ΓΛΩ 386 Ζητηματα Νεοελληνικής Σύνταξης Α) Ως προς το περιεχόμενο, δηλαδή με βάση αυτό που θέλει ο ομιλητής κάθε φορά να πει: 1) Προτάσεις κρίσεως, όταν ο ομιλητής δηλώνει ή διατυπώνει γνώμη, ή κρίνει κάτι (π.χ. Αύριο θα πάμε ταξίδι.) 2) Προτάσεις επιθυμίας,όταν ο ομιλητής θέλει να εκφράσει προτροπή, παράκληση, προσταγή, επιθυμία (π.χ. Έλα τότε μαζί μας.). 3) Επιφωνηματικές προτάσεις, όταν ο ομιλητής εκφράζει έκπληξη, θαυμασμό και γενικά κάποιο έντονο συναίσθημα, (πχ Αυτό είναι υπέροχο.). 4) Ερωτηματικές προτάσεις, όταν ο ομιλητής διατυπώνει μια ερώτηση για να πληροφορηθεί κάτι που δεν ξέρει (π.χ. Πού θα πάτε;). Β)Ως προς την ποιότητα: 1) Καταφατικές προτάσεις,αυτές που δεν έχουν άρνηση (π.χ. Είναι αληθινό έργο τέχνης.). 2) Αποφατικές/αρνητικές προτάσεις, αυτές που έχουν άρνηση (π.χ. Μην το μετακινείς). Γ) Ως προς τη σχέση τους με τις άλλες προτάσεις: 1) Κύριες/ανεξάρτητες προτάσεις, όσες έχουν ολοκληρωμένο νόημα, δηλαδή αυτές που μπορούν να σταθούν μόνες τους στο λόγο (π.χ. Σήμερα τελείωσε νωρίς το μάθημα.). 2) Δευτερεύουσες/εξαρτημένες προτάσεις,όσες δεν έχουν ολοκληρωμένο νόημα,δηλαδή αυτές που δεν μπορούν να σταθούν μόνες τους στο λόγο, αλλά χρησιμεύουν για να προσδιορίσουν μια άλλη πρόταση ή έναν όρο πρότασης (π.χ. Σήμερα τελείωσε νωρίς το μάθημα, επειδή η καθηγήτρια είχε κάποιες υποχρεώσεις). Δ)Ως προς τη δομή(τους όρους): 1) Απλές προτάσεις,αυτές στις οποίες υπάρχουν οι δυο απαραίτητοι κύριοι όροι μιας πρότασης, δηλαδή το Υποκείμενο και το Κατηγόρημα (π.χ. Τα παιδιά φώναζαν.). 2) Σύνθετες προτάσεις: αυτές που έχουν περισσότερα από ένα Υποκείμενα ή Κατηγορήματα (π.χ. Οι μαθητές και οι μαθήτριες κάθονταν ήσυχοι.) 3) Επαυξημένες προτάσεις, αυτές στις οποίες υπάρχουν συμπληρώματα των κύριων όρων (π.χ. Ο ήλιος λάμπει στα βουνά και στους κάμπους.) 4) Ελλειπτικές προτάσεις, αυτές στις οποίες λείπουν ένας ή περισσότεροι προσδιορισμοί ή όροι,επειδή εννοούνται εύκολα με βάση τα συμφραζόμενα (π.χ. Καλημέρα: 'Εύχομαι σε σένα καλημέρα ') -Τί είναι πρόταση; Σύμφωνα με τον παραδοσιακό ορισμό, πρόταση είναι μια οργανωμένη ομάδα λέξεων, που εκφράζει μόνο ένα νόημα (το οποίο προκύπτει από τη σχέση Υποκειμένου και κατηγορήματος).
