Μάθημα 10_ Η ημιτελής ειρηνευτική διαδικασία: πρώτη απόπειρα για τον τερματισμό της αραβοϊσραηλινής διένεξης, 1974-1979 α) Οι συμφωνίες απαγκίστρωσης μετά τη λήξη του Πολέμου του Γιόμ Κιππούρ, 1974-1975 Όπως έχουμε δει, η έκρηξη και η έκβαση του Πολέμου του Γιόμ Κιππούρ τον Οκτώβριο του 1973 σηματοδότησε την ενίσχυση της επιρροής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, και τη μείωση της σοβιετικής επιρροής. Μετά την κατάπαυση του πυρός στα τέλη του Οκτωβρίου 1973, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρυ Κίσινγκερ ανέλαβε την πρωτοβουλία των διπλωματικών κινήσεων. Επισκεπτόμενος δεκάδες φορές το Τελ Αβίβ, το Κάιρο και τη Δαμασκό πέτυχε το 1974 την υπογραφή δύο συμφωνιών απαγκίστρωσης των ισραηλινών, αιγυπτιακών και συριακών στρατευμάτων. Σε περιοχές του Σινά και των Υψιπέδων του Γκολάν αποχώρησαν τα ισραηλινά στρατεύματα και δημιουργήθηκαν ουδέτερες ζώνες με παρουσία δυνάμεων του ΟΗΕ. Έτσι, το 1975 η Αίγυπτος μπόρεσε να ανοίξει ξανά τη Διώρυγα του Σουέζ στη ναυσιπλοΐα και να ξεκινήσει την ανοικοδόμηση όσων πόλεών της είχαν καταστραφεί το 1968-70 και το 1973 από τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς. Επίσης, η υπογραφή των συμφωνιών απαγκίστρωσης οδήγησε το 1974 τη Σαουδική Αραβία στην άρση της πώλησης πετρελαίου προς τις ΗΠΑ και γενικότερα τη Δύση. Το 1975, υπογράφηκε και νέα συμφωνία απαγκίστρωσης και το Ισραήλ εκκένωσε ακόμα περισσότερες περιοχές στο Σινά. Πάντως, οι συνεχείς αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Watergate στην Ουάσιγκτον που οδήγησαν στην παραίτηση του προέδρου Νίξον και την αντικατάστασή του από τον πιο αδύναμο Τζέραλντ Φορντ, οδήγησαν σε τέλμα τις απόπειρες για έναν πιο μόνιμο διακανονισμό. β) Ο Κάρτερ, ο Σαντάτ, ο Μπέγκιν και η ειρηνευτική συμφωνία του Καμπ Νταίηβιντ (Camp David) Ωστόσο, νέες εξελίξεις, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Αίγυπτο και το Ισραήλ, προετοίμασαν το έδαφος για την επίτευξη ενός πιο μόνιμου ειρηνευτικού διακανονισμού. Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Τζίμυ Κάρτερ (ανέλαβε τον Ιανουάριο του 1977) διαφωνούσε με τη βήμα προς βήμα προσέγγιση της προεδρίας Νίξον και Φορντ και επιθυμούσε διακαώς τη συνολική διευθέτηση της αραβοϊσραηλινής Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 1
διαμάχης περιλαμβανομένης της επίλυσης του Παλαιστινιακού ζητήματος με τη συγκρότηση κάποιας «εθνικής εστίας» για τους Παλαιστίνιους. Έτσι, κατά τους επόμενους μήνες η προεδρία Κάρτερ πίεσε το Ισραήλ και την Αίγυπτο να προβούν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις, ανέλαβε πολλές πρωτοβουλίες, και προθυμοποιήθηκε να χρησιμοποιήσει το «καρότο» της παροχής αυξημένης αμερικανικής οικονομικής βοήθειας προς τα δύο κράτη, ώστε να καταστεί ευκολότερος ένας συμβιβασμός. Επίσης, αρχικά ο Κάρτερ και οι συνεργάτες του προσανατολίζονταν στη διεξαγωγή μιας ευρείας ειρηνευτικής διάσκεψης που θα λάμβανε χώρα στη Γενεύη, με συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών και υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Πράγματι, κυρίως η Αίγυπτος, αλλά πλέον και το Ισραήλ, αντιμετώπιζαν σημαντικά οικονομικά προβλήματα και η επιδεινούμενη κατάσταση της οικονομίας τους διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στην απόφαση να επιδιώξουν έναν μόνιμο διακανονισμό των διαφορών