ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Ελπίδα Γ. Λεπενιώτη Α.Μ.:

Σχετικά έγγραφα
Solvency II. Πυλώνας ΙΙ Εταιρική ιακυβέρνηση και Εσωτερικός Έλεγχος. Μυρτώ Χαμπάκη. Υπεύθυνη Οικονομικών Θεμάτων & Κλάδου Ζωής Ε.Α.Ε.

Solvency II. Συνοπτική Παρουσίαση. Έκδοση : 1.3 Ημ/νία : 02/11/2006. Μ.Χαμπάκη Ε.Α.Ε.Ε

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/

Solvency II Σχέδιο Οδηγίας της 10 ης Ιουλίου, 2007

«Φερεγγυότητα ΙΙ» (Οδηγία 2009/138/ΕΚ)

Volume. Ιανουάριος 08 ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΕΛΛΑ ΑΣ. Solvency II Newsletter

ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ. Solvency II. Οδηγίες εφαρμογής

Volume. Σεπτέµβριος 2009 ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΕΛΛΑ ΑΣ. Solvency II Newsletter

«Εισαγωγή στο Solvency II»

ΘΕΜΑ: SOLVENCY II και Αντασφαλίσεις

Έλλειψη δημόσιων πληροφοριών για ασφαλιστικά χαρτοφυλάκια

ΟΔΗΓΙΕΣ ΕΦΟΡΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ. σχετικά με την υποβολή πληροφοριών

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 68/

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας

ALPHA BANK CYPRUS LTD

Ε Π Ι Τ Υ Χ Ι Α!!!!!!!

PwC. Νομοθετικό πλαίσιο και βέλτιστες πρακτικές Εσωτερικού Ελέγχου σε Ασφαλιστικές Εταιρείες

Επιπλέον, το ιοικητικό Συµβούλιο, ορίζει Υπεύθυνο ιαχείρισης Κινδύνων µε συγκεκριµένες αρµοδιότητες.

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.

Μικρές / µεσαίες επιχειρήσεις και το Solvency II

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Γενικοί κανόνες σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων (αντ)ασφάλισης

Ασφαλιστική Επιχείρηση και Κανονιστική Συμμόρφωση Ο ρόλος του εμμίσθου Δικηγόρου ως μέλους της Κανονιστικής Λειτουργίας

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦ. Ε.Κ. 28/606/

Στρατηγικές και διαδικασίες των τραπεζών και εσωτερική επιθεώρησή τους.

Έκθεση Φερεγγυότητας & Χρηματοοικονομικής Κατάστασης Ομίλου - Σύνοψη

Volume. Ιανουάριος 2009 ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΕΛΛΑ ΑΣ. Solvency II Newsletter

Εταιρική Διακυβέρνηση: Η πρόσφατη εμπειρία του Ν.4364/2016 για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

2. Στα Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης οι εισφορές καταβάλλονται :

Τακτική ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο λειτουργίας των κολλεγίων εποπτικών αρχών

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ για τα Τ.Ε.Α. που διαχειρίζονται τα ΙΔΙΑ τις επενδύσεις τους

ALPHA BANK CYPRUS LTD

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις ειδικές παραμέτρους για κάθε επιχείρηση

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 105/

«Η εποπτεία των κεφαλαιακών απαιτήσεων των ασφαλιστικών εταιρειών»

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Βασικές Αρχές Λειτουργίας

Ι. Χ. ΜΑΥΡΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Συμπεράσματα της Άσκησης QIS 5 με στοιχεία 31/12/2010

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ (CRD IV) στο ελληνικό δίκαιο. Εφαρμογή του Κανονισμού 575/2013 (CRR)

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ

ΕΝΤΥΠΟ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Κατευθυντήριες γραμμές

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΚΥΠΡΟΥ ASSET MANAGEMENT Α.Ε..Α.Κ»

ΣΥΝΟΛΟ (Α) 7, Β. ΜΕΙΟΝ: ΣΥΝΟΛΟ ΑΦΑΙΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Β) 2, Γ. ΣΥΝΟΛΟ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Α-Β) 4,

Χ. Βλ. Γκόρτσος. Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Η Οδηγία για την διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (IDD) Μυρτώ Χαμπάκη Senior Manager Risk Management Services Crowe SOL Consulting

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη φερεγγυότητα ομίλου

Κωνσταντίνος Γ. Τασάκος Ειδικός Σύµβουλος, ΕΕΤ

March 14, H εμπειρία από τη διαδικασία εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙ στις τράπεζες

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων για τις μακροπρόθεσμες εγγυήσεις

Α Π Ο Φ Α Σ Η 8/459/ του ιοικητικού Συµβουλίου

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αναγνώριση και αποτίμηση στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού εκτός των τεχνικών προβλέψεων

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 75/

ΕΠΙΣΗΜΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΔΗΛΩΣΗ ΑΡΧΩΝ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ (ΔΑΕΠ)

Argus Stockbrokers Limited

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

VΙΙΙ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΙΝ ΥΝΟΣ 4. Εξελιγµένη µέθοδος µέτρησης

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ:

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ


Πολιτική Κατηγοριοποίησης Πελατών

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΓΟΡΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης & Ελέγχων. Ν.4449/2017 & Κανονισµός 537/2014. Γεώργιος Βενιέρης. Πρόεδρος. 25Μαΐου, 2017

Ο ΗΓΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ

***I ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ CRD IV ΣΤΙΣ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα κεφάλαια κλειστής διάρθρωσης

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Κανονισμός Λειτουργίας Επιτροπής Ελέγχου

PE-CONS 23/1/16 REV 1 EL

Solvency II Συχνές ερωτήσεις - 1 -

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2011

ΣΧΕΔΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ (Λήξη προθεσμίας διαβούλευσης ) τoυ Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΠ.Ε.Ι.Α.

Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό ,10% ανοιγμάτων έναντι επιχειρήσεων (%) 1

Διεθνή Λογιστικά & Χρηματοοικονομικά Πρότυπα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΟΜΙΛΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Πολιτική κατηγοριοποίησης πελατών

Το μέλλον της Ελληνικής Ασφαλιστικής Αγοράς την επόμενη 10ετία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII: ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ (TRADING)

Κατευθυντήριες γραμμές για τα όρια των συμβάσεων

εντατικής προώθησής τους, την δηµιουργία τουλάχιστον ενός νέου Αµοιβαίου Κεφαλαίου Ευρωπαϊκού προσανατολισµού, που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τ

Αποτελέσματα QIS5 (31/12/2010)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 85/

Ομαδικές Ασφαλίσεις. Λύσεις και δυνατότητες για Υγεία & Σύνταξη. Αθήνα, Δεκέμβριος 2014

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Κατευθυντήριες γραμμές. για την εξέταση. αιτιάσεων από τις ασφαλιστικές. επιχειρήσεις

Οικονομικά Στοιχεία Β Τριμήνου

Audit Committees November 1, 2006

ΚΥΡΙΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΟΔΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 2015

Transcript:

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ Solvency II και Εφαρµογή σε εταιρεία γενικών ασφαλίσεων - Ανάλυση Χαρτοφυλακίου (Σωµατικές Βλάβες) - Αντασφάλιση. Ελπίδα Γ. Λεπενιώτη Α.Μ.: 2009051 ΕΡΓΑΣΙΑ Που υποβλήθηκε στο Τµήµα Στατιστικής του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών ως µέρος των απαιτήσεων για την απόκτηση Μεταπτυχιακού ιπλώµατος Συµπληρωµατικής Ειδίκευσης στη Στατιστική Μερικής Παρακολούθησης (Part-time) Αθήνα Σεπτέµβριος 2012

Αφιερώνεται στους γονείς µου Γιώργο και Ελένη και στην αδερφή µου ήµητρα.

Ευχαριστώ θερµά, Τον επιβλέποντα καθηγητή της εργασίας µου κ. Ν. Φράγκο, κυρίως για την εµπιστοσύνη που µου έδειξε, και την υποµονή που έκανε κατά τη διάρκεια της υλοποίησης της πτυχιακής εργασίας. Όπως επίσης και για την πολύτιµη βοήθεια και καθοδήγηση του, για την επίλυση διάφορων θεµάτων. Το διδακτικό προσωπικό του τµήµατος για τις γνώσεις που µου µετέδωσαν. I

II

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Το 2003 αποφοίτησα από το Παγκύπριο Ενιαίο Λύκειο Λάρνακας και ισύχθεισα στο Πάντειο Παν/µιο στο τµήµα Πολιτικής Επιστήµης & Ιστορίας, από το οποίο και αποφοίτησα τον Ιανουάριο του 2008. Το 2009 ισύχθεισα στο Οικονοµικό Παν/µιο Αθηνών για την παρακολούθηση του Μεταπτυχιακού Προγράµµατος Τµήµατος Στατιστικής. Από το 2005 έως το 2009 εργάστηκα στην ασφ. εταιρεία International Life, στο Τµήµα Ανάληψης Κινδύνων & Έκδοσης Συµβολαίων. Από τον Ιούλιο 2009 εργάζοµαι στην ασφαλιστική εταιρεία Chartis στο Τµήµα Ανάληψης Κινδύνων για όλους τους κλάδους γενικών ασφαλειών. III

IV

ABSTRACT Introduction to Solvency II Approach to determining minimum required capital levels for European regulators. Similar to Basel II, which was implemented for the banking industry several years ago Uses a market consistent approach. Better reflection of risks than current capital standards. Will help put banks and insurers on a level playing field. Original intent was to have consistency with IFRS requirements, but that is no longer the case. What is Solvency II? Solvency II is based on three guiding principles (pillars) which cut across market, credit, liquidity, operational and insurance risk. Three pillar structure from Basel II has been adopted for the insurance industry. The new system offers insurance companies incentives to measure and better manage their risk situation. The new solvency system includes both quantitative and qualitative aspects of risk, each pillar focusing on a different regulatory component; minimum capital requirements, risk measurement, risk management and disclosure. Pillar 1 Capital Requirement Pillar 2 Risk Management, Governance, and Review Pillar 3 Reporting and Disclosure Portfolio Analysis (Physical Damage) Analysing Risks Equity Risk (Κίνδυνος Μετοχών) Currency Risk (Κίνδυνος Συναλλάγµατος) Property Risk (Κίνδυνος Ακινήτων) Spread Risk (Κίνδυνος ιαφοράς) Concentration Risk (Κίνδυνος Συγκέντρωσης) Premium & Reserve Risk V

