ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΦΡΑΓΜΑΤΟΣ ΑΛΥΖΙΑΣ Ζαρκαδούλας Νίκος Εισαγωγή - Σκοπιµότητα της εργασίας Έρχονται συστηµατικά στην επιφάνεια αρχαία µνηµεία στα οποία κυριαρχεί ο λειτουργικός χαρακτήρας. Τυπικά παραδείγµατα έργων της κατηγορίας αυτής, είναι (Κουτσογιάννης, 2002): το σύστηµα ύδρευσης και αποχέτευσης του Μινωικού πολιτισµού. τo σύστηµα ύδρευσης της κλασικής Αθήνας. τα µεγάλης κλίµακας έργα τα οποία οδήγησαν στην αποξήρανση της λίµνης Κοπαίδας κατά τους Μυκηναϊκούς χρόνους. το όρυγµα του Ευπαλίνου, για την ύδρευση της Σάµου. Τα έργα αυτά εντυπωσιάζουν ακόµα και σήµερα µε την αρτιότητα και τη πληρότητα του σχεδιασµού τους. Η αρχαιολογική και λειτουργική τεκµηρίωση τέτοιων έργων της αρχαιότητας είναι αντικείµενο των µηχανικών υποδοµής, οι οποίοι είναι οι πλέον κατάλληλοι για να εξαγάγουν πληροφορία σχετική µε τα τεχνολογικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά των µνηµείων αυτών. ηµιουργείται εποµένως, στο χώρο των µηχανικών υποδοµής ειδικό ενδιαφέρον για εκείνα από τα µνηµεία της αρχαιότητας, στα οποία κυριαρχεί ο λειτουργικός χαρακτήρας. Το φράγµα της Αρχαίας Αλυζίας Η πόλη της Αρχαίας Αλυζίας βρίσκεται στα υτικά παράλια της Αιτωλοακαρνανίας και σε απόσταση 15 σταδίων από τη θάλασσα, στις παρυφές των Ακαρνανικών Βουνών. Πρόκειται για µία από τις σηµαντικότερες πόλεις της αρχαίας Ακαρνανίας. Κοντά στην Αρχαία Αλυζία, σε µία θέση που σήµερα ονοµάζεται Γλώσσες, βρίσκονται τα ερείπια αρχαίου φράγµατος, του οποίου η κατασκευή τοποθετείται από τους µελετητές στους κλασικούς χρόνους ή και προγενέστερα. Σύµφωνα µε τον Murray (1984): Πρόκειται για το µεγαλύτερο, πιο προηγµένο τεχνολογικά και πιο ξεκάθαρο δείγµα αρχαίου φράγµατος σε όλη την Ελληνική επικράτεια. Το γεγονός ότι
δεν είναι Ρωµαϊκό στη σύλληψη ή τη κατασκευή, το µέγεθός του και το γεγονός ότι είναι τόσο καλά διατηρηµένο το καθιστούν ακόµα πιο σηµαντικό και αξιοθαύµαστο. Όντως, τα φράγµατα τα οποία γενικώς συναντώνται στον Ελληνικό χώρο, είναι χαµηλά και πολύ εκτεταµένα σε πλάτος, όπως εκείνα τα οποία κατασκευάστηκαν σε διάφορες θέσεις, στη Μυκηναϊκή εποχή και τα οποία είχαν µήκος 250m µε 2.500m, ύψος 2m µε 4m και µε χωρητικότητα που κυµαίνονταν από 4 hm 3 έως 24 hm 3. Τα παραπάνω τεχνικά, τόσο από λειτουργικής όσο και από κατασκευαστικής απόψεως, δεν φαίνεται να έχουν κάποια τεχνολογική συγγένεια µε το φράγµα της Αλυζίας. Αποτελεί πρόκληση για ένα µηχανικό υποδοµής να µελετήσει ένα τόσο σπάνιο έργο της αρχαιότητας και να προσπαθήσει να εξαγάγει συµπεράσµατα σχετικά µε την σκοπιµότητα του έργου καθώς επίσης και τον πολιτισµό και τις συνθήκες που οδήγησαν στην δηµιουργία του. Περιγραφή του φράγµατος Πρόκειται για λιθόθετο φράγµα µε φυσικό µετωπικό πλευρικό υπερχειλιστή στο αριστερό αντέρεισµα. Το σώµα του φράγµατος