ΕΝΤΑΣΣΟΝΤΑΣ ΤΙΣ «ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΤΑ ΥΤΙΚΩΝ ΠΑΡΚΩΝ» ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ Μ. Σαλωµίδη, Τεχνικός Επιστήµονας, ΕΛΚΕΘΕ Π. Παναγιωτίδης, Ερευνητής Α, ΕΛΚΕΘΕ Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, ΕΛΚΕΘΕ 46,7χµ Αθηνών-Σουνίου Τ.Θ. 712, 19013 Ανάβυσσος e-mail: msal@ath.hcmr.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο πρόσφατος Νόµος 3409 («Καταδύσεις Αναψυχής και άλλες ιατάξεις», ΦΕΚ 273, 4/11/2005) απελευθερώνει τις καταδύσεις αναψυχής (scuba-diving) σχεδόν στο σύνολο της Επικράτειας, ενώ παράλληλα εισάγει την έννοια των «Περιοχών Οργανωµένης Ανάπτυξης Καταδυτικού Πάρκου (ΠΟΑΚΠ). Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η επισήµανση και ανάδειξη των κατάλληλων κριτηρίων, ώστε ο νεοεµφανιζόµενος θεσµός των ΠΟΑΚΠ να µην υποκύψει σε λάθη του παρελθόντος και µελλοντικές αστοχίες. Συνοπτικά, προτείνεται ως αναγκαίος ο ρόλος της Εθνικής Πολιτικής σε θέµατα που αφορούν: τον Εθνικό Σχεδιασµό για την κατάλληλη χωροθέτηση των ΠΟΑΚΠ, ώστε να διασφαλίζεται η ολοκληρωµένη προστασία τους τόσο στο παρόν όσο και το µέλλον, τον διαρκή έλεγχο των επιπτώσεων από τη λειτουργία των ΠΟΑΚΠ και τη δυνατότητα αναπροσαρµογής του διαχειριστικού σχεδίου ή και αναθεώρησης των αδειών λειτουργίας τους την υποστήριξη σε θέµατα περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης / επιµόρφωσης την προτεραιότητα στην ενσωµάτωση και τη συµµετοχή των τοπικών κοινωνιών τη µέριµνα για την ανάπτυξη αντισταθµιστικών µέτρων για τις όποιες θιγόµενες δραστηριότητες. Προτείνεται, τέλος, η εφαρµογή των αρχών της Ολοκληρωµένης ιαχείρισης Παράκτιας Ζώνης µε την πιλοτική ένταξη των ΠΟΑΚΠ στο ήδη υπάρχον ελληνικό δίκτυο περιοχών NATURA 2000, εφόσον αµφότεροι οι θεσµοί κρίνονται συνεπικουρούµενοι και αλληλένδετοι ως προς τις προϋποθέσεις και τους στόχους τους. 621
RECREATIONAL DIVING PARKS AS A TOOL FOR INTEGRATED COASTAL ZONE MANAGEMENT M. Salomidi, Associate Scientist, HCMR P. Panayotidis, Senior Researcher, HCMR Institute of Oceanography, HCMR 46.7 km Athens Sounio, P.O. Box 712, 19013 Anavissos e-mail: msal@ath.hcmr.gr ABSTRACT Until recently, scuba-diving in Greece had been highly restricted by numerous regulations mainly on the grounds of protecting marine antiquities. The new law (L. 3409: Recreational Diving and Other Regulations) opens up the greek seas to scuba-divers and at the same time introduces the concept of Recreational Scuba-Diving Parks (DP). Although DPs are listed under the category of Productive Activities in the national Spatial Planning of Tourism Development, little information is given about the nature of this concept, let alone any criteria determining their modus operandi. Given the originality of this concept, the authors try to bring up limits and perspectives that it might induce. Certain criteria should be taken into consideration before mass diving tourism is to be attracted in certain coastal areas. Using international paradigms resulting from numerous scientific studies on the impacts of diving tourism in Marine Protected Areas, we consider the role of National Policy as crucial in: formulating a national planning scheme for designating and siting the DPs, so as to ensure present and future conservation of marine habitats and biodiversity. monitoring and managing the impacts of construction and other human activities that take place within the DPs supporting the environmental awareness of visitors integrating local communities and adopting suitable preventive and compensative measures to timely resolve possible conflicts, before this innovator institution goes into effect. Considering the legal and scientific framework needed for the successful implementation of DPs, we suggest that areas to be designated as such should be primarily selected from the existing Greek network of NATURA-2000. Should the establishment of DPs fully comply with the rationale of Integrated Coastal Zone Management, DPs might prove as an effective and valuable tool for sustainable tourism development. Pilot studies however are yet to be applied. 622