τους. Αμφότερα τα δύο κράτη βασίζονταν ολοένα και περισσότερο στον εξωτερικό δανεισμό και κατά τα τελευταία έτη το δημόσιο χρέος τους είχε εκτοξευθεί (ιδίως της Αιγύπτου). Οι αμυντικές δαπάνες είχαν επίσης καταστεί δυσβάσταχτες, ενώ η παραπαίουσα αιγυπτιακή οικονομία δεν είχε τη δυνατότητα στο εγγύς μέλλον να χρηματοδοτήσει τον επανεξοπλισμό των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, πολύ περισσότερο να αντέξει μια νέα πολεμική σύγκρουση με το Ισραήλ. Αλλά και το τελευταίο είχε υποστεί σημαντικότατη οικονομική αιμορραγία και απώλειες κατά τον πρόσφατο πόλεμο του 1973, και βασιζόταν υπερβολικά στην αμερικανική οικονομική και στρατιωτική βοήθεια. Ωστόσο, το καλοκαίρι του 1977 έλαβε χώρα στο Ισραήλ μια εξέλιξη που δεν θα διευκόλυνε την ειρηνευτική διαδικασία. Για πρώτη φορά από την ίδρυση του κράτους εκείνου, το Εργατικό Κόμμα απώλεσε την εξουσία και στις εκλογές επικράτησε το δεξιό κόμμα Λικούντ υπό τον Μεναχέμ Μπέγκιν. Ο νέος πρωθυπουργός ήταν σκληροπυρηνικός. Ο Μπέγκιν και η πλειοψηφία των συνεργατών και οπαδών του ήταν αντίθετοι στο δόγμα «εδάφη αντί ειρήνης», δηλαδή στην αποχώρηση του Ισραήλ από τα εδάφη που είχε κατακτήσει το 1967 με αντάλλαγμα την αναγνώρισή του από τους Άραβες και την επίτευξη μόνιμης ειρήνης. Βέβαια, όπως συχνά συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις, όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας η αδιαλλαξία του κάμφθηκε, δίχως όμως να αναιρεθεί πλήρως. Έτσι, ενώ τελικά αποδείχθηκε έτοιμος να δεχθεί την αποχώρηση των Ισραηλινών από το Σινά προκειμένου να υπογραφεί συνθήκη ειρήνης με την Αίγυπτο Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 2
και να ομαλοποιηθούν οι διμερείς σχέσεις των δύο κρατών, επέμεινε στη διατήρηση του ελέγχου της Δυτικής Όχθης του Ιορδάνη και της Λωρίδας της Γάζας. Μάλιστα, κατά τα επόμενα έτη ενθάρρυνε και τον εποικισμό των εδαφών αυτών από Ισραηλινούς. Ο Μπέγκιν δεν αναγνώρισε την PLO ως εκπρόσωπο των Παλαιστινίων και επί της ουσία ουδέποτε αποδέχθηκε προοπτική δημιουργίας «εθνικής εστίας» για τους Παλαιστινίους. Ο Σαντάτ πάντως επειγόταν περισσότερο από τον Μπέγκιν για την επίτευξη μόνιμου διακανονισμού και την εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ-Αιγύπτου (κατά προτίμηση με επίλυση και του Παλαιστινιακού). Έτσι, τον Νοέμβριο του 1977 ανέλαβε μια εξαιρετικά τολμηρή πρωτοβουλία και ανακοίνωσε δημοσίως ότι ήταν πρόθυμος να μεταβεί στο Ισραήλ ώστε να διαπραγματευθεί τη συνομολόγηση μόνιμης ειρήνης. Μια τέτοια κίνηση θα ισοδυναμούσε με διπλωματική αναγνώριση του Ισραήλ, τη στιγμή που για τρεις δεκαετίες κανένα αραβικό κράτος δεν το είχε αναγνωρίσει και αποδεχθεί την ύπαρξή του. Παρότι οι στόχοι του Σαντάτ και του Μπέγκιν δεν συνέπιπταν, η ισραηλινή κυβέρνηση αποδέχθηκε την πρόταση και ο Σαντάτ πέταξε στο Ισραήλ και μίλησε και στο ισραηλινό κοινοβούλιο. Κατά τους επόμενους μήνες α μισό του 1978 ο Σαντάτ ζήτησε την αποχώρηση των Ισραηλινών όχι μόνο από το Σινά, αλλά και από το σύνολο των Κατεχομένων (περιλαμβανομένης της ανατολικής Ιερουσαλήμ) σε αντάλλαγμα, προσέφερε την προοπτική μόνιμης ειρήνης και αναγνώριση της ύπαρξης του Ισραήλ από τον αραβικό κόσμο, ώστε να παγιωθεί η ασφάλεια και η σταθερότητα στη Μέση Ανατολή. Ο Μπέγκιν δεν ήταν διατεθειμένος να αναγνωρίσει το δικαίωμα των Παλαιστινίων στην αρχή της