Συνέντευξη με τον κύριο Καταξάκη Γιώργο στη Σητεία.

Σχετικά έγγραφα
Συνέντευξη με τον κύριο Αβυσσηνό. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κ. Χριστοδουλάκη Μανώλη στη Σητεία.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Συνέντευξη με τον κύριο Γιώργο Βουτυράκη στη Σητεία.

Modern Greek Beginners

Συνέντευξη με τον κύριο Κοϊνάκη Νικόλαο στην Ιεράπετρα.

Συνέντευξη με τον κύριο Γιάννη Σταυρουλάκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Μαρκάκη Αριστοτέλη στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρσαμίδη Γεώργιο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Συνέντευξη με τον Γεώργιο Ξενούδη.

Συνέντευξη με τον αγαπητό τον κύριο Κανάκη Μηνά στο σπίτι του στον Άγιο Νικόλαο.

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Συνέντευξη με τον κ. Ζερβάκη Ιωάννη 14/5/98 στη Σητεία.

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;»

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Συνέντευξη με τον κύριο Περάκη Νίκο.

Συνέντευξη με τον κύριο Κανιτάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Κατανόηση προφορικού λόγου

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Συνέντευξη με τον κύριο Λουφαρδάκη Μιχαήλ Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον Νίκο Τσαγκαράκη.

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Συνέντευξη με τον κύριο Κονδυλάκη Μανώλη στο Ηράκλειο. 1. ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον Κύριο Σμυρνιό Μιχάλη ή Λαμπράκη στην Ιεράπετρα. Α. Πλευρά

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

Όταν κάποιος ξεκινήσει τον πλειστηριασμό με μια αγορά σκοπός του είναι να περιγράψει όσο καλύτερα μπορεί το χέρι του στον συμπαίκτη του.

Αξιοποιώντας τους γλωσσικούς πόρους

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Σκηνή 1 η. Μπαίνει η γραμματέας του φουριόζα και τον διακόπτει. Τι θες Χριστίνα παιδί μου; Δε βλέπεις που ομιλώ στο τηλέφωνο;

Συνέντευξη με τον κύριο Τσαντάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Φραγκιαδάκη Γιώργο στη Σητεία. Α. Πλευρά

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Κωνσταντίνο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

17.Α.ΜΕΓΑΛΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 1 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Συνέντευξη με τον αγαπητό φίλο μας κιθαρίστα Παξιμαδάκη Γιάννη στο Ηράκλειο. Α. Πλευρά

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Συνέντευξη με τους κύριους Αντώνη και Μιχάλη Βασαρμίδη (Συμμετέχει ο κος Εξουζίδης Παύλος) στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Παναγιώτα Βλαχάκου-Χαλούλου. ΤΙΤΛΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ: Γηρατειά, πανάθεμάτα! Παναγιώτα Βλαχάκου-Χαλούλου, 2017 ISBN

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν.

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #20. «Δεκαοχτώ ψωμιά» Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Μου αρέσει να παίζω ποδόσφαιρο. Τα σαββατοκύριακα παίζω με την ομάδα του σχολείου μου.

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

κάνουμε τι; Γιατί άμα είναι να είμαστε απλώς ενωμένοι, αυτό λέγεται παρέα. Εγώ προτιμώ να παράγουμε ένα Έργο και να δούμε.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Ι ΑΚΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ: Προσκλήσεις και ευχές

Το παραμύθι της αγάπης

Καθηγητής: Λοιπόν, εδώ έχουμε δυο αριθμούς α και β. Ποιος είναι πιο μεγάλος. Λέγε Ελπίδα.

6. '' Καταλαβαίνεις οτι κάτι έχει αξία, όταν το έχεις στερηθεί και το αναζητάς. ''

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ. Σκηνή 1 η

...KAI O ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΣΗΜΕΡΑ

ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Ιδέες των μαθητών της ΣΤ' τάξης του Δημοτικού Σχολείου Athener Schule

Transcript:

Συνέντευξη με τον κύριο Καταξάκη Γιώργο 14-5-98 στη Σητεία. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Είπατε προηγουμένως ότι ο πατέρας σας ήτανε λυράρης. Ήτανε επαγγελματίας; Ήτανε επαγγελματίας λυράρης και μάλιστα από τους πρώτους λυράρηδες της περιοχής. Δεν το λέω εγώ, είναι γνωστό απ όλη την περιοχή. Δηλαδή, τον καλούσαν, έπαιζε στα πανηγύρια; Ναι ήτανε επαγγελματίας οργανοπαίχτης. Με αμοιβή; Με αμοιβή, βεβαίως. Έπαιζε λύρα και εγώ άρχιξα να ασχολούμαι με τη λύρα από επτά, οχτώ χρονών, τόσο. Ασχολούμουνα με τη λύρα, μου δειχνε ο μακαρίτης ο πατέρας μου. Εκείνος σας παρότρυνε να Ναι, αλλά είχα και το ερέθισμα. Και ασχολήθηκα με τη λύρα που μέσα σε δύο, τρία χρόνια, δέκα, έντεκα χρονών, έπαιζα λύρα. Aφού όταν κάναμε παρέες, διότι κάναμε πάρα πολλές παρέες τότε, μεγάλοι, ηλικιωμένοι βέβαια, όπως σαράντα πέντε, πενήντα χρονών, τόσο πρέπει να τανε, πενήντα πέντε, ξέρω γω, κάναμε πάρα πολλές παρέες τότε, γλέντια και με φωνάζαν τώρα όταν κάναμε παρέες έτσι γεροντοπαρέα και παίζαμε κοντυλιές κι ήθελαν να με βάλουν να παίξω και έπαιζα ορισμένες κοντυλιές, τις περισσότερες τέλεια. Μετά από τα έντεκα, δώδεκα χρόνια ήπαιζε και βιολί, αλλά όχι τέλεια, ο πατέρας μου, ήπαιζε και βιολί και είχε και βιολί, βέβαια, αλλά το χόμπι του ήταν η λύρα, το βασικό. Μια παρένθεση εδώ. Στο χωριό υπήρχαν άλλοι που έπαιζαν λύρα την ίδια εποχή που έπαιζε ο πατέρας σου; Όχι, στο χωριό είχε πριν από αυτόν κάποιον, ο οποίος λεγόταν Κουρουπάκης, Χατζηλαραντώνης παρατσούκλι. Ο πατέρας σου σε ποια εποχή είναι; 1

Απ. Ο πατέρας μου είναι από το εικοσιπέντε στις Λιθίνες, 1925. Ερ. Κι ο Κουρουπάκης είναι πριν απ το είκοσι πέντε; Απ. Ναι, αλλά ήταν κι αυτά τα χρόνια, κι αυτά τα χρόνια ήτανε κι ο Κουρουπάκης, το είκοσι πέντε, το τριάντα, τριάντα δυο, τριάντα πέντε, εγώ είμαι το τριάντα εννιά γεννηθείς. Από το τριάντα ο πατέρας μου, γιατί είναι από άλλο χωριό και παντρεύτηκε από τις Λιθίνες ήταν η μητέρα μου και παντρεύτηκε από τις Λιθίνες. Ερ. Από ποιο χωριό ήταν ο πατέρας σας; Απ. Τα Περβολάκια. Ερ. Και από ποιον έμαθε να παίζει, ξέρετε; Απ. Δεν ξέρω, πάντως, δεν έτυχε να γίνει συζήτηση. Ερ. Τι τον συνόδευε συνήθως; Απ. Νταούλι. Εδώ είχαμε νταούλι μαζί με τη λύρα, ήταν νταούλι τότε. Ερ. Λοιπόν, πάμε στη συνέχεια. Απ. Ασχολήθηκα με τη λύρα, την έμαθα τη λύρα,έπαιζα ωραία λύρα. Γιατί είχα το πάθος, είχα το μεράκι, είχα την κλίση, πώς να το πω, το ερέθισμα και την έμαθα, μου δειξε κιόλας, αλλά είχα και την κλίση για να προχωρήσω. Μετά στα δέκα, έντεκα χρόνια περίπου, πριν τελειώσω το δημοτικό, ασχολήθηκα με το βιολί, μου δειξε πάλι, διότι έπαιζε και βιολί, και πήρα τις βάσεις και ξεκίνησα ύστερα μόνος μου. Με τα ακούσματα συνέχισα μόνος μου. Μέσα σε τρία, τέσσερα χρόνια, δηλαδή, έντεκα, δέκα πέντε, δεκάξι, τότε έπαιζα βιολί. Από δεκάξι μέχρι τα είκοσι το χα πάρα πολύ καλλιεργήσει και έπαιζα πολύ καλά, αφού έπαιζα κι επαγγελματικά. Πριν πάω στρατιώτης μιλάω τώρα. Ερ. Το βιολί εσείς το διαλέξατε ή σας το πρότεινε ο πατέρας σας; Απ. Είχε ένα βιολί ο πατέρας μου. Τώρα καλό κακό, με αυτό ξεκίνησε και μετά πήρα εγώ βιολί άλλο και μετά άλλαξα και πήρα άλλο, αυτό που έχω τώρα. Ερ. Δεν ρωτάμε για το όργανο τόσο, όσο σας παρότρυνε ο πατέρας σας ν ασχοληθείτε με το βιολί ή εσείς το ζητήσατε; 2

