με προσωπικό εισόδημα, και μάλιστα με το προσωπικό εισόδημα όχι απαραίτητα των κυρίαρχων τάξεων) (Μηλιός 2002 βλ. επίσης στα επόμενα). 12 Σε κάθε περίπτωση, οι προηγούμενες παραδοχές σημαίνουν ότι στη διερεύνησή μας θεωρούμε πως οι κοινωνικές τάξεις δεν προσδιορίζονται αποκλειστικά εντός των τρόπων ή μορφών παραγωγής κάτι που θα σήμαινε ότι ο ρόλος των οικονομικών σχέσεων στη διαδικασία συγκρότησης των τάξεων είναι κυριαρχικός (βλ. Laclau 1983: 128-129) αλλά ότι οι «τάξεις ορίζονται πρωταρχικά ( αλλά όχι αποκλειστικά) από τη θέση τους στις σχέσεις παραγωγής» (Jessop 1985: 165, βλ. επίσης 160, η έμφαση δική μας). Ακολουθώντας την «αλτουσεριανή παράδοση» (βλ. Jessop 1985: 170), αυτό σημαίνει «ότι ένας πλήρης προσδιορισμός των τάξεων πρέπει να διενεργηθεί σε όρους οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών [παραγόντων]» (Carchedi 1977: 43). 2.2. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής Ο ΚΤΠ αναδύεται στη βάση μιας διπλής ιστορικής κίνησης: απελευθέρωση των άμεσων παραγωγών από τη φεουδαρχική ή ασιατική υποτέλεια και αποχωρισμός τους από τα μέσα παραγωγής και συντήρησης τα οποία κατείχαν υπό εκείνες τις ιστορικές συνθήκες προς όφελος της νέας εκμεταλλευτικής τάξης (βλ. Μαρξ 1978α). Αυτή η διπλή κίνηση, η οποία δημιούργησε τον ελεύθερο εργάτη με τη διπλή έννοια (ελεύθερο άτομο και απαλλοτριωμένο από μέσα παραγωγής), 13 μετέτρεψε μαζικά την εργασιακή δύναμη σε εμπόρευμα και δημιούργησε αυτό που θα ονομάσουμε στοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του («καθαρού») ΚΤΠ. Αυτό το στοιχειώδες χαρακτηριστικό μπορεί να οριστεί ως ομολογία της σχέσης κυριότητας και κατοχής στον ταξικό «φορέα» κυριότητας (πραγματική οικονομική κυριότητα) μέσω ή λόγω του χωρισμού του ελεύθερου άμεσου-παραγωγού από την κατοχή των μέσων παραγωγής. Η πραγματική κυριότητα συνεπάγεται ότι ο ελεύθερος εργάτης εργάζεται προς όφελος του ταξικού «φορέα» της κυριότητας χωρίς να απαιτείται γι αυτό εξωοικονομικός καταναγκασμός (κυριαρχικό το οικονομικό στοιχείο) 14 (βλ. σχετικά Οικονομάκης 2005). Ωστόσο, ισχυριζόμαστε ότι το στοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του ΚΤΠ δεν είναι το ειδικώς καπιταλιστικό χαρακτηριστικό και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί από μόνο του να προσδιορίσει τους πραγματικούς ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής (τον «φορέα» της πραγματικής κυριότητας) ως καπιταλιστική τάξη. Εν ολίγοις, δεν θεωρούμε πειστικό, ως προς τον προσδιορισμό της «μήτρας» του ΚΤΠ, τον ισχυρισμό ότι «οι καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας προκύπτουν όταν οι άμεσοι παραγωγοί χωρίζονται από τα μέσα παραγωγής [ ] και είναι ελεύθεροι από εξωοικονομικό καταναγκασμό» (Albritton 2000: 150). Σύμφωνα με τον Μαρξ (1978α: 337, 347, 350), για να εμφανιστεί η σχέση μεταξύ πραγματικού ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής και εργάτη ως σχέση μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας απαιτείται μια ποσοτική προϋπόθεση, η οποία δεν έχει να κάνει με τίποτα περισσότερο από μια μεταβολή στην ποσοτική κλίμακα της παραγωγής: ένας κάποιος αριθμός εργατών που βρίσκονται υπό τη διαταγή του ίδιου κεφαλαιοκράτη. Επομένως ο ΚΤΠ έχει ως αφετηριακό του σημείο την αύξηση του αριθμού των εργατών που εργάζονται από κοινού με σκοπό την παραγωγή του ίδιου είδους εμπορεύματος. Έτσι, για να εμφανιστεί ο πραγματικός ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής ως «κεφάλαιο» (εξουσία επί της εργασιακής διαδικασίας και διεύθυνσή της) και ο άμεσος παραγωγός ως «εργάτης», η κλίμακα της παραγωγής, και συνεπώς ο όγκος του κεφαλαίου που απασχολείται από έναν ατομικό επιχειρηματία (και ως εκ τούτου και ο αριθμός των απασχολούμενων απ Σελίδα 4 / 28

αυτόν μισθωτών εργατών σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή), πρέπει να είναι τέτοιος που ο καπιταλιστής απαλλάσσεται πλήρως από την άμεση εργασία. Το εισόδημα του καπιταλιστή (δηλαδή το κέρδος) εξαρτάται έτσι από τον όγκο τού προκαταβεβλημένου συνολικού κεφαλαίου και όχι από την εργασία του ως κεφαλαιοκράτη και επομένως η εργασιακή διαδικασία είναι αποκλειστικά υπό την άμεση εκμετάλλευση ταξικών παραγόντων άλλων από εκείνους που συμμετέχουν σε αυτή (Μαρξ χωρίς χρονολογία έκδοσης: 101-102, 105, 123-124). Μόνο υπ αυτή την έννοια οι καπιταλιστές είναι «μη εργαζόμενοι» και «τα μέσα παραγωγής [ ] είναι ιδιοκτησία των μη εργαζομένων (καπιταλιστών)» (Hindess & Hirst 1979: 10). Αυτή την πλήρη απαλλαγή του πραγματικού ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής από την ανάγκη της άμεσης εργασίας ονομάζουμε αναγκαία συνθήκη για τον ΚΤΠ. Αυτή η αναγκαία συνθήκη μετασχηματίζει το στοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του ΚΤΠ σε ειδικό (βλ. και Οικονομάκης 2005). Ο σχηματισμός της πραγματικής καπιταλιστικής κυριότητας προϋποθέτει την πλήρη απαλλαγή του καπιταλιστή από την ανάγκη να δουλέψει ο ίδιος, αλλά δεν έχει ως προϋπόθεση ότι οι καπιταλιστές ως ατομικά υποκείμενα είναι ταυτοχρόνως οι νομικοί ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Το ζήτημα (όπως είναι γνωστό) έχει να κάνει με το χωρισμό της (νομικής) ιδιοκτησίας από την κατοχή των μέσων