ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ



Σχετικά έγγραφα
ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Επιστημονικός Υπεύθυνος Έρευνας : Καθηγητής Επαμεινώνδας Πανάς

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Η ιδέα διεξαγωγής έρευνας με χρήση ερωτηματολογίου δόθηκε από τη δημοσιογραφική ομάδα του Σχολείου μας, η οποία στα πλαίσια έκδοσης της Εφημερίδας

Ο στόχος αυτός είναι σε άμεση συνάρτηση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσω:

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Εργαστήριο Στρατηγικής και Επιχειρηματικότητας. «Ενισχύοντας τις επιχειρηματικές προθέσεις των νέων»

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

ΑΤΤΙΚΗ. Οκτώβριος 2014

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

Αποτελέσματα Πρωτογενούς Έρευνας για τη Γυναικεία Επιχειρηματικότητα

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

1. Η ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ

Αποτελέσµατα Πρωτογενούς Έρευνας για τη Γυναικεία Επιχειρηµατικότητα

Έννοιες. Επιχειρηματικότητα είναι η διαδικασία μέσω της οποίας ένας ή περισσότεροι του ενός ανθρώπου, δημιουργούν και αναπτύσσουν μία επιχείρηση.

Τα αποτελέσματα της έρευνας σε απόφοιτους του τμήματος

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ ΝΕΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

ΝΕΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Έρευνα Καταναλωτικής λ ή Εμπιστοσύνηςύ. Ιούλιος 2012

Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού

Γραφείο Επαγγελματικού Προσανατολισμού και Πληροφόρησης Νέων Δήμου Ρεθύμνης

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 4.1 Τρόποι Προσέλκυσης Νέων Προτάσεις Πολιτικής των Νέων...22 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...24 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ...26 ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΦΟΡΕΩΝ...

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ. Τριμηνιαία Έρευνα. B Τρίμηνο 2010

Ε.Π. ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ

ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ

ημερίδα διάχυσης αποτελεσμάτων

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

GET-UP ] Συνοπτική έκθεση σχετικά με τα ερωτηματολόγια

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

«Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

Ομιλία Δρ. Τάσου Μενελάου με θέμα: Προγράμματα Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΣΕΕΚ) του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού

MEDLAB: Mediterranean Living Lab for Territorial Innovation

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Έρευνα Εμπιστοσύνης του Καταναλωτή

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΣΙΦΝΟΥ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ

Ευρώπη 2020 Αναπτυξιακός προγραμματισμός περιόδου ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012

1. H ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες η ύπαιθρος κατέχει εξέχουσα θέση στον πολιτισµό της χώρας και στην ψυχή των κατοίκων της,

H Υφιστάμενη Κατάσταση των Νέων στην Κύπρο. Νοέμβριος 2015

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,14Σεπτεμβρίου2011(20.09) (OR.en) 14224/11 LIMITE SOC772 ECOFIN583 EDUC235 REGIO74 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

Αποκαλυπτική έρευνα της RE/MAX Europe για την κατοικία στην Ελλάδα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Ισότητα Ισοµισθία στοχώροεργασίας. Μάρτιος 2010

Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ζ Έρευνα του Τ.Ε.Ε. 2006

Ε.Π. Κ.Π. «LEADER+» ( )

Έρευνα κοινής γνώμης για τις στάσεις των Ελλήνων καταναλωτών απέναντι στο πλαστικό χρήμα. Βασικά συμπεράσματα της έρευνας

«ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΘΡΙΑΣΙΟ ΠΕΔΙΟ»

Διερεύνηση Δυνατοτήτων Αντιμετώπισης Παραγωγικών Προβλημάτων του Νόμου Κοζάνης. Αξιοποίηση των Εγκαταστάσεων της Εταιρείας Α.Ε.Β.Α.Λ.

Η παιδεία με τα μάτια των εκπαιδευτικών

Έρευνα Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης

B Μελέτη Απορρόφησης Αποφοίτων ΤΕΙ Κρήτης [ ]

ΜΑΡΙΑ ΚΟΛΛΙΑ ΤΣΑΡΟΥΧΑ Υφυπουργός Εσωτερικών & Διοικητικής Ανασυγκρότησης

Παρουσίαση του προβλήματος

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ CAPITAL CONTROLS ΣΤΙΣ ΜΜΕ

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

Προσανατολισμός των Millennials απέναντι στην καριέρα σε περίοδο οικονομικής κρίσης

Ευρήματα στον τομέα του τουρισμού. Ανάλυση αναγκών

ΣΥΝΕ ΡΙΟ «Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. «Η Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα : Ενδείξεις ανάκαμψης της μικρής επιχειρηματικότητας;»

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Η Περιφερειακή Πολιτική της Ε.Ε ( )

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Η «ακτινογραφία» της κοινής γνώμης στον Δήμο Θέρμης από το Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ

ΑΝΑΦΟΡΑ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΙΑΣ. January 1. Ανάλυση έτους 2012

Δελτίο Τύπου ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ & ΙΝΕ ΓΣΕΕ. Αθήνα, 24/1/2013

ΠΑΝΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ 2000

ACT SOCIAL. Δράσεις για την υποστήριξη και την ενίσχυση. της κοινωνικής επιχειρηματικότητας σε τοπικό επίπεδο

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ. 1.1 Σκοπός Έρευνας

Ευρωβαρόμετρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EB/PE 79.5)

ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 7: «Ενίσχυση της δια βίου εκπαίδευσης ενηλίκων στις 8 Περιφέρειες Σύγκλισης»

ΕΡΕΥΝΑ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΕΤΩΝ Υπεύθυνοι Έρευνας

Α. Τηλεοπτικές συνήθειες-τρόπος χρήσης των Μ.Μ.Ε.

Πρωτοβουλία για την Καινοτομία

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΒΕΡΓΟΣ Σ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΤΗΣΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΑ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ. Ιδέες από το Αναπτυξιακό Συνέδριο

Αρχές Μάρκετινγκ. Ενότητα 3: Στρατηγικός Σχεδιασμός Μάρκετινγκ. Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

Transcript:

ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Βασιλική Δημητρακοπούλου 1, Φώτιος Δρουγκελίδης 2, Ιωάννα Κουτσοβασίλη 3, Δωροθέα Λούκρη 4, Δανάη Παπαχρονοπούλου 5, Μαρία Χρονοπούλου 6 1. Οικονομολόγος Α.Π.Θ., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Χωρική Ανάλυση και Διαχείριση Περιβάλλοντος, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: dimvicky1988@gmail.com 2. Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος Α.Π.Θ., Μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΠΜΣ Χωρική Ανάλυση και Διαχείριση Περιβάλλοντος, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: fdrougkelidis@gmail.com 3. Αρχιτέκτων Μηχανικός Π.Θ., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: annitakouts@gmail.com 4. Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: dloukri@gmail.com 5. Αγρονόμος και Τοπογράφος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: danaepap90@gmail.com 6. Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ., Μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο ΠΜΣ Πολεοδομία Χωροταξία, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, e mail: mchronop@gmail.com Περίληψη Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια εντοπισμού των συνιστωσών της τοπικής ανάπτυξης και πως αυτή γίνεται αντιληπτή από τους νέους. Πρόκειται για μια εργασία που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του μαθήματος Χωρική Ανάπτυξη των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών Χωρική Ανάλυση και Διαχείριση Περιβάλλοντος και Πολεοδομία Χωροταξία και έχει βασιστεί σε εμπειρική έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε στη πόλη της Θεσσαλονίκης, το Δεκέμβριο του 2013 και το δείγμα της αποτελείται από νέους ηλικίας 18 30 ετών. Στο πρώτο μέρος, παρουσιάζονται συνοπτικά οι βασικές πτυχές της τοπικής ανάπτυξης και στη συνέχεια, αναλύονται και παρουσιάζονται τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την έρευνα και τα οποία αξιολογούν τις στάσεις, τις αντιλήψεις και τις προσδοκίες των νέων για την ανάπτυξη της πόλης τους. Διαπιστώνεται ότι η νεολαία της Θεσσαλονίκης συγχέει περισσότερο την έννοια της τοπικής ανάπτυξης με την ύπαρξη υποδομών και ότι σε γενικές γραμμές αξιολογούν θετικά την πόλη τους. Λέξεις Κλειδιά: Τοπική Ανάπτυξη, Συνιστώσες Τοπικής Ανάπτυξης, Εμπειρική Έρευνα, Θεσσαλονίκη 1

1. Εισαγωγή Το ζήτημα της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, στον Ευρωπαϊκό χώρο αποτελεί τομέα στον οποίο έχει αποδοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα. Οι πόλεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη νέα οικονομική, πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, έχοντας σαν στόχο το δικό τους αυτάρκη οικονομικό δυναμισμό και τη βελτίωση της θέσης και της ανταγωνιστικότητάς τους στις νέες συνθήκες της αγοράς (Μεταξάς, 2008). Οι σχετικές έρευνες που διεξάγονται έχουν σαν αντικείμενο τον εντοπισμό των προβλημάτων και των δυνατοτήτων της εκάστοτε πόλης περιοχής και τις τυχόν βελτιώσεις που μπορούν να γίνουν. Η Ελλάδα, ωστόσο, φαίνεται να υστερεί σε αυτόν τον τομέα και ένας από τους παράγοντες δυσχέρειας είναι η έλλειψη αναλυτικών δεδομένων σε τοπικό επίπεδο (το χαμηλότερο επίπεδο δεδομένων είναι αυτό του νομού). Η παρούσα εργασία ασχολείται με το ζήτημα της τοπικής ανάπτυξης μέσα από εμπειρική έρευνα. Αρχικά, γίνεται ανασκόπηση επιστημονικής βιβλιογραφίας, σχετικής με το αντικείμενο, τις συνιστώσες και τη διαδικασία της τοπικής ανάπτυξης. Στη συνέχεια, παραθέτονται τα αποτελέσματα της έρευνας και ο κριτικός σχολιασμός τους, σχετικά με την αξιολόγηση των συνιστωσών της τοπικής ανάπτυξης από τους ερωτώμενους. Τέλος, η εργασία κλείνει με μία σειρά συμπερασματικών σημειώσεων, τα οποία απορρέουν από την επεξεργασία των αποτελεσμάτων της έρευνας και καταδεικνύουν τη στάση και τις αντιλήψεις των ερωτώμενων για το ζήτημα της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης. Τα συμπεράσματα που εξάγονται έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη σημερινή κατάσταση της πόλης που διεξήχθη η έρευνα, τη Θεσσαλονίκη, και γενικότερα για την αντίληψη που κυριαρχεί όσον αφορά την τοπική ανάπτυξη. 2. Θεωρητική προσέγγιση 2.1. Ο χώρος στην οικονομική επιστήμη Η μεταβλητή του χώρου δεν ήταν πάντα παρούσα στην οικονομική θεωρία, καθώς μέχρι το 1930, η παραδοσιακή οικονομική θεωρία πίστευε στην τέλεια κινητικότητα των συντελεστών παραγωγής από περιοχή σε περιοχή. Σύμφωνα με τη Νεοκλασική θεωρία, η επίδραση του χώρου είναι μηδαμινή γιατί το κόστος μεταφοράς είναι μηδενικό και αυτό γιατί, οι πόροι κινούνται στιγμιαία, αυτόματα και ανέξοδα και μπορούν να κατανεμηθούν με ομοιόμορφο τρόπο. Οποιαδήποτε ανισορροπία, που μπορεί να εμφανιστεί στις τιμές και στα εισοδήματα, εξαλείφεται από τη λειτουργία και το μηχανισμό της αγοράς (Κόνσολας, 1997). Ο χώρος όμως αποτελεί μια πολύ σημαντική μεταβλητή, η οποία επηρεάζει τον τρόπο που ένα οικονομικό σύστημα λειτουργεί και αποτελεί πηγή οικονομικών πλεονεκτημάτων (ή μειονεκτημάτων). Τα οικονομικά πλεονεκτήματα πηγάζουν από τη γεωγραφική θέση μιας περιοχή, αλλά και από τον συγκεντρωτικό χαρακτήρα των παραγωγικών διεργασιών στο χώρο που σχετίζεται με την μείωση του κόστους παραγωγής και με πιο σύγχρονους όρους, με το κόστος συναλλαγών (Capello, 2011). Συνεπώς, μια προσέγγιση της διαδικασίας της ανάπτυξης που δεν λαμβάνει υπόψη τον παράγοντα χώρο, κρίνεται μάλλον στατική. Η περιφερειακή ανάπτυξη εμφανίστηκε συστηματικά ως πολιτική λίγο πριν και λίγο μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Τόσο στη Δυτική Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, είχαν εφαρμοστεί διάφορες μορφές κρατικών παρεμβάσεων με στόχο την υποβοήθηση των περιφερειών που 2

