Αθλήματα (Ιππόδρομος)

Σχετικά έγγραφα
Πανηγύρια. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 5

Το κάστρο. Σήμερα, παραμένουν ορατά σημαντικά τμήματα του οχυρωματικού περιβόλου, ο οποίος ήταν. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου.

Πανηγύρια. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 5

Λουτρά. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 7

Ο οικισμός. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 5

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Κωνσταντινούπολη - Ρώμη: «Μέγας Κωνσταντίνος»

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

Χημεία - Μεταλλουργία

Η Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης Ονόματα Ομάδων: 1. Μικροί Πράκτορες 2. LaCta 3. Αλλοδαποί 4. Η Συμμορία των 5

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Η μετεξέλιξη του Ρωμαϊκού κράτους (4 ος -5 ος αι. μ.χ)

Σελίδα: 9 Μέγεθος: 56 cm ² Μέση κυκλοφορία: 1030 Επικοινωνία εντύπου:

ΗΕΠΟΧΗΤΗΣΑΚΜΗΣ: ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΕΡΜΑΤΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ ΩΣ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

Το νησί. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 6

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

Μεσαιωνική & Νεώτερη Ιστορία Β Γυμνασίου

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ ( )

Βυζαντινά Χρόνια. Τι έτρωγαν, Τι έπιναν Οι συνήθειες τους, Ενδυμασία

Εκκλησίες - Μοναστήρια

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

Ο ναός της Παναγίας Αχειροποιήτου

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Το μοναστηριακό συγκρότημα της Νέας Μονής

ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ & ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

Ιερού Παλατίου Ιππόδρομο ανακτόρου των Βλαχερνών, του ανακτόρου του Μυρελαίου σειρά καταστημάτων της Μέσης

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Νικόλαος Γ. Χαραλαμπόπουλος Τμήμα Φιλολογίας

Το Βυζαντινό Μουσείο. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 10

Αστρονομία - Μαθηματικά

Πλατείες. Εξερευνώντας τον κόσμο του Βυζαντίου. 1 από 5

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:. Αριθμός:..

Αστρονομία - Μαθηματικά

Βηθλεέμ Ιστορικές και θρησκευτικές αξιώσεις

Μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση τα ψηφιδωτά που βρίσκονταν στην αψίδα του ναού της Παναγίας της Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη.

Ιστορία Β Γυμνασίου - Επαναληπτικές ερωτήσεις εφ όλης της ύλης Επιμέλεια: Νεκταρία Ιωάννου, φιλόλογος

Γενικό Λύκειο Καρπερού Δημιουργική Εργασία: Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Έτσι, 2 πολιτικές επιλογές αντιπαρατέθηκαν στο Βυζάντιο:

ΚΕΦ. 4. ΟΙ ΑΡΑΒΙΚΕΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Προϊστορική περίοδος

Α ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΟΙ ΔΗΜΟΤΕΣ ΞΕΝΑΓΟΥΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥΣ

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1 ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ

Εκκλησίες - Μοναστήρια

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

Τι είναι οι Ολυμπιακοί αγώνες;

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

Ύλη Β Γυμνασίου ομάδα μαθημάτων Α (τμήμα ένταξης)

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

Επίσκεψη στην Αρχαία Αγορά

Βυζαντινά Μνημεία της Θεσσαλονίκης

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

ΠΡΟΣΦΟΡΑ!! Κωνσταντινούπολη - Βόσπορος - Πριγκιποννήσια και Οικουμενικό Πατριαρχείο

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ( ). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: 323 Π.Χ. 324 Μ.Χ.

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

Ομιλία στην Σχολική Εορτή των Τριών Ιεραρχών Γυμνάσιο Ξυλοφάγου

Ολυμπιακοί Αγώνες. Νεφέλη Μπάρκα Α2

Εικονογραφία. Μιχαήλ Βόδας Σούτσος Μεγάλος Διερµηνέας και ηγεµόνας της Μολδαβίας Dupré Louis, 1820

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

Οι τρεις Ιεράρχες. 30 Ιανουαρίου

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Η Ροτόντα (ναός Αγίου Γεωργίου)

Περπατώντας στην ªÂÛ ÈˆÓÈÎ fiïë

H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ

30α. Η τέταρτη σταυροφορία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ. Από τις πέντε (5) ερωτήσεις να απαντήσεις στις τρεις (3). Κάθε ερώτηση βαθμολογείται με τέσσερις (4) μονάδες.

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Ο ναός των Αγίων Αποστόλων

Η μεταβατική εποχή : Οι έριδες για το ζήτημα. των εικόνων (εικονομαχία)

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ. Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου

1 η Αιτία: 2 η Αιτία: 3 η Αιτία:

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΩΜΑΤΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Βασίλης Γιωργαλλάς Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

4. Η διάδοση του Χριστιανισμού στους Μοραβούς και τους Βουλγάρους

Τα 7 θαύματα του αρχαίου κόσμου Χαρίδης Φίλιππος

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Διάλεξη 5 Ο Έκτος Αιώνας και η Δυναστεία του Ιουστινιανού ( ): Ιουστίνος Α ( ) - Ιουστινιανός Α (α μέρος: )

