Τόμος 1, 2015 Πολιτική και Ποινική Ευθύνη Υπουργών ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΠΑΚΑΤΣΙΑ, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια στον Τομέα Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Περίληψη: Στην παρούσα εργασία παρουσιάζεται το πλαίσιο λειτουργίας της πολιτικής και ποινικής ευθύνης Υπουργών, αναλύεται η διάκριση και ταυτόχρονα, η αλληλεξάρτηση που υφίσταται μεταξύ των δύο μορφών ευθύνης. Ειδικότερα, εξετάζεται το ζήτημα της κυρωτικής λειτουργίας των μέσων απόδοσης πολιτικής ευθύνης, παρουσιάζεται η αποδυνάμωση του θεσμού της πολιτικής ευθύνης Υπουργών σε συνθήκες κρίσης του πολιτικού συστήματος, καθώς και οι συνέπειες που επιφέρει η αποδυνάμωση αυτή στην προσέγγιση της ποινικής ευθύνης. Τέλος, προσεγγίζεται το πεδίο εφαρμογής της ποινικής ευθύνης Υπουργών ιδωμένο υπό το πρίσμα της τελολογικής του ερμηνείας και εξετάζεται η στρέβλωση που έχει υποστεί ο θεσμός της ποινικής ευθύνης Υπουργών μέσω της εφαρμογής του. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ Ι. Εισαγωγικά στοιχεία Η «τριπλή» ευθύνη των Υπουργών..σελ.3 ΙΙ. Διάκριση και σύνδεση της ποινικής και της πολιτικής ευθύνης των Υπουργών.σελ.4 ΙΙΙ. Η πολιτική ευθύνη ως έκφανση της κοινοβουλευτικής αρχής.. σελ.4 Α. Τα μέσα απόδοσης πολιτικής ευθύνης και το ζήτημα της «κυρωτικής» τους λειτουργίας...σελ.5 1
Β. Η εξασθένιση της πολιτικής ευθύνης, ως απόρροια της κρίσης του πολιτικού συστήματος....σελ.6 ΙV. Οι ειδικές ρυθμίσεις για την ποινική ευθύνη Υπουργών κατά το αρ. 86 Σ. σελ.7 A. Προσέγγιση του πεδίου εφαρμογής του ειδικού συνταγματικού πλαισίου μέσω της τελολογικής του ερμηνείας. σελ.8 B. Η στρέβλωση του θεσμού της ποινικής ευθύνης Υπουργών μέσω της εφαρμογής του......σελ.9 V. Καταληκτικές παρατηρήσεις.σελ.10 Το παρόν έργο υπάγεται σε Άδεια Χρήσης: Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές (CC BY-NC-ND 4.0) https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΥΠΟΥΡΓΩΝ Ι. Εισαγωγικά στοιχεία Η «τριπλή» ευθύνη των Υπουργών Η υπουργική ευθύνη συνιστά ένα νομικό ζήτημα που παραμένει στο προσκήνιο αφ ενός λόγω των κρουσμάτων διαφθοράς, των λεγόμενων «σκανδάλων», που πλήττουν την πολιτική ζωή και αφ ετέρου λόγω της αίσθησης που υπάρχει διάχυτη στο κοινωνικό σύνολο περί «ατιμωρησίας» των πολιτικών αυτών προσώπων. Διευκρινιστικά, αναφέρουμε ότι ο όρος υπουργική ευθύνη δεν χρησιμοποιείται κατ ακριβολογία, αλλά χάριν συντομίας, καθώς συμπεριλαμβάνει την ευθύνη του συνόλου των μελών της κυβέρνησης, δηλαδή και του Πρωθυπουργού, αλλά και όσων έχουν αναλάβει πολιτικές αρμοδιότητες, χωρίς να είναι μέλη της Κυβέρνησης, δηλαδή την ευθύνη των Υφυπουργών. Ακριβέστερα, θα κάναμε λόγο για ευθύνη των μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών. Η ευθύνη των Υπουργών είναι τριπλή, υπό την έννοια ότι διακρίνεται σε πολιτική, ποινική και αστική. Αν και η συγκεκριμένη διάκριση φαίνεται δεδομένη στα πλαίσια του ισχύοντος κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, η ιστορική αφετηρία της 2
