Το Στρες και η Διαχείρισή του



Σχετικά έγγραφα
Προσωπικότητα και υγεία(1)

Ψυχολογία ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια στο Γενικό Νοσοκομείο

ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

02/06/15. Όταν αισθανθούμε ότι κάτι μας απειλεί ο οργανισμός μας ετοιμάζεται για το σύνδρομο Fight or Flight, δηλαδή παλεύω ή φεύγω.

Ένα οµαδικό πρόγραµµα παρέµβασης για τη διαχείριση του στρες σε µετεφηβικό-φοιτητικό πληθυσµό

Επιπολιτισμικό στρες. Θεωρητικά μοντέλα Στρατηγικές αντιμετώπισης Παρεμβαλλόμενες μεταβλητές Ψυχική ανθεκτικότητα

«Άγχος στην εφηβεία και ο ρόλος των γονέων»

Στρες και τεχνικές διαχείρισής του. Χρήσιμες επισημάνσεις για εκπαιδευτικούς και γονείς

ΤΣΑΠΑΤΣΑΡΗ ε.

17/12/2007. Βασιλική Ζήση, PhD. Ποιότητα ζωής. Είναι ένα συναίσθημα που σχεδόν όλοι καταλαβαίνουμε, αλλά δεν μπορούμε να ορίσουμε (Spirduso, 1995)

Γράφει: Δανιηλίδου Νικολίνα, Ψυχολόγος, MSc στην Ψυχολογία της Υγείας

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΣΘΕΝ-Ν ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤ-ΠΙΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Τι είναι φόβος και τι φοβια;

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Μεταιχμιακό Σύστημα του Εγκεφάλου

ΚΛΙΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ

Εταιρικές Δράσεις Προαγωγής Υγείας & Ευεξίας

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ

Το άγχος των παιδιών και ο ρόλος της οικογένειας

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Η ΟΜΑΔΑ ΜΑς : ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ, ΚΟΛΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ, ΚΟΤΤΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ, ΛΑΖΑΝΗ ΚΩΝ/ΝΑ Η ΥΠΕΥΘΥΝΗ

Βασιλική Ζήση, PhD. Πυραμίδα του πληθυσμού στο μέσο του έτους 2004

Ψυχική υγεία και εργασία στο επίκεντρο της Παγκόσμιας Ημέρας Ψυχικής Υγείας

«Η απασχόληση Ψυχολόγων και Παιδαγωγών στις δράσεις της Ιατρικής Παρέμβασης»

Η Επιθετικότητα στα Παιδιά που Έχουν Βιώσει Τραύμα. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

Η ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΗ ΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΚΦΟΒΙΣΜΟΣ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικών ερευνών που διεξάγονται σε σχολεία της χώρας θεωρούνται κοινωνικό πρόβλημα

«Οικογένεια σε Κρίση Διαχείριση της Απώλειας». Δρ. Μάγια Αλιβιζάτου Ψυχολόγος / Διασχολική Συντονίστρια Ψυχοπαιδαγωγικών Τμημάτων Κολλεγίου Αθηνών

Βασιλόπουλος Φ. Στέφανος. Παιδαγωγικό Τμήμα Δ. Ε. Πανεπιστήμιο Πατρών

"Η Ενίσχυση της Κοινωνικής Λειτουργικότητας του Χρόνιου Ασθενή και της Οικογένειάς του μέσα από την Κατ Οίκον Φροντίδα"

Δεξιότητες ζωής Ψυχική ανθεκτικότητα

Διοίκηση ανθρωπίνων Πόρων. Ενότητα 10: Ασφάλεια εργαζομένων Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

Η αντίσταση στην ψυχοθεραπεία από ασθενείς με καρκίνο

Γεώργιος Ν.Λυράκος Μάθηµα Ψυχολογία της Υγείας Φυσικοθεραπεία ιάλεξη 8η 2014

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

ΜΈΡΟΣ I ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ Μορφές, Μοντέλα, Ατομικοί, Ψυχοκοινωνικοί, Σχολικοί, Οικογενειακοί παράγοντες

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία

ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟ STRESS STRESS: ΠΙΕΣΗ

Οι Επιπτώσεις του Τραύματος στην Ανάπτυξη του Παιδιού

Ψυχικές διαταραχές στην περιγεννητική περίοδο. Δέσποινα Δριβάκου Ψυχολόγος Msc Οικογενειακή θεραπεύτρια

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Κατανοώντας το Μετατραυματικό Στρες Ενημερωτικό Φυλλάδιο για το Πυροσβεστικό Προσωπικό και τις Οικογένειές του

Διαταραχές συμπεριφοράς στην Άνοια

χρόνιου πόνου κι των συναισθημάτων. Μάλιστα, μεγάλο μέρος αυτού

Διπολική διαταραχή μανιοκατάθλιψη,

Αλκοόλ, Εθεβεία & Εγκέθαλορ. Γιώργος Παναγής Πανεπιστήμιο Κρήτης Τμήμα Ψυχολογίας Εργαστήριο Νευροεπιστημών & Συμπεριφοράς

Άσκηση & Στρες. Ορισμός. «Το στρες είναι ένα δυσάρεστο συναίσθημα που συμβαίνει όταν είσαι θυμωμένος, νευρικός ή στενοχωρημένος» (8 χρ.

Εισαγωγή στην Ειδική Εκπαίδευση

Λήδα Μαδεμλή. Άσκηση και τρίτη ηλικία Μάθημα Επιλογής Κωδικός: 005 Εαρινό εξάμηνο 2015

Από τη μεγάλη γκάμα των δεξιοτήτων ζωής που μπορεί κανείς να αναπτύξει παρακάτω παρουσιάζονται τρεις βασικοί άξονες.

