ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Λεωφόρος ΡΙΚ 12, Αγλαντζιά 2120, Λευκωσία. Τηλ. (357) 22427717, Φαξ (357) 22427747 Email: deontologia@cytanet.com.cy cmcc@cmcc.org.cy Ιστοσελίδα: www.cmcc.org.cy CYPRUS MEDIA COMPLAINTS COMMISSION 12 RIK Av., Aglantzia 2120 Nicosia. Tel: (357) 22427717 Fax (357) 22427747 Email: deontologia@cytanet.com.cy cmcc@cmcc.org.cy Web-site: www.cmcc.org.cy ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Η Επιτροπή Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας εξέτασε παράπονο (6/4/5/2015) από την ΚΙΣΑ (Κίνηση Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμός) για χρήση ρατσιστικού λόγου σε δύο δημοσιεύματα στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος». Το ένα δημοσίευμα, ημερομηνίας 13/3/2015 αναφερόταν στην περίπτωση ενός άνδρα, ο οποίος στη δεύτερή του συνάντηση με γυναίκα την πήρε για βόλτα με το αυτοκίνητό του πολυτελείας. Στο δρόμο του ζήτησε τσιγάρα και αναψυκτικά και όταν εκείνος πήγε σε περίπτερο για να τα αγοράσει, η γυναίκα πήρε το αυτοκίνητό και εξαφανίστηκε. Η γυναίκα συνελήφθη αργότερα και παραδέχθηκε ότι πήρε το αυτοκίνητο και το παρέδωσε σε άλλον άνδρα. Η είδηση ανέφερε την εθνική καταγωγή τόσο της γυναίκας όσο και του άνδρα στον οποίο παρέδωσε το αυτοκίνητο, καθώς και δύο συνεργών του. Επίσης ανέφερε πως στο όχημα βρισκόταν η κάρτα αναπήρου του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου. Η είδηση αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και κάτω από αυτή δημοσιεύθηκαν κοροϊδευτικά και μειωτικά σχόλια για τους αναπήρους, όπως και ξενοφοβικά σχόλια. Ένα από αυτά απέδιδε την αύξηση της εγκληματικότητας στους ξένους και υποστήριζε ότι για τις διαρρήξεις ευθύνονται οι αλλοδαποί. Η ΚΙΣΑ παραπονέθηκε πως η εφημερίδα αναφέρθηκε επανειλημμένα στην εθνοτική καταγωγή υπόδικης γυναίκας τονίζοντας το μεταναστευτικό της υπόβαθρο. Η ΚΙΣΑ διατύπωσε τη θέση ότι η αναφορά στην εθνοτική καταγωγή υπόπτου για ποινικά αδικήματα αποτελεί ρατσιστικό λόγο, δεδομένου ότι η εθνοτική καταγωγή δεν έχει καμία σχέση με τις πράξεις για τις οποίες το άτομο είναι ύποπτο. Επίσης υπέδειξε ότι τέτοιες αναφορές απλώς αναπαράγουν στερεότυπα και προκαταλήψεις και συνεπώς διακρίσεις εναντίον ανθρώπων στη βάση της φυλετικής/ εθνοτικής καταγωγής. Εξ άλλου, ανέφερε ότι η εφημερίδα επέτρεψε την ανάρτηση και παραμονή ρατσιστικών σχολίων κάτω από την είδηση στην ηλεκτρονική της έκδοση, υποδεικνύοντας ότι η απουσία παρέμβασης για την αφαίρεσή τους καταδεικνύει πως η εφημερίδα δεν είχε πρόθεση να αναλάβει τις ευθύνες της για τις διακρίσεις που αναπαράγονται μέσα από την πλατφόρμα της, αλλά μάλλον τις προωθεί. Το δεύτερο δημοσίευμα ημερομηνίας 20/3/2015 αναφερόταν στην περίπτωση άνδρα 34 χρόνων που καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι χρόνων από το Κακουργιοδικείο, που τον βρήκε ένοχο σε κατηγορία ότι μαχαίρωσε συνάδελφο της συζύγου του όταν πληροφορήθηκε ότι μιλούσε μαζί της. Το δημοσίευμα αναφερόταν στην εθνική καταγωγή του καταδικασθέντα και στο γεγονός ότι ήταν πολιτικός πρόσφυγας που νυμφεύθηκε Κυπρία. Η είδηση αναρτήθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας και κάτω από αυτή δημοσιεύθηκαν σχόλια, τα οποία αφέθηκαν αναρτημένα για μεγάλο χρονικό διάστημα. C:\Users\Staff\Downloads\ΦΙΛ_ΚΙΣΑ_ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ_ΑΠΟΦ (1).doc
