ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ Μικρό λεξικό βασικών όρων Κύριοι αφηγηματικοί τρόποι: α) Αφήγηση (ή διήγηση): η έκθεση-παρουσίαση πραγματικών ή πλασματικών γεγονότων από ένα πρόσωπο, τον αφηγητή. Η αφήγηση προωθεί την υπόθεση μέσα στο χρόνο. β) Περιγραφή: Ως περιγραφικό ορίζεται το είδος του κειμένου που επιχειρεί να αναπαραστήσει, να απεικονίσει πράγματα, χώρους, κτίσματα, φυτά, ζώα, πρόσωπα, φαινόμενα, κοινωνικές ή ψυχικές καταστάσεις και διαδικασίες (= απεικονιστική περιγραφή). Ενώ, λοιπόν, η αφήγηση προωθεί την υπόθεση στο χρόνο, η περιγραφή λειτουργεί στο χώρο, δίνοντας χαρακτηριστικές λεπτομέρειες προσώπων, πραγμάτων κτλ. Συγκρίνοντας περαιτέρω την αφήγηση με την περιγραφή, τον αφηγηματικό με τον περιγραφικό λόγο, μπορούμε να πούμε ότι ο πρώτος προέρχεται από την περιοχή της ανθρώπινης δράσης και γι αυτό τον χαρακτηρίζει η κίνηση, η μεταβολή και η σύγκρουση. Αντίθετα, ο περιγραφικός λόγος προέρχεται κατά κύριο λόγο από τον κόσμο των πραγμάτων και γι αυτό τον χαρακτηρίζει η στατικότητα, η λεπτομερής παρατήρηση και οι χωρικές-τοπικές σχέσεις, που οδηγούν τον αναγνώστη στην ανάπλαση εικόνων. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι σπάνια έχουμε αμιγείς (δηλαδή σκέτες) περιγραφές. Συνήθως έχουμε περιγραφικά στοιχεία ενταγμένα σε αφηγηματικά κείμενα, τα οποία, έτσι, γίνονται μικτά. Αν στο μικτό είδος κυριαρχεί το περιγραφικό στοιχείο, το αποκαλούμε αφηγηματική περιγραφή. Αν (συνηθέστερα) στο μικτό είδος κυριαρχεί το αφηγηματικό στοιχείο, το αποκαλούμε περιγραφική αφήγηση. γ) Δραματική αφήγηση: διάλογος (ή μονόλογος): Η αυτολεξεί σε ευθύ λόγο μεταφορά των λόγων ενός ή περισσότερων προσώπων. Είναι κατεξοχήν θεατρικό στοιχείο (δηλ. «ζωντανεύει» και προσδίδει δραματικότητα στο κείμενο). Αφηγητής τύποι αφηγητή: Το επινοημένο από τον συγγραφέα πρόσωπο που διηγείται την ιστορία. Ο συγγραφέας και ο αφηγητής είναι δυο διαφορετικά πρόσωπα που δεν πρέπει να συγχέονται: ο συγγραφέας είναι ένα πραγματικό πρόσωπο με αληθινή ζωή που υπάρχει έξω από το κείμενο. Αντίθετα, ο αφηγητής είναι ένα πρόσωπο του κειμένου
