ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο ΜΙΝΩΪΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ



Σχετικά έγγραφα
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Το ανάκτορο της Ζάκρου

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Τρίτη, 04 Νοέμβριος :10 - Τελευταία Ενημέρωση Τετάρτη, 04 Φεβρουάριος :32

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Μινωικός Πολιτισμός σελ

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο των Μαλίων

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Φαιστού

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωικοί ιεροί χώροι

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Κνωσού

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΛΙΝΔΟΥ ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΑΛΟΥ ΒΠΠΓ

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Κνωσού

Greither Elias. "Icarus" Fresco Munchen 1616

Μινωικός πολιτισμός. Η ακμή του κρητομινωικού πολιτισμού παρουσιάζεται μεταξύ του 1900 και του 1450 π. Χ.

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

σε δράση Μικροί αρχιτέκτονες Όνομα μαθητή Εκπαιδευτικό πρόγραμμα Εκπαιδευτικό πρόγραμμα για μαθητές Γυμνασίου

ΤΑΦΟΣ-ΙΕΡΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΜΙΝΩΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΛΑΧΟΠΟΥΛΟΣ ΜΑΡΙΝΑ ΓΑΡΔΙΚΙΩΤΗ

Χώροι θέασης και ακρόασης της αρχαίας Ελευσίνας. Φοίβος Αργυρόπουλος

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μυκηναϊκός πολιτισμός η τέχνη Η μυκηναϊκή τέχνη διαμορφώθηκε υπό την άμεση επίδραση του μινωικού πολιτισμού. Μετά την παρακμή της μινωικής Κρήτης

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΘΕΜΑ: «ΜΙΚΡΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΚΟΠΩΝ»

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

Ακολούθησέ με... στην ακρόπολη των Μυκηνών

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ. Χρωματίστε τη γραμμή του χρόνου Α.. Β.. Γ...

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ. Τάξη Α Γυμνασίου. Ονοματεπώνυμο:... Τμήμα:... Ημερομηνία:... Βαθμός:...

ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΣ. Μετά τα Μηδικά κατακευάστηκε το 478 π.χ το Θεμιστόκλειο τείχος που χώρισε την κατοικημένη περιοχή από το νεκροταφείο.

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Ξενοδοχείο 4* «Virginia Hotel» εκτός Σχεδίου Δήμος Ρόδου

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Μινωική Νεοανακτορική αρχιτεκτονική

ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ σελ. βιβλ Μινωικός πολιτισμός ΙΣΤΟΡΙΑ Κ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ακολούθησέ με... στον οικισμό του Ακρωτηρίου της Θήρας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙΔΕΣ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ. υπαίθρια αμφιθεατρική κατασκευή ημικυκλικής κάτοψης γύρω από μια κυκλική πλατεία

ΥΛΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Α. ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙ ΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ

ΟΙ ΓΡΑΦΕΣ ΣΤΟ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ Όταν οι μαθητές δημιουργούν

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΑΣΤΕΛΛΙΑΝΩΝ «Ο ΚΕΡΑΜΟΣ»

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

ΕΠΙ ΑΥΡΟΣ. Είμαι η ήμητρα Αλεβίζου, μαθήτρια του Βαρβακείου ΠΠ Γυμνασίου και θα σας παρουσιάσω το Ωδείο και το μικρό θέατρο της αρχαίας Επιδαύρου...

TEXNIKH ΕΚΘΕΣΗ

Βικελαία Βιβλιοθήκη. Έναρξη εργασιών Β Φάσης (τελικής)

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΣΤΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2011

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΧΕΔΙΩΝ. Το οικόπεδο μας ανήκει στον κύριο Νίκο Δαλιακόπουλο καθώς και το γειτονικό οικόπεδο.

Κτίσµα 1. κάτοικοι: πενταµελής οικογένεια δεν κατοικείται µόνιµα

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ : Π.Χ. ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙ ΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 6 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΜΑΝΩΛΙΑ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΒΠΠΓ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

Τα πέντε θεματικά πάρκα εκτείνονται σε μήκος 1500 μ. από το Μέγαρο Μουσικής έως τους Ναυτικούς Ομίλους και περιλαμβάνουν:

ΝΕΑ ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΩΝ. Σχεδιαστικά καρτών και κείμενα περιγραφής σχεδίων ΠΡΩΙΜΗ ΚΑΙ ΜΕΣΗ ΧΑΛΚΟΚΡΑΤΙΑ. Master Card Classic Credit

Εποχή του Χαλκού (3.000 π.χ π.χ.) Μιχαέλα Αλεξανδρίδη

Ένα ξεχασμένο θέατρο. (το Ρωμαϊκό Ωδείο) Έφη Νικολοπούλου, ΒΠΠΓ

Εργασία Ιστορίας. Ελένη Ζέρβα

Λίγα Λόγια για τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

Φωνές νερού μυριάδες Ιερό Άμμωνα ία, Καλλιθέα Χαλκιδικής. Φυλλάδιο δράσης

ΟΙ ΚΥΚΛΙΚΟΙ (ΘΟΛΩΤΟΙ) ΤΑΦΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΑΡΑΣ ΣΤΗΝ ΝΟΤΙΑ ΚΡΗΤΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΈΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2019

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2013) Donald C. Haggis, The University of North Carolina at Chapel Hill

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

ΘΕΜΑ: «ΦΟΙΤΗΤΙΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ»

4. ΗΜΟΣ ΣΠΕΡΧΕΙΑ ΑΣ

Ανάγνωση - Περιγραφή Μνημείου: Ναός του Ηφαίστου

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙ ΕΣ

ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΒΑΡΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΑΣ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ-ΣΧΕΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΗ ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΚΙΟΝΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

της Φωτιάδου Χαρούλας - Μαρίας

m pi-*. κείμενο: Τόνια Κατερίνη, Μαρία Καζολέα, αρχιτέκτονες μηχανικοί φωτογράφηση: Αθηνά Καζολέα, Πάτροκλος Στελλάκης

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Μινωική Αρχαιολογία ΙΑ 10 ΜΙΝΩΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΥΛΙΚΑ ΟΜΗΣ

<< ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ >>

Προϊστορική Αρχαιολογία Γ εξαμήνου. Το Αιγαίο και η Μεσόγειος της 2 ης χιλιετίας π.χ.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΤΙΡΙΟΥ

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

ΕΛΠ 11 - Οι Προϊστορικοί χρόνοι - onlearn.gr - ελπ -εαπ. Ενότητα πρώτη 1.1 : Νεολιθική εποχή (9.000 πΧ στην Εγγύς Ανατολή, πΧ στην Ελλάδα): Η Παραγωγική επανάσταση

Transcript:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο ΜΙΝΩΪΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ Μινωικός - Μυκηναϊκός Κόσµος

Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ Η Κρήτη, ένα νησί που εκτείνεται σε µήκος περίπου 260 χλµ. και µέγιστο πλάτος µόλις 60 χλµ., βρίσκεται σε προνοµιακή γεωγραφική θέση στον χώρο της Μεσογείου. Η προνοµιακή αυτή θέση της Κρήτης στο νότιο άκρο του Αιγαίου ώθησε τους Μινωίτες, όπως ονοµάστηκαν οι κάτοικοί της, στην επικοινωνία µε πλήθος άλλων γειτονικών λαών και στη δηµιουργία εµπορικών και πολιτισµικών ανταλλακτικών σχέσεων. Τελικά οι Μινωίτες εξελίχθηκαν σε ναυτικό λαό και εντάχθηκαν στους µεγάλους θαλασσοπόρους. Το γεγονός όµως ότι ο νησιωτικός αυτός χώρος βρισκόταν διαρκώς υπό την επίδραση δυσµενών φυσικών φαινοµένων, όπως σεισµοί ή ανύψωση της θαλάσσιας στάθµης, ενέταξε τον χώρο τους στην κατηγορία των ευάλωτων περιοχών. Σήµερα είµαστε σε θέση να γνωρίζουµε ότι πολλές παραθαλάσσιες περιοχές, κυρίως της βόρειας και ανατολικής προϊστορικής Κρήτης, βρίσκονται πλέον κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αντίθετα, στα δυτικά παρατηρείται ανύψωση της επιφάνειας του εδάφους, που πιστεύεται ότι φθάνει τα 6,6 µ. στην περιοχή της Φαλάσαρνας. Στο εσωτερικό του νησιού, οι αλλαγές αφορούν κυρίως στην αποψίλωση των εδαφών και κατά συνέπεια στη διάβρωση των βουνών. Η µεγαλύτερη πεδιάδα είναι αυτή της Μεσαράς, γύρω από την οποία υπήρχαν η Φαιστός, η Αγία Τριάδα και η Γόρτυνα, ενώ µικρότερες πεδιάδες βρίσκονται κοντά στα ανάκτορα της Κνωσού και των Μαλίων. Το κλίµα κατά την άνθηση του µινωικού πολιτισµού ήταν αντίστοιχο µε το σηµερινό. Τα σηµαντικά οικιστικά κέντρα του νησιού αποτελούσαν τα ανάκτορα στην Κνωσό, στη Φαιστό, στα Μάλια και στη Ζάκρο. Τα ανάκτορα χτίστηκαν σε θέσεις τέτοιες που να επιτρέπουν τον έλεγχο πεδιάδων, αλλά να έχουν και εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα. Ταυτόχρονα, γύρω τους ή σε µικρή απόσταση χτίστηκαν και οι πρώτες πόλεις. Η ζωή της πόλης επικεντρωνόταν στο ανάκτορο, ενώ γύρω από αυτό υπήρχαν πολυτελείς κατοικίες στις οποίες ζούσαν οι άρχοντες. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ στα ανάκτορα συγκεντρώνονταν η διοικητική εξουσία, η λατρεία και οι αποθήκες του βασιλείου, αυτά ήταν ατείχιστα, γεγονός που µαρτυρεί έλλειψη κινδύνου από το εξωτερικό, αλλά και σταθερές εσωτερικές σχέσεις. Υπήρχαν επίσης επαύλεις στις Αρχάνες και στην Αγία Τριάδα, αγροικίες και πολλές νέες παραθαλάσσιες εγκαταστάσεις στα Γουρνιά, στο Παλαίκαστρο και στον Μόχλο, πιθανώς λόγω της µεγάλης ανάπτυξης του εµπορίου. Για την εσωτερική διάρθρωση της διοίκησης του νησιού οι πληροφορίες είναι ανεπαρκείς. Πάντως, αν και το γεωφυσικό περιβάλλον της Κρήτης καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη 3 4 2 7 1 5 9 8 10 6 Δορυφορική εικόνα της Κρήτης, όπου φαίνονται οι γνωστές