Reinsurance Reinsurance is insurance that is purchased by an insurance company (the "ceding company" or "cedant" or "cedent" under the arrangement) from one or more other insurance companies (the "reinsurer") as a means of risk management, sometimes in practice including tax mitigation and other reasons described below. The ceding company and the reinsurer enter into a reinsurance agreement which details the conditions upon which the reinsurer would pay a share of the claims incurred by the ceding company. The reinsurer is paid a "reinsurance premium" by the ceding company, which issues insurance policies to its own policyholders. There are two basic methods of reinsurance: 1. Facultative Reinsurance, which is negotiated separately for each insurance contract that is reinsured. Facultative reinsurance is normally purchased by ceding companies for individual risks not covered, or insufficiently covered, by their reinsurance treaties, for amounts in excess of the monetary limits of their reinsurance treaties and for unusual risks. Underwriting expenses, and in particular personnel costs, are higher for such business because each risk is individually underwritten and administered. However as they can separately evaluate each risk reinsured, the reinsurer's underwriter can price the contract to more accurately reflect the risks involved. 2. Treaty Reinsurance means that the ceding company and the reinsurer negotiate and execute a reinsurance contract. The reinsurer then covers the specified share of all the insurance policies issued by the ceding company which come within the scope of that contract. The reinsurance contract may oblige the reinsurer to accept reinsurance of all contracts within the scope (known as "obligatory" reinsurance), or it may require the insurer to give the reinsurer the option to reinsure each such contract (known as "facultativeobligatory" or "fac oblig" reinsurance). There are two main types of treaty reinsurance, proportional and non-proportional, which are detailed below. Under proportional reinsurance, the reinsurer's share of the risk is defined for each separate policy, while under non-proportional reinsurance the reinsurer's liability is based on the aggregate claims incurred by the ceding office. VI

Types - Proportional - Non - Proportional Excess of loss reinsurance Catastrophe excess of loss Aggregate VII

VIII

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Τι είναι το Solvency II (Φερεγγυότητα ΙΙ ); To Solvency II αποτελεί τη νέα κοινοτική οδηγία που θα ρυθµίζει απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και θα τεθεί σε εφαρµογή από την 31η Οκτωβρίου 2012. ίνει την ευκαιρία στην Ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά να εναρµονιστεί και να λειτουργεί σύµφωνα µε τις συνεχώς αυξανόµενες ανάγκες της σύγχρονης οικονοµίας που δέχεται ανελλιπώς τις επιπτώσεις (θετικές και αρνητικές) της παγκοσµιοποίησης. Ποιούς κινδύνους υπολογίζει το Solvency II; Κίνδυνος Underwriting : Ο κίνδυνος αυτός σχετίζει άµεσα µε την αξιολόγηση των πελατών των ασφαλιστικών εταιρειών, τα ασφάλιστρα, τα αντασφάλιστρα, τα τεχνικά αποθέµατα καθώς και µε την σωστή αξιολόγηση της συµπεριφοράς των πελατών της εταιρείας όσον αφορά την διατηρησιµότητα των ασφαλιστηρίων συµβολαίων. Κίνδυνος ρευστότητας : O κίνδυνος αυτός σχετίζεται άµεσα µε την οικονοµική ρευστότητα της εταιρείας και µε το κατά πόσο η εταιρεία είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις οικονοµικές της υποχρεώσεις όχι µόνο σε επίπεδο αποζηµιώσεων αλλά και σε επίπεδο υποχρεώσεων γενικότερα. Κίνδυνος αγοράς : Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται µε τις µεταβολές στην αγορά χρήµατος δηλαδή στις αυξο-µειώσεις των επιτοκίων, στις χρηµατιστηριακές συναλλαγές και την κατάσταση των χρηµαταγορών γενικότερα και τέλος στις αγορές παραγώγων και συναλλάγµατος κλπ. Πιστωτικός κίνδυνος: Ο πιστωτικός κίνδυνος στον ασφαλιστικό κλάδο σχετίζεται µε την δυνατότητα των αντασφαλιστών να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις τις εταιρείας σε µια δεδοµένη στιγµή. Ο πιστωτικός κίνδυνος εµπεριέχει επίσης και στην σωστή επενδυτική πολιτική της εταιρείας καθώς και την δυνατότητα της εταιρείας να εισπράττει από τους χρεώστες της και να είναι απαλλαγµένη από προβληµατικούς λογαριασµούς. Συστηµατικός κίνδυνος : O κίνδυνος αυτός κυρίως µε το νοµοθετικό περιβάλλον στο οποίο κινείται οι επιχείρηση καθώς και µε τους οικονοµικούς κύκλους που διανύει η αγορά στην οποία λειτουργεί. IX

Επιχειρηµατικός κίνδυνος: O επιχειρηµατικός κίνδυνος αφορά τις διαδικασίες, τα συστήµατα, την διοίκηση ή την πιθανότητα εξαπάτησης που εντός της εταιρείας. Οι τρείς πυλώνες της φερεγγυότητας Η φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο εξής θα βασίζεται σε 3 πυλώνες. Στον πρώτο πυλώνα -τις ποσοτικές απαιτήσεις φερεγγυότητας - το βασικό στοιχείο ενδιαφέροντος είναι η υιοθέτηση των δεικτών : α) MCR (Μinimum Capital Requirement ή Ελάχιστου Κεφαλαίου Φερεγγυότητας) που καθορίζει ποσοστό εµπιστοσύνης 85%, κάτω του οποίου η ασφαλιστική επιχείρηση οδηγείται σε εποπτική παρέµβαση και πιθανή ανάκληση αδείας. β) SCR ( Solvency Capital Requirement ή Κεφαλαίου Φερεγγυότητας ) το οποίο είναι το επιθυµητό κεφάλαιο που θα πρέπει να κατέχει µια ασφαλιστική εταιρία, προκειµένου να µην κινδυνεύει µε χρεοκοπία µε ποσοστό εµπιστοσύνης 99,5% σε χρονικό ορίζοντα ενός έτους (ή αλλιώς µία χρεοκοπία στα 200 χρόνια). Ο δεύτερος πυλώνας καθορίζει τις ποιοτικές προδιαγραφές της φερεγγυότητας, δηλαδή τις αρχές εσωτερικού ελέγχου πάνω στις οποίες θα βασίζεται η αξιολόγηση κινδύνων (εταιρική διακυβέρνηση) ενώ επιπλέον προχωρά στην ανασκόπηση της µέχρι σήµερα εποπτικής διαδικασίας και στην αναθεώρησή της. Ο τρίτος πυλώνας καθορίζει τις απαιτήσεις δηµοσίευσης και διαφάνειας των στοιχείων, εποπτικών και οικονοµικών. Ανάλυση Χαρτοφυλακίου ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΩΜΑΤΙΚΩΝ ΒΛΑΒΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ Αντασφάλιση Αντασφάλιση είναι η διαρθρωµένη µεταβίβαση κινδύνων µεταξύ µιας ασφαλιστικής επιχείρησης και µιας αντασφαλιστικής. Η αντασφάλιση καλύπτει τις εξής λειτουργίες, προς όφελος µιας ασφαλιστικής επιχείρησης: µείωση των τεχνικών κινδύνων, διαρκής µεταβίβαση τεχνικών κινδύνων στον αντασφαλιστή, αύξηση της οµοιογένειας του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου, µείωση της αστάθειας των τεχνικών αποτελεσµάτων, υποκατάσταση των κεφαλαίων/ιδίων κεφαλαίων, παροχή κεφαλαίων για σκοπούς χρηµατοδότησης και παροχής υπηρεσιών. X

Υπάρχουν πολλοί λόγοι που µια ασφαλιστική εταιρεία θα επιλέξει να αγοράσει την αντασφάλιση ως τµήµα της ευθύνης της να διαχειριστεί ένα χαρτοφυλάκιο των κινδύνων. Οι κύριες χρήσεις της αντασφάλισης είναι να επιτραπεί η εκχωρώντας επιχείρηση για να υποθέσουν τους µεµονωµένους κινδύνους µεγαλύτερους από το µέγεθός του θα επέτρεπε, και για να προστατεύσουν τον cedant από τις καταστροφικές απώλειες. Η αντασφάλιση επιτρέπει σε µια ασφαλιστική εταιρεία για να προσφέρει τα µεγαλύτερα όρια της προστασίας σε έναν ασφαλισµένο από το κεφάλαιό του θα επέτρεπε. Εάν µια ασφαλιστική εταιρεία µπορεί ακίνδυνα να γράψει µόνο $5 εκατοµµύρια στα όρια σε οποιαδήποτε πολιτική, µπορεί reinsure (ή να εκχωρήσει) το ποσό των ορίων παραπάνω από $5 εκατοµµύρια στους αντασφαλιστές. Η αντασφάλιση επιτρέπει επίσης στον εκχωρώντας ασφαλιστή για να γράψει περισσότερη επιχείρηση από το µέγεθός του θα επέτρεπε. Η αντασφάλιση µπορεί να βοηθήσει να καταστήσει τα αποτελέσµατα µιας ασφαλιστικής εταιρείας πιό προβλέψιµα µε να απορροφήσει τις µεγαλύτερες απώλειες και τη µείωση του ποσού κεφαλαίου που απαιτείται για να παρέχει την κάλυψη. Τύποι αντασφαλίσεων - Ανάλογος - Μη αναλογικός (υπερβολή της απώλειας XI

