ΘΡΑΚΗ, ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑΕΤΙΑ ΕΝΤΟΝΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΩΝ ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΩΝ (1928-2001)

Σχετικά έγγραφα
Εργαστήριο Δημογραφικών και Κο ινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334, ldsa.gr / demolab@uth.gr,

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Δημογραφία. Ενότητα 5: Μέθοδοι ανάλυσης πληθυσμιακών δομών - Η Πυραμίδα των ηλικιών

A. ΠΗΓΕΣ &ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΣΥΝΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος,

Σχήμα 20: Τύποι πληθυσμιακών πυραμίδων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Πρόσφατες δηµογραφικές εξελίξεις σε περιφερειακό επίπεδο

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΘΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Οι µεταπολεµικές δηµογραφικές µας εξελίξεις

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΡΑΜΑΣ

ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΑΝΑΛΥΣΗ ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ (ΓΑΜΩΝ ΓΕΝΝΗΣΕΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ)

2. Το δημογραφικό πλαίσιο και η σημασία του για τη σύνθεση των νοικοκυριών και της οικογένειας

Γεννητικότητα-γονιμότητα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: 2018

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πεδίον Άρεως, Βόλος, 38334,

Εισαγωγή στη Στατιστική- Κοινωνικές Στατιστικές. Διάλεξη

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΕΛΛΑ ΟΣ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ έτους 2012

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΡΧΗ Πειραιάς, 31/01/2011 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αύξηση πληθυσμού κατά 0,4 % ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ: Έτος 2009

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ έτους 2013

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού ανά Περιφέρεια και ανά Αγορά

Ποιος πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει;

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΩΝ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΈΝΩΣΗ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Ποιός πάει πού; Πόσο μένει; Πόσα ξοδεύει; Ανάλυση εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα ανά Περιφέρεια και ανά αγορά, 2017.

3. Οι αλλαγές στη σύνθεση της οικογένειας και των νοικοκυριών

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Δημογραφία. Ενότητα 3.2: e-demography. Βύρων Κοτζαμάνης & Μιχάλης Αγοραστάκης. Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Αλλοδαποί και παλιννοστούντες μαθητές στην ελληνική εκπαίδευση. Αθήνα 2003

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΦΥΣΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ. Έτος 2014

Η μεταβλητή "χρόνος" στη δημογραφική ανάλυση - το διάγραμμα του Lexis

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET09: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Επιτρέπεται η αναπαραγωγή για μη εμπορικούς σκοπούς με την προϋπόθεση ότι θα αναφέρεται η πηγή (Παρατηρητήριο ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.).

Δημογραφία. Ενότητα 16: Δημογραφικές Θεωρίες και Δημογραφική Πολιτική

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Η ΥΠΟΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Μάϊος

Δημογραφία. Ενότητα 13: Ανάλυση Γαμηλιότητας. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΕΝΟΤΗΤΑ 1: Ελλάδα, δημογραφικές εξελίξεις και προοπτικές

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET04: ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

η πληρότητα των ξενοδοχείων στο σύνολο της χώρας την ίδια περίοδο, καθώς αυτό αποτελεί μια σημαντική ένδειξη του συνολικού τζίρου των τουριστικών

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΑΠΟ ΤΟ 1920 ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1980

Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΑΥΤΗΣ

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Eurybase The Information Database on Education Systems in Europe

ΟΑΕΔ ΕΚΘΕΣΗ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2017 ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΑΝΕΡΓΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET02: ΜΕΓΕΘΟΣ ΑΓΟΡΑΣ

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

Απογραφή Πληθυσμού-Κατοικιών 2011

Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

HOPEgenesis: Ελπίδα για την υπογεννητικότητα Οκτώβριος

Marriages and births in Cyprus/el

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ

Τα Αίτια και οι Επιπτώσεις της Διεθνούς Μετανάστευσης. Πραγματικοί Μισθοί, Παγκόσμια Παραγωγή, Ωφελημένοι και Ζημιωμένοι

ΟΑΕΔ ΕΚΘΕΣΗ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2018 ΟΙ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΩΝ ΑΝΕΡΓΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ

Ειδικό Παράρτημα B. Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

ΟΡΙΣΜΟΣ - ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑ

ΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΕΙΚΤΗ ΚΟ-Π-4: ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ

Η δημογραφική διάσταση της ενεργούς γήρανσης. Χρήστος Μπάγκαβος, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Χαρτογράφηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας ανά Περιφέρεια και Νοµό

Ειδικά Θέματα Δημογραφίας: Χωρικές Διαστάσεις Δημογραφικών Δεδομένων

ΙΝΕ/ΓΣΕΕ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

Μεταβολή αριθμού μαθητών από την Β' Λυκείου ( ) στην Γ' Λυκείου (το )

Έρευνα Εργατικού Δυναμικού - A Τρίμηνο

ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Κ.Ε.) ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΥΨΗΛΗΣ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ (Ν. 4071/2012)

ΑΡΓΥΡΩ Ι. ΧΡΥΣΑΓΗ ΒΙΟΛΟΓΟΣ MSc Υποψήφια Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών Εργαστήριο Μοριακής Διάγνωσης ΙΑΣΩ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Δημογραφία. Ενότητα 15: Προβολές Πληθυσμού. Βύρων Κοτζαμάνης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ (ΕΣΥΕ) ΤΙΤΛΟΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΟΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΕΙΚΤΗ SET02: ΜΕΓΕΘΟΣ ΑΓΟΡΑΣ

Βασικά Ποσοτικά και Δημογραφικά Στοιχεία Πληθυσμιακά Στοιχεία

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΣΤΙΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΙΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΒΑΣΙΚΩΝ Ο ΙΚΩΝ ΑΞΟΝΩΝ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ: ΕΓΝΑΤΙΑ Ο ΟΣ, ΠΑΘΕ ΚΑΙ ΙΟΝΙΑ Ο ΟΣ

Ειδικό Παράρτημα Χρηματοοικονομικοί δείκτες: Ανάλυση ανά περιφέρεια

Transcript:

ΘΡΑΚΗ, ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑΕΤΙΑ ΕΝΤΟΝΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΩΝ ΑΝΑΚΑΤΑΤΑΞΕΩΝ (1928-2001) Βύρων Κοτζαμάνης καθ. Παν. Θεσσαλίας Δ/ντής του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων 1. Οι δημογραφικές εξελίξεις της σύγχρονης Ελλάδας, μια σύντομη ιστορική αναδρομή Η ταραγμένη ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας είχε ως αποτέλεσμα την σταθεροποίηση των εδαφικών ορίων της χώρας μας μόλις το 1947, με την πρόσκτηση των Δωδεκανήσων. Στη διάρκεια της πρώτης αυτής περιόδου, η χώρα μεγεθύνεται ενσωματώνοντας αφενός μεν εδάφη και πληθυσμούς, αφετέρου δε υποδεχόμενη τμήματα του ελληνισμού που αναδιπλώνονται στην μητέρα-πατρίδα. Έτσι, η Ελλάδα των «τριών ηπείρων και πέντε θαλασσών», την επαύριον του δευτέρου παγκοσμίου πόλεμου είναι μια μικρή χώρα της Ν.Α Ευρώπη που στα 132.000 Κm2 συγκεντρώνει μόλις 7,5 εκατομμύρια ψυχές. Έκτοτε οι όποιες μεταβολές στο μέγεθος του πληθυσμού μας θα οφείλονται αποκλειστικά στην διαφορά ανάμεσα στα φυσικά (γεννήσεις-θάνατοι) και τα μεταναστευτικά ισοζύγια (έξοδοι- είσοδοι). Οι διαδοχικές όμως επεκτάσεις των συνόρων στο πρώτο μισό του ΧΧου αιώνα, με την ενσωμάτωση εδαφών που κατοικούνται από πληθυσμούς με διαφοροποιημένες δημογραφικές συμπεριφορές (ή ακόμη με την μετακίνηση πληθυσμών εχόντων διαφοροποιημένες συμπεριφορές), οδηγούν σε μια πρώτη φάση στην διεύρυνση των δημογραφικών διαφοροποιήσεων ανάμεσα στις περιφέρειες της χώρας μας (ιδιαίτερα δε ανάμεσα στην Θράκη και την λοιπή Ελλάδα). Προοδευτικά όμως, στην διάρκεια της επόμενης πεντηκονταετίας, οι συμπεριφορές αυτές συγκλίνουν και οι χωρικές διαφοροποιήσεις αμβλύνονται. Η εξέλιξη των γεννήσεων και των θανάτων στην διάρκεια της πρώτης αυτής υπερ-εκατονταετούς περιόδου αντικατοπτρίζει έμμεσα και τα διάφορα στάδια της δημογραφικής μετάβασης από τα οποία πέρασε η χώρα μας (δημογραφική μετάβαση που θα ξεκινήσει διστακτικά το τελευταίο τέταρτο του ΧΙΧου και θα ολοκληρωθεί μεταπολεμικά, με σχετική υστέρηση σε σχέση με τις ανεπτυγμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες της ηπείρου μας). Τα διαθέσιμα δεδομένα αφήνουν να διαφανεί μια πρώτη τάση πτώσης της γεννητικότητας (γεννήσεις σε 1000 κατοίκους) που ξεκινά δειλά γύρω στο 1880-1890 για να επιταχυνθεί στο πρώτο ήμισυ του ΧΧου αιώνα, με αποτέλεσμα την σημαντική συρρίκνωση των αδρών δεικτών (από 50 γύρω στο 1870 στο 20 το 1950). Πτωτική πορεία ακολουθούν φυσικά και οι δείκτες θνησιμότητας (θάνατοι σε 1000 κατοίκους), οι τιμές των οποίων διαιρούνται δια του 5 σε μια εκατονταετία (40 το1850-8 το 1950). Η αναντιστοιχία ανάμεσα στους ρυθμούς πτώσης των δυο αυτών δεικτών (και τις τιμές τους) θα επιτρέψουν την δημιουργία υψηλών πλεονασμάτων, που θα οδηγούσαν σε ακόμη ταχύτερη αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας την τελευταία εκατονταετία αν δεν υπήρχε η εξωτερική μετανάστευση. Η διαφορά φυσικά αυτή ανάμεσα στους δείκτες γεννητικότητας και θνησιμότητας περιορίζεται ακόμη περισσότερο μεταπολεμικά και μηδενίζεται σχεδόν στην τελευταία δεκαετία, καθώς θάνατοι και γεννήσεις βρίσκονται πλέον στα ίδια επίπεδα (γεγονός που θα οδηγούσε, στην περίπτωση μηδενικών μεταναστευτικών ισοζυγιών στην δεκαετία του 1990 σε σταθεροποίηση του πληθυσμού μας μετά το 1990). Υπό τις συνθήκες αυτές ο πληθυσμός μας αυξάνεται απρόσκοπτα το δεύτερο ήμισυ του ΧΧου αιώνα (Πίνακας 1 και Διάγραμμα2), αν και με σαφώς διαφοροποιημένους ρυθμούς, ρυθμούς που αποτυπώνουν το διαφοροποιημένο «παίγνιο» ανάμεσα στο φυσικό ισοζύγιο (διαφορά μεταξύ γεννήσεων και θανάτων) και το μεταναστευτικό ισοζύγιο (διαφορά μεταξύ εξόδων και εισόδων). Ειδικότερα, τις δύο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες που χαρακτηρίζονται από σχετικά υψηλά θετικά φυσικά ισοζύγια (σημαντικό πλεόνασμα κατ έτος των γεννήσεων έναντι των θανάτων, αντιστοίχων του μεσοπολέμου), η έντονη εξωτερική μετανάστευση προς τις υπερωκεάνιες χώρες αρχικά και εν συνεχεία μέχρι και το 1973- προς την Δυτική Ευρώπη θα παίξει αρνητικό ρόλο, προκαλώντας την πτώση των μέσων (θετικών πάντοτε) ετήσιων ρυθμών μεταβολής (Πίνακας 1). Στην μεταβατική περίοδο 1971-1981 το φυσικό ισοζύγιο συρρικνώνεται μεν, αλλά έχουμε ταυτόχρονα την παλιννόστηση των μεταναστών της προηγούμενης περιόδου και την ανακοπή των μεταναστευτικών εξόδων, με αποτέλεσμα, στο βαθμό που τα δύο ισοζυγία έχουν θετικό πρόσημο, την σημαντική αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας (κατά 972.000 σχεδόν άτομα). Ο μέσος ετήσιος ρυθμός

