9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume ΙΙ ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΑΦΘΟΝΙΑ ΕΙΔΩΝ ΨΑΡΙΩΝ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΚΕΡΚΙΝΗΣ Πετρίκη Ο., Μπόμπορη Δ. Χ. Τμήμα Βιολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τομέας bobori@bio.auth.gr Περίληψη Για τη διερεύνηση της σύνθεσης της ιχθυοπανίδας και την εκτίμηση της αφθονίας των ειδών ψαριών της τεχνητής λίμνης Κερκίνης (σύστημα ποταμού Στρυμόνα) πραγματοποιήθηκαν δυο εποχικές δειγματοληψίες (φθινόπωρο 2007 και άνοιξη 2008), με απλάδια δίχτυα (άνοιγμα ματιού από 8-70 mm από κόμπο σε κόμπο). Επιπλέον, εφαρμόστηκε ηλεκτραλιεία σε επιλεγμένες θέσεις της παράκτιας ζώνης. Συλλέχθηκαν 27.841 άτομα που ανήκαν σε 14 είδη, συνολικού βάρους 264 kg. Το πιο άφθονο είδος, τόσο αριθμητικά όσο και σε βάρος ήταν το Rutilus rutilus (49,34% και 34,41% αντίστοιχα), ακολουθούμενο από το Alburnus sp Volvi (35,53% αριθμητικά) και το Perca fluviatilis (21,26% σε βάρος). Τα είδη Aspius aspius, Barbus strumicae, πολύ μικρό ποσοστό (<1%). Η σύνθεση των ειδών τόσο αριθμητικά όσο και σε βάρος διέφερε μεταξύ των δύο εποχών. Λέξεις κλειδιά: ιχθυοπανίδα, εσωτερικά νερά, απλάδια δίχτυα, άνοιξη και φθινόπωρο, αλιευτική προσπάθεια. FISH SPECIES COMPOSITION AND ABUNDANCE IN KERKINI RESERVOIR Petriki O., Bobori D. C. Department of Zoology, Aristotle University of Thessaloniki, bobori@bio.auth.gr Abstract We present data on the catch fish species composition and abundance from Kerkini reservoir (Strymonas river system). Sampling took place during two periods (autumn 2007 and spring 2008) using gill-nets (mesh sizes 8-70 mm knot-to-knot). A total of 27,841 specimens, weighting 264 kg, belonging to 14 species were caught. The most abundant species in terms of number and weight was Rutilus rutilus (49.34% and 34.41% respectively) followed by Alburnus sp Volvi (35.53% in number) and Perca fluviatilis (21.26% in weight). The species Aspius aspius, Barbus strumicae, Chondrostoma vardarense, Cobitis strumicae, Cyprinus carpio, Pseudorasbora parva and Squalius orpheus, were caught only in small numbers (<1%). Species composition, in number and weight, differed between the two seasons. Keywords: fish fauna, freshwaters, gill-nets, seasonality, CPUE. 1. Εισαγωγή Ένα από τα ποιοτικά στοιχεία για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας των λιμνών σύμφωνα με την Οδηγία 2000/60/ΕΚ (European Community 2000) είναι η σύνθεση, η αφθονία και η ηλικιακή κατανομή της ιχθυοπανίδας τους. Ωστόσο, για τις ευρωπαϊκές φραγμαλίμνες αλλά και φυσικές λίμνες και ειδικότερα για τις μεσογειακές, δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα που να αφορούν στη χρήση των ψαριών για την εκτίμηση της οικολογικής τους κατάστασης (π.χ. Carol et al., 2006; Βeklioglu et al., 2007). Έτσι, η αναγκαιότητα ύπαρξης δεδομένων που να αφορούν στην ιχθυοπανίδα των μεσογειακών λιμνών και φραγμαλιμνών είναι επιτακτική. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η καταγραφή της σύνθεσης της ιχθυοπανίδας και η εκτίμηση της αφθονίας των ειδών ψαριών της τεχνητής λίμνης Κερκίνης σύμφωνα με την Οδηγία 2000/60/ ΕΚ, προκειμένου τα αποτελέσματα αυτά να μπορούν να χρησιμοποιηθούν γα την εκτίμηση της οικολογικής της κατάστασης. Επιπλέον, διερευνήθηκαν οι μεταβολές στη σύνθεση και την αφθονία των συλλήψεων κατά τη διάρκεια δύο εποχών. Η παρούσα εργασία αντιπροσωπεύει την πρώτη λεπτομερή ιχθυολογική έρευνα στην Κερκίνη. -1206-