αδυνατούσαν να συνέλθουν από τη οικονομική κρίση του 1929 30. Όμως, και πριν το 1930 υπήρξαν πολιτικές και προγράμματα που αναφέρονταν σε προβλήματα προβληματικών περιοχών, προκειμένου να υπερβούν τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης (Χατζημιχάλης, 1992). Μετά τον β παγκόσμιο πόλεμο, η χωρική παράμετρος άρχισε να ενσωματώνεται πιο συστηματικά στην οικονομική θεωρία και έτσι εμφανίζεται ένας νέος τομέας της οικονομικής επιστήμης, η οικονομική του χώρου, της οποίας εφαρμοσμένο πεδίο αποτελεί η περιφερειακή πολιτική (Κόνσολας, 1997). Την περίοδο αυτή, οι περιφερειακές ανισότητες εντάθηκαν και απαιτούσαν οργανωμένη αντιμετώπιση. Στις αναπτυσσόμενες χώρες τα ζητήματα τοπικής οικονομικής ανάπτυξης αναλύονται ακόμα υπό το πρίσμα των θεωριών εθνικής οικονομικής ανάπτυξης, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα ξεχωριστά τοπικά αναπτυξιακά χαρακτηριστικά. Οι τοπικές αρχές, μαζί με τους οικονομικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες που εδρεύουν εκεί, αντιλαμβάνονται ότι η οικονομική ανάπτυξη της συγκεκριμένης περιοχής εξαρτάται κυρίως από τις παρεμβάσεις και τις πολιτικές που εκτελούνται από την κεντρική κυβέρνηση (Tello, 2010). 2.2. Τοπική οικονομική ανάπτυξη 2.2.1. Ορισμοί Σύγχρονες προσεγγίσεις Η τοπική οικονομική ανάπτυξη, είναι όρος που εμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 70, ωστόσο δεν έχει ένα σαφή ορισμό. Η έννοια της ανάπτυξης αναφέρεται σε μια διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης, η οποία συνοδεύεται από διαρθρωτικές μεταβολές μακροχρόνιες και μη αναστρέψιμες, ενώ ο όρος τοπική αναφέρεται σε κάθε γεγονός, δραστηριότητα ή διαδικασία, που γίνεται με πρωτοβουλία ή στηρίζεται από τον τοπικό πληθυσμό (Coffey & Polese, 1985). Σύμφωνα με την World Bank (2001), η Τοπική Οικονομική Ανάπτυξη αφορά στην από κοινού συνεργασία των ανθρώπων προκειμένου να επιτύχουν την οικονομική ανάπτυξη, η οποία επιφέρει τόσο οικονομικά οφέλη όσο και καλύτερο επίπεδο διαβίωσης για όλα τα μέλη μιας κοινότητας (Μεταξας, 2008; Tello, 2010). Ένας σύγχρονος ορισμός υποστηρίζει ότι το πεδίο της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης είναι ένας συνδυασμός αρχών και ένα αμάλγαμα πολιτικών και ότι η υπόθεση της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης είναι από μόνη της μια μικρή και αυξανόμενη βιομηχανία. Η κεντρική ιδέα της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης βασίζεται σε τέσσερις παράγοντες: α) ενδογενείς πηγές και τοπικός έλεγχος, β) δημιουργία νέου πλούτου, γ) χτίσιμο νέων ικανοτήτων, δ) επέκταση των πόρων (Blakely & Brandshaw, 2002). Η τοπική ανάπτυξη μπορεί να στηρίζεται σε ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα, οι εξωγενείς παίζουν σημαντικότερο ρόλο (Garofoli, 1992). Οι ενδογενείς παράγοντες είναι στοιχεία, τα οποία αναπτύσσονται μέσα σε μια περιοχή και δίνουν ώθηση στη διαδικασία της ανάπτυξής της. Οι εξωγενείς παράγοντες περιλαμβάνουν στοιχεία τα οποία δεν προέρχονται από την περιοχή, αλλά μεταφέρονται σε αυτή, είτε συμπτωματικά, είτε εσκεμμένα (Capello, 2011). Οι θεωρίες τοπικής ανάπτυξης λαμβάνουν υπόψη τους την ανομοιογένεια του χώρου και τη διαφοροποίηση των τοπικών χαρακτηριστικών. Υποστηρίζουν ότι η σύνθεση του εργατικού δυναμικού, η εξειδίκευση, το κόστος, η κινητικότητα κλπ., διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή, με 3

αποτέλεσμα αυτές οι διαφορές να επηρεάζουν την απόφαση εγκατάστασης επιχειρήσεων και ιδιωτών και ως εκ τούτου, την ανάπτυξη μιας περιοχής. Γίνεται έτσι αντιληπτό, πως η τοπική ανάπτυξη δημιουργείται και διατηρείται από τα υλικά και άυλα στοιχεία μιας περιοχής, τα οποία καθορίζουν την μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα και τη διατήρησή της (Capello, 2011). Επίσης, όλες οι θεωρίες τοπικής ανάπτυξης εστιάζουν στην προσπάθεια ενδυνάμωσης της ικανότητας των τοπικών συντελεστών παραγωγής, οι οποίοι θεωρούνται απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία και διατήρηση της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης. Η συνεργασία και η ρύθμιση των θεσμικών διαρθρώσεων στην περιοχή θεωρούνται τα κύρια εργαλεία στη διαδικασία ενδυνάμωσης της ικανότητας των τοπικών συντελεστών (Μπαλαμού, 2006). 2.2.2. Χαρακτηριστικά της τοπικής ανάπτυξης Ο προσδιορισμός της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης περιλαμβάνει διάφορες πτυχές, που δεν περιορίζονται στα όρια των θεωριών, όπως η γεωγραφική θέση, η παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο, ο ρόλος και η συμμετοχή των τοπικών παραγόντων και τέλος, η διεπιστημονική προσέγγιση της έννοιας ανάπτυξης (Tello, 2010). Η πρώτη πτυχή αφορά τη γεωγραφική θέση της διαδικασίας τοπικής οικονομικής ανάπτυξης σε συγκεκριμένες εδαφικές ενότητες, τα χαρακτηριστικά της εκάστοτε, μπορεί να επηρεάσουν την κατάλληλη λειτουργία των αυθόρμητων μηχανισμών της αγοράς ή τις πολιτικές που εφαρμόζονται χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τοπικούς παράγοντες. Παράγοντες όπως η εκπαίδευση, η κατοικία, η προσβασιμότητα, η περίθαλψη, ο κατώτατος μισθός και άλλα, μπορούν να αντιμετωπιστούν με ένα συγκεκριμένο τρόπο, ανάλογα με τα ενδιαφερόμενα μέρη που εμπλέκονται, που σημαίνει ότι τα κίνητρα πρέπει να σχεδιαστούν, να εκτελεστούν και να συντονιστούν σε τοπικό επίπεδο (Greffe, 2004). Η δεύτερη πλευρά της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης συνδέεται με την παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο. Οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν μια ποικιλία οργάνων για την επίτευξη των στόχων της αποτελεσματικής και της δίκαιης κατανομής των πόρων σε μια οικονομία, που περιλαμβάνουν δημόσια αγαθά και υπηρεσίες όπως οι δημόσιες υποδομές και οι κοινωνικές υπηρεσίες. Η διαφορά μεταξύ δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, που αφορούν κατοίκους της επικράτειας ή συγκεκριμένων περιοχών και αυτό που η βιβλιογραφία αναφέρει ως τοπικά αγαθά και υπηρεσίες, είναι μια άλλη πλευρά που δεν εξετάζεται σε άλλες θεωρίες οικονομικής ανάπτυξης (Tello, 2010). Το τρίτο χαρακτηριστικό της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, είναι η εξέταση του συγκεκριμένου ρόλου και συμμετοχής των τοπικών παραγόντων στην διαδικασία τοπικής οικονομικής ανάπτυξης. Πρώτον, οι κάτοικοι μιας περιοχής απαιτούν αγαθά και υπηρεσίες από τη διοίκηση (όλων των επιπέδων), για να υποστηριχθεί η τοπική επιχειρηματική δραστηριότητα και να μειωθούν οι εισοδηματικές ανισότητες μεταξύ των περιοχών. Δεύτερον, μέσω διαδικασιών συνεργασίας, μπορεί να αυξηθούν τα δημόσια αγαθά, να τονωθεί η τοπική οικονομική ανάπτυξη, καθώς επίσης, να επηρεαστούν οι οικονομικές πολιτικές σε τοπικό και εθνικό επίπεδο (Tello, 2010). Η τέταρτη πτυχή, που διαχωρίζει την τοπική οικονομική ανάπτυξη από τις υπόλοιπες θεωρίες, είναι η διεπιστημονική της προσέγγιση. Για να μελετηθεί η γεωγραφική ή χωρική διάσταση της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, το κλειδί βρίσκεται στα πεδία της περιφερειακής, αστικής, αγροτικής και γεωγραφικής οικονομικής επιστήμης (Tello, 2010). 4