ευθύνης των Υπουργών, που τοποθετείται στο αγγλικό πολίτευμα του 13 ου -14 ου, αιώνα ήταν διαφορετική, καθώς επρόκειτο για μία ενιαία ευθύνη, η οποία συνδύαζε χαρακτηριστικά πολιτικής και ποινικής ευθύνης, εφαρμοζόμενη μέσω του θεσμού του impeachment 1. Ειδικότερα, πέρα από τα αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου, οι αποδιδόμενες κατηγορίες περιλάμβαναν και πράξεις ή παραλείψεις που ανάγονταν στη πολιτική σφαίρα κατά την άσκηση της εξουσίας, όπως λ.χ. η κακοδιοίκηση, οι κακές συμβουλές προς το μονάρχη, το μέσο κύρωσης δε ήταν πάντα η ποινική κύρωση, δεδομένου ότι αποτελούσε το μόνο γνωστό τότε μέσο κύρωσης. Κατά συνέπεια, δεν επρόκειτο για ποινική ευθύνη, όπως συχνά υποστηρίζεται 2, αλλά για μία ενιαία ευθύνη με πολιτικές και ποινικές συνιστώσες 3. Η διάσπαση και η δημιουργία διακριτών μορφών ευθύνης συντελέστηκε με τη γένεση της κοινοβουλευτικής αρχής και υπάρχει ως τέτοια στο πλαίσιο των κοινοβουλευτικών πολιτευμάτων διακυβέρνησης. Αντίθετα, στο πλαίσιο των προεδρικών συστημάτων διακυβέρνησης, όπου υπάρχει αυστηρή διάκριση της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας, η κύρωση που ακολουθεί την ποινική καταδίκη είναι συχνά πολιτική, με αποτέλεσμα να μπορεί να συναχθεί ότι τα όρια μεταξύ πολιτικής και ποινικής ευθύνης δεν είναι συγκεκριμένα. Έτσι, στις Η.Π.Α. η Βουλή των αντιπροσώπων είναι αρμόδια για τη δίωξη των υπουργικών αδικημάτων της εσχάτης προδοσίας, της παραβίασης των νόμων και της κατάχρηση εξουσίας και η Γερουσία αρμόδια για την εκδίκαση τους, η δε κύρωση που επιβάλλεται είναι πολιτική και συνίσταται σε έκπτωση από το αξίωμα και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων 4. ΙΙ. Διάκριση και σύνδεση της ποινικής και της πολιτικής ευθύνης των Υπουργών Παρά το γεγονός ότι η ποινική και πολιτική ευθύνη των Υπουργών διακρίνονται στο πλαίσιο των σύγχρονων δημοκρατικών συστημάτων διακυβέρνησης, αφ ενός ως προς το σκοπό που επιδιώκουν και αφ ετέρου ως προς την ακολουθούμενη για την αναζήτηση ευθύνης διαδικασία, η διάκριση αυτή δεν είναι απόλυτη, αλλά αντίθετα οι δύο αυτές μορφές ευθύνης παραμένουν άρρηκτα συνδεδεμένες 5. Κοινή συνιστώσα της πολιτικής και ποινικής ευθύνης αποτελεί το πεδίο γένεσης και ανάπτυξης τους, 1 Βλ. Λοβέρδου Α., Η ποινική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών στο κοινοβουλευτικό πολίτευμα, Αντ.Ν.