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ ΣΕΡΓΙΑΝΝΙΔΗ ΣΤΑΘΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΜΑ: ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

(Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή του Ιουστινιανού)

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΠΑΝΟΡΑΜΙΚΑ ΤΑΞΙΔΙΑ Φεβρουάριος Μάρτιος apan.gr

Transcript:

Αθλήματα (Ιππόδρομος) Ο αθλητισμός στο Βυζάντιο δεν είχε τη μορφή και τη θέση που κατείχε στον αρχαιοελληνικό κόσμο: οι νέοι δεν ασχολούνταν συστηματικά με τον αθλητισμό, ο αθλητισμός έπαψε να είναι ένα μέσον εκπαίδευσης, και οι αγώνες αποτελούσαν καθαρό θέαμα. Στον 2ο-1ο αι. π.χ, οι αθλητές ήταν πλέον ειδικοί επαγγελματίες, οι οποίοι επιδείκνυαν τις ικανότητές τους στους αγώνες, και πληρώνονταν για αυτήν τους την απασχόληση με μισθό. Οι αγώνες συχνά δεν ήταν δίκαιοι: οι ελλανοδίκες και οι κριτές χρηματίζονταν και έστηναν τους αγώνες. Μετά την καθιέρωση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατορίας (381 μ.χ.) από τον Θεοδόσιο τον Α, καταργήθηκαν όλοι οι αγώνες που διατηρούσαν ειδωλολατρικά στοιχεία, όπως τα Ολύμπια (394 μ.χ.). Οι Πατέρες της Εκκλησίας και οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς σε κείμενά τους καταδίκαζαν τη γυμνότητα των μίμων και των μιμάδων, οι οποίοι εμφανίζονταν γυμνοί και διακωμωδούσαν τις χριστιανικές τελετές και τους μάρτυρες της πίστης. Ωστόσο, οι Πατέρες ενθάρρυναν τη φροντίδα του σώματος, γιατί μέσα από τη φροντίδα προέκυπταν υγιείς πολίτες. Από τον Κώδικα του Ιουστινιανού (529 μ.χ.) μαθαίνουμε ότι τα επιτρεπόμενα αγωνίσματα ήταν: η πάλη, το άλμα εις ύψος, το άλμα εις μήκος και ο ακοντισμός. Παραδοσιακοί αθλητικοί χώροι, όπως το στάδιο, το γυμνάσιο και η παλαίστρα συνέχισαν να είναι σε χρήση κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αλλά όταν άρχισαν να εμφανίζονται οικονομικά προβλήματα, από τον 6ο αιώνα και μετά, οι χώροι έμειναν χωρίς συντήρηση, με αποτέλεσμα να εγκαταλειφθούν και να γίνουν ερείπια. Ιππόδρομος Ο ιππόδρομος ήταν ένα μεγάλο υπαίθριο κτίριο αρματοδρομιών και θεαμάτων, που έμοιαζε με αρχαιοελληνικό στάδιο. Η Ρώμη είχε τον μεγαλύτερο και αρχαιότερο ιππόδρομο, ενώ ιπποδρόμους απέκτησαν η Κωνσταντινούπολη και όλες οι μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας, όπως η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Καρχηδόνα και η Θεσσαλονίκη. Οι αρματοδρομίες πραγματοποιούνταν σε τακτές ημερομηνίες, τις Κυριακές και σε μεγάλες θρησκευτικές γιορτές. Ιπποδρομικοί αγώνες γίνονταν επίσης και με την ευκαιρία διάφορων επίσημων εορτασμών, όπως η επίσημη ανακήρυξη ενός νέου βασιλέα, τα βασιλικά γενέθλια, η τέλεση γάμων στο παλάτι κ.ά. 1 από 8

