ΣΤ.2.α ΑΞΙΟΠΟΊΗΣΗ ΝΈΩΝ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΏΝ ΥΠΟΔΟΜΏΝ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΉ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΕΡΕΥΝΑ (EUROPEAN SOCIAL SURVEY) Μάριος Βρυωνίδης Σκοπός: Οι επιμορφούμενοι/ες που ολοκληρώνουν αυτή την ενότητα θα πρέπει: Να κατανοούν τι σημαίνει συγκριτική έρευνα. Να κατανοούν τον τρόπο δόμησης της "Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας" και τους σκοπούς που εξυπηρετεί. Να κατανοούν ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι ερευνητές/τριες σχετικά με την διεξαγωγή μιας συγκριτικής έρευνας. Να σκέπτονται κριτικά για τις εναλλακτικές προσεγγίσεις στη συγκριτική έρευνα. Να μπορούν να αξιοποιούν τα δεδομένα τις ΕΚΕ για να κάνουν αναλύσεις σύγχρονων κοινωνικών ζητημάτων σε εθνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο. Προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα: Μέχρι το τέλος της ενότητας οι επιμορφούμενοι/ες θα πρέπει να είναι σε θέση να: Μπορούν να περιηγηθούν στην ιστοσελίδα της "Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας" με άνεση και ευκολία. Γνωρίζουν τους 6 κύκλους ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί, καθώς και το περιεχόμενο του καθενός. Μπορούν να μεταβούν στην ελληνική ιστοσελίδα της "Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας" (EKE) και να αντλούν πληροφορίες για την έρευνα αυτή. Μπορούν να κατεβάσουν δεδομένα και στοιχεία από την ιστοσελίδα και να επεξεργάζονται τα συγκεκριμένα δεδομένα. 1
Δημιουργούν δικά τους ερωτηματολόγια με βάση την έρευνα αυτή. Να μπορούν να κάνουν παρουσιάσεις σε επίκαιρα θέματα κοινωνικής έρευνας με δεδομένα από την ΕΚΕ. Έννοιες κλειδιά: Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα, Συγκριτικές έρευνες, Κοινωνική πολιτική Εισαγωγικές Παρατηρήσεις Η κατανόηση των κοινωνικών φαινόμενων μπορεί να γίνει με τρεις τουλάχιστο τρόπους: μέσω της εμπειρίας, της λογικής σκέψης και της έρευνας. Η έρευνα μέσα από τον εμπειρικό της χαρακτήρα, το συστηματικό και ελεγχόμενο τρόπο προσέγγισης των κοινωνικών φαινομένων και διαδικασιών επιτρέπει στους ερευνητές να εξερευνούν, να περιγράφουν και να κατανοούν πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας. Και αυτό το επιτυγχάνει μέσω της διερεύνησης υποθετικών προτάσεων σχετικών με πιθανές σχέσεις ανάμεσα σε κοινωνικά φαινόμενα και το ρόλο των δρώντων υποκειμένων μέσα σε αυτές. Η κοινωνική έρευνα κάνει χρήση εννοιολογικών κατασκευών για τις οποίες προσπαθεί να βρει μετρήσιμους δείκτες (μεταβλητές) έτσι ώστε να περιγράψει λογικές σχέσεις μεταξύ τους και με αυτό τον τρόπο να προτείνει πιθανά θεωρητικά σχήματα ή μοντέλα που να περιγράφουν με λογικό τρόπο κοινωνικά φαινόμενα και διαδικασίες. Η κοινωνική έρευνα επομένως έχει να κάνει με τη αλληλεπίδραση ιδεών και εμπειρικών δεδομένων σε μια προσπάθεια παραγωγής και ελέγχου θεωριών που αποκαλύπτουν μοτίβα συμπεριφορών κοινωνικών ομάδων με κοινά χαρακτηριστικά. Οι κοινωνικοί ερευνητές με μια σειρά ποσοτικών ή ποιοτικών μεθόδων και τεχνικών προσεγγίζουν την κοινωνική πραγματικότητα είτε