2.3. Συνιστώσες της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης Η τοπική οικονομική ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα πολλών και διαφορετικών παραγόντων. Μερικές από τις βασικές της συνιστώσες είναι οι εξής: η τοποθεσία, γεωγραφία και αρχικές συνθήκες, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω της αντιμετώπισης των τοπικών αναγκών, οι δραστηριότητες στον τομέα των υπηρεσιών, οι σύγχρονες υποδομές και κοινοτικές εξυπηρετήσεις, η ανάπτυξη ενός δικτύου υπηρεσιών και θεσμών για την εξυπηρέτηση των κοινοτήτων, η παιδεία και οι τοπικές αξίες, η αποκέντρωση, η μικρή κλίμακα και ο τοπικός έλεγχος, η αξιοποίηση τοπικών φυσικών πόρων, από τους ίδιους τους κάτοικους της περιοχής, τα τοπικά δημόσια αγαθά, η τοπική κυβέρνηση και οι πολιτικές τοπικής ανάπτυξης, οι συνεργασίες δημόσιου ιδιωτικού τομέα, οι συνεργασίες τοπικών ιδιωτικών παραγόντων και οι συλλογικές δράσεις, οι επιχειρήσεις και η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, οι Πολιτικές αστικής ανάπτυξης, και το Πανεπιστήμιο (Weaver, 1992; Andrews, 1953; Tello, 2010; Μεταξάς, 2008, 2010; Barlow, 1997; Κόνσολας, Παπαδασκαλόπουλος, Χριστοφάκης, 2010). Το σημείο εκκίνησης της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης μιας περιοχής είναι η αρχική οικονομική της βάση. Η έννοια οικονομική βάση προσδιορίζεται ως το σύνολο των δραστηριοτήτων μιας περιοχής, οι οποίες διαμορφώνονται από διάφορους παράγοντες που προέρχονται από την τοποθεσία της περιοχής (Andrews, 1953). Επιπλέον, διάφορα ζητήματα προκύπτουν όταν τα δημόσια αγαθά και υπηρεσίες εισάγονται στην ανάλυση της διαδικασίας τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, τρία από τα οποία είναι τα παρακάτω. Το πρώτο ζήτημα είναι η αποτελεσματικότητα με την οποία η κεντρική κυβέρνηση παρέχει δημόσια αγαθά και υπηρεσίες. Το δεύτερο, είναι το επίπεδο της τοπικής αυτοδιοίκησης που μπορεί να παρέχει δημόσια αγαθά και υπηρεσίες πιο αποτελεσματικά. Το τρίτο, είναι ο οικονομικός και κοινωνικός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στη διαδικασία τοπικής οικονομικής ανάπτυξης (Tello, 2010). Η προώθηση μιας βιώσιμης ανάπτυξης και η εφαρμογή συνεργασιών μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες. Οι ομάδες και οι οργανισμοί τοπικής ανάπτυξης, τα εμπορικά επιμελητήρια και τα συμβούλια επιχειρήσεων μπορούν να συμβάλουν στη διαδικασία της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης. Προσπαθώντας να χρησιμοποιήσουν πιο αποτελεσματικά τις χρηματοδοτικές πηγές τους, υιοθετούν μια επιχειρησιακή λογική στην καθημερινή πρακτική τους (Μεταξάς, 2010). Τοπικές αρχές χωρίς επιχειρησιακές ικανότητες, μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη μιας πόλης σε σύγκριση με άλλες (Barlow, 1997). Ποικίλες ομάδες πολιτών ή ιδιωτικών παραγόντων (επιχειρηματίες, γυναίκες, ομάδες που εκπροσωπούν το κοινωνικό κεφάλαιο, κλπ.) παίζουν πολλαπλούς ρόλους και επηρεάζουν τη διαδικασία της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, μέσω ποικίλων μηχανισμών. Ένας τρόπος συμμετοχής των πολιτών, είναι μέσω τοπικών συνεταιρισμών μεταξύ δυο ή περισσότερων ομάδων παραγόντων (συμπεριλαμβανομένων και θεσμών, κοινοτικών ή ιδιωτικών οργανισμών και κρατικών φορέων) που μοιράζονται κοινές αναπτυξιακές στοχεύσεις (Tello, 2010). Ο συνεταιρισμός, ουσιαστικά, αποτελεί τη βάση για την ανάπτυξη συλλογικών οικονομικών δράσεων, καθώς αποτελεί ένα ενδιάμεσο επίπεδο ανάμεσα στις δράσεις που αναπτύσσονται μεμονωμένα από τις επιχειρήσεις και τις δράσεις που λαμβάνουν χώρα μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης και των ανώτερων κυβερνητικών επιπέδων (Μεταξάς, 2008). 5

Ο ρόλος των επιχειρήσεων στην τοπική ανάπτυξη μιας περιοχής είναι επίσης πολύ σημαντικός, καθώς εκφράζει την τάση της επιχειρηματικότητας στην περιοχή αυτή και γιατί συνδέεται με θέματα όπως, ο χαρακτήρας της απασχόλησης του τοπικού παραγωγικού δυναμικού, την ύπαρξη καινοτομικών δράσεων στις παραγωγικές διαδικασίες, την εγκατάσταση νέων τεχνολογιών, αλλά κυρίως γιατί συνδέεται με την προσπάθεια των τοπικών οικονομιών και κοινωνιών να ενισχύσουν την ενδογενή τους ανάπτυξη, παρέχοντας υποστήριξη στις τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Μεταξάς, 2008). Η ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης είναι αποτέλεσμα της συνύπαρξης και λειτουργίας ποικίλων παραγόντων, μερικοί από τους οποίους είναι η επιτυχής διαχείριση των εισροών παραγωγής και των πρώτων υλών, η επιτυχής οργάνωση και η αποτελεσματική διοίκηση μηχανισμών αλληλεξάρτησης μεταξύ του περιβάλλοντος της αγοράς, της ανάπτυξης συνεργασιών με ακαδημαϊκά κέντρα και με άλλες επιχειρήσεις (Μεταξάς, 2008). Η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων επηρεάζεται και διαμορφώνεται από τις συνθήκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής, στην οποία είναι εγκατεστημένες και δραστηριοποιούνται (Deas & Giordano, 2001). O ρόλος των δημόσιων τοπικών αρχών και η συνεισφορά τους στην τοπική οικονομική ανάπτυξη των πόλεων είναι πολύ σημαντική, ειδικότερα σε ότι αφορά τον σχεδιασμό των στρατηγικών προώθησης, αλλά και της εικόνας των πόλεων διεθνώς. Η κύρια προτεραιότητα σχεδιασμού και ανάπτυξης των στρατηγικών αυτών εστιάζεται στη βιώσιμη ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, με έμφαση όχι μόνο στην οικονομική ανάπτυξη, από την στιγμή που η ύπαρξη τοπικών αυτοδιοικήσεων με επιχειρηματικό προσανατολισμό προκύπτει ως βασική αναγκαιότητα, κυρίως τη δεκαετία του 90 (Hall & Hubbard, 1996). Ο ρόλος του Πανεπιστημίου είναι κεφαλαιώδους σημασίας, καθώς παίζει το ρόλο της προωθητικής δραστηριότητας στην τοπική ανάπτυξη μιας περιοχής, και μπορεί να μεταβάλλει το αναπτυξιακό περιβάλλον της και να συμβάλλει στην ολοκληρωμένη ανάπτυξή της. Αποτελεί ισχυρό οικονομικό φορέα του τόπου που επενδύει, αγοράζει, πληρώνει και απασχολεί. Κινητοποιεί τις τοπικές επιχειρηματικές δυνάμεις μέσω δικτυώσεων και διάχυσης πληροφοριών και αποτελεί τον κύριο φορέα έρευνας και ανάπτυξης για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δεν διαθέτουν οικονομικές και τεχνολογικές δυνατότητες (Κόνσολας, Παπαδασκαλόπουλος, Χριστοφάκης, 2010). 2.4. Διαδικασία της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης Βασικό ρόλο στην εκκίνηση της ανάπτυξης σε τοπικό επίπεδο, αποτελεί ο προσδιορισμός και η ενίσχυση του ρόλου των τοπικών κέντρων ανάπτυξης, τα οποία λειτουργούν ως τόποι συγκέντρωσης παραγωγικών δραστηριοτήτων και δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών. Η λειτουργία τους με εξειδικευμένο αναπτυξιακό ρόλο έχει τεράστια σημασία για τη συγκράτηση του πληθυσμού, την ισόρροπη ανάπτυξη και τη συνοχή, τόσο των συγκεκριμένων περιοχών, όσο και στο σύνολο της χώρας (Χριστοφάκης, 2004). Η διαδικασία της τοπικής ανάπτυξης δεν είναι βραχυχρόνια, ούτε συντελείται σε μία φάση. Ένα μοντέλο τοπικής ανάπτυξης, το οποίο θα περιλαμβάνει αυτόνομες οικονομικές διαδικασίες και θα είναι αυτοσυντηρούμενο, θα πρέπει να βασίζεται: α) Στη χρήση τοπικών πόρων που είναι κυρίως η εργασία, το τοπικό, ιστορικά συσσωρευμένο κεφάλαιο, η επιχειρηματικότητα, η γνώση ειδικών 6

παραγωγικών διαδικασιών και επαγγελματικών καθηκόντων και οι υλικοί πόροι. β) Στη δυνατότητα να ελέγχεται τοπικά η διαδικασία συσσώρευσης. γ) Στη δυνατότητα του τοπικού συστήματος να καινοτομεί. δ) Στην ανάπτυξη ενδοκλαδικών και διακλαδικών παραγωγικών αλληλεξαρτήσεων σε τοπικό επίπεδο (Garofoli, 1992). 3. Εμπειρική έρευνα 3.1. Προσέγγιση έρευνας Στην προσπάθεια κατανόησης της διαδικασίας της τοπικής ανάπτυξης και των συνιστωσών που την προωθούν ή την επιβραδύνουν, κρίθηκε απαραίτητη η διεξαγωγή εμπειρικής έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του μαθήματος Χωρική Ανάπτυξη των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών Χωρική Ανάλυση και Διαχείριση Περιβάλλοντος και Πολεοδομία Χωροταξία. Το πεδίο έρευνας είναι η πόλη της Θεσσαλονίκης, τα αποτελέσματα αναφέρονται μόνο σε αυτήν και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γενικευτούν για όλη την Ελλάδα ή για κάποιο άλλο μικρότερο τμήμα της. Σ αυτό το σημείο, είναι απαραίτητο να αναφερθεί πως η έρευνα χαρακτηρίζεται από δύο αδυναμίες. Πρώτον, ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν πολύ μικρός, γεγονός που δεν επιτρέπει την πλήρη διασφάλιση των αποτελεσμάτων, παρά μόνο ένα μέρος ή μια ιδέα αυτών και δεύτερον, η δειγματοληψία ήταν τυχαία, που σημαίνει ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος και για τη σωστή διασπορά του πληθυσμού. Παρόλα αυτά, μέσα από αυτήν την έρευνα γίνεται μία πρώτη προσπάθεια για την προσέγγιση της τοπικής ανάπτυξης και το πώς την αντιλαμβάνονται οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης. 3.2. Προφίλ και σκοπός της έρευνας Στόχος της έρευνας ήταν η συλλογή στάσεων, αντιλήψεων και προσδοκιών της νεολαίας για τις συνιστώσες της τοπικής ανάπτυξης. Η έρευνα πεδίου πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη, κατά την περίοδο Δεκεμβρίου 2013 Ιανουαρίου 2014. Για την υλοποίησή της συντάχθηκαν ερωτηματολόγια, τα οποία αποτελούνταν από ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής στην κλίμακα του Linker, (1: διαφωνώ πλήρως 10: συμφωνώ πλήρως). Το δείγμα της έρευνας ήταν 197 νέοι άνθρωποι (ηλικίας 18 30), και προσδιορίστηκε με την μέθοδο της τυχαίας επιλογής, χωρίς περιορισμούς φύλου, επαγγέλματος, εκπαίδευσης, οικογενειακής κατάστασης και εισοδήματος,στη συνέχεια έγινε ανάλυση των πρωτογενών στοιχείων που συλλέχθηκαν. 3.2.1. Η πόλη της Θεσσαλονίκης Η Θεσσαλονίκη είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, μετά την Αθήνα, σε έκταση άλλα και σε πληθυσμό. Είναι πρωτεύουσα του νομού Θεσσαλονίκης και αποτελεί έδρα της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας Θράκης. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της περιφερειακής ενότητας Θεσσαλονίκης, στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου. Είναι το οικονομικό κέντρο της βορείου Ελλάδος, με έντονη δραστηριότητα σε όλους τους τομείς παραγωγικότητας (πρωτοβάθμιος, δευτεροβάθμιος και τριτοβάθμιος). Από τη πόλη περνούν δύο νευραλγικοί οδικοί (και σιδηροδρομικοί) άξονες, αυτός της ΠΑΘΕ (Πάτρα Αθήνα Θεσσαλονίκη Εύζωνοι) και της Εγνατία οδού (Αλεξανδρούπολη 7