Απ. Όχι, μου άρεσε. Μου άρεσε περισσότερο. Ερ. Δηλαδή, ποιο ήταν το ερέθισμα να ξεφύγεις από τη λύρα και να πας στο βιολί; Απ. Μου άρεσε καλύτερα το βιολί. Ήτανε πιο γλυκό, ήτανε πιο σύγχρονο, πιο ωραίο όργανο, πώς να σου πω τώρα. Ερ. Άκουσες κάποιο βιολιστή ξαφνικά και μήπως άλλαξες; Απ. Άκουσα, βέβαια, άκουγα πάρα πολλούς βιολιστές. Μου άρεσε περισσότερο το βιολί από τη λύρα και γι αυτό και ασχολήθηκα και με το βιολί και μετά, αφού ασχολήθηκα με το βιολί ύστερα τη λύρα δεν ήθελα να παίξω καθόλου. Και τώρα να πιάσω τη λύρα, ίσα που σημειώνω, όχι να παίξω. Ερ. Σας πήρε στη δουλειά ποτέ μαζί, σ αυτή τη μικρή ηλικία; Όταν ήσασταν σ αυτή τη μικρή ηλικία σας πήρε στη δουλειά μαζί του καθόλου ο πατέρας σας; Απ. Παναγία μου, σε όλες τις δουλειές πηγαίναμε. Και σκάβαμε και αμπέλια. Ερ. Όχι, μιλάω για μουσική δουλειά. Απ. Να με πάρει να παίξουμε μαζί; Όχι, απλώς μόνο, όταν κάνανε παρέα και παίζανε κοντυλιές και τραγουδούσανε, απλώς με φωνάζανε, συνήθως η παρέα ήθελε να παίξω εγώ, επειδή ήμουνα τώρα ο νεότερος. Ερ. Τι παίζατε λύρα ή βιολί; Απ. Λύρα και έπαιζα τη λύρα. Αλλά μετά που ασχολήθηκα με το βιολί όλοι με προτιμούσανε, έπαιζα πολύ ωραία και τους είχα τρελάνει. Ερ. Είχες μεγαλώσει; Απ. Είχα μεγαλώσει, μετά πήγα στην τέχνη, έμαθα μαραγκός, δούλευα στο χωριό τέσσερα χρόνια, δηλαδή τέσσερα χρόνια, δεκατρία, γύρω στα δεκαεπτά μου χρόνια κατέβηκα εδώ στη Σητεία και συνέχισα τη δουλειά τη ξυλουργική και εδώ και έπαιζα συνάμα το βιολί βέβαια. Κάναμε παρέες εδώ, γλέντια, πάρτι, κάθε βδομάδα και πάρτι. Ερ. Για πες μου κάτι, σ αυτό το διάστημα της γέφυρας, ας το πούμε, από τη λύρα στο βιολί, στο βιολί μετέφερες αυτά που έπαιζες στη λύρα; 3

Απ. Όχι, θα σου πω. Έχω ορισμένα ακούσματα, ορισμένα ερεθίσματα, ορισμένα γυρίσματα, κοντυλιές πώς να το πω τώρα, γυρίσματα στις κοντυλιές, τα παίζω στο βιολί από τη λύρα, όχι όλο, αλλά ορισμένα γυρίσματα τα χω μέσα στο βιολί, τα παίζω. Και δεν τα παίζουνε κι οι άλλοι αυτά. Ερ. Ναι, θέλω να πω ότι όταν έπιασες το βιολί, άλλαξε εντελώς η παιδεία σου, άρχισες ν ακούς άλλους; Απ. Οπωσδήποτε, διότι δεν είναι το ίδιο μοτίβο η λύρα με το βιολί, αλλά έχει κάποιες βάσεις, ειδικά στις κοντυλιές εδώ τις στειακές, που παιζότανε με τη λύρα και τις μετατρέψαμε και τις παίζομε στο βιολί. Έχει, βεβαίως, έχει σχέση. Ερ. Δηλαδή, δεν ήταν δύσκολη αυτή η μετάβαση; Απ. Όχι, εγώ μάλλον πολύ γρήγορα με το βιολί πήγα μπροστά. Πολύ μπροστά με το βιολί τότε. Και τα χρόνια αυτά που έκαμα εδώ στη Σητεία, τα τρία, τέσσερα χρόνια μέχρι το εξήντα που πήγα στρατιώτης, έπαιζα το βιολί με όλους εδώ φίλους, παρέες, καντάδες, γλέντια, πάρτι, ιστορίες. Μετά πήγα στρατιώτης, μετά από στρατιώτης γύρισα ξανά στο χωριό, εκεί που γεννήθηκα, εκεί που έχω τις καλύτερες αναμνήσεις στη ζωή μου σαν παιδί. Άνοιξα μαγαζί, ξυλουργείο στα χέρια τότε, το εξήντα δύο, αλλά συνάμα ασχολήθηκα με το βιολί επαγγελματικά. Με βοήθησε πάρα πολύ επαγγελματικά το βιολί, οικονομικά κι όχι μόνο και κοινωνικά, προχώρησα, έκαμα κατάσταση, είχα τεράστια γνωριμία και συμπάθεια από τα γύρω χωριά, όπου συναναστρεφόμουνα κι έπαιζα όργανο, μεγάλη εχτίμηση. Ερ. Σε προσκαλούσαν κι έπαιζες και σε άλλα χωριά; Απ. Ναι, σε γάμους, σε βαφτίσεις, σε πανεγύρια, σε αρραβώνες, όλα αυτά έπαιζα συνέχεια. Τι έγινε, με βοήθησε πάρα πολύ οικονομικά, διότι τα χρόνια τότε, εξήντα δύο, εξήντα τρία, που άνοιξα εγώ μαγαζί, τα χρόνια ήτανε φτωχά. Λοιπόν, με βοήθησε οικονομικά πάρα πολύ. Αν και τα χρήματα που έπαιρνα ήτανε λίγα, είχανε αξία. 4

Ερ. Πώς γινότανε αυτή η αμοιβή; Απ. Πώς γινότανε; Δεν έκανα παζάρι, ότι εγώ για να ρθω να παίξω θέλω εκατό, διακόσιες δραχμές, όχι, δεν υπήρχανε παζάρια. Απλώς σε καλούσε, ένα παράδειγμα στο γάμο, έλα στο γάμο. Ό,τι σου δώσουνε. Ερ. Ξυλουργός ήταν κανείς από την οικογένεια; Απ. Όχι. Ερ. Και γιατί εσείς ν ασχοληθείτε με τη ξυλουργική και να μην ακολουθήσετε το επάγγελμα μόνο του βιολάτορα; Απ. Θα ρθω στο σημείο αυτό. Ερ. Ο πατέρας σας δηλαδή, σας παρότρυνε να κάνετε και κάτι άλλο; Απ. Ενδιαφέρθηκε και με πήγε να μάθω αυτή τη δουλειά σαν παιδί. Ερ. Ποια δουλειά; Απ. Ξυλουργός. Αφού δεν είχε την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσω. Ερ. Ναι, αλλά ο ίδιος ήτανε μουσικός. Ήθελε το παιδί του να γίνει μόνο μουσικός ή μήπως αυτός ήταν ο λόγος που σας έβαλε να γίνετε ξυλουργός; Απ. Όχι, αισθανότανε ότι δεν ήτανε αρκετό μόνο από το όργανο να επιβιώσω και σου λέει πρέπει να μάθει και μια άλλη δουλειά, να χει πιο γερή βάση. Πιο σίγουρη. Και οι ξυλουργοί και ειδικά τα χρόνια αυτά, είχαν πράγματι μέλλον. Λοιπόν, γι αυτό με πήγε στο χωριό, ήταν κάποιος μαραγκός εκεί και γνωστός και με πήγε εκεί και έμαθα τη δουλειά. Αλλά συνάμα, ασχολούμουνα και με το όργανο, γιατί μου άρεσε κιόλας. Όταν ήρθε το εξήντα δύο, απολύθηκα από στρατιώτης, άνοιξα μαγαζί ξυλουργείο, μαραγκόδικο, λεγόμενο τότε στη γλώσσα μας, αλλά δουλεύαμε στα χέρια, δεν είχαμε μηχανήματα, με τα χέρια, με το σάρακα, με τη σιγάτσα, με το πριόνι, με τις σμίλες, όπως παλιά όλοι οι ξυλουργοί. Έτσι άνοιξα δουλειά. Έκανα δύο χρόνια, δούλευα έτσι με τα παραδοσιακά εργαλεία, τα παλιά, και σε δύο χρόνια έφερα μηχανήματα στις Λιθίνες. Ηλεκτρικά μηχανήματα, πλάνια, κορδέλα τότε, το οποίο είχε στη Σητεία τρία κουστούμια. Είχε ένας ο Παπαδάκης λεγόταν καρεκλάς, 5

που ο εγγονός του έχει έκθεση τώρα εδώ επίπλων, ο Κουτούνιος ο μακαρίτης που χει πεθάνει, ήταν μαραγκός με μηχανήματα εδώ κάτω, και είχε δημιουργηθεί και το εξήντα δύο, εξήντα ένα, πριν απολυθώ εγώ, κάναμε ένα συνεταιρισμό, ξυλουργική λεγόμενη, την είχαν ονομάσει όλοι οι μαραγκοί οι υπόλοιποι ενωθήκανε και κάνανε την ξυλουργική και φέρανε μηχανήματα, όλοι της Σητείας οι υπόλοιποι. Κι είχε τρία κουστούμια μηχανήματα η Σητεία και το τέταρτο είχα φέρει εγώ στις Λιθίνες το 1964. Είχα αποκτήσει χρήματα εξαιτίας που δούλευα το μαραγκούδικο, αυτό το λίγο μεροκάματο που βγαζα με τα χέρια και οι δουλειές ήτανε μικρές και φτωχές κείνα τα χρόνια, έβγαζα λίγα χρήματα, αλλά ήταν χρήματα που είχαν αξία, αλλά κι από την άλλη μεριά, αξιοποιούσα και το βιολί. Με παίρνανε νεαροί και κάναμε παρέες, μου δίνανε κάτι, είκοσι, τριάντα, πενήντα δραχμές, εκατό δραχμές, ογδόντα, να γλεντήσουμε απόψε. Κάναμε παρέες, βγαίναμε καντάδες, ό,τι μου δίνανε. Αλλά πενήντα και ογδόντα ήτανε τέσσερα ημερομίσθια τότε. Αν τα πιάσεις. Μετά που έπαιζα σε πανεγύρια, έπαιρνα περισσότερα, έπαιζα σε γάμους πολύ περισσότερα. Άρχισα λοιπόν να παίρνω τα χρήματα αυτά, δεν τα κατανάλωνα, ενώ ζούσα πολύ καλά και τα τσιγάρα μου και τα ποτά μου και το ντύσιμό μου και μου μένανε, αλλά μένανε και συνάμα όλα αυτά που δούλευα απ το μαγαζί. Γι αυτό μέσα σε δύο χρόνια, είχα μαζέψει, από το εξήντα δύο μέχρι το εξήντα τέσσερα, κάπου εικοσιπέντε χιλιάδες δραχμές μετρητά λεφτά. Και μάλιστα μια φορά μου είπε ένας, θα πω κάτι το οποίο έχει μεγάλη σημασία, ένας ηλικιωμένος, Σηφάκης, λεγόμενος, Γιώργος, αυτός ήτανε σιδεράς, χαρκιάς. Αυτός ενοικίασε το μαγαζί του αυτό που κανε χαρκιδειό, και δούλευα στα χέρια, πριν φέρω τα μηχανήματα. Μου είπε λοιπόν μια φορά, με παρακολουθούσε, με εκτιμούσε, με αγαπούσε και μου είχε κι αμέριστη εμπιστοσύνη. Μου λέει «ρε συ Γιώργη, εσύ θα πας πολύ μπροστά», «γειάντα» του λέω «κύριε Γιώργο, εγώ δεν έχω οικονομικές δυνατότητες από τον πατέρα μου» μου λέει «θα πας πολύ 6

