ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΡΗΣΕΩΝ ΥΔΑΤΟΣ 1.1 Εισαγωγή Η Οδηγία 2000/60/ΕΚ στοχεύει στην εφαρμογή οικονομικών αρχών, αναλύσεων και μέτρων στη διαχείριση των υδατικών πόρων. Σύμφωνα με το Άρθρο 5 της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, τα Κράτη-Μέλη, για κάθε Περιοχή Λεκάνης Απορροής Ποταμού, εξασφαλίζουν ότι αναλαμβάνεται: ανάλυση των χαρακτηριστικών της, επισκόπηση των επιπτώσεων των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στην κατάσταση των επιφανειακών και των υπόγειων υδάτων και οικονομική ανάλυση της χρήσης ύδατος. Ο σκοπός της οικονομικής ανάλυσης είναι να αναλύσει τη σχέση του ανθρώπου με τον οικονομικό πόρο «νερό» στην περιοχή μελέτης, υπό το πρίσμα τη Οδηγίας 2000/60/ΕΚ. Έτσι λοιπόν περιλαμβάνεται η περιγραφή των σχετικών χρήσεων ύδατος στη Λεκάνη Απορροής Ποταμού και την οικονομική τους σημασία, βάσει δεδομένων και πληροφοριών. Η ανάλυση έχει στόχο να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε οι υπολογισμοί να μπορούν να κρίνουν την κάλυψη του κόστους της παροχής υπηρεσιών ύδατος σύμφωνα με το Άρθρο 9 της Οδηγίας. Η εκτίμηση του βαθμού ανάκτησης του κόστους υπηρεσιών νερού και του εύρους εφαρμογής της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει υλοποιείται με τα επόμενα βήματα: Καθορισμός των υπηρεσιών νερού, φορέων παροχής, των χρηστών και των ρυπαντών. Υπολογισμός του συνολικού κόστους υπηρεσιών νερού. Προσδιορισμός του μηχανισμού ανάκτησης του κόστους και κατανομής του στους χρήστες. Υπολογισμός του βαθμού ανάκτησης του οικονομικού κόστους. 1.2 Προσδιορισμός υπηρεσιών ύδατος, παροχών και χρηστών Για τον προσδιορισμό των φορέων παροχής υπηρεσιών, των χρηστών και των ρυπαντών πρέπει να καθοριστεί αφενός η γεωγραφική έκταση που καλύπτεται από τις παρεχόμενες υπηρεσίες και αφετέρου το είδος του φορέα που τις παρέχει. Επίσης, απαραίτητος είναι ο καθορισμός του είδους και της έκτασης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τις παρεχόμενες υπηρεσίες και χρήσεις. Η γεωγραφική έκταση στην οποία πραγματοποιείται η οικονομική ανάλυση των χρήσεων και υπηρεσιών νερού μπορεί να καθοριστεί με βάση διαφορετικά κριτήρια, όπως τα όρια των υδατικών λεκανών, οι γεωγραφικές περιοχές στις οποίες δραστηριοποιούνται διαφορετικές εταιρείες παροχής υπηρεσιών ή τελικά, η αγορά που καλύπτει κάθε εταιρεία. Οι υπηρεσίες ύδατος για τις οποίες γίνεται εκτίμηση του κόστους είναι: Ύδρευση / αποχέτευση Διυλισμένο ή καθαρό πόσιμο νερό, Άρδευση Αδιύλιστο νερό Η Υπηρεσία Ύδρευσης /αποχέτευσης, παρέχεται από τις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) που λειτουργούν στα πλαίσια των αντίστοιχων δήμων. Για τις περιοχές που δεν καλύπτουν οι ΔΕΥΑ οι υπηρεσίες ύδρευσης παρέχονταν έως την έναρξη εφαρμογής του νόμου Ν. 3852/ 2010 «Πρόγραμμα Καλλικράτης» από τους τέως Καποδιστριακούς Δήμους. Μετά την 1
