SEGURA CALVO JOSE-ANTONIO (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ πού ὑποβλήθηκε στό Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009
Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ
SEGURA CALVO JOSE-ANTONIO (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ πού ὑποβλήθηκε στό Τμῆμα Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2009
Ἀφιερώνεται στήν Ἁγία Ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἱεραποστολή «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος» στήν Κεντρική Ἀμερική Ἱερά Μητρόπολη Μεξικοῦ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ὁ μητροπολίτης Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας Βασίλειος ὁ Μέγας (330-379) ὑπῆρξε ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί Οἰκουμενικούς ιδασκάλους, πού συνέβαλαν στόν μέγιστο βαθμό στήν διατήρηση τῆς παραδεδομένης πίστης ἀλλά καί τοῦ εὐαγγελικοῦ ἤθους. Τό πρόσωπο καί ἡ δράση τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ ἱεροῦ πατρός ἔχει μελετηθεῖ ἀπό Ἕλληνες καί ξένους ἐρευνητές, θεολόγους, φιλοσόφους, κοινωνιολόγους, κοσμολόγους, γιατρούς καί ἄλλους, οἱ ὁποῖοι βρῆκαν μέσα στά συγγράμματα καί στήν ζωή του ἀπαντήσεις σέ ὅλα τά ὑπαρξιακά ἐρωτήματα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ παρούσα ἐργασία ἀσχολεῖται μέ μία ἀπό τίς σημαντικότερες πτυχές τῆς ζωῆς καί τῆς δράσης τοῦ ἁγίου, ἄν καί, βέβαια, ὅλη ἡ ζωή καί ἡ δράση του εἶναι σπουδαῖα. Ξεχωρίζουμε, ὅμως, τήν μοναχική του ἰδιότητα καί δράση καί τήν διδασκαλία του γιά τόν μοναχισμό, ὅπου βασίστηκε σέ μεγάλο βαθμό ὁ ἀνατολικός ὀρθόδοξος μοναχισμός. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναγνωρίζεται ὁ διοργανωτής τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος πάνω στήν βάση τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί μέσα στά πλαίσια τῆς κοινωνικῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ταυτόχρονα, ἀναγνωρίζεται πατήρ τῶν μοναχῶν, γιατί τούς δίδαξε, τόσο στήν θεωρία ὅσο καί στήν πράξη, τόν ἀπράγμονα μοναχικό βίο, ἐνῶ, ἐπίσης, μερίμνησε ὅσο κανείς ἄλλος γιά τίς πνευματικές ἀλλά καί ὑλικές ἀνάγκες τῶν μοναχῶν. Τό θέμα τῆς ἐργασίας αὐτῆς ἐπέλεξα λόγῳ τῆς μοναχικῆς ἰδιότητας, πού ἔχω τήν τιμή νά φέρω, καί λόγῳ τῆς μεγάλης μου ἀγάπης γιά τόν δυναμικό ἀλλά, ταυτόχρονα, ταπεινό μοναχό τοῦ Πόντου. Ἡ ἐργασία αὐτή ὑπῆρξε τό ἀποτέλεσμα μιᾶς μακρᾶς πορείας, πού ξεκίνησε ἤδη ἀπό τά παιδικά μου χρόνια, ὅταν ὁ Θεός μέ κάλεσε καί μέ καλλιέργησε μέ τήν ἀγάπη του γιά νά γίνω ἄνθρωπος. Τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά μένα ὑπηρέτησαν πολλοί ἄνθρωποι, μέσα ἀπό τούς ὁποίους ὁ Θεός ἐργάστηκε γιά νά μέ καλέσει κοντά του. Αὐτοί ἦταν, καταρχήν, οἱ ἀγαπημένοι μου παπποῦδες Ramón, Benignos καί Isaac καί οἱ γιαγιάδες μου Rafaela καί María, πού βρίσκονται στήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης, ἡ γιαγιά μου Adelia καί, φυσικά, οἱ ἀγαπημένοι μου γονεῖς Ramón καί Flor María. Μέ πολλή ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη μνημονεύω τίς δίδυμες ἀδελφές μου María καί Elizabeth καί, ἰδιαίτερα, τόν μικρό ἀδελφό μου José Isaac, ὁ ὁποῖος σάν ἄλλος Ἰωάννης ἀνέλαβε τήν φροντίδα τῶν γονιῶν μας, ὥστε νά εἶμαι ἐγώ ἀπερίσπαστος στόν δρόμο πού βαδίζω ἀκολουθώντας τήν φωνή τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός μέ κάλεσε στόν δρόμο τῆς ἱεραποστολῆς, γιά νά ἀκολουθήσω τήν αὐτοθυσία σπουδαίων ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι ἔδωσαν τήν ψυχή ἀλλά καί τήν ζωή τους γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τό λογικό του ποίμνιο στήν Κεντρική Ἀμερική. Θά ἤθελα νά μνημονεύσω ἐδῶ τόν μακαριστό δολοφονηθέντα ἐπίσκοπο Pablo de Ballester καί τόν π. Μιχαήλ Χασάκη, ὁ ὁποῖος ἔπεσε θύμα τροχαίου, καθώς πήγαινε νά λειτουργήσει τήν ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης σέ πόλη τῆς Venezuela. έν πρέπει νά παραλείψω νά ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μου καί σέ πρόσωπα πού γνώρισα καί συναναστράφηκα στήν Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία. Ἕνας ἀπό
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) αὐτούς, ὁ ἀρχιεπίσκοπος τοῦ El Salvador Arnulfo Romero, πού δολοφονήθηκε τήν στιγμή πού ὕψωνε τό Ἅγιο Ποτήριο μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα, ὑπῆρξε γιά μένα ἔμπνευση καί ὁδηγός, διότι ἦταν ἕνας ποιμένας πού διώχθηκε καί μαρτύρησε «ἕνεκεν δικαιοσύνης». Μέ υἱϊκή ἀγάπη ἀπευθύνω θερμές εὐχαριστίες στόν πνευματικό πατέρα καί ποιμένα μας Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μεξικοῦ, ὑπέρτιμο καί ἔξαρχο Κεντρώας Ἀμερικῆς κ. Ἀθηναγόρα, ὁ ὁποῖος μέ τίς εὐλογίες τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, ποιμαίνει τά πρόβατα τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί ἄλλα πρόβατα, πού ἐπιθυμοῦν νά μποῦν στήν ποίμνη του. Ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἀθηναγόρας μέ δέχθηκε στίς ἀνοιχτές πατρικές ἀγκάλες του πρίν ἀπό μερικά χρόνια καί μέ ἔβαλε στόν δρόμο τῆς Ὀρθοδοξίας. Οἱ εὐεργεσίες καί ἡ ἀγάπη του εἶναι γιά μένα μεγάλα ἀγαθά, πού δύσκολα περιγράφονται μέ λόγια. Ὁ ἀγαπητός ποιμενάρχης μας μέ βάπτισε ὀρθόδοξο, μοῦ ἔδωσε τό μοναχικό ὄνομα Σίλας, μέ χειροτόνησε διάκονο, μέ τίμησε μέ τό ἀξίωμα τοῦ ἀρχιερατικοῦ ἐπιτρόπου στίς χῶρες τῆς Κεντρικῆς Ἀμερικῆς Guatemala, Belice, Honduras, El Salvador, Nicaragua καί Costa Rica, μέ τίμησε μέ τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτη, μέ ἔστειλε στήν Ἑλλάδα νά σπουδάσω Ὀρθόδοξη Θεολογία, μέ συμβούλευσε καί μέ εὐλόγησε νά μάθω τήν ἑλληνική γλώσσα, γιά νά μπορῶ νά ξεκλειδώσω τούς θησαυρούς τῆς πατερικῆς σοφίας. Στήν Ὀρθόδοξη ἱεραποστολή τῆς Μητρόπολης Μεξικοῦ, ἐκτός ἀπό πατέρα, ἀπέκτησα καί πολλούς πνευματικούς ἀδελφούς, τούς ὁποίους εὐχαριστῶ γιά τήν ἀγάπη καί συμπαράσταση στόν κοινό μας ἀγώνα. Ἀνάμεσά τους εἶναι οἱ ἀρχιμανδρίτες Τιμόθεος, Ἀθηναγόρας, Ἰωσήφ καί Παῦλος. Ὁ ὄμορφος δρόμος τῆς Ὀρθοδοξίας πού βάδισα στήν Ἑλλάδα μοῦ ἐπιφύλαξε μέχρι τώρα εὐχάριστους σταθμούς, στούς ὁποίους βρῆκα ψυχική ἀνάπαυση. Πρῶτος σταθμός ἦταν ἡ μονή τοῦ Ὁσίου αβίδ στήν Εὔβοια, ὅπου οἱ ἀδελφοί τῆς μονῆς μέ περιέθαλψαν «ὡς ἡ τροφός θάλπει τά τέκνα αὐτῆς». Ἐκεῖ εἶχα τήν μεγάλη εὐλογία νά βαπτιστῶ ὀρθόδοξος καί νά λάβω τό ὄνομα Θεόκτιστος. Ἰδιαίτερα θέλω νά εὐχαριστήσω τόν γέροντα Κύριλλο, πού μοῦ δείχνει πολλή ὑπομονή καί ἀγάπη μέχρι σήμερα, τόν μοναχό Εὐθύμιο, πού μοῦ ἔμαθε τίς πρῶτες ἑλληνικές λέξεις, καί τόν π. αβίδ, πού μέ ὁδήγησε στά πρῶτα μου πνευματικά βήματα. εύτερος σταθμός ἦταν ἡ μονή Βατοπεδίου Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ὁ Θεός μέ κάλεσε στόν μοναχισμό καί μοῦ δίδαξε πῶς νά βαδίσω τόν δύσβατο ἀλλά σωτήριο δρόμο τῆς ἁγίας Ὀρθοδοξίας μας. Θέλω γι αὐτό νά εὐχαριστήσω τόν γέροντα Ἐφραίμ, πού μέ δέχθηκε νά γίνω μοναχός, τόν ἱερομόναχο Παῦλο, τούς μοναχούς Φίλιππο, Σωφρόνιο, Κοσμᾶ, Μόδεστο, Βασίλειο, Πανάρετο, Πρόκλο καί ὅλους τούς ἀδελφούς, πού μοῦ ἔδωσαν ὁ καθένας ἕνα κομμάτι ἀπό τήν ψυχή του, καί, ἰδιαίτερα, τόν γέροντα Ἰωσήφ, πού γέμισε τήν καρδιά μου μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τρίτος σταθμός ἦταν ἡ μονή Μαχαιρᾶ στήν Κύπρο, ὅπου ἔλαβα τήν χάρη τῆς ἱερωσύνης ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Λεμεσοῦ κ. Ἀθανάσιο παρόντος τοῦ γέροντος τῆς μονῆς καί Ἐπισκόπου κ. Ἐπιφανίου. Οἱ ἄνθρωποι πού μέ δέχθηκαν καί μέ βοήθησαν στήν Κύπρο εἶναι πολλοί, γι αὐτό ἐνδεικτικά θά μνημονεύσω τούς ἀρχιμανδρίτες Ἰσαάκ, Τύχωνα καί Φιλόθεο, τούς ἱεροδιακόνους Ἐμμανουήλ καί Χρυσόστομο, τόν μοναχό Ἡρακλείδιο, τούς ἀδελφούς τῆς μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου Προ- 5