παραγωγής. Ο Μαρξ (1978β: 489) είχε ήδη παρατηρήσει ότι κύριο χαρακτηριστικό των μεγάλων μετοχικών εταιρειών είναι πως «έχουν την τάση [...] τη διευθυντική δουλειά σαν λειτουργία να τη χωρίζουν όλο και περισσότερο από την κατοχή του κεφαλαίου», δηλαδή τη νομική του ιδιοκτησία. Και βεβαίως το θέμα έχει να κάνει με την ταξική θέση των top managers. Γράφει ο Πουλαντζάς (1982β: 223) αναφορικά με τη μαρξική ανάλυση: «Οι αναλύσεις του Μαρξ είναι ξεκάθαρες: ενώ οι διάφορες εξουσίες της κυριότητας και της κατοχής ανήκουν στη θέση του κεφαλαίου είναι λειτουργίες του κεφαλαίου δεν ασκούνται απαραίτητα από τους ίδιους φορείς-ιδιοκτήτες δεν είναι λειτουργίες κεφαλαιούχων ιδιοκτητών». Επομένως: «Οι ιθύνοντες φορείς που ασκούν άμεσα τις εξουσίες αυτές και που εκπληρώνουν τις λειτουργίες του κεφαλαίου καταλαμβάνουν τη θέση του κεφαλαίου, και ανήκουν έτσι στην αστική τάξη, έστω κι αν δεν είναι κάτοχοι της τυπικής νομικής κυριότητας. Έτσι, οι μάνατζερς αποτελούν, οπωσδήποτε, συστατικό μέρος της αστικής τάξης». Ο αποχωρισμός των εργαζομένων από τα μέσα παραγωγής (δηλαδή η αποστέρηση των εργαζομένων από την κατοχή των μέσων παραγωγής) έχει ως άλλη όψη της τη συγκρότηση του εργαζομένου (ο οποίος ανταλλάσσει την εργασιακή του δύναμη με κεφάλαιο), στο δικαιακό-πολιτικό επίπεδο και στο επίπεδο της ιδεολογίας, σε ελεύθερο πολίτη-υποκείμενο δικαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα δομικά χαρακτηριστικά του κράτους και της κυρίαρχης ιδεολογίας (Μηλιός 2002). Αποκαλύπτεται επομένως ότι η καπιταλιστική τάξη κατέχει όχι μόνο την οικονομική αλλά και την πολιτική εξουσία: όχι γιατί οι καπιταλιστές επανδρώνουν τις ανώτατες πολιτικές θέσεις του κράτους, αλλά γιατί η δομή του πολιτικού στοιχείου στις καπιταλιστικές κοινωνίες και ειδικότερα του καπιταλιστικού κράτους (η ιεραρχική-γραφειοκρατική διάρθρωσή του, η «αταξική»-ισοπολιτειακή λειτουργία του με βάση τους κανόνες του δικαίου κλπ.) αντιστοιχεί στην και εξασφαλίζει τη διατήρηση και αναπαραγωγή της συνολικής καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας. Ομοίως γίνεται φανερό ότι η δομή της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας (η ιδεολογία των ατομικών δικαιωμάτων και της ισοπολιτείας, της εθνικής ενότητας και του κοινού εθνικού συμφέροντος κ.ο.κ.) αντιστοιχεί στη διαιώνιση και αναπαραγωγή της καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Η κυρίαρχη ιδεολογία αποτελεί έτσι μια διαδικασία εμπέδωσης των καπιταλιστικών ταξικών συμφερόντων, μέσω ακριβώς της υλικότητάς της ως «βιωματικής πρακτικής», ως «τρόπου ζωής» όχι μόνο των κυρίαρχων αλλά, υπό παραλλαγμένη μορφή, και των κυριαρχούμενων τάξεων (Μηλιός 2002). 15 2.3. Η καπιταλιστική τάξη, η εργατική τάξη και η νέα μικροαστική τάξη Σελίδα 5 / 28

Σύμφωνα με τον Μαρξ (1978α: 355, 375, 380-, 421) στη μανουφακτούρα (στην τυπική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο) «ο συνδυασμένος συνολικός εργάτης» που «αποτελείται [ ] μόνο από [ ] μονόπλευρους μερικούς εργάτες» εκπηγάζει ως «ο ζωντανός μηχανισμός της μανουφακτούρας». Όπως υποστηρίζει ο Μαρξ (χωρίς χρονολογία έκδοσης: 129-130): «Μια που με την ανάπτυξη της πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο ή του ειδικά καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο πραγματικός λειτουργός του συνολικού προτσές εργασίας [ ] γίνεται ολοένα και περισσότερο μια κοινωνικά συνδυασμένη ικανότητα εργασίας και μια που οι διάφορες ικανότητες εργασίας, που ανταγωνίζονται, και που αποτελούν τη συνολική παραγωγική μηχανή, παίρνουν μέρος με πολύ διαφορετικούς τρόπους στο άμεσο προτσές της διαμόρφωσης των εμπορευμάτων ή εδώ καλλίτερα των προϊόντων, ο ένας σαν manager, engineer [διευθυντής, μηχανικός], τεχνολόγος κλπ. ο άλλος σαν overlooker [επιβλέπων], ο τρίτος σαν άμεσος χειροτέχνης ή ακόμα απλά σαν ανειδίκευτος εργάτης, έτσι, ολοένα και περισσότερο αυξανόμενος αριθμός λειτουργιών της ικανότητας εργασίας κατατάσσεται κάτω από την άμεση έννοια της παραγωγικής εργασίας και οι φορείς της κάτω από την έννοια των παραγωγικών εργατών, εργατών που τους εκμεταλλεύεται απ ευθείας το κεφάλαιο και που υπόκεινται γενικά στο προτσές αξιοποίησης της παραγωγής. Αν εξετάσει κανείς το συλλογικό εργάτη από τον οποίο αποτελείται το εργαστήριο, τότε η συνδυασμένη του δραστηριότητα εκφράζεται άμεσα και υλικά σε ένα συνολικό προϊόν, που είναι συγχρόνως μία συνολική μάζα εμπορευμάτων, ενώ είναι τελείως αδιάφορο, αν η λειτουργία του μεμονωμένου εργάτη, που είναι μόνο ένα μέλος αυτού του συλλογικού εργάτη, βρίσκεται πιο μακριά ή πιο κοντά στην άμεση χειροτεχνική εργασία». Έτσι, αυτός ο συλλογικός (ή συνολικός) εργάτης ταυτίζεται με την παραγωγική εργασία. Ο μάνατζερ (υποθέτουμε όχι ο top manager), ο μηχανικός, ο τεχνολόγος, ο επιβλέπων, ο χειρώνακτας εργάτης όλοι αυτοί μαζί συνιστούν αυτόν το συλλογικό εργάτη. Ως εκ τούτου, ένας τέτοιος συλλογικός εργάτης συγκροτείται στο επίπεδο ενός τεχνικού καταμερισμού εργασίας στην καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής ως φορέας της συνολικής-συνδυασμένης εργασίας, η οποία ταυτίζεται με το σύνολο των μισθωτών εργαζομένων (παραγωγική εργασία-παραγωγικός εργάτης). Έχουμε σημειώσει ότι οι θεμελιώδεις