ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ : ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΚΤΟΡΑΣ : ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ «Η δυσμενής κριτική δια του τύπου» The unfavourable criticism via the press ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ Α.Μ. : 1340200200082 ΤΗΛ. : 210-9627788 Δ ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΘΗΝΑ, 2004
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΥΠΟΣ Ετυμολογία της λέξης «τύπος» Οι έννοιες του όρου «τύπος» Το δικαίωμα στην πληροφόρηση Η αποστολή του τύπου Το δικαίωμα στη διαφωνία και στην άσκηση κριτικής ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Περιεχόμενο της ελευθεροτυπίας Ειδικότερες ελευθερίες που περιλαμβάνονται στην ελευθερία του τύπου Λογοκρισία Οριοθέτηση της ελευθερίας της έκφρασης Ελευθερία της έκφρασης άρθρο 10 ΕΣΔΑ Ανεξαρτησία του λόγου στον τύπο Η ελευθερία του τύπου ως προέκταση της ατομικής ελευθερίας Επιρροή της κοινής γνώμης από τους δημοσιογράφους Αυτοπεριορισμός του τύπου ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Το καθήκον αληθείας των δημοσιογράφων Αναληθή δημοσιεύματα ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΥΠΟΣ Συνταγματική κατοχύρωση Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και ελευθερία του τύπου Η προσβολή του δικαιώματος στην προσωπικότητα Ο παράνομος χαρακτήρας της προσβολής της προσωπικότητας Λόγοι αίροντες τον παράνομο χαρακτήρα της επεμβάσεως στην προσωπικότητα τρίτου μέσω του τύπου Στοιχεία της προσωπικότητας ως αντικείμενα προσβολών εκ μέρους του τύπου Η προσβολή της τιμής Κριτήρια αξιολογήσεως Αξιολογικές κρίσεις και πραγματικά περιστατικά 2
Μέσα προστασίας της προσωπικότητας Τα δικαιώματα απαντήσεως και επανορθώσεως Κριτική στο θεσμό απαντήσεως και επανορθώσεως Το στοιχείο της επικαιρότητας «ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ» 367 ΠΚ Η αρχή της αναλογικότητας Ιστορική αναδρομή Κριτική σε θέματα γενικού ενδιαφέροντος Η έννοια του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος Κριτήρια για τη στάθμιση συμφερόντων Συνέπειες της αρχής του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος Αξιολογικές κρίσεις «δικαιολογημένο ενδιαφέρον» ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ CONCLUSION ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ - Βλ. αρχείο «Νομολογία.doc» 3
ΤΥΠΟΣ Ετυμολογία της λέξης «τύπος» Η λέξη «τύπος» ετυμολογικώς έχει προκύψει από το ρήμα «τύπτω», «κτυπώ». Σημαίνει δε το αποτέλεσμα, το παραγόμενο εκ κτυπήματος. Σύμφωνα με έναν παλαιό (1874) περί τύπου γερμανικό νόμο, τον οποίο παρέλαβε με παραλλαγμένη λεκτική διατύπωση ο δικός μας νομοθέτης, τύπος είναι κάθε προϊόν, το οποίο προέρχεται από την τυπογραφία ή από άλλο μηχανικό, χημικό ή φωτοχημικό μέσον, με το οποίο επιτυγχάνεται η παραγωγή μεγάλου αριθμού ομοίων αντιτύπων. 1 Τύπος ή έντυπο είναι κάθε προϊόν μέσου μαζικής παραγωγής, στο οποίο απεικονίζεται κείμενο ή παράσταση. Κατά το άρθρο 1 του νόμου 1092/1938 «περί τύπου», «Τύπος και έντυπον, επί των οποίων εφαρμόζονται αι διατάξεις του νόμου τούτου, είναι παν ό,τι εκ τυπογραφίας ή οιουδήποτε άλλου μηχανικού ή χημικού μέσου παράγεται εις όμοια αντίτυπα και χρησιμεύει εις πολλαπλασιασμόν ή διάδοσιν χειρογράφων, εικόνων, παραστάσεων, μετά ή άνευ σημειώσεων, ή μουσικών έργων, μετά κειμένου ή επεξηγήσεων, ή φωνογραφικών πλακών.». Οι έννοιες του όρου «τύπος» Ο όρος «τύπος» γίνεται αντιληπτός με δύο έννοιες, την υποκειμενική και την αντικειμενική. «Τύπος» με την υποκειμενική έννοια είναι το υποκείμενο και κατ επέκταση η μέθοδος της παραγωγής εντύπων. Με την έννοια αυτή, τύπος είναι η εφημερίδα ως υποκείμενο, μονάδα παραγωγής, το περιοδικό κοκ. Το Σύνταγμα, στο άρθρο 14 παρ. 2, όπου ορίζει ότι ο τύπος είναι ελεύθερος, χρησιμοποιεί τον όρο «τύπο» με την υποκειμενική του έννοια. 1 Βλ. άρθρο 1 του ν. 5060/1931. 4
«Τύπος» με την αντικειμενική έννοια είναι το προϊόν του τύπου με την υποκειμενική έννοια Επομένως, με την αντικειμενική έννοια, ο τύπος ταυτίζεται με το έντυπο, δηλαδή είναι το φύλλο της εφημερίδας, το τεύχος του περιοδικού κοκ. Το Σύνταγμα, στο άρθρο 14 παρ. 1, όπου ο τύπος γίνεται αντιληπτός ως μέσο έκφρασης των στοχασμών, χρησιμοποιεί τον όρο «τύπο» με την αντικειμενική του έννοια. Το αρχικό περιεχόμενο της λέξης «τύπος» προσιδιάζει στην αντικειμενική έννοια του όρου «τύπος». Η λέξη «τύπος» σημαίνει την πράξη, το αποτέλεσμα του ρήματος τύπτω, κτυπώ. «Τύπος» γενικότερα σημαίνει το αποτύπωμα που αφήνει κάποιο κτύπημα και κατ επέκταση το αποτύπωμα κάποιας εικόνας ή κάποιου γράμματος ή κάποιας παράστασης. Το δικαίωμα στην πληροφόρηση Η εποχή μας έχει χαρακτηριστεί ως εποχή της πληροφορίας, ενώ συχνά χρησιμοποιείται και ο όρος «Κοινωνία της πληροφορίας».οι πληροφορίες κυκλοφορούν με πολύ μεγάλες ταχύτητες, οι ειδήσεις μεταδίδονται πολύ γρήγορα και οι ιδέες κυκλοφορούν αστραπιαία. Στις μέρες μας, η αυξανόμενη σημασία της πληροφορίας οφείλεται στη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, η οποία επέτρεψε την άμεση και σε παγκόσμιο επίπεδο επικοινωνία των ανθρώπων με σύγχρονα μέσα, μεταξύ των οποίων καταλέγονται τα ηλεκτρονικά μέσα. Οι νέες μορφές επικοινωνίας κέντρισαν το ενδιαφέρον του αναθεωρητικού νομοθέτη, ο οποίος, με την αναθεώρηση του έτους 2001 προέβη στη ρητή κατοχύρωση του δικαιώματος στην πληροφόρηση, ενώ ταυτόχρονα καθόρισε τα όρια του συνταγματικού αυτού δικαιώματος, δεδομένου ότι με την ελεύθερη και άμεση διάδοση των πληροφοριών ενδέχεται να τίθενται σε κίνδυνο άλλα συνταγματικά δικαιώματα και ζωτικά συμφέροντα του κοινωνικού συνόλου. Τα προαναφερθέντα ρυθμίζονται στο άρθρο 5 Α του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρηση του 2001 και σε διεθνή νομοθετικά κείμενα, όπως η Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας του 1944, ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, η 5
«Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, του 1948, η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», της Ρώμης, του 1950, το άρθρο 29 στην «Παγκόσμια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», που ψηφίσθηκε τον Δεκέμβριο του 1948, από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Η αποστολή του τύπου Στις μέρες μας, πέρα από τα διαδεδομένα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, ο τύπος, ως το παραδοσιακό μέσο ενημέρωσης και επικοινωνίας, εξακολουθεί να διαδραματίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο και να έχει μια υψηλή και σπουδαία αποστολή. Στη σύγχρονη εποχή, η αποστολή του τύπου είναι να εκφράζει τους παλμούς και τις ανησυχίες των γενεών του παρόντος, με δημιουργικούς οραματισμούς για το μέλλον, χωρίς βεβαίως να καταφρονεί ή να αγνοεί τα διδάγματα του παρελθόντος. 2 Μέσω ενός αδέσμευτου κοινωνικού ελέγχου και μιας συνεπούς και τίμιας ενημέρωσης του κοινού επί παντός γεγονότος του δημοσίου βίου, ο τύπος έχει την ευχέρεια να σφυρηλατείται επί σταθερών βάσεων ηθικής αυτονομίας και να στοχεύει σε υψηλά επίπεδα κοινωνικής ωφελιμότητας. Η ιδανική προσφορά του τύπου στο κοινωνικό σύνολο συνίσταται στη δημιουργική συμβολή του στο θρίαμβο των ιδανικών του ελευθέρου βίου. Ο τύπος, μέσω της προβολής του δημοσίου διαλόγου, εξασφαλίζει την πολιτική ελευθερία, που είναι η πεμπτουσία του πολιτισμού και της δημοκρατίας. Ο τύπος οφείλει να υπεραμύνεται της ηθικής αξίας του δημοκρατικού διαλόγου και των δικαιωμάτων της κριτικής και της διαφωνίας, με αδιάλλακτη διακήρυξη των πεποιθήσεών του, προκειμένου να έχει τη διακεκριμένη ισχύ να δίνει ηθικές κατευθύνσεις και πνευματικό περιεχόμενο στη ζωή των ανθρωπίνων κοινωνιών, ανεξαρτήτως των οιωνδήποτε δυσχερειών, αντιδράσεων και κινδύνων, που αντιμετωπίζει. 2 Παπαγιαννόπουλος Τάκης Ε., «Γενικαί αρχαί της ελευθερίας της δημοσιότητας και δημοσιογραφική ηθική», Αθήναι, 1980 6
Το δικαίωμα στη διαφωνία και στην άσκηση κριτικής «Διαφωνία», ειδικά όσον αφορά τον τύπο, δε σημαίνει ψυχρή άρνηση κάθε αντίθετης γνώμης σε οποιοδήποτε θέμα, διότι προϋποτίθεται ότι η συνειδητή διαφωνία είναι μια άγρυπνη και ακέραια αίσθηση ευθύνης έναντι της αξιοπρέπειας των αντιφρονούντων και της ελευθερίας του τύπου. Συνεπώς, μόνο όταν, δια της ασκήσεως του δικαιώματος της διαφωνίας του, ο τύπος συμβάλλει σε δημιουργικές εξελίξεις, εκπληροί τον ύψιστο σκοπό του. Αλλά και γενικότερα, μέσω της ασκήσεως κριτικής και μέσω της διαφωνίας, ως εκφάνσεων αξιοπρεπείας και ελευθερίας, καλλιεργείται επωφελέστερα ο εξανθρωπισμός του δημοσίου βίου, ο οποίος συνιστά τον κορυφαίο στόχο της δραστηριότητας του τύπου. ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Περιεχόμενο της ελευθεροτυπίας Το Σύνταγμα, στο άρθρο 14 παρ.1, ορίζει ότι : «Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του, τηρώντας τους νόμους του κράτους.» Επομένως στο εν λόγω άρθρο κατοχυρώνεται συνταγματικά η ελευθερία του τύπου, μέσα στο πλαίσιο της ελεύθερης διάδοσης των ιδεών. Θεμελιώδεις αρχές της ελευθεροτυπίας είναι η αδέσμευτη έκφραση σκέψεων, η κριτική, ως στοιχείο της σκέψης και του λόγου, η ακώλυτη μετάδοση αληθών πληροφοριών, ειδήσεων και ιδεών, καθώς και ο διάλογος, ως έκφραση της πολυφωνίας και του πλουραλισμού απόψεων, που επικρατούν σε μια δημοκρατική κοινωνία. Εξάλλου, η ελεύθερη ανταλλαγή διαφορετικών απόψεων βοηθά στην ολοκληρωμένη θεώρηση κάθε θέματος, καθώς και στη σωστή τοποθέτησή του και τελικά προάγει αυτήν την ίδια την δημοκρατία. 7
Ειδικότερες ελευθερίες που περιλαμβάνονται στην ελευθερία του τύπου Στην γενική έννοια «ελευθερία του τύπου» υπάγονται μερικές ειδικότερες ελευθερίες, οι οποίες είναι οι εξής : 1) Η ελευθερία εκδόσεως του εντύπου 2) Η ελευθερία εκλογής του τίτλου του εντύπου 3) Η ελευθερία της εκτυπώσεως και της παραγωγής του εντύπου 4) Η ελευθερία του περιεχομένου του εντύπου 5) Η ελευθερία της κυκλοφορίας και της διανομής του εντύπου Τα γενικά συνταγματικά δικαιώματα, ασκούμενα στον χώρο του τύπου, εμφανίζονται ως ειδικότερα δικαιώματα τύπου. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν η ελευθερία ίδρυσης και λειτουργίας εφημερίδας ή άλλης επιχείρησης τύπου, η ελευθερία του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, η ίδρυση και λειτουργία δημοσιογραφικών οργανώσεων. Ο καθορισμός της τιμής πώλησης της εφημερίδας αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της ελευθερίας έκδοσης, κυκλοφορίας και διανομής του εντύπου στο αναγνωστικό κοινό. Κάθε αναγνώστης έχει δικαίωμα να επιλέγει ελεύθερα την πηγή της ενημέρωσής του, συνεκτιμώντας μεταξύ διαφόρων παραγόντων και τον παράγοντα της τιμής πώλησης της κάθε εφημερίδας. Πρέπει να επισημανθεί ότι το μέτρο του καθορισμού ενιαίας τιμής πώλησης των εφημερίδων αντίκειται στη συνταγματικά προστατευόμενη ελευθερία του τύπου. Όσον αφορά τους φορείς των δικαιωμάτων του τύπου, σε αυτούς ανήκουν τα φυσικά πρόσωπα και κατά περίπτωση τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού, αλλά και δημοσίου δικαίου. Η ελευθερία του τύπου προστατεύεται τόσο απέναντι στην κρατική, όσο και απέναντι στην ιδιωτική εξουσία. 8
Λογοκρισία Σύμφωνα με το άρθρο 14, παρ.2 του Συντάγματος, «Ο τύπος είναι ελεύθερος. Η λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο απαγορεύονται.» Αυτή η συνταγματική επιταγή έχει απόλυτη ισχύ. Το Σύνταγμα, ρητά προστατεύει την ελευθερία του τύπου και αποδοκιμάζει τη λογοκρισία και κάθε άλλο προληπτικό μέτρο. Αυτά συνεπάγονται την ανεμπόδιστη ελευθερία έκφρασης των δημοσιογράφων και γενικά των συντακτών εντύπων. Στα πλαίσια της εν λόγω ελευθερίας, επιτρέπεται η άσκηση κριτικής, ευμενούς και δυσμενούς. Οριοθέτηση της ελευθερίας της έκφρασης Η ελευθερία του τύπου και γενικά η ελευθερία της έκφρασης οριοθετούνται από το ίδιο το Σύνταγμα, από τη γενική ρήτρα των χρηστών ηθών και από τα δικαιώματα των τρίτων. Οι οριοθετήσεις αυτές, που γίνονται με βάση τις γενικές συνταγματικές ρήτρες, οδηγούν εύλογα στο συμπέρασμα ότι η ελευθερία της έκφρασης και η ελευθερία του λόγου δεν είναι και ελευθερία εξύβρισης ή δυσφήμησης. Όπως αναφέρθηκε ήδη, το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης οριοθετείται και δεν περιορίζεται. Η απαγόρευση της εξύβρισης και της δυσφήμησης δεν αποτελεί περιορισμό του εν λόγω δικαιώματος, αφού τόσο η εξύβριση όσο και η δυσφήμηση βρίσκονται εκτός του πεδίου εφαρμογής του δικαιώματος αυτού. Όσον αφορά τη σχέση μεταξύ του δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης και του δικαιώματος της προστασίας της προσωπικότητας, δεδομένου ότι πρόκειται για δυο συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα, πρέπει το καθένα από αυτά τα δικαιώματα να οριοθετείται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να μην εισέρχεται, κατά την εφαρμογή του, στο πεδίο εφαρμογής του άλλου δικαιώματος. 9
