ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ

Σχετικά έγγραφα
6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O O2

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

ΥΠΟΕΡΓΟ 6 Αξιοποίηση βιοχημικών δεδομένων υποδομής Αξιολόγηση κλιματικών και βιογεωχημικών μοντέλων. Πανεπιστήμιο Κρήτης - Τμήμα Χημείας

ΑΛΛΑΓΏΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΙΑ

Κωνσταντίνος Στεφανίδης

5. κλίμα. Οι στέπες είναι ξηροί λειμώνες με ετήσιο εύρος θερμοκρασιών το καλοκαίρι μέχρι 40 C και το χειμώνα κάτω από -40 C

Και οι τρεις ύφαλοι βρίσκονται κοντά στην ακτογραμμή. Τα βάθη κυμαίνονται από 31 έως 35 m για τους Τ.Υ. Ιερισσού και Πρέβεζας και 20 έως 30 m για τον

Η σημασία του θείου για τους υδρόβιους οργανισμούς?

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

Εφαρμογή Ολοκληρωμένου Προγράμματος Παρακολούθησης Θαλασσίων Υδάτων στο πλαίσιο υλοποίησης της Ευρωπαϊκής οδηγίας για τη θαλάσσια στρατηγική

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

1. Το φαινόµενο El Niño

ΡΥΠΑΝΣΗ. Ρύποι. Αντίδραση βιολογικών συστημάτων σε παράγοντες αύξησης


ΕΠΑΝ II, KOYΠΟΝΙΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Κωδικός Αριθμός Κουπονιού:

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Πρόλογος Οργανισμοί...15

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Μ.Δασενάκης ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΗΜΕΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΟΝ ΜΑΛΙΑΚΟ ΚΟΛΠΟ. Αν. Καθηγητης Μ.Δασενακης. Δρ Θ.Καστριτης Ε.Ρουσελάκη

ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Εφαρμογή μοντέλων MERAMOD και ΜΟΜ στις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας της ευρύτερης περιοχής

ΦΑΣΗ 5. Ανάλυση αποτελεσμάτων αλιευτικής και περιβαλλοντικής έρευνας- Διαχειριστικές προτάσεις ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ

Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Τμήμα Τεχνολόγων Περιβάλλοντος Κατεύθυνση Τεχνολογιών Φυσικού Περιβάλλοντος. ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

Θαλάσσια ιζήματα_2. (συνέχεια...)

Οργάνωση και λειτουργίες του οικοσυστήματος Ο ρόλος της ενέργειας. Κεφάλαιο 2.2

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 8: Οικοσυστήματα (II)

ιαχείριση Υδατικών Οικοσυστηµάτων: Μεταβατικά ύδατα ρ. Παναγιώτης ΠΑΝΑΓΙΩΤΙ ΗΣ /ντης Ερευνών Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ. Το σύνολο των μετασχηματισμών βιολογικής ή χημικής φύσης που λαμβάνουν χώρα κατά την ανακύκλωση ορισμένων στοιχείων

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Εξάτμιση και Διαπνοή

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ

«το νερό δεν αποτελεί ένα απλό εμπορικό προϊόν όπως οποιοδήποτε άλλο, αλλά, είναι μια κληρονομιά που πρέπει να προστατευθεί...»

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.

Εργασία στο μάθημα: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥΣ. Θέμα: ΕΥΤΡΟΦΙΣΜΟΣ

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΩΝ

Συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας του θαλασσίου περιβάλλοντος στη θέση Βούδια, Ν. Μήλου, για τα έτη

Ασκηση 10 η : «ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ» Φυσικές ιδιότητες θαλασσινού νερού Θερμοκρασία Αλατότητα Πυκνότητα Διαγράμματα Τ-S

ιαχείριση υδατικών οικοσυστηµάτων: η περίπτωση του Σαρωνικού κόλπου Π. Παναγιωτίδης, ΕΛΚΕΘΕ

Επιδράση των υδατοκαλλιεργειών στο περιβάλλον

Η οδηγία για τα νερά κολύμβησης και η επίδραση της μυδοκαλλιέργειας στην ποιότητα νερών του Θερμαϊκού κόλπου (Βόρειο. Αιγαίο)

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Περιβαλλοντικά Συστήματα Ενότητα 7: Οικοσυστήματα (I)

Συστηματική παρακολούθηση της ποιότητας του θαλασσίου περιβάλλοντος στη θέση Τσιγκράδο, Ν. Μήλου, για τα έτη

ΜΑΘΗΜΑ: Γενική Οικολογία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. Οδηγίας της Επιτροπής

Β) ΜΕΡΟΠΛΑΓΚΤΟ. 1) ΠΡΟΝΥΜΦΕΣ ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΩΝ : περιλαμβάνει δύο κύριες κατηγορίες :

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. 1. Ποια από τις παρακάτω ενώσεις αποτελεί πρωτογενή ρύπο; α. το DDT β. το νιτρικό υπεροξυακετύλιο γ. το όζον δ.

Άνθρωπος και Περιβάλλον

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ

Βιολογία Γενικής Παιδείας Κεφάλαιο 2 ο : Άνθρωπος και Περιβάλλον

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

Χρυσάνθη Αντωνιάδου & Χαρίτων Σ. Χιντήρογλου Τομέας Ζωολογίας Τμήμα Βιολογίας ΑΠΘ Με την ευγενική συμβολή της Msc. Δήμητρα Λήδας Ράμμου

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

ΦΩΤΟΣΥΝΘΕΣΗ. Αυτότροφοι και ετερότροφοι οργανισμοί. Καρβουντζή Ηλιάνα Βιολόγος

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ: ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2011 Προς: Σύλλογο Φίλων Πηνειού και του Παραποτάμιου Πολιτισμού του Υπόψη Δ.Σ.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗΣ. ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ - Σχολική χρονιά

(LIFE00/GR/NAT/7242) Χημική ανάλυση ιζήματος από θέσεις περιφερειακά της λίμνης Χειμαδίτιδας Ν. Φλώρινας. Γεωπόνος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

Ανακρίνοντας το Θαλασσινό Νερό Μέτρηση της αλατότητας στην περιοχή της Αττικής (Σαρωνικός κόλπος, Αιγαίο Πέλαγος, Μεσόγειος Θάλασσα)

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΘΕΜΑ 1 Ο ΜΑΘΗΜΑ / ΤΑΞΗ : ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΕΙΡΑ: ΘΕΡΙΝΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 12/01/2014

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ

Προστατευόμενεςπεριοχέςως εργαλεία διατήρησης και διαχείρισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος

«Βελτίωση της γνώσης σχετικά με τον καθορισμό της ελάχιστα

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

Θρεπτικά συστατικά στο θαλάσσιο οικοσύστημα 51. Πηγή: Raven, Berg & Johnson, 1993, σ.486.

Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΚΟΚΚΙΝΩΝ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΠΟΝ ΥΛΑ ΣΤΗ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ. Αναστάσιος Λεγάκις

Newsletter ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ CONDENSE: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΚΟΠΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΣΙΓΑΡΟ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ

Τελική Αναφορά της Κατάστασης Διατήρησης της Μεσογειακής Φώκιας Monachus monachus στη Νήσο Γυάρο Περίληψη

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ ΣΤΗΝ ΧΩΡΑ ΜΑΣ. ΟΜΑΔΑ 1 Κορμπάκη Δέσποινα Κολακλίδη Ναταλία Ζαχαροπούλου Φιλιππούλα Θανοπούλου Ιωαννά

GEOCHEMISTRY OF MAJOR AND MINOR ELEMENTS FROM SURFACE SEDIMENTS OF LAKONIKOS GULF, GREECE

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της. απόφασης της Επιτροπής

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ

Θεωρίες της Εξέλιξης

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Βύρων Μωραΐτης, Φυσικός MSc.

Προσδιορισμός φυσικοχημικών παραμέτρων υγρών αποβλήτων και υδάτων

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ Πτυχιακή Εργασία «Μελέτη της Μακροβενθικής Πανίδας των Βαθιών Νερών της Υφαλοκρηπίδας της Κρήτης, στο Κρητικό Πέλαγος (Ν. Αιγαίο).» Παξιμαδά Νίκη ΜΥΤΙΛΗΝΗ 2007

Επιβλέποντες καθηγητές: Δρόσος Κουτσούμπας (Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου) Αναστάσιος Τσελεπίδης (Ερευνητής Α, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.) - 2 -

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Με την ευκαιρία της συγγραφής της παρούσας πτυχιακής εργασίας θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε όλους όσους βοήθησαν στην διεκπεραίωσή της. Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον επιβλέποντα καθηγητή Δ. Κουτσούμπα για την πολύτιμη βοήθεια και συμπαράσταση καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης της εργασίας αυτής. Η πτυχιακή αυτή εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας, στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., Παράρτημα Κρήτης). Έτσι, θα ήθελα να εκφράσω ολόψυχα τις ευχαριστίες μου στους ερευνητές Α. Τσελεπίδη, Δ. Ποδάρα, Ν. Λαμπαδαρίου και W. Πλαϊτη για την πολύτιμη βοήθεια τους, τη συνεχή επίβλεψη και καθοδήγηση τους και τις γνώσεις που μου παρείχαν. Παράλληλα θα ήθελα να ευχαριστήσω και το πλήρωμα του Ε/Σ ΦΙΛΙΑ. Επίσης, ευχαριστώ θερμά τον Χ. Δημητριάδη για την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια στη συγγραφή της εργασίας αυτής, καθώς και τον Γ. Χατζηγεωργίου από το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε για την πολύτιμη συμβολή του στην καταμέτρηση των Πολυχαίτων. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, κάτι που θεωρώ μηδαμινό μπροστά σε αυτά που μου έχουν προσφέρει, στους γονείς μου, Παντελή και Εύα και στον αδερφό μου Σταύρο, που ήταν και είναι δίπλα μου σε κάθε στιγμή της ζωής μου. Ευχαριστώ το Μάκη, το Σταύρο, το Δημήτρη, τη Χριστίνα και τη Μαριαλένα για την υπομονή, την στήριξη και τις αξέχαστες στιγμές που περάσαμε τόσα χρόνια μαζί. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους καθηγητές του τμήματος Μπατζάκα Ι. και Ζερβάκη Β., που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην επιτροπή αξιολόγησης της εργασίας αυτής. - 3 -