τάξεις ενός τρόπου παραγωγής είναι οι «φορείς» των (διαφοροποιημένων) σχέσεων που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής: κυριότητα, κατοχή και χρήση των μέσων παραγωγής. Η καπιταλιστική τάξη είναι ο «φορέας» της (καπιταλιστικά μορφοποιημένης) πραγματικής κυριότητας. Η άλλη τάξη του ΚΤΠ είναι η εργατική τάξη, νοούμενη ως ο «φορέας» της τρίτης συνθέτουσας σχέσης, της σχέσης χρήσης. Από την άποψη αυτή, οι βασικές τάξεις του ΚΤΠ είναι η καπιταλιστική και η εργατική τάξη, εφόσον αυτές επαρκώς ενσαρκώνουν έναν διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο του (καπιταλιστικού) τρόπου παραγωγής, και συνεπώς η καπιταλιστική και η εργατική τάξη είναι οι θεμελιώδεις κοινωνικές τάξεις που επίσης αποτελούν και τις βασικές στο επίπεδο ενός καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού. Το ερώτημα που προκύπτει είναι το ακόλουθο: Είναι η (καπιταλιστικά) μισθωμένη (δηλαδή, παραγωγική) εργασία η οποία περιλαμβάνει όλα αυτά τα διαφορετικά είδη εργασίας σε μεγαλύτερη ή μικρότερη απόσταση από την άμεση χειρωνακτική εργασία ταυτόσημη με τον ταξικό «φορέα» της σχέσης χρήσης, δηλαδή την εργατική τάξη; Ο Μαρξ (1978α: 347) γράφει: Σελίδα 6 / 28

«Όπως ο κεφαλαιοκράτης απαλλάσσεται στην αρχή από τη χειρωνακτική εργασία μόλις το κεφάλαιό του φτάσει το ελάχιστο εκείνο μέγεθος με το οποίο και μόνο αρχίζει η καθαυτό κεφαλαιοκρατική παραγωγή, έτσι παραχωρεί τώρα τη λειτουργία της άμεσης και συνεχούς επίβλεψης των ξεχωριστών εργατών και εργατικών ομάδων σε μια ειδική κατηγορία μισθωτών εργατών. Όπως ένας στρατός χρειάζεται στρατιωτικούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, έτσι και μια μάζα εργατών που συνεργάζονται κάτω από το πρόσταγμα του ίδιου κεφαλαίου χρειάζεται αξιωματικούς (διευθυντές, διαχειριστές) και υπαξιωματικούς της βιομηχανίας (επιστάτες, foremen, overlookers, contremaitres) που στη διάρκεια του προτσές εργασίας διοικούν εξ ονόματος του κεφαλαίου. Η δουλειά της επιστασίας εδραιώνεται σαν αποκλειστική τους λειτουργία». Είδαμε και στα προηγούμενα ότι εντός του συλλογικού εργάτη συγκροτείται ένας βιομηχανικός στρατός ενός ειδικού είδους μισθωτών εργαζομένων (χαμηλότερου επιπέδου μάνατζερς, επιβλέποντες), των οποίων η αποκλειστική λειτουργία είναι η εργασία της διοίκησης-επιτήρησης (ως αντίθετης στην εκτέλεση της άμεσης εργασίας). Συνεπώς οι μισθωτοί εργαζόμενοι που ανήκουν σε αυτή την ειδική κατηγορία της μισθωτής εργασίας δεν εκτελούν αποκλειστικά τη λειτουργία της εργασίας αλλά αντιθέτως ασκούν εξουσίες του κεφαλαίου. Έτσι, καίτοι αποτελούν μέρος του συλλογικού εργάτη, δηλαδή είναι παραγωγικοί εργαζόμενοι εργαζόμενοι άμεσα εκμεταλλευόμενοι από το κεφάλαιο εντούτοις επίσης «λειτουργούν ως κεφάλαιο», και επομένως δεν αποτελούν «ενσαρκώσεις» και «προσωποποιήσεις» ενός επαρκώς διακριτού ή «καθορισμένου κοινωνικού χαρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου παραγωγής. 16 Κατά συνέπεια δεν αποτελούν prima facie συστατικά στοιχεία ούτε του ταξικού «φορέα» της σχέσης χρήσης, δηλαδή της εργατικής τάξης, 17 ούτε προφανώς του ταξικού «φορέα» της πραγματικής κυριότητας, δηλαδή της καπιταλιστικής τάξης (βλ. Πουλαντζάς 1982β: 281-283). Ακολούθως, δεν ανήκουν σε καμιά από τις θεμελιώδες τάξεις του ΚΤΠ και επομένως είναι μέρος μιας ενδιάμεσης κοινωνικής τάξης του ΚΤΠ, η οποία βρίσκεται μεταξύ της καπιταλιστικής τάξης και της εργατικής τάξης. Η ενδιάμεση αυτή κοινωνική τάξη του ΚΤΠ είναι η λεγόμενη νέα μικροαστική τάξη. 18 Σε αυτή την τάξη ανήκουν επίσης οι μηχανικοί και τεχνικοί (τεχνολόγοι), οι οποίοι στην πραγματικότητα εκτελούν ειδικές μορφές της διοίκησης-επιτήρησης της εργασίας, οι οποίες πηγάζουν από την ειδικά καπιταλιστική διαίρεση μεταξύ επιστήμης και εμπειρίας, όπως ο Πουλαντζάς (κυρίως:1982β:284 κ.ε.) έχει δείξει. 19 Ωστόσο, «είναι δυνατόν να γίνουν ορισμένοι διαφορισμοί μέσα στους μηχανικούς και τους τεχνικούς, ιδιαίτερα ανάλογα με το αν βρίσκονται σε κλάδους ή βιομηχανίες όπου διευθύνουν ή έχουν υπό τις εντολές τους χειρώνακτες εργάτες, ή σε κλάδους όπου αποτελούν οι ίδιοι το κύριο εργατικό δυναμικό και όπου, επομένως, δεν ασκούν διευθυντικά και εποπτικά καθήκοντα πάνω σε άλλους εργαζόμενους» (Πουλαντζάς 1982β: 299). Στην τελευταία αυτή περίπτωση μπορούν να αποτελέσουν τον ταξικό «φορέα» της σχέσης χρήσης, και επομένως μπορεί να εμφανιστεί μια διαδικασία «προλεταριοποίησης των διανοητικών εργασιών» (Pestieau 1998). Σημειώνουμε ακόμη στο σημείο αυτό ότι οι διακρίσεις μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας και επιστήμης και εμπειρίας πρέπει να γίνονται κατανοητές μόνο μέσω της αντιθετικότητάς τους και της ιστορικότητάς τους (βλ. Γκράμσι 1972, Πουλαντζάς 1982β, Μπαλιμπάρ 1986). 2.4. Το κράτος και η νέα μικροαστική τάξη: περαιτέρω συζήτηση Ορίσαμε προηγουμένως τη νέα μικροαστική τάξη ως την ενδιάμεση κοινωνική τάξη του ΚΤΠ, η οποία ασκεί εξουσία εντός της εργασιακής διαδικασίας στο όνομα του κεφαλαίου, ενώ ταυτοχρόνως αποτελεί αντικείμενο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Ακολουθώντας τον Πουλαντζά (κυρίως 1982α, 1982β) υποστηρίζουμε ότι η νέα Σελίδα 7 / 28