Η ελευθερία της έκφρασης περιορίζεται μόνο μέσα στα πλαίσια ειδικών κυριαρχικών σχέσεων και όχι στο επίπεδο της γενικής κυριαρχικής σχέσης. Ελευθερία της έκφρασης άρθρο 10 ΕΣΔΑ Η ελευθερία της εκφράσεως κατοχυρώνεται και στο πλαίσιο του άρθρου 10 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) υπό δύο έννοιες : υπό την έννοια της ελευθερίας της γνώμης και υπό την έννοια της ελευθερίας αναζητήσεως, λήψεως, συλλογής και μεταδόσεως πληροφοριών, ειδήσεων και ιδεών. Η κατοχύρωση αυτή καλύπτει τον τύπο, αλλά και γενικότερα όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αποκλείοντας την παρέμβαση διεθνών ή εθνικών αρχών ή οργάνων. Σύμφωνα με τα παραπάνω, εξασφαλίζεται η προστασία του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης σε υπερσυνοριακό επίπεδο, στα πλαίσια του πεδίου εφαρμογής της ΕΣΔΑ. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου λειτουργεί και ως θετικό δίκαιο, με υπερνομοθετική τυπική ισχύ στην ελληνική έννομη τάξη, αλλά και ως θεμελιώδης διεθνής αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ - όπως οριοθετείται από σημαντικούς περιορισμούς (άρθρο 10 παρ.2 ΕΣΔΑ), που κρίνονται όμως ως εξαιρέσεις σε σχέση με τη βασική κατευθυντήρια λειτουργία της διάταξης αυτής αποτελεί σημαντική νομοθετική βάση και συνιστά πρόσθετη εξασφάλιση της ελευθερίας της γνώμης και της διακίνησης των πληροφοριών, των ειδήσεων και των ιδεών. Τα όργανα εφαρμογής της ως άνω συμβάσεως, έχουν επανειλημμένως ασχοληθεί με τη ρύθμιση του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ και έχουν θέσει τις βάσεις της ερμηνείας των σχετικών διατάξεων, κυρίως με την ευκαιρία αμφισβητήσεων, που συνδέονται με τα όρια της ελευθερίας του τύπου, την υπαγωγή των επιχειρήσεων τηλεοράσεως, ραδιοφωνίας και κινηματογράφου σε καθεστώς εκδόσεως αδειών λειτουργίας, διατηρήσεως σχετικών κρατικών μονοπωλίων κ.ά. Η σχετική νομολογία αποτελεί χρήσιμο οδηγό και για τον Έλληνα δικαστή και για το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΔΕΚ), στο πλαίσιο της διαμορφώσεως των γενικών αρχών του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού Δικαίου. 10
Ανεξαρτησία του λόγου στον τύπο Ο τύπος πρέπει να λειτουργεί αυτόνομα και ανεξάρτητα από σκοπιμότητες ή συμφέροντα. Η άσκηση κριτικής μέσω του τύπου, πρέπει να εκφράζει τον συντάκτη του δημοσιεύματος και όχι κάποιο πολιτικό ή οικονομικό συμφέρον. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να χαρακτηρίζονται από ελευθερία συνειδήσεως και πνευματική αξιοπρέπεια, να διατηρούν αλώβητη και ακέραια την ηθική τους προσωπικότητα και να σέβονται το δημοσιογραφικό τους λειτούργημα. Η έκφραση μέσω του τύπου, άρα και η άσκηση κριτικής, δεν πρέπει να διέπονται από υστεροβουλία ή ιδιοτέλεια, αλλά από αυτονομία και ανεξαρτησία. Έτσι, ο ρόλος του τύπου δεν είναι να αποδέχεται παθητικά ή ακόμα περισσότερο να εγκωμιάζει συνεχώς τα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά δρώμενα, αλλά να ασκεί ειλικρινή και αμερόληπτη κριτική, η οποία πολλές φορές χρειάζεται να είναι δυσμενής. Η ελευθερία του τύπου ως προέκταση της ατομικής ελευθερίας Η ελευθερία του τύπου πρέπει να υπηρετεί την γενικότερη ιδέα της ελευθερίας. Η ηθική τάξη κατοχυρώνεται ασφαλώς μόνο όταν αυτός ο ίδιος ο τύπος δίνει, δια του αυτοσεβασμού του, αδιάβλητη απόδειξη μιας αναλλοίωτης αφοσιώσεως προς την αλήθεια καθώς και τον σεβασμό και την προστασία της προσωπικότητας του ανθρώπου. Με τον τρόπο αυτό, ρυθμίζεται η ομαλή και αδέσμευτη λειτουργία της κοινής γνώμης, ως υπευθύνου παράγοντα της κοινωνικής αναπτύξεως. Εξάλλου είναι γνωστό ότι ο τύπος, επονομαζόμενος και ως «η τέταρτη εξουσία», ασκεί τεράστια επιρροή στην κοινή γνώμη, την οποία, πολλές φορές, φτάνει στο σημείο να διαμορφώνει. Η ελευθερία έκφρασης και η αλήθεια στηρίζουν και τη δημοκρατία και την ευημερία της ανθρωπότητας. Συνεπώς, 11
ύψιστο καθήκον του τύπου είναι να μάχεται εναντίον οιασδήποτε παρεμποδίσεως της ασκήσεως κριτικής και της ελεύθερης εκφράσεως. Μόνο όταν μέσω του τύπου, υπάρχει, λειτουργεί και εξελίσσεται ομαλά η κοινή γνώμη, κατοχυρώνεται, βάσει ορθών πεποιθήσεων, η λειτουργική διαδικασία της Δημοκρατίας, δια του υψηλού βαθμού αντικειμενικής και ισότιμης πληροφορήσεως και δια του ευρυτάτου ελέγχου της εξουσίας, χωρίς να παρεμβάλλονται στο έργο του τύπου αυθαίρετες εμπλοκές συμφερόντων και διασαλεύσεις γεγονότων. Επιρροή της κοινής γνώμης από τους δημοσιογράφους Πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν αξιόλογοι και διεθνούς κύρους δημοσιογράφοι, οι οποίοι ασκούν ουσιαστική επιρροή στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις τόσο σε κρατικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γουόλτερ Κρονκάιτ, αναγνωρισμένης διεθνούς αξίας, όχι μόνον δια την δραστηριότητά του, αλλά και για την ειλικρινή συμπεριφορά του, θεωρεί ότι η επιθετική δημοσιογραφία ουδέποτε έβλαψε. Συμβουλεύει τους νέους δημοσιογράφους να είναι ειλικρινείς με τον εαυτό τους, να αγωνίζονται για τη διατήρηση της ακεραιότητάς τους, να παραμένουν αντικειμενικοί, δίκαιοι και αμερόληπτοι όταν συλλέγουν ή παρουσιάζουν τις ειδήσεις, Αυτό είναι το μέγιστο προσόν του δημοσιογράφου. (Συνέντευξη στο ΒΗΜΑ 24.9.1995) Η ευθύνη του τύπου, ως παράγοντα διαμορφώσεως της κοινής γνώμης, δεν περιορίζεται στο καθήκον αλήθειας ούτε στη συμβολή για το σχηματισμό της πολιτικής βουλήσεως του αναγνωστικού κοινού. Από την επίδραση, την οποία ασκεί ο τύπος στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ή ηθική ζωή της χώρας, πηγάζουν και οι αυξημένες ευθύνες του τύπου, όσον αφορά την παροχή πληροφοριών και γνώσεων, καθώς και την επίδραση και απήχηση των κάθε είδους δημοσιευμάτων στο αναγνωστικό κοινό. Τα προαναφερθέντα πηγάζουν από το χαρακτήρα της ελευθερίας του τύπου ως πολιτικού δικαιώματος, το οποίο 12
προστατεύεται από τη διάταξη του άρθρου 14 παρ.1, αλλά και από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.2 και 3, 5 παρ.1 και 29 παρ.1 του Συντάγματος, που αναφέρονται στη λαϊκή κυριαρχία, στη συμμετοχή των πολιτών στο δημόσιο βίο και την κοινωνική ζωή και στη λειτουργία των κομμάτων. Το καθήκον διαμορφώσεως της κοινής γνώμης εισχωρεί στο πεδίο του δικαίου και μέσω της έννοιας του δικαιολογημένου ενδιαφέροντος (367 παρ.1 ΠΚ). Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, στην απόφαση 794/1976 3, έκανε δεκτό ότι το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και η μέσω του τύπου διάδοση των στοχασμών δεν είναι απεριόριστη. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, είναι θεμιτή η θέσπιση περιοριστικών νομοθετικών ρυθμίσεων, εφ όσον αυτές υπαγορεύονται από κοινωνικό ή δημόσιο συμφέρον και δεν αποσκοπούν στο να πλήξουν την εκδήλωση ορισμένης γνώμης ούτε ανατρέπουν τη βάση του σχετικού δικαιώματος ή δυσχεραίνουν υπέρμετρα την άσκησή του. Πάγια είναι η θέση της ελληνικής νομολογίας ότι το δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή συμφέρον συνιστά ταυτόχρονα την ελευθερία, αλλά και την υποχρέωση ή το καθήκον του τύπου για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.(βλ. ενδεικτικά : ΑΠ 60/1979, ΝοΒ 27, σελ.842, ΑΠ 1653/1983, ΝοΒ 32, σελ.453, ΑΠ 137/1985, ΝοΒ 33, σελ.510, ΕφΑθ 9975/1986, ΕλλΔ 28, σελ.299 επ., ΕφΑθ 10745/1991, ΝοΒ 40, σελ.290 επ.) Αυτοπεριορισμός του τύπου Αναμφισβήτητα, η ελευθεροτυπία εκφράζει την κορύφωση της πνευματική ελευθερίας. Κατά συνέπεια, είναι πολύ σημαντικό να τίθενται από αυτόν τον ίδιο τον τύπο, δηλαδή από τους λειτουργούς του τύπου, αδιαπέραστοι φραγμοί σε οιανδήποτε κατάχρηση της ισχύος του. Όσον αφορά τον έλεγχο του τύπου, οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι έχουν την πρώτη ευθύνη για τον έλεγχο αυτό. Οι δημοσιογράφοι πρέπει να χαρακτηρίζονται από συνείδηση σοβαρών επαγγελματιών και αυτοπειθαρχία. Έτσι, συντάσσοντας και εγκρίνοντας οι ίδιοι κανόνες και κώδικες 3 ΠοινΧρ ΚΖ (1977), σελ. 299 13