Πρόλογος δρόμου, τόν πρωτοπρεσβύτερο καί οἰκονόμο π. Ἀνδρέα, τόν π. Χριστόδουλο καί τούς ἐνορίτες τοῦ Ἁγίου Σάββα, καθώς καί τούς χριστιανούς τῆς Κύπρου, πού ἀγαποῦν καί συμβάλλουν στό ἱεραποστολικό μας ἔργο. Τέταρτος σταθμός ἦταν ἡ μονή τοῦ Ὁσίου Ἐφραίμ στήν Κατερίνη, ὅπου χειροθετήθηκα ἀρχιμανδρίτης ἀπό τόν Μητροπολίτη μας κ. Ἀθηναγόρα. Ἡ γερόντισσα Αἰκατερίνη καί οἱ ἀδελφές τῆς μονῆς μοῦ ἔδειξαν καί μοῦ δείχνουν τόση ἀγάπη καί φροντίδα, πού μόνο ὁ Θεός μπορεῖ νά ἀνταποδώσει μέ δικαιοσύνη. Στά χρόνια τῶν σπουδῶν μου στήν Θεσσαλονίκη ἀπό τό 2005 μέχρι καί σήμερα γνώρισα πολλούς ἀνθρώπους, ἀπό τούς ὁποίους διδάχθηκα γνώσεις ἀλλά καί ἦθος. Θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω ὅλα τά μέλη ΕΠ τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καί, ἰδιαίτερα, τόν καθηγητή πρωτοπρεσβύτερο Θεόδωρο Ζήση, τούς ἐπίκουρους καθηγητές κ. Ἀθανάσιο Παπαρνάκη καί κ. Κυριακούλα Παπαδημητρίου καί τίς λέκτορες κ. Σουλτάνα Λάμπρου καί κ. Ἄννα Καραμανίδου. Ἐπίσης, εὐχαριστῶ τόν λέκτορα τοῦ Τμήματος Θεολογίας κ. Παναγιώτη Ὑφαντῆ, ὁ ὁποῖος μοῦ ἔδωσε σέ ἠλεκτρονική μορφή τίς ἀξιόλογες ἐργασίες του γιά τόν μοναχισμό. Στήν Θεολογική Σχολή γνώρισα καί φοιτητές, πού μοῦ ἔδειξαν πολλή ἀγάπη καί μοῦ πρόσφεραν πολύτιμη βοήθεια, καθώς μοῦ ἐξασφάλισαν πλούσιο ὑλικό καί μοῦ ἔδωσαν χρήσιμες συμβουλές γιά τήν συγγραφή τῆς ἐργασίας μου. Θά ἤθελα νά ἀναφέρω, ἰδιαίτερα, τόν Χρῆστο Ραϊλάκη Βρανᾶ, τήν Κερασία Γαλιγαλίδου καί τόν Φίλιππο Γερμάνη, καθώς καί τούς Χριστόφορο Chapron Fritz ἀπό τήν Haití, Σωκράτη Agustín Garcells, Μάριο Luis Delgado ἀπό τήν Cuba, οἱ ὁποῖοι σπουδάζουν στήν Θεσσαλονίκη μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου κ. Ἀθηναγόρα. Εὐχαριστῶ, ἀκόμα, τόν π. Ἀθανάσιο Yanes καί τήν πρεσβυτέρα Σοφία ἀπό τήν Cuba. Θά ἦταν παράλειψη, ἐάν δέν ἀνέφερα τήν κ. Λίτσα Πλακιᾶ καί ὅλες τίς κυρίες πού ἐργάζονται στήν Γραμματεία τοῦ Τμήματος Ποιμαντικῆς καί Κοινωνικῆς Θεολογίας, γιά τήν ἀνιδιοτελή ἀγάπη καί τήν ἄψογη ἐξυπηρέτηση τῶν ἀναγκῶν μου ὡς φοιτητῆ τοῦ Τμήματος. Θά ἤθελα, ἐπίσης, νά εὐχαριστήσω μέσα ἀπό τήν καρδιά μου τούς ἐκπαιδευτικούς κ. Ἀθανάσιο Γάτσιο, κ. Χρυσούλα Μάμογλου καί κ. Ἀναστασία Μπιτσάνη, οἱ ὁποῖοι διόρθωσαν τήν ἐργασία στήν τελική της μορφή καί τήν ἐμπλούτισαν μέ τήν ἀγάπη τους. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, ὅπως καί ὅλοι ὅσους ἤδη ἀνέφερα ἀλλά καί ὅλοι ὅσους δέν μνημόνευσα, ὅμως τά ὀνόματά τους εἶναι γραμμένα «ἐν βίβλῳ ζωῆς», εἶναι γιά μένα ὄμορφα καί εὐωδιαστά ἄνθη, πού συνάντησα στό ὑπέροχο αὐτό ταξίδι μου στήν Ἑλλάδα. Τά ἄνθη αὐτά τά κρατάω μέσα στήν καρδιά μου καί τά κουβαλάω μαζί μου ὅπου μέ ὁδηγεῖ τό ἀγαθό χέρι τοῦ Θεοῦ, μέσα στήν πρόνοια καί στήν ἀγάπη τοῦ ὁποίου βρισκόμαστε καί ἀναπνέουμε ὅλοι. Τέλος, μέ ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη θά ἤθελα νά μνημονεύσω τούς ἰθαγενεῖς πιστούς τῆς Costa Rica, οἱ ὁποῖοι κρατοῦν σταθερή καί ὑψηλή τήν πίστη κατά τήν ἀπουσία μου στήν Ἑλλάδα. Ἰδιαίτερα, ὀφείλω νά ἀναφέρω τούς ἀδελφούς Jorge Villalobos, Χρυσόστομο Retana, Μαγδαληνή Mastroeni, Ἑλένη Aguilar, Σοφία Mesén, Ἀαρών Cookhorn, Lisbet Solano, Θεοδώρα Sanders, Μιχαήλ Jiménez, Jeannette Robles, Lery Palacios, Fredy Chávez, ἐπίσης τόν διάκονο Ignacio Miranda καί τήν διακόνισσα Doris Arce, καθώς καί τήν οἰκογένεια Gamboa Jiménez, Carmen καί Jorge ( ), Carmen Maria, Jorge καί Gabriela. 6
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 4 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... 8 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ 1. Αἴγυπτος... 13 2. Παλαιστίνη - Συρία... 15 3. Μικρά Ἀσία (Εὐστάθιος Σεβαστείας)... 18 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ 1. Ἡ ζωή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὡς μοναχοῦ καί ὡς πνευματικοῦ πατρός τῶν μοναχῶν... 21 2. Ὁ Μέγας Βασίλειος ὡς διαμορφωτής τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος... 37 3. Ἐπιδράσεις στήν μοναχική σκέψη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου... 39 4. Ἐπιδράσεις τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στόν μοναχισμό τῆς ύσης... 46 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΟΙ ΠΕΡΙ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ 1. Ὁ ὀργανισμός τῆς μοναχικῆς κοινότητας και τά μέλη του α. Οἱ κοινοβιακές ἀντιλήψεις τοῦ Μεγάλου Βασιλείου... 49 β. Τό ἀξίωμα τοῦ προεστῶτος, τοῦ διδασκάλου καί ἄλλα διακονήματα... 57 γ. Οἱ ὑπέρ πίστεως ἀγῶνες τῶν μοναχῶν καί ἡ κοινωνική τους προσφορά... 73 2. Ἡ ζωή τῶν μοναχῶν ὡς μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ... 102 α. Εἴσοδος καί ἔνταξη τοῦ ὑποψηφίου στήν μοναχική πολιτεία... 102 β. Ἐσωτερι κές καί ἐξωτερικές σχέσεις τῶν μοναχῶν... 110 γ. Τά πνευματικά καθήκοντα τῶν μοναχῶν... 117 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΑ ΜΟΝΑΧΙΚΑ ΕΠΙΤΙΜΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ 1. Ἠθικά παραπτώματα μοναχῶν καί παρθένων... 147 2. Παράβαση μοναχικῶν καθηκόντων... 154 3. Ἐκκοσμίκευση τοῦ μοναχισμοῦ... 158 4. Ἀγάπη καί διάκριση πνευματικοῦ πατρός... 169 ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 178 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 181
BBGG ns ΒΕΠΕΣ Βυζαντινά ΕΕΘΣΠΑ Ἐκκλησία καί Θεολογία ΕΦ GOTR ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ Bollettino della Badia Greca di Grottaferrata nuova serie, Grottaferrata 1947 ἑξ. Βιβλιοθήκη Ἑλλήνων Πατέρων καί Ἐκκλησιαστικῶν Συγγραφέων, ἔκδ. Ἀποστολικῆς ιακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1955 ἑξ. Βυζαντινά, Ἐπιστημονικό Ὄργανο Κέντρου Βυζαντινῶν Ἐρευνῶν, Θεσ- σαλονίκη 1969 ἑξ. Ἐπιστημονική Ἐπετηρίς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι 1924 ἑξ. Ἐκκλησία καί Θεολογία, Ἐκκλησιαστική καί Θεολογική Ἐπετηρίς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Θυατείρων καί Μεγάλης Βρεταννίας, Λονδίνο 1980 ἑξ. Ἐκκλησιαστικός Φάρος, Ἐπιστημονικόν Θεολογικόν Περιοδικόν Σύγγραμμα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας καί πάσης Ἀφρικῆς, Ἀλεξάν- δρεια 1908 ἑξ. The Greek Orthodox Theological Review, Holy Cross Greek Orthodox Theological School Press, Brookline-Massachusetts 1954 ἑξ. JECS Journal of Early Christian Studies, Baltimore 1996 ἑξ. Κληρονομία Κληρονομία, Περιοδικόν ημοσίευμα τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἱδρύματος Πατερικῶν Μελετῶν, Θεσσαλονίκη 1969 ἑξ. OCP Orientalia Christiana Periodica, Roma 1935 ἑξ. PG Patrologia Graeca, éd. J. P. Migne, Paris 1857-1866. PL Patrologia Latina, éd. J. P. Migne, Paris 1844-1855. POC Proche Orient Chrétien, Jérusalem 1951 ἑξ. RB Revue Bénédictine, Maredsous 1884 ἑξ. RHPR Revue d Histoire et de Philosophie Religieuses, Strasbourg-Paris 1921 ἑξ. RHR Revue de l Histoire des Religions, Paris 1880 ἑξ. StudPatr Studia Patristica, Papers presented to the International Conference on Pa- tristic Studies, Oxford-Berlin-Louvain 1957 ἑξ. SVTQ St Vladimir s Theological Quarterly, New York 1969 ἑξ. Θεολογία Θεολογία, Ἐπιστημονικόν Θεολογικόν Περιοδικόν, Ἀθῆναι 1923 ἑξ. VC Vigiliae Christianae. A Review of Early Christian Life and Language, Amsterdam 1947 ἑξ. VetC Vetera Christianorum, Bari.