Ψυχοκοινωνικοί παράγοντες και καρδιαγγειακά νοσήματα. Κ. Γαργάνη, Δ. Παπαδοπούλου, Κ. Καραγιαννάκη: Αιμοδυναμικό Εργαστήριο «ΓΝ Γ.

Περιβαλλοντικό άγχος. Ορισμοί και μοντέλα Πυκνότητα Αίσθημα συνωστισμού Θόρυβος

Το εργασιακό άγχος αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως η μεγαλύτερη πρόκληση τόσο στην υγεία των εργαζόμενων όσο και σε εκείνη των επιχειρήσεων

Αποκατάσταση Καρδιοπαθούς Ασθενούς Ο ρόλος του Ψυχιάτρου

Πιστοποιημένες εξ αποστάσεως εκπαιδεύσεις από την Βρετανική Ένωση Ψυχολόγων

ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ. ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ Δρ. Οικονόμου Ανδρέας Μαθηματικός-Ψυχολόγος Επίκουρος Καθηγητής ΑΣΠΑΙΤΕ

ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΖΩΗΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

Γιάννης Θεοδωράκης (2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

Διαχειρίζομαι το στρες, απολαμβάνω τη ζωή!!! Πίζγα Ασπασία, Ψυχολόγος MSc Διαχείριση του Στρες & Προαγωγή Υγείας

Εναντιωματική και προκλητική συμπεριφορά στο σχολείο ο ρόλος του εκπαιδευτικού. Γιώργος Γεωργίου, PhD Κλινικός Ψυχολόγος

Πώς το τραύμα επηρεάζει τα παιδιά και τα νέα άτομα

ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΑΣ 2019 ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΡΔΙΑΓΓΕΙΑΚΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ. ΡΟΥΜΤΣΙΟΥ ΜΑΡΙΑ Νοσηλεύτρια CPN, MSc Α Παιδιατρικής κλινικής ΑΠΘ

Παράγοντες Προστασίας και Κινδύνου

Άσκηση, υγεία και χρόνιες παθήσεις

Υπεύθυνη Επιστημονικού Πεδίου Χρυσή Χατζηχρήστου

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

Ανάπτυξη ψυχολογικών δεξιοτήτων μέσα από τον αθλητισμό. Ψούνη Λίνα ΚΦΑ, Ψυχολόγος. MSc, υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Σχεδιασμός, εφαρμογή και καθοδήγηση προγραμμάτων άσκησης

ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ (Α & Β ΚΥΚΛΟΣ) ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ

θέραπειν Αγίας Σοφίας 3, Ν. Ψυχικό, Τ ,

Ο ρόλος του νοσηλευτή στην ψυχολογική προσέγγιση του διαβητικού ασθενή

2 ο Πρότυπο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών

Ψυχοκοινωνική Υποστήριξη Παιδιών και Εφήβων μετά από Φυσικές Καταστροφές

ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ «Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ»

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΑΘΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΙΚΟΥ ΠΟΔΙΟΥ

Ο Νοσηλευτής πρόσωπο κλειδί στη σωστή ενηµέρωση και ψυχολογική υποστήριξη του ασθενούς κατά την είσοδο στο αιµοδυναµικό εργαστήριο

Τι είναι η κατάθλιψη;

Ο ρόλος του εκπαιδευτικού στην πρόληψη και καταπολέµηση του αλκοολισµού στην εφηβεία

Μονάδα Αντιμετώπισης «Αγία Ελένη» - Τμήμα Περιθαλπόντων

Παναής Κασσιανός, δάσκαλος Διευθυντής του 10ου Ειδικού Δ.Σ. Αθηνών (Μαρασλείου)

«Η Διατήρηση της Σεξουαλικότητας μετά τον Γυναικολογικό Καρκίνο»

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος

ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ & ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ. Ο. Καρδακάρη, Νοσηλεύτρια M sc,κ/δ ΚΛΙΝΙΚΗ ΠΓΝΙ

Γενικά. Πειράματα έδειξαν ότι εκείνα τα νεογέννητα που είχαν περισσότερα χάδια, αναπτύσσονταν και μάθαιναν γρηγορότερα.

Η Ψυχολογική Διάσταση της Κώφωσης. Ελενα Τρύφωνος Εκπαιδευτική Ψυχολόγος Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού

Ποιες είναι οι διαταραχές που συνδέονται με την ψυχολογία μας;

Αλλαγές Κατά τη Διάρκεια της Εγκυμοσύνης

Stress - Ένας εσωτερικός εχθρός

Άγχος και ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Eκπαίδευσης

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

Ψυχολογική υποστήριξη παιδικού αθλητισμού

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν λανθασμένα ότι δεν είναι «ψυχικά δυνατοί». Άλλοι μπορεί να φοβούνται μήπως δεν «φανούν» ψυχικά δυνατοί στο περιβάλλον τους.

Ακούει την καρδιά σας!

Φοιτήτρια: Τσαρκοβίστα Βικτώρια (Α.Μ ) Επιβλέπων καθηγητής: Χριστοδουλίδης Παύλος

Εργάζομαι αισθάνομαι... πετυχαίνω!!!!!