μεταβολής την δεκαετία αυτή εγγίζει το 11, και πιθανότατα θα είναι και η τελευταία φορά που η χώρα μας θα καταγράψει μια τέτοια θετική πληθυσμιακή μεταβολή. Μετά το 1981 το φυσικό ισοζύγιο τείνει να μηδενισθεί (πτώση της γεννητικότητας και αύξηση της θνησιμότητας εξαιτίας της γήρανσης), με αποτέλεσμα η όποια αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας μετά το 2000 να οφείλεται πλέον στα θετικά μεταναστευτικά ισοζύγια. Τα ισοζύγια αυτά θα παραμείνουν πιθανότατα θετικά και στις επόμενες δεκαετίες στο βαθμό που η χώρα μας προοδευτικά, από τα μέσα του 1980, μετατρέπεται σε χώρα εισόδου μεταναστών 1. Παράλληλα, η χωρική κατανομή του πληθυσμού της Ελλάδος έχει μεταβληθεί σημαντικά στη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων. Η μετακίνηση από τις ορεινές προς τις πεδινές περιοχές -και ταυτόχρονα από τις αγροτικές στις αστικές - χαρακτηρίζει την νεοελληνική ιστορία, και οι εσωτερικές αυτές μεταναστεύσεις ιδιαίτερα έντονες στην διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, μόλις επιβραδύνονται την τελευταία εικοσαετία. Έτσι, ο αστικός πληθυσμός που το 1853 αποτελούσε μόλις το 7,1% του συνόλου, εγγίζει την παραμονή της μικρασιατικής καταστροφής το 23% και στην απογραφή του 1928 (μετά την εγκατάσταση των προσφύγων) κάνει ένα άλμα, φθάνοντας το 31%. Την επόμενη δωδεκαετία οι τάσεις αστικοποίησης επιβραδύνονται σημαντικά (ο αστικός πληθυσμός αποτελεί το 33% το 1940) για να επιταχυνθούν εκ νέου την περίοδο της κατοχής και του εμφυλίου με αποτέλεσμα, το 1951, 38 στους 100 κατοίκους της χώρας μας να είναι εγκατεστημένοι στα αστικά της κέντρα. Η επόμενη τριακονταετία χαρακτηρίζεται από τα μεγάλο κύμα της εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης/ αστικοποίησης (στην απογραφή του 1981 το 58% των κατοίκων της χώρας μας συγκεντρώνεται στα αστικά κέντρα, ιδιαίτερα δε στα ΠΣ Πρωτευούσης και Θεσσαλονίκης). Έκτοτε οι τάσεις εξόδου από την ύπαιθρο ατονούν και ο αστικός πληθυσμός παρουσιάζει μικρή μόνον αύξηση ανάμεσα στο 1981 και το 2001 (58% το 1981, 60% το 2001). Η άνιση κατανομή και η χωρική υπερσυγκέντρωση του όμως παραμένουν όπως στην τελευταία απογραφή (2001), τα δύο μεγαλύτερα πολεοδομικά συγκροτήματα (ΠΣΠ και ΠΣΘ) συγκεντρώνουν πλέον το 36% του συνολικού πληθυσμού της χώρας μας 2. Τα μεταναστευτικά ρεύματα από και προς την χώρα μας σημείωσαν σημαντικές διακυμάνσεις. Ο ελλαδικός χώρος μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες του 19 ου αιώνα τροφοδότησε επιλεκτικά τα αστικά κέντρα των βαλκανικών περιοχών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, την Πόλη, τα παράλια της Μ. Ασίας και την Αίγυπτο. Η άνοδος των εθνικιστικών κινημάτων στα Βαλκάνια ανέκοψε τα ρεύματα αυτά, η έξοδος όμως προς το ασιατικό τμήμα του «μεγάλου ασθενούς» θα συνεχισθεί, αν και με μειωμένη ένταση, μέχρι τις παραμονές των βαλκανικών πολέμων. Η έλξη της παραπαίουσας οθωμανικής Αυτοκρατορίας περιορίζεται προοδευτικά στη συνέχεια και ένα νέο μαζικό κύμα φυγής αναπτύσσεται στα τέλη του 19 ου αιώνα από την παλαιά Ελλάδα, οδηγώντας σε ομαδική έξοδο νεαρά άτομα προερχόμενα κυρίως από τις αγροτικές περιοχές της κεντρικής και δυτικής Πελοποννήσου προς τις ΗΠΑ, χώρα-χοάνη που θα απορροφήσει δεκάδες εκατομμύρια ατόμων από τις ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες. 3 Η αφαίμαξη για την χώρα μας, επιλεκτική, δημογραφικά και γεωγραφικά ήταν σημαντική στο βαθμό που ανάμεσα στο 1888 και το 1919 η Ελλάδα των 2,5 εκατομμυρίων χάνει, στο πλέον αισιόδοξο σενάριο, το 15-20% περίπου του πληθυσμού της). Η μαζική αυτή φυγή ανακόπτεται με την υιοθέτηση περιοριστικών μεταναστευτικών νόμων στις ΗΠΑ ενώ τα κενά που δημιουργεί θα υπερκαλυφθούν στη συνέχεια από τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Τις δύο μεσοπολεμικές δεκαετίες, μικρή παρένθεση στην μακρά μεταναστευτική πορεία της χώρας μας, θα ακολουθήσει μια δεύτερη περίοδος μαζικής εξόδου (1945-1977) με 1,3 εκατομμύρια περίπου μεταναστευτικές εξόδους («μόνιμοι μετανάστες») στην οποία θα συμμετάσχει ενεργά και η Θράκη 4. Οι μεταπολεμικοί μετανάστες κατευθύνονται αρχικά στις ΗΠΑ και τις άλλες υπερωκεάνιες χώρες (Καναδά και Αυστραλία), εν συνεχεία δε στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης (ιδιαίτερα στη Δυτική Γερμανία που απορροφά το 85% περίπου της ενδοευρωπαϊκής μετανάστευσης). Οι έξοδοι αυτοί (27.000 ετησίως κατά μέσο όρο, με δύο αιχμές, το 1962-65 και το 1969-70) αφαιρούν το 1/3 περίπου του θετικού φυσικού ισοζυγίου (80.0000 ετησίως), ενώ η εισροή ομογενών από την Αίγυπτο, την Τουρκία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης στη διάρκεια της ίδιας περιόδου θα μετριάσει απλώς τις αρνητικές επιδράσεις της νέας μαζικής φυγής. Η γεωγραφική κατανομή των μεταπολεμικών μεταναστών διαφοροποιείται σημαντικά αυτής της προπολεμικής περιόδου, ενώ η συμμετοχή των νομών της χώρας είναι σημαντικά διαφοροποιημένη. Σε μια πρώτη φάση οι παραδοσιακές περιοχές της προπολεμικής μετανάστευσης προς τις υπερπόντιες χώρες 1 Ενδεικτικά και μόνον θα αναφέρουμε ότι την τελευταία δεκαετία (1991-2001), εν απουσία μετανάστευσης, ο πληθυσμός της Ελλάδας θα αυξάνετο μόλις κατά μερικές χιλιάδες, ενώ, με βάση τα τελευταία στοιχεία της απογραφής αυξήθηκε κατά 704.000 (10,97 εκατομ. το 2001 έναντι 10,26 το 1991). 2 Οι δε ομώνυμοι νομοί συγκεντρώνουν σχεδόν το 45% του πληθυσμού της χώρας. 3 Η μετανάστευση από την χώρα μας προς τις ΗΠΑ, ύστερη χρονικά, δεν συγκρίνεται φυσικά με αυτή της Ιρλανδίας, Ιταλίας και Πορτογαλίας. Η ένταση της εξόδου από τις χώρες αυτές είναι πολλαπλάσια της ελληνικής στο βαθμό που τα μέσα ετήσια ποσοστά εξόδου κυμαίνονται ανάμεσα στο 20 και 110 (μέγιστο 15 για τη χώρα μας το 1907). 4 Η καθαρή μετανάστευση της περιόδου αυτής για το σύνολο της χώρας μας ανέρχεται σε 650.000 περίπου άτομα

