Η σχέση του είναι και του φαίνεσθαι της επιστηµονικής έρευνας και της δηµιουργικής σκέψης ρ Ιωάννης. Μπουρής Καθηγητής του τµήµατος ιοίκησης Επιχειρήσεων,TEI_Αθήνας.Χρωστάµε τη γνώση όχι σ αυτούς που συµµορφώθηκαν, αλλά σ αυτούς που διαφοροποιήθηκαν ΞΕΡΕΤΕ ΟΤΙ : O Pablo Picasso 1 κατάφερε να διαβάσει και να γράψει στο 10ο έτος. Ο πατέρας του µίσθωσε δάσκαλο, ο οποίος απελπίστηκε από την κακή επίδοση του παιδιού και τα εγκατέλειψε. Ο Charles Dickens και ο Mark Twain 2 δεν κατάφεραν να τελειώσουν το δηµοτικό. Οι αδερφοί Wright που κατασκεύασαν το πρώτο αεροπλάνο, απέτυχαν σε εξετάσεις του γυµνασίου. Ο Thomas Edison 3 χαρακτηρίστηκε από τους δασκάλους του ως ανεπίδεκτος µαθήσεως. Ο Winston Churchill 4 ήταν από τους τελευταίους στην τάξη του. Στον παραπάνω ενδεικτικό κατάλογο συγκαταλέγονται πλήθος επιτυχηµένων ανθρώπων, ων ουκ έστι τέλος, από το χώρο της πολιτικής, της οικονοµίας και της διοίκησης µεγάλων επιχειρήσεων. 1 O Pablo Picassο, το 1897 πήρε χρυσό βραβείο µε τον πρώτο πίνακά του που παρουσίασε στη Σχολή Καλών Τεχνών Βαρκελώνης. Ως παρακαταθήκη άφησε περίπου 20.000 αυτοτελή έργα κάθε µορφής. Κορυφαία στιγµή της καλλιτεχνικής του δηµιουργίας αποτελεί η "Γκουέρνικα" 2 Ο Charles Dickens & ο Mark Twain, υπήρξαν οι µεγαλύτεροι συγγραφείς. Ο Walter Allen είπε γι αυτούς : "η επιρροή τους εξακολουθεί να είναι αισθητή και το έργο τους µέρος του λογοτεχνικού κλίµατος µέσα στο οποίο ζει ο δυτικός άνθρωπος". Ο Όλιβερ Τουίστ είναι το λογοτεχνικό δηµιούργηµα του Charles Dickens και o Tom Sawyer του Mark Twain 3 Ο Thomas Edison δηµιούργησε το πρώτο πρωτοποριακό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που τροφοδότησε µε ηλεκτρισµό τη Νέα Υόρκη και εξελίχθηκε στη γνωστή γιγαντιαία εταιρία General Electric 4 Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ διετέλεσε Βουλευτής 1900-1922, 1924-1964.Υφυπουργός Αποικιών, 1905-1908 Υπουργός Εµπορείου,1908-1910 Υπουργός Εσωτερικών, 1910-1911 Υπουργός Ναυτικού, 1911-1915 Καγκελάριος του ουκάτου του Λάνκαστερ, Πρωθυπουργός του Ηνωµένου Βασιλείου 1940-1945,Υπουργός Άµυνας 1940-1945, Ηγέτης της Αντιπολίτευσης στη Βουλή των Κοινοτήτων 1945-1951, Πρωθυπουργός του Ηνωµένου Βασιλείου 1951-1955,Υπουργός Άµυνας 1951-1952.
