Olga Cicanci Ρουµανικά πολιτικά προβλήµατα στην ελληνική ιστοριογραφία του 18 ου αιώνα Στα πλαίσια του χρόνου που διαθέτουµε, θα αναφερθούµε στα ιστορικά κείµενα που έγραψαν στα ελληνικά, συγγραφείς που ήρθαν σε επαφή µε τη ρουµανική πραγµατικότητα του 18 ου αιώνα, κείµενα που ο Δηµοσθένης Ρούσσος είχε την ευτυχή έµπνευση να τα εντάξει στην «ελλήνο-ρουµανική ιστοριογραφία» 1. Ένα πρώτο κείµενο στα ελληνικά γραµµένο στις αρχές του 18 ου αιώνα από τον Αφενδούλη, αξιωµατούχο του Constantin Brâncoveanu ο οποίος σαν καπουκεχαγιάς του τον έστειλε στην Τσίγκινα στον πασά Σερκιέρη Ισµαήλ, εκεί όπου βρίσκονταν ο σουηδός βασιλιάς Κάρολος ο 12 ος, φέρει τον τίτλο Ιστορία µερική tων συµβατών τω Ρηγί Σβέκω Καρόλω 2. Οι σύντοµες αναφορές του Αφεντούλη, αυτόπτης µάρτυς όλων των συµβάντων, συνοδεύονται από επίσηµα έγγραφα που ενδιέφεραν τον Ηγεµόνα της Βλαχίας για τις αποφάσεις που έπρεπε να πάρει σχετικά µε την εξωτερική του πολιτική. Τα πολιτικά γεγονότα που διαδραµατίστηκαν στη Βλαχία στις αρχές του αιώνα αυτού, τα καταχώρησε, για τη χρονική περίοδο 1710 1716 ο Μητροφάνη Γρήγορα, διορθωτής των ελληνικών βιβλίων του τυπογραφείου του Βουκουρεστίου, που έγραφε επιγράµµατα και ποιήµατα κυρίως εκείνο µε τον τίτλο «Το εγκώµιο του καπνού» για να καταπολεµήσει το έργο του Νικόλαου Μαυροκορδάτου µε τίτλο «Κατά του καπνού». Στην Ιστορία της Βλαχίας 3, ο Μητροφάνης Γρήγορα, καταδικάζει τους Καντακουζινέους, για τον άδικο θάνατο του Constantin Brâncoveanu µε αποτέλεσµα, να σκοτώσουν οι Τούρκοι το Στέφανο Καντακουζινό. Σχολιάζοντας τον ερχοµό στο θρόνο της Βλαχίας «toû sofoû gemóna» Νικόλαου Μαυροκορδάτου, ο συγγραφέας αναφέρει και το λόγο της «αντιπάθειας» των βογιάρων για αυτόν. : «οι δε άρχοντες αυτόν δια της πυκνής φορολογίας και χρηµάτων λείψεις και της υποβίβασης τους εν κρείτονι βαθµού των οφίκιων τελούντας εις ελατό, εµίσησαν» 4. Κατά συνέπεια, οι συνωµότες βογιάροι, φέρνουν στο Βουκουρέστι τους Αυστριακούς, ενώ το Νικόλαο Μαυροκορδάτο τον πάνε στο Braşov, αντίθετα µε τον αδελφό του, Ιωάννη Μαυροκορδάτο, που τον αγαπούν «και ο λαός και οι βογιάροι». Στην ίδια χρονική περίοδο, συγκεκριµένα στις αρχές του αιώνα, αναφέρεται στην Ιστορία της Μολδαβίας ο Νικολάε Κυπαρίσα. «Κυπαρίσα τη Διήγηση των συµβατών εν Μολδαβίας κατά το 1716 5.» Ο Κυπαρίσα καταδίκαζε τους Αυστριακούς που µε τις ενέργειές τους εξανάγκασαν το Νικόλαο Μαυροκορδάτο να φύγει στο Braşov. Αυτοί «κακοµεταχειρίστηκαν» και τη Μολδαβία και εξ αιτίας τους οι Τάταροι «υποδουλώνουν τη χώρα». 1 D. Russo, Studii istorice greco-romane, τοµ. Α - Β, Βουκουρέστι, 1939. 