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - 4 - ΠΕΡΙΛΗΨΗ - 5-1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ - 6-1.1 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΒΑΘΙΑΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ - 6-1.1.1. Μεσοπελαγική Ζώνη - 10-1.2 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΒΑΘΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ - 12-1.3 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΒΑΘΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ - 17-1.4 ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ - 20-2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ - 21-2.1 ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ - 21-2.1.1 Η Κρήτη - 21-2.1.2 Ο κόλπος του Ηρακλείου - 21-2.2 ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΗΣ ΤΥΠΟΥ MULTICORER - 22-2.3 ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ - 24-2.3.1 Περιοχή Μελέτης & Σταθμοί Δειγματοληψίας - 24-2.3.2 Διαλογή Μακροβενθικών Οργανισμών - 26-2.3.3 Χρώση των Βενθικών Οργανισμών - 26-2.3.4 Επεξεργασία δειγμάτων & Διαλογή Οργανισμών - 26-2.3.5 Μέτρηση Αφθονίας & Βιομάζας - 27-3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - 28-3.1 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΦΘΟΝΙΑΣ - ΒΙΟΜΑΖΑΣ - 28-3.2 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΔΩΝ - 58-3.2.1.ΜΑΛΑΚΙΑ - 58-3.2.1.1 Βιολογικά, Ζωογεωγραφικά και Οικολογικά χαρακτηριστικά της Ταξοκοινωνίας των Μαλακίων - 68-3.2.2.ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΗ - 71-4. ΣΥΖΗΤΗΣΗ - 78-5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - 82-6. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - 83 - - 4 -

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Οι γνώσεις μας για την βιοποικιλότητα των βενθικών οργανισμών της βαθιάς θάλασσας είναι ελάχιστες (για παράδειγμα: Fredj & Laubier 1985; Etter & Grassle 1992; Danovaro et al. 2000b; Tselepides & Eleftheriou 1992; Danovaro et al. 1999, 2000). Η δομή του μακροβένθους της βαθιάς θάλασσας εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα τροφής, το μέγεθος μορίων του ιζήματος καθώς και τις γενικές περιβαλλοντικές συνθήκες (Rex 1981; Peres 1982; Carney et al. 1983; Gage & Tyler 1991; Blake & Grassle 1994; Blake & Hilbig 1994). Η Μεσόγειος είναι μια ολιγοτροφική θάλασσα, φτωχή σε θρεπτικά συστατικά και µε μικρό αριθμό ατόμων, αλλά από ποιοτικής άποψης (αριθμό ειδών), θεωρείται από τις πλέον πλούσιες θάλασσες. Η πλειοψηφία των οργανισμών της βαθιάς Μεσογείου είναι ουσιαστικά άγνωστη. Παρόλα αυτά, με την ίδρυση του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης, ένας αριθμός από βενθικές μελέτες εμφανίστηκαν τα τελευταία 12 χρόνια (Τσελεπίδης 1992; Τσελεπίδης & Ελευθερίου 1992; Κουτσούμπας κ.α. 1992. 2000; Τσελεπίδης 1994; Καρακάσης & Ελευθερίου 1997; Ελευθερίου κ.α. 1996; Τσελεπίδης κ.α. 2000), συμβάλλοντας με σημαντικές πληροφορίες στην γνώση των βενθικών οργανισμών. Για τη συλλογή δειγμάτων μακροβενθικής πανίδας στα βαθιά νερά της υφαλοκρηπίδας της Κρήτης, έγιναν δύο εποχικές δειγματοληψίες (Μάιος και Δεκέμβριος 2006) στο Κρητικό Πέλαγος, με δειγματολήπτη τύπου multicorer. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν να βρεθούν κυρίως οι διαφορές μεταξύ των διαφορετικών βαθών (200m, 510m και 980m) καθώς επίσης και οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των 5 πρώτων επιφανειακών εκατοστών του ιζήματος και των επόμενων 5 μέσα σε αυτό. Παράλληλα έγινε μια προσπάθεια σύγκρισης μεταξύ των δειγματοληπτών τύπου box-corer (πρόγραμμα CINCS) και multicorer. Από την επεξεργασία των δειγμάτων μακροβένθους που μελετήθηκαν φάνηκε ότι κυρίαρχη ταξινομική ομάδα σε όλα τα βάθη καθώς και σε ολόκληρη της στήλη ιζήματος, ήταν αυτή των Πολυχαίτων. Γενικότερα η αφθονία και βιομάζα μειωνόταν δραματικά με το βάθος, ενώ η ποικιλότητα ήταν εμφανώς μεγαλύτερη στα επιφανειακά ιζήματα (0-5cm). Οργανισμοί άλλων ταξινομικών ομάδων σχεδόν δεν απαντήθηκαν στα υπόλοιπα πέντε εκατοστά ιζήματος. - 5 -

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ ΒΑΘΙΑΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ Οι γνώσεις μας για την βιοποικιλότητα των βενθικών οργανισμών της βαθιάς θάλασσας είναι ελάχιστες και προέρχονται κυρίως από μελέτες της μακροπανίδας. Πρόσφατες ερευνητικές προσπάθειες αποκάλυψαν μια απρόσμενη πολυπλοκότητα στη δομή της πανιδικής σύνθεσης που κατά κύριο λόγο διαμορφώνεται από τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες. Η μακροπανίδα των βαθέων υδάτων αποτελείται από ζώα μεγέθους από 500 μm έως 2cm περίπου. Οι οργανισμοί που απαρτίζουν τις μακροπανιδικές συνευρέσεις των βαθιών ιζημάτων αποτελούνται κυρίως από Πολύχαιτα (Δακτυλιοσκώλικες), Καρκινοειδή (π.χ. Cumacea, Tanaidacea, Amphipoda, Isopoda) και Μαλάκια (π.χ. Gastropoda, Bivalvia, Scaphopoda) (Gage & Tyler 1991). Αρκετές μελέτες (π.χ., Petersen 1913; Sanders 1968; Rhoads 1974; Gray 1981) έδειξαν ότι η δομή και η σύνθεση των κοινοτήτων μαλακού υποστρώματος παρουσιάζει σημαντική συσχέτιση με τα χαρακτηριστικά του ιζήματος, αλλά η εξήγηση για τη σχέση αυτή παραμένει υπό αμφισβήτηση (Snelgrove & Butman 1994). Επίσης, ο ρόλος του μεγέθους των κόκκων του ιζήματος στη σύνθεση και την κατανομή των μακροβενθικών κοινοτήτων της βαθιάς θάλασσας και η ευαισθησία των βαθιών ειδών στις μικρές διαφορές του μεγέθους του ιζήματος αναφέρθηκε από τους Etter & Grassle (1992). Είναι αρκετά εμφανές, ωστόσο, ότι ο χημικός και φυσικός χαρακτήρας των ιζημάτων είναι αποτέλεσμα των γενικών περιβαλλοντικών συνθηκών. Αναλύσεις δείχνουν ότι ένας από τους συνηθισμένους παράγοντες που επηρεάζει την κατανομή και τη δομή - 6 -

των πληθυσμών σχετίζεται με τη φύση και την προέλευση των ιζημάτων και ιδιαίτερα: την κατανομή του μεγέθους των κόκκων τη γεω-χημική σύνθεση τον τρόπο μεταφοράς και ιζηματογένεσης (Etter & Grassle 1992). Πρόσφατες έρευνες στη Βόρεια Θάλασσα, ακόμη, έδειξαν ότι η ποιότητα του οργανικού υλικού που κατακάθεται στον πυθμένα δομεί τις μακροπανιδικές κοινότητες (Dauwe et al. 1998; Wieking 2002). Η ποιότητα και η ποσότητα του οργανικού υλικού που καταβυθίζεται και φτάνει στον πυθμένα της βαθιάς θάλασσας επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες, συμπεριλαμβάνοντας: o την πρωτογενή παραγωγή, o το ρυθμό καταβύθισης του φυτοπλαγκτού, o το ρυθμό αύξησης του ζωοπλαγκτού, o το ύψος της υδάτινης στήλης, o το βάθος του μικτού στρώματος και της απόστασης από την ξηρά και o τις πηγές εισερχόμενου υλικού (Pace, Glasser & Pomeroy 1984; Wassman 1984). Οι παράγοντες αυτοί μπορούν να έχουν μια άμεση ή έμμεση επίδραση στην κατανομή των πληθυσμών. Σε αντίθεση με αυτό, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που διέπουν τη σύνθεση των ιζημάτων ρυθμίζουν άλλους παράγοντες, και ειδικότερα τον τροφικό ανεφοδιασμό. Η κατανομή των κυριότερων τροφικών ομάδων των ασπόνδυλων του βυθού εξαρτάται από την διαθεσιμότητα των πηγών τροφής, οι οποίες πηγές εξαρτώνται από το προφίλ του βυθού και το βαθμό του ευτροφισμού της υπερκείμενης υδάτινης στήλης (Peres 1982). Έτσι, η δομή της μακροπανίδας εξαρτάται από τα τροφικά μοντέλα των - 7 -

νηκτονικών ειδών, τα οποία με τη σειρά τους καθορίζουν την ποσότητα αλλά και την ποιότητα της διαθέσιμης τροφής που καταλήγει στα βαθιά ιζήματα. Υψηλά ποσά φρέσκου οργανικού υλικού καταλήγουν σε είδη που τρέφονται στην επιφάνεια του ιζήματος ή στο όριο του βενθικού στρώματος, ενώ χαμηλή οργανική ουσία ενισχύει τους κάτω από την επιφάνεια ιζηματοφάγους οργανισμούς και τους θηρευτές. Παράλληλα, η αφθονία και η βιομάζα της μακροπανίδας διαφέρει εποχικά εξαιτίας της εποχικής διαφοράς στην διαθεσιμότητα της τροφής, η οποία μπορεί δύσκολα να ανιχνευτεί αφού τα χρονικά διαστήματα που εισέρχεται τροφή στη βαθιά θάλασσα είναι μεγάλα (Danovaro et al. 2000b). Επίσης, έρευνες από τους Rex (1981), Peres (1982), Carney et al. (1983), Gage & Tyler (1991), Blake & Grassle (1994), Blake & Hilbig (1994) δείχνουν ότι οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν την κατανομή των ειδών μπορεί να είναι: φυσικής προέλευσης o θερμοκρασία o πίεση o προμήθειες θρεπτικών μορίων που ελέγχουν την κατανομή του μεγέθους των κόκκων o γεωχημικά χαρακτηριστικά o διαθεσιμότητα τροφής στα ιζήματα o ρεύματα που ευνοούν τη διασπορά των λαρβών βιολογικής προέλευσης o τακτικές ζωής o ανταγωνισμός ειδών o θήρευση o τροφικές στρατηγικές διαβίωσης. - 8 -