μικροαστική τάξη περιλαμβάνει επίσης όλους εκείνους τους μισθωτούς εργαζομένους που στελεχώνουν τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού κράτους, και έτσι ασκούν εξουσία στο όνομα του καπιταλιστικού συστήματος κατά τη διαδικασία της αναπαραγωγής του. Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί διαφορετικές κοινωνικές ομάδες και παράγοντες ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη, παρά το γεγονός ότι αναλαμβάνουν διαφορετικούς ρόλους στην καπιταλιστική διαίρεση της εργασίας (καπιταλιστική παραγωγής έναντι κρατικών μηχανισμών). Η απάντηση είναι διότι ασκούν ίδιου τύπου κοινωνικές λειτουργίες εντός της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, καίτοι σε διαφορετικά κοινωνικά επίπεδα. Συνεπώς: Η νέα μικροαστική τάξη είναι η ενδιάμεση κοινωνική τάξη του καπιταλισμού η οποία συμπεριλαμβάνει μισθωτούς εργαζομένους οι οποίοι δεν είναι μέρος της εργατικής τάξης ακριβώς εξαιτίας της θέσης τους στο πλέγμα των λειτουργιών που εμπλέκονται στην άσκηση της καπιταλιστικής (οικονομικής, πολιτικής, ιδεολογικής) εξουσίας. Παραλλήλως, αυτά τα στοιχεία δεν είναι τμήμα της καπιταλιστικής τάξης, εφόσον δεν είναι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής (καπιταλιστές). Η νέα μικροαστική τάξη είναι το προϊόν που αναδύεται από τη στελέχωση των μηχανισμών και διαδικασιών άσκησης της καπιταλιστικής εξουσίας (μέσα στους υπάρχοντες κοινωνικούς σχηματισμούς) από στοιχεία που δεν είναι τμήμα της κυρίαρχης τάξης και τα οποία υπόκεινται συχνά σε άμεση καπιταλιστική εκμετάλλευση. Αυτή η ταξική θέση περιλαμβάνει ή συνεπάγεται τις ακόλουθες λειτουργίες: 20 i. λειτουργίες που εξασφαλίζουν την απόσπαση υπεραξίας, όπως η επίβλεψη-επιτήρηση-έλεγχος της παραγωγικής διαδικασίας (τεχνικοί, μηχανικοί, κ.λπ.) ii. λειτουργίες που εξασφαλίζουν τη συνοχή της καπιταλιστικής εξουσίας (κρατική γραφειοκρατία, δικαστικός μηχανισμός, στρατός κλπ.) iii. λειτουργίες για τη συστηματοποίηση και διάδοση της κυρίαρχης ιδεολογίας, όπως η εκπαίδευση. Η νέα μικροαστική τάξη δεν αποτελεί ένα φαινόμενο κάποιας «σύγχρονης φάσης» του καπιταλισμού, αλλά εμφανίζεται από την πρώτη κιόλας περίοδο της κυριαρχίας του, μαζί με το αστικό κράτος και τη βιομηχανία. 21 Περιλαμβάνει τόσο παραγωγικούς μισθωτούς εργαζομένους (δηλαδή εκείνους που ανταλλάσσουν την εργασία για κεφάλαιο και παράγουν υπεραξία): κατηγορία i, όσο και μη παραγωγικούς μισθωτούς εργαζομένους (δηλαδή εκείνους που απασχολούνται στον δημόσιο [μη-επιχειρηματικό] τομέα και έτσι δεν παράγουν υπεραξία: 22 κατηγορίες ii και iii 23 (Μηλιός 2002). 2.5. Παραδοσιακή μικροαστική τάξη Έχουμε θέσει ως καθοριστικό κριτήριο (αναγκαία συνθήκη) για τον προσδιορισμό του ΚΤΠ την πλήρη απαλλαγή του πραγματικού ιδιοκτήτη από την άμεση εργασία. Από εδώ προκύπτει ότι σε συνθήκες μη πλήρους απαλλαγής ή σε συνθήκες πλήρους εμπλοκής (δέσμευσης) του πραγματικού ιδιοκτήτη στην εργασιακή διαδικασία, υπάρχουν (ή μπορεί να υπάρχουν) διακριτοί μη καπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής ή μορφές παραγωγής εντός του καπιταλιστικού συστήματος. Η δεύτερη περίπτωση είναι η επονομαζόμενη απλή εμπορευματική παραγωγή (ΑΕΠ). Η πρώτη είναι η περίπτωση ενός τρόπου παραγωγής τον οποίο ορίζουμε ως υβριδικό (ΥΤΠ) (Οικονομάκης 2000, Economakis 2005). Γράφει ο Μαρξ (1984: 455-457) αναφορικά «με τους αυτοτελείς βιοτέχνες ή αγρότες που δε χρησιμοποιούν εργάτες, δηλαδή δεν παράγουν σαν καπιταλιστές»: Σελίδα 8 / 28

«Είτε είναι εμπορευματοπαραγωγοί, όπως γίνεται πάντα με τους αγρότες [ ], και αγοράζω απ αυτούς το εμπόρευμα, οπότε δεν αλλάζει σε τίποτα το γεγονός ότι λ.χ. ο βιοτέχνης το προσφέρει επί παραγγελία και ο αγρότης την προσφορά του την κάνει ανάλογα με τα μέσα που διαθέτει. Στη σχέση αυτή παρουσιάζονται σε μένα σαν πουλητές εμπορευμάτων και όχι σαν πουλητές εργασίας, και η σχέση αυτή δεν έχει λοιπόν καμιά δουλειά με την ανταλλαγή κεφαλαίου και εργασίας [ ] Η παραγωγή τους [ ] δεν υπάγεται στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής. [ ] Ο ανεξάρτητος βιοτέχνης ή αγρότης χωρίζεται σε δυο πρόσωπα [...] Σαν κάτοχος των μέσων παραγωγής είναι καπιταλιστής, σαν εργάτης είναι μισθωτός εργάτης του εαυτού του. Πληρώνει λοιπόν στον εαυτό του το μισθό του σαν καπιταλιστής και βγάζει το κέρδος του από το κεφάλαιό του, δηλαδή εκμεταλλεύεται τον εαυτό του σαν μισθωτό εργάτη [ ]. Στην περίπτωση που αναφέραμε ο παραγωγός ο εργάτης είναι κάτοχος, ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής του. Επομένως τα μέσα παραγωγής δεν είναι κεφάλαιο, όπως και ο ίδιος δεν είναι απέναντί τους μισθωτός εργάτης. [ ] Το ότι όμως μπορεί και ιδιοποιείται ο ίδιος ολόκληρο το προϊόν της δικής του δουλειάς και δεν το ιδιοποιείται ένα τρίτο αφεντικό, το περίσσευμα της αξίας του προϊόντος του πάνω από τη μέση τιμή [ ], λ.