(Πελοπόννησος, Ήπειρος, ορισμένα νησιά) θα αποτελέσουν τον βασικό τροφοδότη, ενώ στη συνέχεια, με το άνοιγμα των συνόρων των ευρωπαϊκών χωρών η κατανομή αλλάζει ριζικά. Μακεδονία και σε μικρότερο βαθμό Θεσσαλία, Ήπειρος, νησιά του Αιγαίου και Θράκη θα αποτελέσουν τις κύριες περιοχές προέλευσης των μεταναστών που θα μετακινηθούν, συνήθως χωρίς ενδιάμεσο σταθμό, από τις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές της Κεντρικής και Βορείου Ελλάδας στην Δυτική Γερμανία. Η έξοδος ανακόπτεται προσωρινά στις αρχές του 1970, για να συνεχισθεί με ηπιότερους ρυθμούς μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Ταυτόχρονα, αρχίζει και η μαζική παλιννόστηση των μεταναστών της προηγούμενης περιόδου: 630.000 5 άτομα εκτιμάται ότι θα επιστρέψουν στην χώρα μας ανάμεσα στο 1971 και το 1985 επιλέγοντας στην πλειοψηφία τους (70%) ως τόπο εγκατάστασης τα αστικά κέντρα (και δη - 50%-τα δύο μεγαλύτερα εξ αυτών, το ΠΣ Πρωτευούσης και Θεσσαλονίκης) και 160.000 ακόμη την περίοδο 1985-1991. Η δεκαετία του 1980 είναι μια μεταβατική περίοδος στο βαθμό που η περιορισμένη πλέον μετανάστευση από την χώρα μας (κυρίως από την Θράκη) συνυπάρχει με την παλιννόστηση των μεταναστών των προηγούμενων δεκαετιών και των ομογενών και πολιτικών προσφύγων από την Σοβιετική Ένωση και τις άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» 6, όσο και με την είσοδο ξένων εργαζομένων προερχομένων αρχικά από ασιατικές και αφρικανικές χώρες (ανατολικο-ευρωπαικές χώρες στην συνέχεια). Τα πρότερα έντονα ρεύματα παλιννόστησης θα ατονήσουν την τελευταία δεκαπενταετία, ενώ αντιθέτως τα ρεύματα εισόδου θα εντατικοποιηθούν με την κατάρρευση των καθεστώτων στην Αν. Ευρώπη και ειδικότερα με τις διαδοχικές κρίσεις στην Αλβανία, οδηγώντας στην χώρα μας τόσο οικονομικούς μετανάστες όσο και «ομογενείς» από την γειτονική μας χώρα και την πρώην ΕΣΣΔ. Η Ελλάδα μεταβάλλεται έτσι από χώρα εξόδου σε χώρα εισόδου, και τα δεδομένα των τελευταίων απογραφών το επιβεβαιώνουν: Οι απογραφέντες ξένοι (άτομα με ξένη υπηκοότητα) ανέρχονται το 1981 απογραφή- σε 177.000 άτομα (εκ των οποίων 30% από τις χώρες της ΕΟΚ, 11% από την Κυπριακή Δημοκρατία, 13% από τις ΗΠΑ και 4% από την Ωκεανία), αποτελώντας μόλις το 2% του συνολικού πληθυσμού. Μια εικοσαετία αργότερα ο αριθμός τους υπερτετραπλασιάζεται, καθώς στην απογραφή του 2001 καταγράφονται 762.000 αλλοδαποί (7% του πληθυσμού της χώρας μας που εγγίζει πλέον τα 11 εκ.) 7. Η κατανομή τους ανά χώρα διαφέρει ριζικά αυτής του 1981, στο βαθμό που το 75% προέρχεται από 8 πρώην ανατολικές χώρες και το 9% μόνον από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Γερμανία, την Κύπρο και τις ΗΠΑ- Αυστραλία. Είναι προφανές ότι τα μεταναστευτικά ρεύματα έχουν εντατικοποιηθεί στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, στη δε αύξηση του αριθμού των αλλοδαπών αποδίδεται σχεδόν αποκλειστικά και η αύξηση του πληθυσμού της χώρας μας ανάμεσα στο 1991 και 2001. 8 5 Αποτελέσματα δειγματοληπτικής έρευνας που διεξήχθη το 1985-86. Από τους 630.000 παλιννοστούντες το 48% αποτελείται από γυναίκες και το 52% από άνδρες και οι 83 στους 100 έχουν ηλικία 15-64 ετών (οι κάτω των 15 αποτελούν το 13%, οι δε άνω των 65 ετών μόλις το 4,5%). 6 Στην απογραφή του 1991 καταγράφονται 162.000 άτομα που διέμεναν στο εξωτερικό μια πενταετία πριν (τον Δεκέμβριο του 1985). Εξ αυτών το 67% προέρχεται από τις ευρωπαϊκές χώρες (20% από την πρώην ΟΔΓ και 15% από τη πρώην Σοβιετική Ένωση), το 15% από την Βόρειο Αμερική, το 8% από την Ασία (το σύνολό τους σχεδόν από την Τουρκία), 5% από την Αφρική και 5% από την Ωκεανία. Η σύγκριση με τα δεδομένα της προηγούμενης απογραφής είναι ενδεικτική των επελθουσών αλλαγών. Το 1981 καταγράφονται 233.000 άτομα που διέμεναν στο εξωτερικό μια πενταετία πριν (τον Δεκέμβριο του 1975). Η κατανομή τους ανά περιοχή προέλευσης διαφέρει σημαντικά: το 65% προέρχεται από τις ευρωπαϊκές χώρες (43% από την πρώην ΟΔΓ και 4% από τη πρώην Σοβιετική Ένωση), το 17% από την Βόρειο Αμερική, το 6 % από την Ασία ( εκ των οποίων 4 στους 10 από την Τουρκία), 5% από την Αφρική και 7% από την Ωκεανία. 7 Είναι προφανές ότι στην τελευταία απογραφή δεν κατεγράφη το σύνολο των αλλοδαπών στην χώρα μας, τα δε ποσοστά «διαφυγής» διαφοροποιούνται ανά χώρα προέλευσης. Οι μετανάστες από τις ασιατικές και αφρικανικές χώρες είναι σαφώς υπο-εκτιμημένοι, και το αυτό ισχύει, σε μικρότερο βαθμό για τους μετανάστες από ορισμένες πρώην ανατολικές χώρες, όπως η Πολωνία. 8 Το φυσικό ισοζύγιο της δεκαετίας είναι θετικό κατά 13.000, ενώ η συνολική αύξηση του πληθυσμού μας ανέρχεται σε 704.000 άτομα.

1928 Έτος Απογραφής Πληθυσμός Συνολική μεταβολή Εδαφικές μεταβολές και πρόσφυγες 673.210 (-514.585 από απολεσθέντα εδάφη, 6.204.684 673.210-415.945 από Τούρκικους και Βουλγάρικους πληθυσμούς, +1.221.849 πρόσφυγες) 129.281 48 14,5 303.171 8.795 1940 7.344.860 1.140.176»» 56,8 14,2 359.923 8.578 42,0 14,4 1.124 28,5 1951* +121.480 7.632.801 287.941 (Δωδεκάνησα) 131.944 57,9 3,5 336.954 8.578 39,3-6,0 1.379 18,8 1961* 8.388.553 755.752»» 63,6 9,5 356.555 19.601 8.578 41,6 5,7 1.853 30 1971* 8.768.372 379.819-460.119»» 66,4 4,4 329.582-26.973-460.119 8.578 38,4-7,8 2.540 32 1981* 9.739.589 971.217 333.474»» 73,8 10,6 345.220 15.638 333.474 8.578 40,2 4,6 3.027 17,7 1991* 10.259.900 520.311 242.330»» 77,8 5,2 338.005-7.215 242.330 8.578 39,4-2,1 3.073 1,5 2001* 10.964.020 704.120 699.181»» 83,1 6,7 362.038 24.033 699.181 8.578 42,2 3,8 3.188 3,7 *Πραγματικός πληθυσμός Πηγή: ΕΣΥΕ, Στατιστικές επετηρίδες και ίδιοι υπολογισμοί Ελλάδα Φαινόμενη μετανάστευ ση Πίνακας 1: Πληθυσμός της Ελλάδος, επιφάνεια και πυκνότητα, 1821-2001 Θράκη Επιφ. σε τ.χλμ Πυκνότητα (κάτ. ανά km2) Μέσος Ετήσιος ρυθμός μεταβολής Πληθυσμός ανάμεσα στις διαδοχικές απογραφές Συνολική μεταβολή Φαινόμενη μετανάστευ ση Επιφ. σε τ.χλμ Πυκνότητα (κάτ. ανά km2) 34,5 Μέσος Ετήσιος ρυθμός μεταβολής ανάμεσα στις διαδοχικές απογραφές Πληθυσμός Αθήνας/ ΠΣ Πρωτευούσης 802 Μέσος Ετήσιος ρυθμός μεταβολής Αθήνας/ ΠΣΠ ανάμεσα στις διαδοχικές απογραφές 74 4

