ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΣΙΜΠΟΥΚΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΘΗΝΑ 2009
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ι.1 ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Αγροτική οικονομία είναι ο κλάδος των γεωπονικών και οικονομικών επιστημών που ασχολείται με την διερεύνηση των οικονομικών φαινομένων που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την άσκηση της γεωργίας. Πιο συγκεκριμένα η αγροτική οικονομία ασχολείται με την οικονομική διάσταση αφενός της παραγωγής, της μεταποίησης και της διανομής των προϊόντων που προκύπτουν από την άσκηση της γεωργίας και αφετέρου της αξιοποίησης του αγροτικού χώρου μέσω της γεωργικής δραστηριότητας. Στη σύγχρονη εποχή, η έννοια της γεωργίας περιλαμβάνει ένα μεγάλο εύρος ανθρώπινων δραστηριοτήτων που αφορούν την παραγωγή γεωργικών προϊόντων (φυτικής ή ζωϊκής προέλευσης), την προμήθεια των γεωργικών εφοδίων και την επεξεργασία και διανομή των γεωργικών προϊόντων. Πρόσφατα στην άσκηση της γεωργίας αποδίδονται και νέες δραστηριότητες που αφορούν την αξιοποίηση του αγροτικού χώρου (δηλαδή των περιοχών εκτός των αστικών κέντρων), με την μορφή παροχής υπηρεσιών είτε στον τομέα του αγροτουρισμού είτε στον τομέα διατήρησης της φυσικής κληρονομιάς του ανθρώπου (συντηρώντας το φυσικό περιβάλλον). Ο στόχος της Αγροτικής Οικονομίας είναι η επωφελέστερη ή οικονομικότερη άσκηση των παραπάνω δραστηριοτήτων, από τον άνθρωπο και για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιεί την οικονομική θεωρία. Από την άσκηση της γεωργίας προκύπτουν αγαθά και ειδικότερα είτε υλικά αγαθά (σιτάρι, γάλα, ζυμαρικά, αλλαντικά, κλπ.) είτε υπηρεσίες (αγροτουρισμός κλπ.). Ως αγαθά στην οικονομική επιστήμη ονομάζονται τα υλικά αντικείμενα και οι υπηρεσίες που ικανοποιούν τις ανάγκες του ανθρώπου. Τα αγαθά διακρίνονται σε «ελεύθερα» και «οικονομικά» αγαθά. Τα «ελεύθερα» αγαθά είναι διαθέσιμα σε αφθονία, δηλαδή σε μεγαλύτερες ποσότητες από εκείνες που χρειάζεται συνολικά ο άνθρωπος για να καλύψει τις σχετικές ανάγκες του (πχ. ο αέρας, ο ήλιος). Ο άνθρωπος δεν χρειάζεται να υποβληθεί σε καμία θυσία για να αποκτήσει και να χρησιμοποιήσει τα ελεύθερα αγαθά. 2
Τα «οικονομικά» αγαθά είναι διαθέσιμα σε μικρότερη ποσότητα σε σχέση με τη συνολική ζήτηση που εκδηλώνεται από τον άνθρωπο. Εφόσον τα οικονομικά αγαθά βρίσκονται σε ανεπαρκή ποσότητα σε σχέση με τη ζήτησή τους, αναπόφευκτα η απόκτησή τους συνεπάγεται και την καταβολή κάποιου τιμήματος (θυσίας). Από την σπανιότητα των οικονομικών αγαθών πηγάζει η οικονομική δράση του ανθρώπου. Η οικονομική επιστήμη, αλλά και ειδικότερα η αγροτική οικονομία ασχολείται με τα «οικονομικά» αγαθά. Τα υλικά αγαθά και οι υπηρεσίες που προκύπτουν από την άσκηση της γεωργίας είναι «οικονομικά» αγαθά και παράγονται με την χρησιμοποίηση διάφορων άλλων αγαθών, που προέρχονται είτε απ ευθείας από τη φύση και τον άνθρωπο (έδαφος, εργασία, νερό) είτε είναι αποτέλεσμα προηγούμενης γεωργικής ή μη δραστηριότητας του ανθρώπου (κτίσματα, μηχανήματα, λιπάσματα, ζωοτροφές, σπόροι κλπ). Στην μεγάλη τους πλειοψηφία τα αγαθά που χρησιμοποιούνται για την άσκηση της γεωργικής δραστηριότητας είναι «οικονομικά» αγαθά και ονομάζονται πόροι ή μέσα παραγωγής ή παραγωγικά μέσα ή συντελεστές παραγωγής ή παραγωγικοί συντελεστές. Οι συντελεστές παραγωγής εκτός της σπανιότητάς τους διακρίνονται και από άλλες ιδιότητες: - Οι ίδιοι συντελεστές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή διαφορετικών αγαθών, δηλαδή οι συντελεστές παραγωγής έχουν εναλλακτική χρήση. - Στην παραγωγική διαδικασία δεν χρησιμοποιείται συνήθως μόνον ένας συντελεστής παραγωγής, αλλά περισσότεροι που μπορούν να συνδυαστούν μεταξύ τους σε διάφορες αναλογίες. - Με την ανθρώπινη προσπάθεια μπορούν οι ποσότητες των συντελεστών παραγωγής να αυξηθούν (έως ενός ορίου). Όλες οι παραπάνω ιδιότητες των συντελεστών παραγωγής δημιουργούν κατά την παραγωγική διαδικασία σημαντικά προβλήματα επιλογών που καλείται να επιλύσει η αγροτική οικονομία Ως οικονομική δράση του ανθρώπου στη γεωργία εννοείται συγκεκριμένα η λήψη και η εφαρμογή αποφάσεων σε βασικά οικονομικά προβλήματα που εμφανίζονται κατά την άσκηση της γεωργίας, λόγω της σπανιότητας και των λοιπών ιδιοτήτων των συντελεστών παραγωγής που έχει στη διάθεσή του. Συνεπώς με την χρήση των αρχών και των πορισμάτων της αγροτικής οικονομίας, ο άνθρωπος που ασκεί την γεωργία καλείται να επιλύσει τα εξής βασικά ερωτήματα: 3
1. Τι και πόσο πρέπει να παραχθεί. 2. Πώς να παραχθεί. 3. Πώς να κατανεμηθούν τα προϊόντα της γεωργικής δραστηριότητας. Ακόμη πρόσθετα ερωτήματα προβάλουν κατά την ενασχόληση του ανθρώπου με την γεωργία, όπως είναι το που, πώς και πότε θα αγορασθούν οι συντελεστές παραγωγής ή θα πωληθούν τα παραγόμενα αγαθά κλπ. Η επιτυχία της παραπάνω οικονομικής δραστηριότητας του ανθρώπου στην άσκηση της γεωργίας απαιτεί : 1. Την γνώση της τεχνικής της γεωργικής παραγωγής, δηλαδή τη γνώση των διαφόρων δυνατών τρόπων συνδυασμού των συντελεστών παραγωγής που διαθέτει ο άνθρωπος για την παραγωγική διαδικασία. 2. Την γνώση των αρχών και πορισμάτων της οικονομικής επιστήμης, όπως τις εφαρμόζει στη γεωργία η αγροτική οικονομία. Ι.2. Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ Η συμβολή του γεωργικού τομέα (φυτική παραγωγή, ζωϊκή παραγωγή, θήρα, δάση, αλιεία), στην εξέλιξη της εθνικής οικονομίας στη χώρα μας, περιορίζεται με την πάροδο του χρόνου. Στη διάρκεια των 20 τελευταίων ετών η συμμετοχή του πρωτογενή τομέα στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Α.Ε.Π.) της χώρας μειώθηκε από 15,5% περίπου κατά το 1980 σε 8,5% στο τέλος της δεκαετίας του 90, με τάσεις περαιτέρω μείωσης. Σε σταθερές τιμές του 1995, το Α.Ε.Π. αυξήθηκε από 21.589 δις δραχμές το 1980 σε 25.136 δις δραχμές το 1997, ενώ η συνεισφορά του πρωτογενή τομέα στο Α.Ε.Π μειώθηκε από 3.339 δις δραχμές το 1980 σε 2.132 δις δραχμές το 1997. Όμως η συμβολή του αγροτικού τομέα στην εθνική οικονομία παρουσιάζεται πολύ σημαντικότερη, εάν συνυπολογισθούν και οι συνδεδεμένοι κλάδοι της εθνικής οικονομίας, οι οποίοι χρησιμοποιούν ως πρώτες ύλες τα προϊόντα της γεωργίας. Η συνεισφορά του γεωργικού τομέα και ορισμένων βασικών συνδεδεμένων (μεταποιητικών) κλάδων εμφανίζεται στον παρακάτω πίνακα: ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΗ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΚΑΤΑ ΚΛΑΔΟ (Εκατ. δραχμές., τρέχουσες τιμές, έτος 2000) Γεωργία, Θήρα, Δασοκομία 2.649.602 7,04% 4