Στον ιππόδρομο ο λαός είχε την ευκαιρία να εκφράσει δημόσια τις απόψεις του για την πολιτική του αυτοκράτορα: εκεί τον επευφημούσε όταν ήταν ευχαριστημένος ή δήλωνε τη δυσαρέσκειά του και ζητούσε ικανοποίηση των αιτημάτων του. Ο ιππόδρομος της Κωνσταντινούπολης ιδρύθηκε στα τέλη του 2ου αιώνα από τον Σεπτίμιο Σεβήρο, ως αντίγραφο του αντιστοίχου της Ρώμης. Ανακαινίστηκε από τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στις αρχές του 4ου αιώνα και η λειτουργία του είναι γνωστή μέχρι τον 12ο αιώνα. Είχε σχήμα πετάλου, με δύο μακριές πλευρές. Η μια του άκρη του είχε ανοίγματα που έκλειναν με πόρτες με κάγκελα, και από εκεί ξεκινούσαν τα άρματα. Η άλλη του άκρη ήταν κλειστή και σε αυτήν έπαιρναν τα άρματα στροφή. Ο στίβος είχε στη μέση ένα στενόμακρο εμπόδιο, τον εύριπο, που διαιρούσε τον χώρο σε δύο μέρη. Ο εύριπος είχε ολόγυρα μια τάφρο με νερό. Πάνω στον εύριπο βρίσκονταν αναθήματα και γλυπτά για τη χρονομέτρηση και τη μέτρηση των γύρων, ενώ στα άκρα του ήταν οι καμπτοί (καμπτήρες), τα όρια γύρω από τα οποία έστριβαν τα άρματα. Οι θεατές κάθονταν σε κερκίδες από τις δυο πλευρές του στίβου, καθώς και στο πέταλο της σφενδόνης. Κάτω από τις κερκίδες υπήρχαν βοηθητικοί χώροι (στάβλοι, αποθήκες φύλαξης των αρμάτων, χώροι προετοιμασίας κ.ά.), ενώ στην κορυφή ένας διάδρομος με κολώνες που συνδέονταν μεταξύ τους με τόξα πρόσφερε στους θεατές πανοραμική θέα της πόλης. Στο μέσον της μακράς πλευράς του ιπποδρόμου ήταν κατασκευασμένο το Κάθισμα, το ιδιαίτερο βασιλικό θεωρείο, απ όπου παρακολουθούσε τους αγώνες ο αυτοκράτορας, απομονωμένος από τις τριγύρω κερκίδες. Το Κάθισμα είχε στο εσωτερικό του αίθουσες συμποσίων και ανάπαυσης για τον αυτοκράτορα, τους αξιωματούχους και τους αυλικούς. Την παραμονή των αγώνων οι δήμοι κρεμούσαν στην πύλη του ιπποδρόμου ένα πανί, το βήλον, που ανήγγειλε ότι την επόμενη μέρα θα πραγματοποιηθούν αγώνες. Η τελική σειρά των αρματοδρομιών αποφασιζόταν με επίσημη κλήρωση το απόγευμα της ίδιας μέρας. Τις ημέρες των αγώνων κανείς δεν εργαζόταν: καταστήματα, εργαστήρια, ναυπηγεία, όλα ήταν κλειστά, και κόσμος από όλες τις τάξεις, ακόμη και κληρικοί, συνέρρεαν στον ιππόδρομο. Όταν ο αυτοκράτορας εμφανιζόταν στο Κάθισμα μετά τις επευφημίες, σήκωνε το χέρι του με το οποίο κρατούσε τη μάππα, ένα λευκό λινό ύφασμα όταν το άφηνε να πέσει, ήταν το σύνθημα για να αρχίσει η αρματοδρομία. Από τα τέσσερα άρματα που εμφανίζονταν στον αγωνιστικό χώρο, ένα από κάθε δήμο, κέρδιζε αυτό που θα έκανε πρώτο επτά πλήρεις περιφορές γύρω από τον εύριπο. Οκτώ αρματοδρομίες διεξάγονταν κατά τη διάρκεια της ημέρας, τέσσερις το πρωί και τέσσερις το απόγευμα. Στο μεταξύ, ένα μεγάλο διάλειμμα επέτρεπε στους θεατές να γευματίσουν και