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ὁ ὀρθόδοξος ἀνατολικός μοναχισμός εἶναι ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα κεφάλαια τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ἔχουν γραφτεῖ πολλές ἀξιόλογες μελέτες γιά τόν μοναχισμό κατά τούς Ἕλληνες Πατέρες καί ἐκκλησιαστικούς συγγραφεῖς, πού φωτίζουν τό θέμα ἀπό κάθε πλευρά. Παίρνοντας ἀφορμή ἀπό τίς ἐμπειρίες του στήν μοναχική ζωή ὁ συγγραφέας τῆςπαρούσας ἐργασίας θέλησε νά συμβάλει καί αὐτός στή ν ἀνάδειξη τοῦ γνήσιου ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ μέ σημεῖο ἀναφορᾶς τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τοῦ μεγάλου πατρός τῆς Ἐκκλησίας μας Βασιλείου μητροπολίτου Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν σπουδαῖος ἀσκητικός συγγραφέας καί γέροντας. Ἔ- γραψε πολλά ἀσκητικά συγγράμματα, ἐκφώνησε ὁμιλίες πάνω σέ θέματα ἠθικοῦ καί πρακτικοῦ βίου, ἔστειλε συμβουλευτικές καί ἐνισχυτικές ἐπιστολές σέ μοναχούς καί μονάζουσες. Ὀργάνωσε τόν μοναχισμό τῆς Καππαδοκίας μέ τό σύστημα τοῦ κοινοβίου, τήν λειτουργία τοῦ ὁποίου ἔθεσε πάνω σέ εὐαγγελικές βάσεις καί μέσα στά πλαίσια τῆς ποιμαντικῆς διακονίας τῆς Ἐκκλησίας. ίδαξε μέ τό παράδειγμά του τήν μοναχική πολιτεία, νουθέτησε, χειραγώγησε, ἐνίσχυσε καί ποίμανε τούς χριστιανούς πού ἀποφάσισαν νά ἀκολουθήσουν τόν ἀπράγμονα ἀσκητικό βίο. Ἔτσι, δίκαια ἀναδείχθηκε πνευματικός πατήρ τῶν μοναχῶν, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τήν ψυχή του γιά τούς ἀδελφούς καί ἔγινε «τά πάντα τοῖς πᾶσιν». Ἡ παρούσα ἐργασία, λοιπόν, ἀσχ ολεῖται σέ τέσσερα κεφάλαια μέ τήν ζωή καί τήν δράση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὡς μοναχοῦ, ἀσκητικοῦ συγγραφέα, πνευματικοῦ πατρός, διδασκάλου καί ποιμένα τῶν μοναχῶν. Τό πρῶτο κεφάλαιο, πού ἔχει τίτλο «Ὁ μοναχισμός τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου», εἶναι εἰσαγωγικό. Ἐδῶ ἐξετάζουμε τίς μορφές πού πῆρε ἡ ἀσκητική ζωή τούς πρῶτες αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ, γιά νά σχηματίσουμε μία εἰκόνα τοῦ μοναχισμοῦ πού γνώρισε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν νεαρός ἀκόμα ταξίδεψε στήν Ἀνατολή ἀναζητώντας πνευματικές ἐμπειρίες. Ἡ ἀσκητική ζωή ἔχει τίς ρίζες της στήν πρώτη χριστιανική κοινότητα τῶν Ἱεροσολύμων ἀλλά ὡς συστηματικός τρόπος ζωῆς μακρυά ἀπό τόν κόσμο ἐμφανίστηκε στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου μέ τήν μορφή τοῦ ἀναχωρητισμοῦ. Ὁ ὅσιος Ἀντώνιος καί πολλοί ἀββάδες τῆς ἐρήμου, ὅπως ὁ Ἀμμοῦν, ὁ Μωυσῆς, ὁ Ποιμήν, ὁ Ἠσαΐας καί ἄλλοι, ἀγωνίστηκαν κατά τῶν διαβολικῶν δυνάμεων καί δίδαξαν πῶς μπορεῖ ὁ πιστός νά
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) νικήσει στόν ἀόρατο πόλεμο. Στήν Ταβέννηση τῆς Αἰγύπτου ἔδρασε ὁ Παχώμιος, ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε τούς μοναχούς σέ κοινόβια, πού λειτουργοῦσαν μέ βάση τούς κανόνες πού συνέταξε ὁ ἴδιος. Τά ἰδεώδη τοῦ αἰγυπτιακοῦ μοναχισμοῦ μεταφέρθηκαν στήν Παλαιστίνη καί στήν Συρία. Στήν Παλαιστίνη ξεχωρίζουν οἱ μορφές τοῦ ἁγίου Ἱλαρίωνα, ὁ ὁποῖος διέδωσε ἐκεῖ τόν ἀναχωρητισμό, καί τοῦ ἁγίου Χαρίτωνα, ὁ ὁποῖος εἰσηγήθηκε τήν μορφή τῆς λαύρας. Θεμελιωτής τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ στήν Παλαιστίνη ὑπῆρξε ὁ ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης, τά μοναστήρια τοῦ ὁποίου πρόσφεραν σπουδαία κοινωνική διακονία μέσα στόν κόσμο. Στήν Συρία ἐμφανίστηκαν τόν 4 ο αἰώνα κάποιες ἀνώτερες μορφές ἄσκησης, ὅπως οἱ ἀκοίμητοι καί οἱ στυλίτες, ἀλλά καί ἀκρότητες, ὅπως τό κίνημα τῶν Μεσσαλιανῶν. Στήν Μικρά Ἀσία τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου κυριαρχεῖ ἡ μορφή τοῦ Εὐσταθίου Σεβαστείας, τό μοναχικό σύστημα τοῦ ὁποίου εἶχε πολλές ἀκρότητες, πού καταδικάστηκαν τό 343 ἀπό τήν σύνοδο τῆς Γάγγρας. Τό δεύτερο κεφάλαιο ἔχει τίτλο «Ἡ συμβολή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στήν ἀνάπτυξη καί ἐξέλιξη τοῦ μοναχισμοῦ». Μέσα στό πνευματικό κλίμα πού περιγράψαμε στό πρῶτο κεφάλαιο κινήθηκε ὁ μεγάλος γιός τοῦ Βασιλείου καί τῆς Ἐμμελίας. Ὁ νεαρός Καππαδόκης ἦταν φιλομόναχος, ὅπως ὅλη ἡ οἰκογένειά του, ὡστόσο ἔγινε μοναχός, ἀφοῦ πρῶτα περιπλανήθηκε στούς δρόμους τῆς κοσμικῆς σοφίας. Ἐπίσης, ταξίδεψε στήν Ἀνατολή, προκειμένου νά γνωρίσει τίς διάφορες μορφές ἀσκητικῆς ζωῆς, ὥσπου τελικά ἔγινε μοναχός στό οἰκογενειακό κτῆμα στόν Πόντο, ἐνῶ ἵδρυσε καί ἄλλες ἀδελφότητες στήν Καππαδοκία. Ἡ ἀγάπη καί ἡ μέριμνά του γιά τόν μοναχισμό ἦταν συνεχεῖς καί ἀδιάλειπτες, ἀκόμα καί ὅταν ὡς μητροπολίτης ἀγωνιζόταν σθεναρά κατά τῶν αἱρέσεων. Χάρη στήν διδασκαλία καί στήν δράση του ἀναδείχθηκε πνευματικός πατέρας τῶν μοναχῶν, ὅπως ἀναπτύσσουμε στήν πρώτη ἑνότητα τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ, πού ἔχει τίτλο «Ἡ ζωή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὡς μοναχοῦ καί ὡς πνευματικοῦ πατρός τῶν μοναχῶν». Στήν συνέχεια ἀσχολούμαστε μέ τήν διαμόρφωση καί ἀνάπτυξη τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἔδωσε στά κοινόβια ποιμαντική καί κοινωνική ἀποστολή. Στήν τρίτη ἑνότητα ἀναφερόμαστε στίς ἐπιδράσεις πού δέχθηκε ὁ ἱερός πατήρ στήν μοναχική του σκέψη. Καταρχήν, ἡ εὐσεβής οἰκογένειά του ἐπέδρασε ἀποφασιστικά στήν κλίση του πρός τόν μοναχισμό, καί ἰδιαίτερα ἡ μεγάλη ἀδελφή του Μακρίνη. Ἡ διδασκαλία του γιά τόν μοναχισμό βασίζεται κυρίως στήν Ἁγία Γραφή, τήν ὁποία θεωρεῖ ὡς ἀσφαλές κριτήριο ὀρθοδοξίας καί ὀρθοπραξίας. Ἐπηρεάστηκε, βέβαια, ἀπό τίς ἀσκητικές μορφές τῶν ἀνδρῶν πού γνώρισε στά ταξίδια του, καί μάλιστα ἀπό τόν Εὐστάθιο, ἀλλά ἀπέφυγε τίς ἀκρότητες τοῦ συστήματός του. Μελέτησε πο- 10
Εἰσαγωγή λύ καί ἐπηρεάστηκε ἀπό τήν σκέψη τοῦ Ὠριγένη, ἐνῶ, ἐπίσης, ἀξιοποίησε ὅσα καλά στοιχεῖα εἶχαν νά τοῦ προσφέρουν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες σοφοί. Τό τρίτο καί μεγαλύτερο κεφάλαιο ἔχει τίτλο «Οἱ περί μοναχισμοῦ ἀντιλήψεις τοῦ Μεγάλου Βασιλείου». Στό πρῶτο μέρος τοῦ κεφαλαίου ἀσχολούμαστε μέ τήν ὀργανωτική μορφή τῶν μονῶν, πού ἵδρυσε ὁ ἱερός πατήρ μέ βάση τήν Ἁγία Γραφή καί τίς πνευματικές ἐμπειρίες πού εἶχε ὁ ἴδιος. Τό κοινοβιακό σύστημα ἦταν, κατά τήν γνώμη του, τό τελειότερο σύστημα ὀργάνωσης τῶν μοναχῶν, γιατί ἐπιτρέπει τήν καλλιέργεια τῆς ἀγάπης καί τῶν ἄλλων ἐντολῶν, ἐνῶ, ἐπίσης, παρέχει ἀσφάλεια στούς ἀσκουμένους. Στήν συνέχεια ἀναφερόμαστε ἀναλυτικά στά διάφορα μοναστικά ἀξιώματα, ὅπως εἶναι τοῦ προεστῶτος, τοῦ διδασκάλου καί τοῦ οἰκονόμου, καί στά προσόντα πού πρέπει νά ἔχει κάθε μοναχός πού ἀναλαμβάνει ἕνα ἀξίωμα μέσα στό κοινόβιο. Στήν ἑνότητα μέ τίτλο «Οἱ ὑπέρ πίστεως ἀγῶνες τῶν μοναχῶν καί ἡ κοινωνική προσφορά τους» ἀναπτύσσουμε λεπτομερῶς τούς δογματικούς καί κοινωνικούς ἀγῶνες πού ἔδωσε ὁ Μέγας Βασίλειος μαζί μέ τούς μοναχούς τῆς ἐπαρχίας του, προκειμένου νά ὑπερασπιστοῦν τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καί νά προστατεύσουν τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ. Τό δεύτερο μέρος τοῦ τρίτου κεφαλαίου ἀναφέρεται στήν ζωή τῶν μοναχῶν ὡς μίμηση τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως ἤδη σημειώσαμε, ὁ Μέγας Βασίλειος θεμελίωσε τό κοινοβιακό σύστημα στήν Ἁγία Γραφή, καί μάλιστα στήν Καινή ιαθήκη, ὅπου καταγράφεται ἡ ζωή καί ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου καί τῶν ἀποστόλων. Ὁ μοναχισμός δέν εἶναι τρόπος ζωῆς πού τόν ἐμπνεύστηκαν οἱ ἄνθρωποι ἀλλά εἶναι μίμηση τοῦ πράου καί ταπεινοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Στήν ἀσφαλή βάση τῶν εὐαγγελικῶν προϋποθέσεων στηρίζει ὁ Μέγας Βασίλειος τούς κανόνες του γιά τήν εἴσοδο καί τήν ἔνταξη τῶν χριστιανῶν στήν μοναχική πολιτεία, καθώς καί τούς ὅρους μέ τούς ὁποίους γίνονται δεκτοί στά κοινόβια οἱ ἔγγαμοι καί τά παιδιά. Ἀπό τήν καινή ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός ἀλλήλους ἐξαρτᾶ ὁ ἱερός νομοθέτης τοῦ μοναχισμοῦ τίς σχέσεις τῶν μοναχῶν μεταξύ τους, καθώς καί τίς σχέσεις τους μέ τούς μοναχούς ἄλλων ἀδελφοτήτων, μέ τούς συγγενεῖς τους καί μέ τόν κόσμο γενικότερα. Στήν τρίτη καί τελευταία ἑνότητα τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ, πού ἔχει τίτλο «Τά πνευματικά καθήκοντα τῶν μοναχῶν», ἀναφερόμαστε σέ ποικίλα μοναχικά θέματα, ὅπως εἶναι ἡ ἀποταγή τοῦ κόσμου, ἡ παρθενία, ἡ ὑπακοή, ἡ ἀκτημοσύνη, ἡ προσευχή, ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ νηστεία καί γενικά ὁ ἐσταυρωμένος ἐν Χριστῷ βίος. Στό τέταρτο κεφάλαιο τῆς ἐργασίας ἀσχολούμαστε μέ τά μοναχικά ἐπιτίμια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὡς ποιμένας τῶν μοναχῶν μεριμνοῦσε γιά τήν πνευματική τους προκοπή, ἐνῶ ταυτόχρονα ἐργαζόταν καί δίδασκε γιά νά προφυλάξει τούς ἀσκου- 11