2. Η θέση ης Θράκης στο δημογραφικό χάρτη της χώρας μας 2.1 Οι ιδιαιτερότητες του πληθυσμού της Θράκης Η Θράκη χαρακτηρίζεται καταρχάς από σημαντικές ιδιαιτερότητες, όντας η μοναδική περιφέρεια της χώρας μας με ανομοιογενείς γλωσσικά και θρησκευτικά πληθυσμούς (Πίνακες 2-3). Η ετερογένεια αυτή, αποτέλεσμα του ιστορικού παρελθόντος της περιοχής και των διεθνών συμφωνιών του μεσοπολέμου αφορά βασικά τις δύο εκ των τριών συνιστωσών της (τους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης), στο βαθμό που η οριακή πλειοψηφία του εκτός του Έβρου διαμένοντος πληθυσμού της Θράκης τόσο στην απογραφή του 1928 όσο και στην απογραφή του 1951 αποτελείται από μουσουλμάνους ομιλούντες συνήθως την τουρκική γλώσσα. Αν και οι μετά το 1951 απογραφές δεν επιτρέπουν τον διαχωρισμό του πληθυσμού των διοικητικών ενοτήτων της χώρας μας με βάση το θρήσκευμα και την γλώσσα, ωστόσο οι ενδείξεις που έχουμε μας επιτρέπουν βάσιμα να υποστηρίζουμε ότι η κατανομή του πληθυσμού των τριών νομών της Θράκης με βάση τις δύο αυτές μεταβλητές δεν έχει μεταβληθεί ριζικά στην μεταπολεμική περίοδο, όπως η σαφώς διαφοροποιημένη ένταση των μεταναστεύσεων και των αναπαραγωγικών συμπεριφορών ανάμεσα στις πληθυσμιακές ομάδες συντείνει στη διατήρηση της θρησκευτικής και γλωσσικής της ετερογένειας (βλ. και κατωτέρω). Σύνολο Ορθόδοξοι Πίνακας 2: Πραγματικός πληθυσμός κατά θρησκεία 1928 & 1951 1928 1951 Άλλοι Χριστιανοί Μουσουλμάνοι Ισραηλίτες ΕΛΛΑΔΑ 6204684 5959333 34492 124482 72089 14288 7632801 7472559 41107 112665 6325 145 ΘΡΑΚΗ 303171 196981 209 101590 2958 1433 336954 230933 894 105092 34 1 Ν. Έβρου 122730 108841 124 12330 1041 394 141340 135161 286 5871 22 0 Ν. Ξάνθης 89891 49535 129 40224 2 1 180441 88140 85 89260 1917 1039 Ν. Ροδόπης 105723 46237 479 58997 10 0 (%) ΕΛΛΑΔΑ 100 96,0 0,6 2,0 1,2 0,2 100 97,9 0,5 1,5 0,1 0,0 ΘΡΑΚΗ 100 65,0 0,1 33,5 1,0 0,5 100 68,5 0,3 31,2 0,0 0,0 Ν. Έβρου 100 88,7 0,1 10,0 0,8 0,3 100 95,6 0,2 4,2 0,0 0,0 Ν. Ξάνθης 100 55,1 0,1 44,7 0,0 0,0 100 48,8 0,0 49,5 1,1 0,6 Ν. Ροδόπης 100 43,7 0,5 55,8 0,0 0,0 Οι διαφοροποιημένες φυσικά αυτές δημογραφικές συμπεριφορές αντικατοπτρίζονται στις πληθυσμιακές δομές των τριών νομών (Πίνακας 4) και αποτυπώνονται στις πληθυσμιακές τους πυραμίδες τόσο το 1928 όσο και το 1951 και το 2001 (Διάγραμμα 1). Η μείωση της θνησιμότητας της τελευταίας εκατονταετίας σε συνδυασμό με τη σταδιακή πτώση της γεννητικότητας των δύο τελευταίων δεκαετιών συμβάλλουν καθοριστικά στην μετάβαση από την «κλασσική» πυραμίδα ηλικιών του 1921 (πυραμίδα με διευρυμένη βάση -υψηλό ποσοστό νέων- και συρρικνωμένη κεφαλή -χαμηλό ποσοστό ηλικιωμένων-) σε μια πυραμίδα που τείνει να λάβει την μορφή αμφορέα (γηρασμένος πληθυσμός με αυξημένα ποσοστά των ηλικιωμένων). Οι ρυθμοί ωστόσο γήρανσης στην μεταπολεμική περίοδο είναι εξαιρετικά διαφοροποιημένοι, ιδιαίτερα δε στην Θράκη. Έτσι ο νομός Έβρου, παρόλη την «τόνωση» που του προσφέρει η εγκατάσταση στρατιωτικών μονάδων (εξ ου και η διόγκωση των ομάδων 15-24 στον ανδρικό πληθυσμό), είναι σαφώς πιο γηρασμένος από τους άλλους δύο νομούς της Περιφέρειας (και προφανώς και από τον μέσο πληθυσμό της χώρας μας). Στο αντίποδα, ο πληθυσμός του νομού Ξάνθης παραμένει ιδιαίτερα νεανικός, όπως οι < 15 ετών αποτελούν το 19,5% του συνόλου και οι >65 ετών «μόνον» το 12,5% (14% και 19,5% αντίστοιχα στον Ν. Έβρου) ενώ ο νομός Ροδόπης κατέχει μια ενδιάμεση θέση, όντας ελάχιστα πιο νεανικός από αυτόν του Έβρου. Οι διαφοροποιήσεις φυσικά των πληθυσμιακών πυραμίδων δεν είναι δυνατόν να αποσυνδεθούν από τα μεταναστευτικά ισοζύγια και από το διαφορετικό ειδικό βάρος της κάθε πληθυσμιακής συνιστώσας στο εσωτερικό των νομών μας: 9 9 Ο πληθυσμός των μουσουλμάνων στην τελευταία απογραφή (2001) εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 42-45,0 χιλ στον νομό Ξάνθης, 62-65,0 χιλ στον Ν. Ροδόπης και σε λιγότερους από 8,0 στον νομό Έβρου. Οι μουσουλμάνοι εκτιμάται ότι αποτελούν το 56-58% του πληθυσμού της Ροδόπης, το 42-44% του νομού Ξάνθης και λιγότερο από το 5%του Ν. Έβρου. Οι Πομάκοι (στην πλειοψηφία τους εγκατεστημένοι στην Ξάνθη) αποτελούν το 1/3 του μουσουλμανικού πληθυσμού της Περιφέρειας, οι Τσιγγάνοι το 6% και οι τουρκογενείς το 56-57%. Λοιποί Σύνολο Ορθόδοξοι Άλλοι Χριστιανοί Μουσουλμάνοι Ισραηλίτες Λοιποί 5

Πίνακας 3: Πραγματικός πληθυσμός κατά μητρική γλώσσα 1928 &1951 1928 1951 Σύνολο Ελληνική Τουρκική Σλαβική Κουτσοβλάχικη Αλβανική Πομακική Ισπανική & Εβραϊκή Λοιπές Σύνολο Ελληνική Τουρκική Σλαβική Κουτσοβλάχικη Αλβανική Πομακική Ισπανική & Εβραϊκή Λοιπές ΕΛΛΑΔΑ 6204684 5759427 190148 81844 19679 18598 16755 62999 55234 7632801 7297878 179895 41017 39855 22736 18671 2192 30557 ΘΡΑΚΗ 303171 183247 93709 1059 68 205 16740 2882 5261 336954 217881 93856 8 25 4480 18666 28 2010 Ν. Έβρου 122730 102688 16626 520 5 9 2 1010 1870 141340 126229 10061 0 18 4121 112 18 781 Ν. Ξάνθης 89266 44343 27562 294 37 175 14257 694 1904 89891 46147 26010 8 5 354 16926 2 439 Ν. Ροδόπης 91175 36216 49521 245 26 21 2481 1178 1487 105723 45505 57785 0 2 5 1628 8 790 % ΕΛΛΑΔΑ 100 92,8 3,1 1,3 0,3 0,3 0,3 1,0 0,9 100 95,6 2,4 0,5 0,5 0,3 0,2 0,0 0,4 ΘΡΑΚΗ 100 60,4 30,9 0,3 0,0 0,1 5,5 1,0 1,7 100 64,7 27,9 0,0 0,0 1,3 5,5 0,0 0,6 Ν. 'Έβρου 100 83,7 13,5 0,4 0,0 0,0 0,0 0,8 1,5 100 89,3 7,1 0,0 0,0 2,9 0,1 0,0 0,6 Ν. Ξάνθης 100 49,7 30,9 0,3 0,0 0,2 16,0 0,8 2,1 100 51,3 28,9 0,0 0,0 0,4 18,8 0,0 0,5 Ν. Ροδόπης 100 39,7 54,3 0,3 0,0 0,0 2,7 1,3 1,6 100 43,0 54,7 0,0 0,0 0,0 1,5 0,0 0,7 Πίνακας 4: Ποσοστά πληθυσμού σε μεγάλες ηλικιακές ομάδες 1928 1951 1971 1981 1991 2001 0-14 15-64 65+ 0-14 15-64 65+ 0-14 15-64 65+ 0-14 15-64 65+ 0-14 15-64 65+ 0-14 15-64 65+ ΕΛΛΑΔΑ 32,2 62,0 5,9 28,8 64,4 6,7 27,9 70,0 12,0 25,8 69,1 13,8 20,4 70,8 14,5 15,2 68,1 16,7 ΘΡΑΚΗ 33,5 61,1 5,4 33,4 60,3 6,3 32,6 67,9 10,4 27,0 70,0 12,2 20,8 72,4 12,8 15,9 67,7 16,4 Ν. Έβρου 32,5 61,8 5,8 32,9 60,2 6,9 30,8 68,2 10,8 24,0 71,0 12,8 18,0 72,4 14,6 14,0 66,6 19,4 Ν. Ξάνθης 34,2 60,6 5,3 36,7 65,9 10,3 32,5 67,0 11,7 25,4 71,9 10,3 19,3 68,1 12,6 33,5 61,5 5,0 Ν. Ροδόπης 34,2 59,6 6,2 31,9 69,0 9,8 26,8 71,2 11,7 20,6 72,8 12,4 15,2 69,0 15,8 6

ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΕΛΛΑ Α 100+ 90-94 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 ΘΡΑΚΗ 100+ 90-94 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Ν. ΕΒΡΟΥ 100+ 90-94 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Ν. ΡΟ ΟΠΗΣ 100+ 90-94 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Διάγραμμα 1: Πληθυσμιακές Πυραμίδες ΕΛΛΑ Α 100+ 100+ 1928 90-94 1951 90-94 2001 ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 100+ 90-94 100+ 90-94 100+ 90-94 100+ 90-94 ΘΡΑΚΗ 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Ν. ΕΒΡΟΥ 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Ν. ΞΑΝΘΗΣ 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 Ν. ΡΟ ΟΠΗΣ 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 7,5 6,5 5,5 4,5 3,5 2,5 1,5 0,5 0,5 1,5 2,5 3,5 4,5 5,5 6,5 7,5 ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ 100+ 90-94 100+ 90-94 100+ 90-94 ΕΛΛΑ Α ΘΡΑΚΗ Ν. ΕΒΡΟΥ Ν. ΞΑΝΘΗΣ Ν. ΡΟ ΟΠΗΣ ΗΛΙΚΙΑΚΕΣ ΟΜΑ ΕΣ 100+ 90-94 7

