ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ Ι ΡΥΜΑΤΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΠΡΟΣ ΤΙΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ «ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΧΩΡΑΣ» ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2007
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πέραν των συνηθισµένων τραπεζικών κινδύνων που ενέχονται στις εγχώριες δραστηριότητες των τραπεζών (π.χ. πιστωτικό, συναλλαγµατικό, επιτοκιακό κίνδυνο κ.τ.λ.), οι διεθνείς δραστηριότητες και ιδιαίτερα τα διεθνή χρηµατοδοτικά ανοίγµατα εκθέτουν τις τράπεζες και σε «κίνδυνο χώρας». Ο όρος «κίνδυνος χώρας» αναφέρεται στο ενδεχόµενο κατά το οποίο οφειλέτρια κυβέρνηση ορισµένης χώρας αδυνατεί ή είναι απρόθυµη να εκπληρώσει τις διεθνείς της υποχρεώσεις για λόγους πέραν των συνηθισµένων κινδύνων που ενέχονται στα χρηµατοδοτικά ανοίγµατα και οφειλέτες της ίδιας χώρας δεν δύνανται να ανταποκριθούν στις δικές τους διεθνείς υποχρεώσεις. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει από όλες τις εποπτευόµενες τράπεζες που έχουν συσταθεί στη Κυπριακή ηµοκρατία, όπως εφαρµόζουν επαρκή συστήµατα και διαδικασίες για την αναγνώριση, µέτρηση, παρακολούθηση και αποτελεσµατικό έλεγχο του «κινδύνου χώρας» που ενέχεται στις διεθνείς δραστηριότητες και ιδιαίτερα στα διεθνή χρηµατοδοτικά τους ανοίγµατα. Όσον αφορά τα Καταστήµατα τραπεζών που έχουν συσταθεί εκτός της Κυπριακής ηµοκρατίας, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει όπως αυτά λειτουργούν στα πλαίσια σχετικής πολιτικής και διαδικασιών που καθορίζεται από την τράπεζά τους και τηρούν υπό- όρια που τους ανατίθενται. Σε περίπτωση που τέτοια όρια ή σχετική πολιτική και διαδικασίες δεν έχουν καθορισθεί, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει ότι το Κατάστηµα θα καθιερώσει, σε συνεννόηση µε την τράπεζά του, επαρκή συστήµατα και διαδικασίες ανάλυσης και αξιολόγησης του «κινδύνου χώρας». Το παρόν έγγραφο εκδίδεται προς τις τράπεζες για να τονιστεί η σηµασία που αποδίδει η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου στην αποτελεσµατική διαχείριση του «κινδύνου χώρας» και για να τεθούν οι βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν τα συστήµατα και τις διαδικασίες των τραπεζών αναφορικά µε τη αναγνώριση, µέτρηση, παρακολούθηση και έλεγχο του κινδύνου που ενέχεται στα «ανοίγµατα χώρας» που αναλαµβάνουν. 2
2. ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΧΩΡΑΣ Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει από όλες τις εποπτευόµενες τράπεζες όπως, στα πλαίσια διαχείρισης των διεθνών δραστηριοτήτων τους, αναγνωρίζουν την ύπαρξη του «κινδύνου χώρας» και καθιερώσουν επαρκή συστήµατα και διαδικασίες ανάλυσης και αξιολόγησής του. Οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να προβλέπουν την ανάλυση γεγονότων ή ενδεχόµενων γεγονότων που είναι δυνατόν να επηρεάσουν την πιθανότητα αθέτησης ή απαγόρευσης µεταφοράς συναλλάγµατος (transfer risk) από τη χώρα υποδοχής. Τα γεγονότα αυτά περιλαµβάνουν κρατικές αποφάσεις (π.