Η περίπτωση έφηβης, 16 χρονών, με άγχος υγείας

Transcript:

Το Στρες και η Διαχείρισή του Ευάγγελος Χ. Καραδήμας Αναπληρωτής Καθηγητής Κλινικής Ψυχολογίας της Υγείας, Πανεπιστήμιο Κρήτης Ο όρος στρες εισήχθηκε στην επιστημονική ψυχολογία στις αρχές του 20 ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τόσο τα ερεθίσματα που ασκούν πίεση στο άτομο ή σε μια ομάδα (στρεσογόνες συνθήκες) ή τις αντιδράσεις των ατόμων σε επίπεδο ψυχολογικό συμπεριφορικό ή σωματικό (το στρες ως συνέπεια), όσο και τη διεργασία που περιλαμβάνει και τα δύο παραπάνω. Να σημειώσουμε εξ αρχής ότι το στρες αποτελεί ένα προσαρμοστικό μηχανισμό, απαραίτητο στον άνθρωπο και εντελώς χρήσιμο για την επιβίωσή του. Στόχος της διεργασίας του στρες είναι η κινητοποίηση του ατόμου κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αντιμετωπισθεί η πηγή του στρες και, ταυτόχρονα, να μειωθεί η διέγερση του ατόμου, σε επίπεδο συναισθηματικό, γνωστικό και σωματικό. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, όμως, το στρες μπορεί να αποδειχθεί ένας αξιοσημείωτος παράγοντας επικινδυνότητας για την υγεία και ευεξία των ατόμων. Ορισμός και βασικές διαστάσεις της έννοιας του στρες Η έννοια του στρες εντάχθηκε ουσιαστικά στη σύγχρονη ψυχολογία από τον Hans Selye (1956, 1976). Ο Selye χρησιμοποίησε τον όρο αυτό για να περιγράψει τις αντιδράσεις ενός οργανισμού απέναντι σε ένα «στρεσογόνο» ερέθισμα. Το ερέθισμα αυτό θα μπορούσε να είναι βιολογικό (π.χ., τραύμα, ασθένεια) ή ψυχολογικό. Ο Selye έδειξε σε πειράματα με ποντίκια ότι ένας οργανισμός διέρχεται διάφορων φάσεων και αντιδράσεων όταν αντιμετωπίζει ένα στρεσογόνο ερέθισμα, όπως διέγερση του νευρικού συστήματος, έκκριση κορτιζόλης κ.λπ. Στόχος της διεργασίας αυτής είναι η υπερκέραση των προβλημάτων και η προστασία του οργανισμού. Όταν όμως το ερέθισμα ήταν πολύ ισχυρό ή παρατεταμένο, τα πειραματόζωα περνούσαν από την «προσαρμοστική» φάση στη δυσλειτουργία ή ακόμα και στο θάνατο. Κάποιοι ερευνητές ορίζουν το στρες με όρους βιολογικούς. Για παράδειγμα, ο Levine (2000) όρισε ως στρες οτιδήποτε προκαλεί αυξημένη έκκριση γλυκοκορτικοειδών (κορτιζόλης), η οποία εντείνει την κινητοποίηση του οργανισμού. Άλλοι πάλι εστιάζουν περισσότερο στις ψυχοκοινωνικές πλευρές του στρες. Έτσι, οι Lazarus και Folkman (1984) ορίζουν το στρες ως τις εσωτερικές ή εξωτερικές απαιτήσεις που κατά την κρίση του ατόμου θέτουν σε δοκιμασία ή υπερβαίνουν τις δυνατότητες, τις οποίες εκτιμά πως διαθέτει. Σε κάθε περίπτωση το στρες αποτελεί μια πολύπλευρη διεργασία που περιλαμβάνει τόσο βιολογικές όσο και ψυχοκοινωνικές διαστάσεις. Οι βασικές διαστάσεις του στρες είναι τέσσερις: Connecting4caring Πολυεπίπεδο πρόγραμμα πρόληψης, εκπαίδευσης και παρέμβασης ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΧΟΛΙΚΗΣ & ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ & ΕΡΕΥΝΑΣ