Ηγουμενίτσα), διαθέτει διεθνές αεροδρόμιο καθώς και εμπορικό επιβατικό λιμάνι. Η Θεσσαλονίκη παρόλο που διαθέτει παράγοντες που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ενδογενήτοπική ανάπτυξη, τείνει να ετεροκαθορίζεται από το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της Ελλάδας, την Αθήνα και να βασίζει τις προσδοκίες ανάπτυξης της στις πρωτοβουλίες της κεντρικής κυβέρνησης. 3.2.2. Προφίλ ερωτώμενων Στην έρευνα πεδίου συμμετείχαν 197 άτομα, ηλικίας από 18 έως 30 ετών, τα οποία διαμένουν στη Θεσσαλονίκη, μόνιμα ή περιστασιακά. Οι ερωτώμενοι ήταν άνδρες και γυναίκες, φοιτητές, εργαζόμενοι και άνεργοι, ανεξαρτήτως επιπέδου εκπαίδευσης, οικογενειακής κατάστασης και μηνιαίου εισοδήματος. Οι συμμετέχοντες έχουν μέσο όρο ηλικίας τα 26 χρόνια και το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών (53,3%) υπερτερεί έναντι του ποσοστού των ανδρών (46,7%). Το 25,9% των ερωτώμενων είναι φοιτητές, το 64% είναι εργαζόμενοι εξειδικευμένοι ή ανειδίκευτοι, με μέσο όρο απασχόλησης τα 2,4 έτη, ενώ το ποσοστό των ανέργων είναι 10,1%, με μέσο όρο ανεργίας τους 9 μήνες. Το ποσοστό των ανέργων του δείγματος δεν είναι αντιπροσωπευτικό, καθώς η ΕΛΣΤΑΤ το 2011 κατέγραψε πως το ποσοστό της ανεργίας στη Θεσσαλονίκη ανέρχεται στο 31,5%. Στην έρευνα αυτή, δεν υπήρχε συμμετοχή από άτομα Α βάθμιας εκπαίδευσης (0%), όπως και το ποσοστό της Β βάθμιας εκπαίδευσης (3,5%) είναι πολύ μικρό. Αντίθετα, η συμμετοχή ατόμων Γ βάθμιας εκπαίδευσης (72,5%) είναι συντριπτική. Επιπλέον, υπάρχουν άτομα που είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού (23,3%), αλλά και διδακτορικού τίτλου σπουδών (0,7%). Η κατανομή αυτή συμβαδίζει με τη γενική εικόνα της ελληνικής κοινωνίας όπου μεγάλο ποσοστό της νεολαίας έχει πρόσβαση στην Γ βάθμια εκπαίδευση, αποκτώντας αξιόλογα εργασιακά προσόντα, κάτι που αποδεικνύει την αντιστοιχία μόρφωσης απασχόλησης στη Ελλάδα. Το μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων στην έρευνα είναι άγαμοι (94,4%), κάτι αναμενόμενο εφόσον οι ερωτώμενοι είναι μικρής ηλικίας. Παρόλα αυτά, υπάρχει ένα μικρό ποσοστό έγγαμων (3,5%), έγγαμων με παιδιά (1,5%), αλλά και διαζευγμένων (0,6%). Τέλος, ένα ακόμα στοιχείο που ζητήθηκε από τους ερωτώμενους, ήταν το μηνιαίο εισόδημά τους. Σε αυτή την περίπτωση, τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά, διότι το μεγαλύτερο ποσοστό έχει εισόδημα μικρότερο των 500 ευρώ (54,8%). Σε συσχετισμό με τα παραπάνω δεδομένα, γίνεται αντιληπτό πως, ενώ η πλειοψηφία των συμμετεχόντων έχει λάβει υψηλή μόρφωση και εργάζεται, οι απολαβές της δεν είναι ανάλογες των προσόντων της. Σημαντικό ποσοστό λαμβάνει εισόδημα που κυμαίνεται από 501 1.000 ευρώ (37,5%), ενώ το ποσοστό των συμμετεχόντων με εισόδημα από 1.001 1.500 ευρώ είναι πολύ μικρό (6,5%). Το εισόδημα της τάξεως των 1.501 2.000 αντιστοιχεί σε πολύ χαμηλό ποσοστό ερωτώμενων (1,2%), ενώ εισόδημα άνω των 2.000 ευρώ δεν προκύπτει να λαμβάνει κανένας από τους συμμετέχοντες (0%). 3.3. Ανάλυση απαντήσεων 3.3.1. Ερώτηση 1: Πώς αντιλαμβάνεστε την έννοια της Τοπικής Ανάπτυξης; Η πρώτη και εισαγωγική ερώτηση του ερωτηματολογίου αναφερόταν στην έννοια της τοπικής ανάπτυξης και πως αυτή γίνεται αντιληπτή από τους ερωτώμενους, δεδομένου ότι πρόκειται για μια 8

έννοια, η οποία χρήζει διαφορετικής ερμηνείας στην καθημερινότητα μας και εκφράζεται με διαφορετικούς όρους ανάλογα με τις προσωπικές πεποιθήσεις του καθενός. Οι παράγοντες οι οποίοι κρίθηκαν πως εκφράζουν καλύτερα αυτή τη μορφή ανάπτυξης έχουν να κάνουν με τις θέσεις εργασίας, τις υποδομές, το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής και τον τουρισμό. Η αύξηση των θέσεων εργασίας ήταν ο παράγοντας που αξιολογήθηκε με αρκετά υψηλό βαθμό, ενώ οι παράγοντες που αφορούσαν στην ύπαρξη ή βελτίωση υποδομών απέσπασαν εξίσου υψηλή βαθμολογία. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στις κοινωνικές υποδομές και η ύπαρξη ή η βελτίωση τους φαίνεται να αντικατοπτρίζει ένα αυξημένο επίπεδο τοπικής ανάπτυξης. Ακολουθούν, η ύπαρξη ή βελτίωση παραγωγικών υποδομών, υποδομών που αφορούν σε μεταφορικά και ενεργειακά δίκτυα, αλλά και των αστικών υποδομών, όπως δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης. Γενικά, παρατηρείται μια κλίση προς παράγοντες, που γίνονται εύκολα αντιληπτοί και τα αποτελέσματα των οποίων σχετίζονται άμεσα με την καθημερινότητα και έχουν χρηστικό ρόλο. Σε αυτήν την κατηγορία θα μπορούσαν να ενσωματωθούν και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και η βελτίωση της ποιότητας της ζωής με αισθητική αναβάθμιση του δημόσιου χώρου και πρόσβαση του κοινού σε δρώμενα και δραστηριότητες, που θα λαμβάνουν χώρα εντός των ορίων της πόλης τους, δύο ακόμα παράγοντες που απέσπασαν ιδιαίτερα υψηλή βαθμολογία, με μικρή διαφορά από τους προηγούμενους. Τέλος, η αύξηση του τουρισμού δεν θα πάψει ποτέ να θεωρείται, για τα ελληνικά δεδομένα, ένας από τους χαρακτηριστικότερους τομείς ανάπτυξης η ενδυνάμωση του οποίου παραπέμπει αυτομάτως σε κοινωνική και οικονομική άνθιση του τόπου. Όπως, άλλωστε, επισήμαιναν οι ερωτηθέντες πρόκειται για έναν αυτονόητο παράγοντα άμεσα συνδεδεμένο με την περιφερειακή αλλά και την εθνική ανάπτυξη, δεδομένου του συγκριτικού πλεονεκτήματος της χώρας έναντι των υπολοίπων. Αντίθετα, η συνιστώσα της τοπικής ανάπτυξης που θεωρείται, με μικρή διαφορά βέβαια από τις υπόλοιπες, λιγότερο αντιπροσωπευτική είναι αυτή που αναφέρεται στη μείωση των εισοδηματικών ανισοτήτων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η άμβλυνση της κοινωνικό οικονομικής ψαλίδας δεν σχετίζεται άμεσα με την ανάπτυξη της περιοχής της Θεσσαλονίκης. 3.3.2. Ερώτηση 2: Ποιοί παράγοντες έχουν συμβάλλει μέχρι σήμερα στην ενδυνάμωση της Τοπικής Ανάπτυξης στην περιοχή σας; & Ερώτηση 3: Ποιοί παράγοντες μπορούν να συμβάλλουν στην ενδυνάμωση της Τοπικής Ανάπτυξης στην περιοχή σας, στο εγγύς μέλλον (μέχρι το 2020); Σε δεύτερο επίπεδο, και αφού εισήχθη ο ερωτώμενος στην έννοια της τοπικής ανάπτυξης, έγινε μια προσπάθεια μεγαλύτερης εμβάθυνσης επί του θέματος, και για αυτό το λόγο κλήθηκε να αξιολογήσει μια σειρά από εικοσιένα παράγοντες για τη μέχρι σήμερα, αλλά και για τη μελλοντική συμβολή τους, στην ανάπτυξη της πόλης. Στο παρακάτω διάγραμμα (Διάγραμμα 1) παρουσιάζονται τα συγκριτικά αποτελέσματα. 9