χ. της ημερήσιας εργασίας του, δεν το χρωστάει στη δική του εργασία που τον κάνει να ξεχωρίζει από τους άλλους εργάτες αλλά στο ότι είναι κάτοχος των μέσων παραγωγής. Επομένως, μόνον επειδή είναι ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής παίρνει τη δική του υπερεργασία, και έτσι σαν να είναι ο ίδιος καπιταλιστής συμπεριφέρεται στον ίδιο τον εαυτό του σαν μισθωτός εργάτης [ ] το πρόσωπο συνενώνει διάφορες λειτουργίες. Εδώ προβάλλει πολύ χτυπητά το γεγονός ότι ο καπιταλιστής σαν τέτοιος δεν είναι παρά λειτουργία του κεφαλαίου, και ο εργάτης λειτουργία της εργατικής δύναμης». Μεταφρασμένη σε όρους των αναλυτικών προσδιορισμών που έχουμε δώσει, η θέση αυτή του Μαρξ αναφέρεται στον ιδιαίτερο/ειδικό ιστορικώς συνδυασμό των τριών σχέσεων που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής (δηλαδή σε μια ιδιαίτερη ιστορική «μήτρα»): ομολογία της σχέσης κυριότητας και κατοχής (πραγματική κυριότητα) με τη χρήση, δηλαδή σύμπτωση της πραγματικής κυριότητας με τη χρήση σε έναν ταξικό «φορέα». Συνεπώς βρίσκουμε εδώ, εντός του συστήματος της καπιταλιστικής κυριαρχίας, μια ιστορικώς ιδιαίτερη μη καπιταλιστική μορφή παραγωγής (Murray 2000, Μηλιός, Δημούλης, Οικονομάκης 2005). Η κυριαρχία του ΚΤΠ συνεπάγεται ότι οι ανεξάρτητοι απλοί εμπορευματοπαραγωγοί πρέπει να παράγουν για την αγορά ώστε να επιβιώσουν ως τέτοιοι. Αυτό σημαίνει ότι η παραγωγή είναι παραγωγή για την αγορά, χωρίς καμιά μορφή εξωοικονομικού καταναγκασμού να απαιτείται γι αυτό (κυρίαρχο το οικονομικό στοιχείο). Σε αυτή την («καθαρή») απλή εμπορευματική παραγωγή (ΑΕΠ) 24 ορίζεται μία κοινωνική τάξη, η παραδοσιακή μικροαστική τάξη. Η παραδοσιακή μικροαστική τάξη είναι επομένως η ιστορικώς ιδιαίτερη τάξη της καπιταλιστικής οικονομικής δομής που συγχωνεύει σε ένα πρόσωπο (σε μια ταξική θέση) τη λειτουργία του κεφαλαίου (κυριότητα συν κατοχή των μέσων παραγωγής) με τη λειτουργία της εργασίας (χρήση των μέσων παραγωγής). Εντούτοις, αυτές οι ενοποιημένες λειτουργίες (όντας ενοποιημένες) παύουν να είναι λειτουργίες του κεφαλαίου και της εργασίας. Ως εκ τούτου, ο ιδιαίτερος ιστορικά συνδυασμός της ομολογίας της κυριότητας, κατοχής και χρήσης ως «μια σχιζοφρενική συνύπαρξη [ ] του αστού και του προλετάριου σε ένα πρόσωπο» (Harrison 1977: 328) θέτει μια ιστορική ιδιαιτερότητα στις τρεις σχέσεις που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής. Έτσι η πραγματική κυριότητα και η χρήση είναι αξεχώριστες λειτουργίες μιας «συλλογικής οντότητας που αποτελείται από όλα τα μέλη της οικογένειας που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα στην (τεχνική) διαδικασία παραγωγής», η οποία οργανώνεται «στη βάση των σχέσεων συγγένειας εντός της στοιχειώδους οικογενειακής μονάδας» (Dedoussopoulos 1985: 172-173), δηλαδή στη βάση της απλήρωτης οικογενειακής εργασίας. Ο σχηματισμός αυτής της συλλογικής οντότητας, στη βάση της σύμπτωσης της πραγματικής κυριότητας με τη χρήση σε έναν ταξικό «φορέα», σημαίνει ότι η πραγματική κυριότητα δεν οδηγεί σε σχέσεις εκμετάλλευσης εντός αυτής της μορφής παραγωγής 25 (Dedoussopoulos 1985: 146,171-172). Εάν υπάρχει κάποια σχέση εκμετάλλευσης, αυτή πρέπει να αναζητηθεί στη σφαίρα της κυκλοφορίας 26 (βλ. σχετικά και Οικονομάκης 2000). Σελίδα 9 / 28

Σύμφωνα με τον Μαρξ: Η παραγωγή στις συνθήκες της (αγροτικής) μικροϊδιοκτησίας «γίνεται ανεξάρτητα από τη ρύθμισή της από το γενικό ποσοστό κέρδους» (Μαρξ 1978β: 995). «Σαν όριο της εκμετάλλευσης για το μικροαγρότη [...] εμφανίζεται [...], στην ιδιότητά του σαν μικροκαπιταλιστής, όχι το μέσο κέρδος του κεφαλαίου. [ ] Απόλυτο όριο γι αυτόν σαν μικροκαπιταλιστή εμφανίζεται μονάχα ο μισθός εργασίας, που πληρώνει στον ίδιο τον εαυτό του, μετά την αφαίρεση των καθεαυτό εξόδων παραγωγής. Όσον καιρό η τιμή του προϊόντος τού εξασφαλίζει αυτόν το μισθό εργασίας θα καλλιεργεί τη γη του, και αυτό θα το κάνει συχνά ως το σημείο εκείνο που ο μισθός εργασίας καλύπτει το κατώτατο φυσικό όριο» (Μαρξ 1978β: 989-990). Σε αυτή την κατεύθυνση ανάλυσης μπορεί να συναχθεί ότι η ΑΕΠ «προσδιορίζει» μια ειδική μορφή παραγωγής εντός του καπιταλισμού, «η λογική της οποίας είναι η επιβίωση με την ευρύτερη έννοια της απλής αναπαραγωγής των παραγωγών και της μονάδας παραγωγής (περιγραφικά το νοικοκυριό). [ ] Πολύ σχηματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η απλή εμπορευματική παραγωγή διακρίνεται από την καπιταλιστική από τη λογική τής επιβίωσης (όπως αυτή αντιστοιχεί στις ανάγκες της απλής αναπαραγωγής) ως αντίθετη στη λογική της οικειοποίησης και πραγματοποίησης της υπεραξίας και της συσσώρευσης του κεφαλαίου» (Bernstein 1979: 425) «εδώ το όριο της εκμετάλλευσης ισούται, κατ αρχήν, με τα κόστη της απλής αναπαραγωγής. [ ] Η επιβίωση παραμένει ο στόχος της παραγωγής» (Banaji 1977: 33). Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τον Δεδουσόπουλο (Dedoussopoulos 1985: 198): «Η προσπάθεια για μεγιστοποίηση του κέρδους υποσκάπτει την αναπαραγωγή της οικογενειακής μονάδας ως της συνδυασμένης ενότητας παραγωγής και κατανάλωσης προκαλώντας μια μόνιμη μετακίνηση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, σπάζει όλους τους οικογενειακούς δεσμούς και παραγκωνίζει τον οργανωσιακό ρόλο της παραγωγικής δραστηριότητας η οποία προηγουμένως χαρακτηριζόταν από τις συγγενικές σχέσεις. Με μια έννοια υποσκάπτει όλα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν την εσωτερική συνοχή της στοιχειώδους μονάδας παραγωγής. [ ] Η νοοτροπία της αναπαραγωγής της οικογενειακής μονάδας εκφράζεται μέσω των προσωρινών ή μόνιμων μετακινήσεων ενός μέρους του εργατικού δυναμικού σε μια προσπάθεια να αποκτηθούν επιπρόσθετα εισοδήματα προερχόμενα από μισθωτή απασχόληση τα οποία θα συνεισφέρουν στην επιβίωση/αναπαραγωγής της οικογένειας ως μονάδας παραγωγής και κατανάλωσης». Αυτά τα επιπρόσθετα εισοδήματα που προέρχονται από μισθωτή απασχόληση των μελών της οικογενείας συνιστούν την κατάσταση της ημιπρολεταριοποίησης σύμφωνα με τον Λένιν (1986). 