ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ κατακόρυφος και οριζόντια ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ: ΧΩΡΟΙ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 2013-2014 ΣΑΡΡΗ ΕΥΤΥΧΙΑ & ΖΟΥΡΟΥΔΗ ΕΙΡΗΝΗ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή Μια ματιά στην κατακόρυφο Ο οριζόντιος άξονας Η δύναμη της κολώνας στον χώρο Βιβλιογραφία 2
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο χώρος δημιουργείται και δομείται από στοιχεία από τα αντικείμενα που τον κατοικούν. Αυτό σημαίνει ότι οι όγκοι των κτιρίων και οι αποστάσεις μεταξύ τους, καθώς και τα σχήματα, τα όρια και οι άξονες τους οργανώνουν τους χώρους κατοικίας του ανθρώπου εσωτερικά και εξωτερικά. Η σύλληψη του χώρου ως ένα αντικειμενικά υπαρκτό πλαίσιο δεν αποτελεί μόνο ένα αντιληπτικό εφεύρημα, αλλά μια πραγματικότητα που στηρίζεται σε φυσικά γεγονότα θεμελιώδους σημασίας. Μεταξύ αυτών είναι οι επιδράσεις του ηλίου, της σελήνης και των καιρικών συνθηκών. Κι όμως ακόμα και αυτά τα αντικείμενα και οι δυνάμεις είναι δυνατόν να περιγραφούν ως συνιστώσες ιδιαίτερων συμπλεγμάτων, που προσδιορίζουν τον δομικό σκελετό του συγκεκριμένου χώρου που βιώνουμε. Ο άνθρωπος βιώνει τον χώρο στον οποίο ζει ως ασυμμετρικό. Μεταξύ των άπειρων κατευθύνσεων τρισδιάστατου χώρου, στις οποίες μπορεί θεωρητικά να κινηθεί, μια κατεύθυνση διακρίνεται καθαρότερα από τις άλλες εξαιτίας της έλξης της βαρύτητας: η κατακόρυφη. Η κατακόρυφη ενεργεί ως άξονας και πλαίσιο αναφοράς για όλες τις υπόλοιπες κατευθύνσεις. Η ασυμμετρία του αντιληπτού χώρου οφείλεται στους αισθητηριακούς περιορισμούς του ανθρώπου. Εάν είχαμε την ικανότητα να αντιληφθούμε λεπτότερες διακρίσεις, θα παρατηρούσαμε ότι οι κατακόρυφες σε διαφορετικά σημεία δεν τρέχουν παράλληλα, αλλά συγκλίνουν προς ένα κοινό κέντρο, το κέντρο της γης. Γεωμετρικά και οι τρεις συντεταγμένες του Καρτεσιανού χωρικού συστήματος είναι ίσες ως προς τον χαρακτήρα και τη σπουδαιότητα. Ο γήινος χώρος μας όμως διαπερνάτε από την έλξη της βαρύτητας, η οποία ξεχωρίζει την κατακόρυφη ως τη βασική κατεύθυνση. κάθε άλλος χωρικός προσανατολισμός γίνεται αντιληπτός με βάση τη σχέση του προς την κατακόρυφη. Το ενσωματωμένο πρότυπο της κατακόρυφης διεύθυνσης δεν μπορεί κανείς να το παραβεί. Χρειάζεται ένα περιβάλλον με σταθερή 3
οπτική κλίση για να παραπλανήσει κάποιον, ώστε να πιστέψει ότι η έλξη στο σώμα του στοχεύει προς μια πλάγια κατεύθυνση. 4
2. ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΟ Στο χωρικό μας σύστημα η κατακόρυφη κατεύθυνση ορίζει το οριζόντιο επίπεδο ως το μόνο για το οποίο η κατακόρυφος χρησιμεύει ως άξονας συμμετρίας. Είναι το μόνο επίπεδο στο οποίο μπορεί κανείς να κινείται ελεύθερα προς κάθε κατεύθυνση χωρίς να αισθάνεται ότι ανεβαίνει ή κατεβαίνει. Ως εκ τούτου καμία κατεύθυνση στο επίπεδο του εδάφους δεν ξεχωρίζει χωρικά. Ο Christian Noeberg-Schulz έγραψε ότι " οι οριζόντιες κατευθύνσεις αντιπροσωπεύουν τον συγκεκριμένο κόσμο της ανθρώπινης δράσης. Υπό μία έννοια όλες οι οριζόντιες κατευθύνσεις είναι ίσες και διαμορφώνουν ένα επίπεδο άπειρης έκτασης. Το απλούστερο μοντέλο του ανθρώπινου υπαρξιακού χώρου είναι ως εκ τούτου ένα οριζόντιο επίπεδο που διατρυπιέται από έναν κατακόρυφο άξονα''. Από την ασυμμετρία του χώρου συνάγεται ότι η ύπαρξη βιώνεται ουσιαστικά ως κατακορυφότητα. Το να περιέχεται κανείς στην κατάσταση της ύπαρξης σημαίνει να αποσπά τον εαυτό του από τη γη, είτε μέσα από την οργανική ανάπτυξη των φυτών είτε μέσα από την προς τα άνω ώθηση των βουνών, είτε μέσα από το ανθρώπινο ισοδύναμό τους, το κτίριο. Στην καθημερινή οπτική εμπειρία ένα πράγμα ή ένα πλάσμα εμφανίζεται με την ανύψωσή του από το έδαφος και ο κατακόρυφος άξονας αποτελεί μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική άποψη του σχήματός του. Γύρω από το κεντρικό στέλεχος ενός τέτοιου άξονα ο όγκος του αντικειμένου τείνει να διατάσσεται συμμετρικά, σε συμφωνία με το γεγονός ότι στο οριζόντιο επίπεδο όλες οι κατευθύνσεις είναι ισοδύναμες. Οι σχέσεις μεταξύ ορθίων αντικειμένων εκλαμβάνονται ως παράλληλες. Δεν κάνουμε άμεσους διασταυρούμενους συσχετισμούς μεταξύ τους, όπως κάνουμε όταν αντιλαμβανόμαστε σχέσεις μέσα σε ένα μοναδικό αντικείμενο. Σε ένα βασικά κατακόρυφο σχήμα βλέπουμε κάθε οριζόντιο στοιχείο πρώτα απ' όλα στη θέση του μέσα στην κατακόρυφη τάξη. Μόνο εντασσόμενο μέσα σε αυτό το γενικό πλαίσιο μπορεί να συγκριθεί με μια παρόμοια λεπτομέρεια ενός γειτονικού αντικειμένου. 5
Εάν συγκρίνουμε την εμφάνιση ενός συμμετρικού αντικειμένου όταν είναι τοποθετημένο πρώτα κατακόρυφα και ύστερα οριζόντια αντιλαμβανόμαστε ότι η συμμετρία παρατηρείται πιο άμεσα σε όρθια θέση παρά σε κεκλιμένη. Το κατακόρυφο σχήμα υποτάσσεται στον κυρίαρχο άξονα του χώρου και όλα τα στοιχεία της συμμετρικής διάταξης γίνονται ορατά με τον κανονικό συσχετισμό τους. Πολλές φορές παρατηρούμε σε κτίρια στα οποία "στοιβάζονται οι όροφοι ότι ο τρόπος τοποθέτησης τους πάει αντίθετα με τα νερά της αίσθησης της όρασης, όταν ο κυρίαρχος άξονας είναι κατακόρυφος. Αυτό προβάλλει αντίσταση στη συνήθεια του ματιού να συνδυάζει τους ορόφους σε ένα ενιαίο σύνολα υπό την κατακόρυφη έννοια. Αυτό αντισταθμίζεται με την τοποθέτηση κατακόρυφων κολώνων ή με την κατακόρυφη ευθυγράμμιση των παραθύρων. Μια λύση σε αυτό αποτελεί το να τονίσει κανείς αυτήν την οριζόντια ως κυρίαρχη διάσταση του