α) Τα στρεσογόνα ερεθίσματα, τα οποία αναφέρονται στις καταστάσεις εκείνες ή τα συμβάντα που εκκινούν τη διεργασία του στρες (π.χ., προβλήματα οικονομικά, σχέσεων, κοινωνικά, ατυχήματα, εξετάσεις κλπ). β) Η εμπειρία του στρες, που αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται και αξιολογεί τα στρεσογόνα ερεθίσματα. Η πιο διαδεδομένη σχετική θεωρία είναι των Lazarus και Folkman (1984). Σύμφωνα με αυτήν, ένα άτομο βιώνει αρνητικά συναισθήματα, όταν αξιολογεί μια κατάσταση ως ζημία, πρόκληση ή κίνδυνο (πρωτογενής αξιολόγηση), καθώς και όταν κρίνει ότι οι διαθέσιμες τη στιγμή εκείνη προσωπικές ικανότητες και δυνατότητες δεν επαρκούν ή δοκιμάζονται (δευτερογενής αξιολόγηση). Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η διεργασία του στρες ξεκινά όταν οι κύριοι στόχοι του ατόμου απειλούνται ή όταν τα μέσα για την επίτευξη των στόχων αυτών διακυβεύονται (Carver & Scheier, 1999). γ) Οι στρατηγικές μέθοδοι που θα επιλέξει το άτομο για να διαχειριστεί τις αρνητικές καταστάσεις. Οι στρατηγικές αυτές αφορούν στις προσπάθειες του ατόμου αφενός να επιλύσει ή «τακτοποιήσει» το πρόβλημα (π.χ., επίλυση προβλήματος) και αφετέρου να διευθετήσει τα αρνητικά συναισθήματα και τη διέγερση που βιώνει (π.χ., άρνηση). Οι δύο αυτοί στόχοι επιδιώκονται παράλληλα, καθώς μάλιστα η επίτευξη του ενός διευκολύνει την επίτευξη και του άλλου. δ) Η τέταρτη πλευρά της έννοιας του στρες αναφέρεται στην οργανική διέγερση. Η οργανική διέγερση συνδέεται με τις εξής οργανικές αντιδράσεις: Το αίμα κατευθύνεται σε περιοχές που είναι αναγκαία η ομαλή λειτουργία τους, προκειμένου να διευκολυνθεί η αντίδραση στα στρεσογόνα ερεθίσματα, όπως είναι η καρδιά και οι μύες. Παράλληλα, «εγκαταλείπει» άλλες περιοχές που μάλλον δεν συμμετέχουν τόσο άμεσα στην αντιμετώπιση του κινδύνου, όπως είναι το γαστρεντερικό, το γεννητικό και το ανοσοποιητικό σύστημα, τα οποία αναστέλλουν τη λειτουργία τους όσο ο οργανισμός βρίσκεται σε κατάσταση στρες (Levine, 2000). Σε περιπτώσεις που η στρεσογόνος κατάσταση έχει μεγάλη ένταση ή / και διάρκεια, οι αντιδράσεις αυτές διατηρούνται σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, αυξάνοντας τον κίνδυνο για «απορρύθμιση» του ανθρώπινου οργανισμού και εμφάνιση προβλημάτων σωματικής και ψυχικής υγείας. Στη διαμόρφωση της διεργασίας του στρες παίζουν ρόλο μια σειρά από ενδογενείς και περιβαλλοντικές μεταβλητές (Καραδήμας, 2008). Από τις σημαντικότερες ενδογενείς ψυχολογικές μεταβλητές φαίνεται να είναι η αίσθηση ελέγχου που έχει το άτομο. Σε γενικές γραμμές υψηλότερη αίσθηση ελέγχου σχετίζεται με καλύτερη προσαρμογή στο στρες και λιγότερα προβλήματα. Άλλες σημαντικές ψυχολογικές μεταβλητές είναι η αυτοεκτίμηση, η αισιοδοξία κ.ά. Από την άλλη πλευρά, καίριες περιβαλλοντικές μεταβλητές είναι το κοινωνικό επίπεδο του ατόμου, η ύπαρξη υποστηρικτικού κοινωνικού δικτύου, οι ευρύτερες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες κα. Ιδιαίτερα η κοινωνική υποστήριξη, αποτελεί σημαντική ψυχοκοινωνική μεταβλητή, η οποία αναφέρεται στην φροντίδα, το σεβασμό ή τη βοήθεια που το άτομο αντιλαμβάνεται πως λαμβάνει από διάφορες πηγές (π.χ., οικογένεια, φίλους). Όσο μεγαλύτερη είναι η προσφορά στήριξης, τόσο καλύτερα διαχειρίζεται το άτομο τα στρεσογόνα ερεθίσματα και τόσο πιο προστατευμένο είναι απέναντι στις αρνητικές επιπτώσεις του στρες. Τέλος, σειρά βιολογικών παραμέτρων σχετίζονται με τη διεργασία του στρες. Για παράδειγμα, καίριο ρόλο φαίνεται ότι διαδραματίζει ο βαθμός διέγερσης του οργανισμού. Όσο αμεσότερη, εντονότερη, διαρκέστερη και δυσκολότερα αναστρέψιμη είναι η διέγερση, τόσο μεγαλύτερη φαίνεται να είναι η αρνητική επίδραση του στρες.