- XII

Κατάλογος Περιεχόµενων ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ... 3 Μετάβαση από το Solvency I στο Solvency II... 5 Solvency II... 7 Ο σχεδιασμός του Solvency II... 10 Νομοθετική διαδικασία Lamfalussy... 11 Βασικά σημεία του νέου πλαισίου.... 12 Οι 4 στόχοι της Φερεγγυότητας ΙΙ... 13 Πλαίσιο Φερεγγυτότητας ΙΙ... 14 Solvency II... 15 ΠΥΛΩΝΑΣ Ι... 19 Προσέγγιση Συνολικού Ισολογισμού... 23 Γενικό περίγραμμα του Πυλώνα Ι... 25 Αρχές Αποτίμησης Ενεργητικού & Παθητικού... 27 Τεχνικές προβλέψεις:... 27 Ιδία Κεφάλαια:... 27 Καθορισμός Ιδίων Κεφαλαίων:... 28 Ταξινόμιση Ιδίων Κεφαλαίων... 28 Περιορισμοί Ιδίων Κεφαλαίων... 29 ΠΥΛΩΝΑΣ ΙΙ... 31 Γενικό περίγραμμα του Πυλώνα ΙΙ... 33 Εποπτικές εξουσίες... 34 Σύστημα διακυβέρνησης... 35 Σύστημα Διακυβέρνησης... 36 Governance System... 37 Γενικές απαιτήσεις διακυβέρνησης... 38 Απαιτήσεις ικανότητας και ήθους και απόδειξη εντιμότητας... 38 Εκτίμηση ιδίου Κινδύνου και Φερεγγυότητας (Own Risk and Solvency Assessment ORSA)... 39 Εσωτερικός Έλεγχος και Εσωτερικός Λογιστικός Έλεγχος... 39 Αναλογιστική Λειτουργία... 40 Ο τύπος της τυπικής προσέγγισης για τον υπολογισμό του SCR.... 41

ΠΥΛΩΝΑΣ ΙΙΙ... 43 Πυλώνας ΙΙΙ: Αναφορά + Δημοσιοποίηση... 44 Συνοπτικά... 45 Βασικοί οργανισμοί που εμπλέκονται στο SII.... 47 SOLVENCY IΙ KAI ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ... 49 SOLVENCY II ΚΑΙ Δ.Λ.Π.... 49 SOLVENCY II READIMESS REPORT... 51 TO ROAD MAP ΠΡΟΣ ΤΟ SOLVENCY II... 53 ΧΡΟΝΟΔΙΑΓΡΑΜΜΑ... 55 ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΩΜΑΤΙΚΩΝ ΒΛΑΒΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ... 57 ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ... 69 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 77 XIII

Κατάλογος Πινάκων Πληρωθείσες Αποζηµιώσεις, ανά έτος συµβάντος και πληωµής, σε...57 εδουλευµένα Ασφάλιστρα...58 Ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις Φερεγγυότητας Κίνδυνος Αγοράς...59 Αναµενόµενες τεχνικές προβλέψεις, Βέλτιστη εκτίµηση Περιθώριο κινδύνου...59 Απόδοση κεφαλάιων (ROE)...60 XIV

XV

Κατάλογος Γραφηµάτων Range of solvency measures...5 Νοµοθετική διαδικασία Lamfalussy...11 Βασικά σηµεία του νέου πλαισίου...12 Πλαίσιο Φερεγγυτότητας ΙΙ...14 Προσέγγιση Συνολικού Ισολογισµού...23 Γενικό περίγραµµα του Πυλώνα Ι...25 Γενικό περίγραµµα του Πυλώνα ΙΙ...33 Εποπτικές εξουσίες......34 Σύστηµα διακυβέρνησης...36 Governance System...37 Ο τύπος της τυπικής προσέγγισης για τον υπολογισµό του SCR...41 Πυλώνας ΙΙΙ: Αναφορά + ηµοσιοποίηση...44 Χρονοδιάγραµµα...55 XVI

XVII

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το Solvency II (Φερεγγυότητα ΙΙ) αποτελεί τη νέα κοινοτική οδηγία που θα ρυθµίζει απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και θα τεθεί σε εφαρφογή από την 31 η Οκτωβρίου 2012. Το Solvency II θεσπίζει ένα ενιαίο σύστηµα υπολογισµού των κεφαλαιακών απαιτήσεων σε όλες τα κράτη µέλη της Ε.Ε. το οποίο θα αντικαταστήσει πλήρως το τρέχον σύστηµα, υιοθετώντας τεχνικές διαχείρισης κινδύνων, εταιρικής διακυνβέρνησης και διαφάνειας, οι οποίες κρίνονται πλέον απαραίτητες για την ορθή λειτουργία της αγοράς και την προστασία του καταναλωτή ασφαλισµένου µέσα στο σύγχρονο, πολύπλοκο και συνεχώς εξελισσό µενο χρηµατοοικονοµικό σύστηµα. Από το πεδίο της Οδηγίας Solvency II εξαιρούνται οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις των οποίων τα ακαθάριτσα ετήσια έσοδα από ασφάλιστρα δεν υπερβαίνουν τα 5 εκατ. EUR, οι επιχειρήσεις των οποίων οι συνολικές τεχνικές προβλέπψεις συµπεριλαµβανοµένων των ανακτήσιµων ποσών από αντασφαλιστικές συµβάσεις και Φορείς Ειδικού Σκοπού δεν υπερβαίνουν τα 25 εκατ. EUR και οι επιχειρήσεις που ανήκουν σε όµιλο και οι συνολικές τεχνικές προβλέψεις του οµίλου, συµπεριλαµβανοµένων των ανακτήσιµων ποσών από αντασφαλιστικές συµβάσεις και Φορείς ειδικού Σκοπού, δεν υπερβάινουν τα 25 εκατ. EUR (άρθρο 4). Η φερεγγυότητα των ασφαλιστιών επιχειρήσεων στο εξής θα βασίζεται σε 3 πυλώνες. Στον πρώτο πυλώνα στις ποσοτικές απαιτήσεις φερεγγυότητας- το βασικό στοιχείο ενδιαφέροντος είναι η υιοθέτηση του MCR (Minimum capital requirement ή Ελάχιστου Κεφαλαίου Φερεγγυότητας) κάτω του οποίοη ασφαλιστική επιχείρηση οδηγείται σε εποπτική παρέµβαση και πιθανή ανάκληση αδείας και του SCR (Solvency Capital Requirement ή Κεφαλαίου Φερεγγυότητας) το οποίο είναι το επιθυµητό κεφάλαιο που θα πρέπει να κατέχει µια ασφαλιστική εταιρία, προκειµένου να µην κινδυνεύει µε χρεοκοπία µε ποσοστό εµπιστοσύνης 99.5% σε χρονικό ορίζοντα ενός έτους. Στον πρώτο πυλώνα επίσης περιλαµβάνονται όλοι οι σχετικοί κανόνες βάση των οποίων σχηµατίζονται τα τεχνικά αποθέµτα, ρυθµίζονται οι επενδύσεις, καθορίζονται τα περιουσιακά στοιχεία καθώς και η ποιότητα τν κεφαλαίων που στο σύνολο θα τους εξασφαλίζουν την επιθυµητή φερεγγυότητα για τις ασφαλιστικές εταιρείες. 1

Ο δεύτερος πυλώνας καθορίζει τις ποιοτικές προδιαγραφές της φερεγγυότητας, δηλαδή: τις αρχές εσωτερικού ελέγχου πάνω στις οποίες θα βασίζεται η αξιολόγηση κινδύνων (εταιρική διακυβέρνηση) ενώ επιπλέον προχωρά στην ανασκόπηση της µέχρι σήµερα εποπτικής διαδικασίας και στην αναθεώρησή της. Τέλος, ο τρίτος πυλώνας καθορίζει τις απαιτήσεις δηµοσίευσης και διαφάνειας των στοιχείων, εποπτικών και οικονοµικών. Μέσα στα πλαίσια της απαιτούµενης διαφάνειας οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να δηµοσιοποιούν το κατά πόσον διατηρούν ή όχι το απαιτούµενο κεφάλαιο φερεγγυότητας (SCR) ή το κατά πόσον οι εποπτικές αρχές τους επέβαλαν προσθήκες κεφαλαίων κατά την περίοδο αναφοράς. 2

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Η τρέχουσα ασφαλιστική νοµοθεσία που σχετίζεται µε την εποπτεία και τον υπολογισµό της κεφαλαιακής επάρκειας και της φερεγγυότητας των Ασφαλιστικών εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως αυτή ρυθµίστηκε για τελευταία φορά το 2004, προέρχεται από µια σειρά κοινοτικών οδηγιών που τέθηκαν σε εφαρµογή από το 1973 και εφεξής. Επιγραµµατικά το 1973 κσι το 1979 αντίστοιχα, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε δύο σχετικές οδηγίες (73/239/EEC και 79/269/EEC αντίστοιχα) στις οποίες κρινόταν απαραίτητη η δηµιουργία ενός κεφαλαιακού περιθωρίου φερεγγυότητας για την κάλυψη έκτατων κινδύνων που η ασφαλιστική αγορά πιθανό να αντιµετώπιζε και για τους οποίους θα έπρεπε να ήταν επαρκώς προετοιµασµένη. Μετά την φιλελευθεροποίηση των τιµών στην Ευρωπαϊκή Ασφαλιστική αγορά και µε την κατάργηση των προϊοντικών ελέγχων στα µέσα του 1994, η ανάγκη ελέγχου και επίβλεψης της φερεγγυότητας των Ασφαλιστικών Εταιριών ήταν επιτακτική, κυρίως για την προστασία των πολιτών κατόχων ασφαλιστηρίων συµβολαίων. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση οδηγήθηκε στην θέσπιση της οδηγίας Solvency Ι τον φεβρουάριο του 2002, η οποία τέθηκε σε πλήρη εφαρµογή στα τέλη του 2004. Η οδηγία αυτή δεν άλλαξε τον βασικό υπολογισµό του περιθωρίου φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών, όπως είχε προκύψει από τις προηγούµενες οδηγίες, αλλά τροποποίησε κάποια στοιχεία της υπάρχουσας νοµοθεσίας. Παράλληλα, η οδηγία του Solvency I αύξησε την εποπτεία παρέχοντας το δικαίωµα στις εποπτικές αρχές να επεµβαίνουν στις περιπτώσεις που το κεφάλαιο περιθώριο φερεγγυότητας δεν κυµαίνονταν στα επιθυµητά επίπεδα. Το Solvency I παρέχει µια σχετική οµοιοµορφία στον υπολογισµό της φερεγγυότητας των Ασφαλιστικών Εταιρειών που βασίζεται κυρίως σε χρηµατοοικονοµικούς παράγοντες, χωρίς κάποια ιδιαίτερη πολυπλοκότητα και χωρίς να δίνει έµφαση στους επιµέρους κινδύνους που πιθανό να διαταράξουν και να επηρεάσουν σηµαντικά την φερεγγυότητα µιας ασφαλιστικής επιχείρησης. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που κρίθηκε απαραίτητη η αναπροσαρµογή της υφιστάµενης νοµοθεσίας και η δηµιουργίατου Solvency II. 3