να ψυχαγωγηθούν από χορευτές, ηθοποιούς, μίμους, ακροβάτες, αλλά και θηριοδαμαστές με άγρια ζώα. Τα θεάματα αυτά είχαν σκοπό να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού και να αποφύγουν τυχόν βίαιες εκδηλώσεις του. Οι τέσσερις ομάδες, οι δήμοι, που λάμβαναν μέρος στις αρματοδρομίες, ήταν πλήρη αθλητικά σωματεία, με ιδιαίτερα σημαντική δύναμη και επιρροή στο λαό της πρωτεύουσας. Έπαιρναν τα ονόματά τους, Πράσινοι, Βένετοι (Γαλάζιοι), Λευκοί και Ρούσσιοι (Κόκκινοι), από το χρώμα της 2 από 8

ενδυμασίας του οδηγού του δικού τους άρματος (ηνίοχος). Οι δήμοι διέθεταν δικά τους άλογα, άρματα, εγκαταστάσεις και προσωπικό, όπως ιππίατρους και νοτάριους για τα πρακτικά των αποφάσεων και την τήρηση των λογαριασμών, χαρτουλάριους για τα αρχεία, ποιητές για τα συνθήματα των αγώνων, μουσικά όργανα και οργανοπαίκτες. Οι δήμοι αναλάμβαναν την απόκτηση και συντήρηση των αλόγων, την πληρωμή των ηνιόχων, τη διανομή των εισιτηρίων. Επίσης, είχαν παράλληλη κοινωνική και πολιτική παρουσία: τα μέλη τους αλληλοβοηθούνταν, βοηθούσαν στην κατασκευή δημόσιων έργων ή συμμετείχαν στην υπεράσπιση της πρωτεύουσας, αν υπήρχε ανάγκη. Άλλα μεσαιωνικά αγωνίσματα Δημοφιλές άθλημα στην αυτοκρατορική αυλή και στην αριστοκρατία ήταν το τζυκάνιον, που μάλλον εισήχθη από την Περσία και παιζόταν σε ανοιχτό γήπεδο, το τζυκανιστήριον, όπου έφιπποι παίχτες προσπαθούσαν με ειδικά μακριά μπαστούνια να κτυπήσουν μια μπάλα και να βάλουν τέρματα. Άλλα δημοφιλή παιχνίδια της αριστοκρατίας ήταν ο τορνεμές και η τζόστρα που εισήχθησαν από τη Δύση και παίζονταν με τους κανόνες των ιπποτικών συμπλοκών. Στην τζόστρα ένας έφιππος με ασπίδα, περικεφαλαία και κοντάρι προσπαθούσε να ρίξει τον αντίπαλό του από το άλογο, ενώ στον τορνεμέ, αντίστοιχης φιλοσοφίας αγώνισμα, η συμπλοκή πραγματοποιούνταν μεταξύ δύο ομάδων εφίππων αντιμέτωπων. Γλωσσάρι (2) σφενδόνη: οι κερκίδες ενός σταδίου που βρίσκονται στην κυρτή πλευρά του, το πέταλο. χαρτουλάριος: τίτλος πολιτικού αξιώματος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Κατά κάποιον τρόπο ήταν κρατικός υπάλληλος, υπεύθυνος του δημόσιου βεστιαρίου, το οποίο περιλάμβανε τα γραφεία ιματιοθήκης, οικονομικών και στατιστικής. Πληροφοριακά Κείμενα (6) Θεοδόσιος Α' : Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 379 έως το 395. Ο Θεοδόσιος, αργότερα αποκαλούμενος και Μέγας, ήταν ο τελευταίος που κυβέρνησε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Προέβη ο ίδιος στην κατάτμησή της προκειμένου να διασφαλίσει αυτοκρατορικό θρόνο στους γιους του, Αρκάδιο και Ονώριο, ενώ αντιμετώπισε επιτυχώς τις βαρβαρικές εισβολές και στερέωσε την αυτοκρατορία παραδίδοντας στους απογόνούς του κράτος στα όρια αυτού του 3 από 8