Πηγές και τύποι στρες Σύμφωνα με τους Elliott και Eisdorfer (1982), υπάρχουν τέσσερις κύριοι τύποι στρεσογόνων ερεθισμάτων: (α) τα έντονα ερεθίσματα περιορισμένης διάρκειας (π.χ., ένα ατύχημα), (β) ερεθίσματα σε διαδοχή (π.χ., η απόλυση από τη δουλειά και εν συνεχεία η ανεργία και οι συνέπειές της), (γ) οι χρόνιοι, περιοδικοί στρεσογόνοι παράγοντες (π.χ., οι εξετάσεις) και (δ) οι χρόνιοι στρεσογόνοι παράγοντες (π.χ. το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο και η διαβίωση σε συνθήκες φτώχιας). Ο Pearlin (1989) υποστηρίζει ότι το στρες είναι άμεσα συνδεδεμένο με το κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο ζει το άτομο: Το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, η πολιτισμική καταγωγή, το φύλο, η ηλικία κλπ. σχετίζονται με το είδος των στρεσογόνων συνθηκών που αντιμετωπίζει το άτομο. Έτσι, πέρα από τις στρεσογόνες συνθήκες που αφορούν όλους (π.χ., ο θάνατος οικείων προσώπων), υπάρχουν ερεθίσματα ή συνθήκες που είναι μοναδικές για κάθε κοινωνική ομάδα και για κάθε άτομο (Thoits, 1991). Μια άλλη διάκριση των πηγών του στρες είναι σε «γεγονότα ζωής» και σε «καθημερινές προστριβές». Τα «γεγονότα ζωής» είναι σοβαρά συμβάντα που δεν συμβαίνουν συχνά στη ζωή ενός ατόμου (π.χ., πόλεμος, θάνατος οικείου, εγκληματική βία, χωρισμός, απώλεια εργασίας κ.λπ.). Αντιθέτως, οι «καθημερινές προστριβές» είναι προβλήματα της καθημερινής ζωής, τα οποία συμβαίνουν μάλλον συχνά και είναι πιθανό να έχουν μεγάλη διάρκεια (π.χ., προβλήματα σχέσεων, οικονομικές δυσκολίες, θέματα σπουδών κ.λπ.). Συνήθεις πηγές στρες για τα παιδιά ή/και τους εφήβους είναι οι αλλαγές που επισυμβαίνουν ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης στο σώμα, στον τρόπο σκέψης και αντίληψης, στην ποιότητα και στην ένταση των συναισθημάτων, στις σχέσεις με τους γονείς και άλλους ενήλικες (π.χ. οι προστριβές προς την πορεία αυτονόμησης, οι προσδοκίες του κοινωνικού περίγυρου αλλά και οι προσωπικές φιλοδοξίες), στις σχέσεις με το άλλο φύλο και με τους συνομηλίκους (π.χ. πίεση για ένταξη και συμμόρφωση προς την ομάδα των συνομηλίκων). Επιπλέον, άλλοι παράγοντες αφορούν προβλήματα στην οικογένεια (π.χ., οικονομικά, σχέσεις μεταξύ γονέων), προβλήματα στο σχολείο, σχολική βία, εξετάσεις και επίδοση κλπ. Στρατηγικές διαχείρισης του στρες Οι στρατηγικές διαχείρισης του στρες αναφέρονται στις προσπάθειες του ατόμου να διευθετήσει ή να αντέξει τις στρεσογόνες καταστάσεις που αντιμετωπίζει. Μια από τις πλέον διαδεδομένες περιγραφές των στρατηγικών διαχείρισης του στρες είναι των Folkman και Lazarus (1980). Αυτοί αναφέρονται στην ύπαρξη δύο κύριων ομάδων διαστάσεων στρατηγικών αντιμετώπισης του στρες: των εστιασμένων στο πρόβλημα και των εστιασμένων στο συναίσθημα. Οι στρατηγικές που είναι εστιασμένες στο πρόβλημα αφορούν στις προσπάθειες που καταβάλλει το άτομο προκειμένου να ελέγξει ή να επιλύσει το πρόβλημα. Τέτοιες στρατηγικές είναι η εφαρμογή τεχνικών επίλυσης του προβλήματος, η αναζήτηση και συγκέντρωση πληροφοριών, η δημιουργία ενός πλάνου δράσης, η ανεύρεση εναλλακτικών λύσεων για ένα πρόβλημα κ.λπ. Οι στρατηγικές που είναι εστιασμένες στο συναίσθημα αφορούν στις προσπάθειες του ατόμου να ρυθμίσει το συναίσθημα. Τέτοιες στρατηγικές είναι η αποφυγή, η απομόνωση, η άρνηση, η ευχολογία, η παραίτηση, η λήψη ουσιών κ.λπ. Βέβαια, μια τέτοια διάκριση είναι σχηματική, καθώς στρατηγικές εστιασμένες στο

συναίσθημα μπορούν να συμβάλουν, τελικά, στην επίλυση του προβλήματος (π.χ., η διατήρηση της ψυχραιμίας διευκολύνει μια πιο αναλυτική επεξεργασία της κατάστασης), ενώ η επίλυση του προβλήματος σαφώς συντελεί στη μείωση της συναισθηματικής δυσφορίας (φόρτισης). Έτσι, οι περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν ταυτόχρονα τεχνικές εστιασμένες τόσο στο συναίσθημα όσο και στο πρόβλημα. Σε κάθε περίπτωση, το είδος των στρατηγικών που θα εφαρμόσει το άτομο καθορίζεται από μια σειρά παραγόντων, οι οποίοι αναφέρονται τόσο στις συνθήκες όσο και στα χαρακτηριστικά του ατόμου (Lazarus & Folkman, 1984). Για παράδειγμα, η ασάφεια στο περιβάλλον καθιστά δύσκολη την αξιολόγηση της κατάστασης και τη λήψη απόφασης για το ποια στρατηγική θα ήταν καλό να επιστρατευτεί, ώστε το άτομο να πετύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Επίσης, οι ατομικές πεποιθήσεις «ελέγχου» που αναφέρθηκαν προηγουμένως (π.χ., για το αν όσα συμβαίνουν στη ζωή ελέγχονται από το ίδιο το άτομο, τους άλλους, τη «μοίρα» ή το Θεό) επιδρούν στη διαδικασία αξιολόγησης των συνθηκών και, επομένως, στην επιλογή και την εφαρμογή των στρατηγικών διαχείρισης του στρες. Αν και οι στρατηγικές που εστιάζουν στο πρόβλημα προβάλλονται συχνά ως περισσότερο λειτουργικές και προστατευτικές της υγείας και ευεξίας, πιο αποτελεσματικές φαίνεται να είναι εκείνες που ταιριάζουν στο πρόβλημα, που εναρμονίζονται με τις καταστάσεις. Π.χ., η έρευνα των Forsythe και Compas (1987) έδειξε ότι, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μια κατάσταση, είναι απαραίτητη η αντιστοίχηση μεταξύ του βαθμού ελέγχου των καταστάσεων, όπως το ίδιο το άτομο τον αξιολογεί, και του είδους των χρησιμοποιούμενων στρατηγικών. Συγκεκριμένα, η κατά μέτωπο αντιμετώπιση του προβλήματος είναι η πλέον κατάλληλη όταν το άτομο κρίνει το πρόβλημα ως διαχειρίσιμο (π.χ. αναζήτηση νέας εργασίας), ενώ οι στρατηγικές που εστιάζονται στη ρύθμιση του συναισθήματος είναι πιο κατάλληλες όταν το πρόβλημα κρίνεται ως λιγότερο ή καθόλου ελέγξιμο (π.χ. απώλεια οικείου προσώπου). Όταν οι αντιστοιχίες αυτές δεν «τηρούνται» (έλλειψη εναρμόνισης), τότε οι δυσκολίες και οι αρνητικές επιπτώσεις του στρες πολλαπλασιάζονται. Ομοίως, οι Lazarus και Folkman (1984) θεωρούν πως αποτελεσματικές στρατηγικές για τη μείωση του στρες είναι οι ευέλικτες. Τα άτομα που χρησιμοποιούν πιο ευέλικτες στρατηγικές, έχουν περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν με επιτυχία ένα στρεσογόνο γεγονός ή μια κατάσταση. Στρες και υγεία Ήδη από το 1929 ο φυσιολόγος Walter Cannon προσπάθησε να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούμε σε καταστάσεις ανάγκης ή κινδύνου. Έτσι, περιέγραψε για πρώτη φορά την αντίδραση φυγής ή πάλης. Σύμφωνα με τον Cannon, η αντίδραση αυτή προετοιμάζει τον οργανισμό που βρίσκεται σε κίνδυνο για δύο κυρίως ενδεχόμενα: είτε να επιτεθεί και να πολεμήσει (πάλη) είτε να «το βάλει στα πόδια» (φυγή). Αν και υπάρχει, επίσης, το ενδεχόμενο του παγώματος, της μη ανάληψης δράσης ούτε προς τη μία ούτε προς την άλλη κατεύθυνση, η φυγή και η πάλη αποτελούν τις κυριότερες και συχνότερες αντιδράσεις. Στην αντίδραση φυγής ή πάλης προκαλείται διέγερση του συμπαθητικού νευρικού και του ενδοκρινικού συστήματος, έτσι ώστε να προετοιμαστεί ο οργανισμός για αντίδραση. Η διέγερση σχετίζεται τόσο με θετικά όσο και με