μέσω μιας αντικειμενικής θεώρησης είτε μέσω μιας υποκειμενικής. Παλαιότερα μέσα από θέσεις μεθοδολογικής ορθοδοξίας ερευνητές υιοθετούσαν μια εκ των δύο προσεγγίσεων απορρίπτοντας την άλλη και πολλές φορές αναλώνονταν σε διαμάχες για το ποια προσέγγιση είναι καταλληλότερη για να ερευνηθεί η κοινωνική πραγματικότητα τονίζοντας τα πλεονεκτήματα της μιας σε βάρος της άλλης. Στις μέρες μας ανάλογες συζητήσεις θεωρείται ότι έχουν πλέον ξεπεραστεί και, έτσι, όλο και 2
περισσότεροι ερευνητές υιοθετούν μεικτά μεθοδολογικά παραδείγματα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η φύση αυτών των δύο προσεγγίσεων έχει διαφοροποιηθεί. Και αυτό γιατί οι εν λόγω δύο προσεγγίσεις χαρακτηρίζονται από διακριτές οντολογικές και επιστημολογικές παραδοχές. Οι οντολογικές παραδοχές αναφέρονται στη φύση της κοινωνικής πραγματικότητας και θέτουν το ερώτημα αν αυτή είναι εξωτερική προς τα άτομα (αντικειμενικές προσεγγίσεις) ή προϊόν ατομικής συνείδησης (υποκειμενικές προσεγγίσεις). Από την άλλη οι επιστημολογικές παραδοχές επικεντρώνονται στο αν η γνώση είναι κάτι που μπορεί να αποκτηθεί (αντικειμενικές προσεγγίσεις) ή κάτι του οποίου πρέπει να έχουμε προσωπική εμπειρία (υποκειμενικές προσεγγίσεις). Τέλος οι μεθοδολογικές διαφοροποιήσεις των δύο προσεγγίσεων αναφέρονται στο κατά πόσο το άτομο αντιδρά μηχανικά στο περιβάλλον του (αιτιοκρατία, ντετερμινισμός, στρουκτουραλισμός) ή ενεργεί με ελεύθερη βούληση (βολουνταρισμός). Οι πιο πάνω διαφορετικές οντολογικές, επιστημολογικές και μεθοδολογικές αφετηρίες των δύο προσεγγίσεων οδηγούν σε διαφορετικά μεθοδολογικά παραδείγματα τα οποία μας επιτρέπουν να προσεγγίζουμε την πολυεπίπεδη και πολυσύνδετη κοινωνική πραγματικότητα σε μάκρο-, μέσο- και μίκρο- κοινωνιολογικό επίπεδο. Μια από τις βασικότερες μεθόδους κοινωνικής έρευνας είναι και η έρευνα επισκόπησης (survey research). H έρευνα επισκόπησης επιχειρεί μέσα από κατάλληλα ερευνητικά ερωτήματα να εισχωρήσει σε μια σειρά από ζητήματα που έχουν σχέση με την παρουσία και δράση ατόμων και κοινωνικών ομάδων σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Υπάρχουν πολλά είδη και μορφές ερευνών επισκόπησης, κάθε μια με τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες της. Όπως αποτυπώνεται στο παρακάτω σχεδιάγραμμα, αυτές μπορεί να είναι δομημένες συνεντεύξεις (τηλεφωνικές ή πρόσωπο με πρόσωπο) ή έρευνα με αυτοσυμπληρούμενο ερωτηματολόγιο που διανέμεται από τον ερευνητή ή αποστέλλεται ταχυδρομικώς ή με ηλεκτρονικό τρόπο (μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή μέσω ανάρτησης του σε μια ιστοσελίδα). 3
Οι δομημένες συνεντεύξεις που πραγματοποιούνται πρόσωπο με πρόσωπο με την παρουσία ενός ερευνητή, αποτελούν μια από τις πιο αξιόπιστες τεχνικές συλλογής δεδομένων από μεγάλα δείγματα και επιτρέπουν την εξαγωγή έγκυρων συμπερασμάτων για μια σειρά από κοινωνικά ζητήματα. Με την είσοδο των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας και στο χώρο των κοινωνικών ερευνών αυτή η διαδικασία έχει απλοποιηθεί και αυτοματοποιηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό επιτρέποντας τη γρήγορη