Μεγάλου Κωνσταντίνου. Υπήρξε υπέρμαχος του Χριστιανισμού, τον οποίο διέδωσε σε όλη την αυτοκρατορία, καταστρατηγώντας το περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων. Ακολούθησε αδιάλλακτη θρησκευτική πολιτική στο πλαίσιο της οποίας έθεσε εκτός νόμου τις αρχαίες λατρείες. Πεθαίνοντας ο Θεοδόσιος τον Ιανουάριο του 395, κληροδότησε την αυτοκρατορία στους δύο γιους του: στον Αρκάδιο, το ανατολικό τμήμα και στον Ονώριο το δυτικό. Πατέρες της Εκκλησίας: ονομάζονται οι εκκλησιαστικοί θεολόγοι συγγραφείς κυρίως κατά τους πρώτους πέντε αιώνες του Χριστιανισμού, που άσκησαν μεγάλη επιρροή. Στους Πατέρες της Εκκλησίας ανήκουν ο Τερτυλλιανός, ο Βασίλειος Καισαρείας, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, κ.ά. Ιουστινιανός Α' (περ. 482-565): Αυτοκράτορας του Βυζαντίου (527-565). Διαδέχθηκε στον θρόνο τον θείο του Ιουστίνο Α. Από τις πρώτες ενέργειες του Ιουστινιανού ήταν η αναδιοργάνωση του φορολογικού συστήματος, ενώ συγκέντρωσε και επανακωδικοποίησε τους νόμους του Θεοδοσίου. Αναμείχθηκε προσωπικά και σε θρησκευτικές διαμάχες και συγκάλεσε την Ε Οικουμενική Σύνοδο (553). Ο Ιουστινιανός θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ως ορθόδοξο αυτοκράτορα και έλαβε σκληρά μέτρα κατά των εναπομεινάντων ειδωλολατρών. Πολλές από τις ενέργειές του, κυρίως σε πολιτικό και φορολογικό επίπεδο, προκάλεσαν την έντονη δυσαρέσκεια συγκλητικών και φατριών και οδήγησαν στη Στάση του Νίκα. Ανέπτυξε έντονη οικοδομική δραστηριότητα, χτίζοντας μόνο στην Κωνσταντινούπολη 30 εκκλησίες, ανάμεσα τους και την περίφημη εκκλησία της Αγίας Σοφίας. Όσον αφορά στην εξωτερική πολιτική, αντιμετώπισε με επιτυχία τους Πέρσες και τους Βάνδαλους στην Ανατολή και επικεντρώθηκε στην ανάκτηση της Δύσης. Η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε προσωρινά εξαντλώντας όμως την αυτοκρατορία, με αποτέλεσμα οι βάρβαροι της Βαλκανικής να λεηλατήσουν την ελληνική χερσόνησο μέχρι τον Ισθμό και βαρβαρικοί πληθυσμοί να εγκατασταθούν στα σύνορα. Οι πολεμικές του δραστηριότητες ωστόσο εξάντλησαν το Βυζάντιο σε χρήμα και στρατό και εν τέλει δεν είχαν ουσιαστικό αποτέλεσμα, καθώς η Ιταλία όπως και οι άλλες περιοχές που είχε κατακτήσει σύντομα χάθηκαν ξανά. Έτσι, μετά τον θάνατό του, η αυτοκρατορία, αποδυναμωμένη, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει νέες επιθέσεις, με αποκορύφωμα τις αραβικές κατακτήσεις, που θα αναιρέσουν το μεγαλύτερο μέρος των εξωτερικών επιτευγμάτων του Ιουστινιανού. Η πόλη : Η Κωνσταντινούπολη, η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χτίστηκε στη θέση της αρχαίας ελληνικής αποικίας: Βυζάντιο, στην τριγωνική χερσόνησο που σχηματίζεται μεταξύ του Κεράτιου κόλπου, του Βοσπόρου και της θάλασσας του Μαρμαρά σε μια εξαιρετική θέση που ήλεγχε εμπορικά τον δρόμο Αιγαίου-Ευξείνου Πόντου. Την ίδρυσε ο Μέγας Κωνσταντίνος το 330 μ.χ. με σκοπό να δημιουργήσει μια πόλη ισάξια της Ρώμης σε λαμπρότητα, πλούτο και δύναμη. Η πόλη αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα αυτό προκάλεσε προβλήματα χώρου και υποδομών, οπότε ο Θεοδόσιος ο Α επέκτεινε την πόλη προς Δυσμάς, φτιάχνοντας καινούργια ισχυρά τείχη, τα οποία οχύρωσαν την πόλη μέχρι το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Κωνσταντινούπολη διαμορφώθηκε πολεοδομικά παρόμοια με τη Ρώμη. Ένας κεντρικός δρόμος, η Μέση οδός, συνέδεε το παλάτι με τη Χρυσή πύλη. Πάνω σε αυτόν τον δρόμο φτιάχτηκε ο Φόρος, μια κυκλική πλατεία με ένα άγαλμα του Κωνσταντίνου τοποθετημένο πάνω σε ένα κίονα. Στην πλατεία αυτή χωροθετήθηκαν και άλλα δημόσια κτίρια. Αργότερα ο Θεοδόσιος ο Α και ο Αρκάδιος δημιούργησαν κι άλλους Φόρους με τα δικά τους αγάλματα. Τον 6ο αιώνα ο Ιουστινιανός, μετά τη στάση του Νίκα, κόσμησε την Κωνσταντινούπολη με λαμπρά οικοδομήματα, ανάκτορα, λουτρά και 4 από 8

