ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ Σταδίου 24 105 64 Αθήνα Τηλ. 331 2253, 331 0022 Fax. 331 2033 Αθήνα, 24 Νοεµβρίου 1998 ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Από αβελτηρία, αδράνεια, ιδεολογικο-πολιτικές αγκυλώσεις και ολιγωρία η Ελλάδα δεν κατέστη δυνατόν να γίνει µέλος της ΟΝΕ µε την πρώτη οµάδα χωρών. ιότι προτίµησε τον εύκολο αλλά ανορθόδοξο δρόµο αποπληθωρισµού της οικονοµίας, οι δυνατότητες του οποίου ήσαν εξ ορισµού περιορισµένες. Επεδίωξε µε ρυθµό αυξήσεως του κόστους εργασίας ανά µονάδα προϊόντος 10% να µειώσει τον πληθωρισµό σε επίπεδο συγκλίσεως! Πρόκειται για επιδίωξη, την οποία θα απέρριπτε για έλλειψη ρεαλισµού οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος, άµοιρος οικονοµικής παιδείας ή έστω περιορισµένης περί τα µακροοικονοµικά εµπειρίας. Με εισοδηµατική πολιτική της τελευταίας στιγµής - ανεπαρκή παρά ταύτα - λόγω και των χρονικών υστερήσεων που είναι εγγενείς στις αιτιώδεις ενδογενείς οικονοµικές σχέσεις, δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί η επιθυµητή αποκλιµάκωση του πληθωρισµού. Τελικώς, και η υποτίµηση της δραχµής δεν απεφεύχθη, και η ένταξη στην ΟΝΕ ανεβλήθη και η καταφυγή σε ανορθόδοξα µέτρα κατέστη και πάλιν αναπόφευκτη. Παρά ταύτα, πιστεύοµε ότι το 1999 θα γίνει ορόσηµο για την ελληνική οικονοµία. Η τυπική ικανοποίηση των κριτηρίων συγκλίσεως πρέπει να θεωρείται ως η πλέον πιθανή εξέλιξη εντός του 1999. Τυχούσα οριακή απόκλιση κάποιου ή κάποιων κριτηρίων θα καλυφθεί και δεν πρόκειται να εµποδίσει την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, ενόψει του γενικού πνεύµατος που διατρέχει την Συνθήκη του Μάαστριχτ, αλλά και της ενδεχόµενης επιθυµίας των εταίρων για την εξασφάλιση ανταλλαγµάτων. Τα ενδεχόµενα αυτά ανταλλάγµατα είναι, ίσως, το πιο επώδυνο από τα κόστη που θα συνοδεύσουν την ένταξη και τα οποία θα µπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Πρέπει, ωστόσο, να πληροφορηθεί η ελληνική κοινωνία και να το συνειδητοποιήσει ότι: (α) Τα κριτήρια συγκλίσεως δεν έχουν κατ' ουσίαν ικανοποιηθεί, η δε ικανοποίηση αυτών πρέπει να αντιµετωπισθεί όντας εντός των τειχών. (β) Οι προσδοκίες που τυχόν έχουν δηµιουργηθεί, ότι η εισδοχή στην ΟΝΕ σηµαίνει αυτοµάτως δηµοσιονοµική χαλάρωση και άσκηση διανεµητικών πολιτικών που δήθεν βελτιώνουν την οικονοµική θέση των οικονοµικώς ασθενέστερων τάξεων, είναι τελείως αθεµελίωτες. ιότι ούτε ουσιαστική πολιτική λιτότητας έχει εφαρµοσθεί µέχρι τώρα στην χώρα µας, ούτε οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές έχουν προχωρήσει. Με άλλα λόγια, έχοµε νικήσει χωρίς να πολεµήσουµε. Επειδή, όµως, οι νίκες στο οικονοµικό πεδίο κερδίζονται και δεν χαρίζονται, οι µάχες θα διεξαχθούν 1