εφαρμογή του Καλλικράτη αναμένεται οι υπηρεσίες ύδρευσης /αποχέτευσης να παρέχονται από υφιστάμενες (ή νέες ΔΕΥΑ όπου δεν υπάρχουν). Η Υπηρεσία Άρδευσης, παρέχεται κυρίως από τους Τοπικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ), τους Γενικούς Οργανισμούς Εγγείων Βελτιώσεων (ΓΟΕΒ) με εποπτικό κυρίως ρόλο στη λειτουργία ορισμένων ΤΟΕΒ, από Προσωρινές Επιτροπές Διοίκησης των αρδευτικών έργων και σπανιότερα από τους τέως Καποδιστριακούς Δήμους. Μετά την εφαρμογή του Καλλικράτη αναμένεται οι ΤΟΕΒ να ενταχθούν στους νέους Δήμους. 1.3 Εκτίμηση κόστους και βαθμού ανάκτησης υπηρεσιών και χρήσεων ύδατος 1.3.1 Εισαγωγή Στην παρούσα ενότητα υπολογίζεται και παρουσιάζεται η κοστολόγηση των Υπηρεσιών Ύδατος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην κείμενη ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία: Την Οδηγία 2000/60/ΕΚ (WATECO), Άρθρα 5 και 9. Τον Ν. 3199/2003, άρθρο 12. Το Π.Δ. 51/2007, Άρθρο 8 και Παράρτημα ΙV. Σύμφωνα με την έννοια της Ανάκτησης Πλήρους Κόστους (ΑΠΚ) Full Cost Recovery (FCR), που υιοθετείται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία (Άρθρο 9), το συνολικό χρηματικό ποσό που πρέπει να ανακτάται από τις υπηρεσίες ύδατος περιλαμβάνει όχι μόνο το οικονομικό κόστος, αλλά και το περιβαλλοντικό κόστος και το κόστος των φυσικών πόρων, όπως παρουσιάζονται στο Σχήμα 1. Σχήμα 1: Οι συνιστώσες του συνολικού κόστους νερού (Directive 2000/60/EC, Rogers et al., 1998) Πιο συγκεκριμένα οι συνιστώσες του συνολικού κόστους νερού περιλαμβάνουν: Το Χρηματοοικονομικό κόστος: αφορά στα χρηματοοικονομικά έξοδα (κόστος κεφαλαίου, λειτουργικό κόστος, κόστος συντήρησης, διοίκησης κ.λπ.) που είναι απαραίτητα για τη συλλογή, την μεταφορά, την επεξεργασία και τη διανομή του νερού. Το άμεσο κόστος αποτελεί μέχρι σήμερα τη συνήθη πρακτική τιμολόγησης του νερού. Το κόστος φυσικών πόρων ή κόστος ευκαιρίας: Σύμφωνα με την επεξήγηση των όρων της WATECO (Directive 2000/60/EC), το κόστος αυτό αφορά στην απώλεια οφέλους που υφίστανται διάφορες χρήσεις λόγω της μείωσης των διαθέσιμων υδατικών πόρων σε μεγαλύτερο βαθμό από το φυσικό ρυθμό ανανέωσης τους (π.χ. η υπεράντληση νερού από υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες, υποβάθμιση, εξάντληση φυσικών πόρων). Η νεώτερη ερμηνεία του κόστους φυσικών πόρων από την ECO2 (ECO2, 2006) είναι πιο διευρυμένη σε σχέση με αυτή της WATECO, που περιορίζεται στον περιορισμό χρήσης του νερού (είτε σε όρους ποσότητας είτε σε ποιότητας). Σύμφωνα με την ECO2, το κόστος των φυσικών πόρων αντιπροσωπεύει το κόστος ευκαιρίας της κατανομής του νερού, υπό συνθήκες έλλειψης, στις επιμέρους χρήσεις και ισούται με τη διαφορά της οικονομικής αξίας της υφιστάμενης χρήσης και της οικονομικής αξίας της καλύτερης εναλλακτικής χρήσης. Επομένως, δεν είναι συνάρτηση 2
μόνο του περιορισμού της διαθεσιμότητας του νερού αλλά και με την αποτελεσματική κατανομή του, με βάση οικονομικά κριτήρια, στις ανταγωνιστικές χρήσεις. Το περιβαλλοντικό κόστος: σύμφωνα με την σχετική Οδηγία το περιβαλλοντικό κόστος αντιπροσωπεύει την οικονομική ζημιά, το κόστος από τις επιπτώσεις που επιφέρουν οι διάφορες χρήσεις του νερού στο οικοσύστημα και στους χρήστες του οικοσυστήματος (π.