ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΥΜΠΡΑΞΗ «ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ»



Σχετικά έγγραφα
Εννοιολογικοί προσδιορισμοί της Κοινωνικής Οικονομίας

Κοινωνική Οικονομία Συνεταιριστική Επιχειρηματικότητα

Κοινωνική Οικονομία Συνεταιριστική Επιχειρηματικότητα

ΚΟΙΝΣΕΠ: Ένα Χρήσιμο Εργαλείο για τις Τοπικές Κοινωνίες

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

«Χώροι για ανάπτυξη κοινωνικής συνοχής»

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων.

Συγκριτική Ανάλυση των Στοιχείων Η θέση των συµβουλίων στη διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήµατος

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

Μάριος Βρυωνίδης Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Εθνικός Συντονιστής Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ. Το παρόν κείμενο αποτελεί τον Κανονισμό λειτουργίας της «Μητρώου

ΦΟΡΟΥΜ III: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ (Οµάδα Εργασίας: Π. Ζέϊκου, Κ. Νάνου, Ν. Παπαµίχος, Χ. Χριστοδούλου)

Διακήρυξη. των Δικαιωμάτων. και Ευθυνών. των Εθελοντών ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΕΦΟΡΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

Συχνές Ερωτήσεις / Απαντήσεις

ΟΜΙΛΙΑ. κ. ΘΑΝΑΣΗ ΛΑΒΙ Α

ΑΙΤΗΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ ΔΗΜΟΥ ΣΩΤΗΡΑΣ

Παγκόσμια Πρότυπα των Κοινωνικών Συνεταιρισμών

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Θεωρία των Μοντέλων Καπιταλισμού

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

«Οι βασικές αρχές και οι στόχοι του Ελληνικού Δικτύου για την καταπολέμηση των διακρίσεων»

Κοινωνική Οικονομία Συνεταιριστική Επιχειρηματικότητα

ΣΥΝΕ ΡΙΟ «Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

«Δημιουργία Μηχανισμού Υποστήριξης για την Ανάπτυξη και Προώθηση της Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας σε Πληθυσμούς Ορεινών Περιοχών»

Το Επενδυτικό σχέδιο 3. Βασικές έννοιες και ορισµοί

ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΙΟΙΚΗΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ: ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ - ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ. αθλητικός µάνατζερ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΜΑΝΑΤΖΕΡ

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΙΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ ΞΑΝΘΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο Η έννοια της επιχείρησης. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΚΙΝΗΤΙΚΑ ΑΝΑΠΗΡΩΝ ΣΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ»

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Κεφάλαιο 1 [Δείγμα σημειώσεων για την ύλη[ ]

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων

ΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ. στα πλαίσια ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΔΕΞΙΟΤΗΤΩΝ

1. Την παρουσίαση του ελληνικού προτύπου ΕΛΟΤ 1452 για τη διαχείριση της ποιότητας εμπορικών καταστημάτων,

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2.

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

ΔΉΛΩΣΗ ΠΕΡΊ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΑΝΘΡΏΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΆΤΩΝ ΤΗΣ UNILEVER

Διορατικότητα Ερευνητικό κέντρο καινοτομίας ανάπτυξης και προστασίας

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑ ΑΣ «ΑΛΕΞΑΝ ΡΟΣ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗΣ»

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 2ο: Επιχείρηση και Περιβάλλον

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2014/2236(INI)

Οι διακρίσεις στην απασχόληση παραμένουν μεγάλες σήμερα παρά τις σημαντικές προσπάθειες που έχουν γίνει στη χώρα μας τα τελευταία 30 χρόνια.


Κατευθυντήριες Γραμμές του 2001 των Ηνωμένων Εθνών που αποσκοπούν στην δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη των συνεταιρισμών

«ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΘΡΙΑΣΙΟ ΠΕΔΙΟ»

«ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΘΡΙΑΣΙΟ ΠΕΔΙΟ»

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ KAI ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΝΕΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ. Ιδέες από το Αναπτυξιακό Συνέδριο

«ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΘΡΙΑΣΙΟ ΠΕΔΙΟ»


Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Απασχόληση και πολιτισµός, πυλώνες κοινωνικής συνοχής και ένταξης των µεταναστών για µια βιώσιµη Ευρώπη

Σχέδιο Δράσης Φτώχεια και Εργασία: Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση διερεύνησης και άμβλυνσης του φαινομένου

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Συνεργασία σχολείου με φορείς και οργανισμούς για την εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία στην κοινότητα. Διαπιστώσεις και προοπτικές.

Ποια είναι η διάρθρωση του προγράμματος Erasmus+;

VI/ Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΕΘΕΛΟΝΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (Κοιν.Σ.Επ.) ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΕΡΓΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ

Ορεινή µορφολογία, ακραίες καιρικές συνθήκες, µικρή

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο κατά τη Νέα Προγραμματική Περίοδο ( ) Βασικά σημεία και διερευνητικές προσεγγίσεις

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ (ΚΟΙΝΣΕΠ)

Νεανική γυναικεία επιχειρηματικότητα. Άννα Ευθυμίου Δικηγόρος Εντεταλμένη Σύμβουλος σε Θέματα Νεολαίας στο Δήμο Θεσσαλονίκης Πρόεδρος ΜΚΟ ΝΕΟΙ

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

Εισαγωγή ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ, ΑΘΡΩΠΙΝΟΙ ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗ

Ενότητα 1.2. Η Επιχείρηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο κατά τη Νέα Προγραμματική Περίοδο ( ) Βασικά σημεία και διερευνητικές προσεγγίσεις

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ EAC/S20/2019. Ο αθλητισμός ως μέσο για την ενσωμάτωση και την κοινωνική ένταξη των προσφύγων

ΓΕΩΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Είδος Επιχειρήσεων & Νοµικά Ζητήµατα

Κοινωνικά Υπεύθυνες Βιώσιμες Δημόσιες Συμβάσεις

ΠΟΛΥΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΖΩΤΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ: ΘΕΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (CLLD / LEADER)

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ TΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ Α.Σ. ΚΙΛΕΛΕΡ

1 2 3 = = % 71,96% 28,04% 55,55% 44,45% 100%

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

«Πλαίσιο. Άσκησης Κοινωνικής Πολιτικής. Ηνωμένο Βασίλειο» Ηνωμένο Βασίλειο ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΙΡΕΤΩΝ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Χαιρετισµός του κ. ιονύση Νικολάου, Γενικού ιευθυντή του ΣΕΒ. «Ενεργός Γήρανση: Ένα Κοινωνικό Συµβόλαιο Αλληλεγγύης µεταξύ των Γενεών»

Ο στόχος αυτός είναι σε άμεση συνάρτηση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσω:

αντιπροσωπεύουν περίπου το τέσσερα τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού διαμορφώνονται νέες συνθήκες και δεδομένα που απαιτούν νέους τρόπους

Θέση ΣΕΒ: Ευρωπαϊκές προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν A. Η Δέσμευση της Διοίκησης...3. Κυρίαρχος Στόχος του Ομίλου ΤΙΤΑΝ και Κώδικας Δεοντολογίας...4. Εταιρικές Αξίες Ομίλου ΤΙΤΑΝ...

Γλωσσάρι Το γλωσσάρι του MATURE Ανδραγωγική Άτομα μεγαλύτερης ηλικίας Δεξιότητες Δέσμευση

Νομικό Πλαίσιο των Κοιν.Σ.Επ. Ένταξη στο γενικό μητρώο κοινωνικής οικονομίας

Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η «μικρή» επιχειρηματικότητα σε περίοδο κρίσης

Δρ. Γεώργιος Κ. Ζάχος Διευθυντής Βιβλιοθήκης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

9. Η εξάρτηση µεταξύ των επιχειρησιακών λειτουργιών είναι µεγάλη και αυτή καθορίζει την καλή πορεία και τελικά την ύπαρξη της επιχείρησης.

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΑ ΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

Transcript:

ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΥΜΠΡΑΞΗ «ΕΝΕΡΓΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ» Υποέργο: 19 Μελέτη αποτύπωσης του κοινωνικού και οικονοµικού περιβάλλοντος του Νοµού Μαγνησίας αναφορικά µε την ανάπτυξη επιχειρηµατικών δραστηριοτήτων στην κοινωνική οικονοµία Κωδικός Παραδοτέου Τ001 ΣΚΕΛΟΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ Τοπικός Συντονιστής ΚΕΚΑΝΑΜ Α.Ε ιερεύνηση της έννοιας της κοινωνικής οικονοµίας και των κοινωνικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση Συµµετέχοντες φορείς Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας Ιούλιος 2004 Έργο : Ολοκληρωµένο Σχέδιο ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΡΟΜΟΙ για την Ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονοµίας Το Πρόγραµµα της Κ. Π. EQUAL χρηµατοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταµείο σε ποσοστό 75% και από το Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας σε ποσοστό 25%

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α' ΜΕΡΟΣ: ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ 1.Εισαγωγη... 5 2.Ορισµος της Κοινωνικης Οικονοµιας... 6 3.Η Φυση της Κοινωνικης Οικονοµιας... 10 4.Ορισµος των Κοινωνικων Επιχειρησεων... 12 5.Προβληµατα Προσδιορισµου της Κοινωνικης Οικονοµιας... 14 6.Το Κοινωνικο Κεφαλαιο ως βαση της Κοινωνικης Οικονοµιας... 15 7.Η Συµβολη της Κοινωνικης Οικονοµιας στην Απασχοληση και στην Τοπικη Αναπτυξη... 16 8.Η Κοινωνικη Οικονοµια στην Ευρωπαϊκη Ένωση... 18 9.Η Κοινωνικη Οικονοµια στην Ελλαδα... 24 Β ΜΕΡΟΣ: AΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. 10.Εισαγωγη... 32 11.Αποτυπωση του Οικονοµικου και Κοινωνικου Περιβαλλοντος του Νοµου Μαγνησιας... 34 12. ιευρυνση της Προσφορας Εργασιας στα Πλαισια της Κοινωνικης Οικονοµιας... 49 13.Συµπερασµατα... 61 14.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 63 15.ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ... 66

Α ΜΕΡΟΣ ιερεύνηση της έννοιας της Κοινωνικής Οικονοµίας και των Κοινωνικών Επιχειρήσεων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη σελίδα 4

