ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Η έννοια της κοινωνικής αλλαγής στη θεωρία του Tajfel. Ο Tajfel θεωρούσε ότι η κοινωνική ταυτότητα είναι αιτιακός παράγοντας κοινωνικής αλλαγής.

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Σχεσιακές παραβάσεις στην υπερνεωτερικότητα: Ο διυποκειμενικός εαυτός στη μυστική πλευρά των σχέσεων: Βιωμένες. εμπειρίες εξωδυαδικών σχέσεων

Το κομμάτι που λείπει ή αλλιώς η εκπαιδευτική βιογραφία ως εργαλείο αναστοχασμού των εκπαιδευτικών συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Δεύτερη Συνάντηση ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Κάππας Σπυρίδων

Διαχείριση Ανθρώπινου Δυναμικού ή Διοίκηση Προσωπικού. Οργανωσιακή Κουλτούρα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Εισηγητής Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος. Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Εφηβεία. Πώς επιδρά η σημερινή κοινωνία την ανάπτυξη του εφήβου; 21 ΓΕΛ ΑΘΗΝΑΣ ΤΜΗΜΑ Α1, ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Ν. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

Ανάλυση ποιοτικών δεδομένων

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Η Θεωρία Αυτο-κατηγοριοποίησης (ΘΑΚ) Από Χαντζή, Α. (υπό δηµοσίευση)

Εφηβεία και Πρότυπα. 2)Τη στάση του απέναντι στους άλλους, ενήλικες και συνομηλίκους

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

εισήγηση 8η Είδη Έρευνας ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΑΣ (#Ν151)

Παρουσίαση του προβλήματος

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Γενικός προγραμματισμός στην ολομέλεια του τμήματος (διαδικασία και τρόπος αξιολόγησης μαθητών) 2 ώρες Προγραμματισμός και προετοιμασία ερευνητικής

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 21

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ PSY 301 Φιορεντίνα Πουλλή. Μάθημα 1ο

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Μεταμοντέρνες Προσεγγίσεις στην Ψυχοθεραπεία

Προτιμήσεις εκπαιδευτικών στην επίλυση προβλημάτων με συμμετρία. Στόχος έρευνας

ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ Α Β ) 2010

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Διαπολιτισμικές σχέσεις στις πλουραλιστικές κοινωνίες

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Μάριος Γούδας Θέματα Διάλεξης. Ένας κοινά αποδεκτός ορισμός για τον όρο Θετική Ανάπτυξη είναι ο παρακάτω:

Καλλιόπη-Ελένη Τσάφου, Βασίλης Παυλόπουλος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

IO1 Προσομοίωση πόρων Ομότιμες Κατευθυντήριες Γραμμές για Νέους

Στερεότυπα και προκαταλήψεις. Το σύνολο των χαρακτηριστικών που πιστεύεται ότι καθορίζουν µια οµάδα ανθρώπων ονοµάζονται στερεότυπα.

Παλιό Νέο: Τάσεις και στάσεις στην Ελλάδα σήμερα

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Μανώλης Κουτούζης Αναπληρωτής Καθηγητής Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Αναγνώσεις σε επίπεδα

ΜΙΓΜΑ ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

4.2 Μελέτη Επίδρασης Επεξηγηματικών Μεταβλητών

Η φύση της προκατάληψης (Allport, 1954).

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

Πρόλογος για την ελληνική έκδοση Eισαγωγή... 15

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Διαπολιτισμική συμβουλευτική και ψυχοθεραπεία με μετανάστες

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

Η συστημική προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

Οικονομική Κοινωνιολογία

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

ΠΟΙΟΤΙΚΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΤΙΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ. Αναστασία Κ. Καδδά Δρ.Κοινωνιολογίας Υγείας Μsc Διοίκηση Μονάδων Υγείας

Ο εαυτός και η διαμόρφωση της ταυτότητας στην εφηβεία. Δειγματική Διδασκαλία στο μάθημα της Οικιακής Οικονομίας

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

PHOTOVOICE. Κλειώ Κούτρα

Διδάσκουσα: Δρ. Κατερίνα Αργυροπούλου

ΠΩΣ ΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΟ ΓΙΛΕΚΟ ΕΚΑΝΕ ΤΟΝ ΓΥΡΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Βόλφγκανγκ Κορν

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

«Μαζί για την γυναίκα» Κακοποίηση: Ισότητα και Ενεργή Κοινωνία

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

ΟΜΑΔΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: ΔΙΑΦΥΛΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Μεθοδολογία Εκπαιδευτικής Έρευνας στη ΜΕ

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

Ποιοτικοί μέθοδοι έρευνας. Μυλωνά Ιφιγένεια

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων

Περιεχόμενο της έννοιας «πολιτισμός» Γνωρίσματα Λειτουργικός ορισμός Πολιτισμικός σχετικισμός

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2019 A ΦΑΣΗ

Το μυστήριο της ανάγνωσης

Οι γλώσσες αλλάζουν (5540)

Εφηβεία: Συμβουλές για... γονείς σε απόγνωση (1951)

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Η ενδυμασία και η σημασία της για τον άνθρωπο

Τίτλος Αντιλήψεις για το γάμο, οικογενειακές αξίες και ικανοποίηση από την οικογένεια: Μια εμπειρική μελέτη

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΛΙΝΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: Τατουάζ και ταυτότητες: Κοινωνικές αναπαραστάσεις για τις ατομικές και κοινωνικές λειτουργίες των τατουάζ στον εαυτό και στους άλλους Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Ευαγγελία Φίγγου Μεταπτυχιακή φοιτήτρια: Αικατερίνη Βαφειάδη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2014

Πίνακας Περιεχομένων 2 Πίνακας Περιεχoμένων..2 Περίληψη...4 Εισαγωγή...5 1o Κεφάλαιο: Τατουάζ και ταυτότητα: Βιβλιογραφική Επισκόπηση...8 1.1 Ταυτότητα: Εννοιολογικές προσεγγίσεις 8 1.2 Επισκόπηση της Βιβλιογραφίας...10 1.2.1 Σύνδεση σώματος και πολιτισμού. Εστίαση σε ομάδες, υποομάδες και υποκουλτούρες...11 1.2.2 Τατουάζ, προσωπική ιστορία και ατομική ταυτότητα...19 1.3 Σύνοψη της βιβλιογραφίας και στόχοι της παρούσας μελέτης 26 2o Κεφάλαιο: Μέθοδος...33 2.1 Συμμετέχοντες...33 2.2 Συνεντεύξεις.34 2.3 Ανάλυση Περιεχομένου...35 2.4 Κωδικοποίηση ποιοτικών δεδομένων...38 3o Κεφάλαιο: Αποτελέσματα..39 3.1 Θεματικοί άξονες 39 1. Η απόφαση.40 1.1 Η απόφαση ως αποτέλεσμα αισθητικής προτίμησης...41 1.2 Το τατουάζ συνδέεται με την προσωπική φιλοσοφία του ατόμου/εσωτερική ανάγκη/αποκλειστικά δική τους απόφαση, σχέση με προσωπική ταυτότητα 41

3 1.3 Επηρεάστηκαν από άλλους, σχέση με συλλογική ταυτότητα..43 2. Το σύμβολο..44 2.1 Το σύμβολο και η σχέση του με τον εαυτό...44 2.2 Το σύμβολο και η σχέση του με τους άλλους.46 3. Oι αντιδράσεις του περίγυρου...48 3.1 Οι αντιδράσεις των συμμετεχόντων στις θετικές αντιδράσεις των άλλων...48 3.2 Οι αντιδράσεις των συμμετεχόντων στις αρνητικές αντιδράσεις των άλλων...48 4. Aποτίμηση της αξίας.50 4.α Συναισθηματική και ψυχολογική ανανέωση...50 4.β Αλληλεπίδραση με τους άλλους...52 4.γ Μοναδικότητα/διακριτότητα..53 5. Εργασιακός χώρος και τατουάζ...54 5.1 Θα τα καλύψουν για να μην κριθούν αρνητικά..54 5.2 Προτιμούν να κινούνται σε χώρους όπου δεν υπάρχει πρόβλημα..54 6. Αναπαραστάσεις για τα κίνητρα και την ταυτότητα άλλων ανθρώπων...56 6.1 Ταύτιση με τους άλλους..56 6.2 Διαφοροποίηση από τους άλλους.58 4 ο Κεφάλαιο: Σύνοψη και συζήτηση των αποτελεσμάτων.62 Βιβλιογραφικές Αναφορές.67 Παράρτημα..70 Πλάνο Συνέντευξης.70 Συμμετέχοντες...72

Περίληψη 4 Στόχος της εργασίας αυτής είναι η κοινωνιοψυχολογική διερεύνηση των αναπαραστάσεων των συμμετεχόντων για το τατουάζ. Συγκεκριμένα, η εμπειρική μελέτη στην οποία βασίζεται η παρούσα εργασία, επιχειρεί να διερευνήσει πώς σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο στη σύγχρονη εποχή, οι φορείς τατουάζ μιλούν για τις λειτουργίες και τους συμβολισμούς του και λογοδοτούν τόσο για τη δική τους απόφαση να αποκτήσουν τατουάζ, όσο και για την απόφαση και τα κίνητρα άλλων κοινωνικών υποκειμένων. Για τους σκοπούς της μελέτης πραγματοποιήθηκαν ημιδομημένες συνεντεύξεις με 9 άντρες και 7 γυναίκες ηλικίας 21-33 ετών, κριτήριο για την επιλογή των οποίων ήταν να έχουν ένα τουλάχιστον τατουάζ. Οι συνεντεύξεις αναλύθηκαν με τη μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες συνδέουν το τατουάζ με πτυχές της προσωπικής και κοινωνικής τους ταυτότητας συνδέοντάς το αφενός με την προσωπική έκφραση και τη διακήρυξη της ατομικής διαφοράς και αφετέρου με την ένταξη σε μια ομάδα, αλλά και με την εγκαθίδρυση της ταυτότητας σε ένα κοινωνικό αλληλεπιδραστικό πλαίσιο. Στις περισσότερες συνεντεύξεις εντοπίστηκαν διαφορές στα ερμηνευτικά σχήματα που οι συμμετέχοντες χρησιμοποιούν για να μιλήσουν για τα κίνητρα άλλων ανθρώπων να αποκτήσουν τατουάζ σε σύγκριση με τον εαυτό τους. Οι άλλοι σε αντίθεση με τον εαυτό παρουσιάστηκαν να αποτελούν θύματα διαδικασιών κοινωνικής επιρροής και μίμησης. Λέξεις-κλειδιά: Τατουάζ, ατομική ταυτότητα, κοινωνική ταυτότητα, κοινωνική επιρροή, ανάλυση περιεχομένου