αναποτρέπτως. Οι Έλληνες θα υποχρεωθούν να προσαρµόσουν τη νοοτροπία τους και τις προσδοκίες τους στη λογική της λειτουργίας των αγορών της ΟΝΕ. Κατά τα λοιπά o ρυθµός αναπτύξεως προβλέπεται και για το 1999 να είναι σχετικώς υψηλός, αλλά ελαφρώς βραδύτερος του εκτιµώµενου για το 1998. Η πιθανότερη πρόβλεψη είναι για ρυθµό αυξήσεως 3,5%, µε κινητήριες δυνάµεις τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Η εξέλιξη αυτή είναι άκρως αισιόδοξη διότι υπογραµµίζει την αναπτυξιακή φορά που ακολουθεί η κατανοµή των πόρων της οικονοµίας. Η πορεία αυτή πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω, διότι είναι η µόνη διέξοδος για την άσκηση βιώσιµης, αξίας του ονόµατός της, κοινωνικής πολιτικής. Κατά τρέχον έτος εκτιµάται, ότι ο ρυθµός αυξήσεως του ΑΕΠ θα είναι πολύ εγγύς του 4%. Η αύξηση αυτή προέρχεται κατά κύριο λόγο από την δευτερογενή παραγωγή, η αύξηση της οποίας είναι πολύ πιθανό να υπερβεί το 6%. Πρόκειται για τη µεγαλύτερη σηµειωθείσα αύξηση του τοµέα αυτού από το 1985. Ακόµη σηµαντικότερο χαρακτηριστικό της οικονοµικής επεκτάσεως κατά το τρέχον έτος είναι η στήριξη αυτής σε παράγοντες που ενσωµατώνουν αναπτυξιακό δυναµισµό, όπως είναι οι επενδύσεις και οι εξαγωγές (υπηρεσιών, βασικώς, εν προκειµένω). Η χάρη στη δηµιουργική λογιστική και την πολύ καλή απόδοση των φορολογικών εσόδων µείωση του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος στο προβλεπόµενο επίπεδο, που είναι επίπεδο συγκλίσεως, αποτελεί άκρως ευνοϊκή εξέλιξη, την οποία, ωστόσο, αµαυρώνουν δύο τινά: (α) η τάση αυξήσεως των δηµοσίων τρεχουσών δαπανών αρκετά πέραν του προγραµµατισθέντος ρυθµού, και (β) η χρησιµοποίηση της φορολογικής πολιτικής για αντιπληθωριστικούς λόγους, πολιτικής που θα δυσχεράνει την δηµοσιονοµική σύγκλιση σε περίπτωση απρόβλεπτων διεθνών δυσµενών εξελίξεων. Στην παρούσα φάση η ευνοϊκή εξέλιξη των φορολογικών εσόδων έπρεπε να αξιοποιηθεί για µείωση του δηµοσιονοµικού ελλείµµατος χωρίς την επικουρία τεχνασµάτων, και ο πληθωρισµός να αντιµετωπισθεί µε ορθόδοξα µέσα. Λόγω της χρονικής συγκυρίας, στα ορθόδοξα µέσα θα µπορούσε κανείς να εντάξει και την εκούσια µείωση των περιθωρίων κέρδους από τις επιχειρήσεις: δηµόσιες και ιδιωτικές. Βεβαίως, όπως τα πράγµατα αφέθησαν να εξελιχθούν εξαιτίας της αβελτηρίας στην άσκηση της οικονοµικής πολιτικής, αλλά και των ισχυρών δυνάµεων αδράνειας που λειτουργούν ακόµη στην κοινωνία µας (συνδικαλιστικοί φορείς, ιδεολογικές αγκυλώσεις κ.ά.) ο σκοπός έπρεπε να αγιάσει τα µέσα. ιότι η εισδοχή της χώρας στην ΟΝΕ αποτελεί εθνικό στόχο υψίστης σηµασίας, πολιτικής και οικονοµικής. Είναι δε µη συγγνωστή η βραδύτητα και η αναβλητικότητα που χαρακτηρίζουν µέχρι τώρα την εφαρµογή πολιτικών, διαρθρωτικών και µη, που οδηγούν γνησίως και κατ' ουσία ισοτίµως στην µεγάλη αυτή οικονοµική και νοµισµατική ενότητα. 2