χ. η υποβάθμιση της ποιότητας ενός ποταμού). Η ECO2 επεξηγώντας το θέμα της περιβαλλοντικής ζημιάς διαχώρισε τις επιπτώσεις (ζημία) στο οικοσύστημα από τις επιπτώσεις στους χρήστες, υποστηρίζοντας ότι οι επιπτώσεις στο οικοσύστημα αναφέρονται στις αξίες μη-χρήσης ενώ οι επιπτώσεις στους χρήστες στις αξίες χρήσης. Σημειώνεται ότι οι Rogers et al. (Rogers et al., 1998) διαχωρίζουν τα εξωτερικά κόστη στους χρήστες από αυτά στο οικοσύστημα, θεωρώντας ότι το πλήρες κόστος των υπηρεσιών των υδατικών πόρων προκύπτει από το άθροισμα του οικονομικού κόστους (επενδύσεις, κλπ.), του κόστους ευκαιρίας και του κόστους επιπτώσεων στους χρήστες και στο οικοσύστημα. 1.3.1 Μεθοδολογία και αποτελέσματα Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται αναλυτικά η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε προκειμένου να υπολογισθούν τα επιμέρους και πλήρη κόστη, ανά Λεκάνη Απορροής Ποταμών, όπως αυτές ορίζονται στη σχετική απόφαση Εθνικής Επιτροπής Υδάτων (Απόφαση 706, 2010) για το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου(EL01). Επίσης παρουσιάζονται οι παραδοχές και οι περιορισμοί που λήφθηκαν υπόψη κατά την εκπόνηση της παρούσας μελέτης. Α. Εκτίμηση του Χρηματοοικονομικού Κόστους Μεθοδολογία Η ανάλυση πραγματοποιείται για το Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Πελοποννήσου ανά υπηρεσία, ανά χρήση ύδατος: Ύδρευση Άρδευση Βιομηχανία και ανά Λεκάνη Απορροής Ποταμών (ΛΑΠ): GR 29: ΛΑΠ Αλφειού GR 32: ΛΑΠ Πάμισου Νέδοντος - Νέδα Το χρηματοοικονομικό κόστος συντίθεται από (Παναγόπουλος και Βλάχος, 2012): 1) Το κόστος κεφαλαίου, το οποίο αντιστοιχεί στο κόστος της ετήσιας απόσβεσης (Επικαιροποιημένες συνολικές αποσβέσεις). 2) Το κόστος διοίκησης 3
3) Το κόστος λειτουργίας και συντήρησης, που αφορά σε: Αμοιβές Προσωπικού Παροχές τρίτων Υλικά Ενέργεια (ΔΕΗ κλπ) Συντήρηση των έργων του δικτύου (Ενέργειες επισκευής και καθαρισμού, ενέργειες ανανέωσης έργων) Λοιπά και Γενικά Έξοδα Όσον αφορά στην εκτίμηση των επιπέδων ανάκτησης κόστους ανά πάροχο υπηρεσιών ύδατος και χρήση (Ύδρευση και Άρδευση). Το ποσό ανάκτησης εκτιμάται από τη σχέση: Α ΧΟΚ =ΣΕ ΧΟΚ σε ( / έτος) ενώ το επίπεδο ανάκτησης του χρηματοοικονομικού κόστους από τη σχέση: ΠΑ ΧΟΚ = [(ΣΕ ΕΠ)/ΧΟΚ]*100% Όπου: ΠΑ ΧΟΚ : Το ποσοστό ανάκτησης του Χρηματοοικονομικού Κόστους ΣΕ: Συνολικά έσοδα από τους χρήστες των υπηρεσιών νερού ΕΠ: Επιχορηγήσεις ΧΟΚ: Χρηματοοικονομικό κόστος των υπηρεσιών νερού στους παρόχους. Για τον υπολογισμό του χρηματοοικονομικού κόστους για ύδρευση και άρδευση χρησιμοποιούμε πραγματικά στοιχεία των παρόχων (ΔΕΥΑ, Δήμοι, ΤΟΕΒ και Ο.Α.Κ. Α.Ε.), όπως αυτά προκύπτουν από τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων, τους ετήσιους ισολογισμούς, καθώς και δημοσιευμένα στοιχεία από την ΕΔΕΥΑ. Από τα στοιχεία αυτά υπολογίσθηκε το Χρηματοοικονομικό Κόστος ( / έτος) καθώς και το ποσό ( / έτος) και ποσοστό ανάκτησης (%) ανά πάροχο (φορέα). Για την ύδρευση Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα αναλυτικά αποτελέσματα της συνολικής κοστολόγησης για την υπηρεσία της ύδρευσης για το ΥΔ 01 και ανά Λεκάνη Απορροής Ποταμού. 4