χαρακτηρίζεται από δύο κυρίως κλίσεις. Οι κατώτερες σειρές, µε έντονη κλίση, χαρακτηρίζονται από πιο τετραγωνισµένους λίθους, άτακτα τοποθετηµένους και µε µικρότερες πέτρες να καλύπτουν τα κενά που δηµιουργούνται µεταξύ τους. Στις ανώτερες σειρές, στις οποίες η κλίση γίνεται πιο ήπια, οι πέτρες είναι οµοιόµορφα λαξεµένες, τοποθετηµένες µε µεγαλύτερη τάξη και µε µικρότερα κενά µεταξύ τους, τα οποία δεν απαιτούσαν πλήρωση από άλλες, µικρότερες πέτρες. Οι ανώτερες σειρές, προϋποθέτουν πιο εξελιγµένες µεθόδους και η κατασκευή τους θα πρέπει να τοποθετηθεί, χρονικά, σαφώς µεταγενέστερα των κατωτέρων, ορίζοντας µε αυτόν τον τρόπο δύο τουλάχιστον διαφορετικές κατασκευαστικές φάσεις του έργου. Ο υπερχειλιστής του φράγµατος διαµορφώθηκε στο µητρικό βράχο στον οποίο οι αρχαίοι φρόντισαν να διαµορφώσουν διώρυγα προσαγωγής, λαξεύοντας ένα κανάλι στο βράχο και εξαναγκάζοντας µε αυτόν τον τρόπο τη ροή να πραγµατοποιείται από τη θέση αυτή. Η µακροηµέρευση του φράγµατος οφείλεται καταρχήν στη παραπάνω διάταξη, η οποία, για διάστηµα περίπου 2500 ετών λειτούργησε σωστά, προστατεύοντας το φράγµα από όλα τα πληµµυρικά συµβάντα. Πρόκειται εποµένως για έναν πετυχηµένο υπερχειλιστή.
Σηµερινή κατάσταση του φράγµατος Η σηµερινή κατάσταση του σώµατος του φράγµατος είναι εντυπωσιακή. Οι περισσότερες πέτρες βρίσκονται στην αρχική τους θέση ή έχουν µετακινηθεί ελαφρά και έχουν λειανθεί σε µικρό βαθµό. Υπάρχουν εποµένως σοβαρές ενδείξεις ότι το φράγµα δεν λειτούργησε ως υπερχειλιστής για µεγάλες χρονικές περιόδους. Η εξαιρετική κατάσταση στην οποία βρίσκεται το τεχνικό οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι οι µεταγενέστεροι κάτοικοι της είχαν άφθονη πρώτη ύλη διαθέσιµη για δοµικούς λίθους από το υδατόρεµα και εποµένως δεν χρειάστηκε να χρησιµοποιήσουν σε κάποια χρονική στιγµή τη λιθοδοµή του φράγµατος για κάποια άλλη χρήση. Τέλος, η µακροηµέρευση έχει να οπωσδήποτε να κάνει και µε την αποτελεσµατική αντιµετώπιση του σεισµού. Το φράγµα διατηρήθηκε εποµένως ακέραιο για 2500 χρόνια περίπου. Πρόκειται για εξαιρετικό µέγεθος για οποιοδήποτε έργο υποδοµής. Για φράγµα όµως είναι σπάνιο. Σηµειώνεται πώς σήµερα, στη περιοχή του φράγµατος υπάρχουν διάφορες µεταγενέστερες κατασκευές οι οποίες διαταράσσουν την ισορροπία του µνηµείου και θέτουν σε κίνδυνο τη µακροηµέρευσή του. Η σκοπιµότητα του φράγµατος Προκειµένου να διερευνηθεί η σκοπιµότητα του φράγµατος, πέραν των συνήθων εργασιών τεκµηρίωσης, πραγµατοποιήθηκε τεκµηρίωση της λειτουργίας του υδατορέµατος και υδρολογική τεκµηρίωση της περιοχής µελέτης. Από την εκτίµηση του ωφέλιµου όγκου του ταµιευτήρα καθώς και της στερεοπαροχής καταλήγουµε στο συµπέρασµα ότι η πλήρωση της λεκάνης του φράγµατος µε φερτά θα πρέπει να πραγµατοποιήθηκε εξαιρετικά σύντοµα. Εποµένως, εάν το φράγµα κατασκευάστηκε προκειµένου να ικανοποιήσει ανάγκες σε άρδευση ή ύδρευση, αστόχησε πολύ σύντοµα, χωρίς να προλάβει τελικά να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του σχεδιασµού του. Με βάση την εκτίµηση των ετήσιων αρδευτικών αναγκών καθώς επίσης και την υπόθεση ότι ο κάµπος του Μύτικα καλλιεργούνταν σε όλη του την έκταση, καταλήγουµε στο συµπέρασµα