Εδώ βέβαια αναρωτιέται κανείς για τότε, όπως και για σήµερα αν είναι το άτοµο το πρόβληµα ή το ίδιο το σύστηµα που αδυνατεί να αξιολογήσει τις ιδιαιτερότητες, την χαρισµατικότητα, και το ταλέντο του ατόµου; Πως µπορεί να αξιολογηθεί η επιστηµονική έρευνα και κυρίως η δηµιουργική σκέψη του ερευνητή σε ατοµικό/ονοµαστικό επίπεδο ( nominal tier); Πρέπει δηλαδή, να προσδιορίσουµε µια άλλη προσέγγιση για να διακρίνουµε τον «Αϊνστάιν» από έναν «Υπάλληλο του ληξιαρχείου», που κάθεται πίσω από το γκισέ. Θα λέγαµε τότε ότι τόσο ο Αϊνστάιν όσο και ο υπάλληλος πραγµατοποιούν διανοητική εργασία, αλλά ότι τον ρόλο του επιστήµονα ερευνητή τον παίζει όποιος αναπτύσσει µια κριτική, αυτοδύναµη, δηµιουργική, πρωτότυπη και καινοτόµο δραστηριότητα. Με αυτή την έννοια, ο Εντισον, και τόσοι άλλοι στον προαναφερόµενο κατάλογο, ο οποίος εφηύρε (µαστορεύοντας ακόµα και µε τα χέρια) τον λαµπτήρα, ήταν επιστήµονας ερευνητής. Το ίδιο και ο αγρότης- καλλιεργητής ο οποίος αµφισβητεί τις χρησιµοποιούµενες µεθόδους καλλιέργειας, για να επινοήσει ένα νέο τρόπο για την παραγωγή ντοµάτας, ενώ θα έπρεπε να αρνηθούµε το ρόλο του επιστήµονα ερευνητή από έναν πανεπιστηµιακό καθηγητή, ο οποίος εδώ και τριάντα χρόνια δεν παράγει τίποτα καινούργιο και επαναλαµβάνει κουραστικά έννοιες που έχει αντλήσει από εγχειρίδια γραµµένα από άλλους. Aλλωστε η ακαδηµαϊκή κοινότητα έχει µια δική της ιεραρχία αξιών και πολλές φορές είναι ικανή να διακρίνει την πρωτότυπη ερευνητική δράση από µιαν ανούσια επανάληψη. Συχνά κατορθώνει να αναγνωρίσει τη δηµιουργικότητα και την αυθεντικότητα στην παραγωγή νέων ιδεών. Η δηµιουργική σκέψη δεν είναι σαν την Coca-Cola, που επαναλαµβάνει αδιάκοπα την ίδια συνταγή. Οι βιβλιοµετρικοί δείκτες ως κριτήρια εγγύτητας ( proximities) της επιστηµονικής έρευνας και της δηµιουργικής σκέψης Στην διεθνή ακαδηµαϊκή πρακτική, για τον προσδιορισµό και σκιαγράφηση των διαστάσεων της επιστηµονικής έρευνας έχουν υιοθετηθεί βιβλιοµετρικοί δείκτες οι οποίοι είναι καθιερωµένοι στη βιβλιογραφία και αναφέρονται ενδεικτικά παρακάτω: 1. Αριθµός δηµοσιεύσεων (Number of publications) Α: Βιβλία/µονογραφίες Β: Εργασίες σε επιστηµονικά περιοδικά µε κριτές Γ: Εργασίες σε επιστηµονικά περιοδικά χωρίς κριτές : Εργασίες σε πρακτικά συνεδρίων µε κριτές Ε: Εργασίες σε πρακτικά συνεδρίων χωρίς κριτές Ζ: Κεφάλαια σε συλλογικούς τόµους Η: Άλλες εργασίες Θ: Ανακοινώσεις σε επιστηµονικά συνέδρια (µε κριτές) που εκδίδουν πρακτικά Ι: Ανακοινώσεις σε επιστηµονικά συνέδρια (µε κριτές) που δεν εκδίδουν πρακτικά 2. Μερίδιο(%) δηµοσιεύσεων(share of publications= µερίδιο δηµοσιεύσεων / σύνολο