την επικοινωνία µεταξύ των πόλεων, από τις πινακίδες της Γραµµικής Β είναι εµφανές ότι ο βασιλιάς της Κνωσού ήταν η κυρίαρχη δύναµη του χώρου και το βασίλειό του το ισχυρότερο. Πιθανώς µετά την κατάρρευση αυτής της πόλης, περίπου το 1450 π.χ., να διασπάστηκε το βασίλειο σε µικρότερες. Η µινωική επίδραση στο εξωτερικό άρχισε να υποχωρεί, ενώ στο ανάκτορο της Κνωσού ήταν πλέον έντονη η παρουσία Μυκηναίων. Παρ όλα αυτά η Κρήτη, ακόµα και ως αποικία του µυκηναϊκού βασιλείου, δεν έχασε την αίγλη της, γι αυτό συµµετείχε και στον Τρωικό πόλεµο. Ο µινωικός κόσµος δεν ήταν περιορισµένος στα γεωγραφικά όρια της Κρήτης. Οι Μινωίτες ταξίδευαν πολύ, ακόµα και σε αποµακρυσµένες για την εποχή περιοχές, όπου για τις ανάγκες εµπορικών ανταλλαγών ίδρυσαν όχι µόνο εµπορικούς σταθµούς, αλλά και οικισµούς. Σύµφωνα µε τη µυθολογική παράδοση ο ίδιος ο βασιλιάς Μίνωας ίδρυσε αποικίες στην Κέα και στη Μεγαρίδα. Μινωικές εγκαταστάσεις έχουν αναγνωριστεί σχεδόν σε όλο τον χώρο του Αιγαίου, στην Εύβοια, στη Σκόπελο, στη Χίο και στη Νάξο. Η παρουσία των Μινωιτών είναι αισθητή και στο βόρειο Αιγαίο, στη Θάσο και στη Σαµοθράκη, όπου βρέθηκαν πινακίδες µε γραφή όµοια µε την αντίστοιχη των κρητικών ιερογλυφικών. Στοιχεία µινωικού χαρακτήρα, χωρίς ενδείξεις µόνιµης εγκατάστασης, αναγνωρίζονται στη Φυλακωπή της Μήλου, στην Αγία Ειρήνη της Κέας, στο Ακρωτήρι της Θήρας, στη θέση Τριάντα της Ρόδου, ενώ στοιχεία που αφορούν τα ταφικά έθιµα έχουν αναγνωριστεί στην Κω και στην Κάρπαθο. Σε ό,τι αφορά την ανατολική πλευρά του Αιγαίου και της Μεσογείου γενικότερα, η παρουσία των Μινωιτών είναι εµφανής στη Μίλητο (πιστεύεται µάλιστα πως αυτή η πόλη ιδρύθηκε από τον Μίλητο ο οποίος ήταν Μινωίτης), στην Αίγυπτο, στην Ιασό της Καρίας, αλλά και στη Φοινίκη, όπου στην Ουγκαρίτ υπήρχαν µινωικές αποικίες. Μινωικής καταγωγής θεωρούνται και οι κάτοικοι της Λυκίας και της Καρίας. Πολλά τοπωνύµια άλλωστε αυτών των περιοχών, αλλά και γενικότερα της Μικράς Ασίας είναι συγγενικά µε αυτά της Κρήτης, γεγονός που µαρτυρεί τη στενή σχέση των δύο περιοχών. Σχετικά µε τα τοπωνύµια αξίζει να σηµειωθεί η παρουσία ορισµένων στις πινακίδες που βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές του νησιού, τα οποία σχετίζονται µε την ηπειρωτική Ελλάδα, πιθανώς ως αποτέλεσµα της εγκατάστασης στο νησί Μυκηναίων από την Αττική και την Πελοπόννησο. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η αποικιστική διάθεση διέπεται από ειρηνικό πνεύµα, οφειλόµενο πιθανώς στον χαρακτήρα τόσο των Μινωιτών όσο και των βασι- Η πεδιάδα της Μεσαράς είναι η µεγαλύτερη της Κρήτης και εκεί

λέων τους. Η ειρηνική διάθεση των Μινωιτών αναγνωρίζεται επίσης και στην έλλειψη οχυρωµατικών ή γενικότερα προστατευτικών κατασκευών των ανακτόρων τους. Το κύριο ενδιαφέρον τους δεν αφορούσε στην κατάκτηση νέων τόπων, αλλά στη διάδοση των προϊόντων τους. Οι Μινωίτες ήταν αυτοί που δίδαξαν στους υπόλοιπους κατοίκους του Αιγαίου τη γνώση της καλλιέργειας του αµπελιού και της ελιάς. Μάλιστα στις πινακίδες της Γραµµικής Β που βρέθηκαν στη Σαµοθράκη αναφέρεται πως οι Κρήτες µετέφεραν στους κατοίκους των νησιών του Αιγαίου τη γνώση της καλλιέργειας των δύο αυτών ειδών. Στο πνεύµα καλής γειτονίας, και µέσα από το δίκτυο εµπορικών ανταλλαγών τους, από την Αίγυπτο εισήγαγαν χρυσάφι, ελεφαντόδοντο, υφάσµατα και αρώµατα, εξωτικά δηλαδή προϊόντα που δεν παρήγαγαν στον τόπο τους, ενώ εξήγαγαν σε αυτήν τα προϊόντα της µεταλλοτεχνίας τους τα οποία ήταν ξακουστά για την ποιότητά τους. Οι ανταλλαγές αυτές µας είναι γνωστές από τα κείµενα των πινακίδων της Γραµµικής Β. Επιβεβαιώνονται όµως και από τα αρχαία αιγυπτιακά κείµενα. Αν και στις δύο αυτές γραπτές πηγές φαίνεται πως οι ανταλλαγές που αναφέρονται αφορούν τους ηγεµόνες των δύο περιοχών, το εµπόριο δεν διεξαγόταν αυστηρά µεταξύ των ηγετών. Στους Μινωίτες είναι εµφανής η διάθεση επέκτασης έξω από τα γεωγραφικά όρια του νησιού τους, χωρίς όµως αυτή η επέκταση να εµφανίζει τάσεις κατάκτησης ή επιβολής. Φαίνεται πως το ανήσυχο και ελεύθερο πνεύµα τους δεν ήταν ικανό να περιοριστεί και γι αυτό τον λόγο η θάλασσα αντί να αποτελέσει εµπόδιο στον δρόµο τους, µετατράπηκε σε σύµµαχό τους. Ο αρχαιολογικός χώρος της Ζάκρου, ένα από τα σηµαντι-

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 TA ΜΙΝΩΪΚA ΑΝΑΚΤΟΡΑ Μινωικός - Μυκηναϊκός Κόσµος

ΤΑ ΜΙΝΩΙΚΑ ΑΝΑΚΤΟΡΑ Οι αρχαιολογικές µαρτυρίες δείχνουν ότι τα πρώτα ανάκτορα στην Κρήτη ιδρύθηκαν στις αρχές της 2ης χιλιετίας π.χ. Δεν υπάρχει αµφιβολία ότι η ίδρυσή τους υπήρξε το αποτέλεσµα σταδιακής συσσώρευσης πλούτου και δύναµης στα χέρια συγκεκριµένων ατόµων ή ολιγοµελών οµάδων. Οι ένοικοι των πρώτων ανακτόρων εξελίχθηκαν βαθµιαία σε διαχειριστές της αγροτικής οικονοµίας ευρύτατων περιοχών, αν κρίνει κανείς από τις εκτεταµένες αποθήκες γεωργικών προϊόντων, οι οποίες υπήρχαν σε αυτά τα οικοδοµήµατα. Πώς όµως από τις µικρές αυτοσυντηρούµενες τοπικές κοινότητες της 3ης χιλιετίας φτάσαµε στη δηµιουργία ενός σύνθετου συστήµατος διαχείρισης γύρω από γιγάντια κέντρα εξουσίας; Άποψη από το εσωτερικό του ανακτόρου της Φαιστού. Η οικονοµική και κατά συνέπεια η ταξική διάκριση κάποιων προσώπων δεν αποτελεί φαινόµενο που παρουσιάστηκε στην Κρήτη για πρώτη φορά τη 2η χιλιετία. Οι εξαιρετικά πυκνές ανταλλαγές προϊόντων και ιδεών στο Αιγαίο, ήδη από το β µισό της 3ης χιλιετίας, έδωσαν τη δυνατότητα σε κάποιους να ξεχωρίσουν εαυτούς από το σύνολο, ίσως σε µια προσπάθεια να ιδιοποιηθούν επιπλέον οφέλη στο πλαίσιο των τοπικών κοινοτήτων στις οποίες ανήκαν. Αρχικά, αυτοί ίσως ανέλαβαν κάποιες διαιτητικές λειτουργίες στο πλαίσιο τόσο ενδοκοινοτικών όσο και διακοινοτικών επαφών, που πιθανότατα δεν άργησαν να λάβουν διοικητικό χαρακτήρα. Η γένεση του ανακτορικού συστήµατος Κάποιοι ερευνητές προσπάθησαν να αποδώσουν την αρχιτεκτονική ιδέα των µινωικών ανακτόρων σε µια τελευταία εξελικτική βαθµίδα οικοδοµικών µορφών που πρωτοεµφανίστηκαν στην Προανακτορική περίοδο. Ο Evans, µε βάση κάποιες αρχιτεκτονικές παρατηρήσεις στο ανάκτορο της Κνωσού, διατύπωσε τη θεωρία των νησίδων, ανεξάρτητων δηλαδή οικοδοµηµάτων τα οποία χτισµένα γύρω από µία κοινή αυλή συνενώθηκαν αργότερα για να αποτελέσουν ένα συµπαγές και ενιαίο συγκρότηµα. Στην κοινή δηµόσια χρήση κάποιων αίθριων χώρων-αυλών από πολλά γειτονικά µεταξύ τους οικήµατα στηρίζουν κάποιοι ερευνητές την άποψη ότι τα ανάκτορα αποτέλεσαν απλώς µια εξέλιξη της ντόπιας αρχιτεκτονικής, που υπαγόρευσαν οι µεταβαλλόµενες Ο Βρετανός αρχαιολόγος Arthur Evans, που ερεύνησε

