Συνθήκη Σένγκεν Ο χώρος και η συνεργασία Σένγκεν βασίζονται στη συνθήκη του Σένγκεν (Λουξεμβούργο) του 1985. Ο χώρος Σένγκεν αποτελεί έδαφος όπου εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων. Οι χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία κατήργησαν τα εσωτερικά σύνορα αντικαθιστώντας τα με ενιαία εξωτερικά σύνορα. Εντός του χώρου αυτού εφαρμόζονται κοινοί κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά τις θεωρήσεις για διαμονές σύντομης διάρκειας, τις αιτήσεις ασύλου και τους ελέγχους στα σύνορα. Ταυτόχρονα, για τη διασφάλιση της ασφάλειας εντός του χώρου Σένγκεν, ενισχύθηκαν η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των αστυνομικών υπηρεσιών και των δικαστικών αρχών.
Συνθήκη Σένγκεν Η συνεργασία Σένγκεν ενσωματώθηκε στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με τη συνθήκη του Άμστερνταμ, το 1997. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι χώρες που συμμετέχουν στη συνεργασία Σένγκεν μέλη του χώρου Σένγκεν, είτε γιατί δεν επιθυμούν την κατάργηση των ελέγχων στα σύνορα με τις υπόλοιπες χώρες του χώρου αυτού είτε γιατί δεν πληρούν ακόμα τους απαιτούμενους όρους για την εφαρμογή του κεκτημένου του Σένγκεν. Η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και οι Κάτω Χώρες αποφάσισαν, το 1985, να δημιουργήσουν μεταξύ τους ένα χώρο χωρίς σύνορα, το χώρο «Σένγκεν», από το όνομα της πόλης του Λουξεμβούργου στην οποία υπογράφηκαν οι πρώτες συμφωνίες.
Χώρος/Χώρες Σένγκεν Ο χώρος Σένγκεν επεκτάθηκε σιγά σιγά σε όλα σχεδόν τα κράτη μέλη. Η Ιταλία υπέγραψε τις συμφωνίες στις 27 Νοεμβρίου 1990, η Ισπανία και η Πορτογαλία στις 25 Ιουνίου 1991, η Ελλάδα στις 6 Νοεμβρίου 1992, η Αυστρία στις 28 Απριλίου 1995 και η Δανία, η Φινλανδία και η Σουηδία στις 19 Δεκεμβρίου 1996. Η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία, η Λεττονία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Μάλτα, Πολωνία, η Σλοβενία και η Σλοβακία εντάχθηκαν στις 21 Δεκεμβρίου 2007 και η Ελβετία, συνδεδεμένη χώρα, στις 12 Δεκεμβρίου 2008. Η Βουλγαρία, η Κύπρος και η Ρουμανία δεν είναι ακόμη πλήρη μέλη του χώρου Σένγκεν. Οι έλεγχοι στα σύνορα μεταξύ των χωρών αυτών και του χώρου Σένγκεν διατηρούνται έως ότου το Συμβούλιο της ΕΕ αποφασίσει ότι πληρούνται οι όροι για την άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα.
Χώρος/Χώρες Σένγκεν Σύμφωνα με το πρωτόκολλο που προσαρτάται στη συνθήκη του Αμστερνταμ, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο μπορούν να συμμετάσχουν στο σύνολο ή σε μέρος των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν έπειτα από ομόφωνη ψήφο του Συμβουλίου των κρατών που συμμετέχουν στις συμφωνίες και του κυβερνητικού εκπροσώπου του συγκεκριμένου κράτους μέλους.
Τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από τα κράτη στο πλαίσιο της συνεργασίας Σένγκεν Οι κύριοι κανόνες που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο Σένγκεν περιλαμβάνουν: άρση των ελέγχων στα εσωτερικά σύνορα κοινή σειρά κανόνων που εφαρμόζονται σε άτομα που διασχίζουν τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της ΕΕ εναρμόνιση των κανόνων σχετικά με τους όρους εισόδου και θεώρησης διαβατηρίου για σύντομες διαμονές ενισχυμένη αστυνομική συνεργασία (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων διασυνοριακής παρακολούθησης και συνεχούς καταδίωξης) ενισχυμένη δικαστική συνεργασία μέσω ενός ταχύτερου συστήματος έκδοσης και καλύτερης μεταβίβασης της εκτέλεσης των κατασταλτικών δικαστικών αποφάσεων θέσπιση και ανάπτυξη του συστήματος πληροφόρησης Σένγκεν (SIS).