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο καταδυτικός τουρισµός αποτελεί έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόµενους κλάδους αναψυχής παγκοσµίως (Dignam, 1990; Tabata, 1992). Ενδεικτικά, περισσότερα από 600.000 καταδυτικά πτυχία εκδίδονται από τους δύο σηµαντικότερους εκπαιδευτικούς οργανισµούς (PADI και NAUI) σε ετήσια βάση, ενώ χώρες όπως η Αυστραλία, οι Φιλιππίνες, η Μικρονησία κ.α. εξελίσσονται στους κυριότερους πόλους έλξης του παγκόσµιου καταδυτικού τουρισµού (Davis & Tisdell, 1996). Παρά τη φαινοµενική υπεροχή των τροπικών θαλασσών, η κατάλληλη προστασία µέσω της ίδρυσης Θαλάσσιων Προστατευόµενων Περιοχών (ΘΠΠ) έχει αποδειχθεί ως ικανότατο µέσο για την ανάδειξη του υγιούς µεσογειακού βυθού: χώρες όπως η Ισπανία, η Γαλλία και η Μάλτα, αποτελούν ήδη καταδυτικούς προορισµούς παγκοσµίου φήµης, προσφέροντας εντυπωσιακά υποβρύχια τοπία, πλούσια και µοναδική βιοποικιλότητα αλλά και υψηλού επιπέδου καταδυτικές υπηρεσίες. Στην Ελλάδα παρά τις πολλές έως πρόσφατα απαγορεύσεις για την προστασία των Ενάλιων Αρχαιοτήτων, ο καταδυτικός τουρισµός αποτελεί µία δραστηριότητα αρκετά διαδεδοµένη (περίπου 300.000 πιστοποιηµένοι αυτοδύτες), χωρίς ωστόσο κανένα πλαίσιο εθνικού συντονισµού και ορθολογικής διαχείρισης. Επιπλέον, η καταδυτική δραστηριότητα στη χώρα µας αντιµετωπίζεται ακόµα σαν extreme sport παρά την τελειοποίηση του καταδυτικού εξοπλισµού και την ελαχιστοποίηση (ή εξάλειψη) των ατυχηµάτων. Σε απελπιστική αντίθεση µε την πλειοψηφία των άλλων παράκτιων χωρών, η οικολογική εκπαίδευση/ ευαισθητοποίηση των Ελλήνων δυτών είναι ελλιπέστατη, γεγονός που δηµιουργεί ποικίλα περιβαλλοντικά προβλήµατα τη στιγµή που δεν υπάρχει κανένας µηχανισµός ελέγχου και αποκατάστασης. Ο πρόσφατος Νόµος 3409 («Καταδύσεις Αναψυχής και άλλες ιατάξεις», ΦΕΚ 273, 4/11/2005) απελευθερώνει τις καταδύσεις αναψυχής σχεδόν στο σύνολο της Επικράτειας, ενώ παράλληλα εισάγει την έννοια των «Περιοχών Οργανωµένης Ανάπτυξης Καταδυτικών Πάρκων (ΠΟΑΚΠ) για τη διενέργεια καταδύσεων αναψυχής, εκπαίδευσης αυτοδυτών, επιστηµονικής έρευνας ή έρευνας άλλης µορφής» (Άρθρο 13) χωρίς περαιτέρω εξειδικευµένες προδιαγραφές (εκκρεµούν ακόµα από το ΥΠΕΧΩ Ε και τα συναρµόδια Υπουργεία). ύο είναι λοιπόν τα χρήσιµα συµπεράσµατα που προκύπτουν: αφενός η πολιτική βούληση για την ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισµού στη χώρα µας υπάρχει, αφετέρου, µένει ακόµα να θεσµοθετηθούν τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις για τη σωστή χωροθέτηση, την οµαλή λειτουργία αλλά και την ορθολογική διαχείριση της δραστηριότητας αυτής. 2. ΓΕΝΙΚΑ 2.1. ΚΑΤΑ ΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Σύµφωνα µε την ευρωπαϊκή αλλά και διεθνή εµπειρία, ο Καταδυτικός Τουρισµός είθισται να εντάσσεται στα γενικότερα πλαίσια των οικοτουριστικών δραστηριοτήτων που προωθούνται σε ΘΠΠ ως αντισταθµιστικό όφελος στο χαµένο εισόδηµα της αλιείας για την τοπική κοινωνία (Richez, 1991; 1993, Kyriakopoulos et al., 2002). Ιδωµένος υπό το πρίσµα αυτό, ο Καταδυτικός Τουρισµός µπορεί να αποτελέσει µια δραστηριότητα η οποία 623