ηθικής δεοντολογίας και επαγγελματικής συμπεριφοράς, προβαίνουν στον αναγκαίο και πολύ σημαντικό αυτοπεριορισμό του τύπου. Για την εξασφάλιση της εφαρμογής της αυτοπειθαρχίας και του αυτοελέγχου των λειτουργών του τύπου, εγκαθιδρύονται Συμβούλια Τύπου, τα οποία απαρτίζονται στην πλειονότητά τους από εκπροσώπους των εκδοτών και των συντακτών εφημερίδων και έχουν μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα και ηθική βαρύτητα. Τελικά, ο πιο σημαντικός κριτής της δράσης των λειτουργών του τύπου είναι ο ίδιος ο λαός και συγκεκριμένα το αναγνωστικό κοινό. Οι αναγνώστες είναι αυτοί που, με τις επιλογές τους, προσδιορίζουν τη δραστηριότητα και τη λειτουργία του τύπου και κατ αυτόν τον τρόπο συμβάλλουν ενεργά στον αυτοπεριορισμό του τύπου. ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Το καθήκον αληθείας των δημοσιογράφων Είναι δεδομένο ότι η ελευθερία του τύπου δεν είναι ανεξέλεγκτη και απεριόριστη. Αυτό είναι εμφανές στις περιπτώσεις που ο δημοσιογράφος και γενικότερα ο εκφραζόμενος μέσω του τύπου υπερβαίνει ένα ορισμένο πλαίσιο ενεργείας, με συνέπεια να προκαλούνται κοινωνικές και πολιτικές προστριβές. Προκύπτει, λοιπόν, το θέμα εάν ο δημοσιογράφος δεσμεύεται ηθικώς μόνον να δημοσιεύει τα όσα ανταποκρίνονται στην αλήθεια ή η υποχρέωσή του αυτή πρέπει να έχει νομική βάση. Σχετικά με το θέμα αυτό υπάρχει διχογνωμία. Αφενός, έχει εκφρασθεί η γνώμη ότι «οι αναλαμβάνοντες το δημοσιογραφικό έργο έχουν την υποχρέωση να είναι απαθείς και αμερόληπτοι, να ρίχνουν φως στη συζήτηση και την εκτίμηση των πραγμάτων, να βεβαιώνουν γεγονότα, να επανορθώνουν διαστροφές και να συντελούν κατ αυτόν τον τρόπο στην εύρεση της αλήθειας.» (Αγόρ. Εισαγ. ΑΠ Τζιβανοπούλου, Θεμ, ΙΖ/84 ). Αφετέρου προβάλλεται ότι ναι μεν ο τύπος αποσκοπεί στον έλεγχο της 14
κρατικής εξουσίας, τη συνεχή ενημέρωση και την προβολή διαπαιδαγωγικών στοιχείων, εντεύθεν δε ο δημοσιογράφος υπέχει καθήκον να υπηρετεί την αλήθεια και το καθήκον αυτό πηγάζει από το ηθικό πεδίο της δραστηριότητάς του, όμως δεν ενδείκνυται να αναχθεί το καθήκον αυτό σε νομική υποχρέωση, με συναφείς συνέπειες 4. Υποστηρίζεται ότι δεν είναι δυνατή η διακρίβωση της αλήθειας και της αντικειμενικότητας μέσω του τύπου. Ως αίτια προβάλλονται η ταχύτητα δημοσιεύσεως ή προβολής των γεγονότων, ο τρόπος εμφανίσεως αυτών, με σκοπό προσελκύσεως του κοινού, η χρήση εντυπωσιακών τίτλων και εκφράσεων, η διατύπωση σχολίων και παρατηρήσεων που ενίοτε δεν συμπίπτουν με το κείμενο και μερικές φορές η μη κοινολόγηση της αντικειμενικής αλήθειας από τους τυχόν πληροφοριοδότες σε συνδυασμό με τη συναφή έλλειψη επιμελείας από τους δημοσιογράφους προς εξακρίβωση της αλήθειας 5. Είναι σκόπιμο να αναφερθεί εδώ ένα τμήμα της αγορεύσεως του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Δημ. Τζιβανόπουλου 6 : «Οι δημοσιογράφοι ζώντες εντός νεφέλης του παρόντος, δεν δύνανται να είναι ψυχροί θεαταί και προσεκτικοί κριταί των φαινομένων ως οι ιστορικοί οι εν πλήρει νηφαλιότητι και ηρεμία κρίνοντες το παρελθόν. Αν ζητήσωμε παρά του δημοσιογράφου εντελή ακρίβειαν και αμερόληπτον κρίσιν επί πάντων των συμβεβηκόντων, ζητούμεν παρ αυτού τα αδύνατα και καθιστώμεν εις τον δημοσιογράφον επικίνδυνον το έργον αυτού, παρακωλύοντες ούτω την ελευθερίαν εκφράσεως των σκέψεων και καταστρέφοντας τα αγαθά αποτελέσματα της ελευθερίας ταύτης.» 4 Δαγτόγλου, Wesen und Grenzen, σελ. 23 επ., Σχ. Αντωνόπουλου, «Η ελευθερία του Τύπου, σελ. 19. 5 Αντωνόπουλος, «Η ελευθερία του Τύπου»,σελ. 19 επ., Φ.Παπαρρηγοπούλου-Σκορίνη, «Η πληροφόρηση του κοινού δια του τύπου και η προστασία της προσωπικότητος του κατηγορουμένου», ΝοΒ25/278, Voyenne, La presse dans la societe contemporaine, 1971, σελ. 278, Γ. Κουμάντος, «Ελευθερία και ποιότητα στα μέσα μαζικής επικοινωνίας, «Το Σύνταγμα» 1975, σελ. 155 ) 6 Θέμις ΙΖ/89 επ. 15
Αναληθή δημοσιεύματα Όμως προβάλλονται δικαιολογημένες αντιρρήσεις όσον αφορά την ελευθερία του δημοσιογράφου με θέμα την αλήθεια. Η αναλήθεια δεν είναι δυνατόν να θεμελιώνεται στην ελευθερία του τύπου, δημοσιεύσεως, πληροφορήσεως και ενημερώσεως του κοινού. Η αναγνωρισμένη ελευθερία του τύπου, η συναφής έκφραση της γνώμης, η έρευνα της επιστήμης, αποβλέπουν μεταξύ άλλων στη διαμόρφωση και ανάπτυξη του πνεύματος. Η αλήθεια πρέπει να είναι η πυξίδα επικοινωνίας. Συνεπώς δεν αντιτίθεται προς την ελευθερία του τύπου η απαγόρευση και η θεσμοθέτηση αξιοποίνου πράξεως, σε περίπτωση διαδόσεως εν γνώσει ψευδών ειδήσεων. Το αυτό πρέπει να λεχθεί και με το δικαίωμα επανορθώσεως του προσβληθέντος από ψευδείς διαδόσεις και δη εγγράφως 7. Συναφές είναι και το θέμα της ευθύνης του δημοσιογράφου σε περίπτωση απλής αναμεταδόσεως, αναδημοσιεύσεως ψευδών γεγονότων χωρίς να συνοδεύονται από κρίσεις ή σχόλια. Πρέπει να σημειωθεί ότι και στην περίπτωση αυτή υπάρχει ευθύνη με την αιτιολογία ότι ουσιαστικώς υπόκειται έμμεση έκφραση γνώμης, η οποία διατυπώνεται από τον δημοσιογράφο, που αποδέχεται το περιεχόμενο του δημοσιεύματος. ( Β.Φίλιας, «Το συνταγματικό δικαίωμα της ελευθεροτυπίας και η κατά το άρθρο 367 Ποινικού Κώδικος πρόσθετος προστασία» (1966) σελ.9 ) Ο δημοσιογράφος με τα προνόμια και την ελευθερία κινήσεώς του στον χώρο της έκφρασης, εκτελεί όχι μόνον επάγγελμα, αλλά υπηρετεί και συναφές λειτούργημα, εντεύθεν δε, έχει υποχρέωση να έχει ως γνώμονα μόνον την αλήθεια! 7 Bettermann, «Περιορισμοί των ατομικών δικαιωμάτων», Μετάφραση Κ.Κεραμέως, Αρμ. ΙΘ/281 16
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΥΠΟΣ Συνταγματική κατοχύρωση Σύμφωνα με το άρθρο 2, παρ. 1 του Συντάγματος, «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας.». Σύμφωνα με το άρθρο 5, παρ. 1 του Συντάγματος, «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.». Συνεπώς, το ίδιο το Σύνταγμα κατοχυρώνει και προστατεύει, ενώ ταυτόχρονα οριοθετεί το δικαίωμα της προσωπικότητας, το οποίο αναγνωρίζει σε κάθε άτομο. Στις μέρες μας, στα περισσότερα ευρωπαϊκά δίκαια, γίνεται δεκτό ότι η προστασία της προσωπικότητας καταλαμβάνει τα διάφορα συνδεόμενα με το πρόσωπο αγαθά 8 : την τιμή, αγαθά της ιδιωτικής ζωής και της σφαίρας του απορρήτου, τη σωματική και την ψυχική ακεραιότητα, την υγεία, όπως επίσης και στοιχεία εξατομικεύσεως κάθε ατόμου, π.χ. όνομα, εικόνα κ.ά. Αντικείμενο του δικαίου προστασίας της προσωπικότητας αποτελούν επίσης οι αναγνωρισμένες από το Σύνταγμα ελευθερίες του ανθρώπου, όπως η ελεύθερη άσκηση θρησκευτικής, πολιτικής και οικονομικής δραστηριότητας. Το δικαίωμα της προσωπικότητας θεωρείται «δικαίωμα πλαίσιο», στο οποίο περιλαμβάνονται αφ ενός εκφάνσεις που συνθέτουν την αξία του ανθρώπου, αποτελώντας αναπόσπαστα στοιχεία της ανθρώπινης ιδιότητας, αφετέρου συντελεστές καθοριστικοί της ατομικότητας του προσώπου. Η αξία του ανθρώπου είναι αγαθό μη δεκτικό σταθμίσεως με άλλα συμφέροντα! Αποτελεί τον απαραβίαστο πυρήνα του δικαιώματος της προσωπικότητας, όπως αυτός προσδιορίζεται από τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 2 παρ.1 (έμμεση τριτενέργεια). Γύρω από τον πυρήνα αυτόν κινούνται τα άλλα 8 Γαζής, «Γενικαί αρχαί», σελ.33, Καρακατσάνης, σε Γεωργιάδη Σταθόπουλο, ΑΚ 57, αρ. 2 επ., Σπυριδάκης, «Γενικές Αρχές», σελ. 27 επ., «Σημαντήρας», «Γενικές Αρχές», σελ. 378 επ., Γεωργιάδης, «Γενικές Αρχές Αστικού Δικαίου», σελ. 85 επ. 17