9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος ΙΙ 2. Υλικά και Μέθοδοι Η τεχνητή λίμνη Κερκίνη (Εικ. 1) δημιουργήθηκε το 1932 στη θέση όπου προϋπήρχε η λίμνη Κερκινίτιδα, με την κατασκευή ενός φράγματος στον ποταμό Στρυμόνα, στο βορειοδυτικό τμήμα της πεδιάδας των Σερρών κοντά στο χωριό Λιθότοπος. Ένα νέο φράγμα άρχισε να λειτουργεί το 1982. Είναι μια ρηχή λίμνη, με μέσο βάθος 3,08 m, μέγιστο βάθος από 4,7 ως 9,2 m, ανάλογα με τη διακύμανση της στάθμης του νερού (εποχική διακύμανση περίπου 4,5 5 m) και μέγιστη χωρητικότητα νερού 411x10 6 m 3 (Kamarianos et al., 1992). Αποτέλεσμα των έντονων διακυμάνσεων είναι η μεγάλη μεταβολή της επιφάνειας της λίμνης (από 45-72 km 2 ). Εικ. 1: Σταθμοί δειγματοληψίας στην τεχνητή λίμνη Κερκίνη (A, B, C, D δειγματοληψίες με δίχτυα και E,F,G, θέσεις όπου έγινε εφαρμογή ηλεκτραλιείας). Οι δειγματοληψίες ψαριών έγιναν το Νοέμβριο του 2007 (φθινόπωρο) και τον Απρίλιο του 2008 (άνοιξη). Επιλέχθηκαν τέσσερις σταθμοί δειγματοληψίας (Εικ. 1). Οι σταθμοί Α και D βρίσκονταν στην παράκτια ζώνη (βάθος ως 3-3,5 m) και οι σταθμοί B και C στην πελαγική ζώνη (βάθος 4,5 m). Χρησιμοποιήθηκαν απλάδια δίχτυα με πολλαπλά διαμετρήματα ματιών (άνοιγμα ματιού 8, 14, 16, 20, 24, 30, 36, 45, 55 και 70 mm από κόμπο σε κόμπο). Η πόντιση των διχτυών γινόταν το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας, μεταξύ 6-8 μ.μ. και η ανάδυσή τους το πρωί της επομένης, μεταξύ 6-8 π.μ. έτσι ώστε να διατηρείται σταθερή η διάρκεια αλιείας. Συμπληρωματικά στη δειγματοληψία της άνοιξης εφαρμόστηκε ηλεκτραλιεία σε τρεις επιλεγμένες θέσεις (E, F: στην παράκτια ζώνη της λίμνης, G: στο χείμαρρο Κερκινίτη) (Εικ. 1). Όλα τα ψάρια αναγνωρίστηκαν σε επίπεδο είδους και καταγράφηκαν το ολικό μήκος (TL, cm ± 0,1) και το ολικό σωματικό τους βάρος (W, g ± 0,1). 3. Αποτελέσματα Στην Κερκίνη καταγράφηκαν 14 είδη ψαριών (n=27.841), συνολικού βάρους 264 kg, που ανήκαν σε τέσσερις οικογένειες (Cyprinidae, Centrarchidae, Cobitidae και Percidae) (Πίν. 1). Τα είδη αυτά προέρχονταν από τις συλλήψεις που έγιναν με δίχτυα, ενώ από την εφαρμογή της ηλεκτραλιείας δεν προέκυψε η παρουσία επιπλέον ειδών που δεν είχαν καταγραφεί στο αλίευμα. -1207-
9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume ΙΙ Πίνακας 1: Κατάλογος ειδών ψαριών που αλιεύθηκαν στην τεχνητή λίμνη Κερκίνη, 2007-2008. n: αριθμός ατόμων, ΤL: ολικό μήκος (mean, min-max το μέσο, ελάχιστο και μέγιστο TL σε cm) και, W: ολικό σωματικό βάρος (mean, min-max: το μέσο, ελάχιστο και μέγιστο W σε g). Ονοματολογία σύμφωνα με Kottelat & Freyhof (2007). Οικογένειες / Είδη Cyprinidae n TL (cm) W (g) Mean Min-max Mean Min-max Alburnus sp Volvi in Kottelat & Economidis, 2006 9892 8,19 6,1-16,0 4,31 1,78-35,61 Aspius aspius (Linnaeus, 1758) 6 26,68 13,2-32,0 192,24 20,20-276,00 Barbus strumicae Karaman, 1955 1 19,10-75,05 - Carassius