Εισαγωγή 5 Η παρούσα μελέτη διερευνά πώς σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο στην σύγχρονη εποχή, τα άτομα με τατουάζ μιλούν για τις λειτουργίες και τους συμβολισμούς του. Εξετάζει τους τρόπους που χρησιμοποιούν οι συμμετέχοντες προκειμένου να λογοδοτήσουν για τη δική τους απόφαση να κάνουν τατουάζ, αλλά και τους τρόπους με τους οποίους αναπαριστούν την απόφαση και τα κίνητρα άλλων κοινωνικών υποκειμένων να αποκτήσουν τατουάζ. Προσπαθεί δηλαδή να φωτίσει ενδεχόμενες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι συμμετέχοντες της μελέτης λογοδοτούν για τον εαυτό τους σε σύγκριση με όσα λένε για τους άλλους. Το τατουάζ έχει ιστορικά συνδεθεί με πτυχές της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας και έχει εννοιολογηθεί τόσο ως σύμβολο αυτονομίας και αντίστασης, όσο και ως σύμβολο κοινωνικού ελέγχου. Σύμφωνα με τον Turner (1980), η πραγματοποίηση ενός τατουάζ γίνεται πάνω στο πιο κοινωνικό σημείο του σώματος, το δέρμα. Αποτελεί δηλαδή έναν αυτοδιαχειρίσιμο χώρο, όπου διαφυλάσσεται εγγυημένα η μοναδικότητα του κάθε ατόμου και ταυτόχρονα μπορεί να ειδωθεί από τους άλλους. To τατουάζ έχει αναπαρασταθεί ως ένα μέσο αντίστασης ενάντια στις κοινωνικές επιβολές, ως ένα αμυντικό μέσο διαφύλαξης της ταυτότητας των υποκειμένων ενάντια στον αυξανόμενο έλεγχο της κοινωνίας. Από την άλλη, έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους για να δηλώσει την εξουσία και την κτήση. Όταν τα σώματα σημαδεύονταν, αυτό σήμαινε την απόλυτη εξουσία και κτήση τους από εκείνον που τα σημάδευε, το απόλυτο σημάδι κτήσης (Turner, 1980). Ο Durkheim (1965) ήταν ένας από τους πρώτους που παρατήρησαν και αναπαρέστησαν την σχέση ανάμεσα στην ταυτότητα, το τελετουργικό και το σώμα και γι αυτόν τα σώματα αποτελούν πτυχές μιας «ενσωματωμένης» υποκειμενικότητας (Durkheim, 1965 στο Langman, 2003, σ.225). Το ίδιο ισχυρίζονται και οι Μascia-Lees και Sharpe (1992), για τους οποίους o εαυτός αποκαλύπτεται μέσα από το σώμα. Το σώμα είναι δηλαδή ταυτόχρονα ένα μέσο έκφρασης του εαυτού και ένα μέσο κοινωνικής αναγνώρισης (Μascia-Lees & Sharpe, 1992). Έτσι, η εμφάνιση του σώματος εξουσιοδοτείται για την παρατήρηση του ενδότερου χαρακτήρα του ατόμου και σύμφωνα με τον Schwarz (2006) η εγγραφή των τατουάζ συνεπάγεται μια νέα ταυτότητα πάνω στην επιφάνεια του δέρματος. Και επειδή το δέρμα αποτελεί το όριο ανάμεσα στο δημόσιο και το ιδιωτικό, η απόκτηση τατουάζ αποτελεί μια δημόσια και μια ιδιωτική πράξη (Schwarz, 2006). Ο Giddens (1991) πιστεύει πως η ταυτότητα κατανοείται μέσα από την αυτοπαθή διαδικασία διατήρησης συνεκτικών και επαναλαμβανόμενων βιογραφικών αφηγήσεων (Giddens, 1991 στο Kosut, 2006, σ.81).

6 Οι αφηγήσεις των τατουάζ είναι μοναδικές, γιατί λέγονται μέσα από το σώμα και το κοινό σε αυτές τις αφηγήσεις είναι η αίσθηση κυριότητας, την οποία έχει αποκτήσει ο άνθρωπος μέσω της τεχνολογίας. Επίσης, η στενή σύνδεση ανάμεσα στο σώμα και την ταυτότητα αποτελεί μια ένδειξη της αυξανόμενης τάσης των ατόμων να βλέπουν το σώμα ως project. Σύμφωνα με τον Rosenblatt (1997), το σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο είναι πολύ διαφορετικό από ότι παλαιότερα. Η ενασχόληση της κοινωνίας με τα υλικά αγαθά, την τεχνοκρατία και το λογικό αυτοέλεγχο έχει επιφέρει αλλαγές στην κοινότητα και τη συμμετοχική δραστηριότητα των υποκειμένων σε αυτήν (Rosenblatt, 1997 στο Schwarz, 2006, σ.229). Οι πολίτες αρκούνται πλέον στο ρόλο του καταναλωτή καταβάλλοντας βέβαια πάντα προσπάθεια να έχουν ενεργή συμμετοχή στα πολιτικά πράγματα. Η κατάρριψη όμως της κοινότητας και των ιδεολογιών και η ομογενοποιημένη άσκηση της εξουσίας χωρίς σωστή αντιπροσώπευση κάνουν τους πολίτες να νιώθουν αδύναμοι, επειδή δεν μπορούν να ελέγξουν την κοινωνική κατάσταση μέσω της πολιτικής τους συμμετοχής. Έτσι, από τότε που ξεκίνησε η άρνηση της κοινότητας και μειώθηκε η φυσική παρουσία των ατόμων σε κάθε είδους ομάδες και συλλογικότητες συγκριτικά με το παρελθόν, τα άτομα έχουν περιοριστεί στα σώματά τους και η ταυτότητα φαίνεται τώρα να παρουσιάζεται πάνω στο δέρμα μέσα στο οποίο ζουν, παρά μέσα από μια σχεσιακή ανταλλαγή με άλλους (Calchi-Novati, 2011). Τείνουν έτσι προς την ενασχόληση με το σώμα και τον εαυτό, καθώς φαίνεται να είναι τα μόνα πράγματα που μπορούν να ελέγξουν, αναζητώντας και προσπαθώντας να κατασκευάσουν την ατομική τους ταυτότητα. Προσπαθούν να «αγκυροβολήσουν» τον εαυτό τους σε μια προσπάθεια υπερνίκησης όχι μόνο του χρόνου και της φθοράς, αλλά και του κοινωνικού ελέγχου μέσω της μόδας και της μαζοποίησης. Επομένως, ο Rosenblatt (1997) υποστηρίζει ότι το τατουάζ ενδυναμώνει το άτομο και αποτελεί μια βασική δήλωση ελέγχου, κάτι πολύ θετικό στη σύγχρονη εποχή, όπου φαίνεται πως τόσα πολλά βρίσκονται έξω από τον έλεγχό μας. Τα σχέδια μπορεί να αντανακλούν συχνά πλευρές του εαυτού που δεν εκφράζονται δημόσια ή καταπιέζονται από την κοινωνία (Rosenblatt, 1997 στο Schwarz, 2006, σ.229). Η Schwarz (2006) αναφέρει ότι για κάποιους η πράξη του τατουάζ τους επιτρέπει να κατέχουν το σώμα μαζί με το να ζουν σε αυτό και αποτελεί έτσι μια επαναδιεκδίκηση του σώματος (Schwarz, 2006).

7 Η εξαιρετική διάδοση του τατουάζ στη σύγχρονη εποχή δεν εξηγείται μόνο με την αίσθηση ελέγχου και δύναμης μέσα από την αυτοδημιουργικότητα που προσφέρει, αλλά φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της μαζικής προβολής του από τα ΜΜΕ και αποτελώντας πλέον μια από τις επιταγές της μόδας. Εφόσον το τατουάζ αποτελεί μια μόνιμη αλλαγή στο σώμα, ανοίγει νέους δρόμους για την αντίληψη των ανθρώπινων σωμάτων ως (αυτό)διαχειρίσιμων κοινωνικών οντοτήτων, κάτι που μελετά ιδιαίτερα η κοινωνιολογία του σώματος και άλλα συναφή θεωρητικά πεδία. Η υπάρχουσα λοιπόν βιβλιογραφία αναδεικνύει τον κοινωνικό χαρακτήρα του τατουάζ, τη λειτουργία του ως μέσο εξουσίας και ελέγχου, την εξέλιξή του ως μέσο αντίστασης, ως εθελούσιο σημάδεμα του σώματος, ως σύμβολο ομάδων και συλλογικοτήτων και τη σταδιακή εξατομίκευσή του μέχρι τη σημερινή εποχή. Η βιβλιογραφία αυτή, που προέρχεται από ποικίλα επιστημονικά πεδία ανάμεσα στα οποία είναι το κοινωνιολογικό, το ανθρωπολογικό, το ψυχολογικό, το πολιτικό και το σημασιολογικό, παρουσιάζεται στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία, περιγράφεται η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου και οι συνεντεύξεις ως εργαλεία συλλογής των δεδομένων, ενώ αναπτύσσουμε και το επιστημολογικό πεδίο πίσω από τη θεωρία και τις επιλογές μας. Τέλος, στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα, ενώ ακολουθεί το τέταρτο κεφάλαιο που περιλαμβάνει τη συζήτηση και τη διατύπωση συμπερασμάτων.