έννομα αγαθά της προσωπικότητας, τα οποία είναι κατ αρχήν απαραβίαστα, ενδέχεται όμως να υποχωρήσουν εάν συγκρουστούν με άλλο υπέρτερο αγαθό, το οποίο αναγορεύεται από την έννομη τάξη σε λόγο που δικαιολογεί την επέμβαση ή που αίρει τον παράνομο χαρακτήρα της παραβιάσεως. Ο χαρακτηρισμός του δικαιώματος της προσωπικότητας ως δικαιώματος πλαισίου ανάγεται στη γερμανική διδασκαλία, όπου αποτελεί τη μάλλον κρατούσα άποψη. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, το «δικαίωμα πλαίσιο» πρέπει να πληρωθεί και να συγκεκριμενοποιηθεί από κατηγορίες στις οποίες μπορούν να ενταχθούν τα επιμέρους έννομα αγαθά της προσωπικότητας και ο παράνομος χαρακτήρας της προσβολής θα κρίνεται από την εκάστοτε ad hoc στάθμιση συμφερόντων. Στο άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα αναγνωρίζεται το απόλυτο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου στην προσωπικότητά του και κατ αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται η προστασία και η προάσπιση της αξίας του ανθρώπου. Το άρθρο 57 του Αστικού Κώδικα αποτελεί συγκερασμό των συνταγματικών διατάξεων των άρθρων 2 παρ.1 και 5 παρ.1, κατά τρόπο ώστε στο δικαίωμα της προσωπικότητας περιλαμβάνεται τόσο ο σεβασμός στην αξία του ανθρώπου, που αποτελεί τον απαραβίαστο πυρήνα του δικαιώματος, όσο και η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας. Συνεπώς, είναι δυνατόν να γίνει διάκριση ανάμεσα στη στατική πλευρά της προσωπικότητας, η οποία συμπίπτει με την αναγνωρισμένη στον άνθρωπο αξία και σε μια δυναμική πλευρά, που ταυτίζεται με την ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας. Ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και ελευθερία του τύπου Το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και το δικαίωμα του «πληροφορείν» και του «πληροφορείσθαι» μέσω του τύπου συνεφαρμόζονται στο πλαίσιο που καθορίζουν τα συνταγματικά δικαιώματα και οι οριοθετούσες αυτά γενικές ρήτρες. 18
Ειδικότερα, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, (άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος), όπως και οι συνταγματικές αρχές της απαγόρευσης προσβολής της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (άρθρο 7 παρ.2), της προστασίας της κατοικίας ως ασύλου και της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 9 παρ.1), του απαραβίαστου του απορρήτου των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο (άρθρο 19) και του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ.1) συνεφαρμόζονται με τις νομοθετικά προβλεπόμενες διατάξεις για την προσωπικότητα και κυρίως με την διάταξη του άρθρου 57 του Αστικού Κώδικα, κατοχυρώνοντας με συνταγματική ισχύ την προστασία των αγαθών της προσωπικότητας. Επίσης, το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα του «πληροφορείν» και του «πληροφορείσθαι» μέσω του τύπου (άρθρο 14) συνεφαρμόζεται με το δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (άρθρο 5) και του σεβασμού και της προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ.1). Η συνεφαρμογή αυτή γίνεται και μέσω της έννοιας του «δικαιολογημένου ενδιαφέροντος» (άρθρο 367 παρ.1 ΠΚ), της ενασκήσεως δικαιώματος ή της εκπληρώσεως καθήκοντος που επιβάλλεται από το νόμο (άρθρο 20 ΠΚ) και των διατάξεων περί καταστάσεως ανάγκης (άρθρο 25 ΠΚ) και θεμελιώνει λόγο αποκλεισμού του παράνομου χαρακτήρα της προσβολής της προσωπικότητας. Με τον τρόπο αυτό, το δικαίωμα του «πληροφορείν» και του «πληροφορείσθαι» επηρεάζει την εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος (άρθρο 2 παρ.1, άρθρο 5) και του Αστικού Κώδικα (άρθρα 57,59) για την προστασία της προσωπικότητας, υπό την έννοια ότι το «δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή συμφέρον» οδηγεί σε περιορισμό της προστασίας της προσωπικότητας, στις περιπτώσεις όπου το ως άνω δικαίωμα επιβάλλει, μετά από ad hoc στάθμιση συμφερόντων, την υποχώρηση του αγαθού της προσωπικότητας χάριν εξυπηρετήσεως της αποστολής του τύπου. Από τη σύνθετη αποστολή που αναγνωρίζεται στον τύπο και γενικότερα στα μέσα μαζικής επικοινωνίας απορρέει η ανάθεση σε αυτά του καθήκοντος της διαφυλάξεως ξένων συμφερόντων, των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου 9.Η ενημέρωση των πολιτών, ο έλεγχος και η κριτική, ευμενής και δυσμενής, των πολιτικών προσώπων, η συμβολή στο 9 Φιλιππίδης, «Η προστασία δεδικαιολογημένων συμφερόντων», 1965, σελ. 168 19
σχηματισμό πολιτικής βουλήσεως, καθώς και η πολιτιστική, κοινωνική, οικονομική και ηθική επιμόρφωση των πολιτών συνιστούν τη διαφύλαξη των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου, με την οποία είναι επιφορτισμένα τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Η προσβολή του δικαιώματος στην προσωπικότητα Προσβολή της προσωπικότητας κατά τις ΑΚ 57 ΚΑΙ 59 σημαίνει σύγκρουση δύο ομοειδών δικαιωμάτων : του θύματος από τη μια, το οποίο υφίσταται προσβολή, κατά κανόνα στη στατική πλευρά της προσωπικότητάς του (π.χ. προσβολή της τιμής, του ονόματος, του ιδιωτικού βίου κλπ.) και του δράστη από την άλλη, του οποίου τίθεται υπό κρίση η ελευθερία αναπτύξεως της προσωπικότητας, που εκδηλώνεται μέσω της συγκεκριμένης συμπεριφοράς του (π.χ. δημοσίευμα, συλλογή ή επεξεργασία πληροφοριών για τον προσβληθέντα, διείσδυση στην ιδιωτική σφαίρα του τελευταίου κοκ.) Από τα προαναφερθέντα, συνάγεται σαφώς ότι η ΑΚ 57 δεν λειτουργεί μόνο υπέρ του προσβληθέντος από τον τύπο ή άλλο μέσο μαζικής επικοινωνίας, αλλά προστατεύει και τον συντάκτη του δημοσιεύματος, εφόσον αυτός ενήργησε ως εκπρόσωπος του τύπου και τήρησε τον συναφή με τον τύπο Κώδικα Δεοντολογίας. Αξιοσημείωτο είναι το ότι από τη διατύπωση της ΑΚ 57 διαφαίνεται ότι ενσυνείδητα ο συντακτικός νομοθέτης απέφυγε να οριοθετήσει το δικαίωμα της προσωπικότητας, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό τη συνεχή διεύρυνση του περιεχομένου του δικαιώματος αυτού. Υποστηρίζεται η άποψη ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος συνυπάρξεως του δικαιώματος της προσωπικότητας με το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου μέσω του τύπου και εν γένει των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συνίσταται στην αναγνώριση ενός δικαιώματος επί των ιδίων πληροφοριών και την παροχή έννομης προστασίας σε περίπτωση αυθαίρετης χρησιμοποιήσεως ή διαδόσεως από τρίτους αυτών των πληροφοριών, πρακτική που πρόσφατα καθιερώθηκε στο βρετανικό δίκαιο. Αντικείμενο έννομης προστασίας θα πρέπει να είναι μόνο οι προσωπικές πληροφορίες, αυτές δηλαδή που 20