Οι µέθοδοι αποτίµησης των στοιχείων του Ενεργητικού και του Παθητικού και κυρίως των τεχνικών προβλέψεων διαφέρουν από χώρα σε χώρα όπως διαφέρουν και οι ανά χώρα προϋποθέσεις για τον υπολογισµό των µαθηµατικών αποθεµάτων, γεγονός που στην πάροδο των ετών κρίθηκε ως εµπόδιο για την αξιολόγηση των κινδύνων που αντιµετωπίζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες σε σχέση µε την ενιαία αγορά. Συνεπώς, το Solvency I δεν εξυπηρετεί επαρκώς τις ανάγκες της εναρµόνισης της Ευρωπαϊκής ασφαλιστικής αγοράς γεγονός που είχε ως επακόλουθο, την προσπάθεια προς την αναθεώρηση του υπολογισµού της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών στον ανασχεδιασµό του solvency I και στην µελέτη για την δηµιουργία του Solvency II. 4

Μετάβαση από το Solvency I στο Solvency II Range of solvency measures True risk profile SCR -internal models SCR -standard approach Rating agency models Current Solvency I 5

6

Solvency II To Solvency II βασίστηκε στο πλαίσιο του Basel II της αντίστοιχης κοινοτικής οδηγίας για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζικών ιδρυµάτων. Το Basel II είχε επίσης σαν στόχο την εδραίωση ενός ενιαίου και σταθερού πλασίου διαχείσισης κινδύνου στο Τραπεζικό χώρο, µέσα σε πλαίσια διαφάνειας και ολοκληρωµένης χαρτογράφησης των διαδικασίων. Το ίδιο φιλοδοξεί να πετύχει και το Solvency II για την ασφαλιστική αγορά βασισµένο στην µέθοδο των «τριών πυλώνων» που ακολουθήθηκε και στον σχεδιασµό του Basel II µε επιτυχία. Το SII έχει σαν βασικούς στόχους τους ακόλουθους: Την προστασία των ευρωπαίων πολιτών κατόχων ασφαλιστήριων συµβολαίων. Την θέσπιση υπολογισµού του περιθωρίου φερεγγυότητας µε µέθοδο η οποία θα είναι προσαρµοσµένη σύµφωνα µε τους πραγµατικούς κινδύνους που αντιµετωπίζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες. Την αποφυγή της πολυπλοκόητας στν υπολογισµό του περιθωρίου φερεγγυότητας. Την προσαρµογή του περιθωρίου φερεγγυότητας σύµφωνα µε τις αυξανόµενες ανάγκες και εξελίξεις της ασφαλιστικής αγοράς. Την αποφυγή υπέρ-κεφαλαιοποίησης. Η οδηγία που αναµένεται να προκύψει από το πρόγραµµα του Solvency II θα εµπεριέχει στοιεία από την τρέχουσα νοµοθεσία αλλά παράλληλα θα ενσωµατωθούν σε αυτή και καινούργια στοιχεία που θα αφορούν την αξιολόγηση πολλαπλών κινδύνων σε διάφορα επίπεδα των ασφαλιστικών εργασιών. Τα 3/4 του Solvency IΙ, θα αποτελούνται από την κωδικοποίηση των µέχρι τώρα υπαρχόντων 14 οδηγιών για τις Ασφαλιστικές επιχειρήσεις τα οποία θα προσαρµοστούν και θα τροποποιηθούν ούτως ώστε να αντικατοπτρίζουν τις επιθυνητές αλλαγές. Το πρόγραµµα που ακολουθείται για την τελική έκδοση της οδηγίας Solvency II, γίνεται βάση του µοντέλου Λαµφαλούσι σύµφωνα µε το οποίο ακολουθούνται 7

οι εξής διαδικασίες σε τέσσερα διαφορετικά επίπεδα, προκειµένου να ολοκληρωθεί το πρόγραµµα µε συνέπεια: Επίπεδο 1: Περιλαµβάνει την συγκέντρωση υφιστάµενων οδηγιών και κανονισµών καθώς και προτάσεις για µελλοντικές οδηγίες, οι οποίες παρουσιάζονται στο Συµβούλιο Υπουργών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να υπάρχει έτσι η σύµφωνη γνώµη της Κοµισσιόν. Επίπεδο 2: Λαµβάνονται µέτρα για τις τεχνικές προδιαγραφές που αφορούν την υιοθέτηση των νοµοθετικών µέτρων που περισυλλέχθηκαν στο πρώτο επίπεδο. Η Κοµισσιόν µε την σειρά της ετοιµάζει λεπτοµερείς τεχνικές προδιαγραφές βασιζόµενη στις απόψεις του EIOPC (European Insurance and Occupational Pensions Committee). Επίπεδο 3: Στο επίπεδο αυτό, ο CEIOPS σε συνεννόηση µε την Συµβουλευτική επιτροπή (consultive panel) που απαρτίζεται από ειδικούς της ασφαλιστικής αγοράς και από καταναλωτές, παρέχει συνεχή επίβλεψη και αξιολόγηση για τα νοµοθετικά µέτρα που αποφασίστηκαν στο δεύτεο επίπεδο µέχρι την έκδοση της τελικής Οδηγίας. Επίπεδο 4: Τέλος, στο τέταρτο επίπεδο, η Κοµισσιόν προχωρεί στην οµοιόµορφη και αποτελεσµατική υιοθέτηση της καινούργιας Ευρωπαϊκής νοµοθεσίας. Οι προετοιµασίες για το πρόγραµµα Solvency II ξεκίνησαν από το Μάιο του 2001 όπου αποφασίστηκε η αναδιάρθωση του Solvency I και η εισαγωγή του Solvency II, σε δύο βασικά στάδια. Το πρώτο στάδιο ολοκληρώθηκε το 2003 και αφορούσε τον συνολικό σχεδιασµό και τους στόχους του προγράµµατος του Solvency II. Τον Σεπτέµβριο του 2003 δηµοσιεύτηκε το έγγραφο της Κοµισσιόν µε τίτλο «Solvency II-reflections on the general outline of a framework directive and mandates for further technical work» (Markt/2539/03), το οποίο περιελάµβανε προτάσεις για την βελτίωση του συστήµατος υπολογισµού της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών µέσα από την δηµιουργία της οδηγίας Solvency II. 8

Σηµαντικός για την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου ήταν ο ρόλος της ειδικής µελέτης της KPMG (International Insurance Insight Solvency II, UK, 2002) και επίσης ο ρόλος του CEA, του CEIOPS (Committee of European Insurance and Occupational Pensions Association) του ΙΑΑ (International actuarial Association) και του IASB (International Accounting Standards Board). Ακολούθησαν επίσης, τον Φεβρουάριο 2003 και τον Απρίλιο του 2004, οι αναφορές Markt/2543/03 και Markt/2502/04 αντίστοιχα, οι οποίες αφορούσαν τον σχεδιασµό του Solvency II µε την µέθοδο των «τριών πυλώνων». Στο πρώτο στάδιο τέθηκαν οι ακόλουθοι στόχοι: Κατά την διάρκεια του προγράµµατος Solvency II θα πρέπει να γίνει εφ όλης της ύλης επαναξιολόγηση της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών. Θα ακολουθηθεί η µέθοδος των τριών πυλώνων που ακολουθήθηκε και στην αντίστοιχη οδηγία Basel II. Η προσέγγιση όσον αφορά την φερεγγυότητα θα είναι βασισµένη πάνω στην αξιολόγηση των χρηµατοοικονοµικών κινδύνων δίνοντας παράλληλη κίνητρα στις ασφαλιστικές εταιρείες να διαχειριστούν διοικητικά τους κινδύνους αυτούς µε τον σωστό τρόπο µε πιθανότητα αναγνώρισης ακόµα και των εσωτερικών µοντέλων διαχείρισης του κινδύνυ που πιθανό να διαθέτουν. Η υιοθέτηση του MCR (Minimum Capital Requirement) και SCR (Solvency Capital Requirement). Η ύπαρξη οµοιοµορφίας στον τρόπο υπολογισµού του περιθωρίου φερεγγυόητας. Η αποτελεσµάτική εποπτεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων. Η εναρµόνιση των ποιοτικών και ποσοτικών εποπτικών µεθόδων. Παρακολούθηση και εναρµόνιση µε τις ιεθνείς εξελίξεις ειδικά όσον αφορά τον ΙΑΑ και το IASB. 9

Ο σχεδιασμός του Solvency II Πρώτος Πυλώνας Ποσοτικές Προδιαγραφές (Quantitative requirements) Υπολογισµός εγγυητικού κεφαλαίου, τεχνικών προβλέψεων, κεφαλαιακών απαιτήσεων. Αποτίµηση στοιχείων ενεργητικού παθητικού. (Assets Liabilities Management ALM). Καθορισµός των κινδύνων προς αξιολόγηση, παράµετροι κινδύνων και τρόποι επιµέτρησής τους (εσωτερικά µοντέλα risk management). Τύπος υπολογισµού του ελάχιστου επιθυµητού κεφαλαίου που πρέπει να διατηρεί µια ασφαλιστική εταιρεία για να διασφαλίζει την φερεγγυότητα της (MCR). εύτερος Πυλώνας Ποιοτικές Προδιαγραφές (Qualitative requirements) Καθορισµός των αρχών εσωτερικού ελέγχου πάνω στις οποίες θα βασίζεται η αξιολόγηση και η διαχείριση του ασφαλιστικού κινδύνου(governance). Ανασκόπηση της εποπτικής διαδικασίας ελέγχου των εσωτερικών µοντέλων και συνολικού ελέγχου της εταιρικής φερεγγυότητας. Τρίτος Πυλώνας Εφαρµογή (Market discipline) Τρέχουσες απαιτήσεις δηµοσίευσης και παρουσίασης σύµφωνα µε τις κρατικές διατάξεις σε συνδυασµό µε τα IAS και τα IFRS. Μελλοντικές απαιτήσεις δηµοσίευσης και παρουσίασης σύµφωνα µε την εξέλιξη της Β Φάσης του IFRS7 και την Ευρωπαϊκή Νοµοθεσία. 10