Ερ. Απ. Ερ. μπροστά, διότι είσαι εργατικός, διότι είσαι σωστός άνθρωπος, αλλά κι από την άλλη μεριά» μου λέει «τα λεφτά που παίρνεις απ το βιολί, θα σου κάμουνε μεγάλο καλό στη ζωή σου. Διότι τα λεφτά που θα σου πετάξει ένας που θα χορέψει στην ομπρός μερά ή που θα του παίξεις μια στην παρέα και θα τον μερακλώσεις και θα τον ευχαριστήσεις και θα σου πει πάρε εκατό δραχμές, πεντακόσιες, δεν ξέρω πενήντα, παράδειγμα, είναι το πιο χαλάλι λεφτά, που θα μπούνε στην τσέπη σου. Διότι κάνεις το επάγγελμα όσο τέλειος και να σαι ίσως θα βρεθεί και κάποια δουλειά να μη σου πάει πρέπα, όσο προσεχτικός που ξέρω ποιος είσαι- και να βρεθεί και κάποιος να σου πει, ξέρεις σου δωσα για παράδειγμα να μου φτιάξεις το γραφείο αυτό ή την πόρτα, χαράμι του να ναι, πρόσεξε, διότι δεν βγήκε σωστή δουλειά. Ενώ μου λέει τα λεφτά που σου δίνουνε, στο όργανο, στο γλέντι, στο κέφι απάνω, στα δίνει από τα βάθη της ψυχής του, χαλάλι, γιατί τον ικανοποίησες στα μέγιστα, τον έκαμες άλλο άνθρωπο και γι αυτό θα σου κάμουνε μεγάλο καλό». Αυτό μου πε ένας γέρος, πανέξυπνος άνθρωπος βέβαια. Πράγματι, αξιοποίησα και τα χρήματα αυτά, αλλά το βιολί με βοήθησε ακόμα περισσότερο επαγγελματικά στο ξυλουργείο. Με ποιο τρόπο; Με ποιο τρόπο; Διότι δημιούργησα μεγάλη γνωριμία, μεγάλη συμπάθεια, μεγάλη εχτίμηση και γνωριμία. Το οποίον ερχότανε δουλειές απ όλα τα περίγυρα κι απ το χωριό μου μέσα, δουλειές τι να σου πω. Γι αυτό και σε τόσο λίγο διάστημα έκανα τέτοια άλματα. Το αποτέλεσμα, πήγα πολύ μπροστά. Το εξήντα εφτά παντρεύτηκα, πήρα μια γυναίκα άριστη, με όλη τη σημασία της λέξεως. Όχι πλούσια, μου γινότανε προξενιές με υπάρχοντα, μαγαζιά, με σπίτια, με λάδια, με λεφτά μετρητά, εν πάση περιπτώσει κατάφερα δεν πουλήθηκα. Διάλεξα άνθρωπο και όχι χρήμα. Οι γονείς μου ήταν αντίθετοι. Μήπως την γνώρισες αυτή μέσω του βιολιού; 7

Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Όλες τις γνώρισα μέσω όχι, η γυναίκα μου ήτανε νοσοκόμα. Είναι από τον Άγιο Νικόλαο, είχε τελειώσει τη σχολή και διορίστηκε, είχαμε αγροτικό νοσοκομείο στις Λιθίνες κι είχε διοριστεί εκεί. Τις παίζατε όμως μαντινάδες και την καταφέρατε έτσι; Ε, βέβαια. Οπωσδήποτε. Εν πάση περιπτώσει, ήρθε στις Λιθίνες Δηλαδή, σας βοήθησε η μουσική. Ασφαλώς. Μα εκτός τη γυναίκα που πήρα, εγώ γνώρισα κοπέλες, όχι ότι είχαμε επαφές σεξουαλικές όπως τώρα. Όχι τότε ήτανε αγνός ο έρωτας. Εδώ που τα λέμε, λέω την αλήθεια. Λοιπόν, είχα γνωρίσει πάρα πολλές κοπέλες και μπορώ να πω ότι κάπου μπορεί να σκεφτόμουνα και ν αποφασίσω να προχωρήσω σε γάμο. Το αποτέλεσμα είναι ότι ήρθε αυτή και μέσα σ ένα χρόνο, ενάμισι, με τον τρόπο της, επειδή την παρακολουθούσα, με σκλάβωσε. Οπότε εγώ πήγα χωρίς να μ ενδιαφέρει τίποτε άλλο πέρα από τη Μαρία. Μαρία τη λένε, Μαρίκα. Πήγα τη ζήτησα κι από τις δικούς τσι, δεν μου φέραν καμιά αντίρρηση, μάλλον μου πε ο πεθερός μου τότε «εντάξει», γιατί ήταν συστημένα και ήξεραν την περίπτωση, μου λέει «εντάξει». Αυτός νόμιζε ότι εγώ θα ζητούσα προίκες και τέτοια πράγματα και μου λέει «εντάξει, εσύ μπορεί να κάνεις πενήντα εκατομμύρια, αλλά εγώ δεν τα χω. Ποιες είναι οι αξιώσεις σου» μου λέει και του λέω «άκου να δεις, εγώ δεν θέλω ούτε λεφτά, ούτε χωράφια, ούτε σπίτια, ούτε μαγαζά. Εγώ ήρθα να ζητήσω την κόρη σας, τη Μαρία θέλω και την συγκατάθεσή σας και την ευχή σας, τίποτε άλλο. Εάν έχετε κάτι να δώσετε, θα το δώσετε στο παιδί σας, εγώ δεν έχω καμία αξίωση». «Ε, τότε» μου λέει. Εν πάση περιπτώσει, να μη λέω πολλά, έγινε η ιστορία εν αγνοία των δικών μου, πήγα κι έκλεισα εγώ πρώτα, έκαμα αυτή τη συμφωνία, εν αγνοία των δικών μου, του πατέρα μου και της μάνας μου. Το ξέρανε διότι γινότανε συζήτηση, τα χει με τη νοσοκόμα. Θεωρούνταν τώρα η κοπέλα ότι ήτανε φτωχιά. Ήξεραν τώρα οι γονείς μου ότι με ζητούσανε νύφες οι οποίες προσφέρανε πολλά πράγματα. Και ξέρεις, ήμαστε φτωχή οικογένεια σου λέει «αφού σου 8

δίνεται η ευκαιρία και σου προσφέρουν τόσα, γιατί να τα κλωτσήσεις και να πάρεις μια κοπέλα που είναι πάμφτωχη». Τους κάλεσα λοιπόν, εγώ είχα πάρει την απόφαση, ήμουνα είκοσι εφτά χρονών και τους καλώ στο σπίτι ένα βράδυ, ενώ αυτοί δεν μου μιλούσαν ποτέ, με υπεραγαπούσανε. Μόνο που με σκεφτότανε κοιμότανε και ξυπνούσανε. Δηλαδή η μεγαλύτερή τους ικανοποίηση και χαρά ήμουνα εγώ. Έχω δυο άλλα αδέρφια. Μ αγαπούσαν τόσο πολύ που τι να σου πω. Εν πάση περιπτώσει, αποφάσισα και τους κάλεσα ένα βράδυ και τους λέω «άκου να δεις, εδώ προκύπτει κάποιο πρόβλημα και θέλω να σας ενημερώσω. Δεν θέλω να ρθούμε σε μια ρήξη σαν οικογένεια, να εκτεθούμε όπως πάρα πολλές που έχουμε δει, έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα, που πάνε και παντρεύονται εν αγνοία του πατέρα και της μάνας και μετά αρχίζανε να μη θέλει τη νύφη, να καταρούνται. Δεν θέλω τέτοια πράγματα, θέλω να πάμε σωστά, όπως πάνε οι σωστοί άνθρωποι κι οι σωστές οικογένειες. Θα ακούσω τη γνώμη σας, αλλά τον τελευταίο λόγο, θα τον έχω εγώ. Και αν είναι αντίθετος, οφείλετε να με ακολουθήσετε, διότι εγώ αναλαμβάνω τις ευθύνες των πράξεών μου και τη πορεία της ζωής μου. Εγώ είμαι ο υπεύθυνος, δεν θα στε εσείς. Διότι εάν υποτεθεί ότι εσείς θα με βάλετε και θα μου υποδείξετε ποια θα πάρω και το δεχτώ, εάν μεν πάει καλά η ζωή μου στην πορεία, καλά. Εάν όμως δεν μου πάει καλά και μου δημιουργηθούνε προβλήματα, καταλαβαίνετε τι ευθύνη έχετε απέναντί μου. Διότι εσείς με βάλατε. Εάν λοιπόν εγώ πάρω την απόφαση, που είναι και η ευθύνη επάνω μου, γιατί η ζωή μου ανήκει σε μένα, εγώ έχω και την ευθύνη. Εγώ λοιπόν πρέπει ν αποφασίσω κι εσείς οφείλετε να με ακολουθήσετε». Τότε λοιπόν άρχισε κι έκλαιγε ο μακαρίτης ο πατέρας μου κι η μάνα μου και μου λέει «παιδί μου, δεν σου χαλώ χατίρι, γιατί ξέρω ότι την αγαπάς». Και του λέω «δεν θέλω ούτε λεφτά, ούτε τίποτα. Δεν ήρθα να σας το πω γιατί είχα την ανάγκη να με βοηθήσετε». Γιατί έπρεπε να κάμω γάμο, γιατί έπρεπε να πάρω χρυσαφικά, γιατί έπρεπε να πάρω φορέματα, γιατί 9