λόγω του απορρήτου ή εμπιστευτικού τους χαρακτήρα, το άτομο επιθυμεί να διαφυλάξει ή τουλάχιστον να περιορίσει τη διάδοσή τους. Ο παράνομος χαρακτήρας της προσβολής της προσωπικότητας Απαραίτητη προϋπόθεση της εκκινήσεως του μηχανισμού προστασίας της προσωπικότητας είναι ο παράνομος χαρακτήρας της προσβολής της προσωπικότητας. Με εξαίρεση την άσκηση του δικαιώματος απαντήσεως, για την άσκηση της αξιώσεως αποζημιώσεως και ικανοποιήσεως της ηθικής βλάβης, όπως και για την άρση της προσβολής και για την παράλειψη αυτής στο μέλλον, απαιτείται να είναι παράνομη η προσβολή της προσωπικότητας. Στην ελληνική έννομη τάξη, συνάγεται από τη νομολογία και υποστηρίζεται από τη θεωρία 10 ότι : 1) κάθε επέμβαση στην προσωπικότητα είναι κατ αρχήν παράνομη, λόγω του απολύτου χαρακτήρα του δικαιώματος της προσωπικότητας και 2) κατ εξαίρεση της ανωτέρω αρχής, μια επέμβαση στην προσωπικότητα είναι νόμιμη εάν ο δράστης μπορεί να επικαλεστεί έναν από τους εξής δικαιολογητικούς λόγους : συναίνεση του θύματος, προέχον ιδιωτικό ή δημόσιο συμφέρον, νόμο που να επιτρέπει τη συγκεκριμένη επέμβαση στην προσωπικότητα. Στα πλαίσια της κοινωνίας, παράνομη είναι η επέμβαση στην προσωπικότητα αν υπερβαίνει το όριο, το οποίο θέτουν οι συνθήκες της κοινωνικής συμβιώσεως. Όταν σε συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε υπέρβαση του ορίου της κοινωνικά πρόσφορης συμπεριφοράς, γεννάται θέμα προσβολής της προσωπικότητας. Ο παράνομος χαρακτήρας της προσβολής της προσωπικότητας είναι δεδομένος, υπό την προϋπόθεση ότι δεν συντρέχει λόγος που να δικαιολογεί την προσβολή της προσωπικότητας. 10 Γαζής, «Γενικαί αρχαί», σελ. 42, Παπαντωνίου, «Γενικές αρχές», σελ. 134 επ. 21
Λόγοι αίροντες τον παράνομο χαρακτήρα της επεμβάσεως στην προσωπικότητα τρίτου μέσω του τύπου Δικαιολογητικοί λόγοι ή λόγοι αίροντες τον παράνομο χαρακτήρα της επεμβάσεως σε προσωπικότητα τρίτου μέσω του τύπου είναι τα περιστατικά, τα οποία σε συγκεκριμένη περίπτωση επιτρέπουν σε ένα υποκείμενο του δικαίου να επέμβει στην προσωπικότητα άλλου. Γενικά, νόμιμη είναι η επέμβαση σε ξένο έννομο αγαθό μόνο όταν αποτελεί το πρόσφορο μέσο για τη διατήρηση ενός εννόμου αγαθού ανάλογης αξίας. Η αξία των εννόμων αγαθών κρίνεται σύμφωνα με τις συγκεκριμένες κάθε φορά περιστάσεις. Η άποψη αυτή θεμελιώνεται στις αρχές της άμυνας και της καταστάσεως ανάγκης, με τις οποίες διευρύνονται οι λόγοι άρσεως του παρανόμου χαρακτήρα μιας πράξεως. Στοιχεία της προσωπικότητας ως αντικείμενα προσβολών εκ μέρους του τύπου Από τα έννομα αγαθά που περικλείονται στο δικαίωμα της προσωπικότητας, πληττόμενα, κατά κανόνα, αγαθά εκ μέρους του τύπου συνιστούν η τιμή, η ιδιωτική ζωή, η εικόνα, ο γραπτός και προφορικός λόγος και η σφαίρα του απορρήτου. Στην πράξη, ειδικότερα, η τιμή είναι το κατ εξοχήν προσβαλλόμενο αγαθό, μέσω της δημοσιεύσεως ή της δημοσιότητας, δηλαδή της χρησιμοποιήσεως και διαδόσεως από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, προσβλητικών πληροφοριών, εικόνων και κρίσεων. Ο ιδιωτικός βίος, ο γραπτός και προφορικός λόγος, ο ψυχικός κόσμος και η εικόνα του προσώπου, θίγονται ήδη από τη διενέργεια της δημοσιογραφικής έρευνας, χωρίς να απαιτείται να ακολουθήσει δημοσίευση. 22
H προσβολή της τιμής Το δίκαιο προστατεύει ειδικά το έννομο αγαθό της τιμής και μέσω των ποινικών διατάξεων των άρθρων 361 επ. του Ποινικού Κώδικα περί εγκλημάτων κατά της τιμής, οι οποίες θεμελιώνουν και τον παράνομο χαρακτήρα της πράξεως, εξασφαλίζοντας την προστασία της τιμής και μέσω των διατάξεων περί αδικοπραξιών. Ανεξάρτητα πάντως από τη συρροή των προϋποθέσεων του ποινικού νόμου, η προσβολή της τιμής, εντασσόμενη στο πλαίσιο προστασίας της προσωπικότητας, προστατεύεται και αυτοτελώς με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα γι την προστασία της προσωπικότητας, δηλαδή με τις ΑΚ 57, 59. Στις περιπτώσεις συγκρούσεως της αξιώσεως σεβασμού της τιμής του ανθρώπου με την ελευθερία του τύπου, προσβαλλόμενο αγαθό είναι η εξωτερική τιμή, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η εσωτερική τιμή βρίσκεται εκτός έννομης προστασίας. Η εξωτερική τιμή, η λεγόμενη και συναλλακτική τιμή ή υπόληψη, καταλαμβάνει την κοινωνική καταξίωση του ανθρώπου, την αναγνώρισή του, την καλή του φήμη ή γενικότερα το «όνομά» του. Μέσω του χαρακτήρα, της κοινωνικής συμπεριφοράς και προσφοράς, η εξωτερική τιμή έρχεται να προστεθεί στον πυρήνα των αξιών που συνοδεύουν τον άνθρωπο από τη γέννησή του, δηλαδή στην εσωτερική τιμή. Η συνταγματική προστασία της αξίας του ανθρώπου δεν επιτρέπει την υποκειμενική αξιολόγηση της τιμής, αλλά επιβάλλει την εφαρμογή ορισμένων αντικειμενικών κριτηρίων για τον καθορισμό του περιεχομένου της. Συνεπώς, η έννοια της τιμής καθορίζεται από τη σκοπιά ενός αντικειμενικού, αμέτοχου, μέσου παρατηρητή. Όμως, τα κριτήρια αυτά, μέσα σε μια πολυφωνική, δημοκρατική κοινωνία, υπόκεινται σε μεταβολές με την πάροδο του χρόνου. Για τον λόγο αυτό, στη θέση των αντικειμενικών κριτηρίων, τα αμερικανικά δικαστήρια αναζητούν τον ατομικό αυτοπροσδιορισμό και την αυτοτοποθέτηση του συγκεκριμένου ατόμου απέναντι στη δημοσιότητα. Προκειμένου, ειδικότερα, περί ψευδών ισχυρισμών πραγματικών περιστατικών, δεν έχει τόση σημασία ο μειωτικός για την τιμή χαρακτήρας τους, όσο το γεγονός ότι με τους ισχυρισμούς αυτούς γίνεται μια εικόνα του θιγομένου, 23
η οποία δεν ανταποκρίνεται στην αληθή εικόνα αυτού, έτσι όπως την προσδιόρισε ο ίδιος. Αμέσως παρακάτω θα αναφερθούν τα ερωτήματα που πρέπει να τίθενται για να σχηματίζονται κριτήρια αξιολογήσεως της συμπεριφοράς, προκειμένου να διαπιστωθεί αν αυτή συνιστά προσβολή της τιμής. Τα κριτήρια αυτά εφαρμόζονται σε κάθε κοινωνία, προσαρμοζόμενα κάθε φορά στις συγκεκριμένες συνθήκες. Κριτήρια αξιολογήσεως Προκειμένου να κριθεί αν μια δραστηριότητα του τύπου συνιστά προσβολή της τιμής, θα πρέπει να δοθεί απάντηση σε μια σειρά από ερωτήματα που αφορούν : 1. Το είδος και το περιεχόμενο της προσβολής (πραγματικός ισχυρισμός ή αξιολογική κρίση, άποψη του συντάκτη του δημοσιεύματος ή μεταφορά απόψεων τρίτων) 2. Την ποιοτική επίδραση της προσβλητικής ενέργειας (έκταση και ένταση της «επιθέσεως», συνέπειες για τον θιγόμενο κοκ.) 3. Την ποσοτική επίδραση της προσβλητικής ενέργειας (πόσων ατόμων θίγεται η τιμή) 4. Το μέσον με το οποίο πραγματοποιήθηκε η προσβλητική ενέργεια (έκφραση απόψεως σε εφημερίδα, σε επιστημονικό περιοδικό, σε έντυπο ευρείας κυκλοφορίας κοκ.) 5. Την αφορμή της προσβλητικής ενέργειας (προηγούμενη πολιτική ή οικονομική συμπεριφορά ή προηγούμενο δημοσίευμα εκ μέρους του θιγομένου, προσωπικές σχέσεις μεταξύ του επιτιθεμένου και του θιγομένου κοκ) 6. Τα κίνητρα της προσβλητικής ενέργειας (ικανοποίηση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, ενημέρωση για συγκεκριμένο τρόπο πολιτικής, οικονομικής ή 24