Πίνακας 1. Χρήση Ύδρευση ΔΕΥΑ Δήμοι Σύνολο Συνολική κοστολόγηση ύδρευσης ανά ΛΑΠ και ΥΔ Κατηγορία Κόστους ΛΑΠ ΑΛΦΕΙΟΥ ΛΑΠ ΠΑΜΙΣΟΥ- ΝΕΔΟΝΤΟΣ- ΝΕΔΑ ΥΔ 01 Ευρώ/ m 3 Χρηματοοικονομικό 5.980.663 14.161.607 20.142.270 1,06 Περιβαλλοντικό 55.720 428.400 484.120 0,03 Φυσικού Πόρου 0 62.019 62.019 0,00 Σύνολο 6.036.383 14.652.026 20.688.409 1,09 Χρηματοοικονομικό 8.456.842 9.747.225 18.204.067 1,11 Περιβαλλοντικό 294.000 224.000 518.000 0,03 Φυσικού Πόρου 0 90.747 90.747 0,01 Σύνολο 8.750.842 10.061.972 18.812.814 1,14 Χρηματοοικονομικό 14.437.506 23.908.834 38.346.340 1,08 Περιβαλλοντικό 349.720 652.400 1.002.120 0,03 Φυσικού Πόρου 0 152.766 152.766 0,00 Σύνολο Ύδρευσης 14.787.225 24.713.998 39.501.223 1,11 Το συνολικό χρηματοοικονομικό κόστος παροχής νερού ύδρευσης στο Υδατικό Διαμέρισμα 01 ανέρχεται σε 38,35 εκατ. και κατανέμεται κατά 14,4 εκατ. στη ΛΑΠ Αλφειού και 23,9 εκατ. στη ΛΑΠ Πάμισου Νέδοντος - Νέδα. Το συνολικό κόστος ανέρχεται σε 39,5 εκατ. και κατανέμεται κατά 14,8 εκατ. στη ΛΑΠ 29 και 24,7 εκατ. στη ΛΑΠ 32. Το μέσο σταθμισμένο συνολικό κόστος ύδρευσης για το Υδατικό Διαμέρισμα της Δυτικής Πελοποννήσου εκτιμήθηκε στα 1,11 /κμ (1,09 /κμ για ΔΕΥΑ και 1,14 /κμ για Δήμους). Ειδικότερα, στη ΛΑΠ 29 εκτιμήθηκε σε 1,12 /κμ (και ειδικότερα 1,03 /κμ για ΔΕΥΑ και 1,19 /κμ για Δήμους) και στη ΛΑΠ 32 1,11 /κμ και για τις ΔΕΥΑ και για τους Δήμους. Από τα αναλυτικά στοιχεία προκύπτει ότι υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στους διάφορους παρόχους. Σε επίπεδο Υδατικού Διαμερίσματος το σύνολο των εσόδων για τις ΔΕΥΑ ανέρχεται σε 12,3 εκατ., χωρίς να υπολογισθεί το ειδικό τέλος 80% και σε 14,6 εκατ. αν συνυπολογισθεί. Στους Δήμους τα έσοδα ύδρευσης εκτιμήθηκαν σε 5,0 εκατ.. Δηλαδή το σύνολο των εσόδων ύδρευσης στο Υδατικό Διαμέρισμα 01 εκτιμήθηκε σε 19,6 εκατ.. Το μέσο έσοδο ανά κμ νερού για το σύνολο της Ύδρευσης εκτιμήθηκε σε 0,6 /κμ, ενώ για τις ΔΕΥΑ είναι 0,8 /κμ και για τους Δήμους 0,3 /κμ. Τα έσοδα για τις ΔΕΥΑ της ΛΑΠ 29, ανέρχονται σε 3,3 εκατ. χωρίς να συνυπολογισθεί το ειδικό τέλος 80% και σε 3,8 εκατ. με το 80%. Αντίθετα, στους Δήμους ΔΕΥΑ της ΛΑΠ 29, τα έσοδα εκτιμήθηκαν σε 2,3 εκατ.. Δηλαδή το σύνολο των εσόδων ύδρευσης στη ΛΑΠ 29 εκτιμήθηκε σε 6,1 εκατ.. Το μέσο έσοδο ανά κμ νερού για το σύνολο της Ύδρευσης εκτιμήθηκε σε 0,5 /κμ, ενώ για τις ΔΕΥΑ είναι 0,65 /κμ και για τους Δήμους 0,3 /κμ. Τα έσοδα για τις ΔΕΥΑ ΔΕΥΑ της ΛΑΠ 32, ανέρχονται σε 9,0 εκατ. χωρίς να συνυπολογισθεί το ειδικό τέλος 80% και σε 10,8 εκατ. με το 80%. Αντίθετα, στους Δήμους ΔΕΥΑ της ΛΑΠ 32, τα έσοδα είναι 2,7 εκατ.. Δηλαδή το σύνολο των εσόδων ύδρευσης στη ΛΑΠ 29 εκτιμήθηκε σε 13,5 εκατ.. Το μέσο έσοδο ανά κμ νερού για το σύνολο της Ύδρευσης εκτιμήθηκε σε 0,6 /κμ, ενώ για τις ΔΕΥΑ είναι 0,8 / κμ και για τους Δήμους 0,3 / κμ. 5
Τα αποτελέσματα της χρηματοοικονομικής και της συνολικής ανάκτησης παρουσιάζονται στον παρακάτω πίνακα. Πίνακας 2. ΥΔ01 Συνολική ανάκτηση ύδρευσης στις ΛΑΠ 29, 32 και το σύνολο του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Πελοποννήσου ΛΑΠGR 29 ΛΑΠGR 32 ΥΔ 01 6 ΥΔΡΕΥΣΗ ΔΕΥΑ Δήμοι Σύνολο Χ/Ο χωρίς το 80% 55,40% - - Χ/Ο με το 80% 64,20% 27,60% 42,80% Συν. με το 80% 63,60% 26,70% 41,80% Χ/Ο χωρίς το 80% 63,30% - Χ/Ο με το 80% 76,20% 27,80% 56,50% Συν. με το 80% 73,70% 26,90% 54,60% Χ/Ο χωρίς το 80% 61,00% - - Χ/Ο με το 80% 72,70% 27,70% 51,30% Από τα στοιχεία του Πίνακα προκύπτει ότι για το Υδατικό Διαμέρισμα 01 στο σύνολο της ύδρευσης η χρηματοοικονομική