Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, Περίληψη : Θέατρο ρωμαϊκού-μικρασιατικού τύπου, στο σύνολό του από μάρμαρο. Μεγάλου μεγέθους και χωρητικότητας 15.000 θεατών. Ο προσανατολισμός του είναι ανατολικός και βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της Σίδης (Selimiye, αρχικά Eski Antalya), στην επαρχία Παμφυλίας. Στη θέση αυτή προϋπήρχε πιθανόν ελληνιστικό θέατρο, πάνω στο οποίο χτίστηκε το οικοδόμημα των Αυτοκρατορικών χρόνων. Χρονολογείται στα μέσα του 2ου αιώνα μ.χ., ενώ κατά τον 3ο αιώνα πραγματοποιήθηκαν μετασκευές, όταν μετατράπηκε σε αρένα για αμφιθεατρικά παιχνίδια. Τον 4ο αιώνα λειτούργησε ως υπαίθριο ιερό, ενώ επισκευές πραγματοποιήθηκαν στο μνημείο και κατά τη Βυζαντινή περίοδο (5ος αιώνας μ.χ.). Θεωρείται από τα καλύτερα διατηρημένα θεατρικά οικοδομήματα της Μικράς Ασίας. Χρονολόγηση 2ος αι. μ.χ. Γεωγραφικός Εντοπισμός Σίδη, Παμφυλία 1. Θέση Το θέατρο της Σίδης βρίσκεται σε κεντρικό σημείο της πόλης και αποτελεί, όχι μόνο το μεγαλύτερο θέατρο της Παμφυλίας, αλλά και ένα από τα μεγαλύτερα και σημαντικότερα θέατρα ολόκληρης της Μικράς Ασίας. Η πρόσβαση σε αυτό εξασφαλιζόταν από έναν εντυπωσιακό δρόμο με κιονοστοιχίες (via porticata), που διερχόταν από την κεντρική πύλη της πόλης στα βορειοανατολικά και κατέληγε στο Θέατρο. Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι το σκηνικό οικοδόμημα του θεάτρου είναι κτισμένο σε άμεση οικοδομική επαφή με την Εμπορική Αγορά της πόλης. 2. Αρχιτεκτονική Περιγραφή Πρόκειται για θέατρο ρωμαϊκού μικρασιατικού τύπου, υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι χτίστηκε πάνω σε προγενέστερο οικοδόμημα των Ελληνιστικών χρόνων, για το οποίο όμως δε γνωρίζουμε πολλά. 1 Το φαινόμενο αυτό ήταν σύνηθες στο χώρο της Μικράς Ασίας, όπου τα προϋπάρχοντα ελληνιστικά θέατρα υπέστησαν μετατροπές στις κατόψεις τους κατά τα Αυτοκρατορικά χρόνια. Το θεατρικό οικοδόμημα έχει αρκετά μεγάλο μέγεθος, 2 με κοίλον σε σχήμα μεγαλύτερο του ημικυκλίου, διαμέτρου 119 μ. Το κάτω τμήμα του κοίλου εκμεταλλεύεται την κλίση ενός μικρού φυσικού υψώματος στα δυτικά της Αγοράς της πόλης, ενώ για την κατασκευή του ανώτερου τμήματος του κοίλου και των πλευρικών τμημάτων (αναλήμματα) χρειάστηκε να χρησιμοποιηθούν βοηθητικές υποκατασκευές με θολοδομίες ώστε να καλύψουν την κλίση του εδάφους. Η εξωτερική όψη τους διαμορφώνεται ως διώροφες τοξοστοιχίες ύψους περίπου 20 μ., όπου ογκώδεις πεσσοί στηρίζουν τα τόξα και πλαισιώνονται από παραστάδες. Στο εσωτερικό διαμορφώνονται δύο ομόκεντροι καμαροσκέπαστοι διάδρομοι. 3 Ο εσωτερικός διάδρομος απολήγει μέσω τοξωτών εισόδων στο οριζόντιο διάζωμα(praesinctio), στο κέντρο του κοίλου. 4 Εγκάρσιοι τοίχοι στηρίζουν τις υποκατασκευές και σχηματίζουν ανάμεσα στους δύο διαδρόμους κλιμακοστάσια, καθώς και κλειστούς τετράπλευρους χώρους, άγνωστης λειτουργίας, ακτινωτά διευθετημένους και επίσης στεγασμένους με καμάρες. Οι χώροι αυτοί επιτρέπουν την άμεση επικοινωνία μεταξύ των δύο διαδρόμων. Για τις χτιστές αυτές υποκατασκευές έχει χρησιμοποιηθεί το ισόδομο σύστημα τοιχοδομίας, με λαξευμένους λίθους από τοπικό ασβεστόλιθο. Οι θόλοι είναι λιγότερο προσεγμένοι και το σύστημα τοιχοδομίας τους ακανόνιστο. Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 1/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, Το κοίλον διαιρείται μέσω του περιμετρικού διαδρόμου (διάζωμα, praesinctio) σε δύο τμήματα (maeniana). Το κάτω τμήμα του κοίλου (θέατρον, ima cavea) διαιρούνταν σε έντεκα τμήματα, τις κερκίδες (cunei), μέσω δώδεκα κλιμάκων. Κάθε κερκίδα αποτελούνταν συνολικά από είκοσι εννέα σειρές εδωλίων. 5 Στην τελευταία σειρά τα εδώλια έφεραν ερισίνωτο, όπως στο θέατρο στα Μύρα της Λυκίας, στη Σέλγη και στην Τερμησσό της Πισιδίας. 6 Αυτές οι θέσεις αφενός προστάτευαν τους καθήμενους θεατές, αφετέρου λειτουργούσαν και ως προστατευτικό στηθαίο για τους θεατές που κινούνταν στο διάδρομο. 7 Το άνω τμήμα του κοίλου (επιθέατρον, summa cavea) διαιρούνταν σε είκοσι τέσσερις κερκίδες (cunei) μέσω είκοσι πέντε κλιμάκων. Υπολογίζεται ότι κάθε κερκίδα αποτελούνταν συνολικά από είκοσι εννέα σειρές εδωλίων, από τις οποίες σώζονται οι είκοσι δύο. 8 Τα εδώλια είναι εξαιρετικά φροντισμένης κατασκευής και στις απολήξεις κάθε κερκίδας καταλήγουν σε λεοντόποδα. Η πρόσβαση των θεατών στο επιθέατρο γινόταν μόνο από τα στενά κλιμακοστάσια που παρεμβάλλονταν ανάμεσα στους τετράπλευρους καμαροσκέπαστους χώρους μεταξύ των δύο διαδρόμων. Στα κλιμακοστάσια εισερχόταν κανείς από θύρες που ανοίγονταν στο διάδρομο που διαμορφωνόταν στην εξωτερική περίμετρο του θεατρικού οικοδομήματος. Η πρόσβαση στην ορχήστρα γινόταν από τους ακτινωτά διευθετημένους διαδρόμους που διαμορφώνονταν από την εσωτερική πλευρά των αναλημματικών τοίχων. Στα Ύστερα Αυτοκρατορικά χρόνια, όταν το θέατρο μετατράπηκε σε αρένα για αμφιθεατρικά παιχνίδια (μονομαχίες, θηριομαχίες, κυνήγια), γύρω από την ορχήστρα, διαμέτρου 14,75 μ., υψώθηκε τοίχος ύψους 1,5 μ., ώστε να προστατεύει τους θεατές από τα βίαια δρώμενα. Μπροστά από την πρώτη σειρά εδωλίων του κάτω τμήματος του κοίλου οι ανασκαφές έφεραν στο φως περιμετρικό διάδρομο πλάτους 0,80 μ. και ψηλότερο κατά 0,80 μ. από το επίπεδο της ορχήστρας. 9 Αποτελούνταν από πλάκες όρθια τοποθετημένες δημιουργώντας στηθαίο. Μπροστά από αυτόν ανοιγόταν ο εύριπος. 10 Η σκηνή ήταν ορθογώνιας κάτοψης, μήκους 63 μ., πλάτους 9,20 μ. και μεγάλου ύψους, που έφτανε σχεδόν το ύψος του κοίλου. Διέθετε υπόγειο και δύο επιπλέον ορόφους. Το σκηνικό οικοδόμημα διαιρούνταν σε δύο κατά μήκος τμήματα. Καθένα από τα τμήματα αυτά χωριζόταν μέσω οκτώ εγκάρσιων τοίχων σε εννέα τετράγωνους χώρους που επικοινωνούσαν μεταξύ τους και στεγάζονταν με καμάρες. Οι περισσότεροι από τους χώρους του πίσω τμήματος της σκηνής είχαν άμεση πρόσβαση στο χώρο της Αγοράς. Όταν χτίστηκε το εσωτερικό τείχος της πόλης (4ος αιώνας μ.χ.) και το σκηνικό οικοδόμημα εντάχθηκε στην οχύρωση, αυτές οι δίοδοι φυσικά έκλεισαν. Να σημειωθεί ότι οι τρεις κεντρικοί χώροι και των δύο κατά μήκος τμημάτων της σκηνής οδηγούσαν απευθείας στην ορχήστρα, και γι αυτό είναι στενότεροι. 