ότι ο ωφέλιµος όγκος του φράγµατος, µπορούσε να καλύψει ένα πολύ µικρό ποσοστό των συνολικών αναγκών σε νερό. Επίσης, µε βάση τις σύγχρονες ηµερήσιες ανάγκες ενός ατόµου, προκύπτει ότι ο ωφέλιµος όγκος µπορούσε να ικανοποιήσει, τις ανάγκες σε ύδρευση µίας πόλης µε συνολικό πληθυσµό της τάξεως των 10.000 κατοίκων. Τα παραπάνω δίνουν µία σαφή εικόνα της κλίµακας του έργου και αποτελούν πολύ σηµαντική πληροφορία για την εξαγωγή συµπερασµάτων σχετικών µε την σκοπιµότητα του τεχνικού. Από τη τεκµηρίωση της λειτουργίας του υδατορέµατος, προκύπτει ότι η στερεοπαροχή του είναι σηµαντική. Τα προβλήµατα τα οποία δηµιουργούνται εποµένως από τη πληµµύρα είναι εξαιρετικά έντονα και αφορούν κυρίως τη κατάκλιση µε φερτά σηµαντικού µέρους των καλλιεργήσιµων εκτάσεων και τη σηµαντική µείωση της αποδοτικότητάς τους. Σηµειώνεται ότι η πλέον αποτελεσµατική µέθοδος ανάσχεσης των πληµµύρων ενός χειµάρρου είναι η κατασκευή εντός της κοίτης και σε κατάλληλο σηµείο, φράγµατος αρκετά υψηλού ώστε στη λεκάνη που θα σχηµατισθεί στα ανάντη, να είναι δυνατή η συγκράτηση του όγκου της πληµµύρας και η βαθµιαία αποχέτευσή της. Το φράγµα πραγµατοποιώντας αυτήν ακριβώς τη λειτουργία, έδρασε ευεργετικά αµβλύνοντας σηµαντικά τις παραπάνω συνέπειες. Με βάση τα παραπάνω, αναπτύσσεται, σε πλήρη αντίθεση µε όλες τις προηγούµενες εκτιµήσεις, ένα νέο σενάριο αναφορικά µε τη σκοπιµότητα του φράγµατος. Σύµφωνα µε το σενάριο αυτό, φράγµα σχεδιάστηκε εξ αρχής για τη συγκράτηση των φερτών υλών, που αποθέτονται συστηµατικά στο κάµπο του Μύτικα και οδηγούν σε σηµαντική µείωση της αποδοτικότητας των εκτάσεων. Επιπλέον, το σενάριο αυτό είναι ευνοϊκό και στην ερµηνεία των διαφορετικών κλίσεων, οι οποίες πιθανόν να ορίζουν και διαφορετικές φάσεις κατασκευής του φράγµατος: σε πρώτη φάση, οπότε και κατασκευάστηκε το πρώτο τµήµα, ύψους περίπου δύο µέτρων, το τεχνικό λειτούργησε σωστά, συγκρατώντας αποτελεσµατικά τα φερτά. Οι κατασκευαστές του έργου, έχοντας διαπιστώσει τη σωστή λειτουργία του τεχνικού, όταν πληρώθηκαν τα δύο πρώτα µέτρα από φερτές ύλες, οδηγήθηκαν στη συµπλήρωσή του. Το φράγµα συνεχίστηκε µε µία πιο ήπια κλίση, µέχρι και τα 11m περίπου του είναι το συνολικό του ύψος. Οι περισσότερες αυτές φάσεις, µας οδηγούν στο συµπέρασµα ότι το έργο λειτούργησε αποτελεσµατικά για τους σκοπούς για τους οποίους κατασκευάστηκε. Αν είχε αστοχήσει εξ αρχής, δεν θα υπήρχε κανένας λόγος δαπανών για τη περαιτέρω ανύψωσή του.