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) μένους ἀπό τούς κινδύνους πού ἔκρυβε ἡ συναναστροφή μέ τόν κόσμο. Ἡ πρώτη ἑνότητα ἀναφέρεται στά ἠθικά παραπτώματα τῶν μοναχῶν καί τῶν παρθένων. Οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες, πού ὑπόσχονταν ὁλοκληρωτική ἀφοσίωση στόν Θεό, ἦταν σκεύη ἀφιερωμένα στόν Κύριο, γι αὐτό ἡ παραίτηση ἀπό τόν παρθενικό βίο ἦταν ἱεροσυλία. Ὁ Μέγας Βασίλειος μέ ἀγάπη καί διάκριση ἐλέγχει καί νουθετεῖ τούς ἀσκουμένους πού πέφτουν στόν ἡδονικό βίο καί ὁρίζει τόν τρόπο ἐπιστροφῆς τους στόν Θεό. Τά ἐπιτίμια γιά τήν παράβαση τῶν μοναχικῶν καθηκόντων, ὅπως εἶναι ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ἐργασία καί ἄλλα, εἶναι ἐλαφριά, γιατί τά παραπτώματα αὐτά ὀφείλονται σέ ἀμέλεια κατά τήν ἄσκηση τῶν πνευματικῶν καθηκόντων καί ὄχι σέ προδοσία τῆς μοναχικῆς ὁμολογίας. Μέ αὐστηρότητα, ὅμως, ἀντιμετωπίζει ὁ Μέγας Βασίλειος τά φαινόμενα ἐκκοσμίκευσης τοῦ μοναχισμοῦ, ὅπως εἶναι ἡ σιμωνιακή χειροτονία, ἡ συνοίκηση τῶν ἄγαμων κληρικῶν μέ γυναῖκες, ὁ κοσμικός τρόπος ζωῆς καί ἄλλα, γιατί ἡ ἐκκοσμίκευση καταλύει τόν μοναχισμό ὡς τρόπο ζωῆς πού ἀποτάσσεται τό κοσμικό φρόνημα. Τό κεφάλαιο γιά τά ἐπιτίμια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου κλείνει μέ τήν ἑνότητα γιά τήν ἀγάπη καί τήν διάκριση, μέ τήν ὁποία ὁ πνευματικός πατέρας χειρίζεται τήν ἐξουσία ἐλέγχου πού ἔχει λόγῳ τῆς θέσης του. Ἡ ἑνότητα αὐτή εἶναι ἀπαραίτητη, γιά νά κατανοήσουμε τήν σκέψη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί νά καταλάβουμε ὅτι τά μοναχικά ἐπιτίμια πού θέσπισε ὁ ἱερός πατήρ, ὅπως, ἐξάλλου, ὅλα τά ἐπιτίμια τοῦ ἴδιου καί ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας πού ἐπικύρωσαν οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι, δέν εἶναι τιμωρητικά ἀλλά θεραπευτικά μέσα, ἡ ἀποτελεσματικότητα τῶν ὁποίων ἐξαρτᾶται ἄμεσα ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν διάκριση τοῦ ποιμένα. Στήν ἐργασία αὐτή, πού ἔχει θέμα «Ὁ Μοναχισμός κατά τόν Μέγα Βασίλειο», μόλις μπορέσαμε νά ἀγγίξουμε τά σπουδαῖα θέματα, μέ τά ὁποῖα ἀσχολεῖται ὁ Καππαδόκης πατήρ τῆς Ἐκκλησίας, καί νά γνωρίσουμε τήν διδασκαλία του γιά τόν μοναχισμό. Ἐξάλλου, ὅπως λέει ὁ ἴδιος στήν ἀρχή τῶν Ὅρων κατά πλάτος (PG 31, 916C), «σκοπός γάρ οὐχί πάντα εἰπεῖν ἀδύνατον γάρ ἀλλ ἐπί κεφαλαίων σύντομον ὑπόμνησιν ἀνακινοῦσαν ἀεί τόν θεῖον πόθον ταῖς ψυχαῖς ἐμποιῆσαι». 12
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ 1. Αἴγυπτος Οἱ ἀπαρχές τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ τοποθετοῦνται χρονικά στούς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ καί, συγκεκριμένα, στήν ἐποχή τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Πολύ γρήγορα παρατηρήθηκαν φαινόμενα «ἀστικοῦ μοναχισμοῦ», δηλαδή κάποιοι χριστιανοί προτιμοῦσαν τήν ἀσκητική ζωή μέσα στά πλαίσια τοῦ ὀργανωμένου κοινωνικοῦ βίου. Τήν ἐποχή τῶν διωγμῶν, πού ἐξαπέλυσαν οἱ εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες κατά τῶν χριστιανῶν, πολλοί πιστοί ἐγκατέλειπαν τίς πόλεις καί κατέφευγαν στίς ἐρήμους, γιά νά ἀποφύγουν τήν μανία τῶν διωκτῶν. Ἐκεῖ ἔβρισκαν καταφύγιο ἀλλά ταυτόχρονα ζοῦσαν κοντά στόν Θεό ἀποφεύγοντας τούς θορύβους καί τούς περισπασμούς τῆς ζωῆς στήν πόλη. Πολλοί ἐπιστήμονες διατύπωσαν διάφορες θεωρίες σχετικά μέ τήν ἐμφάνιση καί τήν προέλευση τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ 1. Ἀνεξάρτητα ἀπό τίς θεωρίες αὐτές, τό βέβαιο εἶναι ὅτι ὁ μοναχισμός συνδέεται πάνω ἀπ ὅλα μέ τήν τάση τοῦ ἀνθρώπου νά πλησιάσει τόν Θεό ἀσκούμενος μακρυά ἀπό τίς μέριμνες καί τούς θορύβους τοῦ κόσμου. Ἀρχικός πυρήνας καί κοιτίδα τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ ὑπῆρξε ἡ ἔρημος τῆς Αἰγύπτου. Ἡ πρώτη ὀργανωμένη μορφή τοῦ μοναχισμοῦ εἶναι ὁ ἀναχωρητισμός, ὁ ὁποῖος συνδέεται μέ τήν μορφή τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου ( 356). Τήν ζωή τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀσκητικοῦ πατρός τῆς Ἐκκλησίας μας μαθαίνουμε ἀπό τόν Μέγα Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος συνέταξε Βίον καί πολιτείαν τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου 2. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ἔχοντας πόθο νά ἐφαρμόσει πιστά τό Εὐαγγέλιο στήν ζωή του, χάρισε τήν περιουσία του στούς φτωχούς καί πῆγε στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου, ὅπου ἀφοσιώθηκε στήν προσευχή καί στήν ἄσκηση. Ταυτόχρονα ἀσκοῦσε χειρωνακτική ἐργασία, ὥστε νά μπορεῖ νά κάνει ἐλεημοσύνες μέ τά χρήματα πού κέρδιζε. Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ἄν καί ἦταν ἀγράμματος, εἶχε τήν ἱκανότητα νά ἀποτυπώνει στήν μνήμη του τίς εὐαγγελικές περικοπές πού ἀπαγγέλλονταν στίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες, ἐνῶ, ἐπίσης, προσπαθοῦσε νά ἐφαρμόσει στήν ζωή του 1. Γιά τίς διάφορες ἑρμηνεῖες σχετικά μέ τήν ἐμφάνιση τοῦ χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ βλ. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 10-19. 2. Βλ. PG 26, 837-976. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία, σελ. 165.
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) τά ἁγιογραφικά διδάγματα πού ἄκουγε. Τήν πληροφορία αὐτή μᾶς τήν δίνει ὁ βιογράφος του Μέγας Ἀθανάσιος, θέλοντας νά δείξει ὅτι ὁ χριστιανικός μοναχισμός ἔχει τίς βάσεις του στήν Ἁγία Γραφή 3. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ὡς ἀσκητής γνώρισε μεγάλη φήμη, μέ ἀποτέλεσμα νά συγκεντρωθοῦν γύρω του πολλοί χριστιανοί πού ἐπιθυμοῦσαν νά ἀκολουθήσουν τόν ἴδιο τρόπο ἄσκησης κάτω ἀπό τήν πνευματική του καθοδήγηση. Ἔτσι, δημιουργήθηκε σιγά-σιγά ἡ πρώτη μοναχική πολιτεία μέσα στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου. Στό μοναχικό αὐτό σύστημα κάθε ἀναχωρητής ζοῦσε μόνος του σέ καλύβη καί καθόριζε ὁ ἴδιος τόν τρόπο τῆς διατροφῆς, τῆς ἐνδυμασίας, τῆς προσευχῆς, τῆς ἄσκησης καί τῆς ἐργασίας, ἐνῶ ὅλοι μαζί συμμετεῖχαν κάθε Κυριακή στήν θεία Εὐχαριστία. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος, ὡς πνευματικός πατέρας τῶν ἀσκουμένων, ἐπισκεπτόταν τόν καθένα χωριστά, γιά νά τόν συμβουλεύει καί νά τόν καθοδηγεῖ στόν πνευματικό του ἀγώνα. Ἄν καί ζοῦσε μακρυά ἀπό τόν κόσμο, ὁ ἀσκητικός πατήρ δέν ἦταν ἀποκομμένος ἀπό τά προβλήματα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι γνωστό ὅτι ἀγωνίστηκε μέ σθένος ἐναντίον τοῦ ἀρειανισμοῦ καί, μάλιστα, βοήθησε τόν ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Ἀθανάσιο στόν ἀγώνα του κατά τῶν αἱρέσεων. Ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Ἀθανάσιος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Μέγας Ἀντώνιος, «παρακληθείς παρά τε τῶν ἐπισκόπων καί τῶν ἀδελφῶν πάντων, κατῆλθεν ἀπό τοῦ ὄρους καί εἰσελθών εἰς τήν Ἀλεξάνδρειαν, τούς Ἀρειανούς ἀπεκήρυξεν αἵρεσιν ἐσχάτην λέγων εἶναι ταύτην, καί πρόδρομον τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἐδίδασκέ τε τόν λαόν μή εἶναι κτίσμα τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ» 4. Τό παράδειγμα τοῦ ὁσίου Ἀντωνίου ἀκολούθησαν πολλοί ἀσκητές μετά τόν 4 ο αἰώνα, μέ ἀποτέλεσμα ὁ ἀναχωρητισμός νά ἀναπτυχθεῖ πολύ στήν Βόρεια Αἴγυπτο. Στήν περιοχή τῆς Νιτρίας ἀσκήτευσαν ὁ ἀββᾶς Ἀμμοῦν, πού ἦταν μαθητής τοῦ Μεγάλ ου Ἀντωνίου, καθώς καί οἱ ἀββᾶδες Ἰσίδωρος, Παμβώ, Ἀρσένιος, Μωυσῆς, Ποιμήν καί Ἠσαΐας. Ἀπό τίς ἀσκητικές μορφές τῆς ἐποχῆς αὐτῆς ξεχωρίζουν ἐπί- σης ὁ Μακάριος Αἰγύπτιος καί ὁ Εὐάγριος Ποντικός 5. Τά χαρακτηριστικά τοῦ ἀναχωρητισμοῦ ἦταν σέ γενικές γραμμές ἡ χαλαρή ὀργάνωση καί ἡ ἀπουσία γραπτῶν κανόνων 6. Στίς ἀρχές τοῦ 4 ου αἰώνα ἐμφανίζεται 3. Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου 1-3, PG 26, 841Α-845Α. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 19-20. 4. Βίος καί πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου 69, PG 26, 941ΑΒ. AMAND, L ascèse monastique de S. Basile, σελ. 38-45. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 20-21. 5. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία, σελ. 236-241. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 27-28. 6. Ὡστόσο ὑπάρχουν κάποιες μοναχικές διατάξεις στήν λατινική γλώσσα, πού ἀποδίδονται στόν Μέγα Ἀντώνιο. Βλ. σχετικά ΠΕΤΡΑΚΑΚΟΥ, Οἱ μοναχικοί θεσμοί, σελ. 26-42. 14
Α. Ὁ μοναχισμός τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου στήν Ταβέννηση τῆς Ἄνω Αἰγύπτου ὁ λεγόμενος κοινοβιακός μοναχισμός. Εἰσηγητής καί ὀργανωτής τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος θεωρεῖται ὁ Παχώμιος ( 346). Ἦταν ἀμόρφωτος καί καταγόταν ἀπό εἰδωλολατρική οἰκογένεια. Ὅταν βαπτίστηκε χριστιανός, ἐπέλεξε πρῶτα τόν ἀναχωρητικό βίο ἀλλά διαπίστωσε πώς αὐτός ὁ τρόπος ἄσκησης εἶναι ἐπικίνδυνος γιά τούς ἀρχάριους. Ἔτσι, ἵδρυσε μία μοναχική κοινότητα, ὅπου πολλοί ἀσκούμενοι εἶχαν κοινό τόπο διαμονῆς καί τρόπο ἄσκησης κάτω ἀπό τήν καθοδήγηση ἑνός πνευματικοῦ πατρός. Τά μέλη τοῦ κοινοβίου εἶχαν κοινή λατρεία, ἐνδυμασία καί διατροφή, ἐνῶ, ἐπίσης, ὅλοι ἐργάζονταν ἀνάλογα μέ τίς ἱκανότητες καί τίς δυνάμεις τους 7. Ὁ Παχώμιος ἐμπνεύστηκε σέ μεγάλο βαθμό αὐτόν τόν τρόπο ἄσκησης ἀπό τήν στρατιωτική ζωή. Ὁ ἴδιος ὑπηρέτησε στόν ρωμαϊκό στρατό καί εἶχε πεῖρα ἀπό τήν στρατιωτική πειθαρχία. Ἔτσι, πίστευε ὅτι ἡ ὑπακοή καί ἡ πειθαρχία τῶν μοναχῶν στίς ἐντολές ἑνός πνευματικοῦ πατρός θά ἔχει καλά ἀποτελέσματα στήν ἀσκητική ζωή. Γιά νά ἐξασφαλίσει, μάλιστα, τήν εὐταξία μέσα στό κοινόβιο, συνέταξε κανόνες πού ρύθμιζαν λεπτομερῶς τήν ζωή τῆς ἀδελφότητας. Κάποιες ἀπό τίς μοναχικές αὐτές διατάξεις ἦταν ἰδιαίτερα αὐστηρές, ὡστόσο εἶναι γεγονός ὅτι ὁ Παχώμιος συνέβαλε στόν περιορισμό τῶν ἀκροτήτων πού χαρακτήριζαν κάποιες μορφές τοῦ ἀναχωρητισμοῦ, ἐνῶ, ἐπίσης, τοποθέτησε τήν μοναχική ἄσκηση στήν βάση τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία εἶναι κατορθωτή μόνο μέσα σέ κοινωνία ἀνθρώπων 8. Ὁ Παχώμιος ἵδρυσε ἕντεκα μοναστήρια, ἐννιά ἀνδρικά καί δύο γυναικεῖα, ὅπου ἀσκοῦνταν πάνω ἀπό 5.000 χριστιανοί. Μετά ἀπό αὐτόν οἱ διάδοχοί του Ὠρσίσιος ( 380 c.) καί Θεόδωρος ( 368) διέδωσαν τό κοινοβιακό μοντέλο στήν κοιλάδα τοῦ Νείλου μέχρι τά περίχωρα τῆς Ἀλεξάνδρειας. Τά κοινόβια τοῦ Παχωμίου εἶχαν πολύ μεγάλη ἐξάπλωση καί ἀποτέλεσαν τό πρότυπο γιά νά ἀναπτυχθοῦν στούς ἑπόμενους αἰῶνες διάφορες μορφές μοναχικῆς ἄσκησης 9. 2. Παλαιστίνη - Συρία Τά ἰδεώδη τοῦ αἰγυπτιακοῦ μοναχισμοῦ μεταφέρθηκαν στήν Παλαιστίνη ἀπό τόν ἅγιο Ἱλαρίωνα ( 371). Αὐτός γνώρισε τήν χριστιανική πίστη στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καί ἔγινε μαθητής τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Ὅταν ἐπέστρεψε στήν πα- 7. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Ἐκκλησιαστική ἱστορία 3, 14, PG 67, 1069B-1073B. ΠΕΤΡΑΚΑΚΟΥ, Οἱ μοναχικοί θεσμοί, σελ. 47 ἑπ. AMAND, L ascèse monastique de S. Basile, σελ. 45-52. 8. ΚΟΤΣΩΝΗ, «Αἱ περί κοινοβιακῆς ζωῆς ἀντιλήψεις τοῦ Μ. Βασιλείου», σελ. 154-155. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 22-23. Λεπτομέρειες γιά τούς μοναχικούς κανόνες τοῦ Παχωμίου βλ. ΠΕΤΡΑΚΑΚΟΥ, Οἱ μοναχικοί θεσμοί, σελ. 51-120. 9. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 28. 15
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) τρίδα του τήν Γάζα, ἐφάρμοσε τόν ἀσκητικό τρόπο ζωῆς πού διδάχθηκε ἀπό τόν πνευματικό του πατέρα. Ἡ φήμη τοῦ Ἱλαρίωνα διαδόθηκε γρήγορα, ὥστε τό 330 ἄρχισε νά δημιουργεῖται γύρω του μία ὁμάδα μαθητῶν. Ὁ Ἱλαρίων ἀνέπτυξε τό ἰδε- ῶδες τοῦ ἀναχωρητικοῦ βίου στήν Παλαιστίνη ἀλλά τό συνδύασε μέ τήν ἱεραποστολή. Ἀπό τά τέλη τοῦ 5 ου αἰώνα καί ἑξῆς ἔζησαν στήν Παλαιστίνη σπουδαῖες ἀσκητικές μορφές, ὅπως ὁ ἀββᾶς Σερίδης, οἱ ἅγιοι Βαρσανούφιος καί Ἰωάννης καί ὁ ἀββᾶς ωρόθεος 10. Ὁ μοναχισμός στήν ἔρημο τῆς Ἰουδαίας ἀναπτύχθηκε ἀπό τόν ἅγιο Χαρίτωνα. Αὐτός εἰσηγήθηκε ἕνα νέο μοναχικό σύστημα, πού συνδύαζε τόν ἀναχωρητισμό καί τόν κοινοβιατισμό, καί ἵδρυσε στό πρῶτο μισό τοῦ 4 ου αἰώνα δύο μοναστήρια μέ τήν μορφή αὐτή ἕνα στήν ἔρημο Φαράν καί ἕνα κοντά στόν ποταμό Ἰορδάνη. Πρόκειται γιά τό σύστημα τῆς λαύρας, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο κάθε μοναχός ζοῦσε στήν δική του καλύβη, πού βρισκόταν σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τίς καλύβες τῶν ἄλλων ἀσκουμένων. Ἔτσι, καθένας εἶχε ἀρκετή ἡσυχία ἀλλά μποροῦσε εὔκολα νά ἐπικοινωνεῖ μέ τούς συνασκητές του. Ἡ λαύρα συνδύαζε τά πλεονεκτήματα τοῦ ἀναχωρητισμοῦ καί τοῦ κοινοβιατισμοῦ, ἐνῶ ἀπέφευγε τά μειονεκτήματά τους, ὅπως ἦταν ἡ χαλαρότητα τοῦ ἀναχωρητισμοῦ καί ἡ αὐστηρότητα τοῦ παχωμιακοῦ κοινοβιατισμοῦ. Τό σύστημα τῆς λαύρας μαθαίνουμε καλύτερα ἀπό τόν κανονισμό πού συνέταξε ὁ ὅσιος Γεράσιμος ( 475) γιά τήν μοναστική ἀδελφότητα πού ἵδρυσε ὁ ἴδιος. Ἀρχικά οἱ μοναχοί ἀσκοῦνταν ὅλοι μαζί σέ ἕνα στάδιο προετοιμασίας καί στήν συνέχεια χωρίζονταν γιά νά ζήσει ὁ καθένας στήν δική του καλύβη. Τίς πέντε ἡμέρες τῆς ἑβδομάδας ζοῦσαν καί ἀσκοῦνταν μόνοι τους ἀλλά εἶχαν πνευματικούς δεσμούς μεταξύ τους καί ὑπάκουαν σέ κοινό πνευματικό πατέρα. Κάθε Σάββατο καί Κυριακή συγκεντρώνονταν στίς λειτουργικές συνάξεις, ἐπικοινωνοῦσαν μεταξύ τους καί συμμετεῖχαν σέ κοινή τράπεζα. Οἱ μοναχοί τῆς λαύρας εἶχαν ἐλευθερία στά θέματα τῆς κατοικίας, τῆς ἐνδυμασίας, τῆς διατροφῆς, τῆς ἐργασίας, τῆς προσευχῆς καί τῆς ἄσκησης ἀλλά ἡ ἐλευθερία αὐτή κινοῦνταν μέσα στά πλαίσια τῆς καθοδήγησης ἀπό τόν ἡγούμενο τῆς λαύρας, ὥστε νά ἀποφεύγονται οἱ ἀκρότητες 11. Ἡ πιό φημισμένη λαύρα εἶναι αὐτή πού ἵδρυσε τόν 5 ο αἰώνα ὁ ἅγιος Σάββας στήν Κοιλάδα τῶν Κέδρων. Ὁ ἴδιος ἵδρυσε τρεῖς ἀκόμα λαῦρες καί ἕξι κοινόβια. Ὁ Καππαδόκης Θεοδόσιος ὁ Κοινοβιάρχης ( 529) ἦταν ὁ κύριος θεμελιωτής τοῦ κοι- μοναχισμοῦ στήν Παλαιστίνη. Τό κοινόβιο τοῦ Θεοδοσίου πρόσφερε νοβιακοῦ 10. ΣΩΖΟΜΕΝ ΟΥ, Ἐκκλησιαστική ἱστορία 3, 14, PG 67, 1076B-1077A. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία, σελ. 361-362. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 30. 11. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 23-24, 30. 16