Ένα τέτοιο σαφώς ρατσιστικό και ξενοφοβικό σχόλιο παρέθετε τις απόψεις του σχολιογράφου για τα προβλήματα που κατά την αντίληψή του αντιμετωπίζουν τα παιδιά από μικτούς γάμους και αναφερόταν με πολύ μειωτικούς χαρακτηρισμούς στις γυναίκες που συνάπτουν γάμο με αλλοδαπούς. Η ΚΙΣΑ παραπονέθηκε ότι το δημοσίευμα αναφέρθηκε επανειλημμένα στην εθνοτική καταγωγή του καταδικασθέντα και στην προσφυγική ιδιότητά του και παρέθεσε περιγραφή βίαιης συμπεριφοράς, στοιχεία τα οποία δεν εξυπηρετούν άλλο σκοπό από την περαιτέρω συναισθηματική φόρτιση των αναγνωστριών και αναγνωστών, παράλληλα με τη ρατσιστική προκατάληψη που υποκινείται από την επαναλαμβανόμενη αναφορά στην εθνοτική καταγωγή και στο προσφυγικό καθεστώς του υπό αναφορά ατόμου. Επίσης παραπονέθηκε πως το δημοσίευμα αναφέρθηκε περιγραφικά σε λεπτομέρειες της προσωπικότητας και της προσωπικής και οικογενειακής ζωής του ατόμου, καθώς και σε λεπτομέρειες της υπόθεσης, οι οποίες οδηγούν στην ταυτότητα του ατόμου αυτού. Η ΚΙΣΑ υπέδειξε ότι η εθνοτική καταγωγή κάποιου δεν έχει σχέση με τις πράξεις για τις οποίες έχει καταδικασθεί και ότι αναφορές όπως αυτές προάγουν στερεότυπα, προκαταλήψεις και διακρίσεις στη βάση της φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής. Ο συντάκτης της είδησης Χριστάκης Γιαννακού κλήθηκε και παρέθεσε τις θέσεις του ενώπιον υποεπιτροπής, αναφέροντας πως ο ίδιος δεν διακατέχεται από ρατσιστική νοοτροπία και ότι δεν είχε πρόθεση, με τις αναφορές στην εθνική καταγωγή των προσώπων στις δύο επίμαχες ειδήσεις του, να υποθάλψει το ρατσισμό ή ξενοφοβικά αισθήματα. Επίσης ανέφερε ότι κατά την άποψή του δεν ήταν δυνατό να δημιουργηθεί προκατάληψη εναντίον των ξένων από κανένα νουνεχή πολίτη από τις αναφορές στην εθνική καταγωγή των εμπλεκομένων προσώπων. Τέλος ανέφερε πως η αναφορά στην εθνική καταγωγή έγινε με σκοπό τον προσδιορισμό του τόπου καταγωγής των προσώπων στα οποία αναφερόταν, όπως θα αναφερόταν στην πόλη τόπο προέλευσης αν τα άτομα αυτά ήταν Κύπριοι. Ανάλογες ήταν και οι θέσεις της εφημερίδας, όπως διατυπώθηκαν από τη νομική της σύμβουλο. Μετά πάροδο μερικών ημερών ο Χριστάκης Γιαννακού απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα απευθυνόμενο στο μέλος της Επιτροπής Χρίστο Χριστοφίδη και στην Ενωση Συντακτών Κύπρου με την οποία έθεσε θέμα συμμετοχής του στην υποεπιτροπή υποστηρίζοντας ότι συμμετέχει στην ΚΙΣΑ που υπέβαλε το παράπονο και επομένως ενεργεί και ως κατήγορος και ως δικαστής. Επίσης έθεσε το ερώτημα «πώς η Επιτροπή Δημοσιογραφικής (Δεοντολογίας) συνεδριάζει για ένα θέμα ρατσιστικό όπως η ίδια το έθεσε, και ετοιμάζεται να εκδώσει απόφαση όταν παρίστανται μόνο δύο μέλη της;» Περαιτέρω ανέφερε ότι τα δύο μέλη της υποεπιτροπής «δεν κατόρθωσαν να πείσουν τα περί ρατσιστικού