Νομοθετική διαδικασία Lamfalussy Επίπεδο 1: Οδηγία Πλαίσιο Επίπεδο 2: Εκτελεστικά μέτρα Επίπεδο 3: Σύγκλιση εποπτικών πρακτικών Επίπεδο 4: Αυστηρή εφαρμογή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή 11

Βασικά σημεία του νέου πλαισίου. 14 υφιστάµενες ασφαλιστικές οδηγίες + Φερεγγυότητα ΙΙ Αναδιαμόρφωση & Κωδικοποίηση Κωδικοποίηση & Νέα Άρθρα 12

Οι 4 στόχοι της Φερεγγυότητας ΙΙ Η κατάλληλη προστασία των ασφαλισµένων. Η χρηµατοπιστωτική σταθερότητα. Η παγίωση δίκαιων και σταθερών αγορών. Ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των Ευρωπαϊκών ασφαλιστών σε διεθνές επίπεδο. Συγκεκριµένα: 3 πυλώνες: -Ποσοτικές απαιτήσεις. -Ποιοτικές απαιτήσεις. - ηµοσιοποίηση και αναφορά. Αναγνώριση της οικονοµικής πραγµατικότητας. Βασισµένη στον κίνδυνο και προοπτική. Αναλογική και διαφανής. 13

Πλαίσιο Φερεγγυτότητας ΙΙ Πυλώνας Ι Ποσοτική ανάλυση Τεχνικές προβλέψεις, Απαιτήσεις φερεγγυότητας, ίδια κεφάλαια, επενδύσεις Σύστηµα ιακυβέρνησης ιαχείριση Κινδύνου (ΟRSA) Η διαδικασία κατά την οποία οι επιχειρήσεις εκτιµούν τις ίδιες ανάγκες. Εποπτική διαδικασία αξιολόγησης Η εποπτική αξιολόγηση του Πυλώνα Ι, του ORSA, της δηµοσιοποίησης πληροφοριών και της αναφοράς προς την εποπτική αρχή Εποπτική Αναφορά Ιδιωτική πληροφόρηση που υποβάλλεται στην εποπτική αρχή ηµοσιοποίηση πληροφοριών προς το ευρύ κοινό 14

Solvency II Τι Πως Γιατί Ποιος Πότε To SII υποχρεώνει τις ασφαλιστικές εταιρείες να: Αποδεικνύουν ότι διαθέτουν επαρκές κεφάλαιο µε βάση τον κίνδυνο. Αποδεικνύουν τις Πολιτικές ιαχείρισης Κινδύνων και πρακτικές ιακυβέρνησης. Αυξάνουν τη χρηµατοοικονοµική πληροφόρηση προς τις Ρυθµιστικές Αρχές και το κοινό. Θα αντικαταστήσει τον τρέχοντα πανευρωπαϊκό κανονισµό Solvency I και τον ειδικό κανονισµό περί ασφάλισης του Ηνωµένου Βασιλείου. Ο πρωταρχικός στόχος των Ρυθµιστικών Αρχών είναι η προστασία των ασφαλισµένων, διασφαλίζοντας ότι οι ασφαλιστές είναι σε θέση να καταβάλουν αποζηµιώσεις. Οι Βασικοί Στόχοι: Σύνδεση του Κεφαλαίου µε τη ιαχείριση Κινδύνων. Ενίσχυση της Οικονοµικής Πληροφόρησης. Μεταρρύθµιση της παλαιάς Νοµοθεσίας του Solvency I ώστε να καταστεί πιο σχετική µε το υφιστάµενο οικονοµικό περιβάλλον. 15

ηµιουργία µιας οµοιόµορφης προσέγγισης για το Ρυθµιστικό Πλαίσιο των Ασφαλίσεων ανά την Ευρώπη. Το SII θα εφαρµοστεί από την πλειονότητα των ασφαλιστών ανά την Ευρωπαϊκή Οικονοµική Περιοχή (ΕΟΠ). Άλλες δικαιοδοσίες, π.χ. Βερµούδες/Ελβετία, αναπτύσσουν τον δικό τους Κανονισµό για τη Φερεγγυότητα προκειµένου να είναι ισοδύναµες µε το SII. Το παρόν χρονοδιάγραµµα για την εφαρµογή του SII έχει ως εξής: 1 Ιανουαρίου 2013 για τις Ρυθµιστικές Αρχές 1 Ιανουαρίου 2014 για τις Ασφαλιστικές Εταιρείες Το SII αποτελείται από τρεις πυλώνες: Ο Πυλώνας Ι αφορά τη Μέτρηση Κινδύνων ( και τον υπολογισµό της αντίστοιχης κεφαλαιακής απαίτησης). Πραγµατεύεται επίσης τον ισολογισµό και τη χρηµατοοικονοµική ευρωστία της εταιρείας. Ο Πυλώνας ΙΙ έχει ως αντικείµενο τη ιαχείρηση Κινδύνων και το Σύστηµα ιακυβέρνησης. Ο Πυλώνας ΙΙΙ αφορά την Αναφορά σε Κινδύνους µέσω Οικονοµικής Πληροφόρησης. ΒΑΣΕΙ ΑΡΧΩΝ Μια προσέγγιση, η οποία βασίζεται στα επιθυμητά ρυθμιστικά αποτελέσματα και λιγότερο στους λεπτομερείς κανόνες, επιτρέπει με αυτόν τον τρόπο στις επιχειρήσεις να σχεδιάσουν τις διαδικασίες διακυβέρνησής τους, οι οποίες θα στηρίξουν τις προσδοκίες της Ρυθμιστικής Αρχής. 16

Ο στόχος είναι : Η ενίσχυση των ποσοτικών απαιτήσεων (Πυλώνας Ι). Η προσθήκη ποιοτικών µέτρων (Πυλώνας ΙΙ). Η βελτίωση της υφιστάµενης πληροφόρησης (Πυλώνας ΙΙΙ). 17

18

ΠΥΛΩΝΑΣ Ι Ο πρώτος πυλώνας περιλαµβάνει τον καθορισµό των κανόνων πάνω στους οποίους θα υπολογιστούν τα τεχνικά αποθεµατικά, οι επενδύσεις σε κεφάλαια, η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων καθώς και το κεφάλαιο που θα εξασφαλίζει την επιθυµητή φερεγγυότητα στις ασφαλιστικές εταιρείες. Επίσης, στο στάδιο αυτό αναλύονται οι έννοιες του MCR (Minimum Capital Requirement) και SCR ( Solvency Capital requirement) όπου : MCR = Είναι το ελάχιστο επιθυµητό κεφάλαιο που πρέπει να διατηρεί µια ασφαλιστική εταιρεία για να διασφαλίζει την φερεγγυότητα της. Οποιοδήποτε κεφάλαιο κάτω του ελάχιστου, δίνει την δυνατότητα στην Εποπτική Αρχή να επέµβει και να ανακαλέσει την άδεια της Ασφαλιστικής Εταιρείας µεταφέροντας το σύνολο των συµβολαίων της σε µια άλλη ασφαλιστική εταιρεία. SCR = Tο κεφάλαιο φερεγγυότητας είναι το επιθυµητό (optimum) κεφάλαιο το οποίο θα πρέπει να κατέχει µια ασφαλιστική εταιρεία λαµβάνοντας υπόψη όλους τους πιθανούς κινδύνους για την φερεγγυότητα της σύµφωνα µε την οδηγία Solvency II. Το απαιτούµενο κεφάλαιο φερεγγυότητας SCR αντιστοιχεί σε ένα επίπεδο κεφαλαίου το οποίο επιτρέπει στην επιχείρηση να απορροφήσει σηµαντικές απρόβλεπτες ζηµίες και να παρέχει εύλογη κάλυψη στους ασφαλισµένους και τους δικαιούχους. Όταν µία επιχείρηση δεν πληρεί το SCR, θα πρέπει να αποκαταστήσει σε εύλογο χρόνο το απαραίτητο κεφάλαιο για την κάλυψη της απαίτησης αυτής, µε βάση ένα συγκεκριµένο και εφικτό σχέδιο που θα υποβάλλεται προς έγκριση στην εποπτική αρχή. Το SCR θα υπολογίζεται µε µια σχετικά απλή φόρµουλα η οποία θα ονοµάζεται Standard Approach (Τυποποιηµένη µέθοδος - προσέγγιση) και η οποία θα αντικατοπτρίζει τους πιθανούς κινδύνους σε όλα τα επίπεδα των εργασιών της ασφαλιστικής εταιρείας. Το SCR θα µπορεί επίσης να υπολογιστεί µε την χρήση κάποιου εσωτερικού µοντέλου της εταιρείας το οποίο θα πρέπει όµως πρώτα να πιστοποιηθεί και να εγκριθεί από την Εποπτική Αρχή. Τέλος, θα υπάρχει και η δυνατότητα το SCR να υπολογίζεται µε ένα συνδυασµό του Standard Approach και του εσωτερικού µοντέλου της εταιρείας γεγονός που θα επιτρέπει στην εταιρεία να 19