2.2 Οι αδρές πληθυσμιακές εξελίξεις (1951-1991) Ο πληθυσμός της Θράκης ελάχιστα μεταβάλλεται στη διάρκεια της τελευταίας εβδομηκονταετίας (Πίνακας 5 και Διάγραμμα 2), με εξαίρεση την τελευταία προπολεμική δεκαετία (1928-1940, αύξηση κατά 18%). Μετά 1940 ο πληθυσμός της περιφέρειας κυμαίνεται ανάμεσα στις 142 (ελάχιστο) και 158.000 (μέγιστο) ενώ το ειδικό του βάρος στον πληθυσμό της Ελλάδας μειώνεται προοδευτικά (από το 4,9% το 1928-40 στο 3,3% την τελευταία δεκαετία). Παράλληλα, η κατανομή του μεταβάλλεται ελαφρώς υπέρ του δυναμικότερου εκ των τριών νομών, του νομού Ξάνθης (Πίνακας 6), με αποτέλεσμα ο νομός αυτός που αποτελούσε το 1951 το 25% του συνολικού πληθυσμού της Περιφέρειας να συγκεντρώνει πλέον το 28,5% των κατοίκων της μια πεντηκονταετία αργότερα (2001). Οφείλουμε όμως εδώ να επισημάνουμε ότι η σημαντικότερη αλλαγή στο εσωτερικό της Περιφέρειας δεν είναι η αύξηση του ειδικού βάρους του νομού Ξάνθης, αλλά αυτή του ειδικού βάρους των τριών μεγαλύτερων αστικών κέντρων της Θράκης εξαιτίας της επιτάχυνσης της εσωτερικής μετανάστευσης. Οι πόλεις αυτές, και ειδικότερα οι κεντρικοί τους δήμοι, εν αντιθέσει με την μεταπολεμική σταθεροποίηση του Θρακιώτικου πληθυσμού, γνωρίζουν (ιδιαίτερα την περίοδο 1981-2001) ταχύτατη αύξηση (Πίνακας 7) με αποτέλεσμα στους Δήμους Αλεξανδρούπολης, Ξάνθης και Κομοτηνής συγκεντρώνεται στην τελευταία απογραφή το 36%, 52 και 48% του πληθυσμού των νομών τους (έναντι του 24, 38 και 35% αντίστοιχα το 1981). Η Θράκη δεν διαφοροποιείται φυσικά της υπόλοιπης Ελλάδας. Η μετακίνηση από τις ορεινές προς τις πεδινές περιοχές -και ταυτόχρονα από τις αγροτικές στις αστικές που σημαδεύουν την μεταπολεμική δημογραφική ιστορία της χώρας μας, χαρακτηρίζουν και τον θρακιώτικο χώρο, αν και με μια μικρή διαφορά: ενώ οι εσωτερικές μεταναστεύσεις, ιδιαίτερα έντονες στην διάρκεια των τριών πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών επιβραδύνονται σε εθνικό επίπεδο την τελευταία εικοσαετία (ο αστικός πληθυσμός της Ελλάδας αυξάνει μόλις κατά 2% ανάμεσα στο 1981 και το 2001, από 58% στο 60%), στην Θράκη η αστικοποίηση συνεχίζεται απρόσκοπτα μέχρι πρόσφατα. Πίνακας 5: Επιφάνεια, Πληθυσμός, Ποσοστιαίες Μεταβολές Θράκη Ελλάδα Ν. Έβρου Ν. Ξάνθης Ν. Ροδόπης Σύνολο Θράκης Δ. Δ. Δ. Σύνολο Σύνολο Σύνολο Αλεξ/πολης Ξάνθης Κομοτηνής Επιφάνεια (km²) 1928-1940 129281 8795 4353 - - - 4442 - Επιφάνεια (km²) 1951-1991 131957 8578 4242 149,91 1793 32,5 2543 61,7 Επιφάνεια (km²) 2001 131957 8578 4242 642,245 1793 153,116 2543 385,386 Πληθυσμός 1928 6184645 303171 122730 25632-89266 180441* 69697 1940 7344860 359923 154773-98575 - 106575-1951 7632801 336954 141340-89891 - 105723-1961 8388553 356555 157760-89594 - 109201-1971 8768641 329582 138988-82917 - 107677-1981 9740417 345220 148486 35799 88777 33897 107957 37487 1991(Πραγματικός) 10259900 338005 143752 38220 91063 37463 103190 39927 1991(Μόνιμος) 10223392 340781 144464 39261 92218 38808 104099 41379 2001(Πραγματικός) 10964020 362038 149354 52720 101856 52270 110828 52659 2001 (Μόνιμος) 10934097 363479 149283 53459 102959 53598 111237 53719 Ποσοστιαίες Μεταβολές 1928-1940 18,76 18,72 26,11 - - - 11,37-1940-1951 3,92-6,38-8,68 - -8,81 - -0,80-1951-1961 9,90 5,82 11,62 - -0,33-3,29-1961-1971 4,53-7,56-11,90 - -7,45 - -1,40-1971-1981 11,08 4,74 6,83-7,07-0,26-1981-1991 5,33-2,09-3,19 6,76 2,57 10,52-4,42 6,51 1991-2001(Πραγματικός) 6,9 7,1 3,9 37,9 11,9 39,5 7,4 31,9 1991-2001(Μόνιμος) 7,0 6,7 3,3 36,2 11,6 38,1 6,9 29,8 *Νομοί Ξάνθης και Ροδόπης 8

ΕΛΛΑΔΑ Πίνακας 6: Ειδικό βάρος του πληθυσμού κάθε ενότητας στο υπερσύνολό του (%) ΘΡΑΚΗ/ ΕΛΛΑΔΑ Ν. Έβρου/ Θράκη Δ. Αλεξ/πολης/ Θράκη Ν. Ξάνθης/ Θράκη Πίνακας 7: Μέσος Ετήσιος Ρυθμός Μεταβολής ( ) ΘΡΑΚΗ Δ. Ξάνθης/ Ν. Ξάνθης Ν. Ροδόπης*/ Θράκη Δ. Κομοτηνής/ Ν. Ροδόπης 1928 100 4,9 40,5 20,9 - - 59,5-1940 100 4,9 43,0-27,4-29,6-1951 100 4,4 41,9-26,7-31,4-1961 100 4,3 44,2-25,1-30,6-1971 100 3,8 42,2-25,2-32,7-1981 100 3,5 43,0 24,1 25,7 38,2 31,3 34,7 1991Π** 100 3,3 42,5 26,6 26,9 41,1 30,5 38,7 1991Μ** * 100 3,3 42,4 27,2 27,1 42,1 30,5 39,7 2001Π** 100 3,3 41,3 35,3 28,1 51,3 30,6 47,5 2001Μ** * 100 3,3 41,1 35,8 28,3 52,1 30,6 48,3 *Νομοί Ξάνθης και Ροδόπης το 1928 **Πραγματικός πληθυσμός απογραφών *** Μόνιμος πληθυσμός απογραφών ΕΛΛΑΔΑ Ν. Έβρου Ν. Ξάνθης Ν. Ροδόπης ΘΡΑΚΗ Δ. Δ. Νομός Νομός Δ. Ξάνθης Νομός Αλεξ/πολης Κομοτηνής 1928-1940 14,43 14,40 19,52 - - - -42,93-1940-1951 3,50-5,98-8,22 - -8,35 - -0,73-1951-1961 9,49 5,67 11,05 - -0,33-3,24-1961-1971 4,44-7,84-12,59 - -7,71 - -1,40-1971-1981 10,57 4,65 6,63-6,85-0,26-1981-1991 5,21-2,11-3,23 6,57 2,55 10,05-4,51 6,33 1991-2001 * 6,66 6,89 3,83 32,69 11,26 33,87 7,17 28,07 1991-2001 ** 6,74 6,47 3,29 31,35 11,08 32,82 6,65 26,44 *Πραγματικός πληθυσμός απογραφών ** Μόνιμος πληθυσμός απογραφών Η σχετική σταθεροποίηση του Θρακιώτικου πληθυσμού την τελευταία τεσσαρακονταετία συνεπώς δεν είναι δυνατόν να αποδοθεί (τουλάχιστον μέχρι το 1991) στο ισχνό φυσικό του ισοζύγιο, δηλαδή στην διαφορά μεταξύ γεννήσεων και θανάτων. Αντιθέτως, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980, το ισοζύγιο αυτό ήταν εξαιρετικά θετικό (Πίνακας 8 και Διάγραμμα 3), σαφώς υψηλότερο του μέσου εθνικού, και προφανώς και των περισσότερων περιφερειών της χώρας μας. Η διαφορά φυσικά ανάμεσα στους αδρούς δείκτες γεννητικότητας (γεννήσεις επί 1000 κατοίκων) και θνησιμότητας (θάνατοι αντιστοίχως επί 100 κατοίκων) περιορίζεται μεταπολεμικά και στη Θράκη και μηδενίζεται σχεδόν στην τελευταία δεκαετία καθώς θάνατοι και γεννήσεις βρίσκονται πλέον στα ίδια επίπεδα (γεγονός που θα οδηγούσε, στην περίπτωση μηδενικών μεταναστευτικών ισοζυγιών στην σταθεροποίηση του πληθυσμού). Φυσικά, η περιοχή δεν έχει ομοιογενείς δημογραφικές συμπεριφορές. Εξετάζοντας πχ την γεννητικότητα και την θνησιμότητα στον ακριτικό Έβρο (νομό που χαρακτηρίζεται και από την σχετική ομοιογένεια του πληθυσμού του), θα διαπιστώσουμε ότι ενώ δεν αποκλίνει από τον μέσο όρο της χώρας, διαφοροποιείται σαφέστατα από τους άλλους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης. Ειδικότερα, στον λιγότερο δημογραφικά δυναμικό αυτόν νομό το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων, θετικό μέχρι τα τέλη του 1981, μετατρέπεται σε μηδενικό στη δεκαετία 1981-1991 και σαφώς αρνητικό εν συνεχεία ενώ στον αντίποδα, οι άλλοι δύο νομοί, με νεανικότερες δομές και ιδιαίτερο δυναμισμό λόγω της πληθυσμιακής υπεροχής του μουσουλμανικού στοιχείου, έχουν υψηλότατα ισοζύγια -από τα υψηλότερα ανάμεσα στους νομούς της χώρας μας- αν και προοδευτικά συρρικνούμενα (ιδιαίτερα στον νομό Ροδόπης όπου την τελευταία δεκαετία οι θάνατοι υπερτερούν ελαφρώς των γεννήσεων) 9

Διάγραμμα 2: Η εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας, της Θράκης και των νομών Έβρου, Ξάνθης και Ροδόπης ανάμεσα στο 1951 και το 2001 (1951=100) 150 140 130 120 110 100 90 Ελλάδα Θράκη Ν. Έβρου Ν. Ξάνθης Ν. Ροδόπης 1951 1961 1971 1981 1991 2001 Τα προσμετρώμενα επομένως φυσικά ισοζύγια δεν αιτιολογούν την δημογραφική «ατονία» της περιοχής μέχρι και το 1991 (την σταθεροποίηση δηλαδή του πληθυσμού γύρω στις 355-340.000 τις τέσσερις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες), και ακόμη περισσότερο την σχετική δημογραφική «αναζωογόνηση» της την τελευταία δεκαετία (βλ. Πίνακα 8). Στο βαθμό που οι πληθυσμοί μας δεν είναι «κλειστοί», τα μεταναστευτικά ισοζύγια παίζουν καθοριστικό ρόλο. Η εξέταση της φαινόμενης μετανάστευσης (Πίνακας 8) μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε ότι: α) η Θράκη χάνει σταθερά πληθυσμό μέχρι και το 1991, όπως το έντονα αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο υπερκαλύπτει το θετικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων. Φυσικά, και εδώ, ο περιφερειακός μέσος υποκρύπτει σημαντικές διαφορές. Οι νομοί Έβρου και Ξάνθης πχ θίγονται εντονότερα από τα ρεύματα εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης απ ότι ο νομός Ροδόπης, ο οποίος, χαρακτηρίζεται από έντονη κινητικότητα μόνον την δεκαετία 1981-1991.Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν μας επιτρέπουν να διαχωρίσουμε το ειδικό βάρος της εσωτερικής και της εξωτερικής μετανάστευσης των διαφορετικών πληθυσμιακών ομάδων της περιοχής (μουσουλμάνων/χριστιανών) στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, και κατ επέκταση την διαφοροποιημένη πιθανότατα ένταση της κινητικότητάς τους (ως και τις διαφοροποιήσεις της στο εσωτερικό της μουσουλμανικής μειονότητας, στο βαθμό που και αυτή δεν είναι ομοιογενής). Από τις διαθέσιμες όμως έρευνες και δεδομένα δυνάμεθα βάσιμα να υποθέσουμε ότι οι χριστιανικοί πληθυσμοί είχαν εντονότερη κινητικότητα από τους μουσουλμανικούς (ιδιαίτερα δε τους Πομάκους), και ταυτόχρονα να επισημάνουμε ότι ακόμη και την τελευταία δεκαετία, τα θετικά σε όλους τους νομούς μεταναστευτικά ισοζύγια δεν σημαίνουν ότι τόσο η εξωτερική όσο και η εσωτερική μετανάστευση από την περιοχή έχουν ανακοπεί. 10