(1) Πρέπει να φύγεις.τα παιδιά έχουν μάθημα. ΟΜΩΣ!! Το 'νόημα' δεν βρίσκεται έξω από την πρόταση, και δεν είναι κάτι πρωτογενές. Η πρόταση είναι ο φορέας του νοήματος, ΕΙΝΑΙ το νόημα. Σήμερα γίνεται πάντα αναφορά στον ορισμό του Bloomfield. Σύμφωνα με τον Bloomfield (απο τους πρωτοπόρους του Αμερικανικου δομισμού), πρόταση είναι ο μεγαλύτερος ελεύθερος/αυτόνομος τύπος γλωσσικής περιγραφής, ένας τύπος που δεν περιέχεται σε έναν ακόμα μεγαλύτερο τύπο εξαιτίας της γραμματικής του μορφής. Με πιο απλά λόγια πρόταση είναι ο μεγαλύτερος τύπος της γραμματικής μέσα στον οποίο μπορούν να βρεθούν και να αναγνωριστούν ΟΛΕΣ οι συντακτικές σχέσεις, δηλαδή όποια συντακτική σχέση αναγνωρίζουμε, τη βρίσκουμε στα όρια της πρότασης. Παρά τα επιμέρους προβλήματα που παρουσιάζει ο ορισμός αυτός, τον υιοθετούμε και τον συμπληρώνουμε εξειδικεύοντας ως εξής: Μια πρόταση περιλαμβάνει τη βασική σχέση ανάμεσα σε ένα Υποκείμενο και σ' ένα Κατηγόρημα. Επιπλέον, βασικός παράγοντας είναι η δήλωση του γραμματικού χρόνου. (2) Φεύγω. Πρόταση (3) Η Μαρία. Πρόταση; (4) [Βρήκε [τη Μαρία άρρωστη]]. (5) [Πίνει [τον καφέ σκέτο]]. Στο παράδειγμα (2) αναγνωρίζουμε συντακτική σχέση ανάμεσα στο ρήμα και σε ένα υποκείμενο. Στο παράδειγμα (3) αναγνωρίζουμε ένα υποκείμενο, είναι μια πρόταση ελλειπτική η οποία χρειάζεται συμφραζόμενα για να συμπληρωθεί.το ότι δεν είναι σε περιβάλλον πρόταση δε σημαίνει οτι δεν μπορεί να είναι πρόταση. Δηλαδή λέμε οτι είναι πρόταση παρά το ότι την προφέρουμε ελλιπώς. Στο παράδειγμα (4), το τη Μαρία άρρωστη, μολονότι αποτελείται από ένα υποκείμενο (η Μαρία) και ένα κατηγόρημα (άρρωστη) δεν είναι πρόταση, επειδή δεν δηλώνεται η έννοια του χρόνου/χρονική βαθμίδα. Έτσι και στο παράδειγμα (5), το τον καφέ σκέτο δεν συνιστά Πρόταση επειδή δεν δηλώνεται ο χρόνος. Πώς μπορούμε να χρακτηρίσουμε τα τη Μαρία άρρωστη και τον καφέ σκέτο; Στα αγγλικά γίνεται μια ορολογική διάκριση ανάμεσα σε Sentence και Clause. Ο δεύτερος όρος αναφέρεται συνήθως σε μη ανεξάρτητη πρόταση η σε κάτι που είναι μικρή πρόταση, δηλ. small clause (=μικρή πρόταση). Στην small clause υπάρχει μεν η σχέση ανάμεσα σε Υποκείμενο και Κατηγόρημα, αλλά δεν υπάρχει δήλωση χρόνου (παραδείγματα (4),(5) ). Οι ελλειπτικές προτάσεις είναι προτάσεις; Στο παράδειγμα (3) η πρόταση είναι ελλιπής. Όμως, δε μιλάμε για έλλειψη αν δεν ξέρουμε με ποιό μηχανισμό ή με ποιά διαδικασία μπορεί να ανακτηθεί η πληροφορία