δηµοσιεύσεων ) 3. Ποσοστό(%) δηµοσιεύσεων που λαµβάνουν αναφορές(% cited papers) 4. Αριθµός αναφορών σε δηµοσιεύσεις(number of citations) 5. Μερίδιο(%) αναφορών (Share of citations= µερίδιο αναφορών / σύνολο αναφορών ) 6. είκτης απήχησης (Citation impact= Μέσος Όρος Αναφορών ΑΝΑ δηµοσίευση ) 7. Σχετικός δείκτης απήχησης(relative citation impact) 8. Σχετικός δείκτης απήχησης κανονικοποιηµένος βάσει επιστηµονικού πεδίου (Field normalized citation score) 9. Αριθµός δηµοσιεύσεων µε υψηλή απήχηση 10.Ποσοστό(%) δηµοσιεύσεων µε υψηλή απήχηση
Όµως, η αξιολόγηση της ποιότητας είναι πολύ ευαίσθητο ζήτηµα διότι αν γίνει µε επιφανειακό ή µε λανθασµένο τρόπο, µπορεί να αποτελέσει αφετηρία φαύλων δυναµικών. Αντιθέτως, αυτό που θα θέλαµε είναι να αξιολογηθεί η ποιότητα της έρευνας και της δηµιουργικής σκέψης έτσι ώστε «να επιβραβεύεται η αριστεία». Η προβληµατική που αναδύεται είναι αν υπάρχουν τα αναγκαία και ικανά κριτήρια για την ποιότητα της έρευνας που διεξάγει ένας ερευνητής. Η απάντηση είναι αδιστάκτως αρνητική. εν υπάρχει ένας µαθηµατικός αλγόριθµος που να επιτρέπει την ταξινόµηση των επιστηµονικών αποτελεσµάτων και την κατηγοριοποίηση της δηµιουργικής σκέψης µε βάση τη σηµασία και τις επιπτώσεις της στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Οι Ανθρωπιστικές και Κοινωνικές Επιστήµες, ιστορικά έχουν παίξει ρόλο πρωτοπορίας. Για να αξιολογηθεί η επιστηµονική παραγωγή ενός ερευνητή έχουν εισαχθεί, ολοένα και πιο εκλεπτυσµένοι, βιβλιοµετρικοί δείκτες. Κάποιοι είναι σηµαντικοί, άλλοι λιγότερο και άλλοι δίνουν ενδείξεις εντελώς αποπροσανατολιστικές. Ας δούµε µερικά παραδείγµατα. Ένας πρώτος προφανής βιβλιοµετρικός δείκτης αφορά τον υπολογισµό του συνολικού αριθµού δηµοσιεύσεων. Στις Ανθρωπιστικές και Κοινωνικές Επιστήµες, ως δηµοσίευση θεωρείται ένα άρθρο σε ένα διεθνές επιστηµονικό περιοδικό αναγνωρισµένου κύρους το οποίο αξιολογείται και γίνεται αποδεκτό από επιτροπή κριτών ευρείας αποδοχής από την επιστηµονική κοινότητα. Αλλά µια απλή καταµέτρηση του αριθµού των δηµοσιεύσεων είναι εντελώς αδύνατο να µας δώσει µια ιδέα για την ποιότητά τους. Γι αυτό µπορεί να µετρηθεί το πλήθος των ετεροαναφορών ( αναφορές στο έργο του ερευνητή από άλλους ερευνητές-citations), που έχουν γίνει σε κάθε άρθρο. Το πλήθος των ετεροαναφορών µας δίνει µια ιδέα, όχι για την πραγµατική επιστηµονική ποιότητα, αλλά περισσότερο για την απήχηση ή καλύτερα για τη δηµοτικότητα που απέκτησε µια δηµοσίευση. Ποτέ όµως, δεν αξιολογείς ένα βιβλίο µόνο από το εξώφυλλό του. Ένας συνθετικός δείκτης που ποσοτικά και ποιοτικά αξιολογεί το επιστηµονικό επίτευγµα του