1. Εισαγωγή Στη δεκαετία του 1950 και στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1960, οι θετικές επιδράσεις, που προέκυψαν από την αύξηση των δηµοσίων δαπανών, στην οικονοµική ανάπτυξη και στις συνθήκες διαβίωσης αντιµετώπισαν ευρεία αποδοχή από το µεγαλύτερο µέρος του κοινωνικού συνόλου. Οι παραπάνω επιδράσεις υιοθετούσαν στοιχεία όπως το κοινωνικό και ανθρώπινο κεφάλαιο ως βάσεις για την αύξηση της παραγωγικότητας, την οικονοµική ευµάρεια, την πολιτική σταθερότητα και την ισότιµη αναδιανοµή του εισοδήµατος. Η περίοδος µεταξύ το 1950 και τις αρχές της δεκαετίας του 1970 θεωρείται ότι αποτέλεσε σηµείο αναφοράς για την επιτυχή συνεργασία µεταξύ των οικονοµικών και κοινωνικών πολιτικών. Μάλιστα την δεκαπενταετία 1960-1975 οι δηµόσιοι τοµείς των χωρών του ΟΟΣΑ αναπτύχθηκαν έντονα και συνέβαλλαν περαιτέρω στην οικονοµική ανάπτυξη. Ωστόσο σηµάδια µεταβολής στο οικονοµικό και κοινωνικό γίγνεσθαι ξεκίνησαν να εµφανίζονται µε την κρίση του πετρελαίου του 1973 τα οποία µεταφράστηκαν σε κάµψη της παραγωγικότητας και κατάρρευση των συναλλαγµατικών συστηµάτων (Deans, 1986). Σε γενικότερα πλαίσια, οι χαµηλότερες οικονοµικές επιδόσεις των χωρών και η διαφαινόµενη παράταση στην οικονοµική κρίση διέκοψαν τη συνέχιση αλλά και την επέκταση των κοινωνικών προγραµµάτων όπως φυσικά και τις θετικές συνέπειες τους. Η κρίση στην οικονοµία, η οποία µεταφράζεται τα τελευταία χρόνια σε αύξηση της ανεργίας και σε πληθωριστικά προβλήµατα, ιδιαίτερα στη υτική Ευρώπη, οδήγησε τις κυβερνήσεις σε δηµοσιονοµικές παρεµβάσεις, τέτοιες ώστε οι κοινωνικές δαπάνες (εκπαίδευση, υγεία, συντάξεις, µείωση της ανεργίας) να αποτελούν και να θεωρούνται πια το µεγαλύτερο βάρος για τις δηµόσιες δαπάνες. Το κράτος πρόνοιας, ενώ αποτελούσε εθελοντική κοινωνική διαδικασία για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και του κοινωνικού περιβάλλοντος, έχει φθάσει πια στο σηµείο να αποτελεί την αιτία για κρίσεις σε οικονοµικούς προϋπολογισµούς. Η σύγκρουση µεταξύ των κοινωνικών και των οικονοµικών στόχων αποτελεί εδώ και δύο περίπου δεκαετίες γεγονός και αναµένεται να παραµείνει, έχοντας πάντα στο επίκεντρο την αλληλοσυσχέτιση µεταξύ των µεγεθών των κοινωνικών και των δηµοσίων δαπανών. Επίσης, επίκαιρο ζήτηµα αποτελεί και η σχέση µεταξύ των κοινωνικών και των παραδοσιακών οικονοµικών πολιτικών µε έντονο το στοιχείο της έλλειψης κατανόησης και συνειδητοποίησης του διπλού ρόλου της οικονοµικής ανάπτυξης, δηλαδή του ρόλου από τη µια της αιτίας των κοινωνικών προβληµάτων, και από την άλλη αυτού της πηγής των µέσων και των πολιτικών για την εύρεση λύσεων. Η νέα οικονοµική πραγµατικότητα λοιπόν και ο νέος ρόλος που καλείται να διαδραµατίσει το κράτος έχει ως αποτέλεσµα την ανάπτυξη νέων και διαφορετικών αναγκών για το κοινωνικό σύνολο και ως αποτέλεσµα την ανάγκη για εφαρµογή νέων προσαρµοσµένων πολιτικών. «Οι κοινωνικοί και θεσµικοί οικονοµολόγοι καλούνται πια σελίδα 5

να εξηγήσουν τα αίτια της σύγχρονης καπιταλιστικής κρίσης και να προτείνουν µέτρα που θα ενισχύουν την κοινωνικότητα, την απασχόληση, την ανεκτικότητα και την αειφορία σε όλα τα επίπεδα» (O Hara, 2002). Στα παραπάνω πλαίσια, τις τελευταίες δύο περίπου δεκαετίες έχει αρχίσει να αναπτύσσεται µια νέα συλλογιστική, η οποία βρίσκει και πρακτική εφαρµογή, ο λεγόµενος τρίτος τοµέας. Αποτελεί ένα πεδίο ανάµεσα στο κράτος και τον ιδιωτικό τοµέα που αποτελείται από κοινωνικές, µη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις και συνεταιρισµούς που στηρίζονται σε γενικές γραµµές στην αυτοδραστηριοποίηση, στον εθελοντισµό και σε αξίες όπως η συνεργασία και η αλληλεγγύη, οι οποίες υπερβαίνουν τις οργανωτικές δυνατότητες του κράτους ή είναι εντελώς αδιάφορες για τον ιδιωτικό τοµέα. «Ο επονοµαζόµενος Τρίτος Τοµέας της οικονοµίας ο οποίος αναφέρεται συχνά ως Μη Κερδοσκοπικός Τοµέας ή Κοινωνική Οικονοµία ή Τρίτο Σύστηµα, έχει ως κινητήρια δύναµη τις προαναφερθείσες επιχειρήσεις, οι οποίες όµως δραστηριοποιούνται και λειτουργούν στις διάφορες χώρες υπό ένα ευρύ φάσµα νοµικών και οργανωτικών µορφών που συνεχώς διευρύνεται τα τελευταία χρόνια και αποτελεί αντικείµενο µελέτης και προβληµατισµού τόσο σε ακαδηµαϊκό ερευνητικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο» (Μαρκογιαννόπουλος, 2003). Στο ίδιο πνεύµα, άλλωστε, ο Scaperlanda (2002) έχει επισηµάνει ότι η εποχή των µεταβολών στην οποία έχουµε εισέλθει είναι η πιο κρίσιµη για την δραστηριοποίηση των κοινωνικών οικονοµολόγων και είναι επιτακτική η παρέµβαση και εµπλοκή τους στην χάραξη και εφαρµογή πολιτικής. Ωστόσο, αν και έχουν διατυπωθεί πολυάριθµες προσεγγίσεις και θεωρίες, η ακριβής έννοια του Τρίτου Τοµέα ή της Κοινωνικής Οικονοµίας δεν έχει ορισθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρόλα αυτά, σε επίπεδο χωρών της Ε.Ε. η κοινωνική οικονοµία παρουσιάζει σηµαντική ανάπτυξη ενώ υπάρχουν παράλληλα και πολλαπλές πρωτοβουλίες για την συγκρότηση επιτροπών µε αντικείµενο ενασχόλησης τον προσδιορισµό και την οργάνωση του τοµέα σε κάθε χώρα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αν και οι κοινωνικές οµάδες, µε εµφανή τα χαρακτηριστικά των κοινωνικών επιχειρήσεων, είναι υπαρκτές (σε περιορισµένο συγκριτικά βαθµό), υπάρχει ένα κενό επίσηµης αναγνώρισης αλλά και ενασχόλησης µε τον τοµέα και ταυτόχρονα συντονισµένης υποστήριξης από την πλευρά του κράτους. 2. Ορισµός της Κοινωνικής Οικονοµίας Το να οριστεί η κοινωνική οικονοµία δεν αποτελεί σίγουρα ένα απλό θέµα, αφού η συγκεκριµένη έκφραση χρησιµοποιείται για να προσδιορίσει µια πολύπλοκη έννοια και ένα σύµπλεγµα παραµέτρων που καθορίζει την ύπαρξη του Τρίτου Τοµέα και των µη κερδοσκοπικών οργανώσεων. Τέτοιες είναι η δηµιουργία ευέλικτης απασχόλησης, η ενεργοποίηση των πολιτών, η προσφορά υπηρεσιών, η αποκέντρωση σελίδα 6

των συστηµάτων πρόνοιας, η διασφάλιση των ανθρώπινων δικαιωµάτων και ενίσχυση των τοπικών αναπτυξιακών πολιτικών και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Παράλληλα, η ύπαρξη ποικιλίας οργανωτικών σχηµάτων και διαφορετικών θεωρητικών προσεγγίσεων, ειδικότερα ως προς τα χαρακτηριστικά καθορισµού των δραστηριοτήτων, την καθιστά σχεδόν αόρατη όσον αφορά την εµπειρική οικονοµική πραγµατικότητα (Μαρκογιαννόπουλος, 2003). Έτσι, θα µπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι όλοι ξέρουν ότι υπάρχει αλλά είναι δύσκολο να συγκεκριµενοποιηθεί. Σύµφωνα µε µια προσπάθεια σύνθεσης ενός ορισµού από το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας (Ε.Ι.Ε., 2000): «Η κοινωνική οικονοµία αναφέρεται ως ο οικονοµικός χώρος πέρα από τον ιδιωτικό και το δηµόσιο τοµέα της οικονοµίας του οποίου οι οικονοµικές δραστηριότητες δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα αλλά κοινωνικούς στόχους». Αναλυτικότερα, χαρακτηρίζεται ως ένας τοµέας του οποίου οι δραστηριότητες συνδυάζουν οικονοµικές και επιχειρηµατικές συλλογιστικές µε κοινωνικές αξίες, όπως η συνεργασία και η αλληλεγγύη, µε στόχο την εξυπηρέτηση αναγκών του κοινωνικού συνόλου, οι οποίες δεν φαίνεται να ικανοποιούνται από την ελεύθερη αγορά ή την εκάστοτε κυβέρνηση. Στα πλαίσια της προσπάθειας να οριστεί η κοινωνική οικονοµία, πρέπει να εντοπισθεί ο ρόλος που έχει διαδραµατίσει ο Τρίτος Τοµέας τα τελευταία χρόνια στην αναπτυξιακή διαδικασία. Έχει αποτελέσει ουσιαστικά το σταυροδρόµι στο οποίο συναντιούνται οι αναπτυξιακές πολιτικές και οι πολιτικές για την απασχόληση (Galliano, 2003). Πιο συγκεκριµένα, ο συγκεκριµένος τοµέας προσφέρει θέσεις εργασίας σε εκείνα τα κοινωνικά σύνολα τα οποία αποκλείονται από την λειτουργία της αγοράς, όπως είναι τα άτοµα µε ειδικές ανάγκες, οι άνεργοι νεαρής ηλικίας και οι µετανάστες. Με δεδοµένη τη µείωση της συµµετοχής του κράτους πρόνοιας και την αύξηση των κοινωνικών προβληµάτων, η κοινωνική οικονοµία θεωρείται ως µια βασική συνεισφορά για την επίτευξη της κοινωνικής συνοχής και την απάλειψη των κοινωνικών αποκλεισµών. Στο ίδιο πνεύµα, ο τρίτος τοµέας περικλείει οτιδήποτε δεν περιλαµβάνεται στην σφαίρα επιρροής της παραδοσιακής οικονοµικής επιστήµης Τα τελευταία χρόνια η κοινωνική οικονοµία εµφανίζεται λιγότερο ως τοµέας ιδίων δικαιωµάτων και περισσότερο ως προσέγγιση στην επίτευξη αποδόσεων ανάλογων µε εκείνων που ικανοποιούν τις κοινωνικές ανάγκες µέσω της οικονοµικής δραστηριότητας. Το συγκεκριµένο σκεπτικό αποτελεί µια προσέγγιση που τείνει να ριζωθεί στις τοπικές και συχνά µειονεκτούσες κοινότητες. Εκφράζει ουσιαστικά το γεγονός ότι η κοινωνική οικονοµία συνιστά κάτι µεγαλύτερο από τα ποσοτικά µεγέθη στα οποία συνίσταται. Αυτή η προσέγγιση προσδίδει µια νέα δυναµική στην κοινωνική οικονοµία. ηλαδή, ενώ στον ιδιωτικό τοµέα οι κινητήριες δυνάµεις είναι η παραγωγικότητα και η επίτευξη κέρδους και στο δηµόσιο τοµέα η αναπαραγωγή και η ευηµερία, για την κοινωνική οικονοµία µπορεί να υποστηριχθεί ότι κινητήρια δύναµη είναι η ίδια η διαδικασία δηµιουργίας του δικού της δυναµισµού. Κεντρικό σηµείο σελίδα 7