που υπάρχει μόνο μέσα στο πλαίσιο του πλασματικού λόγου. Κατά κάποιο τρόπο λοιπόν ο αφηγητής συνιστά την εγγραφή του συγγραφέα στο κείμενο δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια «περσόνα», δηλαδή ένα μυθοπλαστικό υποκείμενο, που μιλά και ανήκει στον κόσμο του λογοτεχνικού έργου, όπως και τα πρόσωπα ενδεχομένως να επιδέχεται κάποιου είδους σύγκριση ή να εμφανίζει κάποια μορφή συγγένειας με το υπαρκτό, το ιστορικό πρόσωπο που ονομάζουμε συγγραφέα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν ταυτίζεται με αυτόν. Η αφηγητής άλλοτε παρουσιάζει τα γεγονότα σε πρώτο ρηματικό πρόσωπο (:πρωτοπρόσωπος αφηγηματικός λόγος) και άλλοτε σε τρίτο ρηματικό πρόσωπο (:τριτοπρόσωπος αφηγηματικός λόγος). Στην πρώτη περίπτωση ο αφηγητής κατά κανόνα παίρνει μέρος στη δράση (είναι δραματοποιημένος): εμφανίζεται, με άλλα λόγια, ως πρόσωπο της ιστορίας που αφηγείται, μεταδίδοντας περιορισμένηπροσωπική εμπειρία. Στη δεύτερη περίπτωση ο αφηγητής δε συμμετέχει στην αναπαράσταση των γεγονότων και εμφανίζεται μόνο ως απλή «φωνή» (:διάκριση Wayne C. Booth). Τύποι εστίασης (δηλαδή αφηγηματικής σκοπιάς/οπτικής γωνίας από την οποία γίνεται η αφήγηση: α) Αφήγηση με εσωτερική εστίαση (εσωτερική οπτική γωνία): Ο αφηγητής γνωρίζει όσα και το πρόσωπο-δράστης, δηλαδή μεταδίδει περιορισμένηπροσωπική-υποκειμενική εμπειρία. Η εσωτερική εστίαση υποδιαιρείται σε «σταθερή», όταν το σύνολο της αφηγηματικής πληροφορίας περνά από ένα μόνο ήρωα, σε «μεταβλητή», όταν οι ήρωες που εστιάζουν εναλλάσσονται, και τέλος σε «πολλαπλή», όταν παρακολουθούμε το ίδιο γεγονός μέσα από τα μάτια πολλών διαφορετικών ηρώων. β) Αφήγηση χωρίς εστίαση: ο αφηγητής είναι παντογνώστης, παρατηρεί απ έξω όλους τους χαρακτήρες από ίση απόσταση και αφηγείται κατά κανόνα σε τρίτο πρόσωπο. Αυτή είναι η κυρίαρχη εστίαση στην ομηρική Οδύσσεια εκτός από τους «Απολόγους» του Αλκίνοου, όταν αφηγείται ο ίδιος ο Οδυσσέας προσωπικές του εμπειρίες. γ) Αφήγηση με εξωτερική εστίαση: ο ήρωας δρα μπροστά στα μάτια του αναγνώστη χωρίς ο τελευταίος να έχει πρόσβαση στις σκέψεις ή τα συναισθήματα του ήρωα και γνωρίζει πολύ λιγότερα απ όσα γνωρίζουν τα πρόσωπα. Αφηγηματικό επίπεδο: Κατά το Γάλλο αφηγηματολόγο Gerard Genette ως αφηγηματικό επίπεδο ορίζεται το επιπέδο στο οποίο κινείται κάθε φορά η αφήγηση. Πιο συγκεκριμένα, ο Genette διακρίνει τρία είδη αφηγηματικών επιπέδων: α) το εξωδιηγητικό επίπεδο, το οποίο περιλαμβάνει την αφήγηση γεγονότων ή πράξεων τα οποία είναι εξωτερικά σε σχέση με το κείμενο και συνήθως αναφέρονται στις συνθήκες διήγησης ή δημιουργίας του. β) το διηγητικό ή ενδοδιηγητικό επίπεδο, το οποίο συγκροτείται από τα γεγονότα που ανήκουν στην κύρια αφήγηση. γ) το μεταδιηγητικό ή υποδιηγητικό επίπεδο, που περιλαμβάνει κάθε δευτερεύουσα αφήγηση, η οποία ενσωματώνεται στην κύρια.