δημοσιεύματος και επανέλαβε τις απόψεις του ότι η αναφορά στην εθνικότητα κάποιου προσώπου δεν είναι ρατσιστική και πως κανένας νουνεχής άνθρωπος δεν πιστεύει ότι «αν γραφεί η εθνικότητα κάποιου κατηγορουμένου αυτό σημαίνει και ρατσισμό». Ανέφερε ακόμη ότι «υπάρχουν τόσα πολλά σοβαρά θέματα και καταπιάνονται με παρανυχίδες». Ως προς την τελευταία παρατήρηση, η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει πως είναι χρέος που εμπίπτει στην αποστολή που της ανατέθηκε από τους ιδρυτικούς φορείς, μεταξύ 2
των οποίων και ο εκδότης του «Φιλελεύθερου», να εξετάζει οποιαδήποτε παράπονα υποβάλλονται από πολίτες ή οργανώσεις, έστω και αν άλλοι τα θεωρούν «παρανυχίδες». Η Επιτροπή διερεύνησε τον ισχυρισμό περί συμμετοχής του κ. Χριστοφίδη στην ΚΙΣΑ και εξακρίβωσε ότι δεν κατέχει καμιά θέση ή αξίωμα στην εν λόγω οργάνωση, αλλά είναι απλό μέλος της και δεν είχε καμιά ανάμιξη στη διαδικασία υποβολής του παραπόνου. Ο κ. Χριστοφίδης όπως και κάθε άλλο μέλος της Επιτροπής, έχει το δικαίωμα συμμετοχής σε οποιαδήποτε οργάνωση και πολύ περισσότερο σε οργανώσεις οι οποίες εμπλέκονται στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι ο κ. Χριστοφίδης δεν πήρε μέρος στη συζήτηση και αναφέρει ότι η απόφαση που λήφθηκε ήταν ομόφωνη και δεν χρειάστηκε να γίνει ψηφοφορία. Η Επιτροπή δεν αποδέχθηκε τη θέση του συντάκτης της είδησης ότι δεν είναι δυνατό να δημιουργηθεί προκατάληψη εναντίων των ξένων από κανένα νουνεχή πολίτη από αναφορές στην εθνική καταγωγή κατηγορουμένων ή καταδικασθέντων. Ο,τιδήποτε και να σημαίνει ο όρος «νουνεχείς πολίτες» ή να είναι το περιεχόμενο του, κανένας δεν μπορεί να υποστηρίξει βάσιμα ότι και οι «νουνεχείς πολίτες» έχουν ανοσία έναντι αναφορών με δυνητικά ρατσιστικό ή ξενοφοβικό περιεχόμενο. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ατόμων γνωστών στην κοινωνία που θα μπορούσαν θα θεωρηθούν «νουνεχείς», αλλά παρουσιάζονται δημοσίως με ρατσιστικές προκαταλήψεις και εκφέρουν ρατσιστικό και ξενοφοβικό λόγο. Από την άλλη, μια εφημερίδα δεν απευθύνεται σε μια μόνο κατηγορία ή τάξη πολιτών, εκείνη των «νουνεχών», αλλά στο σύνολο της κοινωνίας. Επομένως, ο όρος «νουνεχής πολίτης» δεν είναι δυνατό να αποτελέσει κριτήριο ως προς το αποδεκτό ή μη μιας αναφοράς, κατ αναλογία προς τις νομικές διαδικασίες στις οποίες το δικαστήριο χρησιμοποιεί ως μέτρο αποδοχής μιας ερμηνείας την κρίση του «μέσου πολίτη». Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από τα ρατσιστικά και μεροληπτικά σχόλια αναγνωστών που δημοσιεύθηκαν κάτω από τις δύο ειδήσεις. Δεν είναι δυνατό να κρίνει κανείς κατά πόσο πίσω από αυτά βρίσκονται «νουνεχείς πολίτες» ή όχι. Μερικά από αυτά ήταν άκρως ρατσιστικά και ξενοφοβικά, αφού περιείχαν εχθρικές αναφορές όχι μόνο στους μετανάστες αλλά ακόμα και σε Κυπρίους, κυρίως τις γυναίκες που συνάπτουν γάμο με αλλοδαπούς. Εξ άλλου, η αναφορά στο γεγονός ότι ένα εμπλεκόμενο άτομο κατείχε αναπηρική κάρτα έδωσε αφορμή για να αναρτηθούν κοροϊδευτικά σχόλια για τους αναπήρους. Από το περιεχόμενο του ηλεκτρονικού του μηνύματος του κ. Γιαννακού