είναι φιλική προς το περιβάλλον και όχι µόνο δεν το υποβαθµίζει αλλά τουναντίον προϋποθέτει την προστασία και την ανάδειξή του. Στο ίδιο πλαίσιο, η ανάπτυξη των Καταδυτικών ραστηριοτήτων: - εν απαιτεί την ύπαρξη βαρέων υποδοµών στην παράκτια ζώνη - Λειτουργεί ως κίνητρο για την ανάπτυξη της περιφέρειας, δηµιουργώντας νέες και δυναµικές θέσεις εργασίας για την απορρόφηση τοπικού εργατικού δυναµικού αλλά και ενισχύοντας τις ήδη υπάρχουσες τουριστικές υποδοµές / παροχές - Αναβαθµίζει το τουριστικό προϊόν ενός τόπου, προσελκύοντας ποιοτικό και καλώς εννοούµενο «απαιτητικό» τουρισµό - ιευρύνει την κατά παράδοση στενή τουριστική περίοδο των παράκτιων περιοχών της χώρας, και τέλος - Λειτουργεί ως πόλος αναµόρφωσης, τόσο της καταδυτικής όσο και της οικολογικής συνείδησης, προσφέροντας ουσιαστικό υπόβαθρο ανα-ψυχής. Πληρώντας τις παραπάνω προϋποθέσεις, ο Καταδυτικός Τουρισµός φαίνεται να αποτελεί ένα δυναµικό στοιχείο για την αειφόρο ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, λαµβάνοντας µάλιστα υπόψη την τεράστια έκταση της ελληνικής ακτογραµµής (16.000χµ µε τα νησιά) αλλά και την άριστη κατά το πλείστον ποιότητα των ελληνικών θαλασσών. 2.2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΕΙΦΟΡΙΑΣ εδοµένου ότι δεν νοείται ανθρώπινη δραστηριότητα µε µηδενικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, είναι προφανές ότι η αειφόρος ανάπτυξη του Καταδυτικού Τουρισµού, προϋποθέτει καλή γνώση των θαλάσσιων οικοσυστηµάτων για την εκτίµηση της φέρουσας ικανότητας µιας εκάστοτε περιοχής και την κατάλληλη ζώνωσή της για την ορθολογική διαχείριση των υποβρύχιων δραστηριοτήτων. Είναι σηµαντικό να έχουµε υπόψη µας το γεγονός ότι η άναρχη και µαζική προσέλκυση επισκεπτών, είτε στη θάλασσα είτε στη χέρσο, έχει δηµιουργήσει και εξακολουθεί να δηµιουργεί προβλήµατα που σχετίζονται µε τη φέρουσα ικανότητα της όποιας περιοχής (Davis & Tisdell, 1995; 1996). Προβλήµατα που σχετίζονται µε την έλλειψη κατάλληλου σχεδιασµού έχουν εκτεταµένα αναφερθεί στη βιβλιογραφία από τη µαζική προσέλευση του καταδυτικού τουρισµού, σε θαλάσσιες περιοχές υψηλής βιολογικής (ή άλλης) αξίας. Απαιτείται λοιπόν πολύ προσεκτική διαχείριση των δραστηριοτήτων αυτών προκειµένου να είµαστε σε θέση να µιλάµε για αειφορία. Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχουν άµεσα συσχετιστεί µε τον καταδυτικό τουρισµό στη Μεσόγειο και έχουν αναφερθεί στη διεθνή βιβλιογραφία (π.χ. Sala et al., 1996; Coma & Zabala, 1994; Zabala, 1999), περιλαµβάνουν: µηχανική διατάραξη εύθραυστων ειδών (κοράλλια, βρυόζωα, σπηλαιόβιοι οργανισµοί κλπ), όχληση ευαίσθητων ειδών (π.χ. κητώδη, φώκιες, χελώνες), καταστροφή των θαλάσσιων λιβαδιών από ανεξέλεγκτη αγκυροβολία, «τσαλαπάτηµα» των οργανισµών της ανώτερης υποπαράλιας ζώνης, διατάραξη βιολογικών ισορροπιών λόγω παρενοχλήσεων (άγγιγµα, «χάιδεµα», τάισµα κλπ) από δύτες κ.α. Είναι προφανές, ότι τέτοιες επεµβάσεις µπορούν να υποβαθµίσουν σηµαντικά το «τουριστικό προϊόν µας» (: το φυσικό περιβάλλον), αναχαιτίζοντας την όποια ανάπτυξη και καταστώντας τις όποιες επιχειρηµατικές δραστηριότητες ζηµιογόνες. Ωστόσο, δεν τίθεται πλέον θέµα ρίσκου εφόσον τα λάθη αυτά είναι πλέον κοινή γνώση και -θέτοντας τις κατάλληλες προδιαγραφές βάσει της διεθνούς εµπειρίας έχουµε τη γνώση και την 624
υποχρέωση να τα αποτρέψουµε. Ως εκ τούτου, αρχικές µελέτες αλλά και µακροχρόνια προγράµµατα παρακολούθησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων (monitoring) οφείλουν να θεωρηθούν εκ των ουκ άνευ σε όλα τα στάδια υλοποίησης των ΠΟΑΚΠ, οι οποίες µπορούν και πρέπει να αποβλέπουν στην προστασία των ενάλιων αγαθών. 2.3. ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΒΥΘΟΙ ΩΣ ΙΕΘΝΗΣ ΚΑΤΑ ΥΤΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ Προκύπτει συχνά το ερώτηµα κατά πόσο η Μεσόγειος και ειδικά η Ελλάδα, µπορούν να αποτελέσουν έναν δελεαστικό καταδυτικό προορισµό εφόσον επικρατεί κυρίως η άποψη ότι τα νερά µας είναι πολύ «φτωχά» και δεν έχουν πολλά να προσφέρουν στον απαιτητικό δύτη. Επιχειρώντας να ανατρέψουµε το επιχείρηµα αυτό, συνοψίζουµε κάποια από τα χαρακτηριστικά της Μεσογείου γενικότερα και των ελληνικών θαλασσών ειδικότερα, τα οποία αποτελούν σηµαντικά συγκριτικά πλεονεκτήµατα, και τα οποία δεν υστερούν παρά µόνο σε ανάδειξη σε σχέση µε τα χαρακτηριστικά των υπόλοιπων χωρών που δραστηριοποιούνται επιτυχώς στον τοµέα των καταδύσεων: - Σε σύγκριση µε τις τροπικές Θάλασσες, η Μεσόγειος είναι µια θάλασσα σηµαντικά ασφαλέστερη (περιορισµένοι φυσικοί κίνδυνοι, απουσία επικίνδυνων ειδών, πολιτική σταθερότητα). - Η ανατολική λεκάνη της Μεσογείου ειδικότερα, χαρακτηρίζεται από έντονα ολιγοτροφικές συνθήκες, γεγονός που αντανακλάται στο διάφανο µπλε χρώµα της: ισχυρό πλεονέκτηµα έναντι των νερών του Ατλαντικού (αλλά και της υτικής Μεσογειακής Λεκάνης) (Zabala & Ballesteros, 1989). - Χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη σηµαντικών γεωµορφολογικών (σπήλαια, ηφαίστεια, απολιθωµένα δάση κλπ) και πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων (ναυάγια, βυθισµένοι οικισµοί κλπ). - Συντηρεί ένα τεράστιο ποσοστό ενδηµικών ειδών. Το 28% των θαλασσίων ειδών που απαντούν στη Μεσόγειο, δεν µπορεί να βρεθεί σε κανένα άλλο µέρος του κόσµου (IUCN Med). - Αν και η βιοµάζα είναι µάλλον µικρή σε σύγκριση µε τις τροπικές θάλασσες και τους ωκεανούς, η µεσογειακή οµορφιά έγκειται στη µεγάλη βιοποικιλότητα (> 8500 είδη µακροοργανισµών). Αν και σε παγκόσµια κλίµακα η Μεσόγειος καταλαµβάνει το 0,82% της επιφάνειας και το 0,32% του όγκου των ωκεανών, συντηρεί περίπου το 6% της παγκόσµιας βιοποικιλότητας (Bianchi & Morri, 2000). Η εµπειρία άλλωστε των γείτονων µεσογειακών χωρών έχει πολλά να µας δείξει. Η Ιταλία, η Μάλτα, η Γαλλία και η Ισπανία αποτελούν χώρες µε µακρά παράδοση στην προστασία των θαλάσσιων οικοσυστηµάτων. Πυκνά δίκτυα ΘΠΠ (που συνεχώς επεκτείνονται) έχουν οριοθετηθεί στις παράκτιες περιοχές των χωρών αυτών, ενώ δυναµικά πλέον µπαίνουν στο προσκήνιο και άλλες χώρες των Βαλκανίων (π.χ. Κροατία, Σλοβενία). Με τα ίδια περίπου βιολογικά και ωκεανογραφικά χαρακτηριστικά, οι χώρες αυτές επενδύουν στη διατήρηση και την ανάδειξη του υποθαλάσσιου πλούτου τους µε πολύ επιτυχηµένα αποτελέσµατα. Ωστόσο, οι χώρες αυτές επενδύουν πρωτίστως στην προστασία και θεσπίζουν αυστηρότατα θεσµικά πλαίσια προκειµένου να διασφαλίσουν την αειφόρο διαχείριση των περιοχών αυτών. Οι ΘΠΠ µελετώνται εξονυχιστικά από ειδικούς επιστήµονες οι οποίοι αποφαίνονται ως προς την κατάλληλη χωροθέτηση, τη σωστή ζώνωση και οπωσδήποτε την ορθολογική χρήση των πόρων και των δραστηριοτήτων. 625
Παράλληλα, σηµαντική διάσταση δίνεται στην εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των επισκεπτών (Cognetti, 1999; Badalamenti et al., 2000). Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την αξία και την ιδιαιτερότητα της µεσογειακής βιοποικιλότητας, φαίνεται ίσως δυσκολότερο να πείσει κανείς τους ντόπιους παρά τους ξένους αυτοδύτες. Κατά µέσο όρο, οι έλληνες αυτοδύτες έχουν την τάση να αναγνωρίζουν ως «θαλάσσια ζωή» µόνο τα είδη µε τα οποία έχουν προηγουµένως εξοικειωθεί... γαστριµαργικά. Ψάρια και δη ροφοί, συναγρίδες, στείρες κλπ, αστακοί, χταπόδια και λοιπά «αναλώσιµα» αποτελούν -για την πλειοψηφία- τους µόνους δείκτες ποικιλότητας των βυθών µας. Η αντίληψη αυτή θα ήταν καλό να αρχίσει επιτέλους να ανατρέπεται αφού οι ελληνικές θάλασσες φιλοξενούν µια τεράστια ποικιλία οργανισµών που στις καθηµερινές καταδύσεις µας τείνουµε απλά να παραβλέπουµε (σφουγγάρια, κοράλλια, ανεµώνες, ασκίδια, βρυόζωα, µαλάκια κλπ). Οπωσδήποτε, η απαγόρευση της αλιείας θεωρείται κρίσιµο και εκ των ουκ άνευ µέτρο για την ανάκαµψη της θαλάσσιας ζωής και αναµένεται να επιφέρει θεαµατικές αλλαγές σε βάθος µερικών χρόνων, όπως έχει αποδειχτεί από αντίστοιχα παραδείγµατα άλλων ΘΠΠ (π.