Προσφυγική κρίση- Σύντομη Διαμονή & Άσυλο Η προσφυγική κρίση και ο κίνδυνος τρομοκρατικού χτυπήματος έχουν προκαλέσει μερική άρση των όρων της συνθήκης από τις κυβερνήσεις της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Αυστρίας, της Σουηδίας, της Νορβηγίας και της Δανίας. Η συνθήκη Σένγκεν, μέσω της οποίας διασφαλίζεται η ελεύθερη διακίνηση, οδεύει προς διάλυση, καθώς ήδη έξι κράτη, από τα 26 που έχουν βάλει την υπογραφή τους, έχουν επαναφέρει τους ελέγχους, έστω και αν υποστηρίζουν ότι είναι προσωρινοί. Η Δανία ήταν η τελευταία που ανακοίνωσε ότι επιβάλει ελέγχους στα σύνορά της με τη Γερμανία, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση της γερμανικής κυβέρνησης. Οι Δανοί επέβαλαν τα νέα μέτρα στα ανατολικά σύνορά της χώρας με τη Γερμανία, ακολουθώντας την απόφαση της Σουηδίας να «σφίξει» τα μέτρα ελέγχου, δηλώνοντας πως δεν θα επιτρέπεται η είσοδος στη χώρα όσων προσφύγων δεν φέρουν αναγνωρισμένα έγγραφα, ή έχουν πλαστά διαβατήρια.
Προσφυγική κρίση- Σύντομη Διαμονή & Άσυλο Τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν το σύνολο των κανόνων Σένγκεν σε ό,τι αφορά τις θεωρήσεις αναγνωρίζουν αμοιβαία τις θεωρήσεις που εκδίδουν: θεώρηση που έχει χορηγηθεί από κράτος Σένγκεν επιτρέπει την είσοδο και τη σύντομη διαμονή στο έδαφος των άλλων κρατών Σένγκεν. Εξάλλου, για τα κράτη μέλη που εφαρμόζουν το σύνολο των κανόνων Σένγκεν σε ό,τι αφορά τις θεωρήσεις, η κατοχή τίτλου διαμονής που έχει χορηγηθεί από τα κράτη αυτά ισοδυναμεί με θεώρηση. Οι υπήκοοι των τρίτων κρατών που κατέχουν τέτοιον τίτλο διαμονής μπορούν να διασχίζουν τα εξωτερικά σύνορα και να κυκλοφορούν ελεύθερα στο εσωτερικό του χώρου Σένγκεν, με την επίδειξη ενός εν ισχύι διαβατηρίου και του εν λόγω τίτλου διαμονής. Η ελεύθερη αυτή κυκλοφορία ισχύει για σύντομες διαμονές διάρκειας έως τρεις μήνες ανά εξάμηνο. Τα νέα κράτη μέλη δεν εφαρμόζουν ακόμη τις εν λόγω διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συνθήκης προσχώρησης, το Συμβούλιο θα αποφασίσει σχετικά εν ευθέτω χρόνω
Ποιοί είναι και τι προβλέπουν οι Κανονισμοί Δουβλίνο I, ΙΙ & ΙΙΙ Ο περίφημοι Κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ, ΙΙΙ κλπ είναι νομικά κείμενα που θεσπίστηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και καθορίζουν τη χώρα η οποία θα είναι υπεύθυνη για να δώσει άσυλο στον αιτούντα πρόσφυγα. Ο κανονισμός του Δουβλίνου ΙΙ (ή Κανονισμός 343/20030) αντικατέστησε τη σύμβαση του Δουβλίνου του 1990 (θεωρούμενη ως Δουβλίνο Ι), η οποία όριζε τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του αρμόδιου κράτους όσον αφορά την εξέταση αίτησης ασύλου. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ εφαρμόζουν τον εν λόγω Κανονισμό, όπως επίσης και η Νορβηγία, η Ισλανδία, η Ελβετία και το Λιχτενστάιν. Ο εν λόγω Κανονισμός αντικαταστάθηκε με τη σειρά του από τον Κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ που ετέθη σε ισχύ από 1/1/2014, διατηρώντας και επεκτείνοντας το πνεύμα των προηγουμένων.
