Η ναυτική δραστηριότητα στην κλασική Κύπρο. και το λιμενικό δίκτυο στα τέλη του 4 ου αι. π.χ.

Σχετικά έγγραφα
Η ναυτική δραστηριότητα στην κλασική Κύπρο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

Ιερή Τοπογραφία στην Κύπρο της Εποχής του Σιδήρου και Εφαρμογές Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών

«Πειραιάς το λιμάνι των τριήρων»

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

ΚΑΡΤΑ: α. Γιατί μετακινούνταν οι άνθρωποι της Κύπρου κατά την Αρχαϊκή Εποχή; Ποιοι μετακινούνταν; Πού μετακινούνταν; Πώς μετακινούνταν;

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η

ΔΕΥΤΕΡΑ, ΤΡΙΤΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ, ΠΕΜΠΤΗ, ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, Κ20: Κλασική. 12Κ31: Κλασική Αρχαιολογία: 12ΕΙ-30

Ερωτήματα-κλειδιά 2 1. Με ποια κριτήρια επέλεγαν οι άνθρωποι της Αρχαϊκής Εποχής τα μέρη όπου έφτιαχναν τις. Πρόοδος από το προηγούμενο μάθημα

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΜΑΘΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΑ, ΤΡΙΤΗ, ΤΕΤΑΡΤΗ, ΠΕΜΠΤΗ, ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, Κ20: Κλασική. 12Κ31: Κλασική Αρχαιολογία: 12ΕΙ-30

ΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΞΕΝΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΥΝΑΜΙΚΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

εφορεια εναλιων αρχαιοτητων δρ αγγελική γ. σίμωσι Αρχαιολόγος στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΔΠΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΧΕΙΜΕΡΙΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΑΡΙΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΞΕΝΟΥ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΧΕΙΜΕΡΙΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ

Αρχαιολογία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων (480 π.χ. - 1ος αι. π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ. iii

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

Όνομα: Μαρία Επίθετο: Μυλωνά Τάξη:Β5 Ετος: Καθηγήτρια: Μαρία Πουλιάου Χατζημιχαήλ Θέμα: Εργασία στην Ιστορία (Κίτιο)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΙ ΦΟΙΤΗΤΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ Δ.. Π.. Κουκά Ουρανία (Κ) Τ.. Α. 5.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΟΡΘΗ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ:

Διδακτική πρόταση 1: 1 Πώς οργανώνονταν οι άνθρωποι της. Γεωμετρικής Εποχής»

«Αξιολόγηση ατόμων με αφασία για Επαυξητική και Εναλλακτική Επικοινωνία, σύμφωνα με το μοντέλο συμμετοχής»

INTERREG III-A ΕΛΛΑΔΑ-ΚΥΠΡΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Καθηγήτρια Τζελίνα Χαρλαύτη, Διευθύντρια Δρ Μαρίνος Σαρηγιάννης, Αναπλ. Διευθυντής

ΔΙΑΛΕΞΗ ΤΡΙΤΗ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΑΛΕΚΤΩΝ

Διδακτορικό Πρόγραμμα στη Νομική

Ανάβρυτα Συντελεστές: Αγγελάκης Άγγελος Αδαμάκης Παύλος Τσαντά Ιωάννα Σωτηροπούλου Κωνσταντίνα

Β ΕΞΑΜΗΝΟ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ ΣΤ ΕΞΑΜΗΝΟ Η ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΠΙ ΠΤΥΧΙΩ. 12Ι-4_8 Αρχαία Ιστορία: Ρωμαϊκοί Χρόνοι Στ Εξαμήνου ΘΚ Ιστ. και ΔΠΑ κ. Σαββίδης ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΑΘΗΓΗΤΗ

«H ΧΡΗΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ»

Στρατηγική και το Σχέδιο Δράσης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιων Περιοχών

Διδακτική πρόταση 2 1 : Οι μετακινήσεις ανθρώπων σε άλλες περιοχές της γης κατά την Αρχαϊκή Εποχή

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ. ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑνΑΔ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΒΑΘΜΟΣ :... ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΙΝΑΚΑΣ A: ΕΡΓΑ ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΈΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ 2019 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 03/06/2019

Βιογραφικό Σημείωμα Γεωργία ΚΟΚΚΟΡΟΥ-ΑΛΕΥΡΑ Ομότ. Καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Μοναδικό παλαιοχριστιανικό μνημείο οι Κατακόμβες της Μήλου

Μεταπτυχιακή Διατριβή

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ MΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ

Διαχρονικές Τάσεις Δεικτών Ανθρώπινου Δυναμικού στην Κύπρο: Σύγκριση με Ευρωπαϊκή Ένωση

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Α1 Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ ΙΟΥΝΙΟΥ 2013

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΧΕΙΜΕΡΙΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

«Αριθμητική και πειραματική μελέτη της διεπιφάνειας χάλυβασκυροδέματος στις σύμμικτες πλάκες με χαλυβδόφυλλο μορφής»

2. Συζητώ τις απαντήσεις μου με τα παιδιά που κάθονται δίπλα μου.

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Απασχόληση και Ανεργία ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

Ολόκληρη η Τροπολογία με την Αιτιολογική της Έκθεση έχουν ως εξής:

Ο Οικισμός Σκάρκος της Ίου

Ύστερη Χαλκοκρατία ή Υστεροκυπριακή περίοδος: 1650/ /1050 π.χ.

Παραδοτέο 6-8GR Πρακτικά Εκδήλωσης Ευρείας Δημοσιοποίησης του Έργου ISWM-TINOS

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ. ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑνΑΔ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΡΧΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)

ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1o ΘΕΜΑ

ΟΔΗΓΟΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

þÿ ½ ÁÉÀ ºµ½ÄÁ¹º ÀÁ à ³³¹Ã Ä þÿ Á³±½Éù±º  ±»»±³  ¼ ÃÉ þÿà» Á Æ Á¹±º Í ÃÅÃÄ ¼±Ä Â.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

ΗΜΕΡΙΔΑ Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΧΕΙΜΕΡΙΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗΣ

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΜΙΑ

5ο ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Α.Τ.Μ. Πραγματικότητα & Προοπτικές

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ: Σύγκριση με Ευρωπαϊκή Ένωση ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ:Η ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΥΕΛΙΚΤΗ ΖΩΝΗ ΘΕΜΑ: «ΘΑΛΑΣΣΑ» ΜΕΤΕΚΑΠΙΔΕΥΟΜΕΝΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΣ: ΦΑΡΜΑΚΗΣ ΗΛΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ» ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ: ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ ΠΑΡΑΓΙΟΥΔΑΚΗ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΩΝ ΑΓΑΘΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ XEIMEΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΕΤΟΥΣ

1. Γράφουμε το όνομα της Κύπρου και του Ηνωμένου Βασιλείου στη θέση τους στον χάρτη.

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Τέχνη Χώρος Όψεις Ανάπτυξης

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. «ΔΙΟΙΚΗΣΗ της ΥΓΕΙΑΣ»

ΜΟΝΑΔΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ

ΕΦΟΡΕΙΑ ΕΝΑΛΙΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: 323 Π.Χ. 324 Μ.Χ.

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

Αρ. Φακ Φαξ: , Tηλ: , Νοεμβρίου 2014

Transcript:

Πανεπιστήμιο Κύπρ Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Η ναυτική δραστηριότητα στην κλασική Κύπρο και το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ. Θεοτόκης Θεοδούλ Τόμος Α - Κείμενο Διδακτορική Διατριβή Λευκωσία, 2007

iv

Πανεπιστήμιο Κύπρ Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Ερευνητική Μονάδα Αρχαιολογίας Θεοτόκης Θεοδούλ Ναυτική Δραστηριότητα στην Κλασική Κύπρο Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ. Τόμος Α - Κείμενο Τόμος Β - Εικόνες Διδακτορική Διατριβή Λευκωσία, 2007 iii

ii

ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Πανεπιστήμιο Κύπρ Αναπληρώτρια καθηγήτρια Μαρία Ιακώβ (Πρόεδρος) Καθηγητής Δημήτρης Μιχαηλίδης (Ερευνητικός Σύμβλος) Επίκρος καθηγητής Γιώργος Παπασάββας (Μέλος) Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αναπληρωτής καθηγητής Πάνος Βαλαβάνης (Μέλος) Πανεπιστήμιο Κρήτης Αναπληρώτρια καθηγήτρια Κατερίνα Κόπακα (Μέλος) v

vi

Στην κόρη τη γυναίκα τη μάνα την αδελφή μ τη θάλασσα vii

viii

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΜΟΣ Α Περίληψη Abstract Ευχαριστίες Συντομογραφίες Κατάλογος Πινάκων και Παραρτημάτων Εισαγωγή ii iii iv vii viii x-xxii ΜΕΡΟΣ Α - ΝΑΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ Κεφάλαιο Α 1 Το ιστορικό πλαίσιο τ 5 και 4 αι. π.χ. στην Κύπρο Κεφάλαιο Β Αναφορές στην αρχαία γραμματεία σχετικά με τις ναυτικές επιδόσεις των Κυπρίων στη διάρκεια τ 5 και 4 αι. π.χ. 14 Β.1. Ναυπηγική 16 Β.2. Ναυτικές δεξιότητες (ναυτοσύνη) 28 Β.3. Θαλάσσιο εμπόριο 35 Β.4 Ναυτική εικονογραφία 41 Κεφάλαιο Γ Ναυτικές πολεμικές επιχειρήσεις στην Κύπρο κατά τον 5 ο και 4 ο αι. π.χ. 45 Κεφάλαιο Δ Τα λιμάνια της Κύπρ στην αρχαία γραμματεία 62 Δ.1 Ψευδοσκύλαξ 63 Δ.2 Ισοκράτης 66 Δ.3 Διόδωρος Σικελιώτης - Πλούταρχος 67 Δ.4 Στράβων 68 Δ.5 Πράξεις τῶν Ἀποστόλων 70 Περίοδοι καὶ μαρτύριον τοῦ ἁγί Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλ Δ. 6 Πλίνιος 71 Δ.7 Πτολεμαίος 72 Δ.8 Σταδιασμός 73 Κεφάλαιο Ε Γεωφυσικές συνθήκες και λιμενικές τεχνικές γνώσεις στη διάρκεια 75 τ 5 και 4 αι. π.χ. Ε.1 Αλλαγές στην ακτογραμμή της Κύπρ 77 Ε.2 Επικρατούσες καιρικές συνθήκες και ναυσιπλοΐα 83 Ε.3 Λιμενικές, τεχνικές γνώσεις 89