χ. εθνικοποίηση, απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων, έλεγχο συναλλάγµατος και υποτίµηση συναλλάγµατος), σηµαντικές οικονοµικές και κοινωνικοπολιτικές αλλαγές καθώς και απρόβλεπτα ακραία γεγονότα όπως ο εθνικός όλεθρος ή εξωγενείς επιπτώσεις από παγκόσµια φαινόµενα, όπως η διεθνής ύφεση και αύξηση της τιµής του πετρελαίου. Η διαδικασία ανάλυσης δύναται να αναπτύσσεται εσωτερικά ή να βασίζεται σε εξωτερικές πηγές, όπως, π.χ. αναλύσεις πιστοληπτικών οίκων αξιολόγησης. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει ότι, κατά την αξιολόγηση του «κινδύνου χώρας» οι τράπεζες λαµβάνουν υπόψη πρόσθετες πληροφορίες όπως: (α) Στατιστικές πληροφορίες διαθέσιµες σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο, όπως πληροφορίες που ετοιµάζονται από το ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο (IMF), τον Οργανισµό Οικονοµικής Συνεργασίας και ανάπτυξης (OECD) και την Τράπεζα ιεθνών ιακανονισµών (BIS). (β) Το µέγεθος, τη φύση και τη ληκτότητα του εξωτερικού χρέους της χώρας υποδοχής σε συνάρτηση µε τη δυνατότητα εξυπηρέτησης και αποπληρωµής του. Λαµβάνονται υπόψη, µεταξύ άλλων, η κατάσταση των συναλλαγµατικών αποθεµάτων και του ισοζυγίου πληρωµών, οι όροι εµπορίου, οι τιµές συναλλάγµατος, ο πληθωρισµός και η προϊστορία της χώρας υποδοχής όσον αφορά την εξυπηρέτηση του εξωτερικού της χρέους. 3
εδοµένων των πολλών και απρόβλεπτων παραγόντων στους οποίους υπόκειται ο «κίνδυνος χώρας», αναµένεται ότι η αξιολόγησή του από τις τράπεζες θα βασίζεται σε µεγάλο βαθµό στην άσκηση κρίσης από τις ίδιες. Σχετικά, όπου κρίνεται σκόπιµο και είναι εφικτό, πρέπει να επιδιώκεται η άµεση γνώση των τοπικών συνθηκών της χώρας υποδοχής, ιδιαίτερα, η στάση της όσον αφορά την οικονοµική πολιτική και την προοπτική δηµιουργίας συνθηκών κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας. Ανάλογα µε τη περίπτωση, η ενηµέρωση αυτή δύναται να προέρχεται µέσω τοπικών αντιπροσώπων, δικτύου καταστηµάτων ή/και απευθείας επαφές µε κυβερνητικούς αξιωµατούχους. Οι πληροφορίες που λαµβάνονται πρέπει να εξετάζονται µε ιδιαίτερη προσοχή ούτως ώστε να αποµονώνονται και να εξαιρούνται οποιοιδήποτε παράγοντες που προέρχονται από την προώθηση υπηρεσιών (marketing factors). Η αξιολόγηση του «κινδύνου χώρας» πρέπει να περιλαµβάνει τον καθορισµό διαβαθµίσεων χώρας (Country Risk Ratings) αναφορικά µε όλες τις χώρες (χώρες υποδοχής) στις οποίες η τράπεζα αναλαµβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει σηµαντικά ανοίγµατα. Οι διαβαθµίσεις χώρας αντικατοπτρίζουν το βαθµό του διαβλεπόµενου κινδύνου αθέτησης και κινδύνου µεταφοράς (transfer risk) για την κάθε χώρα υποδοχής και αποτελούν σηµαντικό εργαλείο για τη διαχείριση του «κινδύνου χώρας» αφού παρέχουν τη βάση για τον καθορισµό «ορίων χώρας». 3. ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΟΙΓΜΑΤΟΣ ΧΩΡΑΣ Η αποτελεσµατική διαχείριση του «κινδύνου χώρας» προϋποθέτει την ύπαρξη αξιόπιστων συστηµάτων µέτρησης και κατηγοριοποίησης όλων των διεθνών ανοιγµάτων της τράπεζας. Τα εν λόγω συστήµατα πρέπει να είναι ανάλογα µε το µέγεθος και την πολυπλοκότητα των διεθνών δραστηριοτήτων της κάθε τράπεζας. Ο στόχος, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι η διατήρηση ενός συστήµατος που να καλύπτει πλήρως και σε συνεχή βάση όλα τα ουσιαστικά «ανοίγµατα χώρας» και ταυτόχρονα να επιτρέπει την επαρκή ανάλυση των διαφόρων κατηγοριών κινδύνου που ενέχονται σε αυτά. Ορισµένες πτυχές της µέτρησης «ανοίγµατος χώρας» είναι ταυτόσηµες για όλες τις τράπεζες. Συνεπώς, οι πτυχές αυτές θα πρέπει να προσεγγίζονται από τις τράπεζες µε παρόµοιο τρόπο, ούτως ώστε, µεταξύ άλλων, να διασφαλίζεται η 4
συµµόρφωση των συστηµάτων µέτρησης όλων των τραπεζών µε ελάχιστα κοινά πρότυπα, να επιτρέπεται η εξαγωγή χρήσιµων στατιστικών στοιχείων και να διευκολύνεται η συγκριτική αξιολόγηση των τραπεζών. Ενόψει των πιο πάνω η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει όπως τα συστήµατα και αναλύσεις των τραπεζών για τη µέτρηση του «ανοίγµατος χώρας» καλύπτουν και τις ακόλουθες πτυχές: Εντοπισµός της χώρας όπου πραγµατικά βρίσκεται ο κίνδυνος Στις πλείστες περιπτώσεις ο τελικός κίνδυνος έγκειται στη χώρα που διαµένει ο οφειλέτης. Εντούτοις, σε ορισµένες περιπτώσεις ο τελικός κίνδυνος δύναται να εντοπίζεται σε άλλη χώρα. Συνεπώς, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει όπως τα συστήµατα των τραπεζών παρέχουν τη δυνατότητα δύο διαφορετικών υπολογισµών. Ένα που να κατανέµει την κάθε απαίτηση σύµφωνα µε τη διαµονή του οφειλέτη και ένα που να λαµβάνει υπόψη πρόσθετους παράγοντες οι οποίοι ενδεχοµένως να κατανέµουν, στην πραγµατικότητα, µια απαίτηση σε διαφορετική χώρα. Παραδείγµατα τέτοιων περιπτώσεων είναι η τοποθέτηση καταθέσεων σε καταστήµατα εγκατεστηµένα σε χώρα διαφορετική από αυτή της µητρικής τράπεζας, καθώς, επίσης, και περιπτώσεις κατά τις οποίες το χρηµατοδοτικό άνοιγµα καλύπτεται µε νοµικά δεσµευτικές εγγυήσεις από κάτοικο χώρας εκτός αυτής του οφειλέτη. Αναφέρεται, επίσης, και η περίπτωση κατά την οποία η φερεγγυότητα εγχώριων οφειλετών ή εγγυητών επηρεάζεται σηµαντικά από γεγονότα σε ξένες χώρες. ιαχείριση σε ενοποιηµένη βάση Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει όπως τα «ανοίγµατα χώρας» υπολογίζονται σε ενοποιηµένη βάση, ούτως ώστε να περιλαµβάνονται όλες οι διεθνείς δραστηριότητες και ανοίγµατα των καταστηµάτων, θυγατρικών και ουσιωδών συνδεδεµένων εταιρειών της τράπεζας. Ανεξάρτητα µε το γεγονός αυτό, οι τράπεζες πρέπει να αναγνωρίζουν ότι οι διασυνοριακές πράξεις εντός του οµίλου τους, επίσης, ενέχουν «κίνδυνο χώρας». Συνεπώς, εκτός από τον υπολογισµό του ανοίγµατος σε ενοποιηµένη βάση είναι αναγκαίο όπως η κάθε τράπεζα υπολογίζει χωριστά το µεικτό άνοιγµα χώρας το οποίο προκύπτει από τη 5