Ποιοί είναι και τι προβλέπουν οι Κανονισμοί Δουβλίνο I, ΙΙ & ΙΙΙ Σύμφωνα με τους εν λόγω Κανονισμούς, ο μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο στην ευρωπαϊκή χώρα στην οποία θα εισέλθει την πρώτη φορά. Π.χ. οι μετανάστες που εισέρχονται στην Ελλάδα και κατόπιν μεταβαίνουν σε άλλη χώρα για να αιτηθούν άσυλο θα πρέπει, σύμφωνα με τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙ, αλλά και τον κανονισμό Δουβλίνο ΙΙΙ θα έπρεπε να επιστρέφονται πίσω στη χώρα μας. Και οι τρεις προαναφερόμενοι και διαδοχικοί Κανονισμοί θέτουν την αρχή ότι ένα μόνο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση μιας αίτησης ασύλου. Στόχος είναι η αποφυγή της αποστολής των αιτούντων άσυλο από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά επίσης η αποτροπή της κατάχρησης του συστήματος με την υποβολή περισσοτέρων αιτήσεων ασύλου από ένα μόνο άτομο. Επομένως, ορίζονται αντικειμενικά και ιεραρχημένα κριτήρια, προκειμένου να προσφέρουν τη δυνατότητα προσδιορισμού, για κάθε αιτούντα άσυλο, του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο.
Συνέπειες εξόδου από τη Συνθήκη του Σένγκεν για τη χώρα μας- Ανάγκη για αλλαγή του Δουβλίνου Όλο αυτό το διάστημα της όξυνσης της προσφυγικής/μεταστευτικής κρίσης υπήρξαν φωνές στην Ελλάδα που υποστήριξαν την έξοδο της χώρας από τη Συνθήκη Σένγκεν και την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων στους πρόσφυγες και ακόμη και στους μετανάστες ώστε το πρόβλημα να μετακυλιστεί στους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Όμως, οι εισηγητές τέτοιων θέσεων ξεχνούσαν κάτι βασικό. Οι Κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ και τώρα III «πηγαίνουν πακέτο» με τη συνθήκη Σέγκεν. Αυτό αφενός σημαίνει ότι, σε περίπτωση αποχώρησης της Ελλάδας από το Σένγκεν, οι Έλληνες πολίτες θα έχαναν το προνόμιο να ταξιδεύουν μόνο με την ταυτότητα τους στις χώρες της Ευρώπης και θα χρειαζόταν να εκδώσουν ξανά διαβατήρια, εξέλιξηπισωγύρισμα για τη χώρα. Αφετέρου, σε μια τέτοια περίπτωση τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ στην περιοχή θα έπαυαν να είναι τα ελληνικά και θα μετατίθεντο στα επόμενα γεωγραφικώς κράτη μέλη, τα οποία, τότε εκείνα, αφού θωρακίζονταν, θα μας επέστεφαν και πάλι, τουλάχιστον μέρος των προσφύγων και μεταναστών που θα είχαν διέλθει από ελληνικό έδαφος.
Αδιεξοδική η αμφισβήτηση του Σένγκεν-Ανάγκη συμμαχιών για αλλαγή του Δουβλίνου Το μόνο ρεαλιστικό, δίπλα στις υπόλοιπες προσπάθειες για δημιουργία μιας κοινής πολιτικής της ΕΕ για το προσφυγικό και μεταναστευτικό, θα ήταν η χώρα μας, σε συνεργασία και με άλλα ενδιαφερόμενα για το πρόβλημα κράτη όπως Ιταλία, Ισπανία, Κύπρο, Μάλτα, Βουλγαρία κλπ. να ανοίξει μια επαναδιαπραγμάτευση για αυτούς τους Κανονισμούς και να θέσει τους υπόλοιπους εταίρους προ των ευθυνών τους ώστε να βελτιώσει θεσμικά τους σχετικούς όρους. Αντιθέτως, μια μονομερής αμφισβήτηση αυτών των κανόνων θα οδηγούσε στην αντίδραση των υπολοίπων μελών της ΕΕ.