11 Αντιστοιχούν δε στις τρεις κεντρικές θύρες της πρόσοψης της Σκηνής (scaenae frons), η οποία διέθετε προσκήνιο (proscaenium) στο οποίο ανοίγονταν ορθογώνιες και ημικυκλικές κόγχες, ανάμεσα σε θυρώματα. Η πεντάθυρη πρόσοψη της σκηνής 12 διαμορφωνόταν από κίονες οι οποίοι πατούσαν σε ορθογώνια βάθρα και χωρίζονταν σε τέσσερις ομάδες των τεσσάρων κιόνων στο κέντρο και σε βάθρα του ενός κίονα στις άκρες. Πίσω από τους κίονες διαμορφώνονται στον τοίχο της σκηνικής πρόσοψης ημικίονες. Οι κίονες του πρώτου ορόφου πατούσαν σε μαρμάρινες αττικοϊωνικές βάσεις, είχαν λείο κορμό από γκριζωπό γρανίτη και έφεραν κιονόκρανα σύνθετου ρυθμού, ενώ οι ημικίονες ήταν από λευκό μάρμαρο. Το διταινιωτό επιστύλιο ήταν συμφυές με τη ζωφόρο, την οποία κοσμούσαν ανάγλυφα θεατρικά προσωπεία. Πάνω από τη ζωφόρο διαμορφωνόταν γείσο με κιλλίβαντες. Το ύψος του κάτω ορόφου υπολογίζεται στα 9,25 μ. Οι κίονες του άνω ορόφου ήταν από πολύχρωμο μάρμαρο και έφεραν κορινθιακά κιονόκρανα. Τη ζωφόρο του άνω ορόφου την κοσμούσαν φυτικά μοτίβα. Το ύψος του Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 2/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, δεύτερου ορόφου υπολογίζεται στα 8,75 μ., ενώ το συνολικό ύψος της σκηνικής πρόσοψης στα 20 μ. Συνολικά διαμορφωνόταν ένα μνημειακό διώροφο σκηνικό μέτωπο κατασκευασμένο από μάρμαρο και διακοσμημένο με θυρώματα, κίονες, κόγχες και ναΐσκους (aediculae) που έφεραν αγάλματα. Την εντυπωσιακή αρχιτεκτονική σύνθεση τη συμπλήρωνε ένα κεντρικό αέτωμα πιθανόν συριακού τύπου. 13 Αξίζει να σημειωθεί ότι η σκηνική πρόσοψη του θεάτρου της Σίδης παρουσιάζει παρόμοια μορφολογικά στοιχεία με εκείνη του θεάτρου της Ασπένδου. 3. Γλυπτός διάκοσμος Ο γλυπτός διάκοσμος δε σώζεται σε καλή κατάσταση, αλλά ήταν σίγουρα εξαιρετικά πλούσιος, όπως διαπιστώνεται από τα άφθονα θραύσματα αγαλμάτων, αναγλύφων και επιγραφών που βρέθηκαν διάσπαρτα στο χώρο της ορχήστρας. Η καταστροφή τους οφείλεται στην κατάρρευση της κιονοστοιχίας της σκηνικής πρόσοψης. 14 Αξίζει να αναφερθούμε σε επιγραφή που κατονομάζει έναν από τους γλύπτες που εργάστηκαν για το γλυπτό διάκοσμο του θεάτρου. 15 Η ανάγλυφη ζωφόρος που κοσμούσε τα βάθρα της διώροφης κιονοστοιχίας σώζεται μεν in situ αλλά τα γλυπτά είναι κατεστραμμένα και πολύ αποσπασματικά. Η καταστροφή της οφείλεται πιθανότατα στη μανία των πρώτων χριστιανών. Τα βάθρα κοσμούνταν με σκηνές από το διονυσιακό κύκλο σε συνδυασμό με παραστάσεις εμπνευσμένες από τοπικούς μύθους της Σίδης. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης τα φατνώματα της οροφής της scaenae frons, που κοσμούνται με ανάγλυφες προτομές θεών και συνοδεύονται από τα αντίστοιχα σύμβολά τους. Μπορεί να αναγνωριστεί η Αθηνά, ο Απόλλωνας, η Άρτεμις, καθώς και η Δήμητρα και η Κόρη. 16 Αρκετά είναι επίσης τα αγάλματα που έχουν σωθεί. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η κεφαλή του ανδριάντα του αυτοκράτορα Αυγούστου, 17 το σύμπλεγμα των τριών Χαρίτων, 18 η μορφή Τύχης, του 3ου αιώνα μ.