χρηµατοδότηση των καταστηµάτων και θυγατρικών της που είναι εγκατεστηµένα σε χώρες του εξωτερικού και να συνάγει σχετικά συµπεράσµατα. Ανάλυση απαιτήσεων. Η µέτρηση του «ανοίγµατος χώρας» πρέπει να περιλαµβάνει όλα τα εντός του ισολογισµού περιουσιακά στοιχεία όπως δάνεια, αποδοχές, τοποθετήσεις διαθεσίµων, χρεωστικούς τίτλους, επενδύσεις κτλ. τα οποία αντιπροσωπεύουν απαιτήσεις της τράπεζας από κατοίκους άλλης χώρας. Αναµένεται από τις τράπεζες όπως αναλύουν τα εν λόγω ανοίγµατα ανάλογα µε την εναποµένουσα ληκτότητά τους ούτως ώστε να παρουσιάζεται ολοκληρωµένη εικόνα όσον αφορά τη ληκτότητα του χρέους κάθε χώρας υποδοχής. Είναι χρήσιµο, επίσης, όπως οι τράπεζες προβαίνουν και σε πρόσθετες αναλύσεις για ποιοτικότερη αξιολόγηση του ανοίγµατος όπως π.χ. διαχωρισµό απαιτήσεων επί κυβερνήσεων, τραπεζών και άλλων οφειλετών. Για τη µέτρηση του «ανοίγµατος χώρας», λαµβάνονται υπόψη όλες οι διασυνοριακές απαιτήσεις της τράπεζας ανεξάρτητα µε το νόµισµα στο οποίο είναι εκφρασµένες. Ο συµψηφισµός καταθέσεων έναντι απαιτήσεων επιτρέπεται µόνον όταν γίνεται µεταξύ υπολοίπων του ιδίου πελάτη και αποδεικνύεται το έννοµο δικαίωµα συµψηφισµού της τράπεζας έναντι του εν λόγω πελάτη. Οι τράπεζες πρέπει να λαµβάνουν, επίσης, υπόψη ότι ενδεχόµενες νοµικές αγωγές από τρίτα µέρη ενδέχεται να αποτρέψουν τον εν λόγω συµψηφισµό. Ενδεχόµενες απαιτήσεις εκτός ισολογισµού δύνανται να ενέχονται σε «κίνδυνο χώρας». Συνεπώς, οι τράπεζες πρέπει να προβαίνουν σε αναγνώριση του πραγµατικού τους κινδύνου σε σχέση µε τα ανοίγµατα αυτά. Ενδεικτικά αναφέρονται, ως τέτοιες περιπτώσεις, το άνοιγµα ενέγγυων πιστώσεων, η ανάληψη νοµικά δεσµευτικών υποχρεώσεων για χορήγηση δανείων ή άλλων υποχρεώσεων, η έκδοση εγγυητικών επιστολών προς όφελος ξένων οφειλετών, η ανάληψη κινδύνου προεξοφλητικής χρηµατοδότησης (forfaiting) και οι συµβάσεις προθεσµιακών συναλλαγών. 6
4. ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΚΙΝ ΥΝΟΥ ΑΝΟΙΓΜΑΤΟΣ ΧΩΡΑΣ. Η κάθε τράπεζα πρέπει να διαθέτει εγκεκριµένη από το ιοικητικό Συµβούλιο επιχειρησιακή στρατηγική η οποία να χαράσσει τις κατάλληλες πολιτικές διαχείρισης του «κινδύνου χώρας». Το ιοικητικό Συµβούλιο πρέπει περιοδικά να επανεξετάζει και να εγκρίνει τις πολιτικές όσον αφορά τις διεθνείς δραστηριότητες της τράπεζας και να διασφαλίζει ότι αυτές συνάδουν µε τα στρατηγικά σχέδια και στόχους της τράπεζας. Επίσης, το ιοικητικό Συµβούλιο εγκρίνει και αναθεωρεί τα «όρια χώρας» και διασφαλίζει ότι η ανώτερη διεύθυνση της τράπεζας υλοποιεί τις καθορισθείσες πολιτικές και συµµετέχει ενεργά στην παρακολούθηση και στον