κοινωνικής συμπεριφοράς, πρόθεση πρόκλησης ζημίας, ανταγωνισμός κοκ.) Η θέση των παραπάνω ερωτημάτων βοηθά στο σχηματισμό κριτηρίων βάσει των οποίων θα γίνει, σε επόμενο στάδιο, η στάθμιση των συγκρουομένων συμφερόντων : αφενός του σεβασμού της τιμής και αφετέρου της ελευθερίας του τύπου. Επέμβαση στον εσωτερικό πυρήνα της προσωπικότητας, που στηρίζεται στην ανθρώπινη αξία, δεν είναι δεκτική σταθμίσεως με την ελευθερία του τύπου. Τα όρια της ελευθερίας του τύπου σταματούν εκεί όπου π.χ. η κριτική αποσκοπεί στην καταβαράθρωση της τιμής ή στην προσβολή της υπόληψης του ανθρώπου. Αξιολογικές κρίσεις και πραγματικά περιστατικά Κατά κανόνα, προσβολή της τιμής επιφέρουν δημοσιεύματα ή ανακοινώσεις που περιλαμβάνουν μειωτικές κρίσεις ή αναφέρονται σε πραγματικά περιστατικά γύρω από την προσωπική, επαγγελματική ή κοινωνική ζωή ενός ατόμου. Η διάκριση μεταξύ προσβλητικών πραγματικών περιστατικών και εκφράσεως γνώμης έχει αποφασιστική σημασία, διότι η διαπίστωση της αναληθείας των προσβλητικών πραγματικών ισχυρισμών θεμελιώνει, χωρίς άλλο, την αξίωση άρσεως της προσβολής. Η έκφραση αξιολογικών κρίσεων είναι επιτρεπτή μόνο εφ όσον στηρίζεται σε αληθή πραγματικά περιστατικά. Οι αξιολογικές κρίσεις όσον αφορά επιτεύγματα ή τη συμπεριφορά ενός προσώπου θεωρούνται ως προσβλητικές της τιμής όταν λόγω του τρόπου και της μορφής της κρίσεως συνιστούν έκφραση περιφρόνησης ή θίγουν την προσωπικότητα κατά τρόπο αντιβαίνοντα στα χρηστά ήθη. Ειδικότερα, όσον αφορά τον τύπο, για αξιολογική κρίση μπορεί να γίνει λόγος όταν τα πραγματικά περιστατικά παρουσιάζονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε ο αποδέκτης να είναι σε θέση να σχηματίζει ιδία γνώμη. Η αξιολογική κρίση, συνεπώς, δεν επιτρέπεται να δημιουργεί ψευδείς εντυπώσεις όσον αφορά τα αποτελούντα τη βάση της πραγματικά 25
περιστατικά. Κατά κανόνα, ο συντάκτης ενός δημοσιεύματος πρέπει να γνωστοποιεί στο κοινό τα πραγματικά περιστατικά, πάνω στα οποία στηρίζει τις κρίσεις του, για να μπορεί το κοινό να σχηματίζει ιδία αντίληψη. Στην πράξη, όμως, αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό, καθώς η πίεση του χρόνου δεν επιτρέπει συχνά την ταυτόχρονη δημοσίευση είδησης και σχολιασμού. Έτσι, σε περίπτωση που γνωστοποιούνται στη σύνταξη ενός εντύπου γεγονότα και δεν υπάρχει χρόνος για τη δημοσίευση των σχετικών κρίσεων και συμπερασμάτων, είναι δυνατόν αυτά να επακολουθήσουν σε προσεχές φύλο, χωρίς να είναι αναγκαία η επανάληψη των γεγονότων. Αρκεί απλώς η παραπομπή σε αυτά. Ως εκδήλωση της ελευθερίας εκφράσεως, η αξιολογική κρίση πρέπει να συνιστά έκφραση προσωπικής γνώμης του συντάκτη του δημοσιεύματος. Σε κάθε περίπτωση, η απλή μετάδοση απόψεων τρίτων δε συνιστά προσβολή της τιμής, εάν ο δημοσιογράφος δεν ασπάζεται και δεν υιοθετεί τις απόψεις αυτές. Συνοψίζοντας, η αξιολογική κρίση αποτελεί, ως προς τη μορφή και τις περιστάσεις, έκφραση προσβολής προς το πρόσωπο, όταν τα πραγματικά περιστατικά που βρίσκονται στη βάση της δεν καλύπτουν την αξιολογική κρίση ή όταν η κριτική περιλαμβάνει προσωπική επίθεση, η οποία υπερακοντίζει τον σκοπό της κριτικής ή αποσκοπεί σε προσωπική εκτίμηση, η οποία υπερβαίνει τα θεμιτά όρια της κριτικής. Μέσα προστασίας της προσωπικότητας Στα μέσα προστασίας της προσωπικότητας έναντι επεμβάσεων του τύπου ανήκουν : Α) Το δικαίωμα απαντήσεως και η συναφής αγωγή προς εκτέλεση του δικαιώματος απαντήσεως, Β) η αγωγή για άρση της προσβολής και παράλειψη αυτής στο μέλλον και η προληπτική αγωγή για παράλειψη της 26
προσβολής, οι οποίες συνιστούν αμυντικά μέσα προστασίας του προσώπου και Γ) οι αγωγές αποζημιώσεως, ικανοποιήσεως της μη περιουσιακής ζημίας και αποδόσεως του κέρδους, που αποτελούν τα αποκαταστατικά ένδικα μέσα. Τα δικαιώματα απαντήσεως και επανορθώσεως Ο ελληνικός νόμος δεν κάνει διάκριση μεταξύ πραγματικών γεγονότων και προσωπικών κρίσεων του συντάκτη του ανασκευαζόμενου δημοσιεύματος και έτσι δικαίωμα απαντήσεως αναγνωρίζεται και στις δύο αυτές περιπτώσεις. Στις μέρες μας, όμως, η διεθνής τάση είναι ο περιορισμός του δικαιώματος απαντήσεως στην ανασκευή πραγματικών περιστατικών. Απάντηση επιτρέπεται ανεξαρτήτως πταίσματος του συντάκτη του επιλήψιμου δημοσιεύματος ή εννόμου συμφέροντος του κατονομαζομένου. Επίσης, διόρθωση του επιλήψιμου δημοσιεύματος με πρωτοβουλία του συντάκτη του δεν αναιρεί τη δυνατότητα απαντήσεως εκ μέρους του θιγομένου. Σύμφωνα με την ορθότερη άποψη, αντίθετα από ό,τι ισχύει για το δικαίωμα επανορθώσεως στη ραδιοτηλεόραση, δικαίωμα απαντήσεως μέσω του τύπου παρέχεται και όταν το δημοσίευμα δεν περιλαμβάνει προσβλητικά στοιχεία για τον κατονομαζόμενο ή τον υποδεικνυόμενο. 11 Κάθε ανακριβής παρουσίαση στοιχείων της προσωπικότητας ενός ιδιώτη επιτρέπει την άσκηση του δικαιώματος απαντήσεως, αρκεί το δημοσίευμα να αφορά την προσωπικότητα του φορέα του δικαιώματος, χωρίς να απαιτείται υποχρεωτικά και να τη θίγει. Σε αντίθεση με το δικαίωμα της επανορθώσεως, για την άσκηση του οποίου απαιτείται ανακριβές δημοσίευμα, για την άσκηση του δικαιώματος απαντήσεως δεν απαιτείται τα αναφερόμενα στο ανασκευαζόμενο δημοσίευμα γεγονότα ή 11 Κρίππας, «Το νομικό καθεστώς», σελ. 158 : «Κατ αντιδιαστολή προς τα περί τύπου ισχύοντα στη ραδιοτηλεόραση δικαίωμα απαντήσεως έχει μόνο εκείνος του οποίου προσεβλήθη η τιμή, η υπόληψη ή το επαγγελματικό συμφέρον ή η φήμη νομικού προσώπου.» Βλ. άρθρο 3, παρ. 12, ν. 2328/1995 27