Πίνακας 8: Γεννήσεις, Θάνατοι, Φυσικό ισοζύγιο, Απόλυτες μεταβολές και Φαινόμενη Μετανάστευση 1956-61 1961-1971 1971-1981 1981-1991 1991-2001 Απόλυτες τιμές Αδροί Δείκτες (ο/οο) Απόλυτες τιμές Αδροί Δείκτες (ο/οο) Απόλυτες τιμές Αδροί Δείκτες (ο/οο) Απόλυτες τιμές Αδροί Δείκτες (ο/οο) ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ 936453 1521686 17.7 1437207 15.5 1145613 11.5 991584 9.4 ΘΡΑΚΗ 51235 68053 19.8 53243 15.8 42310 12.3 35552 10.1 Ν. Έβρου 21921 25824 17.4 18505 12.9 14100 9.6 12419 8.5 Ν. Ξάνθης 14554 20585 23.9 16726 19.5 14675 16.2 12975 13.3 Ν. Ροδόπης 14760 21644 20.0 18012 16.7 13535 12.8 10158 9.4 ΘΑΝΑΤΟΙ ΕΛΛΑΔΑ 365076 701478 8.2 811083 8.8 915905 9.2 994213 9.4 ΘΡΑΚΗ 18599 30413 8.9 30183 8.9 32472 9.5 35173 10.0 Ν. Έβρου 7302 12340 8.3 12330 8.6 13924 9.5 15321 10.4 Ν. Ξάνθης 5416 8421 9.8 8185 9.5 8337 9.2 8857 9.1 Ν. Ροδόπης 5881 9652 8.9 9668 9.0 10211 9.6 10995 10.2 ΦΥΣΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΕΛΛΑΔΑ 571377 820208 9.6 626124 6.8 229708 2.3-2629 0.0 ΘΡΑΚΗ 32636 37640 11.0 23060 6.8 9838 2.9 379 0.1 Ν. Έβρου 14619 13484 9.1 6175 4.3 176 0.1-2902 -2.0 Ν. Ξάνθης 9138 12164 14.1 8541 9.9 6338 7.0 4118 4.2 Ν. Ροδόπης 8879 11992 11.1 8344 7.7 3324 3.1-837 -0.8 ΑΠΟΛΥΤΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΕΛΛΑΔΑ 755752 380088 971776 482975 710705 ΘΡΑΚΗ 19601-26973 15638-4439 22698 Ν. Έβρου 16420-18772 9498-4022 4819 Ν. Ξάνθης -297-667 5860 3441 10741 Ν. Ροδόπης 3478-1524 280-3858 7138 ΦΑΙΝΟΜΕΝΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΕΛΛΑΔΑ -440120-5.1 345652 3.7 253267 2.5 713334 6.7 ΘΡΑΚΗ -64613-18.8-7422 -2.2-14277 -4.2 22319 6.3 Ν. Έβρου -32256-21.7 3323 2.3-4198 -2.9 7721 5.3 Ν. Ξάνθης -18841-21.8-2681 -3.1-2897 -3.2 6623 6.8 Ν. Ροδόπης -13516-12.5-8064 -7.5-7182 -6.8 7975 7.4 β) εν απουσία του ρεύματος παλιννόστησης και εγκατάστασης την τελευταία δεκαετία στη περιοχή αλλοδαπών από τις πρώην «σοσιαλιστικές» χώρες 10, ο πληθυσμός της Θράκης θα είχε ασήμαντη αύξηση την τελευταία δεκαετία (μόλις κατά 380 άτομα, έναντι των 22.700). Η αύξηση των ολίγων αυτών εκατοντάδων ατόμων ανάμεσα στο 2001 και το 1991 εν απουσία θετικού μεταναστευτικού ισοζυγίου θα οφείλετο αποκλειστικά στον δυναμισμό ενός και μόνον εκ των τριών νομών (του νόμου Ξάνθης), το θετικό φυσικό ισοζύγιο του οποίου (+4200 άτομα) μόλις θα επαρκούσε για να καλύψει τα αρνητικά ισοζύγια των άλλων δύο νομών της περιφέρειας (- 3740 άτομα). 10 Ο αριθμός των απογραφέντων αλλοδαπών στην Θράκη το 2001 ανέρχεται σε 5053 άτομα (1,4% του συνολικού πληθυσμού της), έναντι 1461 ατόμων το 1991 (αύξηση κατά 3592 άτομα). Ας υπενθυμίσουμε ταυτόχρονα ότι οι αλλοδαπό στην χώρα μας αποτελούν το 2001 το 7% του συνολικού πληθυσμού το 2001. Τα ποσοστά τους στους τρεις νομούς της Περιφέρειας (Έβρου, Ξάνθης και Ροδόπης) υπολείπονται σημαντικά του εθνικού μέσου, ανερχόμενα σε 1,1, 1, 7 και 1,4% αντίστοιχα.. 11

25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 Α Γ Α Θ ΘΡΑΚΗ 1961-1971 1971-1981 1981-1991 1991-2001 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 Διάγραμμα 3: Φυσικά ισοζύγια στην Θράκη (1961-2001) Α Γ Α Θ Ν. ΕΒΡΟΥ 1961-1971 1971-1981 1981-1991 1991-2001 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 Ν. ΞΑΝΘΗΣ 1961-1971 1971-1981 1981-1991 1991-2001 Α Γ Α Θ 25,0 20,0 15,0 10,0 5,0 0,0 Ν. ΡΟΔΟΠΗΣ 1961-1971 1971-1981 1981-1991 1991-2001 Α Γ Α Θ 12

Συνοψίζοντας τα προαναφερθέντα, οφείλουμε να τονίσουμε τον εξαιρετικό χαρακτήρα της περιοχής και τις διχοτομικές δημογραφικές συμπεριφορές των κατοίκων της. Τον εξαιρετικό χαρακτήρα της κατ αρχήν, όπως παρά το ισχυρότατο δημογραφικό ενδογενή δυναμισμό δύο εκ των τριών νομών της (νεανικοί πληθυσμοί και σημαντική υπεροχή των γεννήσεων έναντι των θανάτων), η Θράκη αιμορραγεί, μη δυνάμενη να συγκρατήσει τους κατοίκους της, στο βαθμό που τα μεταναστευτικά της ισοζύγια παρέμειναν επί μακρόν (μέχρι το 1991) έντονα αρνητικά. Τις σαφώς διαφοροποιημένες δημογραφικές συμπεριφορές του πληθυσμού της κατά δεύτερον, όπως ο νομός Έβρου, ενώ ελάχιστα αποκλίνει από τις καταγραφόμενες σε εθνικό επίπεδο τάσεις, διαφοροποιείται σημαντικά των άλλων δύο θρακιώτικων νομών. Στο βαθμό που το ειδικό βάρος της μουσουλμανικής κοινότητας στους τρεις νομούς είναι η μόνη σημαντική (βλ. ειδοποιός) παράμετρος, βάσιμα δυνάμεθα να αποδώσουμε τις διαφοροποιήσεις αυτές, στα διαφορετικά χαρακτηριστικά των δύο μεγάλων ομάδων που κατοικούν την ακριτική αυτή περιφέρεια της χώρας μας. 2.3 Θνησιμότητα, γονιμότητα και γαμηλιότητα, οι ιδιάζουσες δημογραφικές συμπεριφορές του πληθυσμού της Θράκης 2.3.1 Η εξέλιξη της γονιμότητας-γαμηλιότητας στην μεταπολεμική Ελλάδα Η έντονη αναπαραγωγή που χαρακτήριζε τη χώρα μας (υψηλός αριθμός παιδιών/γυναίκα) πιθανότατα αρχίζει να συρρικνώνεται σε εθνικό επίπεδο στις τελευταίες δεκαετίες του ΧΙΧου αιώνα. Οι πτωτικές αυτές τάσεις ανακόπτονται προσωρινά με την εγκατάσταση των προσφύγων, επιταχύνονται δε στη δεκαετία 1940-1950. Η πτώση θα ανακοπεί εν συνεχεία (παρόλα αυτά η χώρα μας, μεταπολεμικά, δεν γνώρισε την έκρηξη των γεννήσεων -baby-boom- που σημάδεψε τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες), για να συνεχισθεί με έντονους ρυθμούς την δεκαπενταετία 1980-1995. Ειδικότερα, η συγχρονική γονιμότητα (εκφραζόμενη ως μέσος αριθμός παιδιών/γυναίκα ανά έτος), έχει περιορισθεί μετά το 1990 σε 1,2-1,3 παιδιά, ενώ παρέμεινε για μια σχεδόν εικοσαπενταετία (1955-1980) σε επίπεδα που άφηναν να διαφανεί η εξασφάλιση (2,4-2,2 παιδιά) της ανανέωσης των γενεών. Η εικόνα αυτή ήταν όμως εν μέρει παραπλανητική στο βαθμό που οι υψηλές τιμές των δεικτών οφείλονταν σε αυτό που οι δημογράφοι αποκαλούν «αλλαγή στο ημερολόγιο της γονιμότητας», στη πτώση δηλαδή της μέσης ηλικίας στην γέννηση των παιδιών. Έτσι -και ανεξάρτητα των σχετικά υψηλών τιμών του συγχρονικού δείκτη-, οι ελληνίδες που γεννήθηκαν μετά το 1930 περιορίζουν προοδευτικά την γονιμότητά τους (2,2 παιδιά γι αυτές που γεννήθηκαν το 1930 έναντι 1,7 παιδιών για αυτές που γεννήθηκαν το 1965) φέρνοντας ταυτόχρονα στο κόσμο τα παιδιά τους όλο και σε μικρότερη ηλικία (γύρω στα 29,5 τους χρόνια το 1955, στα 26 τους το 1980). Οι πτωτικές όμως αυτές τάσεις της μέσης ηλικίας στην τεκνογονία ανατρέπονται στη συνέχεια και τα νέα ζευγάρια τείνουν να τεκνοποιήσουν σε όλο και μεγαλύτερες ηλικίες (γύρω στα 29,5 έτη το 2003), συνεχίζοντας παράλληλα να περιορίζουν κατά τι ακόμη τον αριθμό των παιδιών τους. Στους δύο αυτούς παράγοντες, δηλαδή στην αλλαγή του ημερολογίου της γονιμότητας και την συρρίκνωση του μέσου αριθμού παιδιών/γυναίκα -περισσότερο όμως στον πρώτο-, οφείλεται η κατάρρευση των συγχρονικών δεικτών γονιμότητας την περίοδο 1980-1995 και η σταθεροποίησή τους στη συνέχεια (1995-2003) σε επίπεδα που σίγουρα δεν επιτρέπουν την αναπαραγωγή των γενεών. Όμως τόσο οι ελληνίδες που γεννήθηκαν γύρω στο 1930 όσο και αυτές που γεννήθηκαν γύρω στο 1965 δεν εξασφαλίζουν την αναπλήρωσή τους 11 Οι πρότερες ανακατατάξεις στη γονιμότητα των ελληνίδων είναι φυσικά άμεσα συνδεδεμένες και με τις αλλαγές στα πρότυπα γαμηλιότητάς τους. Από την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώνουμε ότι μετά από μια τριακονταετία έντονης και πρώιμης γαμηλιότητας (1955-1985) οι δείκτες των πρώτων γάμων συρρικνώνονται, ενώ παράλληλα η μέση ηλικία αρχίζει να αυξάνει, εγγίζοντας τα τελευταία χρόνια τα 31 έτη για τους άνδρες και τα 27,5 έτη για τις γυναίκες (28,5 και 24,5 αντίστοιχα γύρω από το 1960). Αντιστοίχως, οι διαγενεακοί δείκτες γαμηλιότητας (πρώτοι γάμοι ετησίως επί 1000 αγάμων γυναικών), αφήνουν να διαφανεί μια αύξηση της έντασης του γάμου στις γυναίκες που γεννήθηκαν μέχρι τα μέσα της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας, όπως στις γενεές του 1930 85 στις 100 γυναίκες θα συνάψουν έναν πρώτο γάμο, ενώ στις γενεές του 1950-55 μόνον 4-5 στις 100 θα μείνουν άγαμες. 11 Υπενθυμίζουμε με την ισχύουσα μέχρι τα τέλη του 1950 θνησιμότητα απαιτούντο περισσότερα από 2,4 παιδιά ανά γυναίκα για να αντικατασταθεί κάθε μητέρα από μια κόρη, ενώ στις νεότερες γενεές (1965-1970) απαιτούνται, λόγω της συρρίκνωσης της παιδικής και βρεφικής θνησιμότητας μόλις 2,1 παιδιά. 13