Ενώ όσον αφορά την ποικιλομορφία σε τοπική κλίμακα, σύμφωνα με έρευνες που έγιναν, δύο ήταν τα συμπεράσματα : Πρώτον, το οικοσύστημα της βαθιάς θάλασσας, όπου η τοπική ποικιλομορφία των ειδών είναι υψηλή, έχει επίσης υψηλή βιοποικιλότητα σε επίπεδο τοπίου. Η υψηλή ποικιλομορφία είναι συνδεδεμένη με το περιβάλλον και την αλλαγή βιοτόπου. Δεύτερον, εκεί εμφανίζονται πολλαπλάσιες δυνάμεις που διαμορφώνουν τους τύπους ποικιλότητας σε τοπική κλίμακα. Η απόκλιση σε ποικιλία των ειδών σχετίζεται με: 1. τη μεγάλης κλίμακας απόκλιση στο μέγεθος των κόκκων του ιζήματος, 2. την εισροή θρεπτικών, 3. την παραγωγή, 4. τη διαθεσιμότητα σε οξυγόνο, 5. τις υδρολογικές συνθήκες και 6. τα καταστροφικά γεγονότα. Αν και είναι διαθέσιμα αρκετά μεγάλα σύνολα στοιχείων σχετικά με τη σύνθεση των κοινοτήτων της βαθιάς θάλασσας, ωστόσο στοιχεία σχετικά με την ταξινομία και τη γεωγραφική κάλυψη είναι πολύ περιορισμένα κι αυτό γιατί οι μεγαλύτερες έρευνες για ποικιλομορφία των ειδών της βαθιάς θάλασσας έχουν γίνει στον Ατλαντικό. - 9 -

1.1.1. Μεσοπελαγική Ζώνη Η Μεσοπελαγική ζώνη είναι ένας κόσμος στον οποίο κυριαρχεί το λυκόφως. Το λιγοστό φως κατά τη διάρκεια της ημέρας είναι αρκετό για την όραση, στο ανώτερο τμήμα της ζώνης αυτής, αλλά όχι αρκετό για να υποστηρίξει την ύπαρξη φυτοπλαγκτού ή άλλων φυτικών οργανισμών. Φυσικά, καθώς αυξάνει το βάθος η θάλασσα γίνεται σκοτεινότερη. Τελικά, σε ένα βάθος 1000 m δεν υπάρχει καθόλου φως. Η απουσία φωτός καθορίζει το κάτω όριο της Μεσοπελαγικής ζώνης, η οποία εκτείνεται από τα 200 m μέχρι τα 1000 m βάθος περίπου. Εξαιτίας της εξάρτησης για τροφή από την επιφανειακή παραγωγή, η ζωή είναι πολύ λιγότερο άφθονη στη βαθιά θάλασσα, σε σύγκριση με το εύφωτο επιφανειακό στρώμα. Τα περισσότερα μερίδια τροφής τρώγονται πριν βυθιστούν σε βαθύτερα νερά. Με τη μείωση της τροφικής παροχής, οι οργανισμοί γίνονται όλο και πιο σπάνιοι στα μεγαλύτερα βάθη. Υπάρχουν, σε γενικές γραμμές, 5 έως 10 φορές λιγότεροι οργανισμοί στα 500 m για παράδειγμα, από ότι στην επιφάνεια και ίσως 10 φορές επιπλέον λιγότεροι στα 4000 m (Castro & Huber 1992). Με εξαίρεση τις υδροθερμικές πηγές, τα βαθιά θαλάσσια βενθικά οικοσυστήματα εξαρτώνται, για τη διατήρηση τους, από τη «βροχή» σωματιδίων οργανικού υλικού, το οποίο παράγεται στην εύφωτη ζώνη. Κατά την κατάδυση τους διαμέσου της στήλης του νερού, τα σωματίδια που βυθίζονται, υποβάλλονται σε μια προοδευτική υποβάθμιση, η οποία μειώνει την ποιότητα και την ποσότητα του οργανικού υλικού που φτάνει στο βαθύ θαλάσσιο υπόστρωμα. Μόνο 1-3% του οργανικού άνθρακα που προκύπτει από τη φωτοσύνθεση στην εύφωτη ζώνη εξάγεται στις βαθιές θάλασσες (Gage J. & Tyler P. 1991). Αυτά τα σωματίδια προέρχονται κυρίως από νεκρό φυτοπλαγκτόν, ζωοπλαγκτόν και άλλα θαλάσσιας και χερσαίας προέλευσης υλικά. Όταν το οργανικό υλικό φτάσει στην επιφάνεια των ιζημάτων υποβαθμίζεται σε σύνθετους - 10 -

βιοτικούς και αβιοτικούς σχηματισμούς, οι οποίοι μεταμορφώνουν τη χημική σύνθεση και την θρεπτική αξία του υλικού αυτού. Το οργανικό υλικό συνθέτεται από ζάχαρα, λιπίδια και πρωτεΐνες καθώς και από χουμικά οξέα και δομημένους υδρογονάνθρακες, συνδεδεμένα σε διάφορες αναλογίες. Οι πρωτεΐνες είναι τα μόρια κλειδί στις θρεπτικές απαιτήσεις όλων των βενθικών καταναλωτών. Στα βαθιά θαλάσσια ιζήματα, οι πρωτεΐνες παρουσιάζονται σε υπερβολικά χαμηλές συγκεντρώσεις, με αποτέλεσμα ένα περιορισμένο συντελεστή στην κατανομή, το μεταβολισμό και την ανάπτυξη των βενθικών οργανισμών (Gage J. & Tyler P. 1991). Επίσης, οι οργανισμοί των βαθιών νερών εξαρτώνται από την επιφάνεια όχι μόνο για την τροφή τους, αλλά και για το οξυγόνο. - 11 -

1.2 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΒΑΘΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ Η Μεσόγειος είναι μια σχεδόν κλειστή θαλάσσια λεκάνη µε έκταση 2.960.000km 2 μεταξύ της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Τη σημερινή της μορφή η Μεσόγειος την απέκτησε σταδιακά. Το παρελθόν της συνδέεται άμεσα µε τις γεωλογικές μεταβολές που συνέβησαν κατά το παρελθόν στην περιοχή. Το ταραγμένο βιολογικό της παρελθόν παράλληλα µε τις ειδικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα, είχαν σαν αποτέλεσμα την ποικιλομορφία των βιοτόπων της και τη μεγάλη ποικιλία ειδών παρ όλο που θεωρείται ολιγοτροφική θάλασσα. Ο ποιοτικός της πλούτος οφείλεται στην ανάμειξη ειδών από τις ζωογεωγραφικές περιοχές µε τις οποίες η Μεσόγειος επικοινωνεί ή επικοινωνούσε παλαιότερα. Η πανίδα και η χλωρίδα της Μεσογείου περιλαμβάνει ενδημικά και κοσμοπολίτικα είδη, μεγάλο αριθμό ειδών από τον Ατλαντικό και μικρότερο αριθμό ειδών από τον Ινδοειρηνικό χώρο (Mojetta 1996). Η Μεσόγειος από την Ανατολή επικοινωνεί µε τα στενά των Δαρδανελίων διαχωρίζοντας την από την Θάλασσα του Μαρμαρά και από την Μαύρη Θάλασσα. Το ανατολικό της κομμάτι παρουσιάζει σημαντικές γεωµορφολογικές και οικολογικές διαφορές καθώς και διαφορετική ποικιλία οικοσυστημάτων. Στο παρελθόν και για πολλούς αιώνες, η νοτιοανατολική Μεσόγειος αποτελούσε χώρο ιδιαίτερης αλιευτικής αξίας και πλούτου λόγω της εποχιακής εκροής του Νείλου. Η δράση του ποταμού ουσιαστικά περιόριζε την αλατότητα των νερών και πρόσθετε μεγάλες ποσότητες θρεπτικών ουσιών. Το 1970 όμως η δημιουργία του φράγματος του Ασσουάν, ανέτρεψε τη λειτουργία αυτή και παρ όλες τις προσπάθειες αποκατάστασης, η παραγωγικότητα της Ανατολικής Μεσογείου παραμένει χαμηλή (Delamotte & Vardala 1994). Η Ανατολική Μεσόγειος σήμερα παρόλο που χαρακτηρίζεται ως - 12 -