Α. Ὁ μοναχισμός τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου σπουδαία κοινωνική ἐργασία, καθώς οἱ μοναχοί διακονοῦσαν στό φιλανθρωπικό ἵδρυμα πού ὑπῆρχε στόν περίβολο τῆς μονῆς. Ἡ περιοχή τοῦ Σινᾶ ἦταν ἤδη ἀπό τόν 4 ο αἰώνα τόπος προορισμοῦ πολλῶν χριστιανῶν πού ἐπιζητοῦσαν τήν ἡσυχία καί τήν μόνωση. Μεγάλη μοναστική ἄνθηση σημειώθηκε στήν περιοχή μέ τήν ἵδρυση τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης τό 527 12. Ὁ χριστιανικός μοναχισμός στό πέρασμα τῶν αἰώνων ἀνέπτυξε μία ποικιλία μορφῶν ἀσκητικῆς ζωῆς. Ἡ ποικιλία αὐτή ὀφείλεται τόσο σέ γεωφυσικές καί κλιματολογικές συνθῆκες τῶν διαφόρων περιοχῶν, ὅσο καί στίς ἰδιαιτερότητες καί στήν φυσιογνωμία τῶν διαφόρων λαῶν καί πολιτισμῶν. Ἤδη ἀπό τόν 4 ο αἰώνα, ὁπότε ἀναπτύσσονται ὁ ἀναχωρητισμός, ὁ κοινοβιατισμός καί ἡ λαύρα, ἐμφανίζονται καί ἄλλες μορφές μοναχικῆς ἄσκησης. Στήν ἱστορία τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ συναντοῦμε «δενδρίτες», «στυλίτες», «ἐγκλείστους», «καυσοκαλυβίτες», «σπηλαιῶτες», «χα μευνίτες», «σαλούς» καί πολλούς ἄλλους ἀσκουμένους, οἱ ὁποῖοι μέ διαφόρους τρόπους καλλιεργοῦσαν τήν ἀποταγή τῶν κοσμικῶν, τήν ἀρετή τῆς ταπείνωσης καί γενικά τήν ἀπόλυτη ὑποταγή στόν Θεό 13. Ἡ ἀνάπτυξη τοῦ συριακοῦ μοναχισμοῦ παρουσιάζει ἰδιαιτερότητες, πού ὀφείλονται στήν ἱστορία καί στόν πολιτισμό τῆς περιοχῆς. Στήν Συρία ἐμφανίστηκαν πολλές ἀπό τίς παραπάνω μορφές αὐστηρῆς ἄσκησης. Ἐπίσης, ἐδῶ ἐμφανίστηκαν οἱ «ἀκοίμητοι» 14, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσαν νά νικήσουν τήν ἀνάγκη τοῦ ὕπνου. Ἰδιαίτερη περίπτωση μοναχικῆς ἄσκησης ἦταν οἱ «στυλίτες», οἱ ὁποῖοι μέ τόν τρόπο ἄσκησής τους ἤθελαν νά τονίσουν τήν ἀπομάκρυνσή τους ἀπό τά γήινα καί τήν προσπάθεια προσέγγισης τοῦ Θεοῦ. Πρῶτος στυλίτης ἦταν ὁ ἅγιος Συμεών ( 459), ὁ ὁποῖος ἔκανε σκληρή ἄσκηση ἀλλά ταυτόχρονα κήρυττε τόν θεῖο λόγο στούς πιστούς πού τόν ἐπισκέπτονταν καθημερινά 15. Οἱ παραπάνω μορφές ἄσκησης, ἄν καί ἦταν ἀκραῖες, δέν ξέφευγαν ἀπό τά ἐκκλησιαστικά ὅρια ἀλλά γίνονταν δεκτές ἀπό τόν λαό τοῦ Θεοῦ ὡς ὑψηλές πνευματικές κατακτήσεις. Στήν Συρία, ὅμως, ἐμφανίστηκαν καί μανιχαϊκές μορφές ἄσκησης, πού ξέφευγαν ἀπό τά πλαίσια τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας, καί γι αὐτό καταδικάστηκαν ὡς αἱρέσεις. Τέτοιο ἦταν τό κίνημα τῶν Μεσσαλιανῶν ἤ Εὐχιτῶν. Οἱ μοναχοί τοῦ κινήματος αὐτοῦ ὑποτιμοῦσαν τήν δύναμη τοῦ βαπτίσματος καί πί- 12. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 30-31. 13. Βλ. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 24-26. 14. Μονή τῶν «ἀκοιμήτων» κατά τό πρότυπο τῆς ἀντίστοιχης συριακῆς μονῆς ἱδρύθηκε ἀπό τόν ἀββᾶ Ἀλέξανδρο τό 400 περίπου στήν Κωνσταντινούπολη. Βλ. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 37. 15. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 32. 17
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) στευαν πώς μόνο μέ τήν προσευχή θά ἐλευθερωθεῖ ἡ ψυχή ἀπό τήν διαβολική ἐπήρεια. Καταδίκαζαν τήν χειρωνακτική ἐργασία, γιατί τήν θεωροῦσαν ἐμπόδιο στήν προσευχή 16. Οἱ ἀσκητικές ἀκρότητες πού ἐμφανίστηκαν στήν Συρία περιορίστηκαν χάρη στόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο. Μέ τήν διδασκαλία καί τήν δράση τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἱεράρχη ὁ μοναχισμός τῆς Συρίας μπῆκε στά κοινοβιακά πλαίσια καί ἀπόκτησε κοινωνικό χαρακτήρα. Οἱ μοναχοί τῶν κοινοβίων διακρίθηκαν στήν ποιμαντική διακονία, στό φιλανθρωπικό ἔργο μέσα στίς πόλεις καί στήν ἱεραποστολή 17. 3. Μικρά Ἀσία (Εὐστάθιος Σεβαστείας) ιοργανωτής τοῦ μοναχισμοῦ στήν βόρεια Μικρά Ἀσία ἦταν ὁ Εὐστάθιος ἀπό τήν Σεβάστεια τοῦ Πόντου (c. 300-379). Αὐτός, ἀφοῦ μαθήτευσε κοντά σέ μοναχούς τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του χειροτονημένος πρεσβύτερος καί δημιούργησε ἕναν κύκλο μαθητῶν. Εἶχε ἀκραῖες ἀσκητικές ἀπόψεις, τίς ὁποῖες προσπάθησε νά ἐπιβάλει στούς μαθητές του καί νά διαδώσει στήν πατρίδα του. Ἔτσι, συγκρότησε αὐστηρές μοναχικές ἀδελφότητες, πού δέν ἀκολουθοῦσαν τόν παραδεδομένο τρόπο ἄσκησης. Οἱ ἀκραῖες αὐτές τάσεις καταδικάστηκαν συνοδικά, γι αὐτό ὁ Εὐστάθιος ἀποκήρυξε τίς ἀπόψεις του καί συνέχισε τήν δράση του μέσα στήν Ἐκκλησία. Ἔγινε, μάλιστα, ἐπίσκοπος Σεβαστείας. Οἱ εὐσταθιανοί μοναχοί, ὅμως, συνέχισαν τόν ζηλωτικό τρόπο ζωῆς τους, καθώς πίστευαν πώς ἦταν οἱ μοναδικοί ἐκφραστές τοῦ γνήσιου ἀσκητικοῦ ἤθους. Ὡστόσο, ὁ τρόπος ἄσκησής τους φαινομενικά μόνο στηριζόταν στά εὐαγγελικά ἰδεώδη, ἐνῶ στήν πραγματικότητα εἶχε μανιχαϊκή χροιά 18. Οἱ εὐσταθιανοί μοναχοί ζητοῦσαν κατάργηση τῆς ἰδιοκτησίας καί τῆς δουλείας καί διακήρυτταν πώς μόνη ὁδός σωτηρίας εἶναι ὁ μοναχισμός. Ἔτσι, κατέκριναν τόν θεσμό τοῦ γάμου καί δίδασκαν ὅτι οἱ ἔγγαμοι χριστιανοί δέν ἔχουν ἐλπίδα σωτηρίας. Γι αὐτό καταφρονοῦσαν τούς ἔγγαμους ἱερεῖς καί δέν δέχονταν τήν θεία μετάληψη ἀπό αὐτούς. Ἡ διδασκαλία αὐτή εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά διαλυθοῦν πολλές οἰκογένειες, καθώς εὐκολόπιστοι ἄνδρες καί γυναῖκες ἐγκατέλειπαν τήν οἰκογένειά τους καί ἄφηναν τά παιδιά τους ἀπροστάτευτα. Ἐκτός αὐτοῦ, τίς περισσότερες φορές ὁ ἐγκαταλελειμμένος σύζυγος κατέφευγε στήν μοιχεία, ἐπειδή δέν μποροῦσε νά 16. Βλ. ΜΑΤΘΑΙΟΥ Β ΛΑΣΤΑΡΕΩΣ, Σύνταγμα κατά στοιχεῖον Α, στό βιβλίο ΡΑΛΛΗ-ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Στ, σελ. 65-66. MEYENDORFF, «S t. Basil, Messalianism and Byzantine Christianity», σελ. 225-230. 17. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 33-34. 18. Βλ. AMAND, L ascèse monastique de S. Basile, σελ. 52-61. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 293-294. ΥΦΑΝΤΗ, Μοναχισμός καί ἀσκητική γραμματεία, σελ. 34. 18
Α. Ὁ μοναχισμός τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐγκρατευθεῖ. Ἀλλά καί γιά τούς πλουσίους οἱ εὐσταθιανοί ὑποστήριζαν ὅτι δέν ἔχουν ἐλπίδα σωτηρίας, ἐνῶ, ἐπίσης, παρότρυναν τούς δούλους νά ἐγκαταλείπουν τούς κυρίους τους μέ τήν πρόθεση τῆς θεοσέβειας. Οἱ ἴδιοι οἱ εὐσταθιανοί δέν ὑποτάσσονταν στόν ἐπίσκοπο καί δέν ἔκαναν ἐλεημοσύνη στούς φτωχούς ἀλλά μοιράζονταν μεταξύ τους τίς προσφορές τῶν πιστῶν χωρίς τήν ἄδεια τοῦ ἐπισκόπου. Ἐπίσης, καταφρονοῦσαν τίς ἐκκλησιαστικές συνάξεις καί τίς γιορτές τῶν μαρτύρων. Ἀκόμα, ἐπινόησαν δική τους ἐνδυμασία καί ἐπέβαλαν στίς γυναῖκες νά φοροῦν ἀνδρικά ροῦχα καί νά κόβουν τά μαλλιά τους. Περιφρονοῦσαν τίς νηστεῖες πού ὅρισε ἡ Ἐκκλησία, ἐνῶ αὐτοί πού ἔφταναν δῆθεν σέ ὕψη ἀρετῆς κατέλυαν ἐντελῶς τήν νηστεία. Ἀπό τήν ἄλλη μεριά, κάποιοι ἀσκητές ἀπέφευγαν τό κρέας ὡς ἀκάθαρτο, ἐνῶ νήστευαν καί τίς Κυριακές. Ὡστόσο, δέν εἶχαν ὅλοι οἱ ὀπαδοί τοῦ Εὐσταθίου τίς ἴδιες ἀπόψεις γιά τήν ἄσκηση ἀλλά σχηματίστηκαν διάφορες ὁμάδες μοναχῶν, πού τηροῦσαν δικούς τους κανόνες πού ξέφευγαν ἀπό τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας 19. Ἡ ὕπαρξη τῶν ἀκραίων αὐτῶν μοναχικῶν ταγμάτων προξένησε βλάβη στήν Ἐκκλησία καί στήν κοινωνία, καθώς πολλοί χριστιανοί ἐγκατέλειπαν τήν οἰκογένειά τους καί τήν Ἐκκλησία καί ἀναζητοῦσαν τήν σωτηρία ἔξω ἀπό τήν ἀληθινή κιβωτό τῆς σωτηρίας, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, μέ τήν διδασκαλία καί τούς θεσμούς πού μᾶς παρέδωσαν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι οἱ ἀπόστολοι καί οἱ διάδοχοί τους ἐπίσκοποι. Ὅταν, λοιπόν, ἐμφανίστηκαν αὐτές οἱ ἐπικίνδυνες ἀσκητικές τάσεις, ἡ Ἐκκλησία ἔκανε σύνοδο, γιά νά ἀντιμετωπίσει τό θέμα καί νά ἀποσαφηνίσει τούς ὅρους τοῦ ὑγιοῦς μοναχισμοῦ. Ἡ σύνοδος αὐτή ἔγινε στήν Γάγγρα τό 343 καί θέσπισε 21 κανόνες, πού καταδίκασαν καί ἀναθεμάτισαν καθεμιά ἀπό τίς ἀκρότητες τῶν εὐσταθιανῶν. Οἱ εὐσταθιανοί μοναχοί θά γίνονταν δεκτοί στήν Ἐκκλησία, ἐάν ἀποκήρυσσαν τόν τρόπο ζωῆς καί ἄσκησης πού ἦταν ἀντίθετος μέ τήν παράδοση. Ὅποιος, ὅμως, ἐπέμενε στήν κακοδοξία του, θά ἀφοριζόταν ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς ἀμετανόητος αἱρετικός. Ἀπό τό περιεχόμενο τῶν κανόνων γίνεται φανερή ἡ πρόθεση τ ῆς Ἐκκλησίας νά ἐπαναφέρει τούς αἱρετικούς στήν εὐαγγελική ὁδό σωτηρίας καί νά προφυλάξει τούς χριστιανούς ἀπό τήν πλάνη 20. 19. Βλ. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Ἐκκλησιαστική ἱστορία 3, 13, PG 67, 1077C-1081A. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ἐκκλησιαστική ἱστορία 2, 43, PG 67, 352B-353B. ΡΑΛΛΗ-ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, τόμ. Γ, σελ. 98-99. MEYENDORFF, «St. Basil, Messalianism and Byzantine Christianity», σελ. 221-225. G BOMONT, «Saint Basile et le monachisme enthousiaste», S. Basile, Évangile et Église, Mélanges, τόμ. 1, σελ. 43-64. BURNS, «Cappadocian Encratism and the Macarian Community», σελ. 28-30. 20. Γιά τούς κανόνες τῆς συνόδου τῆς Γάγγρας βλ. ΡΑΛΛΗ-ΠΟΤΛΗ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, σελ. 100-118. GRIBOMONT, «Le Concile de Gangres», S. Basile, Évangile et Église, Mélanges, τόμ. 1, σελ. 21-25. ΤΟΥ Ι ΙΟΥ, «Eustathe de Sébaste», S. Basile, Évangile et Église, Mélanges, τόμ. RI- 19