ΜΕΡΟΣ Β - ΛΙΜΕΝΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ Κεφάλαιο ΣΤ Τα λιμάνια των βασιλείων της Κύπρ τον 5 ο και 4 ο αι. π.χ. 97 Στ.1 Μάριον / Αρσινόη 100 Στ.1.1 Γενικά στοιχεία 100 Στ.1.2 Το λιμάνι τ Μαρί / Αρσινόης στην αρχαία Γραμματεία 103 Στ.1.3 Τα κατάλοιπα τ λιμανιού 103 Στ.1.4 Ερωτήματα σχετικά με το λιμάνι στο Λατσί 109 Στ.1.5. Το κλασικό λιμάνι 112 Στ.2 Παλαίπαφος / Νέα Πάφος 117 Στ.2.1 Γενικά στοιχεία Παλαιπάφ 117 Στ.2.2 Το λιμάνι της Παλαιπάφ 119 Στ.2.3 Γενικά στοιχεία Νέας Πάφ 122 Στ.2.4 Το λιμάνι της Νέας Πάφ. Αρχαία γραμματεία και σύγχρονη έρευνα 127 Στ.2.5 Τα κατάλοιπα τ λιμανιού της Νέας Πάφ 130 Στ.3 Κούριον 140 Στ.3.1 Γενικά στοιχεία 140 Στ.3.2 Λιμενικά κατάλοιπα 142 Στ.4 Αμαθούντα 144 Στ.4.1 Γενικά στοιχεία 144 Στ.4.2 Το λιμάνι της Αμαθούντας στην αρχαία γραμματεία 147 Στ.4.3 Το εσωτερικό λιμάνι 148 Στ.4.4 Το εξωτερικό λιμάνι 150 Στ.5 Κίτιον 156 Στ.5.1 Γενικά στοιχεία 156 Στ.5.2 Αρχαίες πηγές και νεότερες μαρτυρίες για το λιμάνι τ Κιτί 159 Στ.5.3 Οι νεώσοικοι τ Κιτί 163 Στ.6 Σαλαμίνα 167 Στ.6.1 Γενικά στοιχεία 167 Στ.6.2 Το λιμάνι της Σαλαμίνας στην αρχαία γραμματεία 170 Στ.6.3 Τα κατάλοιπα των λιμανιών της Σαλαμίνας 175 Στ.7 Κερύνεια 185 Στ.7.1 Γενικά στοιχεία 185 Στ.7.2 Το ναυάγιο της Κερύνειας 186 Στ.7.3 Τα κατάλοιπα τ λιμανιού της Κερύνειας 188

Στ.8 Λάπηθος 197 Στ.8.1 Γενικά στοιχεία 197 Στ.8.2 Το λιμάνι της Λαπήθ στην αρχαία γραμματεία 198 Στ.8.3 Τα κατάλοιπα τ λιμανιού της Λαπήθ 198 Στ.9 Σόλοι 203 Στ.9.1 Γενικά στοιχεία 203 Στ.9.2 Το λιμάνι των Σόλων στην αρχαία γραμματεία 206 Στ.9.3 Τα κατάλοιπα τ λιμανιού 207 Κεφάλαιο Ζ Λιμενικές θέσεις με πιθανή χρήση κατά τς 5 ο και 4 ο αι. π.χ. 211 Ζ.1 Κιόνι 212 Ζ.2 Περιοχή δυτικής ακτής (Κερατίδι, Θαλασσινές Σπηλιές, Μανίκι) 214 Ζ.3 Ακρωτήρι Λεμεσού (Dreamer s Bay) 216 Ζ.4 Ακρωτήριον Ελαία 218 Ζ.5 Ουρανία 220 Ζ.6 Καρπασία 222 Κεφάλαιο Η Τα λιμάνια Πάφ, Αμαθούντας, Μαρί και Καρπασίας. Λιμενικό δίκτυο ναυτικών βάσεων τ Πτολεμαί Α ; 230 Συμπεράσματα 251 Βιβλιογραφία 267 Παράρτημα 1 283 Παράρτημα 2 286 ΤΟΜΟΣ Β Κατάλογος Εικόνων 1 Εικόνες 1-215 12

xii

xiii

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία συγκεντρώνει τα χωρία των κειμένων της αρχαίας γραμματείας π αναφέρονται στη ναυτική δραστηριότητα ή τα λιμάνια τ 5 και 4 π.χ. στην Κύπρο. Μελετά τα κατάλοιπα των λιμενικών εγκαταστάσεων των παραλίων πόλεων της περιόδ, καθώς και τις περαιτέρω λιμενικές θέσεις, οι οποίες εμφανίζονται στις αρχαίες πηγές ή προκύπτει η πιθανή χρήση τς στο συγκεκριμένο χρόνο από τα α- ποτελέσματα της σύγχρονης έρευνας. Στον όρο ναυτική δραστηριότητα περιλαμβάνονται οι ναυπηγικές γνώσεις και ικανότητες των Κυπρίων, η ναυτική τς δεινότητα, η ενασχόλησή τς με το θαλάσσιο εμπόριο ή η άσκησή τ από τρίτς στο νησί, καθώς και η διεξαγωγή ναυτικών πολεμικών επιχειρήσεων στην ενάλια ζώνη της Κύπρ και η συμμετοχή Κυπρίων σε ναυτικές επιχειρήσεις εκτός Κύπρ. Η μελέτη των λιμενικών καταλοίπων πραγματεύεται τις γνώσεις π προκύπτν από την αρχαία γραμματεία, τη σύγχρονη έρευνα και τα κείμενα περιηγητών σε συνδυασμό με επιτόπια και υποβρύχια παρατήρηση για την εξαγωγή συμπερασμάτων και τη διαπίστωση ερωτημάτων από τη συγκριτική μελέτη των παραπάνω στοιχείων. Τελικά, από τη συγκριτική μελέτη των ανωτέρω, αποδίδεται στο Πτολεμαίο Α Σωτήρα η κατασκευή των λιμενικών εγκαταστάσεων της Πάφ, Αμαθούντας, Μαρί και Καρπασίας ως ναυτικών πολεμικών βάσεων, προκειμέν να εδραιώσει τη θέση τ στην Κύπρο. Ταυτόχρονα, τίθενται ζητήματα και ερωτήματα π αφορούν στα κυπριακά λιμάνια της περιόδ και προτείνονται, όπ είναι δυνατόν, λύσεις σχετικά με τη χωροθέτηση, τς τύπς και τις χρήσεις τς. ii

ABSTRACT The current thesis focuses on ancient literature texts, which refer to the marine activity of Cypriots or Cypriot ports of the 5 th and 4 th centuries B.C. It studies the remains of port installations of the sea-side kingdom-capitals of this period, as well as additional port facilities, which either appear in the ancient literary texts or result from contemporary archaeological surveys and studies that indicate their potential use during the two centuries. The term marine activities includes the Cypriots ship-building and general nautical knowledge, ability and skill, their occupation with marine trade or its practice by foreigners, as well as their engagement in naval operations in the Cypriot waters and the participation of locals in nautical expeditions abroad. The study of harbour remains treats the knowledge that is obtained from ancient literary texts, contemporary research and travellers texts, combined with underwater observation in situ, with the purpose of extracting conclusions and outlining questions that result from the comparative study of the above-mentioned data. Concluding, the comparative study of the above mentioned data has demonstrated that the creation of harbour installations as naval bases at Paphos, Amathus, Marion and Karpasia can attributed to Ptolemy A Soter, who instigated this program with a view to consolidating his status in Cyprus. At the same time issues and questions are raised pertaining to the Cypriot harbours of the period and probable solutions to the problem of their location, type and use are presented. iii

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ευχαριστίες για την εκπόνηση της παρούσας διατριβής οφείλονται σε αρκετούς ανθρώπς π συνέβαλαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην ολοκλήρωσή της. Πρώτα από όλς, όμως, οφείλω να ευχαριστήσω τον καθηγητή μ και Διευθυντή της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας τ Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας τ Πανεπιστημί Κύπρ, κ. Δ. Μιχαηλίδη, τόσο γιατί με δέχτηκε να προχωρήσω μαζί τ στη διερεύνηση τ παρόντος θέματος, ενώ είχα γίνει δεκτός στο Πανεπιστήμιο Κύπρ αρχικά με διαφορετικό θέμα, όσο και για το γεγονός ότι διατήρησε την ευκαιρία για την ολοκλήρωση της μελέτης, ακόμη και σε περιόδς π άλλες ανάγκες και ασχολίες με είχαν απομακρύνει από τη συγκεκριμένη πορεία. Μαζί με αυτά αποτέλεσε πάντα καίριο σύμβλο και δάσκαλο, συνδυάζοντας τη σοβαρή επιστημονική προσέγγιση με τη ζεστή ανθρώπινη σκοπιά. Ευχαριστώ ακόμη: Τα μέλη της τριμελούς επιτροπής μ, την αναπληρώτρια καθηγήτρια κ. Μ. Ιακώβ και τον επίκρο καθηγητή κ. Γ. Παπασάββα για την επιστημονική και όχι μόνο υποστήριξη π μ παρείχαν. Αντίστοιχα, τα δύο εξωτερικά μέλη της πενταμελούς επιτροπής, τον αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Π. Βαλαβάνη και την αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, κ. Κ. Κόπακα για τον κόπο π κατέβαλαν, προκειμέν να μελετήσν την παρούσα εργασία και να φθάσν στις τελικές παρατηρήσεις και την κρίση της. Τον, ανάμεσα σε πολλά άλλα, ιδρυτή της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας τ Πανεπιστημί Κύπρ, ομότιμο καθηγητή κ. Β. Καραγιώργη, ο οποίος μ έδωσε την ευκαιρία της συμμετοχής στο πρόγραμμα για την εκπόνηση της μελέτης στα πλαίσια της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας, όταν ξεκίνησα. Θα ήθελα να ευχαριστήσω επίσης στο πρόσωπό τ το Ίδρυμα Λεβέντη, τ οποί τυγχάνει Διευθυντής, για την οικονομική υποστήριξη π μ παρέσχε με τριετή υποτροφία τ. Τον πρώην και τον νυν Διευθυντή τ Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρ Δρ. Σ. Χατζησάββα και Δρ. Π. Φλρέντζο για την παραχώρηση άδειας για μελέτη των Αρχείων τ Τμήματος, καθώς και την άδεια για φωτογράφηση και υποβρύχια φωτογράφηση των λιμενικών εγκαταστάσεων π εμφανίζονται στην παρούσα μελέτη. Επίσης, τις συναδέλφς στο Τμήμα Αρχαιοτήτων Μ. Χατζηκωστή, Δ. Πηλίδ, Μ. Ιερωνυμίδ και το συνάiv