ΓΙΑ Τ O Ν ΤΟΥΡΙΣΜΟ 1. Η Τουριστική ραστηριότητα κατά το 1998 - Πρόβλεψη για το 1999 Το 1998, όπως είχε προβλεφθεί, εξελίχθηκε σε ένα πολύ καλό έτος για την τουριστική οικονοµία. Σε αριθµό αφίξεων αλλοδαπών τουριστών, η αύξηση θα υπερβεί το 10%, ενώ η αύξηση του αριθµού των διανυκτερεύσεων θα είναι κατά µισή έως µία ποσοστιαία µονάδα υψηλότερη. Το ακόµη σηµαντικότερο είναι, ότι η αύξηση αυτή συνδυάσθηκε µε αξιόλογη βελτίωση των τιµών που απήλαυσε ο ξενοδοχειακός κλάδος - κυρίως ο εποχικώς λειτουργών. Η σχετικώς µεγάλη αύξηση της ανά τουρίστα δαπάνης θα βελτιώσει κατά ορατό τρόπο τα αποτελέσµατα του ξενοδοχειακού κλάδου, ο οποίος ως γνωστόν ταλανίζεται κατά µέσο όρο εξαιτίας των δυσµενών συγκυριών της περιόδου 1995-97. Η αύξηση των αφίξεων κατά το 1999 εκτιµάται ότι θα είναι τάξεως µεγέθους παρόµοιας µε του 1998, αλλά µε το πλεονέκτηµα των βελτιωµένων τιµών. Η συντελεσθείσα υποτίµηση της δραχµής, αλλά και η γενικότερη συγκυρία που χαρακτηρίζει τον µεσογειακό τουρισµό, έχουν δηµιουργήσει ιδιαιτέρως ευνοϊκές συνθήκες για τον τουριστικό προορισµό Ελλάδα. Με βάση την ανωτέρω εκτίµηση, ο αριθµός των αφίξεων κατά το προσεχές έτος θα εγγίσει τα 13 εκατ. Πρόκειται για πολύ µεγάλο αριθµό ενόψει της, επίσης, πολύ υψηλής εποχικότητας που χαρακτηρίζει τον ελληνικό τουρισµό. Η προβλεπόµενη µεγάλη αύξηση, πρέπει να αντιµετωπισθεί, κυρίως από πλευράς πολιτείας, µε έντονη αποτελεσµατική εποπτεία αλλά και µε προβληµατισµό από πλευράς επιχειρήσεωνεργαζοµένων. 2. Πιθανές Επιπτώσεις στον Ελληνικό Τουριστικό Τοµέα από την Καθιέρωση του Ενιαίου Νοµίσµατος 2.1. Εισαγωγή Οι επιπτώσεις του Ευρώ λειτουργούν τόσο από την πλευρά της προσφοράς (επιχειρήσεις) όσο και από την πλευρά της ζητήσεως (τουρίστες). Όπως είναι γνωστό, πρωταρχική οικονοµική επιδίωξη της ΟΝΕ είναι η βελτίωση της οικονοµικής ευηµερίας των πολιτών των χωρών-µελών µέσω ταχύτερης και σταθερότερης οικονοµικής µεγεθύνσεως όλου του ενιαίου οικονοµικού χώρου (εξάλειψη συναλλαγµατικού κινδύνου, ενθάρρυνση επενδύσεων και εµπορίου, διαρθρωτικές αλλαγές ενισχύουσες την ανάπτυξη και σταθερότητα, αύξηση ανταγωνισµού κ.ο.κ.). Σηµαντικές επιδράσεις ασκούνται, επίσης, µέσω της µειώσεως του κόστους, που άµεσα συνεπάγεται το ενιαίο νόµισµα για τις διεθνείς συναλλαγές, αλλά και προκαλείται περαιτέρω από την ένταση του ανταγωνισµού, την λειτουργία µιας µεγάλης κεφαλαιαγοράς και τις οικονοµίες κλίµακας. Το µειονέκτηµα της ΟΝΕ για τα κράτη-µέλη συνίσταται στην µείωση των βαθµών ελευθερίας κατά την άσκηση της οικονοµικής πολιτικής (νοµισµατική, συναλλαγµατική πολιτική και σε µικρότερο βαθµό δηµοσιονοµική πολιτική). Ωστόσο, για χώρες, όπως η Ελλάδα - µε οδυνηρές εµπειρίες από άσκηση ανεύθυνων οικονοµικών πολιτικών - το µειονέκτηµα αυτό µάλλον πρέπει να καταγραφεί ως πλεονέκτηµα. Τοµείς, όπως ο διεθνής τουρισµός, είναι ασφαλές να προβλεφθεί, ότι θα βρεθούν σε συγκριτικώς πλεονεκτικότερη θέση έναντι των άλλων τοµέων της οικονοµίας. 3