Σάκκουλα, 1995, σελ. 46 2 Βλ. Τσάτσου Δ., Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος Β, Αντ. Ν. Σάκκουλα,1993, σελ.314, Βενιζέλου Ευ., Σχεδίασμα για την αναθεώρηση του αρ. 86 Συντ. και τη ρύθμιση της ποινικής ευθύνης των Υπουργών, Υπεράσπιση, 1993, σελ. 461 3 Βλ. Λοβέρδου Α., ο.π., σελ. 41, (σημ. 1) 4 Βλ. Τσιλιώτη Χ., Μια συγκεκριμένη πρόταση για την αναθεώρηση του αρ. 86 Συντάγματος, ΘΠΔΔ, τευχ. 8-9/2014, σελ. 681 5 Βλ. Μαντζούφα Π./Μαργαρίτης Λ./Συμεωνίδου Καστανίδου Ε., Η ποινική ευθύνη των Υπουργών, Νομική Βιβλιοθήκη, 2014, σελ. 2 3
καθώς αμφότερες εμφανίζονται κατά την ενάσκηση δημόσιας εξουσίας. Η συσχέτιση τους, επομένως, καθιστά αναγκαία την εξέταση κάθε μίας εκ των δύο μορφών ευθύνης σε συνάρτηση με την άλλη. ΙΙΙ. Η πολιτική ευθύνη ως έκφανση της κοινοβουλευτικής αρχής Η πολιτική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης, εδράζεται σε ένα πλέγμα συνταγματικών διατάξεων και ειδικότερα στο αρ. 82 του ισχύοντος Συντάγματος, όπου καθιερώνεται η συλλογική λειτουργία της κυβέρνησης, στο αρ. 85 του Συντάγματος, που αφορά τη συλλογική πολιτική ευθύνη και στο αρ. 84 του Συντάγματος που ρυθμίζει την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης ή κατά μέλους αυτής. Ως πολιτική ευθύνη νοείται η υποχρέωση λογοδοσίας που υπέχουν τα μέλη της Κυβέρνησης για τις πράξεις τους έναντι του Κοινοβουλίου 6. Σημείο γένεσης της πολιτικής ευθύνης της Κυβέρνησης, τόσο ως συλλογικού οργάνου, όσο και των μελών της ατομικά, είναι η απόκτηση της εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου, κατά το αρ. 84 παρ. 1 του Συντάγματος και συνακόλουθα η στιγμή της ανάληψης των καθηκόντων τους 7. Η πολιτική ευθύνη αποτελεί, ουσιαστικά, το «αντιστάθμισμα» για την απόλαυση της εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου. Υπό αυτή την έννοια, η πολιτική ευθύνη συνιστά έκφανση της κοινοβουλευτικής αρχής, καθώς διασφαλίζει την εξάρτηση και συνακόλουθα τον έλεγχο της Κυβέρνησης από το Κοινοβούλιο. Οι Υπουργοί, λοιπόν, ως μέλη της εξαρτώμενης από το Κοινοβούλιο Κυβέρνησης, υπέχουν καθήκον λογοδοσίας έναντι του Κοινοβουλίου και κατ επέκταση έναντι του εκλογικού σώματος για τις πράξεις τους καθ όλη τη διάρκεια της θητείας τους. Παράλληλα, το Κοινοβούλιο έχει την αρμοδιότητα ελέγχει την εκπλήρωση των πολιτικών δεσμεύσεων των Υπουργών και να τους απομακρύνει από την εξουσία στην περίπτωση αθέτησής τους 8. Α. Τα μέσα απόδοσης πολιτικής ευθύνης και το ζήτημα της «κυρωτικής» τους λειτουργίας Τα μέσα απόδοσης πολιτικής ευθύνης στα μέλη της Κυβέρνησης είναι αφ ενός ο κοινοβουλευτικός έλεγχος και αφ ετέρου η υπερψήφιση πρότασης μομφής κατά μέλους της Κυβέρνησης ατομικά ή κατά της Κυβέρνησης συλλογικά, κατ άρθρο 84 παρ. 2 του Συντάγματος. Ειδικότερα, η υποχρέωση λογοδοσίας των Υπουργών για 6 Βλ. Σαρίπολου Ν. Ν., Ελληνικόν Συνταγματικόν Δίκαιον, Τόμος Α, 3η έκδοση, 1915, σελ. 215 7 Λοβέρδου Α., Κυβέρνηση, συλλογική λειτουργία και πολιτική ευθύνη, Αντ. Ν Σάκκουλας, 1991, σελ. 86 8 Βλ. Καμτσίδου Ι., Το Κοινοβουλευτικό σύστημα Δημοκρατική αρχή και κυβερνητική ευθύνη, Σαββάλας, 2011, σελ. 221 4