αρνητικά αποτελέσματα: Θετικά, γιατί προκαλείται κινητοποίηση του οργανισμού με στόχο την άμεση αντίδραση μπροστά στον κίνδυνο. αρνητικά, γιατί η υψηλή διέγερση μπορεί να καταστεί επικίνδυνη, εάν διαρκέσει πολύ. Αυτό είναι ιδιαίτερα πιθανό να συμβεί στις σημερινές συνθήκες ζωής, στις οποίες το άτομο κατά κύριο λόγο δεν έχει να αντιμετωπίσει φυσικούς κινδύνους κατά της ζωής ή της σωματικής του ακεραιότητας, αλλά στρες που σχετίζεται με τους κοινωνικούς δεσμούς και τις κοινωνικές συνθήκες. Έτσι, η αντίδραση της επίθεσης ή της αποχώρησης συχνά δεν αποδίδει, με αποτέλεσμα το άτομο να μένει «εγκλωβισμένο» σε μία χρόνια κατάσταση διέγερσης χωρίς χαλάρωση, η οποία μπορεί να επιβαρύνει σημαντικά τη σωματική και ψυχική υγεία και ευεξία. Η συσχέτιση του στρες με την υγεία και τη λειτουργικότητα έχει τεκμηριωθεί μέσω ενός μεγάλου αριθμού ερευνών. Από τη δεκαετία του 1940 οι φυσικές καταστροφές και ο πόλεμος είχαν συσχετισθεί με τη συχνότητα επεισοδίων υπέρτασης, ενώ από τη δεκαετία του 1970 είχε διαπιστωθεί η σχέση μεταξύ σημαντικών γεγονότων, όπως το πένθος και η ανεργία, με την εκδήλωση καρδιολογικών και άλλων προβλημάτων υγείας (Καραδήμας, 2008). Όταν η διέγερση που σχετίζεται με το στρες είναι επαναλαμβανόμενη ή και χρόνια, τότε οδηγεί στην εκδήλωση συμπτωμάτων και ασθενειών μέσω συγκεκριμένων διεργασιών («αλλοστατικό βάρος»), τις οποίες η έρευνα προσπαθεί να προσδιορίσει. Έτσι, το στρες φαίνεται να αποτελεί έναν ανεξάρτητο παράγοντα επικινδυνότητας για την έναρξη και την πορεία πολλών προβλημάτων σωματικής υγείας, συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας γήρανσης (Epel et al., 2004. Rabin, 1999). Παράλληλα, ψυχικές διαταραχές, όπως οι διαταραχές στο συναίσθημα, φαίνονται να αποτελούν αποτελέσματα «σφαλμάτων» στη διεργασία του στρες. Επιπλέον, υπάρχουν επαρκή στοιχεία που επιβεβαιώνουν το ρόλο του στρες στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νόσων, αλλά και στην πορεία και την πρόγνωση μιας ήδη υπάρχουσας καρδιαγγειακής διαταραχής. Επίσης, το στρες έχει συσχετισθεί με την εξέλιξη των νεοπλασιών, αλλά και με άλλα προβλήματα υγείας, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο πόνος, διάφορες μορφές λοιμώξεων κ.ά. (για σχετική ανασκόπηση βλ. Καραδήμας, 2008). Το στρες επιδρά στην υγεία μέσω διαφόρων «διαδρομών». Μία κύρια διαδρομή επίδρασης του στρες στην υγεία αφορά στις συμπεριφορές υγείας, όπως είναι το κάπνισμα, η χρήση ουσιών, η ποιότητα του ύπνου, η διατροφή, η άσκηση κλπ, οι οποίες επηρεάζονται με το στρες. Μια άλλη διαδρομή έχει να κάνει με τις επιπτώσεις του στρες στον οργανισμό γενικώς, αλλά και με τις ισχυρές επιδράσεις που το στρες ασκεί ειδικά στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, στις διαδικασίες γήρανσης των κυττάρων, στις διεργασίες «αυτόματης» επιδιόρθωσης του DNA, αλλά και σε γνωστικούς μηχανισμούς όπως εκείνοι της μνήμης και της μάθησης (για σχετικώς εκτενή ανασκόπηση των παραπάνω σχέσεων βλ., Καραδήμας, 2008). Συμπτώματα «έντονου» στρες Τα «συμπτώματα» του στρες εκδηλώνονται σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης λειτουργίας. Τόσο στο συναίσθημα (π.χ., άγχος, αγωνία, θλίψη) και το γνωστικό μηχανισμό/σκέψη (π.χ., αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό ή την κατάσταση, αδυναμία συγκέντρωσης), ως τη συμπεριφορά (π.χ., νευρικότητα) και την σωματική λειτουργία (π.χ., αλλαγές στην όρεξη, αϋπνία, πόνους σε διάφορα σημεία).