που λείπει. Παρόλο που δεν προφέρω κάτι, το ερμηνεύω, άρα κάπου πρέπει να υπάρχει για να μπορώ να ερμηνεύσω κάτι που δεν ακούω. (6) (α)τίνος το βιβλίο διάβασες; (β)του Chomsky. (γ) [Διάβασα το βιβλίο] του Chomsky. (7) Η Ελένη αγόρασε τρία βιβλία, αλλά η Μαρία (αγόρασε) ένα (βιβλίο). (8)(α) Η Μαρία. (β) Η Μαρία ήρθε. Το παράδειγμα (6β) είναι πρόταση, γιατί, αν και δεν εκφωνείται κάτι, εννοείται απ τα συμφραζόμενα. Στο παράδειγμα (7) ξέρουμε τί εννοείται, υπάρχει δυνάμει μέσα στην πρόταση, απλά δεν το προφέρουμε. Τέτοιου είδους είναι οι ελλειπτικές προτάσεις. Όταν λέμε Πρόταση στη σύνταξη σίγουρα υπάρχει τόσο η σχέση ανάμεσα στο Υποκείμενο και το Κατηγόρημα, όσο και η δήλωση της χρονικής βαθμίδας. Όμως ποιά είναι η σχέση της ελλιπούς πρότασης με την πρόταση στην οποία την αποκαθιστούμε; Θεωρητικά οι προτάσεις του παραδείγματος (8) πού συναντώνται; Πώς θα μπορούσαμε να τις συσχετίσουμε; Μπορούμε να βρούμε το συσχετισμό αν φέρουμε στο μυαλό μας τη διάκριση «γλωσσική ικανότητα- γλωσσική πλήρωση/επιτέλεση». Το πλήρες αντιστοιχίζεται στην γλωσσική ικανότητα (Πρόταση), το ελλιπές αντιστοιχίζεται στη γλωσσική πλήρωση/επιτέλεση (Εκφώνημα). Με την αποκατάσταση της ελλιπούς πρότασης προσπαθούμε να καλύψουμε αυτή τη διαφορά ανάμεσα σε γλωσσική ικανότητα και γλωσσική πλήρωση/επιτέλεση. Πλέον μιλάμε για την πρόταση με 'κεφαλαίο' Π: (9) Π / \ ΟΦ ΡΦ Αυτή είναι η δομή της Πρότασης ως αφηρημένης κατασκευής που αντανακλά τη γλωσσική ικανότητα, ή αποτελεί στοιχείο της 'εσωτερικευμένης' γλώσσας, σύμφωνα με πιο πρόσφατη διατύπωση του Chomsky. Η παράλειψη είναι στην ουσία 'αποσιώπηση', δηλ. μη προφορά και αφορά τη φωνολογία. Άρα η ελλειπτική πρόταση είναι πρόταση γιατί θα μπορούσε να αναχθεί στη δομή (9). Ύστερα απ' όσα προηγήθηκαν ως εισαγωγή στο θέμα των τύπων Προτάσεων, θα συνεχίσουμε τη συζήτησή μας επικεντρωνόμενοι στη διάκριση των προτάσεων ως προς το περιεχόμενο και ως προς την ποιότητα. Ωστόσο, θα γίνει μια επί τροχάδην αναφορά στις διακρίσεις των προτάσεων ως προς τη σχέση τους με άλλες προτάσεις και ως προς τη δομή τους. Ως προς τη σχέση των προτάσεων με άλλες προτάσεις:
(10) Ο Γιάννης είπε οτι χιονίζει σήμερα. Όπως αναφέραμε μια δευτερεύουσα πρόταση δεν μπορεί να σταθεί μόνη της στο λόγο, ενώ οι κύριες προτάσεις μπορούν. Μια δευτερεύουσα είναι συνήθως συμπλήρωμα της ΡΦ ή Υποκείμενο ή μπορεί να έχει προσδιοριστική λειτουργία. Στο παράδειγμα (10) ποια είναι η κύρια πρόταση και ποιά η δευτερεύουσα; Με βάση την παραδοσιακή τμήση, κύρια πρόταση είναι «Ο Γιάννης είπε» και δευτερεύουσα «οτι χιονίζει σήμερα». Αυτό ΔΕΝ είναι σωστό. Κύρια είναι ολόκληρη η πρόταση, κανένα από τα δυο