δελφο Γ. Βιολάρη, καθώς και το προσωπικό τ Τμήματος, ιδιαίτερα την κ. Μ. Chamberlain στο Αρχείο Σχεδίων και τον αρχαιοφύλακα στο Μσείο Πόλεως Χρυσοχούς κ. Α. Συμεωνίδη. Την κ. Αικ. Δελλαπόρτα, πρώην Προϊσταμένη της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων τ Ελληνικού Υπργεί Πολιτισμού για την υποστήριξή της ώστε να ανταπεξέλθω στα εργασιακά μ καθήκοντα στην Εφορεία και ταυτόχρονα στις ανάγκες της μελέτης. Για τον ίδιο λόγο ευχαριστώ το Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων, από το οποίο εργοδοτούμαι και όσς συνέβαλαν με θετικές εισηγήσεις τς για την παραχώρηση σχεδόν δίμηνης άδειας για την ολοκλήρωση τ τελευταί σταδί της διατριβής. Επίσης τον καθηγητή στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο κ. Κ. Μέμο για το ότι αποδέχτηκε την περιορισμένη ενασχόλησή μ με το Λιμενοσκόπιο, προκειμέν να ο- λοκληρωθεί η παρούσα μελέτη. Τον φίλο και συνάδελφο J. Leonard για την παραχώρηση αντιγράφ της εξαιρετικής διατριβής τ, μολονότι ακόμα αδημοσίευτης, καθώς και για τις χρήσιμες συζητήσεις μαζί τ. Ευχαριστίες, οφείλω ακόμη στς επίσης φίλς και συναδέλφς Στ. Δεμέστιχα, Δ. Κρκμέλη, Π. Μίχα, Δ. Ευαγγελιστή και Γ. Γεωργί. Το προσωπικό της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας και της Βιβλιοθήκης της, καθώς και τις φίλες συναδέλφς Λ. Κασσιανίδ, Ο. Κκά, Ε. Ηγμενίδ και Μ. Παρανή Για την εμπλοκή μ στην υποβρύχια και ναυτική αρχαιολογία οφείλω επίσης «πρωτογενείς» ευχαριστίες στον αείμνηστο φίλο Ν. Τσούχλο, ιδρυτή και επί σειρά ετών Πρόεδρο και Διευθυντή τ Ινστιτούτ Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών. Στον νυν Πρόεδρο και τα μέλη τ Ινστιτούτ και στον Πρόεδρο και τα μέλη τ Ελληνικού Ινστιτούτ Μελετών Αρχαίας και Μεσαιωνικής Αλεξάνδρειας, αλλά και τς συναδέλφς και το προσωπικό στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων οφείλω ευχαριστίες για τη συνεργασία και συμπόρευση στη μετσίωση σε πράξη της θεωρητικής γνώσης για την ναυτική και υποβρύχια αρχαιολογία. Ευχαριστώ, επίσης, την καθηγήτριά μ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Ν. Κούρ και τον καθηγητή W.A.P. Childs τ Πανεπιστημί τ Princeton π συνέβαλαν στην αποδοχή μ από το Πανεπιστήμιο Κύπρ με τις συστατικές τς επιστολές. Τον καθηγητή W.A.P. Childs και τα μέλη της αρχαιολογικής αποστολής τ Πανεπιστημί Princeton στο Μάριον/Αρσινόη ευχαριστώ ακόμα γιατί κοντά τς γεννήθηκε η αγάπη μ για την αρχαιολογία. v

Πριν το τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τς γονείς, τα αδέλφια και την ευρύτερη οικογένεια μ, οι οποίοι με ενίσχυσαν ποικιλότροπα σε κάθε μ προσπάθεια μέχρι σήμερα, αντιμετωπίζοντας το συνηθισμένο σαν να ήταν κάτι ξεχωριστό. Το ίδιο και τς α- γαπημένς φίλς, οι οποίοι δεν χρειάστηκαν ούτε κάλεσμα για να είναι πάντα παρόντες σε ότι θα μπορούσε να συνεισφέρει στην στήριξή μ, αλλά και τη βοήθεια σε όλα εκείνα τα απλά πρακτικά θέματα π συντελούν στο να μπορεί κανείς να ασχολείται με έρευνα, μελέτη και συγγραφή, έχοντας ταυτόχρονα άλλες επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις, ανάμεσα σε δύο χώρες. Τέλος, αλλά όχι τελευταίες, ευχαριστώ την Ειρήνη και τη Δανάη, ανάμεσα στα τόσα πολλά άλλα, για το καθημερινό ζεστό, τονωτικό χαμόγελό τς και για τον χρόνο π τς χρωστούσα και μ τον παραχώρησαν ώστε να ολοκληρώσω τη μελέτη αυτή. vi

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ* Αθην. Δειπν. Αmm. Res Ανδ. Καθ. Αρρ. Αλεξ. Αρρ. Ινδ. Δημ. Λακρ. Διόδ. Βιβλ. Ηροδ. Ιστ. Θκ. Ιστ. Ισοκ. Ειρ. Ισοκ. Νικ. Ισοκρ. Ευαγ. Λυσ. Ανδ. Ξεν. Ελλ. Περ. Βαρν. Πλιν. Φυσ. Ιστ. Πλτ. Δημ. Πλτ. Ηθ. Πλτ. Κιμ. Πλτ. Λυσ. Πλτ. Ρητ. Πολ. Στρ. Πράξεις Πτολ. Υφήγ. Σταδ. Στρ. Γεωγρ. Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί Ammianus Marcellinus, Res Gestae a Fine Corneli Taciti Ανδοκίδης, Περὶ τῆς ἐαυτοῦ καθόδ Αρριανός, Ἀλεξάνδρ Ἀνάβασις Αρριανός, Ἰνδική Δημοσθένης, Κατὰ Λάκριτον Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκη Ἱστορική Ηρόδοτος, Ἱστορίαι Θκυδίδης, Ἱστορία Ισοκράτης, Περί Εἰρήνης Ισοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα Ισοκράτης, Εὐαγόρας Λυσίας, Κατ Ἀνδοκίδ Ἀσεβείας Ξενοφών, Ἑλληνικά Περίοδοι καὶ μαρτύριον τοῦ ἁγί Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλ Plinius, Naturalis Historiae Πλούταρχος, Βίοι (Δημήτριος) Πλούταρχος, Ἠθικά Πλούταρχος, Βίοι (Κίμων) Πλούταρχος, Βίοι (Λύσανδρος) Πλούταρχος, Βίοι τῶν δέκα ῥητόρων Πολύαινος, Στρατηγήματα Πράξεις τῶν Ἀποστόλων Κλαυδί Πτολεμαί, Γεωγραφικὴ Ὑφήγησις Σταδιασμὸς ἥτοι Περίπλς τῆς Μεγάλης Θαλάσσης Στράβων, Γεωγραφικά *Στον παραπάνω κατάλογο αναφέρονται μόνο οι συντομογραφίες π χρησιμοποιούνται ειδικά στη συγκεκριμένη μελέτη και αφορούν σε αρχαία κείμενα. Οι υπόλοιπες ακολθούν το σύστημα τ American Journal of Archaeology (βλ. AJA 103 (2000), 10-24). Επιπλέον χρησιμοποιούνται οι συντομογραφίες: ARDA για το Annual Report of the Department of Antiquities, ΑΔ για το Αρχαιολογικόν Δελτίον και SCE για τη σειρά Swedish Cyprus Expedition. Στην περίπτωση επαναλαμβανομένων χρονικών δεν αναφέρεται ο συγγραφέας αλλά το περιοδικό (π.χ. BCH, ΑΔ κλπ.). Για τα χωρία της αρχαίας γραμματείας βλ. επίσης υποσ. σελ. 282 vii

ΠΙΝΑΚΕΣ Πίνακας 1 Πίνακας 2 Πίνακας 3 Πίνακας 4 Η θέση της Κύπρ ανάμεσα σε άλλες περιοχές της Ανατολικής Μεσογεί, σύμφωνα με τη σειρά π αναφέρεται σε ανάθεση παραγγελιών για ναυπήγηση ή συγκέντρωση σκαφών. Κατάπλς, απόπλς ή παρσία πολεμικών σκαφών στην Κύπρο τς 5 ο και 4 ο αι. π.χ. Σχηματική απόδοση των αλλαγών της θαλάσσιας στάθμης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας τ Ινστιτούτ Ωκεανογραφικών Επιστημών της Βρετανίας (Flemming 1978, fig. 12). Οι αλλαγές στη θαλάσσια στάθμη π διαπιστώθηκαν από την έρευνα τ Ινστιτούτ Ωκεανογραφικών Επιστημών της Βρετανίας (Flemming 1978, απόσπασμα από Table 1). σ. 27 σ. 60-61 σ. 81 σ. 82 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ Παράρτημα 1 Βασική ορολογία λιμενικών έργων π χρησιμοποιείται στη μελέτη σ. 283 Παράρτημα 2 Τίτλοι συνεδρίων, π χρησιμοποιούνται στη μελέτη, με θέμα την κυπριακή ναυτική δραστηριότητα και τις εξωτερικές σχέσεις της Κύπρ σ. 286 viii

ix

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η θάλασσα της Μεσογεί αποτελούσε, μέχρι και τις αρχές τ προηγούμεν αιώνα, τον ευκολότερο δρόμο επικοινωνίας και τον μοναδικό δρόμο συγκοινωνίας για τις νησιωτικές περιοχές της, πριν τα αεροσκάφη διεκδικήσν τμήμα της συγκεκριμένης διαδικασίας. Επομένως, ακόμα και μεγάλα νησιά, όπως η Κύπρος, η Κρήτη, κλπ., τα οποία διαθέτν πλούσιο ζωτικό χώρο και εύφορη ενδοχώρα δεν θα μπορούσαν να αποφύγν τη χρήση της θάλασσας για την επικοινωνία μεταξύ τς ή με τις ηπειρωτικές περιοχές, ακόμα και εάν το επεδίωκαν. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, εφόσον η θαλασσοκρατία αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα οικονομικής, στρατιωτικής και συνεπώς πολιτικής δύναμης π ήταν και εξακολθεί μάλλον να είναι ο μέγιστος επιδιωκόμενος στόχος κάθε κοινωνίας π α- ναπτύχθηκε στον μεσογειακό χώρο. Η Κύπρος, υπακούοντας στον παραπάνω κανόνα, έχει να παρσιάσει ενδείξεις και τεκμήρια χρήσης τ υδάτιν στοιχεί π την περιβάλλει, από τα χρόνια της Προϊστορίας της, καθώς και σε όλη τη διάρκεια της ιστορικής της πορείας: αγκυροβόλια και λιμενικές εγκαταστάσεις, ναυάγια, άγκυρες, πήλινα ομοιώματα και παραστάσεις πλοίων, παραστάσεις θαλάσσιας πανίδας, αναφορές στις πηγές σχετικά με τις ναυτικές και ναυπηγικές επιδόσεις, το εμπόριο ή την αλιεία, τις ναυτικές πολεμικές επιχειρήσεις κλπ. Θα πρέπει να επισημανθεί, όμως, ότι το μέγεθος, η ευφορία και ο πλούτος της ενδοχώρας της δεν την ανάγκασαν να ακολθήσει τον δρόμο της αποκλειστικής ενασχόλησης με τη θάλασσα, όπως συνέβη με τς κατοίκς των άγονων νησιών τ Αιγαί και τς Φοίνικες (Bartoloni 2001, 84). Εν τούτοις, η ναυτική δραστηριότητα, συντέλεσε στην ανάπτυξη τ νησιού ως ένας από τρεις κύρις παράγοντες. Στην έννοια της ναυτικής δραστηριότητας περιέχονται οι επιδόσεις σε ναυτικά θέματα, αλλά και σε άλλα παρεμφερή, όπως η ναυπηγική, το θαλάσσιο εμπόριο κλπ., Ο δεύτερος παράγοντας π είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη ναυτική ενασχόληση, είναι η αφθονία προϊόντων, γεγονός π συμβαίνει στην Κύπρο, καθ όσον όπως τεκμαίρεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα και αναφέρει γλαφυρά ο Στράβων (Γεωγρ. XIV.6.5): «Κατ ἀρετὴν δ οὐδεμιᾶς τῶν νῆσων λείπεται καὶ γὰρ εὔοινός ἐστι καὶ εὐέλαιος, σίτῳ τε αὐτάρκει χρῆται μεταλλά τε χαλκοῦ ἐστὶν ἄφθονα τὰ ἐν Ταμασσῷ, ἐν οἷς τὸ χαλκανθὲς γί- x