2 Το κείµενο εκδόθηκε από τον Παπαδόπουλο Κεραµεούς στο Hurmuzaki, Documente, τοµ. XIII, σ. 49-76. Βλ. και το Δ. Ρουσσο ο.π., τοµ. Α, σ. 195-197. 3 Το κείµενο της «Ιστορίας» του Μητροφάνη Γρήγορα εκδόθηκε από το Δ. Ρουσσο ο.π., τοµ. Β, σ. 427-429. 4 Ο.π., σ. 430. 5 Το ελληνικό κείµενο µαζί µε τη ρουµανική µετάφραση εκδόθηκε από το C. Erbiceanu, Cronicari greci care au scris despre romani in epoca fanariota, Βουκουρέστι, 2003, σ. 65-86. βλ. και Δ. Ρουσσο ο.π., τοµ. Α, σ. 465-483. 1
Τους Μολδαβούς τους προειδοποιεί πως η παραβίαση της προσταγής του Ηγεµόνα θα τους οδηγήσει «στην υποδούλωση από τους Τατάρους», επειδή ο Mihai Racoviţă δε σκότωσε κανέναν Γερµανό ή Ουγγαρέζο αιχµάλωτο, αλλά µόνο τους συλληφθέντες εξεγερµένους Μολδαβούς που «είτε τους κρέµασε είτε τους έριξε στα πυρά» 6. Καταδικάζοντας τις ενέργειες του Αυστριακού στρατηγού Tige «άνθρωπος παραδόπιστος» που ο Ηγεµόνας Racoviţă τον είχε νικήσει ο Κυπαρίσα σχολιάζει : «είναι δια θαυµαδη τινάς αληθινά την πολιτική διαγωγή του γενεράλη, όσις τόλµησε να γυρεύει χαράτσι από ένα τόπο τον οποίον ακόµα δεν κυρίευσε, µήτε να τον φυλάξει ήµπορουσεν. Αλλ εκ τούτο φαίνεται πως ήταν άγνωστος άνθρωπος και γυµνός πάσης πολιτικής είδησης. 7». Ενώ ο Ηγεµόνας ήταν «rw<kýtatoß», µερικοί βογιάροι όπως ο Μυρώσης Βελίσκος κ. α. για να γλιτώσουν από τα χρέη τους καταφεύγουν στους «Γερµανούς» επιθυµώντας την καταστροφή της πατρίδας τους. Πάρ όλα αυτά τον Ηγεµόνα τον υποστήριζαν µερικοί βογιάροι και έµποροι. Όπως και ο Μητροφάνης Γρήγορα, και ο Κυπαρίσα γράφει ένα καλά ενηµερωµένο επίσηµο χρονικό διατηρώντας το στυλ των ηθικολόγων χρονικογράφων, µε αποσπάσµατα από τα ιερά βιβλία, αλλά και µε στίχους του Οµήρου δεδοµένου ότι και οι δυο χρονικογράφοι ήταν καλλιεργηµένοι άνθρωποι. Ο Chesarie Daponte, πρώην σπουδαστής της Ηγεµονικής Ακαδηµίας του Βουκουρεστίου, φθάνοντας γραµµατέας των Ιωάννη και Κωνσταντίνου Μαυροκορδάτου, χρησιµοποιεί εκθέσεις, επιστολές, συνθήκες ειρήνης των καπουκεχαϊάδων αλλά και τις δικές του παρατηρήσεις, ως αυτόπτης µάρτυρας, γράφει την εργασία µε τίτλο Δακικές Εφηµερίδες. Την εργασία έγραψε ύστερα από προσταγή του Κωνσταντίνου Μαυροκορδάτου και γι αυτό δεν ξαφνιάζουν κανέναν οι έπαινοι για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Εξαπόριτο ούτε και το γεγονός ότι προβάλει το ρόλο του Νικόλαου Μαυροκορδάτου στην πολιτιστική εξέλιξη. Επίσης περιγράφει τα πολιτικά, στρατιωτικά και κοινωνικά γεγονότα που διαδραµατίστηκαν τη χρονική περίοδο 1736 1739, κυρίως στη Βλαχία, κάνοντας και ορισµένες αναφορές και στη Μολδαβία 8. Ο Daponte, επαινεί επίσης και τις µεταρρυθµίσεις