σταδιακά οικονοµικές συνθήκες. Πολύ πιο πιθανό είναι τα µινωικά ανάκτορα να αποτέλεσαν αδρές αποµιµήσεις ανάλογων συγκροτηµάτων που οι Κρήτες είδαν στην Ανατολή. Τα µεγάλα ανάκτορα της Συροπαλαιστίνης, όπως το ανάκτορο του Mari στον Ευφράτη, είναι πρωιµότερα των κρητικών και επιτελούσαν, όπως φαίνεται, λειτουργία ανάλογη µε αυτά. Ανατολικής προέλευσης φαίνεται ότι είναι και η ιδέα της µνηµειώδους δοµής των µινωικών ανακτόρων, µε τη χρήση ορθοστατών (µιας πρώτης σειράς ογκωδών, ωραία επεξεργασµένων, κυβόλιθων στις προσόψεις) και επιµεληµένης λαξευτής τοιχοδοµίας. Τις πρώιµες επαφές µεταξύ των ενοίκων των πρώτων µινωικών ανακτόρων και εκείνων της Εγγύς Ανατολής επιβεβαιώνει η ανεύρεση στη Φαιστό οµάδας σφραγισµάτων πανο- µοιότυπων µε άλλα που βρέθηκαν στο Karahuyuk, στη νότια Ανατολία. Η υιοθέτηση, περίπου την ίδια περίοδο, ιδεών και τεχνικών που κατάγονταν από ανατολικές χώρες επιβεβαιώνεται από την σχεδόν ταυτόχρονη µε την ίδρυση των ανακτόρων εισαγωγή στην Κρήτη του ταχύστροφου κεραµευτικού τροχού, πιθανότατα από τις χώρες της Εγγύς Ανατολής, όπου ήταν σε χρήση από την 3η χιλιετία. Η αρχιτεκτονική των ανακτόρων Τα µινωικά συγκροτήµατα συνδέονταν άρρηκτα µε το φυσικό περιβάλλον προς το οποίο φαίνεται ότι δεν είχαν σαφή όρια. Τους συµπαγείς τοίχους συχνά υποκαθιστούσαν τα πολύθυρα, ένα σύστηµα από συνεχόµενες πόρτες, που είχε στόχο µε πολύστροφους διαδρόµους, κλιµακοστάσια, φωταγωγούς, βεράντες και διαµερίσµατα σε διάφορα επίπεδα και ορόφους να δηµιουργήσει την αίσθηση της εναλλαγής και του απρόοπτου. Το χρώµα διαχεόταν παντού, τόσο στα στοιχεία των προσόψεων όσο και στο εσωτερικό των διαµερισµάτων, όπου δάπεδα και τοίχοι είχαν ντυθεί µε πλάκες διαφόρων αποχρώσεων, σε συνδυασµό, συχνά, µε έναν πλούσιο τοιχογραφικό διάκοσµο. Τέλος, οι εναλλαγές φωτός και σκιάς, που οφείλονταν στην πολυδιάσπαση συµπαγών όγκων και επιφανειών, αύξαναν τη γραφικότητα. Στο εσωτερικό των ανακτόρων παρατηρείται µια προσχεδιασµένη κατανοµή των βασικών λειτουργιών κατά οικοδοµικούς τοµείς. Έτσι, η περισσότερο ανεπτυγµένη δυτική πτέρυγα στέγαζε τα διαµερίσµατα του ιερού και τις κύριες αποθήκες αγροτικών προϊόντων, ενώ µεγάλες αίθουσες µε πολύθυρα για κάποιους διαµερίσµατα διαµονής, Κάτοψη του ανακτόρου της Κνωσού, στην οποία διακρίνο- Το κατ επιλογήν κλείσιµο ή άνοιγµα των θυρών των πολυ-

για άλλους αίθουσες υποδοχής ή τελετουργιών διευθετήθηκαν σε δύο περιπτώσεις σε µία αρκετά ανεπτυγµένη ανατολική πτέρυγα. Εργαστηριακοί τοµείς ταυτίστηκαν σε δύο επίσης περιπτώσεις σε µία πτέρυγα πιο περιορισµένη σε έκταση, στα νότια. Τέλος, τελετουργικές ή επίσηµες αίθουσες καθώς και αίθουσες συµποσίων φαίνεται πως είχαν τοποθετηθεί, τουλάχιστον σε τρία ανάκτορα, στον όροφο της δυτικής και της βόρειας πτέρυγας αντίστοιχα. Ιδιαίτερης µνείας χρήζουν οι πρωτότυπες αρχιτεκτονικές ιδέες που εφαρµόστηκαν για πρώτη φορά στην εσωτερική διαρρύθµιση των µινωικών ανακτόρων. Η σηµαντικότερη από αυτές είναι µία τυπική διαδοχή τριών χώρων δύο αιθουσών που χωρίζονται από πολύθυρο και ενός φωταγωγού µε κολόνες σε µια διάταξη που χαρακτηρίστηκε µινωικό µέγαρο. Τυπικά στην ανακτορική αρχιτεκτονική είναι και κάποια τετραγωνικά υπόγεια δωµάτια που δηµιουργούνταν από το επίπεδο του ισογείου µε πλευρική σκάλα, εφοδιασµένη µε χαµηλό παραπέτο. Οι χώροι αυτοί χαρακτηρίστηκαν δεξαµενές καθαρµών, αφού θεωρήθηκε ότι µέσα σε αυτούς πραγµατοποιούνταν συµβολικού χαρακτήρα καθαρµοί ηγεµόνων ή αρχιερέων. Η µοναδική αυτή αρχιτεκτονική µορφή συχνά συνδυάζεται µε τα µινωικά µέγαρα, γεγονός που ώθησε κάποιους να συνδέσουν τη χρήση τους µε έναν πραγµατικό καθαρµό των ενοίκων τους. Μια τέτοια όµως κοσµική χρήση προϋπέθετε την ύπαρξη, σε κάθε περίπτωση, κάποιου φορητού λουτήρα, αφού τα δωµάτια δεν διέθεταν µόνιµο σύστηµα αποχέτευσης των νερών. Ένα άλλος τύπος δωµατίου που συχνά συνδέεται µε την ανακτορική αρχιτεκτονική είναι αυτός της υπόστυλης κρύπτης. Πρόκειται για θεµέλια δωµάτια εφοδιασµένα µε παχιά τετραγωνικά υποστηρίγµατα (πεσσούς), συνήθως σε αξονική διάταξη. Με βάση ορισµένα ανασκαφικά ευρήµατα που περιλαµβάνουν προσφορές µπροστά στους πεσσούς έχει υποστηριχθεί ότι οι χώροι αυτοί ήταν τυπικοί των ανακτορικών ιερών, µε τα τετραγωνικά υποστηρίγµατα να αντιπροσωπεύουν ανεικονικές µορφές λατρευτικών ειδώλων. Πιο χαρακτηριστική, όµως, για τα µινωικά ανάκτορα είναι η διευθέτηση των αίθριων χώρων τους. Οι κεντρικές αυλές είχαν περίπου τις ίδιες διαστάσεις (µεταξύ 1.000 και 1.250 τ.µ., µε εξαίρεση της Ζάκρου, που έφτανε µόλις τα 360 τ.µ.) και περίπου τον ίδιο προσανατολισµό, µε τον µακρύ άξονά τους από Β προς Ν. Η αυλή είτε πλακο- Η αξιοποίηση του φωτός αποτελούσε στοιχείο της µινωικής Αγωγός αποµάκρυνσης βρόχινων νερών στο ανάκτορο της

στρωµένη είτε φτιαγµένη από µείγµα στιβακτού πηλοχώµατος και ασβέστη αποτελούσε τον πνεύµονα της κυκλοφορίας στο εσωτερικό των ανακτορικών συγκροτηµάτων, αφού όλες οι πτέρυγές τους ήταν προσιτές µέσω αυτής. Παράλληλα, φαίνεται πως χρησιµοποιήθηκε ως χώρος δηµόσιων θεαµάτων και τελετουργιών, γεγονός που επιβεβαιώνεται από την παρουσία σε αυτήν ειδικών κατασκευών ή αντικειµένων, όπως ένας βωµός, µία σκάρα θυσιών και ένα σφαιρικό λίθινο αντικείµενο, που ίσως αποτέλεσε, επίσης, το επίκεντρο λατρευτικών πράξεων. Σηµαντικότερη, όµως, για τις σχέσεις του ανακτόρου µε την πόλη φαίνεται ότι υπήρξε η δυτική αυλή. Ο συνήθως ωραία πλακοστρωµένος αυτός χώρος φαίνεται ότι χρησι- µοποιήθηκε και ως τόπος συνάθροισης των κατοίκων για την παρακολούθηση ειδικών τελετουργιών, εορταστικών εκδηλώσεων και θεαµάτων. Ελαφρά υπερυψωµένοι διάδροµοι από ορθογώνιες πλάκες οδηγούσαν κάποιους, πιθανώς επίσηµους επισκέπτες ή τελετουργικές ποµπές, από όλες τις κατευθύνσεις, προς τις κύριες εισόδους των ανακτόρων. Δύο ορθογώνιοι βωµοί που ήρθαν στο φως στην Κνωσό υποστηρίζουν την τέλεση τελετουργικών πράξεων µπροστά στις επιβλητικές δυτικές προσόψεις, σε κοντινή απόσταση από τις επίσηµες εισόδους των οικοδοµηµάτων. Στα όρια των αίθριων χώρων των µινωικών ανακτόρων Τα πρώτα ανάκτορα (1900-1700 π.χ.) Με δεδοµένο ότι τα νέα µεγαλοπρεπή ανάκτορα χτίστηκαν πάνω στα ερείπια των παλαιών, συχνά µάλιστα επαναχρησιµοποιώντας τοίχους ή και ολόκληρα τµήµατά τους, η διερεύνηση των καταλοίπων των πρώτων ανακτορικών συγκροτηµάτων παρουσίασε δυσκολίες. Την απόκτηση πληρέστερης εικόνας τους δυσχεραίνει επίσης η αποδεδειγ- µένη ύπαρξη µίας µεταβατικής οικοδοµικής φάσης, µεταξύ παλαιών και νέων ανακτόρων, κατά την οποία τµήµατα των πρώτων επαναχρησιµοποιήθηκαν, συχνά µετασκευασµένα, για να καλύψουν προσωρινά τις ανάγκες των ενοίκων µέχρι την ολοκλήρωση των καινούργιων κτιρίων. Εκτεταµένα, πάντως, κατάλοιπα των πρώτων ανακτόρων έχουν επισηµανθεί σε όλες τις θέσεις που φιλοξένησαν και τα νέα, ενώ σύγχρονες εγκαταστάσεις τους µε διοικητικό (ίσως ανακτορικό) χαρακτήρα αναγνωρίστηκαν πρόσφατα στον Πετρά Σητείας και στο Μοναστηράκι Αµαρίου. Το πρώτο ανάκτορο της Κνωσού χτίστηκε σε έναν λόφο που είχε χρησιµοποιηθεί για κατοίκηση από τη Νεολιθική περίοδο. Για την κατασκευή του χρειάστηκε να ισοπε-