αναφοράς του δυναµισµού είναι το κοινωνικό κεφάλαιο, έννοια η οποία θα αναλυθεί παρακάτω. Το 1997 η Σουηδία αποτελούσε ένα από τα νεότερα µέλη της Ε.Ε. και η πρωτοβουλία της τότε κυβέρνησης της να συστήσει µια επιτροπή επιστηµόνων µε σκοπό να προσδιορίσουν την έκφραση κοινωνική οικονοµία, θεωρείται ότι αποτελεί την πρώτη προσπάθεια από κράτος-µέλος της Ε.Ε. Το αποτέλεσµα που προέκυψε από την επιτροπή έχει ως εξής: κοινωνική οικονοµία σηµαίνει οργανωµένα κοινωνικά σύνολα, τα οποία πρώτα από όλα έχουν κοινωνικούς στόχους, οι οποίοι βασίζονται σε δηµοκρατικές αξίες και οργανώνονται ξεχωριστά από τον δηµόσιο τοµέα. Οι κοινωνικές και οι οικονοµικές δραστηριότητες τους διεξάγονται από ενώσεις, συνεταιρισµούς και ιδρύµατα. Τέλος, στην κοινωνική οικονοµία κατευθυντήρια δύναµη αποτελεί το κοινό όφελος ή το όφελος των µελών της και όχι τα ιδιωτικά συµφέροντα. Στην Μεγάλη Βρετανία, έκθεση µιας εκ των 18 οµάδων πολιτικής ενέργειας που ενηµερώνουν την Εθνική Κυβερνητική Στρατηγική, υποστήριξε ότι η κοινωνική οικονοµία µπορεί να έχει µια σηµαντική και πολύτιµη συµβολή στην οικοδόµηση του κοινωνικού κεφαλαίου για την οικονοµική ανάπτυξη των µειονεκτούντων κοινοτήτων. Αναλυτικότερα αυτό θα µπορούσε να επιτευχθεί: Παρέχοντας υπηρεσίες, όπως οι ενδιάµεσες αγορές εργασίας Συµβάλλοντας στην ανάπτυξη των προσόντων και δεξιοτήτων του τοπικού πληθυσµού, προωθώντας την κατάρτιση και την εργασιακή εµπειρία και ηµιουργώντας ευκαιρίες απασχόλησης Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις οι κοινωνικές επιχειρήσεις συµµετέχουν και προωθούν την ενδυνάµωση των κοινωνικά αποκλεισµένων ατόµων ( ΕΟΒ-ΚΕΚΑΝΑΜ, 2002). Στα ίδια πλαίσια, στη Γαλλία υποστηρίζεται ότι η κοινωνική οικονοµία είναι κάτι περισσότερο από ένας τοµέας που περιλαµβάνει τις κοινωνικές επιχειρήσεις, αλλά είναι κεντροθετηµένη στις κοινές τιµές και τις σχέσεις, σε ότι αναφέρεται γενικά ως τρίτο σύστηµα. Όσον αφορά στους ακαδηµαϊκούς και ερευνητές (Westlund, 2003), φαίνεται να υπάρχει µια συνταύτιση απόψεων πάνω στο γεγονός ότι η κοινωνική οικονοµία είναι κάτι που βρίσκεται ανάµεσα στην καπιταλιστική ελεύθερη αγορά και την κρατική οικονοµία 1. Στις χώρες όπου γεννήθηκε η έννοια της κοινωνικής οικονοµίας, στην Γαλλία και στο Βέλγιο, η συζήτηση και η συσχέτιση των εννοιών που αναπτύχθηκαν µεταξύ των Λατινικών και Αγγλοσαξονικών χωρών, πάνω στο θέµα, έγινε µέσα στη δεκαετία του 1990 (βλέπε Gui 1991, Archambault 1996, Monnier και Thiry 1997, Mertens 1999). Ταυτόχρονα, µε τη διεύρυνση της Ε.Ε. το 1995, η έννοια της 1 Ωστόσο, όπως τονίζεται και από τους Dunn και Maddala (1998), η απουσία της κοινωνικής διάστασης από την οικονοµική θεώρηση και έρευνα είναι ιδιαίτερα αισθητή τα τελευταία χρόνια. σελίδα 8

κοινωνικής οικονοµίας διαδόθηκε και στις νεοεισερχόµενες χώρες, οι οποίες την υιοθέτησαν σύµφωνα µε τις δικές τους συνθήκες. Ο CIRIEC το 2000 παρουσίασε µια εποπτική εικόνα του Τρίτου Τοµέα των 15 χωρών στην Ε.Ε. Έτσι, θεώρησε τις έννοιες Κοινωνική Οικονοµία, Τρίτος Τοµέας και Τρίτο Σύστηµα ως µία ενιαία πραγµατικότητα και την απέδωσε σε συνεταιρισµούς, οργανώσεις αλληλεγγύης, εθελοντικές οργανώσεις, ενώσεις όπως και ιδρύµατα. Επιπρόσθετα, υιοθέτησε τέσσερα κριτήρια για τον προσδιορισµό της κοινωνικής οικονοµίας, ακόµη και για τις κοινωνικές επιχειρήσεις που βρίσκονται στο όριο του να θεωρηθούν ότι αποτελούν κοµµάτι της. Αυτά είναι: Ο στόχος να είναι η εξυπηρέτηση των πολιτών (κοινό όφελος) ή της κοινότητας (συνολικό όφελος). Η προτεραιότητα στον άνθρωπο αντί του κεφαλαίου. Η δηµοκρατική λειτουργία Το σύστηµα διαχείρισης να µην σχετίζεται µε τις κρατικές αρχές Οι οργανώσεις που βρίσκονται στο όριο αφορούν, για παράδειγµα, πρωτοβουλίες στον τοµέα της υγείας ή της εκπαίδευσης οι οποίες αν και έχουν το καθεστώς της ένωσης ή του ιδρύµατος, µπορεί να έχουν ηµι-κρατικό χαρακτήρα. Επιχειρώντας περαιτέρω τον προσδιορισµό της κοινωνικής οικονοµίας, υπάρχουν ορισµένοι προτεινόµενοι ορισµοί και από την πλευρά του πολιτικού πεδίου. Πολλοί από αυτούς είναι συµβιβαστικοί, σύµφωνα άλλωστε και µε το πόρισµα της έκτης Ευρωπαϊκής διάσκεψης για την κοινωνική οικονοµία στο Birmingham το 1998. Υποστηρίχθηκε ότι η κοινωνική οικονοµία έχει τη δυνατότητα να φέρνει τους ανθρώπους κοντά και να οργανώνονται σε σύνολα αλληλοϋποστήριξης, τα οποία να βασίζονται στην ελεύθερη συµµετοχή και στην εθελοντική δέσµευση για την επίτευξη ενός κοινού στόχου. Αυτό, άλλωστε σύµφωνα µε τη διάσκεψη, αποτελεί και την ειδοποιό διαφορά σε σύγκριση µε τις εµπορικές επιχειρήσεις, των οποίων βασικός στόχος είναι η παραγωγή κέρδους για τους µετόχους τους. Σε τελική ανάλυση, ενδιαφέρον παρουσιάζει ο προβληµατισµός και η διαφοροποίηση που καταθέτει ο Zafirovski (2000) στα πλαίσια προσδιορισµού και εντοπισµού της κοινωνικής οικονοµίας. Ισχυρίζεται ότι η επονοµαζόµενη κοινωνιολογία των οικονοµικών είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τα κοινωνικά οικονοµικά, δεν θα πρέπει δηλαδή να ταυτίζονται και να µην περιλαµβάνεται µε αυτό τον τρόπο η κοινωνική οικονοµία στους επίσηµους οικονοµικούς τοµείς της JEL ταξινόµησης της βιβλιογραφίας. Άλλωστε, η εξέταση των κοινωνικών παραγόντων από τους οικονοµολόγους, στα πλαίσια της οικονοµικής επιστήµης (δηλαδή κοινωνιολογία των οικονοµικών), δεν διερευνά το ρόλο των παραπάνω παραγόντων στην πραγµατική οικονοµική πραγµατικότητα, κάτι που επωµίζονται τα κοινωνικά οικονοµικά. σελίδα 9