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) Ὁ Μέγας Βασίλειος στά νεανικά του χρόνια ἦλθε σέ ἐπαφή μέ τόν Εὐστάθιο καί τούς μαθητές του καί γνώρισε ἀπό κοντά τόν τρόπο ζωῆς τους. Ὁ αὐστηρός ἀσκητικός βίος τῶν εὐσταθιανῶν, τό πενιχρό τοῦ ἐνδύματος, ἡ ἀποχή ἀπό τίς ἡδονές καί ἡ ἐγκράτεια πού ἀσκοῦσαν ἐπέδρασαν πολύ στόν νεαρό τότε Βασίλειο, ὥστε πίστεψε ὅτι οἱ μοναχοί αὐτοί μέ τήν ἄσκηση εἶχαν φτάσει στήν ἁγιότητα. Γι αὐτό δέν πείστηκε, ὅταν ἄκουσε ἀπό κάποιους ὀρθοδόξους ὅτι ὁ Εὐστάθιος ἔχει δογματικές παρεκκλίσεις ἀλλά, ἀντίθετα, νόμιζε πώς πρόκειται γιά συκοφαντία πού προερχό- ὅμως, ἀργότερα πείστηκε ὅτι ὁ Εὐστάθιος εἶναι αἱρετικός, ταν ἀπό ἐχθρούς. Ὅταν, τότε ἀπογοητεύτηκε καί κατάλαβε πόσο εἶχε πλανηθεῖ ἀπό τό φαινομενικά ταπεινό σχῆμα ἑνός ἀνθρώπου, πού τόν θεωροῦσε πρότυπο ἀσκητικοῦ βίου 21. 1, σελ. 103-106. Ὁ κανόνας 21 συνοψίζει ὅλους τούς προηγούμενους κανόνες τῆς συνόδου: «Ταῦτα δέ γράφομεν, οὐκ ἐκκόπτοντες τούς ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ κατά τάς Γραφάς ἀσκεῖσθαι βουλομένους, ἀλλά τούς λαμβάνοντας τήν ὑπόθεσιν τῆς ἀσκήσεως εἰς ὑπερηφανίαν, κατά τῶν ἀφελέστερον βιούντων ἐπαιρομένους τε, καί παρά τάς Γραφάς καί τούς ἐκκλησιαστικούς κανόνας καινισμούς εἰσάγοντας. Ἡμεῖς τοιγαροῦν, καί παρθενίαν μετά ταπεινοφροσύνης θαυμάζομεν, καί ἐγκράτειαν μετά σεμνότητος καί θεοσεβείας γινομένην ἀποδεχόμεθα, καί ἀναχώρησιν τῶν ἐγκοσμίων πραγμάτων μετά ταπεινοφροσύνης ἀγάμεθα, καί γάμου συνοίκησιν σεμνήν τιμῶμεν, καί πλοῦτον μετά δικαιοσύνης καί εὐποιΐας οὐκ ἐξουθενοῦμεν, καί λιτότητα καί εὐτέλειαν ἀμφιασμάτων δι ἐπιμέλειαν μόνον τοῦ σώματος ἀπερίεργον ἐπαινοῦμεν τάς δέ ἐκλύτους καί τεθρυμμένας ἐν τῇ ἐσθῆτι προόδους ἀποστρεφόμεθα, καί τούς οἴκους τοῦ Θεοῦ τιμῶμεν, καί τάς συνόδους τάς ἐπ αὐτοῖς, ὡς ἁγίας καί ἐπωφελεῖς ἀσπαζόμεθα, οὐ συγκλείοντες τήν εὐσέβειαν ἐν τοῖς οἴκοις, ἀλλά πάντα τόπον τόν ἐπ ὀνόματι τοῦ Θεοῦ οἰκοδομηθέντα τιμῶντες, καί τήν ἐν αὐτῇ τῇ ἐκκλησίᾳ συνέλευσιν εἰς ὠφέλειαν τοῦ κοινοῦ προσιέμεθα, καί τάς καθ ὑπερβολήν εὐποιΐας τῶν ἀδελφῶν, τάς κατά τάς παραδόσεις διά τῆς ἐκκλησίας εἰς τούς πτωχούς γινομένας, μακαρίζομεν, καί πάντα, συνελόντας εἰπεῖν, τά παραδοθέντα, ὑπό τῶν θείων Γραφῶν καί τῶν ἀποστολικῶν παραδόσεων ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ γίνεσθαι εὐχόμεθα». 21. Βλ. ZUCCHETTI, «Eustazio di Sebaste e Basilio di Cesarea», σελ. 17-22. ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ, «Μ. Βασιλείου βιογραφικό σχεδίασμα», σελ. 66-72. FRAZEE, «Anatolian asceticism in the fourth century», σελ. 16-33. GRIBOMONT, «Eustathe de Sébaste», S. Basile, Évangile et Église, Mélanges, τόμ. 1, σελ. 95-102. ΒΛΙΑΓΚΟΦΤΗ, Ἐκκλησιαστική κοινωνία καί ἀκοινωνησία, σελ. 127-132. Ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Βασίλειος, σέ ἐπιστολή πρός τόν Εὐστάθιο Σεβαστείας, ἐκφράζει τήν ἀπογοήτευσή του μέ τά λόγια: «Τούτου γοῦν ἕνεκεν θεασάμενός τινας ἐπί τῆς πατρίδος ζηλοῦν τά ἐκείνων ἐπιχειροῦντας, ἐνόμισά τινα βοήθειαν εὑρηκέναι πρός τήν ἐμαυτοῦ σωτηρίαν, καί ἀπόδειξιν ἐποιούμην τῶν ἀφανῶν τά ὁρώμενα. Ἐπεί οὖν ἄδηλα ἑκάστου ἡμῶν τά ἐν τῷ κρυπτῷ, ἡγούμην αὐτάρκη μηνύματα εἶναι τῆς ταπεινοφροσύνης τό ταπεινόν τοῦ ἐνδύματος, καί ἤρκει μοι πρός πληροφορίαν τό παχύ ἱμάτιον, καί ἡ ζώνη, καί τῆς ἀδεψήτου βύρσης τά ὑποδήματα. Καί πολλῶν ἀπαγόντων με τῆς πρός αὐτούς συνηθείας, οὐκ ἠνειχόμην, ὁρῶν αὐτούς τοῦ ἀπολαυστικοῦ βίου τόν καρτερικόν προτιμῶντας καί διά τό παρηλλαγμένον τῆς πολιτείας ζηλοτύπως εἶχον πρός αὐτούς. Ὅθεν οὐδέ τάς περί τῶν δογμάτων διαβολάς προσιέμην καίτοι πολλῶν διαβεβαιουμένων μή ὀρθάς ἔχειν περί Θεοῦ τάς ὑπολήψεις, ἀλλά τῷ προστάτῃ τῆς νῦν αἱρέσεως μαθητευθέντας, τά ἐκείνου λάθρα κατασπείρειν διδάγματα ὧν ἐπειδή οὐδέποτε αὐτήκοος ἐγενόμην, συκοφάντας ἡγούμην τούς ἀπαγγέλλοντας», Ἐπιστολή 223, 3, PG 32, 824D-825Β. ΜΠΟΝΗ, Βασίλειος ὁ Μέγας, σελ. 60-62. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 107-108. 20
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ 1. Ἡ ζωή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὡς μοναχοῦ καί ὡς πνευματικοῦ πατρός τῶν μοναχῶν Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀνατράφηκε μέσα σέ χριστιανικό καί φιλομόναχο περιβάλλον. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος καί Ἐμμελία ἦταν πολύ εὐσεβεῖς καί φιλάνθρωποι. Ὁ πατέρας τῆς μητέρας του εἶχε μαρτυρήσει, ἐνῶ καί οἱ γονεῖς τοῦ πατέρα του εἶχαν διωχθεῖ γιά τήν πίστη τους. Ἡ οἰκογενειακή εὐσέβεια ἐπέδρασε πολύ στή διαμόρφωση τοῦ χαρακτήρα καί τοῦ ἤθους τοῦ νεαροῦ Βασιλείου. Ἐκτός ἀπό τήν μητέρα του, πού τόν μεγάλωσε μέ πολλή ἀγάπη καί πίστη, καί ἡ γιαγιά του Μακρίνα, ὁμολογήτρια τῆς πίστης στόν διωγμό τοῦ ιοκλητιανοῦ, συνέβαλε στήν ἀνατροφή του τά πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του. Ἡ Μακρίνα ἦταν μαθήτρια τοῦ Γρηγορίου Νεοκαισαρείας τοῦ Θαυματουργοῦ καί ὅσα διδάχθηκε ἀπό αὐτόν τά δίδαξε μέ τήν σειρά της στά ἐγγόνια της 1. Τό πρόσωπο ὅμως ἐκεῖνο, πού δίδαξε στόν Βασίλειο τά δόγματα τῆς πίστης καί ἐπηρέασε τόν τρόπο σκέψης του καί τήν πορεία τῆς ζωῆς του, ἦταν ἡ μεγάλη ἀδελφή του Μακρίνα, τό πρῶτο παιδί τοῦ Βασιλείου καί τῆς Ἐμμελίας, ἡ ὁποία μετά τόν θάνατο τοῦ μνηστήρα της ἀφιερώθηκε στήν ἀνατροφή τῶν ἀδελφῶν της 2. Ὁ νεαρός Βασίλειος, ἐκτός ἀπό χριστιανική, πῆρε καί κοσμική παιδεία. Τήν πρώτη ἐκπαίδευση πῆρε ἀπό τόν πατέρα του, ὁ ὁποῖος ἦταν καθηγητής τῆς ρητορικῆς στήν Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου. Σέ ἐφηβική ἡλικία πῆγε στήν Καισάρεια, πού 1. Αὐτό μαρτυρεῖ ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Βασίλειος στήν Ἐπιστολή 204, 6, PG 32, 752C-753A: «Πίστεως δέ τῆς ἡμετέρας τίς ἄν καί γένοιτο ἐναργεστέρα ἀπόδειξις ἤ ὅτι τραφέντες ἡμεῖς ὑπό τίτθῃ μακαρίᾳ γυναικί, παρ ὑμῶν ὡρμημένη; Μακρίναν λέγω τήν περιβόητον, παρ ἧς ἐδιδάχθημεν τά τοῦ μακαριωτάτου Γρηγορίου ῥήματα, ὅσα πρός αὐτήν ἀκολουθίᾳ μνήμης διασωθέντα αὐτή τε ἐφύλασσε, καί ἡμᾶς ἔτι νηπίους ὄντας ἔπλαττε καί ἐμόρφου τοῖς τῆς εὐσεβείας δόγμασιν». Πρβλ. Ἐπιστολή 223, 3, PG 32, 825C. Βλ. καί ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ, «Μ. Βασιλείου βιογραφικό σχεδίασμα», σελ. 17. Ὁ ΜΠΟΝΗΣ, Βασίλειος ὁ Μέγας, σελ. 17, γράφει: «δέν εἶναι ὑπερβολή νά λεχθῇ, ὅτι ὁ τύπος τοῦ τελείου ἀνθρώ- που, ὁ χαρακτήρ τῆς ἰσχυρᾶς προσωπικότητος καί ὁ καθόλου ἐνάρετος βίος τοῦ Βασιλείου διεπλά- σθησαν ἐπί τῇ βάσει τοῦ εὐσεβεστάτου προτύπου τῆς μάμμης αὐτοῦ Μακρίνης». 2. Βλ. ΤΑΤΑΚΗ, Ἡ συμβολή τῆς Καππαδοκίας στή χριστιανική σκέψη, σελ. 67-68. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 16-18, 22-23.