Αλιεία 107.660 0,29% Τρόφιμα-Ποτά-Καπνός 976.487 2,59% Κλωστοϋφαντουργικές ύλες & προϊόντα 612.822 1,63% Δερμάτινα είδη 80.639 0,21% Κατεργασία ξύλου 112.661 0,30% Σύνολο κλάδων οικονομίας 37.659.690 100,00% Πηγή:ΕΣΥΕ, Εθνικοί Λογαριασμοί, προσωρινά στοιχεία Αλλά και στην συνολική απασχόληση, η σημασία της γεωργίας μειώνεται διαχρονικά. Το 1980, επί συνόλου 3.356.000 απασχολουμένων, οι εργαζόμενοι στη γεωργία ανερχόταν σε 1.016.000 άτομα (30,3% του συνόλου). Το 1998, ενώ το σύνολο των απασχολουμένων στην χώρα μας ανήλθε σε 3.967.000 άτομα, οι εργαζόμενοι στη γεωργία ήταν 704.000 άτομα, δηλαδή17,7% του συνόλου (έναντι 4,7% στο σύνολο της ΕΕ-15). Όμως η συμβολή βασικών συνδεδεμένων κλάδων με την γεωργία είναι σημαντική επίσης, στην συνολική απασχόληση της χώρας, όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί: Κλαδικά στοιχεία απασχόλησης (1998) Κλάδοι % του συνόλου της οικονομίας Γεωργία 17,6% Δασοκομία, υλοτομία 0,3% Αλιεία 0,7% Βιομηχανία τροφίμων και ποτών 3,1% Παραγωγή προϊόντων καπνού 0,2% Παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών υλών και προϊόντων 1,1% Σύνολο κλάδων οικονομίας 100,0% Πηγή:ΕΣΥΕ, Εθνικοί Λογαριασμοί, προσωρινά στοιχεία Η μείωση της απασχόλησης στη γεωργία οφείλεται στον υψηλό ποσοστό γήρανσης των απασχολούμενων σ αυτήν και στο χαμηλό ρυθμό εισόδου νεαρών ηλικιακά εργαζομένων στον γεωργικό τομέα. Η συμμετοχή των εργαζόμενων άνω των 45 ετών ξεπερνά το 61,7% 5
του συνόλου της απασχόλησης στη γεωργία (ΕΣΥΕ 1998). Η φθίνουσα πορεία της απασχόλησης στον γεωργικό τομέα συμβαδίζει με τον περιορισμό των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στην χώρα. Όπως φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί κατά την δεκαετία του 90 παρατηρείται μείωση 5,5% του αριθμού των εκμεταλλεύσεων. Αφού η συνολική έκταση της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης (Χ.Γ.Ε 1.) παραμένει σχεδόν αμετάβλητη, κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρουσιάζεται μικρή αύξηση της μέσης έκτασης των εκμεταλλεύσεων (6%). Παρά ταύτα το μέσο μέγεθος των εκμεταλλεύσεων στη χώρα παραμένει μικρό (44,3 στρέμματα ανά εκμετάλλευση) σε σχέση με το μέσο όρο της ΕΕ-15 που το αντίστοιχο μέγεθος ανέρχεται σε 184,1 στρέμματα. Εκμεταλλεύσεις (αριθμός) Εκμεταλλεύσεις με ΧΓΕ (αριθμός) Εκτάσεις ΧΓΕ (στρεμματα) Μέσο μέγεθος εκμεταλλεύσεων σε στρέμματα (ΧΓΕ/εκμετάλλευση) Απογραφή 1991 861.623 852.466 35.594.310 41,8 Απογραφή 2000 814.349 808.602 35.790.843 44,3 % μεταβολή -5,5% -5,1% 0,6% 6,0% Πηγή:ΕΣΥΕ,Απογραφή γεωργίας-κτηνοτροφίας 1991, προσωρινά στοιχεία απογραφής γεωργίας-κτηνοτροφίας 1999/2000 1 Στην Χρησιμοποιούμενη Γεωργική Έκταση περιλαμβάνονται οι εκτάσεις των αροτραίων καλλιεργειών, οι οικογενειακοί λαχανόκηποι, οι μόνιμες καλλιέργειες και τα μόνιμα λιβάδια και βοσκότοποι. 6
Ι.3. ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ι.3.1. Βασικές δραστηριότητες γεωργικών επιχειρήσεων Το συνολικό πλέγμα και η ροή των οικονομικών δραστηριοτήτων του ανθρώπου σε μία κοινωνία με ελεύθερη οικονομία παρουσιάζεται σε απλοποιημένη μορφή με το σχήμα που ακολουθεί. Στο σχήμα αυτό οικονομικές μονάδες ή οικονομικοί παράγοντες διακρίνονται αφενός στις παραγωγικές επιχειρήσεις (ή παραγωγούς) και στα νοικοκυριά (ή καταναλωτές). Η διάκριση σε νοικοκυριά και παραγωγικές επιχειρήσεις δεν αναφέρεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα αλλά στις οικονομικές δραστηριότητες που συναντάμε σε μία κοινωνία, είναι δηλαδή διάκριση δραστηριοτήτων και όχι προσώπων. Κύκλωμα ροής οικονομικών δραστηριοτήτων Καταναλωτικά έξοδα Αγαθά και Υπηρεσίες Νοικοκυριά Παραγωγικές Επιχειρήσεις Συντελεστές Παραγωγής Εισοδήματα Τα νοικοκυριά μιας κοινωνίας, αφενός είναι οι κάτοχοι των συντελεστών παραγωγής (εργασία, έδαφος, κεφάλαια), τους οποίους προμηθεύουν στις παραγωγικές επιχειρήσεις, αφετέρου με τα εισοδήματα που αποκτούν από την διάθεση των συντελεστών παραγωγής πραγματοποιούν καταναλωτικές δαπάνες, εξαγοράζοντας και καταναλώνοντας τα προϊόντα (αγαθά και υπηρεσίες) των παραγωγικών επιχειρήσεων, είναι δηλαδή οι καταναλωτές των προϊόντων. Οι παραγωγικές επιχειρήσεις, αφενός χρησιμοποιούν τους συντελεστές παραγωγής για να παράγουν προϊόντα (αγαθά και υπηρεσίες) που τα διαθέτουν στα νοικοκυριά και αφετέρου με τα έσοδα που αποκτούν από την διάθεση των προϊόντων τους εξαγοράζουν τους συντελεστές παραγωγής από τα νοικοκυριά. 7
Στο παραπάνω σχήμα ροής των οικονομικών δραστηριοτήτων, διακρίνεται ένα κύκλωμα που αφορά τα φυσικά ή μη χρηματικά μεγέθη (συντελεστές παραγωγής - αγαθά και υπηρεσίες) και ένα δεύτερο κύκλωμα με χρηματικά μεγέθη (εισόδημα νοικοκυριών -έσοδα επιχειρήσεων). Το ίδιο απλοποιημένο σχήμα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για την αναπαράσταση της ροής όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων των αναφερομένων στην γεωργία. Στην περίπτωση αυτή, οι οικονομικοί παράγοντες ή οι οικονομικές μονάδες μπορούν να διακριθούν, αφενός στα άτομα ή καταναλωτές ή νοικοκυριά και στους παραγωγούς οι γεωργικές επιχειρήσεις. Οι γεωργικές επιχειρήσεις είναι οι οικονομικοί παράγοντες που ασκούν την γεωργία. Για τον σκοπό αυτό προμηθεύονται τους αναγκαίους συντελεστές παραγωγής από τα νοικοκυριά, και παράγουν τα αντίστοιχα υλικά αγαθά (γεωργικά προϊόντα) ή τις υπηρεσίες, τα οποία στη συνέχεια προμηθεύουν τα νοικοκυριά. Για την προμήθεια των συντελεστών παραγωγής οι γεωργικές επιχειρήσεις, καταβάλλουν ορισμένα χρηματικά ποσά στα νοικοκυριά.. Υποβάλλονται δηλαδή σε κάποιες θυσίες ή δαπάνες, που ονομάζονται παραγωγικές δαπάνες ή δαπάνες παραγωγής των γεωργικών επιχειρήσεων. Οι δαπάνες αυτές είναι η αξία σε χρήμα των χρησιμοποιουμένων συντελεστών παραγωγής (με βάση τις τιμές της αγοράς) ή η αμοιβή χρήσης αυτών. Με την διάθεση των προϊόντων (υλικά αγαθά και υπηρεσίες) οι γεωργικές επιχειρήσεις εισπράττουν χρηματικά ποσά από τα νοικοκυριά. Έχουν δηλαδή έσοδα που καλούνται πρόσοδοι των γεωργικών επιχειρήσεων. Αυτές είναι η αξία σε χρήμα, με βάση τις τιμές της αγοράς, των παραγομένων και διατεθέντων απ αυτές προϊόντων. Η διαστολή των οικονομικών παραγόντων στην γεωργία (γεωργικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά) δεν αναφέρεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, αλλά αφορά την διάκριση οικονομικών δραστηριοτήτων. Η διάκριση μεταξύ προσώπων π.χ. παραγωγών και καταναλωτών δεν πραγματοποιείται εύκολα, αφού πολλές φορές οι δύο ιδιότητες συνυπάρχουν στο ίδιο πρόσωπο. Ειδικότερα στην Ελλάδα που το μεγαλύτερο μέρος των γεωργικών επιχειρήσεων ανήκει στην κατηγορία των οικογενειακής μορφής γεωργικών εκμεταλλεύσεων, το νοικοκυριό και η γεωργική εκμετάλλευση είναι αλληλένδετα. Η οικογένεια που απαρτίζει το νοικοκυριό διαθέτει το σύνολο ή μεγάλο μέρος των χρησιμοποιούμενων συντελεστών παραγωγής στην γεωργική εκμετάλλευση (έδαφος, εργασία κεφάλαια) και όχι σπάνια είναι σημαντική καταναλώτρια των προϊόντων της εκμετάλλευσης. Ακόμη το ταμείο του νοικοκυριού και της γεωργικής εκμετάλλευσης είναι κοινό. 8