χ. Francour 1991; 1994; Zinn & Buck, 2001; Halpern, 2003). Εκτός ωστόσο από την προστασία των αλιευµάτων φαίνεται σκόπιµη και η απαρχή µιας συντονισµένης προσπάθειας για την ευρύτερη ανάδειξη του θαλάσσιου πλούτου της χώρας µας. Μία τέτοια προσέγγιση, δίνει αφενός το πλεονέκτηµα της γενικότερης ευαισθητοποίησης σε θέµατα-κλειδιά όπως είναι η προστασία των οικοσυστηµάτων και της βιοποικιλότητας, ενώ ταυτόχρονα καθιστά µια προστατευόµενη περιοχή τουριστικά αξιοποιήσιµη ήδη από τα πρώτα στάδια της δηµιουργίας της. 3. ΣΥΖΗΤΗΣΗ 3.1. ΠΟΑΚΠ: ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Πολλά είναι τα οικονοµικά οφέλη που έχουν προκύψει από την ίδρυση ΘΠΠ ανά τις µεσογειακές ακτές, αφού πολλοί αυτοδύτες προσελκύονται στις παρθένες αυτές θάλασσες αλλά και τις παρακείµενες ακτές, απολαµβάνοντας τον επιτυχηµένο συνδυασµό φύσης και λοιπών πολιτισµικών στοιχείων που συνθέτουν το ιδιαίτερο µεσογειακό τοπίο. Στον Πίνακα 1 παρατίθενται ορισµένα ενδεικτικά οικονοµικά στοιχεία (Badalamenti et al., 2000): Πίνακας 1. Ενδεικτικά οικονοµικά στοιχεία από Μεσογειακές ΘΠΠ Table 1. Several economic aspects of certain Mediterranean MPAs Γαλλία: Ισπανία: Ιταλία: Επενδύσεις της τάξης των $3,6 Μεταξύ 1990-1995: 145 εκατ. (αύξηση των καταδυτικών χιλιάδες τουρίστες κέντρων και υπηρεσιών) επισκέφτηκαν το θαλάσσιο Περίπου $7 εκατ. το χρόνο είναι καταφύγιο Miramare στο τα έσοδα από τον καταδυτικό οποίο λειτουργεί µονάδα τουρισµό στα νησιά Medes εκπαίδευσης θαλάσσιας (Παρατηρήθηκε µείωση της εποχικότητας του τουρισµού) 1990 Ιούλιος-Αύγουστος: 505.337 υπολογίστηκε ότι ξοδεύτηκαν για καταδυτικές δραστηριότητες (µεταφορά, ξενοδοχεία, ενοικίαση /αγορά εξοπλισµού, πλήρωση φιαλών, αγορά ενθυµίων, κλπ) στο πάρκο του Port-Cros. Το καλοκαίρι του 1991:> 6 εκατ. ήταν τα κέρδη από τις καταδυτικές δραστηριότητες στην Κορσική βιολογίας και οικολογίας του Ινστιτούτου CNR. (Παρατηρήθηκε µείωση της εποχικότητας του τουρισµού) 626
εδοµένου ότι τα Καταδυτικά Πάρκα στη χώρα µας προωθούνται µέσω του Ν. 2742/1999 ως «Παραγωγικές ραστηριότητες» παραχωρώντας µάλιστα τη δυνατότητα µίσθωσης και φύλαξης τους σε ιδιώτες, φαίνεται δεδοµένο ότι θα αξιώνουν ένα «αντίτιµο εισόδου» από τον µελλοντικό χρήστη. Στην περίπτωση αυτή, είναι εύλογο οι απαιτήσεις του χρήστη να αυξάνουν. Μία απλή κατάδυση, µια απλή επίσκεψη σε µία θαλάσσια περιοχή, δεν φαίνεται ικανή από µόνη της για την επιβολή επιπλέον αντιτίµου (πέραν αυτού που ούτως ή άλλως καταβάλλει ο αυτοδύτης στον έκαστο Πάροχο Καταδυτικών Υπηρεσιών) και πολλοί θα είναι αυτοί που θα σκεφτούν ότι «µπορούν να απολαύσουν µία εξίσου ικανοποιητική βουτιά δίπλα στην τελευταία σηµαδούρα οριοθέτησης του Καταδυτικού Πάρκου». Η παροχή εξειδικευµένων υπηρεσιών λοιπόν, µπορεί να αποτελέσει το ισχυρότερο δέλεαρ για τον χρήστη των καταδυτικών πάρκων του µέλλοντος. Μία τέτοια µορφή εξειδικευµένης υπηρεσίας προτείνεται να είναι η ανάληψη του «ορφανού» έως σήµερα ρόλου της προώθησης της οικολογικής πληροφορίας και της ευαισθητοποίησης του καταδυτικού κοινού µέσα από σεµινάρια, διαλέξεις, παροχή εκπαιδευτικού υλικού κλπ. Εδώ έγκειται άλλωστε η µεγάλη πρόκληση της ανάδειξης των θαλασσών µας, και είναι πολύ σηµαντικό να γνωρίζουµε ότι αυτή η γνώση υπάρχει και µπορεί να διατεθεί καταλλήλως (από τους ερευνητικούς και ακαδηµαϊκούς φορείς της χώρας µας) σε µορφή φιλική προς τον χρήστη, λαµβάνοντας πάντα υπόψη το µορφωτικό και ηλικιακό του επίπεδο. Είναι προφανές ότι οι θετικές επιπτώσεις που θα προκύψουν µέσω της επιµόρφωσης αυτής δε θα περιοριστούν στα όρια του Καταδυτικού Πάρκου, αλλά θα επεκταθούν σε όλο το µήκος της ελληνικής ακτογραµµής όπου θα δραστηριοποιούνται πλέον οι οικολογικά ευαισθητοποιηµένοι δύτες. Ως εκ τούτου θεωρούµε ότι οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια οφείλει στο ξεκίνηµά της να υποστηρίζεται και/ή να επιδοτείται από εθνικά ή/και ευρωπαϊκά κονδύλια. 