27 Στην ημιπρολεταριοποίηση, ως έναν όρο επιβίωσης-αναπαραγωγής της οικογενειακής μονάδας στις συνθήκες του ανταγωνισμού της αγοράς, θα πρέπει να προσθέσουμε την αυξημένη «αυτοεκμετάλλευση», εκφραζόμενη ως μείωση του «στάνταρντ κατανάλωσης» και γενικότερα ως «συμπίεση» των όρων απλής αναπαραγωγής («υποτίμηση του [ ] χρόνου εργασίας») (Bernstein 1979: 429). 2.6. Μεσαία αστική τάξη Σε διαφοροποίηση προς την ΑΕΠ, ο υβριδικός τρόπος παραγωγής (ΥΤΠ) εμφανίζεται ως ένας διακριτός ιδιαίτερος ιστορικός συνδυασμός των τριών σχέσεων που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής («μήτρα»), δηλαδή ως ένας διαφορετικός («καθαρός») ιστορικός τρόπος παραγωγής. Ο ΥΤΠ είναι ο τρόπος παραγωγής της καπιταλιστικής οικονομικής δομής στον οποίο η απλήρωτη (οικογενειακή) εργασία συνυπάρχει με οριακή (ως προς τον αριθμό) αλλά μονίμως μισθωμένη (μη οικογενειακή) εργασία. Στη βάση αυτού του προσδιορισμού συνάγουμε ότι υφίσταται μια ιδιάζουσα ιδιαιτερότητα σε αυτόν τον τρόπο παραγωγής. Αυτός ο τρόπος παραγωγής σχηματίζεται από το συνδυασμό στοιχείων που προέρχονται τόσο από τις (ή αναφέρονται στις) καπιταλιστικές όσο και τις απλοεμπορευματικές σχέσεις παραγωγής. Όπως στον ΚΤΠ, Σελίδα 10 / 28

υπάρχει μονίμως μισθωμένη (ξένη) εργασία, και, όπως στην ΑΕΠ, ο «φορέας» της πραγματικής κυριότητας (η οικογενειακή συλλογική οντότητα) είναι επίσης «φορέας» της χρήσης. Γι αυτό και αποκαλούμε αυτόν τον τρόπο παραγωγής υβριδικό. Ταυτοχρόνως υφίσταται σαφής διαφοροποίηση. Εν συγκρίσει προς τον ΚΤΠ, ο ΥΤΠ διαφοροποιείται από το γεγονός ότι ο «φορέας» της πραγματικής κυριότητας είναι επίσης «φορέας» της χρήσης. Επομένως μπορούμε επίσης να συμπεράνουμε ότι η κλίμακα της παραγωγής στον ΥΤΠ, και έτσι και ο όγκος του απασχολούμενου από τον ατομικό επιχειρηματία (τη συλλογική οντότητα) κεφαλαίου, και ως εκ τούτου και ο αριθμός των μισθωτών εργαζομένων που απασχολούνται πρέπει να είναι τέτοιος ώστε ο εργοδότης (η συλλογική οντότητα) να απαλλάσσεται μόνο μερικώς από τη χρήση των μέσων παραγωγής. Άρα η εργασιακή διαδικασία αποτελεί μόνο μερικώς μια διαδικασία άμεσης εκμετάλλευσης της εργασίας άλλων και μόνο μια μερίδα του υπερπροϊόντος (εάν αυτό υφίσταται) παράγεται από την εκμετάλλευση της εργασίας άλλων. Με άλλα λόγια, εν συγκρίσει προς τον ΚΤΠ, στην περίπτωση του ΥΤΠ το στοιχειώδες χαρακτηριστικό (ομολογία της σχέσης κυριότητας και κατοχής) δεν συνοδεύεται από την αναγκαία συνθήκη (πλήρης απαλλαγή του πραγματικού ιδιοκτήτη από την άμεση εργασία). Εν συγκρίσει προς την ΑΕΠ, ο ΥΤΠ διαφοροποιείται από το γεγονός ότι ο «φορέας» της χρήσης (μισθωτή εργασία) δεν είναι ούτε «φορέας» κυριότητας ούτε «φορέας» κατοχής. Εφόσον υπάρχει μη σύμπτωση της χρήσης με την πραγματική κυριότητα για τον ταξικό «φορέα» της χρήσης, αναδύεται μια σχέση εκμετάλλευσης εντός του ΥΤΠ. Επομένως εντός του ΥΤΠ συγκροτούνται δυο κοινωνικές τάξεις. Αμφότερες είναι θεμελιώδες, εφόσον εκφράζουν επαρκώς έναν διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου παραγωγής: η τάξη των μισθωτών εργαζομένων άμεσων παραγωγών 28 και η τάξη που είναι «φορέας» της πραγματικής κυριότητας και της χρήσης. Αυτή η τάξη των «μικρών εργοδοτών» είναι η μεσαία αστική (ή μεσοαστική) τάξη, ως διακριτή τάξη τόσο από την καπιταλιστική όσο και από την παραδοσιακή μικροαστική. 29 Ακριβώς όπως η απλή εμπορευματική παραγωγή, η υβριδική παραγωγή είναι εμπορευματική παραγωγή εντός των συνθηκών της γενικευμένης εμπορευματικής παραγωγής (καπιταλιστική οικονομική δομή). Συνεπώς, ακριβώς όπως ο ανεξάρτητος απλός εμπορευματοπαραγωγός (η παραδοσιακή μικροαστική τάξη), ο ανεξάρτητος υβριδικός παραγωγός (η μεσοαστική τάξη) πρέπει να παράγει για την αγορά, χωρίς να απαιτείται γι αυτό εξωοικονομικός καταναγκασμός, ώστε νε επιβιώσει ως συλλογική οντότητα, η οποία, επιπροσθέτως, απασχολεί μισθωτή εργασία. 30 Ποιο είναι, ωστόσο, το μοντέλο της αναπαραγωγής του ΥΤΠ; Εάν η καπιταλιστική παραγωγή είναι «[π] αραγωγή για την παραγωγή παραγωγή σαν αυτοσκοπός», εάν «[ο] σκοπός της είναι, το καθένα προϊόν κ.λπ. να περιέχει όσο το δυνατόν περισσότερο απλήρωτη εργασία και αυτό είναι κατορθωτό μόνο μέσα από παραγωγή για χάρη της παραγωγής» (Μαρξ χωρίς χρονολογία έκδοσης: 126-127) και εάν ο σκοπός της απλής εμπορευματικής παραγωγής είναι η αναπαραγωγή του απλού (άμεσου) εμπορευματοπαραγωγού ως ενός ανεξάρτητου πραγματικού (οικονομικού) ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής, και αυτός ο σκοπός προϋποθέτει τη διατήρηση και εσωτερική συνοχή της στοιχειώδους μονάδας παραγωγής και κατανάλωσης (οικογένεια) δηλαδή τη διατήρηση της οικογενειακής εργασίας με όρους αυξημένης «αυτοεκμετάλλευσης» συν τα επιπρόσθετα εισοδήματα από τα απασχολούμενα σε μισθωτή σχέση μέλη της οικογένειας (κατάσταση της ημιπρολεταριοποίησης) ο σκοπός της υβριδικής παραγωγής είναι υβριδικός εφόσον η δομική αναγκαιότητα της οικογενειακής εργασίας διαπλέκεται με την ύπαρξη μισθωτής, δηλαδή (δυνητικά) εργασίας που υπόκειται σε εκμετάλλευση. Με άλλα λόγια, η μη αναγκαιότητα μεγιστοποίησης του κέρδους συνυπάρχει με το αντίθετό της, το «νόμο»: «Μάξιμουμ του προϊόντος με μίνιμουμ της εργασίας» (Μαρξ όπ.π.: 127) (βλ. αναλυτικότερα Οικονομάκης 2000, σχετικά και Economakis 2005.) 3. Οι μεσαίες τάξεις: Σύμπτωση ή απόκλιση των ταξικών πρακτικών; Σελίδα 11 / 28