2.2. Μακροοικονοµικές Επιπτώσεις Ο ρυθµός οικονοµικής αναπτύξεως στην ΕΕ ήταν 2,7% το 1997 έναντι 1,8% το 1996 και προβλέπεται επιτάχυνση του ρυθµού αυτού στο µέλλον. Εξάλλου, ο µέσος ρυθµός πληθωρισµού είναι τρεχόντως χαµηλότερος του 2%, ενώ το δηµοσιονοµικό έλλειµµα από 6,1% επί του ΑΕΠ που ήταν το 1993 έχει µειωθεί σε 2,4% το 1997, η µείωση δε αυτή ήταν σύµµετρη µεταξύ των χωρών. Οι εξελίξεις αυτές οδήγησαν σε σηµαντική µείωση των µακροπροθέσµων επιτοκίων και σε ενδυνάµωση της συναλλαγµατικής σταθερότητας εντός του ΕΝΣ, µε προφανείς συνέπειες την µείωση της αβεβαιότητας και την ενθάρρυνση της επιχειρηµατικής επενδυτικής δραστηριότητας. Εξάλλου, η αξιοπιστία του Ευρώ, ως νοµίσµατος µιας τεράστιας και αποτελεσµατικής κεφαλαιαγοράς, θα αποτελέσει πόλο έλξεως ξένων κεφαλαίων όχι απλώς για επενδύσεις χαρτοφυλακίου, αλλά και για άµεσες επενδύσεις. 2.3. Μη Εισοδηµατικές Επιπτώσεις στην Τουριστική ραστηριότητα Το ενιαίο νόµισµα θα αυξήσει τους ρυθµούς του διεθνούς εµπορίου και των επενδύσεων εντός της ΟΝΕ, και συνακόλουθα τις ανάγκες για επιχειρηµατικά ταξίδια. Για τους ίδιους λόγους, η ίδια τάση θα επικρατήσει καθ όσον αφορά και στα επιχειρηµατικά ταξίδια προς την ΕΕ από χώρες εκτός ΟΝΕ. Το ενιαίο νόµισµα συνεπάγεται οφέλη για τον καταναλωτή-τουρίστα σε χρόνο και χρήµα. Από πλευράς επιχειρήσεων µπορούν να εντοπισθούν οι ακόλουθες διαστάσεις: (α) Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις θα ευρεθούν µε βελτιωµένη διαπραγµατευτική ισχύ, διότι θα εκλείψει ο συναλλαγµατικός κίνδυνος. (β) Αν και οι τιµές των πακέτων είναι φυσικό να διαφοροποιούνται µεταξύ χωρών και προορισµών λόγω διαφορών στο προϊόν και στην διαδροµή του ταξιδίου, η διαφάνεια θα καταστήσει πιο δύσκολη την άσκηση πολιτικής διαφορισµού τιµών στις διάφορες εθνικές αγορές. (γ) Η αύξηση της σπουδαιότητας του Ευρώ στις διεθνείς συναλλαγές θα µειώσει τον συναλλαγµατικό κίνδυνο και, εποµένως, το κόστος που συνεπάγεται η ασφάλιση του σχετικού κινδύνου. (δ) Η σύγκλιση των οικονοµιών όσον αφορά στον πληθωρισµό και τα δηµοσιονοµικά ελλείµµατα θα µειώσει τα επιτόκια δανεισµού και θα µειώσει το κόστος επενδύσεως και λειτουργίας των τουριστικών και ιδίως ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. (ε) Ο ενιαίος οικονοµικο-νοµισµατικός χώρος θα αποτελέσει κίνητρο για αύξηση του βαθµού συγκεντρώσεως των επιχειρήσεων και ένταση του ανταγωνισµού. Οι τάσεις αυτές θα αυξήσουν τον ανταγωνισµό, θα µειώσουν το κόστος λειτουργίας και θα µειώσουν τις τιµές για τους καταναλωτές. Η µείωση των τιµών θα αποτελέσει πρόσθετο ενισχυτικό παράγοντα της ζητήσεως τουριστικών υπηρεσιών. (στ) Ο κλάδος του τουρισµού που θα υποστεί αναµφισβήτητα απώλειες από την λειτουργία του ενιαίου νοµίσµατος είναι τα ανταλλακτήρια συναλλάγµατος. 4