Ένα ολοκληρωμένο παράδειγμα γι αυτή την κατηγοριοποίηση των επιπέδων μας προσφέρει η Οδύσσεια του Ομήρου: η επίκληση του ποιητή στη Μούσα ανήκει στο εξωδιηγητικό επίπεδο, οι περιπέτειες του Οδυσσέα από το νησί της Καλυψώς ως την Ιθάκη συνιστούν το ενδοδιηγητικό επίπεδο, ενώ τα παλαιότερα γεγονότα που ο ίδιος αφηγείται στους Φαίακες ανήκουν στο μεταδιηγητικό επίπεδο. Ο όρος εγκιβωτισμός ή εγκιβωτισμένη αφήγηση συνδέεται με το μεταδιηγητικό αφηγηματικό επίπεδο. Εγκιβωτισμός: Αφηγηματική τεχνική κατά την οποία ένα μεγάλο τμήμα της ιστορίας μετακινείται και παρεμβάλλεται-ενσωματώνεται (: εγκιβωτίζεται) στην κύρια αφήγηση. Μετά το τέλος της δευτερεύουσας αυτής αφήγησης, η κύρια αφήγηση συνεχίζεται κανονικά. Πρόκειται, λοιπόν, για μια αφήγηση μέσα σε μια άλλη αφήγηση. Χρόνος αφήγησης / Συστολή και διαστολή χρόνου: Ως χρόνος της αφήγησης ορίζεται η παρουσίαση των γεγονότων από τον αφηγητή με διαφορετική, συχνά, χρονική σειρά, διάρκεια και συχνότητα από ό,τι διαδραματίζονται στην «ιστορία» (δηλαδή σε «φυσικό» χρόνο). Έτσι, συχνά ο χρόνος της αφήγησης έχει μικρότερη διάρκεια από το χρόνο της ιστορίας, όταν ο αφηγητής συμπυκνώνει το χρόνο και παρουσιάζει συνοπτικά, ακόμη και σε μια φράση, ένα μεγάλο χρονικό διάστημα (:συστολή του χρόνου). Άλλοτε πάλι ο χρόνος της αφήγησης έχει μεγαλύτερη διάρκεια από το χρόνο της ιστορίας: ο αφηγητής απλώνει-παρατείνει το χρόνο παρουσιάζοντας αναλυτικά, ορισμένες φορές μάλιστα σε πολλές σελίδες ή στίχους, ένα γεγονός που διαρκεί ελάχιστες στιγμές (:διαστολή του χρόνου). Η διαστολή του χρόνου λειτουργεί ως στοιχείο-παράγοντας επιβράδυνσης. Η συμπύκνωση και το άπλωμα του χρόνου εξαρτώνται από την ιεράρχηση των γεγονότων και επομένως από το σκοπό της αφήγησης. Ο αφηγητής παρουσιάζει τα λιγότερα σημαντικά γεγονότα συνοπτικά με τη συμπύκνωση του χρόνου, ενώ εστιάζει την προσοχή του αναγνώστη σε αυτά που θεωρεί περισσότερο σημαντικά με την παράταση της χρονικής διάρκειας. Αναχρονίες: Η παραβίαση της χρονικής σειράς των γεγονότων από τον αφηγητή, η ασυμφωνία μεταξύ του «χρόνου της αφήγησης» και του «χρόνου της ιστορίας». Βασική μορφή αναχρονίας, πρωτοποριακή στο έπος, αποτελεί η ανάληψη ή αναδρομική αφήγηση (flash back). Ανάληψη-Αναδρομική αφήγηση: Αφήγηση που αναφέρεται σε γεγονότα που συνέβησαν στο παρελθόν, σε γεγονότα δηλαδή προγενέστερα από το σημείο της ιστορίας στο οποίο βρισκόμαστε σε μια δεδομένη στιγμή. Προοικονομία-προσήμανση-προϊδεασμός-πρόληψη: Αφηγηματική τεχνική με την οποία ο ποιητής προετοιμάζει (:προσημαίνει) τα επεισόδια που θα ακολουθήσουν στην εξέλιξη του έργου, προετοιμάζοντας έτσι