Ενδεχοµένως οι χρόνοι λειτουργίας του φράγµατος να παρατάθηκαν, µε τον καθαρισµό της λεκάνης του φράγµατος από φερτές ύλες κατά τους καλοκαιρινούς µήνες, µε κάποιο πρωτότυπο µηχανικό τρόπο, σε αναµονή των πληµµύρων του αµέσως επόµενου χειµώνα. Αυτό είναι πιθανόν, από τη στιγµή που η συγκοµιδή των φερτών υλών είναι πολύ πιο εύκολη όταν αυτές είναι συγκεντρωµένες, από ότι όταν έχουν απλωθεί, καταλαµβάνοντας τµήµα του κάποιο τµήµα του κάµπου του Μύτικα. Με αυτό τον τρόπο η ζωή του έργου θα µπορούσε να παραταθεί, για όσο διάστηµα υπήρχαν ανάγκες πλήρους εκµετάλλευσης του κάµπου του Μύτικα, µε άνω όριο το 30 π.χ., οπότε και το µεγαλύτερο µέρος του πληθυσµού της πόλης την εγκατέλειψε για να µετοικήσει στη Νικόπολη. Το τεχνικό λειτούργησε σωστά, µέχρι τη πλήρωσή, αλλά και στη συνέχεια, µετά την εγκατάλειψή του, εξακολούθησε να λειτουργεί προστατευτικά για τη περιοχή, χάρις στον υπερχειλιστή ο οποίος συνέχισε, διαχρονικά, να αποτονώνει µέρος της ενέργειας του πληµµυρικού κύµατος και να το διοδεύει εποµένως ελεγχόµενα στον κάµπο. Γενικά Συµπεράσµατα Στις προηγούµενες προσεγγίσεις του φράγµατος, οι µελετητές διέγνωσαν, ορθώς, την ταχύτατη πλήρωση του µε φερτές ύλες. Η πιθανολογούµενη, εποµένως, στα πλαίσια των προσεγγίσεων αυτών, λειτουργία του έργου για τη κάλυψη αναγκών σε άρδευση ή ύδρευση διήρκησε για εξαιρετικά σύντοµο χρονικό διάστηµα. Οι προσεγγίσεις καταλήγουν στο συµπέρασµα ότι το έργο αστόχησε πολύ σύντοµα, χωρίς να καταφέρει να καλύψει τις ανάγκες που οδήγησαν στη κατασκευή του, σε βάθος χρόνου τέτοιο, το οποίο θα δικαιολογούσε την αρχική επένδυση. Σύµφωνα µε το σενάριο το οποίο αναπτύσσεται στη παρούσα εργασία, το φράγµα κατασκευάστηκε για να διαχειριστεί τη στερεοπαροχή του υδατορέµατος και να προστατέψει τον κάµπο της Αρχαίας Αλυζίας από τις επιπτώσεις της πληµµύρας. Αν κανείς αποδεχθεί το σενάριο αυτό, οδηγείται, αυτοµάτως και σε πλήρη αντίθεση µε τις µέχρι σήµερα εκτιµήσεις, στο χαρακτηρισµό του έργου ως απολύτως επιτυχηµένου, αφού κάλυψε λειτουργικά τους λόγους που οδήγησαν στο σχεδιασµό και τη κατασκευή του.
Η αξία του σεναρίου δεν έγκειται στο γεγονός ότι φαίνεται περισσότερο αληθοφανές από τα υπόλοιπα, αλλά στο ότι είναι προσαρµοσµένο στη λειτουργική συµπεριφορά του υδατορέµατος και του τεχνικού, αξιοποιώντας αυτό το τόσο πολύτιµο τµήµα, του συνόλου της πληροφορίας την οποία το µνηµείο µπορεί να µας δώσει.