έξοδα, γιατί γάμους, γιατί κέντρα, φαγητά. Δεν ήθελα να με βοηθήσει. «Εγώ ξέρετε ότι είμαι οικονομικά ανεξάρτητος, έχω να τα κάμω όλα, χωρίς να χω την ανάγκη την οικονομική. Αλλά έρχομαι και σας το λέω σαν σωστό παιδί, με μια σωστή οικογένεια. Να γνωρίζετε τι γίνεται και θέλω να πάμε με τον καλύτερο τρόπο, όπως παρακολουθώ και πάνε οι σωστές οικογένειες, οι σωστοί ανθρώποι. Δεν σας το λέω γιατί θέλω να με βοηθήσετε, αλλά πρέπει να γνωρίζετε, να μαστε συμφωνημένοι και να πάμε όπως πάνε οι σωστές οικογένειες κι οι σωστοί ανθρώποι». Και τότε άρχισε και κλαίγανε και πέσανε στα πόδια μου, μου λέει «παιδί μου, ξέρω ότι την αγαπάς, δεν σε εμποδίζω». «Δεν θέλω του λέω τίποτα μόνο την ευκή σου, την συγκατάθεσή σου και τη ευκή σας, τίποτα άλλο». Ερ. Αυτοί πώς σας βλέπανε που ήσασταν και επαγγελματίας μουσικός; Σας συμπαθούσανε; Απ. Ποιος, η μάνα μου, ο πατέρας μου; Ερ. Όχι, τα πεθερικά. Απ. Μ αγαπούσανε και τώρα ζει ο πεθερός μου, είναι ογδόντα τεσσάρων. Ερ. Πάντως, δεν τους κακοφάνηκε που ήσασταν και επαγγελματίας μουσικός; Απ. Μόλις αρραβωνιαστήκαμε εγώ σταμάτησα το Ερ. Γιατί; Απ. Ε, το σταμάτησα. Ερ. Δηλαδή, το θεωρούσατε ότι ήσαστε παρακατιανός, τώρα που έχετε οικογένεια δεν πρέπει να παίζετε; Απ. Όχι, κοπέλα μου να σου πω κάτι, να μιλήσω τώρα πιο Ερ. Εμείς έχουμε πολλά να σε ρωτήσουμε και μας ενδιαφέρει ότι έχει σχέση με τη μουσική. Απ. Αυτή η ερώτηση που μου κάνεις έχει, πώς να το εκφράσω Ερ. Ελεύθερα και αυθόρμητα να το εκφράσεις. 10

Απ. Λοιπόν. Η γυναίκα που πήρα, εγώ είχα τότε και νιάτα, πώς να το κάμουμε. Δεν είναι τώρα που είμαι εξήντα χρονών, αν με δεις σε φωτογραφίες, τότε θα καταλάβεις ποιος ήμουν. Ερ. Ναι, το βιολί γιατί το κόψατε; Απ. Από τη στιγμή που αρραβωνιάστηκα και έκαμα οικογένεια, η γυναίκα μου δεν ήθελε να κάνω το όργανο επάγγελμα. Τώρα γιατί, είναι ευνόητος ο λόγος. Ερ. Όχι, δεν είναι πες τον. Απ. Θέλετε να τον αναλύσω; Ερ. Ναι, σύντομα. Απ. Λοιπόν, να σας τον αναλύσω. Γιατί δεν ήθελε; Διότι εάν εγώ ασχολούμουνα με το βιολί, επαγγελματικά, θα με παίρναν τηλέφωνο «έλα στη Σητεία» γιατί κάναν τον τάδε γάμο «να ρθεις στη Σητεία». Ερ. Θα ξενυχτάγατε. Απ. Μπράβο. Θα πήγαινα στη Σητεία, θα πήγαινα στο Πισκοκέφαλο, δεν ξέρετε τα χωριά εδώ, γιατί είστε απ την Αθήνα, θα πήγαινα στον τάδε γάμο Ερ. Θα πίνατε Απ. Δεν είναι μόνο να πίναμε. Το να πίνεις αυτό είναι δεδομένο. Πας σ ένα γλέντι, σε μια αυτή θα πιεις. Εγώ δεν ήμουνα και πότης. Αλλά το θέμα είναι ότι ένας ο οποίος έχει ορισμένα προσόντα, τα οποία δεν τα διαθέτουν άλλοι, καταλαβαίνεις ότι έχει δεν τον αφήνουν οι γυναίκες. Πέφτουν οι γυναίκες πάρα πολύ. Λοιπόν εάν εγώ συνέχιζα αυτό το επάγγελμα, θα φτανα σ ένα σημείο, το οποίον θα διαλυούσα την οικογένεια. Για να μην φτάσω λοιπόν εκεί και να δημιουργήσω προβλήματα στο σπίτι μου μέσα, επειδή δεν είχα πρόθεση να διαλύσω οικογένεια, αλλά είχα πρόθεση να κάμω οικογένεια και έκαμα μια από τις, δεν πρέπει να το πω εγώ, αλλά αν ρωτήσετε και από όπου με ξέρει όλη η Σητεία, να μην πω όλη. Το ενενήντα τοις εκατό, έχω όνομα μεγάλο και όλα τα περίχωρα που γνωρίζουν εμένα. Έκαμα οικογένεια, 11

έχω δύο παιδιά, δυο γιους, τους σπούδασα. Ο ένας από το Γενικό Λύκειο σταμάτησε. Μου λέει «μπαμπά, εγώ δεν θέλω να πάω ούτε δάσκαλος, ούτε καθηγητής. Εγώ θα ιδιωτεύσω. Τώρα τι δουλειά θα κάνω, είναι δικό μου θέμα». «Εντάξει, να μη σε πιέσω, με το ζόρι θα σε πάω;» Ερ. Τα παιδιά σας ξέρουν μουσική; Τα μάθατε; Απ. Όχι, δυστυχώς, θα σ απαντήσω και γι αυτό. Ο άλλος μου γιος ήθελε να σπουδάσει, ήτανε και καλύτερος, εδώ που τα λέμε. Είχε μεγάλη κλίση στα γράμματα. Τον πήγα, τον σπούδασα, τον έκαμα γιατρό, οδοντίατρος κι έχει ανοίξει τώρα κι ένα χρόνο εδώ οδοντίατρος. Έκανα μια καλή σταδιοδρομία στη ζωή μου, έκανα οικονομικά, έκανα τουριστικά, σπίτια, μαγαζά, περιουσίες Ερ. Για να μη ξεφύγουμε από το θέμα όμως, είπατε σταματήσατε το βιολί γι αυτούς τους λόγους που αναφέρατε. Αυτοί οι λόγοι ήταν στη σκέψη της γυναίκας σας ή ήταν στη σκέψη τη δική σας; Απ. Να σας απαντήσω. Εγώ αν με αρωτήσεις, εγώ ήθελα να παίζω. Αυτό είναι ευκολονόητο. Να είμαι ειλικρινής, εγώ δεν ήθελα. Ερ. Αλλά ήταν για χατίρι της γυναίκας σας. Απ. Αλλά αναγκάστηκα, για να μην ρθω σε ρήξη, για να μην διαλύσω το σπίτι μου, αναγκάστηκα να το σταματήσω. Αλλά ο τρόπος ο οποίος μου απαιτούσε να σταματήσω το βιολί, ήξερα ποιος ήτανε ο λόγος. Ερ. Μέχρι σήμερα το έχετε σταματήσει; Απ. Ναι, από το εξήντα εφτά το χω σταματήσει. Ερ. Έχεις σταματήσει επαγγελματικά; Απ. Επαγγελματικά. Ερ. Πιο πριν, τι σκοπούς παίζατε; Τι θυμάστε ότι παιζότανε στα γλέντια; Απ. Έπαιζα πολλά, τώρα δεν τα θυμάμαι. Ερ. Όχι, ονομαστικά αν τα θυμάστε. Δηλαδή, παίζανε συρτό χανιώτικο, ρεθυμνιώτικο; 12