1o Κεφάλαιο 8 Τατουάζ και ταυτότητα: Βιβλιογραφική Επισκόπηση 1.1 Ταυτότητα: Εννοιολογικές προσεγγίσεις Πριν περάσουμε στη συζήτηση του τρόπου ή των τρόπων με τους οποίους έχει συνδεθεί το τατουάζ με την ταυτότητα και επειδή η διάκριση μεταξύ της ατομικής και της κοινωνικής ταυτότητας γίνεται συχνά στην παρούσα εργασία, θα θέλαμε να διευκρινίσουμε ότι δεν προσεγγίζουμε την ατομική και την κοινωνική ταυτότητα ως δύο διαφορετικές οντολογικές κατηγορίες, αλλά ως πόλους ενός συνεχούς που αφορά την «αυτοθεώρηση», ή αλλιώς ως δύο κοινωνικά κατασκευασμένους τρόπους για να μιλήσουμε για τον εαυτό. Άλλωστε τόσο κλασικές κοινωνιοψυχολογικές προσεγγίσεις της ταυτότητας, όπως η Θεωρία της Κοινωνικής Ταυτότητας όσο και σύγχρονες επιστημολογικές οπτικές, όπως αυτή του κοινωνικού κονστρουκτιονισμού απορρίπτουν μια κάθετη οντολογική διάκριση. Συγκεκριμένα για τη Θεωρία της Κοινωνικής Ταυτότητας (Tajfel, 1981; Tajfel & Turner, 1979) η προσωπική και η κοινωνική ταυτότητα νοούνται ως υποθετικές, γνωστικές δομές, ο συνδυασμός των οποίων εξηγεί το μεγαλύτερο μέρος της αυτοθεώρησης. Η ταυτότητα αποτελεί μια έννοια, που συνδυάζει έτσι τον προσωπικό και εσωτερικό κόσμο με το συλλογικό μέρος των πολιτισμικών μορφών και των κοινωνικών σχέσεων (Holland et al., 1998). Σύμφωνα με τον Τurner (1982), η κοινωνική ταυτότητα ορίζεται ως το σύνολο των κοινωνικών κατηγοριοποιήσεων που χρησιμοποιεί ένας άνθρωπος για να προσδιορίσει τον εαυτό του (Τurner, 1982). Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικές κατηγοριοποιήσεις ορίζουν ένα άτομο εντάσσοντάς το συστηματικά σε κάποιες κατηγορίες και αποκλείοντάς το από άλλες (Παπαστάμου, 1990). Αυτή η έννοια της κοινωνικής ταυτότητας προέρχεται από τον ορισμό που της δίνει ο Tajfel ως γνώση του ατόμου ότι ανήκει σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες και η συναισθηματική αξία που προσδίδει σ αυτές (Tajfel, 1981). Ο Tajfel ανέπτυξε την ιδέα ότι οι άνθρωποι αποκτούν μέρος της αυτοπεποίθησής τους από τις ομαδικές κατηγοριοποιήσεις τους κι επειδή έχουν ως κίνητρο να διατηρούν μια θετική αυτοεκτίμηση, κινητοποιούνται στο να αντιλαμβάνονται την ενδοομάδα τους με ευνοικούς όρους. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι καταβάλλουν συνεχώς προσπάθεια για να έχουν μια θετική κοινωνική ταυτότητα.

9 Σύμφωνα με τους Holland et al. (Holland et al., 1998, σ.vii) «οι ταυτότητες δεν εμφανίζονται στη ζωή των ατόμων χωρίς να έχουν προηγουμένως δραστηριοποιηθεί και ενεργοποιηθεί στο κοινωνικό πεδίο». Στο ίδιο βιβλίο περιγράφεται ότι ο Mead (1934) ξεκίνησε να αναπτύσσει την θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας εξηγώντας την ως την ενστικτώδη ικανότητα των ανθρώπων να συγχρονίζουν τις ενέργειές τους (Mead, 1934 στο Holland et al., 1998). Eπίσης, όρισε ως αφετηρία του συγχρονισμού αυτού τη δέσμευση των ατόμων στην κοινωνική ζωή. Το άτομο δηλαδή αποκτά την ικανότητα της οπτικής των άλλων ανθρώπων καθώς αντικειμενικοποιεί τον εαυτό του μέσω της συμμετοχής του σε διάφορες κοινωνικές θέσεις π.χ. μητέρα, ακτιβιστής, ανθρωπολόγος. Τέτοιες αντικειμενικοποιήσεις, και ιδιαίτερα εκείνες με τις οποίες συνδέεται στενότερα, αποτελούν τους πυρήνες των πρώιμων ταυτοτήτων των ατόμων. Η κοινωνικοκονστρουκτιονιστική προσέγγιση της ταυτότητας έχει δημιουργήσει μια νέα έννοια του «εαυτού». Οι Λόγοι και οι κατηγορίες που κυριαρχούν στην κοινωνία «εγγράφονται» πάνω και μέσα στους ανθρώπους με διαπροσωπικές και θεσμικές διαδικασίες. Έτσι, προκύπτει η έννοια του κοινωνικά κατασκευασμένου εαυτού. Οι ταυτότητες κατασκευάζονται κοινωνικά μέσα από τη μεσολάβηση των κυρίαρχων Λόγων και των εργαλείων τους, όπως είναι π.χ. το βιογραφικό και οι φορολογικές δηλώσεις, όπου απαιτείται από τους πολίτες να παρουσιάζουν τον εαυτό τους σύμφωνα με τις υποχρεωτικές κατηγορίες που ισχύουν και καλούνται να συμβιβαστούν με αυτό. Από την άλλη πλευρά, η κοινωνικοκονστρουκτιονιστική οπτική επισημαίνει και την ενεργητική συμμετοχή των δρώντων κοινωνικών υποκειμένων στην κατασκευή της ταυτότητας, αφού το «θέμα» του εαυτού είναι πάντα «ανοιχτό» για τους Λόγους και τις πρακτικές που το περιγράφουν. Σύμφωνα με τους Chell και Karatas-Ozkan (2010) τα ανθρώπινα όντα μπορούν να επηρεάσουν τον κοινωνικό κόσμο στον οποίο είναι ενεργά. Έτσι, τα κοινωνικά αντικείμενα και οι κοινωνικές κατηγορίες συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας δεν είναι δεδομένα, αλλά κατασκευασμένα και αναδομημένα προιόντα διαπραγμάτευσης που οργανώνονται από τους ανθρώπους στην προσπάθειά τους να νοηματοδοτήσουν όσα συμβαίνουν στον κόσμο (Chell & Karatas-Ozkan, 2010 στο Burr, 2003).

10 Η πολλαπλότητα των ενεργά κατασκευασμένων ταυτοτήτων και πραγματικοτήτων που αναγνωρίζει ο κοινωνικός κονστρουκτιονισμός ανοίγει έναν εξαιρετικά ενδιαφέροντα ερευνητικό ορίζοντα, αυτόν που αφορά την εξερεύνηση της ζωντανής εμπειρίας των ατόμων και των τρόπων με τους οποίους διαπραγματεύονται και διαχειρίζονται την πραγματικότητά τους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο και η παρούσα μελέτη επιχειρεί να ρίξει φως στη σύνδεση του τατουάζ με την προσωπική ή/και την κοινωνική ταυτότητα των υποκειμένων και στις αλλαγές που φέρει η απόκτησή του στις ταυτότητες αυτές. Η σύνδεση του τατουάζ με πτυχές της ατομικής και της κοινωνικής ταυτότητας έχει μια μακρά ιστορία, της οποίας κάποια στάδια σύντομα θα αναπτύξουμε στο επόμενο υποκεφάλαιο. 1.2 Επισκόπηση της Βιβλιογραφίας Η υπάρχουσα βιβλιογραφία σχετικά με το τατουάζ και την ταυτότητα θα μπορούσε να ομαδοποιηθεί σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με το βαθμό στον οποίο αντιλαμβάνεται τη δερματοστιξία και το συμβολικό της νόημα ως συνδεδεμένο 1) με το ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο και πιο συγκεκριμένα με συλλογικότητες, ομάδες και υποομάδες, την κοινωνική ταυτότητα και 2) με την ατομική ταυτότητα και την εξατομικευμένη λειτουργία του τατουάζ. Έτσι η επισκόπηση της βιβλιογραφίας αποτελείται από δύο υποκεφάλαια τα οποία δομούνται στη βάση της παραπάνω διάκρισης: Το πρώτο υποκεφάλαιο περιλαμβάνει ανθρωπολογικές και κοινωνιολογικές μελέτες, οι οποίες αφορούν τη σύνδεση σώματος και πολιτισμού. Κυρίαρχη είναι η διερεύνηση της επικοινωνιακής αξίας των τατουάζ και η δυνατότητά τους να μεταφέρουν μηνύματα που συνδέονται με το συμβολισμό και την ταυτότητα ομάδων και συλλογικοτήτων. Το δεύτερο υποκεφάλαιο περιλαμβάνει ψυχολογικές και κοινωνιοψυχολογικές μελέτες σχετικά με το τατουάζ που διερευνούν τη σύνδεσή του με διαστάσεις της προσωπικής ταυτότητας, καθώς και με τις προσωπικές αφηγήσεις και το προσωπικό νόημα, τις ατομικές λειτουργίες και τα κίνητρα όσων ατόμων έχουν ή επιθυμούν να αποκτήσουν τατουάζ.

