Στις 7 και 8 Δεκεμβρίου 2012, στα πλαίσια του Δικτύου "Άγρια πανίδα σε κίνδυνο" που συντονίζει το ΚΠΕ Στυλίδας - Υπάτης, έγινε το εργαστήριο περιβαλλοντικής εκπαίδευσης "Ανακαλύπτοντας την άγρια ζωή" με σκοπό να μπορούμε με πρακτικό τρόπο να ανακαλύψουμε την άγρια ζωή στο δασικό περιβάλλον. Εισηγητής ήταν ο Δασολόγος Ερμηνευτής Περιβάλλοντος κ. Χατζηρβασάνης Βασίλης, ο οποίος παράλληλα με τις σπουδές του, έκανε ορειβασία και αναρρίχηση στα περισσότερα βουνά της Ελλάδας και τις Άλπεις. Έμαθε να αναγνωρίζει τα ζώα και τα ίχνη τους προκειμένου να γράψει γι αυτά στο ορειβατικό περιοδικό «Ανάβαση» και σε δύο βιβλία για τα βουνά της Στερεάς και της Πελοποννήσου. Είναι αυτοδίδακτος στην αναγνώριση ιχνών και στο σχέδιο. Μετά από κάποιες έρευνες πεδίου για το λύκο, την αρκούδα και το αγριόγιδο, εργάστηκε σε διάφορες μελέτες και προγράμματα ως ειδικός στην πανίδα σπονδυλοζώων και την προστασία της φύσης. Σταδιακά, στράφηκε στην ερμηνεία περιβάλλοντος και συμμετείχε, ως συγγραφέας και εικονογράφος, στη δημιουργία πολλών κέντρων ενημέρωσης, καθώς και στην έκδοση βιβλίων, εκπαιδευτικών πακέτων, φυλλαδίων, αφισών, που σχετίζονται με απειλούμενα είδη και φυσικές περιοχές. Μπορείτε να δείτε δουλειά του στο διαδίκτυο (εκπαιδευτική μουσειοσκευή Στροφυλιάς-Κοτυχίου: http://www.tedkaxaias.gr/ciks/, εκπαιδευτική μουσειοσκευή μαυροπετρίτη: http://www.ornithologiki.gr/life- Φύση/falcoel/gr/mavropetritis/env_ed.htm) και σε κεντρικά βιβλιοπωλεία (βιβλίο «Μικρή Μεσόγειος», εκδόσεις Ανεβαίνοντας).
Το απόγευμα της Παρασκευής 7 Δεκεμβρίου έγινε το θεωρητικό μέρος με τρεις εισηγήσεις: Ας ανακαλύψουμε, ας παρατηρήσουμε, ας διαχειριστούμε την άγρια ζωή. Ας ανακαλύψουμε την άγρια ζωή Οι περισσότεροι σύγχρονοι άνθρωποι περνάμε τη ζωή μας στους οικισμούς και δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε την άγρια ζωή που υπάρχει γύρω μας. Αν και μπορούμε να δούμε τα ημερόβια πουλιά και κάποια ερπετά, πολύ σπάνια συναντάμε τα νυχτόβια θηλαστικά που μας ακούν από μακριά και μας αποφεύγουν. Μπορούμε, ωστόσο, να αναγνωρίσουμε τα ίχνη που ένα ζώο αφήνει στο πέρασμά του και να διαπιστώσουμε την παρουσία του συγκεκριμένου είδους ή να αναπαραστήσουμε κάποιες από τις κινήσεις του. Αν συναντήσουμε πατημασιές, κοιτάζουμε πόσα δάχτυλα έχει το ζώο (1-άλογο, 2-ελαφοειδή-γιδοπρόβατα-αγελάδα, 4-λύκοςσκύλος-αλεπού-γάτα, 5-κουνάβι-ασβός-βίδρα) και εξετάζουμε το ντορό (τη σειρά των πατημασιών και ότι άλλο σημάδι βρίσκεται δίπλα τους). Αν συναντήσουμε κόπρανα, παρατηρούμε που βρίσκονται (τα σαρκοφάγα ζώα αφήνουν κόπρανα σε στρατηγικά σημεία των μονοπατιών για