του Κωνσταντίνου Μαυροκορδάτου που σήκωσε στους ώµους του «το βάρος ολόκληρης της χώρας» και στα δυο ρουµανικά πριγκιπάτα. Αργότερα, όταν αποσύρθηκε στο µοναστήρι του Ξεροπόταµου έγραψε το Χρονόγραφο της περιόδου 1648 1704 9 που περιλαµβάνει πληροφορίες για τη Βλαχία, τη Μολδαβία και την Τρανσυλβανία. Ξέροντας καλά τα ρουµανικά, γνώριζε ασφαλώς τη ρουµανική ιστοριογραφία η οποία εξέταζε ενιαία την ιστορία των τριών αυτών ρουµανικών Πριγκιπάτων, που µερικές φορές τα επονόµαζαν και Δακία, όπως καταχωρίζεται και στις ιστορίες γραµµένες στα ελληνικά το δεύτερο ήµισυ του 18 ου αιώνα. Γι αυτό κι επονόµασε τις Εφηµερίδες του «δακικές». Ο Daponte, επαινεί και τη µεταρρυθµιστική δραστηριότητα στη Μολδαβία του Grigore Ghica δίνοντας γενικά, πληροφορίες και για την οικογένεια Ghica, πληροφορίες που τις επαναλαµβάνετε και στο Χρονικό των Ghiculeştilor 10 όπου είναι καταχωρηµένη η χρονική περίοδος 1695 1754. Η 6 C. Erbiceanu, ο.π., σ. 67. 7 ο.π., σ. 70. 8 C. Daponte, Ephimerides daces, εκ. Emile Legrand, Παρίσι, 1880. 9 C. Erbiceanu, ο.π., σ. 87-227. 10 Το ελληνικό κείµενο µαζί µε τη ρουµανική µετάφραση εκδόθηκε το 1965, στο Βουκουρέστι από την Ariadna Camariano και από το Cioran Nestor Camariano. 2
πρωτότυπη συνεισφορά του ανώνυµου συγγραφέα του χρονικού, αναφέρεται στην περίοδο, 1730 1754. Ο συγγραφέας, που ζούσε στο περιβάλλον του Ηγεµόνα, δηλώνει πως ήταν αυτόπτης µάρτυς των όσων διηγείται για αυτόν, για το κράτος και για τους βογιάρους. Σύµφωνα µε την άποψη του ανώνυµου συγγραφέα, ο Ηγεµόνας είναι ο απεσταλµένος του Θεού και εποµένως οι υπήκοοι του οφείλουν να τον υπακούουν και να υποτάσσονται σε αυτόν και κατά συνέπεια ο Ηγεµόνας µπορεί να σκοτώνει τους ραδιούργους. Αλλά µολονότι οι βογιάροι οφείλουν υποταγή στον Ηγεµόνα, ο συγγραφέας διαφωνεί µε το δεσποτικό φέρσιµο µερικών Ηγεµόνων. Και στα δυο Πριγκιπάτα υπήρχαν διενέξεις µεταξύ Ηγεµόνων αφ ενός και Ρουµάνων και Ελλήνων βογιάρων αφ εταίρου. Είναι φανερό πως πρόκειται για έργο που γράφτηκε σε Ηγεµονική Αυλή όπου γίνονται αναφορές στην πολιτική και κοινωνική ζωή, κυρίως της Μολδαβίας του πρώτου ήµισυ του 18 ου αιώνα. Ο συγγραφέας είναι απολογητής της απολυταρχικής εξουσίας όχι όµως της δεσποτικής εξουσίας του αφέντη, είτε πρόκειται για πρίγκιπα είτε για µεγάλους βογιάρους, και περισσότερο από ότι έκαναν οι προκάτοχοί του Έλληνες ιστορικοί, υπογραµµίζει την ανάγκη της µεσαιωνικής απολυταρχίας. Στα µέσα του 18 ου αιώνα βρίσκεται στην Αυλή του Κωνσταντίνου Μαυροκορδάτου ο ιατροφιλόσοφος Πέτρος Depastas, ο Πελοποννήσιος, ο οποίος αφιερώνει στον πρίγκιπα «Δακικών