χ., 19 το αντίγραφο αγάλματος του Απόλλωνα τύπου Kassel, 20 το αντίγραφο της Αθηνάς τύπου Hope, 21 που χρονολογείται στους χρόνους των Αντωνίνων, μια κεφαλή Σιληνού, 22 το σύμπλεγμα Σιληνού και Ερμαφρόδιτου τύπου Δρέσδης, 23 επίσης θραύσματα από δύο Σφίγγες, 24 καθώς και ανδρικά και γυναικεία πορτρέτα, 25 και τέλος ένα γυναικείο άγαλμα που πιθανότατα απεικόνιζε κάποια Ρωμαία. 26 4. Χρονολόγηση Με βάση τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του το θέατρο της Σίδης χρονολογείται γύρω στα μέσα του 2ου αιώνα μ.χ. Πιθανολογείται ότι αντικατέστησε προϋπάρχον ελληνιστικό οικοδόμημα, όπως δείχνει και το σχήμα του κοίλου, που είναι μεγαλύτερο του ημικυκλίου. Στα ύστερα Αυτοκρατορικά χρόνια (3ος αιώνας μ.χ.) το θεατρικό οικοδόμημα μετατράπηκε σε αρένα, ενώ τον 4ο αιώνα η σκηνή εντάχθηκε στην οχύρωση της πόλης. Την ίδια εποχή το θέατρο λειτούργησε ως υπαίθριο ιερό με την προσθήκη δύο μικρών παρεκκλησίων, που διαμορφώνονται στις γωνίες ανάμεσα στο οικοδόμημα της σκηνής και στους αναλημματικούς τοίχους και φέρουν τοιχογραφίες (frescoes). 27 Τον 5ο αιώνα μ.χ. έλαβαν χώρα επισκευές εκτεταμένης κλίμακας, καθώς το θέατρο υπέστη ζημιές οφειλόμενες στην έντονη σεισμική δραστηριότητα της περιοχής. Οι επισκευές αυτές πραγματοποιήθηκαν κατά την τελευταία περίοδο οικονομικής ευημερίας της πόλης. 5. Σημερινή κατάσταση Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 3/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, Από τις πρώτες και ακριβείς μελέτες για το θέατρο της Σίδης ήταν η μελέτη του Lanckoronski σε συνεργασία με τους G. Niemann και E. Petersen, την περίοδο 1884/5. Από το 1948 ξεκίνησαν οι τουρκικές ανασκαφές υπό την εποπτεία του A.M. Mansel. Θεωρείται από τα καλύτερα διατηρημένα θεατρικά οικοδομήματα της Μικράς Ασίας. Πριν από τις τουρκικές ανασκαφές το κατώτερο τμήμα του κοίλου ήταν καλυμμένο από δέντρα και θάμνους. Το σκηνικό οικοδόμημα, που σώζεται σε ύψος 23 μ., έχει υποστεί καταστροφές. Στο χώρο πραγματοποιήθηκαν καθαρισμοί, αλλά ο αρχιτεκτονικός και γλυπτός διάκοσμος της σκηνικής πρόσοψης είναι σχεδόν κατεστραμμένος. Πολλές από τις καταστροφές των γλυπτών οφείλονται και στην έκθεσή τους στις ατμοσφαιρικές συνθήκες, αλλά και στο μένος των πρώτων χριστιανών ενάντια στα ειδωλολατρικά μνημεία. 28 1. Bean, G.E., Turkey s Southern Shore An Archaeological Guide 2 (London 1979), σελ. 92. 2. Είναι από τα μεγαλύτερα θέατρα της Μ. Ασίας PECS (1976), σελ. 835-836, βλ. λ. Side (Selimiye, αρχ. Eski Antalya) (G.E. Bean). 3. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137-138 PECS (1976), σελ. 835-836, βλ. λ. Side (Selimiye, αρχ. Eski Antalya) (G.E. Bean). 4. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137, εικ. 140. 5. Τριάντα σειρές εδωλίων στο κάτω τμήμα του κοίλου αναφέρει η De Bernardi Ferrero, ενώ την εποχή της περιηγητικής αποστολής του Lanckoronski στο κοίλο σώζονταν μόνο είκοσι έξι σειρές εδωλίων, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137, εικ. 140, πίν. ΧΧVII. 6. Machatschek, A. Schwartz, M., Bauforschungen in Selge (TAM Suppl. 9a, Wien 1981), σελ. 73, εικ. 4. 7. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137 υποσημ. 17. 