δωθεί η κορυφή και να γίνουν κατακόρυφες τοµές, ειδικά στην ανατολική πλαγιά του λόφου. Τα τµήµατα που επέζησαν της καταστροφής δείχνουν ότι το πρώτο ανάκτορο είχε πολύ γερά θεµέλια, µε µεγάλους ορθοστάτες στις προσόψεις πάνω σε στέρεες κρηπίδες και άφθονη ξυλοδοµή στο εσωτερικό των διαχωριστικών τοίχων, προφανώς για αντισεισµική προστασία. Ήδη από την εποχή αυτή απαντούν για πρώτη φορά πολλά από τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που συναντούµε στα νέα ανάκτορα, όπως τα σύνθετα κλιµακοστάσια, οι στοές µε κολόνες και πεσσούς, οι φωταγωγοί και οι υπόστυλες κρύπτες. Παραστατικές τοιχογραφίες από αυτό το οικοδόµηµα δεν έχουν σωθεί, πολλοί από τους τοίχους του, όµως, σώζουν µονόχρωµα επιχρίσµατα, ενώ σε µερικές περιπτώσεις διαπιστώθηκε η ύπαρξη απλών διακοσµητικών θεµάτων γεωµετρικού ή φυτικού χαρακτήρα. Έρευνες στη σωζόµενη έως σήµερα δυτική πρόσοψη απέδειξαν ότι η εντυπωσιακή αυτή δοµή υποκατέστησε άλλη που φαίνεται πως βρισκόταν λίγο δυτικότερα. Η ανακάλυψη χτιστών θηκών σε µεγάλο βάθος, κάτω από τα δάπεδα των νεοανακτορικών αποθηκών της δυτικής πτέρυγας, βεβαιώνει ότι οι κύριες αποθήκες του πρώτου ανακτόρου βρίσκονταν στο ίδιο σηµείο και διέθεταν το ίδιο µε εκείνες σύστηµα αποθήκευσης προϊόντων σε υπόγειες κρύπτες. Πιο πολλά όµως κατάλοιπα του πρώτου ανακτόρου έχουν σωθεί στην ανατολική πτέρυγα. Εκεί ανακαλύφθηκαν σε µεγάλο βάθος αποθήκες µε παρατοίχια θρανία και χώροι απόθεσης πλούσιας καµαραϊκής (πολύχρωµης) κεραµικής. Δίπλα σε µια µικρή αυλή ανακαλύφθηκαν µεγάλες αποθήκες µε γιγάντια πιθάρια που έφεραν πολλές σειρές λαβών. Το πρώτο ανάκτορο έκλεινε από τα ανατολικά µε ισχυρό περίβολο, οι κρηπίδες του οποίου έκλιναν προς τα έξω εξαιτίας του µεγάλου σεισµού που προκάλεσε και την καταστροφή του κτιρίου. Και στη Φαιστό το πρώτο ανάκτορο οικοδοµήθηκε πάνω σε λόφο που είχε κατοικηθεί από τη Νεολιθική περίοδο. Η κορυφή του και στην περίπτωση αυτή ισοπεδώθηκε και στη δυτική αυλή, διαρθρωµένη σε τρία επίπεδα. Οι ανασκαφές έδειξαν ότι η πρόσοψη του παλαιού ανακτόρου βρισκόταν αρκετά µέτρα δυτικότερα εκείνης του νέου και ότι το κατώτερο τµήµα της είχε διατηρηθεί σκεπασµένο από ένα σκληρό µείγµα ασβέστη και κοπανισµένων κεραµικών. Το υλικό αυτό, που σκέπασε και το αρχικό πλακόστρωτο της δυτικής αυλής, είχε χυθεί πριν από την ανέγερση του νέου ανακτόρου για να δηµιουργηθεί τεχνητό άνδηρο για την οικοδόµησή του. Στην Παλαιοανακτορική περίοδο διαµορφώθηκε η µεγάλη πλακό-

Η δυτική αυλή του πρώτου ανακτόρου της Φαιστού διέθετε, όπως και στην Κνωσό, λίγο υπερυψωµένες διαβάσεις από µεγάλες ορθογώνιες πλάκες, τοποθετηµένες σε απλή ή διπλή σειρά. Μία από αυτές έφτανε µέχρι το βόρειο άκρο της αυλής, όπου µπροστά από ψηλό τοίχο που στήριζε το ανώτερο άνδηρο είχαν χτιστεί µακριές βαθµίδες, ίσως έδρανα ενός «θεατρικού χώρου». Όπως και στην Κνωσό, στο κράσπεδο της αυλής του πρώτου ανακτόρου ανακαλύφθηκαν µεγάλα κυλινδρικά ορύγµατα επενδεδυµένα εσωτερικά µε πέτρες. Στο βόρειο τµήµα της δυτικής πτέρυγας του παλαιού ανακτόρου ήρθε στο φως σειρά δωµατίων, που φαίνεται ότι ανήκαν σε κάποιο ιερό. Ήταν εφοδιασµένα µε θρανία και τράπεζες προσφορών και είχαν είσοδο από τη δυτική αυλή, γεγονός που αποδεικνύει την τέλεση θρησκευτικών τελετουργιών σε αυτήν. Λίγο νοτιότερα αναγνωρίστηκε είσοδος µε κιονωτό πρόπυλο, η οποία, διαµέσου ίσιου διαδρόµου, οδηγούσε ανατολικά, ίσως στην κεντρική αυλή του ανακτόρου. Ακόµα καλύτερα διατηρήθηκε το τµήµα της δυτικής πτέρυγας που βρίσκεται νότια της εισόδου. Εξαιτίας της µεγάλης κλίσης του εδάφους, το τµήµα αυτό είχε θεµελιωθεί σε πολύ χαµηλότερο επίπεδο, µε αποτέλεσµα, µετά την κατάχωσή του να διατηρηθεί σε ύψος περίπου 8 µ. και τριών επάλληλων ορόφων. Η πρόσοψη ήταν χτισµένη µε ωραία λαξευµένους ορθογώνιους δόµους πάνω σε µεγάλους ορθοστάτες. Τα διαµερίσµατα του ισογείου περιλάµβαναν συστήµατα αποθηκών, κάποια δωµάτια του ιερού, εργαστήρια και δωµάτια διαφόρων χρήσεων, εφοδιασµένα µε θρανία και ερµάρια (ντουλάπια). Η κινητή σκευή ήταν εντυπωσιακή, κυρίως τα πήλινα αγγεία διακοσµηµένα σε έναν πλούσιο πολυχρωµικό ρυθµό τα οποία αντιπροσωπεύουν µία απίστευτη ποικιλία σχηµάτων και χρήσεων, αποτελώντας ίσως το σηµαντικότερο κεραµικό σύνολο που έχει έρθει στο φως µέχρι σήµερα στην Κρήτη. Ερευνήθηκε επίσης µία σειρά παλαιοανακτορικών δωµατίων που φαίνεται ότι πλεύριζε την αρχική κεντρική αυλή. Σε ένα από αυτά βρέθηκε µεγάλος αριθµός σφραγισµάτων µε ποικίλες παραστάσεις, που ασφαλώς αποτελούσε τµήµα πλούσιου ανακτορικού αρχείου. Δεν κατέστη όµως δυνατό να εντοπιστούν ίχνη της κεντρικής αυλής του οικοδοµήµατος ή διαµερισµάτων που θα µπορούσαν να έχουν χρησιµοποιηθεί για τη διαµονή των ενοίκων του. Είναι πολύ πιθανό τέτοια δωµάτια να βρίσκονταν στην ίδια θέση µε τα αντίστοιχα του νέου ανακτόρου, γεγονός που δείχνει ότι τα δύο κτίρια Άποψη του αρχαιολογικού χώρου των Μαλίων το πρώτο

είχαν περίπου την ίδια δοµή εσωτερικής λειτουργίας. Το παλαιό ανάκτορο της Φαιστού καταστράφηκε γύρω στο 1700 π.χ., ίσως από κάποιο µεγάλο σεισµό. Για το πρώτο ανάκτορο των Μαλίων γνωρίζουµε πολύ λιγότερα πράγµατα. Οι Γάλλοι ανασκαφείς πίστεψαν λανθασµένα ότι το ανάκτορο που έφεραν στο φως ήταν σε γενικές γραµµές το αρχικό. Η ανακάλυψη αρκετών επάλληλων δαπέδων που ανήκαν σε παλαιότερες αυλές κάτω από το επίπεδο της τελευταίας κεντρικής αυλής βεβαιώνει ότι το πρώτο ανάκτορο βρισκόταν σε χαµηλότερο επίπεδο και ότι τα λείψανά του όπως στη Φαιστό είχαν καταχωθεί πριν από την κατασκευή του νέου. Η γραµµή της δυτικής πρόσοψης του πρώτου ανακτόρου διακρίνεται λίγο δυτικότερα της σωζόµενης πρόσοψης, στο σηµείο όπου σταµατά το πλακόστρωτο της δυτικής αυλής. Η τελευταία διατήρησε κατά την περίοδο των νέων ανακτόρων την αρχική παλαιοανακτορική πλακόστρωση µε τις συνήθεις υπερυψωµένες διαβάσεις. Τµήµα του πρώτου ανακτόρου ήρθε στο φως στον βορειοδυτικό τοµέα, όπου κατά τη Νεοανακτορική περίοδο δια- µορφώθηκαν ανακτορικοί κήποι. Ανάµεσα στα πολυάριθµα διαµερίσµατα, των οποίων η χρήση δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί, υπήρχε µία στοά αποτελούµενη από δύο σκέλη που σχηµάτιζαν γωνία. Για το πρώτο ανάκτορο της Ζάκρου διαθέτουµε ακόµα λιγότερα στοιχεία. Δοκιµαστικές ανασκαφικές τοµές έφεραν στο φως δύο επάλληλες αυλές κάτω από το επίπεδο της κεντρικής αυλής του νέου ανακτόρου, αλλά η σύνδεσή τους µε τµήµα κάποιου οικοδοµήµατος που θα µπορούσε να ανήκει σε ένα παλαιό ανάκτορο δεν κατέστη µέχρι σήµερα δυνατή. Ο ανασκαφέας πιστεύει ότι ένα µεγάλο συγκρότηµα µε ωραία πλακοστρωµένα δωµάτια, που ερευνήθηκε κάτω από τα κατεστραµµένα δάπεδα της ανατολικής πτέρυγας του νέου ανακτόρου, αποτελούσε τµήµα του προκατόχου του, η σχέση όµως του συγκεκριµένου κτιρίου µε τις προαναφερθείσες αυλές παραµένει ασαφής. Κνωσός: το νέο ανάκτορο (1650-1370 π.χ.) Με βάση την κεραµική που βρέθηκε στα δάπεδα και στο γέµισµα των τµηµάτων των πρώτων ανακτόρων, οι µελετητές κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι οι καταστροφές τους συνέβησαν ταυτόχρονα και τις απέδωσαν σε φυσικά αίτια, ίσως ισχυρούς σεισµούς. Αµέσως µετά ξεκίνησε µία προσπάθεια ανοικοδόµησής τους στις ίδιες θέσεις αλλά σε αρκετά ψηλότερο επίπεδο. Αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου τµήµατα ανακτόρων Πήλινος καραµαïκός κρατήρας (1800 π.χ.) µε πολύχρωµη δια- Άποψη της «υπόστηλης κρύπτης», ενός ιδιότυπου οικοδο-