2.4. Ποσοτική Εκτίµηση της Πιθανής Επιπτώσεως του Ευρώ στην Τουριστική Ανάπτυξη Με εισοδηµατική ελαστικότητα της τάξεως του 1,5 και παραδοχή για αύξηση του ρυθµού αναπτύξεως της ΕΕ κατά µία ποσοστιαία µονάδα πέραν του ρυθµού που θα επετυγχάνετο εν απουσία ΟΝΕ, εκτιµάται ότι ο ρυθµός αυξήσεως επισκεπτών από την ΕΕ στην χώρα µας κατά την περίοδο 2001-2015 θα αυξηθεί κατά 2,5 ποσοστιαίες µονάδες και θα ανέλθει σε 5-6% κατά µέσο όρο ετησίως. Οι αριθµοί αυτοί θα είναι κατά πάσα πιθανότητα µεγαλύτεροι, στην έκταση που θα συντελείται διεύρυνση της ΕΕ και ο ρυθµός αναπτύξεως αποδειχθεί ταχύτερος του προβλεπόµενου. 2.5. Κατευθυντήριες Γραµµές Τουριστικής Πολιτικής Η πραγµάτωση της ανωτέρω ζητήσεως δεν πρέπει, ωστόσο, να θεωρηθεί ως κάτι το αναπόφευκτο. Η οµαλή εξυπηρέτηση µεγάλου αριθµού τουριστών θα απαιτήσει: (α) (β) (γ) (δ) (ε) Βασικά έργα υποδοµής. Αξιοποίηση περιοχών επιδεκτικών τουριστικής αναπτύξεως. (i) αυξηµένη συµµετοχή των µονάδων Α Κατηγορίας και Πολυτελείας, (ii) αναβάθµιση της ποιότητας των υπηρεσιών όλων των κατηγοριών ξενοδοχειακών µονάδων, (iii) αύξηση του ποσοστού των κλινών που παρέχουν επώνυµο προϊόν (δηµιουργία αλυσίδων ξενοδοχείων), (iv) ρεαλιστική προσέγγιση σε θέµατα τύπου αγροτοτουρισµού. (v) αύξηση του µέσου µεγέθους των ξενοδοχειακών µονάδων. Η ένταση του ανταγωνισµού επιβάλλει την εκ βάθρων επανεξέταση των οργανωτικών δοµών και της λειτουργίας των ξενοδοχειακών µονάδων, ώστε να µειωθεί το κόστος και να αυξηθεί αντιστοίχως η αποτελεσµατικότητα αυτών. Λελογισµένη και συνεπής προσπάθεια αµβλύνσεως της έντονης εποχικότητας που χαρακτηρίζει τον τουρισµό της χώρας, εγχώριο και αλλοδαπό. (στ) Η κρατική τουριστική πολιτική οφείλει να προσανατολιστεί προς την αναβάθµιση της γενικής τουριστικής υποδοµής και της µέσης ποιότητας του τουριστικού προϊόντος σε συνδυασµό µε την αποθάρρυνση δηµιουργίας µη βιώσιµων ξενοδοχειακών µονάδων. (ζ) Σε θεσµικό επίπεδο προέχουν τρία τινά: (i) Επανεξέταση της πολιτικής προβολής του ελληνικού τουριστικού προϊόντος µε παράλληλη αύξηση των διατιθεµένων προς τούτο πόρων. (ii) Ενίσχυση και ενεργοποίηση του θεσµικού πλαισίου εποπτείας του τουριστικού τοµέα, κυρίως όσον αφορά στο εξωξενοδοχειακό του τµήµα. (iii) Καλύτερη οργάνωση του τουριστικού τοµέα σε επίπεδο εκπροσωπήσεως των καλώς εννοουµένων συµφερόντων του, χωρίς σε καµία περίπτωση να τίθεται σε αµφισβήτηση η κυρίαρχη θέση του ξενοδοχειακού κλάδου. (η) Αναφορικώς προς το τελευταίο αυτό θέµα πρέπει να µνηµονευθεί και να τονισθεί ιδιαιτέρως η κρίσιµη σπουδαιότητα της οργάνωσης διακίνησης και µεταφοράς των αλλοδαπών τουριστών στην χώρα µας. 3.Περί Χειµερινού Τουρισµού: Ορισµένα Χαρακτηριστικά 3.1. Εισαγωγικά Η έντονη εποχικότητα του διεθνούς (αλλά και του εγχωρίου) τουρισµού στην χώρα µας είναι από τα σοβαρότερα του τουριστικού τοµέα, και συνεπάγεται σηµαντική 5
