ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2014 - Γ' ΛΥΚΕΙΟΥ 4 IOYNIOY 2014 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ - ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ: ΚΟΣΚΙΝΑ ΒΙΟΛΕΤΤΑ, ΓΚΙΟΚΑ ΕΛΙΝΑ, ΚΑΡΜΟΚΟΛΙΑ ΜΑΡΙΑ, ΜΑΡΓΙΩΛΟΥ ΓΙΩΤΑ Α 1. Στο ηθογραφικό - ψυχογραφικό διήγημα του Γ. Βιζυηνού «Το αμάρτημα της μητρός μου» εντοπίζονται χαρακτηριστικά θεατρικότητας που αναδεικνύουν την ικανότητα του συγγραφέα να αποτυπώνει με ενάργεια την υπόθεση, τα πρόσωπα και τους χαρακτήρες τους. Στοιχεία Θεατρικότητας: Ύπαρξη αυτονομημένων σκηνών: α) τελετουργικό υιοθεσίας: «Ἤδη αὐτή ἡ ὑιοθέτησις ἐξενίσθησαν παρ ἡμῖν», β) σκηνή σύγκρουσης μητέρας και αφηγητή Γιωργή πριν την αποκάλυψη του αμαρτήματος από την ίδια: «Δός το πίσου εἶναι δικό μου το παιδί και είναι αδελφή σας». Ο Γ. Βιζυηνός αποκαλύπτεται μέσα από ρόλο σκηνοθέτη αφού με ευκρίνεια αποδίδει τις κινήσεις των προσώπων. Ύπαρξη διαλόγου: Είναι ο κυρίαρχος αφηγηματικός τρόπος απόδοσης της σκηνής σύγκρουσης μητέρας και Γιωργή: «Δός το ἀδελφή σας». Ο διάλογος ενισχύει την αμεσότητα, τη ζωντάνια, την παραστατικότητα της σκηνής εξωτερικεύει τα συναισθήματά τους και αποτυπώνει με ενάργεια τους χαρακτήρες τους. Οπτική γωνία μητέρας: «Το κακότυχο! ἀνεφώνει ἡ μήτηρ μου ἐκπλήξεως ἀδελφούς μου». Η χρήση της αποδίδει με ακρίβεια τον ενθουσιασμό και την ευτυχία που χαρακτηρίζει τη μητέρα, η οποία έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στο διήγημα, όταν για δεύτερη φορά φέρνει στο σπίτι ένα δεύτερο κορίτσι με σκοπό να το μεγαλώσει και να του αφοσιωθεί. Η χρήση αναφώνησεων: «-Ὤ! εἶπε μετ ἀπελπιστικής ἐκφράσεως», «Ὄχι!» αποδίδουν στο μέγιστο την ψυχολογική ένταση από την οποία η μητέρα έχει καταβληθεί στην προσπάθειά της να πείσει το Γιωργή. Β 1. Ο Γ. Βιζυηνός ανήκει στη Β Αθηναϊκή Σχολή, η οποία απαρτίζεται από λογοτέχνες που χαρακτηρίζονται ως η «ανανεωτική γενιά» του 1880 κυρίως λόγω του προσανατολισμού τους στη δημοτική γλώσσα και το λαϊκό πολιτισμό. «Η θέση και η ιδεολογία του Βιζυηνού ξεκαθαρισμένη»: Πράγματι ο Γ. Βιζυηνός υποστήριξε πως η πνευματική και λογοτεχνική ζωή θα έπρεπε να λυτρωθεί από την εμμονή στην καθαρεύουσα, το παραδοσιακό γλωσσικό όργανο της πεζογραφίας, που ακολούθησαν οι λογοτέχνες της Α Αθηναϊκής Σχολής (Φαναριώτες). Παράλληλα υποστηρίζει ότι με την επικράτηση της λαϊκής γλώσσας στο ηθογραφικό διήγημα θα αποδοθεί διαυγέστερα το ρεαλιστικό στοιχείο της ηθογραφίας.