Segura Calvo José-Antonio (Ἀρχιμανδρίτης π. Σίλας) ἦταν πολιτικό καί πνευματικό κέντρο τῆς Καππαδοκίας, καί ἐκεῖ πῆρε μαθήματα ἀπό ἀξιόλογους καθηγητές. Μετά πῆγε στήν Κωνσταντινούπολη, στήν νέα λαμπρή πρωτεύουσα τοῦ ἑλληνορωμαϊκοῦ κράτους, γιά νά κάνει ἀνώτερες σπουδές κοντά σέ πολύ σπουδαίους δασκάλους, ὅπως ἦταν ὁ εἰδωλολάτρης Λιβάνιος. Ἀργότερα πῆγε γιά σπουδές στήν Ἀθήνα, στό μεγαλύτερο πνευματικό καί ἐκπαιδευτικό κέντρο τῆς ἐποχῆς, ὅπου μαζί μέ τόν Γρηγόριο Θεολόγο παρακολούθησαν μαθήματα τῶν περίφημων σοφιστῶν Ἱμερίου καί Προαιρεσίου. Στήν Ἀθήνα ὁ Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος ἔγιναν ἀχώριστοι φίλοι καί ἦταν σάν μία ψυχή σέ δύο σώματα. Οἱ δύο νέοι διέφεραν ἀπό τούς συμμαθητές τους, καθώς δέν συμμετεῖχαν στίς κοσμικές διασκεδάσεις ἀλλά προτιμοῦσαν νά πηγαίνουν στόν χριστιανικό ναό. Μέ τόν καιρό καί ἄλλοι χριστιανοί φοιτητές τούς ἀκολούθησαν στόν τρόπο ζωῆς τους, μέ ἀποτέλεσμα νά δημιουργηθεῖ στήν Ἀθήνα ἕνας σύλλογος χριστιανῶν νέων 3. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τίς σπουδές του, ὁ Βασίλειος ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του τό 356. Ἡ ἀδελφή του Μακρίνα τότε ζοῦσε στό οἰκογενειακό τους κτῆμα στά Ἄννησα, τό ὁποῖο εἶχε μετατρέψει σέ μοναστήρι. Στό κτῆμα αὐτό ὑπῆρχαν δύο μοναστικές ἀδελφότητες μία γυναικεία καί μία ἀνδρώα. Στήν γυναικεία ἀδελφότητα ἦταν ἡγουμένη ἡ Μακρίνα. Ἡ ἀνδρώα ἀδελφότητα συγκροτήθηκε ἀπό τόν Ναυκράτιο, ἀδελφό τοῦ Βασιλείου καί τῆς Μακρίνης 4. Ὁ Ναυκράτιος εἶχε πολλά χαρίσματα καί μποροῦσε νά γίνει διάσημος δικηγόρος. Αὐτός, ὅμως, προτίμησε νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό καί στήν διακονία τῶν πασχόντων. Μέσα στό οἰκογενειακό κτῆμα στά Ἄννησα ὀργάνωσε ἕνα γηροκομεῖο καί ἕνα πτωχοτροφεῖο καί ἐργαζόταν ὁ ἴδιος, γιά νά ἐξασφαλίσει τροφή στούς ἀνθρώπους πού ζοῦσαν ἐκεῖ. υστυχῶς, ὅμως, ὁ Ναυκράτιος σέ ἡλικία 27 ἐτῶν σκοτώθηκε στό κυνήγι. Μετά τόν θάνατο τοῦ ἀδελφοῦ του τήν ἡγεσία τοῦ ἀνδρώου μοναστηριοῦ ἀνέλαβε ὁ Μέγας Βασίλειος καί μετά ὁ ἀδελφός του Πέτρος 5. Στήν Καισάρεια ὁ Βασίλειος συνέχισε τό ἔργο τοῦ πατέρα του ὡς συνήγορος 3. Ὁ Γρηγόριος Θεολόγος, στόν λόγο πού ἐκφώνησε τό 381 πρός τιμήν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, διηγεῖται μέ συγκίνηση τόν τρόπο ζωῆς τους στήν Ἀθήνα καί διάφορα περιστατικά πού συνέβησαν κατά τήν περίοδο τῶν σπουδῶν τους ἐκεῖ. Βλ. Εἰς τόν μέγαν Βασίλειον ἐπιτάφιος 14-24, PG 36, 513Α- 529B. COURTONNE, Un témoin du IV e siècle oriental, σελ. 46-51. ΜΠΟΝΗ, Βασίλειος ὁ Μέγας, σελ. 18-22. ΤΟΥ Ι ΙΟΥ, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, σελ. 56-60. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 23-24, 26, 28-30. ΖΗΣΗ, «Ὁ Μέγας Βασίλειος ὡς ἡγέτης», σελ. 71-73. ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ, «Μ. Βασιλείου βιογραφικό σχεδίασμα», σελ. 18-23. ΓΕΡΜΑΝΗ, Ὁ μοναχισμός στό Γρηγόριο Θεολόγο, σελ. 23-24. 4. Γιά τόν θεσμό τῆς διπλ ῆς ἀδελφότητας βλ. STRAMARA, «Double Monasticism in the Greek East», σελ. 269-312. 5. Βλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΝΥΣΣΗΣ, Εἰς τόν βίον τῆς ὁσίας Μακρίνης, PG 46, 965D-968D. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 32-34. 22
Β. Ἡ συμβολή τοῦ Μ. Βασιλείου στήν ἀνάπτυξη καί ἐξέλιξη τοῦ μοναχισμοῦ στά δικαστήρια καί ὡς διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς. Τά ἐπαγγέλματα αὐτά ἦταν πολύ σπουδαῖα καί ἔδιναν πολύ κύρος σέ αὐτόν πού τά ἀσκοῦσε, ἐνῶ, ἐπίσης, τοῦ ἄνοιγαν τόν δρόμο γιά νά ἀνέβει στά ὕψιστα κρατικά ἀξιώματα 6. Ὡστόσο, ὁ λαμπρός αὐτός χριστιανός νέος ἐπιθύμησε νά ἀπαρνηθεῖ τίς κοσμικές τιμές καί δόξες καί νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό ἀκολουθώντας τόν τρόπο ζωῆς τῆς ἀδελφῆς του Μακρίνης καί τοῦ ἀδελφοῦ του Ναυκρατίου. Ἡ εἴσοδος τοῦ Βασιλείου στόν μοναχικό κύκλο τῶν Ἀννήσων ἔγινε μετά τόν αἰφνίδιο θάνατο τοῦ Ναυκρατίου. Τότε καί ἡ μητέρα του Ἐμμελία πῆγε στά Ἄννησα, κοντά στήν κόρη της Μακρίνα 7. Ὁ θάνατος τοῦ Ναυκρατίου σίγουρα ἐπηρέασε τόν τρόπο σκέψης τοῦ Βασιλείου, ὁ ὁποῖος ἄρχισε νά στρέφεται πρός τόν μοναχισμό ἀκολουθώντας τό παράδειγμα καί τίς συμβουλές τῆς Μακρίνης. Ὅμως, ἡ φήμη του ὡς συνηγόρου καί, κυρίως, ὡς διδασκάλου τῆς ρητορικῆς ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε οἱ Νεοκαισαρεῖς προσπάθησαν μέ δελεαστικές προτάσεις νά τόν πείσουν νά πάει στήν πόλη τους καί νά διδάξει τούς νέους τοῦ Πόντου. Ὁ Βασίλειος, πού δέν παρασυρόταν ἀπό τούς κοσμικούς ἐπαίνους καί δέν ἐπιθυμοῦσε τίτλους καί ἀξιώματα, ἀρνήθηκε τήν πρόταση, γιατί ἤδη εἶχε πάρει τήν ἀπόφαση νά ἀφιερωθεῖ στόν Θεό. Ἐγκατέλειψε μία σταδιοδρομία, πού θά μποροῦσε νά εἶναι πολύ λαμπρή στό μέλλον, καί ἄρχισε νά ταξιδεύει γιά νά γνωρίσει ἀπό κοντά τίς διάφορες μορφές ἀσκητικῆς ζωῆς. Περιόδευσε στήν Αἴγυπτο, στήν Παλαιστίνη, στήν κοίλη Συρία καί στήν Μεσοποταμία, ὅπου ἦλθε σέ ἐπαφή μέ σπουδαίους μοναστικούς ἡγέτες καί ἀπέκτησε πλούσιες πνευματικές ἐμπειρίες 8. Ὁ Βασίλειος καί ὁ Γρηγόριος, ὅταν σπούδαζαν στήν Ἀθήνα, συμφώνησαν καί ὑποσχέθηκαν ὁ ἕνας στόν ἄλλο νά μονάσουν μαζί. Ὅταν ὁ Βασίλειος βρισκόταν στήν ἀνδρώα μοναχική ἀδελφότητα τῶν Ἀννήσων, ἔστειλε ἐπιστολή στόν φίλο του Γρηγόριο γιά νά τοῦ θυμίσει τήν παλιά τους συμφωνία καί ὑπόσχεση. Ὁ Γρηγόριος, ὅμως, ἀδυνατοῦσε νά ἐκπληρώσει τήν ὑπόσχεσή του, γιατί εἶχε χρέος νά μείνει κοντά στούς γονεῖς του, πού τόν εἶχαν ἀνάγκη. Παραδέχεται, μάλιστα, σέ ἐπιστολή πού ἔστειλε στόν Βασίλειο, ὅτι ὁ ἴδιος (δηλαδή ὁ Γρηγόριος) ἦταν ὑπεύθυνος γιά τήν ἀθέτηση τῆς συμφωνίας τους. Γιά τόν λόγο αὐτό πρότεινε στόν Βασίλειο νά πάει αὐτός κοντά του καί νά μονάσο υν στό κτῆμα τῆς οἰκογένειας τοῦ Γρηγορίου στήν Τιβερίνη, κοντά στήν Ἀριανζό 9. 6. Βλ. ΜΠΟΝΗ, Βασίλειος ὁ Μέγας, σελ. 29-31. ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΥ, «Μ. Βασιλείου βιογραφικό σχεδίασμα», σελ. 26-29. 7. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 36. ΖΗΣΗ, «Ὁ Μέγας Βασίλειος ὡς ἡγέτης», σελ. 73. 8. Βλ. ΜΠΟΝΗ, Βασίλειος ὁ Μέγας, σελ. 32-33. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 38-39. ΠΑΠΑ- ΟΠΟ ΥΛΟΥ, «Μ. Βασιλείου βιογραφικό σχεδίασμα», σελ. 30-31. 9. Βλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Ἐπιστολή 1, PG 37, 21Α. ΧΡΗΣΤΟΥ, Ὁ Μέγας Βασίλειος, σελ. 42-43. 23