τις πράξεις τους διενεργείται μέσω της άσκησης του κοινοβουλευτικού ελέγχου, ο οποίος αποσκοπεί στο να εξακριβώσει εάν η Κυβέρνηση αξιοποιεί με τρόπο ορθολογικό την εμπιστοσύνη που της έχει παρασχεθεί. Επομένως, η κατάφαση πολιτικής ευθύνης δεν απορρέει από την παραβίαση κάποιου κανόνα δικαίου, σε αντίθεση με την ποινική ευθύνη, αλλά συνέχεται με τη μη εκπλήρωση της εντολής που η Κυβέρνηση έλαβε κατά τον διορισμό της και κατ αποτέλεσμα με τη διάψευση της εμπιστοσύνης που της δόθηκε από το Κοινοβούλιο 9. Όσον αφορά τα μέσα με τα οποία ασκείται ο κοινοβουλευτικός έλεγχος, αυτά εξειδικεύονται στα άρθρα 124 επ. του Κανονισμού της Βουλής και συνίστανται στην παρουσίαση και ενδεχομένως προσυπογραφή από βουλευτή αναφορών πολιτών που απευθύνονται στη Βουλή, στην υποβολή ερωτήσεων, επερωτήσεων, επίκαιρων ερωτήσεων και επερωτήσεων, στην αίτηση κατάθεσης εγγράφου, στη σύσταση εξεταστικής επιτροπής και στη σύσταση κοινοβουλευτικών επιτροπών. Ο έλεγχος αυτής της μορφής είναι μη κυρωτικός, δεδομένου ότι ακόμη και εάν τα πορίσματα του κοινοβουλευτικού ελέγχου συνεπάγονται την κατάφαση πολιτικής ευθύνης, δεν ακολουθεί νομικά κάποιου είδους πολιτική κύρωση (λ.χ. παραίτηση). Διάφορο είναι το ζήτημα της «πολιτικής συνείδησης», η οποία επιτάσσει την παραίτηση του εκάστοτε Υπουργού στην περίπτωση απόδοσης από το Κοινοβούλιο ή ανάληψης από τον ίδιο πολιτικής ευθύνης για κάποια πράξη ή παράλειψη του. Αντίθετα, το μέσο που συνεπάγεται νομικά, πολιτική κύρωση σε περίπτωση ύπαρξης πολιτικής ευθύνης είναι η υπερψήφιση πρότασης μομφής κατά Υπουργού ατομικά ή κατά της Κυβέρνησης συλλογικά, οπότε στην περίπτωση αυτή ο Υπουργός ή η Κυβέρνηση απαλλάσσονται από τα καθήκοντα τους. Ωστόσο, η απουσία νομικής κύρωσης σε περίπτωση κατάφασης ευθύνης μέσω του μηχανισμού του κοινοβουλευτικού ελέγχου δεν συνεπάγεται ότι στην περίπτωση αυτή η πολιτική ευθύνη στερείται δεσμευτικότητας. Εξάλλου, ο ίδιος ο σκοπός των μέσων κοινοβουλευτικού ελέγχου δεν είναι η επιβολή κυρώσεων, μέσω της άρσης της εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου, αλλά η ενημέρωση της Βουλής - και κατ επέκταση του εκλογικού σώματος - για τις πράξεις των μελών της Κυβέρνησης, με σκοπό οι πράξεις αυτές να ανταποκρίνονται στο πλαίσιο της εντολής που η Κυβέρνηση έλαβε κατά το διορισμό της. Έτσι, ο λεγόμενος «ήπιος» κοινοβουλευτικός έλεγχος στερείται κυρώσεων, αλλά όχι συνεπειών, καθώς μέσω αυτού οι κυβερνώντες υποχρεώνονται να παρουσιάσουν και να υποβάλλουν το έργο τους σε έλεγχο 10. Εξάλλου, τα δύο μέσα απόδοσης ευθύνης, δηλαδή ο κοινοβουλευτικός έλεγχος και η πρόταση μομφής, 9 Βλ. Καμτσίδου Ι., ο.π., σελ. 220, (σημ. 7) 10 Βλ. Καμτσίδου Ι., ο.π., σελ. 227, (σημ. 7) 5