3. Η φύση της Κοινωνικής Οικονοµίας Η διαφοροποίηση των κοινωνικών οικονοµικών (social economics) από το κύριο ρεύµα στα οικονοµικά (mainstream economics) είναι δεδοµένη και αρκετά έντονη, ενώ δύσκολη καθίσταται και η αποδοχή του ενός πεδίου από το άλλο. Μάλιστα, ο βαθµός έντασης του παραπάνω φαινοµένου παροµοιάζεται και µε αυτόν που αφορά την αντίθεση µεταξύ των κανονιστικών (normative) και θετικών (positive) οικονοµικών. Η µη αποδοχή της κοινωνικής οικονοµίας από το βασικό ρεύµα στην οικονοµική επιστήµη εστιάζεται στο γεγονός ότι η πρώτη δεν επιτυγχάνει τι διαχωρισµό της αξίας από το γεγονός, κάτι που είναι βασικά απαραίτητο στην επιστηµονική µέθοδο. Θεωρούν µε λίγα λόγια ότι η κοινωνικά οικονοµία δεν αποτελεί επιστήµη. Από την πλευρά τους, οι κοινωνικοί οικονοµολόγοι υποστηρίζουν ότι οι αξίες των επικρατούσας οικονοµικής επιστήµης δεν ανταποκρίνονται στη δική τους έρευνα και τις χρησιµοποιούν µόνο τυπικά στην παρουσίαση της οικονοµικής πραγµατικότητας. Σύµφωνα µε τον O Boyle (1999), αποσκοπώντας στην προσέγγιση της φύσης της κοινωνικής οικονοµίας είναι δυνατόν να αναφερθούν ορισµένοι συλλογισµοί. Η οικονοµική επιστήµη αποτελεί όντως µια κοινωνική επιστήµη. Τα οικονοµικά γενικότερα χρησιµοποιούν είτε όρους συγκεκριµένων πραγµάτων όπως ο πλούτος, τα αγαθά, οι υπηρεσίες και οι φυσικοί πόροι, είτε όρους που αφορούν τον άνθρωπο. Στην κύρια τάση της οικονοµικής επιστήµης, η επικρατούσα νοοτροπία είναι να υιοθετούνται όροι που αφορούν συγκεκριµένα στοιχεία, κάτι που φαίνεται άλλωστε από τον περιορισµό της οικονοµικής έρευνας τα τελευταία 50 χρόνια µόνο σε µεγέθη που µπορούν να ποσοτικοποιηθούν. Οι κοινωνικοί οικονοµολόγοι θεωρούν ότι τα οικονοµικά αποτελούν ουσιαστικά την µελέτη των ανθρώπων και περισσότερο αυτών των οποίων η οικονοµική κατάσταση είναι δυσµενής. Η παραπάνω διαφορά µεταξύ των κοινωνικών οικονοµικών και του βασικού ρεύµατος στα οικονοµικά ίσως αποτελεί και τη βασική αιτία που δεν είναι δυνατή η πλήρης ένταξη των δεύτερων στα πρώτα. Άλλωστε, ο κοινωνικός χαρακτήρας της οικονοµικής επιστήµης διαφαίνεται και στο διαχωρισµό που υπάρχει ανάµεσα στην µικροοικονοµία και την µακροοικονοµία. Πιο συγκεκριµένα, τα µικροοικονοµικά εστιάζουν στην ανθρώπινη οντότητα και την ατοµική δράση, ενώ τα µακροοικονοµικά βασίζονται στην ανθρώπινη κοινωνικότητα και στην κοινωνική δράση. Η οικονοµική επιστήµη είναι µια ηθική επιστήµη. Έχοντας ως δεδοµένο ότι τα οικονοµικά αναλύουν την ατοµική και την κοινωνική δράση αλλά και ότι οι ανθρώπινες οικονοµικές υποθέσεις περικλείουν πολύ συχνά ηθικά διλήµµατα, µπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι τα οικονοµικά αποτελούν όντως µια ηθική επιστήµη και ότι το στοιχείο της κοινωνικής δικαιοσύνης (βασισµένο στην ανθρώπινη επιλογή) είναι έντονα συνυφασµένο (βλ. Lutz, 2002). Ωστόσο, η αξία της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι σελίδα 10

κεντρικό σηµείο στα κοινωνικά οικονοµικά, οπότε και το χαρακτηριστικό της ηθικής σχετίζεται άµεσα µε αυτά. Τέλος, η κοινωνική οικονοµία είναι ανθρωποκεντρική και αναγνωρίζει ότι οι το αόρατο χέρι της αγοράς δεν προστατεύει το κοινό όφελος 2. Μάλιστα, το τελευταίο σκεπτικό υποστηρίζεται από το φιλελεύθερο ρεύµα της οικονοµικής επιστήµης δικαιολογώντας έτσι την πεποίθηση τους για την απαλοιφή της ανάγκης για κοινωνική πολιτική. Οι κοινωνικοί οικονοµολόγοι αντιδρούν στην παραπάνω αντίληψη για πρακτικούς αλλά και θεωρητικούς λόγους. Αναλυτικότερα, από τη µία το αόρατο αυτό χέρι δεν ανταποκρίνεται στην οικονοµική πραγµατικότητα και είναι κοινά αποδεκτό ότι η αγορά έχει αποτύχει σε πολυάριθµες περιπτώσεις, δηµιουργώντας σηµαντικά προβλήµατα 3 τα οποία χρήζουν παρέµβασης ή συλλογικής δράσης. Από την άλλη, η θεωρία του αόρατου χεριού µπορεί να χαρακτηρισθεί και ως παιδιάστικη, διότι αποτελεί ουσιαστικά έναν συλλογισµό ότι δήθεν υπάρχει µια εύκολη λύση σε κάθε πρόβληµα και ότι τα προβλήµατα εξαφανίζονται δια µαγείας. 4. Ορισµός των Κοινωνικών Επιχειρήσεων Τα κοινωνικά σύνολα µέσα από τις πρωτοβουλίες των οποίων εκφράζεται η κοινωνική οικονοµία, αποτελούν ενώσεις και οργανισµούς που αποκαλούνται Κοινωνικές Επιχειρήσεις. Οι τελευταίες µπορούν να χαρακτηρισθούν ως οργανώσεις αρµόδιες για την παραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου και αυτό είναι σαφές από τον ορισµό που υιοθετεί ο CONSCISE (2001) για την κοινωνική επιχείρηση. Ωστόσο, σύµφωνα µε µελέτη του ΟΟΣΑ (1999) δεν υπάρχει ένας κοινά αποδεκτός ορισµός της κοινωνικής επιχείρησης. Η έννοια αφορά οργανώσεις µε διαφορετικά χαρακτηριστικά στις διάφορες χώρες, έχουν όµως ορισµένα κοινά στοιχεία όπως την ταυτόχρονη επιδίωξη οικονοµικών και κοινωνικών στόχων, τη συµβολή στην οικονοµική ανάπτυξη και στη κοινωνική συνοχή και τέλος την ικανότητα να βρίσκουν καινοτόµες και δυναµικές λύσεις στα προβλήµατα της ανεργίας και του αποκλεισµού. Ακόµη, κύριο χαρακτηριστικό των κοινωνικών επιχειρήσεων (σύµφωνα µε τον ΟΟΣΑ) θα πρέπει να είναι η επιχειρηµατική τους οπτική και ο υψηλός βαθµός αυτονοµίας τους από τις αρχές, παράµετροι που τις διαχωρίζουν άλλωστε και από τους παραδοσιακούς µη κερδοσκοπικούς οργανισµούς. Σύµφωνα µε µια συγκριτική έρευνα για τον µη κερδοσκοπικό τοµέα του John Hopkins (Salamon and Anheier, 1996), είναι δυνατόν να εντοπισθούν πέντε κοινά 2 Στους Midgley και Tang (2001) αναφέρεται η αντίδραση της αναπτυξιακής κοινωνικής πρόνοιας (που εκφράζει η κοινωνική οικονοµία) στο νεοφιλελεύθερο επιχείρηµα ότι οι κοινωνικές δαπάνες βλάπτουν την οικονοµία και ανακόπτουν τον παγκόσµιο ανταγωνισµό. 3 Ο Dugger (1997) είχε αναφέρει ότι η κοινωνική οικονοµία αποτελεί µια ολοκρατική, αµερόληπτη και βασισµένη σε αξίες προσέγγιση της οικονοµικής επιστήµης. Σκοπός της είναι να αντιµετωπίζει τη φτώχεια των µειονοτήτων, των διαλυµένων οικογενειών, των ηλικιωµένων και αυτών που δεν µπορούν να εκπροσωπηθούν. σελίδα 11

χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν τους οργανισµούς και τις επιχειρήσεις που τον απαρτίζουν: Έχουν ιδρυθεί επίσηµα και εµπεριέχουν µια οργανωτική µονιµότητα, αυτό όµως δεν σηµαίνει ότι προσδιορίζονται και νοµικά. Οργανώνονται ξεχωριστά από την κυβέρνηση και ο νοµικός σχηµατισµός τους είναι ίδιος µε αυτόν µιας ιδιωτικής επιχείρησης. Το κέρδος το οποίο δηµιουργείται δεν αναδιανέµεται στους κατόχους ή ιδρυτές του οργανισµού. Με αυτήν την έννοια, οι οργανισµοί αυτοί αποποιούνται την εµπορική σκοπιµότητα και επιδιώκουν για το ευρύτερο δηµόσιο όφελος. Έχουν δική τους διοίκηση Η διοίκηση ή η διαχείριση των οργανισµών στηρίζεται σε κάποιο βαθµό στην εθελοντική εργασία. Αναλυτικότερα, σύµφωνα µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (1997), ως κοινωνικές επιχειρήσεις θεωρούνται: Οι επιχειρήσεις που δεν επιδιώκουν την επίτευξη κέρδους, υπό την έννοια ότι όλες οι αποδοχές πλεονάσµατος που παράγονται επανεπενδύονται στις οικονοµικές δραστηριότητες της επιχείρησης ή χρησιµοποιούνται µε άλλους τρόπους για να αντιµετωπιστούν οι δηλωµένοι κοινωνικοί στόχοι της επιχείρησης. Οι επιχειρήσεις που οι οικονοµικές δραστηριότητες και οι εµπορικές συναλλαγές τους ανταποκρίνονται στους κοινωνικούς στόχους, οι οποίοι µπορούν να αξιολογηθούν είτε από καταστατικά και δηλώσεις των επιχειρήσεων, είτε από την οικονοµική επίδοση, την ταξινόµηση εργασίας και τους όρους απασχόλησης Επιχειρήσεις που έχουν νοµική µορφή τέτοια που να καθορίζει ότι όλα τα ενεργητικά περιουσιακά στοιχεία και ο συσσωρευµένος πλούτος δεν ανήκουν στην ιδιοκτησία και την κυριότητα των ατόµων, αλλά διαφυλάσσονται προς όφελος εκείνων των προσώπων που είναι προορισµένοι δικαιούχοι των επιχειρηµατικών κοινωνικών στόχων. Επιχειρήσεις που έχουν δοµή, σύµφωνα µε την οποία ενθαρρύνεται η πλήρης συµµετοχή των µελών σε συνεταιριστική βάση µε τα ίσα δικαιώµατα που χορηγούνται σε όλα τα µέλη. 5. Προβλήµατα προσδιορισµού της Κοινωνικής Οικονοµίας Αποτελεί γεγονός ότι η συλλεκτική έννοια της κοινωνικής οικονοµίας καλύπτει µια ποικιλία σχηµατισµών νοµικής υπόστασης. Ακόµη και αν θεωρήσουµε ότι ο Τρίτος Τοµέας είναι διακριτός µέσα στην κοινωνική δραστηριοποίηση και έχοντας τις µη κυβερνητικές οργανώσεις να αναλαµβάνουν τον σηµαντικότερο ρόλο, είναι πολύ συχνά σελίδα 12