8. Ciancio Rossetto, P. Pisani Sartorio, G. (eds), Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio rappresentato 3 (Seat 1994/5/6), σελ. 499. Στη δεκαετία του 1970 διατηρούνταν ακόμη είκοσι πέντε βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137. 9. Mansel., A., Die Ruinen von Side, Belleten XXVI (1962), res. 11, 40 De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 137. 10. Πλάτους 0,73 μ. και βάθους 0,68 μ. Ο αγωγός αυτός απομάκρυνσης των νερών της βροχής καλύπτεται από πλάκες πάχους 0,24 μ. 11. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 139. 12. Οι διαστάσεις των θυρών μειώνονται σταδιακά από το κέντρο προς τις άκρες, βλ. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 140. 13. Πρόκειται για αέτωμα με τοξωτή βάση ή αέτωμα συριακό, βλ. Ginouves, R., Dictionnaire Méthodique de l Architecture Grecque et Romaine (Roma 1992), σελ. 128, πίν. 66.5-6. 14. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 140 Mansel, A.M., Die Ruinen von Side (1963), σελ. 137-138, εικ. 116-117. 15..ιμός Γλύκωνος ηργάς[στο] [τα αγ]άλματα της άνω σκη[νής], βλ. Mansel, A.M., Die Ruinen von Side (1963), σελ. 137 κ.ε. Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 4/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, 16. De Bernardi Ferrero, D., Teatri classici in Asia Minore 3 (Roma 1970), σελ. 141, εικ. 150 Mansel, A.M., Die Ruinen von Side (1963), σελ. 134, εικ. 112-113. 17. Βρέθηκε σε β χρήση εντοιχισμένο σε μεταγενέστερο τοίχο που χτίστηκε μπροστά από τη σκηνική πρόσοψη του θεάτρου βλ. Inan, J. Rosenbaum, Ε., Roman and Early Byzantine portrait sculpture in Asia Minor (1966), σελ. 58 αρ. 127, πίν. V.1-3. 18. Βρέθηκε μπροστά σε θύρα Β της scaenae frons LIMC III (1986), σελ. 209, αρ. 134, στο λ. Charis, Charites/Gratiae Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 158-161 αρ. 85, πίν. 74 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45 υποσημ. 54. 19. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 108-109 αρ. 45, πίν. LI.2 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45. 20. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 31 αρ. 5, πίν. ΧΙΙΙ.1-3 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45 υποσημ. 51. 21. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 56-57 αρ. 14, πίν. XXIV.2-3 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45 υποσημ. 52. 22. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 116 αρ. 51, πίν. LV.1. 23. Βρισκόταν μπροστά από τη θύρα C της scaenae frons. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 56-57 αρ. 14, πίν. XXIV.2-3 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991) Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 123-125 αρ. 56 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45 υποσημ. 55. 24. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 132-133 αρ. 63 Bejor, G., Hierapolis, Scavi e ricerche III: Le statue (1991), σελ. 45 υποσημ. 53. 25. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 178 αρ. 114, πίν. LXXXIII.3 (γυναικεία κεφαλή), σελ. 151-152 αρ. 79, πίν. LXXII.3-4 (πορτρέτο νέγρου, του 4ουαι. μ.