δημόσια κτίρια.. Τότε κτίστηκε και ο ναός της Αγίας Σοφίας που αποτέλεσε σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Κατά τον 7ο και 8ο αιώνα η Κωνσταντινούπολη αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα που την αποσυντόνισαν: επιθέσεις από τους Αβάρους (πολιορκία το 674) και τους Άραβες (επιθέσεις το 674 και το 717-718), φυσικές καταστροφές (μεγάλος καταστροφικός σεισμός το 740), και επιδημίες (πανώλη το 747). Μικρή οικοδομική δραστηριότητα αναπτύσσεται κατά τον 8ο και 9ο αιώνα, που περιλαμβάνει κυρίως ενίσχυση της οχύρωσης της πόλης. Mε την ανάκαμψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, 9ο-11ο αιώνα, η Κωνσταντινούπολη κατέστη η πολυπληθέστερη πόλη του τότε χριστιανικού κόσμου, στην πλειοψηφία της Ελληνόφωνη, σε συνύπαρξη με πολλές άλλες εθνότητες, όπως: Εβραίους, Αρμένιους, Ρώσους, Ιταλούς έμπορους, Άραβες, καθώς και μισθοφόρους από τη δυτική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία. Αυτήν την περίοδο χτίζονται πολλά δημόσια κτίρια, ιδιωτικά και εκκλησιαστικά, με έμφαση σε συστάσεις ιδρυμάτων κοινωφελούς σκοπού, όπως νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Μεγάλη ακμή γνωρίζει η ανώτερη εκπαίδευση, χάρη στη μέριμνα του κράτους αφενός, αλλά και την εμφάνιση σημαντικών λογίων αφετέρου. Η αναγέννηση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τα μέσου του 11ου αιώνα, όταν άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα λόγω κακής διαχείρισης, αλλά και λόγω δυσμενών εκβάσεων εξωτερικών επιχειρήσεων της αυτοκρατορίας. Η πρώτη διέλευση των Σταυροφόρων από την Κωνσταντινούπολη ήταν τελείως ανώδυνη, όμως στη Δ σταυροφορία, το 1204, οι Φράγκοι την κατέλαβαν και τη λεηλάτησαν, ενώ σφαγίασαν, αιχμαλώτισαν και εκδίωξαν τους κατοίκους της. Την ανακατέλαβε το 1261 ο Μιχαήλ Η Παλαιολόγος, ο οποίος ανοικοδόμησε τα περισσότερα μνημεία και τα τείχη, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει ξανά στην πόλη τη λάμψη και την αίγλη του παρελθόντος Αποδυναμωμένη η αυτοκρατορία δεν μπόρεσε να αναχαιτίσει την ορμή των Οθωμανών, με αποτέλεσμα να πέσει η Κωνσταντινούπολή στα χέρια τους το 1453. Με την Άλωση επήλθε οριστικά η κατάλυση της αυτοκρατορίας. Η πνευματική όμως παράδοση του Βυζαντίου παρέμεινε ακόμη αξιοσημείωτη, καθώς πολλοί λόγιοι εγκαταστάθηκαν στις κτήσεις των Βενετών στην Κρήτη και την Πελοπόννησο, αλλά και στα ίδια τα κράτη της Ευρώπης και μεταλαμπάδευσαν την Ελληνική παιδεία στη Δύση. Η πόλη : Γύρω από το μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου υπήρχαν αρκετά αρχαία πολίσματα με έντονη εμπορική κίνηση που ενισχύθηκε μετά την καταστροφή της Ολύνθου από τον Φίλιππο το 348 π.χ. Σύμφωνα με τον Στράβωνα, ο βασιλέας Κάσσανδρος συνοίκησε το 316 π.χ. μια νέα πόλη και της έδωσε το όνομα της συζύγου του και αδερφής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Θεσσαλονίκης. Τα ελάχιστα οικοδομικά ίχνη της Ελληνιστικής εποχής που έχουν εντοπιστεί ως σήμερα, το συγκρότημα ενός σημαντικού διοικητικού κτιρίου στην Πλατεία Διοικητηρίου και το ανατολικό σκέλος του τείχους, δείχνουν ότι η πόλη προοριζόταν εξαρχής να αποτελέσει μεγάλο πολιτικό και στρατιωτικό κέντρο. Η γεωγραφική θέση της, σε νευραλγικό σημείο των χερσαίων και θαλάσσιων δρόμων της Μακεδονίας, επεφύλαξε μεγάλη ανάπτυξη στη Θεσσαλονίκη στο πέρασμα των αιώνων. Πράγματι, από τη δεύτερη πενηνταετία του 2ου αι. π.χ. ήταν ο κυριότερος στρατιωτικός και εμπορικός σταθμός της Εγνατίας οδού, που διέσχιζε τη Βαλκανική χερσόνησο από το Δυρράχιο ως το Βυζάντιο (μετέπειτα Κωνσταντινούπολη), ενώ το λιμάνι της άρχισε να ακμάζει, αφού βρισκόταν στο τέρμα του δρόμου που οδηγούσε από το Δούναβη ως το Αιγαίο. Έτσι, η πόλη έγινε σταυροδρόμι των σημαντικότερων εμπορικών αρτηριών Ανατολής Δύσης και Βορρά Νότου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η χριστιανική ιστορία της Θεσσαλονίκης άρχισε με την έλευση του αποστόλου Παύλου, ο οποίος δίδαξε στη συναγωγή της πόλης το 51 ή στην αρχή του 52 μ.χ., αλλά η παρουσία των χριστιανών γίνεται αρχαιολογικά ανιχνεύσιμη τουλάχιστον μετά από τρεις αιώνες. Τον 1ο αιώνα ιδρύθηκαν η ρωμαϊκή αγορά της πόλης και αρκετά δημόσια 5 από 8