Ανάλογο φαινόμενο συμβαίνει, σε μικρότερη έκταση και σε άλλους τομείς της οικονομίας (βιοτεχνίες, μικρές εμπορικές επιχειρήσεις κλπ.). Η διάθεση των προϊόντων (και των υπηρεσιών) των γεωργικών επιχειρήσεων προϋποθέτει την ύπαρξη αγοράς, δηλαδή τόπου και τρόπου σύνδεσης αγοραστών και πωλητών, αλλά και διαμόρφωσης τιμών των προϊόντων. Η προμήθεια των συντελεστών παραγωγής προϋποθέτει επίσης την ύπαρξη αγοράς. Στην αγορά των γεωργικών προϊόντων οι γεωργικές επιχειρήσεις είναι οι πωλητές και τα νοικοκυριά οι αγοραστές. Αντίθετα στην αγορά των συντελεστών παραγωγής οι γεωργικές επιχειρήσεις είναι οι αγοραστές και τα νοικοκυριά οι πωλητές. Από τα παραπάνω προκύπτουν οι βασικές οικονομικές λειτoυργίες των γεωργικών επιχειρήσεων. Οι λειτουργίες αυτές κατά χρονολογική σειρά είναι: α) Προγραμματισμός παραγωγής. β) Αγορά συντελεστών παραγωγής. γ) Χρησιμοποίηση των συντελεστών παραγωγής και παραγωγή γεωργικών προϊόντων. δ) Πώληση των παραχθέντων προϊόντων. Αντικειμενικός σκοπός στον οποίον αποβλέπουν οι γεωργικές επιχειρήσεις, υπό την έννοια των οικονομικών παραγωγικών μονάδων και για τον οποίο αναπτύσσουν τις προηγούμενες δραστηριότητες, είναι το κέρδος (ή επιχειρηματικό κέρδος) και ειδικότερα η μεγιστοποίησή του. Ως κέρδος καλούμε την διαφορά των παραγωγικών δαπανών από τα έσοδα των επιχειρήσεων. Κέρδος = Πρόσοδοι (έσοδα) της γεωργικής επιχείρησης - παραγωγικές δαπάνες Το κέρδος αυτό προφανώς είναι τόσο μεγαλύτερο για τις ίδιες ποσότητες προϊόντων, όσο οι πρόσοδοι (τα έσοδα) της επιχείρησης είναι μεγαλύτερα ή όσο οι παραγωγικές δαπάνες είναι μικρότερες. Στην αναλυτική διερεύνηση, από οικονομική άποψη, των παραπάνω λειτουργιών των γεωργικών επιχειρήσεων αποβλέπουν αρκετά από τα κεφάλαια που ακολουθούν. Ι.3.2. Χαρακτηριστικά των γεωργικών επιχειρήσεων α) Βασικές έννοιες 9
Ως γεωργική επιχείρηση ονομάζουμε την οικονομική παραγωγική μονάδα που συνδυάζει τους συντελεστές παραγωγής που έχει στην διάθεσή της, με σκοπό την παραγωγή γεωργικών προϊόντων (φυτικής ή ζωϊκής προέλευσης) και υπηρεσιών. Ο επικεφαλής της γεωργικής επιχείρησης αποφασίζει κάθε φορά ποια προϊόντα θα παραχθούν, σε ποια ποσότητα, με ποιο τρόπο και πού θα διατεθούν. Είναι αυτός δηλαδή που αποφασίζει για τα τεχνικοοικονομικά προβλήματα που προκύπτουν κατά την λειτουργία της επιχείρησης (διευθύνων). Η γεωργική επιχείρηση είναι τοπικά προσδιορισμένη και αποτελεί ένα παραγωγικό οργανισμό, όπου εφαρμόζεται ένα σύστημα παραγωγής γεωργικών προϊόντων. Ως σύστημα παραγωγής ορίζεται κάθε συνδυασμός παραγωγικής αξιοποίησης των συντελεστών παραγωγής (έδαφος, εργασία, κεφάλαιο), για την παραγωγή ενός ή περισσοτέρων γεωργικών προϊόντων. Κλάδοι παραγωγής της γεωργικής επιχείρησης είναι οι επιμέρους καλλιέργειες και τα εκτρεφόμενα παραγωγικά ζώα, που αποτελούν το αντικείμενο της παραγωγικής δραστηριότητας της, με σκοπό την παραγωγή γεωργικών προϊόντων προοριζόμενων για αυτοκατανάλωση ή για πώληση στην αγορά. Οι κλάδοι παραγωγής διακρίνονται σε: α) Κλάδους φυτικής παραγωγής, που είναι οι διάφορες καλλιέργειες που ανάλογα με την διάρκεια ζωής τους διαστέλλονται αφενός σε εποχιακές ή μονοετείς καλλιέργειες (σιτάρι, αραβόσιτος, τομάτα κλπ) και αφετέρου σε πολυετείς (αμπέλια, ροδακινιές κλπ). β) Κλάδους ζωϊκής παραγωγής, που είναι τα παραγωγικά ζώα που εκτρέφει η γεωργική επιχείρηση και κάθε είδος απ αυτά αποτελεί αυτοτελή κλάδο (πρόβατα, παχυνόμενοι μόσχοι, κλπ.). Το παραγωγικό σύστημα της γεωργικής επιχείρησης μπορεί να αποτελείται από ένα κλάδο παραγωγής (οπότε η γεωργική επιχείρηση ασκεί μονοκαλλιέργεια) ή από περισσότερους (η γεωργική επιχείρηση ασκεί πολυκαλλιέργεια). β) Βασικά χαρακτηριστικά και κατηγορίες γεωργικών επιχειρήσεων Σαν χαρακτηριστικά των γεωργικών επιχειρήσεων θεωρούνται τα σημαντικά γνωρίσματα ή στοιχεία τους, με βάση τα οποία ταξινομούνται σε διάφορες κατηγορίες ή τύπους ή μορφές ή κλάσεις με σκοπό την συστηματικότερη εξέταση ή ανάλυσή τους. 10
Τα κυριότερα χαρακτηριστικά στοιχεία των γεωργικών επιχειρήσεων είναι: α) Το μέγεθος που θεωρείται το σημαντικότερο χαρακτηριστικό στοιχείο μίας γεωργικής επιχείρησης. Το μέγεθος μπορεί να μετρηθεί με διάφορους τρόπους ή δείκτες: 1) Με βάση την έκταση του διαθέσιμου εδάφους. 2) Το διαθέσιμο ή απασχολούμενο εργατικό δυναμικό. 3) Άλλα οικονομικά μεγέθη. (οι δείκτες αυτοί θα αναλυθούν στα παρακάτω) β) Ο τεχνικοοικονομικός προσανατολισμός, που αναφέρεται στην συμμετοχή των διαφόρων κλάδων παραγωγής (φυτικών και ζωϊκών) στη συνολική παραγωγή της επιχείρησης. Το μέγεθος της συμμετοχής κάθε κλάδου παραγωγής σαν ποσοστό, μπορεί να μετρηθεί με διάφορους τρόπους (υπολογίζοντας την αξία παραγωγής κατά κλάδο, την απασχολούμενη εργασία κατά κλάδο, το ακαθάριστο κέρδος κατά κλάδο κλπ.). Συνεπώς οι γεωργικές επιχείρησεις ταξινομούνται, με βάση το βαθμό της παραγωγικής τους εξειδίκευσης σε διάφορους τύπους (δηλαδή επιχείρησεις εξειδικευμένες στην παραγωγή δημητριακών, στην ελαιοκομία, στην εκτροφή προβάτων κλπ.). Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται η κατανομή των εκμεταλλεύσεων της χώρας, όσον αφορά τον τεχνικοοικονομικό τους προσανατολισμό, με βάση την Έρευνα Διάρθρωσης Γεωργικών Εκμεταλλεύσεων του 1997. 11
Αριθμός Τεχνικοοικονομικός Προσανατολισμός εκμεταλλεύσεων % Δημητριακά 65.030 7,9% Καπνός 40.110 4,9% Βαμβάκι 38.710 4,7% Κηπευτικά και άνθη 16.930 2,1% Ελαιοκομία 193.210 23,6% Εσπεριδοειδή 20.980 2,6% Κρασιά 11.810 1,4% Λοιπά αμπελοκομικά προϊόντα 19.700 2,4% Πρόβατα 21.830 2,7% Αίγες 11.180 1,4% Βοοειδή 5.340 0,7% Καρποφάγα 2.860 0,3% Λοιπές αροτραίες καλλιέργειες 70.830 8,6% Λοιπές μόνιμες καλλιέργειες 130.730 16,0% Πολυκαλλιέργειες 87.080 10,6% Συνδυασμός εκτροφών 17.580 2,1% Μικτή εκτροφή μηρυκαστικών 14.390 1,8% Μικτή φυτική και ζωϊκή παραγωγή 50.660 6,2% ΣΥΝΟΛΟ 818.960 100,0% γ) Ο εμπορικός προσανατολισμός και ο βαθμός εκχρηματισμού των επιχειρήσεων. Το κριτήριο αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό, όσον αφορά την τυπολογία των γεωργικών επιχειρήσεων, αφού αναφέρεται στο επίπεδο οργάνωσης και λειτουργίας των γεωργικών επιχειρήσεων από την οικονομική σκοπιά, στον τρόπο εξασφάλισης των συντελεστών παραγωγής αλλά και στην μέθοδο αξιοποίησης των παραγομένων προϊόντων. Με βάση το κριτήριο αυτό οι επιχειρήσεις διακρίνονται σε: - Πρωτόγονες ή αυτοσυντηρούμενες ή αυτοκαταναλωτικές μονάδες γεωργικής παραγωγής. Οι μονάδες αυτές έχουν πολύ μικρή επαφή με το εμπόριο και απασχολούνται με την παραγωγή προϊόντων που προορίζονται κατά κύριο λόγο για να καλύψουν τις ανάγκες των μελών της οικογένειας του γεωργού 12