Διάγραμμα 1: Συγκριτικό ραβδόγραμμα ερωτήσεων 2 και 3 Μέχρι σήμερα, φαίνεται πως δεν έχει δοθεί το απαιτούμενο βάρος από την πολιτεία στην τοπική ανάπτυξη, δεδομένου των χαμηλών βαθμολογιών στην δεύτερη ερώτηση, ε η οποία καλούσε τους ερωτηθέντες να κρίνουν την έως τώρα συνεισφορά μιας σειράς παραγόντων για την ενδυνάμωση της τοπικής ανάπτυξης. Αυτό, λοιπόν, που παρατηρείται είναι ότι ό την υψηλότερη βαθμολογία συγκεντρώνουν συνιστώσες που έχουν να κάνουν άμεσα με την πόλη π και όχιι με παράγοντες που αφορούν σε κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο διαχείρισης. Πιο αναλυτικά, ο παράγοντας με τη μεγαλύτερη συμβολή στην σ ανάπτυξη της πόλης της Θεσσαλονίκης είναι αυτός που αναφέρεται ι στις αρχικές συνθήκες της, δηλαδήή στη γεωγραφία του τόπου, στην τοπογραφία της περιοχής, αλλά και στο μέγεθος τουυ πληθυσμού που φιλοξενεί. Εν συνεχεία, ιδιαίτερα υψηλό βαθμό συγκεντρώνει ο παράγοντας της τ αξιοποίησης των ιδιαίτερων τοπικών χαρακτηριστικών, όπως η σύνδεσηη της πόλης με το θαλάσσιο μέτωπο, η λειτουργία του εμπορικού λιμένα αλλά και η χωροθέτηση της σε σχέση με τους δύο μεγάλουςς αυτοκινητόδρομους της χώρας. Ενώ, τέλος, την αμέσως υψηλότερη βαθμολογία οι ερωτηθέντες απέδωσαν στο ρόλο της επένδυσης στον τουριστικό τομέα, δεδομένου ότι πρόκειται γιαα μια περιοχή που προσελκύει χιλιάδες επισκέπτες το χρόνο, λόγω της φυσιογνωμίας της, της πολιτιστικής της κληρονομιάς και ταυτότητας αλλά και της μικρής της απόστασης από τα τουριστικά θέρετρα θ του νομού Χαλκιδικής. Από την άλλη, οι παράγοντες οι οποίοι φαίνεται να έχουν αξιοποιηθεί λιγότερο είναι το χαμηλό κόστος γης και η επένδυση στον αγροτικό τομέα. Πιο συγκεκριμένα,, από τη στιγμή που είναι αρκετά αυξημένες οι αξίες γης είναι λογικό να επιλέγεται αυτή η βαθμολογία ενώ δε, η αγορά ή η ενοικίαση γης είναι απαγορευτική ιδίωςς με τα τωρινά δεδομένα. Αναφορικά με τον αγροτικό τομέα, αξιολογήθηκε χαμηλά εφόσον η έρευνα επικεντρώθηκε στην πόλη της Θεσσαλονίκης, όπου δεν είναι εφικτή η ανάπτυξη αυτού του παραγωγικού τομέα σε μια πόλη π τέτοιαςς κλίμακας, παρά τη δυνατότητα επένδυσης σε αυτόν στην ευρύτερη περιοχή του νομού. Χαρακτηριστική είναι η αντίδραση σεε αυτή την ερώτηση ενός μεγάλου δείγματος των ερωτηθέντων, μιας και όπως επισημαίνουνν επίκεντρο των αναπτυξιακών πολιτικών της πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν ήταν το κοινό συμφέρον αλλά το προσωπικό. 10

Σε αντιδιαστολή, για το εγγύς μέλλον επικρατεί η άποψη ότι η ανάπτυξη της συμπρωτεύουσας δύναται να επιτευχθεί μέσω της ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όπως αυτό αντικατοπτρίζεται από το βαθμό που ο παράγοντας αυτός συγκέντρωσε και ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος σε αυτήν την ερώτηση. Παρά το γεγονός ότι η αξιοποίηση των ιδιαίτερων τοπικών χαρακτηριστικών συγκεντρώνει αρκετά υψηλή βαθμολογία για τη μέχρι τώρα συμβολή της, οι κάτοικοι θεωρούν ότι μπορούν να ενισχυθούν περαιτέρω και να διαδραματίσουν καίριο ρόλο για την ανέλιξη και το μέλλον της πόλης. Στο ίδιο επίπεδο κυμαίνεται η επιλογή της παροχής κινήτρων μέσω ενός αναπτυξιακού και επενδυτικού νόμου ως καταλύτης της οικονομίας. Εντοπίζεται, το κενό, της χώρα γενικότερα και της Θεσσαλονίκης ειδικότερα, σε μια οργανωμένη πολιτική για την τόνωση της οικονομίας και αναγνωρίζεται η χρησιμότητα της ως μοχλός ανάπτυξης. Ομοίως, η επένδυση στον τουριστικό τομέα και ο σχεδιασμός μεγάλων αναπτυξιακών έργων είναι δύο συντελεστές οι οποίοι συγκεντρώνουν την ίδια βαθμολογία και ενισχύουν την τάση της πρώτης ερώτησης, στην οποία παραλληλίζονται με την έννοια της τοπικής ανάπτυξης. Το κομμάτι της κατασκευής μεγάλων αναπτυξιακών έργων και υποδομών θα ήταν σκόπιμο να προωθηθεί, μιας και από τη μια δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας και από την άλλη ενισχύεται η εικόνα της πόλης και η θέση της στο διεθνές ανταγωνιστικό στερέωμα. Τέλος, ναι μεν ο τουρισμός είναι ήδη αναπτυγμένος στην πόλη και έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην έως τώρα πορεία, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά επικρατεί η άποψη ότι χρειάζεται να γίνει μια σειρά περαιτέρω ενεργειών προς αυτήν την κατεύθυνση. Παρατηρώντας το ραβδόγραμμα των δύο ερωτήσεων, είναι δυνατό μέσα από μια γρήγορη σύγκριση της βαθμολογίας των αντίστοιχων συντελεστών, όπως έχει αυτή διαμορφωθεί, να εξαχθεί το συμπέρασμα πως σε γενικές γραμμές υπάρχει μια χαμηλή εκτίμηση για την έως τώρα συμμετοχή αυτών στη αναπτυξιακή πορεία της πόλης. Αντίθετα, τα αποτελέσματα για τη μελλοντική συμβολή των αντίστοιχων παραγόντων είναι εμφανώς υψηλότερα ακολουθώντας, αναλογικά, παρόμοια διαφορά σε κάθε έναν από αυτούς. Το μεγαλύτερο άνοιγμα παρουσιάζεται σε τέσσερις συνιστώσες. Αυτές είναι, η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η επένδυση στον ενεργειακό τομέα, η συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίου και τοπικής αυτοδιοίκησης και ο αναπτυξιακός και επενδυτικός νόμος με παροχή κινήτρων. 3.3.3. Ερώτηση 4: Συμφωνείτε με τις ακόλουθες προτάσεις; Η πόλη μου είναι το ιδανικό μέρος για να ζει ένας νέος άνθρωπος. Η κεντρική κυβέρνηση ενδιαφέρεται για την πόλη μου. Οι τοπικοί άρχοντες ενδιαφέρονται έμπρακτα για την τοπική ανάπτυξη. Πρέπει να μεταφερθούν αρμοδιότητες και πόροι στην τοπική αυτοδιοίκηση. Η ευθύνη της ανάπτυξης ανήκει αποκλειστικά στις τοπικές αυτοδιοίκησης. Οι διαδικασίες συμμετοχικού σχεδιασμού & διαβούλευσης είναι κρίσιμες για την πόλη μου. Η ανάπτυξη στην πόλη μου πρέπει να συνδέεται με το όραμα των κατοίκων για την πόλη. Η πόλη μου πλεονεκτεί εξαιτίας θετικών αρχικών συνθηκών. Η πόλη μου προσφέρει περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες από άλλες ελληνικές πόλεις. Η πόλη μου, ανεξάρτητα από την κρίση, παρέχει ευκαιρίες για απασχόληση και ανάπτυξη. Η κρίση έχει δημιουργήσει ευκαιρίες για την πόλη μου. Η πόλη μου έχει ανεκμετάλλευτες οικονομικές / παραγωγικές δυνατότητες. 11

Η προσφορά ευκαιριών επαγγελματικής κατάρτισης στην πόλη μου είναι ικανοποιητικές. Αν λειτουργούσε συνεργατικός χώρος για νέες επιχειρήσεις, θα με ενδιέφερε να ενταχθώ. Η νέα γενιά είναι καταδικασμένη στην υπανάπτυξη. Οι νέοι της πόλης μου πρέπει να μείνουν στην πόλη μου/τους. Η πολιτιστική δραστηριότητα στην πόλη μου καλύπτει τα ενδιαφέροντα μου. Στον τουριστικό τομέα, η πόλη μου έχει αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα. Η πόλη έχει μέχρι στιγμής προβάλει σωστά την εικόνα της. Ο κόσμος πρέπει να επιστρέψει στην ύπαιθρο. Στην ερώτηση αυτή, ο ερωτώμενος κλήθηκε να αξιολογήσει μια σειρά είκοσι προτάσεων, σύμφωνα με τις προσωπικές του πεποιθήσεις και αντιλήψεις. Οι προτάσεις αυτές, αφορούσαν τόσο στην εικόνα της πόλης, αλλά και σε γεγονότα και πράξεις που την αφορούν άμεσα ή έμμεσα, όσο και σε θέματα που αναφέρονταν στην ηλικιακή ομάδα των νέων γενικότερα. Οι προτάσεις που συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο βαθμό, και επομένως είναι αυτές που αντικατοπτρίζουν τις απόψεις της νεολαίας της Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα, η πρόταση η ανάπτυξη στην πόλη μου πρέπει να συνδέεται με το όραμα των κατοίκων για την πόλη είναι αυτή που βρίσκει περισσότερο σύμφωνο το δείγμα της έρευνας, γεγονός που υποδηλώνει τη θέληση του πληθυσμού να λαμβάνεται υπόψη στη λήψη των αποφάσεων, να συμμετέχει, ενδεχομένως, σε αυτές αλλά και την τάση για την ανέλιξη μιας πολιτικής δράσης στραμμένη στο κοινό όφελος, ενώ διατυπώνεται, παράλληλα, και η σύνδεση της τοπικής ανάπτυξης με τους κατοίκους. Ιδιαίτερα υψηλά έχει αξιολογηθεί και η πρόταση η οποία αναφέρεται στις ανεκμετάλλευτες οικονομικές / παραγωγικές δυνατότητες της Θεσσαλονίκης, κάτι το οποίο εκφράστηκε εμμέσως πλην σαφώς και στις δύο προηγούμενες ερωτήσεις, μέσα από την επιλογή της αξιοποίησης και της ενδυνάμωσης των τοπικών χαρακτηριστικών της πόλης, ως μια από τις σημαντικότερες κινητήριες δυνάμεις για την εν λόγω ανάπτυξη. Ενώ, περίπου στα ίδια επίπεδα, κυμαίνεται και η θέση πως η πόλη αποτελεί ένα ιδανικό μέρος για να ζει ένας νέος άνθρωπος. Αντίθετα, οι προτάσεις που σχετίζονται με την κρίση, την επαγγελματική κατάρτιση και την κεντρική κυβέρνηση είναι αυτές με τις οποίες διαφώνησαν κυρίως οι κάτοικοι. Πιο συγκεκριμένα, ο χαμηλότερος συνολικά βαθμός δόθηκε στην πρόταση που διατυπώνεται ότι η κρίση έχει δημιουργήσει ευκαιρίες για την πόλη της Θεσσαλονίκης. Μια θέση, η οποία βρήκε αντίθετο το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος και η οποία ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό με τη σημερινή κατάσταση των ελληνικών πόλεων. Δυσαρέσκεια φαίνεται πως προκαλούν και οι πολιτικές της κεντρικής κυβέρνησης όσον αφορά την πόλη, που αποτελεί το πεδίο αναφοράς μας. Ενώ, τέλος, οι προσφερόμενες ευκαιρίες επαγγελματικής κατάρτισης φαίνεται να υστερούν, μια και η άποψη πως η προσφορά τέτοιων ευκαιριών στη Θεσσαλονίκη είναι ικανοποιητική αξιολογήθηκε χαμηλά. 3.3.4. Ερώτηση 5: Αξιολογήστε την πόλη σας ως προς τους ακόλουθους παράγοντες: Συνθήκες διαβίωσης (ποιότητα ζωής περιβάλλον). Ευκαιρίες απασχόλησης και προσωπικής ανάπτυξης (καριέρα). Ψυχαγωγία διασκέδαση ελεύθερος χρόνος. Καλύτερη ποιότητα ανθρώπων. 12