δύσκολο να χαραχθούν στην πράξη τα όρια µεταξύ του δηµόσιου και του ιδιωτικού τοµέα (βλ. Satre-Ahlander, 2001). Πιο συγκεκριµένα, από την µία υπάρχουν φορείς που ενεργοποιούνται στην κοινωνική οικονοµία που εξαρτώνται έντονα από τις κρατικές χορηγίες για την λειτουργία και την επιβίωση τους. Από την άλλη, υπάρχει και ισχυρή εξάρτηση από τις ιδιωτικές χορηγίες, όπως για παράδειγµα στον τοµέα των αθλητικών κινηµάτων, συνεπώς υπάρχει µια στενή σχέση µεταξύ του δηµόσιου, του ιδιωτικού αλλά και του τρίτου τοµέα, καθιστώντας τα διαχωριστικά τους όρια αρκετά δυσδιάκριτα. Τα προβλήµατα επισήµανσης των παραπάνω ορίων γίνονται εντονότερα σε ότι αφορά τις εµπορικές δραστηριότητες του τρίτου τοµέα. Για παράδειγµα, από τα χρόνια εµφάνισης του στη Σουηδία ή και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, η συνεργασία µεταξύ καταναλωτή και παραγωγού αποτελούσε βασικό παράγοντα στην κοινωνική οικονοµία, ενώ και οι εµπορικές δραστηριότητες του τρίτου τοµέα ανταγωνίζονταν αυτές του ιδιωτικού τοµέα (Westlund, 2003). Οπότε θα µπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: γιατί η αρχή της συνεργασίας να αποτελεί χαρακτηριστικό της κοινωνικής οικονοµίας; Και πως είναι δυνατόν οι οικονοµική συνεταιρισµοί συνεργασίας να θεωρούνται κοµµάτι της κοινωνικής οικονοµίας τη στιγµή που τα µέλη τους προέρχονται από τον ιδιωτικό τοµέα; Ανάλογο ερώτηµα θα µπορούσε να είναι και το: χαρακτηρίζεται µια εµπορική δραστηριότητα λιγότερο ιδιωτική εάν αναλαµβάνεται από έναν οικονοµικό συνεταιρισµό ή ίδρυµα αντί από εταιρία µε µετοχές; Στο ίδιο πνεύµα, θα µπορούσε να ασκηθεί κριτική και στον ορισµό (που προαναφέρθηκε) που προσπάθησε να δώσει για την κοινωνική οικονοµία η αρµόδια επιτροπή της Σουηδίας. Λίγοι είναι αυτοί που θα διαφωνούσαν µε αυτόν, αλλά είναι γεγονός ότι οι στόχοι του είναι ιδιαίτερα γενικοί. ηλαδή, µε εξαίρεση την αναφορά στο κριτήριο για το όφελος των µελών της, το οποίο βέβαια δεν είναι υποχρεωτικό και θα µπορούσε να χαρακτηρισθεί ως µια εναλλακτική επιλογή για το δηµόσιο όφελος, οι στόχοι της κοινωνικής οικονοµίας που αναφέρονται είναι σχεδόν ίδιοι µε αυτούς που θα µπορούσε να αναφέρει το κράτος (κοινωνικοί στόχοι, δηµοκρατία και δηµόσιο όφελος). Η διαφορά ουσιαστικά έγκειται στην νοµική υπόσταση. Παράλληλα, και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις µπορούν να ισχυριστούν ότι επιδιώκουν για το όφελος των ιδιοκτητών τους, όπως οι κοινωνικές επιχειρήσεις υποστηρίζουν για αυτό των µελών τους. Θα µπορούσε να πει κανείς ότι η διαφορά, σε σύγκριση µε τον ιδιωτικό τοµέα, βρίσκεται απλά στη δηµοκρατική λειτουργία των επιχειρήσεων του τρίτου τοµέα, που είναι δηλαδή ανοιχτοί σε όλους. ιαπιστώνει κανείς λοιπόν, ότι για τον προσδιορισµό της κοινωνικής οικονοµίας τίθενται πολλά κρίσιµα ερωτήµατα και ότι το βασικότερο ζήτηµα, σε οποιαδήποτε θεωρητική βάση και να στηριχθεί κανείς, είναι ο καθορισµός των διαφοροποιήσεων στους στόχους µεταξύ της κοινωνικής, δηµόσιας και ιδιωτικής οικονοµίας. σελίδα 13

6. Το Κοινωνικό Κεφάλαιο ως βάση της Κοινωνικής Οικονοµίας Το κοινωνικό κεφάλαιο αποτελεί µια έννοια που αναπτύχθηκε πρωταρχικά από τους κοινωνιολόγους, ώστε να περιγράψει το σύνολο των χαρακτηριστικών ενός κοινωνικού οργανισµού, όπως τα δίκτυα, το πλαίσιο και η κοινωνική εµπιστοσύνη, τα οποία εξασφαλίζουν συντονισµό και συνεργασία για αµοιβαίο όφελος. Πιο απλά, ορίζεται από το βαθµό που τα άτοµα συνεργάζονται εθελοντικά για το κοινό όφελος (Putnam, 1995). Παρόλα αυτά, η χρήση του όρου κεφαλαίου υποδηλώνει µια παραγωγική οικονοµική δραστηριότητα, οπότε η συγκεκριµένη κοινωνική συνεργασία είναι δυνατόν να θεωρηθεί και ως ένας οικονοµικός πόρος παρόµοιος µε τα άλλα είδη κεφαλαίου. Επίσης, αν και αποτελεί πόρο µε ορισµένη χρηστική αξία, δεν είναι εύκολο να ανταλλαχθεί. εν αποτελεί δηλαδή ιδιωτική ιδιοκτησία των ανθρώπων που επωφελούνται από αυτό 4 (Coleman, 1994). Σε γενικά πλαίσια, η κοινωνική οικονοµία συνδέεται µε τις κοινωνικές επιχειρήσεις µέσω του κοινωνικού κεφαλαίου, το οποίο αποτελεί ουσιαστικά µια νοοτροπία που διακρίνεται για αρχές και στοιχεία όπως η εµπιστοσύνη, η αµοιβαιότητα, οι κοινοί κανόνες συµπεριφοράς, οι κοινές υποχρεώσεις, τα άτυπα κοινωνικά δίκτυα και οι κοινές βάσεις πληροφοριών από τις οποίες µπορούν να επωφεληθούν οι διάφορες κοινωνικές οµάδες. Στην ουσία το κοινωνικό κεφάλαιο παράγεται από τις κοινωνικές επιχειρήσεις το οποίο είναι αποδοτέο και διαθέσιµο και για άλλες χρήσεις. Σε περαιτέρω ανάλυση, ο Fukuyama (1995) έχει επισηµάνει ότι το κοινωνικό κεφάλαιο, δηλαδή η ικανότητα των ανθρώπων να οργανώνονται και να συνεργάζονται σε κοινωνικές οµάδες, έχει ως κυριότερη προϋπόθεση την αµοιβαία εµπιστοσύνη. Είναι σηµαντικό δηλαδή να διευκρινιστεί ότι µόνο οι κοινωνίες µε υψηλό βαθµό αµοιβαίας εµπιστοσύνης θα έχουν τη δυνατότητα να δηµιουργήσουν µεγάλους οργανισµούς, όπως υπερεθνικούς συνεταιρισµούς, ενώ οι κοινωνίες µε µικρό βαθµό αλληλεγγύης θα περιοριστούν σε πολύ µικρότερες και βασισµένες στην οικογένεια ενώσεις. Η άποψη ότι το κοινωνικό κεφάλαιο αποτελεί πόρο για την κοινωνική οικονοµία σηµαίνει ότι οι κοινωνικές οργανώσεις δεν αποτελούν προϊόν της οικονοµικής ανάπτυξης αλλά προϋπόθεση για αυτή. Για παράδειγµα, οι άνθρωποι δεν οργανώνονται σε αθλητικούς συλλόγους εξαιτίας της οικονοµικής ευηµερίας, έχουν οικονοµική ευηµερία επειδή οργανώνονται σε αθλητικούς συλλόγους 5. 4 Ο Coleman (1994) έχει ακόµη υποστηρίξει ότι το κοινωνικό κεφάλαιο, σε αντίθεση µε άλλα είδη κεφαλαίου, εµπεριέχει αλλά και προσδιορίζεται από τη δοµή των σχέσεων µεταξύ των ανθρώπων. εν υπόκειται δηλαδή ούτε σε άτοµα ούτε σε φυσικά στοιχεία της παραγωγής. 5 Ο Champlin (1999) έχει εξετάσει και κρίνει αρνητικά το επιχείρηµα ότι η µεταφορά της ευθύνης για τα δηµόσια αγαθά και υπηρεσίες στα ίδια τα άτοµα θα ενισχύσει το αίσθηµα της κοινωνικότητας ή του κοινωνικού κεφαλαίου που ενώνει τους κατοίκους µιας αστικής περιοχής. σελίδα 14