χ), σελ. 177 αρ. 110, πίν. LXXXII.6 (ανδρική κεφαλή). 26. Είναι τύπου pudicitia βλ. Inan, J., Roman Sculpture from Side (1975), σελ. 126-127 αρ. 57, πίν. LX.1-3. 27. Bean, G.E., Turkey s Southern Shore An Archaeological Guide 2 (London 1979), σελ. 93. 28. Bean, G.E., Turkey s Southern Shore An Archaeological Guide 2 (London 1979), σελ. 93. Βιβλιογραφία : Ciancio Rossetto P. Pisani Sartorio G. (eds), Teatri Greci e Romani, alle Origini del Linguaggio rappresentato, Roma 1994 Fuchs M., Untersuchungen zur Ausstattung römischer Theater in Italien und in den Westprovinzen des Imperium Romanum, Mainz am Rhein 1987 Μάξιμος Π., Αρχαία Ελληνικά Θέατρα, Αθήνα 1988 Μποσνάκης Δ., Γκαγκζής Δ., Αρχαία Θέατρα: Θέατρα θέας άξια, Λεύκωμα, Ιτανός, Αθήνα 1996 De Bernardi Ferrero D., Teatri classici in Asia Minore III. Città dalla Troade alla Pamfilia, Roma 1970, Studi di Architettura antica Bean G.E., Turkey s Southern Shore. An Archaeological Guide, London 1979 Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 5/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, Lanckoroński N.P., Städte Pamphyliens und Pisidiens, Wien 1892 İnan J., Alföldi-Rosenbaum E., Roman and Early Byzantine Portrait Sculpture in Asia Minor, London 1966 İnan J., Alföldi-Rosenbaum E., Römische und Frühbyzantinische Porträtsplastik aus der Türkei. Neue Funde, Mainz am Rhein 1979 Atvur O., Side: A Guide to the City and the Museum, Istanbul 1986 İnan J., Roman Sculpture in Side, Ankara 1975, Researches in the Region of Antalya 8 Mansel A.M., Die Ruinen von Side, Berlin 1963 Mansel A.M., Side: 1947-1966. Yılları kazıları ve araştırmalarının sonuçları, Ankara 1978 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu Kazı Onarım ve Çevre Düzenlemesi", Kazı Sonuçları Toplantısı 5, 1983, 291-296 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu ve Çevresi Kazı Onarım ve Düzenleme Çalışmaları 1983", Kazı Sonuçları Toplantısı 6, 1984, 313-322 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu ve Çevresi Kazı Onarım ve Düzenleme Çalışmaları", Kazı Sonuçları Toplantısı 8.2, 1986, 127-136 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu ve Çevresi Kazı Onarım ve Düzenleme Çalışmaları,", Kazı Sonuçları Toplantısı 9,2, 1987, 165-173 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu ve Çevresi Kazı Onarım ve Düzenleme Çalışmaları, Kazi Sonuçlari Toplantisi", Kazı Sonuçları Toplantısı 11,1, 1989, 151-160 İzmirligil Ü, "Side Tiyatrosu ve Çevresi Onarım Düzenleme Çalışmaları", Kazı Sonuçları Toplantısı 15.2, 1993, 243-252 Γλωσσάριo : aedicula, η Μικρός αετωματικός ναΐσκος, άλλοτε αυτόνομος και άλλοτε μέρος πρόσοψης. scaenae frons, η Η μνημειακή και πολυώροφη διαμόρφωση της πρόσοψης της σκηνής του ρωμαϊκού θεάτρου, που φέρει πλούσιο αρχιτεκτονικό και γλυπτό διάκοσμο. αέτωμα, το Τριγωνικό αρχιτεκτονικό μέλος που βρίσκεται πάνω από το οριζόντιο γείσο της πρόσοψης των οικοδομημάτων. Επιστέφεται από το καταιέτιο γείσο, ενώ το βάθος του κλείνεται από τύμπανο. Διακοσμείται συνήθως με συνθέσεις γλυπτών, ανάγλυφων ή με γραπτό διάκοσμο. ανάλημμα, το 1. Τοίχος (ή σύστημα τοίχων) που οικοδομείται με σκοπό τη συγκράτηση όγκου χώματος. 