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί όταν τα συμπτώματα αρχίζουν να επιδεινώνονται ή να επαναλαμβάνονται σε τακτική βάση. Σε αυτή την περίπτωση, είναι πολύ πιθανό το (χρόνιο, κυρίως) στρες να έχει ήδη πλήξει την υγεία και τη λειτουργικότητα του ατόμου. Τέτοια συμπτώματα είναι, για παράδειγμα, θλίψη ή μεγάλη αγωνία και έντονος φόβος για κάτι, αδυναμία απόδοσης, έντονοι ή επαναλαμβανόμενοι πόνοι, μεγάλες αλλαγές στον ύπνο ή την όρεξη, κόπωση/εξάντληση, σύγχυση/αδυναμία συγκέντρωσης της προσοχής. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να εμφανίζονται μόνα τους ή σε διάφορους συνδυασμούς. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν έγκαιρα τα όποια συμπτώματα ή δυσλειτουργίες προκαλεί το στρες, προτού οδηγήσουν σε μονιμότερα ή μεγαλύτερα προβλήματα (π.χ., προβλήματα μνήμης, σκέψεις προσωπικής απαξίας, απόσυρση, χρόνια κόπωση, εμφάνιση προβλημάτων σωματικής υγείας, επαγγελματική εξουθένωση, σχολική αποτυχία κ.ά.). Προσοχή χρειάζεται, επίσης, ώστε το άτομο να μην «εξοικειωθεί» με τα προβλήματα που σχετίζονται με το στρες (εξαιτίας του ότι τα βιώνει για πολύ καιρό) και μην τα θεωρήσει μέρος της καθημερινότητάς του. Η εξοικείωση συμβάλλει στο να μην τους δοθεί η πρέπουσα σημασία και το άτομο να φθάνει, τελικά, με καθυστέρηση να αντιληφθεί και να προσπαθήσει να αντιμετωπίσει τις αρνητικές επιπτώσεις του στρες. Βέβαια, το θετικό είναι ότι έχουν αναπτυχθεί αρκετές και αποτελεσματικές μέθοδοι διαχείρισης του στρες και αντιμετώπισης των σχετικών προβλημάτων, για τις οποίες γίνεται λόγος στην αμέσως επόμενη ενότητα. Διαχείριση του στρες Διάφορες τεχνικές έχουν αναπτυχθεί με στόχο να βοηθήσουν τους ανθρώπους να διαχειριστούν αποτελεσματικά το στρες και τις αρνητικές επιδράσεις του. Τέτοιες τεχνικές είναι, για παράδειγμα, η εκπαίδευση στην επίλυση προβλήματος, η προοδευτική νευρομυϊκή χαλάρωση, οι επονομαζόμενες «αυτογενείς» ασκήσεις χαλάρωσης, η διαφραγματική αναπνοή, η εκπαίδευση «εμβολιασμού» κατά του στρες του Meichenbaum (1996), η γνωσιακή θεραπεία του στρες, η εκπαίδευση στη γνωστική επαναξιολόγηση των στρεσογόνων ερεθισμάτων, η εκπαίδευση στην αναζήτηση και κατάλληλη χρήση της κοινωνικής υποστήριξης, η βιοεπανατροφοδότηση, ο διαλογισμός, η φαρμακοθεραπεία κλπ (για εκτενή περιγραφή των τεχνικών αυτών βλ., Lehrer, Woolfolk, & Sime, 2007). Πέρα όμως από τις πιο συστηματικές τεχνικές διαχείρισης του στρες, σημαντικό ρόλο παίζουν και σχετικά απλούστερες πρακτικές όπως το χιούμορ, η οργάνωση του χρόνου, ο καλής ποιότητας και επαρκής ύπνος, η ισορροπημένη διατροφή, η άσκηση κ.ά., πράγματα που συχνά ξεχνούμε ή υποβαθμίζουμε. Οι νεότερες προσεγγίσεις χρησιμοποιούν συνδυαστικά τεχνικές που ανήκουν σε διαφορετικές προσεγγίσεις, ώστε να καλύψουν πληρέστερα τις ανάγκες ενός ατόμου ή μιας ομάδας. Σε γενικές γραμμές, όμως, κύριος στόχος των προγραμμάτων παρέμβασης για τη διαχείριση του στρες είναι: α) η κατανόηση από την πλευρά του ατόμου της διεργασίας του στρες και της αποτελεσματικότητας των ποικίλων τρόπων διαχείρισής του, β) η απόκτηση δεξιοτήτων διαχείρισης του στρες και, γ) η εφαρμογή και γενίκευση των δεξιοτήτων αυτών. Προγράμματα διαχείρισης του στρες έχουν εφαρμοστεί με σημαντική επιτυχία σε πληθώρα σωματικών και ψυχικών προβλημάτων, όπως στις αγχώδεις και τις συναισθηματικές διαταρα-