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή νεται, καὶ ὁ ἰὸς τοῦ χαλκοῦ, πρὸς τὰς ἰατρικὰς δυνάμεις χρήσιμα. φησὶ δ Ἐρατοσθένης τὸ παλαιὸν ὑλομανούντων τῶν πεδίων, ὥστε κατέχεσθαι δρυμοῖς καὶ μὴ γεωργεῖσθαι, μικρὰ μὲν ἐπωφελεῖν πρὸς τοῦτο τὰ μέταλλα, δενδροτομούντων πρὸς τὴν καῦσιν τοῦ χαλκοῦ καὶ τοῦ ἀργύρ, προσγενέσθαι δὲ καὶ τὴν ναυπηγίαν τῶν στόλων, ἤδη πλεομένης ἀδεῶς τῆς θαλάττης καὶ μετὰ δυνάμεωv ὡς δ οὐκ ἐξενίκων, ἐπιτρέψαι τοῖς βλομένοις καὶ δυναμένοις ἐκκόπτειν καὶ ἔχειν ἰδιόκτητον καὶ ἀτελὴ τὴν διακαθαρθείσαν γῆν». Τρίτο και εξίσ σημαντικό παράγοντα αποτελεί η στρατηγική θέση τ νησιού, εξαιτίας της οποίας αναγκάστηκε να ναυπηγεί και να διαθέτει πολεμικούς στόλς, να συμμετέχει στς στόλς άλλων δυνάμεων, ναυπηγώντας ή διαθέτοντας σκάφη, επανδρωμένα και μη ή, τέλος, να αποτελεί το αντικείμενο διαμάχης μεταξύ ναυτικών δυνάμεων π τη διεκδίκησαν κατά καιρούς. Η σημασία της στρατηγικής της θέσης έχει εν τούτοις διάφορες διακυμάνσεις, όπως σωστά παρατηρεί ο H. Hauben (1987, 214-216), αναλόγως τ κατά πόσον ευρίσκεται στα όρια μίας κυρίαρχης οντότητας, όπως συνέβη με τς Πέρσες, τς Πτολεμαίς, τς Βυζαντινούς, κλπ. ή στο επίκεντρό της, όπως συνέβη με τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ανάμεσα τς τέσσερις λόγς π θεωρεί καθοριστικούς για την ιδιαίτερη σπδαιότητα της Κύπρ ο ερευνητής (ο.π. 217-222), αναφερόμενος στη σημασία της Κύπρ για το πτολεμαϊκό ναυτικό (στρατηγική θέση, λιμάνια, έμπειρο έμψυχο δυναμικό), σημειώνει τον παράγοντα της αφθονίας ναυπηγικής ξυλείας στα δάση τ νησιού, γεγονός π ενισχύει στη συγκεκριμένη περίοδο το ειδικό τ βάρος, διότι η αιγυπτιακή επικράτεια στερείτο ανάλογων δασών. Στόχος της παρούσας μελέτης, ήταν η συγκέντρωση των πληροφοριών π αφορούν γενικά στη ναυτική δραστηριότητα της Κυπροκλασικής περιόδ, ώστε να διαγνώσει τα ναυτικά γεγονότα και τις ναυτικές ικανότητες, προκειμέν να σκιαγραφηθεί το πλαίσιο γνώσεων και δυνατοτήτων για να καταλήξει τελικά στην απαιτούμενη έμφαση στα λιμενικά κατάλοιπα της περιόδ, τα οποία αποτελούν το αρχιτεκτονικά υλοποιημένο τμήμα της ε- νασχόλησης με τη θάλασσα και επομένως αφήνν ανθεκτικά κατάλοιπα στον χρόνο. Αυτό το νόημα είχε η αρχική επιλογή τ γενικότερ τίτλ, Η ναυτική δραστηριότητα στην κλασική Κύπρο, διότι εξυπακούεται ότι η μελέτη των λιμενικών χώρων δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη, εάν δεν λαμβάνει υπόψη το συγχρονικό «καμβά» πάνω στον οποίο εξυφαίνεται η υπόσταση και η δραστηριότητα των λιμενικών εγκαταστάσεων. Αντίστοιχα κατάλοιπα αφήνν και τα ναυάγια, αποτελώντας κλειστά σύνολα, «χρονοκάψλες», όπ διατηρείται συνήθως η σαφής εικόνα μιας πολύ συγκεκριμένης ιστορικής xi

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή στιγμής. Παρά ταύτα, στην εποχή μας υπάρχν πλέον τα τεχνικά μέσα ώστε να είναι εύκολη η πρόσβαση ανθρώπων και μηχανημάτων στον βυθό π επηρεάζν τα κατάλοιπα των ναυαγίων, καταστρέφοντας τις αρχαιολογικές πληροφορίες π περιέχν ως αδιατάρακτα κλειστά σύνολα. Σε μεγαλύτερο, όμως, βαθμό αντιμετωπίζν την επέλαση της ανθρώπινης επέμβασης οι παράκτιες αρχαιολογικές θέσεις και ιδιαίτερα τα αρχαία λιμενικά έργα, τα οποία είναι ευπαθή από τη φύση τς, ευρισκόμενα στο όριο γης και θάλασσας, δομημένα σε ένα αενάως ρευστό και ασταθές περιβάλλον (Theodoulou & Memos 2006, 686-687). Για τις σύγχρονες ανάγκες, επιλέγονται θέσης ανάπτυξης λιμενικών έργων, αξιοποιώντας τα φυσικά πλεονεκτήματα, οι οποίες ταυτίζονται πολύ συχνά με τις θέσεις αντίστοιχων αρχαίων λιμενικών καταλοίπων (π.χ. Λατσί, Πάφος, Λάπηθος, Κερύνεια). Αποτέλεσμα της άγνοιας ή της έλλειψης πρόνοιας ή σχετικού θεσμικού πλαισί (βλ. π.χ. Τμαζής κ.ά. 2006, 373-382, όπ στην πρόταση για το νέο θεσμικό πλαίσιο κατασκευής λιμενικών έργων δεν περιλαμβάνεται καμία πρόνοια για παράκτιες ή ενάλιες αρχαιότητες), είναι να καταστρέφονται τα αρχαία έργα προς χάριν των σύγχρονων. Κατ αυτό τον τρόπο, η παρούσα μελέτη φιλοδοξεί να συμβάλει, αν μη τι άλλο, ως προς τη γνωστοποίηση των θέσεων των αρχαίων κυπριακών λιμανιών, για να αποφευχθεί στο μέλλον περαιτέρω καταστροφή τς. Το δεύτερο τμήμα τ τίτλ, Το λιμενικό δίκτυο στο τέλος τ 4 αι. π.χ., προέκυψε κατά την μελέτη τ υλικού, οπότε διαπιστώθηκε ότι, ενώ οι γνώσεις για λιμενικές κατασκευές στον 5 ο αι. π.χ. περιορίζονται σιαστικά στο λιμάνι τ Κιτί (ανασκαφικά δεδομένα) και ίσως της Σαλαμίνας (από τις γραπτές πηγές), στο τέλος τ 4 αι. π.χ. φαίνεται να κατασκευάζεται ένα δίκτυο λιμενικών εγκαταστάσεων, κατάλοιπα των οποίων επιζούν μέχρι σήμερα, για να καλύψει τις συγκεκριμένες ιστορικές ανάγκες των πολιτικών φιλοδοξιών της περιόδ και οι αρχαίες πηγές κάνν μνεία ή παρέχν πληροφορίες για αυτές. Τα χρονικά όρια της μελέτης τίθενται σε ολόκληρο τον 5 ο και 4 ο αι. π.χ., από την Ιωνική Επανάσταση μέχρι την κατάληψη της Κύπρ από το Πτολεμαίο Α Σωτήρα (294 π.χ.), αν και για την περίοδο της κυριαρχίας τ Δημητρί Πολιορκητή, ελάχιστα είναι γνωστά από τις πηγές. Η διεύρυνση των γενικά παραδεκτών ορίων της Κυπροκλασικής περιόδ (475-325 π.χ.) 1 γίνεται για δύο κυρίως λόγς. Ο πρώτος είναι το γεγονός ότι ο ιστορικός κύ- 1 Με βάση τον χρονολογικό πίνακα τ Β. Καραγιώργη (1978), όπ η Κυπροκλασική περίοδος ορίζεται χρονικά στα παρακάτω όρια και χωρίζεται περαιτέρω σε Κυπροκλασική Ι (475-400 π.χ.) και ΙΙ (400-325 π.χ.). xii

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή κλος της Κλασικής περιόδ για την Κύπρο ολοκληρώνεται με το τέλος των βασιλείων π επέρχεται γύρω στο 310 π.χ., οπότε απομένει στρατηγός επικεφαλής της Κύπρ, ο α- δελφός τ Πτολεμαί Μενέλαος, μετά τον εξαναγκασμό σε αυτοκτονία τ βασιλιά Νικοκλή ή Νικοκρέοντα (Διόδ. Βιβλ. ΧΧ.21.1-3), ενώ το βασίλειο των Σόλων εμφανίζει μια πιθανή συνέχεια μέχρι το 307 π.χ. (Hill 1940, υπ. 2). Ο δεύτερος λόγος αφορά στις πηγές της αρχαίας γραμματείας στις οποίες εντοπίζονται πληροφορίες σχετικές με τη ναυτική δραστηριότητα και οι οποίες αναφέρονται κυρίως στο τέλος τ 4 αι. π.χ. Τότε ακριβώς εμφανίζονται τεχνητές λιμενικές κατασκευές, οι οποίες εκτός από το ότι αναφέρονται στις πηγές, τεκμηριώνονται με αρχαιολογικά λείψανα (Μάριον/Λατσί, Πάφος, Αμαθούντα). Η ύπαρξη και η χρήση λιμενικών εγκαταστάσεων μπορεί, ασφαλώς, να υποτεθεί και για προγενέστερες περιόδς δεν μαρτυρείται όμως άμεσα στην αρχαία γραμματεία ή από τα έως τώρα γνωστά αρχαιολογικά κατάλοιπα π έχν ερευνηθεί, με την εξαίρεση των νεωσοίκων τ Κιτί. Τελικά, το κύριο συμπέρασμα αυτής της μελέτης είναι ακριβώς η διάγνωση ενός ιδιαίτερ λιμενικού δικτύ στο τέλος τ 4 αι. π.χ. Επομένως, οι αναφορές στην Κλασική περίοδο, στο κείμενο π ακολθεί θα πρέπει να θεωρούνται ότι περιλαμβάνν ολόκληρο τον 5 ο και 4 ο αι. π.χ. Οι λιμενικές θέσεις, οι οποίες εξετάστηκαν είναι αυτές στις παραθαλάσσιες πόλεις της Κλασικής περιόδ (βλ. Κεφ. Α): Μάριον, Πάφος (Παλαιά και Νέα), Κούριον, Αμαθούντα, Κίτιον, Σαλαμίνα, Κερύνεια, Λάπηθος και Σόλοι. Διερευνήθηκαν επίσης οι θέσεις της Καρπασίας (Άγ. Φίλων) και Ουρανίας (Αφέντρικα) όπ παραδίδεται πιθανή χρήση στην Κλασική περίοδο (Ψευδοσκύλαξ 77.103 για την Καρπασία και Δίοδ. Βιβλ. ΧΧ.47.2 για Καρπασία και Ουρανία), ως επίσης και θέσεις όπ η σύγχρονη υποβρύχια έρευνα έχει εντοπίσει στοιχεία πιθανής χρήσης τς στην Κλασική περίοδο. Πρωταρχικό στάδιο της εργασίας ήταν η μελέτη της αρχαίας γραμματείας και η συγκέντρωση των στοιχείων π αφορούν: α] στις ναυπηγικές ικανότητες των Κυπρίων των δύο αιώνων, β] στις ναυτικές τς δεξιότητες, γ] στην άσκηση θαλασσί εμπορί, δ] στις ναυτικές πολεμικές επιχειρήσεις π έλαβαν χώρα στην ενάλια ζώνη της Κύπρ ή τη συμμετοχή των Κυπρίων σε ναυτικά γεγονότα εκτός Κύπρ και ε] των στοιχείων εκείνων π αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στην ύπαρξη λιμενικών εγκαταστάσεων. Τα δεδομένα π συνελέχθησαν βοήθησαν αφ ενός στη θεωρητική τεκμηρίωση τ υποβάθρ, πάνω στο οποίο θα ήταν δυνατόν να αναζητηθεί η παρσία λιμανιών στην συγκεκριμένη περίοδο και αφ ετέρ στο να δημιργηθεί ένας κώδικας (corpus) τέτοιων αναφορών. xiii