Αισθητική εικόνα της πόλης. Ένταξη / ενσωμάτωση των μεταναστών. Ασφάλεια, χαλαρότητα και ηρεμία. Εκπαίδευση έρευνα κατάρτιση. Υποδομές υγείας. Οικογένεια και ανατροφή παιδιών. Στην πέμπτη ερώτηση του ερωτηματολογίου, παρουσιάζονται στους κατοίκους δέκα κατηγορίες παραγόντων που διαμορφώνουν τη ζωή στην πόλη και οι ερωτώμενοι καλούνται να αξιολογήσουν το βαθμό που οι παράγοντες αυτοί γίνονται αντιληπτοί για τον καθέναν ξεχωριστά. Αναλυτικότερα, φαίνεται πως οι συμμετέχοντες είναι πολύ ικανοποιημένοι με τις επιλογές που τους προσφέρει η πόλη στους τομείς της ψυχαγωγίας και της διασκέδασης, όπως επίσης, και στις δυνατότητες για αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Αυτό, άλλωστε, μπορεί να δικαιολογηθεί δεδομένου ότι εξετάζουμε τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, η οποία αποτελεί και τον πυρήνα της Βορείου Ελλάδος. Ενώ, η ανάληψη μεγάλων γεγονότων σε εθνικό επίπεδο και άλλων αντίστοιχων παγκόσμιας εμβέλειας, αλλά και η συγκέντρωση πανεπιστημιακών και τεχνολογικών ιδρυμάτων όλων των ειδικοτήτων, συμβάλλουν προς την ανάπτυξη αυτού του τομέα. Με πιο μέτρια βαθμολογία εκτιμήθηκαν οι παράγοντες που σχετίζονται με την ποιότητα των ανθρώπων, την αισθητική εικόνα της πόλης και την εκπαίδευση. Επίσης, παρά την ύπαρξη των πανεπιστημίων και τη στελέχωσή τους από καταξιωμένους καθηγητές και επιστήμονες, ο τομέας της εκπαίδευσης, της έρευνας και της κατάρτισης φαίνεται πως δεν πληροί τις απαιτήσεις των νέων. Οι συνιστώσες που σχετίζονται με την ασφάλεια, την υγεία και την ένταξη των μεταναστών βαθμολογήθηκαν εξίσου μέτρια. Αναλυτικότερα, το αίσθημα ασφάλειας που αποπνέει η πόλη, η χαλαρότητα και η ηρεμία σε αυτήν, παρά τη φήμη που επικρατεί, δεν ανέρχεται στις προσδοκίες των κατοίκων. Επιπλέον, οι υποδομές υγείας φαίνεται πως υστερούν για τους νέους, παρά την ύπαρξη πολλών, μεγάλων και πλήρως οργανωμένων νοσοκομειακών κέντρων. Το ζήτημα της μαζικής εισροής μεταναστών διαπιστώνεται πως αποτελεί σκόπελο στην ανάπτυξη της πόλης, καθώς η ομαλή ένταξη τους και η ενσωμάτωση τους στο κοινωνικό σύνολο κρίθηκε πως είναι μέτρια έως χαμηλή. Πλήρως απογοητευμένοι είναι οι νέοι με τις ευκαιρίες που υπάρχουν για απασχόληση και προσωπική ανάπτυξη εντός των τειχών της Θεσσαλονίκης. Η απογοήτευση αυτή προφανώς συνδέεται με το γενικότερο κλίμα στην Ελλάδα της κρίσης και με τις δυσκολίες για εργασία στους νέους. 3.3.5. Ερώτηση 6: Συγκρίνετε την πόλη σας με άλλες πόλεις ως προς τους ακόλουθους παράγοντες: Συνθήκες διαβίωσης (ποιότητα ζωής περιβάλλον). (x1) Ευκαιρίες απασχόλησης και προσωπικής ανάπτυξης (καριέρα). (x2) Ψυχαγωγία διασκέδαση ελεύθερος χρόνος. (x3) Καλύτερη ποιότητα ανθρώπων. (x4) Αισθητική εικόνα της πόλης. (x5) Ένταξη / ενσωμάτωση των μεταναστών. (x6) 13

Ασφάλεια, χαλαρότητα και ηρεμία. (x7) Εκπαίδευση έρευνα κατάρτιση. (x8) Υποδομές υγείας. (x9) Οικογένεια και ανατροφή παιδιών. (x10) Διάγραμμα 2: Ραβδόγραμμα ερώτησης 6 Στο σημείο αυτό ο ερωτώμενος κλήθηκε να συγκρίνει τη Θεσσαλονίκη με την Αθήνα, με άλλες ελληνικές πόλεις μεσαίου μεγέθους και με πόλεις της βορειοδυτικ ής Ευρώπης, αναφορικά με τους παράγοντες που αξιολόγησε στην προηγούμενη ερώτηση. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται στο συγκριτικό ραβδόγραμμα (Διάγραμμα 2) παραπάνω. Οι συνθήκες διαβίωσης στη Θεσσαλονίκη φαίνεται να θεωρούνται καλύτερες, να υπερτερούν σε μεγάλο βαθμό έναντι της Αθήνας και να είναι πιο ικανοποιητικές από άλλες ελληνικές πόλεις, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές πόλεις, οι οποίες φαίνεται να εξασφαλίζουν καλύτερη ποιότητα ζωής και περιβάλλοντος για τους κατοίκους και τους επισκέπτες. Η άποψη των ντόπιων, επομένως για το περιβάλλον στο οποίο ζουν, φαίνεται να συσχετίζεται με τη θεώρηση τους για τις μεσαίες ελληνικές πόλεις. Από την άλλη, η Θεσσαλονίκη υστερεί σεε ευκαιρίες απασχόλησης και προσωπικής ανέλιξης σε σχέση με την πρωτεύουσα αλλά και με τιςς ευρωπαϊκές πόλεις, ενώ υπερτερεί σε κάποιο βαθμό συγκριτικά με τις άλλες ελληνικές πόλεις. Αυτό το αποτέλεσμα σχετίζεται με τηνν περίοδο κρίσης που διανύει η χώρα και ίσως, υπό άλλες συγκυρίες, να υπήρχε αισθητή διαφοροποίηδ ηση. Όπως εντοπίστηκε και στην προηγούμενη ερώτηση, οι Θεσσαλονικείς είναι πολύ ικανοποιημένοι από τις παροχές σε διασκέδαση και ψυχαγωγία. Αυτή η άποψη δικαιολογείί και το γεγονός ότι θεωρούν πως η πόλη τους υπερτερεί έναντι όλων των υπολοίπων πόλεων π που εξετάζονταιι σε αυτή την ερώτηση ως προς αυτόν τον τομέα. Το δείγμα της έρευνας αυτής διαπιστώθηκε πως είναι ικανοποιημένο απόό την ποιότητα των συμπολιτών τους και πως η καλή ποιότηταα του ανθρώπινου δυναμικού είναι ι ένα χαρακτηριστικό στοιχείοο της πόλης. Αυτό άλλωστε μπορεί ναα διαπιστωθεί και από τη σύγκριση της Θεσσαλονίκης με άλλες πόλεις ως προς αυτόν τον παράγοντα, με αποτέλεσμα να τηνν τοποθετούνν αρκετά υψηλότερα και από τις τρεις κατηγορίες. 14

Αναφορικά με την αισθητική εικόνα της πόλης, μπορεί να διαπιστωθεί πως η αντίληψη των νέων για την πόλη τους είναι αρκετά υψηλή. Θεωρούν πως είναι καλύτερη από τις υπόλοιπες ελληνικές ενώ βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με τις αναπτυγμένες Ευρωπαϊκές πόλεις γεγονός που υποδηλώνει την αίσθηση των κατοίκων πως ζουν σε ένα περιβάλλον που αγγίζει τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Όπως έγινε, πρωτύτερα, αντιληπτό υπάρχει μια δυσαρέσκεια για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα ζητήματα που αφορούν στους μετανάστες. Δυσαρέσκεια που διατυπώνεται και για τις άλλες ελληνικές πόλεις σε αυτό τον τομέα, καθώς οι ερωτώμενοι παρουσιάζουν τη Θεσσαλονίκη να υπερτερεί έναντι της Αθήνας για την ανάπτυξη μιας πολιτικής ένταξης και ενσωμάτωσης αυτών των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, να είναι περίπου στην ίδια κατάσταση με τις μεσαίες ελληνικές πόλεις, ενώ με μικρή διαφορά να υστερεί συγκριτικά με την Ευρώπη. Αν και η αίσθηση ασφάλειας φάνηκε να κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα στην πόλη, όπως θεωρούν ότι συμβαίνει και στις άλλες ελληνικές και ευρωπαϊκές πόλεις, υπάρχει η αντίληψη των νέων πως είναι σαφώς καλύτερη από τα επίπεδα ασφάλειας, χαλαρότητας και ηρεμίας που αποπνέει η Αθήνα σε κατοίκους και μη. Το κομμάτι της εκπαίδευσης, της έρευνας και της κατάρτισης διαπιστώθηκε πως δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις και τις βλέψεις αυτής της ηλικιακής ομάδας, με την αντίστοιχη εικόνα να παρουσιάζεται και για τις υπόλοιπες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους. Θετικό είναι το πρόσημο στη σύγκριση των υποδομών αυτής της κατηγορίας που υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη σε σχέση με τις μεσαίες ελληνικές πόλεις. Ένα ακόμα μείζον ζήτημα το οποίο είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, είναι το σύστημα υγείας. Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, θεωρείται πως η Ευρώπη διαθέτει καλύτερες υποδομές σε αντίθεση με την περιοχή εξέτασης που κυμαίνεται στα ίδια χαμηλά επίπεδα με την Αθήνα, ενώ έχει πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων πόλεων της ελληνικής επικράτειας. Τέλος, η ιδανική περιοχή για την ανατροφή των παιδιών και τη σύσταση οικογένειας, φαίνεται να είναι τόσο η Ευρώπη, όσο και η Θεσσαλονίκη και οι λοιπές ελληνικές πόλεις μεσαίου μεγέθους, σε αντιδιαστολή με την Αθήνα, που κατά πως φαίνεται δεν ενδείκνυται για κάτι τέτοιο. 3.3.6. Ερώτηση 7: Πώς πιστεύετε ότι αξιολογούν την πόλη σας οι κάτοικοι των άλλων ελληνικών πόλεων ως προς τους ακόλουθους παράγοντες: Συνθήκες διαβίωσης (ποιότητα ζωής περιβάλλον). Ευκαιρίες απασχόλησης και προσωπικής ανάπτυξης (καριέρα). Ψυχαγωγία διασκέδαση ελεύθερος χρόνος. Καλύτερη ποιότητα ανθρώπων. Αισθητική εικόνα της πόλης. Ένταξη / ενσωμάτωση των μεταναστών. Ασφάλεια, χαλαρότητα και ηρεμία. Εκπαίδευση έρευνα κατάρτιση. Υποδομές υγείας. Οικογένεια και ανατροφή παιδιών. 15