11 1.2.1 Σύνδεση σώματος και πολιτισμού. Εστίαση σε ομάδες, υποομάδες και υποκουλτούρες 1 Ένα μέρος της βιβλιογραφίας που αφορά το τατουάζ εξετάζει τη σύνδεση σώματος και πολιτισμού ξεκινώντας από τη θεμελιακή παραδοχή ότι οι πολιτισμικές νόρμες αλληλεπιδρούν με την ατομική απόφαση για σωματική μετατροπή. Ο ανθρωπολόγος Alfred Gell, ο οποίος έχει εμπνεύσει αρκετές μελέτες για το τατουάζ, υποστηρίζει ότι «το τατουάζ είναι ένας πολύ συγκεκριμένος και αναγνωρίσιμος τρόπος μετατροπής του σώματος και μέσω του σώματος πραγματοποιείται μια ανακατασκευή της προσωπικότητας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κοινωνικού περίγυρου. Το τατουάζ σημαδεύει το σώμα, το εγγράφει, το κατασκευάζει και το επενδύει μέσα σε μια ποικιλία ψυχικών, πολιτισμικών και πολιτικών πεδίων» (Gell, 1993 στο Pritchard, 2000, σ.331). Εφορμώντας από αυτή τη θεωρία, ο Pritchard διατύπωσε στην μελέτη του την υπόθεση της απαρτίωσης του υποκειμένου με όρους του πολιτισμού και του πολιτισμού με όρους του υποκειμένου, ξεκινώντας από την παραδοχή ότι το τατουάζ ως σύμβολο εγγράφεται στη γραμμή που υπάρχει ανάμεσα στα δύο χωρίς να είναι αποκλειστικά ούτε το ένα ούτε το άλλο (Pritchard, 2000). Επίσης, σύμφωνα με την Albin, η κατανόηση της επιλογής σωματικής μετατροπής θα πρέπει να εστιάσει στο συμβολικό και το σημειωτικό, γιατί το σώμα ως σηματοδότης δηλώνει ότι το άτομο ανήκει όχι μόνο σε έναν μεγάλο πολιτισμό, αλλά και σε κάποια μικρότερη υποκουλτούρα (Albin, 2007). Ο ρόλος αυτός του τατουάζ ως μέσου εγγραφής του σώματος στον πολιτισμό φαίνεται σε μια ιστορική αναδρομή της πρακτικής της μετατροπής του σώματος, όπου η συγγραφέας Παπαευθυμίου-Παπανθίμου κάνει λόγο για τις έντονα κοινωνικές, θρησκευτικές, ακόμα και πολιτικές καταβολές του τατουάζ που σηματοδοτούν μια ανάλογη λειτουργία του μέχρι πρόσφατα. Η Παπαευθυμίου-Παπανθίμου (1997) αναφέρει ότι στους πρωτόγονους λαούς και σε πολιτισμούς με φυλετικό χαρακτήρα, το τατουάζ είχε θρησκευτικές και μαγικές ιδιότητες και οι λόγοι απόκτησής του ήταν κοινωνικοί και καλλωπιστικοί. Επίσης, σε αρχαίους πολιτισμούς και αργότερα, στην Αμερική και στην περίοδο των Ναζί χρησιμοποιήθηκε ως μέσο στιγματισμού. 1 Σημειώνουμε ότι όπου χρησιμοποιείται ο όρος «υποκουλτούρες», μπορεί να εννοηθεί και ο όρος «μειονοτικά πολιτισμικά πρότυπα» ως ελληνική μετάφραση του αγγλικού όρου subcultures.

12 Στη συνέχεια, η συγγραφέας καταγράφει ότι το 19 ο αι. κυριαρχούσε ως σύμβολο κοινωνικής διαστρωμάτωσης και ιδιαίτερα στην Αγγλία και μέχρι τα μέσα του 20 ου αι. υπήρχαν οι «εθνικές τεχνοτροπίες», δηλαδή συγκεκριμένα σχέδια που σχετίζονταν με συγκεκριμένα κράτη και χρησιμοποιούνταν από στρατιωτικούς και ναυτικούς ως έμβλημα της κοινωνικής τους ταυτότητας. Μετά την κατασκευή του «ηλεκτρικού πιστολιού» το 1891, τα σχέδια εξομοιώθηκαν και οι εθνικές τεχνοτροπίες εξαφανίστηκαν οδηγώντας στην ολοένα και μεγαλύτερη εξατομίκευση του τατουάζ που υπάρχει στις μέρες μας. Τέλος, επειδή το τατουάζ έχει συνδεθεί συμβολικά με περιθωριοποιημένες κοινωνικές ομάδες από τις αρχές του 20 ου αι., οι επαγγελματίες τατουάζ προσπαθούν να αλλάξουν τη φήμη του στην σύγχρονη εποχή, ώστε το τατουάζ να νομιμοποιηθεί ως μια ευηπόληπτη μορφή τέχνης (Παπαευθυμίου-Παπανθίμου, 1997). Μια αντίστοιχη πορεία από το συλλογικό προς την εξατομίκευση περιγράφεται και στο έργο της Caplan (2000). Σύμφωνα με τη συγγραφέα, η πορεία του τατουάζ ξεκινά από κοινωνικές καταβολές εγγράφοντας το σώμα στον πολιτισμό και καταλήγει σε μια εξατομικευμένη μορφή που έχει να κάνει με θέματα εαυτού, διαχείρισης και ελέγχου. Η Caplan παραθέτει τη θεωρία του Gell για τους πολιτισμούς της Πολυνησίας, όπου «το τατουάζ αποτελεί ένα ζωτικό μέρος της οργάνωσης και της λειτουργίας των κυρίαρχων θεσμών (πολιτική, στρατός, θρησκεία κλπ.) και η περιγραφή των πρακτικών του τατουάζ γίνεται αναπόφευκτα μια περιγραφή των ευρύτερων θεσμικών μορφών, μέσα στις οποίες το τατουάζ ενσωματώνεται και κάνει δυνατή την πραγματοποίηση ενός ξεχωριστού τύπου κοινωνικού και πολιτικού όντος» (Caplan, 2000, σ.xii). Στη συνέχεια, αναφέρει ότι το τατουάζ, εξελισσόμενο στον χρόνο, καταλήγει σε μια αποτύπωση της ατομικής ταυτότητας και εξατομικεύεται. Σε άλλη μελέτη αναδύονται οι δυνατότητες της κυριότητας, του ελέγχου και της επιλογής που προσφέρουν τα tattoo-studio στους πελάτες τους όσον αφορά τη δημιουργία της προσωπικής τους ταυτότητας μέσω της απόκτησης ενός τατουάζ. Σύμφωνα με τη Modesti, στην κοινωνία μας κυριαρχεί ένα συνονθύλευμα εικόνων, συμβόλων και μηνυμάτων και μπορεί να είναι σχεδόν αδύνατον να αναπτυχθεί μια συγκεκριμένη ιδέα για το «τι είναι στα αλήθεια αυθεντικό» (Μοdesti, 2008, σ.210). Λόγω αυτού, οι άνθρωποι στις μεταμοντέρνες συνθήκες σχετίζονται και εξαρτώνται από τον περίγυρό τους με έναν τρόπο διαφορετικό από άλλες πολιτισμικές περιόδους.

13 Οι πολιτισμικές αλλαγές που συμβαίνουν, επιτρέπουν στο τατουάζ να αναγνωρίζεται ως μια παρουσίαση του εαυτού με νόημα και συνέπειες, προκαλώντας έναν θεωρητικό προβληματισμό σχετικά με το πώς οι χώροι των tattoo-studio συμβάλλουν στη διαδικασία της παράστασης της ταυτότητας σε έναν μεταμοντέρνο πολιτισμό. «Μέσα από τα υλικά αντικείμενα ενός tattoo-studio, μέσα από την υλική συνέπεια της λήψης μιας απόφασης στον χώρο αυτό, καθώς και από τις εμφανίσεις της ταυτότητας που εκφράζονται μέσα από την απόκτηση ενός τατουάζ, ενσωματώνονται θέματα ελέγχου και επιλογής, τα οποία αναδύονται για να ενισχύσουν την κυριότητα. Tα tattoo-studio προσφέρουν στους πελάτες την ευκαιρία να βιώσουν μια ατμόσφαιρα, όπου μπορεί να ανακαλυφθεί η ταυτότητα και να δημιουργηθεί μέσα σε μια στιγμή. Τα υλικά αντικείμενα, όπως το μηχάνημα τατουάζ αντιστρέφουν τους παραδοσιακούς ρόλους της δύναμης και του ελέγχου, παρέχοντας στο άτομο που αποκτά το τατουάζ μια αίσθηση ενδυνάμωσης στο ταξίδι της απόκτησης μιας ταυτότητας» (Modesti, 2008, σ.211). Η DeMello (2000), υποστηρίζει επίσης στο βιβλίο της, το οποίο πραγματεύεται κυρίως τη σχέση ανάμεσα στο κοινωνικό και το φυσικό σώμα, ότι «η μετατροπή του σώματος είναι ο απλούστερος τρόπος με τον οποίον τα ανθρώπινα όντα μεταμορφώνονται σε κοινωνικά όντα», ενώ τα τατουάζ θεωρούνται καθολικά χαρακτηριστικά μιας «πρωτόγονης κοινωνίας» μαζί με άλλες μορφές μετατροπής του σώματος: «Αυτές οι πρακτικές μετατροπής του σώματος έχουν βρεθεί από την πρώιμη παλαιολιθική εποχή και θεωρούνται ορατοί δείκτες της ηλικίας, του κοινωνικού στάτους, της οικογενειακής θέσης, των φυλετικών δεσμών και ούτω καθεξής» (DeMello, 2000, σ.10). Σε άλλη μελέτη, όπου εξετάζεται η πορεία της σύνδεσης του τατουάζ με το ατομικό και το συλλογικό, διατυπώνεται η άποψη ότι οι λειτουργίες και οι συμβολισμοί δεν εξατομικεύονται απαραίτητα στην πορεία του χρόνου, αλλά συνδέονται με διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Αρχικά, για τη DeMello (2000), το τατουάζ αποτελώντας ένα ισχυρό σύμβολο ταυτότητας, εξυπηρετεί την ανάγκη κάποιου να εγγράψει τον εαυτό του είτε ως ένα αυτόνομο και μοναδικό άτομο, είτε ως μέρος μιας ομάδας, αφού η πρωταρχική ισχύς του είναι η κυριολεκτική ικανότητα που προσφέρει στο άτομο να «γράφει τον εαυτό του» και κατά συνέπεια «να διαβάζεται από τους άλλους» δημιουργώντας έτσι «αφηγήσεις τατουάζ», οι οποίες εξυπηρετούν με έναν σημαντικό τρόπο στη δημιουργία νοήματος, παρέχοντας ένα θεωρητικό και συναισθηματικό περιεχόμενο στο τατουάζ (DeMello, 2000, σ.12).