Απ. Όχι, εδώ παίζαμε μόνο το χανιώτικο ένα, μετά παίζαμε στειακό, κρητικό στειακό, παίζαμε ύστερα κοντυλιές πάρα πολλές, παίζαμε τραγούδια ευρωπαϊκά, ταγκό, παίζαμε φοξ, παίζαμε σλον, παίζαμε βαλς, όλα αυτά. Ερ. Θυμάστε να υπήρχαν κάποιοι σκοποί επώνυμοι, δηλαδή να λέγαν θα παίξουμε τώρα και την κοντυλιά του τάδε; Που την έβγαλε ο τάδε; Απ. Ναι, υπήρχανε, όχι πολλές. Ερ. Από ποιους θυμάστε; Απ. Τωρα εγώ έπαιζα πάρα πολλές, έπαιζα πολλά γυρίσματα από τον πατέρα μου. Ερ. Έβγαζε ο πατέρας σας σκοπούς; Απ. Δεν ξέρω αν τις έβγαζε αυτός, αν τους είχε μάθει μόνος του ή πού τις είχε ακούσει, δεν το γνωρίζω αυτό. Πάντως, αυτά που άκουγα εγώ κι έπαιζε από κει έπαιζα πολλά. Και έπαιζα και μια κοντυλιά του ρε, του λα, την παίζουν όλοι, αλλά αλλιώς την παίζει ο ένας. Ερ. Στους γάμους σας φωνάζανε να παίζετε; Απ. Βεβαίως. Ερ. Όχι στο τραπέζι. Στην εκκλησία, ή στο στόλισμα. Απ. Πηγαίναμε στο στόλισμα της νύφης και του γαμπρού βεβαίως. Ερ. Εκεί τι παίζατε; Κοντυλιές πάλι; Απ. Ναι, αλλά είναι ειδική κοντυλιά που παίζαμε. Ερ. Είναι σαν σκοπός της νύφης δηλαδή. Απ. Ναι σκοπό της νύφης. Ερ. Ένα σκοπό της νύφης παίζατε; Απ. Ένα. Ερ. Και στο στόλισμα του γαμπρού; Απ. Το ίδιο, τον ίδιο σκοπό. Ερ. Και την πηγαίνατε με τα όργανα στην εκκλησιά; Απ. Όχι, εμείς δεν το χουμε αυτό το συνήθειο. Ερ. Όταν λέτε εμείς; 13

Απ. Εδώ στο χωριό, εδώ στη Σητεία δεν είχαμε αυτή τη συνήθεια να τον πηγαίνουμε με τα όργανα στην εκκλησία. Εμείς πηγαίναμε και παίζαμε την Παρασκευή, που απλώνανε τα προυκιά. Ερ. Την Παρασκευή τα απλώνανε; Απ. Την Παρασκευή. Εάν κάνανε γάμο από την Κυριακή, πάντα Κυριακή κάνανε τον γάμο ή Σάββατο βράδυ. Τώρα κάνουν και Σάββατο, τότε κάναν Κυριακή. Και το Σαββάτο το βράδυ να γίνει ο γάμος, την Παρασκευή απλώναν τα προυκιά της νύφης, τα στολίζανε, τα δείχνανε και τότε καλούσαν τον οργανοπαίχτη και έπαιζε και τραγουδούσανε και λέγανε μαντινάδες για της νύφης τα προυκιά, για τα σεντόνια, για τα μαξιλάρια, για τα κιλίμια, πολλά και είχανε και μεζέδες και πίνανε. Ερ. Κοντυλιές λέγανε τότε; Απ. Κοντυλιές. Ερ. Ποιες περίπου; Απ. Όλες τις κοντυλιές. Ερ. Του Καλογερίδη παίζατε κοντυλιές; Απ. Κοίταξε να δεις, την έπαιζα αλλά δεν μπορούσα να την παίξω τέλεια όπως την έπαιζε ο Καλογερίδης. Ένα το κρατούμενο. Μετά που στολίζαν τη νύφη και το γαμπρό, πηγαίναμε ύστερα στο σπίτι, εκεί που τον στολίζανε και παίζαμε το σκοπό της νύφης που παίζουν όταν τη στολίζουνε, τον ίδιο σκοπό και στον γαμπρό, αλλά δεν μπορεί να παίζεις ένα σκοπό δυο, τρεις ώρες. Έπαιζες ένα σκοπό ένα τέταρτο, μετά παίζαμε κι άλλες κοντυλιές και τραγουδούσανε και του λέγανε μαντινιάδες του γαμπρού και της νύφης, ανάλογα. Ερ. Δηλαδή, και κοντυλιές και το σκοπό. Απ. Και σκοπό. Ερ. Πρώτα το σκοπό και μετά της κοντυλιές. Απ. Πρώτα παίζαμε το σκοπό της νύφης που στολίζεται και μετά άμα θελε σταματήσουμε παίζαμε ύστερα και κοντυλιές άλλες διάφορες κοντυλιές του λα, του ρε, του σι, ξέρω γω, πραχτικός είμαι, δεν είμαι του ωδείου. 14

Ερ. Τι άρεσε στον κόσμο ν ακούει σ ένα γλέντι; Ποια πράγματα; Απ. Εμάς τότε τους αρέσανε όλα και οι κοντυλιές και οι καντάδες που κάναμε τη νύχτα. Ερ. Όχι, σ ένα γλέντι ας πούμε τώρα; Απ. Σε γλέντι ήτανε χορός. Όταν λέμε γλέντι, γινότανε χορός. Οπότε οι χοροί ήτανε: ο κρητικός ο στειακός, ήτανε ο χανιώτης, ήταν ο καλαματιανός, ήτανε βαλς, ήτανε φοξ, ήτανε σλον. Ερ. Τι περιμένει ν ακούσει κάποιος για ν ανάψει το γλέντι; Απ. Δηλαδή, μερακλής μιλάμε τώρα, κοίταξε να δεις, καθένας έχει και ο στειακός, ο κρητικός ο στειακός, τότε που χορεύανε η νεολαία και οι γέροι χορεύανε πάρα πολύ στειακό. Ερ. Ποιος άνοιγε το χορό; Οι γέροι περισσότερο; Απ. Πάντα, οι ηλικιωμένοι, δηλαδή πενήντα, πενήντα πέντε, εξήντα ήτανε στο γλέντι μέσα. Ερ. Όχι, ποιος πήγαινε πρώτος. Υπήρχε κάποιος που έπρεπε ν ανοίξει το χορό; Απ. Όχι, δεν έχει σημασία όταν ήθελε ν αρχίξει το γλέντι, όποιος ήθελε να πάει μπροστά, να σηκώσει ντάμες, κοπέλες. Ερ. Μπορούσε ποτέ η γυναίκα ν ανοίξει το χορό; Απ. Όχι. Ερ. Πάντα ο άντρας; Απ. Πάντα. Ερ. Σηκωνόντουσαν μόνες τους να χορέψουνε ή έπρεπε να τις σηκώσει κάποιος καβαλιέρος; Απ. Τους καλούσες τις κοπέλες, τις ντάμες. Ερ. Μόνες τους δεν ζητούσανε; Απ. Όχι, την ντάμα πήγαινες την καλούσες από το καφενείο που γινόταν το γλέντι. Ερ. Δεν μιλάμε τόσο για ευρωπαϊκούς χορούς, όσο για παραδοσιακούς. 15

Απ. Για παραδοσιακό, για κρητικό. Μα και για ευρωπαϊκό και για ταγκό και βαλς. Ερ. Εκεί είναι αυτονόητο. Αλλά για κρητικά Απ. Για στειακό, για τα τοπικά, να χορέψεις τον κρητικό, τον καλαματιανό, το χανιώτικο, έπρεπε να πας να καλέσεις την ντάμα από κει που καθότανε. Ερ. Εσείς τα όργανα πού καθόσασταν; Απ. Στη μέση, πάντα στη μέση. Ερ. Τι σας συνόδευε συνήθως, κιθάρα; Απ. Κιθάρα πάντα. Ερ. Είχατε ένα συγκεκριμένο ή ερχόταν μόνος του κάποιος; Απ. Όχι είχαμε κάποιον που παιζε ακομπανιαμέντο, έπρεπε να ξέρει. Ερ. Είχατε πάντα αυτόν μαζί; Απ. Ασφαλώς. Ερ. Του δίνατε αμοιβή; Απ. Εγώ έπαιζα κι είχε μάθει ο αδερφός μου και με ακολουθούσε. Αλλά και μετά που παίζαμε επαγγελματικά που υπήρχαν και οι άλλοι οργανοπαίχτες, αρχίζαμε και παίζαμε μετά μαζί όλοι, δηλαδή, πηγαίναμε στο γάμο και πηγαίναμε και οι δυο οργανοπαίχτες και παίζαμε μαζί. Πότε έπαιζα εγώ βιολί και μου κρατούσε πάσο, πότε έπαιζα αυτός και του κρατούσα εγώ. Υπήρχανε και απέξω άλλοι οι οποίοι ξέρανε όχι όλα, ή να παίξει το ταγκό. Και έπαιζε και ξεκουραζόμασταν εμείς. Ερ. Και του δίνατε κάποιο μερίδιο; Απ. Όχι. Ερ. Η αμοιβή πώς μοιραζόταν τα χρήματα; Απ. Οι δύο οργανοπαίχτες τα μοιράζανε, αν κάποιος απέξω χωριανός, νεαρός ή παντρεμένος ή ελεύθερος, δεν έχει σημασία, κι ήξερε να παίξει κιθάρα να βοηθήσει στο γλέντι και να ξεκουράσει έναν, δεν ήπαιρνε χρήματα. Ερ. Δηλαδή, αυτοί που κάνανε ακομπανιαμέντο, που συνοδεύανε, παίρνανε αμοιβή; 16