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή Δεύτερο στάδιο, ήταν η αναγκαία συγκέντρωση των πορισμάτων και γνώσεων π προέκυψαν από τις έρευνες μέχρι σήμερα στις αρχαίες κυπριακές λιμενικές εγκαταστάσεις, προκειμέν να εξεταστούν συγκριτικά ώστε να προκύψν ενδεχόμενα κοινά χαρακτηριστικά των λιμανιών της περιόδ. Πέραν των πληροφοριών για τις ίδιες τις λιμενικές θέσεις, στις οποίες δόθηκε κυρίως το βάρος, ήταν αναγκαία για την κάθε θέση ξεχωριστά η ενημέρωση σχετικά με την ιστοριογραφία, την τοπογραφία και τα αρχαιολογικά δεδομένα με τα οποία συνδέεται. Ταυτόχρονα, για την πληρέστερη κατανόηση της μορφής των αρχαίων λιμενικών έργων, τα οποία βρίσκονται σήμερα καλυμμένα κάτω από σύγχρονες κατασκευές αναζητήθηκαν πληροφορίες στς αρχαιολάτρες και αρχαιοδίφες περιηγητές της Κύπρ τ 18 και τ 19 αιώνα, οι οποίοι είχαν την τύχη να δν την εικόνα π είχαν τα λιμάνια πριν αρχίσν να αλλάζν στην εποχή μας, με την προσθήκη νέων λιμενικών κατασκευών. Τέτοια στοιχεία προσέφερε και η αναζήτηση παλιών φωτογραφιών, οι οποίες άρχισαν να εμφανίζονται με την έναρξη της Αγγλοκρατίας στην Κύπρο, το 1878. Από τότε και εξής ξεκίνησαν και οι προσθήκες οι οποίες έγιναν σε λιμάνια π υφίσταντο από την Αρχαιότητα, εν προκειμένω της Κερύνειας, της Πάφ, και της Αμμοχώστ. Μια δεύτερη περίοδος κατασκευής λιμενικών έργων σηματοδοτείται από τη δημιργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, στη δεκαετία τ 1960 και περιέλαβε τα λιμάνια της Κερύνειας, της Λαπήθ, τ Λατσιού και της Πάφ. Για κάποιες από τις περιοχές αυτές εντοπίστηκαν σχετικές πληροφορίες στο Κρατικό Αρχείο της Κύπρ. Σε δύο από τις αρχαίες λιμενικές θέσεις, τ Λατσιού και της Ουρανίας εντοπίστηκαν στο Αρχείο τ Τμήματος Αρχαιοτήτων για την μεν πρώτη αποτύπωση των ορατών στην επιφάνεια της θάλασσας λιμενικών καταλοίπων και για τη δεύτερη γενικό τοπογραφικό σχέδιο π περιλαμβάνει τη λιμενική θέση. Η έρευνα ολοκληρώθηκε, τέλος, με σειρά υποβρυχίων αυτοψιών στς χώρς, όπ ήταν δυνατόν, για επιτόπ παρατήρηση, μελέτη και φωτογράφηση, κατόπιν αδείας τ Διευθυντή τ Τμήματος Αρχαιοτήτων (Μάριον, Πάφος, Κούριον, Αμαθούντα, Κίτιον). Στις λιμενικές θέσεις π βρίσκονται στα κατεχόμενα πραγματοποιήθηκαν αυτοψίες των καταλοίπων των λιμανιών για πρώτη φορά μετά το 1974. Συγκεκριμένα, έγιναν υποβρύχιες αυτοψίες στα λιμάνια της Σαλαμίνας (νότιο), Ουρανίας, Καρπασίας και Σόλων, ενώ στην πολυσύχναστη Κερύνεια και στη Λάπηθο, όπ τα λείψανα τ αρχαί λιμανιού βρίσκονται δίπλα σε στρατιωτική ζώνη, πραγματοποιήθηκε μόνο φωτογράφηση χωρίς αυτοψία στα υποβρύχια κατάλοιπα, ώστε να μην προκληθούν οι στρατιωτικές αρχές των κατεχομένων. Αποτέλεσμα των αυτοψιών αυτών ήταν τα στοιχεία π αναλύονται στα οικεία κεφάλαια xiv

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή της μελέτης (Κεφ. Στ., Ζ, Η), καθώς και η δημιργία ενός φωτογραφικού αρχεί κυπριακών λιμενικών θέσεων, τμήμα τ οποί παρσιάζεται στον Τόμο Β, ενώ το σύνολό τ τέθηκε στη διάθεση τ Τμήματος Αρχαιοτήτων. Τα δύο στάδια της μελέτης οδήγησαν αυτόματα σε διμερή διαχωρισμό τ κειμέν της μελέτης. Στο πρώτο μέρος (Κεφ. Α έως Ε), υπό τον τίτλο Ναυτική δραστηριότητα παρατίθενται τα στοιχεία π την αποδεικνύν στη διάρκεια της Κλασικής περιόδ, ιδίως μέσα από τα χωρία της αρχαίας γραμματείας, αλλά και σε σχέση με το γεωφυσικό περιβάλλον και τις τεχνικές δυνατότητες της εποχής. Στο δεύτερο μέρος (Κεφ. Στ έως Η), υπό τον τίτλο Λιμενικό δίκτυο εξετάζονται τα κατάλοιπα των λιμενικών εγκαταστάσεων, τίθενται τα ζητήματα προς έρευνα, και πιθανές λύσεις, και διαπιστώνονται ομοιότητες π οδηγούν στο συμπέρασμα της ύπαρξης ενός δικτύ ναυτικών βάσεων (Κεφ. Η). Ένας τομέας ο οποίος έχει άμεση σχέση με τη λειτργία των λιμανιών και πιθανόν να έπρεπε να περιλαμβάνεται στην παρούσα μελέτη, αλλά δεν συμπεριλήφθηκε τελικά, είναι η σπδή των ανταλλαγών της περιόδ, διά μέσ της κεραμικής, ιδίως της εμπορικής (αμφορείς), της εισηγμένης στην Κύπρο και της κυπριακής εκτός Κύπρ. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο για την κατανόηση της οικονομίας π δημιούργησε τα λιμάνια, αλλά στην πραγματικότητα θα αποτελούσε το αντικείμενο άλλων δύο τλάχιστον διατριβών, διαφορετικά η προσέγγιση θα ήταν επιφανειακή. Άλλωστε, η ιστορία, δυστυχώς, δεν γράφεται για τα έργα της ειρήνης αλλά για αυτά τ πολέμ. Ως εκ τούτ, τα δεδομένα π προέκυψαν τελικά δείχνν τα κατάλοιπα ενός δικτύ, πολεμικών ναυτικών βάσεων, ενώ παραμένν προς διερεύνηση οι εμπορικές χρήσεις. Κατά τον ίδιο τρόπο, οι ανασκαφικές έρευνες σε αρχαία κυπριακά λιμάνια περιορίζονται στς νεώσοικς (βλ. Παράρτημα 1) τ πολεμικού λιμανιού τ Κιτί και στα κατάλοιπα τ πολεμικού «κλειστού λιμένα» (βλ. Παράρτημα 1) της Αμαθούντας. Συνεπώς, αν και η έρευνα των ε- παφών τ εμπορί θα προσπόριζε πολύτιμα στοιχεία για τη γνώση των επαφών της Κύπρ στη συγκεκριμένη περίοδο, λείπει η αρχαιολογική τεκμηρίωση των εμπορικών λιμανιών ή των εμπορικών χρήσεων στις ναυτικές βάσεις ώστε η συγκεκριμένη μελέτη να καθίσταται άμεσα σχετική με τα λιμενικά κατάλοιπα των «πολεμικών» έργων. Παρ όλα αυτά, η συνολική μελέτη της εμπορικής, τλάχιστον, κεραμικής (αμφορείς) θα αποτελούσε σημαντικό εργαλείο στα χέρια της κυπριακής και της ναυτικής αρχαιολογίας. Με τη συγκέντρωση των στοιχείων π αναφέρθηκαν παραπάνω και δεδομέν ότι: α] οι απαρχές των κυπριακών λιμανιών στην Κλασική περίοδο είναι εν πολλοίς άγνωστες, xv