gibelio (Bloch, 1782) * 1453 12,36 7,6-28,0 31,16 5,73-248,00 Chondrostoma vardarense Karaman, 1928 3 11,00 10,6-11,3 14,08 13,02-15,21 Cyprinus carpio Linnaeus, 1758 31 21,88 18,2-27,0 149,02 81,94-328,00 Pseudorasbora parva (Temminck & Schlegel, 1846) * 179 7,75 6,0-11,9 4,50 1,49-17,94 Rhodeus amarus (Bloch, 1782) 309 6,49 4,2-6,7 5,83 2,16-84,67 Rutilus rutilus (Linnaeus, 1758) 13737 8,14 5,1-19,3 6,61 1,60-121,87 Squalius orpheus Kottelat & Economidis, 2006 5 17,54 13,4-20,4 59,67 25,65-84,67 *είδος εισαγωγής Vimba melanops (Heckel, 1837) 372 15,48 11,0-30,9 42,55 9,62-264,00 Centrarchidae Lepomis gibbosus (Linnaeus, 1758) * 515 8,19 4,5-18,6 10,20 1,00-70,88 Cobitidae Cobitis strumicae Karaman, 1955 1 9,60-2,93 - Percidae Perca fluviatilis Linnaeus, 1758 1331 16,42 8,9-22,1 42,16 7,16-221,00 Το είδος με τη μεγαλύτερη αριθμητική συμμετοχή στο συνολικό αλίευμα αλλά και με την υψηλότερη ποσοστιαία συμμετοχή στη συνολική βιομάζα ήταν το Rutilus rutilus (49,34% και 34,41% αντίστοιχα), ακολουθούμενο από το Alburnus sp Volvi (35,53 % σε αφθονία) και το Perca fluviatilis (21,26 % σε βάρος) (Εικ. 2). Τη μικρότερη αριθμητική συμμετοχή στο σύνολο του αλιεύματος είχαν τα είδη Aspius aspius, Barbus strumicae, Chondrostoma vardarense, Cobitis strumicae, Εικ. 2: (α) Αριθμητική και (β) κατά βάρος σύνθεση ειδών του συνολικού αλιεύματος στην τεχνητή λίμνη Κερκίνη. -1208-
9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος ΙΙ Εικ. 3: (I): Αριθμητική και (II): κατά βάρος σύνθεση ειδών του συνολικού αλιεύματος στην τεχνητή λίμνη Κερκίνη (α): φθινόπωρο 2007, (β): άνοιξη, 2008. Cyprinus carpio, Pseudorasbora parva και Squalius orpheus (<1%) (Εικ. 2α). Επιπλέον τα είδη αυτά με εξαίρεση το είδος Cyprinus carpio, είχαν τη μικρότερη συμμετοχή στη συνολική βιομάζα (Εικ. 2β). Η συμμετοχή των ειδών (%, αριθμητικά και κατά βάρος) στη σύνθεση του αλιεύματος διέφερε μεταξύ των δυο εποχών (Εικ. 3). Το φθινόπωρο το πιο άφθονο είδος αριθμητικά ήταν το Rutilus rutilus (67,20%) ακολουθούμενο από το Alburnus sp Volvi (21,09%) (Εικ. 3.Ι.α) ενώ την άνοιξη το Alburnus sp Volvi είχε την υψηλότερη συμμετοχή στο αλίευμα (42,62%) ακολουθούμενο από το Rutilus rutilus (40,58%) (Εικ. 3.I.β). Το Rutilus rutilus ήταν το φθινόπωρο το είδος με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στη βιομάζα (54,11%), ακολουθούμενο από το Carassius gibelio (18,15%) (Εικ. 3.ΙΙ.α), ενώ την υψηλότερη συμμετοχή στο συνολικό αλίευμα της άνοιξης είχαν τα είδη Perca fluviatilis (26,41%), Rutilus rutilus (24,05%), Alburnus sp Volvi (20,09%) και Carassius gibelio (16,86%) (Εικ. 3.II.β). Η παραγωγή ανά μονάδα αλιευτικής προσπάθειας (CPUE) υπολογίστηκε για κάθε είδος ξεχωριστά, τόσο με βάση το συνολικό αριθμό των ατόμων (NPUE, άτομα/m 2 ) που αλιεύθηκαν ανά είδος, όσο και με βάση τη βιομάζα τους (σε g) (MPUE, g/m 2 ). Τα είδη με τη μεγαλύτερη NPUE ήταν τα Rutilus rutilus (4,6 άτομα/m 2 ) και Alburnus sp Volvi (3,3 άτομα/m 2 ), ενώ τις μικρότερες τιμές εμφάνισαν τα είδη Aspius aspius, Βarbus strumicae, Chondrostoma vardarense, Cobitis strumicae, Cyprinus carpio και Squalius orpheus (ΝPUE<0,01 άτομα/m 2 ). Η υψηλότερη τιμή MPUE υπολογίστηκε για τα είδη Rutilus rutilus (30,3 g/m 2 ), Perca fluviatilis (18,7 g/m 2 ), Carassius gibelio (15,2 g/m 2 ) και Alburnus sp Volvi (14,2 g/m 2 ). Τις χαμηλότερες τιμές MPUE εμφάνισαν τα Βarbus strumicae, Chondrostoma vardarense, Cobitis strumicae, Pseudorasbora parva και Squalius orpheus (τιμές 0,2 g/m 2 ). -1209-