διεξαγωγή της έρευνας πεδίου και την άμεση εξαγωγή αποτελεσμάτων μέσω στατιστικών αναλύσεων. Έτσι, για παράδειγμα, έχουμε πλέον την πραγματοποίηση ερευνών με τη χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή Computer Assisted Personal Interview (CAPI) και Computer Assisted Telephone Interview (CATI) και ακολούθως τη γρήγορη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων που συγκεντρώνονται με προγράμματα όπως το Statistical Package for the Social Sciences (SPSS) για περιγραφικές και επαγωγικές αναλύσεις ή πιο σύνθετες αναλύσεις σχεδιασμού και ελέγχου θεωρητικών μοντέλων με προγράμματα όπως το Analysis of Moment Structures (AMOS). Οι κοινωνικές έρευνες είναι ιδιαίτερα σημαντικές για κάθε κοινωνία που στοχεύει να στέκεται αναστοχαστικά σε μια σειρά από σημαντικά κοινωνικά ζητήματα. Και αυτό γιατί αποτελούν μια μοναδική πηγή πληροφόρησης για θέματα που απασχολούν κοινωνικές ομάδες, κοινωνίες και ομάδες κρατών. Πέρα από το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον που μπορεί να έχει η μελέτη αυτών των θεμάτων σε θεωρητικό επίπεδο, υπάρχει και μια πιο πρακτική εφαρμογή από την πραγματοποίηση τέτοιων ερευνών. Τα αποτελέσματα των κοινωνικών ερευνών συχνά αποτελούν μια μοναδική πηγή πληροφόρησης για τους φορείς άσκησης εξουσίας και χάραξης πολιτικής. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια δημιουργήθηκαν και οι προϋποθέσεις για σχεδιασμό και υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας που στόχο έχει inter alia - να γίνει βασική πηγή πληροφόρησης για κέντρα και φορείς λήψης αποφάσεων σε ένα πλαίσιο σχεδιασμού και υλοποίησης πολιτικών παρεμβάσεων τόσο σε εθνικό όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (ΕΚΕ) 4
Η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα (European Social Survey) είναι μια πανευρωπαϊκή έρευνα στην οποία συμμετέχουν περίπου 30 χώρες και αποτελεί το κορυφαίο ερευνητικό πρόγραμμα στο πεδίο της Συγκριτικής Πολιτικής και Κοινωνιολογίας στον ευρωπαϊκό αλλά και το διεθνή χώρο. Η έρευνα αυτή έχει ενταχθεί στις προτεραιότητες πολιτικής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και χρηματοδοτείται από το 5o, 6o και το 7o Πρόγραμμα Πλαίσιο, από το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Επιστημών (European Science Foundation) και από εθνικούς φορείς των συμμετεχόντων κρατών. Η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα είναι μια έρευνα σχεδιασμένη να καταγράψει και να ερμηνεύσει την αλλαγή ή τη συνέχεια στις στάσεις, τις συμπεριφορές και τις αξίες των Ευρωπαίων πολιτών σε θέματα όπως είναι η σχέση του πολίτη με τα ΜΜΕ, η εμπιστοσύνη στην κοινωνία και σε διάφορους δημόσιους θεσμούς, οι κοινωνικο-πολιτικοί προσανατολισμοί, η σχέση με την πολιτική, τους πολιτικούς και τα κόμματα, ζητήματα διακυβέρνησης, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η εθνική και θρησκευτική ταυτότητα, η στάση απέναντι στους ξένους και τους μετανάστες, η ανεργία, η φτώχεια. Η ΕΚΕ είναι συγκριτική έρευνα, με δεσμευτικούς κανόνες υψηλών προδιαγραφών για όλες τις χώρες. Διεξάγεται κάθε δυο χρόνια με κοινό