εντάχθηκαν στα νέα ανάκτορα, ωστόσο τα τελευταία χτίστηκαν σε ένα πνεύµα, υπό τις οδηγίες έµπειρων αρχιτεκτόνων. Οι θέσεις των κυριότερων αίθριων χώρων και διαµερισµάτων δεν άλλαξαν, συχνά όµως τα δάπεδα ανυψώθηκαν, ενώ παράλληλα προστέθηκαν κατασκευές που βασίστηκαν σε νέες αρχιτεκτονικές ιδέες. Στην Κνωσό, η πλακόστρωτη δυτική αυλή µε τις υπερυψωµένες διαβάσεις χρησιµοποιήθηκε περίπου όπως είχε κατασκευαστεί. Γεµίστηκαν όµως µε χώµα και αχρηστεύτηκαν οι κουλούρες και χτίστηκαν κοντά στη δυτική πρόσοψη δύο ορθογώνιοι βωµοί. Από τα συστήµατα προσβάσεων στη δυτική αυλή, καταργήθηκε το νοτιοδυτικό µε τη µεγάλη οδογέφυρα και στο σηµείο που κατέληγε κατασκευάστηκε πολυτελές οίκηµα, ίσως το ενδιαίτηµα κάποιου αξιωµατούχου µε ειδικά, πιθανώς θρησκευτικά, καθήκοντα. Η δυτική επίσηµη πύλη του ανακτόρου της Κνωσού αθέατη από µακριά αφού ήταν στραµµένη προς τα βόρεια, παράλληλα και σε επαφή µε τη δυτική πρόσοψη διέθετε πρόπυλο ανοικτό προς την αυλή µε κεντρική τεράστια κολόνα. Στο βάθος του στεγασµένου προθαλάµου υπήρχε µεγάλη δίφυλλη πόρτα που έκλεινε την πρόσβαση προς το εσωτερικό του οικοδοµήµατος για την προπαρασκευή τελετουργιών που θα λάµβαναν χώρα στη δυτική αυλή µπροστά από το πρόπυλο. Η κύρια είσοδος οδηγούσε σε µακρύ πλατύ διάδροµο µε ωραία πλακόστρωση από γυψολιθικές και σχιστολιθικές πλάκες, που σχηµάτιζε στο δάπεδο κεντρική διάβαση. Οι τοίχοι του διακοσµήθηκαν µε µία τεράστια τοιχογραφία που απεικόνιζε περισσότερες από 150 ανδρικές και γυναικείες µορφές να κινούνται κρατώντας τελετουργικά αγγεία. Ο διάδροµος στρεφόταν δύο φορές προς τα αριστερά για να καταλήξει από τα νότια στην κεντρική αυλή. Το τελευταίο τµήµα του διακοσµήθηκε µε εντυπωσιακή ανάγλυφη τοιχογραφία η οποία σύµφωνα µε την αποκατάσταση του Evans παρίστανε ωραίο νέο µε στέµµα, ίσως ηγεµόνα ή αρσενική θεότητα. Σε µεγάλο άνοιγµα, στο τµήµα του διαδρόµου που βρίσκεται σε επαφή µε τη νότια πρόσοψη, είχαν τοποθετηθεί πάνω σε βάθρο γιγάντια πέτρινα κέρατα καθοσιώσεως, σύµβολο της µινωικής θρησκείας. Από το νότιο σκέλος του εισαγωγικού διαδρόµου µπορούσε κανείς να στραφεί προς τα βόρεια για να προσεγγίσει τα λεγόµενα Προπύλαια. Πρόκειται για µία µεγαλόπρεπη στεγασµένη είσοδο, αποτελούµενη από δύο διαδοχικά υπόστυλα δωµάτια και πλατιά σκάλα µε πλευρικές κιονωτές στοές. Μέσω της επιβλητικής αυτής κατασκευής γίνονταν προσιτές οι µεγάλες επίσηµες αίθουσες υποδοχής που βρίσκονταν στον όροφο. Υποθετική αποκατάσταση του νέου ανακτόρου της Κνωσού.

Στο ισόγειο, η δυτική µισή πλευρά της δυτικής πτέρυγας καταλαµβάνεται από το σύστηµα των κύριων ανακτορικών αποθηκών. Πρόκειται για µία σειρά 21 µακρόστενων δωµατίων που ήταν προσιτά από τα ανατολικά διαµέσου ευρύχωρου διαδρόµου µε προσανατολισµό Β-Ν. Κάθε αποθήκη ήταν εφοδιασµένη µε κεντρική σειρά από χτιστές υπόγειες θήκες (κασέλες), αρκετές από τις οποίες βρέθηκαν στεγανοποιηµένες µε φύλλα µολύβδου ή υδραυλικό κονίαµα. Μέσα σε κάποιες από αυτές βρέθηκαν τα υπολείµµατα αντικειµένων από πολύτιµες ύλες, ενώ άλλες ίσως χρησιµοποιήθηκαν για την αποθήκευση λαδιού. Μεγάλα πιθάρια που αρχικά φαίνεται ξεπερνούν τα τετρακόσια για το σύνολο των αποθηκών ήταν τοποθετηµένα κατά µήκος των τοίχων τους. Το τµήµα του ισογείου που εκτείνεται ανατολικά του διαδρόµου των αποθηκών και µέχρι την κεντρική αυλή καταλαµβάνεται από τα κύρια διαµερίσµατα του ιερού. Περίπου στο µέσο της δυτικής πλευράς της κεντρικής αυλής είχε διαµορφωθεί στοά αποτελούµενη από τρία τµήµατα, από τα οποία τα δύο πλευρικά στηρίζονταν σε ζεύγος από κολόνες, ενώ το κεντρικό σε µία. Η αρχιτεκτονική αυτή κατασκευή θεωρήθηκε ότι αποτελούσε αυτοτελές κτίσµα το οποίο ονοµάστηκε τριµερές ιερό. Η υποθετική αποκατάσταση της µορφής του όµως βασίστηκε κυρίως στη σύγκριση των λειψάνων του µε την απεικόνιση ενός τριµερούς κτίσµατος σε σύγχρονη µικρογραφική τοιχογραφία που βρέθηκε λίγο βορειότερα. Από το νοτιότερο τµήµα της στοάς εισερχόταν κανείς κατεβαίνοντας µερικά σκαλοπάτια σε τετραγωνικό προθάλαµο και από εκεί σε δύο διαδοχικές υπόστυλες κρύπτες µε κεντρικούς πεσσούς. Μπροστά σε αυτούς, στα δάπεδα των δωµατίων, υπήρχαν µικρές ορθογώνιες θήκες που ίσως χρησιµοποιήθηκαν για την τοποθέτηση προσφορών ή την τέλεση θυσιών. Άλλη πόρτα στον προθάλαµο οδηγούσε στο δωµάτιο των αποθετών του ιερού. Τα τελευταία ήταν δύο µεγάλες χτιστές υπόγειες θήκες που σκεπάζονταν από τεράστιες τετραγωνικές πλάκες. Από αυτές προέρχεται πλήθος αντικειµένων τελετουργικού χαρακτήρα από πολύτιµα ή σπάνια υλικά, ανάµεσα στα οποία ξεχωρίζουν τρία ειδώλια από φαγεντιανή που παριστάνουν θεότητες που κρατούν φίδια. Το βορειότερο τµήµα της δυτικής πτέρυγας καταλαµβάνεται από αυτοτελές σύνολο δωµατίων, που είχε ανανεωθεί σηµαντικά κατά την τελευταία φάση του ανακτόρου. Πρόκειται για το συγκρότηµα της Αίθουσας του Θρόνου, τον κεντρικό πυρήνα του οποίου καταλαµβάνει η αξονική διάταξη δύο διαδοχικών δωµατίων, προσιτών δια- Ο έλεγχος των αποθηκών από το ιερατείο βεβαιώνεται από την

µέσου πολυθύρου από το βορειοδυτικό άκρο της κεντρικής αυλής. Τα ανατολικότερο δωµάτιο, µε πλακόστρωτο δάπεδο σε λίγο χαµηλότερο επίπεδο από εκείνο της αυλής χρησίµευε ως προθάλαµος του δεύτερου και ήταν εφοδιασµένο µε θρανία κατά µήκος του βόρειου και του νότιου τοίχου. Στο κέντρο του τοποθετήθηκε µεγάλη λεκάνη από πορφυρίτη, που βρέθηκε στον διάδροµο βόρεια του συγκροτήµατος. Ανάµεσα στα θρανία του βόρειου τοίχου τοποθετήθηκε, επίσης υποθετικά, ξύλινος θρόνος σε θέση αντίστοιχη εκείνου που βρέθηκε στην παρακείµενη κύρια αίθουσα. Η βόρεια πύλη του ανακτόρου φαίνεται πως αποτελούσε την κύρια κοσµική του είσοδο. Σε αυτή κατέληγε η κύρια οδική αρτηρία που ερχόταν από την πλευρά της θάλασσας και ασφαλώς στο σηµείο αυτό θα έφταναν τα προϊόντα που τροφοδοτούσαν τις ανακτορικές αποθήκες. Μπροστά από την πύλη υπήρχε µεγάλη ορθογώνια υπόστυλη αίθουσα την οποία ο Evans ονόµασε τελωνείο, πιστεύοντας ότι χρησιµοποιήθηκε για τον έλεγχο και την καταγραφή των εισερχόµενων προϊόντων. Στα δυτικά της βόρειας πύλης υπάρχει ένα διαµέρισµα του τύπου του µινωικού µεγάρου, το οποίο συνδέεται µε µία ακόµα καθαρτήρια δεξαµενή. Έξω από τη βορειοδυτική γωνία του ανακτόρου, εκεί όπου καταλήγει ένας ωραίος πλακοστρωµένος δρόµος, είχε διαµορφωθεί υπαίθριος χώρος µε πλατιές βαθµίδες σε δύο πτέρυγες, τον οποίο ο Evans χαρακτήρισε θεατρικό χώρο. Στο σηµείο που συναντώνται κάθετα τα δύο βαθ- µιδωτά σκέλη είχε διαµορφωθεί είδος ψηλής εξέδρας, ίσως ένα θεωρείο για τη θέαση των δρώµενων στον χώρο του θεάτρου. Τα διαµερίσµατα της ανατολικής πτέρυγας είχαν διευθετηθεί σε διάφορα επίπεδα, στα διαµορφωµένα τεχνητά άνδηρα της ανατολικής πλαγιάς. Στο νοτιοανατολικό τµήµα της εντάχθηκαν, µε βαθιά κατακόρυφη τοµή, δύο πολύθυρα µέγαρα που συνδέονταν µεταξύ τους µε στενό διάδροµο. Στο επίπεδο αυτό δύο ορόφους χαµηλότερα από εκείνο της κεντρικής αυλής κατέβαινε κανείς ακολουθώντας πλατιά σκάλα, που στρεφόταν γύρω από µεγάλο τετραγωνικό φωταγωγό. Το µεγαλύτερο από τα δύο ισόγεια µέγαρα που περιλάµβανε τον τυπικό φωταγωγό µε κολόνες δύο συνεχόµενα πολύθυρα, και εξωτερική κιονωτή στοά σε σχήµα Γ θεωρήθηκε από τον Evans ως το διαµέρισµα του βασιλιά. Ο Βρετανός ανασκαφέας βεβαιώνει ότι κοντά στον βόρειο τοίχο, µεταξύ του πολυθύρου και του φωταγωγού, ανακάλυψε τα υπολείµµατα του ξύλινου θρόνου του Μινωίτη ηγεµόνα. Το δωµάτιο, που ήταν Το δωµάτιο του θρόνου του µινωικού ανακτόρου ήταν εφο-