αποµνηµονευµάτων συγγραφή των περί εκατέραν δηλαδή εν τη Δακία επικρατείας της τε των Βλαχών και Μολδαβων, υπό του εκλαµπρότατου, ευσεβέστατο, και υψηλοτάτου αυθέντη και ηγεµόνας µεγαλοπρεπέστατου πάσης Ουγγροβλαχίας Κυρίου Κυρίου Ιωάννου Κωνσταντίνου Νικολάου Βοεβόδας» Όπως δηλώνει ο ίδιος, ο συγγραφέας συγκέντρωσε υλικό για την ιστορία των «Ανέκδοτων Εφηµερίδων» που εξέθεσε, µε χρονολογική σειρά, στη Βενετία, αφιερώνοντας το έργο του στον πρίγκιπα Κωνσταντίνο Μαυροκορδάτο 11. Στο χρονικό του αυτό ο συγγραφέας περιλαµβάνει και τους άλλους Μαυροκορδάτους αρχίζοντας από το 1711 και φθάνοντας µέχρι το 1763. Στη διάρκεια της περιγραφής του, ο συγγραφέας, αναφέρεται σε Λατίνους και Έλληνες συγγραφείς και είναι φανερό πως είναι καλλιεργηµένος άνθρωπος, για τον οποίο η Κωνσταντινούπολη είναι το Βυζάντιο, ενώ η Μολδαβία και η Βλαχία αποτελούν τη Δακία. Σύµφωνα µε το Depasta, ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος ηγεµόνευσε στην κάθε µια από τις δυο δακικές αυτές επαρχίες, αποκαλώντας τη Βλαχία, «Κάτω Δακία» 12. Ο συγγραφέας δεν αναφέρει όλα τα γεγονότα, αλλά κυρίως, εκείνα που ευνοούν τον Κωνσταντίνο Μαυροκορδάτο, τον ευεργέτη του. Καταδικάζει τη διαφθορά που επικρατεί στη διοικητική εξουσία της χώρας την οποία είχε καταπολεµήσει ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος και παρουσιάζει ενδιαφέροντα πορτρέτα των πολιτικών παραγόντων της εποχής εκείνης. Εξαίρει επίσης την επιδεξιότητα και την πολιτική σύνεση «του πολιτικού άνδρα» «του πολιτικού ανδρός» Κωνσταντίνου Mαυροκορδάτου στη διακυβέρνηση και τη µεταρρύθµιση της Μολδαβίας 13. Με τις µεταρρυθµίσεις του στον τοµέα της δικαιοσύνης, ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος, εξασφάλισε το «σταθερό 11 Το ελληνικό κείµενο µαζί µε τη ρουµανική µετάφραση εκδόθηκε από το C. Erbiceanu, ο.π., 295-335. 12 Ο.π., σ. 397. 13 Ο.π., σ. 315-316. 3
θεµέλιο του δικαίου» υποστηρίζοντας πως «η δικαιοσύνη δε χρειάζεται συµπόνια και ούτε πραγµατοποιείται µε προσταγές» 14 καταλήγει ο συγγραφέας. Επίσης ο Depasta, επαινεί το ξεσκλάβωµα του αγρότη «από την αυθαίρετη δουλεία του» 15, καθώς και τα µέτρα που έλαβε ο Πρίγκιπας για την αποµάκρυνση από τα χωριά και τα παζάρια της Μολδαβίας 16 των παράνοµων εµπόρων ονοµαζόµενοι lazi, αλλά και τις µεταρρυθµίσεις στον τοµέα της εκπαίδευσης 17, είτε την ίδρυση σχολείων για τους νέους 18. Πολλές φορές, στο διάστηµα της αφήγησής του, µιλάει για τη Δακία, τους κατοίκους της Δακίας, συνεχίζοντας έτσι την αφήγηση των προκατόχων του σχετικά µε το θέµα αυτό. Ενδιαφέρον παρουσιάζει στην αφήγηση, το γεγονός πως, τη στιγµή