προσαρµόσει το Standard Approach στα δικά της δεδοµένα αλλά χωρίς να χρειάζεται να επενδύσει µεγάλα κεφάλαια για την ανάπτυξη ενός εσωτερικού µοντέλου. To MCR (Minimum Capital Requirement) αντιπροσωπεύει το ελάχιστο κεφάλαιο το οποίο θα πρέπει να διαθέτει µια ασφαλιστική εταιρεία για να θεωρείται οριακά φερέγγυα. Ο σκοπός ύπαρξης του MCR είναι να αποτελέσει ένα όριο στο οποίο η εποπτική αρχή µπορεί να επέµβει, όσο ακόµα η εταιρεία διαθέτει αρκετά στοιχεία ενεργητικού για να καλύψει τις υποχρεώσεις της απέναντι στους κατόχους ασφαλιστηρίων συµβολαίων. Η ύπαρξη του MCR δίνει το χρονικό περιθώριο στην εποπτική αρχή για να δράσει και να προλάβει την απαξίωση των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας πριν πέσουν κάτω από την αγοραία τους αξία. (market value) και συνεπώς να προλάβει και τις ενδεχόµενες συνέπειες µιας τέτοιας κατάστασης και απέναντι στους κατόχους ασφαλιστηρίων αλλά και απέναντι στην αγορά. Το SCR είναι µια προοπτικά υπολογιζόµενη συνολική απαίτηση, η οποία λαµβάνει υπόψη: Όλους τους κινδύνους που δύναται να ποσοτικιποιηθούν (αγοράς, λειτουργικούς, ασφαλιστικούς, πιστωτικούς) Όλες τις ενδεχόµενες ζηµίες εντός 1 έτους (δηλ. µεταβολές στην αξία ενεργητικού-παθητικού) Την καθαρή επίπτωση όλων των τεχνικών µείωσης κινδύνου (πχ. Αντασφάλιση, τιτλοποίηση κλπ) Όσον αφορά τη συχνότητα υπολογισµού του SCR, υπολογίζεται τουλάχιστον µία φορά το χρόνο και παρακολουθείται σε συνεχή βάση, παράλληλα µε τα επιλέξιµα ποσά ιδίων κεφαλαίων. Επαναϋπολογίζεται σε περίπτωση που το προφίλ κινδύνου διαφοροποιείται σηµαντικά. Οι βασικοί κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται µια ασφαλιστική εταιρεία και στους οποίους καλείται να αντεπεξέλθει ο υπολογισµός του SCR και που µέχρι σήµερα δεν λαµβάνονται υπόψη στον υπολογισµό της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών, είναι οι ακόλουθοι : Κίνδυνος Underwriting : Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται άµεσα µε την αξιολόγηση των πελατών των ασφαλιστικών εταιρειών, τα ασφάλιστρα, τα 20

αντασφάλιστρα, τα τεχνικά αποθέµατα καθώς και µε την σωστή αξιολόγηση της συµπεριφοράς των πελατών της εταιρείας όσον αφορά την διατηρησιµότητα των ασφαλιστηρίων συµβολαίων. Κίνδυνος ρευστότητας : (Liquidity Risk) O κίνδυνος αυτός σχετίζεται άµεσα µε την οικονοµική ρευστότητα της εταιρείας και µε το κατά πόσο η εταιρεία είναι ικανή να αντεπεξέλθει στις οικονοµικές της υποχρεώσεις όχι µόνο σε επίπεδο αποζηµιώσεων αλλά και σε επίπεδο υποχρεώσεων γενικότερα. Κίνδυνος αγοράς : (Μarket Risk) Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται µε τις µεταβολές στην αγορά χρήµατος δηλαδή στις αυξο-µειώσεις των επιτοκίων, στις χρηµατιστηριακές συναλλαγές και την κατάσταση των χρηµαταγορών γενικότερα και τέλος στις αγορές παραγώγων και συναλλάγµατος κλπ. Πιστωτικός κίνδυνος: (Credit Risk) Ο πιστωτικός κίνδυνος στον ασφαλιστικό κλάδο σχετίζεται µε την δυνατότητα των αντασφαλιστών να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις τις εταιρείας σε µια δεδοµένη στιγµή. Ο πιστωτικός κίνδυνος εµπεριέχει επίσης και στην σωστή επενδυτική πολιτική της εταιρείας καθώς και την δυνατότητα της εταιρείας να εισπράττει από τους χρεώστες της και να είναι απαλλαγµένη από προβληµατικούς λογαριασµούς. Συστηµατικός κίνδυνος : (Historic reserving Risk) O κίνδυνος αυτός κυρίως µε το νοµοθετικό περιβάλλον στο οποίο κινείται οι επιχείρηση καθώς και µε τους οικονοµικούς κύκλους που διανύει η αγορά στην οποία λειτουργεί. Επιχειρηµατικός κίνδυνος : ( Operational Risk) O επιχειρηµατικός κίνδυνος αφορά τις διαδικασίες, τα συστήµατα, την διοίκηση ή την πιθανότητα εξαπάτησης που εντός της εταιρείας. Σύµφωνα µε το Solvency II, οι κίνδυνοι αυτοί θα αξιολογούνται ξεχωριστά και τα αποτελέσµατα αυτά θα αθροίζονται δίνοντας έτσι το σωστό SCR. Και στα εσωτερικά µοντέλα η συνολική ζηµιά που πιθανό να προκύψει από κάθε κίνδυνο θα περιγράφεται µέσω µιας κατανοµής πιθανοτήτων εκτιµώντας όλα τα πιθανά αποτελέσµατα. Η τελική µορφή της τυποποιηµένης προσέγγισης δεν έχει ακόµα οριστικοποιηθεί. Μέχρι τώρα, η µέθοδος που χρησιµοποιείται κυρίως στον τραπεζικό χώρο για την εκτίµηση δυνητικής ζηµίας που προκύπτει από συγκεκριµένη κατηγορία κινδύνου, είναι η Value at Risk (VaR). 21

H µέθοδος αυτή, µέσα από την στατιστική ανάλυση ιστορικών δεδοµένων, µπορεί να υπολογίσει την µέγιστη δυνατή ζηµιά σε ένα δεδοµένο χρονικό διάστηµα και µε ένα δεδοµένο επίπεδο εµπιστοσύνης (Confidence level) προσδιορίζει την ζηµιά για παράδειγµα: στην χρονική περίοδο ενός µήνα µε πιθανότητα 99%. Η µέθοδος VaR δυστυχώς δεν είναι ακριβής σε κινδύνους µικρής συχνότητας ή µεγάλου µεγέθους οπότε και σε αυτές τις περιπτώσεις αντικαθίσταται µε την tailvar που ουσιαστικά αντιπροσωπεύει το εκατοστηµόριο της VaR συν την µέση υπέρβαση της πιθανότητας του να συµβεί το γεγονός(tailvar = VaR + Expected Shortfall).Με αυτή την λογική θα κινηθεί και ο υπολογισµός του Standard Approach για το SCR : γενική χρήση της µεθόδου VaR και ειδική χρήση της tailvar στις περιπτώσεις κινδύνων µεγάλου µεγέθους ή µικρής συχνότητας. Στην παρούσα φάση εξετάζονται διάφορες παράµετροι που πιθανό να επηρεάσουν τον υπολογισµό του SCR σε περιπτώσεις Οµίλων εταιρειών και ειδικότερα σε περιπτώσεις που οι εταιρείες ιδίων οµίλων χρησιµοποιούν διαφορετικά εσωτερικά µοντέλα πρόβλεψης και αξιολόγησης του κινδύνου. Σύµφωνα µε σχετική πρόταση του CEIOPS θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη και η αντασφάλιση που δρα σαν µειωτικός παράγοντας κινδύνου για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Η εφαρµογή τόσο του Standard Approach αλλά και η χρήση των εσωτερικών µοντέλων, είναι µια ευκαιρία για την αναδιάρθρωση των εργασιών των ασφαλιστικών εταιρειών που θα τις οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας αλλά και στην προσφορά υπηρεσιών υψηλότερης ποιότητας προς τους πελάτες τους. Η υιοθέτηση των εσωτερικών µοντέλων προϋποθέτει την επένδυση των ασφαλιστικών εταιρειών στα ανάλογα συστήµατα ή στην αναβάθµιση των υπαρχόντων συστηµάτων και στην δηµιουργία ανεξάρτητων µονάδων ελέγχου του κινδύνου. Επίσης ένα άλλο θέµα πρωτεύουσας σηµασίας είναι η εναρµόνιση των µεθόδων υπολογισµού των τεχνικών αποθεµάτων και της αποτίµησης των στοιχείων του Ενεργητικού και του Παθητικού, ούτως ώστε τα αποτελέσµατα που θα προκύπτουν να είναι άµεσα συγκρίσιµα µεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ( ολοκλήρωση της Β Φάσης της υιοθέτησης των.λ.π.) 22

Προσέγγιση Συνολικού Ισολογισμού Ενεργητικό Παθητικό Επενδύσεις (δηλ. ομόλογα, με τοχές) Αντασφαλιστικές ανακτήσεις Κεφάλαιο Τεχνικές Προβλέψεις (αναμενόμενη παρούσα αξία των μελλοντικών παροχών) Λοιπές υποχρεώσεις 23

24

Γενικό περίγραμμα του Πυλώνα Ι Assets covering technical provisions the MCR and the SCR A S S E T S Minimum capital Solvency requirement capital requirement Technical Provisions Minimum capital requirement Risk Margin Best estimate Market consistent valuation for hedge able risks. 25

26

Αρχές Αποτίμησης Ενεργητικού & Παθητικού o Τα στοιχεία του ενεργητικού αποτιµούνται στο ποσό για το οποίο µπορούν να ανταλλαγούν. o Τα στοιχεία του παθητικού αποτιµούνται στο ποσό για το οποίο µπορούν να µεταβιβαστούν, ή ναδιακανονιστούν, µεταξύ καλώς πληροφορηµένων ατόµων, πρόθυµων να συναλλαχθούν µε ίσους όρους. o Κατά την αποτίµηση των στοιχείων του παθητικού, δεν γίνεται προσαρµογή προκειµένου να ληφθεί υπόψη η ιδία πιστωτική διαβάθµιση της ασφαλιστικής ή της αντασφαλιστικής επιχείρησης. Τεχνικές προβλέψεις: o Ο υπολογισµός των τεχνικών προβλέψεων: o Βασίζεται στο ποσό που θα έπρεπε να πληρώσουν οι εταιρείες ώστε να µεταβιβάσουν τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις τους αµέσως σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία. o Είναι συνεπής µε τις χρηµατοοικονοµικές αγορές. o Υπολογίζονται µε συνετό, αξιόπιστο και αντικειµενικό τρόπο. Ιδία Κεφάλαια: Ακολουθώντας την προσέγγιση του συνολικού ισολογισµού: o Τα ίδια κεφάλαια ορίζονται ευρέως ως «περιουσιακά στοιχεία µείων υποχρεώσεις», δηλ. ως το κεφάλαιο που δύναται να χρησιµοποιηθεί για νααπορροφήσει ζηµίες, όταν προκύψουν. o Τα ίδια κεφάλαια χρησιµοποιούνται ως πρόσθετο επίπεδο ασφαλείας για ζηµίες πλέον των τεχνικών προβλέψεων και λοιπών υποχρεώσεων(προστασία των ασφαλισµένων). 27