να σημαδέψουν οσφρητικά την επικράτειά τους) και αν περιέχουν αναγνωρίσιμα ίχνη της τροφής (κόκαλα, σπόρους). Αν συναντήσουμε υπολείμματα τροφής, παρατηρούμε το είδος της τροφής (φύλλα, σπόροι, έντομα) και τυχόν σημάδια από το ζώο (ίχνη δοντιών, χτυπήματα από ράμφος). Όταν περπατάμε σε δρόμους, είναι πιθανό να συναντήσουμε κάποια ζώα. Μπορεί να είναι ένα έντομο που διασχίζει το δρόμο ή μια αλεπού που τη χτύπησε αυτοκίνητο. Είναι ευκαιρία να εξετάσουμε το μέγεθος του ζώου και την ανατομία των ποδιών του. Πολύ σπάνια θα δούμε ένα ζώο από κοντά ή θα το αγγίξουμε. Αν συμβεί αυτό, θα διαπιστώσουμε ότι τα άγρια ζώα δαγκώνουν μόνο και μόνο επειδή μας φοβούνται. Στο βιωματικό μέρος είχαμε την ευκαιρία να περιπλανηθούμε στη Φύση. Ας παρατηρήσουμε την άγρια ζωή Για να παρατηρήσουμε άγρια ζώα, πρέπει να οργανώσουμε προσεκτικά τις κινήσεις μας. Αν και η πιο εύκολη λύση είναι να περπατήσουμε σε ένα λασπωμένο δρόμο ψάχνοντας για πατημασιές, χρειάζεται να επιλέξουμε προσεκτικά την περιοχή που θα ψάξουμε. Κάθε είδος προτιμά ορισμένους τόπους, ενώ ορισμένοι τόποι έχουν πιο πολλά ή πιο εύκολα στην παρατήρηση είδη από άλλους. Γενικά, οι κοιλάδες είναι πιο πλούσιες από τις βουνοκορφές, τα λιβάδια έχουν πιο φανερά είδη από τα δάση, το πρωί και το βράδυ προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες από το μεσημέρι για συναντήσεις με ζώα.
Ένα ζευγάρι κιάλια είναι απαραίτητο, γιατί κανένα ζώο δεν αφήνει να το πλησιάσουμε. Τα κιάλια χαρακτηρίζονται από δύο αριθμούς: ο πρώτος δείχνει τη μεγέθυνση, ο δεύτερος τη διάμετρο των αντικειμενικών φακών σε χιλιοστά (μεγάλοι φακοί κάνουν τα κιάλια πιο φωτεινά, αλλά και πιο βαριά). Διαλέξτε ένα με μεγέθυνση 7 ή 8 και αντικειμενικούς φακούς 30 ή 40. Τα κιάλια 10x50 είναι καλά για ανοιχτούς τόπους, τα κιάλια τσέπης είναι καλά μόνο για βόλτες. Οι σημειώσεις βοηθούν να θυμηθούμε όσα είδαμε, αλλά και να γίνουμε πιο μεθοδικοί στην έρευνα. Σημειώνουμε με κείμενο ή και σχέδια. Οι φωτογραφίες βοηθούν στην αναγνώριση εκ των υστέρων, ιδιαίτερα αν είναι τραβηγμένες από κοντά (σε λειτουργία μακρο) και έχουν κλίμακα (δάχτυλα, κέρμα). Τα βιβλία είναι αναντικατάστατα: διαβάζοντας, μαθαίνουμε τι να κοιτάξουμε και αναγνωρίζουμε τι είναι αυτό που είδαμε. Στο ύπαιθρο, φοράμε ρούχα που δε μας στενεύουν και δεν κάνουν θόρυβο. Κινούμαστε όσο μπορούμε αντίθετα στον άνεμο. Κρυφοκοιτάζουμε πίσω από γωνίες και στροφές. Ξεπροβάλλουμε μπροστά από δέντρα ή βράχους, όχι μπροστά στον ουρανό. Αν προχωράμε αργά και σιωπηλά, έχουμε ελπίδες να δούμε το ζώο πριν μας ακούσει και εξαφανιστεί. Περπατώντας στη Φύση, είχαμε την ευκαιρία επίσης να συζητήσουμε για το παρακάτω θέμα: Ας διαχειριστούμε την άγρια ζωή Γιατί να τη διαχειριστούμε; Μα, επειδή, ζούμε από τη φύση και έχουμε κάθε συμφέρον να λειτουργεί καλά. Επιπλέον, εμείς διαταράζουμε τις οικολογικές λειτουργίες με τις δραστηριότητές μας. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, απειλούμε το περιβάλλον, όχι επειδή κυνηγάμε, αλλά επειδή διαταράζουμε και διασπούμε τους οικότοπους σε μεγάλη κλίμακα. Θα ήταν πιο σωστό να διαχειριζόμαστε το φυσικό περιβάλλον στην κλίμακα του τοπίου. Αντί γι αυτό, προσπαθούμε να προστατέψουμε ή να διαχειριστούμε ένα είδος άγριου ζώου. Για να έχουμε αποτέλεσμα, θα πρέπει να διατηρήσουμε τους οικότοπους που χρειάζεται το συγκεκριμένο είδος, σε έκταση που να περιέχει έναν ελάχιστο πληθυσμό 500 ατόμων.
Για ένα ξυλοφάγο σκαθάρι, είναι αρκετό να διατηρήσουμε τα νεκρά δέντρα σε ένα δάσος. Για το αγριόγιδο, θα πρέπει να προστατέψουμε τους γκρεμούς και να ελέγξουμε το λαθροκυνήγι (μεγάλο πρόβλημα για το είδος στη χώρα μας). Για το λύκο, θα χρειαστεί να βρούμε λύση στο πρόβλημα των συγκρούσεων με τους κτηνοτρόφους. Βέβαια, προστατεύοντας το λύκο σε έκταση χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων, προστατεύουμε εν μέρει και πολλά άλλα είδη. Στη χώρα μας υπάρχουν πολλές φυσικές περιοχές που προστατεύονται, αλλά και πολλά προβλήματα που σχετίζονται με αυτές. Οι Εθνικοί Δρυμοί έχουν επιλεγεί για τα ωραία τοπία, όχι για την καίρια θέση στα φυσικά οικοσυστήματα. Τα καταφύγια άγριας ζωής έχουν επιλεγεί στο παρελθόν για συγκεκριμένα είδη θηραμάτων. Η νομοθεσία είναι περίπλοκη και δύσκολα εφαρμόζεται. Οι φορείς διαχείρισης δεν αποφασίζουν για τη διαχείριση. Το κυνήγι και η εκτός σχεδίου δόμηση δεν ελέγχονται όπως θα έπρεπε. Επειδή πολλά είδη είναι διασκορπισμένα σε πολλές φυσικές περιοχές, είναι απαραίτητο να εξασφαλίσουμε ότι άτομα μπορούν να ταξιδέψουν από μια περιοχή στην άλλη. Τα άτομα αυτά δίνουν ζωή στους τοπικούς πληθυσμούς, που αλλιώς κινδυνεύουν να εξαφανιστούν ο ένας μετά τον άλλον από επιδημίες ή από γενετική υποβάθμιση. Θα πρέπει, επομένως, να διατηρήσουμε διάδρομους επικοινωνίας (όπως, ρεματιές ή σειρές από δασάκια σε αγροτικές περιοχές) στις περιοχές που βρίσκονται ανάμεσα σε σημαντικές φυσικές περιοχές. Εννοείται ότι, πριν σχεδιάσουμε ένα διάδρομο επικοινωνίας, πρέπει να έχουμε σκεφτεί ποια είδη ζώων πρόκειται να τον χρησιμοποιήσουν. Φυσικά, όλα τα παραπάνω δε γίνεται να εφαρμοστούν χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του κοινού, ιδιαίτερα των κατοίκων κάθε περιοχής. Αυτό δείχνει πόσο σημαντική είναι η εκπαίδευση.