που οι Αυστριακοί του πρότειναν να παραχωρηθεί η Βλαχία στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων, ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος απαντά : «Δε µπορώ εγώ να δώσω κάτι που δεν µου ανήκει». Εάν ο καθηγητής Θεόδωρος αφιέρωσε το 1786 19 σύντοµη παρουσίαση της ζωής του Νικόλαου Πέτρου Μαυρογένη ως «Ηγεµόνα της Δακίας» ή των Ουγγροβλάχων ο πρωτοσύγκελλος Naum Râmniceanu, αφιερώνει στον Ηγεµόνα Alexandru Constantin Muruzi, την εργασία µε τίτλο «Περί της καταγωγής των Ρουµάνων» 20 όπου γράφει : «πατρίδα ηµών Δακία» που αποτελείται από «Βλαχία και Μολδαβία» εποµένως εκτείνεται από εκβολών Τίσσης εν τω Ίστρο και παλίν του Ίστρου εν τω Πόντω, µέχρι των περικύκλω συνόρων Λεχίας και Ουγγαρίας 21». Ο Βαλάχος επονοµάζεται και Ρωµούνος 22. Ένας άλλος ιατρό-φιλόσοφος που γνώριζε καλά τη ρουµανική πραγµατικότητα και κατείχε το αξίωµα του µεγάλου σπαθάριου της Βλαχίας ή του καπουκεχαϊά και του δραγουµάνου τη διάρκεια των ρώσο- τουρκικών πολέµων είναι ο Αναστάσιος Κοµνηνός Υψηλάντης 23, συγγραφέας µιας ογκώδους παγκόσµιας ιστορίας µε τίτλo «Τα µετά την Αλωσιν» που την τελείωσε το 1789. Η ιστορία του περιλαµβάνει πολυάριθµες ανέκδοτες πληροφορίες που τις πήρε από διάφορα ντοκουµέντα ή ως αυτόπτης µάρτυς. Για την ιστορία του ρουµανικού χώρου, τα ιστορικά κείµενα του Κοµνηνού Υψηλάντη, αποτελούν αξιόλογη πηγή, επειδή η ιστορία των ρουµανικών Πριγκιπάτων, κατέχει ευρύτατο χώρο στο έργο του. Αυτό εξηγείτε και από το γεγονός ότι ο συγγραφέας είχε συχνές επαφές µε τις χώρες αυτές, αλλά και από τη θέση που κατείχε στην Κωνσταντινούπολη, τόπος όπου αποφασίζονταν η διαδοχή των Ηγεµόνων της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Κατά συνέπεια, ο συγγραφέας δίνει πολλές πληροφορίες σχετικά µε τους Ηγεµόνες, την πάλη για την απόκτηση της Ηγεµονίας και τη διατήρησή της, καθώς και σχόλια διαφόρων πολιτικών γεγονότων. 14 Ο.π., σ. 317 15 Ο.π., σ. 318 16 Ο.π., σ. 319 17 Ο.π. 18 Ο.π., σ. 332-334. 19 Ο.π., σ. 229-332. 20 Το ελληνικό κείµενο µαζί µε τη ρουµανική µετάφραση εκδόθηκε από το C. Erbiceanu, ο.π., 295-296. 21 Ο.π., σ. 239. 22 Ο.π., σ. 243-256. 23 Εκκλισιαστικόν και πολιτικόν το εις 12 βιβλίον ΗΘ και ήτοι τα µετά την Άλωσιν εν Κωνσταντινούπολιν, 1870, O. Cicanci, Atanasie Comnen Ipsilanti-un fanariot espre fanarioţi, Hrisovul. Seria Noua, Βουκουρέστι, 1995, σ. 44-59. 4