Καθορισμός Ιδίων Κεφαλαίων: o Το ποσό των ιδίων κεφαλαίων ισούται µε το άθροισµα των: Στοιχεία ισολογισµού: «Οικονοµικά ίδια κεφάλαια» + άνεια µειωµένης εξασφάλισης (Βασικά ίδια κεφάλαια) Στοιχεία εκτός ισολογισµού: εσµεύσεις που έχουν ληφθεί από τρίτους και δύναται να καταπέσουν (επικουρικά κεφάλαια) o Μη καταβεβληµένο µετοχικό κεφάλαιο. o Εγγυητικές επιστολές. o Λοιπές δεσµεύσεις από ασφαλιστικές επιχειρήσεις π.χ. µελλοντικές εισφορές µελών. Ταξινόμιση Ιδίων Κεφαλαίων Τα ιδία κεφάλαια ταξινοµούνται σε 3 κλάσεις (Ties), αναλόγως της δυνατότητάς τους να απορροφήσουν ζηµίες, και στο βαθµό που πληρούν πέντε (5) βασικά κριτήρια: Μόνιµη διαθεσιµότητα (permanent availability) Εξασφάλιση (subordination) Απουσία κινήτρων εξόφλησης (absence of incentives to redeem) Απουσία υποχρεωτικών δαπανών εξυπηρέτησης (absence of mandatory servicing costs) Απουσία νοµικών βαρών (absence of encumbrances) Στοιχεία Στοιχεία εκτός Είδος/Ποιότητα Ισολογισµού(βασικά ίδια κεφάλαια) ισολογισµού (επικουρικά κεφάλαια) Υψηλή Tier 1 Tier 2 Μέση Tier 2 Tier 3 Χαµηλή Tier 3-28

Περιορισμοί Ιδίων Κεφαλαίων Το ποσό των επιλέξιµων ιδίων κεφαλαίων καθορίζεται εφαρµόζοντας όρια τα οποία διασφαλίζουν τη συνολική ποιότητα των κεφαλαίων. Για τα επιλέξιµα ίδια κεφάλαια που καλύπτουν το SCR. Τουλάχιστον το 1/3 θα πρέπει να είναι Tier 1. Όχι πάνω από το 1/3 θα είναι Tier 3. Για τα επιλέξιµα ίδια κεφάλαια που καλύπτουν το MCR. Τα επικουρικά κεφάλαια καθώς και κεφάλαια Tier 3 δεν είναι επιλέξιµα. Τυλάχιστον το 50% θα πρέπει να είναι Tier 1. 29

30

ΠΥΛΩΝΑΣ ΙΙ Ο δεύτερος πυλώνας περιλαµβάνει την δηµιουργία των αρχών πάνω στις οποίες θα βασιστεί η εποπτεία για την επάρκεια των κεφαλαίων που θα αφορούν την φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιρειών καθώς και την εποπτεία και έγκριση των εσωτερικών µοντέλων υπολογισµού του SCR. Επίσης θα δοθούν οι προδιαγραφές και οι αρχές πάνω στις οποίες θα λειτουργήσουν οι ίδιες οι εποπτικές αρχές. H Κοµισσιόν, έχει βασιστεί για την ολοκλήρωση του δεύτερου πυλώνα, πάνω στην έκθεση «Sharma» (The Sharma report) από την ΕISA (Conference of European Insurance Supervisory Authorities) που εκδόθηκε στις αρχές του 2003. Η έκθεση «Sharma» εισηγείται τις αρχές στις οποίες θα πρέπει να βασιστεί ο εσωτερικός έλεγχος του κινδύνου ενώ παράλληλα είναι ξεκάθαρα τα καθήκοντα, οι ευθύνες και η ιεραρχία στην κάθε εταιρεία αλλά και στην Εποπτική αρχή για να διασφαλίζεται µε αυτό τον τρόπο η εύρυθµη λειτουργία του συστήµατος. Η βασική αρχή που προκύπτει είναι ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να παρέχουν ασφάλιση µόνο για κινδύνους που είναι ελεγχόµενοι και όταν το επίπεδο κινδύνου είναι αποδεχτό (και ανεχτό) από την εταιρεία.παράλληλα η αντασφάλιση θα πρέπει να λαµβάνεται και να είναι προσαρµοσµένη σύµφωνα µε τις µεθόδους underwriting της εταιρείας. Θα πρέπει επίσης να αναθεωρείται και να αναπροσαρµόζεται σε τακτά χρονικά διαστήµατα. Όσον αφορά τον έλεγχο και την εποπτεία των εσωτερικών µοντέλων, ο CEA έχει προτείνει την χρήση των µεθόδων του Stress testing (υπολογισµός των επιπτώσεων δραµατικών και αντίξοων σεναρίων στο χαρτοφυλάκιο όπως π.χ τροµοκρατική επίθεση, οικονοµική ύφεση κλπ) και του Back testing (χρήση ιστορικών στοιχείων για την δηµιουργία παροντικών εκτιµήσεων).έχει επίσης δροµολογηθεί και ο σχεδιασµός των αρµοδιοτήτων εξουσιών της Εποπτικής αρχής ενώ παράλληλα χαρτογραφούνται και οι πιθανές ενέργειες της εποπτικής αρχής σε περίπτωση που το κεφάλαιο φερεγγυότητας µιας εταιρείας είναι χαµηλότερο του MCR. Στις περιπτώσεις που εταιρεία τηρεί µεν το επιθυµητό MCR αλλά δεν φτάνει στα επίπεδα αποθεµάτων του SCR, η εποπτική αρχή θα µπορεί να συµβουλέψει την ασφαλιστική εταιρεία αλλά δεν θα είναι σε θέση να επιβάλει κυρώσεις. 31

Βέβαια, αυτές είναι οι ελάχιστες προδιαγραφές που θα θέσει η Ε.Ε στην εκάστοτε εποπτική αρχή οι οποίες µπορούν να γίνουν και πιο αυστηρές αναλόγως της επιθυµίας για επιπλέον ελέγχους του εκάστοτε κράτους µέλους. Ο δεύτερος πυλώνας θα καθορίσει επίσης και τις µεθόδους αξιολόγησης των προδιαγραφών του πρώτου πυλώνα δηλαδή µε µια προκαθορισµένη διαδικασία θα γίνονται οι απαραίτητου έλεγχοι για να διασφαλίζεται ότι οι κίνδυνοι που αντιµετωπίζει η κάθε εταιρεία αξιολογούνται και αντιµετωπίζονται µε τον σωστό τρόπο από την διοίκηση της εταιρείας. Παράλληλα, η εποπτική αρχή θα εξετάζει τις µεθόδους εσωτερικού ελέγχου των εταιρειών καθώς και την ορθότητα των λογιστικών εγγραφών. Η επενδυτική πολιτική της κάθε εταιρείας θα υπόκειται σε έγκριση από την εποπτική αρχή. Θα προελέγχονται επίσης οι πίνακες θνησιµότητας που θα χρησιµοπιηθούν για την οστολόγηση των ασφαλιστικών προϊόντων. 32

Γενικό περίγραμμα του Πυλώνα ΙΙ Εποπτεία o Γενικοί κανόνες εποπτείας o Εποπτικές εξουσίες o Διαδικασίες Εποπτικής Αξιολόγησης Ποιοτικές Απαιτήσεις o Σύστημα διακυβέρνησης Βασικός σκοπός της εποπτείας είναι: Η προστασία των αντισυµβαλλοµένων και δικαιοδόχων. Η χρηµατοοικονοµική Σταθερότητα. Η δηµιουργία δίκαιων και σταθερών αγορών. Γενικές αρχές της εποπτείας: Προοπτική, βασισµένη στον κίνδυνο. Επιτόπιοι και εξ αποστάσεως έλεγχοι. Αρχή της αναλογικότητας. 33

Εποπτικές εξουσίες SCR MCR TP + λοιπές υποχρεώσεις Η εποπτική παρέµβαση είναι ανάλογη µε το βαθµό της µη συµµόρφωσης (ladder of intervention). Βασισµένο σε αρχές (principles-based) Παραβίαση του SCR = Σχέδιο ανάκαµψης Βασισµένο σε κανόνες (rules-based) Παραβίαση του MCR = Σχέδιο βραχυχρόνιας χρηµατοδότησης + Τελική εποπτική παρέµβαση 34