κτιρίου. Όταν γίνεται αυτό, τα πατώματα ακολουθούν την κατεύθυνση που προσδιορίζεται από τη γενικώς χαμηλά επικρεμάμενη δομή και η κατακόρυφη ενοποίηση, παρότι πάντοτε απαραίτητη, καθίσταται δευτερεύουσα. Η εύκολη κίνηση στο οριζόντιο επίπεδο γίνεται το κυρίαρχο χαρακτηριστικό όλου του κτιρίου. το ελεύθερα εκτεινόμενο επίπεδο του εδάφους επαναλαμβάνεται σε κάθε επίπεδο και το κτίριο "συμμορφώνεται" σε αυτό που ο Frank Lloyd Wright αποκάλεσε " τη γήινη γραμμή της ανθρώπινης ζωής ( τη γραμμή ηρεμίας)". Το οριζόντιο στυλ ζωής ενθαρρύνει την αλληλεπίδραση, την ελεύθερη κινητικότητα από μέρος σε μέρος και την ευκολία της κίνησης, ενώ κατακόρυφα προσανατολισμένη ζωή τονίζει την ιεραρχία, την απομόνωση, τη φιλοδοξία και τον ανταγωνισμό. Ο κυρίαρχος άξονας ενός κατά βάση κατακόρυφου κτιρίου συναντά το έδαφος υπό ορθή γωνία και μια και τα γραμμικά σχήματα έχουν τη δυναμική ιδιότητα να δημιουργούν μια οπτική συνέχεια, εκτός και εάν με κάποιο τρόπο η πορεία τους ανακοπεί, ένα τέτοιο κτίριο μοιάζει σαν να συνεχίζεται μέσα στο έδαφος. Αυτή η οπτική εντύπωση προσδίδει έρεισμα στη βιολογική μεταφορά ότι το κτίριο βγαίνει από το χώμα, όπως τα φυτά. Όταν ένα σχήμα 6
φαίνεται ατελές και όταν η ατέλεια αυτή γεννά μια αρκετά ισχυρή τάση προς ολοκλήρωση, επέρχεται η εντύπωση της διείσδυσης. Τα στερεά όπως ο κύλινδρος, η πυραμίδα, ο κώνος κτλ. είναι ασαφή υπό την έννοια ότι μπορεί να δείχνουν είτε ολοκληρωμένα είτε ανολοκλήρωτα, ανάλογα με τον περίγυρο. Αυτό είναι ένας από τους οπτικούς λόγους που οι κλασσικοί κίονες έχουν βάσεις και κιονόκρανα. Αυτά τα στοιχεία τελείωσης εμποδίζουν την επέκταση των κιόνων προς τα επάνω εμποδίζουν την επέκταση των κιόνων προς τα επάνω και προς τα κάτω. Οι αποσβεστήρες εκπληρώνουν τη λειτουργία τους μόνο όταν γίνονται αντιληπτοί σαν να ανήκουν στον κίονα και όχι στο δάπεδο. Το ίδιο ισχύει και στο άλλο άκρο. Τα κιονόκρανα πρέπει να πρέπει να ιδωθούν με ως μέρη των κιόνων και όχι του επιστυλίου. Οι μοντέρνες κολώνες είναι καθαροί κύλινδροι και διαπερνούν οπτικά τα δάπεδα και τις οροφές, διότι με το σχήμα τους δεν υποδεικνύουν ολοκλήρωση ούτε είναι εφοδιασμένες με αποσβεστήρες. Υπό ορισμένες συνθήκες η εντύπωση αυτή μπορεί να ανταποκρίνεται στον σκοπό του αρχιτέκτονα. Αυτός μπορεί να θέλει τα στηρίγματα να γίνονται ορατά σαν να ανυψώνονται διαπερνώντας το κτίριο, χωρίς να εμποδίζονται από τα δάπεδα τα οποία διασχίζουν. Η διείσδυση στο έδαφος μεταβάλλει την αρχιτεκτονική σύνθεση του κτιρίου. Οι συνολικές αναλογίες και η κατανομή βάρους επηρεάζονται κατ' ανάγκη από το εάν το κτίριο πάνω από το έδαφος γίνεται ορατό ως ολοκληρωμένο ή ανολοκλήρωτο. οποιαδήποτε ασάφεια γύρω από το θέμα