ερωτηματολόγιο και σε αυστηρά τυχαίο δείγμα πληθυσμού. Πέραν τούτων, η ΕΚΕ διακρίνεται για τη διάρκεια και το βάθος της και, κυρίως, για το επεξεργασμένο θεωρητικό της υπόβαθρο αλλά και τη μεθοδολογική τεκμηρίωση μέσα από επιστημονικούς κανόνες σε αντίθεση με άλλες έρευνες λόγου χάρη, το Ευρωβαρόμετρο που λειτουργούν κατά βάση ως μηχανισμοί σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης επί βραχυπρόθεσμων θεματικών ενοτήτων της ευρωπαϊκής επικαιρότητας. Είναι για αυτόν ακριβώς το λόγο που τα ευρήματα της ΕΚΕ δεν μπορούν να εκληφθούν ή/και αντιμετωπισθούν ως δεδομένα μιας οιασδήποτε σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης. Σε κάθε πάντως περίπτωση, η μεθοδολογική προσέγγιση και τεκμηρίωση της ΕΚΕ, καθώς διέπεται από τις αρχές της ακαδημαϊκής κοινωνικοπολιτικής έρευνας αλλά και από κανόνες υψηλών προδιαγραφών σε τεχνικές και οργάνωση καινοτόμου μεθοδολογίας, εντάσσεται σε ένα από τα πιο σύνθετα πεδία των κοινωνικών επιστημών. Δεν είναι, συνεπώς, τυχαίο το γεγονός πως λόγω ακριβώς της καινοτόμου μεθοδολογίας και των πορισμάτων που προσφέρει έχει τιμηθεί με το κορυφαίο διεθνές βραβείο Descartes για Αριστεία στην κοινωνική έρευνα. 5
Πέρα από την παρακολούθηση σταθερών θεματικών, όπως οι πιο πάνω, ανά δύο χρόνια έχουμε και την εισαγωγή κυλιόμενων θεματικών (rotating modules) σε ζητήματα που ένα στοιχείο που κάνει την έρευνα αυτή ακόμα πιο αναγκαία και ενδιαφέρουσα όχι μόνο για ακαδημαϊκούς ερευνητές αλλά και για φορείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής. Ο πρώτος γύρος συλλογής δεδομένων πραγματοποιήθηκε το 2002 και είχε ως κυλιόμενες θεματικές την πολιτότητα (citizenship) και τη συμμετοχή σε δημοκρατικές διεργασίες και τη μετανάστευση. Ο δεύτερος γύρος πραγματοποιήθηκε το 2004 και είχε ως επίκεντρο των κυλιόμενων θεματικών την οικογένεια, την εργασία και την κοινωνική ευημερία καθώς και θέματα υγείας και παροχής υπηρεσιών υγείας. Ο τρίτος γύρος πραγματοποιήθηκε το 2006 και είχε ως κυλιόμενες θεματικές της ζητήματα προσωπικής και κοινωνικής ευημερίας καθώς και θέματα που σχετίζονται με το χρονοπρογραμματισμό της προσωπικής ζωής. Ο επόμενος γύρος πραγματοποιήθηκε το 2008 με κυλιόμενες θεματικές τις ηλικιακές διακρίσεις και τις στάσεις των ευρωπαίων πολιτών σε ζητήματα που σχετίζονταν με το Κράτος Πρόνοιας. Τέλος, στον πέμπτο γύρο (2010) οι θεματικές που περιλήφθηκαν ήταν οι στάσεις των πολιτών απέναντι στους θεσμούς απονομής δικαιοσύνης (αστυνομία, δικαστήρια), ενώ επαναλαμβάνεται και μια από τις παλαιότερες θεματικές από το δεύτερο γύρο. Συγκεκριμένα επαναλαμβάνεται η κυλιόμενη θεματική ενότητα που αναφέρεται στην οικογένεια, την εργασία και την κοινωνική ευημερία και ο τρόπος που αυτά έχουν επηρεαστεί από την τελευταία παγκόσμια οικονομική κρίση. Πλεονεκτήματα Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας Η Ευρωπαϊκή κοινωνική Έρευνα αποτελεί μια μοναδική πηγή πληροφόρησης για μια σειρά από κοινωνικά ζητήματα που σχετίζονται με την καθημερινότητα των ευρωπαϊκών λαών. Ανάμεσα στα πολλά πλεονεκτήματα που προσφέρει στους κοινωνικούς επιστήμονες μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα ακόλουθα τρία: α) Επιτρέπει τη διαχρονική παρακολούθηση της εξέλιξης κοινωνικών φαινομένων και διαδικασιών. Ήδη τώρα (2014) βρισκόμαστε στο 7ο γύρο συλλογής δεδομένων έχοντας μια διαδρομή 12 ετών παρακολούθησης αλλαγών στην κοινωνική και πολιτική συμπεριφορά των 6