ερευνητή σε ατοµικό/ονοµαστικό επίπεδο είναι ο δείκτης h, που πήρε το όνοµα του από τον Jorge E. Hirsch. Ο δείκτης αυτός επιτρέπει τον υπολογισµό όχι µόνο του αριθµού των δηµοσιεύσεων αλλά και του αριθµού των αναφορών που έχουν γίνει από άλλους ερευνητές για τον συγκεκριµένο ερευνητή ( citations). Για παράδειγµα, ένας ερευνητής έχει δείκτη h αν τα h άρθρα του, µε το µεγαλύτερο πλήθος αναφορών, έχουν, το καθένα, τουλάχιστον h αναφορές ενώ τα υπόλοιπα άρθρα του έχουν, το καθένα, λιγότερες από h αναφορές. ηλαδή, εάν ένας ερευνητής έχει h -index = 70 αυτό σηµαίνει ότι έχει δηµοσιεύσει N p = 70 εργασίες µε 70 αναφορές η κάθε µία εργασία του ενώ για τις υπόλοιπες εργασίες του (N p h) έχει λάβει αναφορές για κάθε µια που δεν υπερβαίνουν τις 70. Ενας υψηλός δείκτης h δεν είναι αναγκαία σήµα ποιότητας, σίγουρα όµως είναι ένας παράγων κύρους στο εσωτερικό της διεθνούς επιστηµονικής κοινότητας. Τα τελευταία χρόνια, ένα άλλο βιβλιοµετρικό κριτήριο, ο δείκτης απήχησης (Ιmpact Factor) γίνεται όλο και περισσότερο αποδεκτό, ως η κύρια µέθοδος κατάταξης της αξίας των επιστηµονικών περιοδικών και, κατ επέκταση, ορισµένοι χρησιµοποιούν αυτό το δείκτη για να ποσοτικοποιήσουν την ποιότητα των µεµονωµένων δηµοσιεύσεων σε ατοµικό/ονοµαστικό επίπεδο. Ο δείκτης απήχησης (impact factor) ενός περιοδικού υπολογίζεται από τις αναφορές που έγιναν σε ένα έτος, στα άρθρα που δηµοσιεύτηκαν τα προηγούµενα δύο έτη.
Για παράδειγµα, ο δείκτης απήχησης ενός περιοδικού υπολογίζεται διαιρώντας το πλήθος των αναφορών που έγιναν το π.χ. 2008 σε άρθρα του συγκεκριµένου περιοδικού που δηµοσιεύτηκαν δύο έτη πριν δηλ. το 2006-2007 ( Πίνακας 1). Πίνακας 1: Υπολογισµός είκτη (Ιmpact Factor) Απήχησης Περιοδικού A= πλήθος αναφορών το 2008 σε καταλογραφηµένα περιοδικά B= αναφορές το 2008 σε άρθρα του περιοδικού που δηµοσιεύτηκαν το 2006-2007 (το Β είναι υποσύνολο του Α) Γ= το πλήθος των άρθρων του συγκεκριµένου περιοδικού που δηµοσιεύτηκαν το 2006-2007 Α= B/Γ = ο είκτης Απήχησης του περιοδικού το 2008 Με αυτό τον τρόπο µπορεί να εκτιµηθεί πόσες είναι, κατά µέσο όρο, οι αναφορές που γίνονται σε ένα άρθρο ενός συγκεκριµένου περιοδικού. Τα περιοδικά µε άρθρα που έχουν µεγάλο αριθµό αναφορών, έχουν υψηλό δείκτη απήχησης, γεγονός που µπορεί να προσφέρει µια εκτίµηση για την ποιότητα του περιοδικού. Αυτό το συµπέρασµα συχνά είναι λανθασµένο και η χρήση του δείκτη απήχησης για την αξιολόγηση της έρευνας έχει δεχθεί οξεία κριτική. Ο δείκτης απήχησης δεν έχει καµιά σηµασία όταν εφαρµόζεται σε ένα µεµονωµένο άρθρο, επειδή υπάρχει µεγάλη µεταβλητότητα στην κατανοµή των αναφορών και δεν υπάρχει