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή με μόνη άμεση μνεία σε αυτά εκείνην τ Ψευδοσκύλακα στα μέσα τ 4 αι. π.χ., με την προβληματική αναφορά τ σε έρημα λιμάνια για τις πέντε από τις επτά κυπριακές πόλεις, τις οποίες μνημονεύει (βλ. Κεφ. Δ) και β] η σιαστική αρχαιολογική έρευνα (υποβρύχια ανασκαφή) των κυπριακών λιμανιών είναι ανύπαρκτη εάν εξαιρεθεί η λεκάνη τ εξωτερικού λιμανιού της Αμαθούντας και αυτή χωρίς τελική δημοσίευση, τότε γίνεται φανερό ότι η πρόκληση της παρούσας μελέτης συνίστατο στο να συγκεντρώσει το υλικό και να θέσει τα προβλήματα, παρά στο να προτείνει λύσεις σε ζητήματα π είχαν ήδη τεθεί. Εν τούτοις, η συγκέντρωση των στοιχείων οδήγησε σε μια σειρά συμπερασμάτων π προκύπτν από τη συνθετική αντιμετώπιση τ συγκεντρωμέν υλικού (βλ. παρακάτω). Το τέλος της Αρχαϊκής περιόδ αποτελεί την εποχή, στην οποία πραγματοποιείται η μετάβαση από τον τύπο τ αγκυροβολί σε ανοικτούς όρμς ή αμμώδεις παραλίες, με ή χωρίς πρόχειρες κατασκευές ή διαμορφώσεις, στον τύπο τ κτιστού και δη τ «κλειστού λιμένα» (Shaw 1972, 90), με πρώτο αρχαιολογικά τεκμηριωμένο τέτοιο έργο, το αναφερόμενο από τον Ηρόδοτο (Ιστ. ΙΙΙ.60) πολυκράτειο «χώμα» της Σάμ (ΑΔ 1994, 858-862). Έτσι, για πρώτη φορά 2 κατασκευάζονται τεχνητά λιμενικά έργα (Blackman 1982, 93) για τον ελλιμενισμό των πλοίων. Στο Αιγαίο επικρατεί στην Κλασική περίοδο ο τύπος τ «κλειστού λιμένα», όπ τα τείχη της πόλης βαίνν επί των λιμενοβραχιόνων για να καταλήξν συχνά σε πύργς όπ βρίσκονταν τα «τοῦ λιμένος κλεῖθρα» (Διοδ. Βιβλ. XVIII.68.1), με βασικότερο παράδειγμα τα λιμάνια τ Πειραιά (Ζέα, Μνιχία, Κάνθαρος βλ. Πανάγος 1968). Ο ίδιος τύπος επιβιώνει και στην Ελληνιστική περίοδο σε μεγαλύτερη κλίμακα και με συνολικό πρόγραμμα οργάνωσης των χώρων π έχν σχέση με τη λειτργία τ λιμανιού (Shaw 1971, 94). Τα έργα αυτά είναι κτισμένα κυρίως από κυβόλιθς συνδεδεμένς μεταξύ τς με μεταλλικούς συνδέσμς στην τελευταία επιφανειακή στρώση. Αντίστοιχα στην Ανατολική Μεσόγειο οι Φοίνικες, προκειμέν να αντιμετωπίσν το πρόβλημα της απσίας φυσικών όρμων για ελλιμενισμό σκαφών, εκμεταλλεύθηκαν τις εκβολές ποταμών και τις σχηματιζόμενες λιμνοθάλασσες/έλη (lagoons), επινοώντας τον τύπο τ «κώθωνα» (βλ. Παράρτημα 1), της εσωτερικής σκαφτής λεκάνης, με πιθανά παραδείγματα από την Τύρο (Frost 1995 15), Yaffo και Ezion Geber (Raban 1985, 27-30), τα οποία δεν έχν όμως τεκμηριωθεί ανασκαφικά. Στην πραγματικότητα εσωτερικές, λεκάνες 2 Για τα κατάλοιπα προκυμαίας/αποβάθρας (βλ. Παράρτημα 1) στη Δήλο, τα οποία χρονολογούνται στον 8 ο αι. π.χ. αμφισβητείται η κατασκευή τς ως λιμενικών έργων (Blackman 1982, 93). xvi

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή συναντώνται στις δυτικές αποικίες των Φοινίκων (Καρχηδόνα, Μοτύη, Mahdia, κλπ. βλ. Blackman 1982, 93-94 και Shaw 1971, 93-94), αλλά και εκεί τα σωζόμενα κατάλοιπά τς χρονολογούνται στη Ρωμαϊκή περίοδο. Εκμεταλλεύθηκαν επίσης την υπήνεμη πλευρά παράκτιων βραχονησίδων διαμορφώνοντας προκυμαίες ή κτίζοντας με κυβόλιθς αντίστοιχα έργα, χρησιμοποιώντας ως βάση παράκτις υφάλς (Frost 1995 και Raban 1995). Στην Κύπρο η ναυτική δραστηριότητα εικάζεται εύλογα ήδη με την άφιξη των πρώτων κατοίκων της και τεκμηριώνεται με την επιλογή παραλίων θέσεων από το 8.500 π.χ. (Αετόκρεμμος στο Ακρωτήρι της Λεμεσού) και τη Νεολιθική περίοδο (Απ. Ανδρέας, τοποθεσία Κάστρος, Τρλλίν, Πέτρα τ Λιμνίτη, κ.ά.). Στην Ύστερη Εποχή τ Χαλκού οικισμοί όπως της Μάας, τοποθεσία Παλαιόκαστρο με το αμφίδυμο (βλ. Παράρτημα 1) λιμάνι, τ Χαλά Σλτάν Τεκκέ με τον μεγάλο τότε φυσικό όρμο της σημερινής αλυκής, της Έγκωμης, με τον μάλλον βαθύ όρμο τότε της εκβολής τ Πεδιαί, της Τούμπας τ Σκούρ, ενδεχομένως της Παλαιπάφ κλπ., δείχνν την ίδια σχέση με τη θάλασσα. Κατόπιν, η διαδοχή των πόλεων τ Χαλά Σλτάν Τεκκέ και της Έγκωμης από το Κίτιον και τη Σαλαμίνα αντίστοιχα, δείχνν την ίδια σχέση και τη σημασία των χώρων ελλιμενισμού για την ίδρυση πόλεων (στοιχεία σχετικά με τις αναφερόμενες θέσεις βλ. Καραγιώργης 1978 και 1982 και Μαντζράνη 2001). Αυτό γίνεται επίσης εμφανές με την εδραίωση των κυπριακών βασιλείων (βλ. σχετικά Ιακώβ 1995 και Iakovou 2002, 2004, 2006). Με την εξαίρεση της Ταμασσού και τ Ιδαλί στην ενδοχώρα, οι θέσεις των οποίων έχν σχέση με το κύριο εξαγώγιμο προϊόν τ νησιού, τον χαλκό (Κασσιανίδ 2006), όλες οι υπόλοιπες πόλειςέδρες των κυπριακών βασιλείων εντοπίζονται σε παραθαλάσσιες θέσεις, σε χώρς π διέθεταν φυσικούς όρμς ή σε εκβολές ποταμών ώστε να χρησιμοποιούνται ως αγκυροβόλια σκαφών. Από την μέχρι τώρα έρευνα των λιμανιών της Κύπρ, ως αρχαιότερα λιμενικά έργα τεκμηριώνεται οι νεώσοικοι τ πολεμικού λιμανιού τ Κιτί, το οποίο φαίνεται να συνεχίζει να χρησιμοποιείται από τον 13 ο αι. π.χ., οπότε πραγματοποιήθηκε η εγκατάσταση στην περιοχή της Καθαρής μέχρι και τη Ρωμαϊκή περίοδο (βλ. Υon 2000, 111-113 και Κεφ. Στ.5). Ταυτόχρονα, το λιμάνι εμφανίζεται με εγκαταστάσεις νεωσοίκων, η πρώτη φάση των οποίων χρονολογείται στο τέλος τ 5 αι. π.χ., με συνεχή χρήση μέχρι και τον 4 ο αι. π.χ. (ο.π.). Δύο επιπλέον κυπριακά λιμάνια έχν ερευνηθεί, της Αμαθούντας ενδελεχώς και της Πάφ προκαταρτικά. Και στις δύο περιπτώσεις η χρονολόγηση τς τα ανάγει στο xvii

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή τέλος τ 4 -αρχές τ 3 αι. π.χ. (Empereur 1995, 135 Hohlfelder 1995, 194). To λιμάνι της Καρπασίας μερικώς αποτυπωμένο χρονολογήθηκε από την J. du Plat Taylor (1980, 201), στον 2 ο -1 ο αι. π.χ., χρονολόγηση, η οποία θα πρέπει μάλλον να αναθεωρηθεί τλάχιστον μέχρι τα μέσα ή το τέλος τ 4 αι. π.χ. (βλ. Κεφ. Ζ.6 και Κεφ. Η). Πέραν των λιμανιών αυτών αναφέρονται στην αρχαία γραμματεία και διατηρούνται κατάλοιπα από τα λιμάνια της Σαλαμίνας, όπ πραγματοποιήθηκε σύντομη προκαταρτική έρευνα το 1973 (Flemming 1974) και τα λιμάνια τ Μαρί(;) 3, της Κερύνειας, της Λαπήθ και των Σόλων (βλ. Κεφ. Στ.1, Στ.7, Στ.8, Στ.9), τα οποία θα μπορούσαν να αναχθούν τλάχιστον μέχρι τα μέσα τ 4 αι. π.χ. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί το λιμάνι της Καρπασίας, το οποίο αποτυπώθηκε γενικά σε ένα τοπογραφικό σχέδιο της περιοχής κατά την ανασκαφή της βασιλικής τ Αγ. Φίλωνα το 1935 (J. du Plat Taylor 1981 fig. 2) και πιθανόν το λιμάνι της Ουρανίας. Επιπροσθέτως, τα λιμενικά κατάλοιπα στο Ακρωτήρι Ελαία (Κνίδος) θα μπορούσαν ενδεχομένως να συνυπάρχν με τς αναφερόμενς σε άμεση γειτνίαση κλασικούς οικισμούς και νεκροταφεία, μολονότι τα κατάλοιπα στην περιοχή παρσιάζν μεγαλύτερο χρονικό εύρος, από την Ύστερη Εποχή τ Χαλκού μέχρι τη Μεσαιωνική περίοδο (Bouzek 1988). Ακόμη, ένας πρόβολος/λιμενοβραχίονας (βλ. Παράρτημα 1) στο Α- κρωτήρι της Λεμεσού (Dreamer s Bay) θα μπορούσε ίσως να χρονολογηθεί στην ίδια εποχή με το λιμάνι της Πάφ (Leonard & Demesticha 2003). Από την παραπάνω απαρίθμηση απσιάζει το λιμάνι τ Κρί και της Παλαιπάφ. Για το λιμάνι της Παλαιπάφ δεν σώζονται κατάλοιπα αν και μπορεί να υποτεθεί η ύπαρξή τ (Κεφ. Στ.2.2), ενώ ένας πρόβολος/λιμενοβραχίονας στο Κούριον παραμένει στην σία αχρονολόγητος αν και κάποιο λιμάνι στην ίδια θέση ή στην ευρύτερη περιοχή θα υφίστατο για την εξυπηρέτηση των αναγκών της πόλης στην Κλασική περίοδο (Κεφ. Στ.3.2). Πιθανή χρήση στην Κυπροκλασική περίοδο παρσιάζν, επιπλέον, θέσεις όπως το Κιόνι, το Κερατίδι, το Μανίκι και οι Θαλασσινές Σπηλιές στη δυτική ακτή της Κύπρ από όσα κατέδειξε η έως σήμερα υποβρύχια έρευνα (Leonard 1997 Giagrande et.al., 1987 Morris & Peatfield 1987). Τα κεφάλαια της μελέτης διαμορφώθηκαν τελικά ως ακολούθως: 3 Η σχέση τ λιμανιού στο Λατσί, όπ διατηρούνται αρχαία λιμενικά κατάλοιπα, με το Μάριον, δεν αποδεικνύεται αρχαιολογικά, παρά ταύτα θα ήταν αδύνατον να μη διέθετε η πόλη τ Μαρί κάποιο χώρο ελλημενισμού με ή χωρίς λιμενικές εγκαταστάσεις/διευκολύνσεις (βλ. σχετική συζήτηση στο Κεφ. Στ.1.4) xviii