μπορούν να λειτουργήσουν συνδυαστικά υπό την έννοια ότι η διαπίστωση ευθυνών μέσω του ελέγχου, μπορεί να οδηγήσει σε υποβολή πρότασης μομφής. Β. Η εξασθένιση της πολιτικής ευθύνης, ως απόρροια της κρίσης του πολιτικού συστήματος Η κατανόηση της λειτουργίας της πολιτικής ευθύνης στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού μας συστήματος δεν μπορεί να ιδωθεί ανεξάρτητα από την εξέταση της λειτουργίας των πολιτικών κομμάτων. Η κομματική πειθαρχία, η οποία έχει ως αποτέλεσμα οι Υπουργοί να αισθάνονται ότι είναι υπόλογοι κυρίως έναντι του κομματικού τους αρχηγού και όχι έναντι του Κοινοβουλίου, τείνει να αλλοιώσει την εξάρτηση της κυβέρνησης από το Κοινοβούλιο 11. Ακολούθως, στην υπάρχουσα πολιτική πραγματικότητα κρίσης του πολιτικού συστήματος γενικότερα και του κοινοβουλευτικού συστήματος ειδικότερα, η πολιτική ευθύνη έχει σε σημαντικό βαθμό αποδυναμωθεί. Εξάλλου, δεν λείπουν οι περιπτώσεις, όπου παρά το γεγονός ότι αναλήφθηκε δημόσια πολιτική ευθύνη για ένα γεγονός, δεν ακολούθησε «κύρωση», υπό τη μορφή της παραίτησης, με αποτέλεσμα να δίδεται η εντύπωση ότι η πολιτική ευθύνη στερείται συνεπειών 12. Παράλληλα, η έκπτωση της πολιτικής ευθύνης επέφερε στρεβλώσεις και στο πεδίο της ποινικής ευθύνης Υπουργών, λόγω της αλληλεξάρτησης που υφίσταται μεταξύ τους. Ειδικότερα, η απουσία ενεργοποίησης των διατάξεων της πολιτικής ευθύνης οδήγησε σε συνθήκες πολιτικής σύγκρουσης, στη θεσμική εκτόνωση μέσω της ποινικής ευθύνης 13. ΙV. Οι ειδικές ρυθμίσεις για την ποινική ευθύνη Υπουργών κατά το αρ. 86 του Συντάγματος Η ποινική ευθύνη των Υπουργών διέπεται από τις διατάξεις του αρ. 86 του Συντάγματος και του οργανικού νόμου 3126/2003, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 3961/2011, οι οποίες καθιερώνουν ένα ειδικό από πλευράς δικονομικού και όχι ουσιαστικού ποινικού δικαίου πλαίσιο ρύθμισης του ζητήματος. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 86 του Συντάγματος ενεργοποιούνται μόνο στην περίπτωση που μέλος της Κυβέρνησης τέλεσε ποινικό αδίκημα κατά την άσκηση των καθηκόντων του και όχι εκτός αυτής. Συνοπτικά, τα βασικά χαρακτηριστικά της ποινικής ευθύνης των Υπουργών συνοψίζονται στην άσκηση της ποινικής δίωξης κατ αποκλειστικότητα από τη Βουλή, 11 Βλ. Χρυσόγονου Κ., Η έκπτωση της υπουργικής ευθύνης, ΕφΔΔ 4/2009, σελ. 442 επ. 12 Βλ. Μοσχονά Γ., Οι αντοχές του συστήματος διαφθοράς,, εφ. «ΤΟ ΒΗΜΑ», 28.12.2008, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=248432 (τελ. επίσκ. 15/06/2015) 13 Βλ. Λοβέρδου Α., ο.π., σελ. 21 (σημ. 1) 6