πλακοστρωµένο µε ωραίες ορθογώνιες πλάκες, κοσµούσε τοιχογραφικό διάζωµα µε συνδεόµενες σπείρες, τοποθετηµένο περίπου στο ύψος των ανωφλιών των θυρών. Το δεύτερο µέγαρο που αποδόθηκε στη βασίλισσα ήταν µικρότερο, αλλά η αρχιτεκτονική του µορφή και η διακόσµηση των τοίχων και της οροφής τους προφανώς του προσέδιδαν όψη πιο εκλεπτυσµένη. Τη θέση των πολυθύρων εδώ, σε δύο συνεχό- µενες πλευρές της κύριας αίθουσας, έχουν πάρει παράθυρα µε πολλαπλά ανοίγµατα, ενώ ένα ακόµα πλατύ παράθυρο ανοίγεται σε διαχωριστικό τοίχο µεταξύ του κυρίως δωµατίου και του λουτρού. Το τελευταίο είναι του τύπου της καθαρτήριας δεξαµενής, µε δάπεδο όµως στο επίπεδο του κυρίως µεγάρου. Στον χώρο του λουτρού ο Evans τοποθέτησε πήλινο λουτήρα, κοµµάτια του οποίου βρήκε στην ίδια περιοχή. Οι τοίχοι και ίσως η οροφή του µεγάρου είχαν διακοσµηθεί µε ωραίες τοιχογραφίες που απεικόνιζαν χορεύτριες και µία θαλάσσια σύνθεση µε δελφίνια. Ένας σκοτεινός διάδροµος οδηγούσε σε εσωτερικό δωµάτιο µε χαµηλό και πλατύ ορθογώνιο πεζούλι, που χαρακτηρίστηκε τουαλέτα της βασίλισσας. Το δωµάτιο φωτιζόταν από µικρή ορθογώνια αυλή µε επιµεληµένους τοίχους, πάνω στους οποίους είχε χαραχτεί πολλές φορές ένα σύµβολο που µοιάζει µε ρόκα. Ένας γειτονικός χώρος φαίνεται ότι χρησιµοποιήθηκε ως αποχωρητήριο, αφού ήταν εφοδιασµένος µε κάθισµα, δοχείο για το νερό και λοξή πλάκα τοποθετηµένη πάνω από αποχετευτικό αγωγό. Στο επίπεδο της κεντρική αυλής, αµέσως βόρεια από το κλιµακοστάσιο που οδηγούσε στα πολύθυρα µέγαρα, φαίνεται ότι υπήρχε µεγάλη ορθογώνια πιθανότατα υπόστυλη αίθουσα, την οποία ο Evans ονόµασε Μεγάλη Ανατολική Αίθουσα. Η ίδια η αίθουσα δεν σώθηκε, αλλά η µορφή της µπορεί υποθετικά να αποκατασταθεί από τη θέση των υποστηριγµάτων του δαπέδου της και τα κοµµάτια ποικίλων τοιχογραφικών συνθέσεων που βρέθηκαν πεσµένα στα δωµάτια κάτω από αυτήν οι τοιχογραφικές αυτές συνθέσεις περιλάµβαναν διάφορα αθλήµατα και µία ανάγλυφη παράσταση µε γρύπες δεµένους από κεντρική κολόνα. Σε πολύ χαµηλότερο επίπεδο και λίγο ανατολικότερα υπήρχαν διάφορα εργαστήρια. Σε ένα από αυτά ήρθαν στο φως µεγάλοι µισοπριονισµένοι µπλόκοι από σπαρτιατικό βασάλτη, ενώ από τον επάνω όροφο του ίδιου συγκροτήµατος προέρχονται δύο µισοτελειωµένοι λίθινοι πιθαµφορείς. Τέλος, σε µακρύ διάδροµο που βρίσκεται στο επίπεδο του πρώτου ορόφου και αµέσως βόρεια της Μεγάλης Ανατολικής Αίθουσας, ήρθαν Η καλά ελεγχόµενη βόρεια επιβλητική πύλη του ανακτόρου της

στο φως τα υπολείµµατα µεγάλου ορθογώνιου πίνακα φτιαγµένου από πολύτιµες ύλες, στον οποίο ο Evans αναγνώρισε το ταµπλό ενός βασιλικού παιχνιδιού. Το ανάκτορο της Κνωσού, αν και φαίνεται πως υπέστη κάποια καταστροφή το 1450, επέζησε µέχρι τουλάχιστον το α τέταρτο του 14ου αιώνα π.χ. Στην τελευταία φάση του αποδίδουν οι περισσότεροι ερευνητές κάποια ευρήµατα που προδίδουν στενές επαφές µε τον ελλαδικό χώρο. Κατά την επικρατέστερη άποψη, την τελευταία αυτή περίοδο βασίλευε στην Κνωσό µια µεικτή κρητοµυκηναϊκή δυναστεία που ίσως δηµιουργήθηκε µετά τη συγχώνευση της µινωικής Κρήτης µε ένα ισχυρότερο πλέον µυκηναϊκό κράτος. Η Κνωσός καταστράφηκε οριστικά λίγο αργότερα, πιθανώς µετά από κάποια νέα εχθρική επιδροµή, ίσως και πάλι από τον µυκηναϊκό χώρο. Φαιστός, Μάλια, Ζάκρος και Γαλατάς Για να δοθεί µεγαλοπρέπεια στη δυτική πρόσοψη του ανακτόρου, κατασκευάστηκε στο βορειότερο τµήµα της εντυπωσιακή βαθµιδωτή είσοδος πλάτους 13,5 µ., που οδηγούσε σε επιβλητικό πρόπυλο. Το τελευταίο έπαιζε τον ρόλο προθαλάµου, µε ογκώδη ξύλινη κολόνα ελλειψοειδούς διατοµής. Το διαµέρισµα πίσω από τον προθάλαµο χωριζόταν στα δύο από διατοίχισµα µε πλατιά ανοίγµατα ανάµεσα σε πεσσούς. Στο ανατολικό του άκρο υπήρχε στοά από τρεις κολόνες, που έπαιρνε φως από µεγάλο ορθογώνιο φωταγωγό. Μία πόρτα οδηγούσε από τον φωταγωγό σε µικρή σκάλα, το νότιο τµήµα της οποίας κατέληγε στο χαµηλότερο επίπεδο της κεντρικής αυλής, ενώ το βόρειο σε ευρύχωρη περίστυλη αυλή στη βόρεια πτέρυγα. Η κύρια είσοδος του ανακτόρου βρισκόταν σχεδόν στο µέσο της δυτικής του πρόσοψης. Οδηγούσε, διαµέσου ευρύχωρου πλακόστρωτου διαδρόµου, απευθείας στην κεντρική αυλή που ήταν επίσης πλακοστρωµένη µε ορθογώνιες πλάκες. Σε µία πρώτη οικοδοµική φάση του κτιρίου, η αυλή διέθετε και στις δύο µακρές πλευρές στοές που στηρίζονταν σε κολόνες και πεσσούς σε εναλλαγή. Αργότερα, η δυτική στοά καταργήθηκε και η αυλή διευρύνθηκε προς τα δυτικά. Στη βορειοδυτική γωνία υπήρχε χτιστό βάθρο που ίσως χρησίµευε ως ένα είδος βωµού. Στο µέσο της βόρειας πλευράς της κεντρικής αυλής υπήρχε πόρτα διακοσµηµένη στις δύο πλευρές της µε ηµικίονες και τοιχογραφηµένες κόγχες. Αυτή οδηγούσε σε διάδροµο που συνέδεε την κεντρική αυλή µε άλλη ορθογώνια αυλή, εσωτερική. Στις δύο Τη δυτική πτέρυγα του ανακτόρου της Φαιστού καταλάµβα- Το νέο ανάκτορο στη Φαιστό φαίνεται πως ολοκληρώθηκε

πλευρές του διαδρόµου υπήρχαν µικρά δωµάτια, τα οποία πιθανώς να αποτελούσαν τα υπόγεια δύο µεγάλων, ίσως τελετουργικών, αιθουσών στο επίπεδο του ορόφου. Τα πολύθυρα µέγαρα δύο και στην περίπτωση της Φαιστού ήταν διευθετηµένα στο βορειότερο τµήµα της πτέρυγας και ήταν προσιτά διαµέσου στενής σκάλας που κατέβαινε από τη βόρεια περίστυλη αυλή. Εσωτερικά κλιµακοστάσια εξασφάλιζαν τη σύνδεσή τους µε τα πάνω πατώµατα. Το µεγαλύτερο µέγαρο συνδεόταν µε διάδροµο µε καθαρτήρια δεξαµενή και µικρό στον οποίο αναγνωρίστηκε ένα αποχωρητήριο. Η βόρεια περίστυλη αυλή, προσιτή από τη σκάλα που πλευρίζει ανατολικά τα προπύλαια, οριζόταν στα βόρεια από µεγάλο πολύθυρο που ίσως έβλεπε σε εξωτερική στοά, πάνω από το σηµείο που βρίσκεται η καθαρτήρια δεξαµενή. Πρόκειται για µία από τις πιο µεγαλόπρεπες αίθουσες του ανακτόρου, η οποία πιθανώς να χρησιµοποιήθηκε ως επίσηµη αίθουσα υποδοχής. Η νότια πτέρυγα έχει σήµερα ολοκληρωτικά εξαφανιστεί, αφού το νοτιοανατολικότερο τµήµα του αρχικού πλατώµατος έχει κατολισθήσει στην πλαγιά. Από την ανατολική σώθηκε µόνο µικρό τµήµα στο βόρειο άκρο της, που περιλαµβάνει ένα ακόµα σύστηµα πολύθυρων µεγάρων µε καθαρτήρια δεξαµενή και τµήµα µίας ακόµα περίστυλης αυλής. Τέλος, στα βορειοανατολικά σώθηκε τµήµα ενός εκτεταµένου αίθριου χώρου, στο κέντρο του οποίου είχε ενταχθεί πεταλόσχηµος, πιθανώς κεραµευτικός, κλίβανος. Το ανάκτορο της Φαιστού καταστράφηκε οριστικά το 1450 π.χ. και δεν ξαναχτίστηκε έκτοτε. Το νέο ανάκτορο των Μαλίων, χτισµένο σε χαµηλό επίπεδο και σε µερική απόσταση από τη θάλασσα, έχει περίπου το ίδιο µέγεθος µε εκείνο της Φαιστού (8.000 τ.µ.), η αρχιτεκτονική του όµως παρουσιάζει µάλλον επαρχιακό χαρακτήρα. Η πλακόστρωτη δυτική αυλή του αποτελεί κατάλοιπο της διαµόρφωσης του χώρου κατά την Παλαιοανακτορική περίοδο και ήταν εφοδιασµένη µε τις συνηθισµένες υπερυψωµένες διαβάσεις. Η κυριότερη από αυτές κατευθύνεται προς τον βορρά για να οδηγήσει, µετά από στροφή προς ανατολικά, στη βόρεια είσοδο του ανακτόρου. Η επισηµότερη όµως πρόσβαση ήταν από τον νότο, µέσω πλακοστρωµένου διαδρόµου, που οδηγούσε απευθείας στην κεντρική αυλή. Στο βόρειο τµήµα της δυτικής πτέρυγας του ανακτόρου είχε ενταχθεί σηµαντικό συγκρότηµα δωµατίων και χώρων µε επίσηµη λειτουργία. Ο κυριότερος από αυτούς Η κεντρική αυλή στα Μάλια πλαισιώνεται στα βόρεια και