ολιγοτροφική, φτωχή σε θρεπτικά συστατικά και µε μικρό αριθμό ατόμων, από ποιοτικής άποψης δηλαδή αριθμού των ειδών, θεωρείται από τις πλέον πλούσιες θάλασσες. Με βάση τα γεωμορφολογικά, κλιματολογικά και βιολογικά χαρακτηριστικά η Μεσόγειος διακρίνεται σε δύο κύριες λεκάνες: Δυτική Μεσόγειο Στη λεκάνη αυτή εντάσσονται μικρότερες θάλασσες (Θάλασσα του Alboran, Θάλασσα της Αλγερίας-Προβηγκίας, Τυρρηναϊκή Θάλασσα). Η θαλάσσια αυτή λεκάνη εμφανίζει μικρότερο μέγιστο βάθος (<3600m) σε σχέση με την Ανατολική Μεσόγειο αλλά βαθιές πεδιάδες και οροσειρές καταλαμβάνουν μεγάλο ποσοστό της έκτασης της. Πρόκειται για σχετικά εύτροφη και παραγωγική λεκάνη. Τα χαρακτηριστικά της διατηρούνται λιγότερο ή περισσότερο σε όλη την έκτασή της και έτσι η λεκάνη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι απαρτίζει μια ενιαία λεκάνη. Ανατολική Μεσόγειο Στη λεκάνη αυτή εντάσσονται μικρότερες θάλασσες (Αδριατική Θάλασσα, Ιόνιο Πέλαγος, Αιγαίο Πέλαγος, Θάλασσα της Λεβαντίνης). Η θαλάσσια αυτή λεκάνη εμφανίζει μεγαλύτερο μέγιστο βάθος (5121m ΝΔ Πελοπόννησος) σε σχέση με την Δυτική Μεσόγειο, αλλά μεγάλα τμήματα της είναι σχετικά ρηχά. Πρόκειται για μια ολιγότροφη λεκάνη και με μικρή σχετικά παραγωγικότητα. Οι θαλάσσιες υπολεκάνες της Ανατολικής Μεσογείου εμφανίζονται με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά και έτσι η λεκάνη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι απαρτίζει μια όχι ενιαία λεκάνη (Castro & Huber 1992). Η ζωή στη βαθιά θάλασσα εξαρτάται από τη σταθερή ροή των κατακρημνιζόμενων σωματιδίων που παράγονται στην εύφωτη ζώνη και - 13 -

αυτά που παράγονται στο ηπειρωτικό χείλος. Η Ανατολική Μεσόγειος θεωρείται ότι είναι μια από τις πιο ολιγοτροφικές περιοχές του κόσμου και χαρακτηρίζονται από υπερβολικά χαμηλή πρωτογενή παραγωγή (20-25 gr άνθρακα (C) m -2 y -1 ), με αποτέλεσμα, εξαιρετικά μικρά ποσά πρωτογενούς οργανικού υλικού να φτάνουν στον πυθμένα (Gage & Tyler 1991). Ένας από τους κύριους παράγοντες που προκαλεί την ολιγοτροφία είναι ο περιορισμένος φώσφορος (Tselepides & Eleftheriou 1992; Ignatiades et al. 1995; Tselepides et al. 2000), όπως επίσης και οι εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις λιπιδίων, πρωτεϊνών και υδατανθράκων και η κυριαρχία των πικομερών κατά τη διάρκεια όλου του χρόνου (Danovaro et al. 2000). Παρόλα αυτά η ανάδυση των βαθιών νερών που είναι πλούσια σε θρεπτικά στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν ως αποτέλεσμα μια αυξημένη βιολογική παραγωγή. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως το 1994 1995, η πρωτογενής παραγωγικότητα στο ηπειρωτικό χείλος και στο ηπειρωτικό πρανές, αυξάνονται, φτάνοντας τιμές συγκρίσιμες με αυτές των μεσότροφων περιβαλλόντων. Τέτοιες αλλαγές στην πρωτογενή παραγωγικότητα ήταν συνδεδεμένες με αλλαγές στη συνάθροιση φυτοπλαγκτού (κυρίως στα διάτομα: ρυθμός δινομαστιγωτών), στην επικράτηση ειδών, και στο μέσο μέγεθος του κελύφους των φυτοπλαγκτονικών οργανισμών (το οποίο αυξάνεται δύο έως και πέντε φορές). Η αυξανόμενη πρωτογενής παραγωγή και το αυξανόμενο μέγεθος του κελύφους των οργανισμών υπερτιμούν τις κάθετες ροές του οργανικού άνθρακα στα ιζήματα των βαθιών θαλασσών. Κατά τη διάρκεια ερευνών στο Αιγαίο, ο Forbes (1844) ανέφερε ότι δεν υπήρχε ζωή κάτω από τα 550m, και χρησιμοποίησε τον όρο «αζωική ζώνη» για να περιγράψει τα ευρήματά του. Αυτό οδήγησε σε μια παρεξήγηση, η οποία δεν λύθηκε μέχρι τις αρχές του 20 ου αιώνα. Αν και - 14 -

ο Marenzeller (1893) ανέφερε ότι υπάρχουν κάποια είδη βαθύτερα στη Λεβαντίνη από οπουδήποτε αλλού στη Μεσόγειο, οι καταγραφές του λήφθηκαν αργότερα υπόψη. Αργότερα, οι Bouchet και Taviani (1992), δήλωσαν ότι η περισσότερη βαθιά πανίδα της Μεσογείου δημιουργήθηκε από μη παραγωγικούς ψευδο-πληθυσμούς, οι οποίοι είχαν εισέλθει ως μεροπλαγκτόν με την εισροή του Ατλαντικού στο Γιβραλτάρ. Παρόλα αυτά, οι πληθυσμοί των πιο συνηθισμένων βενθικών Μαλακίων, σε βάθη μεγαλύτερα των 1000m στη θάλασσα της Λεβαντίνης, συνθέτονταν από ενήλικα και νεαρά άτομα. Επιπλέον, σπουδαία βενθικά κρουστοφόρα δεκάποδα και ψάρια έχουν συλλεχθεί κατ επανάληψη από το βυθό της θάλασσας της Λεβαντίνης (Galil & Goren 1994; Goren & Galil 1997; Fishelson & Galil 2001). Είναι γνωστό ακόμη, ότι η μακροβενθική αφθονία και ο πλούτος των ειδών, γενικά, μειώνεται με το βάθος. Αλλά σε τοπικά περιβάλλοντα με αυξημένη βιολογική παραγωγή ίσως να αυξάνεται η ποικιλομορφία και η αφθονία των ειδών. Επίσης, το μέγεθος των μακροβενθικών ειδών είναι πολύ μικρότερο στη Μεσόγειο σε σχέση με αυτά του Ατλαντικού, ενώ η πανίδα της βαθιάς Μεσογείου είναι λιγότερο συγγενική με αυτή του Ατλαντικού από ότι ήταν την εποχή του Πλειστόκαινου (Barrier et al. 1989). Σήμερα είναι καλά κατανοητά τα βασικά δεδομένα που είναι υπεύθυνα για τις γενικές παρατηρήσεις για τη Μεσόγειο: I. η βιογεωγραφική και γεωλογική ιστορία της II. οι υψηλές επικρατούσες θερμοκρασίες (13-14 ο C) κάτω από τα 200 m βάθος και III. η σπανιότητα της παρεχόμενης τροφής (Sarda et al. 2004). - 15 -

Πράγματι, οι μελέτες στη βαθιά Ανατολική Μεσόγειο έχουν αποκαλύψει ουσιαστικές συσχετίσεις ανάμεσα στην πανίδα (μειο- και μακροπανίδα) σε αφθονία και βιομάζα με την αύξηση του βάθους και την διαθέσιμη τροφή (Peres 1982; Sara 1985; Soyer 1985; Thiel 1983; De Bovee et al. 1990; Tselepides 1992; Tselepides & Eleftheriou 1992; Danovaro et al. 1999, 2000; Tselepides et al. 2000; Tselepides & Lampadariou 2004). Τέλος, στη Μεσόγειο, και ειδικότερα στο ανατολικό τµήµα αυτής, όπου ανήκουν και οι ελληνικές θάλασσες, η βιοποικιλότητα εμφανίζεται μειωμένη και μάλιστα ορισμένοι ερευνητές παλαιότερα είχαν διατυπώσει την θεωρία Πτωχευμένης Ποικιλότητας της Ανατολικής Μεσογείου (Peres 1958). Όμως, στην διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας εντατικές έρευνες στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου έχουν συμβάλλει στην διαμόρφωση της άποψης ότι η ποικιλότητα στη λεκάνη αυτή δεν είναι τόσο χαμηλή και αναμένεται ότι θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο όταν οι έρευνες καλύψουν οικοσυστήματα που μέχρι πρότινος δεν είχαν μελετηθεί επαρκώς (Κoutsoubas et al. 1992). - 16 -

1.3 ΜΑΚΡΟΒΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΒΑΘΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΘΑΛΑΣΣΕΣ Οι Ελληνικές θάλασσες καλύπτουν το μεγαλύτερο κομμάτι της Ανατολικής Μεσογείου και αποτελούνται από το Αιγαίο, το Ιόνιο και το Λιβυκό Πέλαγος και την θάλασσα των Κυθήρων. Οι Ελληνικές θάλασσες χαρακτηρίζονται από τις πιο ενδιαφέρουσες στο κόσμο λόγω της ιδιαίτερης τοπογραφίας τους, αν και συγκριτικά µε την Δυτική Ευρώπη έχουν μελετηθεί λιγότερο. Οι μέχρι τώρα έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί έδειξαν πως η ποικιλότητα των θαλασσίων ειδών στις Ελληνικές θάλασσες είναι αυξημένη. Τα τελευταία χρόνια πραγματοποιούνται αξιόλογες προσπάθειες τόσο από τα Ελληνικά Πανεπιστήμια όσο και από τους διάφορους δημόσιους ερευνητικούς φορείς (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε) ώστε να ενταθούν οι έρευνες και να δοθούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά µε την σύνθεση της βαθύαλης μακροπανίδας στην Ελλάδα. Παρ όλες τις διεξοδικές ανασκοπήσεις των Fredj και Laubier (1985), σχετικά με την ποιοτική όψη της βενθικής μακροπανίδας της βαθιάς Μεσογείου, ποιοτικά γεγονότα από αυτή τη λεκάνη είναι γενικά σπάνια ή τυχαία. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η πλειοψηφία των οργανισμών της βαθιάς Μεσογείου είναι ουσιαστικά άγνωστη. Ανεξάρτητα από το ενδιαφέρον για την πανίδα της, η ανατολική Μεσόγειος, στη βαθύτερη από τις δύο λεκάνες, παραμένει μια από τις πιο φτωχές σε έρευνα περιοχές του κόσμου. Μέχρι τις αρχές του 1990, κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20 ου αιώνα η έρευνα ήταν σπάνια, με μόνο ορισμένες γενικές οικολογικές έρευνες και έρευνες πανίδας (Peres & Picard 1958; Tchukhtchin 1964; Ledoyer 1969; Guille 1970; Desbruyeres et al. 1972; Vamvakas 1970 & 1973; Di Geronimo 1974). Οι νεώτερες καταγραφές μακροβενθικών οργανισμών από το Κρητικό Πέλαγος ήταν από τον - 17 -