πρακτικά καµιά συσχέτιση ανάµεσα στο πλήθος των αναφορών σε ένα τυχαία επιλεγµένο άρθρο και στον δείκτη απήχησης του περιοδικού που το φιλοξενεί. Από την κατανοµή ενός βιβλιοµετρικού δείκτη σε µια δεδοµένη κοινότητα µπορεί κάποιος, αποτελεσµατικά, να διακρίνει τα άκρα: ποιος είναι πολύ καλός και ποιος ελάχιστα παραγωγικός. Για παράδειγµα, µία ανάλυση του δείκτη h των κατόχων του βραβείου Νόµπελ, δείχνει ότι αυτός είναι αναµφίβολα υψηλός. Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης απλό να διακρίνουµε εκείνους που έχουν µια επιστηµονική παραγωγή πολύ ανεπαρκή και γι αυτό τοποθετούνται στο άλλο άκρο της κατανοµής. Το κρίσιµο πρόβληµα αφορά την κατάταξη εκείνων που βρίσκονται µακριά από αµφότερα τα άκρα που αναφέραµε και, γενικώς, αποτελούν την πλειοψηφία των περιπτώσεων. Το να σκεφτεί κάποιος να κάνει επιλογή προσωπικού στη βάση της τιµής του δείκτη h είναι, στις περισσότερες περιπτώσεις, πολύ αφελές και έχει επικίνδυνα αποτελέσµατα. Το σύνδροµο του κυριάρχου ρεύµατος (mainstream syndrome ) Η επίδειξη µεγάλης προσοχής στους βιβλιοµετρικούς δείκτες µπορεί να ωθήσει τους επιστήµονες ερευνητές να προσανατολίσουν τη δραστηριότητα τους στην µεγιστοποίηση του δείκτη h που έχουν, όχι στη βάση της ποιότητας και της πρωτοτυπίας των δικών τους επιστηµονικών αποτελεσµάτων, αλλά κυρίως µε την υπόκλιση στο ρεύµα, στη τάση, στην κυρίαρχη θέση (το λεγόµενο mainstream) που χειραφετεί-υποτάσσει το γνωστικό πεδίο της έρευνας. Πρόκειται για Ταυτότητα στον τρόπο προσέγγισης της έρευνας που αποκλείει την Ετερότητα. Μια κοινωνία όµως η οποία δεν αναπτύσσει συγκροτηµένο και κριτικό διάλογο στο εσωτερικό της από θεσµούς και πρόσωπα τα οποία θα έχουν ανεξαρτησία σκέψης, πρέπει να ανησυχεί βαθιά. Και αυτό διότι, ή δεν επιτρέπει να αναπτυχθεί στο εσωτερικό της πλουραλισµός απόψεων, ή δεν ενισχύει το στοιχείο της γόνιµης διαµάχης και αµφισβήτησης για καίρια ζητήµατα, Η αδυναµία αυτή τη στερεί από τον πλούτο των επιλογών και των συνθέσεων,
που η ιστορία έδειξε ότι αποτελούν µια από τις κινητήριες δυνάµεις εξέλιξης και επιτυχίας στο δύσκολο τοπίο της διεθνούς οικονοµικής και πολιτικής ανάπτυξης. Σε πρόσφατο άρθρο του, ο Loeb A. 5 αναφέρεται στο σύνδροµο του mainstream. Συγκεκριµένα, αποτελεί κοινή πρακτική των νέων να επενδύουν την ενέργεια τους στην έρευνα µε τρόπο συντηρητικό, σε ιδέες mainstream, που έχουν ήδη ερευνηθεί στην επιστηµονική φιλολογία. Αυτή η τάση καθοδηγείται από την πίεση που οφείλεται στο σύστηµα των ετεροαναφορών ( citations). ηλαδή, είναι πιο εύκολο να δηµοσιεύεις και να λαµβάνεις ετεροαναφορές όταν δουλεύεις σε ιδέες που