στην καθιέρωση της οριζόμενης στο αρ. 86 παρ. 3 Συντάγματος ειδικής κοινοβουλευτικής διαδικασίας για την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, κατόπιν υποβολής πρότασης από τριάντα βουλευτές και στην εκδίκαση των υποθέσεων από Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο συγκροτείται κατόπιν κλήρωσης για κάθε υπόθεση από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου. Ενώπιον του ως άνω Ειδικού Δικαστηρίου, τη θέση της κατηγορούσας αρχής αναλαμβάνει μέλος της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, κατόπιν κλήρωσης. Ακόμη, προβλέπεται σύντομη αποσβεστική προθεσμία για την άσκηση της δίωξης από τη Βουλή, καθώς η Βουλή μπορεί να ασκήσει την αρμοδιότητά της μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος. Τέλος, η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών να ανακαλεί την απόφαση της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία 14. Τα πολλαπλά ερμηνευτικά ζητήματα που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων (λ.χ. το ζήτημα της αποσβεστικής προθεσμίας ή το ζήτημα των συμμετόχων) δε θα εξετασθούν, καθώς εκφεύγουν του πλαισίου της παρούσας εργασίας. Α. Προσέγγιση του πεδίου εφαρμογής του ειδικού συνταγματικού πλαισίου μέσω της τελολογικής του ερμηνείας Σκοπός της θέσπισης ενός ειδικού πλαισίου, το οποίο αποκλίνει από τις διατάξεις της Ποινικής Δικονομίας, δεν είναι η δημιουργία ενός αδιαπέραστου προστατευτικού πλέγματος υπέρ των Υπουργών που να καταλήγει στην ατιμωρησία τους. Ο σκοπός της καθιέρωσης των ειδικών διατάξεων γίνεται περισσότερο εμφανής, εάν αναλογιστούμε την κατηγορία των αδικημάτων για τα οποία πρέπει να εφαρμόζεται το αρ. 86 Συντάγματος. Δεδομένου ότι ο συνταγματικός νομοθέτης όρισε ότι η ρύθμιση εφαρμόζεται για τα αδικήματα που τέλεσε ο Υπουργός «κατά την άσκηση των καθηκόντων του», συνάγεται ότι η διάταξη αφορά αδικήματα που τελέστηκαν κατά την άσκηση δημόσιας εξουσίας ή εναργέστερα κατά την άσκηση πολιτικής. Επομένως, το αρ. 86 Συντάγματος συμβάλλει πρωτίστως στην προστασία των Υπουργών, ως φορέων άσκησης δημοσίας εξουσίας και ιδίως ως φορέων χάραξης κυβερνητικής πολιτικής και όχι ατομικά ως προσώπων, αποσκοπώντας μέσω αυτής της προστασίας στη διευκόλυνση της λειτουργίας της κυβερνητικής πολιτικής και κατ επέκταση της λειτουργίας του ίδιου του κράτους 15. Με άλλα λόγια, 14 Βλ. Μαντζούφα Π. σε Μαντζούφα Π./Μαργαρίτη Λ./Συμεωνίδου Καστανίδου Ε., ο.π., σελ. 12 (σημ. 4) 15 Βλ. Συμεωνίδου Καστανίδου σε Μαντζούφα Π./Μαργαρίτη Λ./Συμεωνίδου Καστανίδου Ε., ο.π., σελ. 29 (σημ. 4) 7