2.3.1.1 Η γονιμότητα Οι χωρικές διαφοροποιήσεις του δείκτη συγχρονικής γονιμότητας αναδεικνύονται με τη χαρτογράφησή του (Χάρτης 1). Ο νομός Ξάνθης παρουσιάζει το 2001 την υψηλότερη γονιμότητα στη χώρα (σχεδόν 1,8 παιδιά ανά γυναίκα), ακολουθούμενος από τους νομούς Ρεθύμνης, Λασιθίου, Ημαθίας και Ζακύνθου (1,5-1,6 παιδιά/γυναίκα), ενώ στον αντίποδα στους νομούς Καστοριάς, Ηλείας, και Ευρυτανίας οι γυναίκες έφεραν στον κόσμο το 2001 λιγότερα από 1,1 παιδιά). Ο χάρτης μας επιτρέπει να διακρίνουμε ταυτόχρονα τρεις πόλους υψηλής σχετικά γονιμότητας: ο πρώτος στο δυτικό κεντρικό τμήμα της χώρας (Αιτωλοακαρνανία, Ζάκυνθος, Κεφαλληνία, Λευκάδα), ο δεύτερος στο νότιο-ανατολικό (Κρήτη-Δωδεκάνησα) και ο τρίτος στην Κεντρική Μακεδονία και τη Θράκη. Η μέση ηλικία στη γέννηση των παιδιών (Χάρτης 2), ακολουθώντας για μια εικοσαετία ανοδική πορεία στην χώρα μας έχει πλέον ξεπεράσει τα 29,0 έτη το 2001 (μέσος εθνικός). Στη μεγάλη πλειοψηφία των νομών (44 στους 51) η μέση αυτή ηλικία είναι μικρότερη των 29 ετών, ενώ στους 7 εναπομείναντες (πάνω από τα 29 έτη) εντάσσονται βασικά οι πλέον αστικοποιημένοι νομοί της χώρας. Η Θράκη διαφοροποιείται σαφώς όπως η Ξάνθη και η Ροδόπη έχουν την χαμηλότερη μέση ηλικία στην τεκνογονία στη χώρας μας ενώ ο Έβρος διαφοροποιείται ελαφρώς, αν και ανήκει στην ομάδα των νομών με σαφώς χαμηλότερη του μέσου εθνικού όρου μέση ηλικία στην τεκνογονία) Η απογραφή του 2001 επιτρέπει όμως και μια πρώτη προσέγγιση της διαγενεακής γονιμότητας, δηλαδή της γονιμότητας των γυναικών που γεννήθηκαν σε διαφορετικά ημερολογιακά έτη και ανήκουν επομένως σε διαφορετικές γενεές. Στον Χάρτη 3, αποτυπώνοντας την ένταση της γονιμότητας (τον μέσο δηλ. αριθμό παιδιών /γυναίκα στις νεότερες γενεές) διαπιστώνουμε ακόμη μια φορά την ιδιαιτερότητα της Θράκης: Οι δύο εκ των τριών νομών της (Ξάνθη και Ροδόπη) εντάσσονται στην ομάδα των νομών με υψηλή συμπληρωμένη γονιμότητα των γυναικών τους στα 25 έτη, ενώ αντιθέτως ο νόμος Έβρου, ουδαμώς διαφοροποιείται του μέσου εθνικού όρου. Χάρτης 1: Συνθετικός δείκτης γονιμότητας (μέσος αριθμός παιδιών/γυναίκα), 2001 14

Χάρτης 2: Μέση ηλικία στην γέννηση των παιδιών (έτη), 2001 Χάρτης 3: Συμπληρωμένη γονιμότητα στα 25 έτη κατά τα το 2001των γυναικών που γεννήθηκαν το 1976 15

2.3.1.2 Η γαμηλιότητα Εύκολα μπορούμε να συνδυάσουμε το συνθετικό δείκτη γονιμότητας και τη μέση ηλικία στην τεκνογονία, με το συνθετικό δείκτη πρωτο-γαμηλιότητας και τη μέση ηλικία στον πρώτο γάμο των γυναικών. Ο συνθετικός δείκτης πρωτο-γαμηλιότητας των γυναικών (πρώτοι γάμοι επί 1000 μη εγγάμων γυναικών) για το 2001 παρουσιάζει σημαντικές διακυμάνσεις, κυμαινόμενος από 500 έως 900 γάμους επί 1000 γυναικών (Ηλεία χαμηλότερη τιμή- και Ξάνθη-μέγιστη-). Η Θράκη (και ενδιαφέρον προκαλεί η εσωτερική της ομοιογένεια αυτή τη φορά) διαφοροποιείται σαφώς των υπολοίπων ενοτήτων (Χάρτης., στο βαθμό που το 2001 > 800 επί 1000 γυναικών έχουν συνάψει έναν πρώτο γάμο. Ο Χάρτης 5 που αποτυπώνει το ημερολόγιο των πρώτων γάμων (μέση ηλικία των γυναικών στη σύναψη ενός πρώτου γάμου) δεν διαφέρει σημαντικά από αυτόν της μέσης ηλικίας στην τεκνογονία (Χάρτης 2). Με δεδομένη τη σχέση ανάμεσα στη γονιμότητα και τη γαμηλιότητα, στο βαθμό που οι εκτός γάμου γεννήσεις αποτελούν λιγότερο από το 5% των συνολικών γεννήσεων το 2001, η ομοιότητα των δύο χαρτών δεν μας εκπλήσσει. Οι τρεις Θρακιώτικοι νομοί εντάσσονται στην ομάδα των νομών της χώρας μας που διαφοροποιείται των υπολοίπων εξαιτίας της ιδιαίτερα πρώιμης γαμηλιότητάς τους: οι γυναίκες των νομών Ξάνθης και Ροδόπης συνάπτουν το 2001 ένα πρώτο γάμο κατά μέσο όρο στα 23 τους έτη και αυτές του Νομού Ροδόπης στα 25 τους, όταν ο μέσος εθνικός ανέρχεται στα 27 έτη και στους νομούς Αττικής Αχαΐας και Θεσσαλονίκης γύρω στα 28 έτη. Η τελευταία απογραφή μας επιτρέπει, κατ αντιστοιχία με τη διαγενεακή γονιμότητα, να εκτιμήσουμε και την ένταση της γαμηλιότητας στις διαδοχικές ομάδες γενεών των γυναικών. Επιλέξαμε την ομάδα των γυναικών που γεννήθηκαν την πενταετία 1946-1950, έχοντας ηλικία 51-55 έτη το 2001, και χαρτογραφήσαμε το ποσοστό των εγγάμων γυναικών ανά νομό (Χάρτης 6). Το πρώτο σαφές συμπέρασμα που προκύπτει από την εξέταση του χάρτη είναι η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του θεσμού του γάμου στην χώρα μας ανάμεσα στις γυναίκες που γεννήθηκαν μετά την λήξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Σε όλους τους νομούς, το ποσοστό των εγγάμων γυναικών υπερβαίνει το 92%, ενώ οι διαφορές τους είναι σχετικά ασήμαντες εάν συγκριθούν, πχ. με αυτές που παρουσιάζουν εξετάζοντας την διαγενεακή τους γονιμότητά 12. Παρ όλα αυτά, η Θράκη διαφοροποιείται ακόμη μια φορά: το σύνολο των νομών της εντάσσεται στην δεκάδα των ελληνικών νομών που χαρακτηρίζονται από εντονότατη (σχεδόν καθολική) γαμηλιότητα, όπως >96% αυτών που γεννήθηκαν λίγο πριν από το 1950 έχουν ήδη συνάψει ένα πρώτο γάμο το 2001. Χάρτης 4: Συνθετικός δείκτης πρωτογαμηλιότητας των γυναικών (πρώτοι γάμοι επί 100 0 γυναικών), 2001 12 Εξετάζοντας τη γονιμότητα των γυναικών που γεννήθηκαν γύρω στο 1950 διαπιστώνουμε ότι αυτές του νομού Αττικής έφεραν στον κόσμο κατά μέσο όρο 1,76 παιδιά, ενώ οι πλέον «γόνιμες» (Ν. Αιτωλοακαρνανίας) 2,35. Η διαφορά είναι ιδιαίτερα σημαντική (0,6 παιδιά ανά γυναίκα.) συγκρινόμενη με τις διαφορές στη διαγενεακή γαμηλιότητα (στον βαθμό που το ποσοστό των εγγάμων γυναικών στον νομό Ροδόπης υπερβαίνει κατά 5 μόλις μονάδες το αντίστοιχο ποσοστό στο νομό Ευρυτανίας: στον πρώτο νομό το 97,4% των γυναικών που γεννήθηκαν το 1946-1950 είναι έγγαμες έναντι του 92,7% στο νομό Ευρυτανίας). 16

Χάρτης 5: Μέση ηλικία των γυναικών στον πρώτο γάμο (σε έτη), 2001 Χάρτης 6: Ποσοστό εγγάμων γυναικών ηλικίας ετών το 2001 17