αποτελεσµατικό έλεγχο του «κινδύνου χώρας». Η ανώτερη διεύθυνση της τράπεζας αναλαµβάνει την ευθύνη για υλοποίηση της πολιτικής της τράπεζας αναφορικά µε τις διεθνείς δραστηριότητες και καθορίζει σαφείς λειτουργικές διαδικασίες για τη διαχείριση του «κινδύνου χώρας» οι οποίες απεικονίζουν ευκρινώς τις γραµµές ευθύνης, αναφοράς και λογοδοσίας. ιασφαλίζει, επίσης, ότι όλες οι επηρεαζόµενες υπηρεσίες της τράπεζας έχουν σωστή αντίληψη του «κινδύνου χώρας» και επαρκή ενηµέρωση όσον αφορά την εφαρµοζόµενες διαδικασίες και την πολιτική της τράπεζας επί του θέµατος. Η Μονάδα ιαχείρισης Κινδύνων έχει την ευθύνη για τη µέτρηση, παρακολούθηση, και διαχείριση του «κινδύνου χώρας». Οι ευθύνες και ο ρόλος της Μονάδας ιαχείρισης Κινδύνων πρέπει να διαχωρίζονται ευκρινώς από τις ευθύνες της Μονάδας Χορηγήσεων, και της Μονάδας Εµπορίας και Προώθησης Υπηρεσιών (marketing function). Η διασπορά (diversification) των «ανοιγµάτων χώρας» κρίνεται ως ένας αποτελεσµατικός τρόπος περιορισµού του «κινδύνου χώρας». Ως εκ τούτου, η διαχείριση και ο έλεγχος των εν λόγω ανοιγµάτων πρέπει να βασίζονται στον καθορισµό και την παρακολούθηση κατάλληλων «ορίων χώρας». Πέραν του συνολικού «ορίου χώρας», οι τράπεζες πρέπει να εξετάζουν κατά πόσον η φύση των διεθνών τους δραστηριοτήτων απαιτεί τον καθορισµό υπό-ορίων για τις διάφορες κατηγορίες ανοιγµάτων τα οποία, εκ της φύσεώς τους, εµπεριέχουν διαφορετικό βαθµό κινδύνου, όπως κατά κατηγορία πιστωτικών διευκολύνσεων, κατηγορία πελατών, περίοδο εναποµένουσας ληκτότητας κ.τ.λ. 7
Τα «όρια χώρας» βασίζονται στη «διαβάθµιση χώρας», όπως αυτή προκύπτει από την αξιολόγηση του «κινδύνου χώρας». Εντούτοις, για τον καθορισµό τους λαµβάνονται υπόψη πρόσθετοι παράγοντες, όπως η γενικότερη στρατηγική της τράπεζας όσον αφορά τις διεθνείς δραστηριότητες, η διάθεση της τράπεζας για ανάληψη κινδύνων και οι διαβλεπόµενες από την τράπεζα ευκαιρίες σε συγκεκριµένη χώρα. Όπου εφαρµόζεται, τα όρια πρέπει να καθορίζονται σε συσχετισµό µε την κεφαλαιακή βάση της τράπεζας. Ο βαθµός συγκέντρωσης δύναται να ελέγχεται και µε άλλη βάση, όπως π.χ. σε σχέση µε το συνολικό δανεισµό της χώρας υποδοχής κ.τ.λ. Τα «όρια χώρας» καθορίζονται για προληπτικούς λόγους, για περιορισµό του «κινδύνου χώρας», και δεν πρέπει να αποτελούν στόχο για την προώθηση υπηρεσιών και µεριδίου αγοράς (marketing target). Η πολιτική και οι λειτουργικές διαδικασίες της τράπεζας αναφορικά µε τη διαχείριση του «κινδύνου χώρας» πρέπει να είναι σαφείς και να τεκµηριώνονται εγγράφως. Οι εν λόγω διαδικασίες πρέπει να καλύπτουν λεπτοµερώς τη διαδικασία για τον καθορισµό, αναφορά, παρακολούθηση και αναθεώρηση των «ορίων χώρας» και να καθορίζουν ευκρινώς τις γραµµές ευθύνης και αναφοράς. Πρέπει, επίσης, να διασφαλίζουν ότι τα καθορισµένα όρια τηρούνται σε συνεχή βάση και ότι τυχόν υπέρβασή τους εγκρίνεται από το ιοικητικό