ανάκτηση ανέρχεται στο 51,3%, ενώ η συνολική ανάκτηση στο 49,8%. Τα αντίστοιχα μεγέθη για τις ΔΕΥΑ είναι 72,7% και 70,8%, ενώ για τους Δήμους είναι 27,7% και 26,8%. Σε γενικούς όρους η χρηματοοικονομική ανάκτηση κινείται στο ΥΔ01 για το σύνολο της ύδρευσης σε μέτρια επίπεδα και ειδικότερα, κρίνεται ικανοποιητική για τις ΔΕΥΑ και χαμηλή για τους Δήμους. ΛΑΠ ΑΛΦΕΙΟΥ (GR 29) Η ανάκτηση του χρηματοοικονομικού κόστους από τις ΔΕΥΑ ανέρχεται σε 55,4% χωρίς να υπολογισθεί το ειδικό τέλος 80% για επενδύσεις ή σε 64,3% αν συνυπολογισθεί, ενώ η συνολική ανάκτηση εκτιμήθηκε στο 63,6%. Αντίθετα στους Δήμους, η χρηματοοικονομική ανάκτηση περιορίζεται στο 27,6% και η συνολική στο 26,7%. Στο σύνολο της ύδρευσης η χρηματοοικονομική ανάκτηση ανέρχεται στο 42,8%, ενώ η συνολική ανάκτηση περιορίζεται στο 41,8%. Με βάση τα αναλυτικά στοιχεία, εντοπίζονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους διάφορους παρόχους. Στις ΔΕΥΑ η ανάκτηση κυμαίνεται από 33% έως 72%, ενώ στους Δήμους από 20% έως 40%. ΛΑΠ ΠΑΜΙΣΟΥ ΝΕΔΟΝΤΟΣ ΝΕΔΑ (GR 32) Η ανάκτηση του χρηματοοικονομικού κόστους από τις ΔΕΥΑ ανέρχεται σε 63,3% χωρίς να υπολογισθεί το ειδικό τέλος 80% για επενδύσεις ή σε 76,2% αν συνυπολογισθεί, ενώ η συνολική ανάκτηση εκτιμήθηκε στο 73,7%. Αντίθετα στους Δήμους, η χρηματοοικονομική ανάκτηση περιορίζεται στο 27,8% και η συνολική στο 26,9%. Στο σύνολο της ύδρευσης η χρηματοοικονομική ανάκτηση ανέρχεται στο 56,5%, ενώ η συνολική στο 54,6%. Στις ΔΕΥΑ εντοπίζονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις κυρίως σε σχέση με την υψηλή τιμή ανάκτησης της Καλαμάτας σε αντίθεση με τις άλλες ΔΕΥΑ. Σημαντικές διαφοροποιήσεις στην ανάκτηση παρατηρούνται ανάμεσα στις ΛΑΠ. Επίσης, σημειώνεται ότι εντοπίζονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στην ανάκτηση και ανάμεσα στους διάφορους παρόχους σε κάθε ΛΑΠ, τούτου εξαρτωμένου από χωρικά στοιχεία και από
παραμέτρους μεγέθους του φορέα παρόχου. Ως γενική παρατήρηση υποστηρίζεται από τα στοιχεία ότι η ανάκτηση είναι υψηλότερη σε ΔΕΥΑ μεγάλων Δήμων ή τουριστικών Δήμων. Τέλος, εντελώς ενδεικτικά, τεκμαίρεται ότι η χρηματοοικονομική ανάκτηση στην ύδρευση με βάση την ανάλυση και αξιολόγηση των επίσημων καταγραφών εσόδων και δαπανών, όπου γίνονται αναλυτικά, είναι πολύ υψηλότερη από ότι στην αποχέτευση και τον βιολογικό καθαρισμό. Για την άρδευση Στο σύνολο του ΥΔ01 τα έσοδα από την Οργανωμένη Άρδευση είναι 3,88 εκατ. (δηλαδή το μέσο έσοδο ανά κμ είναι 0,06 ), εκ των οποίων τα 3,36 εκατ. αντιστοιχούν στη ΛΑΠ 29 και τα 0,52 εκατ. στη ΛΑΠ 32. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται τα αναλυτικά αποτελέσματα της συνολικής κοστολόγησης για την υπηρεσία της άρδευσης για το ΥΔ 01 και ανά Λεκάνη Απορροής Ποταμού. Πίνακας 3. Χρήση Άρδευση Οργανωμένη Μη Οργανωμένη Σύνολο Άρδευσης Συνολική κοστολόγηση άρδευσης ανά ΛΑΠ και ΥΔ Κατηγορία Κόστους ΛΑΠ 29 ΛΑΠ 32 Σύνολο ΥΔ Ευρώ/ m 3 Χρηματοοικονομικό 5.920.958 1.839.900 7.760.858 0,12 Περιβαλλοντικό 0 0 0 Φυσικού Πόρου 0 81.208 81.208 0,00 Σύνολο 5.920.958 1.921.108 7.842.066 1,12 Χρηματοοικονομικό 0 0 0 Περιβαλλοντικό 0 0 0 Φυσικού Πόρου 0 1.196.825 1.196.825 0,01 Σύνολο 0 