14 Από το 1980 υπάρχει μια αξιοσημείωτη αύξηση στην προσοχή που δίνει ο δημοφιλής τύπος στα τατουάζ. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, το θέμα έχει πάρει τόσο μεγάλες διαστάσεις στις ΗΠΑ που πρόκειται για ένα είδος κινήματος. Επιπλέον, η ρητορική των δημοφιλών ΜΜΕ δίνει έμφαση στη νέα ανερχόμενη ταξική βάση της κοινότητας των τατουάζ, που απαρτίζεται από ανθρώπους όλων των κοινωνικοοικονομικών επιπέδων. Με αυτό τον τρόπο το τατουάζ αποσυνδέεται από το ιστορικό του παρελθόν ως στοιχείο του υποκόσμου και επαναπροσδιορίζεται ως ένα κοινό χαρακτηριστικό για όλους μέσα από αυτές τις καινούριες αφηγήσεις των ΜΜΕ και των απλών συνηθισμένων ανθρώπων. Η DeMello υποστηρίζει ακόμα ότι μέσα από αυτές τις αφηγήσεις για το τατουάζ δημιουργείται μια φαντασιακή κοινότητα: «Βρήκα πως η κοινότητα εμφανίζεται κάθε φορά που τα άτομα με τατουάζ μιλούν για τους εαυτούς τους, ο ένας για τον άλλον και μεταξύ τους. Η κοινότητα που εμφανίζεται πρωταρχικά μέσα στις σελίδες των περιοδικών, σε διαδικτυακές ομάδες συζήτησης και σε εκδηλώσεις που σχετίζονται με τα τατουάζ είναι η λειτουργία αυτού του διαλόγου» (DeMello, 2000, σ.18). «Η αίσθηση της κοινότητας που βρίσκουν τα άτομα σε έναν διαγωνισμό για τατουάζ ή διαβάζοντας ένα περιοδικό για τατουάζ έχει λιγότερο να κάνει με μια φυσική συνάθροιση σωμάτων και περισσότερο με ένα συναίσθημα κοινής ιδιαιτερότητας (DeMello, 2000, σ.21) που προκαλεί κατά τη γνώμη της στο άτομο την αίσθηση του ανήκειν σε μια κοινότητα, έστω κι αν είναι φαντασιακή». Εκτός από το τατουάζ, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που συντελούν στη δημιουργία αυτής της φαντασιακής κοινότητας σύμφωνα με τη συγγραφέα. «Καθώς η κοινωνία μας γίνεται όλο και πιο τεχνοκρατική, μεταβατική, κατακερματισμένη και αποκολλημένη από τα παραδοσιακά της θεμέλια, όπως οι οικογενειακοί ή οι θρησκευτικοί δεσμοί, τα άτομα αναζητούν συνδέσεις με άλλους που μοιράζονται σημαντικά στοιχεία της ταυτότητάς τους. Για πολλούς, οι σχέσεις που διαμορφώνονται σε αυτές τις νέες κοινότητες είναι πιο σημαντικές από τις «πρωταρχικές» σχέσεις τους με την οικογένεια ή τους φίλους τους. Το να βλέπει κανείς τον εαυτό του ως μέλος μιας κοινότητας είναι να αναφέρεται σε πτυχές του εαυτού που είναι πιο τμηματικές και αφορούν μεγάλο κομμάτι της ταυτότητάς του. Λειτουργώντας διαφορετικά, αυτές οι κοινότητες εκφράζουν την κοινή ταυτότητα ανάμεσα στα μέλη και υπάρχουν σε αντίθεση με αυτούς που βρίσκονται στην εξωομάδα και δεν κατέχουν παρόμοιες ποιότητες» (DeMello, 2000, σ.41).

15 Επιπλέον, η DeMello (1995) εξετάζει τους Λόγους των media, της ακαδημαικής κοινότητας και των ανθρώπων που έχουν τατουάζ και ανακαλύπτει πως οι Λόγοι αυτοί συγκλίνουν, ότι πλέον τα τατουάζ είναι πολύ διαδεδομένα ανάμεσα στη μεσαία τάξη των μορφωμένων ανθρώπων και ότι οι άλλες κατηγορίες αποσιωπώνται. Το ότι το τατουάζ έχει μετατραπεί από ένα σύμβολο απόκληρων σε ένα σύμβολο αστέρων της μουσικής ή της μόδας, καθώς και από στίγμα σε status, κάνει τη συγγραφέα να αναρωτηθεί εάν πλέον έχει ακυρωθεί το ανατρεπτικό τους μήνυμα. Εάν έχει πράγματι συμβεί αυτό, τότε η συγγραφέας συλλογίζεται για την ικανότητα των υποκειμένων να εφευρίσκουν την παράδοση και το νόημα, αλλά και για τη δύναμη των media να προκαλούν συμβολικές μεταμορφώσεις (DeMello, 1995). Μια άλλη οπτική στη σύνδεση του τατουάζ με το πολιτισμικό πλαίσιο αναπτύσσεται από τους Mascia-Lees και Sharpe (1992), οι οποίοι εξετάζουν το σώμα που αποκτά τατουάζ ως μια προσπάθεια να ξεφύγει από τα όρια του πολιτισμού. Τα τατουάζ αναγνωρίζονται ως φυλαχτά διατηρώντας την ατομική ταυτότητα ενάντια στον κοινωνικό καθορισμό του σώματος και στην κοινωνικά κατασκευασμένη ταυτότητα (Mascia-Lees & Sharpe, 1992). Για να υποστηρίξουν τον συλλογισμό τους, οι συγκεκριμένες μελέτες παραθέτουν δύο έρευνες του Sanders (1989) σε κρατούμενους φυλακών, όπου παρουσιάζεται ότι τα τατουάζ είναι μια ταυτότητα που δηλώνει την περιφρόνηση των υποκειμένων αυτών ενάντια στην καταπιεστική εξουσία και το διαχωρισμό τους από τη συμβατική κοινωνία (Sanders, 1989 στο Mascia-Lees & Sharpe, 1992, σ.152). Τέλος, η Fenske (2007) εξετάζει σε μια μελέτη της την ακραία μορφή εξατομίκευσης και πού μπορεί να οδηγήσει. Μελετώνται οι εμφανίσεις των ατόμων με υπερβολικά πολλά τατουάζ σε διαγωνισμούς τατουάζ που διοργανώνονται κάθε τόσο και καταδεικνύεται ότι οι «δράσεις ενός σώματος με υπερβολικά πολλά τατουάζ πλημμυρίζουν και κατά συνέπεια αποσυναρμολογούν τη λογική της ταξικής κανονιστικότητας, αφού μέσα στην κοινότητα των τατουάζ γίνονται προσπάθειες να δoθεί στο σώμα κοινωνική νομιμοποίηση» (Fenske, 2007, σ.68). Μέχρι στιγμής, οι μελέτες ασχολούνται με την επίδραση του πολιτισμού πάνω στην απόκτηση του τατουάζ και ακολουθούν την πορεία του τατουάζ ως σηματοδότη μιας κοινωνικής ταυτότητας αρχικά και έπειτα μιας ατομικής ταυτότητας. Δηλαδή, το τατουάζ λειτουργεί ως αναγνωριστικό σημάδι της προσωπικής ταυτότητας κάποιου σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο. Αντίστροφα, και το κοινωνικό πλαίσιο, το οποίο συμπεριλαμβάνει τον πολιτισμό και τα ΜΜΕ, επιδρά στην επιλογή του ατόμου για τατουάζ.

16 Παρόλα αυτά, υπάρχουσες μελέτες δείχνουν πως άτομα μέσα από την απόκτηση ενός ή περισσότερων τατουάζ προσπαθούν να υπερνικήσουν τον κοινωνικό καθορισμό και να απελευθερώσουν το σώμα από τις προδιαγραφές που αποκτά εντός του πολιτισμικού πλαισίου. Άλλη μελέτη (Shoham, 2009) εξετάζει τη λειτουργία των τατουάζ σε Ρώσους κρατούμενους τεσσάρων μεγάλων Ισραηλινών φυλακών κατά τη διάρκεια του έτους 2005-2006. Από την παρατήρησή τους βρέθηκε πως τα τατουάζ της συγκεκριμένης κατηγορίας ανθρώπων αντανακλούν τις αξίες της ρώσικης εγκληματικής υποκουλτούρας, η οποία χαρακτηρίζεται από μια ιεραρχική δομή και από διακηρύξεις αρρενωπότητας, κυριαρχίας, επαναστατικότητας, απόκλισης και ανοιχτού ανταγωνισμού ενάντια στο Καθεστώς και στους αντιπροσώπους του. Η δέσμευση των κρατούμενων σε αυτή την υποκουλτούρα εγγράφεται πάνω στα σώματά τους και γίνεται μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται «ο εαυτός-καθρέφτης» (Macionis, 1997 στο Shoham, 2009, σ. 1000). Δηλαδή, σύμφωνα με τον ερευνητή, «τα άτομα παρατηρούν τους εαυτούς τους και καθοδηγούν τις ζωές τους σύμφωνα με τον τρόπο ζωής που αναμένεται από αυτούς. Με αυτό τον τρόπο, η εγκληματική κοινότητα διατηρεί και ενισχύει τη δύναμή της, καθώς και την πίστη και τη δέσμευση των μελών της, οι οποίοι αφιερώνονται στη συνέχιση μιας ανάλογης στάσης ζωής. Το τατουάζ εντατικοποιεί και παρέχει μια αίσθηση του ανήκειν, της προστασίας και της ασφάλειας που είναι κρίσιμα για την επιβίωση στη φυλακή, ενώ εξυπηρετεί στο να τιμωρεί, να αποκηρύσσει και να αποκλείει όλους όσους επιλέγουν να υιοθετήσουν αξίες και νόρμες που ταυτίζονται με έναν κανονιστικό κόσμο. Έτσι, η εγκληματική κοινότητα καταστέλλει την τάση για επανένταξη στην κοινωνία και διατηρεί το διαχωρισμό και την αντιστροφή των σημαντικότερων, κανονιστικών κοινωνικών νορμών. Αυτή η εγγεγραμμένη γλώσσα καθιστά δυνατή την ενδυνάμωση και διατήρηση του ελέγχου επί του επίσημου κανόνα της φυλακής» (Shoham, 2009, σ.1000). Η επόμενη μελέτη «επισημαίνει» τη σημαντικότητα των τατουάζ στο προσωπικό της ποινικής δικαιοσύνης και στους θεραπευτές των σωφρονιστικών κέντρων. Σύμφωνα με τον συγγραφέα της μελέτης Palermo (2008), το προσωπικό των φορέων αυτών θα έπρεπε να αναγνωρίζει τη σημασία των τατουάζ για τους κρατούμενους. Η συγκεκριμένη μελέτη διερευνά τα κίνητρα πίσω από τα τατουάζ, την παρουσία τους ανάμεσα στους κρατούμενους, όπως και την πιθανή συμβολή τους στη θεραπευτική σχέση. «Αποτελούν βασικά μια μορφή επικοινωνίας των πεποιθήσεων κάποιου, που προορίζονται να αναγνωστούν από τους άλλους, μέσω ενός μηνύματος φανερού ή συμβολικού.