(αυτοκατανάλωση). Οι μονάδες αυτές τείνουν να εκλείψουν από τις ανεπτυγμένες χώρες. - Γεωργικές εκμεταλλεύσεις οικογενειακής μορφής. Οι μονάδες αυτές είναι σχετικά μικρού μεγέθους, στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην εργασία των μελών της οικογένειάς του γεωργού-ιδιοκτήτη και χρησιμοποιούν κυρίως ιδιόκτητο έδαφος και κεφάλαιο. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις αυτής της μορφής εκτός από μονάδες παραγωγής αποτελούν και μονάδες κατανάλωσης (νοικοκυριά) που απαρτίζονται από τις οικογένειες κατόχους των εκμεταλλεύσεων. Η συνύπαρξη των δυο αυτών οικονομικών δραστηριοτήτων στις οικογένειες συνεπάγεται και την χρησιμοποίηση κοινού ταμείου μεταξύ των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και των οικογενειών κατόχων των εκμεταλλεύσεων. Ο δισυπόστατος αυτός χαρακτήρας των οικογενειών κατόχων των εκμεταλλεύσεων διαφοροποιεί σημαντικά τους επιδιωκόμενους οικονομικούς στόχους των γεωργικών εκμεταλλεύσεων -σε σχέση με αυτούς των γεωργικών επιχειρήσεων (επιχειρηματικής μορφής γεωργικών εκμεταλλεύσεων)-, επηρεάζοντας τον τρόπο λειτουργίας των εκμεταλλεύσεων. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις οικογενειακής μορφής, σκοπεύουν κυρίως στη λήψη όσο το δυνατόν υψηλότερου εισοδήματος από την εργασία των μελών της οικογένειας, αλλά και στην μεγαλύτερη αμοιβή -με την μορφή των τόκων- των ιδιόκτητων κεφαλαίων (περιλαμβανομένου και του ιδιόκτητου εδάφους), που έχουν επενδυθεί στην γεωργική εκμετάλλευση. Παράγουν προϊόντα για πώληση στην αγορά και δευτερευόντως για αυτοκατανάλωση, ενώ ο ιδιοκτήτης της γεωργικής εκμετάλλευσης ασκεί και την διεύθυνση της. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στοχεύουν στην επίτευξη του μέγιστου δυνατού γεωργικού οικογενειακού εισοδήματος (το οικονομικό αυτό αποτέλεσμα θα αναλυθεί στα παρακάτω). Στην χώρα μας αποτελεί την σχεδόν αποκλειστική μορφή των μονάδων παραγωγής γεωργικών προϊόντων. - Γεωργικές επιχειρήσεις (ή επιχειρηματικής μορφής γεωργικές εκμεταλλεύσεις). Πρόκειται για μεγάλου μεγέθους παραγωγικές επιχειρήσεις, που χρησιμοποιούν σε σημαντικό βαθμό ξένη αμειβόμενη εργασία, ξένα (δανειζόμενα) κεφάλαια και ενοικιαζόμενη γη. Οι επιχειρήσεις αυτές είναι νομικά πρόσωπα εταιρικής μορφής (θα αναλυθούν στα 13
παρακάτω) και ο διευθύνων (manager) της επιχείρησης είναι αμειβόμενος. Παράγουν προϊόντα για να πωληθούν στην αγορά και ενδιαφέρονται για την επίτευξη όσο το δυνατόν μεγαλύτερου κέρδους και υψηλότερης αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων (το οικονομικό αυτό αποτέλεσμα θα αναλυθεί στα παρακάτω). Σήμερα στην χώρα μας λειτουργεί ένας μικρός αριθμός γεωργικών επιχειρήσεων. δ) Η μορφή οργάνωσης και η νομική μορφή που αναφέρονται στον αριθμό των ιδιοκτητών των γεωργικών επιχειρήσεων και στο νομικό τους χαρακτήρα. Με βάση το παραπάνω κριτήριο οι γεωργικές επιχειρήσεις διακρίνονται: 1. Ατομικές γεωργικές επιχειρήσεις, που ανήκουν σ ένα μόνο φυσικό πρόσωπο, στο όνομα του οποίου λειτουργεί η επιχείρηση. Οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην χώρα μας λειτουργούν με την παραπάνω μορφή. 2. Συλλογικές γεωργικές επιχειρήσεις, που αποτελούνται από δυο ή περισσότερες γεωργικές επιχειρήσεις οργανωμένες σ ένα ενιαίο σύνολο κάτω από κοινή διεύθυνση. Οι συλλογικές γεωργικές επιχειρήσεις μπορεί να αποτελούν τις λεγόμενες ομαδικές εκμεταλλεύσεις με άτυπη μορφή (με την ύπαρξη ενός απλού συμφωνητικού ή απλώς με βάση προφορική συμφωνία) ή να έχουν τη μορφή γεωργικών συνεταιρισμών παραγωγής ή τέλος να είναι εταιρικής μορφής νομικά πρόσωπα (Ανώνυμες Εταιρίες, Εταιρίες Περιορισμένης Ευθύνης, Ομόρρυθμες και Ετερόρρυθμες Εταιρίες). Οι μεγάλου μεγέθους γεωργικές επιχειρήσεις (ή επιχειρηματικής μορφής γεωργικές εκμεταλλεύσεις) στην χώρα μας ανήκουν σ ένα από τα παραπάνω νομικά πρόσωπα. 3. Δημόσιες ή κρατικές γεωργικές επιχειρήσεις. γ) Κριτήρια προσδιορισμού του μεγέθους των γεωργικών επιχειρήσεων Τα κυριότερα κριτήρια για τον προσδιορισμό του μεγέθους των γεωργικών επιχειρήσεων είναι: Η έκταση του εδάφους της γεωργικής επιχείρησης, που εκφράζεται σε στρέμματα ή εκτάρια (1 εκτάριο-ha=10στρέμματα) και περιλαμβάνει την ιδιόκτητη και την ενοικιαζόμενη έκταση γης, που αφορά την γεωργική γη (καλλιεργούμενο έδαφος και αγρανάπαυση), τους βοσκότοπους και τους λειμώνες. Ο δείκτης αυτός αποτελεί 14
εύκολο μέσο σύγκρισης, αλλά μειονεκτεί αφού αφενός δεν εκφράζει και τους υπόλοιπους συντελεστές παραγωγής και αφετέρου το έδαφος δεν είναι κατά κανόνα ομοιογενές από την άποψη της σύστασης, της γονιμότητας και γενικότερα της αξίας. Ο αριθμός των παραγωγικών ζώων. Ο δείκτης αυτός χρησιμοποιείται σε επιχειρήσεις που εξειδικεύονται στην κτηνοτροφία. Επειδή υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην παραγωγική ικανότητα των ζώων, χρησιμοποιείται ένας ενιαίος δείκτης η Ζωϊκή Μονάδα. Μία (1) Ζωϊκή Μονάδα αντιστοιχεί σε μια αγελάδα γαλακτοπαραγωγής, ενώ για τα υπόλοιπα παραγωγικά ζώα χρησιμοποιούνται κατάλληλοι συντελεστές αναγωγής. Οι απαιτούμενες μονάδες ανθρώπινης εργασίας. Ο δείκτης αυτός υπολογίζεται σε ανθρωποημέρες ή ανθρωποώρες ενός κανονικού ενήλικα ανθρώπου που απαιτούνται συνολικά για όλες τις καλλιεργητικές εργασίες σε μια γεωργικής επιχείρηση στη διάρκεια ενός έτους. Ο δείκτης εκφράζεται σε Ετήσιες Μονάδες Εργασίες (Ε.Μ.Ε.) ή Μονάδες Ανθρώπινης Εργασίας. Μία (1) Ε.Μ.Ε. ή Μ.Α.Ε. αφορά την εργασία ενός ικανού για εργασία ανθρώπου, ηλικίας 18-64 ετών που δουλεύει 280 ημερομίσθια ετησίως ή 2.240 ώρες. Οι συντελεστές που δείχνουν την διαφοροποίηση αποδοτικότητας της εργασίας με βάση την Ε.Μ.Ε. ή Μ.Α.Ε. είναι: Κατηγορίες ηλικιών Συντελεστές ΕΜΕ ή ΜΑΕ 14-17 ετών 0,8 18-64 ετών 1 65 ετών και άνω 0,8 Η αξία του επενδυμένου κεφαλαίου. Ως επενδυμένο κεφάλαιο χαρακτηρίζεται η αξία σε χρηματικές μονάδες (ευρώ) όλων των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιεί η γεωργική επιχείρηση εκτός από την ανθρώπινη εργασία. Η συνολική αξία της γεωργικής παραγωγής. Στην επιχείρηση η συνολική αξία των παραγόμενων προϊόντων, που ονομάζεται ακαθάριστη αξία παραγωγής, υπολογίζεται ως το άθροισμα των γινομένων των παραγόμενων ποσοτήτων κάθε προϊόντος με τις αντίστοιχες τιμές αγοράς. 15