συµµερίζεται ο µέγιστος δυνατός αριθµός ανθρώπων και η οπτική της αγοράς εργασίας. Εναργέστατα προκύπτει, ότι ο ερευνητής θα τρέπει να διαφοροποιεί την ερευνητική του δραστηριότητα, αφήνοντας χώρο στην εξερεύνηση νέων ιδεών, αφιερώνοντας ένα µέρος του χρόνου του σε καινοτόµα προγράµµατα που έχουν κινδύνους αλλά δυνητικά θα µπορούσαν να έχουν κοινωνικές επιπτώσεις και προστιθέµενη αξία σε γενικώς µακρύτερες χρονικές κλίµακες. Ubi dubium ibi libertas : όπου αµφισβήτηση, εκεί ελευθερία Επίµετρο Από τα ανωτέρω, αποκαλύπτεται η ανάγκη να κινηθούµε πέρα από τις πρακτικές της αγοραίας λογικής σε πρακτικές που διέπουν την κοινωνία της γνώσης στην οποία ενθαρρύνεται η καινοτοµία, η πρωτοτυπία µε την ενδυνάµωση της ανθρώπινης δηµιουργικότητας, της χαρισµατικότητας, της αυθεντικότητας και του ταλέντου. Από την πλευρά των Συλλογικών Οργάνων Αξιολόγησης ( π.χ. συµβούλιο κριτών, εισηγητικές επιτροπές, εκλεκτορικά σώµατα κ.ά.) θα πρέπει να αναζητηθούν µέθοδοι αξιολόγησης πέραν των ποσοτικών βιβλιοµετρικών δεικτών για την επιβράβευση και ενθάρρυνση των ερευνητών εκείνων οι οποίοι επιδίδονται σε καινοτόµα εγχειρήµατα που έχουν εφαρµογή στην παραγωγή µε εξαιρετικές και αδιαµφισβήτητες επιπτώσεις στο κοινωνικό σύνολο. Μια τέτοιου είδους αλλαγή στρατηγικής είναι ζωτικής σηµασίας για την ίδια την επιστηµονική πρόοδο. Η έρευνα δεν πρέπει να είναι πάντα προσανατολισµένη στο κυρίαρχο ρεύµα (mainstream) της εποχής διότι στην περίπτωση αυτή χρησιµοποιείται ως εργαλείο της πλειοψηφίας για την επιβολή σιωπής στις µειοψηφίες. Συνεπώς, πέρα από την αξιολόγηση µιας ερευνητικής µεθοδολογίας µε ποσοτικούς βιβλιοµετρικούς δείκτες, είναι καλό να λαµβάνεται υπ όψη ποιος εµπνέεται από τα υπό αξιολόγηση ερευνητικά πρότυπα, ποια είναι τα όρια τους,οι αντενδείξεις τους, ποιες οι επιπτώσεις τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι, ποια η συµβολή του ερευνητή στην πρωτοτυπία της έρευνας, πόσο αυτοδύναµα µπορεί ο ερευνητής να υποστηρίξει και τεκµηριώσει τις υποθέσεις της έρευνας κ.ά. 5 Loeb A. ( 2010, Aug.) Taking The Road Not Taken : On the Benefits of Diversifying Your Academic Portfolio"
Από την πλευρά του ερευνητή που δραστηριοποιείται στην κοινωνία της γνώσης πρέπει να επιδιώκει την νέα γνώση στο πλαίσιο ενός µίγµατος : 1. προσφοράς στην ίδια την ζωή 2. συνεχούς βελτίωσης µέσα από την µάθηση και την αναζήτηση της νέας γνώσης 3. οµαδοσυνεργατικής συνεισφοράς στην ερευνητική δράση και 4. υστεροφηµίας αποτυπώνοντας στη µνήµη των επιγενεστέρων την προσωπική του σφραγίδα ως φυσική συνέπεια της συνειδητής ερευνητικής µακροχρόνιας ( όχι εφήµερης) δράσης του.