7. Η συµβολή της Κοινωνικής Οικονοµίας στην απασχόληση και στην τοπική ανάπτυξη Η κοινωνική οικονοµία έχει τη δυνατότητα να συµβάλλει στην ενδυνάµωση της κοινωνικής συνοχής, στην αύξηση της αποδοτικότητας και στη δηµιουργία νέων ευκαιριών απασχόλησης. Στα πλαίσια αυτά, έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις για τον τρόπο που µπορεί να συµβάλλει ο τρίτος τοµέας στην παραπάνω κατεύθυνση, όπως για παράδειγµα από τον ΟΟΣΑ (1999), τον Campbell (1999) και τους Lloyd, Granger, Shearman (1999). Η κοινωνική δυναµική αποτελεί κύριο συστατικό της κοινωνικής οικονοµίας και δηµιουργεί τις προϋποθέσεις για την ενδογενή ανάπτυξη η οποία εξασφαλίζεται µόνο µε αποκεντρωµένους θεσµούς. Άλλωστε, οι ευρωπαϊκές και οι εθνικές επιλογές των χωρών-µελών κινούνται στον παραπάνω άξονα αναδεικνύοντας το ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών στην αναπτυξιακή διαδικασία και στην καταπολέµηση της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισµού 6. Σύµφωνα µε την αρχή της επικουρικότητας, µόνο εκ του σύνεγγυς είναι δυνατόν τα αγαθά και οι υπηρεσίες να σχεδιάζονται και να παρέχονται λαµβάνοντας υπόψη τις τοπικές ιδιαιτερότητες και να τις πραγµατικές ανάγκες (Μαρκογιαννόπουλος, 2003). Οι οργανώσεις του τρίτου τοµέα επιδιώκουν γενικά την επίτευξη πολλαπλών στόχων και χαρακτηρίζονται από σηµαντικά πλεονεκτήµατα, όπως ο νέος τρόπος εργασιακής οργάνωσης, η επικοινωνία και η γνώση των αναγκών της τοπικής κοινωνίας και η καινοτοµία. Η συγκεκριµένη επαφή µε την τοπική κοινωνία δίνει τη δυνατότητα παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών εγγύτερα στις πραγµατικές ανάγκες από αυτά και αυτές που παράγουν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις. Παράλληλα, η καινοτοµία σε συνδυασµό µε την ευελιξία και τη γνώση των τοπικών αναγκών δίνει τη δυνατότητα στις κοινωνικές επιχειρήσεις να δοκιµάζουν νέα προϊόντα, νέες µεθόδους και µορφές παροχής υπηρεσιών. Πιο συγκεκριµένα, στο τοµέα παροχής υπηρεσιών πρόνοιας µπορούν να προσφέρουν πιο εύστοχες υπηρεσίες από τα παραδοσιακά δηµόσια ιδρύµατα και µε αυτό τον τρόπο να εκσυγχρονίζουν το σύστηµα πρόνοιας. Ταυτόχρονα, το τρίτο σύστηµα παίζει ένα πολύ σηµαντικό ρόλο στο να αναζητεί να εντάξει τα µειονεκτούντα µέλη της κοινωνίας στην αγορά εργασίας και ιδιαίτερα τους µακροχρόνια ανέργους, αυτούς που προέρχονται από αναξιοπαθούντα κοινωνικά σύνολα και τα άτοµα µε προβλήµατα υγείας. Η συγκεκριµένη απασχόληση µπορεί να είναι άµεση,µε την ίδρυση νέων επιχειρήσεων και την περαιτέρω εξέλιξη τους, αλλά και έµµεση µέσα από δύο διαδικασίες. Κατά πρώτο λόγο, οι επιχειρήσεις του τρίτου τοµέα προµηθεύονται αγαθά και εργασίες από άλλους δηµόσιους ή ιδιωτικούς 6 Σύµφωνα µε τον CIRIEC (2000), η επιτακτική ανάγκη που έχει προκύψει για την αξιοποίηση του τρίτου τοµέα και τη δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας οφείλεται στις πιέσεις από τα ανοίγµατα των αγορών, στη µείωση των προϋπολογισµών και στην απορύθµιση της αγοράς εργασίας. σελίδα 15

οργανισµούς και έτσι ενισχύει την απασχόληση. Κατά δεύτερο λόγο, οι ίδιοι οι εργαζόµενοι στον συγκεκριµένο τοµέα, µέσω της κατανάλωσης αγαθών και υπηρεσιών, αποτελούν ουσιαστικά ένα τοπικό δυναµικό. Πολλές κοινωνικές επιχειρήσεις όντως απασχολούν τελικά ανθρώπους που σε άλλη περίπτωση θα κινδύνευαν µε αποκλεισµό από την αγορά εργασίας. Επίσης, εξίσου σηµαντικό είναι ότι παράγουν άτοµα τα οποία είναι περισσότερο δραστήρια και των οποίων η ζωή βελτιώνεται µέσα από την εµπειρία της εργασίας. Έτσι, µε έµµεσο τρόπο βέβαια, µειώνεται και το κρατικό οικονοµικό κόστος που αφορά τις δηµόσιες δαπάνες, την αντιµετώπιση της ανεργίας, το σύστηµα υγείας αλλά και το κόστος πρόσληψης και κατάρτισης των ίδιων των εργοδοτών. Γενικότερα, είναι δυνατόν να υποστηριχθεί ότι ο τρίτος τοµέας προσφέρει µια διαφορετική προσέγγιση στην τοπική ανάπτυξη εµπεριέχοντας ένα νέο όραµα σε σύγκριση µε τις παραδοσιακές προσεγγίσεις. ιευρύνει τη δοµή των τοπικών οικονοµιών και αγορών εργασίας και αναπτύσσει τις τοπικές αναπτυξιακές διαδικασίες µέσα από δύο σηµαντικούς τρόπους. Πρώτον, προσθέτει σε αυτές αξία διασφαλίζοντας την ισότητα και άλλες ηθικές αξίες για τις µειονεκτούντες οµάδες και εξισορροπώντας έτσι τις προοπτικές πάνω στην τοπική αναπτυξιακή διαδικασία. εύτερον, προκαλεί συζητήσεις για το πώς θα πρέπει να είναι η στρατηγική της µεταβιοµηχανικής τοπικής απασχόλησης και εγείρει ζητήµατα σχετικά µε τη φύση των στόχων και των προτεραιοτήτων για την τοπική ανάπτυξη. 8. Η Κοινωνική Οικονοµία στην Ευρωπαϊκή Ένωση Οι ρίζες ενός κοινού ευρωπαϊκού καθορισµού της κοινωνικής οικονοµίας βρίσκονται στη δηµιουργία από την κυβέρνηση Mitterand στη Γαλλία του 1984 µιας κυβερνητικής υπηρεσίας για την κοινωνική οικονοµία (L economie sociale), κάτω από την οποία οι επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονοµίας ένα κοινό σύνολο αρχών: εθελοντική ιδιότητα µέλους, αλληλεγγύη, ανεξαρτησία από την κυβέρνηση, δηµοκρατική διακυβέρνηση, κοινωνικοί και οικονοµικοί στόχοι και κέρδος µε σκοπό την ανταµοιβή του κεφαλαίου που δεν είναι όµως ο αρχικός στόχος. Στις 25 Φεβρουαρίου το 1999 η Οικονοµική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε την κατάρτιση µιας γνωµοδότησης για την Κοινωνική Οικονοµία και την εσωτερική αγορά. Η ΟΚΕ είχε ήδη εκδώσει σε πολλές περιπτώσεις γνωµοδοτήσεις σχετικά µε την κοινωνική οικονοµία. Επίσης, είχε ήδη εκδώσει από το 1986 έγγραφο στο οποίο προέβαινε σε µια γενική ευρωπαϊκή χαρτογράφηση των συνεταιρισµών, των ενώσεων και των αλληλοασφαλιστικών ταµείων, έγγραφο που κατέστη πρότυπο. Σύµφωνα λοιπόν µε τη συγκεκριµένη γνωµοδότηση, οι δραστηριότητες στον τοµέα της κοινωνικής οικονοµίας αναλαµβάνονται για την κάλυψη των αναγκών των µελών και των χρηστών, τις οποίες η αγορά ή το κράτος παραβλέπουν, αγνοούν ή δεν ικανοποιούν επαρκώς. Η κοινωνική οικονοµία παρέχει στους ανθρώπους δυνατότητες σελίδα 16

οργάνωσης της παραγωγής και της κατανάλωσης τους στα πλαίσια ανεξαρτήτων και δηµοκρατικών µορφών συνεργασίας. Στο ίδιο πνεύµα µε τις προαναφερθείσες προσεγγίσεις, αναφέρεται ότι αποτελεί ένα ποικιλόµορφο τοµέα που συναντάται σε όλους τους κλάδους της οικονοµικής ζωής. Οι οργανώσεις της δρουν κυρίως σε µια αγορά µε έντονο ανταγωνισµό, τόσο από ιδιωτικούς όσο και από κρατικούς φορείς. Ωστόσο, πολλές από αυτές δραστηριοποιούνται στους τοµείς των υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας, της κοινωνικής ασφάλειας και της αγοράς εργασίας, συχνά σε συνεργασία µε το δηµόσιο τοµέα. Ακόµη, δρα σε όλα τα επίπεδα, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό, αλλά έχει και τοπικό χαρακτήρα. Είναι δυνατόν να αποτελέσει πρότυπο αυξηµένης ανταγωνιστικότητας που βασίζεται στη συνεργασία µεταξύ ατόµων και επιχειρήσεων, καθώς και στην ικανότητα της να ικανοποιεί τις ανάγκες των ανθρώπων και να αναπτύσσει το ανθρώπινο δυναµικό. Τέλος, µπορεί να δηµιουργήσει νέες πηγές απασχόλησης, ιδίως στους τοµείς των κοινωνικών υπηρεσιών, του πολιτισµού, της ψυχαγωγίας, της εκπαίδευσης και του περιβάλλοντος, όχι µόνο µέσω της παραγωγής µ ε µεθόδους έντασης εργασίας, αλλά και µέσω της χρησιµοποίησης νέας τεχνολογίας. Η πιο αξιόλογη εποπτική εικόνα για την κοινωνική οικονοµία στην Ε.Ε. (των 15) προσφέροντας στατιστικά στοιχεία και αναλύοντας τον βαθµό ενσωµάτωσης του τρίτου τοµέα σε κάθε χώρα προέρχεται από την µελέτη του CIRIEC (2000). Σύµφωνα µε τα πορίσµατα της, ο παραπάνω τοµέας υπολογίζεται ότι έχει δηµιουργήσει 8.590.000 θέσεις εργασίας, δηλαδή το 6,45% του συνόλου της απασχόλησης και το 7,78% της µισθωτής απασχόλησης. Εάν µάλιστα συνυπολογισθεί και η εθελοντική εργασία στο αντίστοιχο της πλήρους απασχόλησης, τότε το ποσοστό του εργατικού δυναµικού του τρίτου τοµέα φθάνει περίπου το 10%. Για την καταγραφή των τάσεων, κατά τη µελέτη του CIRIEC, οι κοινωνικές επιχειρήσεις του τρίτου τοµέα διακρίθηκαν σε τρεις κατηγορίες: στους Συνεταιρισµούς, στα Αλληλοβοηθητικά Ταµεία και Εταιρίες και στις Ενώσεις (µη κυβερνητικές οργανώσεις, σωµατεία κτλ.). ΠΙΝΑΚΑΣ 1: Ο Τρίτος Τοµέας και η Απασχόληση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (15) (%) της (%) της (%) απασχόλησης ΧΩΡΕΣ Τύποι Οργανώσεων συνολικής µισθωτής στον Τρίτο Τοµέα απασχόλησης απασχόλησης Αυστρία Συνεταιρισµοί 22,4 1,6 1,8 Βέλγιο Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις Σύνολο Χώρας Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί 3,1 74,4 100 16 5,5 78,5 0,2 5,1 6,9 0,9 0,3 4,6 0,25 6 8,1 1,2 0,4 5,6 σελίδα 17