αυτό δημιουργεί αρχιτεκτονικό πρόβλημα. Τα περισσότερα κτίρια περιβάλλονται από ίσιους τοίχους και για το λόγο αυτό η έννοια της διείσδυσης είναι ασαφής. επειδή, από τη μια ο κύλινδρος, ο κύβος και η πυραμίδα φαίνονται ως σχήματα αρκετά ολοκληρωμένα, ώστε να γίνονται ορατά σαν να στέκονται πάνω στο έδαφος, ενώ από την άλλη οι κατακόρυφοι τοίχοι τείνουν να συνεχίζουν μέσα στο έδαφος, εκτός και αν κάτι τους σταματήσει. Παρότι η τελευταία αυτή εντύπωση είναι συχνά ανεπιθύμητη, είναι εξίσου εμφανές ότι ένα εκθεσιακό κτίριο σε σχήμα σφαίρας ή πυραμίδας στηριζόμενο πάνω σε μια κορυφή 7
μοιάζει σαν να μην είναι αγκυρωμένο επαρκώς. δεν αναγνωρίζει την έλξη της βαρύτητας και είναι έτοιμο να απογειωθεί. 8
3. Ο ΟΡΙΖΟΝΤΙΟΣ ΑΞΟΝΑΣ Σε κτίρια που εκτείνονται βασικά κατά την οριζόντια διεύθυνση η αίσθηση του ότι ανήκουν στο έδαφος επέρχεται όχι λόγω της διείσδυσης υπό ορθή γωνία, αλλά λόγω της παραλληλίας, η οποία δημιουργεί μια εύκολη αρμονία. Το κτίριο αγκαλιάζει το έδαφος και ταιριάζει με ευκολία στο τοπίο. Τα αναγεννησιακά κτίρια προσφέρουν πολλές αριστοτεχνικές λύσεις σε σχέση με αυτό. Μια συμμετρική πρόσοψη για παράδειγμα τονίζει έντονα την κατακόρυφη διεύθυνση, επειδή δημιουργεί ένα κατακόρυφο άξονα. Τα παράθυρα και οι πόρτες τείνουν να είναι σαν όρθια παραλληλόγραμμα, το καθένα από τα οποία αποτελεί ένα στοιχείο αντίστιξης προς την οριζοντιότητα του όλου κτιρίου. Όταν τα διαστήματα μεταξύ των παραθύρων είναι μεγάλα, η συνοχή των οριζόντιων ζωνών αδυνατίζει. Δεν υπάρχει μία και μοναδική βέλτιστη λύση που να ισχύει για όλους. Η αναλογία μεταξύ ανύψωσης και ηρεμίας, ελαφράδας και βάρους, ανεξαρτησίας και εξάρτησης, βρίσκεται μέσα στον ίδιο τον πυρήνα της ανθρώπινης αίσθησης του τι είναι και τι θα έπρεπε να είναι η ζωή και κατά συνέπεια αποτελεί μια βασική μεταβλητή του ύφους. Υπό μια γενικότερη έννοια η σχέση μεταξύ της κατακόρυφης και της οριζόντιας διάστασης δεν προσδιορίζει μόνο το συγκεκριμένο σχήμα του τοίχου, αλλά διασφαλίζει αντιληπτικά ότι πρόκειται πράγματι για τοίχο. κάθε οπτικό αντικείμενο εμφανίζεται σαν μια διαμόρφωση οπτικών δυνάμεων. Η διαμόρφωση αυτή είναι το οπτικό αντικείμενο και συνεπώς αυτό που αποκαλούμε "τοίχο" είναι, σε ότι αφορά τη δισδιάστατη επέκταση, η ιδιαίτερη εκείνη αλληλενέργεια κατακορυφότητας και οριζοντιότητας που κεντρίζεται στο νευρικό μας σύστημα, όταν το κατάλληλο ερέθισμα χτυπήσει το μάτι. Η έλλειψη ευαισθησίας της επιφάνειας του τοίχου έχει περιστασιακά παρατηρηθεί στο παρελθόν και έχει αντιμετωπιστεί με δυσπιστία. 9
4. Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΚΟΛΩΝΑΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ Η θέση ενός αρχιτεκτονικού στοιχείου επηρεάζει όχι μόνο το οπτικό του βάρος αλλά επίσης και την έλξη ή την άπωση που από αυτό το στοιχείο εξασκεί στα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής σύνθεσης γύρω του. Όλες οι εντυπώσεις της οπτικής κατεύθυνσης είναι επαμφοτερίζουσες. Μπορούν να εκληφθούν με δύο τρόπους που σημαίνει στην προκειμένη περίπτωση τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω. Σε μια απλή ευθεία γραμμή σχεδιασμένη στο χαρτί η κίνηση πηγαίνει προς οποιαδήποτε από τις δυο κατευθύνσεις δεδομένου ότι δεν είναι αγκυρωμένη σε κάποιο άκρο της. Οι δυνάμεις ενός κτιρίου λειτουργούν και προς τις δύο κατευθύνσεις. Η κίνηση προς τα πάνω προτιμάται γιατί το κτίριο είναι αγκυρωμένο στο έδαφος και έχει ένα ελεύθερο άκρο στην κορυφή. Αλλά υπάρχουν πολύ ισχυρά κίνητρα και προς την αντίθετη κατεύθυνση, με κυρίαρχο το οπτικό βάρος ολόκληρου του κτιρίου που πιέζει προς τα κάτω, προς το κέντρο της βαρύτητας. Η αλληλεπίδραση αυτή επαναλαμβάνεται στα συστατικά μέρη του κτιρίου, καταλήγοντας σε μια πολυσύνθετη δυναμική κατάσταση. Εφόσον η κολώνα είναι ουσιαστικά ένα γραμμικό αντικείμενο, τα δυναμικά διανύσματα που διαπερνούν τρέχουν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους κατά μήκος της κατακόρυφου και προς τις δύο κατευθύνσεις τόσο προς τα πάνω όσο και προς τα κάτω. Η ιδιαίτερη φύση αυτής της αλληλεπίδρασης εξαρτάται σε κάθε περίπτωση από το σχήμα και τις αναλογίες της κολώνας καθεαυτής, καθώς και από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία που την περιβάλλουν. Ένας προφανής καθοριστικός παράγοντας είναι το ύψος της κολώνας σε σχέση με τις υπόλοιπες διαστάσεις του κτιρίου. Οι κοντές κολώνες φαίνονται συγκριτικά σαν παθητικοί αποδέκτες των πιέσεων που εξασκούνται εκ των άνω από το φορτίο της στέγης και από κάτω, από την αντίσταση και την προς τα πάνω ώθηση της βάσης. Τέτοιες κολώνες μοιάζουν να συμπιέζονται μεταξύ των δύο κύριων δυνάμεων και επομένως δεν εκλαμβάνονται ως στατικοί λίθινοι κύλινδροι, αλλά ως αγωγοί 10
ανταγωνιστικών δυνάμεων που προέρχονται τόσο από πάνω όσο και από κάτω. Καθώς όλες οι οπτικές διαστάσεις είναι σχετικές η δυναμική εντύπωση του ύψους της κολώνας εξαρτάται από τη σχέση μεταξύ ύψους και πάχους. Το πάχος αυξάνει την οπτική μάζα και κατά συνέπεια και την εντύπωση βάρους της κολώνας, αλλά επίσης αποδυναμώνει την κατακόρυφη γραμμικότητα και κατά συνέπεια μειώνει τη δυναμική απήχηση και προς τις δύο κατευθύνσεις, Όσο μεγαλύτερο είναι το πάχος της κολώνας, τόσο μεγαλύτερη είναι και η εντύπωση αδράνειας που δημιουργεί σε κατάσταση ηρεμίας. 11
5. Βιβλιογραφία 1. Οπτική Σκέψη, Rudolf Arheim 2. Η δυναμική της αρχιτεκτονικής μορφής, Rudolf Arheim 12