Απ. Τώρα έχει επαγγελματοποιηθεί το όργανο και τώρα παίρνουνε αυτοί που παίζουνε πάσο διότι χωρίς πάσο δεν μπορείς να παίξεις. Αλλά είναι και επαγγελματίες πασαδόροι. Ερ. Ενώ παλιά δεν παίρνανε; Απ. Και αφετέρου σήμερα πληρώνονται σίγουρα, δηλαδή, για να πάει να παίξει σε μία δεξίωση, σ ένα γλέντι, σ ένα γάμο, σ ένα πανηγύρι, τώρα καλούν, του λένε «έλα να παίξεις, πόσο θες, εκατό, διακόσιες, τρακόσιες χιλιάδες» π. χ. Ερ. Δηλαδή, απ τον πατέρα σας, ο πατέρας σας έδινε στο νταούλι Απ. Όχι, όχι. Αν το θεωρούσε υποχρέωση, τον βοηθούσε. Βέβαια δεν του δινε χρήματα, αλλά μπορούσε να του τα δινε με άλλο τρόπο, δηλαδή, να του πάρει κανένα πακέτο τσιγάρα, να τον κεράσει, να τον κεράσει επανειλημμένως. Ερ. Δεν πληρώνανε σε είδος δηλαδή. Απ. Όχι. Τότε όχι. Ερ. Παλιότερα αυτό ίσως; Απ. Παλιότερα, ποτέ τότε. Α, σε είδος, παλιά ο πατέρας μου έπαιζε την κατοχή μέσα με είδος έπαιζε. Ερ. Δηλαδή, θα έρθεις να μου παίξεις στο γάμο και θα σου δώσω εγώ ένα τσουβάλι αλεύρι. Απ. Βεβαίως, ό,τι να ναι, στάρι, κουκιά, κριθάρι, δυο ψωμιά, τέσσερα ψωμιά, με είδος. Αφού τα λεφτά τότε είχανε ξευτελιστεί, βεβαίως με είδος, λάδι. Ερ. Αλλά αυτό στα χρόνια σας εξαλείφτηκε; Απ. Όχι. Ερ. Όταν παίζατε εσείς, παίζανε και λύρες, είχανε στο χωριό άλλοι λύρες και καθόντουσαν ν αλλάξετε; Απ. Όχι, λύρα δεν είχε τότε, δεν ήπαιζε άλλος λύρα εκεί. Ερ. Πιο παλιά θεωρείται τη λύρα απ το βιολί; 17

Απ. Πιο παλιό; Τι να σου πω, εδώ στη μεριά μας παιζότανε και τα δύο στη Σητεία και η λύρα και το βιολί, αλλά πάντα με τα τοπικά. Πάντα και η λύρα και το βιολί έπαιζε τα ίδια, δηλαδή τα τοπικά μας. Ερ. Τώρα παρατηρείτε κάποια διαφορά στα όργανα; Απ. Τώρα έχει ξεφύγει. Ερ. Τι επικρατεί σήμερα; Απ. Τώρα όλοι με τα ακούσματα που έχουν γίνει με τα άλλα διαμερίσματα της Κρήτης όπως είναι το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο που χει η λύρα κυριαρχήσει, το χουνε κάνει κύριο επάγγελμα, έχουν ανακατευτεί τα πράγματα και τ ακούσματα έχουνε μπασταρδέψει. Ερ. Πιστεύετε ότι σήμερα το βιολί υπερέχει της λύρας ή το αντίθετο στη Σητεία; Απ. Το βιολί στη Σητεία; Και εδώ, δυστυχώς, και το βιολί έχει χάσει, διότι δεν υπάρχουν οι ανθρώποι να το παίζουνε, αυτοί που παίζανε και ασχολούνταν με το όργανο. Όλοι έχουνε αποσυρθεί ή έχουνε ασχοληθεί με άλλες δουλειές, με άλλες φροντίδες και το χουνε εγκαταλείψει. Και γι αυτό έχει πάει έτσι. Ερ. Αληθεύει δηλαδή ότι φωνάζετε ανθρώπους από άλλες περιοχές της Κρήτης; Απ. Βεβαίως. Δεν υπάρχει επαγγελματίας εδώ με βιολί. Αλλά κι αυτοί που, έχουμε κάποιο Τσαντάκη από τη Δάφνη, ένα νεαρό παιδί, ο οποίος ασχολείται με το βιολί, δεν ξέρω αν έχει παίξει τώρα εδώ Ερ. Τσαντάκης Γεώργιος; Απ. Ναι. Το θέμα είναι ότι έχει πάρα πολύ ξεφύγει να παίζει βιολί ωραίο, έχει πάρα πολύ ξεφύγει από το τοπικό, το γνήσιο και το χει μπασταρδέψει, μάλλον περισσότερο παίζει ηρακλειώτικα, ρεθεμνιώτικα. Ερ. Γιατί γίνεται αυτό πιστεύετε; Απ. Με τα ακούσματα, κακώς βέβαια. Αλλά και αυτοί που παίζουνε μέσα το εβδομήντα τοις εκατό, να μη σου πω το ογδόντα πέντε, είναι ακούσματα της Σητείας, τα οποία τα παίζουνε στη λύρα. 18

Ερ. Πού μέσα εννοείς; Απ. Ηράκλειο μιλάω και Ρέθυμνο. Το ογδόντα τοις εκατό, να μη σου πω παραπάνω. Αυτοί παίζανε τον μαλεβιζιώτη, τον χανιώτικο, τώρα να τον παίξεις σε δυο, τρία μοτίβα διαφορετικά, ένα είναι και παίζανε και τη σούστα, τον πεντοζάλη τον παίζουμε κι εμείς εδώ. Είχαν τα ριζίτικα, τη σούστα, το μαλεβιζιώτη. Ερ. Ο μαλεβιζιώτης διαφέρει από τον στειακό; Απ. Διαφέρει ναι, λίγο βέβαια. Διαφέρει στο ζάλο. Ερ. Ως προς τη μουσική διαφέρει; Απ. Ελάχιστα. Έχει ένα άλλο ρυθμό αλλά όχι πολύ διαφορετικό. Ερ. Ανάμεσα στις επαρχίες εδώ του Λασιθιού, δηλαδή Ιεράπετρα, Σητεία, Μεραμπέλλο βρίσκεις ότι υπάρχουν διαφορές ως προς τη μουσική; Δηλαδή, παίζουν κοντυλιές όλοι, υπάρχουν διαφορές; Απ. Βεβαίως υπάρχουν και εδώ υπάρχουνε. Ερ. Δηλαδή, ακούγοντας μια κοντυλιά απ το ραδιόφωνο ή από ένα δίσκο, μπορείς να πεις αυτή είναι Μεραμπελιώτικη; Απ. Όχι, οι βασικές οι κοντυλιές είναι δεδομένες, οι βάσεις είναι οι ίδιες. Ερ. Όχι η κοντυλιά, το παίξιμο, δηλαδή μπορείς να πεις ότι αυτός που παίζει είναι Μεραμπελιώτης, να τον αναγνωρίσεις από το παίξιμο ότι είναι Μεραμπελιώτης ή Ιεραπετρίτης ή οτιδήποτε; Απ. Όχι, δεν μπορεί να το γνωρίσεις αυτό, αλλά μπορεί να γνωρίσεις ότι την ίδια κοντυλιά θα παίξει ένα άλλο γύρισμα, θα το παίξει διαφορετικά απ ό,τι το παίζω εγώ κι απ ό,τι το παίζει κι ο άλλος. Εδώ οι ίδιοι που παίζουμε στη Σητεία δεν παίζουμε όλοι τα ίδια. Διαφορετικά θα το παίξω εγώ, την ίδια κοντυλιά, διαφορετικά θα την παίξει ο άλλος, με άλλο γύρισμα, με άλλο τρόπο. Ερ. Επομένως, δεν διαφέρουν ουσιαστικά; Απ. Όχι, δεν διαφέρουνε. Εδώ Σητεία, Ιεράπετρα, μέχρι Άγιο Νικόλαο είχαμε παλιά και λύρα και βιολί, αλλά τ ακούσματα ήτανε περίπου τα ίδια, 19

άσχετο ότι έπαιζε άλλα γυρίσματα ο ένας, άλλα ο άλλος, κάτι καλύτερο, κάτι διαφορετικό ο άλλος. Αλλά πάντως στην ίδια βάση επάνω. Ερ. Την ίδια κοντυλιά εσείς από στιγμή σε στιγμή, από γλέντι σε γλέντι, την παίζατε με τον ίδιο τρόπο, με το ίδιο στόλισμα; Απ. Εξαρτάται, μπορούσες να παίζεις και κάτι παραπάνω και κάποιο γύρισμα παραπάνω ανάλογα με το κέφι και ανάλογα με την αυτή που έχεις και το ταλέντο. Ερ. Δηλαδή, ανάλογα με το ακροατήριο διαμορφώνατε το στόλισμα; Απ. Με το κέφι που θα χεις, με το πάθος που έχεις, διότι το όργανο το παίζει η ψυχή, δεν το παίζουνε τα χέρια. Τα χέρια είναι εντολές της ψυχής. Ερ. Είπες προηγουμένως γύρισμα, τι εννοείς όταν λες γύρισμα; Απ. Κοντυλιές. Ερ. Δηλαδή; Πώς το εννοείς το γύρισμα, τι κάνεις δηλαδή στο γύρισμα; Απ. Μια κοντυλιά για να την παίξουμε, δεν έχει ένα γύρισμα, έχει διάφορα γυρίσματα Ερ. Ως στολίδια; Απ. Όχι, στο μοτίβο, στον ήχο, στο ρυθμό, στην μουσική, δεν ξέρω να σας το εκφράσω. Ερ. Μπορείς να μας το τραγουδήσεις, να μας πεις με το στόμα μια κοντυλιά και να κάνεις ένα γύρισμα, έτσι να καταλάβω τι είναι το γύρισμα; Απ. Λοιπόν, πώς είναι το γύρισμα, δεν παίζεις μια κοντυλιά σε μια νότα όλη την κοντυλιά, όλη την ώρα. Πας και σε άλλες νότες, αυτό λέμε τώρα γύρισμα. Ερ. Μπορείς έτσι με το στόμα να μου πεις κάτι; Β. Πλευρά Ερ. Απ. Δεν εννοείτε δηλαδή τη μετάβαση απ το ένα μοτίβο στο άλλο; Όχι, η ίδια κοντυλιά έχει 20