οικοδομήματα στα βόρεια και τα νότιά της, όπως η βιβλιοθήκη, το γυμνάσιο και η στοά των Ειδώλων, που ίσως ανήκε σε συγκρότημα αυτοκρατορικών Θερμών. Από το 298-299 ο καίσαρας Γαλέριος, γαμπρός του αυτοκράτορα Διοκλητιανού, μετέφερε την έδρα του από το Σίρμιο της Πανοννίας στην πόλη και την κόσμησε με νέα μνημειακά κτίρια, όπως το ανάκτορο, τον ιππόδρομο, το θέατρο-στάδιο και τη Ροτόντα, που ήταν αρχικά ναός κατά το πρότυπο του Πανθέου της Ρώμης. Τότε ιδρύθηκε και η γνωστή Καμάρα, ένα αφιερωματικό τετράπυλο με διάκοσμο που υμνούσε τις νίκες που διεξήγαγε ο Γαλέριος εναντίον των Περσών. Το 322 ο Μέγας Κωνσταντίνος κατασκεύασε τον σκαπτόν λιμένα στο ΝΔ άκρο της παραλίας. Από τα τέλη του 4ου αιώνα η Θεσσαλονίκη έγινε σημαντικό εκκλησιαστικό κέντρο. Το 380 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Α που διέμεινε με την αυλή του στην πόλη προετοιμάζοντας εκστρατεία κατά των Γότθων βαπτίστηκε χριστιανός από τον επίσκοπο Αχόλιο (ή Ασχόλιο) και εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε την τέλεση θυσιών σε όλη την αυτοκρατορία. Την ίδια περίπου εποχή, ο επίσκοπος της πόλης προήχθη σε αρχιεπίσκοπο και αντιπρόσωπο (βικάριο) του πάπα της Ρώμης με δικαιοδοσία σε ολόκληρη την επαρχότητα (praefectura) του Ανατολικού Ιλλυρικού. Οι χριστιανικοί ναοί που οικοδομήθηκαν στους επόμενους δύο αιώνες άλλαξαν την εικόνα της πόλης, αποτελώντας τα ψηλότερα κτίρια και τα σημαντικότερα τοπόσημα στον νέο ιπποδάμειο πολεοδομικό ιστό που εφαρμόστηκε εκατέρωθεν της βασιλικής οδού (της via regia), στον άξονα της σημερινής Εγνατίας. Ο επισκοπικός ναός ήταν μια μεγάλη πεντάκλιτη βασιλική, ενδεχομένως αφιερωμένη στον άγιο Μάρκο ο ναός του Aγίου Δημητρίου απέβη το μεγάλο προσκύνημα της πόλης. Τα παλαιά μεγάλα δημόσια κτίρια παρήκμασαν σταδιακά και είτε εγκαταλείφθηκαν, όπως η Αγορά που μετατράπηκε σε τόπο λιθορυχίας και εξόρυξης πηλού, είτε άλλαξαν χρήση, όπως η Ροτόντα που μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό. Οι ανασκαφικές έρευνες στο ιστορικό κέντρο της πόλης έχουν φέρει στο φως πλήθος κτισμάτων της Παλαιοχριστιανικής Περιόδου, μεταξύ των οποίων υπερισχύουν αριθμητικά οι οικίες. Οι περισσότερες, στον βόρειο και τον ανατολικό τομέα της πόλης, ανήκουν στον τύπο της αστικής έπαυλης, με ευρύχωρη αψιδωτή αίθουσα συμποσίων (τρικλίνιο) στα βόρεια, ενός περιστυλίου με τριγύρω δωμάτια, λουτρά, αποθηκευτικούς χώρους ή δεξαμενές. Έξω από τα τείχη εκτείνονταν τα νεκροταφεία, με τάφους όλων των ειδών, λακκοειδείς, κιβωτιόσχημους, κεραμοσκεπείς κ.ά. Σημαντικότεροι είναι οι καμαροσκεπείς τάφοι που έφεραν τοιχογραφικό διάκοσμο στο εσωτερικό τους. Από τα τέλη του 6ου αιώνα η Θεσσαλονίκη δέχθηκε επανειλημμένα επιδρομές Αβαροσλαβικών φύλων και πλήγηκε έντονα από συχνή σεισμική δραστηριότητα, λόγω της οποίας πολλά από τα υφιστάμενα κτίρια καταστράφηκαν. Οι επιδρομές και οι σεισμοί, σε συνδυασμό με τη γενικότερη οικονομική ύφεση του κράτους, οδήγησαν στην αλλαγή των όρων διαβίωσης στην πόλη. Η αλλαγή αυτή εκφράστηκε και μέσω της οικοδόμησης νέων οικιών που ιδρύθηκαν στα ερείπια των παλαιών κτιρίων και πλέον διέθεταν ένα ή δύο το πολύ δωμάτια, μικρότερων διαστάσεων και φτωχότερων φιλοδοξιών. Περιγραφές σπιτιών της Θεσσαλονίκης, που σώζονται σε νομικά έγγραφα των μονών του Αγίου Όρους, μας προσφέρουν μια ιδέα για τη διαβίωση στην πόλη: εργαστήρια και σπίτια ήταν το ένα δίπλα στο άλλο, με κοινές αυλές που διέθεταν φούρνους και πηγάδια οι τοίχοι των σπιτιών συχνά ενσωμάτωναν παλαιότερα ερείπια και δεν ήταν όλοι κατασκευασμένοι από τα ίδια υλικά μερικοί τοίχοι μπορεί να ήταν από ξύλινα σανίδια επιχρισμένα με σοβά. Στις συνοικίες ιδρύονταν μικροί ναοί και παρεκκλήσια σε οικόπεδα που ανήκαν στα μοναστήρια. Παράλληλα, ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης υπήχθη στο πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και ένας νέος καθεδρικός ναός κτίστηκε στα τέλη του 8ου αιώνα, η Αγία Σοφία, και διακοσμήθηκε με ψηφιδωτά με αυτοκρατορική χορηγία. Στις αρχές του 9ου η ίδρυση του θέματος Θεσσαλονίκης πρόσφερε μεγαλύτερη σιγουριά στους κατοίκους και γενικότερη σταθερότητα στην περιφέρεια. Οι αγορές στην πόλη άρχισαν να γεμίζουν αγαθά και οι 6 από 8