3.2. ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΣ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ Λαµβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω και θεωρώντας εκ των προτέρων ότι ο επενδυτής θέτει τις σωστές βάσεις για τη βιωσιµότητα µίας τέτοιας επιχειρηµατικής δραστηριότητας προστατεύοντας το «αγαθό» το οποίο «εµπορεύεται», φαίνεται να εκκρεµεί ακόµα µία απάντηση ως προς το «Ποιος θα προστατεύει τον επενδυτή». Η έως σήµερα νοµοθεσία, δεν έχει ακόµα αποσαφηνίσει ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την ίδρυση και λειτουργία ενός καταδυτικού πάρκου (εκκρεµούν οι σχετικές Υπουργικές Αποφάσεις από το ΥΠΕΧΩ Ε). Αν όµως αναλογιστεί κανείς την πολυπλοκότητα της προστασίας και µάλιστα στην παράκτια ζώνη και τις θαλάσσιες περιοχές όπου η ρύπανση δεν γνωρίζει σύνορα, ίσως αναλογιστεί το ρίσκο ενός τέτοιου εγχειρήµατος. ιαφαίνεται λοιπόν ως εκ των ουκ άνευ η ανάγκη εθνικού σχεδιασµού στην επιλογή των Περιοχών Οργανωµένης Ανάπτυξης Καταδυτικών Πάρκων, ώστε να διασφαλίζεται η κατάλληλη χωροθέτηση για την ολοκληρωµένη προστασία τόσο στο παρόν όσο και το µέλλον. Με λίγα λόγια, προτείνεται η υλοποίηση των ΠΟΑΚΠ να συµµορφώνεται µε το ευρωπαϊκό θεσµικό πλαίσιο της Ολοκληρωµένης ιαχείρισης της Παράκτιας Ζώνης, για να µην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος (χαρακτηριστικό παράδειγµα προς αποφυγή: η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη των ιχθυοκαλλιεργειών στην Ελλάδα). 627
Πιο συγκεκριµένα, σύµφωνα µε το White Paper για την Ολοκληρωµένη ιαχείριση Παράκτιας Ζώνης (2002/413/EC), προτείνονται συγκεκριµένες συστάσεις για την επίτευξη της αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης στις µεσογειακές ακτές, οι οποίες και συνοψίζονται στον Πίνακα 2 (UNEP/MAP/PAP, 2001). Πίνακας 2. Συστάσεις και Προτάσεις ράσεων για τον Τουρισµό όπως διαµορφώθηκαν από τη Μεσογειακή Επιτροπή Αειφόρου Ανάπτυξης Table2. Recommendations and Proposals for Action on Tourism formulated by the Comission on Sustainable Development Εξέταση των απαιτούµενων κριτηρίων για την εκτίµηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τουριστικά προγράµµατα και αναπτυξιακά σχέδια µεγάλης κλίµακας. Εκτίµηση της φέρουσας ικανότητας των τοποθεσιών που επιλέγονται ως τουριστικοί προορισµοί και ανάληψη των απαραίτητων µέτρων για την επίτευξη µιας ορθολογικής τουριστικής ανάπτυξης. Ενίσχυση των υπαρχόντων ή θέσπιση νέων νοµικών εργαλείων και επίλυση προβληµάτων ιδιοκτησιακής φύσης για τον έλεγχο της τουριστικής αστικοποίησης και την προστασία των σηµαντικότερων φυσικών περιοχών. Πιο συγκεκριµένα: - Προώθηση σχεδίων ανάπτυξης τουριστικών δραστηριοτήτων φιλικών προς το περιβάλλον σε περιοχές έντονης τουριστικής αιχµής. - Αποφυγή άναρχης δόµησης κοντά στις ακτές και διάνοιξης δρόµων παράλληλα ή πολύ κοντά στην ακτογραµµή. - Εντοπισµός των πιο σηµαντικών παράκτιων τοποθεσιών (υγρότοποι, αµµοθίνες κλπ) και ανάπτυξη µέτρων που διασφαλίζουν την προστασία τους. Υλοποίηση προγραµµάτων που αποσκοπούν στην περιβαλλοντική αποκατάσταση των πλέον βεβαρηµένων τουριστικών περιοχών Κίνητρα για την επίτευξη οικονοµικής υποστήριξης από τον Τουριστικό Τοµέα για την προστασία και τη διαχείριση περιοχών φυσικού και πολιτισµικού ενδιαφέροντος. Σηµαντικός κρίνεται και ο ρόλος της κρατικής µέριµνας στην ανάπτυξη αντισταθµιστικών µέτρων για τις όποιες θιγόµενες δραστηριότητες στις περιοχές όπου ιδρύονται ΚΠ. Η κοινωνική συναίνεση οφείλει να αποτελεί ζήτηµα προτεραιότητας προκειµένου να προλαµβάνεται η δηµιουργία συγκρούσεων που µόνο ανασταλτικά µπορούν να λειτουργήσουν. Είναι άλλωστε γνωστό ότι η ενσωµάτωση της τοπικής κοινωνίας (τόσο σε διαχειριστικό όσο και λειτουργικό επίπεδο) παραµένει ένα από τα βασικότερα στοιχεία για την επιτυχία µιας πολιτικής προστασίας (Brechin et al. 1991; Fiske, 1992; Caldecott, 1996; di Castri & Balaji, 2002; Σβορώνου, 2003 κ.