Ο Αθανάσιος Κοµνηνός Υψηλάντης παρουσιάζει την ιστορία της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας χωρίς µνησικακία, αλλά συχνά υπογραµµίζει πως είναι ένας «ρωµαίος» απόγονος του Βυζαντίου. Μολονότι που κατακρίνει αυστηρά τις αµαρτίες των Φαναριωτών, τις περισσότερες φορές είναι αλληλέγγυος µε την κοινωνική αυτή κατηγορία στην οποία ανήκει. Να γιατί θεωρούµε πως οι πληροφορίες, τα σχόλια και η ορολογία που χρησιµοποιεί ο ιστορικός παρουσιάζουν µεγάλο ενδιαφέρον. Έτσι, όταν αναφέρεται στις πλούσιες οικογένειες που ζούσαν στο Φανάρι, τις αποκαλεί «το σύστηµα των αρχόντων». Πρόκειται για τις λιγοστές εκείνες γνωστές οικογένειες, κυρίως από τα αξιώµατα που κατείχαν στην Οθωµανική Πύλη αλλά και στα Ρουµανικά Πριγκιπάτα, στις οποίες προστίθενται και πολλές άλλες που προέρχονται από πολιτικές συµµαχίες ή από συγγένειες. Επειδή όπως προκύπτει και από την ιστορία του Αθανάσιου Κοµνηνού Υψηλάντη η κοινωνική καταγωγή εκείνων που τους αποκαλούσαν Φαναριώτες δεν ήταν η ίδια κάθ όλη τη διάρκεια του 18 ου αιώνα. Ο ιστορικός σχολιάζει επίσης πλατιά και τις σχέσεις των Φαναριωτών µε τους βογιάρους οι οποίοι αρχικά διάλεγαν οι ίδιοι τους Ηγεµόνες τους, ενώ αργότερα τους διόριζε η Οθωµανική Πύλη. Στον κοινωνικό και πολιτικό ρόλο γενικά των Φαναριωτών και ειδικότερα των Ηγεµόνων Φαναριωτών στα Ρουµανικά Πριγκιπάτα, αναφέρεται και ο Διονύσιος Φωτεινός στην «Ιστορία της παλαί Δακία, τα νυν Τρανσυλβανίας, Βλαχίας και Μολδαβίας», που εκδόθηκε στη Βιέννη το 1818. Μολονότι η στάση του Φωτεινού είναι µερικές φορές ενάντια των Φαναριωτών, κάνει διάκριση µεταξύ των «άθλιων Ελλήνων που ζούσαν στο Φανάρι και εκείνων που ζούσαν στην Ελλάδα». Ο Φωτεινός επίσης συνδέεται και µε το ρουµανικό εθνικό κίνηµα των παραµονών της επανάστασης του 1821. Μολονότι είναι αποδεδειγµένο πως ο Διονύσιος Φωτεινός εµπνέονταν µερικές φορές,µε το πάρα πάνω µάλιστα, από άλλους συγγραφείς, µερικοί από αυτούς σύγχρονοί του, ο τρόπος που επιλέγει τις πληροφορίες του, φανερώνει και την άποψή του σχετικά µε την ιστορία της Δακίας και εποµένως της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Έτσι λ. χ. στο έβδοµο µέρος του τρίτου τόµου υπογραµµίζει πως οι Ηγεµόνες της Βλαχίας ήταν αυτόνοµοι επειδή τους εξέλεγαν οι βογιάροι, όσο για τις µεταρρυθµίσεις των Κωνσταντίνου και Αλέξανδρου Υψηλάντη, περιγράφονται µε όλες τις προβλέψεις και τις αλλαγές που είχαν επέλθει στη ρουµανική κοινωνία 24. Ενδιαφέροντα σχόλια κάνει ο ιστορικός και όταν αναφέρεται στα προνόµια του Ηγεµόνα και των βογιάρων όπως και στις επιπτώσεις που έχουν αυτά στους αγρότες, κατάσταση που γνώριζε καλά από την εµπειρία του ως Νοµάρχης. Ο Φωτεινός σχολιάζει και την εξωτερική πολιτική των Ρουµανικών Πριγκιπάτων κυρίως σε ότι αφορά τις σχέσεις τους µε την Οθωµανική Πύλη, τη Ρωσία και την Πολωνία 25. Ένας άλλος