αυτοδιάθεσης και επιδίωξε την αναγνώριση της ισραηλινής κυριαρχίας στη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη (όπου και η ανατολική Ιερουσαλήμ). Καθώς ελλόχευε ο κίνδυνος κατάρρευσης των διμερών ειρηνευτικών συνομιλιών, παρενέβη ο Κάρτερ που κάλεσε τους δύο ηγέτες να προσέλθουν με τους συμβούλους τους στο Camp David (την παραθεριστική οικία του εκάστοτε προέδρου των ΗΠΑ). Πράγματι, τον Σεπτέμβριο του 1978 οι τρεις ηγέτες και οι σύμβουλοί τους επεξεργάστηκαν το σχετικό ειρηνευτικό σχέδιο και ήρθαν σε συμφωνία. Η συμφωνία είχε δύο σκέλη: α) ένα σχέδιο για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, που αναφερόταν στην επίλυση του Παλαιστινιακού, και β) ένα σχέδιο για την ειρήνη ανάμεσα σε Αίγυπτο και Ισραήλ. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 3
Στην πραγματικότητα, το σχέδιο για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή και την επίλυση του Παλαιστινιακού ήταν μια γενικόλογη διακήρυξη αρχών και προθέσεων, που συγκάλυπτε τις διαφορετικές θέσεις της Αιγύπτου και του Ισραήλ πάνω στο ζήτημα αυτό. Η ισραηλινή ηγεσία παρέμενε ακλόνητη στη βούλησή της να μην αποχωρήσει από τη Δυτική Όχθη (με την ανατολική Ιερουσαλήμ) αλλά και τη Λωρίδα της Γάζας, ενώ ο Σαντάτ δεν μπορούσε να αναγνωρίσει την ισραηλινή κατοχή εκεί. Έτσι, το σχέδιο έκανε λόγο για παροχή «πλήρους αυτονομίας» των Παλαιστινίων στις επίμαχες περιοχές και για αναγνώριση των «νόμιμων δικαιωμάτων τους», δίχως όμως κάτι πιο απτό και δίχως να τους αναγνωρίζεται το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Αντίθετα, το σχέδιο για την ειρήνη ανάμεσα σε Αίγυπτο και Ισραήλ σύντομα θα λάμβανε σάρκα και οστά. Προέβλεπε την πλήρη αποχώρηση των Ισραηλινών από το σύνολο της Χερσονήσου του Σινά και την επιστροφή αυτών των εδαφών στην Αίγυπτο εντός μιας τριετίας. Επίσης, η Αίγυπτος αναλάμβανε την υποχρέωση να επιτρέπει εφεξής την ελεύθερη διέλευση των ισραηλινών πλοίων από τα Στενά του Τιράν στην Ερυθρά Θάλασσα, αλλά και από τη Διώρυγα του Σουέζ. Παρά την επίτευξη της συμφωνίας στο Camp David, κατά τους επόμενους μήνες υπήρξε δυστοκία στη σύναψη της συνθήκης ειρήνης Αιγύπτου-Ισραήλ και στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Τελικά, μετά από νέα παρέμβαση των ΗΠΑ και του Κάρτερ προσωπικά, Σαντάτ και Μπέγκιν προσυπέγραψαν στην αμερικανική πρωτεύουσα τη Συνθήκη της Ουάσιγκτον στις 26 Μαρτίου 1979, δηλαδή τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ. Με αυτή τη συνθήκη τα δύο μέρη ανέλαβαν να εφαρμόσουν το σκέλος της Συμφωνίας του Camp David που αφορούσε την εξομάλυνση των διμερών τους σχέσεων. Πράγματι, έκτοτε Αίγυπτος και Ισραήλ δεν ήλθαν ξανά σε ρήξη, ενώ το Σινά επιστράφηκε οριστικά στην Αίγυπτο το 1982. Αντίθετα, για αρκετά χρόνια δεν σημειώθηκε πρόοδος στην επίλυση του Παλαιστινιακού. γ) Οι συνέπειες της συμφωνίας του Camp David και της Συνθήκης της Ουάσιγκτον και η αποτίμησή τους Με τη συμφωνία του Camp David (που επικυρώθηκε από τη Συνθήκη της Ουάσιγκτον, έξι μήνες αργότερα) εξομαλύνθηκαν οι σχέσεις του Ισραήλ με την Αίγυπτο, την κατά τεκμήριο ισχυρότερη στρατιωτικά και πολυπληθέστερη αραβική Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 4