επισκέπτες της να αυξάνονται. Η πόλη επαιρόταν για τον λόγιο επίσκοπό της Λέοντα Μαθηματικό και για τους δύο αδελφούς, τον Κωνσταντίνο που εκάρη μοναχός με το όνομα Κύριλλος και τον Μεθόδιο, που το 863 μετέβησαν στη Μοραβία, επινόησαν το αλφάβητο της παλαιοσλαβικής γλώσσας και μετέφρασαν την Αγία Γραφή, τη θεία λειτουργία και σημαντικά νομοκανονικά κείμενα στη γλώσσα των νεοφώτιστων Σλάβων. Στους αιώνες που ακολούθησαν κτίστηκαν και άλλα παρεκκλήσια και ναοί, όπως ο Άγιος Ευθύμιος, δίπλα στον Άγιο Δημήτριο, και η Παναγία Χαλκέων (1028), ίδρυμα του βασιλικού πρωτοσπαθάριου Χριστόφορου και της οικογένειάς του, στη συνοικία όπου ήταν συγκεντρωμένα τα καταστήματα των χαλκωματάδων της πόλης. Μετά την άλωση της πόλης από τους Σαρακηνούς το 904, η αμέσως επόμενη καταστροφή που βίωσαν οι κάτοικοι ήταν η βίαιη κατάληψή της από τους Νορμανδούς το 1185. Το 1204 οι Σταυροφόροι την έκαναν πρωτεύουσα του ομώνυμου φραγκικού βασιλείου μέχρι το 1224. Από τότε η Θεσσαλονίκη άλλαξε συχνά χέρια μεταξύ των Ελλήνων ηγεμόνων που διεκδικούσαν τον αυτοκρατορικό θρόνο μέχρι το 1246, όταν προσαρτήθηκε μαζί με όλη τη Μακεδονία στα εδάφη της αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Το 1303 εγκαταστάθηκε στην πόλη η δεύτερη σύζυγος του Ανδρονίκου Β, η Ειρήνη- Γιολάντα η Μομφερατική, μέχρι το θάνατό της το 1317, ενώ το 1320 απεβίωσε εκεί ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Θ. Από το πρώτο τρίτο το 14ου αιώνα σώζονται σημαντικά μνημεία της παλαιολόγειας τέχνης και αρχιτεκτονικής όπως οι Άγιοι Απόστολοι, η Αγία Αικατερίνη, ο Άγιος Παντελεήμονας, ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός και οι Ταξιάρχες. Τις επόμενες ταραγμένες δεκαετίες, η τέχνη συνεχίστηκε, αλλά σε άλλες κλίμακες: ο Χριστός Σωτήρας, της εποχής μετά το 1340, είναι ο πιο μικρός ναός της πόλης, ενώ ο Προφήτης Ηλίας, της εποχής μετά το 1360, ένας από τους μεγαλύτερους. Αρκετοί αδόμητοι χώροι εντός των τειχών μετατράπηκαν σε λαχανόκηπους ή σε νεκροταφεία. Με την εμφύλια διαμάχη Ανδρονίκου Β και του εγγονού του Ανδρονίκου Γ, Σέρβοι και Οθωμανοί αναμείχθηκαν στα εσωτερικά πράγματα της αυτοκρατορίας ως σύμμαχοι της μιας ή της άλλης παράταξης που προσέβλεπε στο θρόνο και γι αυτό ήλθαν όλο και πιο κοντά στη Θεσσαλονίκη και την περιφέρειά της. Από το 1342 μέχρι το 1349 η πόλη ταλανίστηκε από την έριδα των Ησυχαστών με τους Ζηλωτές. Το 1387 παραδόθηκε με συνθήκη στους Οθωμανούς, ύστερα από τετράχρονη πολιορκία. Το 1403 επέστρεψε στη βυζαντινή διοίκηση του Μανουήλ Β. Το 1412 και το 1416 πολιορκήθηκε από τον Μουσά, έναν από τους επίδοξους διαδόχους του σουλτάνου Βαγιαζήτ. Υπό το φόβο μιας νέας κατάληψης από τους Οθωμανούς, ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος την παρέδωσε το 1423 υπό όρους στους Βενετούς οι συμφωνηθέντες όροι όμως δεν τηρήθηκαν ποτέ. Η πόλη πέρασε οριστικά στα χέρια των Οθωμανών το 1430. Μέγας Κωνσταντίνος (περ. 272-337): Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 324 έως το 337. Γεννήθηκε στη Ναϊσό περίπου το 272. Γονείς του ήταν ο Ρωμαίος Καίσαρας Κωνστάντιος Α Χλωρός και η Ελένη. Έλαβε στρατιωτική εκπαίδευση, λαμβάνοντας μέρος σε εκστρατείες στο πλευρό του πατέρα του, καταλαμβάνοντας τον βαθμό του τριβούνου, του διοικητή της αυτοκρατορική σωματοφυλακής. Μετά από σειρά διαμαχών, και αφού εξουδετέρωσε τους αντιπάλους του, ανήλθε στον θρόνο το 324. Ως μοναδικός αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος αναδιάρθρωσε το διοικητικό και στρατιωτικό σύστημα, άλλαξε το νόμισμα και ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη, την οποία και έκανε πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας (330). Όντας διορατικός, και αντιλαμβανόμενος την αυξανόμενη δύναμη της νέας θρησκείας, υποστήριξε διακριτικά το χριστιανισμό, ενώ υπέγραψε το Διάταγμα των Μεδιολάνων το 313, με το οποίο θεσπιζόταν η αρχή της ανεξιθρησκίας. Αναμείχθηκε επιπλέον και σε θρησκευτικές διαμάχες και συγκάλεσε την πρώτη Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, την πλέον καθοριστική για την εξέλιξη της Χριστιανικής Εκκλησίας. Με τις ενέργειές του αυτές, και 7 από 8

κυρίως με την υποστήριξη των χριστιανών και τη μεταφορά της πρωτεύουσας στην Κωνσταντινούπολη, διαμόρφωσε στην ουσία την μετέπειτα πορεία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Βιβλιογραφία (5) 1. Γιάτσης Σ., Το θέαμα του ιπποδρόμου και οι σωματικές ασκήσεις στο Βυζάντιο, Θεσσαλονίκη, 1988 2. Ιωαννίδης Α., Ο βυζαντινός ιππόδρομος στην Κωνσταντινούπολη, 1982 3. Κουκουλές, Φ., Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, Παπαζήση, Αθήνα, 1949 4. Ραμπώ Α., Σπουδές πάνω στη Βυζαντινή ιστορία, Στοχαστής, Αθήνα, 2007 5. Η κοινωνική ζωή στο Βυζάντιο σε Ψηφίδες του Βυζαντίου 8 από 8