Σύστημα διακυβέρνησης Τα µέτρα εφαρµογής για το Σύστηµα ιακυβέρνησης αναλύονται λεπτοµερώς στο Συµβουλευτικό Έγγραφο Νο.33 των CEIOPS (CP33 Advice on System of Governance). Το συγκεκριµένο συµβουλευτικό έγγραφο αναφέρεται στα ακόλουθα θέµατα: Γενικές απαιτήσεις διακυβέρνησης Απαιτήσεις καταλληλότητας Σύστηµα διαχείρισης Κινδύνων Εσωτερικά συστήµατα ελέγχου Εσωτερικός Έλεγχος Αναλογιστική λειτουργια Εξωτερική ανάθεση εδοµένης της παραδοχής της Οδηγίας που αναφέρεται στο ότι η αδυναµία στα συστήµατα ελέγχου της ασφαλιστικής επιχείρησης την καθιστά ευάλωτη σε γεγονότα που πιθανώς να έχουν δυσµενείς οικονοµικές συνέπειες, το άρθρο 44 έρχεται να διασφαλίσει την επάρκεια των ελέγχων αυτών µε την θέσπιση ενός εσωτερικού συστήµατος διαχείρισης κινδύνων. Συγκεκριµένα, η οδηγία απαιτεί οι εταιρείες να λαµβάνουν υπόψη όλους τους πιθανούς κινδύνους στους οποίους εκτίθενται κατά την διενέργεια των εργασιών τους, σε όλα τα επίπεδα των εργασιών τους και να ενσωµατώνουν τους κινδύνους αυτούς σε ένα ολοκληρωµένο σύστηµα διαχείρισης κινδύνων που θα δηµιουργήσουν. Στην περίπτωση δηµιουργίας εσωτερικού µοντέλου από την εταιρεία για τον υπολογισµό των κεφαλαιακών της απαιτήσεων, η περιγραφή του συστήµατος διακυβέρνησης είναι απαραίτητη για την τελική απόφαση έγκρισης και θα πρέπει να συµπεριλαµβάνει και επιπρόσθετους κινδύνους που πιθανό να µην περιλαµβάνονται πλήρως στον υπολογισµό του SCR αλλά πιθανό να επηρεάσουν σηµαντικά την επιχείρηση. Η κάθε ασφαλιστική επιχείρηση χρειάζεται σύστηµα διαχείρισης κινδύνων προκειµένου να παρακολουθεί και να κατανοεί τους κινδύνους που αντιµετωπίζει στο σύνολο των εργασιών της. 35

Σύστημα Διακυβέρνησης Γενικές Απαιτήσεις Απαιτήσεις ικανότητας και Ήθους (Fit & proper) Διαχείριση Κινδύνων Σύστημα Εσωτερικού Ελέγχου Εσωτερική Επιθεώρηση Αναλογιστική Λειτουργία Εξωπορισμός Δραστηριοτήτων 36

Governance System Actuarial Function Risk Management System Internal Control System Compliance Function Risk Management Function Internal Audit Function 37

Γενικές απαιτήσεις διακυβέρνησης Το άρθρο 41 της Οδηγίας SII αναφέρεται στην υποχρέωση των ασφαλιστικών εταιριών να διαθέτουν αποτελεσµατικό σύστηµα διακυβέρνησης που θα εγγυάται τη σωστή και συνετή διαχείριση των δραστηριοτήτων τους. Το σύστηµα αυτό θα περιλαµβάνει διαφανή οργανωτική δοµή καθώς και µηχανισµό διασφάλισης της µετάδοσης των πληροφοριών εντός της εταιρείας. Επίσης, το σύστηµα διακυβέρνησης θα υπόκειται σε τακτική εσωτερική εξέταση και θα πρέπει να είναι ανάλογο προς τη φύση, την πολυπλοκότητα και την κλίµακα των εργασιών της επιχείρησης. Είναι υποχρεωτική η γραπτή τήρηση των πολιτικών που θα υιοθετήσει η επιχείριση σε σχέση µε την διαχείριση κινδύνων, τον εσωτερικό έλεγχο αλλά και τον εσωτερικό λογιστικό έλεγχο καθώς και τις εξωτερικές αναθέσεις ανά περίπτωση. Οι καταγεγραµµένες πολιτικές θα πρέπει να αναθεωρούνται τουλάχιστον σε ετήσια βάση και θα υπόκεινται στην έγκριση του ιοικητικού Συµβουλίου ή οτυ αρµόδιου διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου. Η εποπτική αρχή θα αξιολογεί και θα επαληθεύει στο σύστηµα διακυβέρνησης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ενώ θα είναι σε θέση να ζητήσει βελτιώσεις για την ενδυνάµωσή του. Απαιτήσεις ικανότητας και ήθους και απόδειξη εντιμότητας Τα άρθρα 42-43 της Οδηγίας SII αναφέρονται στην απαιτούµενη ικανότητα αλλά και στο ήθος των προσώπων που διοικούν την ασφαλιστική επιχείρηση προκειµένου τα επαγγελµατικά τους προσόντα, οι γνώσεις και η εµπειρία τους, καθώς και η υπόληψη αλλά και η ακεραιότητά τους να είναι κατάλληλα για την ουσιαστική διοίκηση της επιχείρησης. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις κοινοποιούν τα στοιχεία ταυτότητας αλλά και τις πιθανές αλλαγές στα στοιχεία αυτά των προσώπων που ασκούν την διοίκηση της επιχείρησης άµεσα ή έµµεσα. Το άρθρο 43 περί απόδειξης εντιµότητας, απαιτεί αποδείξεις µη προγενέστερης πτώχευσης αλλά και την προσαγωγή αποσπάσµατος ποινικού µητρώου για τους υπηκόους των άλλων κρατών µελών. 38

Εκτίμηση ιδίου Κινδύνου και Φερεγγυότητας (Own Risk and Solvency Assessment ORSA) Το άρθρο 45 της οδηγίας µέσα στα πλαίσια του συτήµατος διαχείρισης κινδύνου, αναφέρει ότι κάθε ασφαλιστική επιχείρηση θα πρέπει να διεξάγει την δική της εσωτερική εκτίµηση κινδύνου και φερεγγυότητας. Σύµφωνα µε σχετικό έγγραφο που εξέδωσαν οι CEIOPS το 2008, ο ορισµός της Εκτίµησης ιδίου Κινδύνου και Φερεγγυότητας είναι το «σύνολο των διαδικασιών και των διεργασιών που χρησιµοποιούνται προκειµένου να αναγνωριστούν, να αξιολογηθούν, να παρακολουθούνται, να διαχειρίζονται και να αναφέρονται οι βραχυπρόθεσµοι αλλά και οι µακροπρόθεσµοι κίνδυνοι που αντιµετωπίζει µια ασφαλιστική επιχείρηση ή που πιθανό να αντιµετωπίσει στο µέλλον, προκειµένου να διασφαλιστεί η αναγκαία φερεγγυότητα της επιχείρησης ανά πάσα στιγµή». Η Εκτίµηση ιδίου Κινδύνου και Φερεγγυότητας αντικατοπτρίζει το ιδιαίτερο προφίλ κινδύνου της κάθε ασφαλιστικής επιχείρησης και θα πρέπει να αποτελέσει ένα αναπόσπαστο µέρος των εργασιών της αλλά και ένα σηµαντικό εργαλείο λήψης στρατηγικών αποφάσεων. Εσωτερικός Έλεγχος και Εσωτερικός Λογιστικός Έλεγχος Τα άρθρα 45-46 της Οδηγίας SII αναφέρονται στην ύπαρξη αποτελεσµατικού συστήµατος εσωτερικού ελέγχου αλλά και στην ύπαρξη ουσιαστικής λειτουργίας εσωτερικού λογιστικού ελέγχου. Το µεν σύστηµα ελέγχου περιλαµβάνει την παρακολούθηση τουλάχιστον των λογιστικών και διοικητικών διαδικασιών της επιχείρησης µε ύπαρξη λειτουργίας συµµόρφωσης και µε την παράλληλη δυνατότητα παροχής συµβουλών στο αρµόδιο διαχειριστικό ή εποπτικό όργανο για την συµµόρφωση στις εκάστοτε απαιτήσεις ενώ ο δε εσωτερικός λογιστικός έλεγχος περιλαµβάνει την αξιολόγηση της επάρκειας και της αποτελεσµατικότητας των καθαρά λογιστικών διαδικασιών της επιχείρησης. 39

Αναλογιστική Λειτουργία o Τεχνικές προβλέψεις Συντονισµός για υπολογισµό τεχνικών προβλέψεων. Εξασφάλιση καταλληλότητας µεθόδων. Αξιολόγηση της ποιότητας των στοιχείων. o SCR, MCR, ORSA Συνεισφορά στην αποτελεσµατική εφαρµογή του συστήµατος διαχείρισης κινδύνων. 40

Ο τύπος της τυπικής προσέγγισης για τον υπολογισμό του SCR. 41

42

ΠΥΛΩΝΑΣ ΙΙΙ Ο τρίτος πυλώνας, αφορά αποκλειστικά την ενίσχυση της πειθαρχίας της αγοράς (market discipline) και στην οριοθέτηση των κανονισµών δηµοσίευσης οικονοµικών στοιχείων τα οποία θα είναι οµοιόµορφα σε όλη την ενιαία ασφαλιστική αγορά. Μέσω του τρίτου πυλώνα, ο οποίος δεν έχει αναλυθεί ιδιαίτερα µέχρι την παρούσα φάση, θα εξασφαλιστεί η διαφάνεια και η οµοιοµορφία τόσο σε επίπεδο αξιολόγησης κινδύνων αλλά και σε επίπεδο λογιστικού χειρισµού και δηµοσίευσης, στον ασφαλιστικό κλάδο. Εποπτική αναφορά Οι ασφαλιστικές εταιρείες θα υποβάλλουν στην εποπτική αρχή όλη την αναγκαία πληροφόριση, ώστε: - Να αξιολογηθεί η κατάσταση της επιχείρησης. - Να ληφθούν οι κατάλληλες αποφάσεις. Οι επόπτες: - Θα αποφασίζουν για τη φύση, το σκοπό και τη µορφή της πληροφόρισης. - Θα µπορούν να λαµβάνουν πληροφορίες για όλα τα συµβόλαια. - Θα µπορούν αν απαιτούν πληροφορίες από εξωτερικούς ειδίµονες. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να διαθέτουν: - Κατάλληλα συστήµατα και δοµή. - Γραπτώς τεκµηριωµένη πολιτική. ηµοσιοποίηση Οι ασφαλιστές θα πρέπει να δηµοσιοποιούν στο ευρύ κοινό, έκθεση για τη φερεγγυότητα και χρηµατοοικονοµική τους κατάσταση: - Περιγραφή των εργασιών, της διακυβέρνησης, των κινδύνων, της αποτίµησης. - Περιγραφή των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των ιδίων κεφαλαίων. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να διαθέτουν: - Κατάλληλα συστήµατα και δοµή. - Γραπτώς τεκµηριωµένη πολιτική. Η έκθεση θα εγκρίνεται από το.σ. της επιχείρησης. 43