2.3.1.4 Η θνησιμότητα Όπως και στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες, έτσι και στην Ελλάδα η θνησιμότητα συρρικνώνεται απρόσκοπτα καθ όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα. Η δημιουργία των αποκαλουμένων πινάκων θνησιμότητας ή επιβίωσης, 13 επιτρέπει τον υπολογισμό της προσδοκώμενης ζωής (αυτό που κοινά ονομάζουμε και «μέσο όρο ζωής». Οι δημιουργηθέντες πίνακες αφήνουν να διαφανεί η απρόσκοπτη αύξηση της προσδοκώμενης ζωής στη γέννηση, παρόλη την αισθητή επιβράδυνσή της την τελευταία εικοσαετία 14. Έτσι το συνολικό κέρδος στην προσδοκώμενη ζωή στη γέννηση ανάμεσα στο 1879 και το 2001 (Διάγραμμα 4) είναι εντυπωσιακό: +39,9 έτη (+111 %) για τους άνδρες και +43,5 έτη (+116 %) για τις γυναίκες. Ο υπολογισμός της προσδοκώμενης ζωής στις διαδοχικές ηλικίες μας επιτρέπει ταυτόχρονα να διαπιστώσουμε τη βελτίωση των προσδόκιμων ζωής σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Παρ όλη όμως τη βελτίωση αυτή και για τα δύο φύλα και για όλες τις ηλικίες, τα σημαντικότερα κέρδη καταγράφονται στη γέννηση, στο βαθμό που η βρεφική θνησιμότητα συρρικνώνεται ταχύτατα, ιδιαιτέρα δε στο πρώτο μισό του ΧΧου αιώνα. Προοδευτικά όμως, η αύξηση του μέσου όρου ζωής τείνει να οφείλεται όλο και περισσότερο στη πτώση των πιθανοτήτων θανάτου των μεγάλων ηλικιών. Οι επιπτώσεις των τάσεων αυτών είναι προφανείς όπως ο πληθυσμός μας θα συνεχίσει να γηράσκει (γήρανση «εκ των άνω») στο βαθμό που θα ζούμε όλο και περισσότερα χρόνια. Διάγραμμα 4: Ελλάδα, εξέλιξη της μέσης προσδοκώμενης ζωής κατά τη γέννηση (1879-2001) Προσδώκιμο ζωής σε έτη 90 80 70 60 50 40 30 20 10 0 e0 Ανδρών e0 Γυναικών 1879 1928 1940 1951 1961 1971 1981 1991 2001 Έτη Στους χάρτες που ακολουθούν (Χάρτες 7 και 8) χαρτογραφήσαμε τον μέσο όρο ζωής στη γέννηση το 2001 για τα δύο φύλα στους 52 νομούς της χώρας μας. Η Θράκη διαφοροποιείται και εδώ σαφώς καθώς η μέση ζωή στη γέννηση είναι η χαμηλότερη της χώρα μας, τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Ειδικότερα, το 2001, στους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης, οι μεν γυναίκες ζουν κατά μέσο όρο λιγότερα από 79 έτη οι δε άνδρες λιγότερα από 73 έτη (για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης ας αναφέρουμε ότι στην Κρήτη οι γυναίκες ζουν περισσότερα από 82,5 χρόνια, οι δε άνδρες σχεδόν 77,5 έτη). 13 Οι πίνακες αυτοί δίνουν την «πιθανότητα» επιβίωσης στις διαδοχικές ηλικίες, αδρανοποιώντας την επίδραση της δομής του πληθυσμού. 14 Είναι προφανές ότι οι ταχύτατοι αρχικά ρυθμοί μεταβολής οφείλονται κυρίως στη συρρίκνωση της βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών σε 100 γεννήσεις),, θνησιμότητας ιδιαίτερα υψηλής (περίπου 130 ) σε όλη τη διάρκεια του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. 18

Χάρτης 7: Μέση προσδοκώμενη ζωή των ανδρών στη γέννηση (2001) Χάρτης 8: Μέση προσδοκώμενη ζωή των γυναικών στη γέννηση (2001) 19

2.4 Οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της Θράκης Οι πρότερες αναλύσεις και σχολιασμός των δεδομένων μας επέτρεψαν να αποκτήσουμε μια αδρή εικόνα για τις εξελίξεις της ακριτικής μας περιφέρειας και των τριών νομών της, εικόνα επικεντρωμένη στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο (1951-2001). Η ανάλυση στο επίπεδο αυτό ανέδειξε ταυτόχρονα και τα κοινά σημεία και διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους τρεις νομούς της Θράκης, διαφοροποιήσεις που σε μεγάλο βαθμό δεν είναι δυνατόν να μην αποδοθούν στην διαφορετική πληθυσμιακή σύνθεση των τριών νομών. Οφείλουμε όμως παράλληλα να υπενθυμίσουμε ότι οι εξεταζόμενες χωρικές ενότητες (νόμοι) χαρακτηρίζονται επίσης από σημαντικές διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό τους (διαφοροποιήσεις σαφώς σημαντικότερες στους νομούς Ξάνθης και Κομοτηνής απ ότι στον νόμο Έβρου). Στην περίπτωση αυτή, οι συγκριτικές αναλύσεις σε επίπεδο νομού με την χρήση μέσων όρων συγκαλύπτουν την ετερογένειά τους, ενώ ταυτόχρονα τα «δημογραφικά» σύνορα τέμνουν συχνά τα υφιστάμενα διοικητικά όπως οι δημογραφικές συμπεριφορές των πληθυσμών ελάχιστα επηρεάζονται από την χάραξη των ορίων αυτών. Θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε μερικώς την ετερογένεια της Θράκης χρησιμοποιώντας επιλεκτικά κάποιους δείκτες σε επίπεδο Δημοτικού Διαμερίσματος (ΔΔ) και Καποδιστριακού δήμου (ΚΔ) και επικεντρωνόμενοι στην τελευταία δεκαετία, για την οποία διαθέτουμε φερέγγυα στατιστικά δεδομένα από τις δύο τελευταίες απογραφές πληθυσμού. 2.4.1. Η ποσοστιαία μεταβολή του μόνιμου πληθυσμού της Θράκης (1991-2001) Στην τελευταία δεκαετία, όπως ήδη αναφέραμε, ο θρακιώτικος πληθυσμός αυξάνεται κατά 6,6%, αυτός δε των δε νομών Έβρου, Ξάνθης και Ροδόπης κατά 3,3% 11,6 και 6,9% αντιστοίχως (Πίνακας 5). Οι χάρτες που δημιουργήσαμε αποτυπώνουν τις μεταβολές του μόνιμου πληθυσμού της Περιφέρειας την τελευταία δεκαετία σε επίπεδο επαρχίας, Καποδιστριακού Δήμου (ΚΔ) και Δημοτικού Διαμερίσματος (Χάρτες 9α, β, γ αντίστοιχα). Τα συμπεράσματα από την ανάγνωσή τους είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Ο πρώτος χάρτης (9α) αναδεικνύει τις άνισες μεταβολές του πληθυσμού ανάμεσα στις 7 επαρχίες μας: Η Ξάνθη, όπου νομός και επαρχία ταυτίζονται, έχει σαφώς την ταχύτερη θετική μεταβολή (+11,6%) απ ότι οι δύο επαρχίες της Ροδόπης (+6,9%), αύξηση που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται όπως είδαμε στο θετικότατο φυσικό της ισοζύγιο (Πίνακας 8). Η Ροδόπη, παρά τα αρνητικά φυσικά της ισοζύγια (οι θάνατοι στον νομό αυτό υπερτερούν των γεννήσεων την περίοδο 1991-2001 κατά 840 άτομα), αυξάνει τον πληθυσμό της εξαιτίας των θετικότατων μεταναστευτικών της ισοζυγίων. Η κατάσταση είναι σαφώς διαφορετική στον νομό Έβρου: ο πληθυσμός του νομού αυξάνεται μεν κατά 3,3%, αλλά η αύξηση αυτή οφείλεται αποκλειστικά στην θετική μετανάστευση και κατ επέκταση στην σημαντική αύξηση του πληθυσμού μιας εκ των τεσσάρων μόνον επαρχιών του, της επαρχίας Αλεξανδρούπολης (+21%). Η αύξηση του πληθυσμού της επαρχίας αυτής είναι σαφώς υψηλότερη από αυτή των επαρχιών των άλλων δύο νομών της Θράκης και υπερκαλύπτει ταυτόχρονα την μείωση του πληθυσμού στις άλλες 3 επαρχίες του ίδιου νομού. Οι χάρτες 9β και 9γ αποτυπώνουν τις ίδιες μεταβολές σε επίπεδο ΚΔ και ΔΔ αντίστοιχα. Η εικόνα αλλάζει ριζικά. Διαπιστώνουμε ότι οι πρότερες θετικές μεταβολές των επαρχιών μας οφείλονται αποκλειστικά σε ένα περιορισμένο αριθμό δήμων (7/35), ακόμη δε περισσότερο σε έναν ιδιαίτερα περιορισμένο αριθμό δημοτικών διαμερισμάτων που δεν υπερβαίνουν τα 30 (υπενθυμίζουμε ότι το σύνολο των δημοτικών διαμερισμάτων της Θράκης ανέρχεται σε 214). Είναι προφανές ότι οι υπολογιζόμενοι σε επίπεδο νομού μέσοι όροι συγκαλύπτουν την σημαντική ετερογένειά τους και αποκρύπτουν την πραγματικότητα, στο βαθμό που η μεγάλη πλειοψηφία των δημοτικών τους Διαμερισμάτων είτε χάνει πληθυσμό (χαρακτηριστική περίπτωση ο νομός Έβρου), είτε οριακά τον συγκρατεί (Ξάνθη και Ροδόπη). Επομένως, οι μακρόχρονες τάσεις συρρίκνωσης του πληθυσμού του μεγαλύτερου τμήματος της Θράκης δεν ανακόπτονται την τελευταία δεκαετία, παρ όλη την εισροή παλιννοστούντων και μεταναστών 15 Η Θράκη αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα εγκατάλειψής του συνόλου σχεδόν των Δημοτικών της Διαμερισμάτων (ΔΔ) από τον νεανικό πληθυσμό τους και ταυτόχρονα χαρακτηρίζεται από την συγκέντρωσή του πληθυσμού της σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό ΟΤΑ. Τα Δημοτικά αυτά Διαμερίσματα συνήθως συγκροτούν τις πρωτεύουσες των τριών Νομών ή είναι όμορα σε αυτές. 15 Οι αλλοδαποί κάτοικοι της περιφέρειας αποτελούν το 1,5% του μόνιμου πληθυσμού της το 2001 η δε κατανομή τους στον χώρο είναι σχετικά ισορροπημένη. 20