Το οικονομικό μέγεθος που προσδιορίζεται από τον υπολογισμό του συνολικού Τυπικού Ακαθάριστου Κέρδους (Τ.Α.Κ.) της επιχείρησης, δηλαδή το άθροισμα των υπολογιζόμενων Τ.Α.Κ. που αντιστοιχούν στο μέγεθος κάθε παραγωγικού κλάδου που εντάσσεται στη γεωργική εκμετάλλευση. Το Τ.Α.Κ. κάθε κλάδου προσδιορίζεται ξεχωριστά, στην μονάδα μέτρησης του (ανά στρέμμα ή ανά ζώο) και υπολογίζεται αν από την συνολική αξία του παραγόμενου προϊόντος αφαιρεθούν ορισμένες μεταβλητές δαπάνες. Το οικονομικό μέγεθος των επιχειρήσεων χρησιμοποιείται ως δείκτης ταξινόμησης των γεωργικών επιχειρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εκφράζεται σε Ευρωπαϊκές Μονάδες Μεγέθους. Μία (1) Ευρωπαϊκή Μονάδα Μεγέθους (Ε.Μ.Μ.) αντιστοιχεί σε Τ.Α.Κ. ύψους 1.200 ευρώ. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται η κατανομή των εκμεταλλεύσεων της χώρας, όσον αφορά βασικές κατηγορίες οικονομικού μεγέθους, με βάση την Έρευνα Διάρθρωσης Γεωργικών Εκμεταλλεύσεων του 1997. 0 - <2 EMM 2 - <16 EMM 16 - <40 EMM >= 40 EMM ΣΥΝΟΛΟ 293.470 469.860 50.120 5.470 818.920 35,8% 57,4% 6,1% 0,7% 100,0% 16
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ. ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Αναφερόμενοι σε συντελεστές παραγωγής από την πλευρά διερεύνησης της αγροτικής οικονομίας αναφερόμαστε σε οικονομικά αγαθά (όπως αναφέρθηκε στα προηγούμενα) δηλαδή σε σπάνια αγαθά (που βρίσκονται σε περιορισμένη ποσότητα) και επομένως σε αγαθά που το ύψος συμμετοχής τους στην παραγωγή των γεωργικών προϊόντων ρυθμίζεται από τον άνθρωπο. Η φύση με την έννοια του οικολογικού περιβάλλοντος (εδαφοκλιματικές συνθήκες κλπ, του έμβιου μικρόκοσμου, των σημειούμενων φυσικο-χημικών και βιολογικών διεργασιών) αποτελεί πρωταρχικό παράγοντα για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων. Τα περισσότερα όμως αγαθά που προέρχονται από την φύση και συμβάλλουν στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων είναι ελεύθερα αγαθά και συνεπώς δεν θεωρούνται συντελεστές παραγωγής από την πλευρά της αγροτικής οικονομίας, αφού άλλωστε η χρησιμοποιούμενη ποσότητά τους δεν εξαρτάται από τον άνθρωπο (γεωργό). Το έδαφος που αποτελεί μέρος της φύσης, θεωρείται συντελεστής παραγωγής, αφού είναι οικονομικό αγαθό με την έννοια ότι σαν έκταση εξεταζόμενο είναι περιορισμένο. Αντίθετα το νερό της βροχής (μέρος επίσης της φύσης) δεν θεωρείται ως συντελεστής παραγωγής στις γεωργικές επιχειρήσεις, αφού είναι ελεύθερο αγαθό, η ποσότητά του δεν εξαρτάται από την θέληση των γεωργών και κανένα δεν επιβαρύνει. Όμως το νερό που συναντάμε στην φύση, αλλά για την απόκτηση του οποίου η γεωργική επιχείρηση υπόκειται σε θυσία (κατασκευάζοντας γεωτρήσεις και χρησιμοποιώντας αρδευτικά μηχανήματα), αποτελεί συντελεστή παραγωγής αφού παύει ναι είναι απεριόριστο. ΙΙ.1. ΕΔΑΦΟΣ α) Έννοια-Ορισμός Έδαφος από την πλευρά της αγροτικής οικονομίας καλούμε την επιφάνεια ή έκταση της γης που αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης του ανθρώπου για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων, δηλαδή την επιφάνεια της γης όπου ασκείται η γεωργία από τον άνθρωπο (καλλιέργεια φυτών, διατροφή ζώων κλπ). 17
Για μια ορισμένη γεωργική επιχείρηση ως έδαφος θεωρείται ολόκληρη η επιφάνεια της γης πάνω στην οποία η επιχείρηση σαν οικονομική μονάδα ασκεί τις δραστηριότητές της. Το έδαφος της γεωργικής επιχείρησης περιλαμβάνει όλες τις εκτάσεις που καλλιεργούνται, ή χρησιμοποιούνται για την βόσκηση των ζώων ή για την εγκατάσταση κτισμάτων και οι οποίες εκτάσεις ανήκουν στην επιχείρηση ή χρησιμοποιούνται έναντι καταβολής ενοικίου. Το έδαφος μιας γεωργικής επιχείρησης ή μιας ευρύτερης περιοχής εννοείται σε κάθε περίπτωση, όπως έχει και βρίσκεται κατά το χρόνο χρησιμοποιήσεώς του από άποψη συνθηκών περιβάλλοντος και βιο-φυσικοχημικής κατάστασης αυτού καθώς και κάθε από προηγούμενης τυχόν επέμβασης του ανθρώπου σ αυτό. Η ανθρώπινη επέμβαση στο έδαφος αφορά όλες τις βελτιωτικές ενέργειες του ανθρώπου που ενσωματώνονται για πάντα στο έδαφος (π.χ. εκχέρσωση, ισοπέδωση, ξελίθιασμα, κατασκευή αναβαθμίδων, έκπλυση αλάτων κλπ). Κτίσματα, όπως και αρδευτικά ή αποστραγγιστικά έργα που υπόκεινται σε φθορά, δεν περιλαμβάνονται στα προαναφερθέντα έργα. Εξ άλλου το περιβάλλον και οι φυσικές συνθήκες του εδάφους αφ ενός προσδιορίζουν τις δυνατές καλλιέργειες και χρήσεις του εδάφους ενώ αφ ετέρου επηρεάζουν το μέγεθος και το είδος των απαιτούμενων ποσοτήτων από άλλους συντελεστές παραγωγής (π.χ. εργασία, λιπάσματα, νερό κλπ.). β) Γενικές ιδιότητες του εδάφους Σαν γενικές χαρακτηριστικές ιδιότητες του εδάφους με τις οπίες ασχολείται η αγροτική οικονομία είναι: α) Το αμετακίνητο γεωγραφικά. β) Το άφθαρτο. γ) Το ανεπαύξητο. α) Αμετακίνητο γεωγραφικά Αντίθετα με τους υπόλοιπους συντελεστές παραγωγής, γεωγραφική μετακίνηση του εδάφους (με την έννοια της έκτασης) δεν είναι νοητή. Η ιδιότητα αυτή συνεπάγεται ότι για ένα συγκεκριμένο έδαφος το φυσικό του περιβάλλον είναι δεδομένο, με όλες τις επιπτώσεις του στην ασκούμενη γεωργία σ αυτό το έδαφος. 18
Αφ ετέρου μεταξύ ομοίων εδαφών σημειώνεται διαφοροποίηση, στο κόστος μεταφοράς προϊόντων και συντελεστών, ανάλογα της απόστασης των εδαφών από τα κέντρα διάθεσης των γεωργικών προϊόντων ή προμήθειας συντελεστών παραγωγής. Το αμετακίνητο του εδάφους επηρεάζει άμεσα α)την παραγωγική κατεύθυνση μιας γεωργικής επιχείρησης ή μιας περιοχής δηλαδή ποια γεωργικά προϊόντα θα παραχθούν. β) Τις σχέσεις μεταξύ των ποσοτήτων των συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή των προϊόντων, λόγω διαφοροποίησης του κόστους αυτών. Στην ιδιότητα του αμετακίνητου του εδάφους βασίζεται και η θεωρία του Γερμανού Von Thünen που μελέτησε τη γεωγραφική κατανομή της παραγωγής γεωργικών προϊόντων ανάλογα της θέσης των γεωργικών επιχειρήσεων. Κατά την θεωρία του Von Thünen η γεωργία μιας χώρας αναπτύσσεται κατά την έννοια των ομόκεντρων ζωνών γύρω από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Οι ζώνες που είναι πιο κοντά στα αστικά κέντρα χρησιμοποιούνται από εντατικά συστήματα παραγωγής (που χρησιμοποιούν υψηλή ποσότητα εργασίας ή κεφαλαίου ή και των δύο κατά μονάδα εδάφους), που παράγουν κυρίως φθαρτά προϊόντα, ογκώδη (υψηλού κόστους μεταφοράς ανά μονάδα προϊόντος) και σχετικά υψηλής τιμής (π.χ. γάλα, λαχανικά κλπ.). Οι πιο απομακρισμένες ζώνες χρησιμοποιούνται κυρίως από εκτατικά συστήματα (που χρησιμοποιούν περιορισμένες ποσότητες εργασίας και κεφαλαίου κατά μονάδα εδάφους), με σκοπό την παραγωγή προϊόντων που συντηρούνται εύκολα και δεν είναι ογκώδη (π.χ. σιτηρά, όσπρια, κτηνοτροφικοί καρποί, καπνός κλπ.). Βέβαια η ανάπτυξη της συγκοινωνίας και η βελτίωση της τεχνολογίας της παραγωγής και διακίνησης των γεωργικών προϊόντων (δημιουργία ανθεκτικών ποικιλιών, χρησιμοποίηση ψυγείων συντήρησης, κατασκευή οδικών αξόνων και χρησιμοποίηση σύγχρονων μέσων μεταφοράς που αυξάνουν την ταχύτητα διακίνησης) ανέτρεψε σε μεγάλο βαθμό τη θεωρία του Von Thünen. Όμως, σαν ιδέα που προκύπτει από την διαφοροποίηση του κόστους μεταφοράς των προϊόντων και των συντελεστών παραγωγής λόγω αποστάσεων, δεν παύει να ισχύει με προϋποθέσεις ακόμη και σήμερα. β) Αφθαρτο. Το έδαφος εφόσον χρησιμοποιείται με τον συνήθη παραδεκτό τρόπο και λαμβάνονται μέτρα στοιχειώδους συντήρησης του είναι άφθαρτο, δηλαδή κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές δεν 19