«Θερμός υπέρμαχος της δημοτικής»: Καινοτόμος και φωτισμένος άνθρωπος του πνεύματος πραγματώνει μια σημαντική γλωσσική «τομή» στην εποχή του. Ενσωματώνει στα αφηγηματικά μέρη αποσπάσματα διαλόγων χρησιμοποιώντας δημοτική γλώσσα. Έτσι, σε σημεία του διηγήματός του όπου οι ήρωες μιλούν, ο αναγνώστης παρατηρεί τη γνήσια λαϊκή γλώσσα της εποχής, η οποία εμπλουτίζεται με ιδιωματισμούς της Θράκης. Επίσης ο Γ. Βιζυηνός πρεσβεύει ότι στο ηθογραφικό διήγημα η ανάδυση των απλών λαϊκών ανθρώπων είναι πληρέστερη και πειστικότερη με την απεικόνιση του λόγου τους, απροσποίητου, απλοϊκού και φυσικού. Στην πράξη όμως είναι μετριοπαθής καθαρευουσιάνος»: Στα κυρίως αφηγηματικά μέρη ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα. Όχι όμως μια γλώσσα λόγια και άκαμπτη αλλά ευλύγιστη αφού τα νοήματα αποτυπώνονται χωρίς περιστροφές, με απλή σύνταξη ενώ ανάμεσα στις πολυεπίπεδες γλωσσικές του επιλογές φανερώνονται και μικρά δείγματα της δημοτικής. Συνολικά το γλωσσικό όργανο που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας διακρίνεται από ποικιλία επιλογών και ιδιωματικότητα, γεγονός που δε μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ιδιότυπη διγλωσσία». Αντίθετα πρόκειται για πολυεπίπεδες γλωσσικές επιλογές που προσδίδουν χρώμα και ζωντάνια στην αφήγηση. Προετοιμάζει έτσι το έδαφος για την οριστική και καθολική καθιέρωση της δημοτικής στην πεζογραφία. Εντοπισμός παραδειγμάτων: α) Χρήση δημοτικής: «Δός το πίσου το Κατερινιώ μιάν ἡμέρα το σπίτι μας», Ακόμη θα μπορούσε να δοθεί: «Ἐνόμισα ὅτι για να πάρῃς μίαν ἄλλην, εὔμορφην και γνωστική» ή «Ὄχι, μητέρα! Μᾶς εἶναι ὅλως διόλου ξένη» ή «Ὄχι! Δεν εἶναι ξένο το παιδί!...καί εἶναι ἀδελφή σας!» Χρήση καθαρεύουσας: «Οἱ μικροί τῶν ἀδελφῶν μου μισθοί θά ἐξήρκουν, ἐφ ᾦ καί τῇ ἐδίδοντο». Επίσης θα μπορούσαν να επισημανθούν: «εὐθύς ἐξ ἀρχῆς μ ἐνέπνευσεν ἀντιπάθειαν», «ἐνῷ δέ μετ ὀλίγον χρόνον ἐγώ μέν ἐπλανώμην ὡς ἐάν ἦτον ἐδικός του». Β 2. Α) Ο Γ. Βιζυηνός, πνευματικός άνθρωπος με σπάνια μόρφωση και ευρωπαϊκή καλλιέργεια, έδωσε νέα στροφή στη νεοελληνική πεζογραφία ανεβάζοντας το διήγημα σε υψηλό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα, αξιοποίησε πλήθος αφηγηματικών τεχνικών για να συνθέσει το πρωτότυπο έργο του. Στο δοθέν χωρίο χρησιμοποιεί σύνοψη χρόνου παρουσιάζοντας τα γεγονότα συνοπτικά, με τα τέσσερα ρήματα «ηὐξήθη, ἀνετράφη, ἐπροικίσθη και ὑπανδρεύθη». Στο σημείο αυτό εμφανής είναι η παράλειψη γεγονότων, καθώς παρουσιάζεται
ολόκληρη η περίοδος της ζωής της θετής κόρης και μέσα από την ύπαρξη αφηγηματικού κενού, γίνεται επιτάχυνση της αφήγησης. Η επιλογή αυτή του συγγραφέα δεν είναι προφανώς τυχαία, αντιθέτως σκοπός του είναι: α. Να παρουσιάσει συνοπτικά τα εν λόγω γεγονότα, ώστε να εστιάσει, μετέπειτα, στα πιο αξιοσημείωτα και κυρίως στις σχέσεις των παιδιών με τη μητέρα. β. Δεύτερος σημαντικός λόγος είναι η άγνοια του αφηγητή, γιατί την περίοδο