Forbes (1844), Raulin (1870) και Jeffreys (1881, 1883). Παρόλα αυτά, με την ίδρυση του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας Κρήτης, ένας αριθμός από βενθικές μελέτες εμφανίστηκαν τα τελευταία 12 χρόνια (Τσελεπίδης 1992; Τσελεπίδης & Ελευθερίου 1992; Κουτσούμπας κ.α. 1992. 2000; Τσελεπίδης 1994; Καρακάσης & Ελευθερίου 1997; Ελευθερίου κ.α. 1996; Τσελεπίδης κ.α. 2000), συμβάλλοντας με σημαντικές πληροφορίες στην γνώση της μακροβενθικής πανίδας, κυρίως από το εξωτερικό ηπειρωτικό χείλος της Κρήτης. Το Κρητικό Πέλαγος θεωρείται χωριστό οικοσύστημα της Ανατολικής Μεσογείου λόγω της υψηλής εξάτμισης, του κλίματος, της διαφορετικής υδρογραφικής και γεωμορφολογικής ποικιλότητας και της πανίδας (Koutsoubas et al. 2000). Έτσι, η σύνθεση της μακροβενθικής κοινότητας, η αφθονία και η ποικιλότητα μαζί με μια ακολουθία ιζηματολογικών περιβαλλοντικών παραμέτρων μελετήθηκαν σε εποχική βάση ώστε να καθοριστούν οι παράγοντες πανιδικής κατανομής στην ολιγοτροφική ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της Κρήτης. Έτσι, η ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της Κρήτης χαρακτηρίζεται, από υψηλή ποικιλότητα (κυριαρχούμενη από επιφανειακά ιζηματοφάγα πολύχαιτα) και μια πολύ χαμηλή ποικιλομορφία στην κατωφέρεια και στη βαθύτερη λεκάνη (κυριαρχούμενη από σαρκοφάγα και διηθηματοφάγα πολύχαιτα). Οι Tselepides et al. (2000) βρήκαν ότι η σύνθεση των μακροπανιδικών ειδών κάτω από το βάθος των 1600 m ήταν παρόμοιο με αυτή της Δυτικής Μεσογείου και του γειτονικού Ατλαντικού. Η μέση βενθική βιομάζα, αφθονία και ποικιλότητα μειώνεται με το βάθος, με δύο κύριες μεταβατικές ζώνες στα 540m, και στα 940m βάθος. Σημαντικοί συσχετισμοί ανάμεσα σε μακροπανιδικές και ιζηματολογικές παραμέτρους, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι εκτός του βάθους και η διαθεσιμότητα της τροφής είναι κύριος ρυθμιστικός παράγοντας του - 18 -

συστήματος (Tselepides et al. 2000). Σε συγκρινόμενα βάθη οι τιμές βιομάζας και αφθονίας ήταν πολύ χαμηλότερες από αυτές που βρέθηκαν στον Ατλαντικό, τονίζοντας την υψηλή ολιγοτροφία της περιοχής. Η επικράτηση των υδρογραφικών χαρακτηριστικών, τα οποία δομούν τον πελαγικό ιστό της τροφής κι είναι άμεσα υπεύθυνα για τη διάδοση του οργανικού υλικού στο βένθος, επηρεάζουν επίσης τη δομή της κοινότητας των μακροβενθικών οργανισμών. Τέλος, οι δραματικές αλλαγές στην υδρογραφία της Κρητικής Λεκάνης από το 1992 μαζί με τις κλιματικές αλλαγές (Bethoux et al. 1990; Roether et al. 1996; Krahmann & Schott 1998; Klein et al. 1999; Manca 2000) προκάλεσαν μια αυξανόμενη ροή υδάτινων μαζών από την Κρητική Θάλασσα στη Λεκάνη της Λεβαντίνης. Αυτό ίσως προκαλεί αλλαγές στα θρεπτικά (Weikert 1996) και επομένως, στη δομή των βενθικών κοινοτήτων της βαθιάς λεκάνης. - 19 -

1.4 ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας τέσσερα είναι τα επιστημονικά ερωτήματα που μας απασχόλησαν: 1. Διαφοροποιήσεις της σύνθεσης της μακροπανίδας μεταξύ διαφορετικών βαθών (200m, 510m, 980m) 2. Διαφοροποιήσεις της σύνθεσης της μακροπανίδας εντός του ιζήματος σε βάθος ιζήματος 0-5cm και 5-10cm σε διαφορετικά βάθη (200m, 510m, 980m) 3. Διαφοροποιήσεις μεταξύ δειγματοληψίας 2006-2007 και δειγματοληψίας 1997-2000 (CINCS). 4. Διαφοροποιήσεις μεταξύ των δειγματοληπτών Box corer και Multicorer. Εικόνα 1: Το βένθος (πηγή: http://images.google.com). - 20 -

2. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ 2.1 ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ 2.1.1 Η Κρήτη Η Κρήτη είναι το μεγαλύτερο νησί της Ελλάδος και το δεύτερο μεγαλύτερο νησί της Ανατολικής Μεσογείου, μετά την Κύπρο. Χαρακτηρίζεται ως το σταυροδρόμι τριών Ηπείρων, της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής καλύπτοντας μια περιοχή 8.336 km2. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του Ηρακλείου αποτελεί το σημαντικότερο αστικό, αλλά ταυτόχρονα και εμπορικό, βιομηχανικό, συγκοινωνιακό και τουριστικό κέντρο της Κρήτης. 2.1.2 Ο κόλπος του Ηρακλείου Ο κόλπος του Ηρακλείου (25 02. Α και 35º20.-35 28. Β) βρίσκεται στο κέντρο περίπου των Βορείων ακτών της Κρήτης και αποτελεί μια ανοικτή και εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή συνολικού αναπτύγματος ακτογραµµής 18km. Εικόνα 2: Το νησί Κρήτη και η περιοχή μελέτης (πηγή: http://earth.google.com) - 21 -

2.2 ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΗΣ ΤΥΠΟΥ MULTICORER Η διαδικασία πόντισης και λειτουργίας του δειγματολήπτη τύπου multicorer (εικόνα 3) είναι η εξής: ένας διακόπτης πίεσης ανοίγει ηλεκτρονικά σε βάθος 5 m. όταν φτάνει στο βυθό, δύο ή τρεις διακόπτες χωρίς φορτίο πρέπει να είναι ανοιχτοί για 30 δευτερόλεπτα έτσι ώστε να λειτουργήσει η μηχανή. Αυτό αποτρέπει να τραβηχτεί η σκανδάλη του δειγματολήπτη. Η μηχανή γυρίζει τη βίδα μολύβδου, που ωθεί τους πυρηνολήπτες στο ίζημα. Τα έμβολα των πυρηνοληπτών μένουν στις αρχικές τους θέσεις επάνω από το ίζημα. Στη μέγιστη διείσδυση τα κλιπς είναι κλειστά. Η κίνηση των ενεργοποιητών αντιστρέφεται όταν ενεργοποιείται ο διακόπτης του κατώτατου ορίου, αποσύροντας τους πυρηνολήπτες και τα έμβολα από το ίζημα. Η μηχανή σταματά όταν οι διακόπτες του ανώτατου ορίου έρθουν σε επαφή. Ο δειγματολήπτης ανακτάται στην επιφάνεια (εικόνα 4 (α και β)). Εικόνα 3: Δειγματολήπτης τύπου multicorer (πηγή: προσωπικό αρχείο). - 22 -

(α) (β) (γ) (δ) Εικόνα 4: Δειγματολήπτης multicorer (α), (β) πόντιση και ανάκτηση του οργάνου, (γ), (δ) δείγματα και αποθήκευση αυτών (πηγή: προσωπικό αρχείο). - 23 -

2.3 ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑΣ 2.3.1 Περιοχή Μελέτης & Σταθμοί Δειγματοληψίας Η περιοχή μελέτης βρίσκεται στο νότιο μέρος του Κρητικού Πελάγους (Νότιο Αιγαίο Βορειοανατολική Μεσόγειος), βόρεια της Κρήτης, στην περιοχή του νησιού Ντία (εικόνα 2). Οι σταθμοί από όπου ελήφθησαν τα δείγματα εντάσσονται στο δειγματοληπτικό πλάνο του προγράμματος CINCS όπως σημειώνονται στην εικόνα 5 και στον πίνακα 1. Εικόνα 5.: Η περιοχή μελέτης και οι σταθμοί δειγματοληψίας (πηγή: τροποποίηση από Tselepides et. al. 2000) Πίνακας 1: Σταθμοί δειγματοληψίας καθώς και σχετικές συντεταγμένες και βάθη. Σταθμός Latitude (N) Longitude(E) Βάθος (m) D3 35 ο 25.41 25 ο 06.00 200 D4 35 ο 30.50 25 ο 06.00 510 D6 35 ο 40.66 25 ο 06.00 980-24 -

Στον πίνακα (πίνακας 1) φαίνονται οι σταθμοί, το γεωγραφικό πλάτος και μήκος τους καθώς και το βάθος κάθε σταθμού. Συνολικά έγιναν δύο εποχικές δειγματοληψίες στην περιοχή του νησιού της Ντίας με το ερευνητικό σκάφος ΦΙΛΙΑ (Μάιος και Δεκέμβριος 2006). Η πρώτη έλαβε χώρα τον Μάιο του 2006 στους σταθμούς D3 βάθους 200m όπου με τη χρήση δειγματολήπτη τύπου multicorer λήφθηκαν 7 δείγματα ιζήματος (replicates)(εικόνα 6), D4 βάθους 510m όπου λήφθηκαν 8 δείγματα και D6 βάθους 980m όπου λήφθηκαν 8 δείγματα επίσης. Εικόνα 6: Δείγμα ιζήματος (πηγή: προσωπικό αρχείο) Η δεύτερη δειγματοληψία έλαβε χώρα τον Δεκέμβριο 2006 στους ίδιους σταθμούς. Παρουσιάστηκε όμως πρόβλημα με το δειγματολήπτη multicorer με αποτέλεσμα στους σταθμούς D4 και D6, και ύστερα από 3 ποντίσεις του οργάνου, να μη ληφθούν δείγματα. Επίσης, από το σταθμό D3 αντί 8 δειγμάτων που ήταν αναμενόμενο να ανασυρθούν στην επιφάνεια, ελήφθησαν μόνο 5 (εικόνα 6). - 25 -