μεταβάλλονται, με την πάροδο του χρόνου, οι φυσικές ιδιότητες του εδάφους (η μηχανική, φυσικο-χημική και βιολογική του σύσταση). Η ιδιότητα αυτή, από οικονομική άποψη σημαίνει ότι, η αξία του εδάφους δεν μειώνεται ούτε με την πάροδο του χρόνου ούτε λόγω της χρήσης του. Αφού η αξία του εδάφους δεν μειώνεται τότε η χρήση του κατά την άσκηση της γεωργίας δεν επιβαρύνεται με την δαπάνη της απόσβεσης (η δαπάνη αυτή θα αναλυθεί στα παρακάτω). Συνεπώς, έστω και εάν για την απόκτηση του εδάφους δαπανήθηκαν χρηματικά ποσά από την γεωργική επιχείρηση, η χρήση του δεν επιβαρύνεται με την απόσβεση του χρηματικού ποσού (όπως συμβαίνει με άλλους συντελεστές παραγωγής και ειδικά για τον συντελεστή παραγωγής κεφάλαιο). Η αξία του εδάφους ενδέχεται να αυξάνει λόγω της άλλης ιδιότητας του εδάφους (του ανεπαύξητου) και των βελτιωτικών επεμβάσεων του ανθρώπου στο έδαφος. Άλλωστε λόγω του αφθάρτου και της (συχνής) αύξησης της αξίας του εδάφους, αυτό θεωρείται από τις ασφαλέστερες επενδύσεις. γ) Ανεπαύξητο. Για κάθε χώρα, όπως και για το σύνολο της γης η έκταση της γεωργικής γης έχει ένα ανώτατο όριο, το οποίο κάθε χώρα δεν μπορεί να υπερβεί. Μικρή αύξηση του ορίου βέβαια μπορεί να γίνει με αποξηραντικά έργα (π.χ. Κωπαίδα), εκβραχισμοί, προσχώσεις (π.χ. θαλάσσια φράγματα της Ολλανδίας). Για τις γεωργικές επιχειρήσεις. δεν ισχύει όμως ανάλογο όριο, αφού κάθε επιχείρηση μπορεί να αγοράσει ή να νοικιάσει (έως ένα βαθμό) πρόσθετα εδάφη. Το ανεπαύξητο οδηγεί στην καλύτερη αξιοποίηση και χρησιμοποίηση του εδάφους, που σημαίνει από την πλευρά της αγροτικής οικονομίας, η προσπάθεια για μεγαλύτερη εντατικοποίηση της παραγωγής, δηλαδή η αύξηση των χρησιμοποιούμενων ποσοτήτων από τους υπόλοιπους συντελεστές παραγωγής (εργασία και κεφάλαια) κατά μονάδα εδάφους. Η έκταση της γεωργικής γης δεν αυξάνεται αλλά μπορεί να μειωθεί λόγω κατασκευής οδικών αξόνων, οικισμών κλπ., με αποτέλεσμα να προκαλείται πρόσθετη αύξηση της τιμής του εδάφους, λόγω της ζήτησης του για αστικές χρήσεις. Τελικά η τιμή του εδάφους δεν έχει μόνο γενική τάση να αυξάνεται. Επηρεάζεται και από τις αναμενόμενες προσόδους των καλλιεργειών που αξιοποιούν το έδαφος. Πτώση των προσόδων μπορεί να προκαλέσει και μείωση της αξίας του εδάφους. γ) Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εδάφους 20
Εκτός από τις γενικές ιδιότητες του εδάφους, αναφέρονται και άλλες χαρακτηριστικές ιδιότητες που αφορούν την γεωργική γη. Οι ιδιότητες αυτές διαφοροποιούν την φυσική παραγωγικότητα του εδάφους και συμβάλουν στην επιλογή των κατάλληλων παραγωγικών συστημάτων από τις γεωργικές επιχειρήσεις. 1. Φυσικές συνθήκες. α) μορφή, θέση (υψόμετρο), ανάγλυφο, κλίμα. β) σύσταση εδάφους (από φυσική και χημική άποψη) 2. Γονιμότητα εδάφους. 3. Υδατική κατάσταση. 4. Μέγεθος. 5. Μορφή ιδιοκτησίας. 6. Αριθμός αγροτεμαχίων. 7. Αποστάσεις αγροτεμαχίων. 8. Αποστάσεις από τα κέντρα διάθεσης των προϊόντων. 9. Αποστάσεις από τα κέντρα προμήθειας παραγωγικών συντελεστών. 10. Συγκοινωνιακή εξυπηρέτηση. ΙΙ.2. ΕΡΓΑΣΙΑ Η ανθρώπινη προσπάθεια μπορεί να είναι είτε σωματική - χειρονακτική (σκάψιμο, βοτάνισμα, ράντισμα, συλλογή γεωργικών προϊόντων) είτε πνευματική (κατάστρωση καλλιεργητικού προγράμματος, επιστασία εργατών, τήρηση λογιστικών βιβλίων κλπ ). Την προσπάθεια αυτή καλούμε εργασία. Εργασία, από την πλευρά της αγροτικής οικονομίας, με την έννοια του συντελεστή παραγωγής καλούμε κάθε ανθρώπινη προσπάθεια σωματική και πνευματική για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων. Ο διαχωρισμός της εργασίας σε σωματική και πνευματική δεν είναι πάντα εύκολος, αφού πολλές φορές η ίδια εργασία απαιτεί και πνευματική και σωματική προσπάθεια (π.χ. ποιοτικός διαχωρισμός γεωργικών προϊόντων, κλάδεμα). Κατά την σταδιακή μετάβαση του ανθρώπου από την εποχή του κυνηγιού, της αλιείας και της συλλογής αγρίων καρπών στην εποχή της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, για την 21
κάλυψη βασικών αναγκών διαβίωσης χρησιμοποιήθηκε κυρίως η σωματική (καθώς και η ζωϊκή όταν ήταν εφικτό) εργασία. Στην σύγχρονη εποχή, η χειρονακτική εργασία αντικαθίσταται από την μηχανική εργασία, λόγω της προόδου της επιστήμης και της τεχνολογίας. Η εξέλιξη αυτή είναι δημιούργημα της πνευματικής προσπάθειας του ανθρώπου για την μηχανοποίηση των απαιτούμενων χειρονακτικών εργασιών, την μείωση του απαιτούμενου χρόνου εργασίας και την βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Πρόσφατα η διάδοση της χρήσης των υπολογιστικών συστημάτων (Η/Υ) επέτρεψε και την μείωση της απαιτούμενης πνευματικής εργασίας σε πολλούς τομείς της γεωργικής δραστηριότητας. Οι εξελίξεις στον τομέα της εργασίας χαρακτηρίζονται από την μεγαλύτερη εξειδίκευση σε κάποιες εργασίες, τη μείωση της ανθρώπινης εργασίας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος ή εκτελούμενου έργου (π.χ. συγκομιδή 1 στρέμματος σίτου με το δρεπάνι ή την θεριζοαλωνιστική μηχανή) και των συνολικών ωρών απασχόλησης ανά εργαζόμενο. Σε αντίθεση με τον συντελεστή έδαφος, η ανθρώπινη εργασία είναι ποσοτικά αυξομειώσιμη, μετακινείται εύκολα και αφού προέρχεται από τον άνθρωπο μπορεί να χαρακτηρισθεί φθαρτή. Σαν σύνολο ωρών απασχόλησης ή αριθμού απασχολουμένων, μπορεί να μεταβληθεί ποσοτικά τόσο σε επίπεδο κλάδων παραγωγής και γεωργικών επιχειρήσεων, όσο και σε επίπεδο χώρας. Άλλωστε, η αγροτική ανάπτυξη μιας χώρας συνδέεται κατά κανόνα, με τη μείωση της χρησιμοποιούμενης εργασίας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος. Η μείωση αυτή όπως προαναφέρθηκε οφείλεται στην ανάπτυξη της γεωργικής τεχνολογίας και στη συνεχή υποκατάσταση της εργασίας από τον συντελεστή παραγωγής κεφάλαιο (χρησιμοποίηση γεωργικών μηχανημάτων και εργαλείων, φυτοφαρμάκων κλπ.) Η μείωση της χρησιμοποιούμενης εργασίας στις γεωργικές επιχειρήσεις δημιουργεί της συνθήκες μείωσης των απασχολουμένων κατοίκων μιας χώρας στην γεωργία. Η χρησιμοποίηση της εργασίας στη γεωργία χαρακτηρίζεται από την άνιση και εποχιακή κατανομή των απαιτούμενων ωρών εργασίας. Το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται ιδιαίτερα στις φυτικές καλλιέργειες και λιγότερο στην κτηνοτροφία και είναι αποτέλεσμα του βιολογικού χαρακτήρα της γεωργικής παραγωγής, της φθαρτότητας πολλών γεωργικών προϊόντων και της εξάρτησης πολλών γεωργικών εργασιών από τους κλιματολογικούς παράγοντες. Αμοιβή είναι η οικονομική απαίτηση του εργαζόμενου έναντι της από αυτόν προσφερόμενης εργασίας. 22