ευρωπαίων πολιτών. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι εκτός από την παρακολούθηση κάποιων σταθερών θεματικών, ανά δύο χρόνια έχουμε και την καταγραφή στάσεων και συμπεριφορών σε ζητήματα που θεωρούνται επίκαιρα για την εκάστοτε χρονική στιγμή, αυτό την καθιστά μια ιδιαίτερα πλούσια πηγή πληροφόρησης για την επιστημονική εξέταση της εξέλιξης των ευρωπαϊκών κοινωνιών σε διάφορες πτυχές τους. β) Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα αποτελεί μια μοναδική πηγή πληροφόρησης για τους φορείς άσκησης πολιτικής (π.χ. Ευρωπαϊκή Επιτροπή) σχετικά με το πλαίσιο και τις παραμέτρους εισαγωγής πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών και καινοτομιών σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. γ) Ένα τρίτο πλεονέκτημα της Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας είναι το γεγονός ότι επιτρέπει συγκρίσεις ανάμεσα σε ευρωπαϊκούς λαούς. Η συγκριτική παρουσίαση παρομοίων κοινωνικών ζητημάτων σε διαφορετικούς ευρωπαϊκούς λαούς αποτελεί μια πολύ σημαντική παράμετρο της μελέτης των κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών διαστάσεων της σύγχρονης Ευρώπης. Εντοπίζοντας ομοιότητες αλλά και διαφορές ανάμεσα σε λαούς σε μια σειρά από ζητήματα οι κοινωνικοί επιστήμονες μπορούν να αναδείξουν τους παράγοντες, τα αίτια αλλά και τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την πολυπλοκότητα των Ευρωπαϊκών κοινωνιών. δ) Τέλος, η Ευρωπαϊκή Κοινωνική Έρευνα δίδει τη δυνατότητα για συγκρίσεις ανάμεσα σε κοινωνικά φαινόμενα για την εύρεση αιτιωδών σχέσεων ανάμεσα τους, κάτι το οποίο αποτελεί για πολλούς κοινωνικούς επιστήμονες το βασικότερο λόγο για πραγματοποίηση τέτοιων ερευνών. Για παράδειγμα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να διερευνηθεί η σχέση της ποιότητας ζωής και των συνθηκών εργασίας ή της θρησκευτικότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης ή της εμπιστοσύνης σε κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς και της συμμετοχής των πολιτών σε τέτοιες διαδικασίες. Η ανάδειξη τέτοιων σχέσεων πέρα από το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον που μπορεί να έχουν είναι φυσικό να οδηγεί και στην πιο αποτελεσματική υιοθέτηση κοινωνικών παρεμβατικών πολιτικών. Συνοπτική Παρουσίαση Ενότητας/Υποενότητας Εισαγωγή Δειγματοληψία Έρευνα πεδίου 7
Διαδικασίες μετάφρασης On-line ανάλυση δεδομένων με τη χρήση του εργαλείου www.nesstar.ess.nsd.uib.no Ανάλυση και παρουσίαση επιλεγμένων θεματικών ενοτήτων Βασική πηγή αναφοράς www.europeansocialsurvey.org (Πρόκειται για την επίσημη ιστοσελίδα της έρευνας που περιλαμβάνει ΟΛΟ το πληροφοριακό υλικό για την έρευνα, καθώς και τα δεδομένα που μπορούν οι χρήστες να κατεβάσουν για να τα αξιοποιήσουν κατάλληλα για τις δικές τους έρευνες και αναλύσεις). 8