Έλληνας ιστορικός που γνώριζε καλά το ρουµανικό χώρο από τα αρχαιότερα χρόνια και µέχρι τις αρχές του 19 ου αιώνα, ήταν ο Δανιήλ Δηµήτριος Φιλιππίδης. Ζώντας στα Ρουµανικά Πριγκιπάτα 30 περίπου χρόνια, 24 Από τους ιστορικούς που ασχολήθηκαν µε την Ιστορίας του Διονύσιο Φωτεινό αναφέρουµε στο Victor Papacostea ο οποίος έκδωσε τη µελέτη Vietile Sultanilor, ανέκδοτο σύγγραµµα του Διονύσιο Φωτεινό. Επίσης, σχετικά µε τη ζωή και το έργο του Διονύσιο Φωτεινό βλ. *** Civilizatia romana si civilizatia balcanica, Βουκουρέστι, 1983, σ. 431-462,463-476. Βλ. και M. Caratasu, Dionysios Photino de Patras et son histoire de l ancienne Asie, Πρακτικά του Α Συνεδρίου Πελλοπονισιακων Σπουδών, τοµ. Α, Αθήνα, 1976-1978, σ. 103-112. 25 Η ρουµανική µετάφραση µε µια ευρύς εισαγωγή εκδόθηκε από την O. Cicanci στο Βουκουρέστι, το 2004. 5
αναπτύσσει πλούσια εκπαιδευτική και συγγραφική δραστηριότητα (µεταφράσεις, επεξεργασίες, πρωτότυπα έργα ), και όλα δείχνουν πως ανήκει στον ίδιο βαθµό τόσο στην ελληνική όσο και στη ρουµανική ιστοριογραφία. Πάλ όλο που η «Ιστορία της Ρουµανίας» σταµατά στο σχηµατισµό των ρουµανικών κρατών, τα σχόλια του αναφέρονται όµως και στην εποχή που έζησε ο ίδιος. Πιστεύει λοιπόν πως οι παλιοί Ρουµάνοι όπως και οι σύγχρονοι κυβερνήθηκαν «µόνοι τους, αυτόνοµα και ανεξάρτητα. Αυτοί έχουν «και πολιτικοίς σηστήµασι σποδαιοτερον ενασχολείσθαι, βοεβόδας έχοντες αρχηγεµόνας, ώσπερ και πρότερον, ούς αυτοί εκλογή δι εαυτών εψηφίζοντο και ήσαν εντεύθεν τα πολιτικά συστήµατα αυτών, αριστοκρατικά µεν εν τοίς αρχαιρεσίοις ή µεσοηγεµονίας µοναρχικά δε, των ηγεµόνων εκλεχθέντων και αναγορευθέντων 26». Τα Ρουµανικά Πριγκιπάτα, γράφει στα ρουµανικά ο Φιλιππίδης, διατήρησαν την ανεξαρτησία τους «µε τη βοήθεια του Θεού και µε το σπαθί», προσθέτοντας ότι µε τον καιρό έφθασαν υπό την τουρκική κυριαρχία, και έκτοτε τα κράτη αυτά δεν υπήρξαν ανεξάρτητα. Αλλά ακόµα και υπό την τουρκική κυριαρχία, οι Ρουµάνοι κυβερνήθηκαν µόνοι τους 27. Και ο Φιλιππίδης στη διήγησή του καταλήγει µε τα λόγια: «Αυτή έστι η ιστορία τούτης χώρας την αναµεταξί Τισσου, Ίστρου, Πόντου και Τυρά ωνοµάσαµεν δε την χώραν τούτην Ρουµανίαν, από του πρωτέτοντος δια την αρχαιότητα και τον αριθµό έθνους των ρουµούνων παρανοµάζοντες, πάσαν αλλήν ονοµασίαν απορρίπτοντες, ως απροσφύα και ανοίκειον, ως φιλαυτικήντε και δοξάσοφον, και τη ιστορία και τη γεωγραφία συγχύσεως πρόξενον 28.» Όπως και άλλοι σύγχρονοί του, Depastas είτε Φωτεινός, λ. χ., ο Φιλιππίδης υποστηρίζει πως ο ρουµανικός χώρος που αποτελούσε τη Δακία εκτείνονταν µεταξύ Τίσα, Μαύρης Θάλασσας και Νήστρου. Δεν διαθέτουµε