Αφού ελήφθησαν τα δείγματα οι πυρηνολήπτες κόπηκαν σε δύο ίσα μέρη (0-5cm και 5-10cm βάθος ιζήματος) και αποθηκεύτηκαν σε πλαστικά δοχεία με θαλασσινό νερό και φορμαλδεΰδη (4%). Στη συνέχεια μεταφέρθηκαν τα δείγματα στο εργαστήριο όπου έγινε η καταμέτρηση και η ζύγιση των οργανισμών καθώς και η αναγνώριση κάποιων από αυτούς σε επίπεδο τάξης και είδους. 2.3.2 Διαλογή Μακροβενθικών Οργανισμών Πιο αναλυτικά για τη διαλογή των μακροβενθικών οργανισμών από το ίζημα χρησιμοποιήθηκαν δύο κόσκινα µε διαφορετική διάμετρο πόρων, το ένα τοποθετημένο πάνω στο άλλο. Ένα 500 µm για το διαχωρισμό της µακροπανίδας και των αδρότερων μερών του ιζήματος και ένα 300 µm για την κατακράτηση των μικρότερων μακροβενθικών οργανισμών. Στην αρχή το δείγμα τοποθετήθηκε πάνω στο κόσκινο των 500 µm και ξεπλύθηκε µε άφθονο τρεχούμενο νερό έως ότου απομακρύνθηκαν όλα τα μερίδια του ιζήματος. Μετά το ξέπλυμα το δείγμα συγκεντρώθηκε στη άκρη του κόσκινου για μικρό χρονικό διάστημα ώστε να απομακρυνθεί σχεδόν ολόκληρη η ποσότητα του νερού. 2.3.3 Χρώση των Βενθικών Οργανισμών Για την χρώση των ιστών όλων των ζωντανών οργανισμών, που περιείχαν τα δείγματα, χρησιμοποιήθηκε διάλυμα Rose Bengal, στο οποίο και παρέμειναν τα δείγματα για τουλάχιστον 24 ώρες. 2.3.4 Επεξεργασία δειγμάτων & Διαλογή Οργανισμών Αφού τα δείγματα παρέμειναν 24 ώρες στο διάλυμα, ξεβγάλθηκαν διεξοδικά για την απομάκρυνση της φορμαλδεΰδης και της υπολειπόμενης χρωστικής. - 26 -

Ακολούθησε η διαλογή των οργανισμών στις κύριες ταξινομικές ομάδες στις οποίες εντάσσονταν (π.χ Μαλάκια, Πολύχαιτα, Καρκινοειδή κλπ.). Η διαλογή έγινε µε τη βοήθεια μιας λαβίδας, μιας λεπτής βελόνας, ενός στερεοσκοπίου και ενός οπτικού μικροσκοπίου. Έπειτα οι οργανισμοί τοποθετήθηκαν σε πλαστικά φιαλίδια τύπου eppendorf για τη διατήρηση των οποίων χρησιμοποιήθηκε διάλυμα αλκοόλης 70 %. 2.3.5 Μέτρηση Αφθονίας & Βιομάζας Μετά την επεξεργασία των δειγμάτων ακολούθησε η μέτρηση της αφθονίας (αριθμός ατόμων) και η ζύγιση της υγρής βιομάζας (gr) του μακροβένθους, σε ζυγό με ακρίβεια τέταρτου δεκαδικού ψηφίου. Για τη μέτρηση της βιομάζας αφαιρέθηκε με τη βοήθεια απορροφητικού χαρτιού η περίσσεια διαλύματος αλκοόλης. - 27 -

3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 3.1 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΦΘΟΝΙΑΣ - ΒΙΟΜΑΖΑΣ Ο πίνακας 2 δείχνει την αφθονία των οργανισμών από τα δείγματα που λήφθηκαν στην πρώτη δειγματοληψία, στα τρία διαφορετικά βάθη (200m, 510m και 980m) καθώς και στα διαφορετικά εκατοστά βάθους του ιζήματος (0-5cm και 5-10cm). Παρατηρείται ότι καθώς αυξάνεται το βάθος, μειώνεται η αφθονία των οργανισμών. Αυτό φαίνεται συνολικά στον πίνακα 3, όπου η αφθονία των Πολυχαίτων είναι σχεδόν τετραπλάσια στα 200m σε σχέση με τα 510 m και 980 m, ενώ και για τους υπόλοιπους οργανισμούς ο αριθμός των ατόμων μειώνεται σημαντικά. Πίνακας 2: Αφθονία των οργανισμών της πρώτης δειγματοληψίας (Μάιος 2006). 300μm 200(0-5cm) Polychaeta (αριθμός ατόμων) Mollusca (αριθμός ατόμων) Crustacea (αριθμός ατόμων) Varia (αριθμός ατόμων) Sipuncula (αριθμός ατόμων) Echinodermata (αριθμός ατόμων) 79 3 9 14 2 0 200(5-10cm) 1 0 0 0 0 0 500μm 55 0 3 2 1 0 200(0-5cm) 200(5-10cm) 3 0 0 0 0 0 300μm 31 0 6 8 0 1 510(0-5cm) 510(5-10cm) 2 0 0 0 0 0 500μm 11 0 5 6 2 0 510(0-5cm) 510(5-10cm) 2 0 0 0 0 0 300μm 14 0 2 2 0 0 980(0-5cm) 980(5-10cm) 7 0 0 0 1 0 500μm 14 0 1 1 0 0 980(0-5cm) 980(5-10cm) 2 0 0 0 0 0-28 -

Εικόνα 7: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. Παρατηρείται (πίνακας 2) ότι ο αριθμός των ατόμων των Πολυχαίτων είναι κατά πολύ μεγαλύτερος των υπολοίπων ομάδων σε όλα τα βάθη καθώς και σε όλη τη στήλη του ιζήματος. Φαίνεται ότι η αφθονία της ομάδας αυτής είναι αρκετά μεγαλύτερη στα πέντε πρώτα εκατοστά του ιζήματος. Παρόλα αυτά τα Πολύχαιτα φαίνεται να κυριαρχούν και σε 5-10 εκατοστά ιζήματος. Όσον αφορά τα Καρκινοειδή, παρατηρείται ότι εμφανίζονται μόνο στην επιφάνεια του ιζήματος και μπορεί να ειπωθεί ότι η αφθονία τους είναι σχετικά μεγάλη (σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ομάδες). - 29 -

Εικόνα 8: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. Η εικόνα 7 παρουσιάζει την αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (και σε κόσκινο με άνοιγμα πόρων 300μm). Στα πρώτα πέντε εκατοστά ιζήματος φαίνεται ότι υπάρχουν οι πέντε από τις έξι ταξινομικές ομάδες, με πολυπληθέστερη αυτή των Πολυχαίτων (διάγραμμα (α)), ενώ ακολουθούν αυτές των Καρκινοειδών και των ομάδων που δεν αναγνωρίστηκαν. Στα επόμενα πέντε εκατοστά - 30 -

ιζήματος, στο ίδιο βάθος, εμφανίζεται μονάχα η ομάδα των Πολυχαίτων (διάγραμμα (β)). Παρόμοια εικόνα εμφανίζεται και στην εικόνα 8, όπου η διάμετρος των πόρων του κόσκινου είναι 500μm. Η μόνη διαφορά είναι ότι στα 0-5cm ιζήματος δεν εμφανίστηκε η ταξοκοινωνία των Μαλακίων. Εικόνα 9: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 510 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. Στην εικόνα 9 κυριαρχεί, στα 0-5cm ιζήματος και σε βάθος 510m, και πάλι η ομάδα των Πολυχαίτων ενώ ακολουθούν αυτές των ομάδων που - 31 -

δεν αναγνωρίστηκαν, των Καρκινοειδών και των Εχινοδέρμων (διάγραμμα (α)). Στο (β) διάγραμμα κυριαρχούν τα Πολύχαιτα. Εικόνα 10: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 510 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. Η κατάσταση στην εικόνα 10 παραμένει ίδια με τη διαφορά ότι η θέση της ομάδας των Εχινοδέρμων έχει αντικατασταθεί από αυτή των Σωληνοειδών. Σε βάθος 980m (εικόνα 11), στα πρώτα εκατοστά ιζήματος, φαίνεται να κυριαρχεί για ακόμη μια φορά το τάξο των Πολυχαίτων ενώ ακολουθούν με ίδιο αριθμό ατόμων τα Καρκινοειδή και οι υπόλοιπες ταξινομικές ομάδες. Στα επόμενα πέντε εκατοστά εκτός από την ομάδα των - 32 -

Πολυχαίτων υπάρχει και αυτή των Σωληνοειδών. Σε κόσκινο διαμέτρου πόρων 500μm (εικόνα 12), η ομάδα με το μεγαλύτερο αριθμό ατόμων είναι για ακόμη μια φορά αυτή των Πολυχαίτων ενώ ακολουθούν τα Καρκινοειδή, σε βάθος ιζήματος 0-5cm. Αντίθετα στα επόμενα εκατοστά (διάγραμμα (β)) εμφανίζονται μόνο τα Πολύχαιτα. Εικόνα 11: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 980m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm του ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. - 33 -

Εικόνα 12: Αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 980 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm του ιζήματος και (γ) η συνολική αφθονία. Όσον αφορά το βάθος του ιζήματος, και με βάση των πίνακα 2 και τα διαγράμματα, συνεπάγεται ότι το σύνολο των οργανισμών ζουν σε ένα βάθος 0 έως 5 εκατοστά. Στα 5-10 cm, όπου πιθανόν επικρατούν ανοξικές συνθήκες, οι οργανισμοί είναι σπάνιοι ή απουσιάζουν. Επίσης, παρατηρώντας τον πίνακα 3 φαίνεται ότι μεγαλύτερη σε αφθονία ομάδα είναι αυτή των Πολυχαίτων, ενώ ακολουθεί η ομάδα των Καρκινοειδών. Σε μικρότερο ποσοστό βρίσκονται τα Μαλάκια και τα Σωληνοειδή, ενώ τα Εχινόδερμα σχεδόν απουσιάζουν. - 34 -