προκύπτει ότι ο ίδιος δεν έχει κατανοήσει το νόημα της παρουσίας του σε συνεδρία υποεπιτροπής, αν και του εξηγήθηκε ότι σκοπός ήταν να παρουσιάσει τις απόψεις του επί του περιεχομένου των δύο επίμαχων ειδήσεων. Η πρόσκληση προσώπων να παραθέσουν τις απόψεις τους ενώπιον υποεπιτροπής εμπίπτει στην πρακτική που προνοείται από τον Κώδικα για την παρουσίαση των εκατέρωθεν απόψεων επί παραπόνων. Ως προς τη θέση του κ. Γιαννακού ότι δεν ήταν ρατσιστική η αναφορά στην εθνική καταγωγή ατόμων, Επιτροπή παραπέμπει όχι μόνο στον Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας που προσυπογράφηκε από τον εκδοτικό οργανισμό που τον εργοδοτεί, αλλά και σε ειδικούς επί του θέματος, όπως είναι η Υπάτη Αρμοστεία των Ηνωμένων 3
Εθνών για τους Πρόσφυγες, οι συντάκτες της Διακήρυξης της Ρώμης για καταπολέμηση του ρατσισμού, των κατευθυντηρίων αρχών της Αρχής κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας και της οδηγία 2000/43/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ενωσης την οποία η Κύπρος αποδέχθηκε με την ένταξή της το 2004. Ο Κώδικας Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας και οι κατευθυντήριες αρχές οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του απαγορεύουν τις δυσμενείς διακρίσεις με βάση, ανάμεσα σε άλλα, τη φυλή, το χρώμα, την εθνική προέλευση και το προσωπικό καθεστώς, περιλαμβανομένης της αναπηρίας. Η Επιτροπή συμμερίζεται τη θέση των ειδικών ότι η αναφορά στην εθνική καταγωγή προσώπων όταν αυτή δεν αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο μιας είδησης και δεν βρίσκεται σε ουσιώδη συνάφεια με το θέμα για το οποίο γίνεται αναφορά σε ένα άτομο είναι δυνατό να οδηγήσει στην υποκίνηση ρατσιστικών και ξενοφοβικών αισθημάτων. Δεν έχει σημασία αν αυτά τα αισθήματα δημιουργούνται σε νουνεχείς ή μη πολίτες, γιατί αυτό που έχει σημασία είναι η καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας μεταξύ όλων των μελών της κοινωνίας και όχι μόνο του «μέσου» ή του «νουνεχή» πολίτη. Η Επιτροπή παραπέμπει στο ειδικό ερμηνευτικό παράρτημα του Κώδικα με οδηγίες για το χειρισμό θεμάτων που αφορούν σε μετανάστες, στο οποίο αναφέρεται ότι: «Παράδειγμα δημιουργίας προκατάληψης από τα ΜΜΕ είναι η αναφορά στην εθνική και φυλετική προέλευση όταν αυτές οι ιδιότητες δεν συνιστούν ουσιώδες στοιχείο της είδησης. Η πρακτική αυτή παρατηρείται κατά κύριο λόγο σε ειδήσεις που αναφέρονται σε εγκλήματα ή αδικήματα ή για οποιοδήποτε άλλο λόγο αντανακλούν αρνητικά σε άτομα ή ομάδες, στις οποίες η εθνική και φυλετική προέλευση ή απλώς και το γεγονός ότι ο δράστης ή το θύμα δεν είναι Κύπριος αναδεικνύονται σε πρωτεύον στοιχείο της είδησης. Αντίθετα η ιδιότητα κάποιου ως Κυπρίου δεν θεωρείται, σε ανάλογες περιπτώσεις, στοιχείο της είδησης και δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ. Η πρακτική αυτή συμβάλλει στη δημιουργία αισθημάτων ξενοφοβίας». Και περαιτέρω: «Μην γράφετε και μη μεταδίδετε ειδήσεις για γεγονότα στα οποία εμπλέκονται μετανάστες, πρόσφυγες, αιτητές ασύλου ή θύματα εμπορίας ανθρώπων, εφ όσον τα ίδια γεγονότα δεν θα