17 Όταν κάποιος θεραπευτής αναγνωρίζει τον τύπο των τατουάζ και ιδιαίτερα το νόημά τους για το ίδιο το άτομο, μπορεί να ωφελήσει τελικά τη θεραπευτική επικοινωνία και την αποκατάστασή του κρατούμενου, δεδομένου ότι στους κρατούμενους δεν αρέσει να εμπλέκονται σε μια διαπροσωπική συμβουλευτική και να ανοίγονται σε έναν θεραπευτή που δουλεύει για το σύστημα. Έτσι, παρόλο που είναι «σιωπηλά», τα τατουάζ «μιλούν» για αυτούς» (Palermo, 2008, σ.21). Εθνογραφική μελέτη (Santos, 2009) αντλώντας έμπνευση από την αυξανόμενη παρουσία των tattoo-studio στο Los Angeles εστιάζει στο μεταβαλλόμενο κόσμο του τατουάζ. Η μεθοδολογία της έρευνας περιελάμβανε παρατήρηση συμμετεχόντων, ομάδες εστίασης και δομημένες κατευθυντικές συνεντεύξεις ανοιχτού τύπου με πελάτες Chicana. Η μελέτη αυτή προσφέρει μια νέα ανάλυση που εστιάζει στο πώς οι γυναίκες Chicana χρησιμοποιούν τα σώματά τους ως καμβάδες για να προκαλέσουν το status quo. Τα ευρήματα της μελέτης του Santos (2009) δείχνουν ότι οι Chicanas, παρόλο που «δαιμονοποιούνται» από την κοινή γνώμη, χρησιμοποιούν τα τατουάζ για «να κατασκευάσουν ενεργά την ταυτότητά τους μέσα από την επαναδιεκδίκηση του εκφραστικού ελέγχου πάνω στα ταξικοποιημένα, φυλοποιημένα, φυλετικοποιημένα και σεξουαλικοποιημένα σώματά τους» (Hurtado, 2004 στο Santos, 2009, σ.98), «ενάντια στους ισχυρούς δομικούς περιορισμούς που αναζητούν να διατηρήσουν το φυσικό σώμα» (Santos, 2009, σ.98). Για να στηρίξει τα ευρήματά του, ο Santos (2009) παραθέτει αρχικά βιβλιογραφία για τις διαφορές των δύο φύλων στο θέμα των τατουάζ: «Παρόλο που κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο κόσμος των τατουάζ είναι αποκλειστικά αντρικός τομέας, η πρόσφατη βιβλιογραφία αμφισβητεί αυτούς τους ισχυρισμούς με πειστικές ενδείξεις» (Hawkes, Senn & Thorne, 2004 στο Santos, 2009, σ.94). Η Miffin (1997) είναι ανάμεσα στους πρώτους θεωρητικούς που εξετάζουν την εμφάνιση των γυναικείων τατουάζ από τα freak-shows στα τέλη του 19 ου αι. και στις αρχές του 20 ου αι., τη σχετική απουσία γυναικών με τατουάζ στη δεκαετία του 1970 και την αύξησή τους στις μέρες μας (Miffin, 1997 στο Santos, 2009, σ.94). Ο Adams (2009) διεξήγαγε μια μελέτη για να μελετήσει τις διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα όσον αφορά τα τατουάζ και βρήκε, ότι οι άντρες και οι γυναίκες αποκτούν τατουάζ με μια σχετικά παρόμοια συχνότητα (Adams, 2009 στο Santos, 2009, σ.94). Παρομοίως, ο Sanders (1991) βρήκε ότι περίπου το 45 τοις εκατό των ατόμων που αποκτούν τατουάζ είναι γυναίκες. Η μελέτη του Sanders αποκαλύπτει όμως, ότι οι άντρες και οι γυναίκες κάνουν τατουάζ σε διαφορετικά σημεία.

18 Ισχυρίζεται ότι οι γυναίκες κάνουν συχνά τατουάζ σε ιδιωτικές περιοχές για να αποφύγουν το στιγματισμό, ενώ οι άντρες κάνουν τατουάζ σε πιο ορατα σημεία για τους άλλους. Και οι δυο μελέτες υποστηρίζουν, ότι ο κόσμος του τατουάζ αναπαριστά μια πατριαρχική ζώνη που επιτρέπει στους άντρες να απολαμβάνουν την επίδειξη των τατουάζ τους, ενώ αντίθετα οι γυναίκες αναμένεται να είναι πιο διακριτικές (Sanders, 1991 στο Santos, 2009, σ.94 ). Στη συνέχεια, η Irwin (2003) υποστηρίζει ότι οι γυναίκες με τατουάζ δέχονται διαφορετική αντιμετώπιση από τους άντρες. H Ιrwin βρήκε ότι οι γυναίκες με πολλά τατουάζ παραβιάζουν τις συμβατικές νόρμες για την ομορφιά και έτσι οι άλλοι συνηθίζουν να τους αποδίδουν χαρακτηρισμούς, όπως «αντροπρεπείς», «άσχημες» ή «ελαφρών ηθών». Παρομοίως, οι Hawkes, Senn και Thorne (2004) εξέτασαν τη στάση προπτυχιακών φοιτητών για τις γυναίκες με τατουάζ και βρήκαν ότι οι άντρες και οι γυναίκες φοιτητές έχουν αρνητική άποψη για τις γυναίκες με ορατά τατουάζ. Τέλος, στο βιβλίο του για τις υποκουλτούρες, ο Muggleton (2005) αναπτύσσει τον προβληματισμό για το εάν τα τατουάζ αποτελούν μια συγκεκριμένη έκφραση κοινωνικού διαχωρισμού, μια κοινωνική πράξη ή ένα διαφορετικό, ευρύ και εξατομικευμένο φαινόμενο (Muggleton, 2005). Αφού εστιάσαμε στη σύνδεση του τατουάζ με ομάδες και υποκουλτούρες, κλείνουμε εδώ αυτή τη βιβλιογραφική ενότητα. Εξετάσαμε μέχρι στιγμής την επίδραση του πολιτισμού στην επιλογή κάποιου ατόμου να αποκτήσει ένα τατουάζ και αντίστροφα την επιθυμία του ατόμου να αποδράσει από τον πολιτισμό και να ορίσει μόνο του την ταυτότητά του μέσα από το τατουάζ. Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε έρευνες που εστιάζουν στην προσωπική ταυτότητα και την σχέση της με το τατουάζ. Σε αυτό το σημείο θα θέλαμε να επαναλάβουμε ότι ο διαχωρισμός ανάμεσα στην ομαδική/συλλογική και την προσωπική ταυτότητα είναι καθαρά λειτουργικός και γίνεται βάση του θέματος στο οποίο εστιάζει η κάθε μελέτη χωρίς να αμφισβητείται η διαλεκτική σχέση ατομικούσυλλογικού.

1.2.2 Τατουάζ, προσωπική ιστορία και ατομική ταυτότητα 19 Η ενότητα αυτή περιλαμβάνει μελέτες, οι οποίες διερευνούν την προσωπική ταυτότητα και το εάν παγιώνεται μέσω του τατουάζ, των προσωπικών αφηγήσεων και του προσωπικού νοήματος. Εστιάζουν δηλαδή στις ατομικές λειτουργίες και τα κίνητρα των ατόμων που αποκτούν τατουάζ. Αρχικά θα δούμε πώς το τατουάζ λειτουργεί ως φορέας της προσωπικής ταυτότητας. Οι μελέτες που παραθέτουμε σχετίζονται με το πώς η προσωπική ταυτότητα δημιουργείται και παρουσιάζεται στους άλλους μέσω του τατουάζ. Θα εστιάσουμε στη διαδικασία κατασκευής της ταυτότητας μέσα από τις αφηγήσεις των υποκειμένων και θα διερευνήσουμε τους παράγοντες που εμπλέκονται σε αυτή τη διαδικασία. Ο πολιτισμός είναι σαφώς ένας σημαντικός παράγοντας και εξετάστηκε ήδη στην πρώτη ενότητα. Στη δεύτερη ενότητα που ακολουθεί εδώ, κυρίαρχο θέμα είναι το άτομο και τα κίνητρά του, καθώς και η επιρροή που δέχτηκε από τον κοινωνικό περίγυρο στην απόφασή του να αποκτήσει ένα τατουάζ. Ένα θέμα που εξετάζουμε αν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε καλύτερα τη διαδικασία απόκτησης ενός τατουάζ σε προσωπικό επίπεδο, είναι η έννοια της αυτοπάθειας. Σύμφωνα με τον Crossley (2001), ο οποίος προσπαθεί να κατανοήσει τις πρακτικές μετατροπής του σώματος, η κοινωνικά θεσμοποιημένη ικανότητα για αυτοπάθεια μας επιτρέπει να επιστρέφουμε και να αντικειμενικοποιούμε τους εαυτούς μας, προκαλώντας έναν διαχωρισμό σε αυτό που ο Mead (1967) αναφέρθηκε ως το «Εγώ» και το «Εμένα», το σώμα ως υποκείμενο και ως αντικείμενο. Σε αυτό το επίπεδο είμαστε τα σώματά μας και έχουμε ένα σώμα (Mead, 1967 στο Crossley, 2001, σ.1). «Παρόλα αυτά, είναι αναγκαίο να αναγνωρίζουμε πως αυτός ο διαχωρισμός έχει μια αυτοπαθή παρά μια ουσιαστική φύση» (Crossley, 2001, σ.2). Την πολυπλοκότητα της ατομική αφήγησης για την απόκτηση τατουάζ τονίζει άλλη μελέτη, σύμφωνα με την οποία το τατουάζ είναι πολύπλοκο, γιατί αποτελεί ένα δια-πολιτισμικό, ιστορικό και σύγχρονο φαινόμενο. Μέσα από τη διαδικασία της αφήγησης ιστοριών, κατασκευάζονται πολλαπλές υποκειμενικές «ιστορίες». «Αυτές οι αλήθειες είναι ζωτικής σημασίας, γιατί νοηματοδοτούν την εμπειρία του τατουάζ. Οι ιστορίες των συμμετεχόντων μιας μελέτης, όπως και οι ζωές που περιγράφουν, είναι πάντα ανοιχτού τύπου, χωρίς κάποιο συμπέρασμα, είναι διφορούμενες και υποβάλλονται σε πολλαπλές ερμηνείες» (Denzin, 1989).