Πίνακας 3: Συνολική αφθονία (300 και 500 μm αθροιστικά) των διαφόρων ομάδων των οργανισμών που συλλέχθησαν (Μάιος 2006). 200m 510m 980m Polychaeta 138 46 37 (αριθμός ατόμων) Mollusca 3 0 0 (αριθμός ατόμων) Crustacea 12 11 3 (αριθμός ατόμων) Varia 16 14 3 (αριθμός ατόμων) Sipuncula 3 2 1 (αριθμός ατόμων) Echinodermata 0 1 0 (αριθμός ατόμων) ΣΥΝΟΛΟ 172 74 44 Από τον πίνακα 3, συγκρίνοντας την αφθονία των διαφόρων ομάδων στα τρία αυτά βάθη, παρατηρείται ότι το σύνολο των οργανισμών ζει σε ένα βάθος περίπου 200 m. Με την αύξηση του βάθους και άρα τις δυσκολότερες περιβαλλοντικές συνθήκες, μειώνεται και ο αριθμός των ατόμων των οργανισμών. Για παράδειγμα, το τάξο των Καρκινοειδών, στα 200 m εμφανίζεται με 12 άτομα ενώ στα 980 m με 3 άτομα. Αυτό που επίσης παρατηρείται γενικότερα, είναι ότι το σύνολο των οργανισμών έχουν ένα μέγεθος γύρω στα 300μm. Αυτό φαίνεται από τα διάφορα διαγράμματα (διαγράμματα (α) και (β) όλων των εικόνων), όπου καταγράφεται κάθε φορά το μέγεθος των πόρων του κόσκινου, από το οποίο πέρασαν οι οργανισμοί. - 35 -

Παρακάτω παρουσιάζεται η βιομάζα των δειγμάτων που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης δειγματοληψίας (Μάιος 2006) πίνακες 4 & 5. Παρατηρείται γενικότερα ότι και η βιομάζα - παράλληλα με την αφθονία - μειώνεται δραματικά με την αύξηση του βάθους. Πίνακας 4: Η βιομάζα των δειγμάτων της πρώτης δειγματοληψίας (Μάιος 2006) Polychaeta (gr) Mollusca (gr) Crustacea (gr) Varia (gr) Sipuncula (gr) Echinodermata (gr) 300μm 0.0041 0.0002 0.0005 0.000 0.0002 0 200(0-5cm) 7 200(5-10cm) 0.0006 0 0 0 0 0 500μm 0.1478 0 0.0066 0.000 0.0007 0 200(0-5cm) 3 200(5-10cm) 0.0166 0 0 0 0 0 300μm 0.0029 0 0.0005 0.000 0 0.0001 510(0-5cm) 4 510(5-10cm) 0.0002 0 0 0 0 0 500μm 0.0025 0 0.0012 0.004 0.0018 0 510(0-5cm) 5 510(5-10cm) 0.0007 0 0 0 0 0 300μm 0.0016 0 0.0002 0.000 0 0 980(0-5cm) 2 980(5-10cm) 0.0003 0 0 0 0.0001 0 500μm 0.0051 0 0.0001 0.134 0 0 980(0-5cm) 2 980(5-10cm) 0.0007 0 0 0 0 0-36 -

Πίνακας 5: Συνολική βιομάζα των οργανισμών που συλλέχθησαν το μήνα Μάιο. 200m 510m 980m Polychaeta (gr) 0,1691 0,0063 0,0077 Mollusca (gr) 0,0002 0 0 Crustacea (gr) 0,0071 0,0017 0,0003 Varia (gr) 0,0010 0,0049 0,1344 Sipuncula (gr) 0,0009 0,0018 0,0001 Echinodermata (gr) 0 0,0001 0 ΣΥΝΟΛΟ 0,1783 0,0148 0,1425 Από τους δύο παραπάνω πίνακες φαίνεται ότι η βιομάζα μειώνεται με την αύξηση του βάθους. Εξαίρεση αποτελούν η ομάδα των Σωληνοειδών καθώς και των ομάδων που δεν αναγνωρίστηκαν, κάτι που ίσως οφείλεται στο μεγαλύτερο μέγεθος κάποιου από τα άτομα. Παρακάτω παρουσιάζονται οι εικόνες που δείχνουν αναλυτικά τη βιομάζα κάθε ομάδας σε κάθε βάθος και εκατοστό ιζήματος, καθώς και στα διαφορετικά κόσκινα από τα οποία πέρασαν οι οργανισμοί (εικόνες 13-18). - 37 -

Εικόνα 13: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Σε βάθος 200m και σύμφωνα με την εικόνα 13, η ομάδα των Πολυχαίτων έχει τη μεγαλύτερη βιομάζα ενώ κάνουν την εμφάνιση τους και οι υπόλοιπες ταξινομικές ομάδες σε πολύ μικρότερο ποσοστό. Αντίθετα εκτός της ομάδα των Πολυχαίτων, στην εικόνα 14, εμφανίζονται και τα Καρκινοειδή με πολύ μικρή βιομάζα. - 38 -

Εικόνα 14: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. - 39 -

Εικόνα 15: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 510 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Στην εικόνα 15 και σε βάθος 510m επικρατούν και πάλι τα Πολύχαιτα έχοντας τη μεγαλύτερη βιομάζα, ενώ κάνουν την εμφάνισή τους και οι ομάδες των Καρκινοειδών, των Εχινοδέρμων και των λοιπών ομάδων που δεν αναγνωρίστηκαν, με χαμηλότερη τιμή βιομάζας. Επίσης, - 40 -

φαίνεται ότι τα Πολύχαιτα κυριαρχούν απόλυτα σε βάθος ιζήματος 5-10 cm. Εικόνα 16: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 510 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Η εικόνα 16 εμφανίζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αν και η πολυπληθέστερη ομάδα από άποψη αφθονίας ήταν αυτή των Πολυχαίτων ωστόσο τα τάξα που δεν ανήκουν στις κυρίαρχες ομάδες των βενθικών - 41 -

συνευρέσεων (Μαλάκια, Καρκινοειδή, Εχινόδερμα) παρουσίασαν υψηλές τιμές βιομάζας. Εικόνα 17: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 980 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Με την αύξηση του βάθους και φτάνοντας στα 980m, φαίνεται ότι μειώνεται η τιμή της βιομάζας των διαφόρων ομάδων. Έτσι, στην εικόνα - 42 -

17, μεγαλύτερη βιομάζα κατέχουν τα Πολύχαιτα, ενώ σε βάθος ιζήματος 5-10 εκατοστά, υψηλή σχετικά τιμή βιομάζας έχουν τα Σωληνοειδή. Στα πέντε πρώτα εκατοστά ιζήματος, αρκετά υψηλή βιομάζα έχουν οι ομάδες που δεν αναγνωρίστηκαν σε σύγκριση με αυτή των Πολυχαίτων. Αντίθετα στα 5-10 cm ιζήματος η βιομάζα των Πολυχαίτων είναι σχετικά μεγάλη. Εικόνα 18: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 980 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. - 43 -

Όσον αφορά τη δεύτερη δειγματοληψία, εξαιτίας κάποιων προβλημάτων με το δειγματολήπτη, δεν κατέστη δυνατό να ληφθούν δείγματα από τα 510m και 980m, αν και το όργανο ποντίστηκε δύο και τρεις φορές σε κάθε σταθμό. Σε βάθος 200m, όπως φαίνεται και στον πίνακα 6, ο αριθμός των ατόμων μειώνεται σημαντικά στα 5-10 εκατοστά βάθους του ιζήματος, στα 200 m βάθος. Παρατηρείται επίσης, ότι μεγαλύτερη σε αφθονία ομάδα είναι αυτή των Πολυχαίτων, ενώ ακολουθούν τα Καρκινοειδή. Πίνακας 6: Η αφθονία (αριθμός ατόμων) των δειγμάτων της δεύτερης δειγματοληψίας (Δεκέμβριος 2006). Polychaeta Mollusca Crustacea Varia Sipuncula Echinodermata 300μm 48 1 11 1 0 1 200 (0-5cm) 200 (5-10cm) 4 0 2 0 1 0 500μm 13 0 2 0 2 0 200 (0-5cm) 200 (5-10cm) 11 0 0 0 2 0 ΣΥΝΟΛΟ 76 1 15 1 5 1-44 -

Εικόνα 19: Η αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Σύμφωνα με τη εικόνα 19, μεγαλύτερο αριθμό ατόμων έχει και πάλι η ομάδα των Πολυχαίτων ενώ ακολουθούν τα Καρκινοειδή και σε πολύ μικρό ποσοστό οι ομάδες που δεν αναγνωρίστηκαν, τα Μαλάκια και τα Εχινόδερμα (διάγραμμα (α)), σε αντίθεση με το διάγραμμα (β) όπου εμφανίζονται πρώτη η ταξινομική ομάδα των Πολυχαίτων και ακολούθως αυτές των Καρκινοειδών και των Σωληνοειδών. Παρόμοια κατάσταση εμφανίζει και η εικόνα 20. - 45 -

Εικόνα 20: Η αφθονία των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. - 46 -

Πίνακας 7: Η βιομάζα (σε gr) των δειγμάτων της δεύτερης δειγματοληψίας (Δεκέμβριος 2006). Polychaeta Mollusca Crustacea Varia Sipuncula Echinodermata 300μm 0,0121 0,0001 0,0007 0,0002 0 0,0001 200(0-5cm) 200(5-10cm) 0,0016 0 0,0002 0 0,0001 0 500μm 0,0686 0 0,0009 0 0,0006 0 200(0-5cm) 200(5-10cm) 0,0391 0 0 0 0,0005 0 ΣΥΝΟΛΟ 0,1214 0,0001 0,0018 0,0002 0,0012 0,0001 Ο πίνακας 7 παρουσιάζει τη βιομάζα των ομάδων που βρέθηκαν κατά τη δεύτερη δειγματοληψία (Δεκέμβριος 2006), όπου φαίνεται ότι μεγαλύτερη είναι αυτή των Πολυχαίτων ενώ ακολουθεί αυτή των Καρκινοειδών και των Σωληνοειδών. Μικρότερη βιομάζα έχουν τα Μαλάκια, τα Εχινοδέρματα και οι ομάδες που δεν αναγνωρίστηκαν. Παρακάτω παρουσιάζονται οι εικόνες που δείχνουν αναλυτικότερα τη βιομάζα των διάφορων ταξινομικών ομάδων, στα βάθη 200m, 510m και 980m, καθώς επίσης και στα 0-5cm και 5-10cm ιζήματος. Φαίνεται επίσης και η διάμετρος των πόρων των κόσκινων που χρησιμοποιήθηκαν (300μm και 500μm). - 47 -