Στην ερώτηση επτά, η νεολαία της Θεσσαλονίκης κλήθηκε να αξιολογήσειι τον τρόπο που οι υπόλοιποι Έλληνες κρίνουν την πόλη τους, συναρτήσει των παραγόντων που αξιολόγησαν οι ίδιοι, τόσο την πόλη τους όσο και σε σχέση με άλλες, στις δυο προηγούμενες ερωτήσεις. Ο τομέας που φαίνεται να θεωρούν οι ντόπιοι ότι η πόλη τους είναι πιο ψηλά στα μάτια των υπολοίπων, είναι αυτός της ψυχαγωγίας, της διασκέδασης και του ελεύθερου χρόνου. Οι δραστηριότητες και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα εντός τωνν συνόρων της Θεσσαλονίκης, αποτελούν ισχυρό πόλο έλξης, κυρίως για τους κατοίκους των γύρω περιοχών πόλεων, κάτι το οποίο ενδυναμώθηκε με την ανάπτυξη της οδικής αρτηρία της Εγνατίας, γεγονός που αποδεικνύει και ισχυροποιεί αυτή την άποψη των νέων. Οι ενδεχόμενες ευκαιρίες απασχόλησης που υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη δεν ν καλύπτουν ούτε τις προσδοκίες των υπολοίπων Ελλήνων, παρά το γεγονός ότι αναφερόμαστε στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας και δυνητικά θα έδινε περισσότερες ευκαιρίες καριέρας. κ Φαίνεται να είναι μια απαισιόδοξη άποψη, άμεσα επηρεασμένη από την οικονομική κρίση και την αντίστοιχη προβολή από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και προφανώς δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική άποψη των υπολοίπων πολιτών αλλά πρόκειται για μια εικασία των Θεσσαλονικέων. Ο τομέας που αποκόμισε τη χαμηλότερη βαθμολογία είναι η ένταξη των μεταναστών. Οι Θεσσαλονικείς θεωρούν ότι στα μάτια των υπόλοιπων Ελλήνων η πολιτική της τοπικής αυτοδιοίκησης για την αφομοίωση αυτής της κοινωνικής ομάδας φαίνεται ανεπαρκής. 3.3.7. Ερώτηση 8: Επιθυμείτε να μετακομίσετε στο εξωτερικό; Στην όγδοη ερώτηση τέθηκε το ερώτημα για το αν επιθυμούν οι συμμετέχοντσ τες να μετακομίσουν στο εξωτερικό. Το αποτέλεσμα παρουσιάζει ι μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό δεν επιθυμεί να μετακομίσει στο εξωτερικό (55,3%), σε σχέση με εκείνους πουυ δεν επιθυμούν να μετακομίσουν (44,7%). Διάγραμμα 3: Πρόθεση μετακόμισης στο εξωτερικό Το ενδιαφέρον του παραπάνω αποτελέσματος έγκειται στην ανατροπή της πεποίθησης που επικρατεί, πως λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας οι περισσότεροι νέοι επιθυμούν να φύγουν από την Ελλάδα,, με την προοπτική να βρουν καλύτερες θέσεις εργασίας σε μια χώρα του εξωτερικού. Αντιθέτως, αυτοί προτιμούν να παραμείνουν στην Ελλάδα. Στη συνέχεια γίνεται μία συσχέτιση ανάμεσαα στην εργασιακή κατάσταση (εργασία ανεργία) και την προθυμία ή όχι μετανάστευσης. Πιο συγκεκριμένα, φαίνεται ότιι οι άνεργοιι που επιθυμούν να μετακομίσουν στο εξωτερικό (17,3%) είναιι λιγότεροι από τους ανέργους που δεν το επιθυμούν (19,8%). Πρόκειται για ένα ασυνήθιστο αποτέλεσμα, καθώς θα ήταν αναμενόμενο οι περισσότεροι άνεργοι να επιθυμούν να φύγουν από την Ελλάδα, από τη στιγμή που π δεν εργάζονται. Εκείνοι που δεν είναι άνεργοι (εργαζόμενοι, φοιτητές) και επιθυμούν να μετακομίσουν στο εξωτερικό (27,4%) 16

είναι λιγότεροι από εκείνους που δεν το επιθυμούν (35,5%), αποτέλεσμα αναμενόμενο. Αυτό όμως που προκαλεί το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, είναι πως οι άνεργοι που επιθυμούν να μετακομίσουν στο εξωτερικό (17,3%), είναι λιγότεροι από τους μη ανέργους που επιθυμούν να μετακομίσουν στο εξωτερικό (27,4%). Το αποτέλεσμα αυτό δημιουργεί εύλογα ερωτήματα για το τι είναι αυτό που τους κρατάει στη χώρα από τη στιγμή που δεν έχουν απασχόληση. Μια ενδεχόμενη απάντηση είναι ότι ο κοινωνικός μέσος όρος συνδέει την επιλογή της μετανάστευσης με την πιθανότητα εργασιακής ανέλιξης ή παροχή υψηλότερης ποιότητας εκπαίδευσης και όχι απλώς με την εύρεση εργασίας και ως εκ τούτου η επιλογή αυτή εμφανίζει υψηλότερα ποσοστά σε μη άνεργους. 3.3.8. Ερώτηση 9: Οι ακόλουθοι παράγοντες καθιστούν δύσκολη τη μετακίνησή μου στο εξωτερικό; Δε θέλω να αποχωριστώ τους γονείς και τους συγγενείς μου. Δε θέλω να αποχωριστώ τους φίλους μου. Έχω δική μου οικογένεια. Εργάζομαι και δεν μπορώ να φύγω. Δεν γνωρίζω τη γλώσσα. Δεν έχω την οικονομική άνεση να μετακινηθώ. Αισθάνομαι ανασφάλεια, με φοβίζει το άγνωστο. Δεν θέλω να ξεκινήσω πάλι από τη αρχή. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζω στην πόλη μου, θα τα αντιμετωπίσω και αλλού. Αγαπάω τον τόπο μου και δεν θέλω να τον εγκαταλείψω. Οι παράγοντες γονείς συγγενείς, οι φίλοι και η αγάπη προς τον τόπο, φαίνεται να αποτελούν τους πιο ανασταλτικούς στη λήψη της απόφασης μετεγκατάστασης. Επίσης, μεγάλη βαθμολογία συγκέντρωσε ο παράγοντας που αφορά τις οικονομικές δυσκολίες της μετακίνησης. Άλλοι παράγοντες που εμποδίζουν την μετακόμιση ενός ατόμου σε μικρότερο βαθμό, είναι ο φόβος για το άγνωστο και ο φόβος για το νέο ξεκίνημα. Κάθε νέο ξεκίνημα προκαλεί ανησυχία και οι δυσκολίες ή τα εμπόδια που έρχεται αντιμέτωπος κανείς, όταν μετακομίζει σε μια ξένη χώρα, είναι λόγοι που δυσκολεύουν την απόφαση της μετακόμισης. Επίσης, η πεποίθηση, πως ακόμα και να φύγουν θα έρθουν αντιμέτωποι με τα ίδια προβλήματα είναι ένας ακόμα παράγοντας της παραμονής των νέων στην Ελλάδα. Ειδικότερα, υπήρξαν ορισμένοι που τόνισαν πως πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν πλέον ευκαιρίες απασχόλησης στο εξωτερικό. Οι παράγοντες που φαίνεται να ασκούν τη μικρότερη επιρροή στη λήψη της απόφασης μετακόμισης στο εξωτερικό, είναι η ύπαρξη οικογένειας (συζύγου και παιδιών), μία απάντηση αναμενόμενη, δεδομένου πως η πλειοψηφία των ερωτώμενων δεν έχει δική της οικογένεια, η εργασιακή δέσμευση, καθώς οι περισσότεροι δεν είναι ικανοποιημένοι με τις συνθήκες και τις απολαβές τους και η δυσκολία της γλώσσας, επίσης αναμενόμενο αποτέλεσμα, μια και οι περισσότεροι συμμετέχοντες έχουν πολύ υψηλή μόρφωση και άριστη ή πολύ καλή γνώση δύο, τουλάχιστον, ξένων γλωσσών. Μερικοί συμμετέχοντες συμπλήρωσαν και άλλους λόγους, που θεωρούν οι ίδιοι σημαντικούς και τους δυσκολεύουν στην απόφαση μετακόμισής τους στο εξωτερικό. Η κοινή γραμμή των επιπλέον λόγων, είναι πως δεν θεωρούν λύση των προβλημάτων τη φυγή και πως προτιμούν να παραμείνουν στην Ελλάδα. Οι ευκαιρίες απασχόλησης στο εξωτερικό είναι πλέον λίγες και δεν πιστεύουν ότι θα έχουν σημαντικά περισσότερες ευκαιρίες από αυτές που τους δίνονται στην Ελλάδα. Επιπλέον, 17