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ύψος της αμοιβής, οι τρόποι καταβολής της και η μορφή της. Το ύψος της αμοιβής του εργαζόμενου καθορίζεται κυρίως με βάση την απόδοση του και το γενικότερο επίπεδο των ημερομισθίων στην περιοχή. Οι τρόποι με τους οποίους παρέχεται η αμοιβή διακρίνεται αφ ενός μεν η πληρωμή σε χρήμα και αφ ετέρου η πληρωμή σε είδος (ποσοστό συγκομιζόμενου προϊόντος κλπ). Η μορφή της αμοιβής του εργαζομένου μπορεί να καθορίζεται με βάση: α) Τη διάρκεια της εργασίας. β) Το εκτελεσθέν έργον (κατ αποκοπήν αμοιβή). γ) Το συνδυασμό διάρκειας της εργασίας και του εκτελεσθέντος έργου. Ο καθορισμός της αμοιβής με βάση τη χρονική διάρκεια της εργασίας ενδείκνυται για εργασίες στο γεωργικό τομέα, που απαιτούν επιμέλεια και δεν είναι εύκολος ο έλεγχος του τελικού αποτελέσματος (π.χ. κλάδεμα, κλπ. κηπευτικών στα θερμοκήπια). Ο τρόπος αυτός ενδείκνυται επίσης για εργάτες που εκτελούν διάφορα είδη εργασίας κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η κατ αποκοπήν αμοιβή των εργαζομένων στηρίζεται στο εκτελούμενο έργο μετρούμενο σε στρέμματα (π.χ. αμοιβή ανά στρέμμα για τη διασπορά λιπάσματος), σε κιλά (αμοιβή ανά κιλό συγκομιζόμενου βάμβακος χειροσυλλογής), ανά δένδρο (αμοιβή ανά δένδρο για το κλάδεμά τους) κλπ. Η αμοιβή που συνδυάζει τη χρονική διάρκεια και το εκτελεσθέν έργο στηρίζεται κυρίως στο ημερομίσθιο με την υποχρέωση όμως του εργαζόμενου να τελειώσει ορισμένο έργο (π.χ. σταβλίτης για στάβλο ορισμένων ζώων κλπ). Όσον αφορά τον ρόλο της εργασίας στη λειτουργία των γεωργικών επιχειρήσεων, διακρίνεται αφενός η διαθέσιμη εργασία που προσφέρεται από τους μόνιμους εργαζόμενους σ αυτήν (στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις οικογενειακής μορφής η εργασία προσφέρεται από τα μέλη της οικογένειας, ενώ στις γεωργικές επιχειρήσεις προσφέρεται από έμμισθους μόνιμους υπαλλήλους) και αφετέρου η χρησιμοποιούμενη εργασία. Εάν η χρησιμοποιούμενη εργασία είναι ίση με την διαθέσιμη, τότε αναφερόμαστε σε γεωργική επιχείρηση πλήρους απασχόλησης. Εάν η χρησιμοποιούμενη εργασία είναι μικρότερη από την διαθέσιμη, τότε αναφερόμαστε σε γεωργική επιχείρηση υποαπασχόλησης. Εάν η χρησιμοποιούμενη εργασία είναι μεγαλύτερη από τη διαθέσιμη, τότε αναφερόμαστε σε γεωργική επιχείρηση υπεραπασχόλησης. 23
Οι χαρακτηρισμοί που αναφέρθηκαν παραπάνω προσδιορίζονται με βάση το ισοζύγιο εργασίας της γεωργικής επιχείρησης ή το βαθμό απασχόλησης του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού μιας γεωργικής επιχείρησης. Χρησιμοποιούμενη εργασία (σε ώρες) Βαθμός απασχόλησης = Διαθέσιμη εργασία (σε ώρες) x 100 ΙΙ.3. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Κεφάλαιο ή κεφαλαιουχικά αγαθά εννοούμε συντελεστές παραγωγής μη ανθρώπινους και μη φυσικούς, δηλαδή άλλους εκτός του εδάφους και της εργασίας. Οι συντελεστές αυτοί παραγωγής είναι αποτέλεσμα προηγούμενης παραγωγικής δραστηριότητας του ανθρώπου χρησιμοποιώντας εργασία, φυσικούς πόρους και άλλα κεφαλαιουχικά αγαθά. Τέτοιοι συντελεστές παραγωγής είναι τα κτίσματα, τα μηχανήματα, τα λιπάσματα, τα φάρμακα, οι ζωοτροφές, οι φυτείες, τα ζώα κλπ. Βασικό χαρακτηριστικό των κεφαλαιουχικών αγαθών είναι ότι αυτοί οι συντελεστές παραγωγής είναι φθαρτοί, έχουν δηλαδή περιορισμένη διάρκεια χρήσεως στην παραγωγική διαδικασία. Ορισμένοι απ αυτούς μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο μία φορά (σπόροι, λιπάσματα κλπ ), ενώ άλλα καταναλώνονται σταδιακά, στην διάρκεια πολλών χρήσεων (κτίσματα, ζώα κλπ ), οπότε αντικαθίστανται. Για τα κεφαλαιουχικά αγαθά που καταναλώνονται σταδιακά (σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από μία ετήσια χρήση) επιβλήθηκε η πρόβλεψη της δαπάνης απόσβεσής τους (η έννοια της δαπάνης αυτής θα αναλυθεί στα παρακάτω). α) Διάκριση -Ταξινόμηση Κεφαλαίου Η διάρκεια ζωής των διάφορων κεφαλαιουχικών αγαθών και η προσάρτησή τους ή όχι στο έδαφος χρησιμοποιείται για την διάκρισή τους στις παρακάτω τρεις κατηγορίες: -Στο κυκλοφοριακό ή αναλώσιμο κεφάλαιο Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τα μέσα παραγωγής η διάρκεια χρήσεως των οποίων είναι πολύ μικρή (είναι κυρίως μιας χρήσεως) και γενικότερα καταναλώνονται εντός μίας μόνον οικονομικής χρήσης των γεωργικών επιχειρήσεων, δηλαδή σε ένα έτος. 24
-Στο ημιμόνιμο ή ημιπάγιο κεφάλαιο Αναφέρεται στα κεφαλαιουχικά αγαθά που έχουν μέση διάρκεια χρήσεως (οπωσδήποτε μεγαλύτερη του ενός έτους) και δεν είναι προσαρτημένα στο έδαφος. -Στο μόνιμο ή πάγιο ή κτηματικό κεφάλαιο Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται τα μέσα παραγωγής που έχουν μεγάλη διάρκεια χρήσεως και είναι προσαρτημένα στο έδαφος. Στην τελευταία κατηγορία κατατάσσουμε το έδαφος, ως κεφάλαιο με απεριόριστη διάρκεια χρήσεως. Συνεπώς σε ένα ευρύτερο ορισμό του κεφαλαίου εννοούμε όλους τους συντελεστές παραγωγής, εκτός της εργασίας, που αποτελούν το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας της επιχείρησης. Οι συντελεστές αυτοί ονομάζονται ενεργητικό της γεωργικής επιχείρησης και αντιπροσωπεύουν ορισμένη οικονομική αξία. Αναλυτικότερα σε κάθε βασική κατηγορία κεφαλαίου περιλαμβάνονται : 1. Μόνιμο ή πάγιο ή κτηματικό κεφάλαιο -Το έδαφος -Οι έγγειες βελτιώσεις (που υπόκεινται σε απόσβεση) -Τα κτίσματα (αποθήκες, σταύλοι κλπ) -Οι πολυετείς φυτείες (δενδρώνες, αμπελώνες, πολυετείς θάμνοι κλπ). 2. Ημιμόνιμο ή ημιπάγιο κεφάλαιο -Το ζωϊκό κεφάλαιο, δηλαδή τα ζώα παραγωγής και εργασίας (αγελάδες, πρόβατα, χοίροι, άλογα κλπ) -Ο γεωργικός εξοπλισμός, δηλαδή μηχανήματα και εργαλεία (ελκυστήρες, αντλητικά και ψεκαστικά μηχανήματα, κλαδευτήρια κ.α.) -Σκεύη και υλικά διαρκείας (κιβώτια, πλαστικά καλύμματα θερμοκηπίων πολλών χρήσεων, ξυλεία, έπιπλα γραφείου κλπ). 3. Κυκλοφοριακό ή αναλώσιμο κεφάλαιο -Εφόδια, αποθέματα, υλικά (σπόροι, λιπάσματα, φάρμακα, ζωοτροφές, υλικά συσκευασίας κλπ) 25