9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume ΙΙ 4. Συζήτηση - Συμπεράσματα Στην Κερκίνη, η κατασκευή του φράγματος το 1932 και στη συνέχεια η κατασκευή του δεύτερου φράγματος το 1982, επέφεραν σημαντικές αλλαγές στην υδρομορφολογία του συστήματος και ταυτόχρονα καταστροφή των ενδιαιτημάτων των ψαριών (Crivelli et al., 1995). Μία άμεση επίδραση του δεύτερου φράγματος στην ιχθυοπανίδα της περιοχής ήταν και η εξαφάνιση του Αnguilla anguilla, καθώς έκλεισε η μεταναστευτική του οδός, και του Silurus glanis (Crivelli et al., 1995). Ωστόσο, το Silurus glanis δεν θεωρείται ότι έχει εξαφανιστεί από το σύστημα αλλά ότι οι πληθυσμοί του έχουν μειωθεί δραματικά, λόγω της διατάραξης των αναπαραγωγικών του πεδίων (Nαζιρίδης, προσωπική επικοινωνία), και το είδος είναι ακόμη παρόν στο σύστημα. Η απουσία του Silurus glanis από το συνολικό αλίευμα κατά την παρούσα έρευνα πιθανώς οφείλεται στο συγκεκριμένο αλιευτικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε (δίχτυα) και το οποίο δεν θεωρείται κατάλληλο για τη σύλληψή του. Από τα 14 είδη ψαριών που καταγράφηκαν στην Kερκίνη τα είδη Alburnus sp Volvi, Barbus strumicae, Chondrostoma vardarense, Cobitis strumicae και Vimba melanops θεωρούνται ενδημικά του συστήματος ή της Βαλκανικής, ενώ τα είδη Carassius gibelio, Pseudorasbora parva και Lepomis gibbosus είναι είδη εισαγωγής (Economidis et al., 2000). Οι πληθυσμοί του είδους Vimba melanops στην Ελλάδα και ειδικά οι πληθυσμοί του στη Μακεδονία είναι απειλούμενοι ή σπάνιοι, λόγω της διατάραξης των αναπαραγωγικών του πεδίων, της ρύπανσης και των διακυμάνσεων της στάθμης του νερού εξαιτίας της άντλησης (Εconomidis, 1995). H παρουσία του είδους Pseudorasbora parva στη λίμνη πιθανότατα οφείλεται στην τυχαία εισαγωγή του κατά τη διάρκεια εμπλουτισμών στη γειτονική χώρα. Η οικογένεια με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στο συνολικό αλίευμα αριθμητικά ήταν των Cyprinidae και ακολούθησε η οικογένεια των Percidae, με ένα μόνο εκπρόσωπο, το Perca fluviatilis (Πίν. 1). Γενικά, τα κυπρινοειδή είναι είδη καλά προσαρμοσμένα σε συνθήκες ευτροφισμού και η κυριαρχία των κυπρινοειδών αυξάνεται με τον τροφισμό μιας λίμνης (Olin et al., 2002). Αντίθετα, σε χαμηλές συγκεντρώσεις θρεπτικών συνήθως αφθονούν ιχθυοφάγα είδη όπως το είδος Perca fluviatilis, ενώ η αφθονία των κυπρινοειδών είναι χαμηλότερη (Jeppesen et al., 2000). Η σύνθεση της ιχθυοπανίδας στην παρούσα έρευνα φαίνεται ότι συμφωνεί με τον εύτροφο χαρακτήρα της λίμνης. Οι τιμές CPUE που υπολογίστηκαν στην παρούσα έρευνα είναι μέχρι και 50 φορές υψηλότερες από αυτές που υπολογίστηκαν για τα ίδια είδη στη λίμνη Δοϊράνη (Μπόμπορη & Σαλβαρίνα, 2007). Με βάση τις τιμές NPUE και MPUE υπολογίστηκε επίσης ο λόγος ανάμεσα στις δύο οικογένειες Cyprinidae και Percidae που συνδέεται με την τροφική κατάσταση