μέρη της δεν μπορεί να σταθεί μόνο της στο λόγο (*ο Γιάννης είπε είναι αντιγραμματική πρόταση γιατί το λέω χρειάζεται το αντικείμενο, δεν είναι από τα πράγματα που μπορούν να παραλειφθούν). Τί εννοούμε ως «τύπους προτάσεων»; Όπως αναφέρθηκε, θα ασχοληθούμε πιο αναλυτικά με τη διάκριση των προτάσεων ως προς το περιεχόμενο και ως προς την ποιότητα. Όταν προφέρουμε μια Πρόταση μεταφέρουμε ένα προτασικό περιεχόμενο, αυτό που αντιστοιχεί στη λογική πρόταση (proposition), Δ(x) είναι μια λογική συνάρτηση που αποτελείται από ένα κατηγόρημα (Δ για Διαβάζω)) και ένα όρισμα: το (x) είναι μια μεταβλητή που δηλώνει ένα οποιοδήποτε αντικείμενο του κόσμου συμπληρώνει τη συνάρτηση. Αυτό είναι το ελάχιστο προτασικό περιεχόμενο που μεταφέρει ο ομιλητής όταν επικοινωνεί. Αυτό το προτασικό (='λογικο') περιεχόμενο που μπορεί να έχει τιμές αλήθειας (να είναι αληθές ή ψευδές) μπορεί να φορέσει πολλά διαφορετικά 'ρούχα': (11) (α) Ο Γιάννης ήρθε. (Δήλωση) (β) Ο Γιάννης ήρθε; (Ερώτηση) (γ) Έλα Γιάννη. (Διαταγή) (δ) Θέλω να έρθει ο Γιάννης. (Επιθυμια) (ε) Ίσως έρθει ο Γιάννης. (δήλωση του Πιθανού) (στ) Α! Ήρθε ο Γιάννης. (Επιφώνηση) Το ίδιο περιεχόμενο μπορεί κάποιος να το εκφράσει με ποικίλους τρόπους, αλλά το βασικό 'αληθειακό' περιεχόμενο δεν αλλάζει, π.χ., μπορεί να εκφωνηθεί ως δήλωση, ερώτηση, διασταγή, επιθυμία, δισταγμό κ.λπ). Η βασική πληροφορία είναι ίδια, αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος μετάδοσης της πληροφορίας ('τροπικότητες': οι διάφορες μορφές της βασικής πληροφορίας). Αυτό που η παραδοσιακή γραμματική ονομάζει «περιεχόμενο» είναι στην πραγματικότητα οι προτασικοί τύποι. Έτσι στο παράδειγμα (11) έχουμε τους προτασικούς τύπους: (11 ) (α) δήλωση/κρίσεως (β) (γ) (δ) ερωτηματική πρόταση προσ(δια)ταγή επιθυμία
(ε) δισταγμός/ενδοιασμός (στ) επιφωνηματική πρόταση Τύπος πρότασης - Προτασική δύναμη -κρίσεως/καταφατική -ερωτηματική -προστακτική -επιθυμίας -επιφωνηματική δήλωση/απόφανση ερώτηση προσταγή/αίτηση επιθυμία/βούληση/ευχή επιφώνηση/αναφώνηση Όταν δηλαδή χρησιμοποιούμε δηλωτική πρόταση/κρίσεως, στην ουσία σαν ομιλητές προβαίνουμε στην ενέργεια της δήλωσης. Δηλαδή ένας τύπος πρότασης έχει μια συγκεκριμένη προτασική δύναμη. Ωστόσο η αντιστοίχιση/τυπολογία δε σταματά εδώ. Όταν πούμε «Μπορείς να μου πείς την ώρα;» αναγνωρίζουμε μια ερωτηματική πρόταση, η προτασική δύναμη είναι ερώτηση, στην πραγματικότητα όμως απώτερος στόχος δεν είναι να πάρουμε μια απάντηση του τύπου «Μπορώ», αλλά θέλουμε να μάθουμε την ώρα. Φαίνεται πως έχουμε μια άλλη