2. Κατακόρυφοι τοίχοι που ορίζουν τα δύο πέρατα του κοίλου προς την πλευρά των παρόδων του αρχαίου θεάτρου. αττικoϊωνική βάση, η Βάση του ιωνικού κίονα που περιλαμβάνει δύο κυρτές σε διατομή σπείρες εκατέρωθεν ενός κοίλου τροχίλου (σκοτίας). γείσο, το Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 6/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, 1. (Αρχαιότητα και Βυζάντιο) Αρχιτεκτονικό προεξέχον μέρος του επιστυλίου και γενικά του θριγκού στην ανωδομή ενός κτηρίου ή ναού. Ως οριζόντιο μέρος απαντάται ενίοτε και σε τοίχους. Το γείσο συχνά αποτελεί προεξέχον μέρος της στέγης με την έννοια ότι προστατεύει το κτήριο από τη βροχή. 2. (Βυζ. αρχιτ.) Διακοσμητικό αρχιτεκτονικό μέρος ταυτόσημο με τον «κοσμήτη». Χωρίζει οργανικά τις επιφάνειες των εκκλησιών τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό και τονίζει τη μετάβαση από τους κάθετους τοίχους προς τις θολωτές κατασκευές. Κατά κανόνα φέρει γραπτό ή γλυπτό διάκοσμο με φυτικά ή γεωμετρικά θέματα. διάζωμα, το (λατ. praecinctio) Ο οριζόντιος περιμετρικός διάδρομος που χωρίζει το κοίλο των αρχαίων θεάτρων σε άνω και κάτω τμήμα. εδώλιο, το 1. Πάγκος, κάθισμα, έδρανο ξύλινο ή λίθινο. 2. Το κάθισμα του θεάτρου ή το σύνολο των καθισμάτων του κοίλου. επιστύλιο, το Η δοκός που ήταν τοποθετημένη πάνω από τους κίονες (στύλους) και ακριβώς πάνω από τα κιονόκρανα. Αρχικά το επιστύλιο κατασκευαζόταν από ξύλο, ενώ αργότερα ήταν λίθινο (πώρινο ή μαρμάρινο). Στους ναούς της Αρχαιότητας αποτελεί το κατώτατο τμήμα του θριγκού. ερισίνωτο, το Το στήριγμα της πλάτης ενός θρόνου ή καθίσματος. εύριπος, ο Ο αγωγός συγκέντρωσης και απομάκρυνσης των όμβριων υδάτων. ζωφόρος, η 1. (αρχιτεκτονική) Tμήμα του θριγκού πάνω από το επιστύλιο, το οποίο αποτελείται στο μεν δωρικό ρυθμό από εναλλασσόμενα τρίγλυφα και μετόπες, στο δε ιωνικό από ενιαία επιφάνεια που φέρει συνήθως ανάγλυφη διακόσμηση. 2. (ζωγραφική) Διακοσμητική οριζόντια ταινία που περιτρέχει διάφορα μέρη ενός αγγείου ή το άνω μέρος των τοίχων ενός δωματίου. ημικίονας, ο Ημίτομος κίονας που προβάλλει από το πεδίο ενός αναγλύφου. θόλος, ο Ημισφαιρική οροφή. ισόδομο σύστημα, το Σύστημα δόμησης τοίχων και τειχών σε συνεχείς ισοϋψείς στρώσεις ισομεγέθων ορθογώνιων πλίνθων ή λίθων. Αυτοί τοποθετούνται σε σειρές έτσι ώστε το σημείο εφαρμογής των δύο υποκείμενων λίθων να βρίσκεται στο μέσο εκείνου της υπερκείμενης σειράς. Διακρίνεται σε ορθογώνιο και τραπεζιόσχημο, αναλόγως αν οι στενές πλευρές των λίθων είναι κατακόρυφες ή κεκλιμένες. καμάρα, η Θολωτή κατασκευή ημικυκλικής διατομής. Χρησιμοποιείται συχνά ως είδος απλής στέγης με ημικυλινδρικό θόλο. κερκίδες, οι (cunei) Ομόκεντρα σφηνοειδή τμήματα στα οποία χωρίζονται, με τη βοήθεια στενών κλιμάκων, τα καθίσματα του κοίλου του αρχαίου θεάτρου. κιλλίβαντας, ο Αρχιτεκτονικό στέλεχος τετράγωνης ή ορθογώνιας διατομής που προεξέχει από τον τοίχο και αποσκοπεί στη στήριξη των υπερκείμενων αρχιτεκτονικών προεξοχών, όπως είναι οι εξώστες, ή