αποτελούσαν είδηση αν τα εμπλεκόμενα άτομα ήταν Κύπριοι. Ειδικά σε περιπτώσεις εγκλημάτων ή αδικημάτων μην αναφέρετε το στοιχείο της εθνικής προέλευσης του υπόπτου ή των υπόπτων, αν αυτό δεν αποτελεί συστατικό και απαραίτητο στοιχείο της είδησης». Επανειλημμένα τονίστηκε σε αποφάσεις της Επιτροπής ότι ή φυλετική και εθνική καταγωγή ή προέλευση δεν έχει ουσιώδη συνάφεια με αδικήματα για τα οποία ένα άτομο είναι ύποπτο ή κατηγορούμενο ή έχει καταδικασθεί, δεδομένου ότι η έκνομη συμπεριφορά δεν είναι άμεσο απότοκο της εθνικής ή φυλετικής προέλευσης. Η άνευ αποχρώντος λόγους σύνδεση της εθνικής ή φυλετικής προέλευσης με εγκλήματα ή αδικήματα απλώς συμβάλλει στη δημιουργία στερεότυπων αντιλήψεων και προκαταλήψεων με συνέπεια τη δημιουργία ξενοφοβικών αισθημάτων. 4
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το δεύτερο δημοσίευμα της εφημερίδας αντίκειται επίσης στις πρόνοιες του Κώδικα περί μη αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων, δεδομένου ότι περιείχε τέτοιες λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποκάλυψη της ταυτότητας προσώπων, όπως της συζύγου καταδικασθέντος ατόμου. Εξ άλλου, θεωρεί ότι η αποκάλυψη της αναπηρίας εμπλεκόμενου ατόμου στην πρώτη είδηση αποτελούσε δυσμενή διάκριση λόγω φυσικής ασθένειας ή αναπηρίας, η οποία οδήγησε και στην ανάρτηση κοροϊδευτικών σχολίων για τους ανάπηρους. Η Επιτροπή επιθυμεί περαιτέρω να υποδείξει ότι οι εφημερίδες που διατηρούν ιστότοπο ανάρτησης των ειδήσεών τους, όπως και οι καθαρά διαδικτυακές εφημερίδες ή διαδικτυακές σελίδες που παρέχουν πληροφόρηση οποιουδήποτε είδους, έχουν ευθύνη για το περιεχόμενο σχολίων τα οποία αναρτούν μέλη του κοινού. Συναφώς παραπέμπει σε απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην οποία τονίζεται ότι τα ΜΜΕ φέρουν νομική ευθύνη για σχόλια αναγνωστών που αναρτώνται σε ιστοσελίδες και οφείλουν να βρίσκονται σε εγρήγορση και να παρεμβαίνουν για αφαίρεσή τους οσάκις το περιεχόμενό τους είναι για οποιοδήποτε λόγο επιλήψιμο. Σχετική με το πιο θέμα των σχολίων που δημοσιεύονται από το μέλη του κοινού σε ιστοσελίδες είναι απόφαση της Επιτροπής στις 27/2/2014, στην οποία επισημαίνεται, με βάση την προαναφερθείσα απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ότι οι ιστοσελίδες έχουν όχι μόνο δικαίωμα αλλά και νομική υποχρέωση αφαίρεσης επιλήψιμων σχολίων από μέλη του κοινού. Ιδε απόφαση: http://www.cmcc.org.cy/decisions/index_2014_files/1_2014.html Τέλος, η Επιτροπή επιθυμεί θεωρεί ότι είναι σκόπιμο να υποδείξει πως η δήλωση του κ. Γιαννακού ότι δεν έχει πεισθεί πως οι αναφορές στην εθνική καταγωγή υπόπτων ή καταδικασθέντων ατόμων δεν αποτελεί ρατσιστικό λόγο ισοδυναμεί με μη αποδοχή του Κώδικα Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας. Επομένως επαφίεται το «Φιλελεύθερο», που έχει προσυπογράψει τον Κώδικα και αποδέχθηκε την αρμοδιότητα της Επιτροπής δημοσιογραφικής Δεοντολογίας να υποδείξει στο δημοσιογράφο της ότι ως εργοδοτούμενός της, αλλά και ως μέλος της Ενωσης Συντακτών Κύπρου, έχει υποχρέωση τήρησης των προνοιών του Κώδικα. 5