Εικόνα 21: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 300μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Η εικόνα 21 δείχνει τη βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που πέρασαν από κόσκινο διαμέτρου πόρων 300μm σε βάθος 200m. Το διάγραμμα (α) δείχνει ότι τα Πολύχαιτα έχουν αρκετά μεγάλη βιομάζα σε σχέση με αυτή των Καρκινοειδών και των λοιπών ομάδων που δεν αναγνωρίστηκαν. Αντίθετα στο διάγραμμα (β) η βιομάζα των Καρκινοειδών και των Σωληνοειδών είναι λίγο μεγαλύτερη. Το - 48 -

διάγραμμα (γ) δείχνει τη συνολική βιομάζα των ταξινομικών ομάδων σε κόσκινο 300μm. Εικόνα 22: Η βιομάζα των ταξινομικών ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200 m (σε κόσκινο με διάμετρο πόρων 500μm), (α) στα 5 πρώτα εκατοστά του ιζήματος, (β) σε 5-10 cm ιζήματος και (γ) η συνολική βιομάζα. Η βιομάζα των ομάδων που βρέθηκαν σε βάθος 200m και σε κόσκινο 500μm παρουσιάζεται στην εικόνα 22. Και εδώ φαίνεται καθαρά η απόλυτη κυριαρχία της ομάδας των Πολυχαίτων, έχοντας και τη μεγαλύτερη βιομάζα και στα δέκα εκατοστά ιζήματος. - 49 -

Πίνακας 8: Τα καρκινοειδή που βρέθηκαν, το βάθος στο οποίο βρέθηκαν και η αφθονία τους, κατά την πρώτη δειγματοληψία (Μάιος 2006). Καρκινοειδή Βάθος (m) Αφθονία ΣΥΝΟΛΟ (αρ. ατόμων) Leptognathidae 200 0 7 sp. 510 6 980 1 Tanaidacea sp.1 200 4 5 510 1 980 0 Mysidacea sp. 200 1 1 510 0 980 0 Copepoda sp.1 200 2 4 510 1 980 1 Copepoda sp.2 200 0 2 510 2 980 0 Cumacea sp. 200 1 1 510 0 980 0 Isopoda 200 2 3 510 0 980 1 Amphipoda 200 0 0 510 0 980 0-50 -

Πίνακας 9: Η συνολική αφθονία των καρκινοειδών στα διάφορα βάθη(μάιος 2006). Βάθος(m) Συνολική αφθονία καρκινοειδών 200 10 510 10 980 3 Οι πίνακες 8 και 9 δείχνουν τις τάξεις των Καρκινοειδών που αναγνωρίστηκαν καθώς επίσης την αφθονία τους και το βάθος στο οποίο βρέθηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης δειγματοληψίας, το Μάιο του 2006. Έτσι, από τον πίνακα 8 φαίνεται ότι τα Leptognathidae sp. ήταν τα αφθονότερα Καρκινοειδή ενώ ακολουθούν τα υπόλοιπα της τάξης των Tanaidacea sp.1 και αυτά της τάξης των Copepoda sp.1. Στον πίνακα 9 συγκεντρωτικά φαίνεται ότι η αφθονία των Καρκινοειδών μειώνεται με το βάθος καθώς από τα 10 άτομα στα 200 μέτρα, μειώνεται στα 3 άτομα στα 980 μέτρα. - 51 -

Πίνακας 10: Οι τάξεις των καρκινοειδών και το βάθος όπου βρέθηκαν καθώς και η αφθονία τους., κατά τη δεύτερη δειγματοληψία (Δεκέμβριος 2006). ΚΑΡΚΙΝΟΕΙΔΗ ΒΑΘΟΣ (m) ΑΦΘΟΝΙΑ Leptognathidae sp. 200 3 Tanaidacea sp.1 200 4 Mysidacea sp. 200 1 Copepoda sp.1 200 3 Copepoda sp.2 200 0 Cumacea sp. 200 0 Isopoda 200 2 Amphipoda 200 2 Κατά τη δεύτερη δειγματοληψία αφθονότερες τάξεις ήταν αυτές των Tanaidecea sp.1 και Copepoda sp.1. Παρατηρείται επίσης ότι βρέθηκαν 2 Ισόποδα, 2 Αμφίποδα και ένα Mysidacea sp. Ενώ υπήρχαν και 3 άτομα από την οικογένεια Leptognathidae sp. - 52 -

Για τη σύγκριση των δειγμάτων (με δειγματολήπτη τύπου multicorer) της παρούσας δειγματοληψίας με αυτά του προγράμματος CINCS (με δειγματολήπτη τύπου box corer), έγινε αναγωγή σε τετραγωνικό μέτρο. Έτσι, αυτό που προκύπτει είναι οι παρακάτω πίνακες και διαγράμματα: Πίνακας 11: αριθμός ατόμων ανά είδος ανά τετραγωνικό μέτρο (οι τρεις πρώτες στήλες αναφέρονται στην πρώτη δειγματοληψία Μάιος 2006 ενώ η επόμενη αναφέρεται στην δεύτερη δειγματοληψία Δεκέμβριος 2006) 2 200 510 980 200 SUM INDIV/M Polychaeta 677 229 300 1023 Crustacea 56 88 18 53 Mollusca 0 0 0 0 Echinodermata 0 0 0 0 Sipuncula 113 35 0 18 Varia 0 106 18 35 ΣΥΝΟΛΟ 847 459 335 1129-53 -

Πίνακας 12: Μέσος όρος ατόμων ανά είδος ανά τετραγωνικό μέτρο για την παρούσα δειγματοληψία (πρώτη στήλη δεύτερη δειγματοληψία-δεκέμβριος 2006, τρεις επόμενες στήλες-μάιος 2006), την δειγματοληψία του προγράμματος CINCS με box corer και τη δειγματοληψία με δειγματολήπτη τύπου Smith-McIntyre (Κρήτη- Αύγουστος 1989). CINCS (box Smith-McIntyre corer) MEAN indiv/m 2 200 200 510 980 200 540 940 200 500 1000 Polychaeta 1169 677 262 343 385 169 215 Crustacea 60 56 101 20 49 39 23 Mollusca 0 0 0 0 113 78 97 Echinodermata 0 0 0 0 36 47 10,5 Sipuncula 20 113 40 0 55 68 19 Varia 40 0 121 20 15 30 117 ΣΥΝΟΛΟ 1290 847 524 383 654 431 481 570 225 174 Αυτό που παρατηρείται είναι ότι ο μέσος αριθμός των ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη διαφορά μεταξύ των δειγματοληπτών multicorer και box-corer. Αντίθετα το δειγματοληπτικό όργανο τύπου Smith-McIntyre παρουσιάζει μεγάλες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τα άλλα δύο όργανα, στο μέσο αριθμό των ατόμων ανά τετραγωνικό μέτρο. Έτσι για παράδειγμα, στα 200 m με δειγματολήπτη τύπου multicorer η ομάδα των Πολυχαίτων κυμαίνεται γύρω στα 677 άτομα το χειμώνα ενώ γύρω στα 1169 άτομα ανά τετραγωνικό μέτρο το καλοκαίρι ενώ για δειγματολήπτη τύπου box corer γύρω στα 385 άτομα ανά τετραγωνικό μέτρο. Επίσης, ενώ στα 500 m για το δειγματοληπτικό όργανο multicorer αναλογούν περίπου 524 άτομα και στο box-corer περίπου 431, στο Smith-McIntyre αναλογούν περίπου 225 άτομα ανά τετραγωνικό μέτρο. Φαίνεται δηλαδή καθαρά το ποσό διαφοροποίησης των διαφορετικών - 54 -

δειγματοληπτικών οργάνων στον αριθμό των ατόμων που συλλέγουν ανά τετραγωνικό μέτρο. Στο διάγραμμα 1 που ακολουθεί φαίνεται το σύνολο της μακροπανίδας ανά τετραγωνικό μέτρο. Ο κάθετος άξονας παρουσιάζει την αφθονία (αριθμό ατόμων / m 2 ) και ο οριζόντιος το βάθος. Μακροπ ανίδα (άτομα ανά m 2 ) 2500 2000 Αφθονία (άτομα ανά m 2 ) 1500 1000 500 0 0 200 400 600 800 1000 1200 Βάθος Διάγραμμα 1: ποσοστό ατόμων ανά ομάδα ανά βάθος (όπου με μπλε χρώμα: παρούσα δειγματοληψία πρώτη δειγματοληψία (Μάιος 2006), με κόκκινο χρώμα: παρούσα δειγματοληψία δεύτερη δειγματοληψία (Δεκέμβριος 2006) με πράσινο χρώμα: δειγματοληψία CINCS (box corer) και με κίτρινο χρώμα: δειγματοληψία με δειγματολήπτη τύπου Smith-McIntyre). Από το παραπάνω διάγραμμα φαίνεται ότι σε βάθος 200 m και με δειγματολήπτη τύπου multicorer η μακροπανίδα κυμαίνεται από 300 έως 1400 άτομα / m 2 (Δεκέμβριος 2006), αντίστοιχα στο ίδιο βάθος για τη δειγματοληψία του Μαΐου 2006 με τον ίδιο τύπο δειγματολήπτη φαίνεται τα άτομα / m 2 να κυμαίνονται από 600 έως 2000 περίπου. Όσον αφορά τη δειγματοληψία με box corer υπάρχει μια διακύμανση στη μακροπανίδα από 500 έως 700 περίπου άτομα / m 2. - 55 -