Συµβούλιο της τράπεζας ή από αρµόδια Επιτροπή του ιοικητικού Συµβουλίου. Τέλος, πρέπει να διαλαµβάνουν τη λήψη κατάλληλων διορθωτικών µέτρων, όπου αυτό απαιτείται, καθώς και τη διατήρηση επαρκών ιδίων κεφαλαίων για την κάλυψη των υπό αναφοράν κινδύνων. Τα όρια πρέπει να υπόκεινται σε αναθεώρηση σε τακτά χρονικά διαστήµατα, ώστε να αναπροσαρµόζονται ανάλογα µε τους µεταβαλλόµενους κινδύνους, και να συνάδουν µε τους εκάστοτε στρατηγικούς στόχους της τράπεζας. Θα πρέπει, συνεπώς, τα συστήµατα της τράπεζας να είναι σε θέση να παρακολουθούν τις ανά πάσα στιγµή συνθήκες σε κάθε χώρα όπου η τράπεζα έχει σηµαντικά ανοίγµατα. Η τράπεζα πρέπει να διασφαλίσει ότι η διαδικασία διαχείρισης του «κινδύνου χώρας» υπόκειται σε επαρκή εσωτερικό έλεγχο και ότι οι µηχανισµοί ελέγχου διασφαλίζουν την αξιοπιστία των πληροφοριών που διαβιβάζονται στην ανώτερη 8
διεύθυνση και το ιοικητικό Συµβούλιο για σκοπούς συµµόρφωσης µε την καθορισθείσα πολική και τα όρια αναφορικά µε το «κίνδυνο χώρας». Το σύστηµα εσωτερικού ελέγχου πρέπει, επίσης, να ελέγχει και να διασφαλίζει τον απαιτούµενο διαχωρισµό ευθυνών (segregation of duties). 5. ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναµένει από όλες τις τράπεζες την υιοθέτηση και εφαρµογή των ανωτέρω κατευθυντήριων γραµµών µε στόχο την αποτελεσµατική διαχείριση του «κινδύνου χώρας» και του «κινδύνου µεταφοράς» που ενέχεται στις διεθνείς δραστηριότητές τους. Επίσης, αναµένει τη λήψη άµεσων διορθωτικών µέτρων, όπου αυτά κρίνονται αναγκαία, καθώς και τη διατήρηση επαρκών εσωτερικών ιδίων κεφαλαίων για τη κάλυψή των υπό αναφοράν κινδύνων. Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αξιολογεί την επάρκεια των διαδικασιών και συστηµάτων διαχείρισης του «κινδύνου χώρας» και την καταλληλότητα των «ορίων χώρας» στα πλαίσια των επί τόπου επιθεωρήσεων των τραπεζών. Για το σκοπό αυτό οι τράπεζες παρέχουν έγκαιρα στην Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου σχετικά στοιχεία και πληροφορίες. Ιδιαίτερα, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αξιολογεί κατά πόσο οι τράπεζες διαθέτουν διαδικασίες και πολιτικές που καλύπτουν πλήρως όλες τις πτυχές διαχείρισης του «κινδύνου χώρας» και του «κινδύνου µεταφοράς». Αξιολογεί, επίσης, κατά πόσο τα εφαρµοζόµενα συστήµατα πληροφορικής, διαχείρισης κινδύνου και εσωτερικού ελέγχου διασφαλίζουν την ορθή παρακολούθηση και αναφορά των «ανοιγµάτων χώρας» και την τήρηση των καθορισµένων, από τις τράπεζες, «ορίων χώρας». Οι υπό αναφοράν κίνδυνοι εµπίπτουν στους κινδύνους που θα αξιολογούνται και στα ευρύτερα πλαίσια της Εποπτικής Εξέτασης και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process) του Πυλώνα 2 της Οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις, µε σκοπό τη διασφάλιση επαρκών εσωτερικών ιδίων κεφαλαίων για όλους τους κινδύνους που αντιµετωπίζει η τράπεζα. 9