1.196.825 1.196.825 0,01 Χρηματοοικονομικό 5.920.958 1.839.900 7.760.858 - Περιβαλλοντικό 0 0 0 Φυσικού Πόρου 0 1.278.033 1.278.033 0,01 Σύνολο Άρδευσης 5.920.958 3.117.933 9.038.891 - Το συνολικό χρηματοοικονομικό κόστος παροχής νερού στην Οργανωμένη Άρδευση στο Υδατικό Διαμέρισμα 01 ανέρχεται σε 7,76 εκατ. και κατανέμεται κατά 5,92 εκατ. στη ΛΑΠ 29 και 1,84 εκατ. στη ΛΑΠ 32. Το συνολικό κόστος ανέρχεται σε 7,84 εκατ. και κατανέμεται κατά 5,92 εκατ. στη ΛΑΠ 29 και 1,92 εκατ. στη ΛΑΠ 32. Στη Μη Οργανωμένη Άρδευση κατ υπόθεση το Χρηματοοικονομικό Κόστος ανακτάται πλήρως.. Στο σύνολο της άρδευσης, το συνολικό κόστος είναι 9,04 εκατ. και κατανέμεται κατά 5,92 εκατ. στη ΛΑΠ 29 και 3,12 εκατ. στη ΛΑΠ 32. Το μέσο σταθμισμένο συνολικό κόστος της Οργανωμένης Άρδευσης για το ΥΔ01 εκτιμήθηκε στα 0,12 /κμ και κυμαίνεται από 0,18 /κμ στη ΛΑΠ 29 έως 0,10 /κμ για τη ΛΑΠ 32. 7
Τα αποτελέσματα της συνολικής ανάκτησης παρουσιάζονται στον Πίνακας 2. Καταρχάς, σημειώνεται ότι με μικρές αυξομειώσεις, η χρηματοοικονομική ανάκτηση χωρίς το Κόστος Κεφαλαίου ευρίσκεται περίπου στο 100%, δηλαδή οι ΤΟΕΒ καλύπτουν τα διαχειριστικά τους έξοδα. Από τα στοιχεία του Πίνακα προκύπτει ότι για το ΥΔ01 στο σύνολο της οργανωμένης άρδευσης, η χρηματοοικονομική ανάκτηση ανέρχεται στο 50%, ενώ η συνολική ανάκτηση στο 49,4%. Για τη μη οργανωμένη άρδευση, η χρηματοοικονομική ανάκτηση είναι κατ υπόθεση 100%, ενώ η συνολική μηδέν. Από τα στοιχεία του παρακάτω πίνακα παρατηρείται ότι τόσο στο σύνολο της άρδευσης, όσο και στην Οργανωμένη Άρδευση, σχετικά χαμηλή χρηματοοικονομική και συνολική ανάκτηση παρατηρείται στη ΛΑΠ 32 και υψηλή στη ΛΑΠ 29 Πίνακας 2. ΥΔ01 Ανάκτηση Κόστους Παροχής Υπηρεσιών Ύδατος ΛΑΠGR 29 ΛΑΠGR 32 ΥΔ 01 ΑΡΔΕΥΣΗ Οργανωμένη Μη Οργανωμένη Σύνολο Χ/Ο 56,70% - 56,70% Συν. 56,70% 0,00% 56,70% Χ/Ο 28,10% - 28,10% Συν. 27,00% 0,00% 16,60% Χ/Ο 50,00% - 50,00% Συν. 49,40% 0,00% 42,90% Η ανάκτηση του χρηματοοικονομικού και του συνολικού κόστους στην Οργανωμένη άρδευση στη ΛΑΠ 29, ανέρχεται στο 56,7%. Από τα αναλυτικά στοιχεία δεν παρατηρείται ουσιαστική διαφοροποίηση ανάμεσα στους διάφορους παρόχους, με την εξαίρεση κάποιων ακραίων τιμών. Η ανάκτηση του χρηματοοικονομικού κόστους στην Οργανωμένη άρδευση στη ΛΑΠ 32, ανέρχεται στο 28,1%, ενώ η συνολική ανάκτηση στο 27%. Από τα αναλυτικά στοιχεία δεν παρατηρείται ουσιαστική διαφοροποίηση ανάμεσα στους διάφορους παρόχους, με την εξαίρεση κάποιων ακραίων τιμών. Έτσι, στο σύνολο της άρδευσης η συνολική ανάκτηση περιορίζεται στο 16,6%. Β. Εκτίμηση περιβαλλοντικού κόστους Ως περιβαλλοντικό κόστος ορίζεται η οικονομική αποτίμηση της απόκλισης της κατάστασης των υδάτων από την καλή κατάσταση, η οποία απαιτείται για τη βιώσιμη χρήση του υδατικού πόρου σύμφωνα με τους περιβαλλοντικούς στόχους του άρθρου 4 του Π.Δ. 51/2007. Περιβαλλοντικό Κόστος προκύπτει όταν υφίσταται έστω και μια από τις ακόλουθες συνθήκες στη Λεκάνη Απορροής Ποταμού (ΛΑΠ): (α) επιφανειακά ΥΣ με οικολογική κατάσταση κατώτερη της καλής, β) επιφανειακά ΥΣ με χημική κατάσταση κατώτερη της καλής, γ) επιφανειακά ΥΣ με οικολογική ή/και χημική κατάσταση άγνωστη, και δ) υπόγεια ΥΣ με κακή χημική κατάσταση που δεν οφείλεται σε φυσικά αίτια. Το Περιβαλλοντικό Κόστος προσδιορίζεται σε επίπεδο ΥΣ και προκύπτει από την αποτίμηση του κόστους των Συμπληρωματικών Μέτρων του Προγράμματος Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος 8
Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του Π.Δ.51/2007, οι οποίες αφορούν στην επίτευξη της καλής κατάστασης των ΥΣ. Για την εκτίμηση του περιβαλλοντικού κόστους λαμβάνονται υπόψη: α). Η συσχέτιση των στοιχείων περιβαλλοντικού κόστους με σχετικές χρήσεις ύδατος ανά ΥΣ. Σε περίπτωση όπου κάποιο μέτρο σχετίζεται με περισσότερες από μια χρήσεις, το κόστος αυτό θα κατανέμεται στις χρήσεις αυτές βάσει του ισοζυγίου ποσοτήτων νερού που αντιστοιχούν σε κάθε χρήση. β). Η άθροιση όλων των στοιχείων περιβαλλοντικού κόστους, ώστε να προκύψει το συνολικό Περιβαλλοντικό Κόστος ανά χρήση ύδατος. γ). Η εκτίμηση του μοναδιαίου (ανά κυβικό μέτρο νερού) Περιβαλλοντικού Κόστους ανά χρήση ύδατος με βάση το βασικό ισοζύγιο ποσοτήτων ανά χρήση, σύμφωνα με τα Σχέδια Διαχείρισης ΛΑΠ. Το κόστος των δομικών έργων, που συμπεριλαμβάνονται στο Πρόγραμμα των Συμπληρωματικών Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, θα υπολογίζεται στον ετήσιο υπολογισμό του περιβαλλοντικού κόστους μέσω συντελεστή απόσβεσης του δομικού έργου ίσου με 2%. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των έργων αυτών, το κόστος αυτό θα υπολογίζεται στο χρηματοοικονομικό κόστος και δεν θα υπολογίζεται πλέον ως Περιβαλλοντικό Κόστος. Το κόστος των υπόλοιπων μέτρων, που συμπεριλαμβάνονται στο Πρόγραμμα των Συμπληρωματικών Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, υπολογίζεται ετησίως επιμερίζοντας το συνολικό κόστος αυτών κατά έτος για την περίοδο εφαρμογής του Προγράμματος Μέτρων των Σχεδίων Διαχείρισης ΛΑΠ. Ο κάθε πάροχος ή φορέας υπηρεσιών ύδατος και οι λοιποί φορείς που προσφέρουν νερό στους χρήστες, ανάλογα με την κατηγορία υπηρεσιών νερού που προσφέρουν και ανάλογα με την κατηγορία χρήσης ύδατος στην οποία εμπίπτει ο εκάστοτε χρήστης νερού, θα θεωρούν ως μοναδιαίο περιβαλλοντικό κόστος το αντίστοιχο περιβαλλοντικό κόστος της χρήσης νερού που υπολογίζεται στην ανωτέρω παράγραφο. Ειδικότερα, στην περίπτωση του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Πελοποννήσου, όσον αφορά στην ύδρευση το Περιβαλλοντικό Κόστος ανέρχεται σε 1 εκατ. και κατανέμεται κατά 0,65 εκατ. στη ΛΑΠ 32 και 0,35 εκατ. στη ΛΑΠ 29. Το Περιβαλλοντικό Κόστος όσον αφορά στην οργανωμένη και στη μη οργανωμένη άρδευση είναι 0. 9
Γ. Εκτίμηση του κόστους φυσικού πόρου Ως κόστος πόρου ορίζεται η οικονομική αποτίμηση άλλων εναλλακτικών χρήσεων του ύδατος, οι οποίες είναι αναγκαίες σε περίπτωση που το Υδατικό Σύστημα (ΥΣ) χρησιμοποιείται πέραν του ρυθμού της φυσικής του αναπλήρωσης Κόστος Πόρου προκύπτει όταν υφίσταται έστω και μια από τις ακόλουθες συνθήκες στη Λεκάνη Απορροής Ποταμού (α) υπόγεια ΥΣ με "Κακή" ποσοτική κατάσταση, β) ελλιπής κάλυψη των αναγκών νερού των κύριων ανθρωπογενών χρήσεων, ειδικά όταν αυτή δεν οφείλεται σε σπατάλη των υδατικών πόρων, αλλά σε κακή διαχείριση αυτών. Το Κόστος Πόρου εκτιμάται σε επίπεδο ΥΣ ή ανά ομάδα ΥΣ και προκύπτει από τον προσδιορισμό του κόστους των Συμπληρωματικών Μέτρων του Προγράμματος Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του Π.