κρίσεις να είναι ψευδή. Αφ ενός διότι προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να επέλθει και με τη δημοσίευση αληθών στοιχείων και αφ ετέρου διότι σκοπός του δικαιώματος απαντήσεως δεν είναι απλώς η διόρθωση μιας ενδεχομένως εσφαλμένης εικόνας που προβάλλει ο συντάκτης του δημοσιεύματος, αλλά η αντιπαράθεση δύο εκδοχών σε ένα θέμα που σχετίζεται με την προσωπικότητα. 12 Για την άσκηση του δικαιώματος απαντήσεως είναι αδιάφορη η πηγή από την οποία ο συντάκτης του ανασκευαζόμενου δημοσιεύματος Κριτική στο θεσμό απαντήσεως και επανορθώσεως Σύμφωνα με μια άποψη, ο θεσμός της επανορθώσεως και απαντήσεως ως μέσα αποκαταστάσεως της προσβληθείσης προσωπικότητας είναι απρόσφορα και αναποτελεσματικά. Όπως δέχεται ο καθηγητής Κ.Βουγιούκας («Το Ποινικό Δίκαιον των Ειδικών Ποινικών Νόμων», 1957 τόμ. Β, σελ.164) θα ήταν παρακινδυνευμένο να περιοριστεί η ποινική προστασία του δικαιώματος της τιμής μόνο στις περιπτώσεις επί των οποίων υπάρχει διάσταση μεταξύ δημοσιευομένων και αληθείας οφειλόμενη σε δόλο (έστω και ενδεχόμενο) του συγγραφέα και να αφήνεται χωρίς προστασία η τιμή και η υπόληψη, όταν ο δημοσιογράφος δεν έχει συνείδηση της κοινωνικής του αποστολής και της σημασίας του εν λόγω δικαιικού αγαθού. Μάλιστα, προς ενίσχυση της γνώμης του, επικαλείται το άρθρο 111 παρ.1 του τοπικού Συντάγματος της Βαυαρίας του 1946 και την παράγραφο 3, εδάφιο 2 του Νόμου της 3.10.1949, τα οποία θεσμοθετούν νομική υποχρέωση του τύπου αναφορικά με τα γραφόμενα, τα οποία πρέπει να ανταποκρίνονται στην αλήθεια. Επίσης επικαλείται τη διάταξη του άρθρου 2 του ιταλικού Νόμου 69/3.2.1963, το οποίο θεσμοθετεί όμοια υποχρέωση. 12 Κρίππας, Αρμ. 1969, σελ.572, Αντωνόπουλος, «Η ελευθερία του τύπου», σελ. 215. Αντίθετος ο Κονταξής, σελ.241. 28
Το στοιχείο της επικαιρότητας Η δημοσίευση ή ανακοίνωση προσβλητικών ισχυρισμών, οι οποίοι αποδείχθηκαν εκ των υστέρων αναληθείς, στο πλαίσιο μιας επίκαιρης ανταλλαγής πυρών μέσω του τύπου, δεν συνιστά πάντοτε προσβολή της τιμής. Η δημοσίευση προσβλητικών πραγματικών περιστατικών, τα οποία εκ των υστέρων αποδεικνύονται αναληθή, δεν συνεπιφέρει την εφαρμογή των διατάξεων περί προστασίας της προσωπικότητας οσάκις η επίθεση έχει διμερή χαρακτήρα, εκφράζοντας, τρόπον τινά, την μία από τις δύο πλευρές ενός έντονου διαλόγου μέσω του τύπου. Το δικαίωμα της τιμής σχετικοποιείται όταν η προσβολή του εννόμου αγαθού εντάσσεται στο μηχανισμό της αντεπιθέσεως. Η αμέσως προηγηθείσα προσβολή της τιμής δικαιολογεί, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί αμύνης, την ανάλογη αντίδραση του θιγομένου. Η προαναφερθείσα θέση εξηγείται από τη σημασία που έχουν ο λόγος και ο αντίλογος για το σχηματισμό της κοινής γνώμης. Ο αντίλογος πρέπει να αποτελεί πρόσφορη αντίδραση στο λόγο. Επιπλέον, ο επίκαιρος χαρακτήρας του διαξιφισμού ενδέχεται να δικαιολογεί τη μη επαλήθευση των ισχυρισμών από το συντάκτη τους. Για το λόγο αυτό, ο Wenzel ομιλεί για μια ιδιαίτερη μεταχείριση των ΜΜΕ, η οποία όμως δικαιολογείται μόνο σε περιπτώσεις μεγάλου ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης. Όσον αφορά τα πρόσωπα της επικαιρότητας, αναφορικά με αυτά, υπάρχει δικαιολογημένο ενδιαφέρον του κοινού να έχει πλήρη και ολοκληρωμένη εικόνα της προσωπικότητάς τους, που σημαίνει γνώση στοιχείων της ιδιωτικής τους ζωής, η οποία, όμως, δεν επιτρέπεται να φτάνει μέχρι την επέμβαση στη σφαίρα του απορρήτου. Συνεπώς, τα πρόσωπα της επικαιρότητας οφείλουν να ανέχονται επεμβάσεις στην ιδιωτική τους ζωή, οι οποίες δικαιολογούνται από το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. 29
«ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ» 367 ΠΚ Η αρχή της αναλογικότητας Κατά τη διατύπωση του άρθρου 367 παρ.1 εδ.α, «Δεν αποτελούν άδικη πράξη οι δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές, καλλιτεχνικές ή επαγγελματικές εργασίες.». Ως προϋπόθεση εφαρμογής αυτής της διατάξεως θεωρείται η εκ μέρους του συντάκτη τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, που επιβάλλει οι δυσμενείς κρίσεις να είναι ανάλογες προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, η μη τήρηση της αρχής της αναλογικότητας ισοδυναμεί με κατάχρηση της ελευθερίας του τύπου και το περιεχόμενο του δημοσιεύματος ενδέχεται να επιφέρει προσβολή της προσωπικότητας του θιγομένου. Συνέπεια της αρχής της αναλογικότητας θεωρείται η υποχρέωση του ασκούντος την κριτική να χρησιμοποιήσει το πλέον ανώδυνο μέσο για τα έννομα αγαθά του θιγομένου προσώπου. Ιστορική αναδρομή Το 1951, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, στη γνωστή απόφαση Konstanze 13, έθεσε την αρχή ότι η κριτική πρέπει να είναι αντικειμενική, περιοριζόμενη στον επιδιωκόμενο σκοπό της, που συνίσταται στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης επάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα, είτε αυτό είναι επιστημονικό, καλλιτεχνικό ή επαγγελματικό έργο είτε οποιαδήποτε άλλη δημόσια δραστηριότητα ενός προσώπου. Η αντικειμενική κριτική δεν είναι παράνομη, ακόμα και όταν ζημιώνει τον θιγόμενο. Αξιολογικές κρίσεις που απομακρύνονται από τη βάση της αντικειμενικής κριτικής δεν είναι παράνομες μόνον 13 BGHZ 3, σελ. 270επ. Σύμφωνος και ο Coing, Ehrenschutz und Presserecht, σελ. 21., Βλ. και άλλες αποφάσεις του γερμανικού Ακυρωτικού σε Weber, Festschr. Faller, σελ. 451. 30
εφ όσον κατά περιεχόμενο και μορφή και λαμβάνοντας υπ όψιν τις συγκεκριμένες περιστάσεις είναι αναγκαίες για την ικανοποίηση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος, οπότε και επιβάλλεται στάθμιση συμφερόντων, δηλαδή στάθμιση μεταξύ του δικαιώματος στην τιμή και γενικότερα στην προσωπικότητα και του δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση μέσω του τύπου. Ωστόσο, το 1966, το ίδιο δικαστήριο καθώς και το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, εγκατέλειψαν την αρχή της αναλογικότητας. Σε μεταγενέστερη απόφασή του, το πρώτο δικαστήριο, στην υπόθεση Boll κατά Walden, επεσήμανε τους κινδύνους που παρουσιάζει η εφαρμογή της αρχής της αντικειμενικότητας στην άσκηση κριτικής. Υποστηρίζει πλέον ότι, εφ όσον υπάρχει αφορμή, η οποία δικαιολογεί την άσκηση κριτικής, το νόμιμο ή όχι της κριτικής δεν εξαρτάται από την αντιστοιχία του περιεχομένου της προς τον επιδιωκόμενο σκοπό ούτε από τον ενδεχόμενο οξύ τόνο που χρησιμοποιεί ο συντάκτης. Η αστική προστασία της τιμής δεν δικαιολογεί κανενός είδους λογοκρισία στην έκφραση γνώμης υπό τη μορφή της αξιολογήσεως του περιεχομένου της εκφράσεως γνώμης. Αξιολόγηση του περιεχομένου δεν επιτρέπεται ούτε υπό μορφή ελέγχου του τρόπου ασκήσεως της κριτικής, με τον οποίο αποδοκιμάζεται δήθεν εξαιτίας του τυπικού της περιεχομένου, στην πραγματικότητα όμως απορρίπτεται ως μη αντικειμενική ή ως υπερβολική. Προσβολή της τιμής μπορεί όμως να επέλθει οσάκις στον υπερβολικά οξύ τόνο της κριτικής διακρίνεται πρόθεση προσβολής εκ μέρους του συντάκτη. Στην περίπτωση αυτή, ο θιγόμενος μπορεί να επικαλεστεί τις διατάξεις για την προστασία της τιμής και της προσωπικότητας, χωρίς να ασκεί επιρροή η εκ μέρους του δράστη επίκληση δικαιολογημένου ενδιαφέροντος. Από τις αρχές της αναλογικότητας και της αντικειμενικότητας αρχίζει να αποστασιοποιείται η ελληνική νομολογία, προκειμένου για άσκηση κριτικής. Στην υπ αριθμ. 9975/1986 (ΕλλΔνη 1987, σελ. 299) απόφασή του, το Εφετείο Αθηνών έκρινε ορθώς ότι, παρά το γεγονός ότι τα δημοσιεύματα ήταν αντικειμενικώς ανακριβή και ότι ο τόνος της κριτικής ήταν οξύς, τα δημοσιεύματα αυτά δεν συνεπάγονται προσβολή της τιμής, δεδομένου ότι η κριτική που ασκήθηκε εμπίπτει στα όρια της συνταγματικής 31