διακοσμητικών στοιχείων, όπως τα γείσα. Συνήθως διακοσμείται με σπείρες ή έλικες. Ονομάζεται επίσης κονσόλα ή φουρούσι. κόγχη, η Ημικυκλικής κάτοψης εσοχή στην επιφάνεια του τοίχου. Κόγχη ονομάζεται επίσης η αψιδωτή απόληξη μιας πλευράς ορθογώνιου χώρου. κοίλο, το (cavea) Το ομόκεντρο, συνήθως ημικυκλικό, πρανές του αρχαίου θεάτρου, όπου κάθονται οι θεατές. ορχήστρα, η Χώρος ανάμεσα στη σκηνή και το κοίλο του αρχαίου θεάτρου, όπου διεξάγονται τα θεατρικά δρώμενα. Είναι συνήθως ημικυκλικού σχήματος και σπανιότερα κυκλικού. παραστάδα, η Επίμηκες αρχιτεκτονικό μέλος, εγκάρσια τοποθετημένο σε τοίχους, συνήθως για τη στήριξη γείσων ή αετωμάτων. πεσσός, ο Στύλος τετράγωνης ή ορθογώνιας διατομής που λειτουργεί ως στήριγμα. Ο πεσσός είναι ελεύθερο αρχιτεκτονικό στοιχείο (μη εφαπτόμενο σε τοίχο) και συνήθως χτιστό. Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 7/8
Για παραπομπή : Αριστοδήμου Γεωργία,, 2002, προσκήνιον, το (proscaenium) Κιονοστοιχία που προστέθηκε μπροστά από τον τοίχο της σκηνής του αρχαίου ελληνικού θεάτρου. Τα διαστήματα μεταξύ των κιόνων ενίοτε κλείνονταν με θυρώματα ή γραπτούς πίνακες. Στα ρωμαϊκά θέατρα το προσκήνιο χαμηλώνει και φέρει αρχιτεκτονικό και γλυπτό διάκοσμο. προσωπείο, το Η μάσκα που έφεραν οι ηθοποιοί. Απαντάται ως διακοσμητικό στοιχείο σε έργα πλαστικής. ρωμαϊκού-μικρασιατικού τύπου θέατρο, το Το θεατρικό οικοδόμημα όπως αυτό διαμορφώθηκε κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο στο μικρασιατικό χώρο. Αποτελεί συνδυασμό του ελληνικού και του ρωμαϊκού τύπου με κοίλο μεγαλύτερο του ημικυκλίου και μνημειώδη σκηνή πολλών ορόφων, η οποία συχνά εφάπτεται στα άκρα του πετάλου των κερκίδων και κλείνει το οικοδόμημα. σκηνή, η (scaena) Αρχικά το μέρος όπου έπαιζαν οι ηθοποιοί. Αργότερα αποτέλεσε το μόνιμο κτίσμα που έκλεινε τη μία πλευρά του θεάτρου και διέθετε βοηθητικούς χώρους για την προετοιμασία των ηθοποιών και τη φύλαξη των μηχανημάτων. σύνθετος ρυθμός, ο Ρυθμός που επικράτησε κατά τους Όψιμους Αυτοκρατορικούς χρόνους και χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό ιωνικών και κορινθιακών στοιχείων. Συγκεκριμένα η άνω ζώνη του απλού κορινθιακού κιονόκρανου αντικαθίσταται από πλήρες ιωνικό κιονόκρανο χωρίς προσκεφάλαια, αλλά με έλικες και στις τέσσερις πλευρές του. Τα σύνθετα κιονόκρανα συνδυάζονται με κίονες αράβδωτους και φέρουν ιωνικό θριγκό. τόξο, το Ημικυκλική κατασκευή που καλύπτει ανοίγματα στην τοιχοποιία και είναι ικανή να φέρει το βάρος των υπερκείμενων όγκων και να μεταφέρει τις πιέσεις στα πλάγια. Συχνά έχει διακοσμητικό ρόλο. τοξοστοιχία, η Στην αρχιτεκτονική τόξο ονομάζεται το άνοιγμα που δημιουργείται μεταξύ δύο κιόνων ή πεσσών οι οποίοι γεφυρώνονται με μία ημικυκλική δομή. Οι σειρές από δύο ή περισσότερα τέτοια ανοίγματα ονομάζονται τοξοστοιχίες. φάτνωμα, το Κοίλες εσοχές, τετράγωνης ή πολυγωνικής μορφής, με διακοσμητικό χαρακτήρα, που διαμορφώνονται στην οροφή των κτηρίων. Στο εσωτερικό τους έφεραν ανάγλυφη ή γραπτή διακόσμηση. Συνήθως διακοσμούνταν με φυτικά μοτίβα. Δημιουργήθηκε στις 23/1/2017 Σελίδα 8/8