αυτή λείπει στα ξένα και δεν γνωρίζει τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο σπίτι του. γ. Ο τρίτος λόγος συνδέεται με την έκφραση αδιαφορίας του αφηγητή απέναντι στην πρώτη υιοθετημένη κόρη, το όνομα της οποίας ούτε καν αναφέρει. δ. Τέλος, εξυπηρετείται η οικονομία του έργου, γιατί πρέπει να αναφερθούν τα γεγονότα που συνέβαιναν στο σπίτι, χωρίς ωστόσο να παρουσιάζονται λεπτομερώς, προκειμένου ο αναγνώστης να έχει συνολικότερη εποπτεία της υπόθεσης. Β) Στο χωρίο αυτό ο συγγραφέας κάνει χρήση της αναδρομικής αφήγησης, καθώς η μητέρα παρουσιάζει στο γιο της, Γιωργή, τον τρόπο με τον οποίο γαλούχησε και φρόντισε τη δεύτερη θετή κόρη της. Μέσω αυτής της αναδρομής προβάλλεται ο συλλογισμός της μάνας και τα επιχειρήματα της προκειμένου: α. Να πείσει τον Γιωργή να δεχθεί το Κατερινιώ, προβάλλοντας του τη συλλογιστική της πορεία, η οποία στηρίζεται στην άποψη που η ίδια ενστερνίζεται πως μητέρα ενός παιδιού δεν είναι αυτή που το γεννά, αλλά αυτή που το μεγαλώνει. β. Παράλληλα, παρέχονται οι απαραίτητες πληροφορίες στον αναγνώστη, αλλά και στο Γιωργή, προκειμένου να ενημερωθεί για γεγονότα που συνέβησαν στο απώτερο παρελθόν, να λυθούν απορίες του και να συλλάβει τη συλλογιστική της μητέρας. γ. Μέσω αυτής της αναδρομής εξωτερικεύεται για πρώτη φορά ο συναισθηματικός κόσμος της μητέρας και συγχρόνως επιτυγχάνεται η ψυχογράφηση της καθώς προβάλλεται το άκαμπτο του χαρακτήρα της και η ρεαλιστική οπτική που την διέπει προκειμένου να καταλαγιάσει τις τύψεις που την βασανίζουν. δ. Τέλος, στο σημείο αυτό η αφήγηση δεν είναι επίπεδη και ευθύγραμμη, αλλά αποκτά χρονικό βάθος, καθώς οδηγείται σε μια συγκεκριμένη περίοδο του παρελθόντος.
Γ 1. Με λιτό και ιδιαίτερα συγκινητικό τρόπο χωρίς περιττά εκφραστικά στολίδια και μελοδραματισμούς σκιαγραφούνται τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις των προσώπων (συγκεκριμένα των φυσικών γονέων και της υποψήφιας θετής μητέρας) μετά τη λήξη του τελετουργικού της πρώτης υιοθεσίας. Πρόκειται για ένα ακόμα έξοχο δείγμα της ψυχογραφικής δεινότητας του Γ. Βιζυηνού. Συγκρατημένος και βουβός ο πόνος του φυσικού πατέρα (όπως άλλωστε όριζε και η θέση του μέσα σε μια άκρως ανδροκρατούμενη κοινωνία) «ωχρός», «περίλυπος», εμφανής και δικαιολογημένη η εκδήλωση της ανείπωτης θλίψης και του σπαραγμού της φυσικής μητέρας «ἔκλαιεν ἀκουμβημένη εἰς τόν ὦμον του». Και μέσα σε όλη αυτή την επώδυνη και δύσκολη δοκιμασία γι αυτούς, ο φόβος και η αγωνία της μητέρας του αφηγητή μήπως αντιδράσει κάποιος από τους παριστάμενους στην επιθυμία της να υιοθετήσει το κορίτσι «ἔτρεμεν ἐκ τοῦ φόβου μήπως ματαιώσῃ τήν εὐτυχίαν της». Ωστόσο, όπως εύστοχα επισημαίνει ο αφηγητής «κανείς δεν ἀπεκρίθη» ίσως γιατί θα ήταν ανώφελο σε μια θεοκρατούμενη κοινωνία να αντιδράσει ο οποιοσδήποτε στις επιταγές της Εκκλησίας, ίσως επειδή οι ίδιοι οι φυσικοί γονείς δε μπορούσαν να κάνουν κάτι όντας ανήμποροι