χώρα, που είχε σηκώσει το κύριο βάρος του αγώνα του αραβικού κόσμου κατά τους τέσσερις αραβοϊσραηλινούς πολέμους μεταξύ του 1948 και του 1973. Παρά τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της Αιγύπτου, η πλειοψηφία των Αιγυπτίων εν τέλει υποστήριξε την επιλογή του Σαντάτ να προτάξει την υπεράσπιση των στενότερων αιγυπτιακών συμφερόντων. Επίσης, πλέον η Αίγυπτος μπορούσε να υπολογίζει σε αμερικανική οικονομική βοήθεια και διπλωματική υποστήριξη συνεπώς, αντιστρόφως η ρήξη ανάμεσα σε Αίγυπτο και ΕΣΣΔ κατέστη οριστική. Από την άλλη πλευρά, σε περιφερειακό επίπεδο η Αίγυπτος και η ηγεσία της απομονώθηκαν από τα υπόλοιπα αραβικά κράτη, που διέκοψαν τις διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις με τη χώρα. Παράλληλα, τα πετρελαιοπαραγωγά κράτη, όπως η Σαουδική Αραβία, διέκοψαν την παροχή πολύτιμης οικονομικής βοήθειας. Οι ενέργειες αυτές βέβαια επέτειναν και την οικονομική εξάρτηση της Αιγύπτου από τις ΗΠΑ. Ο αραβικός κόσμος αντέδρασε τόσο έντονα όχι μόνο διότι θεώρησε πως ο Σαντάτ πρόδωσε τους Παλαιστίνιους και τον αγώνα τους, αλλά και επειδή θεωρήθηκε ότι αν είχε δράσει από κοινού με τα άλλα αραβικά κράτη στις διαπραγματεύσεις του με το Ισραήλ, θα είχε επιτύχει καλύτερα αποτελέσματα. Το Ισραήλ προέβη στις μικρότερες δυνατές παραχωρήσεις, αφού εκκένωσε μόνο τη Χερσόνησο του Σινά, λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα γενναιόδωρη αμερικανική βοήθεια, καθώς και ελευθερία ναυσιπλοΐας μέσω της Διώρυγας του Σουέζ και των Στενών του Τιράν. Έτυχε αναγνώρισης από το μεγαλύτερο αραβικό κράτος, την Αίγυπτο, και πέτυχε να εξομαλύνει τις σχέσεις μαζί της, ουδετεροποιώντας τη δυνητικά ισχυρότερη απειλή. Εξάλλου, πλέον κανένα αραβικό κράτος δεν θα προχωρούσε σε ανοικτή πολεμική σύγκρουση με το Ισραήλ, δίχως τη συμμετοχή της Αιγύπτου. Όμως, το Ισραήλ δεν κατόρθωσε να επιτύχει απόλυτη ασφάλεια, αφού οι Παλαιστίνιοι κλιμάκωσαν κατά τα επόμενα έτη τον ένοπλο αγώνα τους, ενώ και η διαιώνιση της αστάθειας στη Μέση Ανατολή ενέπλεξε το Ισραήλ σε νέες περιπέτειες στον Λίβανο. Πάντως, έκτοτε δεν απειλήθηκε η ίδια η ύπαρξη και υπόσταση του κράτους του Ισραήλ. Η συνομολόγηση ειρήνης ανάμεσα στην Αίγυπτο και το Ισραήλ με την ενεργό ανάμιξη των ΗΠΑ και του προέδρου Κάρτερ προσωπικά μπορεί να πιστωθεί ως επιτυχία της αμερικανικής διπλωματίας. Η παραπάνω εξέλιξη απομάκρυνε μια σημαντική εστία ανάφλεξης στη Μέση Ανατολή και δημιούργησε προσδοκίες για μεγαλύτερη σταθερότητα εκεί, ενώ επιβεβαίωσε την αμερικανική υπεροχή και Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 5
επιρροή, ιδίως έναντι της ΕΣΣΔ. Πράγματι, η ΕΣΣΔ όχι μόνο δεν έλαβε τελικά μέρος στην ειρηνευτική διαδικασία, αλλά απώλεσε οριστικά το μέχρι πρότινος κυριότερο έρεισμά της στην περιοχή, την Αίγυπτο. Από την άλλη όμως πλευρά, η αλήθεια είναι ότι η ειρηνευτική διαδικασία έμεινε ημιτελής, καθώς το Παλαιστινιακό ζήτημα παρέμεινε άλυτο. Επίσης, η απουσία των Παλαιστινίων, των άλλων αραβικών κρατών, της Σοβιετικής Ένωσης, ενδεχομένως και άλλων δυνάμεων ή θεσμών (πχ ΟΗΕ, ΕΟΚ) από τις διαπραγματεύσεις ειρήνης και την υπογραφή των σχετικών συμφωνιών και συνθηκών, δεν συνέβαλε στην εμπέδωση κλίματος σταθερότητας και ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Άλλωστε, σύντομα οι εξελίξεις στον Περσικό Κόλπο και το Αφγανιστάν εν πολλοίς θα επισκίαζαν το κοσμοϊστορικό γεγονός της εξομάλυνσης των σχέσεων Ισραήλ-Αιγύπτου. Διονύσης Χουρχούλης ΙΙ 85 Ιστορία του Μεταπολεμικού Κόσμου ΙΙ Σημειώσεις Σελίδα 6