-Τα παχυνόμενα ζώα (μόσχοι, χοιρίδια, αρνιά κλπ) -Την ηρτημένη εσοδεία, δηλαδή προϊόντα που δεν έχουν ωριμάσει και δεν συγκομίσθηκαν ακόμη από τα φυτά μονοετών ή πολυετών καλλιεργειών (προς το τέλος της παραγωγικής περιόδου). -Τις προκαταβολές καλλιεργειών, που αφορούν στις περιπτώσεις απογραφής, συντελεστές παραγωγής (λιπάσματα, φάρμακα κλπ) που ήδη χρησιμοποιήθηκαν πριν την ημέρα απογραφής των περιουσιακών στοιχείων της γεωργικής επιχείρησης, για την παραγωγή προϊόντων που θα πραγματοποιηθεί μετά την ημέρα απογραφής (στην αρχή της παραγωγικής περιόδου). -Τα μετρητά που βρίσκονται στο ταμείο της επιχείρησης, τις καταθέσεις, τις απαιτήσεις έναντι τρίτων (γραμμάτια, επιταγές κλπ) -Τα αδιάθετα προϊόντα της γεωργικής επιχείρησης Ακόμη το μόνιμο και ημιμόνιμο κεφάλαιο ονομάζεται και σταθερό κεφάλαιο ενώ το κυκλοφοριακό ονομάζεται και μεταβλητό κεφάλαιο. β) Ενεργητικό Γεωργικής Εκμετάλλευσης και εκτίμησή του. Το σύνολο των κεφαλαιουχικών αγαθών μιάς γεωργικής επιχείρησης, δηλαδή το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων ή η συνολική αξία των συντελεστών παραγωγής που διαθέτει η γεωργική επιχείρηση, πλην της εργασίας, αποτελεί το Ενεργητικό της γεωργικής επιχείρησης. Όμως, η γεωργικής επιχείρηση μπορεί να οφείλει μέρος ή το σύνολο των περιουσιακών της στοιχείων σε τρίτους (με την μορφή πληρωτέων λογαριασμών, δανείων κλπ). Οι υποχρεώσεις αυτές της γεωργικής επιχείρησης αποτελούν το Παθητικό της. Ως Καθαρή Περιουσία της γεωργικής επιχείρησης ονομάζουμε την διαφορά μεταξύ Ενεργητικού και Παθητικού. Τα τρία αυτά στοιχεία παρουσιάζονται στον ισολογισμό της γεωργικής επιχείρησης. Ο ισολογισμός είναι ένας πίνακας που παρουσιάζει την περιουσιακή κατάσταση της γεωργικής επιχείρησης και την κατανομή της στους διάφορους κλάδους παραγωγής, σε ορισμένη ημερομηνία (συνήθως στην αρχή και το τέλος του γεωργικού ή ημερολογιακού έτους). Από τον ισολογισμό εξάγονται δείκτες που εμφανίζουν την οικονομική ευρωστία ή μη της γεωργικής επιχείρησης (π.χ. σχέση ενεργητικού προς παθητικό κλπ). 26
Ακόμη με την σύγκριση των ισολογισμών στην αρχή και το τέλος του έτους δείχνει την μεταβολή των περιουσιακών στοιχείων της γεωργικής επιχείρησης στην διάρκεια του έτους. Για την εκτίμηση του ενεργητικού της γεωργικής επιχείρησης απαιτείται η ακριβής εκτίμηση των επί μέρους κεφαλαιουχικών αγαθών της (αντικείμενο με το οποίο ασχολείται η Γεωργική Εκτιμητική). Οι διάφοροι μέθοδοι εκτίμησης των κεφαλαιουχικών αγαθών της γεωργικής επιχείρησης αναφέρονται συνοπτικά: 1. Εκτίμηση με βάση την τρέχουσα τιμή αγοράς ή πώλησης του αγαθού (γεωργικά προϊόντα και εφόδια, γεωργικά εδάφη, ζώα, δενδρύλλια, γεωργικά μηχανήματα, κλπ). Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται στη περίπτωση που τα εκτιμώμενα αγαθά αποτελούν αντικείμενα καθημερινών ή συχνών αγοροπωλησιών και υπάρχουν πρόσφατα στοιχεία των τιμών τους, όπως αυτές διαμορφώνονται στην αγορά. Εφόσον η αγορά λειτουργεί ομαλά (δηλαδή δεν επηρεάζεται από έκτακτα γεγονότα ή παρεμβάσεις διοικητικής φύσεως κλπ), οι τιμές αυτές αποτελούν τη βάση εκτίμησης της αξίας των κεφαλαιουχικών αγαθών. Συνεπώς η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται για κεφαλαιουχικά αγαθά της εκμετάλλευσης που ρευστοποιούνται εύκολα ή η αγορά και η πώλησή τους είναι συνηθισμένη. Στην περίπτωση κεφαλαιουχικών αγαθών που αγοράζει η γεωργική εκμετάλλευση από το εμπόριο, η αξία αυτών αποτελείται από την τιμή αγοράς τους και τις δαπάνες μεταφοράς και εγκατάστασής τους στην εκμετάλλευση. Κατά την αγορά γεωργικών εδαφών, γεωργικών κτισμάτων κλπ., στην αξία τους συνυπολογίζονται και οι καταβαλλόμενοι φόροι, τα συμβολαιογραφικά έξοδα κλπ.. Αντίθετα, στην περίπτωση κεφαλαιουχικών αγαθών που πωλούνται από την εκμετάλλευση στην αγορά, η αξία τους εκτιμάται με βάση τη τιμή πώλησης, από την οποία αφαιρούνται οι δαπάνες μεταφοράς και γενικότερα εμπορίας τους. 2. Εκτίμηση με βάση το κόστος κατασκευής ή ανακατασκευής ή αντικατάστασης του αγαθού (κτίσματα, γεωργικές κατασκευές και έγγειες βελτιώσεις, προμήθειες και προϊόντα που παράγονται στην εκμετάλλευση -εάν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος της τρέχουσας τιμής αγοράς ή πώλησης-, προκαταβολές καλλιεργειών). Η εκτίμηση της αξίας των κεφαλαιουχικών αγαθών με τη μέθοδο αυτή πραγματοποιείται με τον υπολογισμό των δαπανών που έγιναν για την κατασκευή ή την παραγωγή ενός κεφαλαιουχικού αγαθού. 27
Εάν ο χρόνος της εκτίμησης συμπίπτει με την εποχή πλήρους κατασκευής ή παραγωγής του κεφαλαιουχικού αγαθού, τότε η αξία του αποτελείται από τις πραγματοποιούμενες δαπάνες περιλαμβανομένου και του τόκου αυτών, μέχρι της ολοκλήρωσης της κατασκευής ή της παραγωγής του κεφαλαιουχικού αγαθού. Η εκτίμηση της αξίας του κεφαλαιουχικού αγαθού γίνεται με βάση το κόστος κατασκευής (ή παραγωγής) Στην περίπτωση όμως που ο χρόνος της εκτίμησης γίνεται σε μεταγενέστερο χρόνο από την εποχή κατασκευής ή παραγωγής του κεφαλαιουχικού αγαθού, τότε η αξία του είναι μικρότερη της αρχικής, αφού αυτό έχει υποστεί φθορές λόγω της παρόδου του χρόνου ή λόγω της χρησιμοποίησης του, ή λόγω οικονομικής απαξίωσης (βλέπε απόσβεση κεφαλαίων στο κεφάλαιο ΙV). Συνεπώς η αξία του υπολογίζεται με βάση την αρχική του, κατά την εποχή της κατασκευής ή της παραγωγής του (δηλαδή το κόστος κατασκευής ή παραγωγής), αφαιρούμενων των αποσβέσεων (βλέπε κεφάλαιο ΙV) που αναλογούν (δηλαδή του γινόμενου της ετήσιας απόσβεσης επί τα χρόνια από την κατασκευή ή παραγωγή έως την εποχή της εκτίμησης). Οι παραπάνω μέθοδοι εκτίμησης, που βασίζονται στον υπολογισμό του κόστους κατασκευής ή παραγωγής χρησιμοποιούνται εφόσον οι τιμές των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται για τη κατασκευή ή παραγωγή του κεφαλαιουχικού αγαθού (και διαμορφώνουν το κόστος κατασκευής) παραμένουν αμετάβλητες κατά το χρονικό διάστημα από την εποχή της κατασκευής ή παραγωγής έως τη στιγμή της εκτίμησης. Αυτό συμβαίνει όταν επικρατεί οικονομική σταθερότητα, δηλαδή το επίπεδο του πληθωρισμού είναι ιδιαίτερα χαμηλό ή μηδενικό και δεν πραγματοποιούνται σημαντικές μεταβολές στις ισοτιμίες του εθνικού νομίσματος. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν οι τιμές μεταβάλλονται λόγω έλλειψης οικονομικής σταθερότητας, χρησιμοποιείται η μέθοδος του κόστους ανακατασκευής. Με τη χρήση του κόστους ανακατασκευής (ή αντικατάστασης) υπολογίζονται οι δαπάνες που θα χρειάζονταν για την κατασκευή ή την παραγωγή ενός ίδιου κεφαλαιουχικού αγαθού ή παρόμοιου (το οποίο έχει όμως την ίδια χρησιμότητα και ικανοποιεί εξίσου καλά τις ίδιες ανάγκες), με τις ισχύουσες τιμές των χρησιμοποιούμενων συντελεστών τη στιγμή της εκτίμησης (τιμές υλικών, τιμές ημερομισθίων) και τις σύγχρονες τεχνικές παραγωγής. Κατά τα λοιπά υπολογίζονται οι αναλογούντες τόκοι και ενδεχομένως αφαιρούνται οι αντίστοιχες αποσβέσεις, όπως περιγράφηκαν στα παραπάνω. 28