ψυχικά τον ακροατή-αναγνώστη και επιτυγχάνοντας τη συνοχή και την ενότητα του έργου του. Επιβράδυνση: Τεχνική με την οποία ο ποιητής καθυστερεί για διάφορους λόγους την εξέλιξη των γεγονότων (βλ. και διαστολή χρόνου). Μύθος: Το περιεχόμενο, το αφηγημένο υλικό, η ιστορία, η βασική υπόθεση ενός αφηγηματικού έργου. Πλοκή: Η «τάξη» του λόγου, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο διατάσσονται, οργανώνονται, αναπτύσσονται και εξελίσσονται τα περιστατικά και τα γεγονότα του μύθου. Όπως επισημαίνει ο Δ.Μαρωνίτης, «σε κάθε συγκροτημένη αφήγηση, ο μύθος φαίνεται να προηγείται, η πλοκή να έπεται. Η πλοκή είναι ο τρόπος με τον οποίο εμφανίζεται στο επίπεδο της αφήγησης ο μύθος». Η πλοκή, που όπως είναι φανερό συνδέεται στενά με την έννοια του μύθου, αναφέρεται λοιπόν στην ακριβή διάταξη που παίρνουν στα πλαίσια του συγκεκριμένου αφηγηματικού κειμένου τα δομικά στοιχεία της αφήγησης. Ένα αφήγημα έχει ξεκάθαρη πλοκή, όταν έχει διακριτή αρχή, μέση και τέλος, που προκύπτουν εξελικτικά κατά φυσικό τρόπο μέσα από τη δράση των ηρώων. Η πλοκή λοιπόν αναδιοργανώνει-ανασυντάσσει τα επεισόδια του μύθου, παρεμβαίνοντας στη διάταξη και τη σειρά τους (αλλάζοντας δηλαδή τη χρονική ακολουθία) και συμπληρώνοντας το μύθο με νέα επεισόδια εκτεταμένα ή σύντομα, που επιβραδύνουν και δραματοποιούν την εξέλιξή του, ζωντανεύοντας παράλληλα την αφήγηση. Οικονομία: Ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας σχεδιάζει και διατάσσει τα επιμέρους στοιχεία που συγκροτούν την πλοκή του έργου, ώστε αυτά να οδηγούν λογικά και αβίαστα στη λύση. Ειρωνεία: Γενικά, σημαίνει αντίθεση ανάμεσα σε κάτι που φαίνεται ή λέγεται και σε κάτι που πράγματι συμβαίνει ή εννοείται. Στη λογοτεχνία ειδικότερα (στο έπος, στην πεζογραφία, στο θέατρο), ειρωνεία σημαίνει συχνά αντίθεση ανάμεσα σε μια φαινομενική και σε μια πραγματική κατάσταση, την οποία αγνοεί ο άμεσα ενδιαφερόμενος (ο ήρωας), τη γνωρίζει όμως ο ακροατής/ αναγνώστης/ θεατής και βρίσκεται έτσι σε πλεονεκτική θέση. Αυτή η μορφή ειρωνείας σχετίζεται με την εξέλιξη της δράσης, γι αυτό χαρακτηρίζεται δραματική ή ειρωνεία δράσης. Με την τεχνική της ειρωνείας ο λογοτέχνης «κλείνει το μάτι» στους ακροατές του και κατά κάποιο τρόπο συνεργάζεται μαζί τους, τοποθετώντας τους σε πλεονεκτική θέση απέναντι στους ήρωές, που αγνοούν και πλανώνται ή παιδεύονται. Στον ακροατή-αναγνώστη απευθύνεται λοιπόν ο ποιητής ή πεζογράφος και επιδιώκει να τον εμπλέξει στη δράση, να προκαλέσει το ενδιαφέρον
του και να τον τέρψει, αποκρύπτοντας από τους ήρωές του πράγματα που τους αφορούν άμεσα. Κλιμάκωση ή κλιμακωτό σχήμα: Αφηγηματική τεχνική κατά την οποία μια δραστηριότητα αναπτύσσεται κατά βαθμίδες (σκαλοπάτια), δηλαδή παρουσιάζει αυξανόμενη ένταση. Στην αντίθετη περίπτωση διακρίνουμε αποκλιμάκωση.