στο καθεστώς του αρ. 86 δεν υπάγονται οι Υπουργοί ή γενικά οι πράξεις τους, αλλά ορισμένα μόνο ποινικά αδικήματα 16. Εν ολίγοις, οι πολιτικές συνιστώσες της ποινικής ευθύνης δικαιολογούν επαρκώς την απόκλιση από τις κοινές δικονομικές ρυθμίσεις του ποινικού δικαίου. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το αρ. 86 Συντάγματος ρυθμίζει τις περιπτώσεις εκείνων των αδικημάτων που τελούν σε ουσιώδη σχέση με τα υπουργικά καθήκοντα και όχι των αδικημάτων που ασκήθηκαν «επ ευκαιρία» των υπουργικών καθηκόντων, πολλώ δε μάλλον των αδικημάτων που είναι άσχετα προς τα Υπουργικά καθήκοντα (λ.χ. το αδίκημα της ανθρωποκτονίας). Ακολούθως, στις ειδικές διατάξεις της ευθύνης Υπουργών εντάσσεται λ.χ. το αδίκημα της απιστίας λόγω παράνομης διαχείρισης των κονδυλίων ενός Υπουργείου ή το αδίκημα της χρήσης παρανόμως ληφθείσας λίστας φοροφυγάδων με σκοπό την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Αντίθετα, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι εντάσσεται στο ειδικό πεδίο του αρ. 86 Συντάγματος το αδίκημα της νομιμοποίησης παράνομων εσόδων 17, όπως ορθά γίνεται δεκτό θεωρητικά και νομολογιακά. Κατ ακολουθία, σε αντίθεση με τη διαμορφωθείσα νομολογία 18, πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν εντάσσεται στα αδικήματα που τελούνται κατά την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων το αδίκημα της παθητικής δωροδοκίας, καθώς τούτο συνάπτεται προς τα υπουργικά καθήκοντα υπό την έννοια ότι η υπουργική ιδιότητα συνιστά το «μέσο» για την τέλεση του, αλλά δεν τελείται «κατά» την άσκηση των υπουργικών καθηκόντων 19. Εξάλλου, προς την στενή ερμηνευτική θεώρηση της έννοιας των υπουργικών αδικημάτων κατατείνει και ο ερμηνευτικός κανόνας κατά τον οποίο οι εξαιρετικές ρυθμίσεις, όπως η ρύθμιση του αρ. 86Σ, πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Β. Η στρέβλωση του θεσμού της ποινικής ευθύνης Υπουργών μέσω της εφαρμογής του Το γεγονός ότι οι ειδικές δικονομικές ρυθμίσεις της ευθύνης Υπουργών εφαρμόζονται και σε αδικήματα τα οποία αποκλίνουν του πεδίου ρύθμισης του αρ. 86 Συντάγματος και του νόμου περί ευθύνης Υπουργών, οφείλεται σε μία εξαιρετικά 16 Βλ. Δημητρόπουλου Α., Η ποινική ευθύνη των Υπουργών, ΕΔΔΔ 1/2013, σελ.5 επ. 17 ΣυμβΕφΑθ 1440/2010 18 Βούλευμα ΕφΑθ 1440/2010, Δικ. Συμβ. 1/2011 19 Βλ. Δημητρόπουλου Α., ο.π. (σημ.15), Συμεωνίδου Καστανίδου Ε. σε Μαντζούφα Π./Μαργαρίτη Λ./Συμεωνίδου Καστανίδου Ε, ο.π., σελ. 34 (σημ. 4), Μαργαρίτη Λ., Υπουργοί και υφυπουργοί: παθητική δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, ΠοινΔικ 4/2011, σελ. 490 επ. 8
διευρυμένη ερμηνεία της συνταγματικής διάταξης και όχι στην συνταγματική διάταξη καθεαυτή 20. Ακόμη, πέραν της διευρυμένης ερμηνείας των ειδικών διατάξεων για την Υπουργική ευθύνη, η οποία έρχεται σε αντίθεση με την τελολογία της εξαιρετικής ρύθμισης, ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των Υπουργών έχει υποστεί πολλαπλές αλλοιώσεις μέσω της εφαρμογής του. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την μαζική απουσία της κοινοβουλευτικής ομάδας πολιτικού κόμματος, κατά τη συζήτηση υποβληθείσας πρότασης για άσκηση δίωξης κατά δύο Υπουργών και ενός Υφυπουργού για το λεγόμενο «σκάνδαλο» της Μονής Βατοπεδίου, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να μη σχηματισθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία για τη συγκρότηση της επιτροπής εξέτασης της κατηγορίας 21. Τέλος, όσον αφορά τη σύνδεση της πολιτικής με την ποινική ευθύνη, η αποδυναμωμένη πολιτική ευθύνη των Υπουργών στο πλαίσιο της κρίσης εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα έχει οδηγήσει στην αναζήτηση ευθυνών και πιο συγκεκριμένα κυρώσεων - μέσω της ποινικής ευθύνης. Έτσι, παρατηρείται μία απόπειρα ταύτισης των δύο αυτών μορφών ευθύνης μέσω της προσπάθειας αναγωγής πολιτικών επιλογών και αποφάσεων σε ποινικά αδικήματα, ώστε να κάνουμε λόγω για κατ ουσίαν «ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής». Με τη σειρά της, η προβληματική εφαρμογή του θεσμού της ποινικής ευθύνης, καλλιεργεί την αίσθηση της ατιμωρησίας των κυβερνώντων, με αποτέλεσμα οι διατάξεις του αρ. 86 Συντάγματος, να εκλαμβάνονται περισσότερο ως προνόμιο που θέτει τους Υπουργούς στο απυρόβλητο, παρά ως ειδικό καθεστώς. V. Καταληκτικές παρατηρήσεις Εν είδη συμπεράσματος, ενδεχόμενες τροποποιήσεις βελτιώσεις της ποινικής ευθύνης Υπουργών δεν μπορούν να οδηγήσουν αυτοτελώς στην εξυγίανση του θεσμού. Εξάλλου, όπως έχει επισημανθεί από τον καθηγητή Μανωλεδάκη ήδη από το 2008, το πρόβλημα του αρ. 86 του Συντάγματος δεν είναι πρωτίστως νομικό, αλλά έγκειται «στο ευτελισμό χωρίς όρια και αιδώ των θεσμών της δημοκρατίας από τους ασκούντες πολιτική εξουσία» 22. Κατά συνέπεια, η επίτευξη της ισορροπίας ανάμεσα στις δύο μορφές ευθύνης των κυβερνώντων είναι το ζητούμενο για την ομαλή λειτουργία των θεσμών. Στο πλαίσιο αυτό, είναι κρίσιμη η ουσιαστική εφαρμογή του θεσμού της πολιτικής ευθύνης προκειμένου «να αποφευχθεί η θεσμική εκτόνωση διά 20 Βλ. Συμεωνίδου Καστανίδου Ε. σε Μαντζούφα Π./Μαργαρίτη Λ./Συμεωνίδου Καστανίδου Ε., ο.π., σελ. 34 (σημ. 4) 21 Βλ. Χρυσόγονου Κ., ο.π., σελ. 447 (σημ. 11) 22 Μανωλεδάκη Ι., Γιατί δεν μετέχω στη συζήτηση, εφ. «ΤΟ ΒΗΜΑ», 10.05.2009, http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=267462, (τελ. επίσκ. 15/06/2015) 9
της ποινικής οδού» 23. Η ουσιαστική εφαρμογή του κοινοβουλευτικού ελέγχου σε συνδυασμό με την υποβολή πρότασης μομφής σε περίπτωση που προκύψουν πολιτικές ευθύνες, καθώς και η στενή ερμηνεία του πεδίου εφαρμογής του αρ. 86 του Συντάγματος έχουν τη δυναμική, να εξισορροπήσουν τη διαταραγμένη σχέση μεταξύ πολιτικής και ποινικής ευθύνης και να καταστήσουν την ποινική ευθύνη «οριακό θεσμό». 23 Λοβέρδου Α., ο.π., σελ.77, (σημ. 6) 10