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή Στο πρώτο κεφάλαιο δίδεται το γενικό ιστορικό περίγραμμα των δύο αιώνων, με έμφαση στο τέλος τ 4 αι. π.χ., οπότε οι πληροφορίες πυκνώνν για τα ιστορικά γεγονότα και μπορούν άμεσα ή έμμεσα να συναφθούν συμπεράσματα σε σχέση με τη λειτργία των λιμανιών, αρκετά από τα οποία φαίνονται να κατασκευάζονται στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Στο δεύτερο κεφάλαιο επιχειρείται η συγκέντρωση των πηγών και των χωρίων της αρχαίας γραμματείας, οι οποίες αναφέρονται: στη ναυπηγική δεινότητα των Κυπρίων τ 5 και 4 αι. π.χ. (Κεφ. Β.1 και συγκεντρωτικά αποτελέσματα στο Πίν. 1), στις ναυτικές τς ικανότητες και τις μαρτυρίες της ναυτοσύνης τς (Κεφ. Β.2), την άσκηση θαλασσί ε- μπορί από Κυπρίς εκτός Κύπρ ή από ξένς στην Κύπρο (Κεφ. Β.3) και τέλος γίνεται σύντομη αναφορά στα ομοιώματα και τις παραστάσεις πλοίων αν και ένα μόνο παράδειγμα χρονολογείται στς υπό μελέτη αιώνες (Κεφ. Β.4). Στο τρίτο κεφάλαιο συναθροίζονται τα αντίστοιχα χωρία των πηγών π αναφέρονται σε ναυτικά πολεμικά γεγονότα π έλαβαν χώρα στην ενάλια ζώνη τ νησιού ή και σε ναυτικές επιχειρήσεις στις οποίες έλαβαν μέρος Κύπριοι εκτός Κύπρ (βλ. συγκεντρωτικά αποτελέσματα στο Πιν. 2). Στο τέταρτο κεφάλαιο συγκεντρώνονται τα αρχαία κείμενα με άμεση ή έμμεση αναφορά στα κυπριακά λιμάνια της αρχαιότητας. Από την κλασική περίοδο και ιδιαίτερα τον 4 ο αι. π.χ. προέρχονται οι πληροφορίες από το κείμενο τ Περίπλ τ Ψευδοσκύλακα (Κεφ. Δ.1) και από τον λόγο τ Ισοκράτη Εὐαγόρας (Κεφ. Δ.2). Η έρευνα όμως δεν περιορίστηκε σε αυτές, καθώς τα λιμάνια κατασκευάζονται σε θέσεις π συγκεντρώνν συγκεκριμένα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά και προστατεύν από συγκεκριμένς ανέμς, στοιχεία τα οποία γενικά δεν έχν αλλάξει μέχρι σήμερα από την αρχαιότητα (Murray 1995). Επομένως, οι ίδιοι χώροι βρίσκονταν σε χρήση και μετά την Κλασική περίοδο και συνεχίζν να χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα, όπως δείχνει η κατασκευή σύγχρονων λιμενικών έργων επί αρχαίων (π.χ. Πάφος, Λατσί, Λάπηθος, Κερύνεια). Ως εκ τούτ, παρατίθενται κείμενα μέχρι και την Υστερορωμαϊκή περίοδο, στα οποία συναντώνται πληροφορίες για την υπόσταση ή τη μορφή των κυπριακών λιμανιών. Από τα κείμενα αυτά καταγράφηκαν τα σχετικά χωρία από την Ἱστορική Βιβλιοθήκη τ Διόδωρ Σικελιώτη (Κεφ. Δ.3), τον βίο τ Δημητρί στς Παράλληλς Βίς τ Πλτάρχ (Κεφ. Δ.4), των Γεωγραφικών τ Στράβωνα (Κεφ. Δ.5) τις Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (Κεφ. Δ.6), το από- xix

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή κρυφο ευαγγέλιο Περίοδοι καὶ μαρτύριον τοῦ ἁγί Βαρνάβα τοῦ ἀποστόλ (Κεφ. Δ.7) και το Σταδιασμὸς ἥτοι Περίπλς τῆς Mεγάλης Θαλάσσης (στο εξής Σταδιασμός). Στο πέμπτο κεφάλαιο περιέχονται εισαγωγικά στοιχεία για τις διαφοροποιήσεις στην ακτογραμμή της Κύπρ από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, εξαιτίας της αλλαγής της θαλάσσιας στάθμης ή λόγω τεκτονικών κινήσεων (Κεφ. Ε.1), τις επικρατούσες ανεμολογικές συνθήκες και τς ναυτικούς δρόμς της Ανατολικής Μεσογεί π περιλάμβαναν την Κύπρο και τις ναυτικές διαδρομές πέριξ της Κύπρ (Κεφ. Ε.2) καθώς και γενικά στοιχεία για την ιστορία των λιμανιών στην Κλασική περίοδο, τς τύπς τς και τις τεχνικές π βρισκόταν σε χρήση (Κεφ. Ε.3). Στο έκτο κεφάλαιο γίνεται η συγκέντρωση των στοιχείων π αφορούν στα λιμενικά έργα των παραθαλάσσιων πόλεων-βασιλείων: Μάριον/Αρσινόη (Κεφ. Στ.1), Παλαίπαφος/Νέα Πάφος (Κεφ. Στ.2), Κούριον (Κεφ. Στ.3), Αμαθούς (Κεφ. Στ.4) Κίτιον (Κεφ. Στ.5), Σαλαμίνα (Κεφ. Στ.6), Κερύνεια (Κεφ. Στ.7), Λάπηθος (Κεφ. Στ.8), Σόλοι (Κεφ. Στ.9). Στο πρώτο μέρος κάθε υποκεφαλαί αναφέρονται γενικά ιστορικά στοιχεία για την πόληβασίλειο, με έμφαση σε πληροφορίες π αφορούν τη ναυτική τς ιστορία. Ακολθεί η παράθεση των αρχαίων πηγών π αναφέρονται στο συγκεκριμένο λιμάνι και ακολθεί η απαρίθμηση των ερευνών π διεξήχθηκαν σε αυτό και συνοψίζονται τα πορίσματά τς, στα οποία εν πολλοίς βασίζεται η περιγραφή των ορατών καταλοίπων π έπεται σε συνδυασμό με την επιτόπια παρατήρηση. Ταυτόχρονα, καταγράφονται οι πληροφορίες από περιηγητές τ 18 και 19 αιώνα ή άλλα στοιχεία π προέκυψαν από τη διερεύνηση τ Κρατικού Αρχεί, τ Αρχεί τ Τμήματος Αρχαιοτήτων ή παλιών φωτογραφιών και σχεδίων. Τέλος, παρατίθενται συνοπτικά συμπεράσματα για τη χρήση της θέσης και των έργων στς υπό μελέτη αιώνες, καθώς και σχετικά ερωτήματα π γεννώνται με προτεινόμενες απαντήσεις. Στο έβδομο κεφάλαιο ακολθείται η ίδια διαδικασία, όπως και στο έκτο με αναφορά σε λιμενικές θέσεις με κατάλοιπα ή πιθανή χρήση στς 5 ο και 4 ο αι. π.χ. Εν προκειμένω, για τη θέση Κιόνι, στα δυτικά τ ακρωτηρί τ Ακάμα (Κεφ. Ζ.1), τις θέσεις Κερατίδι, Θαλασσινές Σπηλιές και Μανίκι στη δυτική ακτή βόρεια της Πάφ (Κεφ. Ζ.2), στο Ακρωτήρι της Λεμεσού (Dreamer s Bay) (Κεφ. Z.3), στο Ακρωτήριον Ελαία (Κνίδος) στα νοτιοδυτικά της χερσονήσ της Καρπασίας (Κεφ. Ζ.4), στην Ουρανία (Αφέντρικα) στη βόρεια πλευρά της χερσονήσ της Καρπασίας (Κεφ. Ζ.5) και στην αρχαία πόλη της ίδιας της Καρπασίας (Αγ. Φίλων). xx

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή Τέλος, στο όγδοο κεφάλαιο αναπτύσσονται οι λόγοι για τς οποίς συμπεραίνεται ότι τα λιμάνια της Πάφ, Αμαθούντος, Λατσιού και ενδεχομένως της Καρπασίας πρέπει να θεωρηθούν κατασκευές π ανήκν σε ένα κοινό σχεδιασμό ναυτικής θωράκισης της Κύπρ, ο οποίος πρέπει να αποδοθεί μάλλον στον Πτολεμαίο Α Σωτήρα. Η απόδοση σε κοινό σχεδιασμό προέρχεται από ομοιότητες μορφής και δόμησης, οι οποίες παρατηρούνται στα συγκεκριμένα λιμάνια. Η απόδοσή τς στον Πτολεμαίο Σωτήρα πηγάζει από την συνθετική ανάγνωση των ιστορικών πηγών σε συνάφεια με την πολιτική, τις στρατηγικές ανάγκες και τα στρατηγικά συμφέρονται τ συγκεκριμέν μονάρχη στην περίοδο ειδικά πριν το 306 π.χ. Ενισχύεται επίσης από τις ενδείξεις ότι η κατασκευή τς έμεινε ανολοκλήρωτη (Αμαθούντα, Λατσί, Καρπασία), προφανώς εξαιτίας της κατάληψης της Κύπρ από τον Δημήτριο Πολιορκητή. Φαίνεται, μάλιστα, ότι πέραν των τριών λιμανιών στο λιμενικό δίκτυο υποστήριξης των επιδιώξεών τ, ο Πτολεμαίος βασίζεται στα υπάρχοντα κλειστά λιμάνια της Σαλαμίνας και των Σόλων. Θα ήταν, δε, δυνατόν στο ίδιο δίκτυο να συμμετέχν ως ναυτικές βάσεις και τα λιμάνια της Κερύνειας και της Λαπήθ από τη στιγμή της κατάκτησής τς και εξής, καλύπτοντας έτσι πλήρως όλη την περιφέρεια τ νησιού. Από τα στοιχεία π συγκεντρώθηκαν στη διάρκεια της μελέτης προέκυψαν συμπεράσματα π αφορούν στη διαπίστωση: α] των ναυπηγικών γνώσεων, ικανοτήτων και δυνατοτήτων των Κυπρίων τ 5 και 4 αι. π.χ., π συνέχιζαν μια ήδη υφιστάμενη παράδοση β] των ναυτικών γνώσεων και δεξιοτήτων τ έμψυχ δυναμικού των Κυπρίων π το καθιστούσαν υπολογίσιμη και χρησιμοποιήσιμη δύναμη από τις επικρατούσες δυνάμεις γ] ότι τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά συνέβαλλαν στην αύξηση της σημασίας της στρατηγικής θέσης τ νησιού δ] της ενασχόλησης των Κυπρίων με το θαλάσσιο εμπόριο και αλιευτικές ασχολίες. Επιπλέον, διαπιστώθηκε η ύπαρξη ενός λιμενικού δικτύ (ή λιμενικού δυναμικού κατά τον Α. Παπαδόπλο, 2006) π εξυπηρετούσε τα κυπριακά βασίλεια τλάχιστον τον 4 ο αι. π.χ., το οποίο περιλάμβανε λιμενικές κατασκευές στις κύριες παραθαλάσσιες πόλειςπρωτεύσες των βασιλείων και την Καρπασία, καθώς και δευτερεύσες θέσεις με ελάχιστα ή καθόλ έργα (Ουρανία, Κνίδος, Ακρωτήρι Λεμεσού, Κιόνι, Θαλασσινές Σπηλιές, Κερατίδι, Μανίκι). Για τα κύρια λιμάνια μπορεί να υποτεθεί ότι ήταν ή προορίζονταν να ο- λοκληρωθούν ως «κλειστοί λιμένες», με την εξαίρεση ίσως τ εσωτερικού λιμανιού της Αμαθούντας, π μπορεί να αποτελούσε «κώθωνα» (Frost 1995, 15), χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα και αυτό το λιμάνι να ανήκει στον ίδιο τύπο με τα υπόλοιπα. Για xxi