άλλοι σημαντικοί παράγοντες παραμονής, για ορισμένους, είναι το κλίμα της χώρας και οι κοινωνικές σχέσεις, που στην Ελλάδα αναπτύσσονται ευκολότερα συγκριτικά με μια χώρα του εξωτερικού. Τέλος, κάποιοι πιο αισιόδοξοι, υποστήριξαν πως με την παραμονή τους και την προσπάθειά τους, θα συμβάλλουν στην ανάκαμψη της Ελλάδας από την οικονομική κρίση. 4. Συμπεράσματα Η παρούσα εργασία ασχολήθηκε με το ζήτημα της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης και τις συνιστώσες που την προωθούν και την αναπτύσσουν. Αποδόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην έννοια, τους παράγοντες και τη διαδικασία της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης, ζητήματα τα οποία αναλύθηκαν μέσα από επιλεκτική ανασκόπηση επιστημονικής βιβλιογραφίας. Η έννοια της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης αναφέρεται σε μια διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης, η οποία συνοδεύεται από διαρθρωτικές και μακροχρόνιες μεταβολές, σε οικονομικό, κοινωνικό πολιτικό, διοικητικό και πολιτικό επίπεδο. Ο όρος τοπική αναφέρεται σε κάθε γεγονός, δραστηριότητα ή διαδικασία που γίνεται ή στηρίζεται στην πρωτοβουλία του τοπικού πληθυσμού (Stohr, 1981; Coffey & Polese, 1985; Tello, 2010), και πρόκειται για έναν συνδυασμό πολιτικών και αρχών (Blakely & Brandshow, 2002). Η κεντρική ιδέα της έννοιας, είναι η ανομοιογένεια του χώρου και η διαφοροποίηση των τοπικών χαρακτηριστικών (Μπαλαμού, 2006). Ο προσδιορισμός της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης περιλαμβάνει διάφορες πτυχές, όπως τη γεωγραφική θέση, την παροχή δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών σε τοπικό επίπεδο, το ρόλο και τη συμμετοχή των τοπικών παραγόντων και τέλος, τη διεπιστημονική προσέγγιση της έννοιας ανάπτυξης (Tello, 2010). Τα εδαφικά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής μπορεί να επηρεάσουν τους μηχανισμούς και τις πολιτικές που εφαρμόζονται στα πλαίσια της οικονομικής ανάπτυξης (Greffe, 2004). Τα δημόσια αγαθά και οι υπηρεσίες, που παρέχονται σε τοπικό επίπεδο είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό της τοπικής ανάπτυξης, που δεν συναντάται σε άλλες θεωρίες οικονομικής ανάπτυξης. Επίσης, η συμμετοχή των τοπικών παραγόντων, η τοπική επιχειρηματική δραστηριότητα και οι συνεργασίες που αναπτύσσονται σε μια περιοχή, συμβάλλουν αποτελεσματικά στην τόνωση της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης. Τέλος, για την προσέγγιση της έννοιας της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης και την κατανόηση των ενεργειών που τη διέπουν, μελετάται η χωρική της διάσταση χρησιμοποιώντας εργαλεία από την περιφερειακή, αστική, αγροτική, γεωγραφική οικονομική επιστήμη, την πολιτική οικονομία, την κοινωνιολογία και την ψυχολογία (Tello, 2010). Η τοπική οικονομική ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα πολλών και διαφορετικών παραγόντων, κάθε ένας από τους οποίου συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων για οικονομική ανάπτυξη. Μερικές από τις βασικές συνιστώσες είναι: η τοποθεσία και οι αρχικές συνθήκες (Andrews, 1953; Weaver, 1992), τα τοπικά δημόσια αγαθά, η τοπική κυβέρνηση και οι πολιτικές (Tello, 2010), οι συνεργασίες που αναπτύσσονται μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (Barlow, 1997, Μεταξάς, 2010), οι συνεργασίες μεταξύ των τοπικών ιδιωτικών παραγόντων και οι συλλογικές δράσεις (Syrett, 1994; Wong, 1998; OECD, 2000; Μεταξάς, 2008; Tello, 2010), οι επιχειρήσεις που εγκαθίστανται σε μια περιοχή και δημιουργούν εσωτερικές και εξωτερικές δράσεις(μεταξάς, 2008), η ανταγωνιστικότητα αυτών των επιχειρήσεων (Μεταξάς, 2008) και η εγκατάσταση και λειτουργία μια πανεπιστημιακής μονάδας σε μια περιοχή (Κόνσολας, Παπαδασκαλόπουλος, Χριστοφάκης, 2010). 18

Για την κατανόηση των παραπάνω εννοιών και συνιστωσών διεξήχθη εμπειρική έρευνα, μέσω ερωτηματολογίων, σε νέους ηλικίας 18 30 ετών, οι οποίοι διαμένουν στη Θεσσαλονίκη. Ο σκοπός της έρευνας ήταν η συλλογή απόψεων, αντιλήψεων και προσδοκιών των νέων και το πώς αντιλαμβάνονται την τοπική οικονομική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης. Η αντίληψη που έχουν οι ερωτώμενοι για την έννοια της τοπικής ανάπτυξης φαίνεται ότι συνάδουν με τις βιβλιογραφικές αναλύσεις, οι οποίες συμφωνούν πως οι προαναφερθείσες συνιστώσες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την έννοια της τοπικής ανάπτυξης. Όσον αφορά την τωρινή κατάσταση της Θεσσαλονίκης στον τομέα της ανάπτυξης οι αρχικές συνθήκες της περιοχής (γεωγραφία, μέγεθος πληθυσμού κλπ.) κατέχουν πλεονεκτική θέση, ενώ στους παράγοντες που θα συμβάλλουν στην μελλοντική τοπική ανάπτυξη ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην πολιτική ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με άξονα την τόνωση της τοπικής επιχειρηματικότητας. Αναφορικά το τωρινό επίπεδο ανάπτυξης της πόλης, οι ερωτώμενοι γενικώς αξιολόγησαν τη Θεσσαλονίκη ως μια πόλη με ικανοποιητικό επίπεδο ζωής αλλά και περιθώρια βελτίωσης. Μέσα από την αξιολόγηση διαφαίνεται η θετική διάθεση των κατοίκων να συμβάλουν μέσω συνεργατικών διαδικασιών στην ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης, όμως εξακολουθούν να στηρίζουν μεγάλο μέρος των προσδοκιών τους σε πολιτικές και πρωτοβουλίες που θα ληφθούν από την κεντρική κυβέρνηση, και τις οποίες κατά κανόνα κρίνουν ως ανεπαρκείς. Στα αρνητικά χαρακτηριστικά της πόλης, την πιο υψηλή βαθμολογία συγκέντρωσε η περιορισμένη αγορά εργασίας, αποτέλεσμα αναμενόμενο καθώς τα ποσοστά ανεργίας συνολικά στη χώρα είναι εξαιρετικά υψηλά αλλά και η αξιοποίηση από τη Θεσσαλονίκη παραγόντων που μπορούσαν να προσελκύσουν επιχειρηματικότητα και συνακόλουθα θέσεις εργασίας κρίνεται ελλιπής. Ένα ακόμα αρνητικό χαρακτηριστικό είναι η πλημμελής ένταξη των μεταναστών στον κοινωνικό ιστό της πόλης. Όσον αφορά την εικόνα που οι Θεσσαλονικείς θεωρούν ότι η πόλη τους δίνει προς τα έξω οι περισσότεροι αξιολόγησαν ως θελκτικότερα στοιχεία την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση. Κάτι που ανταποκρίνεται στη γνωστή αν και σχετικά παρωχημένη εικόνα της πόλης της διασκέδασης, που η Θεσσαλονίκη διαχρονικά φέρει και ενδεχομένως θα ήταν χρήσιμο να αναζητήσει την συγκρότηση ενός πιο σύγχρονου και πολυδιάστατου προφίλ. Συγκριτικά με την Αθήνα, η ποιότητα ζωής της περιοχής μελέτης κρίνεται ξεκάθαρα υψηλότερη, ενώ για ακόμα μια φορά φαίνεται να υστερεί στον τομέα της απασχόλησης. Όσον αφορά στην σύγκριση με άλλες πόλεις μεσαίου μεγέθους τα αποτελέσματα ήταν μοιρασμένα χωρίς να εμφανίζεται ξεκάθαρη υπεροχή κάποιας από τις δύο. Τέλος, ως προς την σύγκριση της Θεσσαλονίκης με πόλεις της βορειοδυτικής Ευρώπης, η πρώτη φαίνεται να μειονεκτεί σε διάφορους τομείς με προεξάρχοντα αυτόν της απασχόλησης. Το αποτέλεσμα αυτό δεν μπορεί να αξιολογηθεί με ασφάλεια καθώς οι περισσότεροι ερωτώμενοι, θεώρησαν ασαφή και γενική την ερώτηση, συνεπώς τα αποτελέσματα μάλλον συνδέονται με την γενική και μάλλον στερεοτυπική εικόνα που έχει διαμορφωθεί για το εξωτερικό ως ένα απρόσωπο κοινωνικό περιβάλλον μεν αλλά λιγότερο επηρεασμένο από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης δε. Στο ζήτημα της μετακόμισης ή όχι στο εξωτερικό, οι απαντήσεις στην συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν αρνητικές, παρά τις συνθήκες της περιορισμένης αγοράς εργασίας. Εντυπωσιακό είναι ότι το ποσοστό των ανέργων που είναι διατεθειμένο να εγκαταλείψει τη χώρα είναι μικρότερο από αυτό 19

των εργαζόμενων και των φοιτητών. Οι βασικότερες αιτίες που καθιστούν δύσκολη την μετακίνηση στο εξωτερικό, με μεγάλη διαφορά είναι αυτές που σχετίζονται με τον αποχωρισμό της οικογένειας, των φίλων και της ίδιας της πατρίδας και όχι ο φόβος του αγνώστου ή ίσως το μη επαρκές μορφωτικό επίπεδο. Παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις, η γενική διάθεση παραμονής στη χώρα αποτελεί αισιόδοξο συμπέρασμα καθώς το ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες της τοπικής ανάπτυξης. Καταλήγοντας, αξίζει να σημειωθεί ότι τέτοιου τύπου έρευνες ανασκόπησης των απόψεων της τοπικής κοινωνίας πάνω στο ζήτημα της τοπικής ανάπτυξης είναι αναγκαίο να συστηματοποιηθούν και να επεκταθούν και σε άλλες πόλεις. Η συλλογή και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της πρωτογενούς έρευνας, αλλά και η συνδυαστική αξιοποίηση αποτελεσμάτων από πόλεις με αντίστοιχα χαρακτηριστικά μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό εργαλείο στην προσπάθεια εκπόνησης μιας επιτυχημένης στρατηγικής τοπικής ανάπτυξης. Η χώρα μας υστερεί σημαντικά σε αυτό τον τομέα συνδυάζοντας την ανάπτυξη αποκλειστικά με τη λογική των μεγάλων έργων και την αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων, μια αλλαγή εστίασης, προς το εσωτερικό και τα ενδογενή χαρακτηριστικά που η κάθε πόλη ή περιοχή μπορεί να εκμεταλλευτεί, αποτελεί αναγκαίο στοίχημα για το μέλλον. Ευχαριστίες Για τη διεξαγωγή της παρούσας εργασίας σημαντική ήταν η συμβολή των καθηγητών του τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κυρίους Δ. Καλλιώρα, Ν. Καραχάλη και Θ. Μεταξά, τους οποίους και ευχαριστούμε για τη συνεργασία. 5. Βιβλιογραφία Andrews, R. (1953) Mechanics of the urban economic base: Historical development of the base concept, Land economics, vol. 29, no 2, Wisconsin: The University Wisconsin Press. Barlow, M. (1997) Administrative systems and metropolitan regions, Environment and Planning C: Government and Policy, no 15, pp. 399 411. Blakely, E. & Bradshaw, T. (2002) Planning local economic development: Theory and practice, London: Sage Publications. Capello, R. (2011) Location, regional growth and local development theories, Aestimum, no 58, pp. 1 25, Florence: Firenze University Press. Coffey, W. & Polese, M. (1985) Local development: Conceptual bases and policy implications, Regional Studies, vol. 19, no 2, pp. 85 93. Deas, I. & Giordano, B. (2001) Conceptualising and measuring urban competitiveness in major English cities: an exploratory approach, Environment and Planning A, no 33, pp. 1411 1429. 20