των λιμνών (Jeppesen et al., 2000). Έτσι με βάση τις τιμές NPUE ο λόγος Cyprinidae/Percidae 20/1 ενώ με βάση την MPUE η αναλογία αυτή πήρε τιμές Cyprinidae/Percidae 4/1, καταδεικνύοντας την επικράτηση των κυπρινοειδών στο σύστημα και την απουσία ιχθυοφάγων ειδών αλλά και επιβεβαιώνοντας τον εύτροφο χαρακτήρα της λίμνης. Γενικά, τα ποσοτικά στοιχεία που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της παρούσας έρευνας μπορούν να συμβάλουν στη θέσπιση διαχειριστικών μέτρων για την αλιευτική διαχείριση της λίμνης και την προστασία των ειδών καθώς και στην εκτίμηση της οικολογικής της κατάστασης σύμφωνα με την Οδηγία 2000/60/ΕΚ για τα νερά. 5. Ευχαριστίες Η παρούσα έρευνα εκπονήθηκε στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου «Υπηρεσίες Εφαρμογής της μεθοδολογίας παρακολούθησης των επιφανειακών υδάτων της λεκάνης του ποταμού Στρυμόνα» που χρηματοδοτήθηκε από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας. -1210-
9 ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 2009 - Πρακτικά, Τόμος ΙΙ 6. Βιβλιογραφικές Αναφορές Beklioglu, Μ., Romo, S., Kagalou, I., Quintana, X. & Bécares, E., 2007. State of the art in the functioning of shallow Mediterranean lakes: workshop conclusions. Hydrobiologia 584:317-326. Carol, J., Benejam, L., Alcaraz, C., Vila-Gispert, A., Zamora, L., Navarro, E., Armengol, J. & García-Berthou, E., 2006. The effects of limnological features on fish assemblages of 14 Spanish reservoirs. Ecology of Freshwater Fish 15: 66 77. Crivelli, A.J., Grillas, P., Jerrentrup, H. & Nazarides, T. 1995. Effects on Fisheries and Waterbirds of Raising Water Levels at Kerkini Reservoir, a Ramsar Site in Northen Greece. Environmental Management 19: 431-443. Economidis, P. S., 1995. Endangered Freshwater Fishes of Greece. Biological Conservation 72: 201-211. Economidis, P. S., Dimitriou, E., Pagoni, R., Michaloudi, E. & Natsis, L., 2000. Introduced and translocated fish species in the inland waters of Greece. Fisheries Management and Ecology. 7: 23P-250. European Community, 2000. Directive 2000/60/EC of the European Parliament and of the Council. Official Journal L 327. Jeppesen, E., Pederjensen, J., Sondergaard, M., Lauridsen, T. & Landkildehus, F., 2000. Trophic structure, species richness and biodiversity in Danish lakes: changes along a phosphorus gradient. Freshwater Biology 45: 201-218. Kamarianos, A., Karamanlis, X., Dellis, S. & Kilkidis, S., 1992. Ecological Studies on the Kerkini Reservoir (N Greece). I. Morphometric, Hydrological, Physical and Chemical Features. GeoJournal 28: 73-80. Kottelat, Μ. & Freyhof, J., 2007. Handbook of European freshwater fish. M. Kottelat & J. Freyhof (Eds), Kottelat, Cornol, Switzerland and Freyhof, Berlin, Germany Publ., 646 pp. Mπόμπορη, Χ. Δ. & Σαλβαρίνα, Ι., 2007. Ιχθυολογική Διερεύνηση της λίμνης Δοϊράνης. Τεχνική Έκθεση, σελ. 73. Olin, M., Rask, M., Ruuhijarvi, J., Kurkilahti, M., Ala-Opas, P. & Ylonen, O., 2002. Fish community structure in mesotrophic and eutrophic lakes of southern Finland: the relative abundances of percids and cyprinids along a trophic gradient. Journal of Fish Biology 60: 593-612. -1211-