Πανεπιστήμιο Κύπρ - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Εισαγωγή τον σχηματισμό πλήρς εικόνας θα πρέπει επίσης να λήφθεί υπόψη ότι για τις κλασικές λιμενικές θέσεις της Παλαιπάφ, τ Μαρί και τ Κρί υπάρχν μόνο έμμεσες πληροφορίες και οι θέσεις τς είναι ακόμα αταύτιστες. Τα κυπριακά λιμάνια φαίνεται ότι άρχισαν να έχν τεχνητές κατασκευές στο τέλος τ 5 αι. π.χ. στη Σαλαμίνα και το Κίτιον και ακολούθησαν οι υπόλοιπες πόλεις. Μέχρι τότε πρέπει να εξυπηρετούντο από τις ίδιες θέσεις χωρίς λιμενικές εγκαταστάσεις ή με πρόχειρες ξύλινες κατασκευές, π δεν άφησαν ή των οποίων δεν έχν εντοπιστεί ακόμα τα κατάλοιπα. Στο τέλος τ 4 αι. π.χ., εν μέσω της διαμάχης μεταξύ Πτολεμαί και Αντιγονιδών για την κατάληψη της Κύπρ φαίνεται ότι ξεκίνησε, πιθανότατα από τον Πτολεμαίο, η κατασκευή ενός λιμενικού δικτύ ναυτικών βάσεων για τη θωράκιση της Κύπρ, το οποίο περιλάμβανε την Πάφο, την Αμαθούντα, το λιμάνι στο Λατσί και πιθανόν την Καρπασία. Τα λιμάνια της Αμαθούντας, τ Μαρί και της Καρπασίας δεν φαίνεται να ολοκληρώθηκαν ποτέ, ίσως εξαιτίας της κατάληψης της Κύπρ από το Δημήτριο. Αντίθετα, το λιμάνι της Πάφ εκτός από το στρατιωτικό χαρακτήρα φαίνεται να αποτελούσε ταυτόχρονα εμπορικό σταθμό και ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, γεγονός π συνέβαλε στην αδιάκοπη χρήση τ και την ιδιαίτερη ανάπτυξη της πόλης της Πάφ στην Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο, η οποία συνιστούσε, επιπλέον, καίριο σταθμό στο ναυτικό δρόμο π ένωνε τη Ρόδο με την Αλεξάνδρεια και τον κοντινότερο κυπριακό προορισμό σε ευθεία γραμμή από την πρωτεύσα των Λαγιδών. xxii

ΜΕΡΟΣ Α ΝΑΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ

Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Κεφάλαιο Α ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ 5 ΟΥ ΚΑΙ 4 ΟΥ ΑΙΩΝΑ Π.Χ. ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Προκειμέν να γίνει κατανοητό το ιστορικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο διεξάγεται η παρούσα μελέτη δίνεται στο πρώτο αυτό κεφάλαιο μια συνοπτική παρσίαση των κυριότερων στοιχείων π αφορούν στην Κυπροκλασική περίοδο, με έμφαση στο τέλος τ 4 αι. π.χ. Η ιδιαίτερη έμφαση στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο δίδεται διότι, όπως έχει α- ναφερθεί και στην εισαγωγή, αφ ενός ο κύκλος των κυπριακών βασιλείων κλείνει στο τέλος τ 4 αι. και όχι με τον θάνατο τ Αλέξαδρ, ενώ αντίστοιχα η μετάβαση στην Κλασική περίοδο σηματοδοτείται από τη συμμετοχή των Κυπρίων στην Ιωνική Επανάσταση π καθόρισε την αντιπαράθεση μεταξύ Περσίας και Αθήνας για την κυριαρχία επί τ νησιού. Αφ ετέρ, οι μαρτυρίες της αρχαίας γραμματείας και οι αρχαιολογικές, οι οποίες α- φορούν σε λιμενικές εγκαταστάσεις και παρέχν υλικό π να μπορεί να οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα σχετικά με το λιμενικό δίκτυο των δύο αιώνων της Κυπροκλασικής περιόδ, αναφέρονται κυρίως στην περίοδο μετά τα μέσα τ 4 αι. π.χ. Κατ αυτό τον τρόπο, το τμήμα της παράθεσης των ιστορικών στοιχείων π αφορά στα γεγονότα μέχρι τα μέσα τ 4 αι. π.χ. γίνεται με γενικό τρόπο κατά τα ευρέως αποδεκτά. Ιστορικά στοιχεία π αφορούν ιδιαίτερα σε κάθε πόλη αναφέρονται κάτω από τον υπότιτλο Γενικά στοιχεία, στα υποκεφάλαια σχετικά με κάθε μια από τις λιμενικές θέσεις στο Κεφ. Στ. Στόχος δεν είναι να γίνει πλήρης ιστορική ανάλυση της περιόδ ούτε υπάρχν νέα ιστορικά στοιχεία για να προστεθούν. Ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί ιστορική συμβολή για την περίοδο αναφέρεται στα συμπεράσματα της παρούσας μελέτης. Στο παρόν κεφάλαιο επιχειρείται, απλώς, η ανάγνωση των γνωστών ιστορικών γεγονότων υπό το πρίσμα της ναυτικής δραστηριότητας, ώστε να διαφανεί η ενασχόληση των Κυπρίων με ναυτικά θέματα και να γίνει κατανοητός ο αλληλένδετος ρόλος των λιμανιών με τα ιστορικά δρώμενα και τις αρχαιολογικές μαρτυρίες περί επαφών. Βασικά ιστοριογραφικά κείμενα πάνω στα οποία κυρίως στηρίζεται το κεφάλαιο αυτό είναι τα: Τhe history of Cyprus τ G. Hill (1940), Cyprus. From the stone age to the Ro- 1

Το λιμενικό δίκτυο στα τέλη τ 4 αι. π.χ.» - Κεφάλαιο Α mans, τ Β. Καραγιώργη (1982) καθώς και η αντίστοιχη ελληνική έκδοση Αρχαία Κύπρος. Από τη Νεολιθική εποχή ως το τέλος της Ρωμαϊκής, (Β. Καραγιώργης 1978), ως επίσης και από την Ιστορία της Κύπρ των εκδόσεων τ Ιδρύματος Αρχιεπισκόπ Μακαρί Γ, με εκδότη τον Θ. Παπαδόπλο (2000), το κεφάλαιο ΙΑ τ Π. Στυλιανού με τίτλο Τα αρχαία βασίλεια. Για το γενικότερο πλαίσιο χρησιμοποιήθηκε η Griechische Geschichte τ H. Bengston (1969), από την ελληνική μετάφραση τ Α. Γαβρίλη (1991), ως επίσης και η Geshichte Alexanders des Grossen II και η Geshichte der Diadochen III τ J.G. Droysen (1877-78), σε μετάφραση τ Ρ. Αποστολίδη (1993). Όποιες περαιτέρω πηγές έχν χρησιμοποιηθεί αναφέρονται συγκεκριμένα. Από το 12 ο αι. π.χ., οπότε ολοκληρώθηκε η εγκατάσταση των Μυκηναίων στην Κύπρο, ακολούθησαν: η εγκατάσταση των Φοινίκων στο Κίτιο, μέχρι τα μέσα τ 9 αι. π.χ. και η πιθανή συγκέντρωση τ ετεοκυπριακού πληθυσμού στην Αμαθούντα, ως επίσης και η ασσυριακή (709-669 π.χ.) και η αιγυπτιακή (560-545 π.χ.) κυριαρχία, αν και υπάρχει σχετική συζήτηση για τη μορφή π έλαβε η υπαγωγή στις δύο «υπερδυνάμεις». Στον 9 ο αι. π.χ. τοποθετείται και η περίοδος κατά την οποία οι Κύπριοι φέρονται να θαλασσοκράτησαν (βλ. Κεφ. Β). Στη διάρκεια της Ασσυριακής επικυριαρχίας χρονολογούνται οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες, αναφερόμενες στη διοικητική οργάνωση της Κύπρ. Πρώτη τέτοια αναφορά εμφανίζεται στη Στήλη τ Σαργώνος (707 π.χ.), η οποία βρέθηκε στο Κίτιον. Στη στήλη μνημονεύονται επτά βασίλεια, τα οποία, όμως, δεν κατονομάζονται και ίσως ο αριθμός τς σχετίζεται απλά με την ιερότητά τ παρά με την ποσοτική τ υπόσταση (Ιακώβ 1995, 100). Η επόμενη σχετική μνεία προέρχεται από το Πρίσμα τ Εσσαρχαδώνος (673/2 π.χ.), στο οποίο αναφέρονται ονομαστικά τα εξής δέκα βασίλεια: Ιδάλιον, Χύτροι, Σαλαμίνα, Πάφος, Κούριον, Ταμασσός, Kartihadasti στο οποίο αναγνωρίζεται το Κίτιον, Λήδρα, Σόλοι, και Νούρε, π ταυτίζεται μάλλον με την Αμαθούντα (ο.π. 100-101). Σε όλη αυτή την περίοδο μαρτυρούνται εμπορικές σχέσεις της Κύπρ με άλλες περιοχές. Ένδειξη για αυτό αποτελεί η ενισχυμένη παρσία στην Κύπρο κεραμικής από την Αττική, την Κόρινθο, τη Ρόδο, κλπ., η οποία, αναμενόμενα, απαντάται συχνότερα στις παράλιες πόλεις τ Μαρί, της Αμαθούντας, τ Κιτί και της Σαλαμίνας. Αντίστοιχα, κυπριακή κεραμική και κεραμοπλαστική φτάνει στην Αίγυπτο και τα νησιά τ Αιγαί, ιδιαίτερα στη Ρόδο και τη Σάμο. Η μαρτυρία της κεραμικής δείχνει τη διεξαγωγή ευρύτερης ανταλλαγής προϊόντων και άσκησης θαλασσί εμπορί και επικοινωνίας. 2