20 Στο ίδιο πνεύμα η Κοsut (2000) χρησιμοποιεί τη μέθοδο της ερμηνευτικής ανάλυσης: παρουσιάζει 8 αφηγήσεις για τατουάζ, οι οποίες κατηγοριοποιούνται σε τρεις τομείς αφηγηματικής θεματολογίας: «Κοινωνικά Τοπία, Ιστορίες για τον Εαυτό και Συζήτηση για το Σώμα». Η Κοsut υποστηρίζει, ότι παρόλο που δεν μπορεί να εκφέρει γνώμη για τους λόγους, για τους οποίους οι άνθρωποι επιλέγουν να κάνουν τατουάζ ή για τα ακριβή νοήματα και τις λειτουργίες τους, μπορεί να παρουσιάσει την πολυπλοκότητα του τατουάζ μέσω αυτής της ανάλυσης ως μια μορφή ενσωματωμένης οπτικής επικοινωνίας. Οι αφηγήσεις των τατουάζ αποκαλύπτουν ένα πολύπλοκο πλέγμα μικρο- και μακροσχέσεων: «Συνδεδεμένα με αυτές τις ιστορίες βρίσκουμε άτομα που διαπραγματεύονται τους εαυτούς τους και τα σώματά τους, καθώς η κοινωνία τα οδηγεί προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Στο πιο βασικό επίπεδο της ανάλυσης, οι άνθρωποι αναγνωρίζουν πως τα τατουάζ τους είναι ένας τρόπος να ενισχύσουν, να επαναδιεκδικήσουν και να επαναορίσουν το σώμα τους». Επίσης, οι αφηγήσεις των τατουάζ είναι μοναδικές, γιατί λέγονται μέσα από ένα μοναδικό σώμα και το κοινό τους σημείο είναι η αίσθηση της κυριότητας που προσφέρουν στο κάθε άτομο. (Kosut, 2000, σ.98-99). Άτομα που έχουν «γεμίσει το σώμα τους με τατουάζ» 2 αφορά έρευνα που πραγματοποίησε ο Ferreira (2011) στην Πορτογαλία. Η εμπλοκή των νέων στο project της μόνιμης σωματικής μετατροπής, αναπαριστά κατά την άποψη του ερευνητή, μια ενσωματωμένη μάχη για τη διατήρηση μιας επιθυμητής υποκειμενικότητας. «Σε μια αυξανόμενα ρευστή και αβέβαιη κοινωνία, κάποια νεαρά άτομα σημαδεύουν μεγάλη επιφάνεια των σωμάτων τους με μελάνι αναζητώντας την κοινωνική αναγνώριση ως διαφορετικά, αυθεντικά και αυτόνομα άτομα και προσπαθούν έτσι να διατηρήσουν την πυρηνική τους ταυτότητα σε μεταβατικές φάσεις» (Ferreira, 2011, σ.20). Οι μαρτυρίες που παρουσιάζονται από τον Ferreira προέρχονται από ατομικές συνεντεύξεις σε βάθος, με άντρες και γυναίκες που είχαν τρύπες και πολλά τατουάζ στο σώμα τους. Η ανάλυση περιεχομένου έδειξε, ότι οι συνεντευξιαζόμενοι με πολύ διαφορετικό κοινωνικό υπόβαθρο, πορεία ζωής και χωρίς να αποτελούν μία κατάλληλη «κοινωνική ομάδα», παρήγαγαν μια πολύ συνεκτική και ομοιογενή συζήτηση μεταξύ τους, αναφερόμενοι σε αρκετά παρόμοια συμβολικά πλαίσια για να δικαιολογήσουν τις χρήσεις, τα μηνύματα και τις κοινωνικές επιδράσεις των σωμάτων τους. Με άλλα λόγια, φάνηκε μια «κοινωνικά συγκλίνουσα αφήγηση» από την ανάλυση περιεχομένου των συζητήσεών τους (Abbott, 1992, στο Ferreira, 2011, σ.10). 2 Μετάφραση του αγγλικού όρου heavily tattooed.

21 O Ferreira (2009) σε άλλη έρευνά του προσθέτει ότι ενώ τα άτομα που αποκτούν τατουάζ συχνά αναζητούν την κοινωνική υποστήριξη και την αναγνώριση από τους άλλους, η διαδικασία σημαδέματος του σώματος αποτελεί στην ουσία μια δέσμευση στον εαυτό εφ όρου ζωής. Οι συμμετέχοντες της έρευνας περιγράφουν τα τατουάζ τους ως μια αλληλουχία προσωπικών εμπειριών και επιλογών που απαρτίζουν μια αυτοβιογραφική δήλωση. Αποτελεί μια διαδικασία που δεν αναφέρεται πια σε κοινωνικές συνδέσεις, αλλά μάλλον σε διακηρύξεις ατομικής διαφοράς αναγνωρίσιμης ανάμεσα σε συνομηλίκους (Ferreira, 2009). Στη συνέχεια, σε μια μελέτη της η Fleming αναφέρει ότι «Το παραδοσιακά οριακό κοινωνικό στάτους του τατουάζ και η συσχέτισή του με αρχαίες ή πρωτόγονες κουλτούρες ενισχύει την αξία του ως μια μορφή έκφρασης, της οποίας ο χαμηλός ή αταβιστικός χαρακτήρας του επιτρέπει να λειτουργεί ως αγωγός για ασυνείδητες ή ενστικτώδεις δυνάμεις. Εδώ οι αρχαικές, προ-ατομικές ορμές του Φρουδικού ασυνειδήτου επαναερμηνεύονται αποξενωμένες από την σύγχρονη μαζική κοινωνία» και συμπληρώνει πως «η ταυτότητα διαμορφώνεται όχι στα βάθη, αλλά στην εξωτερική επιφάνεια του υποκειμένου. Το τατουάζ απειλεί να περιορίσει το υποκείμενο σε μια λειτουργία του εαυτού του» (Fleming, 2001, σ.62). Σύμφωνα με την ίδια συγγραφέα, «ο ισχυρισμός ότι το τατουάζ αναπαριστά αποτελεσματικά το εσωτερικό της ψυχής, μαζί με την απεριόριστη αυθεντικότητά του είναι από τα πράγματα που επιτρέπουν την ανέλιξή του ως μια μορφή τέχνης στη Δύση καθιστώντας την ιδέα της εξατομίκευσης ως το κεντρικότερο θέμα συζήτησης όσον αφορά το σύγχρονο τατουάζ, προλογίζοντας θέματα «διαχείρισης, ελέγχου και αυτονομίας» (Fleming, 2001, σ.65). Άλλες μελέτες ασχολήθηκαν με τα κίνητρα πίσω από την απόφαση της απόκτησης ενός τατουάζ. Τέτοια είναι η έρευνα των Tse, Firmin, Angelini & Foster (2006), που χρησιμοποίησε δεδομένα από συνεντεύξεις 24 προπτυχιακών φοιτητών που αφορούν την απόφασή τους να κάνουν τατουάζ: το ενδιαφέρον για την υγεία, η επιρροή από γονείς και φίλους και ο κοινωνικός στιγματισμός φάνηκε ότι αποτελούν ιδιαίτερα ισχυρές εξωτερικές επιρροές στις αποφάσεις αυτές. Βρέθηκε ότι η οικογένεια των φοιτητών που επιλέγουν να κάνουν τατουάζ δεν είναι συνήθως τόσο υποστηρικτική στην απόφασή τους. Υπήρχαν λίγοι γονείς που ενθάρρυναν την πρακτική αυτή, αλλά στο μεγαλύτερο μέρος τους ήταν αποθαρρυντικοί (Tse, Firmin, Angelini & Foster, 2006 στο Firmin, Tse, Foster, Angelini, 2012, σ.80).