Δ. 51/2007, τα οποία αφορούν στην εξοικονόμηση των υδατικών πόρων και στην ορθολογική διαχείρισή τους, μέσω της αναίρεσης πρακτικών υπεράντλησης υπόγειων ΥΣ. Για τον προσδιορισμό του κόστους πόρου λαμβάνονται υπόψη τα κάτωθι: α) Η συσχέτιση του κόστους των Συμπληρωματικών Μέτρων που αφορούν το Κόστος Πόρου, όπως αυτό προσδιορίζεται στο αρ. 6, με τις σχετικές χρήσεις ύδατος ανά ΥΣ ή ανά ομάδα ΥΣ. Σε περίπτωση όπου κάποιο στοιχείο κόστους σχετίζεται με περισσότερες από μια χρήσεις τότε αρχικά αυτό θα αποδίδεται συνολικά σε όλες. Εν συνεχεία το κόστος αυτό σε κάθε μια χρήση ύδατος κατανέμεται αναλογικά βάσει του ισοζυγίου ποσοτήτων νερού που αντιστοιχούν σε κάθε χρήση. β) Η άθροιση όλων των στοιχείων κόστους πόρου, ώστε να προκύψει το συνολικό Κόστος Πόρου ανά χρήση ύδατος. γ) Εκτίμηση του μοναδιαίου (ανά κυβικό μέτρο νερού στους τελικούς χρήστες) Κόστους Πόρου ανά χρήση ύδατος αναλογικά βάσει του ισοζυγίου ποσοτήτων νερού ανά χρήση, σύμφωνα με τα Σχέδια Διαχείρισης ΛΑΠ. Οι ποσότητες νερού που λαμβάνονται υπόψη στον ως άνω υπολογισμό του Κόστους Πόρου είναι αυτές που θα προκύπτουν από το βασικό ισοζύγιο ποσοτήτων ανά χρήση μετά την αφαίρεση των υπεραπολήψεων (εφόσον υφίσταται υπεραπόληψη σε κάποιο Υπόγειο ΥΣ του ΥΔ) καθώς και την αφαίρεση των ποσοτήτων που είναι αναγκαίες για τη σταδιακή επανάκαμψη των υπόγειων υδροφορέων. Σε περίπτωση μη πρόβλεψης ποσότητας επανάκαμψης λαμβάνεται υπόψη μια επιπλέον ποσότητα της τάξεως του 20% της ποσότητας υπεραπόληψης. Το κόστος των δομικών έργων, που συμπεριλαμβάνονται στο Πρόγραμμα των Συμπληρωματικών Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, θα υπολογίζεται στον ετήσιο υπολογισμό του κόστους πόρου μέσω συντελεστή απόσβεσης του δομικού έργου ίσου με 2%. Μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής των έργων αυτών, το κόστος αυτό θα υπολογίζεται στο χρηματοοικονομικό κόστος και δεν θα υπολογίζεται πλέον ως κόστος πόρου. Το κόστος των υπόλοιπων μέτρων, που συμπεριλαμβάνονται στο Πρόγραμμα των Συμπληρωματικών Μέτρων του εκάστοτε ισχύοντος Σχεδίου Διαχείρισης ΛΑΠ, υπολογίζεται ετησίως επιμερίζοντας το συνολικό κόστος αυτών κατά έτος για την περίοδο εφαρμογής του Προγράμματος Μέτρων των Σχεδίων Διαχείρισης ΛΑΠ. 10
Ο κάθε πάροχος ή φορέας υπηρεσιών ύδατος που προσφέρει νερό στους τελικούς χρήστες, ανάλογα με την κατηγορία υπηρεσιών ύδατος που προσφέρουν και ανάλογα με την κατηγορία χρήσης ύδατος στην οποία εμπίπτει ο εκάστοτε τελικός χρήστης νερού, θα θεωρούν ως μοναδιαίο κόστος πόρου το αντίστοιχο κόστος πόρου της χρήσης ύδατος που υπολογίζεται στην ανωτέρω παράγραφο (3). Στην περίπτωση του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Πελοποννήσου, όσον αφορά στην ύδρευση, το κόστος φυσικού πόρου ανέρχεται σε 0,15 εκατ. και αφορά στο σύνολό του στη ΛΑΠ 32. Όσον αφορά στην οργανωμένη άρδευση το Κόστος Φυσικού Πόρου είναι 0,08 εκατ. και προκαλείται στο σύνολό του στη ΛΑΠ 32. Όσον αφορά στη μη οργανωμένη άρδευση το Κόστος Φυσικού Πόρου ανέρχεται σε 1,2 εκατ. και προκαλείται στο σύνολό του στη ΛΑΠ 32. 11