Ερ. Πες μου να καταλάβω, εάν φύγεις από κει αλλάζεις τόνο δηλαδή; Απ. Όχι τόνο, αλλάζεις Ερ. Ας πούμε, παίζουμε την κοντυλιά του ντο και λέει (τραγουδά την κοντυλιά του ντο), και τελειώνει και λέει μετά (τραγουδά). Απ. Μπράβο, άλλο γύρισμα είναι αυτό. Ερ. Αυτό λες γύρισμα; Απ. Αυτό εννοώ εγώ γύρισμα. Ερ. Αυτό όμως πάει σε άλλο τόνο. Δηλαδή μια κοντυλιά έχει πολλά γυρίσματα; Απ. Φυσικά έχει. Ερ. Δηλαδή, έχει πολλούς τόνους μια κοντυλιά; Απ. Βεβαίως, έχει. Και αν θες να στο αποδείξω, θα παίξομε μία χωρίς μηχανήματα, θα ξεκινήσω να παίξω με μία κοντυλιά και θα ξεκινήσω από το άλφα γύρισμα και θα πάω στο γάμα, στην ίδια κοντυλιά. Αυτό εννοώ εγώ γύρισμα. Ερ. Δεν εννοείτε τη μετάβαση απ αυτό το ένα. Όχι σε άλλη κοντυλιά, αυτό που τραγούδησε τώρα, τραγούδησε δυο πράγματα, αυτήν την αλλαγή δεν την εννοείτε γύρισμα; Απ. Αυτό εννοώ γύρισμα. Ερ. Εννοείτε το ολόκληρο πράγμα που πάει στη λα μετά ότι είναι το άλλο γύρισμα; Δεν εννοείτε τη γέφυρα; Ερ. Εννοείς αλλαγή τόνου ή απλώς μία στροφή; Απ. Αλλαγή τόνου, αλλαγή μουσικής. Ερ. Μπορεί να ναι και στον ίδιο τόνο; Απ. Στον ίδιο τόνο, στην ίδια κοντυλιά, αλλά με άλλο γύρισμα. Γι αυτό ήφερα και παράδειγμα όταν έπαιζε τώρα του ντο την κοντυλιά μέσα και ενώ έπαιζε σ ένα μοτίβο αυτό μετά πήγε σε άλλο μοτίβο. Ερ. Που μπορεί να ναι και σ άλλο τόνο, μπορεί να ναι και στον ίδιο. Πάντως ακούγεται και διαφορετικά Απ. Ναι σε άλλο ήχο. 21

Ερ. Για τραγούδησέ το μας μια φορά και να μας πεις πιο είναι το γύρισμα; Απ. Θα σου το πω πριν το γράψουμε, θα παίξομε μία κοντυλιά και θα παίξω ένα γύρισμα, μετά θα πάω σε άλλο και τότε θα σου πω αυτό εννοώ εγώ ότι είναι γύρισμα. Ερ. Μια στιγμή τώρα, όταν λες κοντυλιά, εννοείς όλο αυτό το οποίο παίζεις ή αυτό που λες κοντυλιά του φα, ας πούμε, λες «θα παίξω κοντυλιά του φα τώρα», είναι μια κοντυλιά εκεί μέσα ή είναι πολλές κοντυλιές μέσα εκεί. Απ. Είναι η βάση, λέγεται φα, αλλά έχει πολλά γυρίσματα. Ερ. Άρα είναι πολλές κοντυλιές μέσα. Απ. Μπράβο. Ερ. Διαφορετικές κοντυλιές; Απ. Διαφορετικά. Αυτό εννοώ γύρισμα. Ερ. Ότι φεύγεις από μια κοντυλιά και πας σε μια άλλη κοντυλιά μέσα στο ίδιο παίξιμο; Απ. Στο ίδιο πλαίσιο, στην ίδια κοντυλιά, σαν βάση λέμε του ντο ή του φα, αλλά συνοδεύεται με δυο, τρία, τέσσερα γυρίσματα. Ερ. Περιέχει δηλαδή μικρές κοντυλιές; Απ. Μικρές κοντυλιές, μπράβο. Αυτά εννοώ γυρίσματα. Ερ. Έχεις ακούσει ποτέ τη λέξη δαχτυλιά; Απ. Ναι, βεβαίως. Ερ. Τι είναι δαχτυλιά; Απ. Δαχτυλιά σημαίνει, πώς το εννοώ τώρα εγώ, αυτό που λέμε κοντυλιά, γύρισμα. Ένα διαφορετικό γύρισμα, που παίζεις στην ίδια κοντυλιά μέσα, παίζει κάποιος ένα άλλο γυρισματάκι και λέει αυτή τη δαχτυλιά, παίζει μια άλλη δαχτυλιά. Παλαιά το λέγανε αυτό. Ερ. Ότι αλλάζουν τα δάχτυλα δηλαδή και ότι βγάζει άλλο σκοπό; Απ. Όχι, γύρισμα, άλλη κοντυλιά, άλλο μουσικό κομματάκι. Ερ. Δηλαδή δαχτυλιά και κοντυλιά σημαίνει το ίδιο πράγμα; 22

Απ. Δαχτυλιά και κοντυλιά. Τι να πω που ίσως δεν έχω τις απαιτούμενες γνώσεις. Ερ. Όχι, εσύ πώς το νιώθεις αυτό; Δαχτυλιά, κοντυλιά, γύρισμα είναι το ίδιο πράγμα, εννοείς το ίδιο πράγμα; Απ. Όχι, εγώ εννοώ το γύρισμα με τη δαχτυλιά είναι το ίδιο. Ξεκινά με μια κοντυλιά, ένα σκοπό, έχει το άλφα μοτίβο και το ξεκινούμε και το παίζομε. Εκεί μέσα έχει αυτό που λέω εγώ δυο ή τρία ή τέσσερα γυρίσματα διαφορετικά ή άλλοι τη λέγανε τότε παλιά έχει μια δαχτυλιά παραπάνω. Ερ. Να το πω εγώ πρακτικά να δω αν το κατάλαβα έτσι όπως το εννοείς. Ένα καλάμι, ένα μακρύ καλάμι, που το παίρνουμε, το κόβουμε έχει τους κονδύλους, όλο λοιπόν αυτό το καλάμι αποτελείται από κονδύλους. Μπορούμε να πούμε ότι το καλάμι όλο είναι η κοντυλιά και οι κόνδυλοι ανάμεσα είναι οι δαχτυλιές και τα γυρίσματα; Απ. Είναι ένα καλάμι αλλά χωρίζονται σε κομμάτια, γυρίσματα. Αυτό ακριβώς. Αποτελείται από κομμάτια γυρισμάτων, κοντυλιών. Κοντυλιές μέσα στη βασική κοντυλιά που ξεκινάμε να παίξουμε. Διαφορετικά γυρίσματα. Αυτό μπορώ να σας το διαπιστώσω παίζοντας μια κοντυλιά, διότι θα παίξω όχι εγώ, ο οποιοσδήποτε παίζει, θα ξεκινήσει θα παίζει μια κοντυλιά, αλλά θα δεις ότι θα παίξει δυο, τρία, τέσσερα γυρίσματα, τα λέω τώρα εγώ, διότι δεν ξέρω να τα εκφράσω διαφορετικά. Ερ. Το χουμε διαπιστώσει, απλώς ήθελα να μου το εξηγήσετε να καταλάβω εάν το εννοείτε έτσι. Απ. Έτσι το εννοώ εγώ. Διότι δεν έχω και τις γνώσεις, τις δυνατότητες που έχετε εσείς να σας το κάνω πιο λιανά. Ερ. Όχι, το κατάλαβα τι εννοείς. Τώρα τα ονόματα τ ακούγατε απ τον πατέρα σας, θα παίξω την κοντυλιά του σολ; Τα λεγε αυτά; Απ. Ναι, αυτά είναι βασικά. Ερ. Υπήρχαν από παλιά δηλαδή τα ονόματα. Απ. Από παλιά, ναι. Το σολ, το ρε. 23

Ερ. Και πριν απ τον Καλογερίδη; Απ. Δεν ξέρω, πριν απ τον Καλογερίδη δεν γνωρίζω, αλλά από τη στιγμή που ασχολήθηκα με το όργανο, έμαθα του ρε, του λα, του σολ, του ντο, του φα. Αυτά ήτανε βασικά τότε, υπήρχαν. Βέβαια, υπήρχαν και πολύ πιο μπροστά. Ήταν ο Καλογερίδης πολύ πιο μπροστά και άλλοι από παλιά υπήρχαν πολύ παλιά, ήταν βασικά πράγματα στη μουσική απάνω. Ερ. Κατά τη γνώμη σου ποιος είναι ο καλός μουσικός; Δηλαδή, αν γινόταν εδώ ένας διαγωνισμός κι ήταν δέκα βιολιτζήδες και παίζανε και παίζανε κοντυλιές όλοι, σε ποιων θα έλεγες, «αχ, αυτός είναι σπουδαίος»; Δηλαδή, τι θα πρόσεχες, τι θα ήταν εκείνο το οποίο θα σ εντυπωσίαζε και θα λεγες ότι αυτός είναι ο καλύτερος; Απ. Είναι η μουσική πρώτο-πρώτο, είναι το άκουσμα, για να σε συναρπάσει και να σε τραβήξει, πρέπει να παίζει γλυκά, πρέπει να παίζει στρωτά και να παίζει προπαντός ψυχικά. Δηλαδή, για ν αποδώσεις πρέπει να το παίζει η ψυχή. Διότι υπάρχουν οργανοπαίχτες, που παίζουνε, αλλά το παίζουνε ξερά. Δηλαδή, πιάνουν το βιολί ή τη λύρα παίζει, αλλά δεν το αισθάνεται. Το παίζει έτσι τυποποιημένα. Μάθανε και πατούνε το αυτό και βγάζεις εκεί ένα ήχο. Δεν βγάζει, όμως, τον κατάλληλο ήχο, τη γλύκα, αυτό που σε συναρπάζει, αυτό που σε ενθουσιάζει, δεν μπορεί να το βγάλει όπως ένας άλλος που παίζει πιο παθιασμένα, πιο ψυχικά και το παίζει και πιο τέλεια. Ερ. Πώς βγαίνει αυτή η ψυχούλα μέσα από κει απ το όργανο; Απ. Ε, η ψυχή παίζει για μένα. Ερ. Ναι, αλλά πώς μεταμορφώνεται σε πράξη; Απ. Από κει δίνει το μήνυμα στις κινήσεις, στα δάχτυλα και στο τόξο, στο χέρι με μια λέξη. Εγώ έτσι το αισθάνομαι. Άλλος μπορεί να το αισθάνεται διαφορετικά, να μη το βλέπει έτσι, να μη το καταλαβαίνει έτσι. Εγώ πάντως καταλαβαίνω έτσι, ανεξάρτητα αν τώρα τα χω χρόνια εγκαταλείψει και μπορεί να κάνω φάλτσα, δεν θυμάμαι ούτε το 24

Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. Ερ. Απ. τριάντα, το είκοσι, το εικοσιπέντε τα εκατό απ ό,τι ήπαιζα, δεν έχει σημασία. Ασφαλώς μπορώ να κρίνω, όταν ακούσω, πάρα πολύ, που ίσως πολύ λίγοι μπορούν να κρίνουν έτσι το σωστό όργανο, αν το παίξει σωστά ή λάθος ή αν παίζει γλυκά, αν παίζει ωραία ή όχι. Ανεξάρτητα από το ότι μπορεί να μην μπορώ να το παίξω εγώ, δεν έχει σημασία. Μπορώ, όμως, να κάνω την κριτική. Εκτός από αυτό, περίμενε ο κόσμος, όταν παίζατε, να κάνετε κάτι που τον συγκινούσε ιδιαίτερα; Δηλαδή είχατε παρατηρήσει κάποιο σκέρτσο του βιολιού, κάτι να κάνετε, που να άρεσε στον κόσμο; Ας πούμε, αυτά τα γυρίσματα, άμα αλλάζατε τόνο Ε, βέβαια, ενθουσιάζανε. Ή να το πάτε σε staccato, δηλαδή να παίζατε κοφτά κάτι ή να κάνετε γλυστρίματα, αυτά ενθουσιάζουν τον κόσμο; Όταν είναι σωστά. Ή να χτυπάς τη χορδή με το δάχτυλο. Πώς δεν τον ενθουσιάζει, όταν είναι σωστό κι είναι τέλειο και δεν κάνεις λάθος και δεν κάνεις φάλτσα βεβαίως τον ενθουσιάζει, αυτό είναι κάτι το ιδιαίτερο, αυτό είναι γεγονός. Αλλά συνήθως όταν παίζεις στρωτά, μιλάμε να παίζεις με χρόνο, αυτό είναι το βασικότερο πράγμα σ αυτόν που παίζει όργανο, να παίζει με χρόνο, όχι να παίζει τη μια ζόρικα, γρήγοραγρήγορα και μετά αυτό δεν είναι Και με ψυχή, βέβαια. Ναι, πρέπει να παίζεις στρωτά όργανο, ούτως ώστε να μπορείς είτε, αν χορεύεται ο χορός που παίζεις να παίζεται με χρόνο που να μπορεί ν αποδώσει, είτε κοντυλιές που τραγουδιούνται, να παίζονται με χρόνο, ο οποίος είναι ακουστικά όμορφες, ωραίες, να ενθουσιάζουνε τον θεατή που ακούει. Και ο τραγουδιστής που θα τραγουδάει, όταν παίζεις στρωτά, τραγουδάει ωραία, αν παίζεις ανώμαλα, νευρικά, γρήγορα, δεν μπορεί να σ ακολουθήσει ο τραγουδιστής. Θέλεις να παίζεις σ ένα μοτίβο, σ ένα σωστό χρόνο, για να ναι όμορφα. 25

Ερ. Πιστεύετε ότι γεννιέται ο καλός καλλιτέχνης ή γίνεται; Απ. Εγώ πιστεύω ότι πρέπει να χει κάποια κλίση αμέσως ο άνθρωπος, κάποιο ταλέντο. Ερ. Δηλαδή γεννιέται; Απ. Ναι, έτσι πιστεύω. Ερ. Δηλαδή πιστεύετε ότι ο Θεός δίνει σε κάποιον άνθρωπο το χάρισμα; Απ. Αυτά είναι χαρίσματα, είναι ταλέντα. Όχι μόνο στη μουσική, αλλά είναι σε κάθε επάγγελμα, σε κάθε τέχνη, στα γράμματα, στις επιστήμες, στις ανακαλύψεις, στα πάντα. Καθένας έχει ταλέντα, χαρίσματα, κλίση κάπου, έτσι πιστεύω εγώ. Διότι, αν αυτό που κάνεις το αγαπάς, το χεις μέσα σου, το κουβαλάς, το χεις στην ψυχή σου, στο σώμα σου και σ αρέσει, το αποδίδεις. Μπορεί να το καλλιεργήσεις και να το βάλεις και στον οποιοδήποτε άλλο. Δεν το αποδίδει, θα το αποδώσει ο άλλος που έχει κάποιο ταλέντο από τη φύση, γεννημένος, λέει «ξέρεις, αυτός είναι γεννημένος για το τάδε». Ερ. Τώρα εσείς, αποδίδετε το ίδιο όταν παίζετε με μικρόφωνο, με ενισχυτή το βιολί; Απ. Εγώ δεν έχω ασχοληθεί με ενισχυτάδες ποτέ μου. Ερ. Νομίζετε ότι το ευχαριστιόσαστε περισσότερο, δηλαδή τώρα, που σας γράψαμε, παίζετε καλύτερα όταν είστε σε ελεγχόμενο χώρο ή Απ. Παίζω καλύτερα άμα είναι να παίξω πραχτικά με παρέα σ ένα στενό χώρο, σ ένα σπίτι, σε μια μπαράντα, που ακούγεται και το όργανο να μην έχει φασαρία, να χω καλό πασαδόρο, να μια ευδιάθετος, θα παίξω. Ερ. Επαγγελματικά, δηλαδή, δεν παίζατε με ενισχυτή; Απ. Όχι, δεν έπαιξα. Ερ. Και ακουγόταν το βιολί; Ακουγόταν, ήταν μικροί οι χώροι. Απ. Μου χει μείνει μια συνήθεια, τότε παίζαμε, επειδή δεν υπήρχανε ενισχυτάδες και τέτοια πράγματα, αλλά παίζαμε στο γλέντι κι ερχόταν κόσμος πολύς, γινόταν φασαρία, φωνάζανε, γελούσανε, πίνανε και, για ν ακούγεται το όργανο, αναγκαζόμασταν να ανεβάζουμε τα όργανα ψηλά, 26

δηλαδή να τα κουρντίζουμε ψηλά, διότι αν τα κούρντιζες χαμηλά δεν ακουγότανε, διότι κάθεσαι στο καφενείο και παίζεις κει χάμω στη μέση, αλλά έχει εκατόν πενήντα άτομα διακόσια μέσα γύρω-γύρω φωνές, άλλος πίνει άλλος γελάει Ερ. Πως το κουρδίζατε, με το διαπασών; Απ. Όχι, το κουρδίζαμε ακουστικά, με το αυτί, πραχτικά. Αλλά από τότε μου χει μείνει αυτή η συνήθεια, για να παίζω βιολί το θέλω να είναι ψηλά, όχι υπέρογκα, αλλά εν πάση περιπτώσει ψηλά, να ακούγεται. Αν το χαμηλώσω, δεν μπορώ να το παίξω. Μπορώ να παίξω και χαμηλά, αλλά να ναι ησυχία, να μαστε δυο τρία άτομα, αλλά σε παρέες έχω συνηθίσει να το ανεβάζω ψηλά, για ν ακούγεται. Ερ. Πως βλέπετε το μέλλον της τοπικής μουσικής, εδώ στη Σητεία; Απ. Το μέλλον της τοπικής μουσικής το βλέπω τι να πω. Ερ. Αυτό που αισθάνεστε πείτε. Απ. Αυτό που αισθάνομαι ότι θα εξαλείψει, θα σβήσει και ήδη έχει σβήσει. Διότι, βλέπεις δεν υπάρχουν άτομα, νέα παιδιά ν ασχοληθούνε, να μάθουνε, δεν έχουν το ενδιαφέρον Ερ. Δηλαδή πιστεύετε ότι δεν υπάρχουν άτομα ή τα άτομα αυτά που υπάρχουνε δεν έχουν τη διάθεση να συνεχίσουνε; Απ. Όχι, δεν είναι ότι δεν έχουνε τη διάθεση, Δε δίνονται τα ερεθίσματα. Ερ. Δεν έχει ο άλλος μέσα του κάτι να τον τραβήξει. Απ. Δε δίνονται τα ερεθίσματα από εμάς, διότι, από τη στιγμή που σταμάτησαν να γίνονται τα γλέντια τα τοπικά, οι παρέες, οι χοροί, με τον παραδοσιακό τρόπο που γινότανε, που αναγκαστικά ερχότανε στα παιδιά Ερ. Δεν έχει τα βιώματα, δηλαδή ο νέος. Απ. Ναι, δεν έχει τα βιώματα. Ερχότανε τα παιδιά, ακούγανε, μαθαίνανε, μπαίνανε στο γλέντι, μαθαίναν να τραγουδούνε, μαθαίναν να χορεύουνε, προσαρμοζότανε με αυτόν τον τρόπο διασκέδασης. Σήμερα, επειδής έχει αλλάξει ο τρόπος ζωής, ο τρόπος διασκέδασης, έχουνε στραφεί σε άλλος 27

τρόπους διασκέδασης και γι αυτό φθείρονται καθημερινά τα τοπικά, τα ωραία, τα γνήσια, τα αγνά, γι αυτό έχουνε φθαρεί και φθάσανε στο σημείο που φθάσανε. 28