α.). Όπως εύστοχα αναλύεται και στο White Paper της UNEP (2001), η αποδοχή των όποιων πολιτικών αποφάσεων εξαρτάται σε µεγάλο βαθµό από την έγκαιρη πληροφόρηση αλλά και ενεργή συµµετοχή των εν δυνάµει θιγόµενων στη διαµόρφωση των αποφάσεων αυτών. 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι ο νεοσύστατος θεσµός των ΠΟΑΚΠ δεν αποτελεί σε καµία περίπτωση ένα έργο απλό και εύκολο στην εφαρµογή του. Ανατρέχοντας στα σηµαντικά προβλήµατα που έχουν κατά καιρούς προκύψει σε ανάλογες προσπάθειες των ευρωπαϊκών χωρών, προτείνεται η πιλοτική καταρχήν εφαρµογή του θεσµού εντός του ικτύου NATURA-2000. Το ίκτυο NATURA-2000 επεκτείνεται σε ένα αρκετά µεγάλο τµήµα της χώρας µας, στο οποίο περιλαµβάνεται περίπου το 10% της ελληνικής παράκτιας ζώνης. Οι περιοχές του ικτύου υπόκεινται σε συγκεκριµένο θεσµικό 628
πλαίσιο, το οποίο είναι µάλιστα κατοχυρωµένο τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σύµφωνα άλλωστε µε την Οδηγία των Οικοτόπων (92/43/ΕΟΚ), «κύριος στόχος στις περιοχές του δικτύου NATURA-2000 είναι η διαφύλαξη των οικοτόπων και των ειδών στη φυσική τους περιοχή, θέτοντας όρους και περιορισµούς στην ενάσκηση των δραστηριοτήτων και λαµβάνοντας υπόψη τις οικονοµικές, κοινωνικές και πολιτιστικές απαιτήσεις καθώς και τις περιφερειακές και τοπικές ιδιοµορφίες. Μέσω του ελέγχου νέων δραστηριοτήτων και της εσωτερικής ζώνωσης, επιχειρείται ένας αυστηρός περιορισµός στην υποβάθµιση των φυσικών οικοτόπων και µία συµβατή ανάπτυξη ήπιων δραστηριοτήτων αναψυχής και τουρισµού, έτσι ώστε οι επισκέπτες να µπορούν να απολαµβάνουν το περιβάλλον και να ενηµερώνονται για την αξία της περιοχής. Οι άδηλοι πόροι που εµπεριέχονται σε µεγάλο βαθµό στους τόπους του δικτύου (και εν προκειµένω η θαλάσσια βιοποικιλότητα ή/και η ενάλια πολιτιστική κληρονοµιά) αποτελούν µέγιστη συνεισφορά στο µέλλον της χώρας». Είναι προφανές ότι οι στόχοι του NATURA-2000 συµπίπτουν απόλυτα µε αυτούς των ΠΟΑΚΠ και άρα θα ήταν άσκοπο να «επανεφευρίσκουµε» χώρους και τρόπους, διακινδυνεύοντας στην ουσία νέα προβλήµατα και αντιδράσεις. Πατώντας λοιπόν πάνω σε αυτή την υπάρχουσα και στερεή βάση, οι Περιοχές Οργανωµένης Ανάπτυξης Καταδυτικών Πάρκων είναι δυνατό να εξελιχθούν σε µία από τις αποδοτικότερες και πλέον αειφόρες αναπτυξιακές προσπάθειες της σύγχρονης Ελλάδας. Όπως τελικά και αν οι ιθύνοντες έχουν φανταστεί την υλοποίηση µιας ΠΟΑΚΠ, αυτό που οφείλει να προέχει σε τέτοιες προσπάθειες είναι η εξαρχής σαφής δήλωση των στόχων και των µέσων επίτευξής τους ώστε να καταστεί δυνατός τόσο ο σωστός σχεδιασµός των καταδυτικών πάρκων όσο και η µελλοντική παρακολούθηση των θετικών ή αρνητικών επιπτώσεων από τη λειτουργία τους. Οι όποιοι χειρισµοί από εδώ και στο εξής προϋποθέτουν καλή γνώση των θαλάσσιων οικοσυστηµάτων, επισταµένες κοινωνικο-οικονοµικές µελέτες και επιστηµονική υποστήριξη σε όλα τα στάδια υλοποίησης και παρακολούθησης. Η προσέλκυση µίας σηµαντικής µερίδας του διεθνούς τουρισµού, άλλωστε, δεν µπορεί να αποτελεί το άλλοθι µίας πρόσκαιρης ανάπτυξης, της οποίας το υψηλό περιβαλλοντικό ή/και κοινωνικό κόστος ενδέχεται µακροπρόθεσµα να αποδειχθεί επιζήµιο για τη χώρα µας. 5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Badalamenti, F., A.A. Ramos, E. Voultsiadou, J.L. Sanchez Lizaso, G. D Anna, C. Pipitone, J. Mas, J.A. Ruiz Fernandez, D. Whitmarsh and S. Riggio (2000). Cultural and Socio-Economic Impacts of Mediterranean Marine Protected Areas. Environmental Conservation, 27(2): 110-125 Bianchi, N. & C. Morri (2000). Marine biodiversity of the Mediterranean Sea: Situations, Problems and Prospects for Future Research. Marine Pollution Bulletin, 40 (5): 367-376 Brechin, R.B., P.C. West, D. Harmon & K. Kutay (1991). Protected areas: a framework for inquiry. In Resident Peoples and National Parks. eds. P.C. West & R.B. Breckin, Tucson AZ: The University of Arizona Press, 5-28p Caldecott, J. (1996). Designing Conservation Projects., UK: Cambridge Univ. Pr.: 312pp Castri di, F. & V. Balaji (2002). Tourism, Biodiversity and Information. Annals of Tourism Research, Vol. 29, No. 1, pp. 269 270, 2002 629