σπατάλη πόρων σε εθνικό επίπεδο αλλά και απώλεια περιουσιών σε ιδιωτικό επίπεδο. Kατά την εικοσαετή περίοδο 1975-1995, σε αντίθεση µε την Ελλάδα, στην οποία παρατηρήθηκε αύξηση της εποχικότητας από 77,7% το 1975 σε 85% το 1995, στις ανταγωνίστριες χώρες παρατηρήθηκε µείωση στα ήδη συγκριτικώς χαµηλότερα επίπεδα εποχικότητας. Στην Ισπανία η µείωση ήταν από 74,5% το 1975 σε 66,4%, το 1995, στην Ιταλία από 70,4% το 1975 σε 62,8% το 1995, στην Γαλλία από 73,1% το 1982 σε 70,7% το 1994, ενώ στην Τουρκία η εποχικότητα παρέµεινε στατιστικώς αµετάβλητη στο 71,3%. Βεβαίως, δεν έχει γίνει από πλευράς τουριστικής πολιτικής καµία αξία λόγου προσπάθεια βελτιώσεως του εποχικού προτύπου του διεθνούς τουρισµού στην χώρα µας. 3.2. Ο Συγκριτικός Βαθµός Ευαισθησίας Ζητήσεως του Χειµερινού Τουριστικού Προϊόντος Προηγούµενη µελέτη του ΙΤΕΠ έδειξε ότι ο βαθµός ελαστικότητας της ζητήσεως του ελληνικού τουριστικού προϊόντος από αλλοδαπούς ως προς την τιµή είναι µεγαλύτερος της µονάδας. Η παρούσα µελέτη εξετάζει την ύπαρξη ή µη διαφοράς µεταξύ του βαθµού ευαισθησίας του χειµερινού τουριστικού προϊόντος και του θερινού τουριστικού προϊόντος. Για το σκοπό αυτό χρησιµοποιήθηκαν δύο ελαφρώς διαφοροποιηµένα εναλλακτικά εποχικά πρότυπα για τον χειµερινό και αντίστοιχα τον θερινό τουρισµό. Βάσει του εποχικού προτύπου Α ο χειµερινός τουρισµός εκτείνεται στην περίοδο από τον Οκτώβριο του έτους t µέχρι τον Μάρτιο του έτους (t-1). Στο πρότυπο Β, ο χειµερινός τουρισµός αρχίζει Νοέµβριο του έτους t και τελειώνει Μάρτιο του έτους (t-1). Με βάση το εποχικό πρότυπο Α, που προσιδιάζει περισσότερο στην ουσία της διακρίσεως χειµερινός-θερινός τουρισµός, η ελαστικότητα ζητήσεως χειµερινού τουριστικού προϊόντος είναι το ήµισυ περίπου της ελαστικότητας για τον θερινό τουρισµό, είναι δε η ζήτηση χειµερινού τουριστικού προϊόντος ανελαστική σε αντίθεση µε την ζήτηση θερινού τουριστικού προϊόντος. Αυτό σηµαίνει ότι οι µεταβολές των οικονοµικών µεταβλητών (τιµές, εισοδήµατα) επηρεάζουν την ζήτηση χειµερινού τουριστικού προϊόντος σε πολύ µικρότερο βαθµό σε σύγκριση µε την ζήτηση του θερινού τουριστικού προϊόντος. Ανεξαρτήτως των παραγόντων που αιτιάζουν µια τέτοια συµπεριφορά µπορεί να συναχθεί ένα βασικό συµπέρασµα πολιτικής: Τυχούσα αύξηση του µεριδίου του χειµερινού τουρισµού θα µείωνε το εύρος των διακυµάνσεων της διαχρονικής εξελίξεως της ζητήσεως που προκαλούνται από συστηµατικούς παράγοντες, όπως είναι το εισόδηµα και οι τιµές. Αυτό θα είχε ως συνέπεια βελτίωση του µέσου βαθµού πληρότητας των ξενοδοχείων, βελτιωµένα µέσα ετήσια έσοδα ανά κλίνη και, εποµένως, αύξηση της ιδιωτικής οικονοµικής