22 Αυτό συνάδει με τα ευρήματα των Coe et al. (1992), οι οποίοι βρήκαν επίσης ότι το οικογενειακό περιβάλλον δεν αποδεχόταν τα τατουάζ των φοιτητών ή τα αγνοούσε. Φάνηκε ακόμη ότι οι σχέσεις με τους συνομηλίκους ασκούν ιδιαίτερη επιρροή στην απόφαση κάποιου να κάνει τατουάζ (Coe et al. 1992 στο Firmin, Tse, Foster, Angelini, 2012, σ.87). Συχνά, φαίνονταν να λειτουργούν οι αρχές της μίμησης, κάτι που συνάδει με το εύρημα των Armstrong et al. (2004), ότι οι κοινωνικές επιρροές είναι σχετικά ισχυρές μέσα στο δείγμα των ατόμων με τατουάζ. Πρότυπα για τους συμμετέχοντες του δείγματος φαίνεται ότι αποτέλεσαν άλλα άτομα με τατουάζ, τα οποία ίσως να άμβλυναν τις αναστολές των συμμετεχόντων (Armstrong et al., 2004 στο Tiggemann & Golder, 2006, σ.77). Είναι αξιοσημείωτο ότι στα ευρήματα της παραπάνω μελέτης σύμφωνα με τους συγγραφείς, οι φοιτητές ήταν ενήμεροι για τα κοινωνικά στίγματα που αφορούν όσους κάνουν τατουάζ. Παρόλα αυτά, αποφάσισαν να αποκτήσουν τατουάζ υποβαθμίζοντας τα στερεότυπα που θα μπορούσαν να τους προσάπτουν οι άλλοι. Επίσης, αναφέρουν ότι δεν έδωσαν σημασία στις συμβουλές από την οικογένεια ή από φίλους που δεν αποδέχονταν την απόφασή τους να κάνουν τατουάζ. Οι συμμετέχοντες ήταν απλά αποφασισμένοι να υλοποιήσουν την απόφασή τους παρά την αρνητική στάση των άλλων. Τέλος, δεν αναφέρθηκαν περιπτώσεις ατόμων που έκαναν τατουάζ υπό την επήρεια ουσιών, ούτε αναφέρθηκαν περιπτώσεις μαζικού τατουάζ στο δείγμα της μελέτης (π.χ. ομάδες ατόμων να κάνουν ταυτόχρονα τατουάζ) ή αποφάσεις ως αποτέλεσμα στοιχημάτων. Αντίθετα, αποτελούσαν πολύ προσεκτικά σχεδιασμένες αποφάσεις. Οι συμμετέχοντες φάνηκαν πρόθυμοι να συνεχίσουν παρά την οποιαδήποτε αρνητική αντίδραση των γύρω τους και συλλογίζονταν με ποιόν τρόπο θα απαντούσαν ενάντια στην κριτική που επρόκειτο να δεχτούν από την οικογένειά τους ή από τους φίλους τους. Κανείς από τους συμμετέχοντες δεν εξέφρασε αναστοχασμό για την απόφαση, ούτε κάποια επιθυμία αφαίρεσης του τατουάζ. Ανάμεσα στους περιορισμούς των παραπάνω ερευνών είναι το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες φοιτητές «φωτογραφίζονται» σε μια στιγμή της ζωής τους. Ζητήματα σύνδεσης τατουάζ και ταυτότητας μπορούν να προσεγγιστούν μόνο ακολουθώντας τους στον χρόνο και εκτιμώντας το πώς αλλάζουν οι προοπτικές τους καθώς κινούνται μέσα από διάφορα στάδια στη διαδικασία της ενήλικης ανάπτυξης και ωρίμανσης. Όπως αναφέρουν οι Tse et al. (2006) «τη στιγμή που εισχωρήσαμε στους κόσμους των νεαρών αυτών ατόμων ήταν φοιτητές, οι οποίοι πιθανότατα να αντιμετώπιζαν θέματα ταυτότητας σε διάφορα επίπεδα όπως όλοι οι φοιτητές».

23 Ένας δεύτερος περιορισμός των μελετών είναι ότι η πλειονότητα των συμμετεχόντων ήταν Καυκάσιοι, ενώ έλειπε η αντιπροσώπευση ατόμων από μειονοτικές ομάδες. Μελλοντικές μελέτες θα έπρεπε να περιλαμβάνουν και μειονότητες στον ερευνητικό σχεδιασμό (Tse et al., 2006, σ.88). Τα κίνητρα απόκτησης τατουάζ εξετάζει και η έρευνα των Tiggeman και Golder (2006). Στη μελέτη αυτή έλαβαν μέρος 100 συμμετέχοντες: 50 (30 άντρες, 20 γυναίκες) με τατουάζ και μια ομάδα ελέγχου 50 ατόμων χωρίς τατουάζ. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν κλίμακες που αξιολογούσαν το βαθμό της επένδυσης στην εμφάνιση και της ανάγκης για μοναδικότητα. Βρέθηκε ότι τα άτομα με τατουάζ είχαν υψηλότερο σκορ από την ομάδα ελέγχου στο κριτήριο της ανάγκης για μοναδικότητα, αλλά όχι όσον αφορά τις μετρήσεις της επένδυσης στην εξωτερική εμφάνιση. Ανάμεσα σε όσους δεν είχαν τατουάζ, η ανάγκη για μοναδικότητα αποτελούσε προγνωστικό δείκτη για τη μελλοντική πιθανότητα απόκτησης ενός τατουάζ και στη σχέση αυτή εμπλεκόταν η επένδυση στην ξεχωριστή εμφάνιση. Βασισμένη στην παραδοχή ότι το τατουάζ προσφέρει στα άτομα ένα μέσο για να επιτύχουν το διαχωρισμό μέσα από τη μετατροπή του σώματος, η μελέτη αυτή διερεύνησε την υπόθεση ότι τα άτομα με τατουάζ παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα στην ανάγκη τους για μοναδικότητα. Επομένως, το τατουάζ θα μπορούσε να ειδωθεί ως μια δράση που καταλήγει σε θετικά ψυχολογικά αποτελέσματα για το άτομο με το να αμβλύνει το αρνητικό συναίσθημα που σχετίζεται με αντιλήψεις ομοιότητας και δεν υποδηλώνει κάποια δυσλειτουργικότητα του υποκειμένου (Tiggemann & Golder, 2006). Εκτός από την ανάγκη για μοναδικότητα και ξεχωριστή εμφάνιση, η αυτοέκφραση συχνά αναδεικνύεται από τις έρευνες ως κίνητρο απόκτησης τατουάζ. Οι Greif et al. (1999) ανέφεραν τους πιο κοινούς λόγους ανάμεσα στους οποίους ήταν η αυτοέκφραση, ακολουθούμενη από την ανάμνηση ενός γεγονότος, και το αίσθημα μοναδικότητας (Greif et al., 1999), ενώ ο Forbes (2001) ανέφερε ότι η αυτοέκφραση και η απάντηση «απλά μου άρεσε σαν εικόνα» ήταν οι πιο κοινές (Forbes, 2001). Επίσης, οι Armstrong et al. (2004) συμπέραναν ότι οι πιο δημοφιλείς λόγοι για την απόκτηση ενός τατουάζ περιστρέφονταν γύρω από την αυτοέκφραση και την ταυτότητα (Armstrong et al., 2004 στο Tiggemann & Golder, 2006).

24 Οι Millner και Eichold (2001) βρήκαν ότι οι πιο δημοφιλείς λόγοι για την απόκτηση ενός τατουάζ αφορούσαν συγχρόνως την ατομική έκφραση και την τέχνη (Millner & Eichold, 2001 στο Tiggemann & Golder, 2006, σ. 310). Η βασική θεωρία που στηρίζει τα ευρήματά τους είναι ότι μαζί με μια ανάγκη για ομοιότητα, οι άνθρωποι έχουν μια ανάγκη να είναι ξεχωριστοί και ιδιαίτεροι. Αντίστοιχα είναι και τα ευρήματα των Snyder και Fromkin (1977, 1980), οι οποίοι αναφέρουν ότι οι άνθρωποι αναζητούν να εγκαθιδρύσουν ένα μέτριο επίπεδο αυτό-διακριτότητας, γιατί οι αντιλήψεις είτε της υπερβολικής ομοιότητας είτε της υπερβολικής ανομοιογένειας, βιώνονται με δυσαρέσκεια. Ενώ η κεντρική ιδέα είναι ότι όλοι έχουν μια ανάγκη (ή επιθυμία) να μην είναι όμοιοι, αλλά ούτε πολύ διαφορετικοί, οι ίδιοι υποστήριξαν ότι υπάρχουν ατομικές διαφορές σε αυτή την ανάγκη (Snyder & Fromkin, 1977, 1980 στο Tiggemann & Golder, 2006, σ.310). Σε συμφωνία με τη μελέτη του Radley (Radley, 1995 στο Mun, Janigo, Johnson, 2012, σ.11), οι Mun, Janigo & Johnson (2012) βρήκαν ότι για τους περισσότερους από τους συμμετέχοντες της έρευνάς τους, τα τατουάζ ήταν κάτι παραπάνω από μια απλή διακόσμηση του σώματος. Οι συμμετέχοντες απέδωσαν στα τατουάζ τους πολυάριθμα νοήματα που είχαν δημιουργήσει μετά από σκέψη, τα οποία συνδέονταν με τον εαυτό, με γεγονότα ζωής, με σχέσεις ή με θέματα πνευματικότητας. Παρόλα αυτά, για κάποιους συμμετέχοντες τα τατουάζ δεν είχαν ιδιαίτερη σημασία και δεν είχαν πρόθεση να αποδώσουν μηνύματα σ αυτά. Οι συγκεκριμένοι ήταν συνήθως δυσαρεστημένοι με τα τατουάζ τους και θεωρούσαν λάθος την απόφασή τους να αποκτήσουν τατουάζ. Γενικά πάντως, αναγνωρίζεται ότι τα άτομα αποδίδουν τελικά νόημα στα τατουάζ τους περιγράφοντάς τα ως ένα καπρίτσιο και ως ένα ενθύμιο της παρορμητικής τους συμπεριφοράς (Mun, Janigo & Johnson, 2012). Στην ίδια μελέτη βρήκαν επίσης ότι το τατουάζ προκαλεί αλλαγή στην αυτό-αντίληψη και αλλαγές στις συμπεριφορές (Mun, Janigo & Johnson, 2012). Σύμφωνα με τον Sweetman (1999), βρέθηκε ότι η αυτοπεποίθηση των συμμετεχόντων αυξανόταν μετά την απόκτηση τατουάζ και συγκεκριμένα υποστήριξαν ότι ένιωθαν ενδυνάμωση και ότι είχαν ολοκληρώσει μια μορφή αυτοδημιουργίας (Sweetman, 1999). Η συμβολή της μελέτης των Mun, Janigo & Johnson (2012) στη βιβλιογραφία για το θέμα των τατουάζ είναι αρχικά η εστίαση στην εμπειρία των γυναικών, αποκαλύπτοντας σχέσεις ανάμεσα στο τατουάζ και σε ιδέες για τον εαυτό, όπως οι προσωπικές αξίες και τα ενδιαφέροντα (Mun, Janigo & Johnson, 2012).