Ενώσεις 100 5,9 7,1 Σύνολο Χώρας ανία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 27-73 100 3,4-9,2 12,6 3,7-10,1 13,9 Σύνολο Χώρας Φινλανδία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 54,8-45,2 100 3,8-9,2 6,9 4,5-10,1 8,2 Σύνολο Χώρας Γαλλία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 24,2 7,5 68,3 100 1,4 4,5 4,1 1,8 1,7 0,5 4,7 3,3 Σύνολο Χώρας Γερµανία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 24,1 7 68,9 100 1,4 0,4 4 5,8 1,6 0.5 4,5 6,5 Σύνολο Χώρας Ελλάδα Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 17,3 1,3 81,5 100 0,3 0,02 1,5 1,8 0,6 0,04 2,7 3,3 Σύνολο Χώρας Ιρλανδία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 21,1 0,7 78,2 100 2,6 0,08 9,8 12,6 3,4 0,1 12,4 15,9 Σύνολο Χώρας Ιταλία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 41,8-58,2 100 2,5-3,4 5,9 3,4-4,8 8,2 Σύνολο Χώρας Λουξεµβούργο Συνεταιρισµοί 29,4 1,2 1,3 σελίδα 18

Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 0,4 70,2 100 0,01 2,9 4,2 0,02 3,2 4,6 Σύνολο Χώρας Ολλανδία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 14,2-85,5 100 2,1-12,6 14,7 2,36-14,3 16,6 Σύνολο Χώρας Πορτογαλία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 44,06 0,94 55 100 1,1 0,02 1,4 2,5 1,5 0,03 1,9 3,5 Σύνολο Χώρας Ισπανία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 46,4 0,2 53,4 100 3,4 0,01 4,02 7,5 4,6 0,02 5,4 10 Σύνολο Χώρας Σουηδία Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 50,1 3,9 46 100 2,6 0,2 2.4 5.2 2,9 0,2 2,7 5,8 Σύνολο Χώρας Ηνωµένο Βασίλειο Συνεταιρισµοί Αλληλ/κοί Οργανισµοί Ενώσεις 7,9 1,4 90,8 100 0,6 0,1 6,7 7,3 0,7 0,1 7,7 8,4 Σύνολο Χώρας Σύνολο Ε.Ε. 6,45 7,78 Πηγή: CIRIEC (2000) Αναλύοντας τα µεγέθη του Πίνακα 1, διαπιστώνει κανείς ότι οι χώρες στις οποίες γίνεται περισσότερο αισθητός ο τρίτος τοµέας είναι η Ολλανδία, η Ιρλανδία και η ανία µε ποσοστά 14,7%, 12,6% και 12,6% αντίστοιχα. Οι χώρες στις οποίες ο τοµέας της κοινωνικής οικονοµίας είναι πολύ λιγότερο ενταγµένος είναι η Ελλάδα και η Πορτογαλία µε ποσοστά 1,6% και 2,5% αντίστοιχα. Σύµφωνα πάλι µε τις βάσεις δεδοµένων του CIRIEC, η αύξηση της απασχόλησης στις κοινωνικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της σελίδα 19

δεκαετίας του 1980 ήταν πολύ µεγαλύτερη από εκείνη της συνολικής οικονοµίας. Αναλυτικότερα, η αύξηση ήταν 15,8% έναντι 4,2% στη Γαλλία, 11% έναντι 3,7% στη Γερµανία και 39% έναντι 7,4% στην Ιταλία. Το 75% των νέων θέσεων εργασίας έχουν προκύψει στους τοµείς της υγείας, της παιδείας και των κοινωνικών υπηρεσιών, ενώ παράλληλα ένα σηµαντικό ποσοστό δηµιουργήθηκε στους τοµείς των αθλητικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων και της επαγγελµατικής κατάρτισης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόµη, η υιοθέτηση τριών κριτηρίων από την πλευρά του CIRIEC ώστε να εκτιµήσει τον βαθµό αφοµοίωσης και αναγνώρισης του τρίτου τοµέα από κάθε χώρα. Τα κριτήρια είναι τα εξής: Η εσωτερική σύνδεση µεταξύ των εταίρων του τρίτου τοµέα. Η αναγνώριση του τρίτου τοµέα από τις κρατικές αρχές από νοµική και νοµοθετική άποψη. Η ορατότητα του τρίτου τοµέα από τα µέσα µαζικής ενηµέρωσης και την επιστηµονική κοινότητα. Τα παραπάνω κριτήρια λοιπόν, αποτέλεσαν τη βάση για τον Πίνακα 2, όπου φαίνεται µέσω ενός είδους βαθµολόγησης ο σχετικός βαθµός επίτευξης του κάθε κριτηρίου από κάθε χώρα. Για παράδειγµα όµως, οι τρεις σταυροί στην περίπτωση της Γαλλίας δεν υποδηλώνει ότι δεν υπάρχουν σηµαντικά περιθώρια βελτίωσης. Μειονέκτηµα του πίνακα επίσης αποτελεί και η µη δυνατότητα διαχωρισµού των διαφορών που υπάρχουν ανάµεσα στις χώρες, κάτι που αποδεικνύεται εµφανώς από το γεγονός ότι η Ελλάδα και το Ηνωµένο Βασίλειο έχουν σχεδόν την ίδια βαθµολογία ενώ είναι κοινά αποδεκτό ότι στη δεύτερη χώρα οι πρωτοβουλίες των κοινωνικών επιχειρήσεων είναι σαφώς πολύ περισσότερες και πιο οργανωµένες. Επενδύονται άλλωστε και σηµαντικά ποσά στην κοινωνική οικονοµία µε επιτυχηµένα παραδείγµατα, όπως αυτό της πόλης του Bristol. ΠΙΝΑΚΑΣ 2: Βαθµός αναγνώρισης του Τρίτου Τοµέα στην Ε.Ε. (15) ΧΩΡΕΣ Εσωτερική Σύνδεση Αναγνώριση από τις Κρατικές Αρχές Ενασχόληση από ΜΜΕ - Επιστήµονες Αυστρία + + + Βέλγιο ++ ++ +++ ανία + + + Φινλανδία ++ ++ + Γαλλία +++ +++ +++ Γερµανία 0 + + Ελλάδα + + + Ιρλανδία + ++ + Ιταλία ++ ++ ++ σελίδα 20

Λουξεµβούργο 0 + 0 Ολλανδία 0 + + Πορτογαλία + ++ + Ισπανία ++ +++ +++ Σουηδία ++ ++ ++ Ηνωµένο Βασίλειο ++ + + Πηγή: CIRIEC (2000) Η ιδιότητα του τρίτου τοµέα ως κάτι διαφορετικό από το δηµόσιο και τον ιδιωτικό τοµέα έχει όντως συνειδητοποιηθεί από των σύνολο των Ευρωπαϊκών χωρών. Παρόλα αυτά, οι παραπάνω έννοιες κρύβουν πραγµατικότητες που είναι διαφορετικές από χώρα σε χώρα. Στα πλαίσια λοιπόν αυτής της διαφορετικότητας και της έλλειψης αρµονίας στους στόχους και στους όρους, η κατανοµή των χωρών ανάλογα µε το βαθµό αναγνώρισης της κοινωνικής οικονοµίας καθίσταται πολύ δύσκολη. Οπότε, σύµφωνα µε τον CIRIEC, το καλύτερο που µπορεί να γίνει είναι η κατηγοριοποίηση τους σε τρεις µεγάλες οµάδες. Έτσι, η κατηγοριοποίηση για τις χώρες-µέλη της Ε.Ε. (15) είναι η εξής: Χώρες όπου η κοινωνική οικονοµία έχει εδραιωθεί: Γαλλία, Ισπανία και Βέλγιο Χώρες όπου η κοινωνική οικονοµία ανακύπτει: ανία, Φινλανδία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία, Σουηδία και Ηνωµένο Βασίλειο Χώρες όπου η έννοια της κοινωνικής οικονοµίας ορίζεται σε σχέση µε τις έννοιες του τρίτου τοµέα, του µη κερδοσκοπικού τοµέα και του εθελοντικού τοµέα: Αυστρία, Γερµανία, Λουξεµβούργο και Ολλανδία. 9. Η Κοινωνική Οικονοµία στην Ελλάδα εν απέχει και πολύ από την πραγµατικότητα αν υποστηρίξει κανείς ότι η κοινωνική οικονοµία δεν έχει ως τώρα οριστεί επακριβώς στην Ελλάδα. Ακόµη και ο όρος κοινωνική οικονοµία δεν χρησιµοποιούταν µέχρι πριν από δέκα περίπου χρόνια οπότε και η Ευρωπαϊκή Ένωση εισήγαγε τον γαλλικό όρο Economie Sociale, συµπεριλαµβάνοντας τους συνεταιρισµούς, τις αλληλοβοηθητικές οµάδες, τα σωµατεία και τα ιδρύµατα. Μέχρι τότε αλλά ίσως ακόµη και µέχρι σήµερα, σε µικρότερο βαθµό, οι παραπάνω οργανώσεις δεν ένιωθαν να ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Σε αντίθεση µε άλλες χώρες, στην Ελλάδα δεν έχει υπάρξει επικοινωνία µεταξύ των κοινωνικών επιχειρήσεων, ενώ µέχρι και το 1995 δεν είχε υπάρξει επαφή ακόµη και µεταξύ των συνεταιρισµών. Λίγα χρόνια µετά, και µε την ενθάρρυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ιδρύθηκε µια Εθνική Ένωση Επιχειρήσεων Κοινωνικής Οικονοµίας, όπου οι θέσεις των ενώσεων και των ιδρυµάτων είναι ακόµη κενές εξαιτίας σελίδα 21