αποτελεσµατικότητας, αλλά και της κοινωνικής (µικρότερη δέσµευση κεφαλαίων για δεδοµένο µέγεθος ετησίας ζητήσεως τουριστικών υπηρεσιών). Με βάση δειγµατοληπτική έρευνα για την τουριστική περίοδο 1992-93, το 48% των αφίξεων αφορά σε ταξίδια επαγγελµατικά (44%) και συνέδρια (3,8%) και το 38,5% αφορά σε αναψυχή. Το 50% των τουριστών του δείγµατος δήλωσαν ως κίνητρο προτιµήσεως της Ελλάδος για χειµερινές διακοπές, το κλίµα και τις φυσικές οµορφιές και το 27% τις αρχαιότητες, ενώ µόνον 8% εξήρτησε την προτίµησή του από το κόστος του ταξιδίου. Το τελευταίο τούτο βρίσκεται σε απόλυτη συνέπεια µε το ανωτέρω οικονοµετρικό εύρηµα, σύµφωνα µε το οποίο η ζήτηση χειµερινών τουριστικών υπηρεσιών παραγοµένων στην χώρα µας χαρακτηρίζεται από µικρή 6
ελαστικότητα ζητήσεως. Το πολύ µικρό µέγεθος της ελαστικότητας ζητήσεως υποδηλοί, ότι η ζήτηση χειµερινών τουριστικών υπηρεσιών αναψυχής δεν έχει προέλευση τα µεσαία οικονοµικά στρώµατα. Αυτό φωτίζει σε κάποιο βαθµό όχι µόνο το δρόµο που πρέπει να ακολουθήσει η διαφήµιση του χειµερινού τουρισµού αλλά και τον χαρακτήρα των υποδοµών (δηµοσίων και ιδιωτικών, υλικών και αΰλων), οι οποίες πρέπει να καταστούν διαθέσιµες. 3.3. Προέλευση Χειµερινών Τουριστών: Σύνθεση µε Κριτήριο την ιαµονή, ιαχρονική Εξέλιξη Tο µερίδιο της ΕΕ στον χειµερινό τουρισµό έχει παραµείνει στάσιµο επί είκοσι σχεδόν έτη, σε αντίθεση µε το µερίδιο των θερινών µηνών, όπου παρατηρήθηκε αύξηση µεταξύ 1980 και 1997. Η Ασία έχει διατηρήσει το µερίδιό της (στο 10% περίπου) ενώ τα µερίδια Αµερικής, Αφρικής και Ωκεανίας έχουν υποστεί πτώση. 3.4. Γενικές Κατευθύνσεις Χειµερινής Τουριστικής Πολιτικής (α) Καλύτερη οργάνωση για την υποδοχή αυξηµένου αριθµού αλλοδαπών χειµερινών τουριστών, καθώς και καλύτερη ποιότητα υπηρεσιών. (β) Σε πρώτη φάση η προσπάθεια προσελκύσεως από άποψη υποδοµής πρέπει να επικεντρωθεί στις σχετικώς µεγάλες πόλεις που συνδυάζουν εύκολη πρόσβαση σε αξιόλογα µνηµεία του ελληνικού πολιτισµού. (γ) Η ειδική τουριστική υποδοµή πρέπει να επικεντρωθεί αρχικά σε λίγες δραστηριότητες, όπως π.χ. είναι ο συνεδριακός και ο πολιτισµικός τουρισµός. (δ) Υψηλό ποσοστό των χειµερινών επισκεπτών στην χώρα έχουν δηλώσει ως κύριο κίνητρο πολιτισµικά ενδιαφέροντα (27%) και κλίµα-φυσικές οµορφιές (50%). Η πληροφορία αυτή πρέπει να προσανατολίσει την προβολή του χειµερινού τουριστικού προϊόντος, αλλά και να κατευθύνει αντιστοίχως την προσπάθεια οργανώσεως της υποδοχής χειµερινών τουριστών. (ε) Η διεθνής προβολή του ελληνικού χειµερινού προϊόντος, χωρίς να υποβαθµίσει την κύρια πηγή του την Ευρώπη πρέπει να επιδιώξει ανάκτηση του χαµένου εδάφους, ιδίως της Αµερικής, αλλά και περαιτέρω ανάπτυξη των ροών από την τουριστικά αφυπνιζόµενη Άπω Ανατολή. (στ) Αξιοποίηση των µεγάλων δυνατοτήτων που ενυπάρχουν στον εγχώριο τουρισµό. 7