ακόµα τα αναγκαία στοιχεία για να µπορέσουµε να υποστηρίξουµε µε βεβαιότητα ποιος δηµιούργησε τον όρο Ρουµανία, αλλά µπορούµε να δηλώσουµε πως ο πρώτος που τον χρησιµοποίησε, σε τυπωµένη εργασία, ήταν αναµφίβολα ο Δηµήτριος Φιλιππίδης στην Ιστορία και τη Γεωγραφία της Ρουµανίας συνοδευόµενη από χάρτη, αποκαλυπτικό, από την άποψη αυτή. Προσπάθησα να κάνω µια σύντοµη παρουσίαση µερικών ρουµανικών πολιτικών γεγονότων που συναντάµε στην «ελλήνο-ρουµανική ιστοριογραφία» του 18 ου αιώνα. Μολονότι η έκταση και η αξία τους διαφέρει, προτίµησα να τα αναφέρω όλα όσα είναι γνωστά µέχρι σήµερα, για να δείξω την εξέλιξη από τις απλές διηγήσεις, κυρίως όσον αφορά τη διεξαγωγή των εσωτερικών είτε των εξωτερικών στρατιωτικών γεγονότων, είτε των πράξεων των κύριων πρωταγωνιστών των αρχών του 18 ου αιώνα, τον τρόπο που σχολίαζαν και ανέλυαν µάλιστα, τα γεγονότα αυτά, οι συγγραφείς το δεύτερο ήµισυ του εν λόγω αιώνα. Εκτός από τους υποκειµενικούς επαίνους για διάφορους Ηγεµόνες είτε άρχοντες, αναφέρουν και µάλιστα εκτιµούν και τις µεταρρυθµίσεις ορισµένων πριγκίπων Φαναριωτών όπως και την επέµβασή τους στα κοινωνικά θέµατα εκτός από τα πολιτικά προβλήµατα. Η πλειοψηφία των ιστοριογράφων που αναφέρω είναι Έλληνες που εκπαιδεύτηκαν, σε διάφορα πολιτιστικά περιβάλλοντα, στο εσωτερικό αλλά 26 D. Philippide, Ιστορία της Ρουµανίας, Λειψία, 1916, σ. 434. 27 Ο.π., σ. 397 28 Ο.π. 6
κυρίως στο εξωτερικό όπως στην Κωνσταντινούπολη, Βενετία, Βιέννη, ακόµα και στο Παρίσι και διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο συγκρίνοντας λ. χ. τον Αφενδούλη µε τον Δανιήλ Φιλιππίδη. Πολλοί από αυτούς κατείχαν µάλιστα και σηµαντικά αξιώµατα. Διαπιστώνουµε πως ο στρατιωτικός και πολιτικός ρόλος των ενδιαφερόµενων µεγάλων δυνάµεων, της περιοχής αυτής, αναφέρεται και αναλύεται συχνά. Φαίνεται πως µέσω της ιστορικής λογοτεχνίας γραµµένη στα ελληνικά, η Ρωσία λ. χ. είχε την έµπνευση να επονοµάσει Δακία, το µελλοντικό ενδιάµεσο κράτος µεταξύ αυτής και της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας. Δεδοµένου ότι αρχίζοντας µε τον Δαπόντε και µέχρι το Διονύσιο Φωτεινό,οι συγγραφείς που αναµφίβολα ήξεραν τα όσα έγραψαν οι Ρουµάνοι χρονικογράφοι, στους οποίους αναφέρονταν µερικές φορές, όπως λ. χ. οι Dimitrie Cantemir, Grigore Ureche, είτε Miron Costin, αρχίζουν να αναφέρουν τη Δακία ως αποτελούµενη από τη Μολδαβία και τη Βλαχία στις οποίες µερικές φορές προστίθεται και η Τρανσυλβανία. Ενώ ο Δανιήλ Φιλιππίδης, υποστηρίζοντας τη λατινική καταγωγή και την αρχαιότητα των Ρουµάνων της Τρανσυλβανίας, θα καθορίσει µάλιστα τον όρο Ρουµανία. 7