ήταν ένα είδος υπερυψωµένης εξέδρας, προσιτής από την κεντρική αυλή µε τέσσερα σκαλοπάτια. Στο δυτικό τµήµα της υπήρχε χαµηλό τετραγωνικό βάθρο που ίσως αποτελούσε την κρηπίδα κάποιου θρόνου ή τη βάση µιας τράπεζας προσφορών. Πίσω από αυτήν, µία στενή σκάλα ανάµεσα σε κολόνες κατέβαζε σε κάποια δωµάτια, που φαίνεται πως χρησιµοποιήθηκαν για τη φύλαξη τελετουργικών αντικειµένων. Ανάµεσά τους ήταν και ένας σφυροπέλεκυς από πρασινωπό σχιστόλιθο σε µορφή πάνθηρα, που ίσως αποτέλεσε τη λαβή σκήπτρου. Νότια από το υπερυψωµένο δωµάτιο υπήρχε πλατιά σκάλα (3,5 µ.), που χωριζόταν σε τρία εφαπτόµενα σκέλη, πιθανότατα µε ξύλινες κουπαστές. Λίγο νοτιότερα υπάρχει άλλο συγκρότηµα δωµατίων, τον πυρήνα του οποίου αποτελεί µεγάλη υπόστυλη κρύπτη µε πλακόστρωτο δάπεδο και δύο ογκώδεις λίθινους πεσσούς µε εγχάρακτα σηµεία διπλών πελέκεων, αστεριών και τρίαινας. Το δυτικό µισό της δυτικής πτέρυγας καταλαµβάνεται όπως στην Κνωσό από δύο οµάδες στενόµακρων αποθηκών µε είσοδο από µακρύ διάδροµο στα ανατολικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι διαχωριστικοί τοίχοι των αποθηκών διαµορφώνουν στο µέσο τους πεσσούς, οι οποίοι ασφαλώς χρησιµοποιήθηκαν για την υποστήριξη αντίστοιχων κιόνων στον όροφο. Οι τελευταίοι πρέπει µε τη σειρά τους να αποτελούσαν τα υποστηρίγµατα ευρύχωρων υπόστυλων αιθουσών, ίσως τελετουργικού χαρακτήρα, ανάλογες µε εκείνες στον όροφο της δυτικής πτέρυγας στην Κνωσό. Η ανατολική πτέρυγα ήταν πολύ περιορισµένη σε έκταση. Είχε σχεδιαστεί για να περιλάβει ενδιαφέρον συγκρότηµα µακρόστενων αποθηκών, µε πεζούλια κατά µήκος των τοίχων για την τοποθέτηση των σκευών αποθήκευσης και σύστηµα αγωγών για την περισυλλογή υγρού προϊόντος (πιθανώς λαδιού) σε ειδικά αγγεία βυθισµένα στο έδαφος. Τέλος, οκτώ κυκλικοί υπέργειοι χώροι µε κεντρικό υποστήριγµα στο νοτιοδυτικό άκρο του ανακτόρου ερµηνεύτηκαν ως σιταποθήκες (σιλό). Η βόρεια πτέρυγα εκτός από µία ευρύχωρη ορθογώνια αυλή και αρκετούς αποθηκευτικούς και εργαστηριακούς χώρους περιλάµβανε δύο ωραία κλιµακοστάσια, ένα µεγάλο ορθογώνιο δωµάτιο µε έξι τετραγωνικά υποστηρίγµατα και έναν επίσης υπόστυλο προθάλαµο στα δυτικά του τελευταίου. Έχει υποστηριχθεί ότι στον όροφο υπήρχε στο σηµείο αυτό µία µεγάλη επίσηµη αίθουσα, σε θέση δηλαδή αντίστοιχη εκείνων που υποτέθηκαν στα βόρεια της κεντρικής αυλής του ανακτόρου της Φαιστού. Στο νότιο τµήµα της δυτικής πτέρυγας του ανακτόρου των Το βορειοδυτικό τµήµα του ανακτόρου των Μαλίων απο-

Η νότια πτέρυγα περιλάµβανε µικρά υπηρεσιακά δωµάτια και δυτικά του διαδρόµου της νότιας εισόδου κάποιους µικρούς χώρους που χρησιµοποιήθηκαν ως αποθήκες διαφύλαξης σκευών ή εργαστήρια. Η κεντρική αυλή του ανακτόρου της Ζάκρου είναι αρκετά µικρότερη από τις αντίστοιχες των άλλων ανακτόρων, µη ξεπερνώντας σε εµβαδόν το ένα τέταρτο εκείνης της Κνωσού. Ο προσανατολισµός της αποκλίνει ελαφρώς από τον άξονα Βορρά-Νότου, προς τα βορειοανατολικά. Όπως και στην Κνωσό, πιο ανεπτυγµένες εδώ είναι η δυτική και η ανατολική πτέρυγα, ενώ η βόρεια και η νότια φαίνεται να χρησιµοποιήθηκαν βοηθητικά. Η διάρθρωση των διαµερισµάτων ακολουθεί επίσης χονδρικά εκείνη της Κνωσού: για την στέγαση των ιερών και των αποθηκών χρησιµοποιήθηκε η δυτική πτέρυγα και ως τοµές διανοµής και κοινωνικής ζωής εκείνος ανατολικά της αυλής. Η δυτική αυλή διαρθρώνεται σε διαδοχικά άνδηρα, στο πλευρό µιας κλιµακωτής ανάβασης που συνέδεε το ανάκτορο µε τµήµα του οικισµού βόρεια από αυτό. Μια µικρότερη πλακόστρωτη αυλή υπάρχει βόρεια των ανδήρων. Στα νότια και νοτιοανατολικά µακροί τοίχοι πιθανότατα έκλειναν ανακτορικούς κήπους. Η κύρια πρόσβαση στο ανάκτορο γινόταν από βορειοανατολικά. Σε αυτήν οδηγούσε ο κυριότερος δρόµος οικισµού, που ονοµάστηκε, για προφανείς λόγους, Οδός Λιµένος. Η πύλη µε µεγάλη δίφυλλη πόρτα άνοιγε σε στεγασµένη ράµπα που οδηγούσε µε τη σειρά της σε µία αρχικά πλακόστρωτη αυλή. Κάτω από το κατεστραµµένο πλακόστρωτο της αυλής έγινε δυνατή η ανίχνευση σύνθετου συστήµατος αποχέτευσης νερών µε σκεπαστούς αγωγούς. Από τη βορειοανατολική αυλή γινόταν προσιτή, µέσω στεγασµένου διαδρόµου, η κεντρική αυλή, αλλά και αυτοτελές συγκρότηµα µε προθάλαµο και δεξαµενή καθαρµών. Η τελευταία είχε κοσµηθεί µε τοιχογραφίες, που δυστυχώς βρέθηκαν σε κακή κατάσταση, φαίνεται όµως πως παρουσίαζαν κέρατα καθοσιώσεως ανάµεσα στα οποία προβάλλονταν µικροί ξύλινοι κίονες. Μπροστά στην κύρια είσοδο της δυτικής πτέρυγας υπήρχε χαµηλή τετράπλευρη κατασκευή που ταυτίστηκε µε βωµό. Ένας εισαγωγικός διάδροµος οδηγούσε σε τετραγωνικό προθάλαµο µε δάπεδο από χαλικάσβεστο (είδος µωσαϊκού), στο κέντρο του οποίου είχε ενταχθεί ορθογώνιο διάχωρο σαν χαλί, αποτελούµενο από πήλινα πλακίδια. Από τον προθάλαµο µπορούσε κανείς είτε να εισέλθει στον διάδροµο των αποθηκών είτε να στραφεί προς τα νότια, προς τα διαµερίσµατα του κυρίως ιερού και τις αίθουσες Σε αντίθεση µε εκείνα της Κνωσού και της Φαιστού, το ανά-

τελετουργιών και συµποσίων. Οι δύο µεγαλύτερες αποθήκες, τοποθετηµένες αµέσως µέσα από τη δυτική πρόσοψη του ανακτόρου, ήταν ηµιυπόγειες µε παράθυρα στον εξωτερικό τοίχο του. Συνολικά 23 πιθάρια βρέθηκαν τοποθετηµένα περιµετρικά δίπλα στους τοίχους τους, ενώ πάνω από 500 µικρότερα αγγεία, πολλά από τα οποία είχαν πέσει από τον επάνω όροφο, συµπλήρωναν το περιεχόµενό τους. Δύο µικρότερες αποθήκες διαµορφώνονταν λίγο βορειότερα, ενώ για την αποθήκευση πίθων και άλλων σκευών είχαν χρησιµοποιηθεί, επίσης, κόγχες διαµορφωµένες στην ανατολική πλευρά του εισαγωγικού διαδρόµου. Πάντως, οι αποθήκες της Ζάκρου είχαν πολύ µικρότερη χωρητικότητα από εκείνες των άλλων ανακτόρων, γεγονός που υποδηλώνει ότι η οικονοµία της θέσης στηριζόταν κατά κύριο λόγο στη θάλασσα. Την τελευταία αυτή υπόθεση επιβεβαίωσαν τα ευρήµατα του ορθογώνιου δωµατίου νότια του τετραγωνικού προθαλάµου. Εδώ ήρθαν στο φως, πεσµένοι από τον επάνω όροφο, τέσσερις ανεπεξέργαστοι χαυλιόδοντες ελεφάντων µαζί µε έξι χάλκινα τάλαντα (µονάδες χαλκού βάρους 29 κιλών). Τα υλικά αυτά, χωρίς αµφιβολία, είχαν µεταφερθεί στη Ζάκρο διά θαλάσσης από χώρες της ανατολικής Μεσογείου, όπως η Κύπρος, η Συροπαλαιστίνη ή η Αίγυπτος. Τα δωµάτια στο νότιο τµήµα της δυτικής πτέρυγας ανήκαν στο κυρίως ιερό. Ανάµεσα σε αυτά ήταν ένα µικρό σκευοφυλάκιο πήλινων επιτραπέζιων αγγείων, το αρχειοφυλάκιο, όπου σε πλίνθινα ντουλάπια βρέθηκαν πήλινες πινακίδες της Γραµµικής Α µαζί µε κάποια σφραγίσµατα, µία αποθήκη τελετουργικών σκευών και ένα µικρό ιερό µε δύο αντικριστά θρανία. Το τελευταίο βρέθηκε άδειο, στον διάδροµο όµως που οδηγούσε σε αυτό ήρθαν στο φως σπονδικά αγγεία και τράπεζες προσφορών από φαγεντιανή. Δίπλα στο ιερό υπήρχε µία δεξαµενή καθαρµών µε σκάλα καθόδου που πλεύριζε χαµηλό παραπέτο. Τα πολυτελέστερα δωµάτια της δυτικής πτέρυγας είναι εκείνα που βρίσκονται στο ανατολικότερο τµήµα της. Πρόκειται για δύο µεγάλες αίθουσες µε διακοσµητικά θέµατα στο δάπεδο, σχηµατισµένα από ερυθρό κονίαµα. Η µεγαλύτερη αίθουσα, στην οποία µπορούσε κανείς να εισέλθει απευθείας από την κεντρική αυλή, ονοµάστηκε αίθουσα των τελετουργιών. Στη βορειοδυτική γωνία της υπήρχε µεγάλος τετράγωνος φωταγωγός τον οποίο όριζαν δύο τοίχοι και τέσσερις κολόνες. Δύο δίδυµα πλατιά παράθυρα Η κεντρική αυλή είχε χωµάτινο δάπεδο, ενώ την ανατολική