της έλλειψης αντίστοιχου εθνικού αντιπροσωπευτικού οργάνου. Πρέπει να επισηµανθεί ότι στην χώρα υπάρχει µεγάλος αριθµός ενώσεων και ιδρυµάτων, µε µια ποικιλία ονοµάτων, αλλά χρειάζεται σηµαντική επεξεργασία ώστε να οριστεί ποιες και ποια από αυτά µπορούν να τεθούν υπό την έννοια της κοινωνικής οικονοµίας ή του τρίτου τοµέα. Σύµφωνα µε το θεωρητικό υπόβαθρο το οποίο έχει διαµορφωθεί µέχρι τώρα στην Ελλάδα, υπάρχουν πολλές µορφές κοινωνικών επιχειρήσεων, και όπως διατυπώνεται και σε διεθνείς µελέτες, έχουν διαφορετικές νοµικές µορφές, εξαρτώµενες από τον τύπο της δραστηριότητας που αναλαµβάνουν, την ισχύουσα νοµοθεσία και τον πλέον κοινό τύπο οργάνωσης σε κάθε χώρα. Οι επιχειρήσεις του τρίτου τοµέα ( ΕΟΒ- ΚΕΚΑΝΑΜ, 2002) διακρίνονται σε τρεις τοµείς, τους συνεταιρισµούς, τα σωµατεία και ιδρύµατα και τα αλληλοασφαλιστικά ταµεία. Τα σωµατεία εµπεριέχουν µια ιδιαιτερότητα ως τοµέας της κοινωνικής οικονοµίας. Το εύρος των δραστηριοτήτων τους εκτείνεται από την µια πλευρά, στην οποία ανήκουν τα σωµατεία που σχετίζονται µε την καθηµερινότητα και την τοπική και οικονοµική ζωή, έως την πλευρά στην οποία βρίσκονται µεγάλοι φορείς, εθνικής και διεθνούς εµβέλειας, όπως πανεπιστήµια, νοσοκοµεία, ερευνητικά και πολιτιστικά ιδρύµατα, τα οποία βέβαια λανθασµένα µερικές φορές θεωρούνται ως καθαρά δηµόσιοι φορείς. Παράλληλα, υπάρχουν και σωµατεία τα οποία απασχολούν επαγγελµατικά µεγάλο αριθµό ατόµων, δέχονται ισχυρό ρεύµα εθελοντισµού και ο κύκλος εργασιών τους ανέρχεται σε πολλά εκατοµµύρια ευρώ. Στα ίδια πλαίσια, υπάρχουν σωµατεία τα οποία συνεργάζονται στενά µε τις δηµόσιες αρχές, υπάρχουν και αντίθετα όµως αυτά τα οποία παραµένουν ανεξάρτητα και επιδίδονται στην διεκπεραίωση ριζοσπαστικών κοινωνικών προγραµµάτων ή στην εύρεση εναλλακτικών τρόπων ζωής. Επίσης, διαθέτουν κάποια επίσηµη θεσµική οντότητα, είναι ανεξάρτητα από κυβερνήσεις και η διοίκηση τους θα πρέπει να ασκείται µε ανιδιοτελή τρόπο. Παρόλα αυτά, στην κοινωνική οικονοµία δεν περιλαµβάνονται τα πολιτικά κόµµατα, οι θρησκευτικές οργανώσεις (χωρίς να αποκλείονται αυτές που έχουν ως στόχο το δηµόσιο όφελος), τα συνδικάτα καθώς και οργανώσεις εργοδοτών. εν περιλαµβάνονται ακόµη τα ιδρύµατα, εκτός αν αποτελούν φορείς µε δικές τους πηγές χρηµατοδότηση και διαθέτουν αυτούς τους πόρους κατά βούληση για σχέδια ή δράσεις κοινωφελούς χαρακτήρα. Οι τελευταίοι αποτελούν ουσιαστικά τους επονοµαζόµενους ενδιάµεσους φορείς, που είτε συντονίζουν τις δραστηριότητες µεµονωµένων οργανώσεων που απασχολούνται σε έναν τοµέα ή τις δραστηριότητες του τοµέα των σωµατείων γενικά, είτε παρέχουν ενηµέρωση και υποστήριξη. Όσον αφορά στους συνεταιρισµούς, αφορούν ένα µοντέλο επιχείρησης που οδηγείται από την ανάγκη των ανθρώπων να χρησιµοποιούν τις υπηρεσίες του παρά να επενδύουν το κεφάλαιο τους σε αυτό. Σύµφωνα µε τον ορισµό της διεθνούς συνεταιριστικής συµµαχίας (ICA), ένας συνεταιρισµός είναι µια αυτόνοµη ένωση σελίδα 22

προσώπων που ενώνονται εθελοντικά για να ικανοποιήσουν τις κοινές οικονοµικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και τις φιλοδοξίες τους µέσα από µια από κοινού δηµοκρατικά ελεγχόµενης επιχείρησης. Τα χαρακτηριστικά που διέπουν έναν συνεταιρισµό είναι: Η δυνατότητα της ελεύθερης και εθελοντικής ένωσης και της απόσυρσης από την επιχείρηση Η δηµοκρατική δοµή, όπου κάθε µέλος διαθέτει µια ψήφο (ή περιορισµένο αριθµό ψήφων), για τη λήψη αποφάσεων πλειοψηφίας και µια εκλεγµένη ηγεσία υπεύθυνη στα µέλη του Η δίκαιη διανοµή των οικονοµικών αποτελεσµάτων Στα ίδια πλαίσια, ένας συνεταιρισµός µπορεί να υιοθετήσει οποιοδήποτε είδος νοµικής µορφής, δεν απαιτείται να ακολουθεί συγκεκριµένη συνεταιριστική νοµοθεσία, ενώ η φύση του είναι δυνατό να καθοριστεί από τα εσωτερικά καταστατικά του. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα, ένας συνεταιρισµός να οριστεί ως η εµπορική εταιρία µε νοµική προσωπικότητα της οποίας ο αριθµός των συνεταίρων και το κεφάλαιο είναι µεταβλητά και της οποίας ο σκοπός είναι δια της συνεργασίας των µελών της, η προαγωγή της ιδιωτικής οικονοµίας κάθε µέλους (και όχι το κέρδος) και της βελτίωσης της ποιότητας ζωής τους. Οι συνεταιρισµοί διακρίνονται σε: Γεωργικούς και Αστικούς συνεταιρισµούς Παραγωγικούς, Καταναλωτικούς, Προµηθευτικούς και Πιστωτικούς Αναγκαστικούς και Ελεύθερους συνεταιρισµούς Ενώσεις, Οµοσπονδία και Συνοµοσπονδία συνεταιρισµών Ένας συνεταιρισµός διοικείται από τη γενική συνέλευση και το διοικητικό συµβούλιο (το οποίο εκλέγεται από τη γενική συνέλευση) και το τριµελές εποπτικό συµβούλιο το οποίο επίσης εκλέγεται από τη γενική συνέλευση. Ενδεικτικά στις δραστηριότητες των συνεταιρισµών υπάγονται: Η απόκτηση κατά κυριότητα ή µίσθωση αστικών και αγροτικών ακινήτων για τη δηµιουργία κάθε είδους τουριστικών εγκαταστάσεων Η συγκέντρωση, συσκευασία, τυποποίηση, αποθήκευση, συντήρηση, µεταφορά και πώληση στο εσωτερικό της χώρας ή στο εξωτερικό προϊόντα οικιακής οικονοµίας και οικοτεχνίας των µελών. Η ίδρυση και διαχείριση βιοτεχνίας των προϊόντων της οικιακής οικονοµίας και οικοτεχνίας των µελών, η απόκτηση µηχανικού, τεχνικού εξοπλισµού και µέσων µεταφοράς για την εξυπηρέτηση των σκοπών του. Η οργάνωση marketing προώθησης των προϊόντων του συνεταιρισµού Η συνεργασία µε οµοειδείς φορείς και επαγγελµατίες κάθε είδους οργανώσεις και ιδιώτες για την προώθηση και πώληση των ιδίων προϊόντων και άλλων που προέρχονται από τρίτους σελίδα 23

Η συµµετοχή σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράµµατα και πρωτοβουλίες Η διοργάνωση ηµερίδων, συνεδρίων προώθησης των πολιτιστικών, οικονοµικών και αγροτουριστικών παραγόντων ανάπτυξης. Η αξιοποίηση και ανάδειξη των παραδοσιακών επαγγελµάτων Η οργάνωση βιολογικών καλλιεργειών για την παραγωγή οικολογικών προϊόντων και την µεταποίηση αυτών (φαρµακευτικά φυτά κτλ.) Η δηµιουργία και ανάπτυξη µελισσοκοµίας, δενδροκοµίας µε σκοπό την πώληση προϊόντων Η µεταποίηση, τυποποίηση, παραγωγή και εκµετάλλευση αλιευτικών προϊόντων. Η προώθηση εναλλακτικών µορφών τουρισµού ορεινού και θαλάσσιου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει µια σχετικά πρόσφατη µορφή ανάπτυξης που είναι οι συνεταιρισµοί πολυσυµµετοχών. Γνώρισµα τους είναι η δυνατότητα τους να προσαρµόζονται σε ευρύτερα ενδιαφέροντα από αυτά των µελών ή των επενδυτών. Οι συµµέτοχοι είναι δυνατόν να περιλαµβάνουν τους υπαλλήλους, τους καταναλωτές, τις τοπικές αρχές και τις τοπικές επιχειρήσεις. Η πρώτη ευθύνη τους είναι προς τα µέλη τους, ωστόσο η αποκεντρωµένη και δηµοκρατική φύση τους σηµαίνει ότι έχουν σταθερές ρίζες στις τοπικές και περιφερειακές κοινότητες. Έτσι, οι αποφάσεις τους είναι πιθανότερο να λάβουν υπόψη τα παραπάνω ενδιαφέροντα από ότι µια επιχείρηση όπου η επιστροφή της επένδυσης είναι ο αρχικός στόχος. Τέλος, σχετικά µε τις αλληλοασφαλιστικές εταιρίες, ως γνωστό η κοινωνική ασφάλιση στην Ελλάδα διακρίνεται στην υποχρεωτική και στην προαιρετική. Η υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση καθορίζεται από τον Νόµο και παρέχεται από ταµεία, τα οποία λειτουργούν µε τη νοµική µορφή του νοµικού προσώπου δηµοσίου δικαίου (Ν.Π...), τελούν όµως υπό κρατική εποπτεία. Η προαιρετική κοινωνική ασφάλιση παρέχεται κατά κανόνα από αυτοτελή νοµικά πρόσωπα του ιδιωτικού δικαίου (σωµατεία) αλλά και από ενώσεις προσώπων στερούµενης νοµικής προσωπικότητας. Η διάταξη που προβλέπει εµµέσως για την προαιρετική κοινωνική ασφάλιση είναι αυτή του άρθρου 4 παρ. 2 του ν. 1264/1982 Για τον εκδηµοκρατισµό του συνδικαλιστικού κινήµατος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζοµένων. Σύµφωνα µε αυτή, µεταξύ των σκοπών των συνδικαλιστικών οργανώσεων περιλαµβάνεται και η δηµιουργία ειδικών κεφαλαίων, για την εξυπηρέτηση ορισµένων εκτάκτων σκοπών αλληλεγγύης των µελών τους. Τα Ν.Π.Ι.. αλληλοβοηθητικά σωµατεία ή ταµεία αλληλοβοήθειας συνίστανται και λειτουργούν ως σωµατεία, αποτελούν παραρτήµατα συνδικαλιστικών οργανώσεων µε νοµική αυθυπαρξία και διέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 21 του ν. 281/1914 περί σωµατείων και των άρθρων 33 έως 39 του β.δ. της 15/20.5.1920 περί επαγγελµατικών σωµατείων. Αναλυτικότερα, οι αλληλοασφαλιστικές εταιρίες είναι κοινωνίες στις οποίες απλά συγκεντρώνονται οι άνθρωποι για να αλληλοβοηθηθούν. Ανήκουν στα µέλη της, σελίδα 24