3.1. Διατυπώνοντας το πρόβλημα Όπως έχει δείξει συστηματικά ο Labica (1986), ούτε στα έργα του Μαρξ και του Ένγκελς ούτε σε εκείνα του Λένιν μπορεί να ανευρεθεί η όποια θεωρητική επεξεργασία επί του ερωτήματος των μεσαίων τάξεων. Αυτό το οποίο μπορεί κανείς να δει σε αυτά τα κείμενα είναι μάλλον μια πολιτική δήλωση ότι οι μεσαίες τάξεις κείνται «μεταξύ» των δυο κύριων τάξεων των καπιταλιστικών κοινωνιών και ότι στην ταξική πάλη «αμφιταλαντεύονται» μεταξύ αστικών και προλεταριακών πολιτικών και στρατηγικής. Το ίδιο ισχύει και ως προς την οπτική του Μάο Τσε-Τουνγκ (Mao Tse-Tung 1968), ο οποίος θεωρούσε ότι η μικροαστική τάξη συνιστά μία ενιαία τάξη. Από την οπτική των δομικών ταξικών θέσεών τους, τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων, όπως έχουμε ήδη δείξει, δεν συσχετίζονται θετικά αλλά αρνητικά: αυτό το οποίο τα ενοποιεί είναι πρωτίστως ότι δεν ανήκουν σε καμιά από τις δυο θεμελιώδεις τάξεις του ΚΤΠ (ή/ήτοι στις δυο βασικές ενός καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού). Αυτό το αρνητικό χαρακτηριστικό δεν συνιστά, ωστόσο, ικανοποιητική αιτιολογική βάση για να συμπεριληφθούν στην ίδια τάξη. Οι Baudelot και Establet (L' Ecole capitaliste en France: 169, 1969) υποστήριξαν ότι οι μικροαστοί εντάσσονται σε μια ενιαία τάξη με κυρίως ιδεολογικά κριτήρια: «Η μικροαστική τάξη [ ] αποτελείται από ετερογενή κοινωνικά στρώματα [ ] Η ενότητα των διαφορετικών αυτών στρωμάτων στο οικονομικό επίπεδο είναι φτιαγμένη από αρνήσεις (ούτε αστοί, ούτε προλετάριοι) [ ] Το συστατικό στοιχείο της ενότητάς τους βρίσκεται στο ιδεολογικό επίπεδο και εκφράζεται σε συμβιβαστικά σχήματα συνεχώς ανανεωνόμενα, αλλά όμοια στη δομή τους, μεταξύ της αστικής και της προλεταριακής ιδεολογίας» (παρατίθεται στο Πουλαντζάς 1982β: 365-366). Το σχήμα των Baudelot και Establet είναι ανεπαρκές διότι υπαινίσσεται ότι (και προϋποθέτει να) διαμορφώνεται πάντα στις καπιταλιστικές κοινωνίες μια «προλεταριακή πολιτική γραμμή» και μια «προλεταριακή ιδεολογία», που αντιπαρατίθενται ευκρινώς στην καπιταλιστική πολιτική γραμμή και την αστική ιδεολογία, αφήνοντας έναν «ενδιάμεσο χώρο» όπου συνωθούνται πολιτικά και (κυρίως) ιδεολογικά («αμφιταλαντευόμενοι» μάλιστα ανάμεσα στις «δύο γραμμές» ή ιδεολογίες) οι μικροαστοί. Μια τέτοια «υποκειμενιστική» προσέγγιση (που θα προϋπέθετε ότι η «συνειδητή ταξική στρατηγική» αποτελεί συστατικό στοιχείο του ορισμού των βασικών κοινωνικών τάξεων στον καπιταλισμό) δεν αντιστοιχεί στην προσέγγιση που υιοθετούμε εδώ. 31 Το ότι «οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες» 32 σημαίνει πολύ απλά ότι η κυρίαρχη αστική ιδεολογία κυριαρχεί κατά κανόνα και στο εσωτερικό της εργατικής τάξης (έστω υπό τροποποιημένες μορφές σε σχέση με τις άλλες τάξεις) (Μηλιός 2002). Την πρώτη, και μέχρι σήμερα κατά τη γνώμη μας περισσότερο τεκμηριωμένη, απόπειρα να θεμελιωθεί θεωρητικά χωρίς την προσφυγή στις υποκειμενιστικές απόψεις περί «προλεταριακής γραμμής και ιδεολογίας» η θέση ότι τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων εντάσσονται στην ίδια τάξη, παρά τη διαφορετική τους δομική ένταξη στις σχέσεις παραγωγής, διατύπωσε ο Ν. Πουλαντζάς (1975, 1982β) στη βάση της θεωρίας του για τα πολιτικά και ιδεολογικά «κατάλληλα αποτελέσματα» 33 (βλ. σχετικά και Μηλιός 2002). Καίτοι αποδεχόμαστε τη σημασία της θεωρίας των «κατάλληλων αποτελεσμάτων» ως δείκτη των δυνητικών ταξικών τοποθετήσεων, πιστεύουμε, ωστόσο, ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Πουλαντζάς χρησιμοποιεί αυτή τη θεωρία οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα αναφορικά με τις κοινωνικές τάξεις και σε λαθεμένη κατανόηση αυτών των ίδιων των «αποτελεσμάτων» όχι μόνο γιατί συγχέει δομικές ταξικές θέσεις αλλά και γιατί αποσυνδέει πλήρως τα αναζητούμενα «αποτελέσματα» από τις δομικές ταξικές θέσεις: Δεν μπορεί να υπάρξει κανένας ταξικός ορισμός στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο σε αντίθεση προς τον ορισμό στο οικονομικό επίπεδο. 34 Σελίδα 12 / 28

Στη συνέχεια του παρόντος κειμένου, παραμένοντας στο εσωτερικό του θεωρητικού πλαισίου που έθεσε ο Πουλαντζάς με βάση την έννοια των «κατάλληλων αποτελεσμάτων», θα καταθέσουμε θέσεις και ερωτήματα που αμφισβητούν τα συμπεράσματά του αναφορικά με τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων. Θα ισχυριστούμε, δηλαδή, στο πλαίσιο του θεωρητικού σχήματος του Πουλαντζά, ότι καθένα από τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων εκδηλώνεται μέσω «κατάλληλων αποτελεσμάτων» που είναι διαφορετικά (και συχνά αντιθετικά ) από τα εκείνα του άλλου υποσυνόλου. Για την υποστήριξη των θέσεών μας θα στηριχθούμε ως έναν βαθμό σε ορισμένες από τις επισημάνσεις και τις «αμφιβολίες» που παρεισδύουν στα κείμενα του ίδιου του Πουλαντζά, παρά τη σπουδή του να θεμελιώσει τη θέση για την κοινή ταξική ένταξη του «παραδοσιακού» και του «νέου» μικροαστικού συνόλου (καθώς και εκείνου της μεσαίας αστικής τάξης). Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, σύμφωνα με τον Πουλαντζά η νέα μικροαστική τάξη είναι τμήμα της ίδιας τάξης με την παραδοσιακή μικροαστική τάξη. Η παραδοσιακή μικροαστική τάξη αναφέρεται στους φτωχούς αγρότες, τους μικρούς εμπόρους και στη μικρή βιοτεχνία που απασχολεί οριακό αριθμό μισθωτών εργαζομένων (0-5 ή 6-9 άτομα). Οι βιοτέχνες που χρησιμοποιούν περισσότερους από 5 μισθωτούς εργαζομένους σηματοδοτούν «το πέρασμα των μικροαστών στην κατάσταση των μικροκεφαλαιούχων» (Πουλαντζάς 1982β: 407-408, 410). Έτσι ο Πουλαντζάς ταυτίζει την παραδοσιακή μικροαστική τάξη με τη μεσαία αστική τάξη (ονομάζοντας και τις δύο «παραδοσιακή» μικροαστική τάξη) και ως εκ τούτου αντιλαμβάνεται το σύνολο των μεσαίων τάξεων (παραδοσιακή μικροαστική τάξη, νέα μικροαστική τάξη και μεσαία αστική τάξη) ως ανήκον σε μία και μόνη κοινωνική τάξη, τη «μικροαστική τάξη». 3.2. «Κατάλληλα αποτελέσματα» Ας διερευνήσουμε τώρα το κύριο επιχείρημα που βρίσκεται πίσω από τη θέση της μίας και μοναδικής μικροαστικής τάξης. Ο Πουλανταζάς (1982β: 254) γράφει: «Αν μπορούμε να θεωρούμε ότι ανήκουν σε μια και την ίδια τάξη σύνολα που, από πρώτη ματιά, κατέχουν διαφορετικές θέσεις στις οικονομικές σχέσεις, τούτο συμβαίνει γιατί αυτές οι διαφορετικές θέσεις έχουν, στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, τα ίδια αποτελέσματα». Επομένως: «Η αναφορά στις πολιτικές και ιδεολογικές σχέσεις είναι απόλυτα απαραίτητη για να εντοπιστεί η θέση της μικροαστικής τάξης στον ταξικό δομικό προσδιορισμό» 35 (1982β: 256). Η ανάλυση του Πουλαντζά βασίζεται στη θεωρία του των πολιτικών και ιδεολογικών «κατάλληλων αποτελεσμάτων». Τα «κατάλληλα αποτελέσματα» αποκτούν ιδιαίτερη σημασία για να εντοπιστεί πώς οριοθετούνται οι «μη θεμελιώδεις τάξεις σε μια κεφαλαιοκρατική κοινωνία» (Πουλαντζάς 1984: 69). Ο Πουλαντζάς υποστηρίζει τη θέση ότι οι αυτοαπασχολούμενοι παραγωγοί απλών εμπορευμάτων (παραδοσιακή μικροαστική τάξη) και οι (παραγωγικοί και μη παραγωγικοί) μισθωτοί που δεν εντάσσονται στην εργατική τάξη (νέα μικροαστική τάξη) καθώς επίσης και η μεσοαστική τάξη αποτελούν μερίδες μιας και της αυτής κοινωνικής τάξης, της μικροαστικής τάξης, διότι «εκδηλώνονται» μέσω ταυτόσημων «κατάλληλων αποτελεσμάτων» έχουν «τις ίδιες εκφάνσεις στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο» (Πουλαντζάς 1975: 324). Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, ότι τα ακόλουθα αποτελέσματα μπορούν να εντοπιστούν για όλα τα υποσύνολα των μεσαίων τάξεων: α) μια λίγο-πολύ κοινή ιδεολογική (και πολιτική) τοποθέτηση στη συγκυρία της πάλης των τάξεων, β) η τάση πόλωσής τους κατά ενιαίο τρόπο σε συγκυρίες πολιτικής κρίσης και αποσταθεροποίησης-διάλυσης Σελίδα 13 / 28

των σχέσεων αντιπροσώπευσης που χαρακτηρίζουν το καπιταλιστικό συνταγματικό-κοινοβουλευτικό κράτος και γ) η κοινή «στρατηγική τοποθέτησή» τους, που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν σημαίνει την ύπαρξη αλλά την έλλειψη μιας (κοινής) αντικειμενικής ταξικής στρατηγικής (μιας δυνάμει προοπτικής κατάκτησης της ταξικής εξουσίας ή μιας δυνάμει εφικτής εναλλακτικής μορφής κοινωνίας που να αναφέρεται στα αντικειμενικά ταξικά τους συμφέροντα). Τα επιχειρήματα του Πουλαντζά αναφορικά με τους τρεις αυτούς άξονες συνοψίζονται ως εξής: α) Στο ιδεολογικό επίπεδο, η παραδοσιακή μικροαστική τάξη εκδηλώνει τα ακόλουθα «κατάλληλα αποτελέσματα»: - «μια αντικαπιταλιστική ιδεολογική χροιά του κοινωνικού status quo: εναντίον του μεγάλου πλούτου και των μεγάλων περιουσιών, αλλά υπέρ του κοινωνικού status quo εν γένει, γιατί αυτή η κατηγορία των μικροαστών είναι προσκολλημένη στην ιδιοκτησία της» (Πουλαντζάς 1982β: 329). - «μια ιδεολογική χροιά που συνδέεται [ ] με το μύθο του γεφυριού [ ] προσδοκά να γίνει αστική [τάξη] με το ατομικό πέρασμα [...] προς τα ανώτερα στρώματα» (Πουλαντζάς 1982β: 329). - έναν «φετιχισμό της εξουσίας», καθώς «πιστεύει στη φενάκη του υπερταξικού ουδέτερου κράτους [ ] [και] οδηγείται συχνά σε μια λατρεία του κράτους» (Πουλαντζάς 1982β: 329). Η νέα μικροαστική τάξη εκδηλώνει αντίστοιχα τα ακόλουθα ιδεολογικά «κατάλληλα αποτελέσματα»: - «αντικαπιταλιστική ιδεολογική χροιά υπέρ του κοινωνικού status quo» (Πουλαντζάς 1982β: 329), η οποία όμως βιώνεται σε αναφορά με το μισθό και γι αυτό «κλίνει έντονα προς τις ρεφορμιστικές αυταπάτες» και συνοψίζεται στην «ανακατανομή των εισοδημάτων μέσω της κοινωνικής δικαιοσύνης» (όπ.π.: 360). - «ιδεολογική τάση της γέφυρας : βλέψεις προς την κοινωνική καταξίωση-άνοδο» (Πουλαντζάς 1982β: 360). «Για τη νέα μικροαστική τάξη, η τάση αυτή συμπυκνώνεται στο σχολικό μηχανισμό, λόγω του ρόλου που αυτός παίζει απέναντί της [...] [και] για έναν εκδημοκρατισμό των μηχανισμών, ώστε να προσφέρουν ίσες δυνατότητες στα άτομα [και] τα πιο ικανά να συμμετάσχουν στην ανανέωση των ελίτ» (όπ.π.: 362). - «ιδεολογική χροιά του φετιχισμού της εξουσίας» (Πουλαντζάς 1975: 331), με «μια πολύπλοκη στάση ταύτισής της με ένα κράτος που το θεωρεί ότι είναι αυτοδικαίως δικό της κράτος, ο νόμιμος πολιτικός Σελίδα 14 / 28