κατηγορία που ξεπερνά την προτασιακή δύναμη και ονομάζεται προσλεκτική δύναμη. Η προσλεκτική δύναμη αναφέρεται στην επικοινωνιακής φύσεως ενέργεια του ομιλητή, στην οποία προβαίνει προκειμένου να δώσει στο συνομιλητή του να καταλάβει ποιά είναι η πραγματική του πρόθεση. Έτσι, η προσλεκτική δύναμη της πρότασης «Μπορείς να μου πείς την ώρα;» είναι η αίτηση. Όταν μιλάμε για προτασική δύναμη συνυπολογίζουμε σύνταξη, σημασιολογία και πραγματολογία. Οι πληροφορίες και από τα τρία επίπεδα συναντώνται στην πρόταση. Όταν μιλάμε για προσλεκτική δύναμη μιλάμε για κάτι καθαρά πραγματολογικό, δηλαδή για κάτι που περιγράφεται πραγματολογικά (προθετικότητα του ομιλητή, υπονοήματα, 'συνεργασία' με το συνομιλητή). Ο 'τύπος' μιας πρότασης έχει να κάνει πιο πολύ με τη μορφή της (σύνταξη, μορφολογία). Στα ελληνικά οι διάφορες τροπικότητες συμβαίνει να έχουν έκφραση' μέσα από τις εγκλίσεις. Άρα έχουμε ένα επίπεδο μορφολογικό (και συντακτικό) που μας παρέχει τη βάση για την κατηγοριοποίηση των προτάσεων. Όμως η σχέση ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο δεν είναι μια σχέση 1:1. Όταν αναγνωρίζουμε μια πρόταση ως κρίσεως, αναγνωρίζουμε στη μορφή της πρότασης ένα μορφολογικό σοιχείο, την έγκλιση( Οριστική), αλλά και ένα φωνολογικό στοιχείο, τον επιτονισμό. Όταν αναγνωρίζουμε μια πρόταση ως ερωτηματική και σ αυτή έχουμε Οριστική έγκλιση, αλλά έχουμε διαφορετικό επιτονισμό. Όταν αναγνωρίζουμε προτάσεις ως προστακτικές ή επιθυμίας, μπορούμε αμέσως να χρησιμοποιήσουμε σαν «διαγνωστικό» το αν έχουν προστακτική ή υποτακτική έγκλιση αντίστοιχα. Γι αυτό η έγκλιση αποτελεί στέρεο έδαφος για την κατηγοριοποίηση των προτάσεων, όσον αφορά δηλαδή τον τύπο της πρότασης σε επίπεδο μορφής. Μια καταφατική πρόταση κρίσεως σε οριστική, από την άλλη, μπορεί να έχει τη δύναμη της απόφανσης/δήλωσης αλλά και της διαταγής (: όταν τελειώσει τη σύσκεψη ο διευθυντής περνάτε μέσα).
Κύριες και δευτερεύουσες προτάσεις (12) Η Μαρία είπε ότι ο Γιάννης θα έρθει αύριο Ολόκληρο το παράδειγμα 12 αποτελεί Πρόταση (κύρια). Η δευτερεύουσα είναι το [ότι ο Γιάννης θα έρθει αύριο] που εμπεριέχεται σ' αυτήν. Το κομμάτι Η Μαρία είπε δεν μπορεί να είναι κύρια πρόταση καθώς της λείπει ένα σημαντικό στοιχείο, το συμπλήρωμα του είπε που είναι η υποκατηγοριοποίησή του στο λεξικό και πέρνει θεματικό ρόλο. Χωρίς αυτό, το Η Μαρία είπε είναι αντιγραμματικό. Τη δευτερεύουσα πρόταση τη συμβολίζουμε με Π'. Είναι μια 'διερυμένη' Π μαζί με τον σύνδεσμο που την εισάγει (ότι). Ο κανόνας που την αναλύει είναι Π'--> ότι Π