Cognetti, G. (1999). Conservation Strategies in the Mediterranean. Aquat. Conserv. Mar. Freshw. Ecosys., 9: 509-515 Coma, R. & E. Zabala (1994). Efecto de la de la frequentación sobres las poblaciones de Paramuricea clavata en las Illes Medes. In: Resumenes del VII Simposio Ibérico de Estudios del Bentos Marino. Universitat de Barcelona, 170-171pp Davis, D. & Tisdell, C. (1995). Recreational scuba diving and carrying capacity in marine protected areas. Ocean and Coastal Management 26, 19 40. Davis, D. & C. Tisdell (1996). Economic Management of Recreational Scuba Diving and the Environment. Journal of Environmental Management. 48, 229 248 Dignam, D. (1990). Scuba gaining among mainstream travellers. Tour and Travel News, 26 March (1990). Fiske, S.J. (1992). Sociocultural aspects of establishing marine protected areas. Ocean and Coastal Management, 18: 25-46 Francour, P. (1991): The effect of protection level on a coastal fish community at Scandola, Corsica. Rev. Eco1.Terre Vie, 46: 65-8 1. Francour, P. (1994): Pluriannual analysis of the reserve effect on ichthyofauna in the Scandola natural reserve (Corsica, NW Mediterranean). Oceanol.Acta,17: 309-3 17. Halpern, B. (2003). The impact of marine reserves: Do reserves work and does reserve size matter? Ecological Applications Supplement 13(1): 117-137 Kyriakopoulos, C., B.S. Tselentis & A. Frantzis (2002). Underwater marine protected areas: proposing a novel tourist attraction within an effective coastal zone management plan for Greece (abstract only). In: Proceedings of the 1 st Scientific Conference on Oceanographic aspects for a sustainable Mediterranean, Athens 27-29 Sept., p.m-6 Richez, G. (1991). Visitation during summer 1990 by scuba divers (snorkeling excluded) in Port-Cros National Park (France). In: Mediterranean Protected Areas Network. Economic Impact of the Mediterranean Coastal Protected Areas. Ajaccio(Corse-Corsica) 26-28 September 1991. 85-89pp. France MEDPAN Secretariat Publication. Richez, G. (1993). La plongée sous marin de loisir en Corse. Apnée exclue, durant l été 1991. Travaux Scientifiques du Parc Naturel Régional et Reserves Naturelles de Corse, 45:1-65 Sala, E., Garrabou J. & Zabala M. (1996). Effects of diver frequentation on Mediterranean sublittoral populations of the bryozoan Pentapora fascialis. Marine Biology, 126: 451-459 Tabata, R. S. (1992). Scuba diving holidays. In: Special Interest Tourism (Weiler, B. and Hall, C. M., eds). New York: Bellhaven, pp. 171 184. UNEP/MAP/PAP: White Paper: Coastal Zone Management in the Mediterranean. Split, Priority Actions Programme, 2001. Zabala, M. & E. Ballesteros (1989). Surface-dependent strategies and energy flux in benthic marine communities or, why corals do not exist in the Mediterranean. Scientia Marina, 53(1): 3-17. Zabala, M. (1999). Recreation in Mediterranean marine parks: limits and perspectives. Proceedings of Scientific Design and Monitoring of Mediterranean Marine Protected Areas. Porto Cesareo, 21-24 Oct. 1999, 51-59 pp Zinn, J. & E. H. Buck (2001). "Marine Protected Areas: An Overview." Congressional Research Service Report. February 8, 2001, Washington, D.C.: U.S. Congress. Σβορώνου, E. (2003). Mέθοδοι ιαχείρισης του Oικοτουρισµού και του Τουρισµού σε Προστατευόµενες Περιοχές. ΥΠΕΧΩ Ε/WWF Ελλάς, Αθήνα, 142σ. 630