έδιναν φως από τον φωταγωγό στα εσωτερικά δωµάτια που βρίσκονταν δυτικά. Την οροφή της αίθουσας υποστήριζε µία ακόµα σειρά από κολόνες, τοποθετηµένη κατά µήκος του µακρού άξονά της. Δύο πολύθυρα, τέλος, αποµόνωναν στα νοτιοδυτικά τετραγωνικό χώρο µε ανάλογο διακοσµηµένο δάπεδο. Ένα ακόµα πολύθυρο χώριζε την αίθουσα των τελετουργιών µε την αίθουσα στα νότια. Η τελευταία ονοµάστηκε αίθουσα των συµποσίων λόγω της ανεύρεσης δύο συνόλων οµοειδών αγγείων τα οποία πιθανώς χρησιµοποιούνταν για τη µεταφορά και το σερβίρισµα του κρασιού. Το δάπεδό της είχε ανάλογη κόσµηση µε εκείνο της αίθουσας των τελετουργιών, ενώ τους τοίχους της κοσµούσε τοιχογραφικό διάζωµα τοποθετηµένο λίγο κάτω από την οροφή, αποτελούµενο από σειρά ανάγλυφων σπειρών. Το κυριότερο δωµάτιο της βόρειας πτέρυγας ήταν µία µεγάλη υπόστυλη αίθουσα την οποία ο ανασκαφέας χαρακτήρισε µαγειρείο. Στην αναγνώριση του χώρου βοήθησε η ανεύρεση µεγάλων ποσοτήτων οστών ζώων και πουλιών, όπως και χτιστών περιφραγ- µάτων που χρησίµευαν ως µαγειρικές εστίες. Στα συνεχόµενα δωµάτια στα ανατολικά βρέθηκαν µαγειρικά σκεύη και άλλος βοηθητικός εξοπλισµός για την προπαρασκευή του φαγητού. Η νότια πτέρυγα φαίνεται ότι στέγασε κάποια εργαστήρια, αν κρίνει κανείς από την ανεύρεση µισοεπεξεργασµένων και ανεπεξέργαστων υλικών σε κάποιους από τους χώρους της. Στο δάπεδο του κύριου δωµατίου της βρέθηκε µεγάλο κοµµάτι µισοπριονισµένου ωραίου φλεβωτού µαρµάρου. Ο ανασκαφέας ταύτισε στον ίδιο τοµέα µε βάση τα κινητά ευρήµατα δύο ακόµα εργαστήρια: ένα για την κατασκευή µικροαντικειµένων από ορεία κρύσταλλο, φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο και ένα για την κατασκευή αρωµάτων. Εσωτερικά της στοάς που πλεύριζε την κεντρική αυλή από τα ανατολικά υπήρχαν δύο διαµερίσµατα της µορφής του µινωικού µεγάρου. Το µεγαλύτερο διέθετε πολύθυρο µε πέντε πόρτες και µακρόστενο φωταγωγό µε κολόνες. Στα ανατολικά αυτού υπήρχε µεγάλη τετραγωνική αίθουσα µε δάπεδο από χαλικάσβεστο, στο κέντρο της οποίας είχε ενταχθεί κυκλική δεξαµενή µε λίθινη σκάλα και πλακόστρωτο πυθµένα. Στην περιφέρεια της δεξαµενής βρέθηκαν τα ίχνη πέντε βάσεων κιόνων, που πιθανότατα στήριζαν κυκλικό φωταγωγό. Από τα ανατολικά η αίθουσα ήταν προσιτή διαµέσου ορθογώνιου προπύλου, χαρακτηριστικό που της προσέθετε επιπλέον µεγαλοπρέπεια. Αν και δεν Ένα χωριστό συγκρότηµα δωµατίων γινόταν προσιτό

υπήρχαν ευρήµατα αποδεικτικά της χρήσης της, υποστηρίχθηκε πως η αίθουσα αυτή ταυτίζεται µε την Αίθουσα του Θρόνου του ανακτόρου της Ζάκρου. Στην ανατολική πτέρυγα, τέλος, ανήκουν και δύο ανεξάρτητες κατασκευές που έχουν σχέση µε την εκµετάλλευση του υπόγειου νερού. Πρόκειται για µία ωραία χτιστή ορθογώνια κρήνη που ίσως χρησίµευε για το πότισµα των ανακτορικών κήπων και ένα κυκλικό πηγάδι ενταγµένο σε τετραγωνικό κτίσµα, προσιτό από τη νοτιοανατολική γωνία της κεντρικής αυλής. Η αποκάλυψη ενός ακόµα ανακτόρου κοντά στο χωριό Γαλατάς υπήρξε πρόσφατη επιτυχία της ανασκαφικής έρευνας. Η ανασκαφή του δεν έχει ακόµα ολοκληρωθεί και η µελέτη των ευρηµάτων του βρίσκεται σε προκαταρκτικό στάδιο. Από τις πρώτες όµως αναφορές του ανασκαφέα φαίνεται ότι το ανακτορικό αυτό συγκρότηµα ιδρύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα π.χ., ίσως µε κνωσιακή πρωτοβουλία. Το ανάκτορο του Γαλατά µεγαλύτερο από εκείνο της Ζάκρου και σχεδόν ίσο σε έκταση µε το ανάκτορο των Μαλίων διαρθρώνεται και πάλι σε τέσσερις πτέρυγες γύρω από µία µεγάλη κεντρική αυλή. Περισσότερο ανεπτυγµένες ήταν η ανατολική πτέρυγα που χρησιµοποιήθηκε κυρίως για την προετοιµασία και τέλεση συµποσίων και η βόρεια, µε εντυπωσιακή, ωραία λαξευµένη, πρόσοψη από µεγάλους ορθοστάτες, η οποία όπως στη Φαιστό στέγαζε επίσηµα διαµερίσµατα και ίσως διαµερίσµατα διαµονής. Η δυτική πτέρυγα βρισκόταν σε λίγο ψηλότερο επίπεδο και γι αυτό βρέθηκε κατεστραµµένη, ενώ η νότια παρουσιάζεται µάλλον ατροφική. Ο ανασκαφέας πιστεύει πως το κτίριο είχε εγκαταλειφθεί πριν από τη µεγάλη καταστροφή των άλλων ανακτορικών κέντρων, γεγονός που ερµηνεύει την ολοκληρωτική απουσία πλούσιων κινητών ευρηµάτων. Η ιδιαίτερα επιµεληµένη κατασκευή του σε συνδυασµό µε την παρουσία, έστω και λίγων, κοµµατιών τοιχογραφιών υψηλής τέχνης µε φυτικά θέµατα, βεβαιώνουν πως το ανάκτορο, στην περίοδο της ακµής του, δεν θα είχε να ζηλέψει σε τίποτα τα συγγενικά του οικοδοµήµατα. Στην επίχωση ενός πηγαδιού βρέθηκαν πήλινα κύπελλα µε Μικρότερα συγκροτήµατα Εκτός από τα µεγάλα ανάκτορα, όµως, οι ανασκαφές έχουν φέρει στο φως αρκετά οικοδοµήµατα τα οποία, είτε λόγω της θέσης τους και της αρχιτεκτονικής τους διαρρύθµισης είτε λόγω του είδους και της ποιότητας των ευρηµάτων τους, θα µπορούσαν

να χαρακτηριστούν κτίρια ανακτορικού χαρακτήρα ή µικρά ανακτορικά συγκροτήµατα. Καµία, όµως, από τις παρακάτω περιπτώσεις δεν πληροί τις αρχιτεκτονικές προϋποθέσεις που θα απαιτούνταν για να χαρακτηριστούν ανάκτορα, δηλαδή τη διάρθρωση του συγκροτήµατος σε τέσσερις πτέρυγες γύρω από µία ορθογώνια αυλή ικανής έκτασης. Ένα από αυτά ήρθε στο φως µόλις 230 µ. βορειοδυτικά του ανακτόρου της Κνωσού και ονοµάστηκε από τον Evans Μικρό Ανάκτορο. Πρόκειται για πολυτελές οικοδοµικό συγκρότηµα, συνολικού εµβαδού περίπου 800 τ.µ., µε ένα κύριο µέγαρο, αποτελού- µενο από δύο συνεχόµενα διαµερίσµατα µε πολύθυρα, µία πλευρική στοά ή βεράντα µε κολόνες, µία ευρύχωρη περίστυλη αυλή, τρεις υπόστυλες κρύπτες, µία καθαρτήρια δεξαµενή και πλατιά σκάλα µε δύο πτέρυγες που οδηγούσε στον όροφο. Το κατώτερο τµήµα των εξωτερικών τοίχων του ήταν χτισµένο µε ωραία λαξευτή τοιχοδοµία, που στα δυτικά διατηρείται σήµερα σε ύψος οκτώ δόµων. Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν πως το κτίριο είχε χρησιµοποιηθεί µάλλον ως θρησκευτικό κέντρο παρά για τη διαµονή κάποιου σηµαντικού προσώπου. Ιδιαίτερα σηµαντικό τόσο από αρχιτεκτονική άποψη όσο και ως προς τα κινητά του ευρήµατα είναι ένα εκτεταµένο οικοδοµικό συγκρότηµα που ήρθε στο φως στις Αρχάνες Ηρακλείου. Δυστυχώς, το σύνολο του οικοδοµήµατος δεν είναι εύκολο να αποκαλυφθεί, καθώς τµήµα του σύγχρονου οικισµού είναι χτισµένο πάνω στα αρχαία ερείπια. Η ανασκαφή έχει µέχρι σήµερα αποκαλύψει δύο οικοδοµικές πτέρυγες σε δύο γωνιούµενες πλευρές µιας ευρύχωρης αυλής, η οποία δεν αποκλείεται όπως στα ανάκτορα να αποτελούσε τον πυρήνα του συγκροτήµατος. Η καλύτερα διατηρη- µένη βόρεια πτέρυγα περιλάµβανε µία τυπική διάταξη µεγάρου, ένα ορθογώνιο τελετουργικό δωµάτιο, εσωτερική πλακόστρωτη αίθουσα µε µεγάλο φωταγωγό τον οποίο ορίζουν κολόνες, ένα µεγάλο κλιµακοστάσιο και µία πολυτελή τετραγωνική αίθουσα µε παρατοίχια θρανία. Στην αυλή υπήρχε µεγάλο ορθογώνιο περίφραγµα, µέσα στο οποίο είχαν ενταχθεί χαµηλή εξέδρα και δίβαθµη ορθογώνια κατασκευή, πιθανώς βωµός. Τα πλούσια ευρήµατα του κτιρίου περιλαµβάνουν θαυµάσια διακοσµηµένα πήλινα αγγεία, ωραία λίθινα αγγεία και σκεύη ανάµεσα στα οποία και δύο λύχνους µε ανάγλυφη κόσµηση τράπεζες προσφορών και κέρατα καθοσιώσεως από κονίαµα, σφραγιδόλιθους και σφραγίσµατα και αντικείµενα από φαγεντιανή και ελεφαντόδοντο, µε σπουδαιότερο ένα σύνολο από κοµµάτια χρυσελεφάντινων ειδωλίων. Άποψη του ανακτορικού αρχαιολογικού χώρου της Κάτω