να θρέψουν το παιδί τους ή ακόμη ίσως επειδή οι παρόντες σε αυτό το λαϊκό και θρησκευτικό δρώμενο νιώθοντας οίκτο για τη Δεσποινιώ που είχε χάσει από ασθένεια την κόρη της, την Αννιώ δε θέλησαν να της στερήσουν αυτή τη χαρά. Δ 1. Εξετάζοντας συγκριτικά τα δυο έργα «Το αμάρτημα της μητρός μου» του Γ. Βιζυηνού και το απόσπασμα από το έργο του Ι. Κονδυλάκη «Οι άθλιοι των Αθηνών» μπορούμε να ανιχνεύσουμε αξιοσημείωτες ομοιότητες και διαφορές ως προς το περιεχόμενο. Ομοιότητες: Α. Κοινό θέμα. Και στα δυο αποσπάσματα παρακολουθούμε την υιοθεσία ενός βρέφους θηλυκού γένους, εγκαταλελειμμένου από τους φυσικούς γονείς του. Χωρία επαλήθευσης: «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «- Το κακότυχο! ἀνεφώνει μεσ στη στράτα!», «Οι άθλιοι των Αθηνών»: «Τὤρριξαν χθες την νύκτα μέσα ς την κάσσα που κοιμόμουνα, την ὥρα της βροχής». Β. Κοινά συναισθήματα προσώπων. Σε κάθε περίπτωση, με άμεσο και παραστατικό τρόπο σκιαγραφούνται τα συναισθήματα των προσώπων που εμπλέκονται στην ανατροφή του παιδιού, πόνος και λύπηση, για το βρέφος που είναι αβοήθητο, αλλά, κυρίως, οίκτος για την τύχη που του επιφύλαξε η μοίρα.
Χωρία επαλήθευσης: «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «Το κακότυχο! ἀνεφώνει η μήτηρ μου, η μάνα του και το άφηκε μεσ στη στράτα!», «Οι άθλιοι των Αθηνών»: «Το λυπούμαι το κακόμοιρο». Γ. Τα πρόσωπα (ο Τάσος η μητέρα) εκφράζονται με αυταπάρνηση, προκειμένου να φέρουν εις πέρας την ανατροφή των δυο κοριτσιών. Χωρία επαλήθευσης: «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «ἐξηκολούθει εργαζόμενη προς διατροφήν της», «Οι άθλιοι των Αθηνών»: «Θα δουλέψω με ὅλη μου την ὄρεξι ξεροκόμματο ψωμί ζῶ». Διαφορές: Α. Αξιοσημείωτη διαφορά αποτελεί το γεγονός ότι στο παράλληλο κείμενο γίνεται αναφορά σε χρηματικό αντίτιμο που καλείται να πληρώσει ο πρωταγωνιστής του έργου, Τάσος για την ανατροφή του παιδιού. Αντίθετα, η Δεσποινιώ αναλαμβάνει πλήρως, με τη συνδρομή βέβαια των γιων της, την ανατροφή του παιδιού και την κάλυψη των εξόδων του. Χωρία επαλήθευσης: «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «Οἱ μικροί τῶν ἀδελφών μου μισθοί ἐξηκολούθει ἐργαζομένη προς διατροφήν της», «Οι άθλιοι των Αθηνών»: «Ἀλλά πρέπει να την πλερώνης» και «Πόσο μπορείς να δίδης εσύ;». Β. Στο έργο του Γ. Βιζυηνού, η υιοθεσία και η επιμέλεια του παιδιού είναι επιλογή απόφαση συνειδητή και κατασταλαγμένη από τη Δεσποινιώ, ενώ στο παράλληλο κείμενο το παιδί παρουσιάζεται ως θεόσταλτο δώρο και κατ επέκταση ένα τυχαίο γεγονός. Χωρία επαλήθευσης: «Το αμάρτημα της μητρός μου»: «Ἀλλ ἡ μήτηρ, ἀντί ν ἀπελπισθῇ περί τῆς διατροφής ἡμῶν αὐτῶν, ἐπηύξησε τόν ἀριθμόν μας δι ἑνός ξένου κορασίου, τό ὁποῖον μετά μακράς προσπαθείας κατώρθωσε να υἱοθετήσῃ», «Οι άθλιοι των Αθηνών»: «Ἀφοῦ ἐκοιμόσουν δίπλα στην Ἀγία Εἰρήνη, χωρίς ἄλλο, το παιδί σου τὤστειλε ἡ χάρι της και πρέπει να κάμῃς τα ἔξοδά του να ζήσῃ καί να μεγαλώσῃ».