χές, στην κατάχρηση ουσιών, σε προβλήματα της σχολικής και εφηβικής ηλικίας, σε προβλήματα ύπνου, στις καρδιαγγειακές παθήσεις, σε χρόνιους πόνους, στο άσθμα, στις νεοπλασίες, καθώς και σε ποικιλία περιπτώσεων όπου τα άτομα βιώνουν ισχυρή πίεση από το περιβάλλον ή βρίσκονται σε κρίση (για αναλυτική σχετική βιβλιογραφία, βλ., Lehrer et al., 2007). Επίσης, έχουν αναπτυχθεί προγράμματα αποτελεσματικής διαχείρισης του στρες για την αντιμετώπιση προβλημάτων που αντιμετωπίζουν παιδιά σχολικής, εφηβικής και μετεφηβικής ηλικίας (π.χ., προβλήματα με το σχολείο ή στις σχέσεις τους με τους άλλους), προβλημάτων που σχετίζονται με το γονεϊκό στρες, όπως και προβλημάτων που αφορούν στους εκπαιδευτικούς. Τα προγράμματα αυτά μπορούν να εφαρμοστούν προληπτικά ή παρεμβατικά, ατομικά ή ομαδικά, εντός ή εκτός σχολικού περιβάλλοντος, με την εμπλοκή άλλων (π.χ., γονέων, εκπαιδευτικών) ή όχι, να έχουν γενική ή ειδική στόχευση (π.χ., παρέμβαση στην κρίση). Συμπερασματικές διαπιστώσεις Το στρες αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ζωής όλων των ανθρώπων. Αν και απαραίτητο για την επιβίωση, μπορεί να επιδράσει αρνητικά στην ανθρώπινη ψυχική και σωματική υγεία και ευεξία, τουλάχιστον υπό ορισμένες συνθήκες. Κάθε άτομο και ομάδα έχει τους δικούς του τρόπους για να διαχειρίζεται το στρες και να αντιμετωπίζει τις συνθήκες που το προκαλούν. Παράλληλα, όμως, έχουν αναπτυχθεί και πιο συστηματικοί τρόποι/τεχνικές διαχείρισης του στρες. Αυτές οι τεχνικές μπορεί να είναι απλούστερες ή συνθετότερες, όπως και να εφαρμόζονται αυτόνομα ή συνδυαστικά στο πλαίσιο ευρύτερων προγραμμάτων διαχείρισης του στρες. Η εφαρμογή τους μπορεί να αποσκοπεί σε προληπτικές ή και σε παρεμβατικές δράσεις με στόχο να μάθει το άτομο να αντιμετωπίζει καλύτερα το στρες της ζωής ή και να διαχειρίζεται αποτελεσματικότερα τις αρνητικές του συνέπειες.

Βιβλιογραφία Cannon, W.B. (1929). Bodily changes in pain, hunger, fear and rage. New York, ΝΥ: Appleton. Carver, C.S., & Scheier, M.F. (1999). Stress, coping, and self-regulatory processes. In L.A. Pervin & O.P. John (Eds.), Handbook of personality: Theory and research (2nd ed., pp. 553-575). New York, ΝΥ: Guilford. Elliott, G.R., & Eisdorfer, C. (1982). Stress and health. New York, ΝΥ: Springer. Epel, E.S., Blackburn, E.H., Lin, J., Dhabhar, F.S., Adler, N.E., Morrow, J.D., & Cawthon, R.M. (2004). Accelerated telomere shortening in response to life stress. Proceedings of the National Academy of Sciences, 101, 17312-17315. Folkman, S., & Lazarus, R.S. (1980). An analysis of coping in a middle-aged community sample. Journal of Health and Social Behavior, 21, 219-239. Forsythe, C.J., & Compas, B.E. (1987). Interaction of cognitive appraisals events and coping: Testing the goodness of fit hypothesis. Cognitive Therapy and Research, 11, 473-485. Καραδήμας, Ε.Χ. (2008). Στρες: Οι επιπτώσεις του στην υγεία και οι ενδιάμεσοι μηχανισμοί. Στο Φ. Αναγνωστόπουλος & Ε.Χ. Καραδήμας (Επιστ. Επιμ), Υγεία και ασθένεια: Ψυχολογικές διεργασίες (σελ. 477-499). Αθήνα: Λιβάνης. Lazarus, R.S., & Folkman, S. (1984). Stress, appraisal, and coping. New York, ΝΥ: Springer. Lehrer, P.M., Woolfolk, R.L., & Sime, W.E. (2007). Principles and practice of stress management (3 rd ed.). New York, ΝΥ: Guilford. Levine, S. (2000). Influence of psychological variables on the activity of the hypothalamic-pituitaryadrenal axis. European Journal of Pharmacology, 405, 149-160. Meichenbaum, D. (1996). Stress inoculation training for coping with stressors. The Clinical Psychologist, 49, 4-7. Pearlin, L.I. (1989). The sociological study of stress. Journal of Health and Social Behavior, 30, 241-256. Rabin, B. S. (1999). Stress, immune function, and health: The connection. New York, ΝΥ: Wiley. Selye, H. (1956). The stress of life. New York, ΝΥ: McGraw-Hill. Selye, H. (1976). Stress in health and disease. Reading, MA: Butterworth. Thoits, P. (1991). On merging identity theory and stress research. Social Psychology Quarterly, 54, 101-112.